Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62019CJ0130

    Απόφαση του Δικαστηρίου (ολομέλεια) της 30ής Σεπτεμβρίου 2021.
    Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο κατά Karel Pinxten.
    Άρθρο 286, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ – Παράβαση των υποχρεώσεων που απορρέουν εκ της θέσεως του μέλους του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου – Έκπτωση από το δικαίωμα προς σύνταξη – Δικαίωμα αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας – Νομιμότητα της έρευνας της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) – Εσωτερική διαδικασία του Ελεγκτικού Συνεδρίου – Δραστηριότητα ασυμβίβαστη προς τα καθήκοντα του μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου – Έξοδα αποστολής και ημερήσιες αποζημιώσεις – Έξοδα εκπροσώπησης και υποδοχής – Χρήση του υπηρεσιακού αυτοκινήτου – Χρήση των υπηρεσιών οδηγού – Σύγκρουση συμφερόντων – Αναλογικότητα της κύρωσης.
    Υπόθεση C-130/19.

    ECLI identifier: ECLI:EU:C:2021:782

     ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ολομέλεια)

    της 30ής Σεπτεμβρίου 2021 ( *1 )

    Περιεχόμενα

     

    I. Το νομικό πλαίσιο

     

    Α. Το δίκαιο της Ένωσης

     

    1. Η Συνθήκη ΛΕΕ

     

    2. Ο ΚΥΚ

     

    3. Ο κανονισμός 2290/77

     

    4. Η οδηγία 2008/118/ΕΚ

     

    5. Ο κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) 883/2013

     

    6. Οι εσωτερικοί κανόνες του Ελεγκτικού Συνεδρίου

     

    α) Ο εσωτερικός κανονισμός

     

    β) Η απόφαση 1-2003

     

    γ) Η απόφαση 7-2004

     

    δ) Η απόφαση 33-2004

     

    ε) Ο κώδικας συμπεριφοράς του 2004

     

    στ) Η απόφαση 19-2009

     

    ζ) Η απόφαση 66-2011

     

    η) Ο κώδικας συμπεριφοράς του 2012

     

    θ) Οι λεπτομερείς κανόνες εφαρμογής του εσωτερικού κανονισμού

     

    Β. Το λουξεμβουργιανό δίκαιο

     

    II. Το ιστορικό της διαφοράς

     

    III. Οι διεξαχθείσες έρευνες και οι κινηθείσες διαδικασίες

     

    Α. Τα προκαταρκτικά μέτρα που έλαβε το Ελεγκτικό Συνέδριο

     

    Β. Η έρευνα της OLAF

     

    Γ. Η κίνηση της παρούσας διαδικασίας εντός του Ελεγκτικού Συνεδρίου

     

    Δ. Η ποινική διαδικασία που κίνησαν οι λουξεμβουργιανές αρχές

     

    IV. Τα αιτήματα των διαδίκων

     

    V. Επί του αιτήματος αναστολής της παρούσας διαδικασίας

     

    Α. Επιχειρήματα των διαδίκων

     

    Β. Εκτίμηση του Δικαστηρίου

     

    VI. Επί του αιτήματος να διαταχθεί η προσκόμιση ορισμένων εγγράφων

     

    Α. Επιχειρήματα των διαδίκων

     

    Β. Εκτίμηση του Δικαστηρίου

     

    VII. Επί του αιτήματος αφαίρεσης εγγράφου από τη δικογραφία

     

    Α. Επιχειρήματα των διαδίκων

     

    Β. Εκτίμηση του Δικαστηρίου

     

    VIII. Επί της προσφυγής

     

    Α. Επί του παραδεκτού της προσφυγής

     

    1. Επί της προβαλλόμενης ασυμβατότητας της παρούσας διαδικασίας προς το δικαίωμα αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας

     

    α) Επιχειρήματα των διαδίκων

     

    β) Εκτίμηση του Δικαστηρίου

     

    2. Επί της προβαλλόμενης παρατυπίας της έρευνας της OLAF

     

    α) Επιχειρήματα των διαδίκων

     

    β) Εκτίμηση του Δικαστηρίου

     

    3. Επί της προβαλλόμενης παρατυπίας της διαδικασίας που ακολουθήθηκε στο Ελεγκτικό Συνέδριο για να επιτραπεί η άσκηση της υπό κρίση προσφυγής

     

    α) Επιχειρήματα των διαδίκων

     

    β) Εκτίμηση του Δικαστηρίου

     

    4. Επί της προβαλλόμενης καθυστέρησης με την οποία ασκήθηκε η προσφυγή του Ελεγκτικού Συνεδρίου

     

    α) Επιχειρήματα των διαδίκων

     

    β) Εκτίμηση του Δικαστηρίου

     

    Β. Επί των αιτιάσεων

     

    1. Επί της τέταρτης αιτίασης, η οποία αφορά μη δηλωθείσα και παράνομη άσκηση πολιτικής δραστηριότητας και δραστηριότητας διαχείρισης αστικής εταιρίας ακινήτων

     

    α) Επί του πρώτου σκέλους της τέταρτης αιτίασης, το οποίο αφορά τη μη δηλωθείσα και παράνομη άσκηση πολιτικής δραστηριότητας

     

    1) Επιχειρήματα των διαδίκων

     

    2) Εκτίμηση του Δικαστηρίου

     

    β) Επί του δεύτερου σκέλους της τέταρτης αιτίασης, το οποίο αφορά τη μη δηλωθείσα και παράνομη άσκηση δραστηριότητας διαχείρισης αστικής εταιρίας ακινήτων

     

    1) Επιχειρήματα των διαδίκων

     

    2) Εκτίμηση του Δικαστηρίου

     

    2. Επί της πρώτης αιτίασης, η οποία αφορά κατάχρηση των πόρων του Ελεγκτικού Συνεδρίου για τη χρηματοδότηση δραστηριοτήτων που δεν συνδέονταν ή ήταν ασυμβίβαστες με τα καθήκοντά του ως μέλους του θεσμικού αυτού οργάνου

     

    α) Επί του παραδεκτού της πρώτης αιτίασης

     

    1) Επί της άσκησης από το Ελεγκτικό Συνέδριο της εξουσίας εκτιμήσεώς του

     

    i) Επιχειρήματα των διαδίκων

     

    ii) Εκτίμηση του Δικαστηρίου

     

    2) Επί της κατάθεσης του δικογράφου της προσφυγής και επί του παραδεκτού του πίνακα που προσκομίστηκε ως παράρτημα του υπομνήματος απαντήσεως

     

    i) Επιχειρήματα των διαδίκων

     

    ii) Εκτίμηση του Δικαστηρίου

     

    β) Επί του βασίμου της πρώτης αιτίασης

     

    1) Επιχειρήματα των διαδίκων

     

    2) Εκτίμηση του Δικαστηρίου

     

    i) Επί της παραβίασης της αρχής της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης

     

    ii) Επί των εξόδων αποστολής και των ημερήσιων αποζημιώσεων

     

    – Επί της διαμονής στο Crans-Montana

     

    – Επί της διαμονής στην Κούβα

     

    – Επί των σχέσεων με πολιτικούς ιθύνοντες και πολιτικά κινήματα

     

    – Επί των σχέσεων με υπευθύνους ιδιωτικών οικονομικών φορέων

     

    – Επί των σχέσεων με αντιπροσωπευτικούς οργανισμούς και ενώσεις

     

    – Επί της άσκησης εγκεκριμένης εξωτερικής δραστηριότητας

     

    – Επί της συμμετοχής σε κυνηγετικές δραστηριότητες

     

    – Επί των λοιπών αποστολών που αναφέρει το Ελεγκτικό Συνέδριο

     

    iii) Επί των εξόδων εκπροσώπησης και υποδοχής

     

    – Επί των εξόδων εκπροσώπησης που συνδέονται με τις σχέσεις με πολιτικούς ιθύνοντες

     

    – Επί των εξόδων εκπροσώπησης που συνδέονται με τις σχέσεις με άλλα πρόσωπα

     

    – Επί των εξόδων που αφορούν τις δεξιώσεις που διοργανώθηκαν στην κατοικία του Κ. Pinxten

     

    iv) Επί της χρήσης του υπηρεσιακού αυτοκινήτου και επί της χρήσης των υπηρεσιών οδηγού

     

    – Επί των εξόδων μεταφοράς που πραγματοποιήθηκαν εκτός των αποστολών του Κ. Pinxten

     

    – Επί των εξόδων μεταφοράς που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο των αποστολών του Κ. Pinxten

     

    – Επί της χρήσης του υπηρεσιακού αυτοκινήτου χωρίς χρήση των υπηρεσιών οδηγού

     

    3. Επί της δεύτερης αιτίασης, η οποία αφορά καταχρηστική και παράνομη χρήση φορολογικών προνομίων

     

    α) Επί του πρώτου σκέλους της δεύτερης αιτίασης, το οποίο αφορά την κατοχή και χρήση κάρτας καυσίμων από τέκνο του Κ. Pinxten το οποίο δεν ζούσε πλέον υπό τη στέγη του τελευταίου

     

    1) Επιχειρήματα των διαδίκων

     

    2) Εκτίμηση του Δικαστηρίου

     

    β) Επί του δεύτερου σκέλους της δεύτερης αιτίασης, το οποίο αφορά τη χρήση κάρτας καυσίμων για την αγορά καυσίμων προοριζόμενων για οχήματα που ανήκουν σε τρίτους

     

    1) Επιχειρήματα των διαδίκων

     

    2) Εκτίμηση του Δικαστηρίου

     

    4. Επί της τρίτης αιτίασης, η οποία αφορά ψευδείς δηλώσεις σχετικά με ασφαλιστική ζημία στο πλαίσιο προβαλλόμενων ατυχημάτων στα οποία εμπλέκονταν το υπηρεσιακό όχημα και ο οδηγός του γραφείου του Κ. Pinxten

     

    α) Επιχειρήματα των διαδίκων

     

    β) Εκτίμηση του Δικαστηρίου

     

    5. Επί της πέμπτης αιτίασης, η οποία αφορά κατάσταση σύγκρουσης συμφερόντων δημιουργηθείσα από τον Κ. Pinxten στο πλαίσιο σχέσης με τον διευθυντή ελεγχόμενης οντότητας

     

    α) Επιχειρήματα των διαδίκων

     

    β) Εκτίμηση του Δικαστηρίου

     

    Γ. Επί της έκπτωσης από το συνταξιοδοτικό δικαίωμα ή από άλλα αντ’ αυτού ωφελήματα

     

    1. Επιχειρήματα των διαδίκων

     

    2. Εκτίμηση του Δικαστηρίου

     

    IX. Επί του αιτήματος του Κ. Pinxten για χρηματική ικανοποίηση

     

    Α. Επιχειρήματα των διαδίκων

     

    Β. Εκτίμηση του Δικαστηρίου

     

    Επί των δικαστικών εξόδων

    «Άρθρο 286, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ – Παράβαση των υποχρεώσεων που απορρέουν εκ της θέσεως του μέλους του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου – Έκπτωση από το δικαίωμα προς σύνταξη – Δικαίωμα αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας – Νομιμότητα της έρευνας της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) – Εσωτερική διαδικασία του Ελεγκτικού Συνεδρίου – Δραστηριότητα ασυμβίβαστη προς τα καθήκοντα του μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου – Έξοδα αποστολής και ημερήσιες αποζημιώσεις – Έξοδα εκπροσώπησης και υποδοχής – Χρήση του υπηρεσιακού αυτοκινήτου – Χρήση των υπηρεσιών οδηγού – Σύγκρουση συμφερόντων – Αναλογικότητα της κύρωσης»

    Στην υπόθεση C‑130/19,

    με αντικείμενο προσφυγή δυνάμει του άρθρου 286, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ, η οποία ασκήθηκε στις 15 Φεβρουαρίου 2019,

    Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο, εκπροσωπούμενο αρχικά από τον C. Lesauvage καθώς και από τις J. Vermer και É. von Bardeleben, στη συνέχεια δε από τον C. Lesauvage,

    προσφεύγον,

    κατά

    Karel Pinxten, εκπροσωπούμενου από την L. Levi, avocate,

    καθού,

    ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (ολομέλεια),

    συγκείμενο από τους R. Silva de Lapuerta, Αντιπρόεδρο, προεδρεύουσα, J.‑C. Bonichot, A. Arabadjiev, M. Βηλαρά, E. Regan, M. Ilešič, L. Bay Larsen (εισηγητή) και N. Piçarra, προέδρους τμήματος, T. von Danwitz, C. Toader, M. Safjan, D. Šváby, S. Rodin, F. Biltgen, K. Jürimäe, Κ. Λυκούργο, P. G. Xuereb, L. S. Rossi και I. Jarukaitis, δικαστές,

    γενικός εισαγγελέας: G. Hogan

    γραμματέας: V. Giacobbo, διοικητική υπάλληλος,

    έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 29ης Σεπτεμβρίου 2020,

    αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 17ης Δεκεμβρίου 2020,

    εκδίδει την ακόλουθη

    Απόφαση

    1

    Με την προσφυγή του, το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο ζητεί από το Δικαστήριο να διαπιστώσει ότι ο Karel Pinxten έπαυσε να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που απορρέουν εκ της θέσεώς του και να επιβάλει, κατά συνέπεια, την κύρωση που προβλέπεται στο άρθρο 286, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ.

    I. Το νομικό πλαίσιο

    Α. Το δίκαιο της Ένωσης

    1.   Η Συνθήκη ΛΕΕ

    2

    Το άρθρο 285 ΣΛΕΕ ορίζει τα εξής:

    «Το Ελεγκτικό Συνέδριο εξασφαλίζει τον έλεγχο των λογαριασμών της [Ευρωπαϊκής] Ένωσης.

    Το Ελεγκτικό Συνέδριο απαρτίζεται από έναν υπήκοο κάθε κράτους μέλους. Τα μέλη του ασκούν τα καθήκοντά τους με πλήρη ανεξαρτησία, προς το γενικό συμφέρον της Ένωσης.»

    3

    Το άρθρο 286, παράγραφοι 1, 3, 4 και 6, ΣΛΕΕ έχει ως εξής:

    «1.   Τα μέλη του Ελεγκτικού Συνεδρίου επιλέγονται μεταξύ προσωπικοτήτων που υπηρετούν ή έχουν υπηρετήσει στα κράτη τους σε όργανα εξωτερικού ελέγχου ή διαθέτουν ειδικά προσόντα για το λειτούργημα αυτό. Οφείλουν να παρέχουν πλήρη εγγύηση ανεξαρτησίας.

    […]

    3.   Κατά την εκπλήρωση των καθηκόντων τους, τα μέλη του Ελεγκτικού Συνεδρίου δεν ζητούν ούτε δέχονται υποδείξεις από καμία κυβέρνηση ή άλλον οργανισμό. Απέχουν από κάθε ενέργεια ασυμβίβαστη με τα καθήκοντά τους.

    4.   Τα μέλη του Ελεγκτικού Συνεδρίου δεν δύνανται, κατά τη διάρκεια της θητείας τους, να ασκούν οποιαδήποτε άλλη επαγγελματική δραστηριότητα, αμειβόμενη ή μη. Αναλαμβάνουν επισήμως την υποχρέωση, κατά την ανάληψη των καθηκόντων τους, να τηρούν κατά τη διάρκεια της θητείας τους και μετά τη λήξη αυτής τις υποχρεώσεις που απορρέουν εκ της θέσεώς τους, και ιδίως τις υποχρεώσεις εντιμότητας και διακριτικότητας ως προς την αποδοχή, μετά την αποχώρησή τους, ορισμένων θέσεων ή ορισμένων πλεονεκτημάτων.

    […]

    6.   Τα μέλη του Ελεγκτικού Συνεδρίου δύνανται να απαλλάσσονται των καθηκόντων τους ή να κηρύσσονται έκπτωτα του δικαιώματος προς σύνταξη ή άλλων αντ’ αυτού ωφελημάτων μόνον αν το Δικαστήριο διαπιστώσει, κατόπιν αιτήσεως του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ότι έπαυσαν να ανταποκρίνονται προς τις απαιτούμενες προϋποθέσεις ή να εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις που απορρέουν εκ της θέσεώς τους.»

    4

    Το άρθρο 287, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ ορίζει τα ακόλουθα:

    «Το Ελεγκτικό Συνέδριο ελέγχει τη νομιμότητα και την κανονικότητα της πραγματοποιήσεως των εσόδων και εξόδων και εξακριβώνει τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση. Ενεργώντας κατά τον τρόπο αυτό, το Ελεγκτικό Συνέδριο αναφέρει ειδικότερα οποιαδήποτε παρατυπία.

    […]»

    2.   Ο ΚΥΚ

    5

    Το άρθρο 11, δεύτερο εδάφιο, του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) 723/2004 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 2004 (ΕΕ 2004, L 124, σ. 1, στο εξής: ΚΥΚ), προβλέπει τα εξής:

    «Ο υπάλληλος δεν δύναται να δεχθεί από οποιαδήποτε κυβέρνηση ή πηγή ξένη προς το όργανο στο οποίο ανήκει, χωρίς άδεια της αρμοδίας για τους διορισμούς αρχής, τιμητική διάκριση, παράσημο, εύνοια, δωρεά ή αμοιβή οποιασδήποτε φύσεως, εκτός εάν πρόκειται για υπηρεσίες που έχουν παρασχεθεί είτε πριν από το διορισμό του, είτε κατά τη διάρκεια ειδικής αδείας για την εκπλήρωση στρατιωτικής ή ανάλογης πολιτικής θητείας και στο πλαίσιο αυτών των υπηρεσιών.»

    6

    Το άρθρο 2, παράγραφος 2, του παραρτήματος VII του ΚΥΚ διευκρινίζει στο πρώτο εδάφιο τα εξής:

    «Ως συντηρούμενο τέκνο νοείται το νόμιμο τέκνο, φυσικό ή θετό, του υπαλλήλου ή του συζύγου του, εφόσον συντηρείται πράγματι από τον υπάλληλο.»

    7

    Το άρθρο 25 του παραρτήματος IX του ΚΥΚ προβλέπει τα ακόλουθα:

    «Εάν ο υπάλληλος διώκεται ποινικώς για τις ίδιες πράξεις, η οριστική απόφαση λαμβάνεται μόνον αφού η απόφαση που εκδόθηκε από το δικαστήριο καταστεί αμετάκλητη.»

    3.   Ο κανονισμός 2290/77

    8

    Το άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΟΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) 2290/77 του Συμβουλίου, της 18ης Οκτωβρίου 1977, περί του καθορισμού του καθεστώτος χρηματικών απολαβών των μελών του Ελεγκτικού Συνεδρίου (JO 1977, L 268, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) 1293/2004 του Συμβουλίου, της 30ής Απριλίου 2004 (ΕΕ 2004, L 243, σ. 26) (στο εξής: κανονισμός 2290/77), όριζε τα εξής:

    «Τα μέλη του Ελεγκτικού Συνεδρίου που καλούνται κατά την άσκηση των καθηκόντων τους να μετακινηθούν εκτός του τόπου προσωρινής εγκαταστάσεως του Συνεδρίου δικαιούνται:

    α)

    επιστροφή των εξόδων ταξιδίου·

    β)

    επιστροφή των εξόδων ξενοδοχείου (δωματίου, υπηρεσιών και τελών, αποκλειομένων οποιωνδήποτε άλλων εξόδων)·

    γ)

    αποζημίωση διαβιώσεως ίση, για κάθε πλήρη ημέρα απουσίας, με το 105 % της ημερήσιας αποζημιώσεως διαβιώσεως κατά τα οριζόμενα στον [KYK] για τους υπαλλήλους […] σε αποστολή.»

    4.   Η οδηγία 2008/118/ΕΚ

    9

    Το άρθρο 12 της οδηγίας 2008/118/ΕΚ του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με το γενικό καθεστώς των ειδικών φόρων κατανάλωσης και για την κατάργηση της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ (ΕΕ 2009, L 9, σ. 12), έχει ως εξής:

    «1.   Τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα απαλλάσσονται από την καταβολή ειδικού φόρου κατανάλωσης εφόσον προορίζονται να χρησιμοποιηθούν:

    α)

    στα πλαίσια διπλωματικών ή προξενικών σχέσεων,

    β)

    από διεθνείς οργανισμούς που αναγνωρίζονται από τις αρχές του κράτους μέλους υποδοχής και από τα μέλη των οργανισμών αυτών, εντός των ορίων και σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που καθορίζονται από τις διεθνείς συμβάσεις για την ίδρυσή τους ή από τις συμφωνίες για την έδρα τους,

    […]

    2.   Οι απαλλαγές υπόκεινται στις προϋποθέσεις και στα όρια που καθορίζονται από το κράτος μέλος υποδοχής. Τα κράτη μέλη δύνανται να χορηγούν την απαλλαγή με επιστροφή του ειδικού φόρου κατανάλωσης.»

    5.   Ο κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) 883/2013

    10

    Το άρθρο 1, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) 883/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Σεπτεμβρίου 2013, σχετικά με τις έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού (Ευρατόμ) αριθ. 1074/1999 του Συμβουλίου (ΕΕ 2013, L 248, σ. 1), έχει ως εξής:

    «Προκειμένου να ενισχυθεί η καταπολέμηση της απάτης, της διαφθοράς και κάθε άλλης παράνομης δραστηριότητας εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας […], η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης [OLAF] ασκεί τις εξουσίες διενέργειας ερευνών που ανατίθενται στην [Ευρωπαϊκή] Επιτροπή […]

    […]».

    11

    Το άρθρο 4, παράγραφοι 1 και 2, του κανονισμού 883/2013 προβλέπει τα ακόλουθα:

    «1.   Στους τομείς που αναφέρονται στο άρθρο 1, η [OLAF] διενεργεί διοικητικές έρευνες εντός των θεσμικών και λοιπών οργάνων και οργανισμών […].

    Οι εν λόγω εσωτερικές έρευνες διενεργούνται σύμφωνα με τους όρους του παρόντος κανονισμού και των αποφάσεων που εκδίδονται από τα αντίστοιχα θεσμικά και λοιπά όργανα ή οργανισμούς.

    2.   Εφόσον τηρούνται οι διατάξεις της παραγράφου 1:

    α)

    η [OLAF] δικαιούται άμεσης πρόσβασης, χωρίς προειδοποίηση, σε κάθε σχετική πληροφορία, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών σε βάσεις δεδομένων, που κατέχουν τα θεσμικά και λοιπά όργανα και οργανισμοί, καθώς και στις εγκαταστάσεις αυτών. […] Η [OLAF] μπορεί να λαμβάνει αντίγραφα και αποσπάσματα κάθε εγγράφου ή του περιεχομένου κάθε μέσου αποθήκευσης πληροφοριών που κατέχουν τα θεσμικά και λοιπά όργανα και οργανισμοί […]

    […]».

    12

    Το άρθρο 5, παράγραφοι 1 έως 3, του κανονισμού αυτού ορίζει τα εξής:

    «1.   Ο γενικός διευθυντής μπορεί να αποφασίσει την έναρξη έρευνας όταν υπάρχουν επαρκείς υπόνοιες, οι οποίες μπορούν επίσης να βασίζονται σε πληροφορίες παρεχόμενες από τρίτους ή ανωνύμως, ότι έχει διαπραχθεί απάτη, διαφθορά ή κάθε άλλη παράνομη δραστηριότητα εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης. […]

    2.   […]

    Η απόφαση για την έναρξη εσωτερικής έρευνας λαμβάνεται από τον γενικό διευθυντή, ο οποίος ενεργεί ιδία πρωτοβουλία ή μετά από αίτηση του θεσμικού ή άλλου οργάνου ή οργανισμού στο οποίο πρόκειται να πραγματοποιηθεί η έρευνα ή κράτους μέλους.

    3.   Ενόσω ο γενικός διευθυντής εξετάζει αν πρέπει να διεξαχθεί εσωτερική έρευνα κατόπιν αίτησης αναφερόμενης στην παράγραφο 2 και/ή ενώ η [OLAF] διεξάγει εσωτερική έρευνα, τα ενδιαφερόμενα θεσμικά ή λοιπά όργανα ή οργανισμοί δεν ξεκινούν παράλληλη έρευνα για τα ίδια πραγματικά περιστατικά, εκτός διαφορετικής συμφωνίας με την [OLAF].»

    13

    Το άρθρο 7, παράγραφος 2, του εν λόγω κανονισμού ορίζει τα ακόλουθα:

    «Οι υπάλληλοι της [OLAF] ασκούν τα καθήκοντά τους με την επίδειξη γραπτής εξουσιοδότησης στην οποία αναγράφονται τα στοιχεία ταυτότητας και η ιδιότητά τους. Η εξουσιοδότηση εκδίδεται από τον γενικό διευθυντή και αναφέρει το αντικείμενο και τον σκοπό της έρευνας, τις νομικές βάσεις για τη διενέργειά της και τις εξουσίες για τη διεξαγωγή της έρευνας που πηγάζουν από τις βάσεις αυτές.»

    14

    Το άρθρο 9, παράγραφος 4, του ίδιου κανονισμού διευκρινίζει τα εξής:

    «Με την επιφύλαξη του άρθρου 4 παράγραφος 6 και του άρθρου 7 παράγραφος 6, μόλις ολοκληρωθεί η έρευνα και προτού συνταχθούν συμπεράσματα με ονομαστική αναφορά σε ενδιαφερόμενο, παρέχεται στο εν λόγω πρόσωπο η δυνατότητα να σχολιάσει περιστατικά που το αφορούν.

    […]»

    15

    Το άρθρο 11, παράγραφος 4, του κανονισμού 883/2013 έχει ως εξής:

    «Οι εκθέσεις και συστάσεις που συντάσσονται μετά από εσωτερική έρευνα και κάθε συναφές χρήσιμο έγγραφο διαβιβάζονται στο ενδιαφερόμενο θεσμικό ή άλλο όργανο ή οργανισμό. Τα εν λόγω θεσμικά και λοιπά όργανα και οργανισμοί δίνουν στις εσωτερικές έρευνες τη συνέχεια, ιδίως πειθαρχική ή δικαστική, την οποία απαιτούν τα αποτελέσματα των εσωτερικών ερευνών και ενημερώνουν σχετικά την [OLAF], εντός προθεσμίας που ορίζεται στις συστάσεις που συνοδεύουν την έκθεση, καθώς και, επιπλέον, μετά από σχετική αίτηση της [OLAF].»

    6.   Οι εσωτερικοί κανόνες του Ελεγκτικού Συνεδρίου

    α)   Ο εσωτερικός κανονισμός

    16

    Το άρθρο 4 του εσωτερικού κανονισμού του Ελεγκτικού Συνεδρίου (στο εξής: εσωτερικός κανονισμός) προβλέπει τα εξής:

    «1.   Εάν το [Ελεγκτικό] Συνέδριο, με απόφαση της πλειοψηφίας των Μελών που το απαρτίζουν, κρίνει ότι με τις πληροφορίες που του κοινοποιήθηκαν είναι δυνατό να αποδειχθεί ότι ένα Μέλος έπαυσε να ανταποκρίνεται προς τις απαιτούμενες προϋποθέσεις ή να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που απορρέουν εκ της θέσεώς του βάσει του άρθρου 286 παράγραφος 6 [ΣΛΕΕ], αναθέτει στον Πρόεδρο […] να καταρτίσει προκαταρκτική έκθεση.

    2.   Η προκαταρκτική έκθεση, συνοδευόμενη από δικαιολογητικά, διαβιβάζεται σε όλα τα Μέλη, συμπεριλαμβανομένου του ενδιαφερόμενου Μέλους το οποίο, ως απάντηση, διαβιβάζει τις παρατηρήσεις του εγγράφως εντός εύλογης προθεσμίας καθοριζόμενης από τον Πρόεδρο ή, εάν Πρόεδρος είναι το ενδιαφερόμενο Μέλος, από το επόμενο τη τάξει Μέλος μετά τον Πρόεδρο.

    3.   Το εν λόγω Μέλος καλείται επίσης να παράσχει προφορικές διευκρινίσεις ενώπιον του [Ελεγκτικού] Συνεδρίου.

    4.   Η απόφαση για προσφυγή στο Δικαστήριο προκειμένου το ενδιαφερόμενο Μέλος να απαλλαγεί από τα καθήκοντά του και/ή να κηρυχθεί έκπτωτο του δικαιώματός του για συνταξιοδότηση ή για άλλα αντ’ αυτού ωφελήματα, λαμβάνεται με μυστική ψηφοφορία και με πλειοψηφία των τεσσάρων πέμπτων των Μελών του [Ελεγκτικού] Συνεδρίου. Το ενδιαφερόμενο Μέλος δεν συμμετέχει στην ψηφοφορία.»

    17

    Το άρθρο 23 του εσωτερικού κανονισμού έχει ως εξής:

    «Για κάθε συνεδρίαση του [Ελεγκτικού] Συνεδρίου καταρτίζονται πρακτικά.»

    18

    Το άρθρο 25, παράγραφος 3, του εσωτερικού κανονισμού ορίζει τα ακόλουθα:

    «Υπό την επιφύλαξη του άρθρου 4 παράγραφος 4 και του άρθρου 7 παράγραφος 2, οι λοιπές αποφάσεις λαμβάνονται με την πλειοψηφία των Μελών που είναι παρόντα στη συνεδρίαση του [Ελεγκτικού] Συνεδρίου. Ωστόσο, το [Ελεγκτικό] Συνέδριο μπορεί, ύστερα από πρόταση Μέλους, να δηλώσει, με την πλειοψηφία των Μελών που είναι παρόντα στη συνεδρίαση, ότι για συγκεκριμένο θέμα που έχει υποβληθεί στο [Ελεγκτικό] Συνέδριο λαμβάνεται απόφαση με την πλειοψηφία των Μελών του [Ελεγκτικού] Συνεδρίου.»

    β)   Η απόφαση 1-2003

    19

    Το άρθρο 1 της απόφασης 1-2003 του Ελεγκτικού Συνεδρίου, της 16ης Ιανουαρίου 2003, σχετικά με τα έξοδα αποστολών των Μελών του Συνεδρίου, η οποία ίσχυε κατά τον χρόνο των επίμαχων στην υπό κρίση προσφυγή πραγματικών περιστατικών (στο εξής: απόφαση 1-2003), διευκρίνιζε τα εξής:

    «Οι νομικές δεσμεύσεις (δηλαδή οι εντολές αποστολής) που αφορούν τα έξοδα αποστολής πρέπει να ζητούνται το συντομότερο δυνατόν. Ο διατάκτης, για τα έξοδα αποστολής των Μελών, είναι ο Πρόεδρος του [Ελεγκτικού] Συνεδρίου. […]»

    20

    Το άρθρο 3 της απόφασης αυτής είχε ως εξής:

    «Κατά τη διάρκεια των αποστολών τους, τα Μέλη μπορούν να μετακινούνται με υπηρεσιακό όχημα, αεροπορικώς, σιδηροδρομικώς ή ακτοπλοϊκώς.»

    21

    Το άρθρο 5 της εν λόγω απόφασης όριζε τα ακόλουθα:

    «Η επιστροφή των εξόδων αποστολής ζητείται το συντομότερο δυνατόν μετά την επιστροφή του Μέλους. Τα έξοδα ξενοδοχείου (εξαιρουμένων των γευμάτων) επιστρέφονται.»

    22

    Το άρθρο 6 της ίδιας απόφασης είχε ως εξής:

    «Για τις αποστολές που διαρκούν λιγότερο από δώδεκα ώρες εντός μίας ημέρας καταβάλλεται το ήμισυ της σχετικής ημερήσιας αποζημίωσης. Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, η ημερήσια αποζημίωση καταβάλλεται στο σύνολό της.»

    γ)   Η απόφαση 7-2004

    23

    Το άρθρο 2 της απόφασης 7-2004 του Ελεγκτικού Συνεδρίου, της 22ας Απριλίου 2004, σχετικά με τα έξοδα εκπροσώπησης και υποδοχής των Μελών του, η οποία ίσχυε κατά τον χρόνο των επίμαχων στην υπό κρίση προσφυγή πραγματικών περιστατικών (στο εξής: απόφαση 7-2004), όριζε τα εξής:

    «Στην αρχή κάθε οικονομικού έτους και κατόπιν διαβούλευσης με τα Μέλη, οι πιστώσεις διαιρούνται σε δύο μέρη:

    […]

    Το δεύτερο μέρος, καλούμενο μέρος B, αφορά τις γενικού χαρακτήρα δαπάνες εκπροσώπησης και υποδοχής στις οποίες υποβάλλονται τα Μέλη υπό την ιδιότητά τους ως Μελών θεσμικού οργάνου. Η επιστροφή των δαπανών αυτών πραγματοποιείται στο τέλος κάθε τριμήνου βάσει σχετικών δηλώσεων στις οποίες επισυνάπτονται οι αποδείξεις ή άλλα δικαιολογητικά έγγραφα που θεωρούνται ως ισοδύναμα και αναφέρουν την ημερομηνία της πρόσκλησης, τον αριθμό των προσκεκλημένων και την ιδιότητα του κύριου προσκεκλημένου. […]»

    24

    Το άρθρο 6 της απόφασης αυτής προέβλεπε τα εξής:

    «Για τις δεξιώσεις που πραγματοποιούνται σε οικία, το [Ελεγκτικό] Συνέδριο επιστρέφει τα καταβληθέντα έξοδα μέχρι του ποσού που προκύπτει από τα προσκομισθέντα δικαιολογητικά έγγραφα.»

    25

    Η εν λόγω απόφαση συνοδευόταν από σημείωμα προς τα Μέλη του Ελεγκτικού Συνεδρίου, της 22ας Απριλίου 2004, το οποίο περιείχε «προτάσεις σχετικά με τα έξοδα εκπροσώπησης και υποδοχής» (στο εξής: σημείωμα της 22ας Απριλίου 2004). Κατά το σημείωμα αυτό:

    «[…]

    Τα έξοδα εκπροσώπησης αποσκοπούν κυρίως στην προώθηση των εξωτερικών σχέσεων του [Ελεγκτικού] Συνεδρίου.

    Τα Μέλη εκπροσωπούν το [Ελεγκτικό] Συνέδριο ιδίως όταν διατηρούν, προς το συμφέρον του [Ελεγκτικού] Συνεδρίου, επαγγελματικές σχέσεις με πρόσωπα που ασκούν καθήκοντα εντός της […] Ένωσης, των κρατών μελών ή άλλων χωρών.

    […]

    Οι δαπάνες για κάθε εκδήλωση πρέπει να είναι ανάλογες της σημασίας της εκδήλωσης και της ιδιότητας των συμμετεχόντων.

    Όταν τα Μέλη εκπροσωπούν το [Ελεγκτικό] Συνέδριο, ο/η σύζυγος/σύντροφός τους μπορεί επίσης να συμμετάσχει στην εκδήλωση. Οι προσκεκλημένοι μπορούν επίσης να συνοδεύονται.

    Όσον αφορά τους φίλους ή τις προσωπικές σχέσεις, οι προσκλήσεις πρέπει να είναι ιδιωτικές.

    […]

    Το παράρτημα 1 περιέχει σχετικές κατευθυντήριες γραμμές.

    Οι δαπάνες πρέπει να δηλώνονται κατά τρόπο σαφή και συνοπτικό με χρήση του παραρτήματος 2.»

    26

    Το παράρτημα 1 του εν λόγω σημειώματος διευκρίνιζε ότι «η εκπροσώπηση/υποδοχή εκτός του [Ελεγκτικού] Συνεδρίου πρέπει κατά κανόνα να αφορά πρόσωπα που ασκούν πρωταρχικής σημασίας καθήκοντα εντός της […] Ένωσης, των κρατών μελών ή άλλων χωρών» και ότι οι δαπάνες για εκπροσώπηση/υποδοχή στην ιδιωτική κατοικία του Μέλους «δεν πρέπει να υπερβαίνουν το μέτρο που είναι αναγκαίο για τον σκοπό αυτόν, συμπεριλαμβανομένου του ανθοστολισμού».

    27

    Το παράρτημα αυτό όριζε επίσης ότι, «[ό]ταν ο κατάλογος των προσκεκλημένων, πέραν των εξωτερικών σε σχέση με το όργανο προσώπων, περιλαμβάνει υπαλλήλους του [Ελεγκτικού] Συνεδρίου, πρέπει να διατηρείται κατάλληλη ισορροπία μεταξύ των δύο κατηγοριών» και ότι «οι προσωπικοί φίλοι και τα μέλη της οικογένειας (εξαιρουμένων των συζύγων/συντρόφων) πρέπει να προσκαλούνται με ιδιωτικές προσκλήσεις, με έξοδα του Μέλους».

    δ)   Η απόφαση 33-2004

    28

    Το άρθρο 1 της απόφασης 33-2004 του Ελεγκτικού Συνεδρίου, της 15ης Ιουνίου 2004, σχετικά με τη διαχείριση και τη χρήση του στόλου αυτοκινήτων του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου, η οποία ίσχυε κατά τον χρόνο των επίμαχων στην υπό κρίση προσφυγή πραγματικών περιστατικών έως την έναρξη ισχύος της απόφασης 19-2009 του Ελεγκτικού Συνεδρίου, της 20ής Απριλίου 2009, σχετικά με τη διαχείριση και τη χρήση του στόλου αυτοκινήτων του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου (στο εξής: απόφαση 33-2004), όριζε τα ακόλουθα:

    «Υπηρεσιακά αυτοκίνητα είναι διαρκώς στη διάθεση των Μελών και του Γενικού Γραμματέα του [Ελεγκτικού] Συνεδρίου, για τις μετακινήσεις τους στο πλαίσιο των καθηκόντων τους.»

    29

    Το άρθρο 4 της απόφασης αυτής είχε ως εξής:

    «Το [Ελεγκτικό] Συνέδριο αναλαμβάνει, εκτός από το κόστος της μίσθωσης, και τα έξοδα που προκύπτουν από τη χρήση του οχήματος από τα Μέλη και τον Γενικό Γραμματέα κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

    Ως μετακινήσεις κατά την άσκηση των καθηκόντων νοούνται:

    οι μετακινήσεις που καλύπτονται από εντολή αποστολής,

    οι λοιπές μετακινήσεις που συνδέονται με την άσκηση των καθηκόντων, υπολογιζόμενες κατ’ αποκοπήν σε 15000 χιλιόμετρα ανά έτος.»

    30

    Το άρθρο 5 της εν λόγω απόφασης είχε ως εξής:

    «Όταν τα Μέλη ή ο Γενικός Γραμματέας χρησιμοποιούν το υπηρεσιακό αυτοκίνητο για άλλες μετακινήσεις πλην των μνημονευόμενων στο άρθρο 4, βαρύνονται με τα σχετικά έξοδα (διόδια, κόστος καυσίμων και τυχόν πρόσθετο κόστος μίσθωσης το οποίο προκύπτει από υπέρβαση του συνολικού αριθμού των 45000 χιλιομέτρων ανά έτος που προβλέπεται στη σύμβαση-πλαίσιο).»

    31

    Το άρθρο 6 της ίδιας απόφασης προέβλεπε τα εξής:

    «Οι οδηγοί δικαιούνται επιστροφή των εξόδων αποστολής […] όταν παρέχουν τις υπηρεσίες τους κατά τις μετακινήσεις των Μελών ή του Γενικού Γραμματέα στο πλαίσιο της άσκησης των καθηκόντων τους.»

    32

    Η απόφαση 33-2004 συνοδευόταν από έγγραφο με τίτλο «Σχόλια επί της απόφασης 33-2004 σχετικά με τη διαχείριση και τη χρήση του στόλου αυτοκινήτων του Ελεγκτικού Συνεδρίου» (στο εξής: σχόλια επί της απόφασης 33‑2004).

    33

    Κατά τα σχόλια επί της απόφασης 33-2004 σχετικά με το άρθρο 4 της απόφασης αυτής:

    «Θεωρούνται ως “λοιπές μετακινήσεις που συνδέονται με την άσκηση των καθηκόντων”

    οι διαδρομές μεταξύ κατοικίας (στον τόπο υπηρεσίας) και τόπου εργασίας,

    οι διαδρομές μεταξύ τόπου υπηρεσίας/κατοικίας και αεροδρομίου,

    οι εθιμοτυπικές υποχρεώσεις που πραγματοποιούνται σε περιορισμένη περίμετρο και δεν καλύπτονται από εντολή αποστολής,

    οι περιπτώσεις ανωτέρας βίας (ασθένεια, ιατρικοί έλεγχοι, αδυναμία οδήγησης κ.λπ.).»

    ε)   Ο κώδικας συμπεριφοράς του 2004

    34

    Το άρθρο 4 του κώδικα συμπεριφοράς των Μελών του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ο οποίος εγκρίθηκε από το εν λόγω θεσμικό όργανο στις 16 Δεκεμβρίου 2004 (στο εξής: κώδικας συμπεριφοράς του 2004), όριζε τα εξής:

    «1.   Τα Μέλη του [Ελεγκτικού] Συνεδρίου αφιερώνονται εξ ολοκλήρου στην εκπλήρωση της αποστολής τους. Δεν μπορούν να κατέχουν καμία πολιτική θέση. Απέχουν από κάθε εξωτερική επαγγελματική δραστηριότητα και από κάθε άλλη εξωτερική δραστηριότητα ασυμβίβαστη με την υποχρέωση διαθεσιμότητας που υπέχουν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

    […]

    3.   Τα Μέλη δηλώνουν τις εξωτερικές τους δραστηριότητες […]».

    στ)   Η απόφαση 19-2009

    35

    Τα άρθρα 1 και 4 έως 6 της απόφασης 19-2009 επαναλάμβαναν το κείμενο των αντιστοίχων άρθρων της απόφασης 33-2004.

    36

    Το άρθρο 7 της απόφασης 19-2009 όριζε τα εξής:

    «Η παρούσα απόφαση ακυρώνει και αντικαθιστά την απόφαση 33-2004. Αρχίζει να ισχύει την ίδια ημερομηνία με τη νέα διοργανική σύμβαση-πλαίσιο που διέπει τα μισθωμένα αυτοκίνητα.»

    37

    Η απόφαση 19-2009 συνοδευόταν από έγγραφο με τίτλο «Σχόλια επί της απόφασης 19-2009 σχετικά με τη διαχείριση και τη χρήση του στόλου αυτοκινήτων του Ελεγκτικού Συνεδρίου» (στο εξής: σχόλια επί της απόφασης 19‑2009).

    38

    Το κείμενο των σχολίων επί της απόφασης 19-2009 σχετικά με το άρθρο 4 της απόφασης αυτής ήταν το ίδιο με εκείνο των σχολίων επί της απόφασης 33-2004 σχετικά με το άρθρο 4 της τελευταίας αυτής απόφασης.

    ζ)   Η απόφαση 66-2011

    39

    Το άρθρο 1 της απόφασης 66-2011 του Ελεγκτικού Συνεδρίου, της 26ης Οκτωβρίου 2011, για τη θέσπιση κατευθυντηρίων οδηγιών δεοντολογίας για το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο, ορίζει τα εξής:

    «Οι παρούσες κατευθυντήριες οδηγίες εφαρμόζονται στο […] Ελεγκτικό Συνέδριο.»

    40

    Οι κατευθυντήριες οδηγίες δεοντολογίας που επισυνάπτονται στην εν λόγω απόφαση (στο εξής: κατευθυντήριες οδηγίες δεοντολογίας) έχουν ως εξής:

    «[…]

    2.2. Διαχειριζόμαστε τους πόρους του [Ελεγκτικού] Συνεδρίου με νόμιμο, κανονικό και χρηστό από δημοσιονομική άποψη τρόπο. Το [Ελεγκτικό] Συνέδριο πρέπει να λειτουργεί ως πρότυπο δημοσιονομικής διαχείρισης: η διαχείριση των πόρων του πρέπει να ασκείται σε πλήρη συμμόρφωση με τον δημοσιονομικό κανονισμό και με κάθε άλλο εφαρμοστέο κανόνα· οι στόχοι του πρέπει να επιτυγχάνονται με οικονομικό, αποδοτικό και αποτελεσματικό τρόπο.

    […]

    3.3. Αποφεύγουμε κάθε σύγκρουση συμφερόντων, είτε πραγματική είτε φαινομενική. Τέτοιου είδους περίπτωση θα μπορούσε να προκύψει, παραδείγματος χάριν, λόγω της ιδιότητας μέλους πολιτικών οργανώσεων, λόγω πολιτικού λειτουργήματος ή αξιώματος, λόγω της ιδιότητας μέλους διοικητικών συμβουλίων και λόγω της ύπαρξης οικονομικού συμφέροντος σε ελεγχόμενες μονάδες. Είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί όσον αφορά τέτοιου είδους θέματα και το πώς θα μπορούσαν να εκληφθούν από τρίτους.

    3.4. Δεν έχουμε με την ελεγχόμενη μονάδα καμία σχέση η οποία θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την ανεξαρτησία μας. Θέματα που θα μπορούσαν να παραβλάψουν την ανεξαρτησία περιλαμβάνουν οικογενειακές ή/και προσωπικές σχέσεις με τους υπαλλήλους της ελεγχόμενης μονάδας, οι οποίες θα μπορούσαν να επηρεάσουν τα αποτελέσματα της εργασίας μας. Πριν από τη διεκπεραίωση του ελεγκτικού καθήκοντος, εκτιμούμε τον δυνητικό αντίκτυπο τέτοιου είδους σχέσεων και ενημερώνουμε τον προϊστάμενό μας· για τον σκοπό αυτό, το [Ελεγκτικό] Συνέδριο θέσπισε ετήσια διαδικασία επιβεβαίωσης.

    […]

    3.7. Εκτελούμε εξωτερικές δραστηριότητες μόνον εντός του πλαισίου που καθορίζει ο κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης και έχοντας πάντοτε υπόψη το καθήκον νομιμοφροσύνης προς το [Ελεγκτικό] Συνέδριο. Δεν εκτελούμε οιαδήποτε δραστηριότητα θα μπορούσε να βλάψει τη φήμη του [Ελεγκτικού] Συνεδρίου, να θέσει υπό αμφισβήτηση την αμεροληψία μας ή να παρεμποδίσει το έργο μας.

    […]»

    η)   Ο κώδικας συμπεριφοράς του 2012

    41

    Το άρθρο 2, παράγραφοι 1, 2 και 4, του κώδικα συμπεριφοράς των Μελών του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ο οποίος εγκρίθηκε από το εν λόγω θεσμικό όργανο στις 8 Φεβρουαρίου 2012 (στο εξής: κώδικας συμπεριφοράς του 2012), είχε ως εξής:

    «1.   Τα Μέλη αποφεύγουν κάθε κατάσταση που μπορεί να συνεπαχθεί σύγκρουση συμφερόντων. Δεν παρεμβαίνουν σε ζητήματα στα οποία έχουν προσωπικό συμφέρον, ιδίως οικογενειακό ή οικονομικό, και τα οποία θα μπορούσαν να επηρεάσουν την αμεροληψία τους. […]

    2.   Τα Μέλη του [Ελεγκτικού] Συνεδρίου δηλώνουν τα οικονομικά τους συμφέροντα και τα περιουσιακά τους στοιχεία τα οποία ενδέχεται να προκαλέσουν σύγκρουση συμφερόντων κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, είτε αυτά έχουν τη μορφή ατομικής συμμετοχής σε εταιρικό κεφάλαιο, ιδίως μετοχές, είτε άλλες μορφές συμμετοχής όπως μετατρέψιμες ομολογίες ή πιστοποιητικά επενδύσεων. […] Απαιτείται η δήλωση της ακίνητης περιουσίας που ανήκει σε Μέλος είτε άμεσα είτε μέσω κτηματομεσιτικής εταιρείας, εξαιρουμένων των κατοικιών που προορίζονται για αποκλειστική χρήση από τον ιδιοκτήτη τους ή την οικογένειά του.

    […]

    4.   Κατά την ανάληψη των καθηκόντων τους τα Μέλη υποβάλλουν στον Πρόεδρο του [Ελεγκτικού] Συνεδρίου τη δήλωση που προβλέπεται ανωτέρω χρησιμοποιώντας το έγγραφο του παραρτήματος. […] Σε περίπτωση σημαντικών μεταβολών η δήλωση αναθεωρείται και υποβάλλεται νέα. […]»

    42

    Το άρθρο 4 του κώδικα συμπεριφοράς του 2012 όριζε τα εξής:

    «1.   Τα Μέλη του [Ελεγκτικού] Συνεδρίου αφιερώνονται εξ ολοκλήρου στην εκπλήρωση της αποστολής τους. Δεν μπορούν να καταλάβουν κανένα πολιτικό αξίωμα.

    2.   Τα Μέλη απέχουν από κάθε εξωτερική επαγγελματική δραστηριότητα και από κάθε άλλη εξωτερική δραστηριότητα ασυμβίβαστη με την άσκηση των καθηκόντων τους.

    […]

    6.   Τα Μέλη περιλαμβάνουν τις εξωτερικές δραστηριότητές τους, εξαιρουμένων αυτών της παραγράφου 4, στη δήλωση συμφερόντων η οποία αναφέρεται στο άρθρο 2.»

    θ)   Οι λεπτομερείς κανόνες εφαρμογής του εσωτερικού κανονισμού

    43

    Κατά τη διάρκεια των δύο θητειών του Κ. Pinxten ως μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου, καθορίστηκαν λεπτομερείς κανόνες εφαρμογής του εσωτερικού κανονισμού διαδοχικά με την απόφαση 92-2004 του Ελεγκτικού Συνεδρίου, της 8ης Δεκεμβρίου 2004, με την απόφαση 26-2010 του Ελεγκτικού Συνεδρίου, της 11ης Μαρτίου 2010, και με την απόφαση 38-2016 του Ελεγκτικού Συνεδρίου, της 2ας Ιουνίου 2016 (στο εξής: λεπτομερείς κανόνες εφαρμογής του εσωτερικού κανονισμού). Καθεμία από τις εν λόγω αποφάσεις τροποποιήθηκε πριν καταργηθεί.

    44

    Οι κρίσιμες για την παρούσα διαδικασία διατάξεις δεν τροποποιήθηκαν ουσιωδώς κατά την περίοδο αυτή.

    45

    Το άρθρο 5 των λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του εσωτερικού κανονισμού είχε ως εξής:

    «1.   Τα Μέλη απέχουν από κάθε επαγγελματική δραστηριότητα εκτός του [Ελεγκτικού] Συνεδρίου, καθώς και από κάθε άλλη εξωτερική δραστηριότητα η οποία είναι ασυμβίβαστη με τις αρχές της ανεξαρτησίας και της ετοιμότητας ως προς την άσκηση των καθηκόντων τους, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 286, παράγραφοι 3 και 4, […] ΣΛΕΕ.

    2.   Για τον σκοπό αυτό, κάθε εξωτερική δραστηριότητα την οποία ασκεί ή προτίθεται να ασκήσει ένα Μέλος εκτιμάται σε συνάρτηση με καθένα από τα κατωτέρω γενικά κριτήρια:

    α)

    η δραστηριότητα δεν υπονομεύει την αμεροληψία του [Ελεγκτικού] Συνεδρίου,

    β)

    η δραστηριότητα δεν δημιουργεί σύγκρουση συμφερόντων,

    γ)

    η δραστηριότητα δεν απαιτεί υπερβολικό χρόνο,

    δ)

    η δραστηριότητα δεν αποφέρει χρηματικά οφέλη.»

    46

    Το άρθρο 6, παράγραφοι 1 και 2, των λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του εσωτερικού κανονισμού προέβλεπε τα ακόλουθα:

    «1.   Κάθε Μέλος, εντός μέγιστης προθεσμίας τριάντα εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία ανάληψης των καθηκόντων του, δηλώνει στον Πρόεδρο του [Ελεγκτικού] Συνεδρίου τις εξωτερικές δραστηριότητές του, προβαίνοντας στην ακριβέστερη δυνατή περιγραφή τους σε συνάρτηση με καθένα από τα τέσσερα κριτήρια που αναφέρονται στο άρθρο 5, παράγραφος 2, ανωτέρω.

    2.   Κάθε νέα εξωτερική δραστηριότητα, πέραν των αναφερόμενων στην παράγραφο 1 ανωτέρω, […] πρέπει να δηλώνεται αμελλητί στον Πρόεδρο του [Ελεγκτικού] Συνεδρίου […]».

    47

    Το άρθρο 8, πρώτο εδάφιο, των λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του εσωτερικού κανονισμού όριζε τα εξής:

    «Οι συνεδριάσεις που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο της διαδικασίας που προβλέπει το άρθρο 4 του εσωτερικού κανονισμού αποτελούν συνεδριάσεις κεκλεισμένων των θυρών κατά την έννοια του άρθρου 49 των παρόντων λεπτομερών κανόνων εφαρμογής.»

    48

    Το άρθρο 39, παράγραφος 1, των λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του εσωτερικού κανονισμού διευκρίνιζε τα εξής:

    «Ο Γενικός Γραμματέας, ως υπεύθυνος για τη Γραμματεία του [Ελεγκτικού] Συνεδρίου, φέρει, μεταξύ άλλων, την ευθύνη να συντάσσει τα σχέδια πρακτικών των συνεδριάσεων του [Ελεγκτικού] Συνεδρίου […] Επικουρεί τον Πρόεδρο στην προετοιμασία των συνεδριάσεων του [Ελεγκτικού] Συνεδρίου και της διοικητικής επιτροπής εξασφαλίζοντας την τήρηση των διαδικασιών και την ορθή εφαρμογή των αποφάσεων του [Ελεγκτικού] Συνεδρίου.»

    49

    Το άρθρο 49, παράγραφος 3, των λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του εσωτερικού κανονισμού όριζε τα εξής:

    «Με την επιφύλαξη ύπαρξης περί του αντιθέτου απόφασης η οποία έχει ληφθεί σε προγενέστερη συνεδρίαση του [Ελεγκτικού] Συνεδρίου ή Τμήματος, οι συνεδριάσεις κεκλεισμένων των θυρών πραγματοποιούνται απουσία διερμηνέων ή υπαλλήλων του [Ελεγκτικού] Συνεδρίου».

    50

    Το άρθρο 50, παράγραφος 1, των λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του εσωτερικού κανονισμού είχε ως εξής:

    «Τα σχέδια πρακτικών των συνεδριάσεων του [Ελεγκτικού] Συνεδρίου καταρτίζονται από τον Γενικό Γραμματέα ή από άλλο για τον σκοπό αυτό ορισθέν πρόσωπο. Διαβιβάζονται στα Μέλη το συντομότερο δυνατό και εγκρίνονται από το [Ελεγκτικό] Συνέδριο σε μεταγενέστερη συνεδρίαση.»

    Β. Το λουξεμβουργιανό δίκαιο

    51

    Η règlement ministériel du 18 mars 2010, portant publication de la loi belge du 22 décembre 2009 relative au régime général d’accise transposant la directive 2008/118 et abrogeant la directive 92/12/CEE en la matière (υπουργική κανονιστική απόφαση της 18ης Μαρτίου 2010, περί δημοσίευσης του βελγικού νόμου της 22ας Δεκεμβρίου 2009 σχετικά με το γενικό καθεστώς των ειδικών φόρων κατανάλωσης και για τη μεταφορά της οδηγίας 2008/118 στην εσωτερική έννομη τάξη και την κατάργηση της οδηγίας 92/12/ΕΟΚ στον τομέα αυτόν) (στο εξής: υπουργική απόφαση της 18ης Μαρτίου 2010), ορίζει στο άρθρο 1 τα εξής:

    «Ο βελγικός νόμος της 22ας Δεκεμβρίου 2009 σχετικά με το γενικό καθεστώς των ειδικών φόρων κατανάλωσης δημοσιεύεται στο Mémorial για να εκτελεστεί στο Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου.»

    52

    Το άρθρο 13 του βελγικού νόμου της 22ας Δεκεμβρίου 2009, σχετικά με το γενικό καθεστώς των ειδικών φόρων κατανάλωσης, ο οποίος ισχύει στο Λουξεμβούργο δυνάμει του άρθρου 1 της υπουργικής απόφασης της 18ης Μαρτίου 2010, έχει ως εξής:

    «Στο πλαίσιο της διαδικασίας που είναι συμφυής με την απαλλαγή από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης η οποία τους χορηγείται, οι διπλωμάτες, προξενικοί υπάλληλοι, ένοπλες δυνάμεις και οργανισμοί που μνημονεύονται στο άρθρο 20, [σημεία 7 έως 12], του γενικού νόμου της 18ης Ιουλίου 1977 περί τελωνείων και ειδικών φόρων κατανάλωσης έχουν την εξουσία να παραλαμβάνουν προϊόντα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης υπό καθεστώς αναστολής του ειδικού φόρου κατανάλωσης, τα οποία προέρχονται από άλλα κράτη μέλη […]».

    53

    Το άρθρο 20, σημείο 7, του βελγικού γενικού νόμου της 18ης Ιουλίου 1977, περί τελωνείων και ειδικών φόρων κατανάλωσης, προβλέπει τα εξής:

    «Απαλλαγή από τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης χορηγείται υπό τις προϋποθέσεις και εντός των τυχόν ορίων, μεταξύ των οποίων και οι εύλογες ποσότητες, που καθορίζονται με βασιλικό διάταγμα, εκτός αν διεθνής σύμβαση ή συμφωνία σχετικά με την έδρα ορίζει διαφορετικά:

    […]

    για τις εύλογες ποσότητες εμπορευμάτων που προορίζονται για προσωπική χρήση –συμπεριλαμβανομένης της χρήσης από τα μέλη της οικογένειάς τους που αποτελούν μέρος του νοικοκυριού τους– των διπλωματικών υπαλλήλων και των έμμισθων προξενικών υπαλλήλων, των μελών του διοικητικού και τεχνικού προσωπικού των διπλωματικών αποστολών και των ειδικών προξενικών υπαλλήλων, που ασκούν καθήκοντα στη χώρα, εφόσον οι ενδιαφερόμενοι δεν είναι υπήκοοι ή μόνιμοι κάτοικοι Βελγίου και δεν ασκούν στο κράτος αυτό επαγγελματική ή εμπορική δραστηριότητα για προσωπικό τους όφελος».

    54

    Το άρθρο 1, στοιχεία c και f, της λουξεμβουργιανής κανονιστικής απόφασης της 7ης Φεβρουαρίου 2013, περί των ατελειών και απαλλαγών από τον φόρο προστιθεμένης αξίας που χορηγούνται στις διπλωματικές αποστολές και στις προξενικές αρχές, καθώς και στους διπλωματικούς υπαλλήλους, στους προξενικούς υπαλλήλους και στο προσωπικό των πρεσβειών (στο εξής: λουξεμβουργιανή κανονιστική απόφαση της 7ης Φεβρουαρίου 2013), έχει ως εξής:

    «Για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας κανονιστικής απόφασης ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

    […]

    c)

    διπλωματικοί υπάλληλοι: οι επικεφαλής διπλωματικών αποστολών, οι υπουργοί σύμβουλοι, σύμβουλοι, γραμματείς και ακόλουθοι διπλωματικών αποστολών, εφόσον οι ενδιαφερόμενοι δεν είναι υπήκοοι ή μόνιμοι κάτοικοι του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου και δεν ασκούν στο κράτος αυτό ιδιωτική δραστηριότητα κερδοσκοπικού χαρακτήρα·

    […]

    f)

    προσωπική χρήση από τους διπλωματικούς υπαλλήλους, τους προξενικούς υπαλλήλους και το προσωπικό των πρεσβειών: η άμεση, πραγματική και αποκλειστική χρήση στο εσωτερικό της χώρας, για τις ίδιες και ιδιωτικές ανάγκες των εν λόγω υπαλλήλων και μελών του προσωπικού καθώς και των μελών της οικογένειάς τους που αποτελούν μέρος του νοικοκυριού τους, εφόσον τα τελευταία δεν είναι υπήκοοι ή μόνιμοι κάτοικοι του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου και δεν ασκούν στο κράτος αυτό ιδιωτική δραστηριότητα κερδοσκοπικού χαρακτήρα».

    55

    Το άρθρο 4, παράγραφος 1, της εν λόγω λουξεμβουργιανής κανονιστικής απόφασης διευκρινίζει τα εξής:

    «Απαλλάσσονται από τον φόρο προστιθέμενης αξίας οι παραδόσεις αγαθών και οι παροχές υπηρεσιών ποσού τουλάχιστον 240 ευρώ εκάστη, άνευ φόρου, συμπεριλαμβανομένων των παραδόσεων και παροχών σε άλλο κράτος μέλος, οι οποίες πραγματοποιούνται υπέρ διπλωματικών υπαλλήλων, προξενικών υπαλλήλων και μελών του προσωπικού πρεσβειών των οποίων το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου είναι η χώρα υποδοχής […]».

    II. Το ιστορικό της διαφοράς

    56

    Ο Κ. Pinxten ήταν μέλος του Ελεγκτικού Συνεδρίου από την 1η Μαρτίου 2006 έως τις 30 Απριλίου 2018, ολοκληρώνοντας δύο θητείες.

    57

    Κατά τη διάρκεια των θητειών του, τοποθετήθηκε στο τμήμα III του θεσμικού αυτού οργάνου, το οποίο είναι αρμόδιο για τον έλεγχο των δαπανών της Ένωσης στον τομέα των εξωτερικών σχέσεων, της διεύρυνσης και της ανθρωπιστικής βοήθειας. Από τις 4 Απριλίου 2011 και μέχρι τη λήξη της τελευταίας θητείας του, ο K. Pinxten άσκησε καθήκοντα προέδρου του εν λόγω τμήματος III.

    58

    Κατόπιν θετικής γνωμοδότησης της επιτροπής αξιολόγησης των εξωτερικών δραστηριοτήτων των μελών του Ελεγκτικού Συνεδρίου, επετράπη στον Κ. Pinxten, με απόφαση της 30ής Απριλίου 2015, να ασκήσει την προεδρία του Stichting Behoud Natuur en Leefmilieu Vlaanderen (Φλαμανδικού Ιδρύματος για την Προστασία της Φύσης και του Περιβάλλοντος, Βέλγιο) (στο εξής: SBNL-V).

    59

    Κατά τη διάρκεια των θητειών του, ο Κ. Pinxten διέθετε υπηρεσιακό αυτοκίνητο και κάρτα καυσίμων μέσω της οποίας μπορούσαν να χρεωθούν στο Ελεγκτικό Συνέδριο τα καύσιμα που προοριζόταν για το εν λόγω αυτοκίνητο. Του είχαν διατεθεί επίσης, κατόπιν αίτησής του, δύο επιπλέον κάρτες καυσίμων.

    60

    Από το 2006 έως τον Μάρτιο του 2014, το Ελεγκτικό Συνέδριο έθεσε στη διάθεση του Κ. Pinxten οδηγό. Από τον Απρίλιο του 2014, ο Κ. Pinxten μπορούσε να ζητήσει να του διατεθεί οδηγός από τους εγγεγραμμένους στον «κατάλογο των οδηγών» που τελούσε υπό την ευθύνη του διευθυντή οικονομικών του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

    61

    Εξάλλου, κατά τη διάρκεια των θητειών του, επιστράφηκαν στον Κ. Pinxten έξοδα εκπροσώπησης και υποδοχής, διάφορα έξοδα στα οποία είχε υποβληθεί κατά τη διάρκεια αποστολών εγκεκριμένων, κατόπιν αίτησής του, από τον Πρόεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου και του καταβλήθηκαν ημερήσιες αποζημιώσεις για τις αποστολές αυτές.

    III. Οι διεξαχθείσες έρευνες και οι κινηθείσες διαδικασίες

    Α. Τα προκαταρκτικά μέτρα που έλαβε το Ελεγκτικό Συνέδριο

    62

    Το Ελεγκτικό Συνέδριο επισημαίνει ότι, κατά τη διάρκεια του 2016, έλαβε πληροφορίες σχετικά με διάφορες σοβαρές παρατυπίες καταλογιζόμενες στον K. Pinxten. Στις 18 Ιουλίου 2016 ο Γενικός Γραμματέας του θεσμικού αυτού οργάνου ενημέρωσε προφορικά τον Κ. Pinxten για τις κατηγορίες που είχαν διατυπωθεί εναντίον του.

    63

    Οι υπηρεσίες του Ελεγκτικού Συνεδρίου εξέτασαν, το καλοκαίρι του 2016, τις αποστολές του Κ. Pinxten και των οδηγών του εν λόγω θεσμικού οργάνου για τους οποίους ο Κ. Pinxten εξέδωσε εντολές αποστολής, προκειμένου να εντοπιστούν τυχόν παρατυπίες. Στη συνέχεια, αντηλλάγησαν πλείονες επιστολές μεταξύ των υπηρεσιών αυτών και του Κ. Pinxten, σχετικά με την προβαλλόμενη παρατυπία ορισμένων αποστολών του τελευταίου ή των εν λόγω οδηγών. Οι ανταλλαγές αυτές δεν κατέληξαν στην επιστροφή, εκ μέρους του Κ. Pinxten, των ποσών που ζήτησε το Ελεγκτικό Συνέδριο.

    64

    Στις 26 Ιουλίου 2016 το Ελεγκτικό Συνέδριο πληροφορήθηκε, όπως προβάλλεται, ότι ο Κ. Pinxten είχε διαπράξει ασφαλιστική απάτη κατά τη διάρκεια του 2011, κατόπιν ατυχήματος μεταξύ του υπηρεσιακού αυτοκινήτου του και του προσωπικού αυτοκινήτου του. Την 1η Σεπτεμβρίου 2016 ο Γενικός Γραμματέας του θεσμικού αυτού οργάνου εξέθεσε προφορικά τους εν λόγω ισχυρισμούς στον Κ. Pinxten. Με σημείωμα της ίδιας ημέρας, ο τελευταίος υποστήριξε ότι το επίμαχο ατύχημα προκλήθηκε από σύγκρουση μεταξύ του υπηρεσιακού αυτοκινήτου του, το οποίο οδηγούσε ο οδηγός του γραφείου του, και του ιδιωτικού αυτοκινήτου του, το οποίο οδηγούσε ο υιός του.

    Β. Η έρευνα της OLAF

    65

    Στις 14 Οκτωβρίου 2016 ο Γενικός Γραμματέας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, κατόπιν εντολής του Προέδρου του θεσμικού αυτού οργάνου, διαβίβασε στην OLAF φάκελο σχετικό με τις δραστηριότητες του Κ. Pinxten, οι οποίες είχαν προκαλέσει πιθανώς αδικαιολόγητες δαπάνες εις βάρος του προϋπολογισμού της Ένωσης.

    66

    Στις 31 Μαρτίου 2017 ο Γενικός Διευθυντής της OLAF γνωστοποίησε επισήμως στον Πρόεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου την έναρξη έρευνας σχετικά με ενδεχόμενες παρατυπίες –στις οποίες εμπλεκόταν ο Κ. Pinxten και οι οποίες επηρέαζαν τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης– κατά τη χρήση των πόρων του Ελεγκτικού Συνεδρίου και κατά τις αποστολές που πραγματοποιήθηκαν ή εγκρίθηκαν κατά παράβαση των εφαρμοστέων κανόνων.

    67

    Στις 22 Σεπτεμβρίου 2017 ο Κ. Pinxten ενημερώθηκε από την OLAF για την έναρξη της εν λόγω έρευνας και για την ιδιότητά του ως «ενδιαφερομένου» στο πλαίσιο της έρευνας αυτής.

    68

    Στις 20 Νοεμβρίου 2017 η OLAF διενήργησε επιτόπιο έλεγχο στο γραφείο του Κ. Pinxten και συνέλεξε, στο πλαίσιο αυτό, διάφορα έγγραφα. Κατόπιν μιας πρώτης ανάλυσής τους, η OLAF ενημέρωσε, στις 15 Δεκεμβρίου 2017, τον K. Pinxten ότι το αντικείμενο της έρευνας είχε επεκταθεί σε πιθανές συγκρούσεις συμφερόντων και σε άλλες παραβάσεις των άρθρων 285 και 286 ΣΛΕΕ καθώς και των διατάξεων του κώδικα συμπεριφοράς του 2012.

    69

    Ο Κ. Pinxten ανέπτυξε προφορικά τις απόψεις του ενώπιον των ερευνητών της OLAF στις 22 Δεκεμβρίου 2017. Αφού η OLAF του κοινοποίησε σύνοψη των πραγματικών περιστατικών που διαπιστώθηκαν κατά το πέρας της έρευνας, ο Κ. Pinxten υπέβαλε στην OLAF, στις 15 Μαΐου 2018, γραπτές παρατηρήσεις.

    70

    Στις 2 Ιουλίου 2018 το Ελεγκτικό Συνέδριο έλαβε την τελική έκθεση της OLAF με την οποία περατώθηκε η έρευνα (στο εξής: έκθεση της OLAF). Η έκθεση αυτή κατέληγε στο συμπέρασμα ότι ο Κ. Pinxten είχε προβεί σε κατάχρηση των πόρων του Ελεγκτικού Συνεδρίου στο πλαίσιο δραστηριοτήτων ξένων προς τα καθήκοντά του, σε κατάχρηση καρτών καυσίμων και σε κατάχρηση της σύμβασης ασφάλισης του υπηρεσιακού του αυτοκινήτου, ότι είχε απουσιάσει αδικαιολόγητα, είχε παραλείψει να δηλώσει εξωτερικές δραστηριότητες και είχε διαβιβάσει εμπιστευτικές πληροφορίες καθώς και ότι υπήρχαν συγκρούσεις συμφερόντων.

    71

    Βάσει των όσων διαπιστώθηκαν με την εν λόγω έκθεση, η OLAF συνέστησε στο Ελεγκτικό Συνέδριο να κινήσει πειθαρχική διαδικασία κατά του Κ. Pinxten, να λάβει τα κατάλληλα μέτρα για να εξασφαλίσει την ανάκτηση του ποσού των 472869,09 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί στα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε αχρεωστήτως το Ελεγκτικό Συνέδριο, και να εξετάσει το ενδεχόμενο ανάκτησης του ποσού των 97954,52 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί στον μισθό που καταβλήθηκε για τις περιόδους αδικαιολόγητων απουσιών του Κ. Pinxten.

    72

    Εξάλλου, εκτιμώντας ότι ορισμένα από τα πραγματικά περιστατικά που αποκάλυψε η έρευνα μπορούσαν να συνιστούν ποινικά αδικήματα, η OLAF διαβίβασε τις πληροφορίες και τις συστάσεις της στις λουξεμβουργιανές δικαστικές αρχές.

    Γ. Η κίνηση της παρούσας διαδικασίας εντός του Ελεγκτικού Συνεδρίου

    73

    Στις 3 Ιουλίου 2018 ο Πρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου διαβίβασε στα μέλη του εν λόγω θεσμικού οργάνου αντίγραφο της έκθεσης της OLAF και των συστάσεων του οργανισμού αυτού.

    74

    Στις 5 Οκτωβρίου 2018 ο Πρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου απέστειλε προκαταρκτική έκθεση στα μέλη του εν λόγω θεσμικού οργάνου. Η έκθεση αυτή συνιστούσε στο θεσμικό όργανο να ζητήσει από το Δικαστήριο «να εξετάσει τα πραγματικά περιστατικά όπως αυτά διαπιστώθηκαν και να κρίνει αν ο Κ. Pinxten παρέβη τις υποχρεώσεις που απορρέουν εκ της θέσεώς του». Η εν λόγω έκθεση και η έκθεση της OLAF κοινοποιήθηκαν αυθημερόν στον Κ. Pinxten. Επιπλέον, τα παραρτήματα της έκθεσης της OLAF του διαβιβάσθηκαν στις 17 Οκτωβρίου 2018.

    75

    Στις 19 Νοεμβρίου 2018 ο Κ. Pinxten απέστειλε στο Ελεγκτικό Συνέδριο γραπτές παρατηρήσεις. Στις 26 Νοεμβρίου 2018 έτυχε ακροάσεως από τα μέλη του θεσμικού αυτού οργάνου στο πλαίσιο συνεδρίασης κεκλεισμένων των θυρών.

    76

    Στις 29 Νοεμβρίου 2018, κατά τη διάρκεια συνεδρίασης κεκλεισμένων των θυρών, το Ελεγκτικό Συνέδριο αποφάσισε να παραπέμψει την υπόθεση του Κ. Pinxten στο Δικαστήριο κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 286, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ.

    Δ. Η ποινική διαδικασία που κίνησαν οι λουξεμβουργιανές αρχές

    77

    Λαμβανομένων υπόψη των πληροφοριών που διαβίβασε η OLAF, ο εισαγγελέας του tribunal d’arrondissement de Luxembourg (πλημμελειοδικείου Λουξεμβούργου, Λουξεμβούργο), με έγγραφο της 1ης Οκτωβρίου 2018, ζήτησε από το Ελεγκτικό Συνέδριο να άρει την ετεροδικία του Κ. Pinxten. Στις 15 Νοεμβρίου 2018 το θεσμικό αυτό όργανο έκανε δεκτό το εν λόγω αίτημα.

    IV. Τα αιτήματα των διαδίκων

    78

    Το Ελεγκτικό Συνέδριο ζητεί από το Δικαστήριο:

    να απορρίψει το αίτημα του Κ. Pinxten περί αναστολής της διαδικασίας ενώπιον του Δικαστηρίου·

    να διαπιστώσει ότι ο Κ. Pinxten έπαυσε να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη θέση του βάσει των άρθρων 285 και 286 ΣΛΕΕ καθώς και των κανόνων που θεσπίστηκαν κατ’ εφαρμογήν των άρθρων αυτών·

    να επιβάλει, συνακόλουθα, την κύρωση που προβλέπεται στο άρθρο 286, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ, του Ελεγκτικού Συνεδρίου επαφιεμένου στην κρίση του Δικαστηρίου όσον αφορά τον προσδιορισμό της έκτασής της·

    να κρίνει απαράδεκτο το αίτημα του Κ. Pinxten για χρηματική ικανοποίηση και

    να καταδικάσει τον K. Pinxten στα δικαστικά έξοδα.

    79

    Ο Κ. Pinxten ζητεί από το Δικαστήριο:

    να καλέσει το Ελεγκτικό Συνέδριο να προσκομίσει την έκθεση επί του εσωτερικού ελέγχου, για την περίοδο από το 2012 έως το 2018, των εξόδων αποστολής των μελών του Ελεγκτικού Συνεδρίου και της χρήσης των υπηρεσιακών οχημάτων από όλα τα εν λόγω μέλη και να διευκρινίσει τα μέτρα που ελήφθησαν κατόπιν της έκθεσης αυτής καθώς και να προσκομίσει κάθε σημείωμα σχετικό με την πίεση που ασκήθηκε στον εσωτερικό ελεγκτή·

    να απορρίψει την προσφυγή του Ελεγκτικού Συνεδρίου·

    να υποχρεώσει το Ελεγκτικό Συνέδριο να του καταβάλει το ποσό των 50000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστη και

    να καταδικάσει το Ελεγκτικό Συνέδριο στα δικαστικά έξοδα.

    V. Επί του αιτήματος αναστολής της παρούσας διαδικασίας

    Α. Επιχειρήματα των διαδίκων

    80

    Ο Κ. Pinxten υπογραμμίζει ότι εκκρεμεί ποινική διαδικασία στο Λουξεμβούργο. Στο πλαίσιο αυτό, η αρχή «εκκρεμούσης της ποινικής δίκης αναστέλλεται η πειθαρχική διαδικασία» ή, τουλάχιστον, η αρχή της χρηστής διοίκησης επιβάλλει στο Δικαστήριο να μην αποφανθεί πριν από τις λουξεμβουργιανές ποινικές αρχές.

    81

    Ειδικότερα, η αναστολή της παρούσας διαδικασίας θα καθιστούσε δυνατό να μη θιγεί η θέση του Κ. Pinxten στο πλαίσιο της ποινικής δίωξης που ασκήθηκε στο Λουξεμβούργο καθώς και να διασφαλιστεί η συνεκτίμηση των πραγματικών περιστατικών που θα διαπιστώσουν οι λουξεμβουργιανές ποινικές αρχές, οι οποίες διαθέτουν μεγαλύτερη εξουσία έρευνας απ’ ό,τι το Δικαστήριο.

    82

    Το Ελεγκτικό Συνέδριο ζητεί να απορριφθεί το αίτημα αυτό.

    Β. Εκτίμηση του Δικαστηρίου

    83

    Επισημαίνεται, καταρχάς, ότι καμία διάταξη του δικαίου της Ένωσης δεν προβλέπει ότι η διαδικασία που κινείται ενώπιον του Δικαστηρίου δυνάμει του άρθρου 286, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ πρέπει να ανασταλεί όταν έχει κινηθεί ποινική διαδικασία που αφορά, εν όλω ή εν μέρει, τις ίδιες πράξεις.

    84

    Βεβαίως, το άρθρο 25 του παραρτήματος IX του ΚΥΚ ορίζει ότι, όταν ένας υπάλληλος διώκεται ποινικώς για τις ίδιες πράξεις, η οριστική απόφαση για την πειθαρχική του κατάσταση λαμβάνεται μόνον αφού η απόφαση που εκδόθηκε από το επιληφθέν δικαστήριο καταστεί αμετάκλητη.

    85

    Ωστόσο, οι διαδικασίες που αφορούν την παράβαση, από μέλος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, των υποχρεώσεων που απορρέουν από τη θέση του εμπίπτουν σε αυτοτελές ένδικο βοήθημα, προβλεπόμενο στο άρθρο 286, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ, και, επομένως, οι διαδικασίες αυτές δεν διέπονται από τους κανόνες σχετικά με την πειθαρχική διαδικασία τους οποίους προβλέπει ο ΚΥΚ (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 11ης Ιουλίου 2006, Επιτροπή κατά Cresson, C‑432/04, EU:C:2006:455, σκέψη 118).

    86

    Περαιτέρω, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι, όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 78 των προτάσεών του, η διαδικασία του άρθρου 286, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ έχει δικό της σκοπό, καθόσον αποσκοπεί στη διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων, ο οποίος διαφέρει από τον σκοπό μιας εθνικής ποινικής διαδικασίας.

    87

    Τέλος, από τη νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι, στο πλαίσιο της διαδικασίας που προβλέπει η ως άνω διάταξη, το Δικαστήριο δεν δεσμεύεται από τον νομικό χαρακτηρισμό που δίδεται στα πραγματικά περιστατικά στο πλαίσιο της ποινικής διαδικασίας, σ’ αυτό δε εναπόκειται να εξετάσει, κάνοντας πλήρως χρήση της εξουσίας εκτίμησης που διαθέτει, αν τα πραγματικά περιστατικά τα οποία προσάπτονται στο μέλος του Ελεγκτικού Συνεδρίου συνιστούν παράβαση των υποχρεώσεων που απορρέουν από τη θέση του (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 11ης Ιουλίου 2006, Επιτροπή κατά Cresson, C‑432/04, EU:C:2006:455, σκέψη 121).

    88

    Επομένως, δεν είναι αναγκαίο να ανασταλεί η παρούσα διαδικασία εν αναμονή της έκβασης της κινηθείσας στο Λουξεμβούργο ποινικής διαδικασίας, καθώς, εν πάση περιπτώσει, η έκβαση της ποινικής διαδικασίας δεν δύναται να περιορίσει το εύρος των εκτιμήσεων στις οποίες οφείλει να προβεί το Δικαστήριο προκειμένου να αποφανθεί επί της υπό κρίση προσφυγής.

    89

    Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει να απορριφθεί το αίτημα αναστολής της παρούσας διαδικασίας το οποίο υπέβαλε ο Κ. Pinxten.

    VI. Επί του αιτήματος να διαταχθεί η προσκόμιση ορισμένων εγγράφων

    Α. Επιχειρήματα των διαδίκων

    90

    Ο Κ. Pinxten υποστηρίζει ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο προέβη σε πλήρη εσωτερικό έλεγχο, για την περίοδο από το 2012 έως το 2018, των εξόδων αποστολής των μελών του θεσμικού αυτού οργάνου και της χρήσης των υπηρεσιακών οχημάτων από τα εν λόγω μέλη.

    91

    Με το υπόμνημα ανταπαντήσεώς του, ζητεί από το Δικαστήριο να υποχρεώσει, στο πλαίσιο διεξαγωγής αποδείξεων, το Ελεγκτικό Συνέδριο να προσκομίσει την έκθεση που συντάχθηκε κατά το πέρας του εσωτερικού ελέγχου και να περιγράψει τα μέτρα που ελήφθησαν κατόπιν της έκθεσης αυτής. Κατά τον K. Pinxten, ένα τέτοιο αποδεικτικό μέσο μπορεί να διαφωτίσει το Δικαστήριο επί της αξιολόγησης της κατάστασής του από την υπηρεσία εσωτερικού ελέγχου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, επί της ύπαρξης παρατυπιών διαπραχθεισών από άλλα μέλη του θεσμικού αυτού οργάνου καθώς και επί του τρόπου με τον οποίο το θεσμικό όργανο αντιμετώπισε τις εν λόγω παρατυπίες.

    92

    Επιπλέον, ο Κ. Pinxten υποστηρίζει ότι ο Γενικός Γραμματέας του εν λόγω θεσμικού οργάνου απείλησε την ανεξαρτησία του εσωτερικού ελεγκτή και ότι θα ήταν χρήσιμο να προσκομιστεί στο Δικαστήριο κάθε σημείωμα σχετικό με την κατάσταση αυτή, προκειμένου να είναι δυνατόν να καθοριστεί πώς πρέπει να εκτιμηθούν οι αιτιάσεις που διατυπώθηκαν κατά του Κ. Pinxten.

    Β. Εκτίμηση του Δικαστηρίου

    93

    Προκαταρκτικώς, πρέπει να υπομνησθεί ότι το Δικαστήριο είναι το μόνο αρμόδιο να εκτιμήσει τη χρησιμότητα ενός αιτήματος προσκόμισης εγγράφων σε σχέση με το αντικείμενο της διαφοράς και την αναγκαιότητα των ζητούμενων εγγράφων για την έκδοση απόφασης επί της εν λόγω διαφοράς (πρβλ. διάταξη της 3ης Μαρτίου 2020, Επιτροπή κατά Πολωνίας, C‑791/19 R, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2020:147, σκέψη 9 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

    94

    Συναφώς, παρατηρείται, πρώτον, ότι το Δικαστήριο, προκειμένου να αποφανθεί επί της υπό κρίση προσφυγής, οφείλει να προσδιορίσει το περιεχόμενο των υποχρεώσεων που απορρέουν εκ της θέσεως του μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου και να εκτιμήσει, βάσει των αποδεικτικών στοιχείων που προσκομίζουν οι διάδικοι, αν η παράβαση των υποχρεώσεων αυτών από τον Κ. Pinxten πρέπει να θεωρηθεί αποδεδειγμένη.

    95

    Υπό τις συνθήκες αυτές, ακόμη και αν υποτεθεί ότι η έκθεση εσωτερικού ελέγχου την οποία μνημονεύει ο Κ. Pinxten περιλαμβάνει πράγματι εκτίμηση της νομιμότητας της συμπεριφοράς του τελευταίου, γεγονός παραμένει ότι η θέση που έλαβε, συναφώς, ένα εσωτερικό όργανο του Ελεγκτικού Συνεδρίου δεν μπορεί να αποτελέσει καθοριστικό στοιχείο για την έκδοση απόφασης επί της προσφυγής του θεσμικού αυτού οργάνου.

    96

    Δεύτερον, πρέπει να υπομνησθεί ότι η παρούσα διαδικασία αφορά αποκλειστικά τις παρατυπίες που προσάπτει το Ελεγκτικό Συνέδριο στον Κ. Pinxten.

    97

    Το γεγονός ότι άλλα μέλη του θεσμικού αυτού οργάνου διέπραξαν παρόμοιες ή σοβαρότερες παρατυπίες, ακόμη και αν θεωρηθεί αποδεδειγμένο, δεν συνεπάγεται ότι η συμπεριφορά του Κ. Pinxten ήταν νομότυπη ή ότι η συμπεριφορά αυτή θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις που απορρέουν εκ της θέσεώς του, κατά την έννοια του άρθρου 286, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ.

    98

    Τρίτον, λαμβανομένων υπόψη των καθηκόντων που έχει το Δικαστήριο στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, όπως αυτά προκύπτουν από τη σκέψη 94 της παρούσας απόφασης, η ενδεχόμενη ύπαρξη σύγκρουσης εντός του Ελεγκτικού Συνεδρίου σχετικά με τη διενέργεια εσωτερικού ελέγχου μετά τη λήξη της δεύτερης θητείας του Κ. Pinxten ως μέλους του θεσμικού αυτού οργάνου δεν ασκεί επιρροή για την εκδίκαση της προσφυγής του εν λόγω θεσμικού οργάνου.

    99

    Κατόπιν των προεκτεθέντων, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι οι λόγοι που προέβαλε ο Κ. Pinxten προς στήριξη του αιτήματός του περί προσκόμισης εγγράφων δεν αποδεικνύουν το ενδιαφέρον που θα μπορούσαν να έχουν τα έγγραφα αυτά για την παρούσα διαδικασία και, ως εκ τούτου, το αίτημα αυτό πρέπει να απορριφθεί.

    VII. Επί του αιτήματος αφαίρεσης εγγράφου από τη δικογραφία

    Α. Επιχειρήματα των διαδίκων

    100

    Το Ελεγκτικό Συνέδριο ζητεί να αφαιρεθεί από τη δικογραφία αντίγραφο ηλεκτρονικού μηνύματος που απέστειλε, στις 13 Φεβρουαρίου 2019, ο Πρόεδρος του θεσμικού αυτού οργάνου στα λοιπά μέλη του και στον Γενικό Γραμματέα του, μηνύματος το οποίο προσκόμισε ο Κ. Pinxten με το παράρτημα B.10 του υπομνήματος αντικρούσεώς του (στο εξής: ηλεκτρονικό μήνυμα της 13ης Φεβρουαρίου 2019).

    101

    Υποστηρίζει ότι πρόκειται για αυστηρώς εμπιστευτικό ηλεκτρονικό μήνυμα, απευθυνόμενο μόνο στα μέλη του Ελεγκτικού Συνεδρίου σε ημερομηνία μεταγενέστερη της λήξης της δεύτερης θητείας του Κ. Pinxten ως μέλους του θεσμικού οργάνου. Εξ αυτού συνάγει ότι το εν λόγω έγγραφο αποκτήθηκε κατ’ ανάγκην παρατύπως, πράγμα το οποίο θίγει, ιδίως, το δικαίωμα σεβασμού της εμπιστευτικότητας των επικοινωνιών του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

    102

    Ο Κ. Pinxten υποστηρίζει ότι το ως άνω αίτημα αφαίρεσης, από τη δικογραφία, του ηλεκτρονικού μηνύματος της 13ης Φεβρουαρίου 2019 πρέπει να απορριφθεί.

    103

    Συναφώς, προβάλλει, καταρχάς, ότι δεν απέκτησε παρατύπως το εν λόγω ηλεκτρονικό μήνυμα. Εκτιμά, περαιτέρω, ότι το ηλεκτρονικό μήνυμα δεν ήταν πράγματι εμπιστευτικό, δεδομένου ότι οι κανόνες συμπεριφοράς του Ελεγκτικού Συνεδρίου αποκλείουν την αποστολή εμπιστευτικών πληροφοριών μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και ότι όλα τα μέλη των γραφείων των παραληπτών λαμβάνουν ένα τέτοιο ηλεκτρονικό μήνυμα. Τέλος, ο εμπιστευτικός χαρακτήρας ενός εγγράφου ή το γεγονός ότι αυτό αποκτήθηκε παρατύπως δεν δικαιολογεί την αφαίρεσή του από τη δικογραφία όταν το έγγραφο είναι αναγκαίο για να αποφανθεί το Δικαστήριο, περίπτωση η οποία συντρέχει εν προκειμένω.

    Β. Εκτίμηση του Δικαστηρίου

    104

    Υπενθυμίζεται ότι στο δίκαιο της Ένωσης ισχύει η αρχή της ελεύθερης εκτίμησης των αποδείξεων, από την οποία συνάγεται ότι το παραδεκτό ενός αποδεικτικού στοιχείου που προσκομίστηκε εγκαίρως δεν μπορεί να αμφισβητηθεί ενώπιον των δικαστηρίων της Ένωσης παρά μόνο βάσει του γεγονότος ότι το εν λόγω αποδεικτικό στοιχείο αποκτήθηκε παρατύπως (πρβλ. απόφαση της 26ης Σεπτεμβρίου 2018, Infineon Technologies κατά Επιτροπής, C‑99/17 P, EU:C:2018:773, σκέψη 65 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

    105

    Στο πλαίσιο αυτό, το Δικαστήριο έχει αποφασίσει να αφαιρέσει ένα έγγραφο από τη δικογραφία μιας υπόθεσης με την αιτιολογία, ιδίως, ότι υπήρχε αμφιβολία ως προς το αν ο διάδικος που επικαλούνταν το έγγραφο αυτό το είχε αποκτήσει με νόμιμα μέσα (πρβλ. απόφαση της 17ης Δεκεμβρίου 1981, Ludwigshafener Walzmühle Erling κ.λπ. κατά Συμβουλίου και Επιτροπής, 197/80 έως 200/80, 243/80, 245/80 και 247/80, EU:C:1981:311, σκέψη 16).

    106

    Η ίδια λύση έγινε δεκτή και στην περίπτωση νομικής γνωμοδότησης καταρτισθείσας, για εσωτερική χρήση, από εθνική διοικητική αρχή η οποία ούτε είχε κοινοποιήσει την εν λόγω γνωμοδότηση στον διάδικο που την επικαλούνταν ούτε είχε επιτρέψει την κοινοποίησή της στον διάδικο αυτόν (διάταξη της 23ης Μαρτίου 2007, Stadtgemeinde Frohnleiten και Gemeindebetriebe Frohnleiten, C‑221/06, EU:C:2007:185, σκέψεις 19 έως 23).

    107

    Επιπλέον, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι νομική γνωμοδότηση της νομικής υπηρεσίας θεσμικού οργάνου την οποία δεν έχει λάβει νομοτύπως από το θεσμικό αυτό όργανο ο διάδικος που την επικαλείται πρέπει να αφαιρεθεί από τη δικογραφία, εκτός αν υπέρτερο δημόσιο συμφέρον δικαιολογεί την προσκόμιση της νομικής γνωμοδότησης από τον εν λόγω διάδικο (πρβλ. διάταξη της 29ης Ιανουαρίου 2009, Donnici κατά Κοινοβουλίου, C‑9/08, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2009:40, σκέψεις 17 έως 23).

    108

    Εν προκειμένω, ο Κ. Pinxten, μολονότι αμφισβητεί τυπικώς τον ισχυρισμό του Ελεγκτικού Συνεδρίου ότι απέκτησε κατ’ ανάγκην παρατύπως το ηλεκτρονικό μήνυμα της 13ης Φεβρουαρίου 2019, δεν παρέχει καμία εξήγηση ως προς τον τρόπο με τον οποίο απέκτησε το ηλεκτρονικό αυτό μήνυμα και αρκείται στο να υπογραμμίσει ότι το εν λόγω μήνυμα ήταν διαθέσιμο σε πολλούς υπαλλήλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

    109

    Το ηλεκτρονικό μήνυμα της 13ης Φεβρουαρίου 2019 αποτελεί, όμως, εσωτερική επικοινωνία μεταξύ των μελών του Ελεγκτικού Συνεδρίου η οποία εμφανίζεται ρητώς ως έχουσα αυστηρώς εμπιστευτικό χαρακτήρα.

    110

    Επιπλέον, δεν αμφισβητείται ότι το εν λόγω ηλεκτρονικό μήνυμα δεν απεστάλη στον Κ. Pinxten, δεδομένου ότι αυτός δεν ήταν πλέον μέλος του Ελεγκτικού Συνεδρίου από τις 30 Απριλίου 2018.

    111

    Επομένως, πρέπει να γίνει δεκτό ότι υφίσταται αμφιβολία ως προς το αν ο Κ. Pinxten απέκτησε το ηλεκτρονικό μήνυμα με νόμιμα μέσα.

    112

    Εξάλλου, ο Κ. Pinxten επικαλείται το ηλεκτρονικό μήνυμα της 13ης Φεβρουαρίου 2019 προκειμένου να αποδείξει ότι άλλα μέλη του Ελεγκτικού Συνεδρίου έτυχαν ευνοϊκότερης μεταχείρισης από εκείνη της οποίας έτυχε ο ίδιος.

    113

    Εντούτοις, ακόμη και αν υποτεθεί ότι άλλα μέλη του θεσμικού αυτού οργάνου έτυχαν πράγματι ευνοϊκότερης μεταχείρισης εκ μέρους του, όσον αφορά τις παρατυπίες που φέρονται να διέπραξαν στο πλαίσιο των καθηκόντων τους, από εκείνη της οποίας έτυχε ο Κ. Pinxten, το γεγονός αυτό δεν είναι, εν πάση περιπτώσει, ικανό να αποδείξει ότι ο Κ. Pinxten δεν παρέβη τις υποχρεώσεις που απορρέουν εκ της θέσεώς του κατά την έννοια του άρθρου 286, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ.

    114

    Επιπλέον, από πάγια νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι η αρχή της ίσης μεταχείρισης πρέπει να συμβαδίζει με την τήρηση της νομιμότητας, κατά την οποία ουδείς δύναται να επικαλεστεί υπέρ αυτού παρανομία που διαπράχθηκε υπέρ τρίτου (αποφάσεις της 10ης Νοεμβρίου 2011, The Rank Group, C‑259/10 και C‑260/10, EU:C:2011:719, σκέψη 62, και της 13ης Σεπτεμβρίου 2017, Pappalardo κ.λπ. κατά Επιτροπής, C‑350/16 P, EU:C:2017:672, σκέψη 52).

    115

    Επομένως, ο Κ. Pinxten δεν απέδειξε την ύπαρξη υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος ικανού να δικαιολογήσει την προσκόμιση του επίμαχου εγγράφου.

    116

    Κατά συνέπεια, πρέπει να γίνει δεκτό το αίτημα του Ελεγκτικού Συνεδρίου να αφαιρεθεί από τη δικογραφία το ηλεκτρονικό μήνυμα της 13ης Φεβρουαρίου 2019 που περιλαμβάνεται στο παράρτημα B.10 του υπομνήματος αντικρούσεως.

    VIII. Επί της προσφυγής

    Α. Επί του παραδεκτού της προσφυγής

    117

    Ο Κ. Pinxten προέβαλε, προκαταρκτικώς, τέσσερα επιχειρήματα προς αμφισβήτηση του παραδεκτού της υπό κρίση προσφυγής, τα οποία αντλούνται, αντιστοίχως, από την ασυμβατότητα της διαδικασίας του άρθρου 286, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ προς το δικαίωμα αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας, από την παρατυπία της έρευνας της OLAF, από την παρατυπία της διαδικασίας που ακολουθήθηκε στο Ελεγκτικό Συνέδριο για να επιτραπεί η άσκηση της προσφυγής αυτής και από την υπερβολική καθυστέρηση με την οποία ασκήθηκε η εν λόγω προσφυγή.

    1.   Επί της προβαλλόμενης ασυμβατότητας της παρούσας διαδικασίας προς το δικαίωμα αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας

    α)   Επιχειρήματα των διαδίκων

    118

    Με το πρώτο επιχείρημά του περί απαραδέκτου, ο K. Pinxten υποστηρίζει ότι, στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, δεν θα γίνει σεβαστό το δικαίωμά του για πρόσβαση στη δικαιοσύνη και ότι δεν θα έχει πρόσβαση σε δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, κατά παράβαση του άρθρου 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: Χάρτης) και του άρθρου 2 του πρωτοκόλλου αριθ. 7 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών, η οποία υπογράφηκε στη Ρώμη στις 4 Νοεμβρίου 1950 (στο εξής: ΕΣΔΑ).

    119

    Το Δικαστήριο, μολονότι έχει ήδη απορρίψει επιχείρημα αντλούμενο από την έλλειψη δύο βαθμών δικαιοδοσίας με την απόφαση της 11ης Ιουλίου 2006, Επιτροπή κατά Cresson (C‑432/04, EU:C:2006:455), παρέλειψε να επισημάνει ότι εν προκειμένω παρεμβαίνει ως πειθαρχική αρχή και όχι ως δικαστήριο.

    120

    Επομένως, εάν η προσφυγή του Ελεγκτικού Συνεδρίου εξεταστεί εντός του πλαισίου που καθορίζεται στο άρθρο 286, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ, ο Κ. Pinxten θα στερηθεί κάθε μορφή δικαστικής προστασίας, πράγμα το οποίο συνεπάγεται ότι η εν λόγω διάταξη δεν μπορεί να στηρίξει την προσφυγή του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

    121

    Το Ελεγκτικό Συνέδριο εκτιμά ότι ο ως άνω λόγος είναι απαράδεκτος, καθόσον με αυτόν ζητείται, στην πραγματικότητα, από το Δικαστήριο να διαπιστώσει την ακυρότητα διάταξης του πρωτογενούς δικαίου. Εν πάση περιπτώσει, ο λόγος αυτός έχει ήδη απορριφθεί με την απόφαση της 11ης Ιουλίου 2006, Επιτροπή κατά Cresson (C‑432/04, EU:C:2006:455).

    β)   Εκτίμηση του Δικαστηρίου

    122

    Προκαταρκτικώς, όσον αφορά την έλλειψη δύο βαθμών δικαιοδοσίας, αρκεί η υπόμνηση ότι η αδυναμία άσκησης ένδικου μέσου κατά της απόφασης του Δικαστηρίου στη διαδικασία του άρθρου 286, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ δεν συνιστά έλλειψη ικανή να θίξει το δικαίωμα του ενδιαφερόμενου μέλους ή πρώην μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου σε αποτελεσματική δικαστική προστασία, όπως αυτό κατοχυρώνεται στο άρθρο 47 του Χάρτη (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 11ης Ιουλίου 2006, Επιτροπή κατά Cresson, C‑432/04, EU:C:2006:455, σκέψεις 112 και 113).

    123

    Επιπλέον, δεδομένου ότι ο Κ. Pinxten υποστηρίζει ότι το επιχείρημά του διαφέρει από εκείνο που εξέτασε το Δικαστήριο στην απόφαση της 11ης Ιουλίου 2006, Επιτροπή κατά Cresson (C‑432/04, EU:C:2006:455), καθόσον αναφέρεται σε παντελή έλλειψη δικαστικής προστασίας και όχι σε προσβολή του δικαιώματος πρόσβασης σε δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, υπογραμμίζεται ότι το Δικαστήριο αποφαίνεται στην παρούσα διαδικασία, αφού ακούσει τον Κ. Pinxten, ως ανεξάρτητο και αμερόληπτο δικαστήριο που έχει συσταθεί με τις Συνθήκες ΕΕ και ΛΕΕ, και όχι ως διοικητική αρχή αποφαινόμενη επί πειθαρχικών θεμάτων.

    124

    Συνεπώς, η εξέταση από το Δικαστήριο, σε πρώτο και τελευταίο βαθμό, των αιτιάσεων με τις οποίες προβάλλεται ότι ο Κ. Pinxten παρέβη τις υποχρεώσεις που απορρέουν εκ της θέσεως του μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου αρκεί για να εξασφαλίσει στον Κ. Pinxten αποτελεσματική δικαστική προστασία.

    2.   Επί της προβαλλόμενης παρατυπίας της έρευνας της OLAF

    α)   Επιχειρήματα των διαδίκων

    125

    Με το δεύτερο επιχείρημά του περί απαραδέκτου, ο Κ. Pinxten υποστηρίζει ότι η προσφυγή του Ελεγκτικού Συνεδρίου στηρίζεται στην έκθεση της OLAF και ότι η έκθεση αυτή συντάχθηκε κατόπιν παράτυπης διαδικασίας.

    126

    Κατά πρώτον, η OLAF διεύρυνε παρανόμως το πεδίο της έρευνάς της.

    127

    Συγκεκριμένα, από το άρθρο 7, παράγραφος 2, του κανονισμού 883/2013 προκύπτει ότι ο έλεγχος των εγκαταστάσεων ενός θεσμικού οργάνου πρέπει να διενεργείται βάσει έγγραφης εντολής αναφέρουσας τις δραστηριότητες της επιτρεπόμενης έρευνας, της οποίας το πεδίο έχει καθοριστεί με απόφαση για την έναρξη έρευνας.

    128

    Επομένως, η OLAF δεν δύναται να προβεί σε έλεγχο που έχει ως αντικείμενο ή ως αποτέλεσμα την αποκάλυψη ενδεχόμενων παραβάσεων τις οποίες δεν γνώριζε και οι οποίες υπερβαίνουν το πεδίο της διεξαγόμενης έρευνας. Συνεπώς, εν προκειμένω, η OLAF δεν μπορούσε νομίμως να διευρύνει το πεδίο της έρευνάς της στηριζόμενη στην ανάλυση των δεδομένων που συνελέγησαν κατά τον έλεγχο του γραφείου του Κ. Pinxten.

    129

    Κατά δεύτερον, η OLAF προσέβαλε το δικαίωμα του Κ. Pinxten στην ιδιωτική ζωή. Αφενός, η υπηρεσία αυτή δεν επιβεβαίωσε ότι δεν κατέσχεσε την αλληλογραφία μεταξύ του Κ. Pinxten και του συνηγόρου του, η οποία καλύπτεται από το επαγγελματικό απόρρητο. Αφετέρου, η OLAF κατέσχεσε ιδιωτικούς φακέλους οι οποίοι είχαν ρητώς επισημανθεί ως τέτοιοι και οι οποίοι αφορούσαν, ειδικότερα, τη συμμετοχή του ενδιαφερομένου σε κυνηγετικές δραστηριότητες και την εκμίσθωση διαμερίσματος του οποίου είναι κύριος.

    130

    Κατά τρίτον, η OLAF προσέβαλε τα δικαιώματα άμυνας του Κ. Pinxten.

    131

    Πρώτον, η σύνοψη των πραγματικών περιστατικών που παρουσιάστηκαν στον Κ. Pinxten πριν από την έγκριση της έκθεσης της OLAF ήταν εξαιρετικά σύντομη, οι πίνακες που τη συνόδευαν δεν ήταν κατανοητοί και τα σχετικά δικαιολογητικά έγγραφα δεν κοινοποιήθηκαν εγκαίρως.

    132

    Δεύτερον, η έκθεση αυτή στηρίζεται σε σειρά πραγματικών περιστατικών και συζητήσεων για τις οποίες ο Κ. Pinxten δεν ενημερώθηκε όταν έτυχε ακροάσεως από την OLAF.

    133

    Τρίτον, η άσκηση των δικαιωμάτων άμυνάς του ήταν αμιγώς τυπική, καθόσον τα αμυντικά επιχειρήματά του δεν συζητήθηκαν, πλην ελάχιστων εξαιρέσεων, αλλά απλώς επαναλαμβάνονται στο τέλος της έκθεσης.

    134

    Τέταρτον, η πρώην βοηθός του Κ. Pinxten δεν έλαβε πρακτικά της ακρόασής του, ενώ η OLAF όφειλε να της αποστείλει αντίγραφό τους, πράγμα το οποίο επιβεβαιώνει ότι η OLAF δεν αναζήτησε τόσο τα ενοχοποιητικά όσο και τα απαλλακτικά στοιχεία.

    135

    Το Ελεγκτικό Συνέδριο εκτιμά ότι ο λόγος με τον οποίο προβάλλεται παρατυπία της έρευνας της OLAF είναι αλυσιτελής, διότι η έκθεση της υπηρεσίας αυτής δεν είναι το καθοριστικό στοιχείο στο οποίο στηρίζεται η παραπομπή της υπόθεσης στο Δικαστήριο.

    136

    Επικουρικώς, ο λόγος αυτός είναι αβάσιμος.

    137

    Κατά πρώτον, το Ελεγκτικό Συνέδριο υποστηρίζει ότι τίποτα δεν εμποδίζει την OLAF να επεκτείνει το περιεχόμενο μιας έρευνας και ότι η OLAF πρέπει να είναι σε θέση να προβεί σε μια τέτοια επέκταση όταν αποκαλύπτονται σοβαρές υπόνοιες κατόπιν ελέγχου των εγκαταστάσεων ενός θεσμικού οργάνου. Κατά τα λοιπά, η επίμαχη έρευνα επεκτάθηκε σε υπόνοιες στενά συνδεόμενες με το αρχικό της πεδίο.

    138

    Κατά δεύτερον, το δικαίωμα του Κ. Pinxten στην ιδιωτική ζωή έγινε σεβαστό. Αφενός, κανένα από τα στοιχεία που προσκόμισε ο Κ. Pinxten δεν αποδεικνύει ότι η OLAF στηρίχθηκε σε έγγραφο καλυπτόμενο από την εμπιστευτικότητα των σχέσεων μεταξύ ενός δικηγόρου και του πελάτη του. Αφετέρου, το άρθρο 4, παράγραφος 2, του κανονισμού 883/2013 επιτρέπει στην OLAF να έχει άμεση πρόσβαση σε κάθε πληροφορία που κατέχουν τα θεσμικά όργανα και να λαμβάνει αντίγραφο κάθε εγγράφου που βρίσκεται στην κατοχή τους. Επομένως, απολαύει περιθωρίου εκτίμησης και δεν είναι δυνατόν να περιοριστούν οι εξουσίες της λόγω του ότι ορισμένα έγγραφα έχουν επισημανθεί ως «ιδιωτικά».

    139

    Κατά τρίτον, εναπέκειτο στον Κ. Pinxten να αποδείξει ότι η επίμαχη διαδικασία θα μπορούσε να καταλήξει σε διαφορετικό αποτέλεσμα εάν δεν είχε επέλθει η προβαλλόμενη προσβολή των δικαιωμάτων άμυνάς του, πράγμα το οποίο δεν έπραξε. Εν πάση περιπτώσει, εν προκειμένω, η OLAF τήρησε τις υποχρεώσεις της καθόσον διαβίβασε σύνοψη των πραγματικών περιστατικών η οποία ήταν επαρκής για να του δοθεί η δυνατότητα να υποβάλει τις παρατηρήσεις του, πράγμα το οποίο άλλωστε έπραξε ο Κ. Pinxten. Επιπλέον, ο Κ. Pinxten είχε επίσης την ευκαιρία να προβάλει την άμυνά του κατά τη διάρκεια της εσωτερικής διαδικασίας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, βάσει του συνόλου της έκθεσης της OLAF. Εξάλλου, η OLAF δεν ήταν υποχρεωμένη να παραδώσει πρακτικά στην πρώην βοηθό του Κ. Pinxten, διότι η τελευταία είχε εξεταστεί ως μάρτυρας.

    β)   Εκτίμηση του Δικαστηρίου

    140

    Προκαταρκτικώς, πρέπει να εξεταστεί το επιχείρημα του Ελεγκτικού Συνεδρίου ότι δεν είναι αναγκαίο να εκτιμηθεί το νομότυπο της έρευνας της OLAF, στο μέτρο που η έκθεση της OLAF δεν είναι το καθοριστικό στοιχείο στο οποίο στηρίζεται η παραπομπή της υπόθεσης στο Δικαστήριο δυνάμει του άρθρου 286, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ.

    141

    Συναφώς, επισημαίνεται ότι οι πέντε αιτιάσεις που διατύπωσε το Ελεγκτικό Συνέδριο προς στήριξη της προσφυγής του επαναλαμβάνουν διαπιστώσεις στις οποίες προέβη η OLAF με την έκθεσή της.

    142

    Προκειμένου να αποδείξει το βάσιμο των αιτιάσεων αυτών, το Ελεγκτικό Συνέδριο προσκομίζει αποδεικτικά στοιχεία που αποτελούνται, κατά ένα μεγάλο μέρος, από έγγραφα τα οποία κατέσχεσε η OLAF κατά την έρευνά της και τα οποία παρατίθενται στο παράρτημα της έκθεσής της. Εξάλλου, το παράρτημα A.37 του δικογράφου της προσφυγής, στο οποίο παραπέμπει σε πολύ μεγάλο βαθμό το Ελεγκτικό Συνέδριο με τα δικόγραφά του, παρουσιάζεται ρητώς ως αποτελούμενο από τα «[π]αραρτήματα [της] έκθεσης της OLAF που διαβιβάστηκε στις 2 Ιουλίου 2018 στον Πρόεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου».

    143

    Επιπλέον, απαντώντας σε ερωτήσεις του Δικαστηρίου σχετικά με τον λόγο για τον οποίο το Ελεγκτικό Συνέδριο αναθεώρησε την αρχική εκτίμησή του ως προς τη νομιμότητα των εξόδων αποστολής, εκπροσώπησης και υποδοχής καθώς και των ημερήσιων αποζημιώσεων που καταβλήθηκαν στον Κ. Pinxten, το θεσμικό αυτό όργανο εξέθεσε ότι η νέα εκτίμησή του στηριζόταν στα στοιχεία που κατέσχεσε η OLAF κατά τη διάρκεια της έρευνάς της.

    144

    Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει να γίνει δεκτό ότι το παραδεκτό της υπό κρίση προσφυγής δεν εξαρτάται από το νομότυπο της έρευνας της OLAF.

    145

    Τούτου λεχθέντος, τυχόν παρατυπία της έρευνας αυτής θα μπορούσε να συνεπάγεται ότι το σύνολο ή ένα μέρος των αποδεικτικών στοιχείων που προσκόμισε το Ελεγκτικό Συνέδριο προς στήριξη της προσφυγής του συνελέγη κατά παράβαση των εφαρμοστέων κανόνων δικαίου, πράγμα το οποίο θα υποχρέωνε το Δικαστήριο να κρίνει αν η παρατυπία αυτή έχει συνέπειες επί του παραδεκτού των εν λόγω στοιχείων στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας.

    146

    Επομένως, πριν διατυπωθεί κρίση επί των αιτιάσεων του Ελεγκτικού Συνεδρίου, είναι αναγκαίο να εκτιμηθεί το βάσιμο των επιχειρημάτων του Κ. Pinxten σχετικά με την παρατυπία της έρευνας της OLAF.

    147

    Όσον αφορά, πρώτον, τη φερόμενη ως παράνομη διεύρυνση του αντικειμένου της έρευνας της OLAF, υπογραμμίζεται ότι η OLAF μπορεί, δυνάμει του άρθρου 4, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 883/2013, να έχει πρόσβαση σε κάθε σχετική πληροφορία που κατέχουν τα θεσμικά όργανα της Ένωσης καθώς και στις εγκαταστάσεις αυτών.

    148

    Κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 4, παράγραφοι 1 και 2, του ως άνω κανονισμού, η εξουσία αυτή μπορεί να ασκηθεί μόνο στο πλαίσιο εσωτερικής έρευνας και πρέπει να ασκείται σύμφωνα με τους όρους του κανονισμού.

    149

    Δυνάμει του άρθρου 5, παράγραφος 1, του ίδιου κανονισμού, ο Γενικός Διευθυντής της OLAF μπορεί να κινήσει έρευνα όταν υπάρχουν επαρκείς υπόνοιες ότι έχουν τελεστεί πράξεις απάτης, διαφθοράς ή άλλες παράνομες δραστηριότητες που θίγουν τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης.

    150

    Επιπλέον, το άρθρο 7, παράγραφος 2, του κανονισμού 883/2013 ορίζει ότι οι υπάλληλοι της OLAF διενεργούν έλεγχο στις εγκαταστάσεις ενός θεσμικού οργάνου μετά την επίδειξη γραπτής εξουσιοδότησης η οποία αναφέρει, ειδικότερα, το αντικείμενο και τον σκοπό της έρευνας, τις νομικές βάσεις για τη διενέργειά της και τις εξουσίες για τη διεξαγωγή της έρευνας που πηγάζουν από τις βάσεις αυτές.

    151

    Επομένως, αφενός, τυχόν έλεγχος των εγκαταστάσεων θεσμικού οργάνου τον οποίο διενεργεί η OLAF χωρίς να έχει προηγουμένως στη διάθεσή της στοιχεία από τα οποία να προκύπτουν βάσιμες υπόνοιες περί ύπαρξης παράνομων δραστηριοτήτων που εμπίπτουν στην αρμοδιότητά της είναι παράτυπος και, αφετέρου, ένας τέτοιος έλεγχος πρέπει να αποσκοπεί στη συλλογή αποδεικτικών στοιχείων σχετικών με τις παράνομες δραστηριότητες για τις οποίες υπάρχουν υπόνοιες (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 25ης Ιουνίου 2014, Nexans και Nexans France κατά Επιτροπής, C‑37/13 P, EU:C:2014:2030, σκέψη 37).

    152

    Αντιθέτως, από τα άρθρα 4, 5 και 7 του κανονισμού 883/2013 δεν συνάγεται ότι η OLAF απαγορεύεται να λάβει υπόψη στοιχεία που ανακαλύφθηκαν παρεμπιπτόντως κατά τη διάρκεια νομότυπου ελέγχου των εγκαταστάσεων θεσμικού οργάνου, από τα οποία προκύπτει η ύπαρξη παράνομων δραστηριοτήτων εμπιπτουσών στην αρμοδιότητά της οι οποίες δεν είχαν περιέλθει σε γνώση της πριν από τον έλεγχο αυτόν και οι οποίες είναι διαφορετικές από τις παράνομες δραστηριότητες που αφορούσε αρχικά η έρευνα στο πλαίσιο της οποίας διενεργήθηκε ο εν λόγω έλεγχος.

    153

    Επιπλέον, η προτεινόμενη από τον Κ. Pinxten ερμηνεία των κανόνων που διέπουν τις δραστηριότητες της OLAF θα μπορούσε να οδηγήσει, στην πράξη, σε ατιμωρησία των δραστών παράνομων δραστηριοτήτων οι οποίες ανακαλύφθηκαν στο πλαίσιο έρευνας της OLAF, χωρίς η συνέπεια αυτή να είναι αναγκαία για να αποφευχθεί η καταχρηστική άσκηση των εξουσιών έρευνας που έχουν ανατεθεί στον εν λόγω οργανισμό ή για να διαφυλαχθούν τα δικαιώματα άμυνας του ενδιαφερομένου, πράγμα το οποίο θα δημιουργούσε τον κίνδυνο να θιγεί η επίτευξη του σκοπού που συνίσταται στην ενίσχυση της καταπολέμησης της απάτης, της διαφθοράς και κάθε άλλης παράνομης δραστηριότητας εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης, σκοπού ο οποίος μνημονεύεται στο άρθρο 1, παράγραφος 1, του κανονισμού 883/2013.

    154

    Κατά συνέπεια, όταν ένας νομότυπος έλεγχος των εγκαταστάσεων θεσμικού οργάνου έχει ως αποτέλεσμα να ανακαλύψει η OLAF παρεμπιπτόντως στοιχεία ικανά να δημιουργήσουν επαρκείς υπόνοιες περί ύπαρξης παράνομων δραστηριοτήτων εμπιπτουσών στην αρμοδιότητά της οι οποίες είναι διαφορετικές από τις παράνομες δραστηριότητες που αφορούσε αρχικά η έρευνα στο πλαίσιο της οποίας διενεργήθηκε ο εν λόγω έλεγχος, εναπόκειται στην OLAF, εάν προτίθεται να διενεργήσει σχετική έρευνα προκειμένου να επαληθεύσει, ως προς την ακρίβειά τους, ή να συμπληρώσει τις πληροφορίες που περιήλθαν παρεμπιπτόντως σε γνώση της κατά τη διάρκεια του ελέγχου αυτού, να κινήσει νέα έρευνα (βλ., κατ’ αναλογίαν, αποφάσεις της 17ης Οκτωβρίου 1989, Dow Benelux κατά Επιτροπής, 85/87, EU:C:1989:379, σκέψη 19, και της 15ης Οκτωβρίου 2002, Limburgse Vinyl Maatschappij κ.λπ. κατά Επιτροπής, C‑238/99 P, C‑244/99 P, C‑245/99 P, C‑247/99 P, C‑250/99 P έως C‑252/99 P και C‑254/99 P, EU:C:2002:582, σκέψη 301) ή, κατά περίπτωση, να διευρύνει το αρχικό αντικείμενο της έρευνάς της, εάν οι παρεμπιπτόντως ανακαλυφθείσες παράνομες δραστηριότητες συνδέονται επαρκώς με τις παράνομες δραστηριότητες που αποτελούσαν αντικείμενο της αρχικής έρευνας, ώστε να δικαιολογείται να αποτελέσουν αντικείμενο της ίδιας διαδικασίας έρευνας.

    155

    Εν προκειμένω, ο Κ. Pinxten δεν αμφισβητεί ούτε το νομότυπο της απόφασης περί έναρξης εσωτερικής έρευνας την οποία έλαβε ο Γενικός Διευθυντής της OLAF κατόπιν της διαβίβασης πληροφοριών από το Ελεγκτικό Συνέδριο ούτε το νομότυπο του ελέγχου των εγκαταστάσεων του εν λόγω θεσμικού οργάνου τον οποίο διενήργησε η OLAF, στις 20 Νοεμβρίου 2017, στο πλαίσιο της έρευνας αυτής.

    156

    Επιπλέον, δεν υποστηρίζει ότι τα στοιχεία που ανακάλυψε η OLAF κατά τον έλεγχο αυτόν δεν ήταν ικανά να δημιουργήσουν επαρκείς υπόνοιες περί ύπαρξης παράνομων δραστηριοτήτων που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της OLAF.

    157

    Συνεπώς, το γεγονός ότι η απόφαση της OLAF να επεκτείνει το αντικείμενο της έρευνας –η οποία είχε αρχικώς κινηθεί σχετικά με ενδεχόμενες παρατυπίες, στις οποίες εμπλεκόταν ο Κ. Pinxten και οι οποίες επηρέαζαν τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης, κατά τη χρήση των πόρων του Ελεγκτικού Συνεδρίου και κατά τις αποστολές που πραγματοποιήθηκαν ή εγκρίθηκαν κατά παράβαση των εφαρμοστέων κανόνων– σε πιθανές συγκρούσεις συμφερόντων και σε άλλες παραβάσεις των άρθρων 285 και 286 ΣΛΕΕ, καθώς και των διατάξεων του κώδικα συμπεριφοράς του 2012, στηρίζεται σε στοιχεία τα οποία αποκαλύφθηκαν κατά τον έλεγχο που διενεργήθηκε στις 20 Νοεμβρίου 2017 δεν μπορεί να συνεπάγεται την παρατυπία της απόφασης αυτής.

    158

    Δεύτερον, όσον αφορά τα επιχειρήματα που αντλούνται από προσβολή του δικαιώματος του Κ. Pinxten στην ιδιωτική ζωή, επισημαίνεται ότι, λαμβανομένου υπόψη του αντικειμένου της παρούσας διαδικασίας, το Δικαστήριο οφείλει εν προκειμένω να αποφανθεί όχι επί οποιασδήποτε προσβολής του δικαιώματος αυτού που θα μπορούσε να έχει διαπράξει η OLAF κατά τη διάρκεια της έρευνάς της, αλλά μόνον επί των προβαλλόμενων προσβολών του εν λόγω δικαιώματος που αφορούν τη συλλογή αποδεικτικών στοιχείων τα οποία προσκόμισε το Ελεγκτικό Συνέδριο προς στήριξη της υπό κρίση προσφυγής. Πράγματι, τυχόν διαδικαστικές παρατυπίες διαπραχθείσες από την OLAF κατά τη συλλογή αποδεικτικών στοιχείων δεν μπορούν, εν πάση περιπτώσει, να επηρεάσουν την εξέταση της υπό κρίση προσφυγής παρά μόνο στο μέτρο που η προσφυγή αυτή στηρίζεται στα αποδεικτικά στοιχεία τα οποία η OLAF απέκτησε παρανόμως.

    159

    Συναφώς, επιβάλλεται καταρχάς η διαπίστωση ότι ο Κ. Pinxten δεν προσδιορίζει, μεταξύ των αποδεικτικών στοιχείων που προσκόμισε το Ελεγκτικό Συνέδριο, κανένα έγγραφο καλυπτόμενο από την αρχή της εμπιστευτικότητας των σχέσεων μεταξύ ενός δικηγόρου και του πελάτη του.

    160

    Ως εκ τούτου, το γεγονός ότι η OLAF δεν επιβεβαίωσε ότι δεν κατέσχεσε κανένα στοιχείο της αλληλογραφίας μεταξύ του Κ. Pinxten και του δικηγόρου του, ακόμη και αν θεωρηθεί αποδεδειγμένο, δεν ασκεί επιρροή εν προκειμένω.

    161

    Περαιτέρω, όσον αφορά τα αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με τη συμμετοχή του Κ. Pinxten σε κυνηγετικές ομάδες, επισημαίνεται ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο προσκόμισε ενώπιον του Δικαστηρίου έγγραφα σχετικά με τη δραστηριότητα αυτή τα οποία συνδέονται άμεσα με διάφορες αποστολές που πραγματοποίησε ο Κ. Pinxten ως μέλος του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

    162

    Μολονότι τα έγγραφα αυτά διατηρούνταν σε φάκελο που χαρακτηριζόταν ρητώς ως «ιδιωτικός», δεν μπορούν, λόγω του συνδέσμου τους με τις ως άνω αποστολές, να θεωρηθούν ως αφορώντα τις αμιγώς ιδιωτικές δραστηριότητες του Κ. Pinxten.

    163

    Επιπλέον, από τη διαπίστωση που έγινε στη σκέψη 158 της παρούσας απόφασης προκύπτει ότι δεν είναι αναγκαίο, στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, να διατυπωθεί κρίση επί του ισχυρισμού του Κ. Pinxten ότι η OLAF πήρε ή φωτοτύπησε επίσης σειρά εγγράφων σχετικών με κυνηγετικές δραστηριότητες που δεν καλύπτονταν από εντολές αποστολής.

    164

    Τέλος, επιβάλλεται βεβαίως η διαπίστωση ότι η από 20 Νοεμβρίου 2014 επιστολή του Κ. Pinxten προς την Ύπατη Εκπρόσωπο της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας με σκοπό να της προτείνει τη μίσθωση διαμερίσματος στις Βρυξέλλες (Βέλγιο) αφορούσε τη διαχείριση των ιδιωτικών περιουσιακών στοιχείων του Κ. Pinxten και ότι η προσθήκη στον φάκελο της OLAF αντιγράφου της επιστολής αυτής συνιστά, επομένως, περιορισμό του δικαιώματός του στον σεβασμό της ιδιωτικής ζωής το οποίο κατοχυρώνεται στο άρθρο 7 του Χάρτη.

    165

    Ωστόσο, η χρήση της επιστολής αυτής από την OLAF περιορίζεται και οριοθετείται από τον νόμο, στο μέτρο που η επιστολή μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο στο πλαίσιο της έρευνας της OLAF και των διαδικασιών που κινήθηκαν κατόπιν της εν λόγω έρευνας.

    166

    Κατά συνέπεια, τα επιχειρήματα που προέβαλε ο Κ. Pinxten δεν είναι ικανά να αποδείξουν, στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, ότι η OLAF έθιξε κατά τρόπο παράνομο το δικαίωμά του στον σεβασμό της ιδιωτικής ζωής.

    167

    Τρίτον, όσον αφορά την προβαλλόμενη προσβολή των δικαιωμάτων άμυνας του Κ. Pinxten, υπενθυμίζεται ότι το άρθρο 41, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, του Χάρτη ορίζει ότι το δικαίωμα χρηστής διοίκησης περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, το δικαίωμα κάθε προσώπου σε προηγούμενη ακρόαση πριν ληφθεί ατομικό μέτρο εις βάρος του.

    168

    Η αρχή αυτή τίθεται σε εφαρμογή με το άρθρο 9, παράγραφος 4, του κανονισμού 883/2013, το οποίο προβλέπει ότι η OLAF οφείλει καταρχήν, μόλις ολοκληρωθεί η έρευνα και πριν συναχθούν συμπεράσματα με ονομαστική αναφορά σε ενδιαφερόμενο, να παράσχει στο εν λόγω πρόσωπο τη δυνατότητα να υποβάλει τις παρατηρήσεις του επί των πραγματικών περιστατικών που το αφορούν.

    169

    Επιπλέον, το Δικαστήριο έκρινε, στο πλαίσιο διαδικασίας ανάλογης προς εκείνη του άρθρου 286, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ, η οποία αφορούσε μέλος της Επιτροπής, ότι ήταν αναγκαίο να εξακριβωθεί αν το ενδιαφερόμενο μέλος της Επιτροπής είχε ενημερωθεί εγκαίρως για τις εναντίον του αιτιάσεις και αν του είχε δοθεί η δυνατότητα να διατυπώσει τις απόψεις του (απόφαση της 11ης Ιουλίου 2006, Επιτροπή κατά Cresson, C‑432/04, EU:C:2006:455, σκέψη 105). Τέτοια υποχρέωση προβλέπεται εξάλλου και στο άρθρο 4, παράγραφοι 2 και 3, του εσωτερικού κανονισμού.

    170

    Υπό τις συνθήκες αυτές, μολονότι τόσο η OLAF όσο και το Ελεγκτικό Συνέδριο οφείλουν να τηρούν τις αντίστοιχες υποχρεώσεις τους, ο σεβασμός του δικαιώματος ακρόασης του ενδιαφερόμενου μέλους ή πρώην μέλους του θεσμικού αυτού οργάνου πρέπει, για τους σκοπούς της διαδικασίας του άρθρου 286, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ, να εκτιμάται σφαιρικά, δεδομένου ότι δεν μπορεί να αποκλειστεί ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο παρέσχε στο εν λόγω μέλος ή πρώην μέλος επαρκή δυνατότητα ακρόασης επί στοιχείων τα οποία το μέλος ή πρώην μέλος δεν θα μπορούσε πράγματι να έχει σχολιάσει πριν από την έγκριση της έκθεσης της OLAF.

    171

    Εν προκειμένω, δεν αμφισβητείται ότι ο K. Pinxten ανέπτυξε προφορικά τις απόψεις του ενώπιον της OLAF στις 22 Δεκεμβρίου 2017, ότι αντηλλάγησαν πλείονες επιστολές μεταξύ της OLAF και του δικηγόρου του Κ. Pinxten και ότι ο τελευταίος μπόρεσε, κατόπιν της κοινοποίησης σύνοψης των πραγματικών περιστατικών που διαπιστώθηκαν κατά το πέρας της έρευνας, να αποστείλει στην OLAF έγγραφο με σκοπό την αντίκρουση των ισχυρισμών που διατυπώνονταν στη σύνοψη αυτή.

    172

    Στη συνέχεια, στις 5 Οκτωβρίου 2018, κοινοποιήθηκαν στον Κ. Pinxten η έκθεση της OLAF και η προκαταρκτική έκθεση που είχε αποστείλει ο Πρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου στα μέλη του θεσμικού αυτού οργάνου. Ο Κ. Pinxten μπόρεσε να λάβει θέση επί των εν λόγω εκθέσεων τόσο με την υποβολή γραπτών παρατηρήσεων όσο και κατά τη διάρκεια ακρόασης ενώπιον του θεσμικού οργάνου.

    173

    Στο πλαίσιο αυτό, μολονότι υποστηρίζει ότι η έρευνα της OLAF ενείχε τέσσερις διαφορετικές παρατυπίες –μνημονευόμενες στις σκέψεις 131 έως 134 της παρούσας απόφασης– οι οποίες τον εμπόδισαν να τύχει πράγματι ακροάσεως από την OLAF, δεν προβάλλει κανένα επιχείρημα προκειμένου να αποδείξει ότι δεν ήταν σε θέση να εκφράσει επαρκώς, ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου, την άποψή του επί ορισμένων στοιχείων που ελήφθησαν υπόψη εις βάρος του πριν από την έγκριση της έκθεσης της OLAF.

    174

    Υπό τις συνθήκες αυτές, προκύπτει ότι τα επιχειρήματα που προέβαλε ο Κ. Pinxten δεν είναι ικανά να αποδείξουν, στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, ότι προσβλήθηκαν τα δικαιώματα άμυνάς του.

    175

    Επομένως, το σύνολο των επιχειρημάτων του Κ. Pinxten που αντλούνται από την παρατυπία της έρευνας της OLAF πρέπει να απορριφθεί και, ως εκ τούτου, δεν είναι αναγκαίο, για την έκδοση απόφασης επί της υπό κρίση προσφυγής, να καθοριστεί αν παρανόμως αποκτηθέντα αποδεικτικά στοιχεία μπορούν να προσκομιστούν στο πλαίσιο της διαδικασίας του άρθρου 286, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ.

    3.   Επί της προβαλλόμενης παρατυπίας της διαδικασίας που ακολουθήθηκε στο Ελεγκτικό Συνέδριο για να επιτραπεί η άσκηση της υπό κρίση προσφυγής

    α)   Επιχειρήματα των διαδίκων

    176

    Με το τρίτο επιχείρημά του περί απαραδέκτου, ο Κ. Pinxten υποστηρίζει, πρώτον, ότι η ακρόασή του από το Ελεγκτικό Συνέδριο διεξήχθη, παρά τις διαμαρτυρίες του, παρουσία του Γενικού Γραμματέα και του προϊσταμένου της νομικής υπηρεσίας του θεσμικού αυτού οργάνου, ενώ, κατά το άρθρο 49, παράγραφος 3, των λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του εσωτερικού κανονισμού, η ακρόαση μέλους του εν λόγω θεσμικού οργάνου πριν από την άσκηση προσφυγής δυνάμει του άρθρου 286, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ έπρεπε να διενεργείται απουσία διερμηνέων ή υπαλλήλων του θεσμικού οργάνου.

    177

    Η παρουσία των εν λόγω υπαλλήλων μπορούσε να επηρεάσει τις συζητήσεις, λαμβανομένων ιδίως υπόψη της ευθύνης του Γενικού Γραμματέα του Ελεγκτικού Συνεδρίου για την ανεπάρκεια του ελέγχου που άσκησε το θεσμικό αυτό όργανο και του «αναπάντεχου» ρόλου του προϊσταμένου της νομικής υπηρεσίας του θεσμικού οργάνου κατά τη διάρκεια της έρευνας.

    178

    Ο Κ. Pinxten εκτιμά, δεύτερον, ότι υπέρ της άσκησης της υπό κρίση προσφυγής ψήφισε ανεπαρκής αριθμός μελών του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

    179

    Συγκεκριμένα, το άρθρο 4, παράγραφος 4, του εσωτερικού κανονισμού απαιτεί πλειοψηφία των τεσσάρων πέμπτων των μελών αυτών, ήτοι είκοσι τριών μελών, προκειμένου να επιτραπεί η άσκηση προσφυγής δυνάμει του άρθρου 286, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ. Μόνον, όμως, είκοσι δύο από τα εν λόγω μέλη ψήφισαν υπέρ της άσκησης της υπό κρίση προσφυγής.

    180

    Το γεγονός ότι δύο μέλη του Ελεγκτικού Συνεδρίου αυτοεξαιρέθηκαν δεν ασκεί, κατά την άποψή του, επιρροή. Εφόσον το άρθρο 4, παράγραφος 4, του εσωτερικού κανονισμού επιβάλλει πλειοψηφία υπολογιζόμενη σε σχέση με τον συνολικό αριθμό των μελών, η κατάσταση των μελών του Ελεγκτικού Συνεδρίου που αυτοεξαιρέθηκαν είναι συγκρίσιμη με εκείνη των μελών του εν λόγω θεσμικού οργάνου που απείχαν.

    181

    Το Ελεγκτικό Συνέδριο διερωτάται αν είναι λυσιτελή τα επιχειρήματα του Κ. Pinxten σχετικά με την απόφαση περί άσκησης της υπό κρίση προσφυγής ενώπιον του Δικαστηρίου, καθόσον η απόφαση αυτή δεν μπορεί να εξομοιωθεί με την πράξη με την οποία ασκείται προσφυγή ενώπιον του Δικαστηρίου, όπως επισημαίνεται στη διάταξη της 9ης Σεπτεμβρίου 2005, Επιτροπή κατά Cresson (C‑432/04, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2005:539).

    182

    Εν πάση περιπτώσει, ο Γενικός Γραμματέας του Ελεγκτικού Συνεδρίου μετέχει σε όλες τις συνεδριάσεις του θεσμικού αυτού οργάνου, προκειμένου να συντάξει πρακτικά, σύμφωνα με το άρθρο 23 του εσωτερικού κανονισμού και το άρθρο 39 των λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του εσωτερικού κανονισμού. Επιπλέον, το άρθρο 50, παράγραφος 1, των εν λόγω λεπτομερών κανόνων εφαρμογής παρείχε στο Ελεγκτικό Συνέδριο τη δυνατότητα να ορίσει πρόσωπο επιφορτισμένο με την κατάρτιση του σχεδίου πρακτικών. Η εν λόγω αρμοδιότητα ασκήθηκε, στις 12 Φεβρουαρίου 2015, για να ανατεθεί το καθήκον αυτό στον προϊστάμενο της νομικής του υπηρεσίας.

    183

    Εξάλλου, η πλειοψηφία που απαιτείται για την άσκηση προσφυγής δυνάμει του άρθρου 286, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ πρέπει να υπολογίζεται βάσει του συνολικού αριθμού των μελών του Ελεγκτικού Συνεδρίου, πλην του ενδιαφερόμενου μέλους και των μελών που αποφάσισαν να αυτοεξαιρεθούν. Βεβαίως, η περίπτωση των μελών του θεσμικού οργάνου που τελούν σε κατάσταση σύγκρουσης συμφερόντων δεν προβλέπεται από τον εσωτερικό κανονισμό. Ωστόσο, εάν τα μέλη αυτά θεωρούνταν ως μέλη που απέχουν, θα μετείχαν de facto στη διαδικασία λήψης αποφάσεων από την οποία θα έπρεπε να αποκλειστούν.

    β)   Εκτίμηση του Δικαστηρίου

    184

    Προκαταρκτικώς, υπογραμμίζεται ότι το Δικαστήριο, όταν επιλαμβάνεται ένστασης απαραδέκτου η οποία αφορά παράβαση των κανόνων που διέπουν την έκδοση, εκ μέρους του Ελεγκτικού Συνεδρίου, της απόφασης περί άσκησης προσφυγής δυνάμει του άρθρου 286, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ, οφείλει να αποφανθεί επί της ένστασης αυτής πριν εξετάσει, κατά περίπτωση, το βάσιμο της εν λόγω προσφυγής.

    185

    Μια τέτοια ένσταση απαραδέκτου δεν μπορεί να απορριφθεί με βάση τη διαπίστωση που περιλαμβάνεται στη σκέψη 4 της διάταξης της 9ης Σεπτεμβρίου 2005, Επιτροπή κατά Cresson (C‑432/04, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2005:539), κατά την οποία, στο πλαίσιο προσφυγής δυνάμει του άρθρου 213, παράγραφος 2, ΕΚ, η απόφαση της Επιτροπής να προσφύγει ενώπιον του Δικαστηρίου δεν μπορεί να εξομοιωθεί με την πράξη με την οποία ασκείται προσφυγή ενώπιον του Δικαστηρίου.

    186

    Πράγματι, η ως άνω διαπίστωση, η οποία αποσκοπούσε αποκλειστικά στο να καταδειχθεί ότι το Δικαστήριο είχε επιληφθεί μόνον των στοιχείων που περιλαμβάνονταν στην προσφυγή αυτή και ότι, επομένως, δεν όφειλε να λάβει υπόψη τους λόγους για τους οποίους η Επιτροπή έκρινε σκόπιμο να προσφύγει ενώπιον του Δικαστηρίου, ουδόλως συνεπάγεται ότι η ενδεχόμενη παρατυπία απόφασης περί άσκησης της εν λόγω προσφυγής δεν έχει συνέπειες επί του παραδεκτού της προσφυγής αυτής.

    187

    Ως εκ τούτου, πρέπει να εξεταστούν τα επιχειρήματα του Κ. Pinxten σχετικά με την προβαλλόμενη παρατυπία της διαδικασίας που ακολουθήθηκε στο Ελεγκτικό Συνέδριο για να επιτραπεί η άσκηση της υπό κρίση προσφυγής.

    188

    Όσον αφορά, πρώτον, τη διεξαγωγή της ακρόασης του Κ. Pinxten ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου, επισημαίνεται ότι από το άρθρο 4, παράγραφοι 1, 3 και 4, του εσωτερικού κανονισμού προκύπτει ότι, όταν το θεσμικό αυτό όργανο εκτιμά ότι με τις πληροφορίες που του κοινοποιήθηκαν είναι δυνατόν να αποδειχθεί ότι ένα από τα μέλη του έπαυσε να ανταποκρίνεται προς τις απαιτούμενες προϋποθέσεις ή να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που απορρέουν εκ της θέσεώς του, το εν λόγω μέλος καλείται να παράσχει προφορικές διευκρινίσεις ενώπιον του θεσμικού οργάνου, πριν το τελευταίο αποφασίσει αν πρέπει να προσφύγει στο Δικαστήριο προκειμένου το μέλος να απαλλαγεί από τα καθήκοντά του ή να κηρυχθεί έκπτωτο του δικαιώματός του προς σύνταξη ή άλλων αντ’ αυτού ωφελημάτων.

    189

    Το άρθρο 8 των λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του εσωτερικού κανονισμού διευκρίνιζε ότι οι συνεδριάσεις που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο της διαδικασίας του άρθρου 4 του εσωτερικού κανονισμού αποτελούν συνεδριάσεις κεκλεισμένων των θυρών κατά την έννοια του άρθρου 49 των εν λόγω λεπτομερών κανόνων εφαρμογής.

    190

    Οι συνεδριάσεις αυτές πραγματοποιούνταν, σύμφωνα με το άρθρο 49, παράγραφος 3, των εν λόγω λεπτομερών κανόνων εφαρμογής, απουσία διερμηνέων ή υπαλλήλων του Ελεγκτικού Συνεδρίου, εκτός αν είχε ληφθεί απόφαση περί του αντιθέτου σε προηγούμενη συνεδρίαση του θεσμικού αυτού οργάνου.

    191

    Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι η ακρόαση του Κ. Pinxten έπρεπε να διεξαχθεί παρουσία μόνον των μελών του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

    192

    Το ως άνω συμπέρασμα δεν αναιρείται από το επιχείρημα του Ελεγκτικού Συνεδρίου ότι η παρουσία του Γενικού Γραμματέα του εν λόγω θεσμικού οργάνου κατά την ακρόαση αυτή ήταν παρά ταύτα δικαιολογημένη, στο μέτρο που ο Γενικός Γραμματέας όφειλε να συντάξει τα πρακτικά της κεκλεισμένων των θυρών συνεδρίασης κατά τη διάρκεια της οποίας διεξήχθη η ακρόαση και να επικουρήσει τον Πρόεδρο του θεσμικού οργάνου.

    193

    Βεβαίως, το άρθρο 23 του εσωτερικού κανονισμού ορίζει ότι συντάσσονται πρακτικά για κάθε συνεδρίαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Επιπλέον, το άρθρο 39, παράγραφος 1, των λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού αυτού προέβλεπε ότι ο Γενικός Γραμματέας του Ελεγκτικού Συνεδρίου έχει, μεταξύ άλλων, την ευθύνη να συντάσσει τα σχέδια πρακτικών των συνεδριάσεων του θεσμικού αυτού οργάνου και να επικουρεί τον Πρόεδρο του θεσμικού οργάνου στην προετοιμασία των συνεδριάσεων και την τήρηση των διαδικασιών. Ομοίως, το άρθρο 50, παράγραφος 1, των εν λόγω λεπτομερών κανόνων εφαρμογής διευκρίνιζε ότι για κάθε συνεδρίαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου καταρτίζεται σχέδιο πρακτικών από τον Γενικό Γραμματέα του θεσμικού οργάνου ή από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο οριζόμενο για τον σκοπό αυτόν.

    194

    Ωστόσο, από τις διατάξεις που μνημονεύονται στην προηγούμενη σκέψη δεν προκύπτει ότι ο Γενικός Γραμματέας του Ελεγκτικού Συνεδρίου έπρεπε οπωσδήποτε να είναι παρών κατά την κεκλεισμένων των θυρών συνεδρίαση του εν λόγω θεσμικού οργάνου κατά τη διάρκεια της οποίας πραγματοποιήθηκε η ακρόαση του Κ. Pinxten προκειμένου να συντάξει τα πρακτικά της συνεδρίασης αυτής, δεδομένου ότι, εφόσον ήταν αναγκαίο, θα μπορούσε, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 50, παράγραφος 1, των εν λόγω λεπτομερών κανόνων εφαρμογής, να έχει οριστεί ένα μέλος του Ελεγκτικού Συνεδρίου για να συντάξει τα πρακτικά της συνεδρίασης.

    195

    Εξάλλου, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι το άρθρο 49, παράγραφος 3, των λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του εσωτερικού κανονισμού αποτελούσε ειδικό κανόνα που εισήγε παρέκκλιση από τους συνήθεις κανόνες διοργάνωσης των συνεδριάσεων του Ελεγκτικού Συνεδρίου, προκειμένου, ιδίως, να διασφαλιστεί η πλήρως ελεύθερη συζήτηση μεταξύ των μελών του εν λόγω θεσμικού οργάνου.

    196

    Ως εκ τούτου, οι κανόνες που αναθέτουν στον Γενικό Γραμματέα του Ελεγκτικού Συνεδρίου ένα γενικό καθήκον αρωγής του Προέδρου του θεσμικού αυτού οργάνου δεν μπορούν να δικαιολογήσουν την παρουσία του εν λόγω Γενικού Γραμματέα σε κεκλεισμένων των θυρών συνεδρίαση του θεσμικού οργάνου, κατά μείζονα λόγο διότι το άρθρο 49, παράγραφος 3, των λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του εσωτερικού κανονισμού προέβλεπε ειδική διαδικασία στο πλαίσιο της οποίας μπορούσε να επιτραπεί η παρουσία υπαλλήλου του θεσμικού οργάνου σε κεκλεισμένων των θυρών συνεδρίαση, διαδικασία την οποία το Ελεγκτικό Συνέδριο δεν υποστηρίζει ότι ακολούθησε εν προκειμένω.

    197

    Υπό τις συνθήκες αυτές, η παρουσία του προϊσταμένου της νομικής υπηρεσίας του Ελεγκτικού Συνεδρίου κατά την επίμαχη κεκλεισμένων των θυρών συνεδρίαση δεν μπορούσε να δικαιολογηθεί ούτε από το καθήκον κατάρτισης των σχεδίων πρακτικών των συνεδριάσεων του Ελεγκτικού Συνεδρίου, το οποίο του είχε ανατεθεί, κατά το εν λόγω θεσμικό όργανο, με απόφαση εκδοθείσα στις 12 Φεβρουαρίου 2015 βάσει του άρθρου 50, παράγραφος 1, των λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του εσωτερικού κανονισμού.

    198

    Εξάλλου, από την απομαγνητοφώνηση της εν λόγω κεκλεισμένων των θυρών συνεδρίασης προκύπτει ότι ο Πρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου είχε δικαιολογήσει την παρουσία του προϊσταμένου της νομικής υπηρεσίας του θεσμικού αυτού οργάνου όχι βάσει του ως άνω καθήκοντος, αλλά αναφερόμενος στον ρόλο του ως συμβούλου.

    199

    Μολονότι από τα προεκτεθέντα συνάγεται ότι η παρουσία του Γενικού Γραμματέα και του προϊσταμένου της νομικής υπηρεσίας του Ελεγκτικού Συνεδρίου στην κεκλεισμένων των θυρών συνεδρίαση του εν λόγω θεσμικού οργάνου κατά τη διάρκεια της οποίας πραγματοποιήθηκε η ακρόαση του Κ. Pinxten ήταν παράτυπη, από πάγια νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι μια τέτοια παρατυπία θα μπορούσε να είναι καθοριστική μόνον εφόσον ο Κ. Pinxten κατόρθωνε να αποδείξει ότι, εάν δεν υφίστατο η παρατυπία αυτή, η διαδικασία που διεξήχθη στο Ελεγκτικό Συνέδριο θα μπορούσε να έχει καταλήξει σε διαφορετικό αποτέλεσμα [βλ., κατ’ αναλογίαν, αποφάσεις της 4ης Απριλίου 2019, OZ κατά ΕΤΕπ, C‑558/17 P, EU:C:2019:289, σκέψη 76, και της 4ης Ιουνίου 2020, C.F. (Φορολογικός έλεγχος), C‑430/19, EU:C:2020:429, σκέψη 35 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

    200

    Ο Κ. Pinxten, όμως, δεν αποδεικνύει με ποιον τρόπο η παρουσία των εν λόγω υπαλλήλων του Ελεγκτικού Συνεδρίου, οι οποίοι, όπως προκύπτει από την απομαγνητοφώνηση της κεκλεισμένων των θυρών συνεδρίασης, δεν έλαβαν τον λόγο κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης αυτής, μπόρεσε να επηρεάσει τη διεξαγωγή της συνεδρίασης ή, κατά μείζονα λόγο, την απόφαση που έλαβε τελικά το θεσμικό όργανο.

    201

    Ειδικότερα, μολονότι ο Κ. Pinxten υποστηρίζει ότι θα μπορούσε να θεμελιωθεί ευθύνη του Γενικού Γραμματέα του Ελεγκτικού Συνεδρίου λόγω των ελλείψεων του ελέγχου που αυτός όφειλε να διενεργήσει επί των δαπανών του θεσμικού οργάνου, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η επίμαχη κεκλεισμένων των θυρών συνεδρίαση αποσκοπούσε αποκλειστικά στο να παράσχει στον Κ. Pinxten τη δυνατότητα να λάβει θέση επί των πραγματικών περιστατικών που του προσάπτονταν.

    202

    Επιπλέον, οι επικρίσεις που διατυπώθηκαν κατά της στάσης του προϊσταμένου της νομικής υπηρεσίας του Ελεγκτικού Συνεδρίου κατά τη διάρκεια της έρευνας στηρίζονται κατ’ ουσίαν σε σχέδιο επιστολής το οποίο φέρεται ότι υπαγορεύθηκε από τον οδηγό του Κ. Pinxten και προσκομίστηκε από τον τελευταίο, αλλά ως προς το οποίο δεν αμφισβητείται ότι δεν είναι υπογεγραμμένο από τον οδηγό αυτόν. Επομένως, ο Κ. Pinxten δεν απέδειξε επαρκώς κατά νόμο ότι η παρουσία του προϊσταμένου της νομικής υπηρεσίας του Ελεγκτικού Συνεδρίου κατά την επίμαχη κεκλεισμένων των θυρών συνεδρίαση θα μπορούσε, λόγω της στάσης του υπαλλήλου αυτού, να επηρεάσει τη διεξαγωγή της συνεδρίασης.

    203

    Όσον αφορά, δεύτερον, την ψηφοφορία στο Ελεγκτικό Συνέδριο προκειμένου να αποφασιστεί η άσκηση της υπό κρίση προσφυγής, το άρθρο 4, παράγραφος 4, του εσωτερικού κανονισμού ορίζει ότι η απόφαση αυτή έπρεπε να ληφθεί με μυστική ψηφοφορία και με πλειοψηφία των τεσσάρων πέμπτων των μελών του εν λόγω θεσμικού οργάνου.

    204

    Μολονότι η ως άνω διάταξη προβλέπει επίσης ότι το ενδιαφερόμενο μέλος του Ελεγκτικού Συνεδρίου δεν συμμετέχει στην ψηφοφορία, ο κανόνας αυτός δεν ασκεί επιρροή εν προκειμένω, δεδομένου ότι η εν λόγω απόφαση εκδόθηκε σε ημερομηνία κατά την οποία ο Κ. Pinxten δεν ήταν πλέον μέλος του θεσμικού οργάνου.

    205

    Συνεπώς, όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 90 των προτάσεών του, η σύγκριση των όρων που χρησιμοποιούνται αντιστοίχως στο άρθρο 4, παράγραφος 4, του εσωτερικού κανονισμού και στο άρθρο 25, παράγραφος 3, του κανονισμού αυτού καταδεικνύει ότι η απαιτούμενη για την έκδοση μιας τέτοιας απόφασης πλειοψηφία έπρεπε να υπολογιστεί βάσει του συνολικού αριθμού των μελών του Ελεγκτικού Συνεδρίου και όχι βάσει του αριθμού των μελών του θεσμικού αυτού οργάνου που ήταν παρόντα κατά την οικεία συνεδρίαση του εν λόγω θεσμικού οργάνου.

    206

    Τούτου λεχθέντος, το άρθρο 41, παράγραφος 1, του Χάρτη ορίζει, μεταξύ άλλων, ότι κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα στην αμερόληπτη εξέταση των υποθέσεών του από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης.

    207

    Από πάγια νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι τα θεσμικά και λοιπά όργανα και οι οργανισμοί της Ένωσης οφείλουν να συμμορφώνονται προς την επιταγή της αμεροληψίας, ως προς αμφότερες τις πτυχές της, οι οποίες είναι, αφενός, η υποκειμενική αμεροληψία, κατά την οποία κανένα μέλος του οικείου θεσμικού οργάνου δεν πρέπει να εκδηλώνει μεροληψία ή προσωπικές προκαταλήψεις, και, αφετέρου, η αντικειμενική αμεροληψία, κατά την οποία το θεσμικό αυτό όργανο πρέπει να παρέχει επαρκή εχέγγυα για τον αποκλεισμό κάθε εύλογης αμφιβολίας σχετικά με ενδεχόμενη προκατάληψη (πρβλ. απόφαση της 27ης Μαρτίου 2019, August Wolff και Remedia κατά Επιτροπής, C‑680/16 P, EU:C:2019:257, σκέψη 27 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

    208

    Προκειμένου να διασφαλιστεί η τήρηση της απαίτησης αυτής, τα μέλη του Ελεγκτικού Συνεδρίου που δεν είναι σε θέση να μετάσχουν κατά τρόπο αμερόληπτο στη διαδικασία σχετικά με την ενδεχόμενη παραπομπή ενός εκ των μελών ή ενός εκ των πρώην μελών του θεσμικού αυτού οργάνου ενώπιον του Δικαστηρίου, ιδίως λόγω των προσωπικών δεσμών που διατηρούν με το ενδιαφερόμενο μέλος ή πρώην μέλος, πρέπει να μπορούν να βεβαιωθούν ότι δεν θα ασκήσουν επιρροή στην έκβαση της διαδικασίας αυτής και πρέπει να έχουν, προς τούτο, τη δυνατότητα να αυτοεξαιρεθούν.

    209

    Εάν όμως το άρθρο 4, παράγραφος 4, του εσωτερικού κανονισμού ερμηνευόταν υπό την έννοια ότι η απαιτούμενη από τη διάταξη αυτή πλειοψηφία υπολογίζεται χωρίς να αφαιρείται από τον συνολικό αριθμό των μελών του Ελεγκτικού Συνεδρίου ο αριθμός των μελών που έχουν αυτοεξαιρεθεί, η απόφασή τους να αυτοεξαιρεθούν θα είχε, εν τοις πράγμασι, δυνητικώς καθοριστική επιρροή στην έκβαση της διαδικασίας που προβλέπει η εν λόγω διάταξη.

    210

    Επιπλέον, λαμβανομένης υπόψη της πλειοψηφίας που απαιτείται από την ως άνω διάταξη, μια τέτοια ερμηνεία της διάταξης αυτής θα καθιστούσε, στην πράξη, εξαιρετικά δυσχερή, αν όχι αδύνατη, την κίνηση της εν λόγω διαδικασίας, όταν ορισμένα μέλη του θεσμικού αυτού οργάνου έχουν κρίνει ότι πρέπει να αυτοεξαιρεθούν.

    211

    Ως εκ τούτου, το άρθρο 4, παράγραφος 4, του εσωτερικού κανονισμού πρέπει να ερμηνευθεί, σύμφωνα με το άρθρο 41, παράγραφος 1, του Χάρτη, υπό την έννοια ότι η πλειοψηφία των τεσσάρων πέμπτων των μελών του Ελεγκτικού Συνεδρίου την οποία προβλέπει η πρώτη αυτή διάταξη πρέπει να υπολογίζεται με βάση τον συνολικό αριθμό των μελών του θεσμικού αυτού οργάνου που μπορούσαν νομίμως να συμμετάσχουν στην επίμαχη ψηφοφορία χωρίς να θίγεται η απαίτηση αμεροληψίας.

    212

    Στην υπό κρίση περίπτωση, δεν αμφισβητείται ότι δύο μέλη του Ελεγκτικού Συνεδρίου αυτοεξαιρέθηκαν προκειμένου να διασφαλιστεί η τήρηση της απαίτησης αυτής, για λόγους που δεν τέθηκαν υπό αμφισβήτηση.

    213

    Κατά συνέπεια, η ψήφος 22 μελών του Ελεγκτικού Συνεδρίου υπέρ της άσκησης της υπό κρίση προσφυγής αρκούσε για την επίτευξη της απαιτούμενης κατά το άρθρο 4, παράγραφος 4, του εσωτερικού κανονισμού πλειοψηφίας.

    214

    Επομένως, τα επιχειρήματα του Κ. Pinxten σχετικά με την παρατυπία της διαδικασίας που ακολουθήθηκε στο Ελεγκτικό Συνέδριο για να επιτραπεί η άσκηση της υπό κρίση προσφυγής πρέπει να απορριφθούν.

    4.   Επί της προβαλλόμενης καθυστέρησης με την οποία ασκήθηκε η προσφυγή του Ελεγκτικού Συνεδρίου

    α)   Επιχειρήματα των διαδίκων

    215

    Με το τέταρτο επιχείρημά του περί απαραδέκτου, ο Κ. Pinxten υποστηρίζει ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο παραβίασε την αρχή της τήρησης εύλογης προθεσμίας, η οποία κατοχυρώνεται στο άρθρο 41, παράγραφος 1, του Χάρτη, καθόσον αμφισβήτησε τη νομιμότητα αιτήσεων πληρωμής τις οποίες ο Κ. Pinxten είχε υποβάλει από το 2006, ενώ το θεσμικό αυτό όργανο διέθετε, ήδη από της υποβολής των εν λόγω αιτήσεων, όλες τις χρήσιμες πληροφορίες προκειμένου να βεβαιωθεί ότι οι αιτήσεις ήταν νόμιμες ή να αποφασίσει να αναζητήσει διευκρινίσεις.

    216

    Η αρχή της ασφάλειας δικαίου επιτάσσει, κατ’ αναλογίαν προς τους δημοσιονομικούς κανόνες της Ένωσης και τη σχετική νομολογία του Δικαστηρίου, να προβαίνει ένα θεσμικό όργανο στην κοινοποίηση χρεωστικού σημειώματος εντός προθεσμίας που δεν υπερβαίνει κανονικά τα πέντε έτη από τη στιγμή κατά την οποία το θεσμικό όργανο ήταν σε θέση να απαιτήσει την ικανοποίηση της αξίωσής του, η δε προθεσμία αυτή μπορεί πάντως να μειωθεί ή να παραταθεί αναλόγως των περιστάσεων.

    217

    Επιπλέον, δεν είναι αναγκαίο, εν προκειμένω, να αποδειχθεί ότι η υπέρβαση της εύλογης προθεσμίας επηρέασε το περιεχόμενο πράξης της Ένωσης, δεδομένου ότι η υπό κρίση προσφυγή δεν αποσκοπεί στην ακύρωση τέτοιας πράξης. Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να γίνει δεκτό ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο έχει απολέσει το δικαίωμα να προβάλει οποιαδήποτε από τις αιτιάσεις που ανάγονται σε χρόνο προγενέστερο κατά τρία και πλέον έτη, ή εν πάση περιπτώσει κατά πέντε και πλέον έτη, της 5ης Οκτωβρίου 2018, ημερομηνίας αποστολής της προκαταρκτικής έκθεσης του Προέδρου του εν λόγω θεσμικού οργάνου στα μέλη του.

    218

    Κατά το Ελεγκτικό Συνέδριο, η προσφυγή στο Δικαστήριο πραγματοποιήθηκε εντός εύλογης προθεσμίας. Συγκεκριμένα, το Ελεγκτικό Συνέδριο υποστηρίζει ότι δεν ήταν σε θέση να κινήσει τη διαδικασία αυτή παρά μόνο μετά την παραλαβή, στις 2 Ιουλίου 2018, της έκθεσης της OLAF. Λαμβανομένου υπόψη του εύρους των προβαλλόμενων παρατυπιών, ένα χρονικό διάστημα οκτώ μηνών από την ημερομηνία αυτή δεν είναι υπερβολικό. Επιπλέον, οι κανόνες περί παραγραφής όσον αφορά την είσπραξη απαιτήσεων δεν μπορούν να εφαρμοστούν στην παρούσα διαδικασία.

    β)   Εκτίμηση του Δικαστηρίου

    219

    Από τη νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο οφείλει να προσπαθεί να μην καθυστερεί επ’ αόριστον την άσκηση προσφυγής δυνάμει του άρθρου 286, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ, ώστε να σέβεται τη θεμελιώδη απαίτηση της ασφάλειας δικαίου και να μην προσβάλλει τα δικαιώματα άμυνας του ενδιαφερομένου καθιστώντας δυσχερέστερη την αντίκρουση των επιχειρημάτων που προβάλλονται με την προσφυγή αυτή (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 11ης Ιουλίου 2006, Επιτροπή κατά Cresson, C‑432/04, EU:C:2006:455, σκέψη 90).

    220

    Ωστόσο, δεδομένου ότι η διάταξη αυτή δεν καθορίζει συγκεκριμένη προθεσμία, ο εύλογος χαρακτήρας της προθεσμίας που πρέπει να τηρήσει το Ελεγκτικό Συνέδριο δεν μπορεί να καθορίζεται με αναφορά σε ένα ακριβές ανώτατο όριο, προσδιοριζόμενο κατά τρόπο αφηρημένο, αλλά πρέπει να εκτιμάται σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση σε συνάρτηση με τις περιστάσεις της υπόθεσης, ιδίως δε με τα συμφέροντα του διαδίκου που διακυβεύονται στη δίκη, την περιπλοκότητα της υπόθεσης και τη συμπεριφορά των διαδίκων (πρβλ. απόφαση της 28ης Φεβρουαρίου 2013, Επανεξέταση Arango Jaramillo κ.λπ. κατά ΕΤΕπ, C‑334/12 RX-II, EU:C:2013:134, σκέψεις 28 και 29).

    221

    Επιπλέον, όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 104 των προτάσεών του, το μαχητό τεκμήριο κατά το οποίο ένα χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των πέντε ετών από τα επίμαχα πραγματικά περιστατικά δεν είναι εύλογο, όπως αυτό καθιερώθηκε από το Δικαστήριο στη σκέψη 105 της απόφασης της 14ης Ιουνίου 2016, Marchiani κατά Κοινοβουλίου (C‑566/14 P, EU:C:2016:437), και στο οποίο αναφέρεται ο Κ. Pinxten, δεν μπορεί να εφαρμοστεί στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας.

    222

    Πράγματι, το τεκμήριο αυτό πηγάζει από τους κανόνες σχετικά με την είσπραξη των απαιτήσεων της Ένωσης (πρβλ. απόφαση της 14ης Ιουνίου 2016, Marchiani κατά Κοινοβουλίου, C‑566/14 P, EU:C:2016:437, σκέψεις 101 έως 103).

    223

    Ακόμη και όταν μια προσφυγή δυνάμει του άρθρου 286, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ στηρίζεται, εν μέρει, σε αιτίαση που αφορά κατάχρηση των πόρων του Ελεγκτικού Συνεδρίου, γεγονός παραμένει ότι μια τέτοια προσφυγή δεν έχει ως αντικείμενο την επιστροφή ποσών καταβληθέντων στο οικείο μέλος του θεσμικού αυτού οργάνου τα οποία το τελευταίο θεωρεί ως αχρεωστήτως καταβληθέντα.

    224

    Συνεπώς, πρέπει να εξεταστεί αν η προσφυγή του Ελεγκτικού Συνεδρίου ασκήθηκε εντός εύλογης προθεσμίας υπό το πρίσμα της νομολογίας του Δικαστηρίου που υπομνήσθηκε στη σκέψη 220 της παρούσας απόφασης.

    225

    Εν προκειμένω, πρέπει βεβαίως να επισημανθεί ότι τα παλαιότερα πραγματικά περιστατικά που προσάπτονται στον Κ. Pinxten χρονολογούνται από το 2006, ήτοι δώδεκα και πλέον έτη πριν από την άσκηση της υπό κρίση προσφυγής.

    226

    Επιπλέον, μολονότι από τη δικογραφία που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο προκύπτει ότι τυχόν αυστηρότερος έλεγχος εκ μέρους του Ελεγκτικού Συνεδρίου επί των αιτήσεων πληρωμής που υπέβαλαν τα μέλη του θα μπορούσε να του έχει παράσχει τη δυνατότητα να εντοπίσει νωρίτερα τουλάχιστον ένα σημαντικό μέρος των προβαλλόμενων έναντι του Κ. Pinxten παρατυπιών, γεγονός παραμένει ότι η συστηματική επανεξέταση της κατάστασης του Κ. Pinxten δικαιολογήθηκε από τα στοιχεία που επισημάνθηκαν κατά την έρευνα της OLAF.

    227

    Η προσφυγή του Ελεγκτικού Συνεδρίου δυνάμει του άρθρου 286, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ στηρίζεται στον συνδυασμό του συνόλου των στοιχείων που διέθετε το θεσμικό όργανο κατόπιν της εν λόγω συστηματικής επανεξέτασης. Κατά συνέπεια, δεν αποδεικνύεται ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο θα μπορούσε να αποφασίσει, εάν δεν διέθετε τις πληροφορίες που συνέλεξε η OLAF, να ασκήσει την υπό κρίση προσφυγή.

    228

    Εξάλλου, μετά τη λήψη, το 2016, πληροφοριών εις βάρος του Κ. Pinxten, το Ελεγκτικό Συνέδριο διεξήγαγε, κατά τη διάρκεια του ίδιου έτους, εσωτερική έρευνα. Από τη διαβίβαση στο Ελεγκτικό Συνέδριο, στις 27 Οκτωβρίου 2016, εκ μέρους του διευθυντή της OLAF της πληροφορίας ότι ο τελευταίος εξέταζε αν έπρεπε να κινηθεί έρευνα και έως την υποβολή της έκθεσής του στο Ελεγκτικό Συνέδριο, στις 2 Ιουλίου 2018, το εν λόγω θεσμικό όργανο δεν μπορούσε, σύμφωνα με το άρθρο 5, παράγραφος 3, του κανονισμού 883/2013, να συνεχίσει τις έρευνές του, εκτός αν είχε γίνει διαφορετική συμφωνία με την OLAF. Μόλις έλαβε την έκθεση αυτή, το Ελεγκτικό Συνέδριο κίνησε τη διαδικασία διαφόρων σταδίων που προβλέπεται στο άρθρο 4 του εσωτερικού κανονισμού, διαδικασία η οποία διεξήχθη από τις 12 Ιουλίου έως τις 29 Νοεμβρίου 2018.

    229

    Επομένως, το Ελεγκτικό Συνέδριο αντέδρασε γρήγορα στη λήψη πληροφοριών σχετικά με παρατυπίες τις οποίες φέρεται να διέπραξε ο Κ. Pinxten και, στη συνέχεια, διεξήγαγε ταχύτατα τις διαδικασίες που ενέπιπταν στις αρμοδιότητές του, ενώ το άρθρο 286, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ ουδέποτε είχε εφαρμοστεί μέχρι τότε και η έκθεση της OLAF έκανε λόγο για πολύ μεγάλο αριθμό παρατυπιών διαπραχθεισών από τον Κ. Pinxten.

    230

    Συνεπώς, μολονότι εναπόκειται στο Δικαστήριο να λάβει υπόψη, κατά περίπτωση, το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε μεταξύ ορισμένων από τα επίμαχα πραγματικά περιστατικά και της διατύπωσης συγκεκριμένων αιτιάσεων από το Ελεγκτικό Συνέδριο προκειμένου να εκτιμήσει κατά πόσον μπορεί να αναμένεται από τον Κ. Pinxten να προσκομίσει επιπλέον εξηγήσεις ή αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με τα πραγματικά αυτά περιστατικά, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι η άσκηση της υπό κρίση προσφυγής έγινε, γενικώς, μετά την παρέλευση μη εύλογης προθεσμίας ή ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο έχει απολέσει το δικαίωμά του να επικαλεστεί, στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, ορισμένες από τις παρατυπίες κατά των οποίων βάλλει η προσφυγή αυτή.

    231

    Ως εκ τούτου, πρέπει να απορριφθούν τα επιχειρήματα του Κ. Pinxten που αφορούν την καθυστέρηση με την οποία ασκήθηκε η υπό κρίση προσφυγή.

    232

    Δεδομένου ότι κανένα από τα τέσσερα επιχειρήματα σχετικά με το παραδεκτό της προσφυγής δεν έγινε δεκτό, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η υπό κρίση προσφυγή είναι παραδεκτή.

    Β. Επί των αιτιάσεων

    233

    Προς στήριξη της προσφυγής του, το Ελεγκτικό Συνέδριο προβάλλει πέντε αιτιάσεις οι οποίες αφορούν, πρώτον, κατάχρηση των πόρων του εν λόγω θεσμικού οργάνου, δεύτερον, καταχρηστική και παράνομη χρήση φορολογικών προνομίων, τρίτον, ψευδείς δηλώσεις σχετικά με ασφαλιστική ζημία, τέταρτον, μη δηλωθείσα και παράνομη άσκηση ορισμένων δραστηριοτήτων, καθώς και, πέμπτον, δημιουργία κατάστασης σύγκρουσης συμφερόντων.

    234

    Προκειμένου να εξεταστούν οι ως άνω αιτιάσεις, πρέπει να διευκρινιστεί ότι το άρθρο 286, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ παρέχει στο Ελεγκτικό Συνέδριο τη δυνατότητα να ζητήσει από το Δικαστήριο να απαλλάξει μέλη του θεσμικού αυτού οργάνου από τα καθήκοντά τους ή να τα κηρύξει έκπτωτα του δικαιώματος προς σύνταξη ή άλλων αντ’ αυτού ωφελημάτων, όταν τα εν λόγω μέλη έχουν παύσει να ανταποκρίνονται προς τις απαιτούμενες προϋποθέσεις ή να εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις που απορρέουν εκ της θέσεώς τους.

    235

    Η φύση των υποχρεώσεων αυτών διευκρινίζεται, μεταξύ άλλων, στα άρθρα 285 και 286 ΣΛΕΕ.

    236

    Ειδικότερα, τα μέλη αυτά οφείλουν, σύμφωνα με το άρθρο 285 ΣΛΕΕ, να ασκούν τα καθήκοντά τους με πλήρη ανεξαρτησία, προς το γενικό συμφέρον της Ένωσης.

    237

    Επιπλέον, από το άρθρο 286, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ προκύπτει ότι τα μέλη του Ελεγκτικού Συνεδρίου οφείλουν, μεταξύ άλλων, να απέχουν από κάθε ενέργεια ασυμβίβαστη με τα καθήκοντά τους.

    238

    Εξάλλου, το άρθρο 286, παράγραφος 4, ΣΛΕΕ απαγορεύει στα μέλη αυτά να ασκούν οποιαδήποτε άλλη επαγγελματική δραστηριότητα, αμειβόμενη ή μη, κατά τη διάρκεια της θητείας τους, προκειμένου ιδίως να διασφαλίζεται η διαθεσιμότητα των μελών κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Η διάταξη αυτή διευκρινίζει επίσης ότι τα εν λόγω μέλη οφείλουν να αναλαμβάνουν επισήμως την υποχρέωση να τηρούν, κατά τη διάρκεια της θητείας τους και μετά τη λήξη αυτής, τις υποχρεώσεις που απορρέουν εκ της θέσεώς τους, και ιδίως τις υποχρεώσεις εντιμότητας και διακριτικότητας ως προς την αποδοχή, μετά την αποχώρησή τους, ορισμένων θέσεων ή ορισμένων πλεονεκτημάτων.

    239

    Δεδομένου ότι οι τελευταίες αυτές υποχρεώσεις μνημονεύονται ενδεικτικώς, στην έννοια των «υποχρεώσεων που απορρέουν εκ της θέσεώς τους», κατά το άρθρο 286, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ, πρέπει να αποδίδεται ευρύ περιεχόμενο. Λαμβανομένων υπόψη των υψηλών ευθυνών που τους ανατίθενται, τα μέλη του Ελεγκτικού Συνεδρίου οφείλουν να τηρούν τα αυστηρότερα πρότυπα συμπεριφοράς και να προκρίνουν πάντοτε το γενικό συμφέρον της Ένωσης όχι μόνον έναντι των εθνικών συμφερόντων, αλλά και έναντι των προσωπικών συμφερόντων (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 11ης Ιουλίου 2006, Επιτροπή κατά Cresson, C‑432/04, EU:C:2006:455, σκέψεις 70 και 71).

    240

    Υπό το πρίσμα αυτό, οι υποχρεώσεις των μελών του Ελεγκτικού Συνεδρίου τις οποίες προβλέπει το πρωτογενές δίκαιο επαναλαμβάνονται και συγκεκριμενοποιούνται στους θεσπιζόμενους από το εν λόγω θεσμικό όργανο κανόνες, τους οποίους τα μέλη οφείλουν να τηρούν αυστηρά.

    241

    Ειδικότερα, τα μέλη του Ελεγκτικού Συνεδρίου οφείλουν να τηρούν σχολαστικά τις υποχρεώσεις δήλωσης που προβλέπουν οι κανόνες αυτοί, προκειμένου να εξασφαλίζεται η τήρηση του άρθρου 286, παράγραφοι 3 και 4, ΣΛΕΕ, και να διασφαλίζουν κατ’ αυτόν τον τρόπο την πλήρη ενημέρωση του εν λόγω θεσμικού οργάνου σχετικά με τις αιτήσεις χρήσης πόρων του θεσμικού οργάνου, ιδίως όσον αφορά τα έξοδα αποστολής, εκπροσώπησης και υποδοχής.

    242

    Σε περίπτωση αμφιβολίας ως προς το ακριβές περιεχόμενο των υποχρεώσεων που απορρέουν εκ της θέσεώς τους, τα μέλη του Ελεγκτικού Συνεδρίου οφείλουν να απευθυνθούν στις αρμόδιες υπηρεσίες του θεσμικού οργάνου προκειμένου να αρθεί η αμφιβολία αυτή.

    243

    Πάντως, μολονότι τα μέλη του Ελεγκτικού Συνεδρίου οφείλουν να μεριμνούν ώστε η συμπεριφορά τους να είναι άμεμπτη, τούτο δεν σημαίνει ότι η παραμικρή απόκλιση σε σχέση με τους κανόνες που οφείλουν να τηρούν είναι καταδικαστέα βάσει του άρθρου 286, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ. Προς τούτο, η παράβαση πρέπει να εμφανίζει ορισμένο βαθμό σοβαρότητας (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 11ης Ιουλίου 2006, Επιτροπή κατά Cresson, C‑432/04, EU:C:2006:455, σκέψη 72).

    244

    Επομένως, η εξέταση των πέντε αιτιάσεων που προέβαλε το Ελεγκτικό Συνέδριο πρέπει να αποσκοπεί στο να κριθεί αν η δικογραφία που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο καθιστά δυνατό να αποδειχθεί, εις βάρος του Κ. Pinxten, σχετικά σοβαρή παράβαση των υποχρεώσεων που απορρέουν εκ της θέσεως του μέλους του εν λόγω θεσμικού οργάνου, όπως αυτές καθορίζονται από το πρωτογενές δίκαιο και εξειδικεύονται από τους κανόνες που θεσπίζει το θεσμικό όργανο.

    245

    Προς τούτο, εναπόκειται στο Δικαστήριο να εξετάσει το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων που του προσκόμισαν τόσο το Ελεγκτικό Συνέδριο, στο οποίο εναπόκειται να αποδείξει την ύπαρξη της παράβασης που καταλογίζει στον Κ. Pinxten, όσο και ο Κ. Pinxten. Το Δικαστήριο οφείλει ιδίως να εκτιμήσει την ακρίβεια και την αξιοπιστία των εν λόγω στοιχείων, προκειμένου να κρίνει αν αυτά αρκούν για να διαπιστωθεί παράβαση ορισμένου βαθμού σοβαρότητας κατά την έννοια του άρθρου 286, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ.

    1.   Επί της τέταρτης αιτίασης, η οποία αφορά μη δηλωθείσα και παράνομη άσκηση πολιτικής δραστηριότητας και δραστηριότητας διαχείρισης αστικής εταιρίας ακινήτων

    246

    Με την τέταρτη αιτίασή του, το Ελεγκτικό Συνέδριο υποστηρίζει ότι ο Κ. Pinxten παρέβη τις υποχρεώσεις του περί ανιδιοτέλειας, ανεξαρτησίας, αμεροληψίας, δέσμευσης, ακεραιότητας, ευθύνης, υποδειγματικής συμπεριφοράς και διαφάνειας, καθόσον άσκησε παρατύπως, κατά τη διάρκεια των θητειών του, δύο εξωτερικές δραστηριότητες.

    247

    Δεδομένου ότι η κατάχρηση των πόρων του Ελεγκτικού Συνεδρίου που αποτελεί το αντικείμενο της πρώτης αιτίασης αφορά, εν μέρει, χρήσεις πόρων του θεσμικού οργάνου οι οποίοι, κατά το εν λόγω θεσμικό όργανο, συνδέονται με τις ως άνω εξωτερικές δραστηριότητες, πρέπει να εξεταστεί αρχικά η τέταρτη αιτίαση.

    248

    Συναφώς, όπως υπομνήσθηκε στη σκέψη 238 της παρούσας απόφασης, τα μέλη του Ελεγκτικού Συνεδρίου δεν πρέπει, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 286, παράγραφος 4, ΣΛΕΕ, να ασκούν επαγγελματική δραστηριότητα, αμειβόμενη ή μη, κατά τη διάρκεια της θητείας τους.

    249

    Επιπλέον, προκειμένου ιδίως να διασφαλιστεί, σύμφωνα με το άρθρο 285 ΣΛΕΕ, η ανεξαρτησία των μελών αυτών και να εξασφαλιστεί, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 286, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ, ότι τα εν λόγω μέλη απέχουν από κάθε ενέργεια ασυμβίβαστη με τα καθήκοντά τους, οι θεσπιζόμενοι από το Ελεγκτικό Συνέδριο κανόνες, τους οποίους τα μέλη οφείλουν, όπως επισημάνθηκε στη σκέψη 241 της παρούσας απόφασης, να τηρούν σχολαστικά, διευκρινίζουν υπό ποιες προϋποθέσεις τα μέλη μπορούν να ασκούν εξωτερική δραστηριότητα κατά τη διάρκεια της θητείας τους.

    250

    Ειδικότερα, το σημείο 3.7 των κατευθυντηρίων οδηγιών δεοντολογίας προβλέπει ότι τα μέλη του Ελεγκτικού Συνεδρίου πρέπει να εκτελούν εξωτερικές δραστηριότητες μόνον εντός του πλαισίου που καθορίζει ο ΚΥΚ και να απέχουν από κάθε δραστηριότητα που θα μπορούσε να βλάψει τη φήμη του θεσμικού αυτού οργάνου, να θέσει υπό αμφισβήτηση την αμεροληψία τους ή να παρεμποδίσει το έργο τους.

    251

    Το άρθρο 4, παράγραφος 1, του κώδικα συμπεριφοράς του 2004 και το άρθρο 4, παράγραφοι 1 και 2, του κώδικα συμπεριφοράς του 2012 όριζαν ότι τα μέλη του Ελεγκτικού Συνεδρίου αφιερώνονται εξ ολοκλήρου στην εκπλήρωση της αποστολής τους, ότι δεν μπορούν να καταλάβουν κανένα πολιτικό αξίωμα και ότι απέχουν από κάθε εξωτερική επαγγελματική δραστηριότητα καθώς και από κάθε άλλη εξωτερική δραστηριότητα ασυμβίβαστη με την άσκηση των καθηκόντων τους.

    252

    Το άρθρο 5, παράγραφος 1, των λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του εσωτερικού κανονισμού όριζε ότι τα μέλη του Ελεγκτικού Συνεδρίου απέχουν από κάθε εξωτερική επαγγελματική δραστηριότητα και από κάθε άλλη εξωτερική δραστηριότητα η οποία είναι ασυμβίβαστη με τις αρχές της ανεξαρτησίας και της ετοιμότητας ως προς την άσκηση των καθηκόντων τους.

    253

    Το άρθρο 5, παράγραφος 2, των εν λόγω λεπτομερών κανόνων εφαρμογής διευκρίνιζε ότι κάθε εξωτερική δραστηριότητα την οποία ασκεί ή προτίθεται να ασκήσει ένα μέλος πρέπει να εκτιμάται σε συνάρτηση με τέσσερα γενικά κριτήρια, κατά τα οποία η δραστηριότητα δεν πρέπει να υπονομεύει την αμεροληψία του Ελεγκτικού Συνεδρίου, να δημιουργεί σύγκρουση συμφερόντων, να απαιτεί υπερβολικό χρόνο ή να αποφέρει χρηματικά οφέλη.

    254

    Εξάλλου, σε διαδικαστικό επίπεδο, το άρθρο 4, παράγραφος 3, του κώδικα συμπεριφοράς του 2004, το άρθρο 4, παράγραφος 6, του κώδικα συμπεριφοράς του 2012 καθώς και το άρθρο 6, παράγραφοι 1 και 2, των λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του εσωτερικού κανονισμού καθιερώνουν υποχρέωση δήλωσης στον Πρόεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου κάθε εξωτερικής δραστηριότητας όχι μόνον κατά την ανάληψη καθηκόντων μέλους του θεσμικού οργάνου, αλλά και κατά το υπόλοιπο της θητείας του.

    255

    Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι, προκειμένου να κριθεί η τέταρτη αιτίαση, πρέπει να εκτιμηθεί αν ο Κ. Pinxten εκπλήρωσε τις υποχρεώσεις δήλωσης κάθε εξωτερικής δραστηριότητας και αποχής από την άσκηση εξωτερικής δραστηριότητας ασυμβίβαστης με τα καθήκοντά του όσον αφορά τις δύο εξωτερικές δραστηριότητες που αποτελούν το αντικείμενο του πρώτου και του δεύτερου σκέλους της αιτίασης αυτής.

    α)   Επί του πρώτου σκέλους της τέταρτης αιτίασης, το οποίο αφορά τη μη δηλωθείσα και παράνομη άσκηση πολιτικής δραστηριότητας

    1) Επιχειρήματα των διαδίκων

    256

    Με το πρώτο σκέλος της τέταρτης αιτίασής του, το Ελεγκτικό Συνέδριο υποστηρίζει ότι ο Κ. Pinxten άσκησε έντονη πολιτική δραστηριότητα ενώ ήταν μέλος του εν λόγω θεσμικού οργάνου. Ειδικότερα, μετέσχε σε πολυάριθμες συνεδριάσεις του προεδρείου του πολιτικού κόμματος Open VLD (στο εξής: επίμαχο πολιτικό κόμμα), και μάλιστα υπό την ιδιότητα του μέλους με δικαίωμα ψήφου μέχρι το 2008.

    257

    Η ως άνω δραστηριότητα δεν είχε δηλωθεί ούτε είχε εγκριθεί από το Ελεγκτικό Συνέδριο και, εν πάση περιπτώσει, δεν συμβιβάζεται με τα καθήκοντα μέλους του θεσμικού αυτού οργάνου.

    258

    Ο Κ. Pinxten αρνείται ότι άσκησε οποιαδήποτε πολιτική δραστηριότητα όταν ήταν μέλος του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Μολονότι όντως παρέστη σε ορισμένες συνεδριάσεις του επίμαχου πολιτικού κόμματος, επρόκειτο για συνεδριάσεις του «διευρυμένου» προεδρείου του κόμματος αυτού, στις οποίες μετείχαν επίσης βουλευτές του εν λόγω κόμματος και κατά τις οποίες ο Κ. Pinxten δεν είχε δικαίωμα ψήφου, καθόσον δεν ήταν εκλεγμένο μέλος του προεδρείου. Η συμμετοχή του στις συνεδριάσεις αυτές αποσκοπούσε στην προαγωγή των δραστηριοτήτων του Ελεγκτικού Συνεδρίου και στη διατήρηση επαγγελματικών σχέσεων με εθνικούς πολιτικούς ιθύνοντες.

    2) Εκτίμηση του Δικαστηρίου

    259

    Πρώτον, επισημαίνεται ότι ο ισχυρισμός του Ελεγκτικού Συνεδρίου ότι ο K. Pinxten μετέσχε στις συνεδριάσεις του προεδρείου του επίμαχου πολιτικού κόμματος ως μέλος με δικαίωμα ψήφου, έως το 2008, δεν μπορεί να θεωρηθεί αποδεδειγμένος, δεδομένου ότι η δικογραφία που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο δεν περιλαμβάνει κανένα αποδεικτικό στοιχείο προς στήριξη του ισχυρισμού αυτού.

    260

    Όσον αφορά, δεύτερον, τη συμμετοχή του Κ. Pinxten, από το 2008, στις συνεδριάσεις του προεδρείου του επίμαχου πολιτικού κόμματος χωρίς να έχει δικαίωμα ψήφου, το Ελεγκτικό Συνέδριο προσκομίζει, μεταξύ άλλων, ηλεκτρονικό μήνυμα το οποίο απέστειλε στις 24 Νοεμβρίου 2008 ο πολιτικός διευθυντής του εν λόγω κόμματος και με το οποίο δόθηκε η διαβεβαίωση στον Κ. Pinxten ότι θα προσκαλούνταν συστηματικά στις συνεδριάσεις του προεδρείου του κόμματος, καθώς και πρακτικά των συνεδριάσεων αυτών στα οποία γίνεται λόγος για συμμετοχή του Κ. Pinxten σε τουλάχιστον 30 από τις εν λόγω συνεδριάσεις μεταξύ 9ης Μαρτίου 2009 και 26ης Απριλίου 2010.

    261

    Όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 182 των προτάσεών του, από τα πρακτικά αυτά προκύπτει επίσης ότι οι συνεδριάσεις του προεδρείου του επίμαχου πολιτικού κόμματος στις οποίες μετέσχε ο Κ. Pinxten είχαν ως αντικείμενο τη συζήτηση επί ποικίλων ζητημάτων που αφορούσαν τη βελγική και την ευρωπαϊκή πολιτική.

    262

    Επιπλέον, μολονότι τα πρακτικά των μεταγενέστερων της 26ης Απριλίου 2010 συνεδριάσεων του προεδρείου του επίμαχου πολιτικού κόμματος δεν περιλαμβάνονται στη δικογραφία που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο, από σειρά στοιχείων της δικογραφίας αυτής προκύπτει ότι η συμμετοχή του Κ. Pinxten στις εν λόγω συναντήσεις συνεχίστηκε και μετά την ημερομηνία αυτή.

    263

    Ειδικότερα, από ηλεκτρονικά μηνύματα που αντηλλάγησαν τον Μάιο του 2012 προκύπτει ότι ο Κ. Pinxten ανησυχούσε μήπως δεν ελάμβανε πλέον προσκλήσεις για να μετάσχει στις συνεδριάσεις του προεδρείου του επίμαχου πολιτικού κόμματος και ότι του δόθηκε η απάντηση ότι επρόκειτο για τεχνικό πρόβλημα. Το ενδιαφέρον του Κ. Pinxten για τις συνεδριάσεις αυτές προκύπτει επίσης από ηλεκτρονικά μηνύματα που αντηλλάγησαν τον Ιανουάριο του 2016, με τα οποία ο Κ. Pinxten παραπονούνταν ότι ελάμβανε τις προσκλήσεις για τις εν λόγω συνεδριάσεις πολύ καθυστερημένα για να μπορέσει να οργανώσει τον χρόνο του ώστε να παραστεί σε αυτές.

    264

    Ηλεκτρονικά μηνύματα τα οποία απεστάλησαν τον Σεπτέμβριο του 2014 καθώς και τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο του 2015 επιβεβαιώνουν, επιπλέον, τη συμμετοχή του Κ. Pinxten σε ορισμένες συνεδριάσεις του προεδρείου του επίμαχου πολιτικού κόμματος.

    265

    Περαιτέρω, πλείονα ηλεκτρονικά μηνύματα χρονολογούμενα από το 2016 και το 2017 αποδεικνύουν ότι οι προσκλήσεις για τέτοιες συνεδριάσεις εξακολουθούσαν να αποστέλλονται στον Κ. Pinxten, ενώ από τα έγγραφα σχετικά με διάφορες αποστολές που πραγματοποίησε ο ίδιος προκύπτει η συμμετοχή του σε τουλάχιστον τέσσερις από τις εν λόγω συνεδριάσεις κατά τα δύο αυτά έτη.

    266

    Εξάλλου, κατά την ακρόασή του ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου και, στη συνέχεια, κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, ο Κ. Pinxten αναγνώρισε ότι συμμετείχε τακτικά στις συνεδριάσεις του «διευρυμένου» προεδρείου του επίμαχου πολιτικού κόμματος, δηλαδή σε οκτώ με δέκα περίπου συνεδριάσεις ετησίως κατά μέσο όρο.

    267

    Από τα στοιχεία αυτά προκύπτει ότι ο Κ. Pinxten, κατά το μεγαλύτερο μέρος των δύο θητειών του στο Ελεγκτικό Συνέδριο, άσκησε ενεργό πολιτική δραστηριότητα, η οποία εκδηλώθηκε ιδίως με την άμεση και τακτική συμμετοχή του σε διοικητικό όργανο εθνικού πολιτικού κόμματος.

    268

    Το επιχείρημα του Κ. Pinxten ότι μετείχε στις συνεδριάσεις αυτές ως προσκεκλημένος ή ως παρατηρητής, όπως και οι βουλευτές του οικείου κόμματος, χωρίς να έχει εκλεγεί προς τούτο ή να έχει δικαίωμα ψήφου, δεν είναι ικανό να κλονίσει την ως άνω εκτίμηση.

    269

    Πράγματι, η τακτική παρουσία σε συνεδριάσεις της διοίκησης ενός πολιτικού κόμματος, ακόμη και χωρίς δικαίωμα ψήφου, παρέχει πραγματική δυνατότητα στον ενδιαφερόμενο, ιδίως μέσω της συμμετοχής στις συζητήσεις που διεξάγονται εντός του πλαισίου αυτού, να επηρεάσει την πολιτική δραστηριότητα του κόμματος. Η ομοιότητα μεταξύ του καθεστώτος των βουλευτών του οικείου κόμματος και του καθεστώτος του Κ. Pinxten, όσον αφορά τη συμμετοχή στις επίμαχες συνεδριάσεις, ομοιότητα την οποία επικαλείται ο Κ. Pinxten, ενισχύει εξάλλου την εκτίμηση ότι η συμμετοχή αυτή συνδεόταν με πολιτική δραστηριότητα.

    270

    Πέραν του ότι η ως άνω δραστηριότητα ουδόλως δηλώθηκε από τον Κ. Pinxten, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι μια τέτοια δραστηριότητα είναι σαφώς ασυμβίβαστη με τα καθήκοντα του μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

    271

    Πράγματι, πέραν του χρόνου που απαιτείται για τη μετάβαση και τη συμμετοχή, κατά τη διάρκεια εργάσιμων ημερών, σε πολιτικές συνεδριάσεις, ενώ το οικείο μέλος υπέχει υποχρέωση διαθεσιμότητας, μια δραστηριότητα της φύσεως αυτής θίγει την ανεξαρτησία του μέλους και μπορεί, όταν είναι γνωστή, να υπονομεύσει την εικόνα που έχει το κοινό για την αμεροληψία του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

    272

    Επομένως, μια τέτοια δραστηριότητα είναι ασυμβίβαστη με τις υποχρεώσεις που προβλέπει το πρωτογενές δίκαιο και είναι επίσης αντίθετη προς τους κανόνες του Ελεγκτικού Συνεδρίου που μνημονεύονται στις σκέψεις 250 έως 253 της παρούσας απόφασης. Ειδικότερα, η άσκηση πολιτικού λειτουργήματος απαγορεύεται ρητώς από τους κώδικες συμπεριφοράς του 2004 και του 2012, ενώ το σημείο 3.3 των κατευθυντηρίων οδηγιών δεοντολογίας αναφέρεται στην ανάγκη αποφυγής κάθε σύγκρουσης συμφερόντων η οποία θα μπορούσε να προκύψει σε περίπτωση που ο ενδιαφερόμενος είναι μέλος πολιτικού γραφείου.

    273

    Πρέπει να υπογραμμιστεί ότι η διατήρηση μιας πολιτικής δραστηριότητας από ένα μέλος του Ελεγκτικού Συνεδρίου κατά τη διάρκεια του μεγαλύτερου μέρους των θητειών του συνιστά ιδιαίτερα σοβαρή παράβαση των πλέον στοιχειωδών υποχρεώσεων που απορρέουν εκ της θέσεώς του.

    274

    Η σοβαρότητα της παράβασης των υποχρεώσεων αυτών επιτείνεται ακόμη περισσότερο, εν προκειμένω, από το γεγονός ότι ο Κ. Pinxten δεν ήταν δυνατόν σε καμία περίπτωση να αγνοεί τον παράτυπο χαρακτήρα της συμπεριφοράς του, δεδομένου ότι η επιτροπή αξιολόγησης των εξωτερικών δραστηριοτήτων των μελών του Ελεγκτικού Συνεδρίου είχε απορρίψει, κατά την ανάληψη των καθηκόντων του, την αίτησή του περί διατήρησης του τίτλου του δημάρχου του Δήμου Overpelt (Βέλγιο), στηριζόμενη, μεταξύ άλλων, σε σημείωμα της 10ης Μαΐου 2006 της νομικής υπηρεσίας του θεσμικού οργάνου, στο οποίο τονιζόταν ότι τα μέλη του του εν λόγω θεσμικού οργάνου δεν μπορούν να καταλάβουν κανένα πολιτικό αξίωμα.

    275

    Κατά συνέπεια, το πρώτο σκέλος της τέταρτης αιτίασης είναι βάσιμο.

    β)   Επί του δεύτερου σκέλους της τέταρτης αιτίασης, το οποίο αφορά τη μη δηλωθείσα και παράνομη άσκηση δραστηριότητας διαχείρισης αστικής εταιρίας ακινήτων

    1) Επιχειρήματα των διαδίκων

    276

    Με το δεύτερο σκέλος της τέταρτης αιτίασής του, το Ελεγκτικό Συνέδριο υποστηρίζει ότι ο Κ. Pinxten ίδρυσε, το 2016, ιδιωτική εταιρία, από την οποία αντλούσε έσοδα, με σκοπό την εκμετάλλευση αμπελώνα στην Côte-d’Or (Γαλλία).

    277

    Η ως άνω δραστηριότητα δεν είχε δηλωθεί ούτε είχε εγκριθεί από το Ελεγκτικό Συνέδριο και, εν πάση περιπτώσει, δεν συμβιβάζεται με τα καθήκοντα μέλους του θεσμικού αυτού οργάνου, καθόσον πρόκειται για κερδοσκοπική επαγγελματική δραστηριότητα.

    278

    Κατά τον Κ. Pinxten, η εταιρία την οποία αναφέρει το Ελεγκτικό Συνέδριο είναι αστική εταιρία ακινήτων η οποία δεν ασκεί εμπορική δραστηριότητα και η οποία περιορίζεται στην είσπραξη μισθώματος για αγαθό που δηλώθηκε στη δήλωσή του περί συμφερόντων. Επομένως, αποτελεί απλώς μια απολύτως διαφανή μορφή κυριότητας επί ακινήτων.

    2) Εκτίμηση του Δικαστηρίου

    279

    Από τη δικογραφία που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο προκύπτει ότι ο Κ. Pinxten ασκούσε πράγματι καθήκοντα διαχειριστή αστικής εταιρίας ακινήτων από της ιδρύσεως της εταιρίας αυτής, το 2016, και μέχρι τη λήξη της δεύτερης θητείας του.

    280

    Ο Κ. Pinxten και η σύζυγός του κατείχαν το 97 % των μεριδίων της εν λόγω αστικής εταιρίας ακινήτων, το δε υπόλοιπο 3 % κατείχαν τα τρία τέκνα τους.

    281

    Επιπλέον, από τις συμβολαιογραφικές πράξεις και τα ηλεκτρονικά μηνύματα που προσκόμισε το Ελεγκτικό Συνέδριο προκύπτει ότι, στις 12 Σεπτεμβρίου 2016, η ίδια αστική εταιρία ακινήτων απέκτησε διάφορα αγροτεμάχια τα οποία διατέθηκαν αμέσως προς αγροτική μίσθωση με σκοπό την εκμετάλλευσή τους από τρίτον.

    282

    Διαπιστώνεται όμως, όσον αφορά τη συμβατότητα της ανωτέρω ιδιότητας του Κ. Pinxten με τα καθήκοντά του, ότι καμία από τις αρχές που διέπουν το καθεστώς των μελών του Ελεγκτικού Συνεδρίου δεν αντιτίθεται στην άμεση ή έμμεση κατοχή ακινήτων ή στην είσπραξη εσόδων από εκμίσθωση ακινήτων.

    283

    Εξάλλου, από το άρθρο 2, παράγραφος 2, του κώδικα δεοντολογίας του 2012, το οποίο υπήγε στο ίδιο καθεστώς δηλώσεων την κατοχή «ακίνητης περιουσίας […] είτε άμεσα είτε μέσω κτηματομεσιτικής εταιρείας», προκύπτει ότι οι εσωτερικοί κανόνες του Ελεγκτικού Συνεδρίου προέβλεπαν ρητώς τη δυνατότητα άμεσης ή έμμεσης κατοχής ακινήτων από τα μέλη του.

    284

    Εφόσον ούτε υποστηρίχθηκε ούτε, κατά μείζονα λόγο, αποδείχθηκε ότι η επίμαχη αστική εταιρία ακινήτων ασκούσε δραστηριότητα βαίνουσα πέραν της διαχείρισης των αγροτεμαχίων που μνημονεύονται στη σκέψη 281 της παρούσας απόφασης, προκύπτει ότι, ως διαχειριστής της εταιρίας αυτής, ο Κ. Pinxten καλούνταν μόνο να διαχειρίζεται τα αγροτεμάχια αυτά τα οποία η εταιρία δεν εκμεταλλευόταν άμεσα, όπως θα καλούνταν να πράξει αν του ανήκαν άμεσα τα εν λόγω αγροτεμάχια.

    285

    Υπό τις συνθήκες αυτές, και ελλείψει άλλων στοιχείων δυνάμενων να αποδείξουν το βάσιμο της σχετικής μομφής του Ελεγκτικού Συνεδρίου εις βάρος του Κ. Pinxten, η ασκούμενη από αυτόν δραστηριότητα διαχειριστή οικογενειακής αστικής εταιρίας ακινήτων δεν είναι ικανή να θίξει τις αρχές της ανεξαρτησίας και της αμεροληψίας, να περιορίσει τη διαθεσιμότητά του ή να του προσπορίσει έσοδα μεγαλύτερα από εκείνα που θα μπορούσε να αποκτήσει ως κύριος των περιουσιακών στοιχείων της εταιρίας αυτής.

    286

    Επομένως, αντιθέτως προς όσα υποστηρίζει το Ελεγκτικό Συνέδριο, η δραστηριότητα αυτή δεν μπορεί να θεωρηθεί ως δραστηριότητα ασυμβίβαστη με τα καθήκοντα του μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

    287

    Όσον αφορά το ζήτημα αν ο Κ. Pinxten συμμορφώθηκε προς την υποχρέωσή του να δηλώσει τη δραστηριότητα αυτή, από το άρθρο 2, παράγραφοι 2 και 4, του κώδικα συμπεριφοράς του 2012 προκύπτει ότι ένα μέλος του Ελεγκτικού Συνεδρίου που απέκτησε κατά τη διάρκεια της θητείας του, μέσω εταιρίας ακινήτων, ακίνητο το οποίο δεν αποτελεί κατοικία προοριζόμενη για αποκλειστική χρήση από το εν λόγω μέλος όφειλε να υποβάλει νέα δήλωση των οικονομικών συμφερόντων του και των περιουσιακών στοιχείων του στην οποία να μνημονεύεται το ακίνητο αυτό.

    288

    Λαμβανομένης υπόψη της ύπαρξης της ως άνω ειδικής υποχρέωσης δήλωσης σχετικά με την κατοχή ακινήτων και δεδομένου ότι ο κώδικας συμπεριφοράς του 2012 κάνει λόγο, στο πλαίσιο αυτό, για εταιρίες ακινήτων, πρέπει να γίνει δεκτό ότι μια δήλωση οικονομικών συμφερόντων και περιουσιακών στοιχείων ενός μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου στην οποία μνημονευόταν το ακίνητο που κατείχε το μέλος μέσω εταιρίας ακινήτων αρκούσε για να είναι σε θέση το εν λόγω μέλος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, το οποίο ασκούσε καθήκοντα διαχειριστή της εταιρίας αυτής, να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του, έναντι του θεσμικού οργάνου, όσον αφορά την υποβολή δήλωσης.

    289

    Κατά τα λοιπά, δεδομένου ότι, αφενός, η ιδιότητα του διαχειριστή αστικής εταιρίας ακινήτων δεν είναι αυτή καθεαυτήν ασυμβίβαστη με τα καθήκοντα του μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου και, αφετέρου, τυχόν σύγκρουση συμφερόντων συνδεόμενη με την ως άνω ιδιότητα θα ήταν εκ φύσεως απόρροια της κατοχής του επίμαχου αγαθού και όχι της ίδιας της άσκησης της εν λόγω ιδιότητας, η πρόσθετη δήλωση της ιδιότητας ως εξωτερικής δραστηριότητας στο πλαίσιο της διαδικασίας που μνημονεύεται στη σκέψη 254 της παρούσας απόφασης δεν είναι αναγκαία για να δοθεί στο Ελεγκτικό Συνέδριο η δυνατότητα να ελέγξει αν τα μέλη του τηρούν τις υποχρεώσεις που απορρέουν εκ της θέσεώς τους.

    290

    Εν προκειμένω, δεν αμφισβητείται ότι τα αγροτεμάχια που κατείχε η επίμαχη αστική εταιρία ακινήτων πράγματι μνημονεύθηκαν σε νέα δήλωση οικονομικών συμφερόντων και περιουσιακών στοιχείων την οποία υπέβαλε ο Κ. Pinxten μετά την απόκτηση των αγροτεμαχίων αυτών.

    291

    Κατά συνέπεια, το δεύτερο σκέλος της τέταρτης αιτίασης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμο.

    292

    Ως εκ τούτου, η αιτίαση αυτή πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή.

    2.   Επί της πρώτης αιτίασης, η οποία αφορά κατάχρηση των πόρων του Ελεγκτικού Συνεδρίου για τη χρηματοδότηση δραστηριοτήτων που δεν συνδέονταν ή ήταν ασυμβίβαστες με τα καθήκοντά του ως μέλους του θεσμικού αυτού οργάνου

    α)   Επί του παραδεκτού της πρώτης αιτίασης

    293

    Ο Κ. Pinxten προέβαλε δύο επιχειρήματα με σκοπό να αμφισβητήσει το παραδεκτό της πρώτης αιτίασης, τα οποία αντλούνται, αντιστοίχως, από τη μη άσκηση από το Ελεγκτικό Συνέδριο της εξουσίας εκτιμήσεώς του και από τυπικές πλημμέλειες κατά την κατάθεση του δικογράφου της προσφυγής καθώς και από το απαράδεκτο του πίνακα που προσκομίστηκε ως παράρτημα του υπομνήματος απαντήσεως.

    1) Επί της άσκησης από το Ελεγκτικό Συνέδριο της εξουσίας εκτιμήσεώς του

    i) Επιχειρήματα των διαδίκων

    294

    Ο Κ. Pinxten υποστηρίζει ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο απλώς παρέπεμψε στην έκθεση της OLAF χωρίς να την αναλύσει και, ιδίως, χωρίς να αναφέρει με ακρίβεια για ποιο λόγο καθεμία από τις αμφισβητούμενες δαπάνες είναι παράτυπη. Επομένως, το θεσμικό αυτό όργανο παρέλειψε να ασκήσει την εξουσία εκτιμήσεως που του παρέχει το άρθρο 286, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ. Η παράλειψη αυτή επιτείνεται από το γεγονός ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο ζητεί τελικά από τον Κ. Pinxten μόνον το 27 % περίπου του ποσού που έλαβε υπόψη η OLAF, χωρίς να εξηγεί τους λόγους για τους οποίους επαναλαμβάνει παρά ταύτα το σύνολο των μομφών που διατυπώνονται κατά του Κ. Pinxten στην έκθεση της OLAF.

    295

    Το Ελεγκτικό Συνέδριο εκτιμά ότι όφειλε να αναλύσει την έκθεση της OLAF και να παραπέμψει σε αυτήν. Ωστόσο, προέβη στη δική του ανάλυση ως προς τα επίμαχα πραγματικά περιστατικά, όπως άλλωστε προκύπτει από την προκαταρκτική έκθεση και από το δικόγραφο της προσφυγής.

    ii) Εκτίμηση του Δικαστηρίου

    296

    Από το άρθρο 286, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ προκύπτει ότι μόνον το Ελεγκτικό Συνέδριο μπορεί να κινήσει τη διαδικασία που προβλέπει η διάταξη αυτή.

    297

    Επομένως, στο θεσμικό αυτό όργανο εναπόκειται να εκτιμήσει αν τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή του όσον αφορά τη συμπεριφορά του ενδιαφερόμενου μέλους ή πρώην μέλους του θεσμικού οργάνου αρκούν για να δικαιολογήσουν την κίνηση της εν λόγω διαδικασίας. Εξάλλου, το άρθρο 4 του εσωτερικού κανονισμού προβλέπει εσωτερική διαδικασία προκειμένου να καταστεί δυνατή η έκδοση εμπεριστατωμένης απόφασης του θεσμικού οργάνου ως προς το ζήτημα αυτό.

    298

    Επιπλέον, η ύπαρξη έκθεσης της OLAF σχετικά με τη συμπεριφορά του ενδιαφερόμενου μέλους ή πρώην μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου δεν μπορεί να περιορίσει το περιθώριο εκτιμήσεως που διαθέτει συναφώς το θεσμικό αυτό όργανο, δεδομένου ότι από το άρθρο 11, παράγραφος 4, του κανονισμού 883/2013 προκύπτει ότι εναπόκειται στο θεσμικό όργανο στο οποίο διαβιβάζεται μια τέτοια έκθεση να καθορίσει τη συνέχεια που πρέπει να δοθεί στην έκθεση αυτή και στις συστάσεις που τη συνοδεύουν.

    299

    Εν προκειμένω, όπως προκύπτει ιδίως από τις σκέψεις 188 έως 214 της παρούσας απόφασης, εφαρμόστηκε η διαδικασία του άρθρου 4 του εσωτερικού κανονισμού, οπότε το Ελεγκτικό Συνέδριο αποφάσισε να ασκήσει την υπό κρίση προσφυγή λαμβάνοντας υπόψη το σύνολο των στοιχείων που είχε στη διάθεσή του, συμπεριλαμβανομένης της έκθεσης της OLAF.

    300

    Υπό τις συνθήκες αυτές, το γεγονός ότι το δικόγραφο της προσφυγής στηρίζεται σε πολύ μεγάλο βαθμό στις διαπιστώσεις της έκθεσης της OLAF δεν μπορεί να θέσει εν αμφιβόλω το παραδεκτό της πρώτης αιτίασης, δεδομένου ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο ουδόλως υποχρεούται να αποστεί από τις διαπιστώσεις αυτές.

    301

    Κατά τα λοιπά, το Ελεγκτικό Συνέδριο δεν επανέλαβε, στο δικόγραφο της προσφυγής του, το σύνολο των μομφών που διατυπώθηκαν στην έκθεση της OLAF. Ειδικότερα, δεν διατύπωσε αιτιάσεις σχετικές με αδικαιολόγητες απουσίες του Κ. Pinxten και, επιπλέον, δεν δέχθηκε την ανάλυση της OLAF όσον αφορά τον παράτυπο χαρακτήρα ορισμένων από τις αποστολές του Κ. Pinxten.

    302

    Επομένως, το επιχείρημα του K. Pinxten σχετικά με τη μη άσκηση από το Ελεγκτικό Συνέδριο της εξουσίας εκτιμήσεώς του πρέπει να απορριφθεί.

    2) Επί της κατάθεσης του δικογράφου της προσφυγής και επί του παραδεκτού του πίνακα που προσκομίστηκε ως παράρτημα του υπομνήματος απαντήσεως

    i) Επιχειρήματα των διαδίκων

    303

    Ο Κ. Pinxten υποστηρίζει ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο δεν εκπλήρωσε την υποχρέωσή του, ως αρχή δίωξης, να εξακριβώσει τα πραγματικά περιστατικά αποδεικνύοντας ότι καθεμία από τις αμφισβητούμενες στο πλαίσιο της πρώτης αιτίασης δαπάνες είναι πράγματι παράτυπη.

    304

    Η απόδειξη αυτή δεν μπορεί να γίνει με καταρχήν και αυτόματη παραπομπή στην έκθεση της OLAF και στα πολυάριθμα παραρτήματά της, δεδομένου ότι μια τέτοια παραπομπή είναι απαράδεκτη. Ομοίως, το εν λόγω θεσμικό όργανο δεν μπορεί βασίμως να στηρίξει την επιχειρηματολογία του παραπέμποντας στον πίνακα του παραρτήματος C.1 του υπομνήματος απαντήσεως, κατά μείζονα λόγο διότι ο πίνακας αυτός είναι μεταγενέστερος της απόφασής του να προσφύγει στο Δικαστήριο.

    305

    Κατά το Ελεγκτικό Συνέδριο, το δικόγραφο της προσφυγής είναι επαρκώς αιτιολογημένο. Παρατίθενται, ειδικότερα, αντιπροσωπευτικά παραδείγματα των παραβάσεων που προσάπτονται στον Κ. Pinxten, ενώ παράλληλα επαναλαμβάνεται κάθε αιτίαση και προσκομίζεται, σε παράρτημα, ένας λεπτομερέστερος πίνακας. Κατόπιν της υποβολής, στις 4 Φεβρουαρίου 2019, παρατηρήσεων από τον Κ. Pinxten, το Ελεγκτικό Συνέδριο προέβη, επιπλέον, σε νέα εξέταση καθεμιάς από τις δαπάνες και κατάρτισε πίνακα τον οποίο προσάρτησε στην από 11 Απριλίου 2019 απόφασή του περί διαπίστωσης απαίτησης και είσπραξης.

    ii) Εκτίμηση του Δικαστηρίου

    306

    Προκαταρκτικώς, επισημαίνεται ότι ο ισχυρισμός του Κ. Pinxten ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο δεν απέδειξε τα πραγματικά περιστατικά στα οποία στηρίζεται η πρώτη αιτίαση πρέπει να εκτιμηθεί στο στάδιο της εξέτασης του βασίμου της αιτίασης αυτής και όχι στο στάδιο της εξέτασης του παραδεκτού της.

    307

    Κατά τα λοιπά, όσον αφορά, πρώτον, την κατάθεση του δικογράφου της προσφυγής, πρέπει να υπομνησθεί ότι, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 21 του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του άρθρου 120, στοιχείο γʹ, του Κανονισμού Διαδικασίας, το δικόγραφο της προσφυγής πρέπει να αναφέρει, μεταξύ άλλων, το αντικείμενο της διαφοράς, τα αιτήματα του προσφεύγοντος καθώς και τους ισχυρισμούς και τα επιχειρήματα που προβάλλονται.

    308

    Η τήρηση της υποχρέωσης αυτής πρέπει να παρέχει τη δυνατότητα στον καθού να προετοιμάσει την άμυνά του και στο Δικαστήριο να ασκήσει τον έλεγχό του. Επομένως, τα ουσιώδη πραγματικά και νομικά στοιχεία επί των οποίων στηρίζεται μια τέτοια προσφυγή πρέπει να προκύπτουν κατά τρόπο λογικά συνεπή και κατανοητό από το ίδιο το κείμενο του δικογράφου της προσφυγής, τα δε αιτήματα που περιλαμβάνει το δικόγραφο αυτό πρέπει να είναι διατυπωμένα χωρίς αμφισημία, ούτως ώστε να μην υπάρχει κίνδυνος είτε να αποφανθεί το Δικαστήριο ultra petita είτε να παραλείψει να αποφανθεί επί ορισμένης αιτίασης.

    309

    Συνεπώς, στο πλαίσιο προσφυγής βάσει του άρθρου 286, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ, το Ελεγκτικό Συνέδριο πρέπει να εκθέτει τις αιτιάσεις κατά τρόπο λογικά συνεπή και ακριβή, ούτως ώστε να παρέχεται στο ενδιαφερόμενο μέλος ή πρώην μέλος του Ελεγκτικού Συνεδρίου η δυνατότητα να αντιληφθεί επακριβώς τη φύση της προσαπτόμενης σε αυτό παράβασης των υποχρεώσεων που απορρέουν εκ της θέσεώς του, πράγμα το οποίο συνιστά απαραίτητη προϋπόθεση προκειμένου το εν λόγω μέλος ή πρώην μέλος να είναι σε θέση να προβάλει λυσιτελώς τους αμυντικούς ισχυρισμούς του και το Δικαστήριο να είναι σε θέση να ελέγξει την ύπαρξη της προβαλλόμενης παράβασης.

    310

    Μολονότι είναι αληθές ότι το κύριο μέρος του δικογράφου της προσφυγής μπορεί, προς τούτο, να στηριχθεί και να συμπληρωθεί, επί συγκεκριμένων σημείων, με παραπομπές σε συγκεκριμένα χωρία των συνημμένων εγγράφων, γενική παραπομπή σε άλλα κείμενα, ακόμη και συνημμένα στο δικόγραφο της προσφυγής, δεν μπορεί να καλύψει την έλλειψη ουσιωδών στοιχείων της νομικής επιχειρηματολογίας, τα οποία πρέπει να περιλαμβάνονται στο ίδιο το δικόγραφο της προσφυγής (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 11ης Σεπτεμβρίου 2014, MasterCard κ.λπ. κατά Επιτροπής, C‑382/12 P, EU:C:2014:2201, σκέψη 40 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

    311

    Ως εκ τούτου, δεν εναπόκειται στο Δικαστήριο να αναζητεί και να εντοπίζει, στα παραρτήματα του δικογράφου της προσφυγής, τις αιτιάσεις και τα επιχειρήματα που θα μπορούσε να θεωρήσει ότι συνιστούν τη βάση της προσφυγής (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 11ης Σεπτεμβρίου 2014, MasterCard κ.λπ. κατά Επιτροπής, C‑382/12 P, EU:C:2014:2201, σκέψη 41 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

    312

    Εν προκειμένω, το δικόγραφο της προσφυγής του Ελεγκτικού Συνεδρίου περιλαμβάνει μια γενική έκθεση της πρώτης αιτίασης στην οποία εκτίθενται, μεταξύ άλλων, οι κατηγορίες περιπτώσεων στις οποίες οι πόροι του εν λόγω θεσμικού οργάνου χρησιμοποιήθηκαν, κατά την άποψή του, καταχρηστικώς από τον Κ. Pinxten.

    313

    Η έκθεση αυτή συμπληρώνεται από ογκωδέστατα παραρτήματα στα οποία παραπέμπει επανειλημμένως το δικόγραφο της προσφυγής.

    314

    Συναφώς, πρέπει βεβαίως να επισημανθεί ότι ο τρόπος με τον οποίο το δικόγραφο της προσφυγής παραπέμπει στα εν λόγω παραρτήματα είναι αμφισβητήσιμος, καθόσον το Ελεγκτικό Συνέδριο στηρίζει συχνά την επιχειρηματολογία του σε μια όχι αρκετά ακριβή παραπομπή στο παράρτημα A.37 του δικογράφου της προσφυγής, το οποίο αποτελείται από πολυάριθμα έγγραφα, συχνά παρουσιαζόμενα ατάκτως, και περιλαμβάνει χιλιάδες σελίδες.

    315

    Μολονότι, με την πρακτική αυτή, το Δικαστήριο δεν μπορεί να έχει στη διάθεσή του μια ακριβή και λεπτομερή ανάλυση, εντούτοις το δικόγραφο της προσφυγής καθιστά δυνατή την κατανόηση της φύσης της πρώτης αιτίασης του Ελεγκτικού Συνεδρίου και των επιχειρημάτων που αυτό προτίθεται να προβάλει για να αποδείξει την παρατυπία της συμπεριφοράς του Κ. Pinxten.

    316

    Συνεπώς, πρέπει να γίνει δεκτό ότι τα ουσιώδη πραγματικά και νομικά στοιχεία επί των οποίων στηρίζεται η υπό κρίση προσφυγή προκύπτουν επαρκώς από το κείμενο του δικογράφου της προσφυγής και ότι οι πολυάριθμες παραπομπές στα παραρτήματα του δικογράφου αυτού δεν έχουν επομένως ως σκοπό να καλύψουν σχετική έλλειψη στο εν λόγω δικόγραφο.

    317

    Όσον αφορά, ειδικότερα, την εκ μέρους του Ελεγκτικού Συνεδρίου προσκόμιση του πίνακα που περιλαμβάνεται στο παράρτημα A.47 του δικογράφου της προσφυγής, επισημαίνεται ότι ο πίνακας αυτός παρέχει στο εν λόγω θεσμικό όργανο τη δυνατότητα να τεκμηριώσει και να συμπληρώσει το δικόγραφο της προσφυγής περιγράφοντας, κατά τρόπο εξαντλητικό και ακριβή, τις συγκεκριμένες περιπτώσεις στις οποίες έλαβαν χώρα οι παρατυπίες που μνημονεύονται, στο πλαίσιο της πρώτης αιτίασης, στο δικόγραφο αυτό.

    318

    Επιπλέον, ο ως άνω πίνακας καθιστά δυνατό να διασφαλιστεί η συνέχεια με την προηγούμενη διοικητική διαδικασία, κατά τη διάρκεια της οποίας οι ίδιες παραπομπές χρησιμοποιήθηκαν, τόσο από το Ελεγκτικό Συνέδριο όσο και από τον Κ. Pinxten, για να προσδιοριστούν οι επίμαχες περιπτώσεις.

    319

    Κατά τα λοιπά, λαμβανομένου υπόψη του μεγάλου αριθμού συγκεκριμένων περιπτώσεων τις οποίες αφορά η πρώτη αιτίαση, ήταν, εν τοις πράγμασι, δύσκολο να παρουσιαστούν πλήρως οι περιπτώσεις αυτές στο κύριο μέρος του δικογράφου της προσφυγής.

    320

    Μια τέτοια τυπικής φύσεως δυσκολία, όμως, δεν σημαίνει ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο δεν υποχρεούται να προβάλει ενώπιον του Δικαστηρίου το σύνολο των πραγματικών περιστατικών που συμβάλλουν, κατά την άποψή του, στη διαπίστωση των παραβάσεων, εκ μέρους του Κ. Pinxten, των υποχρεώσεων που απορρέουν εκ της θέσεώς του.

    321

    Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει να γίνει δεκτό ότι ο τρόπος με τον οποίο εκτίθεται η πρώτη αιτίαση στο δικόγραφο της προσφυγής παρέχει τη δυνατότητα στον Κ. Pinxten να ασκήσει τα δικαιώματα άμυνάς του, όπως άλλωστε έπραξε λεπτομερώς κατά τη διάρκεια της διαδικασίας ενώπιον του Δικαστηρίου, και στο Δικαστήριο να αποφανθεί επί του βασίμου της αιτίασης αυτής.

    322

    Επομένως, από τις τυπικές πλημμέλειες της κατάθεσης του δικογράφου της προσφυγής δεν μπορεί να συναχθεί ότι η πρώτη αιτίαση είναι, εν όλω ή εν μέρει, απαράδεκτη.

    323

    Όσον αφορά, δεύτερον, τον ισχυρισμό ότι ο πίνακας που προσκομίστηκε στο παράρτημα C.1 του υπομνήματος απαντήσεως είναι απαράδεκτος, καθόσον καταρτίστηκε μετά το δικόγραφο της προσφυγής και υποβλήθηκε κατά το στάδιο του υπομνήματος απαντήσεως, πρέπει να υπομνησθεί ότι, βάσει του άρθρου 127 του Κανονισμού Διαδικασίας, απαγορεύεται η προβολή νέων ισχυρισμών κατά τη διάρκεια της δίκης, εκτός αν οι ισχυρισμοί αυτοί στηρίζονται σε νομικά και πραγματικά στοιχεία που ανέκυψαν κατά τη διαδικασία. Επιπλέον, το άρθρο 128, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας προβλέπει ότι οι διάδικοι μπορούν, προς υποστήριξη της επιχειρηματολογίας τους, να προσκομίσουν αποδεικτικά στοιχεία ή να προτείνουν αποδεικτικά μέσα και με το υπόμνημα απαντήσεως, οφείλουν δε να αιτιολογήσουν την καθυστέρηση αυτή.

    324

    Συναφώς, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι ο πίνακας που προσκομίστηκε στο παράρτημα C.1 του υπομνήματος απαντήσεως συνιστά νέα παρουσίαση του πίνακα που περιλαμβάνεται στο παράρτημα A.47 του δικογράφου της προσφυγής, με σκοπό τη διευκόλυνση του προσδιορισμού των αποδεικτικών στοιχείων σχετικά με καθεμία από τις περιπτώσεις που αφορά ο πίνακας αυτός και τη συνεκτίμηση των επιχειρημάτων που προέβαλε ο Κ. Pinxten με το υπόμνημα αντικρούσεώς του.

    325

    Δεδομένου ότι δεν αποδεικνύεται ότι ο πίνακας που προσκομίστηκε στο παράρτημα C.1 του υπομνήματος απαντήσεως περιλαμβάνει νέες αιτιάσεις ή παραπέμπει σε αποδεικτικά στοιχεία που δεν είχαν υποβληθεί σε παράρτημα του δικογράφου της προσφυγής, δεν μπορεί να θεωρηθεί, κατ’ εφαρμογήν των άρθρων 127 ή 128 του Κανονισμού Διαδικασίας, ως απαράδεκτος εν όλω ή εν μέρει.

    β)   Επί του βασίμου της πρώτης αιτίασης

    1) Επιχειρήματα των διαδίκων

    326

    Με την πρώτη αιτίασή του, το Ελεγκτικό Συνέδριο υποστηρίζει ότι ο Κ. Pinxten, χρησιμοποιώντας καταχρηστικώς τους πόρους του εν λόγω θεσμικού οργάνου, παρέβη τις υποχρεώσεις του περί ανιδιοτέλειας, ανεξαρτησίας, αμεροληψίας, δέσμευσης, ακεραιότητας, ευθύνης, υποδειγματικής συμπεριφοράς και διαφάνειας.

    327

    Κατά πρώτον, το Ελεγκτικό Συνέδριο προσάπτει στον Κ. Pinxten ότι ζήτησε την επιστροφή εξόδων αποστολής και την καταβολή ημερήσιων αποζημιώσεων για δραστηριότητες που δεν συνδέονταν με τα καθήκοντά του.

    328

    Το Ελεγκτικό Συνέδριο υπογραμμίζει, συναφώς, ότι από το άρθρο 7 του κανονισμού 2290/77 και από την απόφαση 1-2003 προέκυπτε ότι η επιστροφή και η καταβολή αυτή μπορούσαν να πραγματοποιηθούν μόνο για καθήκοντα τα οποία το θεσμικό όργανο ανέθετε σε ένα μέλος και τα οποία σχετίζονταν με την άσκηση του λειτουργήματός του.

    329

    Ο Κ. Pinxten, όμως, ζήτησε, πρώτον, την επιστροφή εξόδων αποστολής και την καταβολή ημερήσιων αποζημιώσεων για ψυχαγωγικές δραστηριότητες, ήτοι δραστηριότητες αναψυχής, όπως διαμονή στο ορεινό κέντρο αναψυχής Crans‑Montana (Ελβετία), δραστηριότητες ελεύθερου χρόνου, ιδίως κυνηγετικές δραστηριότητες, τουριστικά ταξίδια, όπως ένα ταξίδι στην Κούβα, ή ακόμη και δεξιώσεις και γαμήλιες τελετές φίλων του.

    330

    Δεύτερον, ο Κ. Pinxten ζήτησε επιστροφές και καταβολές ποσών για δραστηριότητες σχετικές με τα περιουσιακά του συμφέροντα, ιδίως στο πλαίσιο της αγοράς αμπελώνα.

    331

    Τρίτον, ο Κ. Pinxten πραγματοποίησε αποστολές για δραστηριότητες ασυμβίβαστες με τα καθήκοντά του, όπως δραστηριότητες στο πλαίσιο του επίμαχου πολιτικού κόμματος, το υποστατό των οποίων αποδεικνύεται τόσο από τη συχνότητα των συναντήσεων με τα μέλη του κόμματος αυτού όσο και από τα στοιχεία που συνέλεξε η OLAF.

    332

    Τέταρτον, ο Κ. Pinxten εισήγαγε τον χαρακτηρισμό «αποστολές χωρίς αποζημίωση» για δραστηριότητες οι οποίες παραδέχεται ότι δεν συνδέονταν με τα καθήκοντά του, προκειμένου να βεβαιωθεί ότι τα διανυθέντα με το υπηρεσιακό αυτοκίνητο χιλιόμετρα στο πλαίσιο των αποστολών του δεν θα συνυπολογίζονταν στο ετήσιο ανώτατο όριο των 15000 χιλιομέτρων, η υπέρβαση των οποίων βάρυνε τον ίδιο.

    333

    Μολονότι ο Κ. Pinxten δικαιολογεί πολλές αποστολές προβάλλοντας ότι έλαβε επίσημη πρόσκληση, η δικαιολογία αυτή δεν μπορεί να γίνει δεκτή, δεδομένου ότι, αφενός, ο επίσημος αυτός χαρακτήρας, ιδίως το γεγονός ότι μια πρόσκληση αναφέρεται στην ιδιότητα του παραλήπτη της ως μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου, μπορεί να αποτελεί ένδειξη ευγένειας που δεν αποδεικνύει κάποια σχέση με τα καθήκοντά του ως μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου και, αφετέρου, αποδεικνύεται ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, η επίμαχη πρόσκληση είχε ζητηθεί από τον K. Pinxten. Ομοίως, η θέση ή ο τίτλος των προσώπων που συναντώνται στο πλαίσιο μιας αποστολής δεν συνιστούν βάσιμο λόγο, διότι δεν αρκούν για να αποδειχθεί ο επίσημος χαρακτήρας της εκδήλωσης. Εξάλλου, ο Πρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου είναι επιφορτισμένος με τη διασφάλιση της εξωτερικής εκπροσώπησης του θεσμικού αυτού οργάνου, παρέχοντας συνδρομή, από το 2016, στα μέλη που είναι επιφορτισμένα με τις θεσμικές σχέσεις και την αξιολόγηση της ποιότητας του ελέγχου.

    334

    Κατά δεύτερον, το Ελεγκτικό Συνέδριο υποστηρίζει ότι ο Κ. Pinxten δήλωσε, στις τριμηνιαίες αποδόσεις λογαριασμού για τα έξοδα εκπροσώπησης και υποδοχής τα οποία πραγματοποίησε, δαπάνες ιδιωτικής φύσεως ή ασυμβίβαστες με τα καθήκοντά του.

    335

    Από το άρθρο 2 της απόφασης 7-2004 προκύπτει, όμως, ότι η επιστροφή των εξόδων εκπροσώπησης περιοριζόταν στις δαπάνες στις οποίες υποβάλλονταν τα μέλη του Ελεγκτικού Συνεδρίου υπό την ιδιότητά τους αυτή και ότι, όσον αφορά τους φίλους ή τις προσωπικές σχέσεις, οι προσκλήσεις έπρεπε να είναι ιδιωτικές.

    336

    Το Ελεγκτικό Συνέδριο υπογραμμίζει, ειδικότερα, ότι ο Κ. Pinxten διοργάνωσε σειρά δείπνων στην κατοικία του, των οποίων η σχέση με τα καθήκοντά του ως μέλους του θεσμικού οργάνου δεν έχει αποδειχθεί και τα οποία, λαμβανομένης υπόψη μιας επιστολής της 28ης Απριλίου 2015 προς τον Πρωθυπουργό του Βασιλείου του Βελγίου με την οποία ο τελευταίος προσκαλούνταν σε ένα τέτοιο δείπνο (στο εξής: επιστολή της 28ης Απριλίου 2015), πρέπει να θεωρηθεί ότι είχαν ως πραγματικό σκοπό τη συγκέντρωση φίλων του Κ. Pinxten.

    337

    Κατά τρίτον, ο Κ. Pinxten χρησιμοποίησε το υπηρεσιακό του αυτοκίνητο και τις υπηρεσίες οδηγών του Ελεγκτικού Συνεδρίου για δραστηριότητες άσχετες ή ασυμβίβαστες με τα καθήκοντά του, ακόμη και σε περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν βρισκόταν σε αποστολή.

    338

    Από τα άρθρα 1 και 4 της απόφασης 33-2004 συνάγεται, όμως, ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο όφειλε να αναλάβει τα έξοδα της χρήσης του υπηρεσιακού αυτοκινήτου μόνον εφόσον αυτά προέκυπταν κατά την άσκηση των καθηκόντων των μελών του θεσμικού οργάνου. Τούτο συνέβαινε, δυνάμει των εν λόγω διατάξεων, όταν οι μετακινήσεις καλύπτονταν από εντολή αποστολής ή, εντός ορίου 15000 χιλιομέτρων ανά έτος, στην περίπτωση ορισμένων ειδικών μετακινήσεων που θεωρούνταν ως συνδεόμενες με την άσκηση των καθηκόντων. Επιπλέον, τα μέλη του Ελεγκτικού Συνεδρίου μπορούσαν να κάνουν χρήση των υπηρεσιών οδηγού μόνο για τις μετακινήσεις τους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

    339

    Η κατάσταση της υγείας του Κ. Pinxten δεν ήταν ικανή να δικαιολογήσει τη χρήση των υπηρεσιών οδηγών του Ελεγκτικού Συνεδρίου για ιδιωτικές μετακινήσεις. Άλλωστε, το ιατρικό πιστοποιητικό κατά το οποίο αντενδείκνυτο η οδήγηση σε μεγάλες αποστάσεις συντάχθηκε μόλις στις 31 Οκτωβρίου 2016.

    340

    Κατά το Ελεγκτικό Συνέδριο, οι κανονιστικές διατάξεις που ίσχυαν καθ’ όλο το επίδικο χρονικό διάστημα ήταν σαφείς, ακριβείς, προβλέψιμες και απολύτως γνωστές στον Κ. Pinxten. Απέκλειαν σταθερά κάθε πληρωμή σχετική με ιδιωτικές δραστηριότητες ή με δραστηριότητες ασυμβίβαστες με την ιδιότητα του μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Στο πλαίσιο αυτό, ο Κ. Pinxten δεν μπορεί να μετατοπίσει την ευθύνη για τις δικές του παραβάσεις στο Ελεγκτικό Συνέδριο, το οποίο διέθετε κατάλληλους εσωτερικούς μηχανισμούς ελέγχου.

    341

    Εν προκειμένω, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι συντρέχει παραβίαση της αρχής της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, δεδομένου ότι η σιωπή της διοίκησης ή τυχόν αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά δεν πρέπει να θεωρηθούν ως συγκεκριμένες, ανεπιφύλακτες και συγκλίνουσες διαβεβαιώσεις.

    342

    Εν πάση περιπτώσει, μια παράτυπη πρακτική δεν μπορεί να δημιουργήσει δικαιολογημένη εμπιστοσύνη. Η επικύρωση, από τον Πρόεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, των εντολών αποστολής που εξέδωσε ο Κ. Pinxten στηρίχθηκε σε πληροφορίες οι οποίες δεν παρείχαν τη δυνατότητα να γίνει αντιληπτό ότι οι εντολές αυτές δεν αφορούσαν δραστηριότητες σχετικές με την άσκηση των καθηκόντων του. Επομένως, η συναίνεση του Προέδρου ενείχε ελάττωμα λόγω των εκούσιων παραλείψεων ή του δόλου του Κ. Pinxten.

    343

    Ο Κ. Pinxten ζητεί την απόρριψη της πρώτης αιτίασης.

    344

    Επικαλείται, πρώτον, τις αρχές της ασφάλειας δικαίου και της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης.

    345

    Υποστηρίζει, συναφώς, ότι οι κανόνες που ίσχυαν, μέχρι το 2018, στο Ελεγκτικό Συνέδριο δεν προσδιόριζαν τις έννοιες της «αποστολής», της «άσκησης των καθηκόντων» ή, ακόμη, του «συμφέροντος του Ελεγκτικού Συνεδρίου». Το μόνο χρήσιμο κείμενο της περιόδου εκείνης ήταν τα σχόλια σχετικά με το άρθρο 4 της απόφασης 33-2004, από τα οποία προκύπτει ότι η άσκηση των καθηκόντων πρέπει να γίνεται αντιληπτή κατά τρόπο ευρύ.

    346

    Επιπλέον, ο Κ. Pinxten γνωστοποιούσε συστηματικά στον Πρόεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου τις πληροφορίες που απαιτούνταν κατά την απόφαση 1‑2003. Τον ενημέρωσε επίσης ότι έκανε χρήση των υπηρεσιών οδηγού για λόγους υγείας, μέσω της υποβολής της δήλωσης «αποστολών χωρίς αποζημίωση». Επιπροσθέτως, απάντησε σε όλες τις ερωτήσεις που τυχόν του έθεσαν οι υπηρεσίες του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Υπό το πρίσμα της διαφανούς πρακτικής που ακολούθησε επομένως, δεν μπορεί να θεωρηθεί υπεύθυνος για τις ελλείψεις του ελέγχου των υπηρεσιών αυτών οι οποίες δεν του έδωσαν τη δυνατότητα να εντοπίσει τυχόν σφάλματα.

    347

    Στο πλαίσιο αυτό, ο Κ. Pinxten λάμβανε, μέσω των χορηγηθεισών αδειών και της πρακτικής του Ελεγκτικού Συνεδρίου, συγκεκριμένες, ανεπιφύλακτες και συγκλίνουσες διαβεβαιώσεις, προερχόμενες από αξιόπιστες πηγές, επί δέκα και πλέον έτη, οι οποίες δημιούργησαν τη θεμιτή προσδοκία ότι οι πραγματοποιηθείσες πληρωμές ήταν νομότυπες. Επομένως, η προσφυγή του Ελεγκτικού Συνεδρίου παραβιάζει την αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης.

    348

    Δεύτερον, οι εκτιμήσεις στις οποίες προέβη το Ελεγκτικό Συνέδριο στο πλαίσιο της πρώτης αιτίασής του ενέχουν σειρά πρόδηλων σφαλμάτων.

    349

    Συγκεκριμένα, το Ελεγκτικό Συνέδριο αμφισβήτησε, μετά την OLAF, τον σκοπό πολλών αποστολών και στηρίχθηκε σε αυτό που θεωρεί ότι αποτελεί τον «πραγματικό σκοπό» των εν λόγω αποστολών, χωρίς να παράσχει εξηγήσεις ως προς τα έγγραφα που δικαιολογούσαν την προσέγγισή του.

    350

    Ο Κ. Pinxten υποστηρίζει, ειδικότερα, ότι ουδέποτε άσκησε πολιτική δραστηριότητα κατά τη διάρκεια των θητειών του ως μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Συνάντησε μέλη του επίμαχου πολιτικού κόμματος ως μέλος του Ελεγκτικού Συνεδρίου και προκειμένου, ιδίως, να προωθήσει τις εργασίες του θεσμικού αυτού οργάνου. Ομοίως, οι αποστολές που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο της SBNL-V συνέβαλαν στο να γίνουν γνωστές οι εργασίες του Ελεγκτικού Συνεδρίου στους ενδιαφερομένους.

    351

    Όσον αφορά τις κυνηγετικές δραστηριότητες, ο Κ. Pinxten επισημαίνει ότι οι αποστολές του στο κάστρο του Chambord (Γαλλία) εντάσσονταν στο πλαίσιο ευρωπαϊκών ημερών κατά τις οποίες συγκεντρώνονταν σημαντικές ευρωπαϊκές προσωπικότητες. Γενικότερα, το γεγονός ότι μια επίσημη συνάντηση συνοδεύεται από περισσότερο άτυπα στοιχεία δεν μπορεί να θέσει υπό αμφισβήτηση τη σχέση της με τα καθήκοντα μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

    352

    Για την αποστολή στο Crans-Montana δόθηκε άδεια από τον Πρόεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου χωρίς να απαιτηθεί καμία συμπληρωματική πληροφορία. Η αποστολή αυτή παρέσχε στον Κ. Pinxten τη δυνατότητα να μετάσχει στο «Forum de Crans-Montana», σκοπός του οποίου ήταν να συγκεντρωθούν σημαντικές προσωπικότητες για να συζητήσουν θέματα γενικής φύσεως. Εξάλλου, ο καθού πληροφορήθηκε την ύπαρξη του εν λόγω φόρουμ από τον Πρόεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

    353

    Το ταξίδι στην Κούβα δικαιολογούνταν επίσης, με τη σύμφωνη γνώμη του Προέδρου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, από τη βούληση συνάντησης με τοπικούς παράγοντες, δεδομένου ότι, λόγω της φύσης του κουβανικού καθεστώτος, η πραγματοποίηση επαφών ήταν δυνατή μόνον επί τόπου. Επιπλέον, η οργάνωση του ταξιδιού ήταν πολύπλοκη λόγω της έλλειψης συνεργασίας της αντιπροσωπείας της Ένωσης στην Κούβα.

    354

    Οι ιατρικές επισκέψεις, για τις οποίες δεν έλαβε καμία αποζημίωση, συγκαταλέγονται στις περιπτώσεις του άρθρου 4 της απόφασης 33-2004, στις οποίες επιτρέπεται η χρήση των υπηρεσιών οδηγού.

    355

    Εξάλλου, ο Κ. Pinxten παρέχει λεπτομερείς διευκρινίσεις σχετικά με μια σειρά αποστολών των οποίων το αντικείμενο περιγράφηκε εσφαλμένως στο δικόγραφο της προσφυγής ή ως προς τις οποίες το Ελεγκτικό Συνέδριο διατύπωσε ανακριβείς ισχυρισμούς περί τα πραγματικά περιστατικά.

    356

    Όσον αφορά τα έξοδα εκπροσώπησης και υποδοχής, ο Κ. Pinxten υπογραμμίζει, στηριζόμενος στην απόφαση 7-2004 και στις ανακοινώσεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ότι ήταν προς το συμφέρον του θεσμικού αυτού οργάνου να διατηρούν τα μέλη του επαφές με σημαντικούς παράγοντες. Κανένας κανόνας δεν απαγόρευε να επικεντρώνονται οι δραστηριότητες εκπροσώπησης σε ήδη γνωστά πρόσωπα, δεδομένου ότι μόνον οι προσωπικοί φίλοι και τα μέλη της οικογένειας έπρεπε να προσκαλούνται με ιδιωτικές προσκλήσεις.

    357

    Συναφώς, ο Κ. Pinxten αντιτίθεται στην προσέγγιση του Ελεγκτικού Συνεδρίου κατά την οποία οι δραστηριότητες εκπροσώπησης εναπέκειντο αποκλειστικά στον Πρόεδρό του. Η προσέγγιση αυτή δεν ανταποκρίνεται στην πρακτική του θεσμικού οργάνου ή στους στρατηγικούς του στόχους και δεν συνάδει με το γεγονός ότι επιτρέπεται στα μέλη του να υποβάλλονται σε έξοδα εκπροσώπησης.

    358

    Οι εντολές που έδιδε ο Κ. Pinxten στους οδηγούς είτε συνδέονταν με τις αποστολές του είτε δικαιολογούνταν από το άρθρο 4 της απόφασης 33-2004 και από το άρθρο 4 της απόφασης 19-2009. Εξάλλου, η διοίκηση του Ελεγκτικού Συνεδρίου είχε πλήρη ενημέρωση για τις δραστηριότητες των εν λόγω οδηγών.

    2) Εκτίμηση του Δικαστηρίου

    359

    Προκαταρκτικώς, πρέπει να επισημανθεί ότι η πρώτη αιτίαση αφορά εκατοντάδες διακριτές μομφές σχετικές με ισάριθμες πραγματικές καταστάσεις στις οποίες οι πόροι του Ελεγκτικού Συνεδρίου, κατά την άποψη του τελευταίου, χρησιμοποιήθηκαν καταχρηστικά κατόπιν αιτήσεων του Κ. Pinxten.

    360

    Υπό τις συνθήκες αυτές, προκειμένου να καταστεί δυνατή η πλήρης ανάλυση των μομφών κατά τρόπο εύληπτο για τους διαδίκους, οι εν λόγω μομφές θα προσδιοριστούν με βάση την αρίθμηση στην οποία προέβη το Ελεγκτικό Συνέδριο για τους σκοπούς της ανάκτησης και η οποία προτείνεται στον πίνακα του παραρτήματος A.47 του δικογράφου της προσφυγής και επαναλαμβάνεται στον πίνακα του παραρτήματος C.1 του υπομνήματος απαντήσεως.

    361

    Υπενθυμίζεται, συναφώς, ότι το Δικαστήριο οφείλει να αποφανθεί επί της πρώτης αιτίασης, βάσει των αποδεικτικών στοιχείων που τέθηκαν στη διάθεσή του και υπό το πρίσμα των κριτηρίων του άρθρου 286, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ, προκειμένου να κρίνει αν οι προβαλλόμενες παρατυπίες μπορούν να χαρακτηριστούν ως παράβαση των υποχρεώσεων που απορρέουν εκ της θέσεως του μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου κατά την έννοια της διάταξης αυτής.

    362

    Ως εκ τούτου, μολονότι το Ελεγκτικό Συνέδριο κοινοποίησε στον Κ. Pinxten, στις 11 Απριλίου 2019, απόφαση περί διαπίστωσης απαίτησης και είσπραξης σχετικά με τις προβαλλόμενες παρατυπίες που αποτελούν το αντικείμενο της πρώτης αιτίασης, η θέση που λαμβάνει το Δικαστήριο, στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, επί της αιτίασης αυτής δεν αφορά τον προσδιορισμό των ποσών που θα όφειλε ενδεχομένως ο Κ. Pinxten και, επομένως, δεν επηρεάζει την εκτίμηση που θα πρέπει να διατυπωθεί επί της απόφασης αυτής στο πλαίσιο της προσφυγής ακυρώσεως την οποία άσκησε ο Κ. Pinxten κατά της εν λόγω απόφασης ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    363

    Πριν εξεταστούν διαδοχικά οι μομφές του Ελεγκτικού Συνεδρίου που αφορούν, πρώτον, τα έξοδα αποστολής και τις ημερήσιες αποζημιώσεις, δεύτερον, τα έξοδα εκπροσώπησης και υποδοχής καθώς και, τρίτον, τη χρήση του υπηρεσιακού αυτοκινήτου και τη χρήση των υπηρεσιών οδηγού, πρέπει να εκτιμηθεί το επιχείρημα του Κ. Pinxten ότι η πρώτη αιτίαση παραβιάζει την αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης.

    i) Επί της παραβίασης της αρχής της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης

    364

    Υπογραμμίζεται ότι, μολονότι ο Κ. Pinxten επικαλείται τυπικώς τόσο την αρχή της ασφάλειας δικαίου όσο και την αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, η επιχειρηματολογία του αναφέρεται, στην πραγματικότητα, αποκλειστικά στη δεύτερη από τις αρχές αυτές, όπως εξάλλου επιβεβαιώνεται από την αναδιατύπωση της εν λόγω επιχειρηματολογίας που περιλαμβάνεται στο υπόμνημα ανταπαντήσεως.

    365

    Κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, το δικαίωμα επίκλησης της αρχής της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης προϋποθέτει ότι έχουν δοθεί από τις αρμόδιες αρχές της Ένωσης στον ενδιαφερόμενο συγκεκριμένες, ανεπιφύλακτες και συγκλίνουσες διαβεβαιώσεις, προερχόμενες από αρμόδιες και αξιόπιστες πηγές (απόφαση της 8ης Σεπτεμβρίου 2020, Επιτροπή και Συμβούλιο κατά Carreras Sequeros κ.λπ., C‑119/19 P και C‑126/19 P, EU:C:2020:676, σκέψη 144 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

    366

    Η δυνατότητα εφαρμογής της αρχής αυτής πρέπει, εκ προοιμίου, να αποκλειστεί όσον αφορά τους πόρους που διέθεσε το Ελεγκτικό Συνέδριο για τα έξοδα εκπροσώπησης και υποδοχής καθώς και για τη χρήση του υπηρεσιακού αυτοκινήτου και τη χρήση των υπηρεσιών οδηγού.

    367

    Αφενός, κατά τη νομολογία του Δικαστηρίου, πληρωμές όπως αυτές που πραγματοποιούνται για τα έξοδα εκπροσώπησης και υποδοχής δεν μπορούν, ελλείψει οποιουδήποτε άλλου σχετικού στοιχείου και ακόμη και όταν έχει μεσολαβήσει μεγάλο χρονικό διάστημα μεταξύ των πληρωμών αυτών και της αμφισβήτησης του νομότυπου χαρακτήρα τους, να δημιουργήσουν στον δικαιούχο τους δικαιολογημένη εμπιστοσύνη ως προς το ότι οι εν λόγω πληρωμές δεν μπορούν πλέον να αμφισβητηθούν (πρβλ. απόφαση της 14ης Ιουνίου 2016, Marchiani κατά Κοινοβουλίου, C‑566/14 P, EU:C:2016:437, σκέψη 79).

    368

    Η πρακτική του Ελεγκτικού Συνεδρίου να επιστρέφει τα έξοδα εκπροσώπησης και υποδοχής, βάσει των στοιχείων που παρείχε ο Κ. Pinxten, χωρίς να ζητεί περισσότερες πληροφορίες και χωρίς να αμφισβητεί το βάσιμο των αιτήσεών του περί επιστροφής, δεν αρκεί για να αποδειχθεί ότι το θεσμικό όργανο του παρέσχε συγκεκριμένες, ανεπιφύλακτες και συγκλίνουσες διαβεβαιώσεις ως προς το νομότυπο των εν λόγω αιτήσεων.

    369

    Αφετέρου, για τη χρήση από τον Κ. Pinxten του υπηρεσιακού του αυτοκινήτου ή τη χρήση των υπηρεσιών οδηγού δεν ελήφθη καμία ρητή απόφαση από το Ελεγκτικό Συνέδριο και δεν αναφέρθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου καμία άλλη μορφή ειδικής τοποθέτησης του Ελεγκτικού Συνεδρίου ως προς την πρακτική που έπρεπε να ακολουθήσει συναφώς ο Κ. Pinxten.

    370

    Ως εκ τούτου, ακόμη και αν υποτεθεί ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο άφησε να διατηρηθούν στον τομέα αυτό, όπως υποστηρίζει ο Κ. Pinxten, πρακτικές την ύπαρξη των οποίων το εν λόγω θεσμικό όργανο δεν μπορούσε να αγνοεί, το γεγονός αυτό δεν αρκεί, εν πάση περιπτώσει, για να αποδειχθεί ότι το θεσμικό όργανο παρέσχε στον Κ. Pinxten συγκεκριμένες, ανεπιφύλακτες και συγκλίνουσες διαβεβαιώσεις επί του θέματος.

    371

    Αντιθέτως, οι εντολές αποστολής που εκδόθηκαν ρητώς, κατόπιν αίτησης του Κ. Pinxten, από τον Πρόεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου συνιστούν επαρκείς διαβεβαιώσεις, κατά την έννοια της νομολογίας που παρατίθεται στη σκέψη 365 της παρούσας απόφασης, ώστε ο Κ. Pinxten να μπορεί, καταρχήν, να θεμελιώσει δικαιολογημένη εμπιστοσύνη ως προς το νομότυπο των σχετικών αποστολών.

    372

    Ωστόσο, πρέπει, καταρχάς, να επισημανθεί ότι από τη νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι οι πολίτες δεν μπορούν να επικαλούνται δικαιολογημένη εμπιστοσύνη ως προς τη διατήρηση κατάστασης που χαρακτηρίζεται από τη διάπραξη απάτης (πρβλ. απόφαση της 14ης Ιουνίου 2017, Santogal M-Comércio e Reparação de Automóveis, C‑26/16, EU:C:2017:453, σκέψη 76 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

    373

    Περαιτέρω, λαμβανομένης υπόψη της υποχρέωσης των μελών του Ελεγκτικού Συνεδρίου, όπως προκύπτει από τη σκέψη 241 της παρούσας απόφασης, να τηρούν σχολαστικά τις υποχρεώσεις δήλωσης που προβλέπουν οι θεσπιζόμενοι από το Ελεγκτικό Συνέδριο κανόνες προκειμένου να διασφαλίζεται η πλήρης ενημέρωση του εν λόγω θεσμικού οργάνου σχετικά με τις αιτήσεις χρήσης πόρων του τελευταίου, μια εντολή αποστολής που εκδίδεται βάσει αίτησης από την οποία παραλείπονται πληροφορίες που είναι ουσιώδεις προκειμένου ο Πρόεδρος του θεσμικού οργάνου να δύναται να εκτιμήσει τον νομότυπο χαρακτήρα της επίμαχης αποστολής δεν μπορεί, ακόμη και αν δεν έχει διαπραχθεί απάτη, να θεμελιώσει τη δικαιολογημένη εμπιστοσύνη του ενδιαφερόμενου μέλους ως προς τον νομότυπο αυτό χαρακτήρα.

    374

    Τέλος, δεν μπορεί να γίνει επίκληση της αρχής της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης από πρόσωπο το οποίο είναι υπαίτιο πρόδηλης παράβασης των ισχυόντων κανόνων (αποφάσεις της 16ης Μαΐου 1991, Επιτροπή κατά Κάτω Χωρών, C‑96/89, EU:C:1991:213, σκέψη 30, και της 14ης Ιουλίου 2005, ThyssenKrupp κατά Επιτροπής, C‑65/02 P και C‑73/02 P, EU:C:2005:454, σκέψη 41 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

    375

    Επομένως, πρώτον, ο Κ. Pinxten δεν μπορεί να επικαλεστεί δικαιολογημένη εμπιστοσύνη στηριζόμενη σε εντολές αποστολής των οποίων η έκδοση επετεύχθη με απατηλό τρόπο ή, ακόμη και αν δεν αποδεικνύεται η ύπαρξη πρόθεσης εξαπάτησης, σε εντολές αποστολής εκδοθείσες από τον Πρόεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου βάσει αίτησης από την οποία παραλείφθηκαν πληροφορίες που ήταν ουσιώδεις προκειμένου αυτός να μπορέσει να εκτιμήσει το νομότυπο της επίμαχης αποστολής.

    376

    Εντούτοις, αντιθέτως προς όσα υποστηρίζει το Ελεγκτικό Συνέδριο, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι οι χορηγηθείσες στον Κ. Pinxten άδειες οι οποίες αμφισβητούνται στο πλαίσιο της πρώτης αιτίασης χορηγούνταν συστηματικά βάσει τέτοιων πληροφοριών. Απεναντίας, από τη δικογραφία που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο προκύπτει ότι πολλές αιτήσεις χορήγησης άδειας για αποστολές περιέγραφαν κατά τρόπο σαφή και διαφανή έναν σκοπό τον οποίο το Ελεγκτικό Συνέδριο θεωρεί πλέον, αυτόν καθεαυτόν, ως παράτυπο.

    377

    Δεύτερον, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες μια εντολή αποστολής που εκδόθηκε από τον Πρόεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, κατόπιν αίτησης του Κ. Pinxten, είναι προδήλως παράτυπη, χωρίς ωστόσο η έκδοσή της να έχει επιτευχθεί με απατηλό τρόπο ή βάσει αίτησης περιέχουσας ελλιπείς πληροφορίες, η αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης δεν μπορεί να αποκλείσει τη δυνατότητα του Δικαστηρίου να διαπιστώσει ότι ο Κ. Pinxten, ζητώντας τη χορήγηση άδειας και, στη συνέχεια, επικαλούμενος την άδεια αυτή για να λάβει ένα ποσό, παρέβη τις υποχρεώσεις που απορρέουν εκ της θέσεώς του.

    378

    Εξάλλου, η προσέγγιση αυτή απορρέει από την υπομνησθείσα στη σκέψη 239 της παρούσας απόφασης υποχρέωση των μελών του Ελεγκτικού Συνεδρίου να τηρούν τα αυστηρότερα πρότυπα συμπεριφοράς.

    379

    Πράγματι, όταν ο παράτυπος χαρακτήρας μιας αποστολής ήταν πρόδηλος, ο Κ. Pinxten δεν μπορούσε ευλόγως να τον αγνοεί. Υπό τις συνθήκες αυτές, ο Κ. Pinxten δεν ήταν δυνατόν να ζητεί άδεια ή να επικαλείται την εν λόγω άδεια χωρίς, στην πράξη, να επιδιώκει να επωφεληθεί από την υφιστάμενη ανοχή για παράτυπες πρακτικές ή από τις ελλείψεις του ελέγχου που διενεργείτο στο Ελεγκτικό Συνέδριο.

    380

    Αντιθέτως, λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθέντων, το Ελεγκτικό Συνέδριο δεν μπορεί βασίμως, στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, να προσάψει στον Κ. Pinxten ότι έλαβε ποσά ως έξοδα αποστολής ή ημερήσιες αποζημιώσεις για αποστολή για την οποία δόθηκε άδεια από τον Πρόεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, βάσει αίτησης η οποία δεν είχε απατηλό χαρακτήρα, από την οποία δεν είχαν παραλειφθεί ουσιώδεις πληροφορίες και της οποίας ο παράτυπος χαρακτήρας δεν προέκυπτε προδήλως.

    381

    Υπό τις συνθήκες αυτές, το ζήτημα αν οι εντολές αποστολής που εξέδωσε, κατόπιν αίτησης του Κ. Pinxten, ο Πρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου ήταν ικανές να θεμελιώσουν δικαιολογημένη εμπιστοσύνη του ενδιαφερομένου ως προς το νομότυπο των σχετικών αποστολών πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο εκτίμησης κατά περίπτωση, η οποία να στηρίζεται, ιδίως, στη σύγκριση του λόγου που προβλήθηκε με την αίτηση χορήγησης άδειας και του πραγματικού σκοπού της αποστολής, όπως αυτός προκύπτει από τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκομίστηκαν στο Δικαστήριο. Η εν λόγω εκτίμηση συμπίπτει με την επί της ουσίας εξέταση της πρώτης αιτίασης που προβάλλει το Ελεγκτικό Συνέδριο.

    382

    Εξάλλου, μολονότι ο Κ. Pinxten επικαλείται επίσης την ασάφεια των κανόνων που ισχύουν για τα μέλη του Ελεγκτικού Συνεδρίου, το επιχείρημα αυτό δεν μπορεί να δικαιολογήσει την απόρριψη της πρώτης αιτίασης στο σύνολό της.

    383

    Βεβαίως, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι οι κανόνες που έχουν εφαρμογή στις καταστάσεις οι οποίες αποτελούν αντικείμενο της πρώτης αιτίασης χαρακτηρίζονται από κάποια αοριστία όσον αφορά, μεταξύ άλλων, την έλλειψη σαφήνειας ως προς τις περιπτώσεις στις οποίες μπορεί να δοθεί άδεια για αποστολή, τα έγγραφα που πρέπει να προσκομιστούν προς στήριξη αίτησης χορήγησης άδειας για αποστολή ή, ακόμη, τους όρους υπό τους οποίους μια πρόσκληση απευθυνόμενη σε τρίτο μπορεί να συνδέεται με την ιδιότητα του μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ιδίως όσον αφορά τους αποδεκτούς λόγους εκπροσώπησης και τα στοιχεία που πρέπει να προσκομιστούν προς δικαιολόγηση του υποστατού του προβαλλόμενου λόγου.

    384

    Η αοριστία αυτή συνεπάγεται ότι τα αρμόδια όργανα του Ελεγκτικού Συνεδρίου διέθεταν ευρύ περιθώριο εκτίμησης προκειμένου να κρίνουν αν η καταβολή εξόδων αποστολής, ημερήσιων αποζημιώσεων ή εξόδων εκπροσώπησης και υποδοχής ήταν δικαιολογημένη.

    385

    Επομένως, το Δικαστήριο θα πρέπει να λάβει υπόψη, κατά περίπτωση, όταν εκτιμήσει το νομότυπο της συμπεριφοράς του Κ. Pinxten ή, κατά μείζονα λόγο, τον προδήλως παράτυπο χαρακτήρα της συμπεριφοράς αυτής, το ως άνω περιθώριο εκτίμησης.

    386

    Αντιθέτως, η σχετική αοριστία των κρίσιμων κανόνων δεν αρκεί για να αποδειχθεί, γενικώς, ότι οι ισχυρισμοί του Ελεγκτικού Συνεδρίου περί της κατάχρησης των πόρων του από τον Κ. Pinxten είναι αβάσιμοι.

    ii) Επί των εξόδων αποστολής και των ημερήσιων αποζημιώσεων

    387

    Κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών τα οποία αφορά η υπό κρίση προσφυγή, το καθεστώς των εξόδων αποστολής και των ημερήσιων αποζημιώσεων προβλεπόταν, στο πλαίσιο που καθορίζεται από τα άρθρα 285 έως 287 ΣΛΕΕ, στο άρθρο 7 του κανονισμού 2290/77, το οποίο προέβλεπε την επιστροφή των εν λόγω εξόδων και την καταβολή των εν λόγω αποζημιώσεων όταν το ενδιαφερόμενο μέλος του Ελεγκτικού Συνεδρίου καλούνταν, κατά την άσκηση των καθηκόντων του, να μετακινηθεί εκτός του τόπου εγκατάστασης του θεσμικού αυτού οργάνου.

    388

    Όσον αφορά τα καθήκοντα των μελών του Ελεγκτικού Συνεδρίου, υπενθυμίζεται ότι, δυνάμει του άρθρου 285 ΣΛΕΕ, πρωταρχική αποστολή του θεσμικού αυτού οργάνου είναι η εξασφάλιση του ελέγχου των λογαριασμών της Ένωσης. Προς τούτο, το Ελεγκτικό Συνέδριο καλείται, σύμφωνα με το άρθρο 287, παράγραφοι 1 και 2, ΣΛΕΕ, να ελέγχει τη νομιμότητα και την κανονικότητα του συνόλου των εσόδων και των εξόδων της Ένωσης και να εξακριβώνει τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση.

    389

    Το καθεστώς που ίσχυε για τα έξοδα αποστολής και τις ημερήσιες αποζημιώσεις διευκρινιζόταν με την απόφαση 1-2003.

    390

    Το άρθρο 1 της απόφασης αυτής όριζε, αφενός, ότι οι εντολές αποστολής έπρεπε να ζητούνται το συντομότερο δυνατόν και, αφετέρου, ότι ο αρμόδιος για τα έξοδα αποστολής των μελών διατάκτης ήταν ο Πρόεδρος του θεσμικού οργάνου.

    391

    Το άρθρο 3 της εν λόγω απόφασης επέτρεπε τις μετακινήσεις με υπηρεσιακό όχημα στο πλαίσιο αποστολής, ενώ τα άρθρα 5 και 6 της ίδιας απόφασης προέβλεπαν, αντιστοίχως, την επιστροφή των εξόδων αποστολής και την καταβολή ημερήσιων αποζημιώσεων.

    392

    Ως εκ τούτου, μια αίτηση επιστροφής εξόδων αποστολής ή καταβολής ημερήσιων αποζημιώσεων πρέπει να θεωρηθεί παράτυπη εάν αποδειχθεί ότι η δραστηριότητα που πράγματι ασκήθηκε υπό την κάλυψη της επίμαχης εντολής αποστολής δεν μπορεί να συνδεθεί με την άσκηση των καθηκόντων του Κ. Pinxten. Λαμβανομένων υπόψη των εκτιμήσεων που περιλαμβάνονται στις σκέψεις 371 έως 381 της παρούσας απόφασης, η παρατυπία αυτή μπορεί να ληφθεί υπόψη στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας είτε όταν η έκδοση της εντολής αποστολής επετεύχθη με απατηλό τρόπο ή βάσει αίτησης από την οποία είχαν παραλειφθεί ουσιώδεις πληροφορίες είτε όταν είναι πρόδηλη η έλλειψη σχέσης μεταξύ της εν λόγω δραστηριότητας και των εν λόγω καθηκόντων.

    393

    Πρέπει ακόμη, πριν εκτιμηθεί λεπτομερώς το νομότυπο καθεμιάς από τις αποστολές που αποτελούν το αντικείμενο της πρώτης αιτίασης, να εξεταστεί το επιχείρημα του Ελεγκτικού Συνεδρίου ότι ο Κ. Pinxten αναγνώρισε, κατά την ακρόασή του από την OLAF, ότι το σύνολο των αποστολών που παρουσιάστηκαν ρητώς, στις αιτήσεις περί εντολών αποστολής, ως «αποστολές χωρίς αποζημίωση» δεν είχε καμία σχέση με τα καθήκοντά του.

    394

    Από τα πρακτικά της ακρόασης αυτής προκύπτει ότι ο Κ. Pinxten δήλωσε απλώς ότι υπέβαλλε κατά τέτοιο τρόπο τις ως άνω αιτήσεις, για λόγους διαφάνειας, όταν μια αποστολή «είχε σκοπό συνδεόμενο με το αξίωμά [του] αλλά και μια ιδιωτική πτυχή» ή όταν διατηρούσε «αμφιβολίες ως προς τη σκοπιμότητα» της αποστολής λαμβανομένου υπόψη του αντικειμένου και της σημασίας της επίμαχης δραστηριότητας.

    395

    Δεδομένου ότι η θέση αυτή επαναλήφθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου, οι αποστολές που ο Κ. Pinxten παρουσίασε ρητώς ως «αποστολές χωρίς αποζημίωση» πρέπει να εξεταστούν κατά τον ίδιο τρόπο όπως και οι λοιπές αποστολές που αποτελούν αντικείμενο της πρώτης αιτίασης.

    – Επί της διαμονής στο Crans-Montana

    396

    Δεν αμφισβητείται ότι ο Κ. Pinxten διέμεινε στο ορεινό κέντρο αναψυχής Crans‑Montana, μαζί με τη σύζυγό του, από τις 22 έως τις 25 Αυγούστου 2013, προκειμένου να συμμετάσχει στις θερινές συναντήσεις του «Forum de Crans‑Montana», στο πλαίσιο της αποστολής που μνημονεύεται στη γραμμή 252.

    397

    Η αποστολή αυτή δικαιολόγησε την επιστροφή εξόδων εγγραφής και ξενοδοχείου καθώς και την καταβολή ημερήσιων αποζημιώσεων, ενώ το Ελεγκτικό Συνέδριο δεν κατέβαλε τα έξοδα διαμονής της συζύγου του Κ. Pinxten.

    398

    Στην αίτηση χορήγησης άδειας για την εν λόγω αποστολή επισημαινόταν ότι σκοπός της αποστολής ήταν η συμμετοχή στις θερινές συναντήσεις του «Forum de Crans-Montana», μιας ελβετικής μη κυβερνητικής οργάνωσης. Η αίτηση συνοδευόταν από σύντομο εσωτερικό σημείωμα, υπογεγραμμένο από τον Κ. Pinxten, το οποίο διευκρίνιζε ότι οι συναντήσεις αυτές αποτελούσαν ευκαιρία για συζήτηση επί τρεχόντων ζητημάτων της διεθνούς πολιτικής με ηγέτες από ολόκληρο τον κόσμο. Η εντολή αποστολής εκδόθηκε βάσει των στοιχείων αυτών, χωρίς να ζητηθούν πρόσθετες πληροφορίες σχετικά, για παράδειγμα, με το πρόγραμμα της εν λόγω εκδήλωσης.

    399

    Συναφώς, πρέπει βεβαίως να επισημανθεί ότι το γεγονός ότι μια αποστολή καθιστά δυνατή τη συμμετοχή μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου σε εκδήλωση η οποία περιλαμβάνει, δευτερευόντως, δραστηριότητα που ενδέχεται να εμπίπτει στον τουρισμό ή την αναψυχή δεν συνεπάγεται κατ’ ανάγκην ότι η αποστολή αυτή δεν συνδέεται με τα καθήκοντα του εν λόγω μέλους όταν η εκδήλωση επικεντρώνεται, παρά ταύτα, κυρίως σε δραστηριότητες επαγγελματικής φύσεως.

    400

    Ωστόσο, η επίμαχη εκδήλωση, όπως περιγραφόταν από τους διοργανωτές της σε ενημερωτικό δελτίο που προσκόμισε το Ελεγκτικό Συνέδριο, ήταν αφιερωμένη εξ ολοκλήρου στις διαπροσωπικές επαφές, στις φιλικές σχέσεις, σε ευχάριστες πεζοπορίες και σε ανεπίσημες συναντήσεις. Η περιγραφή αυτή επιβεβαιώνεται από το λεπτομερές πρόγραμμα της εκδήλωσης, το οποίο περιλαμβάνει αποκλειστικά δραστηριότητες αναψυχής, ιδίως δε πεζοπορίες και μια βραδιά διασκέδασης.

    401

    Ένα ηλεκτρονικό μήνυμα, της 29ης Μαΐου 2013, των διοργανωτών της εν λόγω εκδήλωσης αναφέρει επίσης ότι οι θερινές συναντήσεις του «Forum de Crans‑Montana» έχουν άτυπο χαρακτήρα ο οποίος τις διαφοροποιεί από τις λοιπές συναντήσεις του φόρουμ αυτού.

    402

    Επιπλέον, μολονότι ο Κ. Pinxten υποστηρίζει ενώπιον του Δικαστηρίου ότι οι θερινές αυτές συναντήσεις είχαν πραγματική επαγγελματική διάσταση, εντούτοις δεν προσκομίζει αποδεικτικά στοιχεία ικανά να στηρίξουν τον εν λόγω ισχυρισμό.

    403

    Ως εκ τούτου, το γεγονός και μόνον ότι η συμμετοχή στις εν λόγω θερινές συναντήσεις μπορεί ενδεχομένως να ευνοήσει συναντήσεις και επαφές με ιθύνοντες διεθνούς επιπέδου, πράγμα το οποίο άλλωστε δεν αποδείχθηκε, δεν είναι ικανό να αποδείξει την ύπαρξη πραγματικού συνδέσμου μεταξύ της επίμαχης αποστολής και των καθηκόντων του Κ. Pinxten.

    404

    Επομένως, η αποστολή αυτή πρέπει να θεωρηθεί ως προδήλως παράτυπη.

    405

    Υπό τις συνθήκες αυτές, το γεγονός ότι ο Πρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου διαβίβασε στα μέλη του θεσμικού οργάνου πληροφορίες σχετικές με το «Forum de Crans-Montana», κάτι το οποίο το θεσμικό όργανο δεν αμφισβητεί, δεν ασκεί επιρροή, δεδομένου ότι από το γεγονός αυτό ενδέχεται, το πολύ, να προκύπτει ότι το θεσμικό όργανο έδωσε άδεια για την εν λόγω αποστολή έχοντας πλήρη γνώση της κατάστασης, πράγμα το οποίο δεν αρκεί, κατά τη νομολογία που υπομνήσθηκε στη σκέψη 374 της παρούσας απόφασης, για να θεμελιώσει δικαιολογημένη εμπιστοσύνη του Κ. Pinxten δυνάμενη να εμποδίσει τη συνεκτίμηση, στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, του προδήλως παράτυπου χαρακτήρα της αποστολής.

    – Επί της διαμονής στην Κούβα

    406

    Δεν αμφισβητείται ότι ο Κ. Pinxten διέμεινε στην Κούβα, μαζί με τη σύζυγό του, από τις 30 Μαρτίου έως τις 14 Απριλίου 2015, πράγμα το οποίο δικαιολόγησε, στο πλαίσιο της αποστολής που μνημονεύεται στη γραμμή 343, την επιστροφή, μεταξύ άλλων, εξόδων μεταφοράς και διαμονής καθώς και την καταβολή ημερήσιων αποζημιώσεων, τα δε έξοδα διαμονής της συζύγου του Κ. Pinxten δεν καταβλήθηκαν από το Ελεγκτικό Συνέδριο.

    407

    Η αποστολή αυτή εγκρίθηκε από το Ελεγκτικό Συνέδριο κατόπιν της υποβολής, από τον Κ. Pinxten, συμπληρωματικών πληροφοριών τις οποίες είχε ζητήσει ο Πρόεδρος του θεσμικού οργάνου και από τις οποίες προέκυπτε ότι σκοπός της εν λόγω αποστολής ήταν η συλλογή πληροφοριών σχετικά με τις σχέσεις μεταξύ της Ένωσης και της Κούβας, μέσω επαφών με την τοπική κοινωνία των πολιτών και επισκέψεων σε έργα χρηματοδοτούμενα από την Ένωση.

    408

    Πρέπει να καθοριστεί αν τα αποδεικτικά στοιχεία που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο καθιστούν δυνατό να αποδειχθεί το βάσιμο του ισχυρισμού του Ελεγκτικού Συνεδρίου ότι η διαμονή του Κ. Pinxten στην Κούβα πραγματοποιήθηκε κυρίως για ιδιωτικούς σκοπούς.

    409

    Συναφώς, από πρόγραμμα που κατάρτισε το γραφείο του Κ. Pinxten και το οποίο κατασχέθηκε από την OLAF προκύπτει ότι η επίμαχη διαμονή αφορούσε σχεδόν αποκλειστικά τουριστικές δραστηριότητες.

    410

    Τα μόνα στοιχεία του προγράμματος τα οποία θα μπορούσαν ενδεχομένως να συνδεθούν με τα καθήκοντα που ασκούσε ο Κ. Pinxten συνίσταντο σε συνάντηση με τον πρέσβη της Ένωσης στην Κούβα, στις 31 Μαρτίου 2015, σε γεύμα με τον εν λόγω πρέσβη παρουσία του υπευθύνου του Προγράμματος των Ηνωμένων Εθνών για την Ανάπτυξη (ΠΗΕΑ) και του πρέσβη του Βασιλείου του Βελγίου στην Κούβα, στις 2 Απριλίου 2015, καθώς και σε συνάντηση με τον τελευταίο αυτόν πρέσβη, στις 3 Απριλίου 2015.

    411

    Ωστόσο, από τις πληροφορίες που παρέσχε στην OLAF ο πρέσβης της Ένωσης στην Κούβα προκύπτει ότι το γεύμα της 2ας Απριλίου 2015 είχε διοργανωθεί απλώς για λόγους αβροφροσύνης και ότι δεν επρόκειτο για γεύμα εργασίας. Ο πρέσβης διευκρίνισε επίσης ότι η διαμονή του Κ. Pinxten δεν μπορούσε, εν πάση περιπτώσει, να θεωρηθεί επαγγελματική, δεδομένου ότι αποκλείεται τέτοια διαμονή στην Κούβα με τουριστική θεώρηση.

    412

    Ένα άλλο μέλος της αντιπροσωπείας της Ένωσης στην Κούβα επιβεβαίωσε στην OLAF το τελευταίο αυτό στοιχείο, διευκρινίζοντας, επιπλέον, ότι ο Κ. Pinxten δεν είχε λάβει υπόψη τις προειδοποιήσεις σχετικά με το ακατάλληλο των ημερομηνιών της διαμονής του και ότι οι συζητήσεις που διεξήχθησαν με αυτόν ουδόλως είχαν τεχνικό χαρακτήρα.

    413

    Διαπιστώνεται ότι ο Κ. Pinxten δεν αμφισβητεί λυσιτελώς τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκόμισε το Ελεγκτικό Συνέδριο προκειμένου να αποδείξει ότι η διαμονή του στην Κούβα ήταν αφιερωμένη, σχεδόν αποκλειστικά, σε τουριστικές δραστηριότητες ούτε, κατά μείζονα λόγο, υποβάλλει στο Δικαστήριο άλλα έγγραφα ικανά να στηρίξουν τη θέση του, κατά την οποία η διαμονή του στην Κούβα είχε πράγματι σκοπό συνδεόμενο με τα καθήκοντά του.

    414

    Ειδικότερα, μολονότι ο Κ. Pinxten αναφέρεται στην ιδιότητα των διαφόρων ιθυνόντων με τους οποίους μπόρεσε να έχει επαφές κατά τη διάρκεια της εν λόγω διαμονής, προκύπτει ότι συνάντησε τα πρόσωπα αυτά, στην πλειονότητά τους, κατά το γεύμα στην πρεσβεία της Ένωσης στην Κούβα, το οποίο, όπως προκύπτει από τη σκέψη 411 της παρούσας απόφασης, δεν είχε τον χαρακτήρα γεύματος εργασίας.

    415

    Εξάλλου, η αξιοπιστία των πληροφοριών που παρέσχε επί του σημείου αυτού ο Κ. Pinxten μειώνεται ακόμη περισσότερο καθόσον, μεταξύ των προαναφερθέντων ιθυνόντων, περιλαμβάνεται ένας «επιχειρηματίας» ο οποίος είναι, στην πραγματικότητα, ο ιδιοκτήτης του καταλύματος που μίσθωσε ο Κ. Pinxten κατά τη διάρκεια της διαμονής του.

    416

    Όσον αφορά το γεγονός –το οποίο επικαλείται ο Κ. Pinxten σε σημείωμα που παρέδωσε, μετά την αποστολή του, στον Πρόεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου– ότι ορισμένες επισκέψεις έπρεπε να ακυρωθούν την τελευταία στιγμή, ο ισχυρισμός αυτός δεν μπορεί να εξηγήσει την έλλειψη πραγματικής επαγγελματικής διάστασης της διαμονής του στην Κούβα.

    417

    Αφενός, από τα στοιχεία της δικογραφίας σχετικά με την προετοιμασία της εν λόγω διαμονής προκύπτει ότι αυτή σχεδιαζόταν αρχικώς ως αμιγώς τουριστική διαμονή.

    418

    Συναφώς, πρέπει, μεταξύ άλλων, να γίνει μνεία ηλεκτρονικών μηνυμάτων τα οποία απέστειλε, στις 28 και 29 Ιανουαρίου 2015, η βοηθός του Κ. Pinxten στον πρέσβη της Ένωσης στην Κούβα και στα οποία αυτή διευκρινίζει ότι ο Κ. Pinxten επιθυμεί να λάβει πληροφορίες για ιδιωτικό ταξίδι στην εν λόγω χώρα την οποία ουδέποτε έχει επισκεφθεί, χωρίς να κάνει καμία αναφορά σε τυχόν επαγγελματικό σκοπό της σχεδιαζόμενης διαμονής.

    419

    Αφετέρου, οι ενέργειες που πραγματοποιήθηκαν πριν από το ταξίδι στην Κούβα για την οργάνωση δραστηριοτήτων οι οποίες ενδέχεται να συνδέονται με τα καθήκοντα του Κ. Pinxten στο Ελεγκτικό Συνέδριο δεν είναι ικανές να θέσουν υπό αμφισβήτηση τον ιδιωτικό χαρακτήρα της διαμονής του στη χώρα αυτή.

    420

    Συγκεκριμένα, οι ενέργειες αυτές πραγματοποιήθηκαν με μεγάλη καθυστέρηση, πράγμα το οποίο δύσκολα συμβιβάζεται με την οργάνωση αποστολής μελέτης σε τρίτη χώρα, όπως η Κούβα, όπου ο ενδιαφερόμενος σκόπευε να μεταβεί για πρώτη φορά. Ειδικότερα, από τα ηλεκτρονικά μηνύματα που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο προκύπτει ότι η επικοινωνία με την ΠΗΕΑ έγινε μόλις στις 18 Μαρτίου 2015 και ότι στις 19 Μαρτίου 2015, ήτοι λιγότερο από δύο εβδομάδες πριν από την αναχώρηση του Κ. Pinxten για την Κούβα, δεν είχε οριστεί επίσημο πρόγραμμα.

    421

    Επιπλέον, τόσο οι πρέσβεις της Ένωσης και του Βασιλείου του Βελγίου στην Κούβα όσο και οι υπάλληλοι του ΠΗΕΑ στη χώρα αυτή είχαν επισημάνει σαφώς στον Κ. Pinxten, με ηλεκτρονικά μηνύματα που προσκόμισε το Ελεγκτικό Συνέδριο, ότι ήταν δύσκολο να συνδυαστούν δραστηριότητες επαγγελματικού και τουριστικού χαρακτήρα στην εν λόγω χώρα, ότι κάθε επίσημη επίσκεψη έπρεπε να γνωστοποιείται εκ των προτέρων στις κουβανικές αρχές και να διενεργείται με κατάλληλη θεώρηση και ότι ήταν πολύ απίθανο να γίνουν συναντήσεις με Κουβανούς ιθύνοντες σε ανεπίσημο πλαίσιο.

    422

    Επομένως, ο Κ. Pinxten δεν μπορεί βασίμως να υποστηρίξει ότι αγνοούσε, κατά την αναχώρησή του για την Κούβα, ότι η διαμονή του στην εν λόγω τρίτη χώρα δεν ήταν πράγματι ικανή να καταστήσει δυνατή την άσκηση δραστηριοτήτων σχετικών με τα καθήκοντά του ως μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

    423

    Λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των ανωτέρω στοιχείων, μολονότι αξίζει να επισημανθεί η έλλειψη πρόσθετου εκ των προτέρων και εκ των υστέρων ελέγχου σχετικά με αποστολή για την οποία καταβλήθηκαν σημαντικά κονδύλια, γεγονός παραμένει ότι τα στοιχεία που προσκομίστηκαν στο Ελεγκτικό Συνέδριο πριν και μετά την αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 343 ήταν σε μεγάλο βαθμό παραπλανητικά, όσον αφορά τον πραγματικό σκοπό της διαμονής του Κ. Pinxten στην Κούβα, και ότι η αποστολή αυτή πρέπει να θεωρηθεί παράτυπη, καθόσον η εν λόγω διαμονή δεν συνδεόταν με τα καθήκοντα του Κ. Pinxten.

    424

    Επομένως, πρέπει επίσης να κριθεί παράτυπη η αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 341, η οποία είχε ως σκοπό τη συνάντηση με διάφορες προσωπικότητες για την προετοιμασία της διαμονής στην Κούβα.

    – Επί των σχέσεων με πολιτικούς ιθύνοντες και πολιτικά κινήματα

    425

    Πολλές αποστολές του Κ. Pinxten οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα την επιστροφή εξόδων αποστολής ή την καταβολή ημερήσιων αποζημιώσεων και κατά των οποίων βάλλει το Ελεγκτικό Συνέδριο στο πλαίσιο της πρώτης αιτίασης, θεωρώντας τες παράτυπες, αφορούσαν συναντήσεις με πολιτικούς ιθύνοντες.

    426

    Προκειμένου να διατυπωθεί κρίση επί των αποστολών αυτών, είναι αναγκαίο να εξεταστεί αν τέτοιες συναντήσεις μπορούσαν, καταρχήν, να αποτελέσουν αντικείμενο αποστολών των μελών του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

    427

    Συναφώς, όπως προκύπτει από τη σκέψη 387 της παρούσας απόφασης, η νομοθεσία της Ένωσης που ίσχυε κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της υπό κρίση προσφυγής προέβλεπε ότι οι αποστολές των μελών του Ελεγκτικού Συνεδρίου έπρεπε να αφορούν μετακινήσεις «κατά την άσκηση των καθηκόντων» των μελών αυτών.

    428

    Πρέπει, όμως, να γίνει δεκτό ότι, όπως υποστηρίζει ο Κ. Pinxten, η άσκηση των καθηκόντων μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου μπορεί να περιλαμβάνει εθιμοτυπικές δραστηριότητες, οι οποίες αποσκοπούν ιδίως στο να γίνουν γνωστές και να προωθηθούν οι εργασίες του Ελεγκτικού Συνεδρίου καθώς και στο να διατηρηθούν, προς το συμφέρον του θεσμικού οργάνου, σχέσεις με ιθύνοντες πρωταρχικής σημασίας.

    429

    Τέτοιες εθιμοτυπικές δραστηριότητες ενδέχεται να αφορούν συχνότερα τους ιθύνοντες που προέρχονται από το ίδιο κράτος μέλος όπως και το ενδιαφερόμενο μέλος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, λόγω ιδίως της ενδεχόμενης ύπαρξης επαφών προγενέστερων της έναρξης των καθηκόντων του μέλους αυτού, πρακτικών ευκολιών, ιδίως γλωσσικής φύσεως, ή, ακόμη, καλύτερης γνώσης των εθνικών θεμάτων που μπορούν να περιβάλλουν την αποδοχή των εργασιών του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

    430

    Το Ελεγκτικό Συνέδριο διέθετε ορισμένο περιθώριο εκτίμησης για να καθορίσει κατά πόσον και υπό ποιες προϋποθέσεις μπορούσαν, προκειμένου να διασφαλιστεί η πραγματοποίηση τέτοιων εθιμοτυπικών δραστηριοτήτων, να επιτραπούν αποστολές των μελών του σχετικές με συναντήσεις με πολιτικούς ιθύνοντες, εφόσον οι αποστολές αυτές δεν είχαν ως πραγματικό σκοπό την άσκηση πολιτικής δραστηριότητας, η οποία, όπως προκύπτει από τη σκέψη 272 της παρούσας απόφασης, είναι ασυμβίβαστη με τα καθήκοντα μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

    431

    Μολονότι από τη σκέψη 383 της παρούσας απόφασης προκύπτει ότι οι εσωτερικοί κανόνες του Ελεγκτικού Συνεδρίου σχετικά με τις αποστολές των μελών του δεν περιελάμβαναν σαφή απόφαση του θεσμικού οργάνου επί του θέματος αυτού, εντούτοις από τους κανόνες περί των εξόδων εκπροσώπησης και υποδοχής μπορούν να συναχθούν χρήσιμες ενδείξεις όσον αφορά τη γραμμή που ακολουθήθηκε στο πλαίσιο του εν λόγω θεσμικού οργάνου.

    432

    Πράγματι, η σημασία την οποία απέδιδε το Ελεγκτικό Συνέδριο στις σχέσεις των μελών του με πολιτικούς ιθύνοντες διαφαίνεται από το σημείωμα της 22ας Απριλίου 2004, στο οποίο διευκρινιζόταν ότι «τα Μέλη εκπροσωπούν το [Ελεγκτικό] Συνέδριο ιδίως όταν διατηρούν, προς το συμφέρον του [Ελεγκτικού] Συνεδρίου, επαγγελματικές σχέσεις με πρόσωπα που ασκούν καθήκοντα εντός της […] Ένωσης, των κρατών μελών ή άλλων χωρών».

    433

    Ομοίως, τόσο η στρατηγική 2013-2017 του Ελεγκτικού Συνεδρίου όσο και η στρατηγική επικοινωνίας και σχέσεων με τους ενδιαφερομένους η οποία υιοθετήθηκε στις 12 Δεκεμβρίου 2013 αναφέρονταν στην ανάγκη του Ελεγκτικού Συνεδρίου να διατηρεί σχέσεις με διάφορους φορείς, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονταν οι εθνικές και ευρωπαϊκές πολιτικές αρχές που είναι επιφορτισμένες με τον έλεγχο της χρήσης των κονδυλίων της Ένωσης. Το δεύτερο από τα έγγραφα αυτά ανέφερε, επιπλέον, ότι οι σχέσεις με τα εθνικά κοινοβούλια έπρεπε να διασφαλίζονται από τα μέλη και το γραφείο τους.

    434

    Η πρακτική που ακολούθησε το Ελεγκτικό Συνέδριο όσον αφορά τις αποστολές του Κ. Pinxten επιβεβαιώνει ότι το θεσμικό αυτό όργανο άσκησε το περιθώριο εκτίμησής του υπό την έννοια της αποδοχής, καταρχήν, της ύπαρξης σχέσης μεταξύ των αποστολών που αποσκοπούσαν στις συναντήσεις με εθνικούς πολιτικούς ιθύνοντες και των καθηκόντων των μελών του.

    435

    Καταρχάς, κατά τη διάρκεια των δύο θητειών του, εγκρίθηκαν δεκάδες αποστολές του Κ. Pinxten ενώ μοναδικός σκοπός τους ήταν να συναντηθεί με Βέλγο πολιτικό ιθύνοντα.

    436

    Περαιτέρω, κατά την πρώτη επανεξέταση των αποστολών του Κ. Pinxten από τις υπηρεσίες του Ελεγκτικού Συνεδρίου πριν από την έρευνα της OLAF, οι αποστολές αυτές ουδόλως προσδιορίστηκαν ως ενδεχομένως προβληματικές αποστολές για τις οποίες έπρεπε να προβληθούν πρόσθετοι δικαιολογητικοί λόγοι.

    437

    Τέλος, από τη δικογραφία που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο προκύπτει ότι, πέραν των αποστολών που χαρακτηρίζονται ως παράτυπες στο πλαίσιο της πρώτης αιτίασης, άλλες αποστολές του Κ. Pinxten που είχαν ως σκοπό τη συνάντηση με πολιτικές προσωπικότητες του Βελγίου εξακολουθούν να είναι, κατά την άποψη του Ελεγκτικού Συνεδρίου, απολύτως νομότυπες.

    438

    Κατόπιν των ανωτέρω, οι αποστολές που εγκρίθηκαν, κατά τρόπο διαφανή, προκειμένου να γίνουν συναντήσεις με πολιτικούς ιθύνοντες δεν μπορούν, γενικώς, να θεωρηθούν, λόγω του σκοπού τους, ως προδήλως παράτυπες.

    439

    Η εκτίμηση αυτή δεν αναιρείται από το επιχείρημα του Ελεγκτικού Συνεδρίου ότι η εκπροσώπηση του εν λόγω θεσμικού οργάνου διασφαλιζόταν από τον Πρόεδρό του και από τα μέλη του που είναι επιφορτισμένα με τις θεσμικές σχέσεις και την αξιολόγηση της ποιότητας του ελέγχου.

    440

    Αφενός, το επιχείρημα αυτό αντικρούεται ευθέως από τα μνημονευόμενα στη σκέψη 433 της παρούσας απόφασης έγγραφα που εξέδωσε το θεσμικό όργανο. Αφετέρου, το εν λόγω επιχείρημα δεν συνάδει, επίσης, με το γεγονός ότι η απόφαση 7-2004 προέβλεπε ότι όλα τα μέλη του θεσμικού οργάνου μπορούν να πραγματοποιήσουν έξοδα εκπροσώπησης και υποδοχής υπό την ιδιότητά τους ως μελών.

    441

    Κατά συνέπεια, πρέπει να εκτιμηθεί αν οι εξηγήσεις και τα αποδεικτικά στοιχεία που παρέσχε το Ελεγκτικό Συνέδριο καταδεικνύουν, για κάθε μία από τις αποστολές που είχαν ως σκοπό τη συνάντηση με πολιτικό ιθύνοντα, έναν λόγο βάσει του οποίου μπορεί να θεωρηθεί ότι η επίμαχη αποστολή δεν επιδίωκε θεμιτό εθιμοτυπικό σκοπό.

    442

    Υπό το πρίσμα αυτό, πρώτον, πλείονες αποστολές τις οποίες ο Κ. Pinxten παρουσίασε ως αποσκοπούσες σε συναντήσεις με Βέλγους πολιτικούς ιθύνοντες ενδέχεται να συνδέονται άμεσα με την πολιτική του δραστηριότητα που δεν συμβιβάζεται με τα καθήκοντά του, το υποστατό της οποίας διαπιστώθηκε κατά την εξέταση της τέταρτης αιτίασης, καθόσον απέβλεπαν, στην πραγματικότητα, στο να του δοθεί η δυνατότητα να μετάσχει σε συνεδρίαση του προεδρείου του επίμαχου πολιτικού κόμματος.

    443

    Τέτοιες αποστολές, οι οποίες εγκρίθηκαν βάσει αιτήσεων που δεν περιείχαν ουσιώδεις πληροφορίες και οι οποίες αφορούσαν, στην πραγματικότητα, δραστηριότητα ασυμβίβαστη με τα καθήκοντα μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου, δεν μπορούν να θεωρηθούν νομότυπες.

    444

    Μια τέτοια διαπίστωση μπορεί να γίνει όσον αφορά τις αποστολές που μνημονεύονται στις γραμμές 54, 60, 61, 70, 81, 84, 85, 88 και 94, δεδομένου ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο προσκομίζει πρακτικά που πιστοποιούν την παρουσία του Κ. Pinxten σε συνεδριάσεις του προεδρείου του επίμαχου πολιτικού κόμματος κατά τη διάρκεια των αποστολών αυτών, συνεδριάσεις για τις οποίες ωστόσο δεν γινόταν λόγος στις αιτήσεις χορήγησης άδειας για αποστολές.

    445

    Το γεγονός ότι η αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 94 είχε ως σκοπό όχι μόνο τη συνάντηση με πολιτικές προσωπικότητες του Βελγίου, αλλά και τη συμμετοχή σε συνεδρίαση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, δεν αποδεικνύει το νομότυπο της αποστολής αυτής, καθόσον τα πρακτικά που συνέταξαν αντιστοίχως το επίμαχο πολιτικό κόμμα και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποδεικνύουν ότι ο Κ. Pinxten έλαβε μέρος μόνο στη συνεδρίαση που διοργανώθηκε από το κόμμα αυτό.

    446

    Πρέπει δε να θεωρηθεί ότι οι αποστολές που μνημονεύονται στις γραμμές 95, 396, 410, 413 και 414 είχαν επίσης ως πραγματικό σκοπό να δοθεί στον Κ. Pinxten η δυνατότητα να μετάσχει σε συνεδριάσεις του προεδρείου του επίμαχου πολιτικού κόμματος, λαμβανομένων υπόψη των στοιχείων που περιλαμβάνονται στην ατζέντα του Κ. Pinxten και σε ηλεκτρονικά μηνύματα που αντηλλάγησαν με υπευθύνους του κόμματος αυτού. Το ίδιο ισχύει και για τις αποστολές που μνημονεύονται στις γραμμές 299 και 369, βάσει και μόνον των σαφών ενδείξεων που περιλαμβάνονται στην εν λόγω ατζέντα.

    447

    Πλείονες αποστολές, μολονότι, βάσει των όσων γνωστοποιήθηκαν, δεν αποσκοπούσαν σε συνάντηση με πολιτική προσωπικότητα του Βελγίου, πρέπει, κατ’ αναλογίαν, να μνημονευθούν εδώ, καθόσον κατέστησαν δυνατή τη συμμετοχή του Κ. Pinxten στις συνεδριάσεις του προεδρείου του επίμαχου πολιτικού κόμματος, και πρέπει, για τον λόγο αυτό, να θεωρηθούν ως εν μέρει παράτυπες.

    448

    Τούτο συμβαίνει στην περίπτωση των αποστολών που μνημονεύονται στις γραμμές 39, 45 και 86. Ενώ, βάσει των όσων γνωστοποιήθηκαν, οι τρεις αυτές αποστολές αποσκοπούσαν σε συνάντηση με ιδιωτικούς οικονομικούς φορείς ή με υπευθύνους ενώσεων, το Δικαστήριο έχει στη διάθεσή του πρακτικά συνεδριάσεων του προεδρείου του επίμαχου πολιτικού κόμματος στα οποία γίνεται μνεία της παρουσίας του Κ. Pinxten στις συνεδριάσεις αυτές κατά τις ημερομηνίες που αντιστοιχούν στις ημερομηνίες των εν λόγω αποστολών.

    449

    Ομοίως, η αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 68, έστω και αν αφορούσε επίσης δραστηριότητα εκπροσώπησης της οποίας το νομότυπο δεν αμφισβητείται, πρέπει να θεωρηθεί ως εν μέρει παράτυπη, καθόσον ο Κ. Pinxten μετέσχε, κατά τη διάρκεια της αποστολής αυτής, σε συνεδρίαση του προεδρείου του επίμαχου πολιτικού κόμματος, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της εν λόγω συνεδρίασης.

    450

    Δεύτερον, μια σειρά αποστολών που πραγματοποίησε ο Κ. Pinxten αποσκοπούσε στη συμμετοχή σε δραστηριότητες ή δεξιώσεις που διοργανώνονταν από το επίμαχο πολιτικό κόμμα, πλην των συνεδριάσεων του προεδρείου του.

    451

    Ειδικότερα, λαμβανομένων υπόψη των προσκλήσεων που έλαβε ο Κ. Pinxten και των στοιχείων που περιλαμβάνονται στην ατζέντα του, προκύπτει ότι, υπό το πρόσχημα επίσημων λόγων που αφορούσαν συναντήσεις με πολιτικές προσωπικότητες του Βελγίου, οι αποστολές που μνημονεύονται στις γραμμές 120, 175, 221 και 365 αποσκοπούσαν στη συμμετοχή στις κοινοβουλευτικές ημέρες του επίμαχου πολιτικού κόμματος, οι αποστολές που μνημονεύονται στις γραμμές 207, 298 και 381 καθώς και, εν μέρει, η αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 229 αποσκοπούσαν στη συμμετοχή στις δεξιώσεις του κόμματος αυτού για το νέο έτος, η αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 258 αποσκοπούσε στη συμμετοχή σε επίσκεψη πόλης διοργανωθείσα για τα μέλη του εν λόγω κόμματος και οι αποστολές που μνημονεύονται στις γραμμές 260 και 289 αποσκοπούσαν στη συμμετοχή, αντιστοίχως, σε ημερίδα και σε συνέδριο του ίδιου κόμματος.

    452

    Επιπλέον, ορισμένες φορές πραγματοποιούνταν παρόμοιες δραστηριότητες βάσει άλλων λόγων πλην της συνάντησης με πολιτικές προσωπικότητες του Βελγίου.

    453

    Ειδικότερα, από την ατζέντα του Κ. Pinxten προκύπτει, καταρχάς, ότι η υπ’ αριθ. 69 αποστολή, η οποία παρουσιάστηκε ως αποσκοπούσα στη συμμετοχή σε «συνέδριο», αφορούσε το συνέδριο του επίμαχου πολιτικού κόμματος.

    454

    Περαιτέρω, η αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 275 εδικαιολογείτο μεν από πρόσκληση προσώπου του οποίου τα καθήκοντα δεν αναφέρονται, πλην όμως από τιμολόγιο που προσκόμισε το Ελεγκτικό Συνέδριο και από μνεία περιλαμβανόμενη στην ως άνω ατζέντα προκύπτει ότι η αποστολή αυτή είχε ως πραγματικό σκοπό τη συμμετοχή σε «καφέ με πολιτική συζήτηση» που διοργανώθηκε από το εν λόγω πολιτικό κόμμα.

    455

    Τέλος, διαπιστώνεται, βάσει της εν λόγω ατζέντας και βάσει ηλεκτρονικού μηνύματος μιας βοηθού του Κ. Pinxten με ημερομηνία 25 Ιουλίου 2017, ότι, υπό το πρόσχημα πρόσκλησης της πολιτικής ομάδας ALDE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, οι αποστολές που μνημονεύονται στις γραμμές 308 και 416 αποσκοπούσαν στη συμμετοχή στις κοινοβουλευτικές ημέρες του επίμαχου πολιτικού κόμματος.

    456

    Όσον αφορά την αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 269, της οποίας το επίσημο θέμα ήταν «Invitation formelle, Ministre d’État, Herman de Croo Centrum», η αποστολή αυτή πρέπει επίσης να συνδεθεί με την πολιτική δραστηριότητα του Κ. Pinxten, δεδομένου ότι αφορούσε επίσκεψη σε φορέα ο οποίος, κατά τα όσα προβάλλονται, ιδρύθηκε προς τιμήν του πρώην προέδρου του επίμαχου πολιτικού κόμματος.

    457

    Οι αποστολές που μνημονεύονται στις σκέψεις 451 έως 456 της παρούσας απόφασης πρέπει να θεωρηθούν ως άρρηκτα συνδεδεμένες με την πολιτική δραστηριότητα του Κ. Pinxten η οποία αποτελεί το αντικείμενο του πρώτου σκέλους της τέταρτης αιτίασης και, για τον λόγο αυτό, ως προδήλως παράτυπες.

    458

    Το γεγονός ότι οι διοργανωθείσες από το επίμαχο πολιτικό κόμμα εκδηλώσεις οι οποίες αποτελούν αντικείμενο ορισμένων από τις αποστολές αυτές δεν είχαν, εκ των προτέρων, ως σκοπό να συζητηθεί η πολιτική γραμμή του κόμματος, αλλά είχαν μάλλον εορταστική διάσταση, δεν είναι ικανό να θέσει υπό αμφισβήτηση την ανωτέρω εκτίμηση, δεδομένου ότι ο Κ. Pinxten, λόγω της σχέσης μεταξύ των ως άνω εκδηλώσεων και ενός πολιτικού κινήματος εντός του οποίου αυτός ασκούσε δραστηριότητα ασυμβίβαστη με τα καθήκοντά του, δεν ήταν δυνατόν να συμμετάσχει στις εκδηλώσεις αυτές χωρίς να παραβεί την υποχρέωση ανεξαρτησίας του.

    459

    Ως εκ τούτου, το γεγονός ότι ορισμένες από τις εν λόγω αποστολές εγκρίθηκαν βάσει αίτησης η οποία περιέγραφε με επαρκή διαφάνεια το αντικείμενό τους δεν ασκεί επιρροή στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας.

    460

    Αντιθέτως, στην περίπτωση της αποστολής που μνημονεύεται στη γραμμή 34, το γεγονός ότι στην ατζέντα του Κ. Pinxten αναγράφεται ότι αυτός επρόκειτο να συμμετάσχει στη δεξίωση του επίμαχου πολιτικού κόμματος για το νέο έτος στις 19 Ιανουαρίου 2009 δεν είναι ικανό να αποδείξει ότι η άφιξή του στις Βρυξέλλες κατά την ημερομηνία αυτή, ενώ η αποστολή είχε ως σκοπό τη συμμετοχή του σε συνεδρίαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου την επομένη το πρωί, ήταν προδήλως διαχωρισμένη από τον γνωστοποιηθέντα σκοπό της εν λόγω αποστολής, δεδομένου ότι μια τέτοια επιλογή μπορούσε να δικαιολογηθεί για πρακτικούς λόγους.

    461

    Ομοίως, μολονότι το Ελεγκτικό Συνέδριο αναφέρει, σχετικά με την αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 74, τη συμμετοχή του Κ. Pinxten σε συνεδρίαση του προεδρείου του επίμαχου πολιτικού κόμματος, από την εντολή αποστολής προκύπτει ότι η αποστολή αυτή δεν ξεκίνησε παρά αρκετές ώρες μετά τη διεξαγωγή της εν λόγω συνεδρίασης.

    462

    Τρίτον, άλλες αποστολές οι οποίες, βάσει των όσων γνωστοποιήθηκαν, είχαν ως σκοπό τη συνάντηση με Βέλγους πολιτικούς ιθύνοντες δεν μπορούν, λαμβανομένης υπόψη της δικογραφίας που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο, να συνδεθούν με συνεδριάσεις ή άλλες δραστηριότητες διοργανωθείσες από το επίμαχο πολιτικό κόμμα.

    463

    Βεβαίως, στις περισσότερες περιπτώσεις, οι πολιτικοί ιθύνοντες που μνημονεύονται στις εντολές των αποστολών αυτών παρουσιάζονται από το Ελεγκτικό Συνέδριο, κατά τρόπο αξιόπιστο, ως ανήκοντες στο εν λόγω πολιτικό κόμμα.

    464

    Ωστόσο, οι στενοί δεσμοί που διαπιστώθηκε ότι υπήρχαν μεταξύ του Κ. Pinxten και του επίμαχου πολιτικού κόμματος δεν αρκούν, στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, για να στοιχειοθετηθεί τεκμήριο που να επιτρέπει να συναχθεί συστηματικά ότι μια αποστολή που αποσκοπεί σε συνάντηση με πολιτικό ιθύνοντα είναι προδήλως παράτυπη για τον λόγο και μόνον ότι ο τελευταίος είναι μέλος του πολιτικού αυτού κόμματος.

    465

    Πράγματι, λαμβανομένου ιδίως υπόψη του σημαντικού ρόλου που διαδραμάτισε το εν λόγω κόμμα στη βελγική πολιτική ζωή και των σχέσεων που μπορούσε θεμιτώς να έχει ο Κ. Pinxten εντός του κόμματος αυτού λόγω των δραστηριοτήτων του πριν από την ανάληψη των καθηκόντων του, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι η διοργάνωση ορισμένων εθιμοτυπικών αποστολών που αποσκοπούσαν σε συνάντηση με πολιτικούς ιθύνοντες του ίδιου κόμματος δεν είναι εύλογη.

    466

    Μολονότι το Ελεγκτικό Συνέδριο υποστηρίζει ενώπιον του Δικαστηρίου ότι αγνοούσε την κομματική ιδιότητα των ως άνω πολιτικών ιθυνόντων πριν από την έρευνα της OLAF, το επιχείρημα αυτό δεν αρκεί για να αποδειχθεί ότι οι αιτήσεις του Κ. Pinxten είχαν απατηλό χαρακτήρα ή δεν ανέφεραν ουσιώδεις πληροφορίες, κατά μείζονα λόγο διότι οι επίμαχες αποστολές αφορούσαν συνήθως μικρό αριθμό προσώπων των οποίων οι πολιτικές πεποιθήσεις ήταν παγκοίνως γνωστές και διότι αρκετές από τις αποστολές αυτές αποσκοπούσαν σε συνάντηση με πολιτικούς ιθύνοντες οι οποίοι ρητώς προσδιορίζονταν ως κατέχοντες, μεταξύ άλλων, τη θέση του «αρχηγού κόμματος».

    467

    Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει να γίνει δεκτό ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο δεν ανταποκρίθηκε στο βάρος αποδείξεως που φέρει στις περιπτώσεις κατά τις οποίες προτείνει στο Δικαστήριο να διαπιστώσει τον παράτυπο χαρακτήρα μιας αποστολής στηριζόμενο μόνο στο γεγονός ότι ο πολιτικός ιθύνων που μνημονεύεται στην επίμαχη εντολή αποστολής ήταν μέλος του επίμαχου πολιτικού κόμματος, χωρίς να προσκομίσει κανένα αποδεικτικό στοιχείο βάσει του οποίου να μπορεί να αποδειχθεί ότι η αποστολή αυτή δεν πληρούσε τα κριτήρια που εφαρμόζονταν εντός του Ελεγκτικού Συνεδρίου, κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα, για να γίνει δεκτός ο νομότυπος χαρακτήρας μιας εθιμοτυπικής αποστολής.

    468

    Τούτο ισχύει για μια σειρά αποστολών ως προς τις οποίες ο Κ. Pinxten έλαβε άδεια να συναντήσει πολιτικό ιθύνοντα που κατείχε θέση πρωταρχικής σημασίας, πρόκειται δε, μεταξύ άλλων, για μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (αποστολές που μνημονεύονται στις γραμμές 19, 301, 330, 355 και 402 καθώς και, εν μέρει, αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 296), μέλος βελγικής κυβέρνησης (αποστολές που μνημονεύονται στις γραμμές 43, 66, 92, 97, 169, 211, 215, 248, 303, 352 και 395 καθώς και, εν μέρει, αποστολές που διαλαμβάνονται στις γραμμές 118, 326 και 339) και μέλος του Βελγικού Κοινοβουλίου (αποστολές που μνημονεύονται στις γραμμές 41, 59, 171, 203, 204, 208, 211, 238, 313, 331, 334, 336, 346, 354 καθώς και, εν μέρει, αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 326).

    469

    Το ίδιο ισχύει και για τις αποστολές που μνημονεύονται στις γραμμές 1 και 7, οι οποίες αποσκοπούσαν σε συνάντηση με μέλος γραφείου Υπουργού.

    470

    Όσον αφορά τις αποστολές που διαλαμβάνονται στις γραμμές 319 και 320, το μέλος γραφείου Υπουργού το οποίο μνημονεύεται στην εντολή αποστολής δεν περιγράφεται από το Ελεγκτικό Συνέδριο ως ανήκον στο επίμαχο πολιτικό κόμμα. Εντούτοις, το θεσμικό όργανο εκτιμά ότι οι αποστολές αυτές πρέπει να συνδεθούν με πολιτική ή ιδιωτική δραστηριότητα, λόγω της σχέσης τους με τον τομέα των μεταφορών. Το στοιχείο αυτό δεν αρκεί, ωστόσο, για να αποδείξει τον προδήλως παράτυπο χαρακτήρα των εν λόγω αποστολών.

    471

    Τέταρτον, η λογική που ακολουθείται όσον αφορά τις αποστολές που είχαν ως σκοπό τη συνάντηση με πολιτικούς ιθύνοντες οι οποίοι κατείχαν θέσεις πρωταρχικής σημασίας δεν μπορεί να εφαρμοστεί σε αποστολές που αποσκοπούσαν σε συνάντηση με πρόσωπα τα οποία κατείχαν τέτοιες θέσεις στο παρελθόν, αλλά όχι πλέον κατά την ημερομηνία της επίμαχης αποστολής, δεδομένου ότι μια τέτοια συνάντηση πρέπει, πλην συγκεκριμένων περιστάσεων, να θεωρηθεί ως προδήλως στερούμενη ενδιαφέροντος για το Ελεγκτικό Συνέδριο από εθιμοτυπική άποψη.

    472

    Ομοίως, μια συνάντηση με τοπικό πολιτικό ιθύνοντα πρέπει, πλην ειδικών περιστάσεων, να θεωρηθεί ότι προδήλως δεν συνδέεται με την άσκηση των καθηκόντων μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

    473

    Βάσει των κριτηρίων αυτών, και δεδομένου ότι ο Κ. Pinxten δεν προσκόμισε στοιχεία ικανά να αποδείξουν την ύπαρξη ειδικών περιστάσεων, οι αποστολές που μνημονεύονται στις γραμμές 15 και 253 πρέπει να θεωρηθούν ως προδήλως παράτυπες, καθώς από τον ίδιο τον σκοπό των εν λόγω αποστολών, όπως δηλώθηκε από τον Κ. Pinxten, προκύπτει ότι αυτές αποσκοπούσαν σε συνάντηση, αντιστοίχως, με πρώην Υπουργό και πρώην μέλος του Βελγικού Κοινοβουλίου.

    474

    Όσον αφορά την αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 232, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η ιδιότητα του «Υπουργού Επικρατείας», την οποία είχε το πρόσωπο με το οποίο επρόκειτο να γίνει συνάντηση στο πλαίσιο της αποστολής αυτής, συνιστά τιμητικό τίτλο που δεν συνεπάγεται την κατοχή, κατά το χρονικό σημείο εκείνο, σημαντικού πολιτικού αξιώματος. Επομένως, ο λόγος της αποστολής αυτής είναι παραπλανητικός και η αποστολή πρέπει, εν πάση περιπτώσει, να θεωρηθεί ως προδήλως παράτυπη.

    475

    Ομοίως, η συμμετοχή σε δεξίωση που διοργανώθηκε από τον Δήμο Overpelt, η οποία αποτελούσε εν μέρει το αντικείμενο της αποστολής που μνημονεύεται στη γραμμή 378, πρέπει επίσης να θεωρηθεί ως προδήλως άσχετη προς τα καθήκοντα μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

    – Επί των σχέσεων με υπευθύνους ιδιωτικών οικονομικών φορέων

    476

    Αρκετές από τις αποστολές οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα την επιστροφή εξόδων αποστολής ή την καταβολή ημερήσιων αποζημιώσεων και οι οποίες αποτελούν αντικείμενο της πρώτης αιτίασης αφορούσαν τις σχέσεις του Κ. Pinxten με υπευθύνους ιδιωτικών οικονομικών φορέων.

    477

    Το νομικό καθεστώς των αποστολών των μελών του Ελεγκτικού Συνεδρίου που έχουν ως σκοπό τη συνάντηση με τέτοιους υπευθύνους πρέπει να διακρίνεται από εκείνο των αποστολών που αφορούν τις σχέσεις με πολιτικούς ιθύνοντες.

    478

    Πράγματι, στο μέτρο που, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 285 ΣΛΕΕ, έργο του Ελεγκτικού Συνεδρίου είναι να εξασφαλίζει τον έλεγχο των λογαριασμών της Ένωσης, οι σχέσεις με τους ιδιωτικούς οικονομικούς φορείς ενδέχεται να παρουσιάζουν μικρότερο ενδιαφέρον για το εν λόγω θεσμικό όργανο απ’ ό,τι οι σχέσεις με όσους κατέχουν δημόσιες θέσεις ευθύνης.

    479

    Η διαπίστωση αυτή επιρρωννύεται από το γεγονός ότι το σημείωμα της 22ας Απριλίου 2004 δεν κάνει λόγο, ως πρόταση νομότυπης χρήσης των εξόδων εκπροσώπησης και υποδοχής των μελών του Ελεγκτικού Συνεδρίου, για προσκλήσεις προς υπευθύνους ιδιωτικών οικονομικών φορέων.

    480

    Ούτε τα έγγραφα που αποσκοπούν στη χάραξη της στρατηγικής επικοινωνίας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, τα οποία μνημονεύονται στη σκέψη 433 της παρούσας απόφασης, αναφέρονται στους υπευθύνους αυτούς ως ενδιαφερόμενους φορείς στους οποίους το εν λόγω θεσμικό όργανο επιθυμεί να απευθυνθεί για την προώθηση των εργασιών του.

    481

    Το επιχείρημα του Κ. Pinxten ότι οι αποστολές που αποσκοπούν σε συνάντηση με υπευθύνους ιδιωτικών οικονομικών φορέων δικαιολογούνται από την ανάγκη ανταλλαγής απόψεων με οικονομικούς παράγοντες προκειμένου να τροφοδοτούνται οι συζητήσεις στο Ελεγκτικό Συνέδριο δεν μπορεί, στο πλαίσιο αυτό, να θεμελιώσει επαρκή σύνδεσμο με τα καθήκοντα μέλους του εν λόγω θεσμικού οργάνου ώστε να δικαιολογήσει τη χρήση των πόρων του τελευταίου.

    482

    Κατά συνέπεια, μολονότι η πλειονότητα των αποστολών που αποσκοπούσαν σε συνάντηση με υπευθύνους ιδιωτικών φορέων εγκρίθηκαν από το Ελεγκτικό Συνέδριο βάσει εντελώς διαφανών αιτήσεων του Κ. Pinxten, ο τελευταίος δεν ήταν δυνατόν να αγνοεί ότι, πλην ειδικών περιστάσεων ικανών να θεμελιώσουν ιδιαίτερη σχέση μεταξύ των αντίστοιχων δραστηριοτήτων του οικείου ιδιωτικού φορέα και του εν λόγω θεσμικού οργάνου, ο λόγος αυτός προδήλως δεν ήταν ικανός να θεμελιώσει επαρκή σύνδεσμο με την άσκηση των καθηκόντων του ως μέλους του θεσμικού οργάνου.

    483

    Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει, πρώτον, να θεωρηθούν ως προδήλως παράτυπες οι αποστολές που δικαιολογούνται από πρόσκληση η οποία απεστάλη από υπεύθυνο ιδιωτικού οικονομικού φορέα πολυεθνικής διαστάσεως.

    484

    Το συμπέρασμα αυτό επιβάλλεται, ειδικότερα, όσον αφορά τις αποστολές που μνημονεύονται στις γραμμές 33 και 104, οι οποίες συνδέονταν με προσκλήσεις προερχόμενες από υπευθύνους βιομηχανικών ομίλων, την αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 45, η οποία είχε ως αντικείμενο γεύμα με πρόσωπο που περιγράφεται από τον Κ. Pinxten ως μέλος διαφόρων διοικητικών συμβουλίων, και την αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 325, η οποία είχε ως αντικείμενο συνάντηση με διευθύνοντα σύμβουλο εμπορικής τράπεζας.

    485

    Ομοίως, μολονότι οι ισχυρισμοί του Ελεγκτικού Συνεδρίου σχετικά με τον πραγματικό σκοπό των αποστολών που μνημονεύονται στις γραμμές 257 και 259 δεν αποδεικνύονται υπό το πρίσμα της δικογραφίας που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο, εντούτοις οι αποστολές αυτές πρέπει να θεωρηθούν ως προδήλως παράτυπες, καθόσον αποσκοπούσαν στην ανταπόκριση σε προσκλήσεις τις οποίες απέστειλαν, αντιστοίχως, ένα διεθνές δικηγορικό γραφείο και μια επιχείρηση ηλεκτρικής ενέργειας.

    486

    Το ίδιο ισχύει και για την αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 74, η οποία δικαιολογούνταν από πρόσκληση υπευθύνου ενός ασφαλιστικού ομίλου και η οποία είχε ως αντικείμενο, λαμβανομένων υπόψη των πληροφοριών που απορρέουν από την ατζέντα του Κ. Pinxten, την παρακολούθηση συναυλίας.

    487

    Οι αποστολές που μνημονεύονται στις γραμμές 75 και 307 καθώς και, εν μέρει, η αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 86 πρέπει επίσης να θεωρηθούν ως προδήλως παράτυπες, στο μέτρο που αποσκοπούσαν σε συνάντηση με τον διευθύνοντα σύμβουλο ενός ταχυδρομικού ομίλου, κατά μείζονα λόγο καθόσον τα ηλεκτρονικά μηνύματα που προσκόμισε το Ελεγκτικό Συνέδριο καθιστούν δυνατό να αποδειχθεί ότι ο Κ. Pinxten ενήργησε ως ενδιάμεσος για τον εν λόγω διευθύνοντα σύμβουλο σε υπόθεση κρατικών ενισχύσεων.

    488

    Δεύτερον, ο προδήλως παράτυπος, καταρχήν, χαρακτήρας των αποστολών που αποσκοπούσαν σε συνάντηση με υπευθύνους ιδιωτικών οικονομικών φορέων ισχύει, κατά μείζονα λόγο, για τις αποστολές που συνδέονται με τοπικούς ιδιωτικούς οικονομικούς φορείς.

    489

    Τούτο ισχύει, καταρχάς, για τις αποστολές που μνημονεύονται στις γραμμές 73, 76, 251 και 295, οι οποίες αποσκοπούσαν σε συνάντηση με τους υπευθύνους εταιριών λογιστών της περιοχής από την οποία κατάγεται ο Κ. Pinxten, καθώς και για την αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 130, η οποία είχε ως αντικείμενο τη συνάντηση με τον υπεύθυνο διαφόρων επιχειρήσεων της περιοχής αυτής.

    490

    Ομοίως, η αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 82 καθώς και, εν μέρει, οι αποστολές που μνημονεύονται στις γραμμές 121 και 310 πρέπει να θεωρηθούν ως προδήλως παράτυπες, δεδομένου ότι οι επανειλημμένες συναντήσεις με εταιρία κατασκευής και αξιοποίησης ακινήτων δραστηριοποιούμενη στην περιοχή καταγωγής του Κ. Pinxten δεν έχουν καμία σχέση με τα καθήκοντά του εντός του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

    491

    Συναφώς, είναι αδιάφορο το ότι το θεσμικό αυτό όργανο δεν απέδειξε το βάσιμο του ισχυρισμού κατά τον οποίο ο Κ. Pinxten προέβη σε συνάντηση με την ως άνω εταιρία κατασκευής και αξιοποίησης ακινήτων λόγω του ενδιαφέροντός του για συγκεκριμένο κτιριακό έργο.

    492

    Περαιτέρω, είναι πρόδηλο ότι δεν είναι δυνατόν να θεωρηθούν ως συνδεόμενες με τα καθήκοντα του Κ. Pinxten στο Ελεγκτικό Συνέδριο οι τοπικές εορταστικές εκδηλώσεις που διοργανώθηκαν από ιδιωτικούς οικονομικούς φορείς, όπως είναι τα γενέθλια μιας λιμενικής εταιρίας της Αμβέρσας (Βέλγιο), εκδήλωση που αποτελεί το αντικείμενο της αποστολής που μνημονεύεται στη γραμμή 363, ή η εγκαινίαση γραμμής εμφιάλωσης σε εργοστάσιο, η οποία δικαιολόγησε την αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 390.

    493

    Τέλος, οι αποστολές που μνημονεύονται στις γραμμές 100, 239, 283, 287, 359 και 406 πρέπει επίσης να θεωρηθούν ως προδήλως παράτυπες για τον ίδιο λόγο, δεδομένου ότι αποσκοπούσαν σε συνάντηση με Βέλγο επιχειρηματία τον οποίο ο Κ. Pinxten περιέγραψε, κατά την ακρόασή του από την OLAF, ως τον διαχειριστή ομίλου του οποίου είναι μέτοχος και ως «παλαιό φίλο». Η χρήση των πόρων του Ελεγκτικού Συνεδρίου για τη χρηματοδότηση τέτοιων αποστολών καταδεικνύει την ύπαρξη σύγχυσης μεταξύ των συμφερόντων του εν λόγω θεσμικού οργάνου και των ιδιωτικών συμφερόντων του Κ. Pinxten, κατά μείζονα λόγο καθόσον από τα έγγραφα που υποβλήθηκαν στο Δικαστήριο προκύπτει ότι ο Κ. Pinxten είχε ρόλο συμβούλου του εν λόγω επιχειρηματία, όσον αφορά τις σχέσεις του τελευταίου με την Επιτροπή.

    494

    Αντιθέτως, τρίτον, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι οι αποστολές που αποσκοπούσαν στην ανταλλαγή απόψεων με υπευθύνους διεθνών ελεγκτικών γραφείων είναι προδήλως παράτυπες.

    495

    Πράγματι, δεδομένου ότι τα συγκεκριμένα καθήκοντα που ασκούν τα ως άνω γραφεία είναι εν μέρει συγκρίσιμα με εκείνα που ανατίθενται στα μέλη και στους υπαλλήλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου και ότι το θεσμικό αυτό όργανο καλείται να συνεργάζεται με τα εν λόγω γραφεία, δεν μπορεί να αποκλειστεί η δυνατότητα των μελών του θεσμικού οργάνου να πραγματοποιούν αποστολές που αποσκοπούν στη διατήρηση των επαγγελματικών σχέσεων με τα γραφεία αυτά.

    496

    Εξάλλου, το Ελεγκτικό Συνέδριο αναγνώρισε, κατά τη διάρκεια της παρούσας διαδικασίας, την ύπαρξη τακτικών επαφών μεταξύ των υπαλλήλων του θεσμικού αυτού οργάνου και των υπαλλήλων των διεθνών ελεγκτικών γραφείων.

    497

    Μολονότι το εν λόγω θεσμικό όργανο υποστηρίζει ότι οι επαφές αυτές πρέπει να οριοθετούνται από δημόσιες συμβάσεις ή να πραγματοποιούνται στο πλαίσιο δραστηριοτήτων κατάρτισης, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι τέτοιες αρχές δεν προβλέπονται από τους εσωτερικούς κανόνες στους οποίους αναφέρεται το θεσμικό όργανο και δεν ανταποκρίνονται στην πρακτική του, όπως αυτή προκύπτει από τις εντολές αποστολής του Κ. Pinxten.

    498

    Επομένως, οι μνημονευόμενες στις γραμμές 47, 103, 161, 210 και 277 αποστολές οι οποίες αποσκοπούσαν, κατά τρόπο διαφανή, στο να καταστεί δυνατή η συμμετοχή του Κ. Pinxten σε εκδήλωση διοργανωθείσα από διεθνές ελεγκτικό γραφείο και απευθυνόμενη στους υπευθύνους των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων δεν μπορούν να θεωρηθούν ως προδήλως παράτυπες.

    499

    Το ίδιο ισχύει όσον αφορά την αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 237 καθώς και, εν μέρει, τις αποστολές που μνημονεύονται στις γραμμές 373 και 374, καθόσον οι αποστολές αυτές είχαν ως αντικείμενο τη συνάντηση με υπευθύνους διεθνών ελεγκτικών γραφείων. Το γεγονός ότι η αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 157 και, εν μέρει, η αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 339, οι οποίες είχαν όμοιο αντικείμενο, πραγματοποιήθηκαν στην έδρα, αντιστοίχως, μιας ιδιωτικής λέσχης και μιας μεγάλης επιχείρησης δεν αρκεί, ελλείψει πρόσθετων πληροφοριών, για να δικαιολογήσει διαφορετικό συμπέρασμα όσον αφορά τις αποστολές αυτές.

    500

    Ως προς την αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 199, η οποία σκοπούσε επίσης σε συνάντηση με τον υπεύθυνο διεθνούς ελεγκτικού γραφείου, το Ελεγκτικό Συνέδριο υποστηρίζει ότι είχε ως πραγματικό σκοπό τη διεξαγωγή συζήτησης σχετικά με προσφορά εργασίας που θα μπορούσε να ενδιαφέρει ένα τέκνο του Κ. Pinxten.

    501

    Ωστόσο, από τα έγγραφα που προσκόμισε το θεσμικό όργανο δεν αποδεικνύεται επαρκώς κατά νόμον ότι η ως άνω συνάντηση είχε διοργανωθεί για τον σκοπό αυτό ή ότι αφορούσε κυρίως τα οικογενειακά συμφέροντα του Κ. Pinxten και, ως εκ τούτου, δεν αποδεικνύεται η πρόδηλη παρατυπία της αποστολής αυτής. Βεβαίως, από τα ηλεκτρονικά μηνύματα που προσκόμισε το θεσμικό όργανο προκύπτει ότι το άτομο με το οποίο έγινε συνάντηση κατά την εν λόγω αποστολή έλαβε, μετά τη συνομιλία του με τον Κ. Pinxten, το βιογραφικό σημείωμα ενός εκ των τέκνων του τελευταίου και γνωστοποίησε τις προοπτικές δυνητικής απασχόλησης του τέκνου αυτού. Εντούτοις, η δικαιολογία που προέβαλε ο Κ. Pinxten, κατά την οποία ένα γεύμα εργασίας ενδέχεται να συνοδεύεται από περισσότερο άτυπες συζητήσεις σχετικά, μεταξύ άλλων, με την οικογενειακή κατάσταση των συνδαιτυμόνων οι οποίες μπορούν να εξηγήσουν τα εν λόγω ηλεκτρονικά μηνύματα, φαίνεται να είναι εύλογη.

    – Επί των σχέσεων με αντιπροσωπευτικούς οργανισμούς και ενώσεις

    502

    Σαράντα αποστολές οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα την επιστροφή εξόδων αποστολής ή την καταβολή ημερήσιων αποζημιώσεων και τις οποίες το Ελεγκτικό Συνέδριο κατήγγειλε ως παράτυπες στο πλαίσιο της πρώτης αιτίασης αφορούσαν δραστηριότητες του Κ. Pinxten που συνδέονταν με αντιπροσωπευτικούς οργανισμούς ή με ενώσεις.

    503

    Οι αποστολές αυτές τίθενται σε μια ενδιάμεση κατάσταση μεταξύ των αποστολών που αφορούν τις σχέσεις με πολιτικούς ιθύνοντες και των αποστολών που αφορούν τις σχέσεις με υπευθύνους ιδιωτικών οικονομικών φορέων.

    504

    Ειδικότερα, μολονότι οι οργανισμοί που εκπροσωπούν την κοινωνία των πολιτών δεν μνημονεύονταν στους κανόνες του Ελεγκτικού Συνεδρίου που διέπουν τα έξοδα εκπροσώπησης και υποδοχής ή στα έγγραφα που καθορίζουν τη στρατηγική επικοινωνίας του θεσμικού οργάνου τα οποία έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο, οι οργανισμοί αυτοί ενδέχεται εντούτοις να εκφράζουν απόψεις σχετικές με τη λειτουργία των θεσμικών οργάνων οι οποίες μπορούν να ληφθούν υπόψη από το Ελεγκτικό Συνέδριο κατά τη σύνταξη εκθέσεων που αφορούν την εν λόγω λειτουργία.

    505

    Υπό τις συνθήκες αυτές, δεν μπορεί να αποκλειστεί εντελώς το ενδεχόμενο το Ελεγκτικό Συνέδριο να δύναται θεμιτώς να κρίνει, σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, ότι αποστολές που συνδέονται με τέτοιους οργανισμούς πρέπει να σχετίζονται με την άσκηση των καθηκόντων των μελών του.

    506

    Ωστόσο, από την εξέταση της πρακτικής που ακολούθησε ο Κ. Pinxten, όπως αυτή προκύπτει από τις σχετικές εντολές αποστολής, μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι, παρά την επανειλημμένη χορήγηση αδειών από το Ελεγκτικό Συνέδριο επί μιας γενικά διαφανούς βάσεως, ο Κ. Pinxten δεν ήταν δυνατόν να αγνοεί ότι οι αποστολές του που συνδέονταν με αντιπροσωπευτικούς οργανισμούς ή με ενώσεις προδήλως δεν παρουσίαζαν πραγματικό ενδιαφέρον για το εν λόγω θεσμικό όργανο.

    507

    Καταρχάς, όπως προκύπτει από τη σκέψη 502 της παρούσας απόφασης, ο Κ. Pinxten πραγματοποίησε, κατά τη διάρκεια των θητειών του, δεκάδες αποστολές τέτοιου είδους.

    508

    Περαιτέρω, οι αποστολές αυτές πραγματοποιήθηκαν κατά τρόπο σχεδόν συστηματικό σε τοπικούς οργανισμούς των οποίων το πεδίο δράσης περιοριζόταν στο Λιμβούργο ή στη Φλάνδρα (Βέλγιο).

    509

    Τέλος, οι εν λόγω αποστολές διεξήχθησαν στην πραγματικότητα σε πολύ περιορισμένο αριθμό φορέων, τους οποίους επισκέφθηκε επανειλημμένως ο Κ. Pinxten.

    510

    Στο μέτρο, όμως, που βάσει του έμμεσου συνδέσμου μεταξύ των δραστηριοτήτων του Ελεγκτικού Συνεδρίου και των αντιπροσωπευτικών οργανισμών ή των ενώσεων ενδέχεται να γίνει δεκτό το νομότυπο τέτοιων αποστολών μόνο σε ειδικές περιπτώσεις, δεν μπορεί προδήλως να θεωρηθεί ότι ήταν προς το συμφέρον του Ελεγκτικού Συνεδρίου να διασφαλιστεί, επανειλημμένως, η προώθηση των εργασιών του σε τοπικούς φορείς ή η ανταλλαγή απόψεων με τέτοιους φορείς.

    511

    Στο πλαίσιο αυτό, οι αποστολές που μνημονεύονται στις γραμμές 48, 132, 170, 192, 209, 217, 224, 228, 242, 256, 271, 292, 304, 305, 318, 328, 353, 361, 380 και 398 καθώς και, εν μέρει, η αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 155 πρέπει να θεωρηθούν ως προδήλως παράτυπες, δεδομένου ότι είχαν ως αντικείμενο τη διατήρηση σχέσεων με το Vlaams netwerk van ondernemingen Limburg (εμπορικό και βιομηχανικό επιμελητήριο του Λιμβούργου, Βέλγιο), μέσω συναντήσεων με τους διευθυντές του ή μέσω της συμμετοχής σε ετήσιες συνεδριάσεις, δεξιώσεις για το νέο έτος, θερινές εορταστικές εκδηλώσεις και άλλες κοινωνικές δραστηριότητες διοργανωθείσες από τον οργανισμό αυτό.

    512

    Το ίδιο συμπέρασμα πρέπει να συναχθεί για τις αποστολές που μνημονεύονται στις γραμμές 83, 174, 219 και 311 καθώς και, εν μέρει, για την αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 118, οι οποίες αφορούσαν προσκλήσεις προερχόμενες από ομοσπονδία εργοδοτών του Λιμβούργου, και για τις αποστολές που μνημονεύονται στις γραμμές 131, 227, 261 καθώς και, εν μέρει, για τις αποστολές που διαλαμβάνονται στις γραμμές 326 και 378, οι οποίες είχαν ως αντικείμενο τη συμμετοχή σε συνεδριάσεις ενός ομίλου επιχειρήσεων του βιομηχανικού τομέα που δραστηριοποιούνταν στο Overpelt.

    513

    Μολονότι η αποστολή που διαλαμβάνεται στη γραμμή 93 και, εν μέρει, η αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 310 αφορούσαν οργανισμούς του Λιμβούργου που αποτέλεσαν αντικείμενο μίας ενιαίας αποστολής, ήτοι μια ένωση επαγγελματικής ένταξης και μια άτυπη ένωση τοπικών διευθυντικών στελεχών, οι εν λόγω αποστολές μπορούν, βάσει του πλαισίου που περιγράφεται στις σκέψεις 506 έως 509 της παρούσας απόφασης, να θεωρηθούν επίσης ως προδήλως παράτυπες.

    514

    Η ανάλυση αυτή πρέπει να ισχύσει και για τις αποστολές που μνημονεύονται στις γραμμές 154 και 230, οι οποίες αφορούσαν οργανισμό που είχε ως σκοπό την προώθηση των φλαμανδικών συμφερόντων στις Βρυξέλλες, καθώς και για τις αποστολές που διαλαμβάνονται στις γραμμές 134 και 135, οι οποίες είχαν ως αντικείμενο τη συμμετοχή στη δεξίωση για το νέο έτος την οποία παρέθεσε ένα ταμείο επενδύσεων της Φλαμανδικής Περιοχής.

    515

    Αντιθέτως, ο σημαντικός ρόλος που αναγνωρίζεται στις εθνικές ομοσπονδίες επιχειρήσεων συνεπάγεται ότι οι αποστολές που μνημονεύονται στις γραμμές 137 και 143, οι οποίες αποσκοπούσαν σε συνάντηση με τον πρόεδρο της ομοσπονδίας βελγικών επιχειρήσεων, καθώς και η αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 290 και, εν μέρει, η αποστολή που διαλαμβάνεται στη γραμμή 155, σχετικά με τη συμμετοχή σε φόρουμ διοργανωθέντα από την ομοσπονδία αυτή, δεν πρέπει να θεωρηθούν ως προδήλως παράτυπες.

    – Επί της άσκησης εγκεκριμένης εξωτερικής δραστηριότητας

    516

    Όπως προκύπτει από τη σκέψη 58 της παρούσας απόφασης, με απόφαση της 30ής Απριλίου 2015, το Ελεγκτικό Συνέδριο επέτρεψε στον Κ. Pinxten να ασκεί εξωτερική δραστηριότητα συμβατή με τα καθήκοντά του ως μέλους του θεσμικού αυτού οργάνου, η οποία συνίστατο στην κατοχή της θέσης του προέδρου του SBNL-V.

    517

    Το ίδρυμα αυτό περιγραφόταν, στην αίτηση που οδήγησε στην έκδοση της εν λόγω απόφασης του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ως μη κερδοσκοπική οργάνωση με σκοπό την προώθηση της συνεισφοράς των ιδιοκτητών γης στη βιοποικιλότητα και την ορθή οικολογική διαχείριση στο Βέλγιο.

    518

    Μια εξωτερική δραστηριότητα, δεδομένου ότι είναι εξ ορισμού διακριτή από τα καθήκοντα που ασκεί ένα μέλος του Ελεγκτικού Συνεδρίου εντός του θεσμικού αυτού οργάνου, δεν μπορεί να συνεπάγεται την πραγματοποίηση αποστολών υπό την εν λόγω ιδιότητα του μέλους.

    519

    Επιπλέον, η παρατυπία αποστολών που συνδέονται άμεσα με εγκεκριμένη εξωτερική δραστηριότητα πρέπει να θεωρηθεί πρόδηλη, καθώς απορρέει από την ίδια τη φύση μιας τέτοιας δραστηριότητας.

    520

    Βάσει των σκέψεων αυτών, πρέπει να κριθεί αν ορισμένες από τις αποστολές που ενέκρινε το Ελεγκτικό Συνέδριο εμπίπτουν, στην πραγματικότητα, στην εξωτερική δραστηριότητα που ασκούσε ο Κ. Pinxten.

    521

    Ως εκ τούτου, μολονότι η αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 368 και, εν μέρει, η αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 392 εγκρίθηκαν από το Ελεγκτικό Συνέδριο βάσει μιας απολύτως διαφανούς αίτησης, πρέπει να θεωρηθούν ως προδήλως παράτυπες καθόσον είχαν ως σκοπό την ανταπόκριση σε πρόσκληση του SBNL-V, στην οποία αναφερόταν η εντολή αποστολής τους.

    522

    Πέραν των δύο αυτών αποστολών, οι αποστολές που μνημονεύονται στις γραμμές 323, 360, 385 και 405 καθώς και, εν μέρει, η αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 392 μπορούν να συνδεθούν με την εγκεκριμένη εξωτερική δραστηριότητα του Κ. Pinxten η οποία συνίσταται στην προεδρία του ιδρύματος αυτού.

    523

    Πράγματι, η αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 405 και, εν μέρει, η αποστολή που διαλαμβάνεται στη γραμμή 385 αφορούσαν συνάντηση με τον υπεύθυνο ταμείου το οποίο χρηματοδοτούσε το κύριο βραβείο που απένεμε ετησίως το SBNL-V.

    524

    Όσον αφορά τις αποστολές που μνημονεύονται στις γραμμές 323 και 360 καθώς και, εν μέρει, τις αποστολές που μνημονεύονται στις γραμμές 385 και 392, οι αποστολές αυτές αφορούσαν είτε δραστηριότητα διοργανωθείσα από την European Landowners Organisation (Ευρωπαϊκή Οργάνωση Ιδιοκτητών Γης, στο εξής: ELO) είτε συνάντηση με υπεύθυνο της οργάνωσης αυτής, σε χρονική περίοδο κατά την οποία ο Κ. Pinxten ήταν πρόεδρος του SBNL-V.

    525

    Μολονότι, όμως, ο Κ. Pinxten δεν παρέχει συγκεκριμένη εξήγηση όσον αφορά τη σχέση μεταξύ της ELO και των καθηκόντων του ως μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου, από τη δικογραφία που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο προκύπτει ότι η οργάνωση αυτή συνδέεται στενά με το SBNL-V.

    526

    Ειδικότερα, καταρχάς, από την περιγραφή του αντικειμένου του SBNL-V που παρατίθεται στη σκέψη 517 της παρούσας απόφασης προκύπτει ότι τόσο το SBNL-V όσο και η ELO έχουν ως αντικείμενο την προάσπιση των συμφερόντων των ιδιοκτητών γης.

    527

    Περαιτέρω, ο υπεύθυνος της ELO τον οποίο συνάντησε ο Κ. Pinxten στο πλαίσιο αποστολών εγκεκριμένων από το Ελεγκτικό Συνέδριο είχε υπογράψει, ως γενικός γραμματέας του SBNL-V, το έγγραφο που παρέδωσε ο Κ. Pinxten στο εν λόγω θεσμικό όργανο προκειμένου να του επιτραπεί να αναλάβει τη θέση του προέδρου του ιδρύματος αυτού. Από πρακτικά που προσκόμισε το Ελεγκτικό Συνέδριο προκύπτει επίσης ότι ο εν λόγω υπεύθυνος της ELO μετείχε στη γενική συνέλευση του SBNL-V.

    528

    Τέλος, ηλεκτρονικά μηνύματα περιλαμβανόμενα στη δικογραφία που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο αποδεικνύουν την ύπαρξη και άλλων δεσμών μεταξύ του SBNL-V και της ELO, όπως είναι η συμμετοχή της τελευταίας στη διαδικασία έγκρισης της προαναφερθείσας εξωτερικής δραστηριότητας ή στην προετοιμασία της παράδοσης του κύριου βραβείου που απονέμει ετησίως το SBNL-V.

    529

    Λαμβανομένων υπόψη των στοιχείων αυτών, πρέπει να γίνει δεκτό ότι οι αποστολές που μνημονεύονται στη σκέψη 524 της παρούσας απόφασης είναι προδήλως παράτυπες.

    530

    Η εκτίμηση αυτή ισχύει και για την αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 296, δεδομένου ότι σκοπός της ήταν, εν μέρει, να παράσχει στον Κ. Pinxten τη δυνατότητα να συναντήσει διευθύνοντες της ELO και του SBNL-V λίγο πριν από τον διορισμό του ως προέδρου του ιδρύματος αυτού.

    531

    Εξάλλου, στην περίπτωση της αποστολής που διαλαμβάνεται στη γραμμή 393, μολονότι η συμμετοχή στη γενική συνέλευση του Διεθνούς Συμβουλίου Θήρας στις Βρυξέλλες είχε γνωστοποιηθεί σαφώς με την εντολή αποστολής, επισημαίνεται ότι ο Κ. Pinxten παρουσιαζόταν, στο πρόγραμμα της γενικής συνέλευσης, όχι μόνον ως μέλος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, αλλά και ως πρόεδρος του SBNL-V, και ότι στο πρόγραμμα αυτό αναφερόταν ότι ο Κ. Pinxten θα έλεγε μερικά λόγια καλωσορίσματος «εξ ονόματος του Βελγίου».

    532

    Επιπλέον, από την ανταλλαγή ηλεκτρονικών μηνυμάτων πριν από την αποστολή αυτή προκύπτει ότι ο Κ. Pinxten έπρεπε, αρχικώς, να εκφωνήσει λόγο από κοινού με έναν Βέλγο Υπουργό και ότι η συμμετοχή του στη γενική συνέλευση είχε προετοιμαστεί, μεταξύ άλλων, από την ELO.

    533

    Επομένως, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η παρέμβαση του Κ. Pinxten ενώπιον της γενικής συνέλευσης του Διεθνούς Συμβουλίου Θήρας πρέπει να συνδεθεί με τα καθήκοντά του ως προέδρου του SBNL-V και όχι με την ιδιότητά του ως μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου, πράγμα που σημαίνει ότι η αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 393 πρέπει να θεωρηθεί ως προδήλως παράτυπη.

    534

    Αντιθέτως, η αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 128, μολονότι συνδέεται ρητώς με την ELO, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως προδήλως παράτυπη εκ του γεγονότος αυτού και μόνον, δεδομένου ότι πραγματοποιήθηκε αρκετά χρόνια πριν επιτραπεί στον Κ. Pinxten να γίνει πρόεδρος του SBNL-V.

    535

    Υπό τις συνθήκες αυτές, δεν μπορεί να προσαφθεί στον Κ. Pinxten ότι συμμετείχε, βάσει διαφανούς εντολής αποστολής, σε διάσκεψη οργανωθείσα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σε σχέση με αντιπροσωπευτική οργάνωση ευρωπαϊκής διάστασης.

    536

    Το ίδιο ισχύει για τις αποστολές που μνημονεύονται στις γραμμές 411 και 412, οι οποίες αφορούσαν εκδηλώσεις που διοργανώθηκαν, αντιστοίχως, από την ένωση «Friends of the Countryside» (φίλοι της εξοχής) και από το Ίδρυμα για τη Διατήρηση των Οικοτόπων της Βαλλονίας (Βέλγιο), δεδομένου ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο βασίζει τις μομφές του σε υποτιθέμενους δεσμούς μεταξύ των οργανισμών αυτών και του SBNL-V οι οποίοι δεν στηρίζονται σε αποδεικτικά στοιχεία προσκομισθέντα στο Δικαστήριο.

    – Επί της συμμετοχής σε κυνηγετικές δραστηριότητες

    537

    Έντεκα αποστολές που είχαν ως αποτέλεσμα την επιστροφή εξόδων αποστολής ή την καταβολή ημερήσιων αποζημιώσεων και οι οποίες αποτελούν αντικείμενο της πρώτης αιτίασης είχαν, κατά το Ελεγκτικό Συνέδριο, ως πραγματικό σκοπό να παράσχουν στον Κ. Pinxten τη δυνατότητα να συμμετάσχει σε κυνηγετικές δραστηριότητες.

    538

    Από τη δικογραφία που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο προκύπτει ότι ο Κ. Pinxten πράγματι θήρευσε κατά τη διάρκεια των διάφορων αυτών αποστολών.

    539

    Πρέπει, όμως, να επισημανθεί ότι όλες οι εν λόγω αποστολές εγκρίθηκαν βάσει αιτήσεων του Κ. Pinxten οι οποίες αναφέρονταν σε ληφθείσα πρόσκληση ή σε σχεδιαζόμενη δραστηριότητα χωρίς να περιέχουν καμία αναφορά στη θήρα.

    540

    Κατά συνέπεια, εφόσον το γεγονός ότι μια αποστολή συνεπάγεται τη συμμετοχή σε κυνηγετική δραστηριότητα συνιστά ουσιώδη πληροφορία για την εκτίμηση του νομότυπου χαρακτήρα της, ο Κ. Pinxten δεν μπορεί, υπό το πρίσμα των εκτιμήσεων που περιλαμβάνονται στις σκέψεις 372 και 374 της παρούσας απόφασης, να επικαλεστεί βασίμως δικαιολογημένη εμπιστοσύνη ως προς τη διατήρηση της έγκρισης των επίμαχων αποστολών και, επομένως, δεν μπορεί να απαιτηθεί από το Ελεγκτικό Συνέδριο να αποδείξει τον πρόδηλο χαρακτήρα της παρατυπίας των αποστολών αυτών.

    541

    Στο πλαίσιο αυτό, μολονότι είναι προφανές ότι η συμμετοχή σε κυνηγετική δραστηριότητα δεν έχει, αυτή καθεαυτήν, καμία σχέση με την άσκηση των καθηκόντων μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου, πρέπει να υπομνησθεί ότι από τις σκέψεις 399 και 428 της παρούσας απόφασης προκύπτει, αφενός, ότι μια αποστολή μέλους του θεσμικού οργάνου μπορεί θεμιτώς να επιτρέψει τη συμμετοχή του μέλους αυτού σε μια κυρίως επαγγελματική εκδήλωση που περιλαμβάνει επίσης, δευτερευόντως, δραστηριότητα αναψυχής και, αφετέρου, ότι μια αποστολή ενός τέτοιου μέλους μπορεί να δικαιολογηθεί από εθιμοτυπικό σκοπό.

    542

    Κατά συνέπεια, προκειμένου να εκτιμηθεί το νομότυπο των αποστολών του Κ. Pinxten που συνεπάγονταν τη συμμετοχή του σε κυνηγετική δραστηριότητα, πρέπει να κριθεί αν οι αποστολές αυτές αφορούσαν πράγματι εκδήλωση κυρίως επαγγελματικού χαρακτήρα ή αν είχαν πραγματική εθιμοτυπική διάσταση.

    543

    Συναφώς, μια τέτοια αποστολή δεν μπορεί, πρώτον, να θεωρηθεί νομότυπη όταν έχει απλώς ως επίσημο σκοπό την ανταπόκριση σε πρόσκληση προσώπου του οποίου τα καθήκοντα δεν έχουν στενή σχέση με τις δραστηριότητες του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

    544

    Επομένως, οι αποστολές που μνημονεύονται στις γραμμές 309, 327 και 366 πρέπει να θεωρηθούν παράτυπες, καθόσον ο μόνος λόγος που προβάλλεται προς δικαιολόγησή τους αφορά πρόσκληση εκ μέρους προσώπου του οποίου η ιδιότητα δεν προκύπτει από την εντολή αποστολής και δεν διευκρινίστηκε κατά τη διάρκεια της παρούσας διαδικασίας.

    545

    Το ίδιο ισχύει για τις αποστολές που μνημονεύονται στις γραμμές 329 και 377, στο μέτρο που με αυτές ο Κ. Pinxten ανταποκρίθηκε σε πρόσκληση εκ μέρους ενός υπευθύνου της ELO και, ως εκ τούτου, συνδέονταν, το πολύ, με την εγκεκριμένη εξωτερική δραστηριότητα του Κ. Pinxten.

    546

    Εξάλλου, το ενδιαφέρον που ενδέχεται να παρουσιάζουν για το Ελεγκτικό Συνέδριο οι επαγγελματικές σχέσεις με τα διεθνή ελεγκτικά γραφεία δεν αρκεί για να δικαιολογήσει την αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 321, η οποία παρουσιαζόταν ως αποσκοπούσα στην ανταπόκριση σε πρόσκληση υπευθύνου ενός τέτοιου γραφείου, δεδομένου ότι από τα έγγραφα που προσκόμισε το Ελεγκτικό Συνέδριο προκύπτει ότι η αποστολή αυτή είχε ως μοναδικό σκοπό τη συμμετοχή σε κυνηγετική δραστηριότητα διοργανωθείσα από τον εν λόγω υπεύθυνο.

    547

    Δεύτερον, οι αποστολές που μνημονεύονται στις γραμμές 337 και 386 καθώς και, εν μέρει, η αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 229 διαφέρουν από τις λοιπές αποστολές που συνδέονται με κυνηγετικές δραστηριότητες, καθόσον παρουσιάστηκαν ως αποσκοπούσες στη συμμετοχή σε «ημέρες των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων» που διοργανώθηκαν στο κάστρο του Chambord.

    548

    Επιβάλλεται η διαπίστωση, βάσει βεβαίωσης που συνέταξε ο διευθυντής της εθνικής περιοχής του Chambord και βάσει στοιχείων που κατέσχεσε η OLAF, ιδίως ενός ηλεκτρονικού μηνύματος της 13ης Ιανουαρίου 2012 στο οποίο γίνεται λόγος για «ευρωπαϊκό κυνήγι» και ενός καταλόγου συμμετεχόντων σε μία από τις επίμαχες εκδηλώσεις, ότι, αντιθέτως προς όσα υποστηρίζει το Ελεγκτικό Συνέδριο, κατά τις ημερομηνίες των αποστολών αυτών πράγματι διοργανώθηκαν στο κάστρο του Chambord εκδηλώσεις στις οποίες συμμετείχαν πρόσωπα που κατείχαν θέσεις ευθύνης εντός των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων.

    549

    Ωστόσο, κανένα από τα έγγραφα που κατέσχεσε η OLAF ή προσκόμισε ο Κ. Pinxten δεν αποδεικνύει ότι οι εκδηλώσεις αυτές είχαν κάποια επαγγελματική διάσταση. Αντιθέτως, τα προγράμματα που κατέσχεσε η OLAF έκαναν λόγο μόνο για «κυνήγι», γεύματα και «φόρο τιμής στα θηράματα».

    550

    Επιπλέον, ούτε η αίτηση έγκρισης των επίμαχων αποστολών ούτε άλλα έγγραφα που προσκομίστηκαν στο Δικαστήριο περιέχουν στοιχεία από τα οποία να προκύπτει ότι οι εν λόγω εκδηλώσεις διοργανώθηκαν από οργανισμό με τον οποίο το Ελεγκτικό Συνέδριο είχε συμφέρον να διατηρεί σχέσεις ή από τον υπεύθυνο ενός τέτοιου οργανισμού. Εφόσον δεν υπάρχουν τέτοια στοιχεία ή, κατά τα λοιπά, εφόσον ο Κ. Pinxten δεν προέβαλε σχετικό ισχυρισμό, οι εκδηλώσεις αυτές δεν μπορούν να δικαιολογήσουν τη διοργάνωση αποστολών για εθιμοτυπικούς σκοπούς.

    551

    Ως εκ τούτου, οι αποστολές που μνημονεύονται στις γραμμές 337 και 386 καθώς και, εν μέρει, η αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 229 πρέπει να θεωρηθούν παράτυπες.

    552

    Τρίτον, ο λόγος των αποστολών που μνημονεύονται στις γραμμές 315 και 371 αφορούσε προσκλήσεις προερχόμενες, αντιστοίχως, από τις υπηρεσίες του βελγικού στέμματος και από μέλος της βελγικής βασιλικής οικογένειας.

    553

    Από τη δικογραφία που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο προκύπτει ότι ο Κ. Pinxten προσκλήθηκε πράγματι από τη βελγική βασιλική οικογένεια να συμμετάσχει σε «βασιλικές κυνηγετικές δραστηριότητες» στο Ciergnon (Βέλγιο).

    554

    Ωστόσο, εφόσον, στη δικογραφία που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο, δεν υπάρχουν στοιχεία ικανά να αποδείξουν το βάσιμο του ισχυρισμού του Κ. Pinxten ότι οι κυνηγετικές αυτές δραστηριότητες έχουν, στο Βασίλειο του Βελγίου, σημαντική εθιμοτυπική διάσταση, το γεγονός και μόνον ότι οι προσκομισθείσες προσκλήσεις προέρχονται από τη βελγική βασιλική οικογένεια πρέπει να θεωρηθεί ότι δεν αρκεί για να αποδειχθεί η ύπαρξη συνδέσμου με την άσκηση των καθηκόντων μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

    555

    Επομένως, πρέπει να γίνει δεκτό ότι αποδείχθηκε ο παράτυπος χαρακτήρας των αποστολών που διαλαμβάνονται στις γραμμές 315 και 371.

    – Επί των λοιπών αποστολών που αναφέρει το Ελεγκτικό Συνέδριο

    556

    Μια σειρά αποστολών που οδήγησαν στην επιστροφή εξόδων αποστολής ή στην καταβολή ημερήσιων αποζημιώσεων και οι οποίες αποτελούν αντικείμενο της πρώτης αιτίασης δεν εμπίπτουν στις ήδη εξετασθείσες κατηγορίες και, επομένως, το νομότυπό τους πρέπει να εκτιμηθεί κατά περίπτωση.

    557

    Οι μομφές του Ελεγκτικού Συνεδρίου πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμες όσον αφορά δεκατέσσερις από τις αποστολές αυτές.

    558

    Πρώτον, ελλείψει οποιασδήποτε διευκρίνισης εκ μέρους του Ελεγκτικού Συνεδρίου ως προς τον λόγο της προβαλλόμενης παρατυπίας, η αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 310 δεν μπορεί να θεωρηθεί ως προδήλως παράτυπη, καθόσον αφορούσε, εν μέρει, επίσκεψη σε πανεπιστήμιο.

    559

    Ομοίως, όσον αφορά την αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 347, η συνάντηση με υπεύθυνο της Εθνικής Τράπεζας του Βελγίου καθώς και με Βέλγο βουλευτή και με δικηγόρο, ο οποίος ασκεί επίσης καθήκοντα στην τράπεζα αυτή, δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως προδήλως παράτυπη απλώς και μόνο βάσει του ισχυρισμού του Ελεγκτικού Συνεδρίου ότι η αποστολή «δεν συνδεόταν με τα καθήκοντα του Κ. Pinxten» και του γεγονότος ότι ο εν λόγω βουλευτής ήταν μέλος του επίμαχου πολιτικού κόμματος.

    560

    Δεύτερον, σε αρκετές περιπτώσεις, τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκόμισε το Ελεγκτικό Συνέδριο δεν αρκούν για να αποδειχθεί η παρατυπία την οποία προβάλλει το εν λόγω θεσμικό όργανο.

    561

    Καταρχάς, όσον αφορά τις αποστολές που μνημονεύονται στις γραμμές 57 και 391, οι οποίες είχαν ως αντικείμενο συναντήσεις με μέλος της Επιτροπής, δεν αμφισβητείται ότι μια τέτοια συνάντηση μπορούσε, καταρχήν, να συνδεθεί με την άσκηση των καθηκόντων μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

    562

    Αφενός, δεν αποδείχθηκε το βάσιμο του ισχυρισμού του εν λόγω θεσμικού οργάνου ότι η αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 57 συνδεόταν, στην πραγματικότητα, με τη διοργάνωση ενός φεστιβάλ μουσικής για το οποίο ο Κ. Pinxten είχε προσωπικό ενδιαφέρον.

    563

    Συγκεκριμένα, η αποστολή αυτή πραγματοποιήθηκε στις 13 Ιουλίου 2009, ενώ τα ηλεκτρονικά μηνύματα σχετικά με το εν λόγω φεστιβάλ τα οποία προσκόμισε το Ελεγκτικό Συνέδριο αφορούν επιδότηση για το έτος 2011 και χρονολογούνται από τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο του 2011. Επιπλέον, η σχέση μεταξύ της εν λόγω αποστολής και της επιδότησης αυτής είναι ακόμη λιγότερο πιθανή δεδομένου ότι το ενδιαφερόμενο μέλος της Επιτροπής ήταν επιφορτισμένο με τα πολιτιστικά θέματα μόλις από τις 10 Φεβρουαρίου 2010.

    564

    Αφετέρου, το Ελεγκτικό Συνέδριο δεν προσκομίζει κανένα συγκεκριμένο στοιχείο προς στήριξη του ισχυρισμού ότι η αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 391 αφορούσε «ιδιωτικό γεύμα».

    565

    Το γεγονός, το οποίο άλλωστε δεν αποδείχθηκε, ότι το οικείο μέλος της Επιτροπής θηρεύει συχνά μαζί με τον Κ. Pinxten δεν αρκεί, αυτό καθεαυτό, για να αποδειχθεί ο ιδιωτικός χαρακτήρας του γεύματος. Ούτε το γεγονός ότι ένας υπεύθυνος της ELO συμμετείχε επίσης στο γεύμα μπορεί να αποδείξει το βάσιμο της θέσης του Ελεγκτικού Συνεδρίου, πολλώ δε μάλλον καθόσον δεν αμφισβητείται ότι ο κατάλογος των συνδαιτυμόνων στο γεύμα αυτό, το οποίο παρατέθηκε στην έδρα της Επιτροπής, δεν καταρτίστηκε από τον Κ. Pinxten.

    566

    Περαιτέρω, μολονότι το Ελεγκτικό Συνέδριο δεν αμφισβητεί ότι ήταν δικαιολογημένη η συμμετοχή του Κ. Pinxten σε τελετή έναρξης του ακαδημαϊκού έτους στο Κολέγιο της Ευρώπης στην Bruges (Βέλγιο), η οποία αποτελούσε το αντικείμενο της αποστολής που μνημονεύεται στη γραμμή 63, υποστηρίζει εντούτοις ότι ο Κ. Pinxten δεν παρέστη στην τελετή αυτή.

    567

    Συναφώς, πρέπει ωστόσο να γίνει δεκτό ότι το απόσπασμα από ιστότοπο το οποίο προσκόμισε το Ελεγκτικό Συνέδριο δεν είναι επαρκές για να αποδειχθεί η απουσία του Κ. Pinxten από την εν λόγω τελετή, λαμβανομένων υπόψη τόσο της φύσης του εγγράφου αυτού, το οποίο δεν μπορεί να εξομοιωθεί με πρακτικά που περιλαμβάνουν κατάλογο παρουσιών, όσο και της διατύπωσης που χρησιμοποιείται στο έγγραφο, από την οποία προκύπτει ότι αυτό μνημονεύει μέρος μόνον των προσωπικοτήτων που ήταν παρούσες στην τελετή.

    568

    Επιπλέον, μολονότι αποδεικνύεται ότι ο Κ. Pinxten, κατά την ημερομηνία κατά την οποία έλαβε χώρα η επίμαχη αποστολή, γευμάτισε στις Βρυξέλλες, από τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκόμισε το Ελεγκτικό Συνέδριο δεν μπορεί να προσδιοριστεί η ώρα του γεύματος αυτού.

    569

    Τέλος, πέντε αποστολές σχετικές με συναντήσεις με διπλωμάτες, οι οποίες μπορούσαν καταρχήν να συνδεθούν με τα καθήκοντα μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου που μετέχει στο αρμόδιο για τις εξωτερικές σχέσεις της Ένωσης τμήμα, περιγράφονται ως έχουσες ιδιωτικό χαρακτήρα, χωρίς ο ισχυρισμός αυτός να αποδεικνύεται επαρκώς κατά νόμον.

    570

    Ειδικότερα, στην περίπτωση της αποστολής που διαλαμβάνεται στη γραμμή 56, το Ελεγκτικό Συνέδριο υποστηρίζει ότι ένα γεύμα με πρόξενο της Ρωσικής Ομοσπονδίας συνδεόταν με παρέμβαση υπέρ ζεύγους από το Βέλγιο το οποίο επιθυμούσε να υιοθετήσει παιδί στη χώρα αυτή.

    571

    Από τα έγγραφα, όμως, που προσκόμισε συναφώς το Ελεγκτικό Συνέδριο, τα οποία είναι μεταγενέστερα κατά αρκετούς μήνες της ημερομηνίας της αποστολής αυτής και τα οποία δεν αναφέρονται ούτε στο εν λόγω γεύμα ούτε σε κάποιο γεγονός που είχε συμβεί προηγουμένως, δεν μπορεί να συναχθεί με βεβαιότητα ότι η αποστολή είχε αντικείμενο άσχετο προς τα καθήκοντα του Κ. Pinxten.

    572

    Οι αποστολές που μνημονεύονται στις γραμμές 138, 196 και 382 αφορούσαν, κατά τρόπο απολύτως διαφανή ως προς τις δύο τελευταίες, τη συμμετοχή του Κ. Pinxten σε «διπλωματικό δείπνο» που πραγματοποιούνταν, κάθε χρόνο, στις Βρυξέλλες.

    573

    Δεδομένου ότι δεν αμφισβητείται ότι το δείπνο αυτό συγκεντρώνει μεγάλο αριθμό Βέλγων διπλωμάτων, φαίνεται καταρχήν ικανό να αποτελέσει ευκαιρία να ανταλλαγούν απόψεις επί θεμάτων που ενδιαφέρουν το Ελεγκτικό Συνέδριο καθώς και να γίνουν γνωστές και να προωθηθούν οι εργασίες του σε υψηλά ιστάμενους αξιωματούχους του κράτους.

    574

    Υπό τις συνθήκες αυτές, το γεγονός ότι το εν λόγω δείπνο διοργανώνεται από οργανισμό που αποσκοπεί στην προώθηση των φλαμανδικών συμφερόντων στις Βρυξέλλες δεν αρκεί, αυτό και μόνο, για να αποδειχθεί το βάσιμο του ισχυρισμού του Ελεγκτικού Συνεδρίου ότι το δείπνο είχε ως σκοπό «να παράσχει τη δυνατότητα στους Φλαμανδούς επιχειρηματίες να συναντήσουν Βέλγους διπλωμάτες που υπηρετούν στην αλλοδαπή». Επομένως, οι επίμαχες αποστολές δεν μπορούν να θεωρηθούν ως προδήλως παράτυπες.

    575

    Όσον αφορά το γεύμα με τον πρέσβη του Βασιλείου του Βελγίου στη Γαλλία, το οποίο αποτελούσε το αντικείμενο της αποστολής που μνημονεύεται στη γραμμή 284, μολονότι το Ελεγκτικό Συνέδριο υποστηρίζει ότι το γεύμα αυτό είχε ιδιωτικό χαρακτήρα, επικαλούμενο φιλική σχέση μεταξύ του πρέσβη και του Κ. Pinxten και την ταυτότητα των λοιπών συνδαιτυμόνων, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι ο χαρακτήρας αυτός δεν αποδείχθηκε, καθώς δεν προσκομίστηκε κανένα αποδεικτικό στοιχείο ικανό να παράσχει στο Δικαστήριο πληροφορίες για το αντικείμενο του εν λόγω γεύματος και δεδομένου ότι η ύπαρξη και μόνο μιας τέτοιας σχέσης δεν αρκεί, εν πάση περιπτώσει, για να αποκλειστεί τυχόν επαγγελματική διάσταση του γεύματος.

    576

    Τρίτον, η παρουσία στην κηδεία του πατέρα μιας βοηθού του Κ. Pinxten, η οποία αποτελούσε το αντικείμενο της αποστολής που μνημονεύεται στη γραμμή 335, εγκριθείσας από τον Πρόεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου βάσει πληροφοριών που γνωστοποιήθηκαν με διαφάνεια, μπορεί να συνδεθεί με την άσκηση των καθηκόντων μέλους του θεσμικού οργάνου, από το οποίο μπορεί ευλόγως να αναμένεται ότι, σε μια τέτοια περίσταση, θα στηρίξει σε προσωπικό επίπεδο έναν από τους στενούς συνεργάτες του εντός του εν λόγω θεσμικού οργάνου.

    577

    Τέταρτον και τελευταίο, οι μομφές σχετικά με τις αποστολές που μνημονεύονται στις γραμμές 102, 293 και 294 πρέπει να απορριφθούν καθόσον οι παρατυπίες που καταλογίζει το Ελεγκτικό Συνέδριο στον K. Pinxten μπορούν να θεωρηθούν ως συγγνωστή πλάνη του τελευταίου.

    578

    Ειδικότερα, η προσαπτόμενη παρατυπία της αποστολής που μνημονεύεται στη γραμμή 102 συνίσταται στη μη δήλωση προσφερθέντος γεύματος ποσού τριάντα περίπου ευρώ, χωρίς να υπάρχει κανένα στοιχείο από το οποίο να μπορεί να συναχθεί ότι ένα τέτοιο μεμονωμένο περιστατικό δεν αποτελεί απλή παράλειψη.

    579

    Όσον αφορά τις αποστολές που παρατίθενται στις γραμμές 293 και 294, μολονότι ο ισχυρισμός του Ελεγκτικού Συνεδρίου ότι οι αποστολές αυτές διατηρήθηκαν παρά την ακύρωση της συνάντησης που τις δικαιολογούσε είναι βάσιμος, λαμβανομένης υπόψη μνείας που περιλαμβάνεται στην ατζέντα του Κ. Pinxten, η ύπαρξη σχετικής απάτης δεν αποδεικνύεται, δεδομένου ότι, κατά την ώρα που προβλεπόταν αρχικά για την εκτέλεση των εν λόγω αποστολών, παρατέθηκε γεύμα το οποίο δηλώθηκε στο Ελεγκτικό Συνέδριο.

    580

    Αντιθέτως, 31 από τις αποστολές που μνημονεύονται στη σκέψη 556 της παρούσας απόφασης μπορούν βασίμως να προσαφθούν, εν μέρει ή στο σύνολό τους, στον Κ. Pinxten στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας.

    581

    Πρώτον, η επίσκεψη σε τοπικό ιατρικό κέντρο, στο πλαίσιο της αποστολής που μνημονεύεται στη γραμμή 286, με σκοπό τη συμμετοχή σε τελετή εορτασμού της εικοστής επετείου από την ίδρυσή του, προδήλως δεν μπορεί να συνδεθεί με τα καθήκοντα του μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

    582

    Δεύτερον, αρκετές από τις αποστολές τις οποίες αφορά η πρώτη αιτίαση αποσκοπούσαν σε συνάντηση με πρόσωπο του οποίου η ιδιότητα δεν διευκρινίζεται στην εντολή αποστολής και δεν εξηγήθηκε σαφώς από τον Κ. Pinxten κατά τη διάρκεια της παρούσας διαδικασίας.

    583

    Μολονότι η έκδοση εντολής αποστολής και, στη συνέχεια, η επιστροφή εξόδων αποστολής ή η καταβολή ημερήσιων αποζημιώσεων σε τέτοιες περιπτώσεις καταδεικνύουν σημαντική έλλειψη ελέγχου εκ μέρους του Ελεγκτικού Συνεδρίου, γεγονός παραμένει ότι μια αποστολή που αποσκοπεί σε συνάντηση με πρόσωπο το οποίο δεν έχει προσδιορίσιμη σχέση με το θεσμικό αυτό όργανο πρέπει να θεωρηθεί ως προδήλως παράτυπη.

    584

    Ειδικότερα, όσον αφορά την αποστολή που διαλαμβάνεται στη γραμμή 49, μολονότι το Ελεγκτικό Συνέδριο δεν αποδεικνύει τη σχέση που ισχυρίζεται ότι υφίσταται μεταξύ του προσώπου το οποίο αφορά η επίμαχη εντολή αποστολής και της διοργάνωσης ενός φεστιβάλ μουσικής, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι από κανένα στοιχείο της δικογραφίας που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο δεν καθίσταται δυνατός ο προσδιορισμός των καθηκόντων που ασκεί το πρόσωπο αυτό.

    585

    Οι αποστολές που μνημονεύονται στις γραμμές 39, 234, 235, 297, 348 και 389 πρέπει επίσης να χαρακτηριστούν ως προδήλως παράτυπες, καθόσον αποσκοπούσαν σε συνάντηση με πρόσωπα των οποίων η ιδιότητα δεν διευκρινίζεται, όπως και η αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 79, η οποία δικαιολογούνταν μόνο με αναφορά σε μια «επίσημη πρόσκληση».

    586

    Το ίδιο συμπέρασμα επιβάλλεται όσον αφορά την αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 306, χωρίς να απαιτείται να αποφανθεί το Δικαστήριο επί του ισχυρισμού του Ελεγκτικού Συνεδρίου ότι το πρόσωπο το οποίο αφορά η αποστολή αυτή ήταν συμβολαιογράφος, και, εν μέρει, την αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 347, ανεξαρτήτως του βασίμου του επιχειρήματος του θεσμικού οργάνου που συνδέει την εν λόγω αποστολή με γαμήλια δεξίωση.

    587

    Ομοίως, οι αποστολές που παρατίθενται στις γραμμές 40, 44, 262 και 351 καθώς και, εν μέρει, η αποστολή που διαλαμβάνεται στη γραμμή 86 πρέπει να θεωρηθούν ως προδήλως παράτυπες, δεδομένου ότι αφορούσαν συναντήσεις με πρόσωπα τα οποία είχαν απλώς προσδιοριστεί, αντιστοίχως, ως «διευθυντής», «βαρόνος», «νομικός και ελεγκτής», «δικαστικός λειτουργός» και «επικεφαλής».

    588

    Τρίτον, ορισμένες αποστολές που αποσκοπούσαν σε συνάντηση με πρόσωπο του οποίου η ιδιότητα θα μπορούσε ενδεχομένως να συνδέεται επαρκώς με το Ελεγκτικό Συνέδριο πρέπει παρά ταύτα να θεωρηθούν ως εγκριθείσες βάσει αίτησης από την οποία είχαν παραλειφθεί ουσιώδεις πληροφορίες και ως παράτυπες, στο μέτρο που το εν λόγω θεσμικό όργανο προσκομίζει αποδεικτικά στοιχεία ικανά να αποδείξουν ότι το αντικείμενο της επίμαχης συνάντησης ήταν ιδιωτικής φύσεως.

    589

    Τούτο ισχύει στην περίπτωση της αποστολής που διαλαμβάνεται στη γραμμή 108, η οποία αφορούσε συνάντηση με μέλος της Επιτροπής, δεδομένου ότι από τα ηλεκτρονικά μηνύματα που αντηλλάγησαν για την προετοιμασία της συνάντησης προκύπτει ότι αυτή αφορούσε τις κατευθυντήριες γραμμές τις οποίες ένας αντιπροσωπευτικός οργανισμός επιθυμούσε να επικαλεστεί ενώπιον της Επιτροπής.

    590

    Η αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 122 συνδέεται στενά με την αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 108, καθόσον, αφενός, αποσκοπούσε σε συνάντηση με τον διευθυντή του εν λόγω αντιπροσωπευτικού οργανισμού και, αφετέρου, ένα ηλεκτρονικό μήνυμα που παρελήφθη την επομένη της συνάντησης καταδεικνύει ότι η πρώτη αυτή αποστολή είχε το ίδιο αντικείμενο με τη δεύτερη.

    591

    Το δείπνο με ναύαρχο, το οποίο αποτελούσε το αντικείμενο της αποστολής που μνημονεύεται στη γραμμή 280, σαφώς δεν μπορεί να συνδεθεί με τα καθήκοντα του Κ. Pinxten στο Ελεγκτικό Συνέδριο, στο μέτρο που τα ηλεκτρονικά μηνύματα που κατέσχεσε η OLAF αποδεικνύουν ότι το δείπνο αυτό είχε διοργανωθεί από ιδιώτη επιχειρηματία προκειμένου, μεταξύ άλλων, να ευχαριστήσει τον Κ. Pinxten για τη βοήθεια που του παρέσχε στο πλαίσιο της υπογραφής σύμβασης στον τομέα της άμυνας.

    592

    Στην περίπτωση της αποστολής που μνημονεύεται στη γραμμή 404, μολονότι το αντικείμενο του γεύματος που διοργανώθηκε με μέλος της Βελγικής Κυβέρνησης δεν είναι γνωστό, το γεγονός ότι από ηλεκτρονικό μήνυμα της 10ης Μαΐου 2016 προκύπτει ότι το μέλος αυτό προσκλήθηκε από τον Κ. Pinxten και τη νύφη του αποδεικνύει τον ιδιωτικό χαρακτήρα του γεύματος.

    593

    Τέταρτον, οι αποστολές που αφορούν δραστηριότητες αναψυχής ή φιλικές επαφές πρέπει, υπό το πρίσμα των εκτιμήσεων που εκτίθενται στη σκέψη 399 της παρούσας απόφασης, να θεωρηθούν ως προδήλως παράτυπες όταν δεν συνδέονται με γεγονός επικεντρωμένο σε επαγγελματικές δραστηριότητες.

    594

    Συναφώς, πρέπει να γίνει μνεία της αποστολής που διαλαμβάνεται στη γραμμή 80, η οποία αφορούσε συνάντηση με τον διευθυντή πολιτιστικής οργάνωσης, και της αποστολής που μνημονεύεται στη γραμμή 322, η οποία, υπό το πρόσχημα πρόσκλησης εκ μέρους ιδιώτη επιχειρηματία, είχε ως πραγματικό σκοπό, λαμβανομένων υπόψη των στοιχείων που περιλαμβάνονται στην ατζέντα του Κ. Pinxten, να παράσχει σ’ αυτόν τη δυνατότητα να παρακολουθήσει παράσταση όπερας.

    595

    Παρά τη διαφάνεια των επίμαχων εντολών αποστολής, η υπ’ αριθ. 101 αποστολή, η οποία αφορούσε τη συμμετοχή στην υπαίθρια δεξίωση της βασιλικής ορχήστρας δωματίου της Βαλλονίας, καθώς και οι αποστολές που διαλαμβάνονται στις γραμμές 288, 345 και 394, οι οποίες συνδέονταν με συμμετοχή σε φεστιβάλ μουσικής, προδήλως δεν μπορούν να συνδεθούν με τα καθήκοντα μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου, το δε γεγονός ότι το εν λόγω φεστιβάλ απευθυνόταν στους «νέους Ευρωπαίους» δεν μπορεί να δικαιολογήσει τυχόν αντίθετη λύση.

    596

    Το συμπέρασμα αυτό επιβάλλεται κατά μείζονα λόγο όσον αφορά την αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 364, στο πλαίσιο της οποίας έγινε μια σύντομη επίσκεψη σε φεστιβάλ αφιερωμένο στη σκωτσέζικη κουλτούρα, βάσει εντολής αποστολής που έκανε λόγο μόνο για επίσημη πρόσκληση της φλαμανδικής αντιπροσωπείας.

    597

    Μολονότι σχετιζόταν με τελετή διεξαχθείσα σε πανεπιστημιακό πλαίσιο, ούτε η αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 99 μπορεί να συνδεθεί με τα καθήκοντα του Κ. Pinxten, στο μέτρο που τα έγγραφα που προσκόμισε το Ελεγκτικό Συνέδριο αναφέρουν ότι η τελετή αυτή είχε ως σκοπό να τιμήσει καλλιτέχνες και ότι, στο τέλος της, πραγματοποιήθηκε συναυλία.

    598

    Εξάλλου, δεν αμφισβητείται ότι η αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 202 αφορούσε τη συμμετοχή του Κ. Pinxten στον γάμο τέκνου του Βέλγου δικαστή στο Δικαστήριο.

    599

    Το αντικείμενο της αποστολής αυτής δεν περιγραφόταν με σαφήνεια στην εντολή αποστολής, η οποία αναφερόταν απλώς σε επίσημη πρόσκληση του εν λόγω δικαστή, χωρίς να διευκρινίζει ότι η πρόσκληση αυτή αφορούσε οικογενειακή τελετή.

    600

    Η ιδιότητα, όμως, των εμπλεκόμενων προσώπων δεν μπορεί να αποδείξει το νομότυπο της αποστολής που μνημονεύεται στη γραμμή 202.

    601

    Η συλλογιστική αυτή πρέπει να εφαρμοστεί στην αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 300 και, εν μέρει, στην αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 362, δεδομένου ότι από την ατζέντα του Κ. Pinxten προκύπτει ότι οι αποστολές αυτές αφορούσαν τους γάμους τέκνων εξεχουσών προσωπικοτήτων του Βελγίου.

    iii) Επί των εξόδων εκπροσώπησης και υποδοχής

    602

    Κατά τη διάρκεια των δύο θητειών του Κ. Pinxten, η επιστροφή των εξόδων εκπροσώπησης και υποδοχής στα οποία υποβάλλονταν τα μέλη του Ελεγκτικού Συνεδρίου διεπόταν από την απόφαση 7-2004.

    603

    Το άρθρο 2 της απόφασης αυτής προέβλεπε την επιστροφή των δαπανών εκπροσώπησης και υποδοχής γενικού χαρακτήρα στις οποίες «υποβάλλονται τα Μέλη υπό την ιδιότητά τους ως Μελών θεσμικού οργάνου».

    604

    Το άρθρο αυτό όριζε, επιπλέον, ότι η εν λόγω επιστροφή πραγματοποιείται κατόπιν υποβολής δηλώσεων οι οποίες αναφέρουν την ημερομηνία της πρόσκλησης, τον αριθμό των προσκεκλημένων και την ιδιότητα του κύριου προσκεκλημένου και στις οποίες επισυνάπτονται οι αποδείξεις ή άλλα δικαιολογητικά έγγραφα που θεωρούνται ως ισοδύναμα.

    605

    Το άρθρο 6 της εν λόγω απόφασης όριζε, εξάλλου, ότι τα έξοδα τα οποία καταβάλλονται για τις δεξιώσεις που πραγματοποιούνται σε οικία επιστρέφονται μέχρι του ποσού που προκύπτει από τα προσκομισθέντα δικαιολογητικά έγγραφα.

    606

    Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι η επιστροφή των εξόδων εκπροσώπησης και υποδοχής προϋπέθετε, αφενός, την προσκόμιση δικαιολογητικών εγγράφων και, αφετέρου, να έχουν πραγματοποιηθεί τα έξοδα αυτά υπό την ιδιότητα του μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

    607

    Η έννοια των «εξόδων εκπροσώπησης και υποδοχής» διευκρινιζόταν στο σημείωμα της 22ας Απριλίου 2004, το οποίο συμπλήρωνε την απόφαση 7-2004.

    608

    Συναφώς, επισημαίνεται ότι, μολονότι από το αντικείμενό του προκύπτει ότι το εν λόγω σημείωμα δεν παρήγε, αυτό καθεαυτό, δεσμευτικά αποτελέσματα, εντούτοις τα μέλη του Ελεγκτικού Συνεδρίου όφειλαν, προκειμένου να συμμορφωθούν προς την υπομνησθείσα στη σκέψη 243 της παρούσας απόφασης υποχρέωσή τους να συμπεριφέρονται κατά τρόπο άμεμπτο, να λάβουν δεόντως υπόψη τις αρχές που διατυπώνονταν στο εν λόγω σημείωμα.

    609

    Από το σημείωμα της 22ας Απριλίου 2004 προκύπτει, καταρχάς, ότι τα έξοδα εκπροσώπησης και υποδοχής προορίζονταν κατ’ ουσίαν να προωθήσουν τις εξωτερικές σχέσεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου και ότι τα μέλη του τελευταίου το εκπροσωπούσαν, ιδίως, όταν διατηρούσαν, προς το συμφέρον του θεσμικού οργάνου, επαγγελματικές σχέσεις με πρόσωπα που ασκούσαν καθήκοντα εντός της Ένωσης, των κρατών μελών ή τρίτων χωρών.

    610

    Το σημείωμα αυτό ανέφερε, περαιτέρω, ότι οι δαπάνες για κάθε εκδήλωση έπρεπε να είναι ανάλογες της σημασίας της εκδήλωσης και της ιδιότητας των συμμετεχόντων.

    611

    Τέλος, το εν λόγω σημείωμα προέβλεπε ότι οι σύζυγοι και οι σύντροφοι των μελών του Ελεγκτικού Συνεδρίου καθώς και των προσκεκλημένων τους μπορούσαν να συμμετάσχουν στις εκδηλώσεις για τις οποίες καταβάλλονταν έξοδα εκπροσώπησης και υποδοχής. Αντιθέτως, όσον αφορά τους φίλους ή τις προσωπικές σχέσεις των μελών αυτών, οι προσκλήσεις έπρεπε να είναι ιδιωτικές, πράγμα που σημαίνει ότι τα εν λόγω μέλη έπρεπε να φέρουν τα σχετικά με την πρόσκλησή τους έξοδα.

    612

    Το παράρτημα 1 του σημειώματος της 22ας Απριλίου 2004 περιείχε πρόσθετες κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τα έξοδα εκπροσώπησης και υποδοχής.

    613

    Ειδικότερα, από το παράρτημα αυτό προκύπτει ότι τα έξοδα που καταβάλλονταν εκτός του Ελεγκτικού Συνεδρίου έπρεπε, κατά κανόνα, να αφορούν πρόσωπα που ασκούν πρωταρχικής σημασίας καθήκοντα εντός της Ένωσης, των κρατών μελών ή τρίτων χωρών και ότι οι δαπάνες που πραγματοποιούνταν στην ιδιωτική κατοικία μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου δεν έπρεπε να υπερβαίνουν το μέτρο που ήταν αναγκαίο για τον σκοπό αυτόν.

    614

    Το παράρτημα 2 του σημειώματος αποτελούνταν από ένα έντυπο στο οποίο μπορούσαν να δηλωθούν τα έξοδα εκπροσώπησης και υποδοχής, με αναφορά της ημερομηνίας, της ώρας, του τύπου και του λόγου της εκδήλωσης καθώς και του αριθμού και της ιδιότητας των συμμετεχόντων.

    615

    Από τις σκέψεις 609 έως 614 της παρούσας απόφασης προκύπτει ότι ο λόγος της εκπροσώπησης ή της υποδοχής και η ιδιότητα του προσκεκλημένου ή των προσκεκλημένων αποτελούσαν τα κύρια κριτήρια που χρησιμοποιήθηκαν στο σημείωμα της 22ας Απριλίου 2004 και στο παράρτημα 1 του σημειώματος για να συγκεκριμενοποιηθεί η προϋπόθεση του άρθρου 2 της απόφασης 7-2004, κατά την οποία τα έξοδα αυτά μπορούν να επιστραφούν αν έχουν καταβληθεί υπό την ιδιότητα του μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

    616

    Οι μόνες ουσιώδεις πληροφορίες που έπρεπε, σύμφωνα με την απόφαση 7-2004 και το παράρτημα 2 του σημειώματος της 22ας Απριλίου 2004, να παρασχεθούν προκειμένου να επιστραφούν τα έξοδα αυτά αφορούσαν επίσης τα δύο ως άνω στοιχεία.

    617

    Επομένως, βάσει των εν λόγω στοιχείων πρέπει να εκτιμηθεί αν είναι δικαιολογημένη η καταβολή εξόδων εκπροσώπησης και υποδοχής των οποίων την επιστροφή ζήτησε ο Κ. Pinxten.

    618

    Πάντως, όσον αφορά το βάρος αποδείξεως, πρέπει να γίνει δεκτό ότι, όταν οι επαγγελματικές σχέσεις που διατηρούνται με ένα πρόσωπο ενδέχεται, λαμβανομένης υπόψη της ιδιότητας του τελευταίου, να παρουσιάζουν ενδιαφέρον για το Ελεγκτικό Συνέδριο, η πρόσκληση προς το πρόσωπο αυτό πρέπει να θεωρείται νομότυπη, εκτός αν το Ελεγκτικό Συνέδριο έχει προσκομίσει στοιχεία που αποδεικνύουν τον ιδιωτικό χαρακτήρα της πρόσκλησης.

    – Επί των εξόδων εκπροσώπησης που συνδέονται με τις σχέσεις με πολιτικούς ιθύνοντες

    619

    Η ανάλυση που εκτίθεται στις σκέψεις 427 έως 438 της παρούσας απόφασης σχετικά με τις πληρωμές που αφορούν τα έξοδα αποστολής και τις ημερήσιες αποζημιώσεις για αποστολές σχετικές με συναντήσεις με πολιτικούς ιθύνοντες ισχύει και όσον αφορά την επιστροφή εξόδων εκπροσώπησης που συνδέονται με τέτοιες συναντήσεις.

    620

    Συγκεκριμένα, αφενός, από το σημείωμα της 22ας Απριλίου 2004 προκύπτει ρητώς ότι τα έξοδα που αφορούν τα πρόσωπα που ασκούν πρωταρχικής σημασίας καθήκοντα εντός της Ένωσης, των κρατών μελών ή τρίτων χωρών, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται οι πολιτικοί ιθύνοντες που ασκούν σημαντικά καθήκοντα, συνιστούσαν δαπάνες αποδεκτές ως έξοδα εκπροσώπησης.

    621

    Αφετέρου, μολονότι η καταβολή εξόδων εκπροσώπησης δεν προϋπέθετε τη χορήγηση προηγούμενων εγκρίσεων, γεγονός παραμένει ότι η συστηματική επιστροφή τέτοιων εξόδων όταν αυτά συνδέονταν με προσκλήσεις τις οποίες απηύθυνε ο Κ. Pinxten σε πολιτικούς ιθύνοντες που προσδιορίζονταν σαφώς ως τέτοιοι καταδεικνύει ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο είχε ασκήσει το περιθώριο εκτιμήσεως που διαθέτει υπό την έννοια ότι ήταν προς το συμφέρον του να διατηρούν τα μέλη του επαγγελματικές σχέσεις με τέτοιους ιθύνοντες.

    622

    Επομένως, οι αιτήσεις του Κ. Pinxten περί επιστροφής εξόδων εκπροσώπησης στα οποία υποβλήθηκε στο πλαίσιο προσκλήσεων προς πολιτικούς ιθύνοντες δεν μπορούν, καταρχήν, να του προσαφθούν, εκτός αν τα έγγραφα που προσκόμισε το Ελεγκτικό Συνέδριο αποδεικνύουν ότι μια πρόσκληση έπρεπε να διαχωριστεί από τα καθήκοντα του Κ. Pinxten.

    623

    Αντιθέτως προς όσα υποστηρίζει το Ελεγκτικό Συνέδριο, ο διαχωρίσιμος χαρακτήρας μιας πρόσκλησης σε σχέση με τα καθήκοντα δεν μπορεί, για τους λόγους που εκτίθενται στις σκέψεις 464 έως 467 της παρούσας απόφασης, να τεκμαίρεται από το γεγονός και μόνον ότι ο προσκληθείς είναι μέλος του επίμαχου πολιτικού κόμματος.

    624

    Υπό τις συνθήκες αυτές, εφόσον το Ελεγκτικό Συνέδριο δεν προέβαλε πρόσθετους λόγους ή αποδεικτικά στοιχεία περί παρατυπίας, πρέπει να θεωρηθούν νομότυπες οι αιτήσεις επιστροφής των εξόδων εκπροσώπησης που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο προσκλήσεων προς μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (οι οποίες μνημονεύονται στις γραμμές 2, 14, 19, 24, 65, 257, 314, 323, 338, 350, 357, 382 και 408), προς μέλη της Βελγικής Κυβέρνησης (τις οποίες αφορούν οι γραμμές 12, 23, 27, 57 και 168) ή, ακόμη, προς μέλη του Βελγικού Κοινοβουλίου (οι οποίες μνημονεύονται στις γραμμές 23, 116, 117, 168, 171, 183, 184, 190, 194, 204, 218, 236, 276, 293, 294, 336, 354, 358, 367 και 381).

    625

    Καίτοι λιγότερο ουσιώδη, τα καθήκοντα που ασκεί μέλος του γραφείου του αρχηγού πολιτικής ομάδας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του γραφείου μέλους της Βελγικής Κυβέρνησης είναι αρκούντως σημαντικά για να δικαιολογήσουν το νομότυπο των επιστροφών που ζήτησε ο Κ. Pinxten στις περιπτώσεις που μνημονεύονται στις γραμμές 27, 63, 150 και 168. Το ίδιο ισχύει όσον αφορά πρόσκληση προς τον προϊστάμενο του γραφείου του Βασιλιά των Βέλγων, την οποία αφορά η γραμμή 339.

    626

    Όσον αφορά τα έξοδα που μνημονεύονται στις γραμμές 89 και 111, το γεγονός ότι οι επίμαχες προσκλήσεις απευθύνθηκαν σε μέλη της Βελγικής Κυβέρνησης κατά τη διάρκεια μιας περιόδου αδείας δεν είναι ικανό να αποδείξει τον παράτυπο χαρακτήρα των σχετικών αιτήσεων επιστροφής, δεδομένου ότι η ελευθερία που διαθέτει ένα μέλος του Ελεγκτικού Συνεδρίου να μεταβεί στο κράτος μέλος καταγωγής του κατά τη διάρκεια τέτοιων περιόδων συνεπάγεται ότι οι περίοδοι αυτές είναι ιδιαίτερα ευνοϊκές για αντιπροσωπείες που αποσκοπούν στη διατήρηση επαγγελματικών σχέσεων με ιθύνοντες του εν λόγω κράτους μέλους.

    627

    Επιπλέον, στο μέτρο που το άρθρο 2 της απόφασης 7-2004 απαιτούσε απλώς να γίνει μνεία του κύριου προσκεκλημένου προκειμένου να δικαιολογηθεί η καταβολή εξόδων εκπροσώπησης, η παρουσία ενός ακόμη προσκεκλημένου, του οποίου η ιδιότητα δεν δικαιολογεί αφ’ εαυτής μια τέτοια δαπάνη, κατά τη διάρκεια δείπνου με βουλευτή του εθνικού κοινοβουλίου ή γεύματος με μέλος της Βελγικής Κυβέρνησης, τα οποία μνημονεύονται, αντιστοίχως, στις γραμμές 90 και 281, δεν αρκεί για να αποδειχθεί ο παράτυπος χαρακτήρας του συνόλου της αίτησης επιστροφής των επίμαχων εξόδων εκπροσώπησης.

    628

    Εξάλλου, η παρουσία της συζύγου του Κ. Pinxten και των συζύγων των προσκεκλημένων του κατά τη διάρκεια δείπνου με μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, το οποίο αφορά η γραμμή 370, δεν αποδεικνύει τον ιδιωτικό χαρακτήρα του δείπνου αυτού, δεδομένου ότι, όπως προκύπτει από τη σκέψη 611 της παρούσας απόφασης, το σημείωμα της 22ας Απριλίου 2004 επέτρεπε ρητώς μια τέτοια πρακτική.

    629

    Αντιθέτως, πρώτον, για τους λόγους που εκτίθενται στις σκέψεις 471 και 472 της παρούσας απόφασης, έξοδα εκπροσώπησης δεν μπορούν, καταρχήν, να καταβληθούν νομίμως όσον αφορά προσκλήσεις προς πρώην εξέχοντες πολιτικούς ιθύνοντες οι οποίοι έπαυσαν να ασκούν τα καθήκοντά τους ή προς τοπικούς πολιτικούς ιθύνοντες.

    630

    Τέτοια παρατυπία πρέπει, ειδικότερα, να διαπιστωθεί όσον αφορά τα έξοδα εκπροσώπησης που μνημονεύονται στις γραμμές 15, 152, 201 και 253, τα οποία αφορούσαν προσκλήσεις προς πρώην μέλη του Βελγικού Κοινοβουλίου ή της Βελγικής Κυβέρνησης.

    631

    Το ίδιο ισχύει για τα έξοδα που μνημονεύονται στη γραμμή 341, σχετικά με δείπνο με πρώην Υπουργό, το οποίο αποτελούσε επίσης αντικείμενο αποστολής της οποίας η παρατυπία διαπιστώθηκε στη σκέψη 424 της παρούσας απόφασης.

    632

    Επιπλέον, το γεγονός ότι ως αιτιολογία για την καταβολή των εξόδων που μνημονεύονται στη γραμμή 302 προβλήθηκε η διοργάνωση δείπνου με τοπικά εκλεγμένους αντιπροσώπους αποδεικνύει τον παράτυπο χαρακτήρα της αίτησης επιστροφής των εξόδων αυτών.

    633

    Δεύτερον, ορισμένες αιτήσεις επιστροφής εξόδων εκπροσώπησης που υποβλήθηκαν κατόπιν προσκλήσεων του Κ. Pinxten προς πολιτικούς ιθύνοντες πρέπει να θεωρηθούν ως παράτυπες καθόσον οι περιστάσεις υπό τις οποίες απεστάλησαν οι προσκλήσεις αυτές καθιστούν δυνατή την άμεση συσχέτισή τους με την πολιτική δραστηριότητα του Κ. Pinxten η οποία αποτελεί το αντικείμενο του πρώτου σκέλους της τέταρτης αιτίασης.

    634

    Τούτο ισχύει όσον αφορά τις αιτήσεις επιστροφής των εξόδων που μνημονεύονται στις γραμμές 16, 20 και 29, καθόσον οι αιτήσεις αυτές αφορούσαν προσκλήσεις προς πρόσωπα τα οποία ο Κ. Pinxten είχε παρουσιάσει ως ασκούντα καθήκοντα εντός του επίμαχου πολιτικού κόμματος και ως προς τα οποία ουδόλως προκύπτει ότι είχαν πολιτικές ευθύνες πρωταρχικής σημασίας.

    635

    Η αίτηση επιστροφής των εξόδων που μνημονεύονται στη γραμμή 70, τα οποία αφορούσαν γεύμα με μέλος του γραφείου Ευρωπαίου επιτρόπου, πρέπει επίσης να θεωρηθεί παράτυπη, δεδομένου ότι το γεύμα αυτό διοργανώθηκε κατόπιν συνεδρίασης του προεδρείου του επίμαχου πολιτικού κόμματος και από τα πρακτικά της εν λόγω συνεδρίασης προκύπτει ότι τόσο ο επίτροπος όσο και ο Κ. Pinxten είχαν παραστεί σε αυτήν.

    636

    Το ίδιο ισχύει και για τις αιτήσεις επιστροφής των εξόδων που μνημονεύονται στις γραμμές 34, 54, 84, 85 και 88, οι οποίες αφορούσαν, στο σύνολό τους, προσκλήσεις που απεστάλησαν σε Βέλγους πολιτικούς ιθύνοντες, μέλη του επίμαχου πολιτικού κόμματος, στο περιθώριο συνεδριάσεων ή εορταστικών εκδηλώσεων που διοργανώθηκαν από το πολιτικό αυτό κόμμα, στις οποίες αποδεικνύεται ότι έλαβε μέρος ο Κ. Pinxten.

    637

    Η επιστροφή, εν είδει εξόδων εκπροσώπησης, του μνημονευόμενου στη γραμμή 275 καταβληθέντος ποσού μιας «συνεισφοράς» η οποία καθιστούσε δυνατή, λαμβανομένων υπόψη των στοιχείων που περιλαμβάνονται στο σχετικό τιμολόγιο, τη συμμετοχή σε «καφέ με πολιτική συζήτηση» που διοργανώθηκε από το επίμαχο πολιτικό κόμμα πρέπει, επίσης, να θεωρηθεί παράτυπη λόγω του άμεσου συνδέσμου της με την πολιτική δραστηριότητα που ασκούσε ο Κ. Pinxten.

    – Επί των εξόδων εκπροσώπησης που συνδέονται με τις σχέσεις με άλλα πρόσωπα

    638

    Όσον αφορά τα έξοδα εκπροσώπησης που συνδέονται με τις σχέσεις με άλλα πρόσωπα πλην πολιτικών ιθυνόντων, επισημαίνεται ότι, δεδομένου ότι, στις πράξεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου σχετικά με την επιστροφή τέτοιων εξόδων, δεν γίνεται καμία ρητή μνεία στους υπευθύνους ιδιωτικών οικονομικών φορέων, αντιπροσωπευτικών οργανισμών ή ενώσεων, οι αρχές που διατυπώνονται στις σκέψεις 476 έως 515 της παρούσας απόφασης ως προς τα έξοδα αποστολής και τις ημερήσιες αποζημιώσεις πρέπει να εφαρμοστούν, τηρουμένων των αναλογιών, κατά την εκτίμηση του ζητήματος αν τα έξοδα εκπροσώπησης που καταβλήθηκαν στο πλαίσιο προσκλήσεων προς τέτοιους υπευθύνους σχετίζονταν με τα καθήκοντα του Κ. Pinxten.

    639

    Επί της βάσης αυτής, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι, σε δέκα περιπτώσεις που αφορούσαν προσκλήσεις προς άλλα πρόσωπα πλην πολιτικών ιθυνόντων, το Ελεγκτικό Συνέδριο δεν κατόρθωσε να αποδείξει ότι οι αιτήσεις επιστροφής εξόδων εκπροσώπησης τις οποίες υπέβαλε ο Κ. Pinxten αφορούσαν έξοδα που δεν είχαν πραγματοποιηθεί υπό την ιδιότητά του ως μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

    640

    Ειδικότερα, όσον αφορά τα έξοδα που διαλαμβάνονται στη γραμμή 17, μια πρόσκληση απευθυνόμενη σε ανώτερο διοικητικό στέλεχος επιφορτισμένο με την προεδρία επιτροπής στη διεύθυνση της Ομοσπονδιακής Δημόσιας Υπηρεσίας Οικονομικών (Βέλγιο) πρέπει, ελλείψει αποδείξεων σχετικά με τον ιδιωτικό χαρακτήρα της εν λόγω πρόσκλησης, να θεωρηθεί ως εμπίπτουσα στην κατηγορία αυτή.

    641

    Λαμβανομένης υπόψη της ιδιότητας των εμπλεκόμενων προσώπων, το συμπέρασμα αυτό πρέπει να συναχθεί και όσον αφορά τα έξοδα εκπροσώπησης που διαλαμβάνονται στις γραμμές 35, 373 και 374, τα οποία αφορούσαν προσκλήσεις απευθυνόμενες στον πρύτανη πανεπιστημίου και σε πρόσωπο που ασκούσε καθήκοντα στο πλαίσιο διεθνούς οργανισμού.

    642

    Το ίδιο ισχύει όσον αφορά τα έξοδα που διαλαμβάνονται στις γραμμές 28 και 290, στο μέτρο που οι προσκλήσεις προς τον διευθυντή αντιπροσωπευτικής ένωσης με ευρωπαϊκή διάσταση και προς έναν υπεύθυνο διεθνούς ελεγκτικού γραφείου μπορούσαν, βάσει των εκτιμήσεων που περιλαμβάνονται στις σκέψεις 495 έως 497 και 515 της παρούσας απόφασης, να συνδεθούν με τα καθήκοντα μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

    643

    Επιπλέον, λαμβανομένων υπόψη των εκτιμήσεων που εκτίθενται στη σκέψη 638 της παρούσας απόφασης, οι αιτήσεις επιστροφής των εξόδων σχετικά με το γεύμα και τα δείπνα που μνημονεύονται στις γραμμές 56, 138, 284 και 382 πρέπει να θεωρηθούν νομότυπες, δεδομένου ότι διαπιστώθηκε στις σκέψεις 570 έως 575 της παρούσας απόφασης ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο δεν απέδειξε τον παράτυπο χαρακτήρα των αποστολών κατά τη διάρκεια των οποίων πραγματοποιήθηκαν τα έξοδα αυτά.

    644

    Εξάλλου, τα έξοδα που καταβλήθηκαν για το μνημονευόμενο στη γραμμή 98 δείπνο με τον προϊστάμενο του γραφείου ενός μέλους της Επιτροπής πρέπει καταρχήν, λαμβανομένων υπόψη των καθηκόντων που ασκούσε ο προσκεκλημένος, να θεωρηθούν ως πραγματοποιηθέντα υπό την ιδιότητα του μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

    645

    Τα στοιχεία που προσκόμισε συναφώς το Ελεγκτικό Συνέδριο δεν αρκούν για να αποδείξουν το βάσιμο του ισχυρισμού του ότι το δείπνο αυτό είχε ιδιωτικό χαρακτήρα.

    646

    Αφενός, μολονότι το θεσμικό όργανο επικαλείται ανταλλαγή ηλεκτρονικών μηνυμάτων της 20ής Μαΐου 2010, διαπιστώνεται ότι από τα εν λόγω μηνύματα προκύπτει ότι τα συγκεκριμένα ζητήματα που μνημονεύονταν σε αυτά ρυθμίστηκαν πριν από το δείπνο και ότι από κανένα στοιχείο δεν προκύπτει ότι αποτελούσαν το αντικείμενο του εν λόγω δείπνου.

    647

    Αφετέρου, το επιχείρημα του Ελεγκτικού Συνεδρίου ότι το κόστος του επίμαχου δείπνου συνεπαγόταν παράβαση, εκ μέρους του προσκεκλημένου, των υποχρεώσεων που αυτός υπείχε από το άρθρο 11 του ΚΥΚ δεν είναι, εν πάση περιπτώσει, ικανό να αποδείξει τον ιδιωτικό χαρακτήρα του δείπνου.

    648

    Αντιθέτως, σε 26 περιπτώσεις που αφορούν προσκλήσεις προς άλλα πρόσωπα πλην πολιτικών ιθυνόντων, οι αιτήσεις επιστροφής εξόδων εκπροσώπησης που υπέβαλε ο Κ. Pinxten πρέπει να θεωρηθούν παράτυπες.

    649

    Συγκεκριμένα, λαμβανομένων υπόψη των διαπιστώσεων που εκτέθηκαν στις σκέψεις 484, 487, 489 και 493 της παρούσας απόφασης όσον αφορά τον παράτυπο χαρακτήρα των αποστολών που διαλαμβάνονται στις γραμμές 45, 251, 283, 287, 307 και 325, καθόσον οι αποστολές αυτές είχαν ως αντικείμενο τη συνάντηση με υπευθύνους ιδιωτικών οικονομικών φορέων, τα έξοδα εκπροσώπησης που καταβλήθηκαν στο πλαίσιο των εν λόγω αποστολών, την επιστροφή των οποίων ζήτησε ο Κ. Pinxten, δεν μπορούν να θεωρηθούν ως πραγματοποιηθέντα υπό την ιδιότητα του μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

    650

    Πρέπει επίσης να θεωρηθούν παράτυπες οι αιτήσεις επιστροφής που συνδέονται με τα έξοδα εκπροσώπησης που μνημονεύονται στις γραμμές 13, 79, 115, 154, 178 και 318, τα οποία αφορούσαν προσκλήσεις προς υπευθύνους οικονομικών φορέων ή αντιπροσωπευτικών οργανισμών.

    651

    Επιπλέον, τα έξοδα εκπροσώπησης που καταβλήθηκαν στο πλαίσιο εγκεκριμένης εξωτερικής δραστηριότητας δεν μπορούν, εξ ορισμού, να θεωρηθούν ως πραγματοποιηθέντα υπό την ιδιότητα του μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

    652

    Ειδικότερα, το δείπνο που μνημονεύεται στη γραμμή 385 πρέπει να συνδεθεί με τα καθήκοντα του προέδρου του SBNL-V τα οποία ασκούσε ο Κ. Pinxten ως εγκεκριμένη εξωτερική δραστηριότητα, δεδομένου, αφενός, ότι η ιδιότητα του προσκεκλημένου στο δείπνο αυτό η οποία μνημονεύεται στη δήλωση εξόδων παραπέμπει στα καθήκοντά του εντός του ταμείου που χρηματοδοτούσε το κύριο βραβείο το οποίο απένεμε ετησίως το SBNL-V και, αφετέρου, ότι ηλεκτρονικά μηνύματα που αντηλλάγησαν στις 2 Φεβρουαρίου 2016 αποδεικνύουν ότι το εν λόγω δείπνο είχε ως σκοπό να συζητηθεί το θέμα της διοργάνωσης του διαγωνισμού «Ευρωπαϊκό δέντρο της χρονιάς», ο οποίος έχει άμεση σχέση με το πεδίο δράσης του SBNL-V.

    653

    Λαμβανομένης υπόψη της σχέσης μεταξύ του SBNL-V και της ELO η οποία διαπιστώθηκε στις σκέψεις 525 έως 528 της παρούσας απόφασης, τα έξοδα εκπροσώπησης που διαλαμβάνονται στη γραμμή 409, τα οποία αφορούσαν δείπνο που παρατέθηκε για τον γενικό γραμματέα της ELO, πρέπει επίσης να συνδεθούν με τη δραστηριότητα του Κ. Pinxten εντός του SBNL-V.

    654

    Μια αίτηση επιστροφής εξόδων εκπροσώπησης πρέπει επίσης να θεωρηθεί παράτυπη εάν η αίτηση δεν διευκρίνιζε σαφώς την ιδιότητα του προσκεκλημένου και ο Κ. Pinxten δεν παρέσχε καμία πρόσθετη πληροφορία επ’ αυτού κατά τη διάρκεια της παρούσας διαδικασίας.

    655

    Τέτοια παρατυπία συντρέχει όσον αφορά τα έξοδα εκπροσώπησης που μνημονεύονται στις γραμμές 39, 262 και 297, δεδομένων των διαπιστώσεων που έγιναν στις σκέψεις 585 και 587 όσον αφορά την παρατυπία των αποστολών κατά τη διάρκεια των οποίων πραγματοποιήθηκαν τα έξοδα αυτά.

    656

    Ούτε η ιδιότητα του «διευθυντή μελέτης» ή του «διευθυντή», η οποία χρησιμοποιείται για έναν προσκεκλημένο στις αιτήσεις επιστροφής εξόδων εκπροσώπησης στις οποίες παραπέμπουν οι γραμμές 21 και 40, αρκεί για να αποδειχθεί ότι τα έξοδα αυτά πραγματοποιήθηκαν υπό την ιδιότητα του μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Το ίδιο ισχύει για τις ιδιότητες «Dr Pr» και «Dr» που χρησιμοποιούνται στις αιτήσεις επιστροφής οι οποίες αφορούν τα έξοδα εκπροσώπησης που μνημονεύονται στις γραμμές 37, 254 και 255.

    657

    Μολονότι η ιδιότητα των προσκεκλημένων μνημονεύεται με ακρίβεια στις αιτήσεις επιστροφής των εξόδων εκπροσώπησης που διαλαμβάνονται στις γραμμές 36 και 42, δεν μπορεί, εντούτοις, να θεωρηθεί ότι αποδεικνύεται η σχέση μεταξύ προσκλήσεων απευθυνόμενων στον διευθυντή πολιτιστικής οργάνωσης ή σε εισαγγελέα και των καθηκόντων του Κ. Pinxten.

    658

    Τα προσκομισθέντα από το Ελεγκτικό Συνέδριο αποδεικτικά στοιχεία καθιστούν, εξάλλου, δυνατό να αποδειχθεί ο ιδιωτικός χαρακτήρας ορισμένων προσκλήσεων προς πρόσωπα των οποίων η ιδιότητα θα μπορούσε, καταρχήν, να δικαιολογήσει την πραγματοποίηση εξόδων εκπροσώπησης.

    659

    Τούτο ισχύει όσον αφορά την πρόσκληση προς τον πρέσβη του Βασιλείου του Βελγίου στη Γαλλία, η οποία αποτελεί το αντικείμενο της γραμμής 268, δεδομένου ότι η πρόσκληση αφορούσε δείπνο που διοργανώθηκε σε εστιατόριο κοντά σε αμπελώνα και από πλείονα ηλεκτρονικά μηνύματα προκύπτει ότι η μετακίνηση του Κ. Pinxten και του προσκεκλημένου του στην περιοχή είχε ως σκοπό να επισκεφθούν τον αμπελώνα αυτό.

    660

    Ο ιδιωτικός χαρακτήρας της πρόσκλησης προς μέλος της Βελγικής Κυβέρνησης, την οποία αφορά η γραμμή 404, πρέπει επίσης να θεωρηθεί ότι έχει αποδειχθεί, λαμβανομένων υπόψη των διαπιστώσεων που εκτίθενται στη σκέψη 592 της παρούσας απόφασης.

    – Επί των εξόδων που αφορούν τις δεξιώσεις που διοργανώθηκαν στην κατοικία του Κ. Pinxten

    661

    Κατά τη διάρκεια των δύο θητειών του ως μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ο Κ. Pinxten διοργάνωσε δέκα δεξιώσεις στην κατοικία του για τις οποίες υπέβαλε αιτήσεις επιστροφής εξόδων υποδοχής που περιγράφονται από το Ελεγκτικό Συνέδριο, στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, ως παράτυπες.

    662

    Όπως προκύπτει από τη σκέψη 605 της παρούσας απόφασης, το άρθρο 6 της απόφασης 7-2004 προέβλεπε ότι τα έξοδα τα οποία καταβάλλονται για τις δεξιώσεις που πραγματοποιούνται σε οικία επιστρέφονται μέχρι του ποσού που προκύπτει από τα προσκομισθέντα δικαιολογητικά έγγραφα.

    663

    Εν προκειμένω, η παρατυπία που επικαλείται το Ελεγκτικό Συνέδριο δεν αφορά ούτε τον υπερβολικό χαρακτήρα των εξόδων των οποίων την επιστροφή ζήτησε ο Κ. Pinxten για τις δεξιώσεις που διοργάνωσε στην κατοικία του ούτε την ανεπάρκεια των δικαιολογητικών εγγράφων που προσκομίστηκαν συναφώς, αλλά αποκλειστικά τον προβαλλόμενο ιδιωτικό χαρακτήρα των εν λόγω δεξιώσεων.

    664

    Δεδομένου ότι οι εσωτερικοί κανόνες του Ελεγκτικού Συνεδρίου δεν προέβλεπαν ειδικό κριτήριο σχετικά με τις δεξιώσεις στην κατοικία ενός μέλους του θεσμικού οργάνου, τα έξοδα που προέκυψαν από μια τέτοια δεξίωση πρέπει να θεωρηθούν ως πραγματοποιηθέντα υπό την ιδιότητα του μέλους του θεσμικού οργάνου εάν η δεξίωση αυτή κατέστησε δυνατό να εξασφαλιστούν, προς το συμφέρον του εν λόγω θεσμικού οργάνου, επαγγελματικές σχέσεις με τους προσκεκλημένους στη δεξίωση.

    665

    Όπως προκύπτει από τη σκέψη 618 της παρούσας απόφασης, η ύπαρξη τέτοιου συμφέροντος για το Ελεγκτικό Συνέδριο πρέπει, στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, να εκτιμηθεί καταρχήν βάσει της ιδιότητας των προσκεκλημένων στις δεξιώσεις που διοργανώθηκαν στην κατοικία του Κ. Pinxten.

    666

    Από τις κατευθυντήριες γραμμές του παραρτήματος 1 του σημειώματος της 22ας Απριλίου 2004 προκύπτει ότι οι προσκεκλημένοι αυτοί έπρεπε να είναι, μεταξύ άλλων, πρόσωπα που ασκούσαν πρωταρχικής σημασίας καθήκοντα εντός της Ένωσης, των κρατών μελών ή τρίτων χωρών. Σε περίπτωση που μεταξύ των εν λόγω προσκεκλημένων περιλαμβάνονταν και υπάλληλοι του Ελεγκτικού Συνεδρίου, έπρεπε να διατηρείται κατάλληλη ισορροπία μεταξύ των υπαλλήλων αυτών και των εξωτερικών σε σχέση με το θεσμικό όργανο προσώπων.

    667

    Επιπλέον, δεδομένου ότι από τις κατευθυντήριες αυτές γραμμές προκύπτει ότι οι προσωπικοί φίλοι και τα μέλη της οικογένειας του μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου, πλην του συζύγου ή του συντρόφου του, έπρεπε να προσκαλούνται με ιδιωτική πρόσκληση, τα έξοδα που αφορούσαν την πρόσκληση των προσώπων αυτών σε δεξίωση στην κατοικία μέλους του θεσμικού οργάνου δεν μπορούσαν να επιστραφούν εγκύρως από το εν λόγω θεσμικό όργανο.

    668

    Εξάλλου, πρέπει να γίνει δεκτό, για τους λόγους που εκτίθενται στη σκέψη 627 της παρούσας απόφασης, ότι το γεγονός ότι το άρθρο 2 της απόφασης 7-2004 απέδιδε πρωτεύοντα ρόλο στην «ιδιότητα του κύριου προσκεκλημένου» συνεπάγεται ότι η παρουσία, σε δεξίωση διοργανωθείσα στην κατοικία μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ενός ή περισσοτέρων προσκεκλημένων των οποίων η ιδιότητα δεν θα μπορούσε, αυτή καθεαυτήν, να δικαιολογήσει την πραγματοποίηση εξόδων υποδοχής δεν είναι ικανό να αποδείξει ότι η δεξίωση δεν είχε, στο σύνολό της, σχέση με τα καθήκοντα του μέλους αυτού.

    669

    Δεδομένου ότι οι εσωτερικοί κανόνες του Ελεγκτικού Συνεδρίου δεν προσδιορίζουν με σαφήνεια το καθεστώς που ισχύει για τους εν λόγω προσκεκλημένους, όταν αυτοί δεν ήταν ούτε προσωπικοί φίλοι ούτε μέλη της οικογένειας του μέλους του θεσμικού οργάνου, η υποβολή αίτησης επιστροφής των εξόδων στην οποία δεν γινόταν διάκριση μεταξύ αυτών και των λοιπών προσκεκλημένων, αλλά η οποία περιλάμβανε πλήρεις πληροφορίες σχετικά με την ιδιότητα των διαφόρων προσκεκλημένων, δεν μπορεί να θεωρηθεί, αυτή καθεαυτήν, ως ασκούσα επιρροή για την εκτίμηση της ύπαρξης παράβασης, εκ μέρους του Κ. Pinxten, των υποχρεώσεων που απορρέουν εκ της θέσεώς του.

    670

    Στο πλαίσιο αυτό, επισημαίνεται, πρώτον, ότι οι αιτήσεις επιστροφής εξόδων υποδοχής τις οποίες υπέβαλε ο Κ. Pinxten περιείχαν, κατά κανόνα, συγκεκριμένες πληροφορίες για καθέναν από τους προσκεκλημένους στις δεξιώσεις που διοργανώθηκαν στην κατοικία του και, επομένως, παρείχαν περισσότερες πληροφορίες απ’ ό,τι απαιτούσε το άρθρο 2 της απόφασης 7-2004.

    671

    Συνεπώς, το Ελεγκτικό Συνέδριο ήταν σε θέση να εκτιμήσει, έχοντας πλήρη επίγνωση της κατάστασης, το νομότυπο των εξόδων υποδοχής που αποτελούσαν το αντικείμενο των εν λόγω αιτήσεων όταν αποφάνθηκε επ’ αυτών.

    672

    Δεύτερον, κατ’ εφαρμογήν των εσωτερικών κανόνων του Ελεγκτικού Συνεδρίου, η συστηματική παρουσία, κατά τις επίμαχες δεξιώσεις, της συζύγου του Κ. Pinxten και των συζύγων των προσκεκλημένων δεν μπορεί να συνιστά παρατυπία ή να υποδηλώνει ότι οι δεξιώσεις αυτές είχαν ιδιωτικό χαρακτήρα.

    673

    Τρίτον, πρέπει να εξεταστεί κατά πόσον ασκεί επιρροή η επιστολή της 28ης Απριλίου 2015.

    674

    Κατά το Ελεγκτικό Συνέδριο, από τη διατύπωση της επιστολής αυτής προκύπτει, γενικώς, ότι οι δεξιώσεις που διοργανώθηκαν στην κατοικία του Κ. Pinxten αποσκοπούσαν, στην πραγματικότητα, σε συγκέντρωση με φίλους του και, επομένως, δεν είχαν καμία σχέση με τα καθήκοντά του ως μέλους του θεσμικού οργάνου.

    675

    Βεβαίως, στην εν λόγω επιστολή, ο Κ. Pinxten ανέφερε ότι προσκαλούσε τακτικά «ορισμένους φίλους για ανεπίσημο δείπνο στο σπίτι [του]», στο οποίο παρίσταντο μεταξύ άλλων «μία ή δύο σημαντικές πολιτικές προσωπικότητες καθώς και μερικοί φίλοι που κατέχουν υψηλή θέση στον χώρο των επιχειρήσεων», προκειμένου να «περάσου[ν] μια ευχάριστη, χαλαρή και εποικοδομητική βραδιά με καλή παρέα». Επομένως, οι προσκεκλημένοι ανήκαν «όλοι στον προσωπικό [του] κύκλο» και το δείπνο θα προσέφερε την ευκαιρία για μια «εύθυμη, ζεστή, συναρπαστική βραδιά με προσεκτικά επιλεγμένες προσωπικότητες της Φλάνδρας». Στην ίδια επιστολή αναγράφονταν εντέλει τα ονόματα των προσώπων που μπορούσαν να προσκληθούν σε ένα τέτοιο δείπνο.

    676

    Ωστόσο, επισημαίνεται, καταρχάς, ότι καμία από τις αιτήσεις επιστροφής εξόδων υποδοχής οι οποίες περιλαμβάνονται στη δικογραφία που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο δεν αφορούσε δείπνο στο οποίο να παρέστησαν ο Πρωθυπουργός του Βασιλείου του Βελγίου και τα λοιπά πρόσωπα που μνημονεύονται στην επιστολή της 28ης Απριλίου 2015.

    677

    Επομένως, η επιστολή αυτή αναφερόταν σε δείπνο το οποίο δεν διοργανώθηκε ή, τουλάχιστον, για το οποίο δεν υποβλήθηκε αίτηση επιστροφής την οποία το Ελεγκτικό Συνέδριο έκρινε παράτυπη.

    678

    Περαιτέρω, μολονότι η εν λόγω επιστολή περιείχε γενική περιγραφή των δείπνων που διοργάνωνε ο Κ. Pinxten στην κατοικία του, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η περιγραφή αυτή δεν αντιστοιχεί πραγματικά στα στοιχεία που προκύπτουν από τις αιτήσεις επιστροφής τις οποίες προσκόμισε το Ελεγκτικό Συνέδριο, στο μέτρο που ο κατάλογος των προσκεκλημένων στα δείπνα αυτά δεν περιοριζόταν σε «προσωπικότητες της Φλάνδρας» και περιελάμβανε συχνά ένα ή περισσότερα πρόσωπα που ασκούσαν αρμοδιότητες εντός των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων.

    679

    Τέλος, οι όροι «φίλοι» και «προσωπικός κύκλος», οι οποίοι θα μπορούσαν εκ πρώτης όψεως να δημιουργήσουν την εντύπωση ότι τα δείπνα που διοργάνωνε ο Κ. Pinxten στην κατοικία του ήταν ιδιωτικής φύσεως, δεν πρέπει κατ’ ανάγκην να νοούνται κατά γράμμα, δεδομένου ότι η επιστολή της 28ης Απριλίου 2015 είχε προδήλως ως σκοπό να παρουσιάσει με ελκυστικό τρόπο τα δείπνα που διοργάνωνε ο Κ. Pinxten και όχι να περιγράψει την πρακτική που πράγματι ακολουθούσε ο τελευταίος.

    680

    Εξάλλου, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι ο παραλήπτης της επιστολής αυτής δεν φαίνεται να αποτελεί ο ίδιος φίλο του Κ. Pinxten και ότι το γεγονός ότι περίπου 40 διαφορετικά πρόσωπα προσκλήθηκαν σε κάποιο από τα δείπνα αυτά δύσκολα συμβιβάζεται με την κατά γράμμα ερμηνεία των όρων «φίλοι» και «προσωπικός κύκλος».

    681

    Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι η επιστολή της 28ης Απριλίου 2015 δεν αρκεί για να αποδειχθεί ότι το σύνολο των δεξιώσεων που διοργάνωσε ο Κ. Pinxten στην κατοικία του είχαν ιδιωτικό χαρακτήρα.

    682

    Τέταρτον, σε οκτώ περιπτώσεις, οι οποίες μνημονεύονται στις γραμμές 22, 55, 110, 160, 216, 243, 245 και 279, οι ιδιότητες των περισσοτέρων από τους προσκεκλημένους σε δεξίωση διοργανωθείσα στην κατοικία του Κ. Pinxten ήταν ικανές να αποδείξουν ότι ο τελευταίος μπορούσε θεμιτώς να επιδιώξει τη διατήρηση, προς το συμφέρον του Ελεγκτικού Συνεδρίου, επαγγελματικών σχέσεων με τους προσκεκλημένους αυτούς.

    683

    Συγκεκριμένα, μεταξύ των προσκεκλημένων αυτών περιλαμβάνονταν πρόσωπα που ασκούσαν αρμοδιότητες πρωταρχικής σημασίας εντός των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων, ήτοι μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της Επιτροπής, του Δικαστηρίου και του Ελεγκτικού Συνεδρίου, και εντός των κρατών μελών, όπως μέλη του Βελγικού Κοινοβουλίου, της Βελγικής Κυβέρνησης και του γραφείου του Βασιλιά των Βέλγων καθώς και πρέσβεις ή υψηλόβαθμοι δημόσιοι υπάλληλοι.

    684

    Αντιθέτως, οι προσκεκλημένοι στη δεξίωση που μνημονεύεται στη γραμμή 123 δεν έχουν επαρκή σύνδεσμο με το Ελεγκτικό Συνέδριο ώστε να θεωρηθεί ότι τα σχετικά με τη δεξίωση αυτή έξοδα πραγματοποιήθηκαν από τον Κ. Pinxten ως μέλος του θεσμικού οργάνου.

    685

    Πράγματι, μολονότι ένα μέλος του Βελγικού Κοινοβουλίου περιλαμβανόταν βεβαίως στους προσκεκλημένους, όλοι οι λοιποί προσκεκλημένοι ασκούσαν καθήκοντα εντός ιδιωτικών οικονομικών φορέων. Επιπλέον, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι σε αυτούς περιλαμβάνονταν, μεταξύ άλλων, ο Βέλγος επιχειρηματίας τον οποίο ο Κ. Pinxten περιέγραψε ως «παλαιό φίλο» και ο οποίος μνημονεύεται στη σκέψη 493 της παρούσας απόφασης καθώς και διευθύνων σύμβουλος ομίλου του οποίου ο Κ. Pinxten ήταν διαχειριστής πριν από την ανάληψη των καθηκόντων του ως μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

    686

    Το ίδιο συμπέρασμα πρέπει να συναχθεί όσον αφορά τη δεξίωση που μνημονεύεται στη γραμμή 376. Πράγματι, εκτός από ένα μέλος της Επιτροπής, τα άλλα τέσσερα πρόσωπα που προσκλήθηκαν, μαζί με τους συζύγους τους, στο επίμαχο δείπνο κατείχαν όλα θέσεις σε ιδιωτικούς οικονομικούς φορείς ή σε αντιπροσωπευτικούς οργανισμούς. Επιπλέον, πρέπει να επισημανθεί ότι ο μνημονευθείς στην προηγούμενη σκέψη επιχειρηματίας και ένας υπεύθυνος της ELO, του οποίου η σχέση με την εγκεκριμένη εξωτερική δραστηριότητα του Κ. Pinxten έχει ήδη διαπιστωθεί, περιλαμβάνονταν στα πρόσωπα αυτά.

    iv) Επί της χρήσης του υπηρεσιακού αυτοκινήτου και επί της χρήσης των υπηρεσιών οδηγού

    687

    Κατά τη διάρκεια των δύο θητειών του Κ. Pinxten ως μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου, η χρήση των υπηρεσιακών αυτοκινήτων και η χρήση των υπηρεσιών οδηγού διέπονταν, διαδοχικά, από την απόφαση 33-2004 και, στη συνέχεια, από την απόφαση 19-2009.

    688

    Οι διατάξεις των αποφάσεων αυτών που έχουν σημασία για την υπό κρίση υπόθεση ήταν, κατ’ ουσίαν, παρόμοιες.

    689

    Το άρθρο 1 καθεμίας από τις εν λόγω αποφάσεις όριζε ότι υπηρεσιακά αυτοκίνητα είναι διαρκώς στη διάθεση των μελών του Ελεγκτικού Συνεδρίου, για τις μετακινήσεις τους στο πλαίσιο των καθηκόντων τους.

    690

    Το άρθρο 4, πρώτο εδάφιο, της απόφασης 33-2004 και το άρθρο 4, πρώτο εδάφιο, της απόφασης 19-2009 προέβλεπαν ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο αναλαμβάνει, εκτός από το κόστος της μίσθωσης, και τα έξοδα που προκύπτουν από τη χρήση του οχήματος από τα μέλη του θεσμικού οργάνου κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

    691

    Το άρθρο 4, δεύτερο εδάφιο, καθεμίας από τις αποφάσεις αυτές όριζε ότι ως μετακινήσεις κατά την άσκηση των καθηκόντων νοούνται οι μετακινήσεις που καλύπτονται από εντολή αποστολής και οι λοιπές μετακινήσεις που συνδέονται με την άσκηση των καθηκόντων, οι οποίες εκτιμώνται κατ’ αποκοπήν σε 15000 χιλιόμετρα ανά έτος.

    692

    Η έννοια των «λοιπών μετακινήσεων κατά την άσκηση των καθηκόντων» διευκρινιζόταν στα σχόλια επί της απόφασης 33-2004 και στα σχόλια επί της απόφασης 19-2009. Από τα σχόλια αυτά προέκυπτε ότι ως τέτοιες μετακινήσεις θεωρούνταν οι διαδρομές μεταξύ κατοικίας (στον τόπο υπηρεσίας) και τόπου εργασίας, οι διαδρομές μεταξύ τόπου υπηρεσίας ή κατοικίας και αεροδρομίου, οι διαδρομές που είναι αναγκαίες για τις εθιμοτυπικές υποχρεώσεις που πραγματοποιούνται σε περιορισμένη περίμετρο και δεν καλύπτονται από εντολή αποστολής καθώς και «οι περιπτώσεις ανωτέρας βίας (ασθένεια, ιατρικοί έλεγχοι, αδυναμία οδήγησης κ.λπ.)».

    693

    Το άρθρο 5 της απόφασης 33-2004 και το άρθρο 5 της απόφασης 19-2009 προέβλεπαν ότι, όταν τα μέλη του Ελεγκτικού Συνεδρίου χρησιμοποιούν το υπηρεσιακό αυτοκίνητο για άλλες μετακινήσεις πλην των μνημονευόμενων στο άρθρο 4 καθεμίας από τις αποφάσεις αυτές, βαρύνονται με τα σχετικά έξοδα, ήτοι τα έξοδα που αφορούν τα διόδια, τα καύσιμα και το τυχόν πρόσθετο κόστος μίσθωσης.

    694

    Επομένως, μολονότι τα μέλη του Ελεγκτικού Συνεδρίου μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν το υπηρεσιακό τους αυτοκίνητο τόσο για τις μετακινήσεις κατά την άσκηση των καθηκόντων τους όσο και για τις ιδιωτικής φύσεως μετακινήσεις τους, ίσχυε διαφορετικό καθεστώς για τα έξοδα που συνεπαγόταν καθένα από τα δύο αυτά είδη χρήσης.

    695

    Εξάλλου, το άρθρο 6 της απόφασης 33-2004 και το άρθρο 6 της απόφασης 19‑2009 όριζαν ότι οι οδηγοί δικαιούνται επιστροφή των εξόδων αποστολής όταν παρέχουν τις υπηρεσίες τους κατά τις μετακινήσεις των μελών του Ελεγκτικού Συνεδρίου στο πλαίσιο της άσκησης των καθηκόντων τους.

    696

    Μολονότι από το γράμμα των άρθρων αυτών δεν προκύπτει ότι σκοπός τους ήταν να καθορίσουν, γενικώς, τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες ένα μέλος του Ελεγκτικού Συνεδρίου μπορούσε να κάνει χρήση των υπηρεσιών οδηγού, από τα εν λόγω άρθρα συνάγεται ότι εντολή αποστολής μπορούσε να εκδοθεί για οδηγό, προκειμένου αυτός να παράσχει τις υπηρεσίες του για μέλος του θεσμικού οργάνου, μόνον εφόσον η μετακίνηση του μέλους συνιστούσε «μετακίνηση κατά την άσκηση των καθηκόντων», κατά την έννοια του άρθρου 4 της απόφασης 33‑2004 και του άρθρου 4 της απόφασης 19-2009.

    697

    Η παράτυπη έκδοση εντολής αποστολής για οδηγό, προκειμένου αυτός να παράσχει τις υπηρεσίες του σε μέλος του Ελεγκτικού Συνεδρίου για άλλα είδη μετακινήσεων, μπορούσε να προκαλέσει σημαντικές δαπάνες για το Ελεγκτικό Συνέδριο, στο μέτρο ιδίως που συνεπαγόταν ότι ήταν δυνατόν να επιστραφούν στον οδηγό αυτόν τα έξοδα αποστολής του και να του καταβληθούν ημερήσιες αποζημιώσεις.

    698

    Δεν αμφισβητείται ότι, στο πλαίσιο της ρύθμισης που ίσχυε στο Ελεγκτικό Συνέδριο μέχρι τις 5 Οκτωβρίου 2016, το μέλος του εν λόγω θεσμικού οργάνου όφειλε να υπογράφει τις εντολές αποστολής των οδηγών των οποίων χρησιμοποιούσε τις υπηρεσίες.

    699

    Εν προκειμένω, οι αποστολές οδηγών τις οποίες το Ελεγκτικό Συνέδριο καταγγέλλει ως παράτυπες πραγματοποιήθηκαν πριν από την ημερομηνία αυτή και εγκρίθηκαν από τον Κ. Pinxten.

    700

    Δεδομένου ότι ο Κ. Pinxten καλούνταν να καθορίζει τα καθήκοντα του οδηγού του γραφείου του, ως ιεραρχικώς προϊστάμενος, και να υπογράφει τις εντολές αποστολής των οδηγών, ως διατάκτης, ενέπιπτε στις υποχρεώσεις που απέρρεαν εκ της θέσεώς του να εκδίδει τις εν λόγω εντολές αποστολής τηρώντας τους εφαρμοστέους κανόνες και, ειδικότερα, να μην εκδίδει εντολές αποστολής με σκοπό να του παρασχεθούν υπηρεσίες οδηγού για μετακίνηση η οποία δεν συνδεόταν με την άσκηση των καθηκόντων του.

    – Επί των εξόδων μεταφοράς που πραγματοποιήθηκαν εκτός των αποστολών του Κ. Pinxten

    701

    Σε 90 περιπτώσεις, οι εντολές αποστολής οδηγού που υπέγραψε ο K. Pinxten δεν αφορούσαν διαδρομές καλυπτόμενες από εντολή αποστολής του τελευταίου.

    702

    Κατά πρώτον, 81 από τις αποστολές αυτές είχαν ως αντικείμενο, κατά το Ελεγκτικό Συνέδριο, την παροχή υπηρεσιών οδηγού στον Κ. Pinxten.

    703

    Δεδομένου ότι οι εν λόγω αποστολές δεν αφορούσαν διαδρομές καλυπτόμενες από εντολή αποστολής του Κ. Pinxten, μπορεί να αποδειχθεί ότι είναι νομότυπες, σύμφωνα με τα άρθρα 4 και 6 της απόφασης 33-2004 και της απόφασης 19-2009, μόνον εάν οι επίμαχες μετακινήσεις μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως «λοιπές μετακινήσεις που συνδέονται με την άσκηση των καθηκόντων».

    704

    Συναφώς, ο Κ. Pinxten υποστηρίζει, μεταξύ άλλων, ότι οι μετακινήσεις του έπρεπε να χαρακτηριστούν, γενικώς, ως τέτοιες, καθόσον η κατάσταση της υγείας του δεν του επέτρεπε να οδηγεί το υπηρεσιακό του αυτοκίνητο σε μεγάλες αποστάσεις.

    705

    Βεβαίως, διαπιστώνεται ότι τα σχόλια επί της απόφασης 33-2004 και τα σχόλια επί της απόφασης 19-2009 ανέφεραν ότι μια μετακίνηση μπορεί να θεωρηθεί ως συνδεόμενη με την άσκηση των καθηκόντων λόγω περίπτωσης ανωτέρας βίας και μνημόνευαν, μεταξύ των περιπτώσεων ανωτέρας βίας, την «ασθένεια» και την «αδυναμία οδήγησης».

    706

    Ωστόσο, τα ιατρικά πιστοποιητικά που προσκόμισε ο Κ. Pinxten ενώπιον της διοίκησης του Ελεγκτικού Συνεδρίου δεν αρκούν, συναφώς, για να αποδειχθεί ότι ο Κ. Pinxten δεν ήταν σε θέση, για ιατρικούς λόγους, να οδηγήσει σε μεγάλες αποστάσεις κατά την κρίσιμη περίοδο.

    707

    Πράγματι, το πρώτο από τα εν λόγω ιατρικά πιστοποιητικά, που χρονολογείται από τις 5 Δεκεμβρίου 2008, διευκρινίζει απλώς ότι ο Κ. Pinxten πρέπει να χρησιμοποιεί κατάλληλο κάθισμα όταν κάθεται για μεγάλο χρονικό διάστημα σε αυτοκίνητο.

    708

    Το δεύτερο από τα ιατρικά πιστοποιητικά, που χρονολογείται από τις 31 Οκτωβρίου 2016, αναφέρει ότι, λόγω του «ιατρικού προβλήματος» του Κ. Pinxten το οποίο εξελίσσεται αργά με την πάροδο του χρόνου, συνιστάται ιδιαίτερα, από την ημερομηνία αυτή, να μην οδηγεί ο Κ. Pinxten αυτοκίνητο σε διαδρομές υπερβαίνουσες τη μία ώρα ή τα 100 χιλιόμετρα. Επομένως, το δεύτερο αυτό ιατρικό πιστοποιητικό δεν παρέχει καμία πληροφορία ως προς την κατάσταση της υγείας του κατά τον χρόνο κατά τον οποίο δόθηκε εντολή για τις επίδικες αποστολές.

    709

    Συνεπώς, ο Κ. Pinxten δεν μπορεί να επικαλεστεί βασίμως την κατάσταση της υγείας του για να δικαιολογήσει τις εντολές αποστολής οδηγού τις οποίες εξέδωσε.

    710

    Στο πλαίσιο αυτό, οι αποστολές οδηγού του Ελεγκτικού Συνεδρίου που αφορούσαν διαδρομές κατά τη διάρκεια των οποίων ο Κ. Pinxten δεν καλυπτόταν ο ίδιος από εντολή αποστολής μπορούν να διαιρεθούν σε τρεις ομάδες.

    711

    Πρώτον, σε δώδεκα περιπτώσεις, η αποστολή του οδηγού συνίστατο στην παροχή υπηρεσιών οδηγού στον Κ. Pinxten για λόγο άγνωστο ή σαφώς διαχωριζόμενο από τα καθήκοντά του.

    712

    Ειδικότερα, στο πλαίσιο των αποστολών οδηγού που μνημονεύονται στις γραμμές 149, 166, 182, 189, 193 και 198, ο οδηγός μετέβη στις Βρυξέλλες με τρένο για να μεταφέρει τον Κ. Pinxten πίσω στο Λουξεμβούργο με αυτοκίνητο, χωρίς να έχει εκτεθεί, εξαρχής ή κατά την παρούσα διαδικασία, ο λόγος για τον οποίο ο Κ. Pinxten βρισκόταν στις Βρυξέλλες.

    713

    Αντιθέτως, οι αποστολές οδηγού που μνημονεύονται στις γραμμές 78, 212, 342 και 384 συνίσταντο στη μεταφορά του Κ. Pinxten στις Βρυξέλλες με αυτοκίνητο από το Λουξεμβούργο, χωρίς να προβάλλεται επαγγελματικός λόγος, ο δε οδηγός επέστρεφε εν συνεχεία στο Λουξεμβούργο με τρένο.

    714

    Εξάλλου, η αποστολή οδηγού που διαλαμβάνεται στις γραμμές 254 και 255 είχε ως αντικείμενο τη μεταφορά του Κ. Pinxten στο Overpelt για να παραστεί σε δείπνο το οποίο, όπως διαπιστώθηκε στη σκέψη 656 της παρούσας απόφασης, δεν μπορεί να συνδεθεί με τα καθήκοντά του ως μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

    715

    Επιπλέον, η αποστολή οδηγού που μνημονεύεται στη γραμμή 64, καθόσον συνδέεται με μετακίνηση του Κ. Pinxten για να μετάσχει σε συνεδρίαση του προεδρείου του επίμαχου πολιτικού κόμματος στις Βρυξέλλες, δεν μπορεί να θεωρηθεί νομότυπη. Το γεγονός ότι από τα έγγραφα που προσκόμισε το θεσμικό όργανο προκύπτει ότι ο οδηγός βρισκόταν σε τρένο κατά την ώρα της συνεδρίασης αυτής και ότι αφίχθη εκ των υστέρων στις Βρυξέλλες ουδόλως μεταβάλλει την ως άνω εκτίμηση, δεδομένου ότι ο οδηγός μετέβη στις Βρυξέλλες για να μεταφέρει τον Κ. Pinxten μετά την εν λόγω συνεδρίαση.

    716

    Επομένως, από κανένα στοιχείο της δικογραφίας που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο δεν προκύπτει ότι οι αποστολές οδηγού που μνημονεύονται στις σκέψεις 712 έως 715 της παρούσας απόφασης αφορούσαν μετακινήσεις συνδεόμενες με την άσκηση των καθηκόντων του Κ. Pinxten. Ως εκ τούτου, οι αποστολές αυτές πρέπει να θεωρηθούν παράτυπες.

    717

    Αντιθέτως, μολονότι ο λόγος που επικαλείται το Ελεγκτικό Συνέδριο σχετικά με την αποστολή οδηγού που μνημονεύεται στη γραμμή 38, ήτοι την παραλαβή του Κ. Pinxten από τον τόπο διακοπών του, θα μπορούσε να αποδείξει τον παράτυπο χαρακτήρα της αποστολής αυτής, πρέπει να επισημανθεί, αφενός, ότι ο Κ. Pinxten αρνείται ότι ενέκρινε μια τέτοια αποστολή και, αφετέρου, ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο δεν απέδειξε ότι η εν λόγω αποστολή όντως πραγματοποιήθηκε, δεδομένου ότι η δικογραφία που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο δεν περιλαμβάνει εντολή αποστολής υπογεγραμμένη από τον Κ. Pinxten.

    718

    Δεύτερον, 57 αποστολές οδηγού έχουν ως αντικείμενο τη διαδρομή μεταξύ της Πόλης του Λουξεμβούργου, έδρας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, και του Δήμου Overpelt, τόπου καταγωγής του Κ. Pinxten.

    719

    Ειδικότερα, οι αποστολές οδηγού που μνημονεύονται στις γραμμές 107, 126, 144 έως 146, 148, 156, 158, 165, 179, 180, 188, 213, 220, 231, 238, 240, 241, 244, 246, 263 έως 265, 267, 270, 272, 273, 278, 291, 293, 294, 296, 305, 312, 316, 340, 356, 372, 375, 388, 399 και 400 συνίσταντο στη μεταφορά του Κ. Pinxten από το Λουξεμβούργο προς το Overpelt, ο δε οδηγός επέστρεφε την επομένη στο Λουξεμβούργο με τρένο.

    720

    Αντιθέτως, στις αποστολές οδηγού που μνημονεύονται στις γραμμές 112, 136, 140, 206 και 387, ο οδηγός μετέβαινε με τρένο στο Overpelt προκειμένου να μεταφέρει οδικώς τον Κ. Pinxten στο Λουξεμβούργο.

    721

    Άλλες διαδρομές μεταξύ Λουξεμβούργου και Overpelt, ανεξαρτήτως οποιασδήποτε αποστολής του Κ. Pinxten, μπορούν να εντοπιστούν στις αποστολές οδηγού που μνημονεύονται στις γραμμές 77, 109, 127, 226, 233, 285, 324, 349, 378 και 383, οι οποίες έλαβαν διάφορες μορφές, όπως μεταφορά μετ’ επιστροφής με υπηρεσιακό αυτοκίνητο ή διαδρομή προς το Overpelt με στάση στις Βρυξέλλες.

    722

    Οι διάφορες αυτές αποστολές οδηγού δεν μπορούν να συνδεθούν με μετακίνηση του Κ. Pinxten κατά την άσκηση των καθηκόντων του.

    723

    Ειδικότερα, μολονότι από τα σχόλια επί της απόφασης 33-2004 και από τα σχόλια επί της απόφασης 19-2009 προκύπτει ότι, μεταξύ των «λοιπών μετακινήσεων που συνδέονται με την άσκηση των καθηκόντων», περιλαμβάνονταν τα δρομολόγια μεταξύ της κατοικίας και του τόπου εργασίας, τα σχόλια αυτά ανέφεραν σαφώς, και μάλιστα με πλάγιους χαρακτήρες, ότι η εν λόγω κατοικία πρέπει να βρίσκεται «στον τόπο υπηρεσίας», πράγμα που σημαίνει ότι οι διαδρομές μεταξύ του τόπου υπηρεσίας και του τόπου καταγωγής δεν έπρεπε να θεωρηθούν ως «λοιπές μετακινήσεις που συνδέονται με την άσκηση των καθηκόντων», κατά την έννοια του άρθρου 4 της απόφασης 33-2004 και του άρθρου 4 της απόφασης 19-2009.

    724

    Βεβαίως, όπως υπογραμμίζει ο Κ. Pinxten, η διοίκηση του Ελεγκτικού Συνεδρίου ήταν οπωσδήποτε ενήμερη για την πρακτική την οποία ακολουθούσε ο Κ. Pinxten επί σειρά ετών και η οποία συνίστατο στη χρήση των υπηρεσιών οδηγού για τη μετάβαση στον τόπο καταγωγής του, λαμβανομένων υπόψη των πολυάριθμων πληρωμών που πραγματοποιήθηκαν, συναφώς, προς τους οικείους οδηγούς και της αγοράς, εκ μέρους της ως άνω διοίκησης, των εισιτηρίων τρένου που χρησιμοποιούσαν οι οδηγοί στο πλαίσιο αυτό.

    725

    Ωστόσο, η ανοχή που επιδεικνυόταν, κατά τα ανωτέρω, για την πρακτική αυτή δεν μπορεί να απαλλάξει τον Κ. Pinxten από τη σχετική ευθύνη του, καθώς, όπως προκύπτει από τη σκέψη 370 της παρούσας απόφασης, η εν λόγω ανοχή δεν είναι ικανή να δημιουργήσει δικαιολογημένη εμπιστοσύνη ως προς τον νομότυπο χαρακτήρα της πρακτικής αυτής και ο Κ. Pinxten δεν μπορούσε, κατά τα λοιπά, να αγνοεί την ασυμβατότητα της πρακτικής του με τους εσωτερικούς κανόνες του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

    726

    Πρέπει ακόμη να διευκρινιστεί, όσον αφορά τις αποστολές οδηγού σχετικά με διαδρομές προς ή από το Overpelt, ότι δεν μπορεί να αποκλειστεί εντελώς, λαμβανομένης υπόψη της ασαφούς διατύπωσης των επίμαχων εντολών αποστολής, ότι ορισμένες από τις εν λόγω αποστολές είχαν ως μοναδικό σκοπό να παραλάβει ο Κ. Pinxten το υπηρεσιακό του αυτοκίνητο προκειμένου να το έχει στη διάθεσή του στον τόπο καταγωγής του, ο δε σκοπός αυτός εξυπηρετούσε μόνον τα ιδιωτικά συμφέροντα του Κ. Pinxten και δεν μπορεί να θεωρηθεί νομότυπος.

    727

    Τρίτον, ο νομότυπος χαρακτήρας έντεκα αποστολών οδηγού αμφισβητείται εν μέρει από το Ελεγκτικό Συνέδριο, καθόσον οι αποστολές αυτές περιελάμβαναν διαδρομή μεταξύ του Overpelt και του τόπου στον οποίο διεξήχθη μια αποστολή του Κ. Pinxten.

    728

    Μια τέτοια κατάσταση ανακύπτει πράγματι στις αποστολές οδηγού που μνημονεύονται στις γραμμές 62, 181, 191 και 336, κατά τις οποίες ο οδηγός μετέφερε τον Κ. Pinxten στο Overpelt κατόπιν μιας εκ των αποστολών του, καθώς και στις αποστολές οδηγού που μνημονεύονται στις γραμμές 173 και 366, κατά τις οποίες ο οδηγός παρέλαβε τον Κ. Pinxten από το Overpelt προκειμένου να τον μεταφέρει στον τόπο όπου επρόκειτο να πραγματοποιηθεί μια αποστολή του τελευταίου.

    729

    Πρέπει επίσης να εξομοιωθεί με τις περιπτώσεις αυτές η αποστολή οδηγού που μνημονεύεται στη γραμμή 195, στο πλαίσιο της οποίας το Ελεγκτικό Συνέδριο παραδέχεται ότι ο Κ. Pinxten πραγματοποίησε, στις Βρυξέλλες, δραστηριότητα που ενέπιπτε στα καθήκοντά του, χωρίς ωστόσο να καλύπτεται από εντολή αποστολής, προτού ο οδηγός του γραφείου του τον μεταφέρει στο Overpelt.

    730

    Ακόμη, όμως, και στην περίπτωση κατά την οποία ουδόλως αμφισβητείται το νομότυπο της αποστολής του Κ. Pinxten, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η διαδρομή μεταξύ του Overpelt και του τόπου στον οποίο πραγματοποιήθηκε η αποστολή αυτή δεν καλύπτεται από την εντολή αποστολής του.

    731

    Επομένως, η διαδρομή αυτή δεν μπορεί να θεωρηθεί ως «μετακίνηση που καλύπτεται από εντολή αποστολής», κατά την έννοια του άρθρου 4 της απόφασης 33-2004 και του άρθρου 4 της απόφασης 19-2009.

    732

    Δεδομένου ότι, λαμβανομένων υπόψη των εκτιμήσεων που εκτίθενται στις σκέψεις 709 και 723 της παρούσας απόφασης, μια τέτοια διαδρομή δεν συνιστά ούτε «[άλλη] μετακίνηση που συνδέεται με την άσκηση των καθηκόντων», κατά την έννοια των άρθρων αυτών, οι αποστολές οδηγού που διαλαμβάνονται στις σκέψεις 728 και 729 της παρούσας απόφασης πρέπει να θεωρηθούν παράτυπες καθόσον περιλαμβάνουν διαδρομή προς ή από το Overpelt.

    733

    Η συλλογιστική αυτή πρέπει να εφαρμοστεί, τηρουμένων των αναλογιών, και στην αποστολή οδηγού που μνημονεύεται στη γραμμή 124, κατά την οποία ο οδηγός μετέφερε τον Κ. Pinxten στο Overpelt από το αεροδρόμιο της Φρανκφούρτης επί του Μάιν (Γερμανία), κατόπιν αποστολής πλειόνων ημερών στο Μακάο (Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας).

    734

    Συγκεκριμένα, μολονότι τα σχόλια επί της απόφασης 33-2004 και τα σχόλια επί της απόφασης 19-2009 αναφέρουν, μεταξύ των «λοιπών μετακινήσεων που συνδέονται με την άσκηση των καθηκόντων», τις διαδρομές μεταξύ τόπου υπηρεσίας ή κατοικίας και αεροδρομίου, ουδόλως αφορούν τις διαδρομές μεταξύ τόπου καταγωγής και αεροδρομίου.

    735

    Αντιθέτως, ο παράτυπος χαρακτήρας των αποστολών οδηγού που μνημονεύονται στις γραμμές 176, 317, 373 και 374 δεν μπορεί να θεωρηθεί αποδεδειγμένος, δεδομένου ότι η δικογραφία που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο δεν περιλαμβάνει τις εντολές αποστολής του Κ. Pinxten στις οποίες αναφέρεται το Ελεγκτικό Συνέδριο και, ως εκ τούτου, δεν είναι δυνατόν να αποδειχθεί ότι οι επίμαχες διαδρομές δεν καλύπτονταν, κατά τρόπο δικαιολογημένο, από τις εν λόγω εντολές αποστολής.

    736

    Κατά δεύτερον, εννέα από τις αποστολές του οδηγού του γραφείου του Κ. Pinxten τις οποίες το Ελεγκτικό Συνέδριο καταγγέλλει ως παράτυπες είχαν άλλο αντικείμενο πλην της μεταφοράς του Κ. Pinxten.

    737

    Συναφώς, πρέπει βεβαίως να επισημανθεί ότι η πραγματοποίηση τέτοιων αποστολών από οδηγό δεν προβλεπόταν ρητώς στους εσωτερικούς κανόνες του Ελεγκτικού Συνεδρίου τους οποίους έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο.

    738

    Ωστόσο, το άρθρο 6 της απόφασης 33-2004 και το άρθρο 6 της απόφασης 19‑2009 δεν μπορούν να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι συνεπάγονται τον παράτυπο χαρακτήρα των αποστολών αυτού του είδους, δεδομένου ότι τα εν λόγω άρθρα ρύθμιζαν μόνον τις αποστολές των οδηγών που είχαν ως αντικείμενο τη μεταφορά των μελών του Ελεγκτικού Συνεδρίου ή του Γενικού Γραμματέα του θεσμικού οργάνου.

    739

    Ως εκ τούτου, δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο να θεωρηθούν νομότυπες οι εντολές αποστολής που υπέγραψε ο Κ. Pinxten σχετικά με αποστολές του οδηγού του γραφείου του οι οποίες είχαν άλλο αντικείμενο πλην της μεταφοράς του Κ. Pinxten, εφόσον οι αποστολές αυτές εξυπηρετούσαν πράγματι τα συμφέροντα του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

    740

    Τούτο θα μπορούσε να ισχύει, καταρχήν, στην περίπτωση αποστολών του οικείου οδηγού που αποσκοπούσαν στη μεταφορά εγγράφων.

    741

    Εξάλλου, από τη δικογραφία που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο προκύπτει ότι διάφορες αποστολές του οικείου οδηγού οι οποίες είχαν τέτοιο αντικείμενο προσάπτονταν αρχικώς στον Κ. Pinxten, αλλά το Ελεγκτικό Συνέδριο δεν τις κατήγγειλε τελικώς ως παράτυπες στο πλαίσιο της υπό κρίση προσφυγής.

    742

    Τούτου λεχθέντος, δεδομένου ότι η μεταφορά εγγράφων από οδηγό του Ελεγκτικού Συνεδρίου πρέπει να συμβάλλει στην εκτέλεση των καθηκόντων του εν λόγω θεσμικού οργάνου και δεν μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την υπέρμετρη χρήση των πόρων του τελευταίου με την πραγματοποίηση μεταφορών μεγάλων αποστάσεων, μια τέτοια μεταφορά δεν μπορεί, πλην εξαιρετικών περιστάσεων, να πραγματοποιηθεί μεταξύ του τόπου εργασίας και του τόπου καταγωγής ενός εκ των μελών του θεσμικού οργάνου.

    743

    Μολονότι το εν λόγω θεσμικό όργανο υποστηρίζει ότι οι αποστολές οι οποίες παρουσιάστηκαν ως αποσκοπούσες στη μεταφορά εγγράφων και τις οποίες αφορά η πρώτη αιτίαση είχαν, στην πραγματικότητα, διαφορετικό αντικείμενο, διαπιστώνεται, αφενός, ότι το θεσμικό όργανο δεν διευκρινίζει, πλην μιας περίπτωσης, ποιο ήταν το αντικείμενο αυτό και, αφετέρου, ότι ο οικείος οδηγός επιβεβαίωσε, κατά την ακρόασή του από την OLAF στις 3 Οκτωβρίου 2017, ότι πραγματοποίησε αποστολές κατά τις οποίες μετέφερε έγγραφα και στη συνέχεια τα έφερνε, υπογεγραμμένα, πίσω στην έδρα του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

    744

    Υπό τις συνθήκες αυτές, ο παράτυπος χαρακτήρας των αποστολών οδηγού που μνημονεύονται στις γραμμές 172, 222 και 249 πρέπει να θεωρηθεί αποδεδειγμένος, δεδομένου ότι δεν αμφισβητείται ότι οι αποστολές αυτές είχαν ως αντικείμενο τη μεταφορά εγγράφων στον τόπο καταγωγής του Κ. Pinxten.

    745

    Όσον αφορά την αποστολή οδηγού που μνημονεύεται στη γραμμή 141, μολονότι δεν αποδεικνύεται το βάσιμο του ισχυρισμού του Ελεγκτικού Συνεδρίου ότι η αποστολή αυτή συνδεόταν με ατύχημα, εντούτοις, στο μέτρο που από την εντολή της αποστολής προκύπτει ότι ο οδηγός κλήθηκε να μεταφέρει έγγραφα στο Overpelt, η εν λόγω αποστολή πρέπει να θεωρηθεί παράτυπη.

    746

    Όσον αφορά την αποστολή οδηγού που μνημονεύεται στη γραμμή 250, μολονότι το Ελεγκτικό Συνέδριο ισχυρίζεται ότι, υπό το πρόσχημα μεταφοράς εγγράφων, η εν λόγω αποστολή είχε στην πραγματικότητα ως αντικείμενο τη μεταφορά φιαλών σαμπάνιας ενόψει του γάμου ενός τέκνου του Κ. Pinxten, ο τελευταίος διαψεύδει ρητώς τον ισχυρισμό αυτό.

    747

    Συναφώς, το Δικαστήριο δεν οφείλει να εξακριβώσει αν τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκομίστηκαν προς στήριξη του εν λόγω ισχυρισμού αρκούν για να αποδειχθεί το βάσιμό του. Συγκεκριμένα, η αποστολή οδηγού που μνημονεύεται στη γραμμή 250 θα έπρεπε, εν πάση περιπτώσει, να θεωρηθεί παράτυπη ακόμη και αν είχε πράγματι ως αντικείμενο τη μεταφορά εγγράφων, καθόσον από την εντολή αποστολής του οικείου οδηγού προκύπτει ότι αυτός έπρεπε να μεταβεί στο Overpelt, τόπο καταγωγής του Κ. Pinxten.

    748

    Πέραν των αποστολών που αφορούσαν τη μεταφορά εγγράφων, η αποστολή οδηγού που διαλαμβάνεται στη γραμμή 247 αποσκοπούσε, κατά τον Κ. Pinxten, στη μεταφορά του υπηρεσιακού του αυτοκινήτου σε συνεργείο με σκοπό τη συντήρησή του.

    749

    Συναφώς, το επιχείρημα του Ελεγκτικού Συνεδρίου ότι ο δικαιολογητικός αυτός λόγος δεν μπορεί να γίνει δεκτός στο μέτρο που η συντήρηση του αυτοκινήτου γινόταν από συνεργείο ευρισκόμενο σε άλλη πόλη δεν μπορεί, ελλείψει οποιουδήποτε στοιχείου που να στηρίζει το επιχείρημα αυτό, να γίνει δεκτό.

    750

    Αντιθέτως, η αποστολή οδηγού που διαλαμβάνεται στη γραμμή 129, ως προς την οποία δεν αμφισβητείται ότι είχε ως αντικείμενο την παραλαβή της συζύγου του Κ. Pinxten από το Overpelt προκειμένου αυτή να συμμετάσχει σε επίσημο δείπνο διοργανωθέν από το Ελεγκτικό Συνέδριο στο Λουξεμβούργο, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι διεξήχθη προς το συμφέρον του θεσμικού οργάνου.

    751

    Ομοίως, ο παράτυπος χαρακτήρας της αποστολής οδηγού που μνημονεύεται στη γραμμή 197 πρέπει να θεωρηθεί αποδεδειγμένος, δεδομένου ότι από τις δηλώσεις του οδηγού του γραφείου του Κ. Pinxten κατά την από 16 Οκτωβρίου 2017 ακρόασή του από την OLAF και από βεβαίωση παραλαβής προκύπτει ότι, στο πλαίσιο της αποστολής αυτής, ο οδηγός παρέλαβε καινούργιο αυτοκίνητο το οποίο είχε παραγγείλει ο Κ. Pinxten για ιδιωτική του χρήση.

    752

    Εξάλλου, μολονότι δεν αμφισβητείται το παράτυπο της αποστολής οδηγού που μνημονεύεται στη γραμμή 142, η παρατυπία αυτή δεν μπορεί να προσαφθεί στον K. Pinxten στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας.

    753

    Συναφώς, επισημαίνεται ότι δεν αμφισβητείται ότι, στο πλαίσιο της αποστολής αυτής, ο οδηγός του γραφείου του Κ. Pinxten μετέβη στην Ελβετία, στον τόπο διακοπών του τελευταίου.

    754

    Μολονότι οι διάδικοι διαφωνούν ως προς το συγκεκριμένο αντικείμενο της αποστολής αυτής, ο ισχυρισμός του Κ. Pinxten ότι η εν λόγω αποστολή αποσκοπούσε, σε συμφωνία με τον υπεύθυνο των οδηγών του Ελεγκτικού Συνεδρίου, στην παραλαβή του υπηρεσιακού αυτοκινήτου κατόπιν ατυχήματος αντιστοιχεί, κατ’ ουσίαν, στις δηλώσεις στις οποίες προέβη ο οικείος οδηγός κατά την ακρόασή του από την OLAF στις 16 Οκτωβρίου 2017.

    755

    Επιπλέον, αποδεικνύεται ότι, αφού πληροφορήθηκε για πιθανή παρατυπία της αποστολής του εν λόγω οδηγού, ο Κ. Pinxten απευθύνθηκε στη διοίκηση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, το 2011, προκειμένου να επιστρέψει τα ποσά με τα οποία επιβαρύνθηκε αχρεωστήτως το θεσμικό όργανο λόγω της ως άνω αποστολής και ότι τα ποσά αυτά αφαιρέθηκαν από τον μισθό του.

    – Επί των εξόδων μεταφοράς που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο των αποστολών του Κ. Pinxten

    756

    Οι λοιπές υπογραφείσες από τον Κ. Pinxten εντολές αποστολής οδηγού οι οποίες καταγγέλθηκαν ως παράτυπες από το Ελεγκτικό Συνέδριο στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας αφορούσαν διαδρομές καλυπτόμενες από εντολή αποστολής του Κ. Pinxten.

    757

    Μια αποστολή οδηγού με σκοπό τη μεταφορά του Κ. Pinxten για διαδρομή καλυπτόμενη από εντολή αποστολής του τελευταίου πρέπει, καταρχήν, να θεωρηθεί νομότυπη, κατ’ εφαρμογήν των άρθρων 4 και 6 της απόφασης 33-2004 και των ίδιων άρθρων της απόφασης 19-2009.

    758

    Εντούτοις, δεν ισχύει το ίδιο όσον αφορά μια τέτοια αποστολή οδηγού εάν αποδεικνύεται, εντός του πλαισίου που καθορίζεται στις σκέψεις 387 έως 392 της παρούσας απόφασης, ότι η αποστολή του Κ. Pinxten την οποία αφορούσε η αποστολή του οδηγού αυτού ήταν, ανάλογα με την περίπτωση, παράτυπη ή προδήλως παράτυπη.

    759

    Επομένως, πρέπει να γίνει δεκτό ότι οι εντολές αποστολής οδηγού που υπέγραψε ο Κ. Pinxten με σκοπό τη μεταφορά του κατά τη διάρκεια μιας από τις αποστολές του η οποία, ανάλογα με την περίπτωση, κρίθηκε παράτυπη ή προδήλως παράτυπη, κατά την εξέταση που πραγματοποιήθηκε στις σκέψεις 396 έως 601 της παρούσας απόφασης, πρέπει επίσης να θεωρηθούν παράτυπες και, ως εκ τούτου, στοιχειοθετούν κατάχρηση πόρων.

    760

    Κατά τα λοιπά, προκύπτει, πρώτον, ότι, σε τρεις περιπτώσεις, δεν αποδεικνύεται ο παράτυπος χαρακτήρας αποστολών οδηγού τις οποίες αφορά η πρώτη αιτίαση, στο μέτρο που οι αποστολές του Κ. Pinxten τις οποίες αφορούσαν οι εν λόγω αποστολές οδηγού δεν μπορούν να θεωρηθούν παράτυπες, βάσει των στοιχείων που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο.

    761

    Τούτο ισχύει για τις αποστολές οδηγού που μνημονεύονται στις γραμμές 3, 31 και 281, δεδομένου ότι οι αντίστοιχες αποστολές του Κ. Pinxten είχαν ως αντικείμενο τη συνάντηση με πολιτικούς ιθύνοντες που ήταν μέλη της Βελγικής Κυβέρνησης ή γραφείου Υπουργού, ο δε αδιαφανής χαρακτήρας της εντολής για την αποστολή που μνημονεύεται στη γραμμή 281 δεν αρκεί για να κριθεί παράτυπη η αποστολή αυτή.

    762

    Αντιθέτως, δεύτερον, 31 αποστολές του οδηγού του γραφείου του Κ. Pinxten πρέπει να θεωρηθούν παράτυπες, καθόσον αφορούσαν αποστολές του Κ. Pinxten οι οποίες δεν έχουν ακόμη εξεταστεί στην παρούσα απόφαση, αλλά οι οποίες, κατ’ εφαρμογήν των κριτηρίων που διατυπώθηκαν στις σκέψεις 396 έως 601 της παρούσας απόφασης, δεν προκύπτει ότι συνδέονται με την άσκηση των καθηκόντων του Κ. Pinxten.

    763

    Ειδικότερα, η αποστολή οδηγού που μνημονεύεται στη γραμμή 344, η οποία συνίστατο στη μεταφορά του Κ. Pinxten από το αεροδρόμιο της Φρανκφούρτης επί του Μάιν μετά το ταξίδι του στην Κούβα, αφορούσε παράτυπη αποστολή του Κ. Pinxten.

    764

    Το ίδιο ισχύει και για την αποστολή οδηγού που μνημονεύεται στη γραμμή 133, δεδομένου ότι η αντίστοιχη αποστολή του Κ. Pinxten αποσκοπούσε επισήμως σε συνάντηση με τον πρόεδρο του επίμαχου πολιτικού κόμματος αλλά, στην πραγματικότητα, ο Κ. Pinxten, βάσει των στοιχείων που περιλαμβάνονται στην ατζέντα του, παρέστη στη δεξίωση του εν λόγω πολιτικού κόμματος για το νέο έτος.

    765

    Οι αποστολές οδηγού που διαλαμβάνονται στις γραμμές 115, 163, 164, 177 και 178 πρέπει επίσης να θεωρηθούν παράτυπες καθόσον είχαν ως σκοπό τη μεταφορά του Κ. Pinxten προκειμένου να συναντηθεί με υπευθύνους ιδιωτικών οικονομικών φορέων, όπως και οι αποστολές οδηγού που μνημονεύονται στις γραμμές 18 και 114, οι οποίες συνδέονταν με αποστολές του Κ. Pinxten που είχαν ως σκοπό τη συνάντηση με τον Βέλγο επιχειρηματία τον οποίο ο Κ. Pinxten περιέγραψε ως «παλαιό φίλο» και ο οποίος μνημονεύεται στη σκέψη 493 της παρούσας απόφασης.

    766

    Τα κριτήρια που συνάγονται όσον αφορά τις σχέσεις με τους υπεύθυνους αντιπροσωπευτικών οργανισμών και ενώσεων συνεπάγονται τον αποκλεισμό του νομοτύπου των αποστολών οδηγού που διαλαμβάνονται στις γραμμές 32 και 121, οι οποίες αντιστοιχούσαν σε αποστολές του Κ. Pinxten που είχαν ως σκοπό, αντιστοίχως, να παραστεί ο τελευταίος στη δεξίωση του εμπορικού και βιομηχανικού επιμελητηρίου του Λιμβούργου για το νέο έτος και σε εκδήλωση που διοργανώθηκε από ίδρυμα δραστηριοποιούμενο στον τομέα της ιατρικής έρευνας.

    767

    Ο Κ. Pinxten έκανε επίσης χρήση των υπηρεσιών οδηγού στο πλαίσιο αποστολών που αφορούσαν, στην πραγματικότητα, οικογενειακές δραστηριότητες ή δραστηριότητες αναψυχής.

    768

    Τούτο ισχύει για τις αποστολές οδηγού που μνημονεύονται στις γραμμές 36 και 268 –για τους λόγους που εκτίθενται στις σκέψεις 657 και 659 της παρούσας απόφασης–, για την αποστολή οδηγού που μνημονεύεται στη γραμμή 225, η οποία είχε ως πραγματικό σκοπό να παράσχει στον Κ. Pinxten τη δυνατότητα να παρακολουθήσει παράσταση όπερας, καθώς και για την αποστολή οδηγού που μνημονεύεται στη γραμμή 53, η οποία αντιστοιχούσε σε αποστολή του Κ. Pinxten η οποία παρουσιαζόταν απλώς ως επίσκεψη σε βελγικό πανεπιστήμιο, αλλά σκοπός της οποίας ήταν, όπως προκύπτει από την ατζέντα του Κ. Pinxten, να παραστεί στην αποφοίτηση ενός εκ των τέκνων του.

    769

    Επιπλέον, λαμβανομένων υπόψη των εκτιμήσεων που εκτίθενται στη σκέψη 554 της παρούσας απόφασης, η συμμετοχή σε βασιλική κυνηγετική δραστηριότητα την οποία καθιστούσαν δυνατή οι αποστολές που μνημονεύονται στις γραμμές 67 και 223 συνεπάγεται το παράτυπο των εντολών αποστολής του οικείου οδηγού που είχαν ως σκοπό τη μεταφορά του Κ. Pinxten στο πλαίσιο αυτό.

    770

    Άλλες αποστολές του οδηγού του γραφείου του Κ. Pinxten αφορούσαν αποστολές του τελευταίου οι οποίες συνδέονταν άμεσα με τα περιουσιακά συμφέροντα του Κ. Pinxten.

    771

    Αφενός, η υπ’ αριθ. 404 αποστολή οδηγού είχε ως σκοπό τη μεταφορά του Κ. Pinxten προκειμένου να συναντηθεί με συμβολαιογράφο στην Ντιζόν (Γαλλία), ο οποίος ήταν επιφορτισμένος, όπως αποδεικνύεται από τα ηλεκτρονικά μηνύματα που προσκόμισε το Ελεγκτικό Συνέδριο, με την αγορά του ακινήτου για το οποίο έγινε λόγος κατά την εξέταση του δεύτερου σκέλους της τέταρτης αιτίασης και με την κατάρτιση των νομικών πράξεων για τη διαχείριση του ακινήτου αυτού.

    772

    Αφετέρου, μια σειρά αποστολών του οδηγού του γραφείου του Κ. Pinxten μπορεί να συνδεθεί με το κτιριακό έργο «Kaïros», στο οποίο, όπως προκύπτει από σειρά ηλεκτρονικών μηνυμάτων που περιλαμβάνονται στη δικογραφία την οποία έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο, ο Κ. Pinxten σχεδίαζε να επενδύσει.

    773

    Συγκεκριμένα, πέραν της αποστολής οδηγού που μνημονεύεται στη γραμμή 113, η οποία αντιστοιχούσε σε αποστολή που είχε ως επίσημο αντικείμενο το «Kaïros», οι αποστολές οδηγού που μνημονεύονται στις γραμμές 51 και 205 είχαν ως σκοπό τη μεταφορά του Κ. Pinxten προκειμένου να συναντηθεί με πρόσωπα τα οποία προσδιορίστηκαν, αντιστοίχως, με επιστολές της 10ης Απριλίου 2012 και της 9ης Φεβρουαρίου 2012, ως ο πρώην υπεύθυνος του εν λόγω κτιριακού έργου και ως αρχιτέκτονας που επικουρούσε τον Κ. Pinxten κατά την παραλαβή εργασιών σχετικών με το έργο αυτό.

    774

    Εξάλλου, οι αποστολές οδηγού που μνημονεύονται στις γραμμές 25, 26, 50, 139, 266 και 397 πρέπει να θεωρηθούν παράτυπες, καθόσον αντιστοιχούσαν σε αποστολές του Κ. Pinxten των οποίων το αντικείμενο δεν ήταν αρκούντως σαφές, δεδομένου ότι γινόταν λόγος, ανάλογα με την περίπτωση, για «επίσημο δείπνο», για πρόσωπα των οποίων η ιδιότητα είναι άγνωστη ή, ακόμη, για «σύμβουλο».

    775

    Τέτοια έλλειψη σαφήνειας πρέπει επίσης να διαπιστωθεί ως προς τις αποστολές οδηγού που μνημονεύονται στις γραμμές 46, 52, 159 και 162, καθόσον οι αποστολές αυτές είχαν ως σκοπό τη μεταφορά του Κ. Pinxten κατά τη διάρκεια επισκέψεων σε ίδρυμα δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και σε ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που προσφέρει καλλιτεχνικές σπουδές, χωρίς να εκτίθενται, στη δικογραφία που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο, οι λόγοι που δικαιολογούν τις επισκέψεις αυτές.

    776

    Τρίτον, πρέπει να εξεταστούν οι αποστολές οδηγού οι οποίες μνημονεύονται στις γραμμές 106, 151, 153, 167, 214 και 330 και οι οποίες είχαν ως αντικείμενο τη μεταφορά του Κ. Pinxten στο πλαίσιο αποστολών του σχετικών με ιατρικά ραντεβού.

    777

    Οι επίμαχες αποστολές του Κ. Pinxten δεν μπορούν να θεωρηθούν ως σχετιζόμενες με την άσκηση των καθηκόντων του ως μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου, δεδομένου ότι ούτε υποστηρίχθηκε ούτε, κατά μείζονα λόγο, αποδείχθηκε ότι τα ραντεβού αυτά αφορούσαν ιατρικές επισκέψεις που ήταν υποχρεωτικές για τα μέλη του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

    778

    Ωστόσο, επισημαίνεται ότι ο Κ. Pinxten δεν ζήτησε, για τις αποστολές αυτές, την επιστροφή εξόδων αποστολής ή την καταβολή ημερήσιων αποζημιώσεων. Επομένως, οι μόνες δαπάνες τις οποίες συνεπάγονταν, για το Ελεγκτικό Συνέδριο, οι εν λόγω αποστολές αφορούσαν τη χρήση του υπηρεσιακού αυτοκινήτου και τη χρήση των υπηρεσιών οδηγού.

    779

    Αφενός, τα σχόλια επί της απόφασης 33-2004 και τα σχόλια επί της απόφασης 19-2009 παρουσιάζουν σημαντική ασάφεια όσον αφορά τη δυνατότητα να θεωρηθεί μια διαδρομή με σκοπό τη μετάβαση σε ιατρικό ραντεβού ως «[άλλη] μετακίνηση που συνδέεται με την άσκηση των καθηκόντων», κατά την έννοια του άρθρου 4 καθεμίας από τις αποφάσεις αυτές.

    780

    Πράγματι, στην απαρίθμηση των «περιπτώσεων ανωτέρας βίας» που μπορούσαν να θεωρηθούν ως τέτοια μετακίνηση περιλαμβάνονταν οι «ιατρικοί έλεγχοι».

    781

    Βεβαίως, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, διαμορφωθείσα στο πλαίσιο διαφόρων τομέων του δικαίου της Ένωσης, η έννοια της ανωτέρας βίας πρέπει να νοείται ως καλύπτουσα ξένες προς τον επικαλούμενο την ανωτέρα βία περιστάσεις, ασυνήθεις και απρόβλεπτες, οι συνέπειες των οποίων δεν θα μπορούσαν να αποφευχθούν παρά την επιδειχθείσα επιμέλεια (απόφαση της 25ης Ιανουαρίου 2017, Vilkas, C‑640/15, EU:C:2017:39, σκέψη 53 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

    782

    Δεδομένου, επομένως, ότι η χρήση του όρου «ανωτέρα βία» συνεπάγεται συνήθως απρόβλεπτο χαρακτήρα, το κείμενο τόσο των σχολίων επί της απόφασης 33-2004 όσο και των σχολίων επί της απόφασης 19-2009 παρουσίαζε, συναφώς, ανακολουθία, καθώς η έννοια των «ιατρικών ελέγχων» αποκλείει κάθε διάσταση επείγοντος ή απρόβλεπτου χαρακτήρα.

    783

    Αφετέρου, μολονότι η χρήση υπηρεσιών οδηγού στο πλαίσιο «[άλλης] μετακίνησης που συνδέεται με την άσκηση των καθηκόντων» δεν απαιτεί, εξ ορισμού, να είναι το οικείο μέλος του Ελεγκτικού Συνεδρίου σε αποστολή, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι ο Κ. Pinxten, ζητώντας κατά τρόπο διαφανή τη χορήγηση άδειας από το εν λόγω θεσμικό όργανο προκειμένου να μεταβεί, στο πλαίσιο αποστολής, σε ιατρικό ραντεβού, παρέσχε στο θεσμικό όργανο τη δυνατότητα να διενεργήσει προηγούμενο έλεγχο και να αντιταχθεί, εάν το θεωρούσε ενδεδειγμένο, στη χρήση των πόρων του Ελεγκτικού Συνεδρίου στην οποία σχεδίαζε να προβεί ο Κ. Pinxten.

    784

    Λαμβανομένων υπόψη των δύο αυτών στοιχείων, η παρατυπία των αποστολών του Κ. Pinxten και του οδηγού του γραφείου του οι οποίες μνημονεύονται στη σκέψη 776 της παρούσας απόφασης δεν είναι πρόδηλη ώστε να μπορεί να προσαφθεί στον Κ. Pinxten στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας.

    785

    Ωστόσο, η συλλογιστική αυτή δεν μπορεί να εφαρμοστεί στην αποστολή οδηγού που μνημονεύεται στη γραμμή 363, η οποία επίσης αντιστοιχούσε, κατά τα προβαλλόμενα, σε αποστολή του Κ. Pinxten που είχε ως σκοπό τη μετάβασή του σε ιατρικό ραντεβού, δεδομένου ότι ο προορισμός που αναγράφεται στην εντολή αποστολής του οικείου οδηγού δεν αντιστοιχεί στον προορισμό που αναγράφεται στην εντολή αποστολής του Κ. Pinxten.

    786

    Τέταρτον, δέκα αποστολές του οδηγού του γραφείου του Κ. Pinxten συνδέονταν με αποστολές του τελευταίου οι οποίες δεν είχαν ως αποτέλεσμα την επιστροφή εξόδων αποστολής ή την καταβολή ημερήσιων αποζημιώσεων και των οποίων η ίδια η αρχή δεν αμφισβητείται λυσιτελώς, αλλά των οποίων το νομότυπο αμφισβητείται στο μέτρο που περιελάμβαναν μία ή περισσότερες διαδρομές από ή προς το Overpelt, τόπο καταγωγής του Κ. Pinxten.

    787

    Τέτοια κατάσταση υφίσταται ως προς τις αποστολές οδηγού που μνημονεύονται στις γραμμές 200, 214, 274, 280, 281, 313, 333, 355, 369 και 401.

    788

    Οι περιπτώσεις αυτές διαφέρουν από εκείνες που εξετάστηκαν στις σκέψεις 727 έως 735 της παρούσας απόφασης, στο μέτρο που η διαδρομή μέσω του Overpelt γνωστοποιήθηκε σαφώς στις αντίστοιχες εντολές αποστολής του Κ. Pinxten και, επομένως, εγκρίθηκε προηγουμένως από το Ελεγκτικό Συνέδριο.

    789

    Ωστόσο, ελλείψει δραστηριότητας στο Overpelt συνδεόμενης με τα καθήκοντα του Κ. Pinxten, μια εντολή αποστολής δεν μπορούσε εγκύρως να προβλέπει μία ή περισσότερες διαδρομές από ή προς την πόλη αυτή.

    790

    Το γεγονός ότι χορηγήθηκε άδεια για αποστολή του Κ. Pinxten την ίδια ημέρα δεν μπορεί, ειδικότερα, να δικαιολογήσει την προσθήκη, για προσωπικούς λόγους, μιας τέτοιας διαδρομής στην εντολή αποστολής του, με αποτέλεσμα να προκληθούν πρόσθετες δαπάνες για το Ελεγκτικό Συνέδριο.

    791

    Μολονότι οι σχετικές αποστολές του Κ. Pinxten εγκρίθηκαν χωρίς καμία μορφή απάτης ή παράλειψης, ο παράτυπος χαρακτήρας τους πρέπει να θεωρηθεί πρόδηλος, υπό το πρίσμα του γενικού καθεστώτος που έχει καθοριστεί σαφώς για τις μετακινήσεις προς τον τόπο καταγωγής, οι οποίες δεν μπορούν εγκύρως να καλυφθούν από εντολή αποστολής.

    – Επί της χρήσης του υπηρεσιακού αυτοκινήτου χωρίς χρήση των υπηρεσιών οδηγού

    792

    Με την πρώτη αιτίασή του, το Ελεγκτικό Συνέδριο προσάπτει επίσης στον Κ. Pinxten ότι προέβη σε παράτυπες δηλώσεις αποστολής, χωρίς να κάνει χρήση των υπηρεσιών οδηγού, με μοναδικό σκοπό να υπαχθούν ιδιωτικές μετακινήσεις, όσον αφορά το κόστος χρήσης του υπηρεσιακού αυτοκινήτου, στο καθεστώς που ισχύει για τις μετακινήσεις κατά την άσκηση των καθηκόντων.

    793

    Βεβαίως, βάσει του άρθρου 5 της απόφασης 33-2004 και του άρθρου 5 της απόφασης 19-2009, ο Κ. Pinxten καλούνταν να καταβάλει τα έξοδα για τις ιδιωτικές μετακινήσεις που πραγματοποιούνταν με το υπηρεσιακό αυτοκίνητο και, ειδικότερα, να αναλάβει ένα πρόσθετο κόστος μίσθωσης σε περίπτωση υπέρβασης του προβλεπόμενου από τη σύμβαση μίσθωσης ανωτάτου ορίου κατά 45000 χιλιόμετρα ανά έτος. Τυχόν υπερεκτίμηση των αποστάσεων που διανύονταν στο πλαίσιο μετακινήσεων συνδεόμενων με την άσκηση των καθηκόντων του μπορούσε, επομένως, να τον συμφέρει από οικονομική άποψη.

    794

    Επιπλέον, από τις εντολές αποστολής του Κ. Pinxten τις οποίες προσκόμισε το Ελεγκτικό Συνέδριο προκύπτει ότι, σε πολλές περιπτώσεις, το υπηρεσιακό αυτοκίνητο χρησιμοποιούνταν για τις μετακινήσεις που πραγματοποιούνταν στο πλαίσιο των αποστολών αυτών.

    795

    Ωστόσο, η δικογραφία που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο δεν περιλαμβάνει καμία αξιολόγηση του εύρους της δήλωσης αποστάσεων μεγαλύτερων των πραγματικών όσον αφορά τις επαγγελματικές μετακινήσεις βάσει της οποίας θα μπορούσε να εκτιμηθεί ο ηθελημένος χαρακτήρας της πρακτικής αυτής ή η σοβαρότητά της.

    796

    Επιπροσθέτως, οι προβληθείσες προς στήριξη της πρώτης αιτίασης αποστολές του Κ. Pinxten οι οποίες δεν συνεπάγονταν ούτε την επιστροφή εξόδων αποστολής ή την καταβολή ημερήσιων αποζημιώσεων ούτε τη χρήση των υπηρεσιών οδηγού είναι εντελώς επουσιώδεις.

    797

    Ως εκ τούτου, μολονότι η δήλωση αποστάσεων μεγαλύτερων των πραγματικών όσον αφορά τις επαγγελματικές μετακινήσεις είναι πέραν πάσης αμφιβολίας παράτυπη, δεν είναι χρήσιμο, για τους σκοπούς της παρούσας διαδικασίας, να εξακριβωθεί αν το Ελεγκτικό Συνέδριο μπορούσε βασίμως να καταλογίσει μια τέτοια πρακτική στον Κ. Pinxten.

    798

    Για τους ίδιους λόγους, παρέλκει η εξέταση της μομφής του Ελεγκτικού Συνεδρίου σχετικά με τις αποστολές που μνημονεύονται στις γραμμές 147, 187 και 330, κατά την οποία το γεγονός ότι ο Κ. Pinxten διατήρησε στην κατοχή του το υπηρεσιακό όχημά του είχε ως συνέπεια να πραγματοποιήσει ο οδηγός διαδρομή με τρένο η οποία θα έπρεπε να έχει αποφευχθεί.

    799

    Κατόπιν όλων των ανωτέρω, διαπιστώνεται ότι η πρώτη αιτίαση είναι εν μέρει βάσιμη.

    3.   Επί της δεύτερης αιτίασης, η οποία αφορά καταχρηστική και παράνομη χρήση φορολογικών προνομίων

    800

    Με τη δεύτερη αιτίασή του, το Ελεγκτικό Συνέδριο υποστηρίζει ότι ο Κ. Pinxten, χρησιμοποιώντας καταχρηστικά και παράνομα τις κάρτες καυσίμων που τέθηκαν στη διάθεσή του, παρέβη τις υποχρεώσεις του περί ακεραιότητας, υποδειγματικής συμπεριφοράς και ανιδιοτέλειας.

    801

    Προκαταρκτικώς, επισημαίνεται ότι από τη δικογραφία που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο προκύπτει ότι οι κάρτες καυσίμων τίθενται στη διάθεση των μελών του Ελεγκτικού Συνεδρίου και ορισμένων μελών της οικογένειάς τους προκειμένου να τους παράσχουν τη δυνατότητα να αγοράζουν καύσιμα πωλούμενα σε τιμή την οποία διαπραγματεύεται το θεσμικό όργανο, χωρίς να υποχρεούνται να καταβάλουν ειδικό φόρο κατανάλωσης ή φόρο προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ).

    802

    Ως εκ τούτου, μολονότι η παράτυπη χρήση μιας τέτοιας κάρτας καυσίμων δεν συνεπάγεται ιδιαίτερες δαπάνες για το Ελεγκτικό Συνέδριο, γεγονός παραμένει ότι συνιστά κατάχρηση των φορολογικών απαλλαγών που έχουν χορηγηθεί στο εν λόγω θεσμικό όργανο, θίγοντας τους πόρους των κρατών μελών και της Ένωσης.

    803

    Επομένως, προκειμένου να κριθεί η δεύτερη αιτίαση, πρέπει να εξακριβωθεί αν οι ισχυρισμοί που προέβαλε και τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκόμισε το Ελεγκτικό Συνέδριο καθιστούν δυνατό να αποδειχθεί ότι ο Κ. Pinxten χρησιμοποίησε παράτυπα κάρτες καυσίμων που τέθηκαν στη διάθεσή του, όπως υποστηρίζει το Ελεγκτικό Συνέδριο με το πρώτο και το δεύτερο σκέλος της αιτίασης αυτής.

    α)   Επί του πρώτου σκέλους της δεύτερης αιτίασης, το οποίο αφορά την κατοχή και χρήση κάρτας καυσίμων από τέκνο του Κ. Pinxten το οποίο δεν ζούσε πλέον υπό τη στέγη του τελευταίου

    1) Επιχειρήματα των διαδίκων

    804

    Με το πρώτο σκέλος της δεύτερης αιτίασής του, το Ελεγκτικό Συνέδριο υποστηρίζει ότι ο Κ. Pinxten επέτρεψε σε ένα από τα τέκνα του να έχει στην κατοχή του και να χρησιμοποιεί κάρτα καυσίμων μετά την 1η Σεπτεμβρίου 2012, ημερομηνία από την οποία δεν εθεωρείτο πλέον ως ένα από τα συντηρούμενα τέκνα του Κ. Pinxten.

    805

    Επομένως, ο Κ. Pinxten παρέβη τους σχετικούς κανόνες, οι οποίοι θεσπίστηκαν ιδίως με την οδηγία 2008/118, τη λουξεμβουργιανή κανονιστική απόφαση της 7ης Φεβρουαρίου 2013 και την υπουργική απόφαση της 18ης Μαρτίου 2010, καθόσον παρέσχε σε πρόσωπο που δεν ζούσε υπό τη στέγη του τη δυνατότητα να επωφελείται από φορολογικές απαλλαγές. Το γεγονός και μόνον ότι το τέκνο αυτό συνέχισε να κατοικεί μαζί του στο Λουξεμβούργο, πράγμα το οποίο άλλωστε δεν αποδείχθηκε, δεν σημαίνει ότι εξακολουθούσε να έχει τη δυνατότητα να επωφελείται από τις επίμαχες φορολογικές απαλλαγές.

    806

    Κατά τον Κ. Pinxten, το εν λόγω τέκνο ζούσε υπό τη στέγη του έως το 2018, δεδομένου ότι η ιδιότητα αυτή δεν ταυτίζεται με την ιδιότητα του συντηρούμενου τέκνου και ότι κατοικούσε μαζί του μέχρι τον Φεβρουάριο του 2018. Το γεγονός ότι το τέκνο εργαζόταν κατά την περίοδο αυτή δεν ασκεί επιρροή εν προκειμένω.

    2) Εκτίμηση του Δικαστηρίου

    807

    Καταρχάς, δεν αμφισβητείται ότι το εν λόγω τέκνο κατείχε μετά την 1η Σεπτεμβρίου 2012 κάρτα καυσίμων την οποία διέθεσε το Ελεγκτικό Συνέδριο, μολονότι η ημερομηνία κατά την οποία έπαυσε η κατάσταση αυτή δεν προκύπτει σαφώς από τη δικογραφία που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο.

    808

    Περαιτέρω, από σημείωμα που κοινοποίησε το Ελεγκτικό Συνέδριο προκύπτει ότι, από την ως άνω ημερομηνία και εφεξής, το τέκνο αυτό δεν θεωρούνταν πλέον συντηρούμενο τέκνο του Κ. Pinxten, κατά την έννοια του άρθρου 2 του παραρτήματος VII του ΚΥΚ, για τους σκοπούς της καταβολής του επιδόματος συντηρούμενου τέκνου, διότι είχε ολοκληρώσει τις σπουδές του και είχε αρχίσει να ασκεί κερδοσκοπική δραστηριότητα.

    809

    Τέλος, ο ισχυρισμός του Κ. Pinxten ότι το εν λόγω τέκνο συνέχισε να διαμένει στην κατοικία του πρέπει να θεωρηθεί αποδεδειγμένος, λαμβανομένων υπόψη, αφενός, μιας δήλωσης νόμιμης διαμονής στο Λουξεμβούργο της 27ης Νοεμβρίου 2011 και, αφετέρου, ενός πιστοποιητικού κύριας διαμονής εκδοθέντος από τις βελγικές αρχές, το οποίο πιστοποιεί εγγραφή στα μητρώα κατοίκων των Βρυξελλών από τις 9 Φεβρουαρίου 2018.

    810

    Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να επισημανθεί ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο δεν επικαλείται κανέναν εσωτερικό κανόνα του εν λόγω θεσμικού οργάνου ο οποίος να καθορίζει τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες μέλος της οικογένειας ενός από τα μέλη του θεσμικού οργάνου μπορεί να έχει στη διάθεσή του κάρτα καυσίμων.

    811

    Ωστόσο, η κατοχή και χρήση κάρτας καυσίμων από το ως άνω τέκνο, μετά την 1η Σεπτεμβρίου 2012, πρέπει εν πάση περιπτώσει να θεωρηθεί παράτυπη εάν από τους κανόνες περί φορολογικών απαλλαγών οι οποίοι ίσχυαν κατά τον χρόνο χρήσης της κάρτας προκύπτει ότι το τέκνο μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου το οποίο δεν θεωρούνταν πλέον συντηρούμενο τέκνο του μέλους αυτού, κατά την έννοια του άρθρου 2 του παραρτήματος VII του ΚΥΚ, αλλά εξακολουθούσε παρά ταύτα να διαμένει με το εν λόγω μέλος, δεν μπορούσε να επωφελείται από τις φορολογικές απαλλαγές.

    812

    Όσον αφορά την απαλλαγή από την καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης, το άρθρο 12, παράγραφος 1, στοιχεία αʹ και βʹ, της οδηγίας 2008/118 προβλέπει ότι τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα απαλλάσσονται από την καταβολή του φόρου αυτού εφόσον προορίζονται να χρησιμοποιηθούν στο πλαίσιο διπλωματικών ή προξενικών σχέσεων ή, ακόμη, από διεθνείς οργανισμούς που αναγνωρίζονται από τις αρχές του κράτους μέλους υποδοχής και από τα μέλη των οργανισμών αυτών, εντός των ορίων και σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που καθορίζονται από τις διεθνείς συμβάσεις για την ίδρυσή τους ή από τις συμφωνίες για την έδρα τους.

    813

    Το άρθρο 12, παράγραφος 2, της εν λόγω οδηγίας προβλέπει ότι οι απαλλαγές από την καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης τις οποίες προβλέπει το άρθρο αυτό υπόκεινται στις προϋποθέσεις και στα όρια που καθορίζονται από το κράτος μέλος υποδοχής.

    814

    Η διάταξη αυτή τίθεται σε εφαρμογή με το άρθρο 1 της υπουργικής απόφασης της 18ης Μαρτίου 2010, το οποίο ορίζει ότι ο βελγικός νόμος της 22ας Δεκεμβρίου 2009 σχετικά με το γενικό καθεστώς των ειδικών φόρων κατανάλωσης δημοσιεύεται στο Mémorial για να εκτελεστεί στο Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου.

    815

    Μολονότι το Ελεγκτικό Συνέδριο δεν διευκρινίζει ποια διάταξη του νόμου αυτού έχει, κατά την άποψή του, εφαρμογή εν προκειμένω, επισημαίνεται ότι το άρθρο 13 του εν λόγω νόμου αναφέρεται σε απαλλαγή από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης υπέρ των διπλωματών, των προξενικών υπαλλήλων, των ενόπλων δυνάμεων και των οργανισμών που μνημονεύονται στο άρθρο 20, σημεία 7 έως 12, του βελγικού γενικού νόμου της 18ης Ιουλίου 1977 περί τελωνείων και ειδικών φόρων κατανάλωσης.

    816

    Από το άρθρο 20, σημείο 7, του εν λόγω γενικού νόμου, όπως ισχύει στο Λουξεμβούργο, προκύπτει ότι απαλλαγή από τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης χορηγείται, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, για τις εύλογες ποσότητες εμπορευμάτων που προορίζονται για προσωπική χρήση –συμπεριλαμβανομένης της χρήσης από τα μέλη της οικογένειάς τους που αποτελούν μέρος του νοικοκυριού τους– των διπλωματικών υπαλλήλων και των προξενικών υπαλλήλων, που ασκούν καθήκοντα στο Λουξεμβούργο, εφόσον οι ενδιαφερόμενοι δεν είναι υπήκοοι ή μόνιμοι κάτοικοι του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου και δεν ασκούν στο κράτος αυτό επαγγελματική ή εμπορική δραστηριότητα για προσωπικό τους όφελος.

    817

    Όσον αφορά τον ΦΠΑ, από το άρθρο 1 σε συνδυασμό με το άρθρο 4 της λουξεμβουργιανής κανονιστικής απόφασης της 7ης Φεβρουαρίου 2013 προκύπτει ότι οι διπλωματικοί υπάλληλοι και οι προξενικοί υπάλληλοι μπορούν να τύχουν απαλλαγής από τον ΦΠΑ για την άμεση, πραγματική και αποκλειστική χρήση εντός του Λουξεμβούργου ορισμένων προϊόντων, για τις ίδιες και ιδιωτικές ανάγκες των εν λόγω υπαλλήλων καθώς και των μελών της οικογένειάς τους που αποτελούν μέρος του νοικοκυριού τους, εφόσον τα τελευταία δεν είναι υπήκοοι ή μόνιμοι κάτοικοι του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου και δεν ασκούν στο κράτος αυτό δραστηριότητα κερδοσκοπικού χαρακτήρα.

    818

    Μολονότι οι κρίσιμες διατάξεις του λουξεμβουργιανού δικαίου που καθορίζουν τις προϋποθέσεις εφαρμογής των επίμαχων απαλλαγών από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης και τον ΦΠΑ αφορούν τα μέλη της οικογένειας που αποτελούν μέρος του «νοικοκυριού» του κύριου δικαιούχου των επίμαχων φορολογικών απαλλαγών, από τις εν λόγω διατάξεις δεν προκύπτει ότι η έννοια αυτή αντιστοιχεί στην έννοια της «στέγης» κατά τον ΚΥΚ.

    819

    Εφόσον το Ελεγκτικό Συνέδριο δεν προσκόμισε συγκεκριμένα στοιχεία σχετικά με το περιεχόμενο της έννοιας του «νοικοκυριού» κατά το λουξεμβουργιανό δίκαιο, δεν αποδείχθηκε ότι το εν λόγω τέκνο, ως προς το οποίο ούτε υποστηρίχθηκε ούτε, κατά μείζονα λόγο, διαπιστώθηκε ότι ασκούσε κερδοσκοπική δραστηριότητα στο Λουξεμβούργο, δεν μπορούσε πλέον να απολαύει των φορολογικών προνομίων που παρέχονται στα μέλη της οικογένειας μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

    820

    Επομένως, το Ελεγκτικό Συνέδριο δεν απέδειξε ότι η κατοχή και η χρήση κάρτας καυσίμων από το τέκνο αυτό μετά την 1η Σεπτεμβρίου 2012 ήταν παράτυπη.

    821

    Συνεπώς, το πρώτο σκέλος της δεύτερης αιτίασης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμο.

    β)   Επί του δεύτερου σκέλους της δεύτερης αιτίασης, το οποίο αφορά τη χρήση κάρτας καυσίμων για την αγορά καυσίμων προοριζόμενων για οχήματα που ανήκουν σε τρίτους

    1) Επιχειρήματα των διαδίκων

    822

    Με το δεύτερο σκέλος της δεύτερης αιτίασής του, το Ελεγκτικό Συνέδριο υποστηρίζει ότι τα έγγραφα σχετικά με τη χρήση των καρτών καυσίμων που τέθηκαν στη διάθεση του Κ. Pinxten περιέχουν ανωμαλίες από τις οποίες προκύπτει ότι αυτός έδωσε τη δυνατότητα σε τρίτους να χρησιμοποιήσουν τις εν λόγω κάρτες.

    823

    Ο Κ. Pinxten υποστηρίζει ότι μόνον τα μέλη του νοικοκυριού του επωφελήθηκαν από τις κάρτες καυσίμων που παρέσχε το Ελεγκτικό Συνέδριο. Οι επισημανθείσες από το Ελεγκτικό Συνέδριο ανωμαλίες εξηγούνται λόγω οικογενειακών μετακινήσεων με διάφορα αυτοκίνητα και λόγω της χρήσης αυτοκινήτων αντικατάστασης. Κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών θα ήταν εύκολο να δοθούν σαφείς εξηγήσεις, αλλά, λόγω της παρόδου του χρόνου, δεν είναι δυνατόν να δοθούν περισσότερες διευκρινίσεις.

    2) Εκτίμηση του Δικαστηρίου

    824

    Εν προκειμένω, δεν αμφισβητείται ότι, ενώ τα αυτοκίνητα που διέθεταν ο Κ. Pinxten και τα μέλη της οικογένειάς του ήταν πετρελαιοκίνητα, οι κάρτες καυσίμων που είχαν τεθεί στη διάθεσή τους χρησιμοποιήθηκαν για την αγορά όχι μόνο πετρελαίου κίνησης, αλλά και βενζίνης.

    825

    Ειδικότερα, όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 169 των προτάσεών του, από τα έγγραφα σχετικά με τη χρήση των εν λόγω καρτών καυσίμων κατά τα έτη 2016 και 2017 προκύπτει ότι οι κάρτες αυτές χρησιμοποιήθηκαν τουλάχιστον δώδεκα φορές για την αγορά βενζίνης.

    826

    Στο μέτρο, όμως, που οι φορολογικές απαλλαγές που εφαρμόζονται κατά τη χρήση κάρτας καυσίμων η οποία έχει τεθεί στη διάθεση μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου πρέπει να ωφελούν μόνο το μέλος αυτό ή ορισμένα μέλη της οικογένειάς του, η εν λόγω κάρτα πρέπει να χρησιμοποιείται αποκλειστικά για τον εφοδιασμό με καύσιμα των οχημάτων που διαθέτουν τα πρόσωπα αυτά.

    827

    Ο Κ. Pinxten, κατά την ακρόασή του από την OLAF και, στη συνέχεια, κατά τη διάρκεια της παρούσας διαδικασίας, προέβαλε ότι οι εν λόγω αγορές βενζίνης οφείλονταν στην περιστασιακή χρήση αυτοκινήτων αντικατάστασης.

    828

    Ωστόσο, δεδομένου ότι ο Κ. Pinxten ενημερώθηκε για την ύπαρξη υπονοιών σχετικά με τις επίμαχες ανωμαλίες κατά την ακρόασή του από την OLAF στις 22 Δεκεμβρίου 2017 και, στη συνέχεια, με την προκαταρκτική έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, η οποία του κοινοποιήθηκε στις 5 Οκτωβρίου 2018, μπορεί ευλόγως να αναμένεται από τον Κ. Pinxten να προσκομίσει στοιχεία ικανά να στηρίξουν το επιχείρημά του ότι οι ανωμαλίες αυτές οφείλονται στην επανειλημμένη χρήση αυτοκινήτων αντικατάστασης κατά τα έτη 2016 και 2017.

    829

    Επιβάλλεται όμως η διαπίστωση ότι ο Κ. Pinxten δεν προσκόμισε κανένα στοιχείο προς στήριξη του επιχειρήματος αυτού.

    830

    Επομένως, το δεύτερο σκέλος της δεύτερης αιτίασης πρέπει να γίνει δεκτό και, ως εκ τούτου, η αιτίαση αυτή πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή.

    4.   Επί της τρίτης αιτίασης, η οποία αφορά ψευδείς δηλώσεις σχετικά με ασφαλιστική ζημία στο πλαίσιο προβαλλόμενων ατυχημάτων στα οποία εμπλέκονταν το υπηρεσιακό όχημα και ο οδηγός του γραφείου του Κ. Pinxten

    α)   Επιχειρήματα των διαδίκων

    831

    Με την τρίτη αιτίασή του, το Ελεγκτικό Συνέδριο προσάπτει στον Κ. Pinxten ότι παρέβη τις υποχρεώσεις του περί ακεραιότητας, υποδειγματικής συμπεριφοράς και ανιδιοτέλειας, καθόσον έλαβε αποζημίωση από ασφαλιστική εταιρία βάσει ψευδών δηλώσεων υπογεγραμμένων, κατόπιν αιτήματος του Κ. Pinxten, από τον οδηγό του γραφείου του.

    832

    Αφενός, έλαβε αποζημίωση για συμβάν το οποίο φέρεται ότι συνέβη τον Ιανουάριο του 2010 και κατά το οποίο ο οδηγός του γραφείου του Κ. Pinxten παρέσυρε με το αυτοκίνητο βαλίτσα που ανήκε στον τελευταίο και στην οποία υπήρχαν μια φιάλη οίνου και διάφορα ενδύματα. Ωστόσο, από τις δηλώσεις του οδηγού προκύπτει ότι το συμβάν αυτό ουδέποτε έλαβε χώρα.

    833

    Αφετέρου, ο Κ. Pinxten έλαβε αποζημίωση κατόπιν δήλωσης σχετικά με ατύχημα που συνέβη στις 17 Ιανουαρίου 2011. Ωστόσο, η δήλωση αυτή έκανε λόγο για ατύχημα που συνέβη στις Βρυξέλλες μεταξύ του ιδιωτικού του αυτοκινήτου το οποίο οδηγούσε ένα από τα τέκνα του και του υπηρεσιακού του αυτοκινήτου το οποίο οδηγούσε ο οδηγός του γραφείου του, ενώ η επίμαχη ζημία οφειλόταν σε σύγκρουση που συνέβη στη Γαλλία και ο Κ. Pinxten οδηγούσε το τελευταίο αυτό αυτοκίνητο.

    834

    Ο Κ. Pinxten δεν προσκόμισε κανένα στοιχείο που να αποδεικνύει ότι τα πραγματικά περιστατικά που δηλώθηκαν στην ασφαλιστική εταιρία ήταν ακριβή. Οι δηλώσεις προς την εταιρία αυτή υπογράφηκαν μεν από τον οδηγό του γραφείου του Κ. Pinxten, πλην όμως ο τελευταίος θα έπρεπε να έχει εμποδίσει τον οδηγό να ενεργήσει κατ’ αυτόν τον τρόπο, δεδομένου ότι γνώριζε την πραγματική κατάσταση. Αφού δεν το έπραξε, ανάγκασε τον υφιστάμενό του να διαπράξει ποινικό αδίκημα στο οποίο ο ίδιος ήταν ο έμμεσος αυτουργός ή ο συνεργός.

    835

    Εξάλλου, το Ελεγκτικό Συνέδριο εκτιμά ότι οι μαρτυρίες του οδηγού του γραφείου του Κ. Pinxten έχουν αποδεικτική αξία, λαμβανομένου υπόψη του συγκλίνοντος χαρακτήρα τους και του γεγονότος ότι προέρχονται από πρόσωπο το οποίο εκτίθεται σε ποινική και πειθαρχική δίωξη λόγω αυτών.

    836

    Ο Κ. Pinxten υποστηρίζει ότι οι δηλώσεις προς την ασφαλιστική εταιρία αντικατοπτρίζουν την πραγματικότητα.

    837

    Από τις δηλώσεις του υπευθύνου των οδηγών του Ελεγκτικού Συνεδρίου προς την OLAF προκύπτει ότι η υπηρεσία του αναλάμβανε τη διαχείριση των σχετικών με ατυχήματα προβλημάτων με την ασφαλιστική εταιρία. Επιπλέον, σε καμία από τις συλλεγείσες δηλώσεις δεν γίνεται λόγος για παρέμβαση του Κ. Pinxten στους φακέλους αυτούς.

    838

    Επιπροσθέτως, οι δηλώσεις του οδηγού του γραφείου του Κ. Pinxten δεν είναι αξιόπιστες λαμβανομένων υπόψη των αντιφάσεων που περιέχουν και των περιστάσεων που τις περιβάλλουν. Υποστηρίζεται, ειδικότερα, ότι ο οδηγός υπέστη πιέσεις από τον προϊστάμενο της νομικής υπηρεσίας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ο οποίος τον εξέτασε, θέτοντάς του ερωτήσεις, τρεις φορές και τον ώθησε, ανεπιτυχώς, να υπογράψει καταγγελία που θα του χορηγούσε το καθεστώς του μάρτυρα δημοσίου συμφέροντος.

    β)   Εκτίμηση του Δικαστηρίου

    839

    Όσον αφορά, πρώτον, το ατύχημα που συνέβη στις 17 Ιανουαρίου 2011, η δήλωση ατυχήματος που απεστάλη στην ασφαλιστική εταιρία αναφέρει ότι το εν λόγω τέκνο του Κ. Pinxten και ο οδηγός του γραφείου του Κ. Pinxten, οι οποίοι υπέγραψαν τη δήλωση αυτή, οδηγούσαν, αντιστοίχως, τα δύο οχήματα που συγκρούστηκαν.

    840

    Συναφώς, επισημαίνεται βεβαίως ότι ορισμένα έμμεσα αποδεικτικά στοιχεία είναι ικανά να στηρίξουν τον ισχυρισμό του Ελεγκτικού Συνεδρίου ότι τα πραγματικά περιστατικά που εκτίθενται στην εν λόγω δήλωση ατυχήματος είναι ανακριβή.

    841

    Καταρχάς, ο οδηγός του γραφείου του Κ. Pinxten, αφού υποστήριξε κατά την ακρόασή του στο πλαίσιο της εσωτερικής έρευνας του Ελεγκτικού Συνεδρίου ότι οδηγούσε πράγματι το υπηρεσιακό αυτοκίνητο του Κ. Pinxten κατά το επίμαχο ατύχημα, κατά τη διάρκεια των τριών ακροάσεών του από την OLAF υποστήριξε σταθερά ότι δεν ήταν παρών κατά τη σύγκρουση των δύο εμπλεκόμενων οχημάτων.

    842

    Περαιτέρω, από ορισμένα στοιχεία προκύπτει ότι η ασφαλιστική εταιρία έλαβε αντιφατικές πληροφορίες ως προς την ταυτότητα του οδηγού του επίμαχου υπηρεσιακού αυτοκινήτου.

    843

    Αφενός, από εσωτερικό ηλεκτρονικό μήνυμα της εταιρίας αυτής, της 28ης Ιανουαρίου 2011, προκύπτει ότι ένας από τους υπαλλήλους της είχε ενημερωθεί προφορικώς, πριν από την παραλαβή της δήλωσης ατυχήματος, ότι ο Κ. Pinxten και ο υιός του οδηγούσαν τα εμπλεκόμενα οχήματα.

    844

    Αφετέρου, οι απαντήσεις υπαλλήλου της εν λόγω εταιρίας στις ερωτήσεις που του έθεσε το Ελεγκτικό Συνέδριο κατά τα έτη 2017 και 2018 επιβεβαιώνουν ότι η εταιρία είχε αρχικώς πληροφορηθεί ότι ο Κ. Pinxten οδηγούσε το ένα από τα δύο εμπλεκόμενα οχήματα.

    845

    Επισημαίνεται, ωστόσο, ότι οι απαντήσεις αυτές έρχονται σε αντίθεση με τις δηλώσεις του οδηγού ενώπιον της OLAF, στο μέτρο που ο οδηγός αυτός δήλωσε ότι είχαν αποσταλεί στην ασφαλιστική εταιρία δύο διαφορετικές δηλώσεις ατυχήματος, ενώ με τις εν λόγω απαντήσεις διευκρινίζεται ότι η εταιρία έλαβε μία μόνο δήλωση ατυχήματος.

    846

    Τέλος, δεν αμφισβητείται ότι ο K. Pinxten απέστειλε στην ασφαλιστική εταιρία επιστολή, στις 11 Ιανουαρίου 2012, με την οποία διευκρινίζει ότι ενεπλάκη σε «σύγκρουση με το υπηρεσιακό [του] αυτοκίνητο» στις 17 Ιανουαρίου 2011 και επικρίνει την πρακτική της εταιρίας αυτής να μην αναλαμβάνει το κόστος των επισκευών οχήματος όταν «δύο πρόσωπα της ίδιας οικογένειας» έχουν υπογράψει τη δήλωση ατυχήματος.

    847

    Ωστόσο, ακόμη και αν υποτεθεί ότι τα στοιχεία αυτά είναι επαρκή για να αποδειχθεί ότι η δήλωση ατυχήματος που διαβίβασε το Ελεγκτικό Συνέδριο στην ασφαλιστική εταιρία περιείχε εσφαλμένες πληροφορίες, από τη δικογραφία που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο δεν προκύπτει ότι οι ψευδείς αυτές δηλώσεις μπορούν να καταλογιστούν στον Κ. Pinxten.

    848

    Τα μόνα στοιχεία που προσκόμισε το Ελεγκτικό Συνέδριο για να αποδείξει την ως άνω δυνατότητα καταλογισμού συνίστανται σε σχετική δήλωση του οικείου οδηγού κατά την ακρόασή του από την OLAF στις 7 Δεκεμβρίου 2017 και στην επανάληψη της θέσης αυτής με τα από 20 Απριλίου 2018 σχόλιά του επί της σύνοψης των πραγματικών περιστατικών την οποία του είχε διαβιβάσει η OLAF.

    849

    Πρέπει, ωστόσο, να υπογραμμιστεί ότι η θέση που έλαβε ο οδηγός του γραφείου του Κ. Pinxten μεταβλήθηκε σημαντικά κατά τη διάρκεια της εσωτερικής έρευνας του Ελεγκτικού Συνεδρίου και, στη συνέχεια, της έρευνας της OLAF.

    850

    Αφού υποστήριξε κατά τη διάρκεια της εσωτερικής έρευνας του Ελεγκτικού Συνεδρίου ότι οδηγούσε πράγματι το υπηρεσιακό αυτοκίνητο κατά το ατύχημα της 17ης Ιανουαρίου 2011, ο οδηγός του γραφείου του Κ. Pinxten, κατά την πρώτη ακρόασή του από την OLAF, στις 3 Οκτωβρίου 2017, δήλωσε ότι δεν νόμιζε ότι ο Κ. Pinxten του είχε ζητήσει να συμπληρώσει τη δήλωση ατυχήματος και ότι είχε μια «αμυδρή ανάμνηση» ότι είχε λάβει σχετικές οδηγίες από τον υπεύθυνο των οδηγών του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

    851

    Κατά τη δεύτερη ακρόασή του από την OLAF, στις 16 Οκτωβρίου 2017, ο οδηγός του γραφείου του Κ. Pinxten διευκρίνισε ότι δεν θυμόταν αν το αίτημα για τη συμπλήρωση της δήλωσης ατυχήματος προερχόταν από τον εν λόγω υπεύθυνο ή από τον Κ. Pinxten, αλλά θεωρούσε ότι «μάλλον» προερχόταν από τον τελευταίο.

    852

    Κατά την τρίτη ακρόασή του από την OLAF, στις 7 Δεκεμβρίου 2017, διαβεβαίωσε ότι, κατά την προηγούμενη ακρόασή του, οι αναμνήσεις του ήταν αόριστες, αλλά ότι ήταν πλέον «επίσημο» και ότι «όντως ο Κ. Pinxten [του είχε] ζητήσει να προβεί στη νέα αυτή δήλωση ατυχήματος».

    853

    Δεν υπάρχει, όμως, λόγος να θεωρηθούν αξιόπιστες αποκλειστικά οι τελευταίες δηλώσεις του οδηγού του γραφείου του Κ. Pinxten.

    854

    Επιπλέον, στις απαντήσεις που έδωσε υπάλληλος της ασφαλιστικής εταιρίας στις ερωτήσεις που του έθεσε το Ελεγκτικό Συνέδριο κατά τα έτη 2017 και 2018 γίνεται λόγος για αποκλειστικές επαφές με τον υπεύθυνο των οδηγών του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ο οποίος εξέτασε αυθόρμητα, αφού αναφέρθηκε η πιθανή άρνηση ανάληψης του κόστους των ζημιών που προκλήθηκαν στο υπηρεσιακό αυτοκίνητο του Κ. Pinxten, το ενδεχόμενο αλλαγής του ονόματος των εμπλεκόμενων οδηγών.

    855

    Κατά την ακρόασή του από την OLAF, ο υπεύθυνος αυτός απέρριψε άλλωστε κάθε παρέμβαση του Κ. Pinxten σχετικά με το επίμαχο ατύχημα και αναφέρθηκε στην ύπαρξη συστηματικής πρακτικής, γνωστής στους «ιεραρχικώς προϊσταμένους» του, περί ψευδών δηλώσεων ασφαλιστικής φύσεως εντός της υπηρεσίας των οδηγών του Ελεγκτικού Συνεδρίου, πρακτικής στην οποία αναφέρθηκε και ο οδηγός του γραφείου του Κ. Pinxten κατά την ακρόασή του από την OLAF στις 16 Οκτωβρίου 2017.

    856

    Εξάλλου, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι από τα στοιχεία που αναφέρει ο Κ. Pinxten στην από 11 Ιανουαρίου 2012 επιστολή του προκύπτει ότι δεν γνώριζε το περιεχόμενο της δήλωσης ατυχήματος που απέστειλε το Ελεγκτικό Συνέδριο στην ασφαλιστική εταιρία.

    857

    Κατόπιν όλων των ανωτέρω σκέψεων, διαπιστώνεται ότι τα στοιχεία που προσκόμισε το Ελεγκτικό Συνέδριο δεν αρκούν για να αποδειχθεί ότι ο Κ. Pinxten μπορεί να θεωρηθεί υπεύθυνος, στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, για ψευδή δήλωση σχετικά με την ασφάλιση όσον αφορά το ατύχημα που συνέβη στις 17 Ιανουαρίου 2011.

    858

    Όσον αφορά το συμβάν του Ιανουαρίου του 2010, οι δηλώσεις του οδηγού του γραφείου του Κ. Pinxten κατά την τρίτη ακρόασή του από την OLAF, στις 7 Δεκεμβρίου 2017, αποτελούν το μοναδικό στοιχείο που προσκόμισε το Ελεγκτικό Συνέδριο προς στήριξη των ισχυρισμών του, οι οποίοι αμφισβητούνται έντονα από τον Κ. Pinxten.

    859

    Από τα προεκτεθέντα, όμως, προκύπτει ότι δεν μπορεί να αποδοθεί αποφασιστική σημασία στις δηλώσεις, αυτές καθεαυτές, του οδηγού του γραφείου του Κ. Pinxten ενώπιον της OLAF.

    860

    Επιπλέον, ο οδηγός αυτός αναφέρθηκε στο συμβάν του Ιανουαρίου του 2010 πολύ αργά κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, ενώ είχε ήδη την ευκαιρία να αναφερθεί προηγουμένως σε ενδεχόμενες παρατυπίες του Κ. Pinxten οι οποίες δεν ήταν γνωστές στην OLAF.

    861

    Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει να γίνει δεκτό ότι δεν αποδείχθηκε το βάσιμο των ισχυρισμών του Ελεγκτικού Συνεδρίου σχετικά με το συμβάν του Ιανουαρίου του 2010.

    862

    Κατά συνέπεια, η τρίτη αιτίαση πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της.

    5.   Επί της πέμπτης αιτίασης, η οποία αφορά κατάσταση σύγκρουσης συμφερόντων δημιουργηθείσα από τον Κ. Pinxten στο πλαίσιο σχέσης με τον διευθυντή ελεγχόμενης οντότητας

    α)   Επιχειρήματα των διαδίκων

    863

    Με την πέμπτη αιτίασή του, το Ελεγκτικό Συνέδριο υποστηρίζει ότι ο Κ. Pinxten, δημιουργώντας σχέση με τον διευθυντή ελεγχόμενης οντότητας, παρέβη τις υποχρεώσεις του περί ανιδιοτέλειας, ανεξαρτησίας, αμεροληψίας, ακεραιότητας και υποδειγματικής συμπεριφοράς.

    864

    Συγκεκριμένα, υπονόμευσε την ανεξαρτησία του και την αμεροληψία του ή, τουλάχιστον, δημιούργησε τέτοια εντύπωση, καθόσον πρότεινε τη μίσθωση ιδιωτικού διαμερίσματος στην Ύπατη Εκπρόσωπο της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας, οντότητα εμπίπτουσα στις αρμοδιότητες του τμήματος III του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

    865

    Ο Κ. Pinxten υπογραμμίζει ότι η πρόταση μίσθωσης του διαμερίσματός του δεν ανέφερε την ιδιότητά του ως μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Το μόνο στοιχείο που συνδεόταν με το εν λόγω θεσμικό όργανο στην πρόταση αυτή ήταν η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του, η οποία επίσης χρησιμοποιήθηκε για ιδιωτικούς σκοπούς, διότι δεν διέθετε άλλη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Εξάλλου, η εν λόγω πρόταση ανταποκρινόταν στις κανονικές συνθήκες της αγοράς.

    β)   Εκτίμηση του Δικαστηρίου

    866

    Με επιστολή της 20ής Νοεμβρίου 2014, ο Κ. Pinxten πρότεινε στην Ύπατη Εκπρόσωπο της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας να της εκμισθώσει διαμέρισμα στις Βρυξέλλες.

    867

    Δεν αμφισβητείται ότι το πρόσωπο αυτό ήταν η διευθύντρια οντότητας ελεγχόμενης από το Ελεγκτικό Συνέδριο, και ειδικότερα από το τμήμα III του εν λόγω θεσμικού οργάνου, του οποίου πρόεδρος κατά την περίοδο εκείνη ήταν ο Κ. Pinxten.

    868

    Προκειμένου, όμως, να τηρούν την προβλεπόμενη στο άρθρο 285 ΣΛΕΕ υποχρέωση άσκησης των καθηκόντων τους με πλήρη ανεξαρτησία, προς το γενικό συμφέρον της Ένωσης, τα μέλη του Ελεγκτικού Συνεδρίου πρέπει να μεριμνούν για την αποφυγή οποιασδήποτε σύγκρουσης συμφερόντων.

    869

    Η υποχρέωση αυτή υπενθυμίζεται στο άρθρο 2, παράγραφος 1, του κώδικα συμπεριφοράς του 2012 και στο σημείο 3.3 των κατευθυντηρίων οδηγιών δεοντολογίας. Το σημείο 3.4 των εν λόγω κατευθυντηρίων οδηγιών προβλέπει, επιπλέον, ότι τα μέλη του Ελεγκτικού Συνεδρίου δεν πρέπει να διατηρούν με την ελεγχόμενη οντότητα καμία σχέση η οποία θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την ανεξαρτησία τους.

    870

    Προτείνοντας στον διευθυντή ελεγχόμενης οντότητας να συνάψει οικονομική σχέση μαζί του, ο Κ. Pinxten εκτέθηκε σε πιθανή σύγκρουση συμφερόντων η οποία θα μπορούσε να κλονίσει την ανεξαρτησία του και την αμεροληψία του.

    871

    Το γεγονός ότι η επίμαχη επιστολή δεν ανέφερε ρητώς την ιδιότητά του ως μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου δεν ασκεί συναφώς επιρροή.

    872

    Πράγματι, πέραν του ότι η ύπαρξη συνδέσμου μεταξύ του Κ. Pinxten και του Ελεγκτικού Συνεδρίου μπορούσε να συναχθεί από τη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που μνημονεύεται στην εν λόγω επιστολή, πρέπει να επισημανθεί, αφενός, ότι η ιδιότητα του Κ. Pinxten ως μέλους του θεσμικού οργάνου ήταν παγκοίνως γνωστή και, αφετέρου, ότι, σε περίπτωση αποδοχής της διατυπωθείσας με την επιστολή αυτή πρότασης από τον αποδέκτη της, θα υφίστατο, εν πάση περιπτώσει, αντικειμενικά σύγκρουση συμφερόντων, ακόμη και αν ο αποδέκτης δεν γνώριζε τη θέση που κατείχε ο Κ. Pinxten.

    873

    Κατά συνέπεια, η πέμπτη αιτίαση είναι βάσιμη.

    Γ. Επί της έκπτωσης από το συνταξιοδοτικό δικαίωμα ή από άλλα αντ’ αυτού ωφελήματα

    1.   Επιχειρήματα των διαδίκων

    874

    Το Ελεγκτικό Συνέδριο υποστηρίζει ότι οι πράξεις του Κ. Pinxten είναι ιδιαιτέρα σοβαρές και, επομένως, πληρούν την προϋπόθεση που τέθηκε συναφώς με την απόφαση της 11ης Ιουλίου 2006, Επιτροπή κατά Cresson (C‑432/04, EU:C:2006:455).

    875

    Συγκεκριμένα, οι πράξεις αυτές θίγουν τις θεμελιώδεις αξίες της Ένωσης, τελούνταν πολύ συχνά, προκάλεσαν σημαντική ζημία στο Ελεγκτικό Συνέδριο, μπορούν να χαρακτηριστούν ως αξιόποινες πράξεις και, δεδομένων των μεθοδεύσεων απόκρυψης, τελέστηκαν με δόλο.

    876

    Το Ελεγκτικό Συνέδριο επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου να καθορίσει τη φύση και την έκταση της κύρωσης, λαμβάνοντας υπόψη την αρχή της αναλογικότητας, το υψηλό επίπεδο των ευθυνών του Κ. Pinxten, την προσβολή της εικόνας του θεσμικού οργάνου, τη μεγάλη σοβαρότητα των παραβάσεων και την έκταση της οικονομικής ζημίας για την Ένωση.

    877

    Ο Κ. Pinxten υποστηρίζει ότι δεν παρέβη τις υποχρεώσεις που απορρέουν εκ της θέσεώς του, κατά την έννοια του άρθρου 286, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ.

    878

    Κατά την άποψή του, η συμπεριφορά του ήταν παρόμοια με εκείνη των λοιπών μελών του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Δεν αποκλείει μεν ότι ενδέχεται να υπέπεσε σε ορισμένα σφάλματα, πλην όμως τα σφάλματα αυτά ήταν επουσιώδη και θα έπρεπε να έχουν διορθωθεί από το εν λόγω θεσμικό όργανο.

    2.   Εκτίμηση του Δικαστηρίου

    879

    Από την ανωτέρω εκτίμηση προκύπτει ότι, μολονότι η τρίτη αιτίαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου πρέπει να απορριφθεί, η πρώτη, η δεύτερη, η τέταρτη και η πέμπτη αιτίαση είναι, αντιθέτως, τουλάχιστον εν μέρει βάσιμες, οπότε ο Κ. Pinxten πρέπει να θεωρηθεί υπεύθυνος για σειρά παρατυπιών.

    880

    Ασκώντας μη δηλωθείσα δραστηριότητα που ήταν ασυμβίβαστη με τα καθήκοντά του ως μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου, χρησιμοποιώντας καταχρηστικά τους πόρους του εν λόγω θεσμικού οργάνου και ενεργώντας κατά τρόπο που θα μπορούσε να δημιουργήσει σύγκρουση συμφερόντων με ελεγχόμενο πρόσωπο, ο Κ. Pinxten υπέπεσε σε ιδιαίτερα σοβαρά παραπτώματα και, ως εκ τούτου, παρέβη τις υποχρεώσεις που απέρρεαν εκ της θέσεώς του ως μέλους του θεσμικού οργάνου, κατά την έννοια του άρθρου 286, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ.

    881

    Για παραβάσεις των υποχρεώσεων αυτών επιβάλλεται, καταρχήν, κύρωση βάσει της ως άνω διάταξης (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 11ης Ιουλίου 2006, Επιτροπή κατά Cresson, C‑432/04, EU:C:2006:455, σκέψη 149).

    882

    Δυνάμει της διάταξης αυτής, το Δικαστήριο μπορεί να επιβάλει κύρωση συνιστάμενη στην αυτεπάγγελτη απαλλαγή του ενδιαφερομένου από τα καθήκοντά του ή στην έκπτωσή του από το συνταξιοδοτικό του δικαίωμα ή από άλλα αντ’ αυτού ωφελήματα. Η εν λόγω απαλλαγή μπορεί να επιβληθεί μόνο σε περίπτωση παράβασης η οποία διαπράττεται και διώκεται όταν το οικείο μέλος του Ελεγκτικού Συνεδρίου είναι ακόμη εν ενεργεία. Αντιθέτως, η έκπτωση από το συνταξιοδοτικό δικαίωμα ή από άλλα αντ’ αυτού ωφελήματα μπορεί να τύχει εφαρμογής ιδίως εάν η παράβαση διαπράχθηκε κατά τη διάρκεια της θητείας του εν λόγω μέλους και διώκεται μετά τη λήξη της θητείας του, όπως συμβαίνει εν προκειμένω (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 11ης Ιουλίου 2006, Επιτροπή κατά Cresson, C‑432/04, EU:C:2006:455, σκέψη 73).

    883

    Ειδικότερα, δεδομένου ότι από τις πληροφορίες που παρέσχον οι διάδικοι κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση προκύπτει ότι ο Κ. Pinxten έχει μόνο συνταξιοδοτικό δικαίωμα, η εν λόγω κύρωση πρέπει να αφορά το δικαίωμα αυτό και όχι άλλα αντ’ αυτού ωφελήματα.

    884

    Ελλείψει διευκρίνισης, στο άρθρο 286, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ, ως προς την έκταση της προβλεπόμενης στη διάταξη αυτή έκπτωσης από το συνταξιοδοτικό δικαίωμα, το Δικαστήριο μπορεί να αποφασίσει την ολική ή μερική έκπτωση από το εν λόγω δικαίωμα (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 11ης Ιουλίου 2006, Επιτροπή κατά Cresson, C‑432/04, EU:C:2006:455, σκέψη 73).

    885

    Ωστόσο, η κύρωση αυτή πρέπει να είναι ανάλογη προς τη σοβαρότητα των διαπιστωθεισών από το Δικαστήριο παραβάσεων των υποχρεώσεων που απορρέουν από τη θέση του μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

    886

    Προκειμένου να καθοριστεί η σοβαρότητα των διαπιστωθεισών από το Δικαστήριο παραβάσεων των υποχρεώσεων που απορρέουν από τη θέση του μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου, πρέπει να ληφθούν υπόψη, ειδικότερα, η φύση των παραβάσεων αυτών, οι περιστάσεις υπό τις οποίες διαπράχθηκαν, η έκταση της βλάβης που προκλήθηκε στην ακεραιότητα, στη φήμη ή στα συμφέροντα της Ένωσης καθώς και ο βαθμός δόλου ή αμέλειας κατά τη διάπραξη των εν λόγω παραβάσεων.

    887

    Προκειμένου να διασφαλιστεί η τήρηση της αρχής της αναλογικότητας, είναι επίσης αναγκαίο να ληφθεί υπόψη το σύνολο των περιστάσεων που ενδέχεται να επιτείνουν ή, αντιθέτως, να μετριάσουν την ευθύνη του Κ. Pinxten.

    888

    Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει, επιπλέον, να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι η ολική ή μερική έκπτωση από το συνταξιοδοτικό δικαίωμα συνιστά περιορισμό του δικαιώματος ιδιοκτησίας που κατοχυρώνεται στο άρθρο 17 του Χάρτη, καθόσον έχει ως αποτέλεσμα να στερεί από τον ενδιαφερόμενο το σύνολο ή μέρος των δικαιωμάτων σύνταξης γήρατος που αυτός έχει θεμελιώσει κατά τη διάρκεια της επαγγελματικής σταδιοδρομίας του, δικαιωμάτων τα οποία προορίζονται, εξάλλου, να συμβάλουν στη διασφάλιση της διαβίωσης του προσώπου αυτού μετά το πέρας της σταδιοδρομίας του.

    889

    Άλλωστε, από τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου σχετικά με το άρθρο 1 του πρόσθετου πρωτοκόλλου αριθ. 1 της ΕΣΔΑ, νομολογία η οποία πρέπει να λαμβάνεται υπόψη δυνάμει του άρθρου 52, παράγραφος 3, του Χάρτη, για την ερμηνεία του άρθρου του 17, ως ορίου ελάχιστης προστασίας [απόφαση της 21ης Μαΐου 2019, Επιτροπή κατά Ουγγαρίας (Επικαρπία επί γεωργικών γαιών), C‑235/17, EU:C:2019:432, σκέψη 72 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία], προκύπτει ότι κύρωση η οποία έχει ως αποτέλεσμα να στερεί από ένα πρόσωπο το σύνολο ή μέρος της σύνταξης γήρατος συνιστά κατ’ ανάγκην επέμβαση στο δικαίωμα του προσώπου αυτού στον σεβασμό της εν λόγω περιουσίας (πρβλ. απόφαση του ΕΔΔΑ της 14ης Ιουνίου 2016, Φιλίππου κατά Κύπρου, CE:ECHR:2016:0614JUD007114810, § 65).

    890

    Η ολική ή μερική έκπτωση από το συνταξιοδοτικό δικαίωμα πρέπει επίσης να θεωρηθεί ότι περιορίζει το δικαίωμα κοινωνικής ασφάλειας και κοινωνικής αρωγής που προβλέπεται στο άρθρο 34 του Χάρτη.

    891

    Μια σειρά περιστάσεων, όμως, είναι ικανή να αποδείξει ότι οι καταλογιστέες στον Κ. Pinxten παρατυπίες είναι ιδιαίτερα σοβαρές.

    892

    Πρώτον, από τις διαπιστώσεις που έγιναν κατά την εξέταση της πρώτης, της δεύτερης, της τέταρτης και της πέμπτης αιτίασης του Ελεγκτικού Συνεδρίου προκύπτει ότι, κατά τη διάρκεια των δύο θητειών του ως μέλους του εν λόγω θεσμικού οργάνου, ο Κ. Pinxten παρέβη εσκεμμένως και επανειλημμένως τους κανόνες που ίσχυαν εντός του θεσμικού οργάνου, θίγοντας επομένως κατά τρόπο συστηματικό τις πλέον θεμελιώδεις υποχρεώσεις που απέρρεαν εκ της θέσεώς του.

    893

    Δεύτερον, ο Κ. Pinxten επιχείρησε συχνά να αποκρύψει τις παραβάσεις των εν λόγω κανόνων, ιδίως υποβάλλοντας αιτήσεις χορήγησης άδειας για αποστολές από τις οποίες είχαν παραλειφθεί ουσιώδεις πληροφορίες ως προς το υποστατό των δραστηριοτήτων που σχεδιάζονταν στο πλαίσιο των επίμαχων αποστολών ή οι οποίες παρουσίαζαν με παραπλανητικό τρόπο τις δραστηριότητες αυτές.

    894

    Τρίτον, οι παρατυπίες που διέπραξε ο Κ. Pinxten είχαν, σε μεγάλο βαθμό, ως αποτέλεσμα να συμβάλουν στον προσωπικό πλουτισμό του, καθόσον χρησιμοποίησε τους πόρους του Ελεγκτικού Συνεδρίου για τη χρηματοδότηση των ιδιωτικών δραστηριοτήτων του.

    895

    Τέταρτον, η συμπεριφορά του Κ. Pinxten προκάλεσε στο Ελεγκτικό Συνέδριο σημαντική βλάβη όχι μόνο σε οικονομικό επίπεδο, αλλά και όσον αφορά την εικόνα και τη φήμη του.

    896

    Πέμπτον, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 287, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ, το Ελεγκτικό Συνέδριο είναι επιφορτισμένο να ελέγχει τη νομιμότητα και την κανονικότητα των εξόδων της Ένωσης και να εξακριβώνει τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση, ιδίως επισημαίνοντας κάθε παρατυπία.

    897

    Υπό το πρίσμα του ειδικού αυτού καθήκοντος, το σημείο 2.2 των κατευθυντηρίων οδηγιών δεοντολογίας προβλέπει ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο πρέπει να λειτουργεί ως πρότυπο δημοσιονομικής διαχείρισης και ότι η διαχείριση των πόρων του πρέπει να ασκείται σε πλήρη συμμόρφωση με τους εφαρμοστέους κανόνες.

    898

    Επομένως, μολονότι όλα τα πρόσωπα στα οποία έχουν ανατεθεί ανώτερα καθήκοντα εντός της Ένωσης πρέπει, όπως υπομνήσθηκε στη σκέψη 239 της παρούσας απόφασης, να τηρούν τα αυστηρότερα πρότυπα συμπεριφοράς, το ειδικό καθήκον του Ελεγκτικού Συνεδρίου αυξάνει περαιτέρω τη σοβαρότητα των παρατυπιών που διέπραξε ο Κ. Pinxten.

    899

    Εντούτοις, άλλα στοιχεία είναι ικανά να μετριάσουν την ευθύνη του Κ. Pinxten.

    900

    Αφενός, ο Κ. Pinxten απέκτησε το συνταξιοδοτικό του δικαίωμα λόγω της εργασίας που παρέσχε κατά τη διάρκεια των δώδεκα ετών υπηρεσίας στο Ελεγκτικό Συνέδριο.

    901

    Από τη δικογραφία που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο δεν προκύπτει ότι αμφισβητήθηκε η ποιότητα της εργασίας αυτής, δεδομένου μάλιστα ότι ο Κ. Pinxten εξελέγη από τους συναδέλφους του στη θέση του προέδρου του τμήματος III του Ελεγκτικού Συνεδρίου από το 2011.

    902

    Αφετέρου, μολονότι οι διαπραχθείσες από τον Κ. Pinxten παραβάσεις των υποχρεώσεων που απέρρεαν εκ της θέσεώς του είναι προπάντων αποτέλεσμα προσωπικών επιλογών των οποίων δεν μπορούσε να αγνοεί το ασυμβίβαστο προς τις πλέον θεμελιώδεις υποχρεώσεις που απέρρεαν εκ της θέσεώς του, γεγονός παραμένει ότι η διαιώνιση των παρατυπιών αυτών ευνοήθηκε από την ασάφεια των εσωτερικών κανόνων του θεσμικού οργάνου και κατέστη δυνατή λόγω των ελλείψεων των διενεργούμενων από αυτό ελέγχων.

    903

    Ειδικότερα, το Ελεγκτικό Συνέδριο πρέπει μεν, καταρχήν, να είναι σε θέση να εμπιστεύεται τις δηλώσεις των μελών του, χωρίς να υποχρεούται να ελέγχει συστηματικά την ακρίβεια των πληροφοριών που περιλαμβάνονται σε αυτές, πλην όμως από την εξέταση της πρώτης αιτίασης προκύπτει ότι πολλές αποστολές του Κ. Pinxten εγκρίθηκαν παρά την εκ μέρους του παροχή πληροφοριών που ήταν σαφώς ανεπαρκείς για τη δικαιολόγηση της έγκρισης αυτής, ενώ άλλες εγκρίθηκαν μολονότι από το αντικείμενό τους προέκυπτε ότι ήταν προδήλως παράτυπες. Υπό παρόμοιες συνθήκες επιστράφηκαν επίσης έξοδα εκπροσώπησης και υποδοχής.

    904

    Ομοίως, ενώ ο συστηματικά παράτυπος χαρακτήρας της χρήσης των υπηρεσιών οδηγών καθ’ όλη τη διάρκεια των δύο θητειών του δεν μπορούσε να μην είναι γνωστός στη διοίκηση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, η διοίκηση αυτή δεν έκρινε σκόπιμο να αντιδράσει, έστω και επισημαίνοντας στον Κ. Pinxten τον παράτυπο χαρακτήρα της πρακτικής την οποία ακολουθούσε.

    905

    Λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των στοιχείων αυτών, κατά δίκαιη εκτίμηση των περιστάσεων της υπό κρίση υπόθεσης ο Κ. Pinxten κηρύσσεται έκπτωτος των δύο τρίτων του συνταξιοδοτικού δικαιώματός του από την ημερομηνία έκδοσης της παρούσας απόφασης.

    IX. Επί του αιτήματος του Κ. Pinxten για χρηματική ικανοποίηση

    Α. Επιχειρήματα των διαδίκων

    906

    Ο Κ. Pinxten ζητεί να υποχρεωθεί το Ελεγκτικό Συνέδριο να του καταβάλει ποσό 50000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστη λόγω της συμπεριφοράς του θεσμικού αυτού οργάνου.

    907

    Η βλάβη αυτή απορρέει ιδίως από τις διαδοχικές ανακοινώσεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Οι εν λόγω ανακοινώσεις κατέστρεψαν τη σταδιοδρομία και τη φήμη του Κ. Pinxten.

    908

    Το Ελεγκτικό Συνέδριο υποστηρίζει ότι το αίτημα αυτό είναι απαράδεκτο, διότι υποβλήθηκε ενώπιον αναρμόδιου δικαστηρίου.

    Β. Εκτίμηση του Δικαστηρίου

    909

    Από το ίδιο το γράμμα του άρθρου 286, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ προκύπτει ότι η διάταξη αυτή θεσπίζει ειδικό ένδικο βοήθημα με το οποίο το Δικαστήριο καλείται αποκλειστικά να κρίνει αν ένα μέλος του Ελεγκτικού Συνεδρίου ή πρώην μέλος του θεσμικού αυτού οργάνου έπαυσε να ανταποκρίνεται στις απαιτούμενες προϋποθέσεις ή να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που απορρέουν εκ της θέσεώς του.

    910

    Το Δικαστήριο πρέπει μεν να αποφανθεί επί των αιτιάσεων που προβάλλει, στο πλαίσιο προσφυγής βάσει της διάταξης αυτής, το Ελεγκτικό Συνέδριο κατά του οικείου μέλους ή πρώην μέλους του θεσμικού οργάνου καθώς και, κατά περίπτωση, επί των παρεπόμενων της προσφυγής αυτής δικονομικών αιτημάτων, πλην όμως δεν είναι αρμόδιο να αποφανθεί επί αιτημάτων που δεν έχουν καμία σχέση με την εν λόγω προσφυγή.

    911

    Ως εκ τούτου, εάν ο Κ. Pinxten εκτιμά ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο του προκάλεσε, με τη συμπεριφορά του, βλάβη και επιθυμεί να λάβει χρηματική ικανοποίηση γι’ αυτήν, οφείλει να ασκήσει αυτοτελή αγωγή, κατ’ εφαρμογήν των άρθρων 268 και 340 ΣΛΕΕ, το δε Γενικό Δικαστήριο είναι αρμόδιο να αποφανθεί σε πρώτο βαθμό επί της αγωγής αυτής, σύμφωνα με το άρθρο 256, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ. Αντιθέτως, ο Κ. Pinxten δεν μπορεί εγκύρως να προβάλει ανταξίωση για τον σκοπό αυτόν στο πλαίσιο διαδικασίας κινηθείσας βάσει του άρθρου 286, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ.

    912

    Επομένως, το Δικαστήριο δεν είναι αρμόδιο να αποφανθεί επί του αιτήματος του Κ. Pinxten για χρηματική ικανοποίηση.

    Επί των δικαστικών εξόδων

    913

    Το άρθρο 138, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας ορίζει ότι ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα, εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου. Ωστόσο, το άρθρο 138, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας προβλέπει ότι το Δικαστήριο μπορεί να κατανείμει τα δικαστικά έξοδα ή να αποφασίσει ότι κάθε διάδικος φέρει τα έξοδά του σε περίπτωση μερικής ήττας των διαδίκων.

    914

    Το Ελεγκτικό Συνέδριο δικαιώθηκε πλήρως όσον αφορά την πέμπτη αιτίασή του και εν μέρει όσον αφορά την πρώτη, τη δεύτερη και την τέταρτη αιτίασή του. Αντιθέτως, ηττήθηκε πλήρως όσον αφορά τη δεύτερη και την τρίτη αιτίασή του και εν μέρει όσον αφορά την πρώτη και την τέταρτη αιτίασή του.

    915

    Τούτου λεχθέντος, λαμβανομένης υπόψη της φύσης της παρούσας διαδικασίας καθώς και του γεγονότος ότι διαπιστώθηκε ότι ο Κ. Pinxten προέβη επανειλημμένως σε σοβαρή παράβαση των υποχρεώσεων που απέρρεαν από τη θέση του ως μέλους του Ελεγκτικού Συνεδρίου, κατά δίκαιη εκτίμηση των περιστάσεων της υπό κρίση υπόθεσης αποφασίζεται ότι ο Κ. Pinxten θα φέρει, πέραν των δικαστικών εξόδων του, και τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε το Ελεγκτικό Συνέδριο.

     

    Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (ολομέλεια) αποφασίζει:

     

    1)

    Απορρίπτει το αίτημα του Karel Pinxten περί αναστολής της διαδικασίας έως την περάτωση της ποινικής διαδικασίας που κινήθηκε από τις λουξεμβουργιανές αρχές κατόπιν της διαβίβασης, στις αρχές αυτές, της έκθεσης της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) σχετικά με την υπόθεση αριθ. OC/2016/0069/A 1.

     

    2)

    Απορρίπτει το αίτημα του Karel Pinxten να υποχρεωθεί το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο να προσκομίσει έκθεση συνταχθείσα μετά το πέρας εσωτερικού ελέγχου και να γνωστοποιήσει τα μέτρα που ελήφθησαν κατόπιν της έκθεσης αυτής καθώς και να προσκομίσει κάθε σημείωμα του εν λόγω θεσμικού οργάνου σχετικό με ενδεχόμενη υπονόμευση της ανεξαρτησίας του εσωτερικού ελεγκτή.

     

    3)

    Το μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου, της 13ης Φεβρουαρίου 2019, προς τα λοιπά μέλη του θεσμικού αυτού οργάνου και τον Γενικό Γραμματέα του, το οποίο προσκόμισε ο Karel Pinxten με το παράρτημα B.10 του υπομνήματος αντικρούσεώς του, αφαιρείται από τη δικογραφία.

     

    4)

    Ο Karel Pinxten παρέβη τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη θέση του ως μέλους του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου, κατά την έννοια του άρθρου 286, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ, όσον αφορά:

    τη μη δηλωθείσα και παράνομη άσκηση δραστηριότητας στο πλαίσιο του διοικητικού οργάνου πολιτικού κόμματος·

    την κατάχρηση των πόρων του Ελεγκτικού Συνεδρίου για τη χρηματοδότηση δραστηριοτήτων άσχετων προς τα καθήκοντα του μέλους του εν λόγω θεσμικού οργάνου στο μέτρο κατά το οποίο διαπιστώθηκε τέτοια κατάχρηση με τις σκέψεις 387 έως 799 της παρούσας απόφασης·

    τη χρήση κάρτας καυσίμων για την αγορά καυσίμων προοριζόμενων για οχήματα που ανήκαν σε τρίτους και

    τη δημιουργία σύγκρουσης συμφερόντων στο πλαίσιο σχέσης με τον επικεφαλής ελεγχόμενης οντότητας.

     

    5)

    Κηρύσσει τον Karel Pinxten έκπτωτο των δύο τρίτων του συνταξιοδοτικού δικαιώματός του από την ημερομηνία έκδοσης της παρούσας απόφασης.

     

    6)

    Απορρίπτει την προσφυγή κατά τα λοιπά.

     

    7)

    Το Δικαστήριο δεν είναι αρμόδιο να αποφανθεί επί του αιτήματος χρηματικής ικανοποίησης που υπέβαλε ο Karel Pinxten.

     

    8)

    Ο Karel Pinxten φέρει, πέραν των δικαστικών εξόδων του, τα δικαστικά έξοδα στα οποία υποβλήθηκε το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο.

     

    (υπογραφές)


    ( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική.

    Top