EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62020CC0290

Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα G. Pitruzzella της 6ης Οκτωβρίου 2021.
«Latvijas Gāze» AS.
Αίτηση του Satversmes tiesa για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως.
Προδικαστική παραπομπή – Εσωτερική αγορά φυσικού αερίου – Οδηγία 2009/73/ΕΚ – Άρθρο 2, σημείο 3 – Έννοια της “μεταφοράς” – Άρθρο 23 – Εξουσία λήψης αποφάσεων σχετικά με τη σύνδεση εγκαταστάσεων αποθήκευσης, εγκαταστάσεων επαναεριοποίησης υγροποιημένου φυσικού αερίου και βιομηχανικών πελατών στο σύστημα μεταφοράς – Άρθρο 32, παράγραφος 1 – Πρόσβαση τρίτων στο σύστημα – Δυνατότητα απευθείας σύνδεσης των τελικών πελατών στο σύστημα μεταφοράς φυσικού αερίου.
Υπόθεση C-290/20.

Court reports – general – 'Information on unpublished decisions' section

ECLI identifier: ECLI:EU:C:2021:825

 ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ

GIOVANNI PITRUZZELLA

της 6ης Οκτωβρίου 2021 ( 1 )

Υπόθεση C‑290/20

AS «Latvijas Gāze»

παρισταμένων των:

Latvijas Republikas Saeima,

Sabiedrisko pakalpojumu regulēšanas komisija

[αίτηση του Satversmes tiesa (Συνταγματικού Δικαστηρίου, Λεττονία)
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]

«Προδικαστική παραπομπή – Εσωτερική αγορά φυσικού αερίου – Σύστημα μεταφοράς και σύστημα διανομής φυσικού αερίου – Δυνατότητα άμεσης σύνδεσης των τελικών πελατών στο σύστημα μεταφοράς φυσικού αερίου»

1.

Απαιτείται τα κράτη μέλη, προκειμένου να διασφαλισθεί η ύπαρξη αποτελεσματικής εσωτερικής αγοράς η οποία να καθιστά δυνατή την πώληση φυσικού αερίου επί ίσοις όροις, χωρίς διακρίσεις, και η οποία να διασφαλίζει εύλογη από οικονομικής απόψεως και ουσιαστική πρόσβαση των τρίτων στο σύστημα φυσικού αερίου, να θεσπίσουν ρύθμιση επιτρέπουσα σε κάθε τελικό πελάτη να επιλέγει το είδος συστήματος –μεταφοράς ή διανομής– στο οποίο θα συνδεθεί; Η σύνδεση στο σύστημα μεταφοράς φυσικού αερίου επιτρέπεται μόνον σε μη οικιακούς τελικούς πελάτες; Αντιτίθεται η οδηγία 2009/73 ( 2 ) σε εθνική ρύθμιση η οποία επιτρέπει στους τελικούς πελάτες να συνδέονται στο δίκτυο μεταφοράς;

2.

Αυτά είναι, κατ’ ουσίαν, τα ερωτήματα τα οποία υπέβαλε το Satversmes tiesa (Συνταγματικό Δικαστήριο, Λεττονία) με την αίτηση προδικαστικής αποφάσεως που αποτελεί το αντικείμενο της υπό κρίση υπόθεσης και τα οποία παρέχουν στο Δικαστήριο την ευκαιρία να εξετάσει ενδελεχώς, υπό το πρίσμα της οδηγίας 2009/73, το ζήτημα του συστήματος μεταφοράς και του συστήματος διανομής φυσικού αερίου, ιδίως όσον αφορά τη δυνατότητα άμεσης σύνδεσης των τελικών πελατών στο σύστημα μεταφοράς φυσικού αερίου.

3.

Με τις παρούσες προτάσεις θα εξηγήσω τους λόγους για τους οποίους εκτιμώ ότι η οδηγία 2009/73 προβλέπει υποχρεώσεις για τα κράτη μέλη μόνον όσον αφορά την πρόσβαση τρίτων στα συστήματα μεταφοράς και διανομής φυσικού αερίου, παρέχοντας στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να κατευθύνουν τους χρήστες προς ένα συγκεκριμένο είδος συστήματος, τηρουμένης της αρχής της απαγόρευσης των διακρίσεων και βάσει αντικειμενικών κριτηρίων, όπως είναι η ασφάλεια και τα τεχνικά χαρακτηριστικά του συστήματος.

I. Το νομικό πλαίσιο

Α.   Το δίκαιο της Ένωσης

4.

Το άρθρο 2, παράγραφος 2, της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) προβλέπει τα εξής:

«(2)   Όταν οι Συνθήκες απονέμουν στην Ένωση συντρέχουσα αρμοδιότητα με τα κράτη μέλη σε συγκεκριμένο τομέα, η Ένωση και τα κράτη μέλη δύνανται να νομοθετούν και να εκδίδουν νομικά δεσμευτικές πράξεις στον τομέα αυτό. Τα κράτη μέλη ασκούν τις αρμοδιότητές τους κατά το μέτρο που η Ένωση δεν έχει ασκήσει τη δική της. Τα κράτη μέλη ασκούν εκ νέου τις αρμοδιότητές τους κατά το μέτρο που η Ένωση αποφάσισε να παύσει να ασκεί τη δική της.»

5.

Το άρθρο 4, παράγραφος 2, στοιχεία αʹ και θʹ, της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) ορίζει τα ακόλουθα:

«(2)   Οι συντρέχουσες αρμοδιότητες της Ένωσης και των κρατών μελών αφορούν τους εξής κύριους τομείς:

α)

την εσωτερική αγορά,

[…]

θ)

την ενέργεια,

[…]».

6.

Κατά τις αιτιολογικές σκέψεις 1, 3, 6, 8 και 48 της οδηγίας 2009/73/ΕΚ:

«(1)

Στόχοι της εσωτερικής αγοράς φυσικού αερίου, η οποία υλοποιείται σταδιακά σε ολόκληρη την Κοινότητα από το 1999, είναι η παροχή πραγματικών επιλογών σε όλους τους καταναλωτές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είτε είναι πολίτες είτε επιχειρήσεις, η παροχή νέων επιχειρηματικών ευκαιριών και η αύξηση του διασυνοριακού εμπορίου, ώστε να επιτευχθούν βελτιώσεις αποδοτικότητας, ανταγωνιστικές τιμές, υψηλότερα πρότυπα παρεχόμενων υπηρεσιών, και να ενισχυθεί ταυτόχρονα η ασφάλεια του εφοδιασμού και η αειφορία.

(3)

Οι ελευθερίες που εγγυάται η [Σ]υνθήκη στους πολίτες της Ένωσης –μεταξύ άλλων η ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων, η ελευθερία παροχής υπηρεσιών και η ελευθερία εγκατάστασης– είναι δυνατές μόνο στο πλαίσιο της εντελώς ανοικτής αγοράς, η οποία παρέχει σε όλους τους καταναλωτές τη δυνατότητα να επιλέγουν ελεύθερα τους προμηθευτές τους και δίνει σε όλους τους προμηθευτές την ελευθερία να προμηθεύουν τους πελάτες τους.

(6)

Χωρίς τον αποτελεσματικό διαχωρισμό των δικτύων από τις δραστηριότητες παραγωγής και προμήθειας (“αποτελεσματικός διαχωρισμός”), υπάρχει κίνδυνος διακρίσεων στην εκμετάλλευση των δικτύων, αλλά και στην παροχή κινήτρων στις κάθετα ολοκληρωμένες επιχειρήσεις για να κάνουν τις αναγκαίες επενδύσεις στα δίκτυά τους.

(8)

Ο αποτελεσματικός διαχωρισμός μπορεί να γίνει μόνον με την άρση του κινήτρου για τις κάθετα ολοκληρωμένες επιχειρήσεις να κάνουν διακρίσεις κατά των ανταγωνιστών τους όσον αφορά την πρόσβαση στο δίκτυο και τις επενδύσεις. Ο διαχωρισμός της ιδιοκτησίας, πράγμα που προϋποθέτει ότι ο ιδιοκτήτης δικτύου ορίζεται ως ο διαχειριστής του δικτύου και είναι ανεξάρτητος από συμφέροντα προμήθειας και παραγωγής, είναι σαφώς αποτελεσματικός τρόπος για την επίλυση της εγγενούς σύγκρουσης συμφερόντων και την εξασφάλιση του εφοδιασμού. Για τον λόγο αυτό, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, με το ψήφισμά του της 10ης Ιουλίου 2007 σχετικά με τις προοπτικές για την εσωτερική αγορά αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας, αναφέρει τον διαχωρισμό μεταφοράς και ιδιοκτησίας ως το πιο αποτελεσματικό μέσο για την άνευ διακρίσεων προώθηση των επενδύσεων υποδομής, τη δίκαιη πρόσβαση των νεοεισερχομένων στο δίκτυο και τη διαφάνεια της αγοράς. Στο πλαίσιο του διαχωρισμού της ιδιοκτησίας θα πρέπει κατά συνέπεια να απαιτείται από τα κράτη μέλη να εξασφαλίζουν ότι το αυτό πρόσωπο ή πρόσωπα δεν μπορούν να ελέγχουν μι[α] επιχείρηση παραγωγής ή προμήθειας και, ταυτοχρόνως, να ασκούν έλεγχο ή δικαιώματα σε διαχειριστή συστήματος μεταφοράς ή σε σύστημα μεταφοράς. Αντιστρόφως, πρέπει να αποκλείεται η δυνατότητα να ασκεί έλεγχο ή δικαιώματα σε επιχείρηση παραγωγής ή προμήθειας όποιος ελέγχει σύστημα μεταφοράς ή διαχειριστή συστήματος μεταφοράς. Εντός των ορίων αυτών, μια επιχείρηση παραγωγής ή προμήθειας θα πρέπει να μπορεί να έχει μειοψηφική συμμετοχή σε διαχειριστή συστήματος μεταφοράς ή σύστημα μεταφοράς.

(48)

Τα συμφέροντα των καταναλωτών θα πρέπει να βρίσκονται στο επίκεντρο της παρούσας οδηγίας και η ποιότητα εξυπηρέτησης να αποτελεί κεντρική ευθύνη των επιχειρήσεων φυσικού αερίου. Τα υφιστάμενα δικαιώματα των καταναλωτών θα πρέπει να ενισχυθούν και να διασφαλισθούν, και να περιλαμβάνουν μεγαλύτερη διαφάνεια. Η προστασία των καταναλωτών θα πρέπει να διασφαλίζει ότι όλοι οι καταναλωτές στο ευρύτερο ευρωπαϊκό πλαίσιο απολαμβάνουν τα οφέλη μιας ανταγωνιστικής αγοράς. Τα δικαιώματα των καταναλωτών θα πρέπει να επιβάλλονται από τα κράτη μέλη ή, όταν το κράτος μέλος διαθέτει σχετική πρόβλεψη, από τις ρυθμιστικές αρχές.»

7.

Κατά το άρθρο 2 της οδηγίας 2009/73:

«Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, εφαρμόζονται οι ακόλουθοι ορισμοί:

[…]

(3)

μεταφορά: η μεταφορά φυσικού αερίου μέσω δικτύου που αποτελείται κυρίως από αγωγούς υψηλής πίεσης πλην δικτύου αγωγών προς τα ανάντη και πλην δικτύου στο οποίο το τμήμα των αγωγών υψηλής πίεσης χρησιμοποιείται κυρίως στο πλαίσιο τοπικής διανομής φυσικού αερίου, με σκοπό την παροχή σε πελάτες, μη συμπεριλαμβανομένου όμως του εφοδιασμού·

[…]

(5)

διανομή: η μεταφορά φυσικού αερίου μέσω τοπικών ή περιφερειακών δικτύων αγωγών με σκοπό την παράδοσή του σε πελάτες, μη συμπεριλαμβανομένης όμως της προμήθειας·

[…]

(24)

πελάτης: ο χονδρικός και ο τελικός πελάτης φυσικού αερίου και οι επιχειρήσεις φυσικού αερίου που αγοράζουν φυσικό αέριο·

(25)

οικιακός πελάτης: ο πελάτης που αγοράζει φυσικό αέριο για δική του οικιακή κατανάλωση·

(26)

μη οικιακός πελάτης: ο πελάτης που αγοράζει φυσικό αέριο το οποίο δεν προορίζεται για οικιακή του χρήση·

(27)

τελικός πελάτης: ο πελάτης που αγοράζει φυσικό αέριο για δική του χρήση·

[…]».

8.

Το άρθρο 9 της οδηγίας 2009/73, το οποίο φέρει τον τίτλο «Διαχωρισμός συστημάτων μεταφοράς και διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς», ορίζει τα εξής:

«Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι από τις 3 Μαρτίου 2012:

α)

κάθε επιχείρηση που έχει στην ιδιοκτησία της σύστημα μεταφοράς ενεργεί ως διαχειριστής συστήματος μεταφοράς·

β)

το ίδιο ή τα ίδια πρόσωπα δεν δικαιούνται:

i)

να ασκούν άμεσα ή έμμεσα έλεγχο επί επιχείρησης που εκτελεί οποιαδήποτε από τις δραστηριότητες παραγωγής ή προμήθειας και να ασκούν άμεσα ή έμμεσα έλεγχο ή να ασκούν οποιοδήποτε δικαίωμα σε διαχειριστή συστήματος μεταφοράς ή σε σύστημα μεταφοράς, ούτε

ii)

να ασκούν άμεσα ή έμμεσα έλεγχο επί διαχειριστή συστήματος μεταφοράς ή επί συστήματος μεταφοράς και να ασκούν άμεσα ή έμμεσα έλεγχο ή να ασκούν οποιοδήποτε δικαίωμα σε επιχείρηση που εκτελεί οποιαδήποτε από τις δραστηριότητες παραγωγής ή προμήθειας·

[…]

(8)   Εφόσον στις 3 Σεπτεμβρίου 2009, το σύστημα μεταφοράς ανήκει σε κάθετα ολοκληρωμένη επιχείρηση, τα κράτη μέλη δύνανται να αποφασίσουν να μην εφαρμόσουν την παράγραφο 1. Στην περίπτωση αυτή, το οικείο κράτος μέλος είτε:

α)

ορίζει ανεξάρτητο διαχειριστή συστήματος σύμφωνα με το άρθρο 14· ή

β)

συμμορφώνεται με τις διατάξεις του κεφαλαίου ΙV».

9.

Το άρθρο 23 της εν λόγω οδηγίας, το οποίο φέρει τον τίτλο «Εξουσία λήψης αποφάσεων σχετικά με τη σύνδεση εγκαταστάσεων αποθήκευσης, εγκαταστάσεων επαναεριοποίησης ΥΦΑ και βιομηχανικών πελατών στο σύστημα μεταφοράς», ορίζει τα ακόλουθα:

«(1)   Ο διαχειριστής συστήματος μεταφοράς καταρτίζει και δημοσιεύει διαφανείς και αποτελεσματικές διαδικασίες και τιμολόγια για τη χωρίς διακρίσεις σύνδεση εγκαταστάσεων αποθήκευσης, εγκαταστάσεων επαναεριοποίησης ΥΦΑ και βιομηχανικών πελατών στο δίκτυο μεταφοράς. Οι διαδικασίες αυτές υπόκεινται στην έγκριση της ρυθμιστικής αρχής.

(2)   Ο διαχειριστής συστήματος μεταφοράς δεν έχει το δικαίωμα να αρνηθεί τη σύνδεση νέων εγκαταστάσεων αποθήκευσης, εγκαταστάσεων επαναεριοποίησης ΥΦΑ ή βιομηχανικών πελατών λόγω πιθανών μελλοντικών περιορισμών στις διαθέσιμες δυνατότητες του δικτύου ή πρόσθετων δαπανών συνδεόμενων με την απαραίτητη αύξηση δυναμικού. Ο διαχειριστής συστήματος μεταφοράς εξασφαλίζει το κατάλληλο δυναμικό εισόδου και εξόδου για τη νέα σύνδεση.»

10.

Το άρθρο 32 της ίδιας οδηγίας, το οποίο φέρει τον τίτλο «Πρόσβαση τρίτων», προβλέπει στην παράγραφο 1 τα εξής:

«Τα κράτη μέλη μεριμνούν για την εφαρμογή ενός συστήματος πρόσβασης τρίτων στο σύστημα μεταφοράς και διανομής και στις εγκαταστάσεις ΥΦΑ, με βάση δημοσιευμένα τιμολόγια, το οποίο ισχύει για όλους τους επιλέξιμους πελάτες, συμπεριλαμβανομένων των επιχειρήσεων προμήθειας, και εφαρμόζεται αντικειμενικά και αμερόληπτα μεταξύ των χρηστών του συστήματος. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα εν λόγω τιμολόγια, ή οι μέθοδοι που διέπουν τον υπολογισμό τους, να εγκρίνονται πριν τεθούν σε ισχύ σύμφωνα με το άρθρο 41 από τη ρυθμιστική αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 39 παράγραφος 1, τα δε τιμολόγια αυτά και οι μέθοδοι –στην περίπτωση που μόνο μέθοδοι εγκρίνονται– να δημοσιεύονται πριν από την έναρξη ισχύος τους.»

Β.   Το λεττονικό δίκαιο

11.

Εφαρμογή στην υπό κρίση υπόθεση έχει ο Enerģētikas likums (νόμος 273/275, της 3ης Σεπτεμβρίου 1998, για την ενέργεια, Latvijas Vēstnesis, 1988), άρθρο 841, παράγραφος 1.

II. Το ιστορικό της διαφοράς, η διαδικασία της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

12.

Η AS «Latvijas Gāze» (στο εξής: προσφεύγουσα της κύριας δίκης) είναι κάθετα ολοκληρωμένη επιχείρηση φυσικού αερίου, η οποία δραστηριοποιείται στη μεταφορά, τη διανομή, την εμπορία, την αγορά και την αποθήκευση φυσικού αερίου στη Λεττονία.

13.

Πριν από τη διαδικασία απελευθέρωσης της αγοράς φυσικού αερίου στη Λεττονία, δηλαδή έως τις 3 Απριλίου 2017, η προσφεύγουσα της κύριας δίκης ήταν η μοναδική επιχείρηση φυσικού αερίου που δραστηριοποιούνταν στη λεττονική αγορά.

14.

Κατόπιν της εν λόγω ημερομηνίας, ιδρύθηκε, μετά από διάσπαση της προσφεύγουσας της κύριας δίκης, η ανώνυμη εταιρία Conexus Baltic Grid, στην οποία μεταβιβάστηκε η εθνική υποδομή για τη μεταφορά φυσικού αερίου και το μοναδικό σύστημα μεταφοράς φυσικού αερίου. Η προσφεύγουσα της κύριας δίκης δεν είναι μέτοχος της εν λόγω ανώνυμης εταιρίας.

15.

Η ανώνυμη εταιρία Gaso συστάθηκε ως χωριστή θυγατρική της προσφεύγουσας της κύριας δίκης και παρέχει, δυνάμει σχετικής άδειας, υπηρεσίες διανομής φυσικού αερίου στη λεττονική επικράτεια. Η προσφεύγουσα της κύριας δίκης είναι η μοναδική μέτοχος της εν λόγω ανώνυμης εταιρίας, σύμφωνα δε με την ως άνω άδεια, η ανώνυμη εταιρία Gaso είναι ο μοναδικός διαχειριστής συστήματος διανομής φυσικού αερίου στη Λεττονία ο οποίος διασφαλίζει την προμήθεια φυσικού αερίου από το σύστημα μεταφοράς στους τελικούς καταναλωτές.

16.

Στο λεττονικό δίκαιο το άρθρο 841, παράγραφος 1, του Enerģētikas likums (νόμου για την ενέργεια) εισήχθη στον εν λόγω νόμο με τις τροποποιήσεις του 2016, οι οποίες ήταν απαραίτητες, μεταξύ άλλων λόγων, για τη συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις της οδηγίας 2009/73 σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου και την κατάργηση της οδηγίας 2003/55/ΕΚ.

17.

Η νομοθετική διάταξη του λεττονικού δικαίου προβλέπει ότι η Sabiedrisko pakalpojumu regulēšanas komisija (ρυθμιστική επιτροπή δημοσίων υπηρεσιών, Λεττονία, στο εξής: λεττονική ρυθμιστική αρχή), δηλαδή η λεττονική ρυθμιστική αρχή κατά την έννοια της οδηγίας 2009/73, εγκρίνει τους κανόνες για τη σύνδεση στο σύστημα μεταφοράς και στο σύστημα διανομής φυσικού αερίου οι οποίοι τίθενται από τον διαχειριστή του εν λόγω συστήματος μεταφοράς και διανομής φυσικού αερίου.

18.

Στις 18 Απριλίου 2019, η λεττονική ρυθμιστική αρχή εξέδωσε την απόφαση 1/7 ( 3 ) η οποία προβλέπει, μεταξύ άλλων, ότι οποιοσδήποτε χρήστης φυσικού αερίου μπορεί να συνδεθεί στο σύστημα μεταφοράς φυσικού αερίου χωρίς τη μεσολάβηση του διαχειριστή του συστήματος διανομής.

19.

Κατά την προσφεύγουσα της κύριας δίκης, η λεττονική ρυθμιστική αρχή δεν έχει την εξουσία να εκδίδει τέτοια απόφαση η οποία επιτρέπει σε κάθε τελικό χρήστη φυσικού αερίου να αποσυνδέεται από το σύστημα διανομής φυσικού αερίου και να συνδέεται απευθείας στο σύστημα μεταφοράς φυσικού αερίου. Η προσφεύγουσα της κύριας δίκης υποστηρίζει ότι ο τελικός χρήστης πρέπει να συνδέεται στο δίκτυο φυσικού αερίου μέσω του συστήματος διανομής φυσικού αερίου, του οποίου τη λειτουργία διαχειρίζεται ο διαχειριστής του συστήματος διανομής.

20.

Αντιθέτως, η λεττονική ρυθμιστική αρχή ισχυρίζεται ότι τα κράτη μέλη πρέπει να εγγυώνται τη χωρίς διακρίσεις σύνδεση των εγκαταστάσεων των πελατών στο σύστημα μεταφοράς φυσικού αερίου. Κατά τη λεττονική ρυθμιστική αρχή, ούτε οι εθνικοί κανόνες ούτε η οδηγία 2009/73 προβλέπουν τη δυνατότητα περιορισμού του δικαιώματος των πελατών φυσικού αερίου να συνδέονται απευθείας στο σύστημα μεταφοράς φυσικού αερίου.

21.

Λόγω ενδεχόμενης οικονομικής ζημίας, καθώς και της φερόμενης προσβολής των δικαιωμάτων που απορρέουν από την άδεια, η προσφεύγουσα της κύριας δίκης άσκησε προσφυγή λόγω αντισυνταγματικότητας ενώπιον του Satversmes tiesa (Συνταγματικού Δικαστηρίου), υποστηρίζοντας, αφενός, ότι η απόφαση 1/7 αντιβαίνει στο Σύνταγμα της Δημοκρατίας της Λεττονίας και στον Enerģētikas likums (νόμο για την ενέργεια) και, αφετέρου, ότι το άρθρο 841, παράγραφος 1, του Enerģētikas likums (νόμου για την ενέργεια) αντιβαίνει στο Σύνταγμα. Με την ίδια προσφυγή, η προσφεύγουσα της κύριας δίκης προέβαλε επίσης παράβαση των διατάξεων του ευρωπαϊκού δικαίου στον τομέα της ενέργειας.

22.

Στο πλαίσιο αυτό, το Satversmes tiesa (Συνταγματικό Δικαστήριο) ανέστειλε την ενώπιόν του διαδικασία και υπέβαλε στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1)

Έχουν το άρθρο 23 και το άρθρο 32, παράγραφος 1, της οδηγίας 2009/73/ΕΚ την έννοια ότι τα κράτη μέλη υποχρεούνται να θεσπίσουν κανονιστική ρύθμιση δυνάμει της οποίας, αφενός, να μπορεί κάθε τελικός πελάτης να επιλέξει σε ποιο είδος συστήματος –σύστημα μεταφοράς ή σύστημα διανομής– θα συνδεθεί και, αφετέρου, να υποχρεούται ο διαχειριστής του συστήματος να του επιτρέπει τη σύνδεση στο εν λόγω σύστημα;

2)

Έχει το άρθρο 23 της οδηγίας 2009/73/ΕΚ την έννοια ότι τα κράτη μέλη υποχρεούνται να θεσπίσουν κανονιστική ρύθμιση, δυνάμει της οποίας η σύνδεση στο σύστημα μεταφοράς φυσικού αερίου επιτρέπεται μόνον σε μη οικιακούς τελικούς πελάτες (δηλαδή, μόνον σε βιομηχανικούς πελάτες);

3)

Έχει το άρθρο 23 της οδηγίας 2009/73/ΕΚ και, ειδικότερα, ο όρος “νέος βιομηχανικός πελάτης”, την έννοια ότι το εν λόγω άρθρο προβλέπει υποχρέωση των κρατών μελών να θεσπίσουν κανονιστική ρύθμιση, δυνάμει της οποίας η σύνδεση στο σύστημα μεταφοράς φυσικού αερίου επιτρέπεται μόνον σε μη οικιακούς τελικούς πελάτες (δηλαδή, μόνον σε βιομηχανικούς πελάτες), οι οποίοι δεν έχουν συνδεθεί προηγουμένως στο σύστημα διανομής;

4)

Έχουν το άρθρο 2, σημείο 3, και το άρθρο 23 της οδηγίας 2009/73/ΕΚ την έννοια ότι είναι αντιτίθενται σε κανονιστική ρύθμιση κράτους μέλους, δυνάμει της οποίας η μεταφορά φυσικού αερίου περιλαμβάνει τη μεταφορά φυσικού αερίου κατευθείαν στο [σύστημα] προμήθειας του τελικού πελάτη με φυσικό αέριο;»

III. Νομική ανάλυση

Α.   (Κοινοί) σκοποί των οδηγιών 2009/73 και 2009/72, οι οποίες περιέχουν διατάξεις για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας

23.

Η οδηγία 2009/72, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενεργείας, και η οδηγία 2009/73, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου, ανήκουν στη λεγόμενη «τρίτη δέσμη μέτρων για την ενέργεια» και έχουν ως κοινό σκοπό να διασφαλίσουν τη δημιουργία μιας αποδοτικής εσωτερικής αγοράς, προκειμένου να καταστεί δυνατή η πώληση ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου στην Ευρωπαϊκή Ένωση επί ίσοις όροις, χωρίς διακρίσεις ή περιορισμούς, καθώς και μια εύλογη από οικονομικής απόψεως και ουσιαστική πρόσβαση στο δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας και στο σύστημα φυσικού αερίου.

24.

Η εσωτερική αγορά φυσικού αερίου είναι οργανωμένη κατά τρόπο παρόμοιο με την αγορά της ηλεκτρικής ενέργειας και, κατά συνέπεια, οι σχετικές διατάξεις των δύο αυτών οδηγιών έχουν ανάλογο περιεχόμενο. Συνεπώς, η νομολογία του Δικαστηρίου σχετικά με την ερμηνεία της οδηγίας 2009/72 στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας, στο μέτρο που ερμηνεύει διατάξεις ανάλογου περιεχομένου, έχει, κατά τη γνώμη μου, εφαρμογή στην ερμηνεία των διατάξεων της οδηγίας 2009/73 και, ως εκ τούτου, στην αγορά φυσικού αερίου.

25.

Από τις αιτιολογικές σκέψεις 1, 3, 6 και 8 της οδηγίας 2009/73 προκύπτει ότι η εσωτερική αγορά φυσικού αερίου στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ως σκοπό την παροχή πραγματικής δυνατότητας επιλογής σε όλους τους καταναλωτές στην Ευρωπαϊκή Ένωση, είτε είναι πολίτες είτε επιχειρήσεις.

26.

Υπό το πρίσμα αυτό, κρίνω σκόπιμη μια προκαταρκτική διευκρίνιση ως προς το περιεχόμενο της φράσης «παροχή πραγματικών επιλογών» στους καταναλωτές της Ένωσης η οποία θα είναι χρήσιμη για την ανάλυση που ακολουθεί. Αφενός, η οδηγία προβλέπει ένα γενικό δικαίωμα «πρόσβασης» στο σύστημα φυσικού αερίου, το οποίο νοείται ως δικαίωμα προμήθειας φυσικού αερίου, περιλαμβάνοντας την ποιότητα, την τακτική παροχή και το κόστος της υπηρεσίας. Αφετέρου, η οδηγία διασφαλίζει τη «σύνδεση», η οποία νοείται υπό την τεχνική έννοια και αφορά τη φυσική σύνδεση με το δίκτυο ( 4 ).

27.

Στο πλαίσιο αυτό, οι καταναλωτές –είτε είναι πολίτες είτε επιχειρήσεις– ασκούν το δικαίωμά τους πρόσβασης στο σύστημα φυσικού αερίου μέσω προμηθευτή τον οποίο οι εν λόγω καταναλωτές πρέπει να μπορούν να επιλέγουν ελεύθερα. Προς τούτο, οι ίδιοι οι προμηθευτές πρέπει να μπορούν να έχουν ελεύθερη πρόσβαση στο σύστημα φυσικού αερίου ( 5 ).

28.

Από τα ανωτέρω συνάγεται, υπό την επιφύλαξη ενδελεχέστερης εξετάσεως του σημείου αυτού στο πλαίσιο της αναλύσεως των προδικαστικών ερωτημάτων, ότι δεν υφίσταται πλήρης σύμπτωση μεταξύ του «δικαιώματος πρόσβασης» και του «δικαιώματος σύνδεσης»: το πρώτο εξ αυτών είναι απεριόριστο –εξαιρουμένων των παρεκκλίσεων που προβλέπονται στην εν λόγω οδηγία– και παρέχεται πλήρως και αποκλειστικά σε κάθε καταναλωτή της Ευρωπαϊκής Ένωσης· το δεύτερο εξ αυτών, δεδομένου ότι αφορά τις τεχνικές προϋποθέσεις σύνδεσης στο σύστημα, ρυθμίζεται λεπτομερώς από το δίκαιο της Ένωσης και τα δίκαια των κρατών μελών, ρύθμιση η οποία μπορεί να διαφοροποιείται ανάλογα με τις τεχνικές καταστάσεις και την ενεργειακή πολιτική σε κάθε κράτος μέλος, τηρουμένων, ασφαλώς, των γενικών αρχών του δικαίου της Ένωσης.

29.

Πριν από τη θέση σε ισχύ της οδηγίας 2009/73, δεν υπήρχε στα κράτη μέλη νομική ρύθμιση διασφαλίζουσα την πρόσβαση στο δίκτυο χωρίς διακρίσεις, ούτε ρυθμιστική εποπτεία.

30.

Από της θέσεως σε ισχύ της οδηγίας 2009/73, το δίκαιο της Ένωσης επιβάλλει, παρέχοντας ωστόσο, όπως θα δούμε, τη δυνατότητα στα κράτη μέλη να επιλέγουν μεταξύ διαφόρων προτύπων, τον διαχωρισμό μεταξύ των συστημάτων μεταφοράς και διανομής και των δραστηριοτήτων παραγωγής και προμήθειας. Συγκεκριμένα, χωρίς ουσιαστικό διαχωρισμό μεταξύ των συστημάτων μεταφοράς και διανομής και των δραστηριοτήτων παραγωγής και προμήθειας, υπάρχει κίνδυνος διακρίσεων κατά τη λειτουργία του συστήματος.

31.

Όσον αφορά τις διακρίσεις, αυτές μπορούν να ανακύψουν, για παράδειγμα, όταν ένας κάθετα ολοκληρωμένος οικονομικός φορέας ασκεί ταυτόχρονα δραστηριότητες παραγωγής ή προμήθειας φυσικού αερίου και διαχειρίζεται σύστημα μεταφοράς και διανομής φυσικού αερίου. Σε τέτοια περίπτωση, ο κάθετα ολοκληρωμένος οικονομικός φορέας μπορεί να μην έχει κανένα συμφέρον να διασφαλίσει στους πιθανούς ανταγωνιστές στην αγορά της παραγωγής ή της προμήθειας φυσικού αερίου την πρόσβαση στα συστήματα μεταφοράς και διανομής φυσικού αερίου τα οποία διαχειρίζεται.

32.

Τούτο θα παρεκώλυε την άσκηση των ελευθεριών που εγγυώνται οι Συνθήκες, καθώς δεν θα επιτρεπόταν σε όλους τους καταναλωτές να επιλέγουν ελεύθερα τον προμηθευτή τους και σε όλους τους προμηθευτές να προμηθεύουν ελεύθερα τους πελάτες τους.

33.

Στο πλαίσιο αυτό, σκοπός της οδηγίας 2009/73 είναι να διασφαλίσει στους χρήστες φυσικού αερίου το δικαίωμα πρόσβασης στο σύστημα φυσικού αερίου, παρέχοντας στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να επιλέξουν σε ποιο είδος συστήματος θα πραγματοποιηθεί στη συνέχεια η σύνδεση.

Β.   Τα τρία πρότυπα διαχωρισμού και η παρούσα κατάσταση στη Λεττονία

34.

Οι νέες διατάξεις της οδηγίας για το φυσικό αέριο καθιέρωσαν έναν διαρθρωτικό διαχωρισμό μεταξύ των δραστηριοτήτων μεταφοράς (transmission) και της παραγωγής και προμήθειας (supply) φυσικού αερίου. Σκοπός των εν λόγω διατάξεων είναι, όπως προεκτέθηκε, να εξαλειφθούν οι συγκρούσεις συμφερόντων και να διασφαλιστεί ότι ο διαχειριστής του συστήματος μεταφοράς (transmission system operator, TSO) για το φυσικό αέριο λαμβάνει τις αποφάσεις του κατά τρόπο ανεξάρτητο και αντιμετωπίζει χωρίς διακρίσεις τους χρήστες του δικτύου ( 6 ).

35.

Κατά το άρθρο 9 της οδηγίας 2009/73, τα κράτη μέλη μπορούν να επιλέξουν μεταξύ τριών προτύπων διαχωρισμού συστημάτων μεταφοράς και διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς (σε σχέση με τις δομές παραγωγής και προμήθειας):

του διαχωρισμού της ιδιοκτησίας (ownership unbundling) ( 7

του ανεξάρτητου διαχειριστή συστήματος (independent system operator, ISO) ( 8

του ανεξάρτητου διαχειριστή συστήματος μεταφοράς (independent transmission operator, ITO) ( 9 ).

36.

Εν προκειμένω, η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δεν διευκρινίζει ρητώς το πρότυπο που έχει επιλέξει η Λεττονία.

37.

Εντούτοις, από τα διαθέσιμα στοιχεία ( 10 ) προκύπτει ότι η Λεττονία έχει επιλέξει το πρώτο πρότυπο, δηλαδή τον διαχωρισμό της ιδιοκτησίας. Ήδη στη γνώμη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της 25ης Ιουλίου 2018 – Latvia – Certifications of JSC Conexus Baltic Grid ( 11 ), αναφερόταν ότι η Conexus είχε υποβάλει αίτηση για την απόκτηση πιστοποίησης κατά το πρότυπο του διαχωρισμού της ιδιοκτησίας ( 12 ).

38.

Υιοθετώντας το συγκεκριμένο πρότυπο, κάθε επιχείρηση που έχει στην ιδιοκτησία της σύστημα μεταφοράς ενεργεί ως διαχειριστής συστήματος μεταφοράς. Ως εκ τούτου, η εν λόγω επιχείρηση δεν μπορεί ταυτόχρονα να ελέγχει ή να ασκεί οποιοδήποτε δικαίωμα ψήφου επί των δραστηριοτήτων παραγωγής ή προμήθειας. Ασφαλώς, η ίδια επιχείρηση δεν μπορεί να ελέγχει τις δραστηριότητες παραγωγής ή προμήθειας και ταυτόχρονα να ελέγχει ή να ασκεί οποιοδήποτε δικαίωμα ψήφου επί του διαχειριστή του συστήματος μεταφοράς ( 13 ).

39.

Παρέχοντας διευκρινίσεις ως προς τη συνέχεια που δόθηκε στην εν λόγω γνώμη, η Λεττονική Κυβέρνηση και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διατείνονται ότι η λεττονική ρυθμιστική αρχή εξέδωσε απόφαση με την οποία διαπιστώθηκε ότι πληρούνταν οι προϋποθέσεις πιστοποίησης της Conexus Baltic Grid βάσει του διαχωρισμού της ιδιοκτησίας ( 14 ).

Γ.   Τα προδικαστικά ερωτήματα

40.

Τα προδικαστικά ερωτήματα μπορούν να συνοψιστούν ως εξής: πρώτον, το αιτούν δικαστήριο ζητεί να διευκρινιστεί εάν το άρθρο 23 και το άρθρο 32, παράγραφος 1, της οδηγίας 2009/73 έχουν την έννοια ότι επιβάλλουν εθνική ρύθμιση, όπως η απόφαση 1/7, η οποία, αφενός, παρέχει σε κάθε τελικό πελάτη τη δυνατότητα να επιλέξει σε ποιο είδος συστήματος –σύστημα μεταφοράς ή διανομής– θα συνδεθεί και, αφετέρου, υποχρεώνει τον διαχειριστή του συστήματος να συνδέει οποιονδήποτε πελάτη στο εν λόγω σύστημα (πρώτο προδικαστικό ερώτημα). Δεύτερον, εάν το άρθρο 23 της οδηγίας 2009/73 έχει την έννοια ότι η εθνική ρύθμιση επιτρέπει τη σύνδεση στο σύστημα μεταφοράς φυσικού αερίου μόνο σε ορισμένες κατηγορίες πελατών (δεύτερο και τρίτο προδικαστικό ερώτημα). Τρίτον, και σε περίπτωση αρνητικής απάντησης στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί να διευκρινιστεί εάν το άρθρο 2, σημείο 3, και το άρθρο 23 της εν λόγω οδηγίας έχουν την έννοια ότι αντιτίθενται σε τέτοια εθνική ρύθμιση (τέταρτο προδικαστικό ερώτημα).

41.

Συνοπτικά, στο άρθρο 2, σημείο 3, της οδηγίας 2009/73 η έννοια «μεταφορά» ορίζεται ως η μεταφορά φυσικού αερίου μέσω δικτύου πλην δικτύου στο οποίο το τμήμα των αγωγών υψηλής πίεσης χρησιμοποιείται κυρίως στο πλαίσιο τοπικής διανομής φυσικού αερίου, με σκοπό την παροχή σε πελάτες, μη συμπεριλαμβανομένου όμως του εφοδιασμού.

42.

Αντιθέτως, το άρθρο 23 της οδηγίας 2009/73 ρυθμίζει τη σύνδεση των βιομηχανικών πελατών στο σύστημα μεταφοράς, ορίζοντας ότι ο διαχειριστής συστήματος μεταφοράς δεν έχει το δικαίωμα να αρνηθεί τη σύνδεση νέων βιομηχανικών πελατών λόγω πιθανών μελλοντικών περιορισμών στις διαθέσιμες δυνατότητες του δικτύου ή πρόσθετων δαπανών συνδεόμενων με την απαραίτητη αύξηση δυναμικού.

43.

Τέλος, το άρθρο 32, παράγραφος 1, της οδηγίας 2009/73 προβλέπει ότι τα κράτη μέλη μεριμνούν για την εφαρμογή ενός συστήματος πρόσβασης τρίτων στο σύστημα μεταφοράς και διανομής, με βάση δημοσιευμένα τιμολόγια, το οποίο ισχύει για όλους τους επιλέξιμους πελάτες, συμπεριλαμβανομένων των επιχειρήσεων προμήθειας, και εφαρμόζεται αντικειμενικά και αμερόληπτα μεταξύ των χρηστών του συστήματος.

1. Προκαταρκτικές παρατηρήσεις και θέσεις των διαδίκων

44.

Προκαταρκτικώς, παρατηρείται ότι, όπως επισήμαναν η προσφεύγουσα της κύριας δίκης, η λεττονική ρυθμιστική αρχή, η Επιτροπή, η Φινλανδική και η Πολωνική Κυβέρνηση ( 15 ), το γεγονός ότι το κεφάλαιο IV της οδηγίας 2009/73 φέρει τον τίτλο «Ανεξάρτητος διαχειριστής μεταφοράς» αρκεί για να θεωρηθεί ότι οι διατάξεις του άρθρου 23 –το οποίο περιλαμβάνεται στο εν λόγω κεφάλαιο– έχουν εφαρμογή μόνο στην περίπτωση κατά την οποία ένα κράτος μέλος έχει επιλέξει το τρίτο πρότυπο διαχωρισμού, δηλαδή τον ανεξάρτητο διαχειριστή συστήματος μεταφοράς.

45.

Η εν λόγω ερμηνεία επιβεβαιώνεται από την αιτιολογική σκέψη 16 της οδηγίας 2009/73, κατά την οποία η πλήρης αποτελεσματικότητα της καθιέρωσης ανεξάρτητου διαχειριστή συστήματος (δεύτερο πρότυπο) ή ανεξάρτητου διαχειριστή μεταφοράς (τρίτο πρότυπο) θα πρέπει να διασφαλισθεί με «ειδικούς πρόσθετους κανόνες». Οι κανόνες αυτοί μνημονεύονται στο άρθρο 9, παράγραφος 8, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2009/73, το οποίο παραπέμπει ρητώς στις διατάξεις του κεφαλαίου IV. Η προσέγγιση αυτή αντανακλά τη φύση του πρώτου προτύπου διαχωρισμού, το οποίο, προβλέποντας διαρθρωτικό διαχωρισμό μεταξύ των δραστηριοτήτων μεταφοράς και των δραστηριοτήτων παραγωγής ή προμήθειας, απαιτεί λιγότερους ελέγχους σε σχέση με τα άλλα δύο πρότυπα διαχωρισμού και προβλέπει λιγότερες επιβαρύνσεις τόσο για τον διαχειριστή του συστήματος μεταφοράς όσο και για τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές.

46.

Επιπλέον, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι οι «ειδικοί πρόσθετοι κανόνες» δεν εφαρμόζονται όταν το κράτος μέλος επιλέγει το πρώτο πρότυπο διαχωρισμού ( 16 ).

47.

Περαιτέρω, όπως υποστηρίζει η Επιτροπή στο ερμηνευτικό σημείωμά της ( 17 ), καθόσον το κράτος μέλος έχει επιλέξει συγκεκριμένο πρότυπο διαχωρισμού, πρέπει να πληρούνται όλα τα κριτήρια του επιλεγέντος προτύπου. Δεν επιτρέπεται η επικάλυψη των κριτηρίων διαφόρων προτύπων για τη δημιουργία ενός νέου προτύπου διαχωρισμού το οποίο δεν προβλέπεται από την οδηγία. Η μόνη παρέκκλιση προβλέπεται στο άρθρο 9, παράγραφος 9, που ορίζει ότι ένα κράτος μέλος δύναται να αποφασίσει να μην εφαρμόσει την παράγραφο 1 του άρθρου 9 (πρώτο πρότυπο διαχωρισμού) μόνο στην περίπτωση που το σύστημα μεταφοράς ανήκει σε κάθετα ολοκληρωμένη επιχείρηση και υφίστανται ρυθμίσεις που εγγυώνται ουσιαστικότερη ανεξαρτησία του διαχειριστή συστήματος μεταφοράς από τις ειδικές διατάξεις του κεφαλαίου IV (άρθρα 17 έως 23), οι οποίες εφαρμόζονται στο τρίτο πρότυπο διαχωρισμού.

48.

Λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των προεκτεθέντων, εκτιμώ ότι είναι ορθή η ερμηνεία που προτείνεται με τις παρατηρήσεις της πλειονότητας των μετεχόντων στη διαδικασία (προσφεύγουσας της κύριας δίκης, λεττονικής ρυθμιστικής αρχής, Επιτροπής, Φινλανδικής και Πολωνικής Κυβέρνησης), κατά την οποία το άρθρο 23 δεν έχει εφαρμογή στην επίμαχη στην κύρια δίκη περίπτωση, καθόσον η Λεττονία έχει επιλέξει το πρώτο πρότυπο διαχωρισμού, δηλαδή τον διαχωρισμό της ιδιοκτησίας, στο οποίο εφαρμόζονται αποκλειστικά οι διατάξεις του άρθρου 9, παράγραφος 1, της οδηγίας 2009/73.

49.

Εν πάση περιπτώσει, θεωρώ σκόπιμο να προβώ σε ερμηνεία των επίμαχων διατάξεων, συμπεριλαμβανομένου του άρθρου 23, στο μέτρο που παρατηρούνται αποκλίνουσες προσεγγίσεις ως προς το σημείο αυτό μεταξύ των διαδίκων.

50.

Αφενός, κατά την προσφεύγουσα της κύριας δίκης, ο νομοθέτης της Ένωσης προέβλεψε το δικαίωμα πρόσβασης του πελάτη φυσικού αερίου στο δίκτυο, αλλά σε καμία περίπτωση δεν θέλησε να παράσχει στον τελικό πελάτη τη δυνατότητα να επιλέξει ο ίδιος το είδος σύνδεσης στο δίκτυο φυσικού αερίου, παρακάμπτοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο το σύστημα διανομής φυσικού αερίου και τον διαχειριστή του. Ωστόσο, εάν ο διαχειριστής του δικτύου διανομής δεν είναι σε θέση να παρέχει υπηρεσίες διανομής φυσικού αερίου για τεχνικούς ή άλλης φύσεως λόγους ή για οποιονδήποτε άλλο αντικειμενικό λόγο, οι εθνικοί κανόνες ενός κράτους μέλους μπορούν επίσης να προβλέπουν τη δυνατότητα των πελατών να συνδέονται απευθείας με τον διαχειριστή του δικτύου μεταφοράς.

51.

Ως εκ τούτου, το άρθρο 23 της οδηγίας 2009/73 έχει εφαρμογή μόνο σε συγκεκριμένη ομάδα πελατών φυσικού αερίου, στους «νέους βιομηχανικούς πελάτες», δηλαδή στους βιομηχανικούς πελάτες οι οποίοι δεν έχουν συνδεθεί προηγουμένως στο δίκτυο προμήθειας φυσικού αερίου στο σύνολό του, ούτε στο δίκτυο μεταφοράς ούτε στο δίκτυο διανομής.

52.

Η Πολωνική Κυβέρνηση και η Επιτροπή φρονούν ότι δεν υφίσταται υποχρέωση των κρατών μελών να εξασφαλίζουν σε οποιονδήποτε χρήστη τη σύνδεση. Εντούτοις, κατ’ αρχήν, δεν απαγορεύεται στα κράτη μέλη η δυνατότητα να θεσπίζουν εθνικές διατάξεις που να επιτρέπουν στους τελικούς πελάτες να συνδέονται στα δίκτυα μεταφοράς ή διανομής, βάσει ενός αντικειμενικού κριτηρίου, όπως, για παράδειγμα, του δυναμικού σύνδεσης. Ο περιορισμός της δυνατότητας σύνδεσης στο σύστημα μεταφοράς για ορισμένες κατηγορίες καταναλωτών δεν είναι αντίθετος προς την υποχρέωση απαγόρευσης των διακρίσεων, στο μέτρο που η εν λόγω παρέκκλιση δικαιολογείται από αντικειμενικούς τεχνικούς κανόνες ασφαλείας.

53.

Συναφώς, η λεττονική ρυθμιστική αρχή υπενθυμίζει ότι το κόστος σύνδεσης στο οποίο πρέπει να υποβληθεί ο τελικός πελάτης προκειμένου να συνδεθεί στο σύστημα μεταφοράς μπορεί να είναι σημαντικά υψηλότερο από το κόστος σύνδεσης στο σύστημα διανομής. Ως εκ τούτου, δεν υπάρχει λόγος επιβολής περιορισμών στη σύνδεση των τελικών πελατών στο δίκτυο μεταφοράς, όπως, για παράδειγμα, στη σύνδεση των οικιακών πελατών, δεδομένου ότι το κόστος σύνδεσης είναι δυσανάλογο σε σχέση με το όφελος του τελικού αυτού πελάτη. Με άλλα λόγια, ο τελικός πελάτης ενδέχεται να μην έχει λόγο να συνδεθεί στο σύστημα μεταφοράς, εάν το σύστημα διανομής μπορεί να του παρέχει επαρκή ποσότητα και πίεση φυσικού αερίου – και μάλιστα, με σημαντικά χαμηλότερο κόστος.

54.

Όπως και η Επιτροπή, η λεττονική ρυθμιστική αρχή εκτιμά ότι τα τεχνικά χαρακτηριστικά ενός δικτύου αγωγών φυσικού αερίου και οι συνθήκες ασφαλούς λειτουργίας των δικτύων μεταφοράς και διανομής αποτελούν αντικειμενικά κριτήρια τα οποία πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για τον προσανατολισμό των πελατών σε ορισμένο είδος δικτύου.

55.

Αφετέρου, η Λεττονική Κυβέρνηση υποστηρίζει ότι το άρθρο 23 της οδηγίας 2009/73 προβλέπει ότι οι πελάτες φυσικού αερίου έχουν το δικαίωμα να προμηθεύονται φυσικό αέριο όχι μόνον από το σύστημα διανομής, αλλά και από το σύστημα μεταφοράς φυσικού αερίου. Κατά συνέπεια, η διάκριση των πελατών φυσικού αερίου σε κατηγορίες αντιβαίνει προς την αρχή της απαγόρευσης των διακρίσεων η οποία διατυπώνεται στην οδηγία.

2. Επί του πρώτου προδικαστικού ερωτήματος

56.

Με το πρώτο προδικαστικό ερώτημα, το εθνικό δικαστήριο ζητεί να διευκρινιστεί εάν το άρθρο 23 και το άρθρο 32, παράγραφος 1, της οδηγίας 2009/73 έχουν την έννοια ότι τα κράτη μέλη υποχρεούνται να θεσπίσουν ρύθμιση κατά την οποία, αφενός, κάθε τελικός πελάτης πρέπει να μπορεί να επιλέξει σε ποιο είδος συστήματος –σύστημα μεταφοράς ή σύστημα διανομής– θα συνδεθεί και, αφετέρου, ο διαχειριστής του δικτύου οφείλει να επιτρέπει τη σύνδεση στο σύστημα που έχει επιλεγεί.

57.

Προκειμένου να δοθεί απάντηση στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα, είναι αναγκαίο να εξετασθεί εκ νέου η διάκριση μεταξύ πρόσβασης και σύνδεσης, περί της οποίας έγινε ήδη λόγος στο σημείο που αφορά τους σκοπούς της οδηγίας 2009/73. Η εν λόγω διάκριση είναι πράγματι χρήσιμη για την κατανόηση, αφενός, του περιεχομένου της αναγνωριζόμενης στο άρθρο 32, παράγραφος 1, αρχής της πρόσβασης τρίτων και, αφετέρου, της σύνδεσης βιομηχανικών πελατών στο σύστημα μεταφοράς περί της οποίας γίνεται λόγος στο άρθρο 23 της οδηγίας 2009/73.

58.

Όπως προαναφέρθηκε, με τον όρο «πρόσβαση» νοείται το δικαίωμα χρήσης του συστήματος φυσικού αερίου. Αντιθέτως, ο όρος «σύνδεση» αντιστοιχεί στη φυσική σύνδεση με το δίκτυο.

59.

Η εν λόγω ερμηνεία επιβεβαιώνεται από τη νομολογία του Δικαστηρίου, το οποίο είχε την ευκαιρία να αποφανθεί επί της αρχής της πρόσβασης τρίτων στην εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας με την απόφαση Sabatauskas ( 18 ).

60.

Το Δικαστήριο έκρινε ότι το άρθρο 20 της οδηγίας 2003/54 ( 19 ) έπρεπε να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι καθορίζει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών μόνον ως προς την παροχή πρόσβασης και όχι ως προς τη σύνδεση τρίτων στα δίκτυα μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς και ότι δεν προβλέπει ότι το σύστημα πρόσβασης στα δίκτυα το οποίο οφείλουν να θεσπίσουν τα κράτη μέλη πρέπει να επιτρέπει στον επιλέξιμο πελάτη την επιλογή, κατά τη διακριτική του ευχέρεια, του είδους δικτύου με το οποίο επιθυμεί να συνδεθεί. Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο, μολονότι αναγνώρισε τη διακριτική ευχέρεια των κρατών μελών να κατευθύνουν τους χρήστες προς ένα συγκεκριμένο είδος δικτύου, υπογράμμισε ότι τούτο πρέπει να γίνεται επί βάσεως που δεν εισάγει διακρίσεις, καθώς και βάσει αντικειμενικών κριτηρίων.

61.

Στο μέτρο που η εσωτερική αγορά φυσικού αερίου είναι οργανωμένη κατά τρόπο παρόμοιο με την αγορά της ηλεκτρικής ενέργειας και το άρθρο 32, παράγραφος 1, της οδηγίας 2009/73 έχει κατ’ ουσίαν πανομοιότυπη διατύπωση με εκείνη του άρθρου 20, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/54, θα μπορούσε να συναχθεί ότι το άρθρο 32, παράγραφος 1, της οδηγίας 2009/73 καθορίζει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών μόνον ως προς την παροχή πρόσβασης και όχι ως προς τη σύνδεση τρίτων στα συστήματα μεταφοράς και διανομής φυσικού αερίου, καθώς και ότι δεν προβλέπει ότι το σύστημα πρόσβασης στα δίκτυα, το οποίο οφείλουν να θεσπίσουν τα κράτη μέλη, θα πρέπει να επιτρέπει στον τελικό πελάτη να επιλέγει, κατά τη διακριτική του ευχέρεια, το είδος του συστήματος στο οποίο θα συνδεθεί. Το ουσιώδες είναι να ασκείται η διακριτική ευχέρεια των κρατών μελών να κατευθύνουν τους χρήστες προς ένα συγκεκριμένο είδος δικτύου για λόγους που δεν εισάγουν διακρίσεις και βάσει αντικειμενικών κριτηρίων.

62.

Το γεγονός ότι ο νομοθέτης της Ένωσης θέλησε να καθορίσει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών μόνον ως προς την παροχή πρόσβασης και όχι ως προς τη σύνδεση τρίτων επιβεβαιώνεται στη συνέχεια από το περιεχόμενο των άρθρων 35 και 36 της οδηγίας 2009/73, των οποίων οι διατάξεις προβλέπουν τις περιοριστικές περιπτώσεις στις οποίες οι επιχειρήσεις φυσικού αερίου μπορούν να αρνηθούν την πρόσβαση τρίτων στο σύστημα.

63.

Συγκεκριμένα, η οδηγία επιχειρεί να σταθμίσει δύο συμφέροντα: το σχετικό με την αναγνώριση ελεύθερης πρόσβασης στο δίκτυο και εκείνο που συνδέεται με την επιδίωξη αποτελεσματικής ενεργειακής πολιτικής. Επομένως, αφενός, υφίσταται ανάγκη πλήρους εφαρμογής της αρχής της απαγόρευσης των διακρίσεων όσον αφορά την πρόσβαση τρίτων και, αφετέρου, ανάγκη πρόβλεψης παρεκκλίσεων από την εν λόγω αρχή σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως, για παράδειγμα, όταν κατασκευάζεται νέα υποδομή.

64.

Ο λόγος ύπαρξης της αρχής σχετικά με την πρόσβαση τρίτων στον τομέα του φυσικού αερίου έγκειται στο ότι οι δυνητικοί ανταγωνιστές πρέπει να είναι σε θέση να έχουν πρόσβαση στα κύρια δίκτυα όταν δεν υφίστανται εύλογες εναλλακτικές λύσεις. Η εν λόγω αρχή έχει εφαρμογή όχι μόνο στην περίπτωση υφιστάμενων υποδομών, αλλά και σε αυτή των νέων. Εντούτοις, η αυστηρή εφαρμογή της εν λόγω αρχής θα μπορούσε να προκαλέσει στρεβλώσεις: η κατασκευή νέας υποδομής, ιδίως στον τομέα του φυσικού αερίου, συνεπάγεται σημαντικό κόστος, οι δε επενδυτές απαιτούν να διασφαλιστεί η δυνατότητα ανάκτησης των χρηματοδοτήσεών τους. Ως εκ τούτου, προτιμούν να συνάπτουν συμβάσεις προβλέπουσες την αποκλειστική χρήση επί μακρό χρονικό διάστημα, η οποία τους εξασφαλίζει σημαντικά έσοδα. Οι εν λόγω συμβάσεις αποκλειστικότητας έχουν ως αρνητική συνέπεια τον αποκλεισμό δυνητικών ανταγωνιστών από την πρόσβαση στην αγορά και, ως εκ τούτου, τον κίνδυνο νόθευσης της κανονικής λειτουργίας του ανταγωνισμού. Ωστόσο, η υπερβολικά αυστηρή εφαρμογή της αρχής της ελεύθερης πρόσβασης τρίτων και στην περίπτωση κατασκευής νέων υποδομών θα μπορούσε να αποθαρρύνει τους επενδυτές από τη χρηματοδότηση τέτοιων έργων, με αποτέλεσμα να μην αυξάνεται η δυναμικότητα του δικτύου φυσικού αερίου και να υφίσταται κίνδυνος μακροπρόθεσμης ζημίας ολόκληρου του τομέα ( 20 ).

65.

Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω, προκύπτει σαφώς ότι η αρχή της απαγόρευσης των διακρίσεων, η οποία αφορά την εφαρμογή ενός συστήματος πρόσβασης τρίτων στα συστήματα μεταφοράς και διανομής, δεν συνιστά απόλυτη αρχή. Ομοίως, το δικαίωμα απεριόριστης σύνδεσης στο σύστημα μεταφοράς μπορεί να έχει αρνητικές συνέπειες για τις αγορές ενέργειας και, εν τέλει, να ζημιώσει τους καταναλωτές.

66.

Όπως εκτίθεται στις προτάσεις ( 21 ) της υπόθεσης Sabatauskas, δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο ένας πελάτης να συνδέεται απευθείας στο σύστημα μεταφοράς. Εντούτοις, το εν λόγω ενδεχόμενο πρέπει να περιορίζεται από αντικειμενικά κριτήρια, όπως την ποσότητα ή τα χαρακτηριστικά της αγοράς.

67.

Λόγοι γενικού συμφέροντος συνηγορούν υπέρ της επιβολής ενός τέτοιου ορίου: η αποτροπή της σύνδεσης των μικρών καταναλωτών στο σύστημα μεταφοράς θα μπορούσε να δικαιολογηθεί από την απαίτηση βελτιστοποίησης της λειτουργίας του συστήματος μεταφοράς και διανομής. Η σύνδεση σημαντικού αριθμού μικρών πελατών στο δίκτυο μεταφοράς, λόγω του πολλαπλασιασμού των σημείων εξόδου, θα μπορούσε να έχει αρνητική επίδραση στην ασφάλεια και την αξιοπιστία της λειτουργίας του. Αντιθέτως, ένας τέτοιος περιορισμός θα είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση του αριθμού των σημείων εξόδου από το σύστημα μεταφοράς και την αύξηση της χρήσης των υφισταμένων υποδομών διανομής.

68.

Από την άλλη πλευρά, τα συστήματα διανομής ενδέχεται να μην έχουν επαρκές τεχνικό δυναμικό για να υποστηρίξουν τη ζήτηση σημαντικών ποσοτήτων φυσικού αερίου από τους μεγάλους πελάτες, οι οποίοι απαιτείται να συνδέονται άμεσα στο δίκτυο μεταφοράς.

69.

Ωστόσο, ο προβληματισμός της προσφεύγουσας της κύριας δίκης, κατά τον οποίο η εθνική νομική ρύθμιση επιτρέπει την άμεση σύνδεση στο σύστημα μεταφοράς φυσικού αερίου σε οποιονδήποτε πελάτη, φαίνεται εντελώς αβάσιμος. Όπως υπογραμμίζει η Επιτροπή ( 22 ), εάν ληφθούν υπόψη οι τεχνικές απαιτήσεις που θέτει η ίδια η απόφαση 1/7, η σύνδεση στο σύστημα μεταφοράς μπορεί στην πραγματικότητα να υλοποιηθεί μόνο για περιορισμένη κατηγορία τελικών πελατών.

70.

Εν πάση περιπτώσει, εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να διακριβώσει εάν το δικαίωμα άμεσης σύνδεσης στο σύστημα μεταφοράς πρέπει να περιορίζεται για λόγους που συνδέονται με την ενεργειακή πολιτική ή με την ασφάλεια (προκειμένου να βελτιστοποιηθεί η χρήση του δικτύου), για τεχνικούς λόγους (λαμβανομένων υπόψη, μεταξύ άλλων, των περιορισμών που συνδέονται με την πίεση του αερίου) και για λόγους σχετικούς με την αποδοτικότητα του συστήματος ( 23 ).

71.

Οι εν λόγω κανόνες σύνδεσης ευνοούν τον ανταγωνισμό στην αγορά εφοδιασμού με φυσικό αέριο, καθόσον παρέχουν στους πελάτες τη δυνατότητα να επιλέγουν το είδος της σύνδεσης ανάλογα με το δυναμικό τους, τις ανάγκες και τις υποχρεώσεις τους. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, οι διαχειριστές συστήματος καλούνται να βελτιώσουν την αποδοτικότητα και να αυξήσουν τις επιδόσεις των εγκαταστάσεών τους προκειμένου να καταστήσουν τις υπηρεσίες τους πιο ελκυστικές για τους πελάτες.

72.

Ως εκ τούτου, στο αιτούν δικαστήριο πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 23 και το άρθρο 32, παράγραφος 1, της οδηγίας 2009/73 δεν έχουν την έννοια ότι τα κράτη μέλη υποχρεούνται να θεσπίσουν ρύθμιση κατά την οποία κάθε τελικός πελάτης πρέπει να μπορεί να επιλέξει σε ποιο είδος συστήματος θα συνδεθεί, δηλαδή εάν θα συνδεθεί στο σύστημα μεταφοράς ή στο σύστημα διανομής.

73.

Συγκεκριμένα, το άρθρο 32, παράγραφος 1, της οδηγίας 2009/73 επιβάλλει στα κράτη μέλη υποχρεώσεις ως προς την πρόσβαση και όχι ως προς τη σύνδεση τρίτων στο σύστημα προμήθειας φυσικού αερίου, τα δε κράτη μέλη διατηρούν περιθώριο διακριτικής ευχέρειας για να καθοδηγούν τους χρήστες των συστημάτων προς το ένα ή το άλλο είδος συστήματος, ενώ οι απαιτήσεις που επιβάλλει το άρθρο 23 της οδηγίας αυτής στα κράτη μέλη σχετικά με τη σύνδεση των βιομηχανικών πελατών στο σύστημα μεταφοράς φυσικού αερίου αφορούν αποκλειστικά τις περιπτώσεις στις οποίες η εθνική νομική ρύθμιση έχει κατευθύνει μία συγκεκριμένη κατηγορία τελικών πελατών προς το σύστημα μεταφοράς φυσικού αερίου.

3. Επί του δεύτερου και του τρίτου προδικαστικού ερωτήματος

74.

Με το δεύτερο και το τρίτο προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί να διευκρινισθεί εάν το άρθρο 23 της οδηγίας 2009/73 έχει την έννοια ότι τα κράτη μέλη υποχρεούνται να θεσπίσουν ρύθμιση, κατά την οποία η σύνδεση στο σύστημα μεταφοράς φυσικού αερίου επιτρέπεται μόνον σε μη οικιακούς τελικούς πελάτες. Ειδικότερα, με το δεύτερο προδικαστικό ερώτημα, το εθνικό δικαστήριο ταυτίζει την έννοια του μη οικιακού τελικού πελάτη με τον ορισμό της έννοιας του «βιομηχανικού πελάτη». Με το τρίτο προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο θεωρεί μη οικιακό τελικό πελάτη τον «νέο βιομηχανικό πελάτη», δηλαδή τον βιομηχανικό πελάτη ο οποίος δεν έχει συνδεθεί προηγουμένως στο σύστημα μεταφοράς.

75.

Προκειμένου να δοθεί απάντηση στο δεύτερο και στο τρίτο προδικαστικό ερώτημα, πρέπει να αναλυθούν εν συντομία όσα προβλέπει η οδηγία σχετικά με τους διάφορους χρήστες φυσικού αερίου.

76.

Η οδηγία 2009/73 δεν διευκρινίζει την έννοια «βιομηχανικός πελάτης» και, ως εκ τούτου, αποβαίνει δυσχερής η σαφής διάκριση μεταξύ της κατηγορίας των πελατών που έχουν δικαίωμα σύνδεσης στο σύστημα μεταφοράς. Από τις κατηγορίες πελατών που μνημονεύονται στο άρθρο 2, σημείο 24, της οδηγίας 2009/73 ( 24 ), η έννοια «βιομηχανικός πελάτης» θα μπορούσε να αντιστοιχεί στους τελικούς πελάτες, δοθέντος ότι, όπως επισήμανε η Πολωνική Κυβέρνηση ( 25 ), η έννοια «βιομηχανικός πελάτης» ενδέχεται να αφορά εκείνους που καταναλώνουν φυσικό αέριο.

77.

Εντούτοις, όπως επισήμανε το Satversmes tiesa (Συνταγματικό Δικαστήριο), δεδομένου ότι ο τελικός πελάτης που μνημονεύεται στο άρθρο 2, σημείο 27, της οδηγίας 2009/73 ( 26 ) μπορεί να είναι τόσο οικιακός όσο και μη οικιακός πελάτης, ο «βιομηχανικός πελάτης» μπορεί να είναι μόνον μη οικιακός πελάτης, κατά την έννοια του άρθρου 2, σημείο 26, της οδηγίας, δηλαδή πελάτης που αγοράζει φυσικό αέριο το οποίο δεν προορίζεται για οικιακή του χρήση. Ως «νέος βιομηχανικός πελάτης» θα πρέπει να νοηθεί ο βιομηχανικός πελάτης ο οποίος ουδέποτε έχει συνδεθεί στο δίκτυο μεταφοράς και ο οποίος επιδιώκει να συνδεθεί στο εν λόγω δίκτυο.

78.

Το άρθρο 23 της οδηγίας 2009/73 αφορά, κατά το μέρος που έχει σημασία για την υπό κρίση υπόθεση, τη σύνδεση των βιομηχανικών πελατών στο σύστημα μεταφοράς. Η παράγραφος 1 του άρθρου 23 διατυπώνει την αρχή της απαγόρευσης των διακρίσεων όσον αφορά τους βιομηχανικούς πελάτες που επιθυμούν να συνδεθούν στο σύστημα μεταφοράς. Αντιθέτως, η παράγραφος 2 προβλέπει τις δύο μοναδικές περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν είναι δυνατή η άρνηση σύνδεσης νέου βιομηχανικού πελάτη, δηλαδή, αφενός, λόγω πιθανών μελλοντικών περιορισμών στις διαθέσιμες δυνατότητες του δικτύου και, αφετέρου, λόγω πρόσθετων δαπανών συνδεόμενων με την απαραίτητη αύξηση δυναμικού. Από την τελευταία αυτή διάταξη προκύπτει ότι σε όλες τις άλλες περιπτώσεις ο διαχειριστής συστήματος μεταφοράς μπορεί να αρνηθεί τη σύνδεση νέου βιομηχανικού πελάτη στο σύστημα μεταφοράς φυσικού αερίου.

79.

Συνεπώς, θα μπορούσε να γίνει δεκτό ότι από το άρθρο 23 της οδηγίας 2009/73 προκύπτει η υποχρέωση των κρατών μελών να θεσπίζουν νομοθετικό κανόνα που να επιτρέπει, «τουλάχιστον» σε μη οικιακούς πελάτες (βιομηχανικούς πελάτες), να συνδέονται απευθείας στο σύστημα μεταφοράς φυσικού αερίου.

80.

Κατά τα λοιπά, η σύνδεση νέων βιομηχανικών πελατών στο σύστημα μεταφοράς είναι, κατ’ αρχήν, δυνατή, διαφορετικά, εάν η εν λόγω δυνατότητα αποκλεισθεί απολύτως, η προβλεπόμενη στο άρθρο 23, παράγραφος 2, προστασία καθίσταται κενή περιεχομένου.

81.

Υπό την έννοια αυτή, η οδηγία δεν μπορεί να υποχρεώσει τα κράτη μέλη να θεσπίσουν ρύθμιση η οποία να προβλέπει τη σύνδεση μόνο μη οικιακών τελικών πελατών (οι οποίοι νοούνται ως νέοι βιομηχανικοί πελάτες), στο μέτρο που η εν λόγω ρύθμιση θα ήταν αντίθετη προς την αρχή της απαγόρευσης των διακρίσεων η οποία διατυπώνεται στην οδηγία. Συγκεκριμένα, υπό το πρίσμα αυτό, δεν υφίστανται περιορισμοί ως προς τη σύνδεση στο σύστημα μεταφοράς για έναν νέο βιομηχανικό πελάτη, αντιθέτως δε, τέτοιοι περιορισμοί υφίστανται για τον βιομηχανικό πελάτη ο οποίος είναι ήδη συνδεδεμένος στο σύστημα διανομής, αλλά επιθυμεί να συνδεθεί στο σύστημα μεταφοράς.

82.

Επιπλέον, όπως εκτέθηκε ανωτέρω, το δικαίωμα σύνδεσης στο σύστημα μεταφοράς θα μπορούσε να περιοριστεί, τόσο για τους βιομηχανικούς πελάτες όσο και για τους νέους βιομηχανικούς πελάτες, για τεχνικούς λόγους και για λόγους ασφαλείας και, ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη θα μπορούσαν να επιτρέπουν ή όχι τέτοιες συνδέσεις λαμβανομένων υπόψη των εν λόγω αντικειμενικών κριτηρίων.

83.

Τέλος, πρέπει να επισημανθεί η ερμηνεία που προτείνει η Πολωνική Κυβέρνηση, κατά την οποία το άρθρο 23 της εν λόγω οδηγίας δεν αποσκοπεί, στην πραγματικότητα, στο να καθορίσει ένα numerus clausus των οντοτήτων που μπορούν να συνδεθούν στο δίκτυο μεταφοράς.

84.

Υπό τις συνθήκες αυτές, στο δεύτερο και στο τρίτο προδικαστικό ερώτημα του αιτούντος δικαστηρίου πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 23 της οδηγίας 2009/73 έχει την έννοια ότι τα κράτη μέλη δεν υποχρεούνται να θεσπίσουν ρύθμιση κατά την οποία μόνον τελικοί πελάτες –νοούμενοι τόσο ως «νέοι βιομηχανικοί πελάτες» όσο και απλώς ως «βιομηχανικοί πελάτες»– μπορούν να συνδεθούν στο σύστημα μεταφοράς φυσικού αερίου. Συγκεκριμένα, η οδηγία 2009/73, αφενός, δεν θεσπίζει τα κριτήρια για τον καθορισμό της κατηγορίας των «βιομηχανικών πελατών» ή των «νέων βιομηχανικών πελατών» και, αφετέρου, όπως εκτέθηκε στη γενική ανάλυση και θα εκτεθεί εκ νέου στην απάντηση στο τέταρτο προδικαστικό ερώτημα, δεν είναι αντίθετη προς αυτή, κατ’ αρχήν και υπό ορισμένες προϋποθέσεις, ρύθμιση κράτους μέλους κατά την οποία η μεταφορά φυσικού αερίου περιλαμβάνει τη μεταφορά φυσικού αερίου απευθείας στο σύστημα προμήθειας φυσικού αερίου οποιασδήποτε κατηγορίας τελικών πελατών (και, ως εκ τούτου, όχι μόνο «βιομηχανικών πελατών» ή «νέων βιομηχανικών πελατών», κατά τους παρεχόμενους από το αιτούν δικαστήριο ορισμούς).

4. Επί του τέταρτου προδικαστικού ερωτήματος

85.

Με το τέταρτο προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί από το Δικαστήριο να διευκρινίσει εάν το άρθρο 2, σημείο 3, και το άρθρο 23 της οδηγίας 2009/73 έχουν την έννοια ότι αντιτίθενται σε ρύθμιση κράτους μέλους κατά την οποία η μεταφορά φυσικού αερίου περιλαμβάνει τη μεταφορά φυσικού αερίου κατευθείαν στο σύστημα εφοδιασμού με φυσικό αέριο του τελικού πελάτη.

86.

Προκειμένου να δοθεί απάντηση στο τέταρτο προδικαστικό ερώτημα του αιτούντος δικαστηρίου, είναι χρήσιμο να γίνει διάκριση μεταξύ των διαφορετικών όρων μεταφορά, διανομή και προμήθεια στον τομέα του φυσικού αερίου.

87.

Κατά το άρθρο 2, σημείο 3, της οδηγίας 2009/73, ως «μεταφορά» νοείται η μεταφορά φυσικού αερίου μέσω δικτύου που αποτελείται κυρίως από αγωγούς υψηλής πίεσης πλην δικτύου αγωγών προς τα ανάντη και πλην δικτύου στο οποίο το τμήμα των αγωγών υψηλής πίεσης χρησιμοποιείται κυρίως στο πλαίσιο τοπικής διανομής φυσικού αερίου, με σκοπό την παροχή σε πελάτες, μη συμπεριλαμβανομένου όμως του εφοδιασμού· στο σημείο 5 του ίδιου άρθρου ως «διανομή» ορίζεται η μεταφορά φυσικού αερίου μέσω τοπικών ή περιφερειακών δικτύων αγωγών με σκοπό την παράδοσή του σε πελάτες, μη συμπεριλαμβανομένης όμως της προμήθειας· τέλος, στο σημείο 7 του άρθρου 2 ως «προμήθεια» νοείται η πώληση, συμπεριλαμβανομένης της μεταπώλησης, φυσικού αερίου καθώς και ΥΦΑ σε πελάτες.

88.

Από το γράμμα των επίμαχων διατάξεων προκύπτει ότι δεν μπορεί να συναχθεί απλώς και μόνον από τη διατύπωση του ορισμού της έννοιας «μεταφορά» ότι αποκλείεται η δυνατότητα σύνδεσης ενός τελικού πελάτη στο δίκτυο μεταφοράς, στο μέτρο που ο εν λόγω ορισμός περιλαμβάνει «[τ]η μεταφορά φυσικού αερίου […] με σκοπό την παροχή σε πελάτες». Ως «πελάτης» νοείται επίσης, κατά το άρθρο 2, σημείο 24, της οδηγίας 2009/73, ο «τελικός πελάτης». Όπως αναλύθηκε ανωτέρω, ο ορισμός της έννοιας «τελικός πελάτης» καλύπτει, με τη σειρά του, τους βιομηχανικούς πελάτες, οι οποίοι, κατά το άρθρο 23 της οδηγίας 2009/73, απολαύουν σύνδεσης χωρίς διακρίσεις στο σύστημα μεταφοράς.

89.

Η ορθότητα της εν λόγω ερμηνείας επιβεβαιώνεται από τη νομολογία του Δικαστηρίου στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας ( 27 ). Συγκεκριμένα, η οδηγία 2003/54 περιείχε ορισμό της έννοιας «μεταφορά» της ηλεκτρικής ενέργειας ο οποίος είναι αντίστοιχος του ορισμού της έννοιας «μεταφορά» του φυσικού αερίου. Ο εν λόγω ορισμός μεταφέρθηκε χωρίς τροποποιήσεις στο άρθρο 2, σημείο 3, της οδηγίας 2009/72 και προβλέπει ότι ως «μεταφορά» νοείται «η μεταφορά ηλεκτρικής ενέργειας μέσω διασυνδεδεμένου δικτύου υπερυψηλής και υψηλής τάσης με σκοπό την παροχή σε τελικούς πελάτες ή σε διανομείς, μη συμπεριλαμβανομένης όμως της προμήθειας». Επομένως, εάν στην απόφαση Sabatauskas το Δικαστήριο αναγνώρισε τη δυνατότητα σύνδεσης των τελικών πελατών στο δίκτυο μεταφοράς του δικτύου ηλεκτρικής ενέργειας, η δυνατότητα αυτή πρέπει να αναγνωριστεί και ως προς τη μεταφορά του φυσικού αερίου.

90.

Πρέπει να υπομνησθεί ότι στην υπόθεση Sabatauskas η εθνική νομική ρύθμιση «υποχρέωνε» έναν πελάτη, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, να συνδεθεί στο σύστημα μεταφοράς. Αντιθέτως, στην υπό κρίση υπόθεση, η εθνική νομική ρύθμιση «επιτρέπει», κατ’ αρχήν, σε κάθε πελάτη να συνδεθεί στο δίκτυο μεταφοράς. Ως εκ τούτου, θα ήταν σκόπιμο και η λεττονική νομική ρύθμιση να προβλέψει λεπτομερώς τα αντικειμενικά και μη εισάγοντα διακρίσεις κριτήρια τα οποία επιτρέπουν τη σύνδεση στο σύστημα μεταφοράς. Κατά τα λοιπά, τα κράτη μέλη θα μπορούσαν να προβλέψουν ως επιλογή ενεργειακής πολιτικής ακριβώς την ύπαρξη αντικειμενικών προϋποθέσεων προκειμένου να επιτραπεί η σύνδεση στο δίκτυο μεταφοράς σε οποιονδήποτε τελικό πελάτη.

91.

Επιπλέον, είχα την ευκαιρία να επισημάνω στις προτάσεις επί της υπόθεσης Elektrorazpredelenie Yug –προσέγγιση την οποία επιβεβαίωσε το Δικαστήριο με την απόφασή του– ότι ένα από τα κριτήρια για τη διάκριση των δραστηριοτήτων «μεταφοράς» από τις δραστηριότητες «διανομής» είναι η κατηγορία πελατών στους οποίους παρέχεται η ηλεκτρική ενέργεια (και στους οποίους, ως εκ τούτου, μεταφέρεται) ( 28 ). Επομένως, βάσει του αντίστοιχου ορισμού της έννοιας «μεταφορά» ο οποίος περιλαμβάνεται στο άρθρο 2, παράγραφος 3, της οδηγίας 2009/72, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η έννοια «μεταφορά» περιλαμβάνει και τη μεταφορά φυσικού αερίου μέχρι τον τελικό πελάτη.

92.

Τέλος, η ερμηνεία κατά την οποία η έννοια της μεταφοράς φυσικού αερίου περιλαμβάνει τη μεταφορά φυσικού αερίου απευθείας στο σύστημα προμήθειας φυσικού αερίου του τελικού πελάτη επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι η οδηγία 2009/73 ρυθμίζει τις υποχρεώσεις των διαχειριστών των συστημάτων μεταφοράς έναντι των πελατών, συμπεριλαμβανομένων των τελικών πελατών. Σε αντίθετη περίπτωση, οι εν λόγω υποχρεώσεις θα αφορούσαν μόνον τους διαχειριστές του συστήματος διανομής.

93.

Όπως υπογράμμισε η Πολωνική Κυβέρνηση ( 29 ), ο κανονισμός 715/2009, όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2010/685 ( 30 ), ο οποίος καθορίζει τους όρους πρόσβασης στα συστήματα μεταφοράς φυσικού αερίου, προβλέπει ότι τα σημεία εξόδου που συνδέονται με έναν μόνον τελικό καταναλωτή δεν θεωρούνται κρίσιμα στοιχεία τα οποία ο διαχειριστής μεταφοράς οφείλει να τηρεί για τις απαιτήσεις διαφάνειας (σημείο 3.2, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του πρώτου παραρτήματος του εν λόγω κανονισμού). Εντούτοις, ο διαχειριστής οφείλει να δημοσιεύει πληροφορίες σχετικά με τους μεμονωμένους τελικούς καταναλωτές που συνδέονται στο σύστημα μεταφοράς (σημείο 3.2, παράγραφος 2, του πρώτου παραρτήματος του εν λόγω κανονισμού).

94.

Οι εν λόγω υποχρεώσεις επιβεβαιώνουν την ερμηνεία κατά την οποία ο ορισμός της μεταφοράς δεν αποκλείει τη δυνατότητα σύνδεσης τελικού πελάτη στο σύστημα μεταφοράς.

95.

Για όλους αυτούς τους λόγους, στο αιτούν δικαστήριο πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι ούτε το άρθρο 2, σημείο 3, ούτε το άρθρο 23 της οδηγίας 2009/73 έχουν την έννοια ότι αντιτίθενται σε ρύθμιση κράτους μέλους κατά την οποία η μεταφορά φυσικού αερίου περιλαμβάνει τη μεταφορά φυσικού αερίου απευθείας στο σύστημα εφοδιασμού με φυσικό αέριο του τελικού πελάτη.

IV. Πρόταση

96.

Λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθέντων, προτείνω στο Δικαστήριο να απαντήσει στην αίτηση προδικαστικής αποφάσεως που υπέβαλε το Satversmes tiesa (Συνταγματικό Δικαστήριο, Λεττονία) ως εξής:

1)

Η οδηγία 2009/73/ΕΚ καθορίζει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών μόνον ως προς την παροχή πρόσβασης και όχι και ως προς τη σύνδεση τρίτων στα συστήματα μεταφοράς και διανομής φυσικού αερίου. Ως εκ τούτου, το άρθρο 23 και το άρθρο 32, παράγραφος 1, της οδηγίας δεν έχουν την έννοια ότι τα κράτη μέλη υποχρεούνται να θεσπίσουν ρύθμιση η οποία να επιτρέπει στον τελικό πελάτη την επιλογή, κατά τη διακριτική του ευχέρεια, του είδους του συστήματος στο οποίο θα συνδεθεί. Στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται να εκτιμήσει εάν το περιθώριο διακριτικής ευχέρειας που διαθέτουν τα κράτη μέλη για να κατευθύνουν τους χρήστες προς ένα συγκεκριμένο είδος συστήματος (μεταφοράς ή διανομής) ασκείται βάσει εθνικής ρύθμισης η οποία δεν παραβιάζει την αρχή της απαγόρευσης των διακρίσεων, λαμβάνει δε υπόψη αντικειμενικά κριτήρια, όπως είναι η ασφάλεια και τα τεχνικά χαρακτηριστικά του δικτύου. Στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται επίσης να εξακριβώσει το είδος του προτύπου διαχωρισμού που έχει επιλέξει το κράτος μέλος, καθώς και τους σχετικούς κανόνες της οδηγίας που έχουν εφαρμογή στο εν λόγω πρότυπο, δεδομένου ότι το άρθρο 23 της οδηγίας εφαρμόζεται μόνο στο τρίτο πρότυπο διαχωρισμού, δηλαδή στο ανεξάρτητο σύστημα μεταφοράς.

2)

Το άρθρο 23 της οδηγίας 2009/73 δεν επιβάλλει στα κράτη μέλη την υποχρέωση να θεσπίσουν ρύθμιση που να επιτρέπει μόνον σε τελικούς πελάτες –οι οποίοι νοούνται τόσο ως «νέοι βιομηχανικοί πελάτες» όσο και απλώς ως «βιομηχανικοί πελάτες»– να συνδεθούν στο σύστημα μεταφοράς φυσικού αερίου. Συγκεκριμένα, η οδηγία 2009/73, αφενός, δεν θεσπίζει τα κριτήρια για τον καθορισμό της κατηγορίας των «βιομηχανικών πελατών» ή των «νέων βιομηχανικών πελατών» και, αφετέρου, δεν αντιτίθεται, κατ’ αρχήν και υπό ορισμένες προϋποθέσεις, σε ρύθμιση κράτους μέλους, κατά την οποία η μεταφορά φυσικού αερίου περιλαμβάνει τη μεταφορά φυσικού αερίου απευθείας στο σύστημα προμήθειας φυσικού αερίου οποιασδήποτε κατηγορίας τελικών πελατών.

3)

Το άρθρο 2, σημείο 3, και το άρθρο 23 της οδηγίας 2009/73 δεν αντιτίθενται σε ρύθμιση κράτους μέλους κατά την οποία η μεταφορά φυσικού αερίου περιλαμβάνει τη μεταφορά φυσικού αερίου απευθείας στο σύστημα εφοδιασμού με φυσικό αέριο του τελικού πελάτη. Η εν λόγω ρύθμιση θα πρέπει να χαρακτηρίζεται από την τήρηση της γενικής αρχής της απαγόρευσης των διακρίσεων και να λαμβάνει υπόψη αντικειμενικά κριτήρια, όπως είναι η ασφάλεια και τα τεχνικά χαρακτηριστικά του συστήματος. Εναπόκειται στον εθνικό νομοθέτη και στη ρυθμιστική αρχή –στο στάδιο θεσπίσεως της νομοθετικής ρυθμίσεως και στο στάδιο της εφαρμογής, αντιστοίχως– να διασφαλίσουν ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις αυτές.


( 1 ) Γλώσσα του πρωτοτύπου: η ιταλική.

( 2 ) Οδηγία 2009/73/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου και την κατάργηση της οδηγίας 2003/55/ΕΚ (ΕΕ 2009, L 211, σ. 94).

( 3 ) Απόφαση 1/7 του συμβουλίου της Sabiedrisko pakalpojumu regulēšanas komisija (ρυθμιστικής επιτροπής δημοσίων υπηρεσιών), της 18ης Απριλίου 2019, «Dabasgāzes pārvades sistēmas pieslēguma noteikumi biometāna ražotājiem, sašķidrinātās dabasgāzes sistēmas operatoriem un dabasgāzes lietotājiem» (κανόνες για τη σύνδεση στο σύστημα μεταφοράς φυσικού αερίου για τους παραγωγούς βιομεθανίου, τους διαχειριστές συστημάτων υγροποιημένου φυσικού αερίου και τους χρήστες φυσικού αερίου).

( 4 ) Βλ. απόφαση της 9ης Οκτωβρίου 2008, Sabatauskas κ.λπ. (C‑239/07, EU:C:2008:551, σκέψεις 40 έως 43 και 47).

( 5 ) Βλ. απόφαση της 22ας Μαΐου 2008, citiworks (C‑439/06, EU:C:2008:298, σκέψεις 43 και 44).

( 6 ) Έγγραφο της Επιτροπής της 22ας Ιανουαρίου 2010 με τίτλο «Interpretative note on Directive 2009/72/EC concerning common rules for the internal market in electricity and Directive 2009/73/EC concerning common rules for the internal market in natural gas: the unbundling regime».

( 7 ) Άρθρο 9, παράγραφος 1, της οδηγίας 2009/73.

( 8 ) Άρθρο 9, παράγραφος 8, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2009/73.

( 9 ) Άρθρο 9, παράγραφος 8, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2009/73.

( 10 ) Βλ. έγγραφο της Επιτροπής της 25ης Μαΐου 2021 με τίτλο «Απάντηση στις ερωτήσεις του Δικαστηρίου», σ. 5., και έγγραφο της Δημοκρατίας της Λεττονίας της 25ης Μαΐου 2021 με τίτλο «Απάντηση στις ερωτήσεις του Δικαστηρίου», σ. 5.

( 11 ) Γνώμη της Επιτροπής, της 25ης Ιουλίου 2018, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 3, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 715/2009 και του άρθρου 10, παράγραφος 6, της οδηγίας 2009/73/ΕΚ – Latvia – Certifications of JSC Conexus Baltic Grid, C(2018) 5060 final def.

( 12 ) Εντούτοις, με το ίδιο έγγραφο η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η συμμετοχή της JSC Gapzrom και της Marguerite Gas I S.a r.l. στην JSC Conexus Baltic Grid δεν ήταν συμβατή με τις απαιτήσεις του άρθρου 9, παράγραφος 1, της οδηγίας 2009/73.

( 13 ) Bel, N., και Vermeeren, R., «Unbundling in the EU Energy Sector - The Commission’s Practice in Assessing the Independence of Transmission System Operators for Electricity and Gas», σε Roggenkamp, M., και Bjornebye. H. (επιμ.), European Energy Law Report Χ, Intersentia, σ. 49.

( 14 ) Με τις απαντήσεις της στις ερωτήσεις που έθεσε το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Λεττονική Κυβέρνηση επιβεβαίωσε ότι κατόπιν της έκδοσης της γνώμης της Επιτροπής της 25ης [Ιουλίου] 2018, η λεττονική ρυθμιστική αρχή ενέργειας επέβαλε στην AS Conexus Baltic Grid την υποχρέωση να διασφαλίσει ότι η AS Gazprom δεν θα μπορεί, από 1ης Ιανουαρίου 2020, να ασκεί άμεσο ή έμμεσο έλεγχο επί της AS Conexus Baltic Grid, ούτε να άρει την ενδεχόμενη σύγκρουση συμφερόντων λόγω της ταυτόχρονης συμμετοχής της Margarita Gas I και της Margarita Gas II τόσο στην JSC Conexus Baltic Grid όσο και στην AS «Latvijas Gāze». Κατά συνέπεια, στις 21 Ιουλίου 2020, η Marguerite και η Gazprom μεταβίβασαν το σύνολο των μετοχών τους στην Conexus Baltic Grid.

( 15 ) Βλ. σημείο 8 των γραπτών παρατηρήσεων της Πολωνικής Κυβέρνησης, σημείο 14 των γραπτών παρατηρήσεων της Φινλανδικής Κυβέρνησης, έγγραφο της προσφεύγουσας της κύριας δίκης της 5ης Ιουνίου 2021 με τίτλο «Απάντηση στις ερωτήσεις του Δικαστηρίου», σ. 4 και 11, έγγραφο της λεττονικής ρυθμιστικής αρχής της 21ης Μαΐου 2021 με τίτλο «Απάντηση στις ερωτήσεις του Δικαστηρίου», έγγραφο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της 25ης Μαΐου 2021 με τίτλο «Απάντηση στις ερωτήσεις του Δικαστηρίου».

( 16 ) Βλ. αποφάσεις της 26ης Οκτωβρίου 2017, Balgarska energiyna borsa (C‑347/16, EU:C:2017:816, σκέψη 33), και της 3ης Δεκεμβρίου 2020, Επιτροπή κατά Βελγίου (Αγορές ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου) (C‑767/19, EU:C:2020:984, σκέψη 48), καθώς και προτάσεις του γενικού εισαγγελέα G. Pitruzzella στην υπόθεση Επιτροπή κατά Γερμανίας (Μεταφορά των οδηγιών 2009/72 και 2009/73 στην εσωτερική έννομη τάξη) (C‑718/18, EU:C:2021:20, σημείο 38), υπόθεση επί της οποίας εκκρεμεί η έκδοση απόφασης.

( 17 ) Έγγραφο της Επιτροπής της 22ας Ιανουαρίου 2010 με τίτλο «Interpretative note on Directive 2009/72/EC concerning common rules for the internal market in electricity and Directive 2009/73/EC concerning common rules for the internal market in natural gas: the unbundling regime», σ. 5 και 6.

( 18 ) Βλ. απόφαση της 9ης Οκτωβρίου 2008, Sabatauskas κ.λπ. (C‑239/07, EU:C:2008:551, σκέψεις 45, 47 και 49).

( 19 ) «1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την εφαρμογή ενός συστήματος για την πρόσβαση τρίτων στα δίκτυα μεταφοράς και διανομής με βάση δημοσιευμένα τιμολόγια, το οποίο ισχύει για όλους τους επιλέξιμους πελάτες και εφαρμόζεται αντικειμενικά και χωρίς διακρίσεις μεταξύ των χρηστών του δικτύου. Τα κράτη μέλη φροντίζουν ώστε τα εν λόγω τιμολόγια, ή οι μεθοδολογίες που διέπουν τον υπολογισμό τους, να εγκρίνονται πριν τεθούν σε ισχύ σύμφωνα με το άρθρο 23, τα δε τιμολόγια αυτά και οι μεθοδολογίες –στην περίπτωση που μόνο μεθοδολογίες εγκρίνονται– να δημοσιεύονται πριν από την έναρξη ισχύος τους. 2. Ο διαχειριστής του δικτύου μεταφοράς ή διανομής μπορεί να αρνείται την πρόσβαση λόγω έλλειψης χωρητικότητας. Η άρνηση αυτή πρέπει να αιτιολογείται δεόντως, λαμβανομένου ιδίως υπόψη του άρθρου. 3. Τα κράτη μέλη μεριμνούν, όπου ενδείκνυται και στις περιπτώσεις άρνησης της πρόσβασης, προκειμένου ο διαχειριστής του δικτύου μεταφοράς ή διανομής να παρέχει πληροφορίες για τα μέτρα που θα ήταν αναγκαία για την ενίσχυση του δικτύου. Η πλευρά που έχει ζητήσει τη χορήγηση των στοιχείων αυτών μπορεί να επιβαρύνεται με εύλογο τέλος που αντικατοπτρίζει το κόστος της παροχής των εν λόγω πληροφοριών».

( 20 ) Van der Vijver, T., «Commission Policy on Third-Party Access Exemption Requests for New Gas Infrastructure», σε Roggenkamp, M., και Hammer, U. (επιμ.), European Energy Law Report VI, Intersentia, σ. 115.

( 21 ) Βλ. προτάσεις της γενικής εισαγγελέα J. Kokott στην υπόθεση Sabatauskas κ.λπ. (C‑239/07, EU:C:2008:344, σημεία 24 έως 29 και 44).

( 22 ) Βλ. σημείο 56 των γραπτών παρατηρήσεων της Επιτροπής.

( 23 ) Βλ. σημείο 68 των γραπτών παρατηρήσεων της Επιτροπής.

( 24 ) Ο πελάτης χονδρικής και ο τελικός πελάτης φυσικού αερίου και οι επιχειρήσεις φυσικού αερίου που αγοράζουν φυσικό αέριο.

( 25 ) Βλ. σημείο 67 των γραπτών παρατηρήσεων της Πολωνικής Κυβέρνησης. Η έννοια «βιομηχανικοί πελάτες» αφορά οντότητες ευρισκόμενες «κατάντη» του δικτύου μεταφοράς και όχι «ανάντη» του δικτύου αυτού.

( 26 ) Ο πελάτης που αγοράζει φυσικό αέριο για δική του χρήση.

( 27 ) Βλ. απόφαση της 9ης Οκτωβρίου 2008, Sabatauskas κ.λπ. (C‑239/07, EU:C:2008:551).

( 28 ) Βλ. απόφαση της 17ης Οκτωβρίου 2019, Elektrorazpredelenie Yug (C‑31/18, EU:C:2019:868, σκέψεις 48 και 49): «Κατά δεύτερον, από τους ορισμούς που περιλαμβάνονται στο άρθρο 2, σημεία 3 και 5, της οδηγίας 2009/72 προκύπτει ότι, όσον αφορά τον σκοπό των συστημάτων μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας κατά την έννοια της οδηγίας αυτής, το κρίσιμο κριτήριο διακρίσεως έγκειται, όπως παρατήρησε ο γενικός εισαγγελέας στα σημεία 51 και 53 των προτάσεών του, στην κατηγορία των πελατών για τους οποίους προορίζεται η διοχετευόμενη ηλεκτρική ενέργεια, δεδομένου ότι ένα σύστημα μεταφοράς χρησιμοποιείται για την πώληση ηλεκτρικής ενέργειας σε τελικούς πελάτες ή σε διανομείς, ενώ ένα σύστημα διανομής προορίζεται για την πώληση ηλεκτρικής ενέργειας σε πελάτες χονδρικής ή σε τελικούς πελάτες.

Επομένως, τα συστήματα τα οποία επιτελούν τη λειτουργία διοχέτευσης ηλεκτρικής ενέργειας, αφενός, υπερυψηλής και υψηλής τάσης με σκοπό την πώληση σε τελικούς πελάτες ή σε διανομείς και, αφετέρου, υψηλής, μέσης και χαμηλής τάσης με σκοπό την πώληση σε πελάτες χονδρικής ή σε τελικούς πελάτες, πρέπει να θεωρούνται, αντιστοίχως, συστήματα μεταφοράς και συστήματα διανομής που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2009/72».

( 29 ) Σημεία 52 και 53 των γραπτών παρατηρήσεων της Πολωνικής Κυβέρνησης.

( 30 ) Απόφαση 2010/685/ΕΕ της Επιτροπής, της 10ης Νοεμβρίου 2010, για την τροποποίηση του κεφαλαίου 3 του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 715/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί όρων πρόσβασης στα δίκτυα μεταφοράς φυσικού αερίου (ΕΕ 2010, L 293, σ. 67).

Top