EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62019CJ0248

Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 5ης Μαρτίου 2020.
Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Κυπριακής Δημοκρατίας.
Παράβαση κράτους μέλους – Άρθρο 258 ΣΛΕΕ – Οδηγία 91/271/ΕΟΚ – Επεξεργασία των αστικών λυμάτων – Άρθρα 3, 4, 10 και 15 – Παράρτημα I, σημεία A, B και Δ – Έλλειψη δικτύων αποχετεύσεως των αστικών λυμάτων σε ορισμένους οικισμούς – Έλλειψη δευτεροβάθμιας επεξεργασίας ή ισοδύναμης επεξεργασίας των αστικών λυμάτων – Κατασκευή και λειτουργία των σταθμών επεξεργασίας – Έλεγχος των απορρίψεων που προέρχονται από τέτοιους σταθμούς.
Υπόθεση C-248/19.

ECLI identifier: ECLI:EU:C:2020:171

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα)

της 5ης Μαρτίου 2020 (*)

«Παράβαση κράτους μέλους – Άρθρο 258 ΣΛΕΕ – Οδηγία 91/271/ΕΟΚ – Επεξεργασία των αστικών λυμάτων – Άρθρα 3, 4, 10 και 15 – Παράρτημα I, σημεία A, B και Δ – Έλλειψη δικτύων αποχετεύσεως των αστικών λυμάτων σε ορισμένους οικισμούς – Έλλειψη δευτεροβάθμιας επεξεργασίας ή ισοδύναμης επεξεργασίας των αστικών λυμάτων – Κατασκευή και λειτουργία των σταθμών επεξεργασίας – Έλεγχος των απορρίψεων που προέρχονται από τέτοιους σταθμούς»

Στην υπόθεση C‑248/19,

με αντικείμενο προσφυγή του άρθρου 258 ΣΛΕΕ λόγω παραβάσεως, που ασκήθηκε στις 20 Μαρτίου 2019,

Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τους Δ. Τριανταφύλλου και E. Manhaeve,

προσφεύγουσα,

κατά

Κυπριακής Δημοκρατίας, εκπροσωπούμενης από τις E. Ζαχαριάδου και M. Χατζηγεωργίου,

καθής,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έκτο τμήμα),

συγκείμενο από τους M. Safjan, πρόεδρο τμήματος, L. Bay Larsen και N. Jääskinen (εισηγητή), δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: M. Bobek

γραμματέας: A. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Με την προσφυγή της η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζητεί από το Δικαστήριο να διαπιστώσει ότι η Κυπριακή Δημοκρατία, παραλείποντας

–        να παράσχει αποχετευτικό δίκτυο για 31 οικισμούς (Αραδίππου, Ύψωνας, Δάλι, Βορόκλινη, Δερύνεια, Σωτήρα, Ξυλοφάγου, Περβόλια, Κολόσσι, Πόλη Χρυσοχούς, Λειβάδια, Δρομολαξιά, Πέρα Χωριό-Νήσου, Λιοπέτρι, Αυγόρου, Παλιομέτοχο, Κίτι, Φρέναρος, Ορμήδεια, Κοκκινοτριμιθιά, Τραχώνι, Επισκοπή, Ξυλοτύμπου, Πάνω Πολεμίδια, Πύλα, Λύμπια, Παρεκκλησιά, Κακοπετριά, Άχνα, Μενεού και Πύργος), όπως απαιτείται βάσει του άρθρου 3 και του παραρτήματος Ι, σημείο A, της οδηγίας 91/271/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1991, για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων (ΕΕ 1991, L 135, σ. 40), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (EK) 1137/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2008 (ΕΕ 2008, L 311, σ. 1) (στο εξής: οδηγία 91/271), και

–        να διασφαλίσει, για τους ίδιους οικισμούς, ότι τα αστικά λύματα που διοχετεύονται σε αποχετευτικά δίκτυα υπόκεινται σε δευτεροβάθμια ή ισοδύναμη επεξεργασία πριν από την απόρριψή τους, όπως απαιτείται βάσει των άρθρων 4, 10 και 15 καθώς και του παραρτήματος I, σημεία B και Δ, της οδηγίας 91/271,

δεν εκπλήρωσε τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει των άρθρων 3, 4, 10 και 15, καθώς και του παραρτήματος I της οδηγίας αυτής.

 Το νομικό πλαίσιο

2        Το άρθρο 1 της οδηγίας 91/271 έχει ως ακολούθως:

«Η παρούσα οδηγία αφορά τη συλλογή, την επεξεργασία και την απόρριψη αστικών λυμάτων και την επεξεργασία και την απόρριψη λυμάτων από ορισμένους βιομηχανικούς τομείς.

Σκοπός της παρούσας οδηγίας είναι η προστασία του περιβάλλοντος από τις αρνητικές επιπτώσεις της απόρριψης αυτών των λυμάτων.»

3        Το άρθρο 3 της οδηγίας αυτής προβλέπει τα ακόλουθα:

«1.      Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε όλοι οι οικισμοί να διαθέτουν δίκτυα αποχέτευσης αστικών λυμάτων:

–        έως τις 31 Δεκεμβρίου 2000 το αργότερο, για τους οικισμούς με ισοδύναμο πληθυσμό (ι.π.) άνω των 15 000 και

–        έως τις 31 Δεκεμβρίου 2005 το αργότερο, για τους οικισμούς με ι.π. μεταξύ 2 000 και 15 000.

Για τα αστικά λύματα των οποίων η απόρριψη πραγματοποιείται σε ύδατα υποδοχής που θεωρούνται “ευαίσθητες ζώνες”, σύμφωνα με το άρθρο 5, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να υπάρχουν δίκτυα αποχέτευσης το αργότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου 1998 για τους οικισμούς με ι.π. άνω των 10 000.

Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η εγκατάσταση αυτών των δικτύων δεν δικαιολογείται, είτε λόγω του ότι δεν ωφελεί το περιβάλλον, είτε λόγω υπερβολικού κόστους, χρησιμοποιούνται μεμονωμένα συστήματα ή άλλα κατάλληλα συστήματα που επιτυγχάνουν το ίδιο επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος.

[...]

2.      Τα περιγραφόμενα στην παράγραφο 1 αποχετευτικά δίκτυα πρέπει να πληρούν τις απαιτήσεις του παραρτήματος I, σημείο Α. [...]»

4        Κατά το άρθρο 4 της εν λόγω οδηγίας:

«1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα αστικά λύματα που διοχετεύονται σε αποχετευτικά δίκτυα να υποβάλλονται, πριν από την απόρριψή τους, σε δευτεροβάθμια ή σε ισοδύναμη επεξεργασία, ως εξής:

–        το αργότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου 2000, για όλες τις απορρίψεις λυμάτων από οικισμούς με ι.π. άνω των 15 000,

–        το αργότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου 2005, για όλες τις απορρίψεις λυμάτων από οικισμούς με ι.π. μεταξύ 10 000 και 15 000,

–        το αργότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου 2005, για τα λύματα που αποβάλλονται σε γλυκά ύδατα και σε εκβολές ποταμών, από οικισμούς με ι.π. μεταξύ 2 000 και 10 000.

[...]

3. Οι απορρίψεις από τους περιγραφόμενους στις παραγράφους 1 και 2 σταθμούς επεξεργασίας αστικών λυμάτων πρέπει να πληρούν τις απαιτήσεις του παραρτήματος I, σημείο Β. [...]

[...]»

5        Το άρθρο 10 της ίδιας οδηγίας προβλέπει ότι τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι σταθμοί επεξεργασίας αστικών λυμάτων, που κατασκευάζονται ώστε να συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις των άρθρων 4 έως 7 της οδηγίας, να σχεδιάζονται, να κατασκευάζονται, να λειτουργούν και να συντηρούνται με τρόπο που να εξασφαλίζει επαρκείς αποδόσεις υπό όλες τις συνήθεις τοπικές κλιματικές συνθήκες.

6        Το άρθρο 15 της οδηγίας 91/271 ορίζει τα ακόλουθα:

«1.      Οι αρμόδιες αρχές ή τα κατάλληλα όργανα παρακολουθούν:

–        τις απορρίψεις από σταθμούς επεξεργασίας αστικών λυμάτων, για να εξακριβώνουν τη συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις του παραρτήματος I σημείο Β, σύμφωνα με τις διαδικασίες ελέγχου που ορίζονται στο παράρτημα I σημείο Δ,

–        την ποσότητα και τη σύνθεση της λυματολάσπης που διατίθεται σε επιφανειακά ύδατα.

2.      Οι αρμόδιες αρχές ή τα κατάλληλα όργανα παρακολουθούν τα ύδατα που δέχονται απορρίψεις από σταθμούς επεξεργασίας αστικών λυμάτων και απ’ ευθείας απορρίψεις, σύμφωνα με το άρθρο 13, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες μπορεί να αναμένεται ότι θα θιγεί σημαντικά το περιβάλλον από τις απορρίψεις αυτές.

[...]

4.      Οι πληροφορίες που συγκεντρώνονται από τις αρμόδιες αρχές ή τα κατάλληλα όργανα σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 2 και 3, φυλάσσονται από τα κράτη μέλη και τίθενται στην διάθεση της Επιτροπής εντός έξι μηνών από την παραλαβή σχετικής αίτησης.

[...]»

7        Το παράρτημα I της οδηγίας 91/271, το οποίο φέρει τον τίτλο «Απαιτήσεις για τα αστικά λύματα», περιλαμβάνει το σημείο A που καθορίζει τις απαιτήσεις σχετικά με τα αποχετευτικά δίκτυα ως ακολούθως:

«Τα αποχετευτικά δίκτυα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις απαιτήσεις της επεξεργασίας των λυμάτων.

Ο σχεδιασμός, η κατασκευή και η συντήρηση των αποχετευτικών δικτύων πρέπει να διενεργούνται σύμφωνα με τις καλύτερες τεχνικές γνώσεις, που δεν συνεπάγονται υπερβολικό κόστος, ιδίως όσον αφορά:

–        τον όγκο και τα χαρακτηριστικά των αστικών λυμάτων,

–        την πρόληψη διαρροών,

–        τον περιορισμό της ρύπανσης των υδάτων υποδοχής λόγω υπερχειλίσεων από νεροποντές.»

8        Το σημείο B του παραρτήματος I περιλαμβάνει τις απαιτήσεις που πρέπει να πληρούν οι απορρίψεις από τους σταθμούς επεξεργασίας αστικών λυμάτων στα ύδατα υποδοχής.

9        Το σημείο Δ του εν λόγω παραρτήματος I καθορίζει τις διαδικασίες ελέγχου των απορρίψεων των λυμάτων.

10      Όσον αφορά τις υποχρεώσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας που απορρέουν από την οδηγία 91/271, το παράρτημα VII της Πράξεως περί των όρων προσχωρήσεως της Τσεχικής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Εσθονίας, της Κυπριακής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Λετονίας, της Δημοκρατίας της Λιθουανίας, της Δημοκρατίας της Ουγγαρίας, της Δημοκρατίας της Μάλτας, της Δημοκρατίας της Πολωνίας, της Δημοκρατίας της Σλοβενίας και της Σλοβακικής Δημοκρατίας και των προσαρμογών των Συνθηκών επί των οποίων βασίζεται η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ 2003, L 236, σ. 33), προβλέπει στο σημείο 9, σημείο Γ, που αφορά την ποιότητα των υδάτων, τα εξής:

«Κατά παρέκκλιση των άρθρων 3 και 4 [της οδηγίας 91/271] και, εφόσον πρέπει να προσδιορισθούν ευαίσθητες περιοχές, του άρθρου 5, παράγραφος 2 της οδηγίας [αυτής], οι απαιτήσεις για τα συστήματα συλλογής και την επεξεργασία των αστικών λυμάτων δεν εφαρμόζονται στην Κύπρο έως τις 31 Δεκεμβρίου 2012, σύμφωνα με τους ακόλουθους μεταβατικούς στόχους:

–        έως τις 31 Δεκεμβρίου 2008, συμμόρφωση με την [εν λόγω] οδηγία θα επιτευχθεί για 2 οικισμούς (Λεμεσό και Παραλίμνι) με ισοδύναμο πληθυσμού άνω των 15 000,

–        έως τις 31 Δεκεμβρίου 2009, συμμόρφωση με την [ίδια] οδηγία θα επιτευχθεί για 1 περαιτέρω οικισμό (Λευκωσία) με ισοδύναμο πληθυσμού άνω των 15 000,

–        έως τις 31 Δεκεμβρίου 2011, συμμόρφωση με την οδηγία [91/271] θα επιτευχθεί για 1 περαιτέρω οικισμό (Πάφο) με ισοδύναμο πληθυσμού άνω των 15 000.»

 Η προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασία

11      Η Κυπριακή Δημοκρατία έθεσε στη διάθεση της Επιτροπής, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 15 της οδηγίας 91/271, έκθεση σχετική με την τήρηση των απαιτήσεων που απορρέουν από την ως άνω οδηγία, βάσει της οποίας η Επιτροπή προέβη σε εκτίμηση της συμφωνίας, εντός του κράτους μέλους αυτού, της επεξεργασίας των αστικών λυμάτων προς τα άρθρα 3, 4, 5, 10 και 15 καθώς και προς το παράρτημα I της εν λόγω οδηγίας.

12      Στις 14 Ιουλίου 2017, εκτιμώντας ότι ορισμένοι κυπριακοί οικισμοί δεν πληρούσαν τις εν λόγω απαιτήσεις, η Επιτροπή απηύθυνε προειδοποιητική επιστολή στην Κυπριακή Δημοκρατία.

13      Με έγγραφο της 13ης Σεπτεμβρίου 2017 η Κυπριακή Δημοκρατία πληροφόρησε την Επιτροπή ότι, από τους επίμαχους οικισμούς, πέντε ικανοποιούσαν πλέον πλήρως τις απαιτήσεις που προβλέπει η οδηγία 91/271, δύο από αυτούς τις ικανοποιούσαν εν μέρει και 33 εξακολουθούσαν να μην τις ικανοποιούν. Περαιτέρω, για τους οικισμούς των οποίων τα αστικά λύματα συλλέγονταν στο σύνολό τους ή κατά ένα μέρος προκειμένου να υποστούν επεξεργασία, το κράτος μέλος αυτό απέστειλε τα αποτελέσματα σχετικών δειγμάτων στην Επιτροπή.

14      Με έγγραφο της 7ης Ιουνίου 2018 η Επιτροπή, εκτιμώντας ότι το αποχετευτικό δίκτυο και η δευτεροβάθμια επεξεργασία ή η ισοδύναμη επεξεργασία των αστικών λυμάτων 36 οικισμών δεν ικανοποιούσαν τις απαιτήσεις που προβλέπει η οδηγία 91/271, απηύθυνε αιτιολογημένη γνώμη στην Κυπριακή Δημοκρατία και κάλεσε το εν λόγω κράτος μέλος να λάβει τα αναγκαία μέτρα για να συμμορφωθεί προς τη γνώμη αυτή εντός προθεσμίας δύο μηνών από της παραλαβής της.

15      Στις 6 Αυγούστου 2018, απαντώντας στην εν λόγω αιτιολογημένη γνώμη, η Κυπριακή Δημοκρατία πληροφόρησε την Επιτροπή ότι, επί συνόλου 36 οικισμών τους οποίους αφορούσε η ως άνω διαδικασία, 31 δεν ικανοποιούσαν τις απαιτήσεις αυτές, χωρίς να μπορεί να προβλέψει ότι η κατάσταση αυτή θα διορθωθεί στο εγγύς μέλλον.

16      Επειδή δεν έμεινε ικανοποιημένη από τις απαντήσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας στην αιτιολογημένη γνώμη, η Επιτροπή άσκησε την υπό κρίση προσφυγή.

 Επί της προσφυγής

 Επιχειρήματα των διαδίκων

17      Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι, στις 31 Δεκεμβρίου 2012, 31 κυπριακοί οικισμοί, ήτοι οι οικισμοί Αραδίππου, Ύψωνας, Δάλι, Βορόκλινη, Δερύνεια, Σωτήρα, Ξυλοφάγου, Περβόλια, Κολόσσι, Πόλη Χρυσοχούς, Λειβάδια, Δρομολαξιά, Πέρα Χωριό-Νήσου, Λιοπέτρι, Αυγόρου, Παλιομέτοχο, Κίτι, Φρέναρος, Ορμήδεια, Κοκκινοτριμιθιά, Τραχώνι, Επισκοπή, Ξυλοτύμπου, Πάνω Πολεμίδια, Πύλα, Λύμπια, Παρεκκλησιά, Κακοπετριά, Άχνα, Μενεού και Πύργος, δεν διέθεταν δίκτυα αποχετεύσεως αστικών λυμάτων και δευτεροβάθμια επεξεργασία των λυμάτων αυτών σύμφωνα προς τις επιταγές των άρθρων 3, 4, 10 και 15 καθώς και του παραρτήματος I, σημεία A, B και Δ, της οδηγίας 91/271.

18      Η Κυπριακή Δημοκρατία παραδέχεται ότι η προθεσμία της 31ης Δεκεμβρίου 2012, μέχρι την εκπνοή της οποίας έπρεπε να μεριμνήσει ώστε οι εγκαταστάσεις της να είναι σύμφωνες προς την οδηγία 91/271, δεν τηρήθηκε για το σύνολο των επίμαχων οικισμών. Υπογραμμίζει ότι, μεταξύ 8 Αυγούστου 2018 και 26 Μαΐου 2019, είχε δρομολογηθεί η κατασκευή ορισμένων έργων και ότι οι εργασίες για την πλήρη συμμόρφωση προς τις επιταγές της οδηγίας αυτής συνεχίζονταν. Εκθέτει περαιτέρω ότι οι καθυστερήσεις αυτές οφείλονται ιδίως στην έλλειψη χρηματοδοτήσεως, σε προβλήματα διοικητικής φύσεως ή ακόμη στις διαδικασίες ασκήσεως προσφυγών στον τομέα της συνάψεως δημοσίων συμβάσεων.

19      Όσον αφορά ειδικότερα την αιτίαση με την οποία προβάλλεται παράβαση του άρθρου 15 και του παραρτήματος I, σημείο Δ, της οδηγίας 91/271, η Κυπριακή Δημοκρατία εκτιμά ότι, στην έκταση που συμμορφώνεται, σε ορισμένο ποσοστό, προς τις διατάξεις των άρθρων 3, 4 ή 10 της οδηγίας αυτής, εκπληρώνει επίσης και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το άρθρο 15 και από το παράρτημα I, σημείο Δ, της οδηγίας. Ειδικότερα, παρακολουθεί τις απορρίψεις που προέρχονται από όλους τους σταθμούς επεξεργασίας αστικών λυμάτων και εξακριβώνει τη συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις του παραρτήματος I, σημείο B, της εν λόγω οδηγίας, σύμφωνα με τις διαδικασίες ελέγχου που ορίζονται στο σημείο Δ του παραρτήματος αυτού.

 Εκτίμηση του Δικαστηρίου

20      Εισαγωγικώς, πρέπει να υπομνησθεί, αφενός, ότι, κατά πάγια νομολογία σχετικά με το βάρος αποδείξεως στο πλαίσιο διαδικασίας του άρθρου 258 ΣΛΕΕ επί παραβάσει, στην Επιτροπή απόκειται να αποδείξει την ύπαρξη της προβαλλόμενης παράβασης. Εκείνη οφείλει να προσκομίσει στο Δικαστήριο τα στοιχεία που είναι αναγκαία προκειμένου αυτό να διαπιστώσει ότι συντρέχει παράβαση, χωρίς η Επιτροπή να μπορεί να στηριχθεί σε οποιοδήποτε τεκμήριο [βλ., ιδίως, αποφάσεις της 27ης Απριλίου 2006, Επιτροπή κατά Γερμανίας, C‑441/02, EU:C:2006:253, σκέψη 48, και της 5ης Σεπτεμβρίου 2019, Επιτροπή κατά Ιταλίας (Βακτήριο Xylella fastidiosa), C‑443/18, EU:C:2019:676, σκέψη 78].

21      Μόνον όταν η Επιτροπή προσκομίζει επαρκή αποδεικτικά στοιχεία από τα οποία προκύπτουν ορισμένα πραγματικά περιστατικά που έχουν λάβει χώρα στο έδαφος του καθού κράτους μέλους εναπόκειται σε αυτό να αμφισβητήσει ουσιαστικώς και λεπτομερώς τα προβαλλόμενα στοιχεία και τις συνέπειες που απορρέουν από αυτά [βλ., ιδίως, αποφάσεις της 26ης Απριλίου 2005, Επιτροπή κατά Ιρλανδίας, C‑494/01, EU:C:2005:250, σκέψη 44, και της 28ης Μαρτίου 2019, Επιτροπή κατά Ιρλανδίας (Δίκτυο συλλογής και επεξεργασίας λυμάτων), C‑427/17, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2019:269, σκέψη 39].

22      Αφετέρου, δεδομένου ότι η ύπαρξη παραβάσεως πρέπει να εκτιμάται σε συνάρτηση με την κατάσταση του οικείου κράτους μέλους ως είχε κατά τη λήξη της ταχθείσας με την αιτιολογημένη γνώμη προθεσμίας, το Δικαστήριο δεν πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις μεταβολές που επήλθαν στη συνέχεια [βλ., ιδίως, αποφάσεις της 28ης Ιανουαρίου 2016, Επιτροπή κατά Πορτογαλίας, C‑398/14, EU:C:2016:61, σκέψη 49, και της 28ης Μαρτίου 2019, Επιτροπή κατά Ιρλανδίας (Δίκτυο συλλογής και επεξεργασίας λυμάτων), C‑427/17, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2019:269, σκέψη 140].

23      Εν προκειμένω, η αιτιολογημένη γνώμη της 7ης Ιουνίου 2018 περιήλθε στην Κυπριακή Δημοκρατία στις 8 Ιουνίου 2018. Επομένως, η ύπαρξη της προβαλλόμενης παραβάσεως πρέπει να εκτιμηθεί κατά τη λήξη της δίμηνης προθεσμίας που αρχίζει από την τελευταία αυτή ημερομηνία.

24      Στη συγκεκριμένη περίπτωση, δεν αμφισβητείται ότι οι 31 οικισμοί τους οποίους αφορά η υπό κρίση προσφυγή έχουν ι.π. που κυμαίνεται μεταξύ 2 000 και 15 000.

25      Επομένως, σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφοι 1 και 2, της οδηγίας 91/271, σε συνδυασμό με την Πράξη Προσχωρήσεως της Κυπριακής Δημοκρατίας που μνημονεύεται στη σκέψη 10 της παρούσας αποφάσεως, οι οικισμοί αυτοί έπρεπε να έχουν εξοπλιστεί με δίκτυα αποχετεύσεως των αστικών τους λυμάτων που να πληρούν τις απαιτήσεις του παραρτήματος I, σημείο A, της οδηγίας αυτής το αργότερο στις 31 Δεκεμβρίου 2012. Κατά το άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας 91/271, οι επίμαχοι οικισμοί έπρεπε επίσης, το αργότερο από την ημερομηνία αυτή, να υποβάλλουν τα αστικά λύματα που διοχετεύονται στα αποχετευτικά τους δίκτυα σε δευτεροβάθμια ή σε ισοδύναμη επεξεργασία.

26      Ομοίως, η Κυπριακή Δημοκρατία όφειλε να έχει διασφαλίσει ότι οι σταθμοί επεξεργασίας πληρούν τις απαιτήσεις των άρθρων 10 και 15 της οδηγίας 91/271, τα οποία επιβάλλουν, αφενός, οι σταθμοί αυτοί να σχεδιάζονται, να κατασκευάζονται, να λειτουργούν και να συντηρούνται με τρόπο που να εξασφαλίζει επαρκείς αποδόσεις υπό όλες τις συνήθεις τοπικές κλιματικές συνθήκες και, αφετέρου, οι απορρίψεις τους να είναι σύμφωνες προς τις απαιτήσεις του παραρτήματος I της οδηγίας αυτής.

27      Πρώτον, όσον αφορά την υποχρέωση να διαθέτουν οι οικισμοί δίκτυα αποχετεύσεως αστικών λυμάτων, το άρθρο 3 της οδηγίας 91/271 επιβάλλει συγκεκριμένη υποχρέωση επιτεύξεως αποτελέσματος, διατυπωμένη κατά τρόπο σαφή και άνευ αμφισημίας, ώστε όλα τα αστικά λύματα που προέρχονται από οικισμούς με ι.π. μεταξύ 2 000 και 15 000 να διοχετεύονται σε δίκτυο αποχετεύσεως των αστικών λυμάτων (απόφαση της 6ης Νοεμβρίου 2014, Επιτροπή κατά Βελγίου, C‑395/13, EU:C:2014:2347, σκέψη 31 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

28      Η Κυπριακή Δημοκρατία παραδέχεται, με το υπόμνημα αντικρούσεως, ότι οι 31 επίμαχοι οικισμοί δεν ικανοποιούσαν πλήρως, κατά τη λήξη της ταχθείσας με την αιτιολογημένη γνώμη προθεσμίας, τις απαιτήσεις του άρθρου 3 και του παραρτήματος I, σημείο A, της οδηγίας 91/271, εκθέτοντας την κατάσταση κάθε οικισμού την 26η Μαΐου 2019 και τους λόγους για τους οποίους δεν τηρήθηκαν οι απαιτήσεις αυτές.

29      Διευκρινίζει ωστόσο ότι οι οικισμοί Δάλι, Λειβάδια, Κακοπετριά και Πέρα Χωριό-Νήσου διαθέτουν αποχετευτικό δίκτυο σύμφωνο προς τις απαιτήσεις του παραρτήματος I, σημείο A, της εν λόγω οδηγίας, το οποίο καθιστά δυνατή την εκπλήρωση, σε ποσοστό μεταξύ 21,36 % και 55,21 %, των επιβαλλόμενων υποχρεώσεων συλλογής λυμάτων.

30      Επομένως, κατά την ημερομηνία λήξεως της προθεσμίας που τάχθηκε με την αιτιολογημένη γνώμη, η κατάσταση των 31 οικισμών τους οποίους αφορά η προσφυγή της Επιτροπής δεν ήταν σύμφωνη προς τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το άρθρο 3 και το παράρτημα I, σημείο A, της οδηγίας 91/271.

31      Δεύτερον, όσον αφορά την υποχρέωση υποβολής των αστικών λυμάτων σε δευτεροβάθμια ή σε ισοδύναμη επεξεργασία σύμφωνη προς τις απαιτήσεις που απορρέουν από το άρθρο 4 της οδηγίας 91/271, πρέπει να σημειωθεί ότι η έλλειψη συλλογής των αστικών λυμάτων συνεπάγεται την έλλειψη δευτεροβάθμιας ή ισοδύναμης επεξεργασίας τέτοιων λυμάτων (πρβλ. απόφαση της 25ης Οκτωβρίου 2007, Επιτροπή κατά Ελλάδας, C‑440/06, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2007:642, σκέψη 25).

32      Εν προκειμένω, από την ενώπιον του Δικαστηρίου δικογραφία προκύπτει ότι οι 31 επίμαχοι οικισμοί δεν διέθεταν, κατά την ημερομηνία λήξεως της ταχθείσας με την αιτιολογημένη γνώμη προθεσμίας, αποχετευτικά δίκτυα που να παρέχουν τη δυνατότητα υποδοχής και διοχετεύσεως του συνόλου των αστικών λυμάτων με σκοπό τη δευτεροβάθμια ή την ισοδύναμη επεξεργασία τους.

33      Πράγματι, από το υπόμνημα αντικρούσεως της Κυπριακής Δημοκρατίας προκύπτει ότι στους οικισμούς Αραδίππου, Ύψωνας, Βορόκλινη, Δερύνεια, Σωτήρα, Ξυλοφάγου, Περβόλια, Κολόσσι, Πόλη Χρυσοχούς, Δρομολαξιά, Λιοπέτρι, Αυγόρου, Παλιομέτοχο, Κίτι, Φρέναρος, Ορμήδεια, Κοκκινοτριμιθιά, Τραχώνι, Επισκοπή, Ξυλοτύμπου, Πάνω Πολεμίδια, Πύλα, Λύμπια, Παρεκκλησιά, Άχνα, Μενεού και Πύργος οι υποχρεώσεις σχετικά με τη δευτεροβάθμια επεξεργασία δεν τηρούνταν κατά τη λήξη της ως άνω προθεσμίας, λόγω της ελλείψεως αποχετευτικών δικτύων δυνάμενων να εξασφαλίσουν τη διοχέτευση των αστικών λυμάτων με σκοπό τη δευτεροβάθμια ή την ισοδύναμη επεξεργασία τους ή λόγω της μη συλλογής των αστικών λυμάτων.

34      Εξάλλου, το κράτος μέλος αυτό εξέθεσε, με το υπόμνημα αντικρούσεως, ότι στους οικισμούς Δάλι, Λειβάδια, Κακοπετριά και Πέρα Χωριό-Νήσου οι υποχρεώσεις που συνδέονται με τη δευτεροβάθμια ή την ισοδύναμη επεξεργασία τηρούνταν μερικώς, σε ποσοστό μεταξύ 21,36 % και 55,21 %.

35      Κατά συνέπεια, δεν είχε εκπληρωθεί η υποχρέωση υποβολής του συνόλου των αστικών λυμάτων σε δευτεροβάθμια ή σε ισοδύναμη επεξεργασία, όπως προβλέπεται στο άρθρο 4 της οδηγίας 91/271.

36      Συναφώς, η Κυπριακή Δημοκρατία προβάλλει διάφορους δημοσιοοικονομικούς, διοικητικούς και νομικούς περιορισμούς, αλλά και δυσχέρειες που συνδέονται με τις προθεσμίες ή τις δικαστικές διαδικασίες όσον αφορά τις διαδικασίες συνάψεως δημοσίων συμβάσεων σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης. Ωστόσο, κατά πάγια νομολογία, τα κράτη μέλη δεν μπορούν να επικαλούνται εσωτερικές δυσχέρειες για να δικαιολογήσουν τη μη τήρηση των υποχρεώσεων που υπέχουν από το δίκαιο της Ένωσης, όπως από την οδηγία 91/271 (απόφαση της 22ας Φεβρουαρίου 2018, Επιτροπή κατά Ελλάδας, C‑328/16, EU:C:2018:98, σκέψη 53 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

37      Τρίτον, όσον αφορά την υποχρέωση που προβλέπεται στο άρθρο 10 της οδηγίας 91/271 και επιβάλλει οι σταθμοί επεξεργασίας να σχεδιάζονται, να κατασκευάζονται, να λειτουργούν και να συντηρούνται με τρόπο που να εξασφαλίζει επαρκείς αποδόσεις υπό όλες τις συνήθεις τοπικές κλιματικές συνθήκες, η τήρησή της προϋποθέτει, μεταξύ άλλων, ότι πληρούνται οι απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 4 της οδηγίας αυτής (πρβλ. απόφαση της 19ης Ιουλίου 2012, Επιτροπή κατά Ιταλίας, C‑565/10, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2012:476, σκέψη 42).

38      Κατά συνέπεια, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι η εν λόγω υποχρέωση έχει εκπληρωθεί στους οικισμούς σχετικά με τους οποίους δεν έχει εκπληρωθεί η υποχρέωση υποβολής του συνόλου των αστικών λυμάτων σε δευτεροβάθμια ή σε ισοδύναμη επεξεργασία, όπως προβλέπεται στο άρθρο 4 της οδηγίας 91/271 (πρβλ. αποφάσεις της 19ης Ιουλίου 2012, Επιτροπή κατά Ιταλίας, C‑565/10, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2012:476, σκέψη 43, και της 4ης Μαΐου 2017, Επιτροπή κατά Ηνωμένου Βασιλείου, C‑502/15, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2017:334, σκέψη 46).

39      Δεδομένου ότι η τελευταία αυτή υποχρέωση δεν έχει εκπληρωθεί, όπως διαπιστώνεται στη σκέψη 35 της παρούσας αποφάσεως, η Κυπριακή Δημοκρατία δεν τήρησε ούτε την υποχρέωση που προβλέπεται στο άρθρο 10 της οδηγίας αυτής.

40      Τέταρτον, όσον αφορά την παράβαση την οποία προσάπτει η Επιτροπή σχετικά με τη μη τήρηση των υποχρεώσεων που προβλέπει το άρθρο 15 της οδηγίας 91/271, πρέπει να σημειωθεί ότι η Κυπριακή Δημοκρατία παραδέχεται ότι δεν έχει συμμορφωθεί προς τις διατάξεις του άρθρου αυτού παρά μόνο στον βαθμό που τηρεί τις διατάξεις του άρθρου 3, του άρθρου 4 ή του άρθρου 10 της εν λόγω οδηγίας, ανάλογα με την περίπτωση, σε διαφορετικά ποσοστά σε συνάρτηση με τους οικείους οικισμούς.

41      Συναφώς, πρέπει να υπογραμμιστεί, ειδικότερα, ότι το άρθρο 15, παράγραφος 1, πρώτη περίπτωση, της οδηγίας 91/271, σε συνδυασμό με το παράρτημα I, σημεία B και Δ, αυτής, επιβάλλει μια διαρκή υποχρέωση, με την οποία επιδιώκεται να διαφαλιστεί ότι οι απορρίψεις λυμάτων ικανοποιούν «διαρκώς» τις απαιτήσεις ποιότητας που έπρεπε να πληρούνται από τη θέση σε λειτουργία του σταθμού επεξεργασίας (πρβλ. απόφαση της 28ης Ιανουαρίου 2016, Επιτροπή κατά Πορτογαλίας, C‑398/14, EU:C:2016:61, σκέψεις 37 και 40).

42      Συνεπώς, πρέπει να γίνει δεκτή η αιτίαση της Επιτροπής με την οποία προβάλλεται ότι η Κυπριακή Δημοκρατία δεν συμμορφώθηκε προς τις απαιτήσεις που προβλέπει το άρθρο 15 της εν λόγω οδηγίας.

43      Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω σκέψεων, διαπιστώνεται ότι η Κυπριακή Δημοκρατία, παραλείποντας

–        να παράσχει αποχετευτικό δίκτυο για 31 οικισμούς (Αραδίππου, Ύψωνας, Δάλι, Βορόκλινη, Δερύνεια, Σωτήρα, Ξυλοφάγου, Περβόλια, Κολόσσι, Πόλη Χρυσοχούς, Λειβάδια, Δρομολαξιά, Πέρα Χωριό-Νήσου, Λιοπέτρι, Αυγόρου, Παλιομέτοχο, Κίτι, Φρέναρος, Ορμήδεια, Κοκκινοτριμιθιά, Τραχώνι, Επισκοπή, Ξυλοτύμπου, Πάνω Πολεμίδια, Πύλα, Λύμπια, Παρεκκλησιά, Κακοπετριά, Άχνα, Μενεού και Πύργος) και

–        να διασφαλίσει, για τους ίδιους οικισμούς, ότι τα αστικά λύματα που διοχετεύονται σε αποχετευτικά δίκτυα υπόκεινται σε δευτεροβάθμια ή ισοδύναμη επεξεργασία πριν από την απόρριψή τους,

δεν εκπλήρωσε τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει των άρθρων 3, 4, 10 και 15 καθώς και του παραρτήματος I, σημεία A, B και Δ, της οδηγίας 91/271.

 Επί των δικαστικών εξόδων

44      Κατά το άρθρο 138, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου. Δεδομένου ότι η Κυπριακή Δημοκρατία ηττήθηκε, πρέπει να καταδικασθεί στα δικαστικά έξοδα, σύμφωνα με το σχετικό αίτημα της Επιτροπής.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (έκτο τμήμα) αποφασίζει:

1)      Η Κυπριακή Δημοκρατία, παραλείποντας

–        να παράσχει αποχετευτικό δίκτυο για 31 οικισμούς (Αραδίππου, Ύψωνας, Δάλι, Βορόκλινη, Δερύνεια, Σωτήρα, Ξυλοφάγου, Περβόλια, Κολόσσι, Πόλη Χρυσοχούς, Λειβάδια, Δρομολαξιά, Πέρα Χωριό-Νήσου, Λιοπέτρι, Αυγόρου, Παλιομέτοχο, Κίτι, Φρέναρος, Ορμήδεια, Κοκκινοτριμιθιά, Τραχώνι, Επισκοπή, Ξυλοτύμπου, Πάνω Πολεμίδια, Πύλα, Λύμπια, Παρεκκλησιά, Κακοπετριά, Άχνα, Μενεού και Πύργος) και

–        να διασφαλίσει, για τους ίδιους οικισμούς, ότι τα αστικά λύματα που διοχετεύονται σε αποχετευτικά δίκτυα υπόκεινται σε δευτεροβάθμια ή ισοδύναμη επεξεργασία πριν από την απόρριψή τους,

δεν εκπλήρωσε τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει των άρθρων 3, 4, 10 και 15 καθώς και του παραρτήματος I, σημεία A, B και Δ, της οδηγίας 91/271/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1991, για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 1137/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2008.

2)      Καταδικάζει την Κυπριακή Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

Safjan

Bay Larsen

Jääskinen

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 5 Μαρτίου 2020.

Ο Γραμματέας

 

Ο Πρόεδρος του έκτου τμήματος

A. Calot Escobar

 

M. Safjan


*      Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική.

Top