Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62018TO0125

    Διάταξη του Γενικού Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 14ης Φεβρουαρίου 2019.
    Associazione Nazionale GranoSalus - Liberi Cerealicoltori & Consumatori (Associazione GranoSalus) κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
    Προσφυγή ακυρώσεως – Φυτοπροστατευτικά προϊόντα – Δραστική ουσία “γλυφοσάτη” – Ανανέωση καταχωρίσεως στο παράρτημα του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 540/2011 – Πράξη που δεν αφορά ατομικά την προσφεύγουσα – Κανονιστική πράξη για την εφαρμογή της οποίας απαιτούνται εκτελεστικά μέτρα – Απαράδεκτο.
    Υπόθεση T-125/18.

    ECLI identifier: ECLI:EU:T:2019:92

    ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα)

    της 14ης Φεβρουαρίου 2019 ( *1 )

    «Προσφυγή ακυρώσεως – Φυτοπροστατευτικά προϊόντα – Δραστική ουσία “γλυφοσάτη” – Ανανέωση καταχωρίσεως στο παράρτημα του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 540/2011 – Πράξη που δεν αφορά ατομικά την προσφεύγουσα – Κανονιστική πράξη για την εφαρμογή της οποίας απαιτούνται εκτελεστικά μέτρα – Απαράδεκτο»

    Στην υπόθεση T‑125/18,

    Associazione Nazionale Granosalus – Liberi Cerealicoltori & Consumatori (Associazione GranoSalus), με έδρα τη Foggia (Ιταλία), εκπροσωπούμενη από τον G. Dalfino, δικηγόρο,

    προσφεύγουσα,

    κατά

    Ευρωπαϊκής Επιτροπής, εκπροσωπούμενης από τους F. Castillo de la Torre και D. Bianchi, την G. Koleva και τον I. Naglis,

    καθής,

    με αντικείμενο αίτημα βάσει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ για την ακύρωση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2017/2324 της Επιτροπής, της 12ης Δεκεμβρίου 2017, για την ανανέωση της έγκρισης της δραστικής ουσίας glyphosate, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά, και την τροποποίηση του παραρτήματος του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 540/2011 της Επιτροπής (ΕΕ 2017, L 333, σ. 10),

    ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πρώτο τμήμα),

    συγκείμενο από τους I. Pelikánová, πρόεδρο, P. Nihoul (εισηγητή) και J. Svenningsen, δικαστές,

    γραμματέας: E. Coulon

    εκδίδει την ακόλουθη

    Διάταξη

    Ιστορικό της διαφοράς

    1

    Η γλυφοσάτη (glyphosate) είναι δραστική ουσία που χρησιμοποιείται ιδίως ως ζιζανιοκτόνο.

    2

    Η γλυφοσάτη «εγκρίθηκε» για τη χρήση που αναφέρεται στη σκέψη 1 ανωτέρω, πρώτη φορά, στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με την καταχώρισή της στον κατάλογο των δραστικών ουσιών του παραρτήματος Ι της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 1991, σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά (ΕΕ 1991, L 230, σ. 1).

    3

    Η προσθήκη της γλυφοσάτης στο τέλος του πίνακα του παραρτήματος I της οδηγίας 91/414 πραγματοποιήθηκε με την οδηγία 2001/99/ΕΚ της Επιτροπής, της 20ής Νοεμβρίου 2001, για την τροποποίηση του παραρτήματος Ι της οδηγίας [91/414] ώστε να καταχωρηθεί η glyphosate και η thifensulfuron-methyl ως δραστική ουσία (ΕΕ 2001, L 304, σ. 14).

    4

    Δυνάμει της οδηγίας 2001/99, η γλυφοσάτη «εγκρίθηκε», ως δραστική ουσία, από την 1η Ιουλίου 2002 έως την 30ή Ιουνίου 2012.

    5

    Το άρθρο 5, παράγραφος 5, της οδηγίας 91/414 προέβλεπε ότι, κατόπιν αιτήσεως, η καταχώριση μιας δραστικής ουσίας μπορούσε να ανανεώνεται εφόσον η αίτηση αυτή είχε υποβληθεί τουλάχιστον δύο έτη πριν από τη λήξη της περιόδου καταχωρίσεως.

    6

    Eντός της ταχθείσας προθεσμίας, περιήλθε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή αίτηση ανανεώσεως αφορώσα τη γλυφοσάτη.

    7

    Ωστόσο, διαπιστώθηκε ότι έπρεπε ακόμη να θεσπιστούν λεπτομερείς κανόνες σχετικά με την υποβολή και την αξιολόγηση περαιτέρω στοιχείων απαραίτητων για την ανανέωση της εγκρίσεως των δραστικών ουσιών.

    8

    Ως εκ τούτου, η καταχώριση της γλυφοσάτης παρατάθηκε έως τις 31 Δεκεμβρίου 2015, με την οδηγία 2010/77/ΕΕ της Επιτροπής, της 10ης Νοεμβρίου 2010, για την τροποποίηση της οδηγίας 91/414, σχετικά με [την ημερομηνία λήξεως της καταχωρίσεως] ορισμένων δραστικών ουσιών στο παράρτημα I (ΕΕ 2010, L 293, σ. 48).

    9

    Εν συνεχεία, η οδηγία 91/414 καταργήθηκε, από τις 14 Ιουνίου 2011, με τον κανονισμό (ΕΚ) 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά και την κατάργηση των οδηγιών 79/117/ΕΟΚ και 91/414 του Συμβουλίου (ΕΕ 2009, L 309, σ. 1).

    10

    Οι δραστικές ουσίες που θεωρούνται εγκριθείσες σύμφωνα με τον κανονισμό 1107/2009 απαριθμούνται στο παράρτημα του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 540/2011 της Επιτροπής, της 25ης Μαΐου 2011, σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού [1107/2009] όσον αφορά τον κατάλογο των εγκεκριμένων δραστικών ουσιών (ΕΕ 2011, L 153, σ. 1).

    11

    Ο κατάλογος του παραρτήματος του εκτελεστικού κανονισμού 540/2011, περιλαμβάνει τη γλυφοσάτη. Η ημερομηνία λήξεως της περιόδου εγκρίσεως της δραστικής αυτής ουσίας ήταν η 31η Δεκεμβρίου 2015.

    12

    Στις 20 Δεκεμβρίου 2013, η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, υπό την ιδιότητά της ως κράτος μέλος-εισηγητής, υπέβαλε, σε συνεργασία με τη Σλοβακική Δημοκρατία, ως κράτος μέλος-συνεισηγητής, το σχέδιο εκθέσεως για την αξιολόγηση της ανανεώσεως της εγκρίσεως της γλυφοσάτης.

    13

    Η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA) κοινοποίησε το επίμαχο σχέδιο εκθέσεως για την αξιολόγηση στον αιτούντα καθώς και στα κράτη μέλη για να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους. Διαβίβασε στην Επιτροπή τις παρατηρήσεις που έλαβε και κατέστησε διαθέσιμο στο κοινό τον συμπληρωματικό συνοπτικό φάκελο.

    14

    Στις 20 Μαρτίου 2015, ο Διεθνής Οργανισμός Ερευνών για τον Καρκίνο (CIRC) δημοσίευσε τα πορίσματά του σχετικά με την δυνατότητα της γλυφοσάτης να προκαλεί καρκινογένεση. Βάσει των πορισμάτων αυτών, την κατέταξε στον κατάλογο των πιθανώς καρκινογόνων για τον άνθρωπο προϊόντων.

    15

    Στις 29 Απριλίου 2015, η Επιτροπή ανέθεσε στην EFSA να εξετάσει τις πληροφορίες που περιέχονται στα πορίσματα του CIRC σχετικά με την δυνατότητα της γλυφοσάτης να προκαλεί καρκινογένεση και της ζήτησε να τις λάβει υπόψη, έως τις 30 Οκτωβρίου 2015, στις αναλύσεις και στα τελικά συμπεράσματά της.

    16

    Εν αναμονή τούτου, η Επιτροπή παρέτεινε την περίοδο ισχύος της εγκρίσεως της γλυφοσάτης έως τις 30 Ιουνίου 2016 με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2015/1885, της 20ής Οκτωβρίου 2015, για την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού [540/2011] όσον αφορά την παράταση των περιόδων έγκρισης των δραστικών ουσιών 2,4-D, Αcibenzolar-S-methyl, Αmitrole, Βentazone, Cyhalofop butyl, Diquat, Esfenvalerate, Famoxadone, Flumioxazine, DPX KE 459 (flupyrsulfuron-methyl), Glyphosate, Iprovalicarb, Isoproturon, Lambda-cyhalothrin, Metalaxyl-M, Metsulfuron-methyl, Picolinafen, Prosulfuron, Pymetrozine, Pyraflufen-ethyl, Thiabendazole, Thifensulfuron-methyl και Triasulfuron (ΕΕ 2015, L 276, σ. 48).

    17

    Ο εκτελεστικός κανονισμός 2015/1885, εκδόθηκε βάσει του άρθρου 17, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 1107/2009, που προβλέπει ότι η Επιτροπή μπορεί να αναβάλει τη λήξη της περιόδου εγκρίσεως μιας δραστικής ουσίας οσάκις κρίνεται ότι η έγκριση αυτή είναι πιθανόν να λήξει πριν ληφθεί απόφαση σχετικά με την ανανέωση, για λόγους ανεξάρτητους από τη θέληση του αιτούντος.

    18

    Στις 30 Οκτωβρίου 2015, η EFSA κοινοποίησε τα τελικά της συμπεράσματα σχετικά με το αν η γλυφοσάτη αναμένεται να πληροί τα κριτήρια εγκρίσεως που ορίζονται στο άρθρο 4 του κανονισμού 1107/2009.

    19

    Στα συμπεράσματά της, η EFSA επισήμανε ότι «η γλυφοσάτη δεν παρουσιάζει κατά πάσα πιθανότητα κίνδυνο καρκινογενέσεως για τον άνθρωπο και ότι τα αποδεικτικά στοιχεία δεν τεκμηρίωναν την ταξινόμηση αυτής της [δραστικής] ουσίας λόγω της δυνατότητάς της να προκαλεί καρκινογένεση κατ’ εφαρμογήν του κανονισμού (ΕΚ) 1272/2008 [του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με την ταξινόμηση, την επισήμανση και τη συσκευασία των ουσιών και των μειγμάτων, την τροποποίηση και την κατάργηση των οδηγιών 67/548/ΕΟΚ και 1999/45/ΕΚ και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 (ΕΕ 2008, L 353, σ. 1)]».

    20

    Στις 28 Ιανουαρίου 2016 η Επιτροπή υπέβαλε σχέδιο εκθέσεως επανεξετάσεως στη μόνιμη επιτροπή φυτών, ζώων, τροφίμων και ζωοτροφών. Ο αιτών είχε τη δυνατότητα να υποβάλει παρατηρήσεις.

    21

    Στο πλαίσιο της μόνιμης επιτροπής φυτών, ζώων, τροφίμων και ζωοτροφών, πολλά κράτη μέλη θεώρησαν σκόπιμο να ζητήσουν τη γνώμη μιας άλλης αρχής, ήτοι της επιτροπής αξιολογήσεως κινδύνων του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων (ECHA), σχετικά με την εναρμονισμένη ταξινόμηση της γλυφοσάτης όσον αφορά την καρκινογόνο δράση της, πριν λάβουν απόφαση σχετικά με την ανανέωση της εγκρίσεώς της.

    22

    Δεδομένου του χρονικού διαστήματος που απαιτείται για να διατυπώσει τη γνώμη της η επιτροπή αξιολογήσεως κινδύνων του ECHA, η περίοδος εγκρίσεως της γλυφοσάτης παρατάθηκε, για τρίτη φορά, έως την 15η Δεκεμβρίου 2017, με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2016/1056 της Επιτροπής, της 29ης Ιουνίου 2016, για την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού [540/2011], όσον αφορά την παράταση της περιόδου έγκρισης της δραστικής ουσίας glyphosate (ΕΕ 2016, L 173, σ. 52).

    23

    Η επιτροπή αξιολογήσεως κινδύνων του ECHA διαβίβασε τη γνώμη της στην Επιτροπή στις 15 Ιουνίου 2017. Στη γνώμη της, κατέληξε, ομόφωνα, στο συμπέρασμα ότι, βάσει των διαθέσιμων επί του παρόντος πληροφοριών, δεν δικαιολογείται ταξινόμηση κινδύνου της γλυφοσάτης για καρκινογόνο δράση.

    24

    Στις 6 Οκτωβρίου 2017, υποβλήθηκε επισήμως στην Επιτροπή ευρωπαϊκή πρωτοβουλία πολιτών, η οποία συγκέντρωσε επικυρωμένες υπογραφές από τουλάχιστον ένα εκατομμύριο Ευρωπαίους πολίτες προερχόμενους από τουλάχιστον επτά κράτη μέλη, ένας δε από τους τρεις στόχους της πρωτοβουλίας αυτής αφορούσε τη γλυφοσάτη.

    25

    Στις 23 Οκτωβρίου 2017, η Επιτροπή απάντησε στην ευρωπαϊκή πρωτοβουλία πολιτών, επισημαίνοντας ότι «[ο]σον αφορ[ούσε] τον πρώτο στόχο για την απαγόρευση των ζιζανιοκτόνων με βάση τη γλυφοσάτη, εκτιμ[ούσε] ότι δεν υπήρχ[ε] κανένας επιστημονικός ή νομικός λόγος δικαιολογών την απαγόρευση της γλυφοσάτης και δεν σκόπ[ευε] να υποβάλει σχετική νομοθετική πρόταση». Προσέθεσε ότι, «[ε]ιδικότερα, από τα επιστημονικά αποδεικτικά στοιχεία δεν μπορ[ούσε] να συναχθεί το συμπέρασμα ότι η γλυφοσάτη [μπορούσε] να προκαλέσει καρκίνο» και ότι, «[κ]ατά συνέπεια, η απόφαση […] να ανανεωθεί η έγκριση της γλυφοσάτης (για πέντε έτη) [ήταν] πλήρως δικαιολογημένη».

    26

    Η μόνιμη επιτροπή φυτών, ζώων, τροφίμων και ζωοτροφών δεν εξέδωσε γνώμη εντός της προθεσμίας που έταξε ο πρόεδρός της. Η επιτροπή προσφυγών επιλήφθηκε της υποθέσεως για περαιτέρω συζήτηση και εξέδωσε γνώμη.

    27

    Στις 12 Δεκεμβρίου 2017, η Επιτροπή εξέδωσε τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2017/2324, για την ανανέωση της έγκρισης της δραστικής ουσίας glyphosate, σύμφωνα με τον κανονισμό [1107/2009] και την τροποποίηση του παραρτήματος του εκτελεστικού κανονισμού [540/2011] (ΕΕ 2017, L 333, σ. 10, στο εξής: προσβαλλόμενη πράξη).

    28

    Με την προσβαλλόμενη πράξη, η έγκριση της γλυφοσάτης ανανεώθηκε, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, έως τη 15η Δεκεμβρίου 2022.

    29

    Η αιτιολογική σκέψη 25 της προσβαλλομένης πράξεως επισημαίνει ότι τα μέτρα που προβλέπει είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής προσφυγών που αναφέρεται στη σκέψη 26 ανωτέρω.

    Διαδικασία και αιτήματα των διαδίκων

    30

    Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 28 Φεβρουαρίου 2018, η προσφεύγουσα, Associazione Nazionale GranoSalus –Liberi Cerealicoltori & Consumatori, Ιταλική ένωση απαρτιζόμενη από παραγωγούς σίτου και καταναλωτές καθώς και από τις ενώσεις για την προστασία τους, άσκησε την υπό κρίση προσφυγή.

    31

    Με χωριστό δικόγραφο της 30ής Μαΐου 2018, η Επιτροπή προέβαλε ένσταση απαραδέκτου βάσει του άρθρου 130 του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου.

    32

    Η προσφεύγουσα κατέθεσε τις παρατηρήσεις της επί της ενστάσεως απαραδέκτου στις 9 Ιουλίου 2018.

    33

    Με δικόγραφα, αντιστοίχως, της 8ης, της 11ης και της 12ης Ιουνίου 2018, η Helm AG, η Monsanto Europe NV/SA και η Monsanto Company, η Nufarm GmbH & Co. KG, η Nufarm, η Albaugh Europe Sàrl, η Albaugh UK Ltd και η Albaugh TKI d.o.o. καθώς και η Barclay Chemicals Manufacturing Ltd ζήτησαν να παρέμβουν προς στήριξη των αιτημάτων της Επιτροπής.

    34

    Με το δικόγραφο της προσφυγής, η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο να ακυρώσει την προσβαλλόμενη πράξη.

    35

    Η Επιτροπή ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

    να απορρίψει την προσφυγή ως προδήλως απαράδεκτη·

    να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα·

    επικουρικώς, να ορίσει νέα προθεσμία για τη συνέχιση της δίκης, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 130, παράγραφος 8, του Κανονισμού Διαδικασίας.

    36

    Με τις παρατηρήσεις της επί της ενστάσεως απαραδέκτου, η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο να απορρίψει την ένσταση αυτή.

    37

    Περαιτέρω, η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο να διατάξει τη διεξαγωγή αποδείξεων με σκοπό την προσκόμιση αποσπασμάτων της εκθέσεως της EFSA όπου επανεξετάζονται οι μελέτες για τις πιθανές επιπτώσεις της γλυφοσάτης στην ανθρώπινη υγεία, προκειμένου να τα συγκρίνει με τον φάκελο που φέρει τον τίτλο «Monsanto papers» και περιέχει εσωτερικά έγγραφα του ομίλου Monsanto τα οποία δημοσιοποιήθηκαν από τα δικαστήρια των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής το 2017.

    Σκεπτικό

    38

    Σύμφωνα με το άρθρο 130, παράγραφοι 1 και 7, του Κανονισμού Διαδικασίας, αν ο καθού το ζητήσει, το Γενικό Δικαστήριο μπορεί να κρίνει επί του απαραδέκτου χωρίς να εισέλθει στην ουσία.

    39

    Εν προκειμένω, το Γενικό Δικαστήριο κρίνει ότι έχει επαρκώς διαφωτισθεί από τα στοιχεία της δικογραφίας και αποφασίζει να αποφανθεί χωρίς να συνεχίσει τη διαδικασία.

    Επί της ενστάσεως απαραδέκτου

    40

    Προς στήριξη της ενστάσεως απαραδέκτου, η Επιτροπή προβάλλει ότι η προσφεύγουσα δεν νομιμοποιείται ενεργητικώς. Αφενός, η προσβαλλόμενη πράξη δεν αφορά άμεσα και ατομικώς την προσφεύγουσα. Αφετέρου, η προσβαλλόμενη πράξη αποτελεί κανονιστική πράξη για την εφαρμογή της οποίας απαιτούνται εκτελεστικά μέτρα.

    41

    Η προσφεύγουσα αμφισβητεί την ορθότητα της επιχειρηματολογίας της Επιτροπής και υποστηρίζει, ειδικότερα, ότι η προσβαλλόμενη πράξη την αφορά άμεσα και για την εφαρμογή της δεν απαιτούνται εκτελεστικά μέτρα.

    42

    Καταρχάς, πρέπει να επισημανθεί ότι η προσφεύγουσα είναι ένωση που συστάθηκε με σκοπό τη διατήρηση και την ανάπτυξη ποιοτικής καλλιέργειας σιτηρών για την προστασία των καταναλωτών. Η εν λόγω ένωση έχει, στο πλαίσιο αυτό, μεταξύ άλλων, ως σκοπό, την εκπροσώπηση, την προστασία και την υπεράσπιση των μελών της, που είναι παραγωγοί σίτου και καταναλωτές που κατοικούν στη νότιο Ιταλία, καθώς και πολίτες της Ένωσης.

    43

    Εντούτοις, κατά το Δικαστήριο, μια ένωση μπορεί κατ’ αρχήν να ασκήσει παραδεκτώς προσφυγή ακυρώσεως μόνον εφόσον δύναται να προβάλει ίδιο έννομο συμφέρον ή εφόσον τα μέλη της ή ορισμένα εξ αυτών νομιμοποιούνται ενεργητικώς να ασκήσουν ατομικώς προσφυγή (πρβλ. απόφαση της 13ης Μαρτίου 2018, European Union Copper Task Force κατά Επιτροπής, C‑384/16 P, EU:C:2018:176, σκέψη 87 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία). Πρέπει, συνεπώς, να διαπιστωθεί αν, εν προκειμένω, η προσφεύγουσα επικαλείται κάποια από τις περιπτώσεις αυτές.

    Επί της υπάρξεως ιδίου εννόμου συμφέροντος της προσφεύγουσας

    44

    Όσον αφορά το ζήτημα αν η προσφεύγουσα μπορεί να προβάλει ίδιο έννομο συμφέρον, πρέπει να υπομνησθεί ότι, σύμφωνα με το Δικαστήριο, η ύπαρξη ιδιαίτερων περιστάσεων, όπως ο ρόλος τον οποίο διαδραμάτισε μια ένωση στο πλαίσιο διαδικασίας η οποία είχε ως αποτέλεσμα την έκδοση πράξεως κατά την έννοια του άρθρου 263 ΣΛΕΕ, μπορεί να δικαιολογήσει το παραδεκτό προσφυγής ασκούμενης από την ένωση, ιδίως σε περίπτωση που η θέση της ως διαπραγματεύτριας επηρεάστηκε από την πράξη αυτή ή που η επίμαχη ρύθμιση της αναγνωρίζει δικαίωμα διαδικαστικού χαρακτήρα (πρβλ. απόφαση της 13ης Μαρτίου 2018, European Union Copper Task Force κατά Επιτροπής, C‑384/16 P, EU:C:2018:176, σκέψη 88 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

    45

    Εν προκειμένω, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η προσβαλλόμενη πράξη θίγει τα συμφέροντα που προασπίζεται, και ιδίως την καταπολέμηση κάθε μορφής κερδοσκοπίας ή καταχρήσεως που εκδηλώνεται στην αγορά εις βάρος των γεωργών. Ωστόσο, με τις παρατηρήσεις που υπέβαλε, δεν προέβαλε ότι διαδραμάτισε κάποιον ρόλο στην κατάρτιση της προσβαλλομένης πράξεως ή ότι διαθέτει ειδικά δικαιώματα στο πλαίσιο της διαδικασίας που οδήγησε στην έκδοση της πράξεως αυτής.

    46

    Επομένως, υπό το πρίσμα της νομολογίας του Δικαστηρίου, η προσφεύγουσα δεν έχει ίδιο έννομο συμφέρον που θα της επέτρεπε να ασκήσει ιδίω ονόματι προσφυγή ακυρώσεως ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου και, κατά συνέπεια, η υπό κρίση προσφυγή μπορεί κατ’ αρχήν να κηρυχθεί παραδεκτή μόνον εφόσον αποδεικνύεται ότι τα μέλη της προσφεύγουσας, ή ορισμένα εξ αυτών, νομιμοποιούνται ενεργητικώς να ασκήσουν ατομικώς προσφυγή.

    Επί της ενεργητικής νομιμοποιήσεως των μελών της προσφεύγουσας να ασκήσουν ατομικώς προσφυγή

    47

    Κατά το άρθρο 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο μπορεί να ασκεί προσφυγή κατά των πράξεων των οποίων είναι αποδέκτης ή που το αφορούν άμεσα και ατομικώς, καθώς και κατά των κανονιστικών πράξεων που το αφορούν άμεσα χωρίς για την εφαρμογή τους να απαιτούνται εκτελεστικά μέτρα.

    48

    Επομένως, το άρθρο 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ διακρίνει τρεις περιπτώσεις κατά τις οποίες προσφυγή ακυρώσεως ασκηθείσα από φυσικό ή νομικό πρόσωπο μπορεί να κριθεί παραδεκτή.

    – Επί της ιδιότητας των αποδεκτών της πράξεως

    49

    Στην πρώτη περίπτωση, που αφορά τους αποδέκτες της πράξεως, πρέπει να υπομνησθεί ότι η έννοια του αποδέκτη πρέπει να νοείται από τυπικής απόψεως, ως αφορώσα το πρόσωπο που αναφέρεται στην πράξη αυτή ως αποδέκτης της (απόφαση της 21ης Ιανουαρίου 2016, SACBO κατά Επιτροπής και INEA, C‑281/14 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2016:46, σκέψη 34).

    50

    Εν προκειμένω, τα μέλη της προσφεύγουσας δεν μπορούν να θεωρηθούν αποδέκτες της προσβαλλομένης πράξεως, καθόσον δεν ορίζονται στην εν λόγω πράξη ως αποδέκτες της.

    – Επί του άμεσου και ατομικού επηρεασμού

    51

    Για τη δεύτερη περίπτωση, πρέπει να εξετασθεί αν η προσβαλλόμενη πράξη αφορά, μεταξύ άλλων, ατομικώς, τα μέλη της προσφεύγουσας ή ορισμένα εξ αυτών.

    52

    Κατά το Δικαστήριο, τα υποκείμενα δικαίου πλην των αποδεκτών ορισμένης πράξεως μπορούν να υποστηρίξουν ότι η πράξη αυτή τα αφορά ατομικώς, υπό την έννοια του άρθρου 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ, μόνον αν η πράξη αυτή τα επηρεάζει λόγω ορισμένων ιδιαίτερων χαρακτηριστικών τους ή μιας πραγματικής καταστάσεως που τα χαρακτηρίζει σε σχέση με κάθε άλλο πρόσωπο και, ως εκ τούτου, τα εξατομικεύει κατά τρόπον ανάλογο προς αυτόν του αποδέκτη (απόφαση της 15ης Ιουλίου 1963, Plaumann κατά Επιτροπής, 25/62, EU:C:1963:17, σ. 939).

    53

    Αντιθέτως, όταν μια πράξη επηρεάζει υποκείμενα του δικαίου ως ανήκοντα σε αφηρημένη κατηγορία ή μη εξατομικευμένο σύνολο προσώπων, τότε δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που απαιτούνται από τη μνημονευόμενη στη σκέψη 52 ανωτέρω νομολογία.

    54

    Εν προκειμένω, διαπιστώνεται ότι, σύμφωνα με το άρθρο 1 της προσβαλλομένης πράξεως, το μέτρο που συνίσταται στην ανανέωση της εγκρίσεως της γλυφοσάτης υπό τους όρους που αναφέρονται στο παράρτημα I της εν λόγω πράξεως αφορά, κατά τρόπον αφηρημένο και γενικό, κάθε πρόσωπο που προτίθεται να παραγάγει, να διαθέσει στην αγορά ή να χρησιμοποιήσει την ουσία αυτή ή φυτοπροστατευτικά προϊόντα που περιέχουν την εν λόγω ουσία, καθώς και κάθε πρόσωπο που διαθέτει άδειες κυκλοφορίας των εν λόγω φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά.

    55

    Επομένως, η προσβαλλόμενη πράξη εφαρμόζεται σε καταστάσεις αντικειμενικώς προσδιορισμένες και παράγει έννομα αποτελέσματα έναντι κατηγοριών προσώπων που προσδιορίζονται κατά τρόπο γενικό και αφηρημένο. Κατά συνέπεια, η πράξη αυτή έχει γενική ισχύ.

    56

    Η προσφεύγουσα προβάλλει ότι η προσβαλλόμενη πράξη επηρεάζει ορισμένα από τα μέλη της, καθώς η συνέχιση της χρήσεως της γλυφοσάτης θα έβλαπτε την υγεία τους, υπό την ιδιότητά τους ως πολιτών της Ένωσης και ως καταναλωτών.

    57

    Συναφώς, διαπιστώνεται ότι ορισμένα από τα μέλη της προσφεύγουσας φέρονται να επηρεάζονται από την προσβαλλόμενη πράξη υπό τη γενική ιδιότητά τους ως καταναλωτές και πολίτες της Ένωσης.

    58

    Πράγματι, όπως παραδέχεται η ίδια η προσφεύγουσα, η ανανέωση της εγκρίσεως της γλυφοσάτης θα αποτελούσε πηγή προσβολής της υγείας ορισμένων μελών της προσφεύγουσας λόγω της επικινδυνότητάς της και της χρήσεώς της σε προϊόντα και αγαθά ευρείας καταναλώσεως, κυρίως στο νερό, και επομένως τα μέλη αυτά επηρεάζονται υπό την ιδιότητά τους ως καταναλωτές και πολίτες της Ένωσης.

    59

    Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ακόμη ότι η διατήρηση της χρήσεως της γλυφοσάτης αποτελεί αιτία περιουσιακών ζημιών για ορισμένα από τα μέλη της που είναι παραγωγοί σίτου, δεδομένου ότι, λόγω των δεοντολογικών ή επιστημονικών πεποιθήσεων τις οποίες απηχεί το καταστατικό της, τα εν λόγω μέλη δεν χρησιμοποιούν τη δραστική αυτή ουσία, και συνεπώς θα βρίσκονταν σε οικονομικά μειονεκτική θέση σε σχέση με τους παραγωγούς που χρησιμοποιούν τη δραστική αυτή ουσία, λόγω υψηλού κόστους, μικρότερης σε όγκο παραγωγής και υψηλότερων τιμών πωλήσεως.

    60

    Συναφώς, επισημαίνεται ότι ο επηρεασμός που επικαλείται η προσφεύγουσα ο οποίος αφορά ορισμένα από τα μέλη της που είναι παραγωγοί σίτου δεν διαφέρει από εκείνον τον οποίο δύναται να επικαλεστεί κάθε γεωργός ο οποίος, για δικούς του λόγους, προς αποφυγή της χρήσεως της γλυφοσάτης θα προσέφευγε σε άλλες λύσεις συνεπαγόμενες ορισμένα έξοδα για αυτόν.

    61

    Επομένως, η προσβαλλόμενη πράξη θίγει τα μέλη της προσφεύγουσας λόγω της αντικειμενικής ιδιότητάς τους ως καταναλωτών, πολιτών της Ένωσης ή παραγωγών σίτου κατά τον ίδιο τρόπο όπως κάθε άλλο καταναλωτή, πολίτη της Ένωσης ή παραγωγό σίτου ευρισκόμενο, πραγματικά ή δυνητικά, στην ίδια κατάσταση.

    62

    Συνεπώς, η προσφεύγουσα δεν απέδειξε ότι η προσβαλλόμενη πράξη αφορά ατομικώς τα μέλη της ή ορισμένα εξ αυτών.

    63

    Δεδομένου ότι οι προϋποθέσεις σύμφωνα με τις οποίες η πράξη της οποίας ζητείται η ακύρωση πρέπει να αφορά άμεσα και ατομικώς το οικείο πρόσωπο είναι σωρευτικές, δεν είναι απαραίτητο να προσδιοριστεί εάν η προσβαλλόμενη πράξη αφορά, επιπλέον, άμεσα τα μέλη της προσφεύγουσας ή ορισμένα εξ αυτών.

    64

    Συνεπώς, η ενεργητική νομιμοποίηση των μελών της προσφεύγουσας ή ορισμένων εξ αυτών να ασκήσουν ατομικώς προσφυγή δεν μπορεί να στηρίζεται στη δεύτερη περίπτωση του άρθρου 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ.

    – Επί του χαρακτηρισμού της προσβαλλομένης πράξεως ως κανονιστικής πράξεως για την εφαρμογή της οποίας δεν απαιτούνται εκτελεστικά μέτρα

    65

    Η τρίτη περίπτωση κατά την οποία είναι παραδεκτή προσφυγή ακυρώσεως ασκούμενη από φυσικό ή νομικό πρόσωπο είναι εκείνη κατά την οποία η εν λόγω πράξη αποτελεί κανονιστική πράξη η οποία αφορά άμεσα το πρόσωπο αυτό και για την εφαρμογή της οποίας δεν απαιτούνται εκτελεστικά μέτρα.

    66

    Συναφώς, πρέπει να επισημανθεί ότι, κατά την έννοια του άρθρου 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ, η έννοια της κανονιστικής πράξεως περιλαμβάνει τις πράξεις γενικής ισχύος, εξαιρουμένων των νομοθετικών πράξεων (απόφαση της 3ης Οκτωβρίου 2013, Inuit Tapiriit Kanatami κ.λπ. κατά Κοινοβουλίου και Συμβουλίου, C‑583/11 P, EU:C:2013:625, σκέψη 60).

    67

    Εν προκειμένω, η προσβαλλόμενη πράξη αποτελεί τέτοια κανονιστική πράξη, καθόσον, αφενός, πρόκειται για πράξη γενικής ισχύος, όπως αναφέρθηκε στη σκέψη 55 ανωτέρω, και, αφετέρου, δεν εκδόθηκε σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία που περιγράφεται στο άρθρο 294 ΣΛΕΕ ή σύμφωνα με ειδική νομοθετική διαδικασία, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 289, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ, διεξαγόμενη από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με τη συμμετοχή του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή αντιστρόφως. Τούτο δεν αμφισβητείται, εξάλλου, από τους διαδίκους.

    68

    Επιπροσθέτως, η έννοια των «κανονιστικών πράξεων […] [για την εφαρμογή των οποίων δεν απαιτούνται] εκτελεστικά μέτρα», κατά το άρθρο 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ πρέπει να ερμηνεύεται με γνώμονα τον σκοπό της διατάξεως αυτής, που συνίσταται στην αποτροπή του ενδεχομένου να πρέπει ο ιδιώτης να παραβεί τον νόμο για να έχει πρόσβαση σε δικαστήριο (απόφαση της 19ης Δεκεμβρίου 2013, Telefónica κατά Επιτροπής, C‑274/12 P, EU:C:2013:852, σκέψη 27).

    69

    Όταν μια κανονιστική πράξη παράγει άμεσα αποτελέσματα στη νομική κατάσταση ενός φυσικού ή νομικού προσώπου χωρίς να απαιτούνται εκτελεστικά μέτρα, το πρόσωπο αυτό θα στερείτο αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας εάν δεν διέθετε άμεσο ένδικο βοήθημα ενώπιον του δικαστή της Ένωσης προς αμφισβήτηση της νομιμότητας της εν λόγω κανονιστικής πράξεως (απόφαση της 19ης Δεκεμβρίου 2013, Telefónica κατά Επιτροπής, C‑274/12 P, EU:C:2013:852, σκέψη 27).

    70

    Αντιθέτως, σε περίπτωση κατά την οποία για την εφαρμογή κανονιστικής πράξεως απαιτούνται εκτελεστικά μέτρα, ο δικαστικός έλεγχος της τηρήσεως της έννομης τάξεως της Ένωσης διασφαλίζεται, όπως προκύπτει από το άρθρο 19, παράγραφος 1, ΣΕΕ όχι μόνον από το Δικαστήριο, αλλά και από τα εθνικά δικαστήρια των κρατών μελών.

    71

    Συγκεκριμένα, αφενός, όταν η θέση σε εφαρμογή κανονιστικής πράξεως αποτελεί καθήκον των θεσμικών και λοιπών οργάνων ή οργανισμών της Ένωσης, τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα μπορούν να ασκήσουν ευθεία προσφυγή ενώπιον των δικαιοδοτικών οργάνων της Ένωσης κατά των πράξεων εφαρμογής υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ και να προβάλουν προς στήριξη της προσφυγής τους, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 277 ΣΛΕΕ, την έλλειψη νομιμότητας της επίμαχης βασικής πράξεως (απόφαση της 23ης Απριλίου 1986, Les Verts κατά Κοινοβουλίου, 294/83, EU:C:1986:166, σκέψη 23).

    72

    Αφετέρου, όταν η θέση σε εφαρμογή ορισμένης κανονιστικής πράξεως αποτελεί καθήκον των κρατών μελών, τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα μπορούν να αμφισβητήσουν το κύρος του εθνικού μέτρου εκτελέσεως ενώπιον εθνικού δικαστηρίου και, στο πλαίσιο της διαδικασίας αυτής, να προβάλουν το ανίσχυρο της βασικής πράξεως, προκαλώντας την υποβολή από το εν λόγω δικαστήριο, εφόσον είναι αναγκαίο, προδικαστικών ερωτημάτων στο Δικαστήριο, βάσει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ (απόφαση της 23ης Απριλίου 1986, Les Verts κατά Κοινοβουλίου, 294/83, EU:C:1986:166, σκέψη 23).

    73

    Προκειμένου να εκτιμηθεί κατά πόσον για την εφαρμογή κανονιστικής πράξεως απαιτούνται εκτελεστικά μέτρα, πρέπει να εξετάζεται η κατάσταση του προσφεύγοντος, χωρίς να χρειάζεται να εξετασθεί αν για την εφαρμογή της επίμαχης πράξεως απαιτούνται εκτελεστικά μέτρα έναντι άλλων ιδιωτών (αποφάσεις της 19ης Δεκεμβρίου 2013, Telefónica κατά Επιτροπής, C‑274/12 P, EU:C:2013:852, σκέψη 30, και της 28ης Απριλίου 2015, T & L Sugars και Sidul Açúcares κατά Επιτροπής, C‑456/13 P, EU:C:2015:284, σκέψη 32).

    74

    Εν προκειμένω, πρέπει, συνεπώς, να προσδιορισθεί αν για την εφαρμογή της προσβαλλομένης πράξεως, που αφορά την ανανέωση της εγκρίσεως της γλυφοσάτης για περίοδο πέντε ετών, απαιτούνται εκτελεστικά μέτρα έναντι των μελών της προσφεύγουσας.

    75

    Για τον σκοπό αυτό, πρέπει να ληφθεί υπόψη ο μηχανισμός τον οποίο καθιέρωσε το εφαρμοζόμενο εν προκειμένω ρυθμιστικό πλαίσιο.

    76

    Σύμφωνα με τον κανονισμό 1107/2009, η γλυφοσάτη, όπως κάθε δραστική ουσία, αξιολογείται σε δύο στάδια.

    77

    Καταρχάς, η δραστική ουσία αξιολογείται, αυτή καθεαυτή, σε επίπεδο Ένωσης, και εγκρίνεται από την Επιτροπή, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπουν τα άρθρα 7 έως 13 του κανονισμού 1107/2009, εφόσον αποδεικνύεται ότι πληροί τα κριτήρια εγκρίσεως που προβλέπει το άρθρο 4 του ίδιου κανονισμού.

    78

    Εν συνεχεία, το φυτοπροστατευτικό προϊόν που περιέχει τη δραστική ουσία που έχει εγκριθεί από την Ένωση αξιολογείται από τα κράτη μέλη, τα οποία χορηγούν, κατά περίπτωση, άδεια για διάθεση του εν λόγω προϊόντος στην αγορά, σύμφωνα με τη διαδικασία και τις προϋποθέσεις για τη χορήγηση άδειας που προβλέπονται στα άρθρα 28 έως 39 του κανονισμού 1107/2009.

    79

    Επομένως, κατ’ εφαρμογήν της νομοθεσίας, ένα φυτοπροστατευτικό προϊόν που περιέχει την εγκεκριμένη από την Επιτροπή δραστική ουσία γλυφοσάτη δεν μπορεί να διατεθεί στην αγορά ούτε καν να χρησιμοποιηθεί, αν δεν έχει χορηγηθεί, στο οικείο κράτος μέλος, άδεια από τις αρχές του κράτους αυτού.

    80

    Βεβαίως, τα άρθρα 14 έως 20 του κανονισμού 1107/2009 προβλέπουν ότι η έγκριση δραστικής ουσίας ανανεώνεται από την Επιτροπή, κατόπιν υποβολής αιτήσεως από τον παραγωγό της εν λόγω δραστικής ουσίας, εφόσον πληρούνται τα κριτήρια εγκρίσεως που αναφέρονται στο άρθρο 4 του εν λόγω κανονισμού.

    81

    Ωστόσο, η ανανέωση της εγκρίσεως δραστικής ουσίας δεν συνεπάγεται, αφεαυτής, την επιβεβαίωση, την παράταση ή την ανανέωση των αδειών για διάθεση στην αγορά που έχουν χορηγηθεί από τα κράτη μέλη για φυτοπροστατευτικό προϊόν που περιέχει τη δραστική αυτή ουσία.

    82

    Πράγματι, σύμφωνα με το άρθρο 32, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 1107/2009, οι άδειες για διάθεση στην αγορά χορηγούνται για περιορισμένη διάρκεια ισχύος. Κατά το δεύτερο εδάφιο της εν λόγω παραγράφου, η διάρκεια αυτή δεν μπορεί να υπερβαίνει το ένα έτος από την ημερομηνία λήξεως της εγκρίσεως της δραστικής ουσίας που περιλαμβάνεται στο φυτοπροστατευτικό προϊόν. Στη συνέχεια, καθορίζεται κατά τρόπον ώστε να αντιστοιχεί στη διάρκεια ισχύος της εγκρίσεως της εν λόγω δραστικής ουσίας.

    83

    Εξάλλου, το άρθρο 43, παράγραφοι 1 και 2, του κανονισμού 1107/2009 προβλέπει, αφενός, ότι η άδεια για διάθεση ενός φυτοπροστατευτικού προϊόντος στην αγορά ανανεώνεται κατόπιν σχετικής αιτήσεως του κατόχου της και, αφετέρου, ότι η εν λόγω αίτηση πρέπει να υποβληθεί εντός τριών μηνών από την ανανέωση της εγκρίσεως της δραστικής ουσίας που περιέχεται στο εν λόγω φυτοπροστατευτικό προϊόν.

    84

    Ως εκ τούτου, η προσβαλλόμενη πράξη παράγει αποτελέσματα έναντι των μελών της προσφεύγουσας, ήτοι των καταναλωτών, των πολιτών της Ένωσης και των παραγωγών σίτου, των οποίων τα συμφέροντα η προσφεύγουσα εκπροσωπεί, μέσω της χορηγούμενης από τα κράτη μέλη ανανεώσεως των αδειών για διάθεση των φυτοπροστατευτικών προϊόντων που περιέχουν τη δραστική ουσία «γλυφοσάτη» στην αγορά.

    85

    Αυτού του τύπου οι ανανεώσεις των αδειών για διάθεση στην αγορά συνιστούν, κατά τη νομολογία που μνημονεύεται στις σκέψεις 68 έως 73 ανωτέρω, εκτελεστικά μέτρα της προσβαλλομένης πράξεως κατά την έννοια του άρθρου 263, τέταρτο εδάφιο, τελευταίο σκέλος της περιόδου, ΣΛΕΕ.

    86

    Το συμπέρασμα αυτό δεν ανατρέπεται από τα λοιπά επιχειρήματα που προβάλλει η προσφεύγουσα.

    87

    Πρώτον, η προσφεύγουσα επισημαίνει ότι, κατά την άποψή της, η προσβαλλόμενη πράξη συνεπάγεται, αφ’ εαυτής, τη διατήρηση των αδειών για διάθεση των περιεχόντων τη δραστική ουσία «γλυφοσάτη» φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά, οι οποίες είχαν εκδοθεί σύμφωνα με τα άρθρα 29 και 32 του κανονισμού 1107/2009, από τις ιταλικές αρχές, και ήταν σε ισχύ κατά την ημερομηνία εκδόσεως της εν λόγω πράξεως.

    88

    Συναφώς, επισημαίνεται ότι το επιχείρημα αυτό στηρίζεται στην παραδοχή ότι η ανανέωση της εγκρίσεως της δραστικής ουσίας «γλυφοσάτη» από την Επιτροπή συνεπάγεται αυτομάτως την επιβεβαίωση, την παράταση ή την ανανέωση των αδειών για διάθεση στην αγορά τις οποίες χορηγούν τα κράτη μέλη για τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα που περιλαμβάνουν την εν λόγω δραστική ουσία.

    89

    Όμως, όπως προκύπτει από τις σκέψεις 81 έως 83 ανωτέρω, η παραδοχή αυτή είναι εσφαλμένη.

    90

    Εξάλλου, είναι αληθές ότι, σύμφωνα με το άρθρο 43, παράγραφοι 5 και 6, του κανονισμού 1107/2009, τα κράτη μέλη αποφασίζουν σχετικά με την αίτηση ανανεώσεως της άδειας για τη διάθεση φυτοπροστατευτικού προϊόντος στην αγορά το αργότερο δώδεκα μήνες μετά την ανανέωση της εγκρίσεως της δραστικής ουσίας που περιέχεται στο φυτοπροστατευτικό προϊόν και μπορούν να παρατείνουν την άδεια κατά το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την εξέταση της αιτήσεως αυτής και τη λήψη αποφάσεως σχετικά με την ανανέωση της άδειας όταν, για λόγους ανεξάρτητους από τη βούληση του κατόχου άδειας, δεν έχει ληφθεί απόφαση σχετικά με την ανανέωση της άδειας πριν από τη λήξη της.

    91

    Συνακόλουθα, οι ιταλικές αρχές αποφάσισαν, σύμφωνα με την προσφεύγουσα, να παρατείνουν, προσωρινώς, όλες τις άδειες για τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων που περιέχουν τη δραστική ουσία «γλυφοσάτη» στην αγορά.

    92

    Πρέπει πάντως να επισημανθεί ότι μια τέτοια παράταση δεν αποτελεί αυτόματη συνέπεια της ανανεώσεως, από την Επιτροπή, της εγκρίσεως της δραστικής ουσίας «γλυφοσάτη», αλλά συνέπεια παρεμβάσεως αποδιδόμενης στο οικείο κράτος μέλος, εξυπακουομένου ότι στην περίπτωση τέτοιας παρεμβάσεως πρέπει να παρέχεται η δυνατότητα προς άσκηση προσφυγής ενώπιον εθνικού δικαστηρίου (πρβλ. διάταξη της 12ης Ιανουαρίου 2017, ACDA κ.λπ. κατά Επιτροπής, T‑242/15, EU:T:2017:6, σκέψεις 45 έως 47 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

    93

    Δεύτερον, η προσφεύγουσα προβάλλει ότι τα μέτρα που λαμβάνονται από τα κράτη μέλη όσον αφορά τις άδειες για τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων που περιέχουν τη δραστική ουσία «γλυφοσάτη» στην αγορά δεν μπορούν να θεωρηθούν εκτελεστικά μέτρα, δεδομένου ότι η προσβαλλόμενη πράξη προβλέπει μόνον προληπτικά μέτρα γενικής φύσεως για την εφαρμογή της, καταλείποντας την έκδοση των μέτρων εφαρμογής στην απόλυτη διακριτική ευχέρεια των κρατών μελών και, κυρίως, δεν προβλέπει καμία παράμετρο αναφοράς για τη συγκεκριμένη εφαρμογή τους.

    94

    Αν υποτεθεί ότι το επιχείρημα αυτό πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι μια κανονιστική πράξη μπορεί να θεωρηθεί ότι απαιτεί εκτελεστικά μέτρα για την εφαρμογή της μόνον εφόσον περιλαμβάνει λεπτομερείς και ειδικές διατάξεις για την εκτέλεσή της, επισημαίνεται ότι η ανανέωση της εγκρίσεως της δραστικής ουσίας «γλυφοσάτη» υπόκειται σε σειρά προϋποθέσεων που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη από τα κράτη μέλη οσάκις εξετάζουν την ανανέωση των αδειών για τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων που περιέχουν την εν λόγω δραστική ουσία στην αγορά.

    95

    Εξάλλου, όσον αφορά το ενδεχόμενο περιθώριο εκτιμήσεως το οποίο διαθέτουν τα κράτη μέλη στο πλαίσιο της εκτελέσεως της προσβαλλομένης πράξεως, επισημαίνεται ότι, για την εκτίμηση του κατά πόσον για την εφαρμογή κανονιστικής πράξεως απαιτούνται εκτελεστικά μέτρα κατά την έννοια του άρθρου 263, τέταρτο εδάφιο, τελευταίο σκέλος της περιόδου, ΣΛΕΕ, στερείται σημασίας το ζήτημα αν τα μέτρα που ελήφθησαν σε εθνικό επίπεδο έχουν ή όχι διεκπεραιωτικό χαρακτήρα (πρβλ. απόφαση της 28ης Απριλίου 2015, T & L Sugars και Sidul Açúcares κατά Επιτροπής, C‑456/13 P, EU:C:2015:284, σκέψεις 41 και 42).

    96

    Υπό το πρίσμα των προηγούμενων στοιχείων, διαπιστώνεται ότι η προσβαλλόμενη πράξη δεν συνιστά κανονιστική πράξη για την εφαρμογή της οποίας δεν απαιτούνται εκτελεστικά μέτρα, κατά την έννοια του άρθρου 263, τέταρτο εδάφιο, τελευταίο σκέλος της περιόδου, ΣΛΕΕ.

    97

    Στην περίπτωση αυτή, όταν ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο επιθυμεί να επιτύχει τον δικαστικό έλεγχο μιας πράξεως γενικής ισχύος της Ένωσης, η οδός που προβλέπεται στη Συνθήκη και στη νομολογία του Δικαστηρίου για την ερμηνεία της, συνίσταται στην άσκηση προσφυγής ενώπιον εθνικού δικαστηρίου βάλλουσας κατά εθνικού μέτρου εκτελέσεως, με υποβολή στο δικαστήριο αυτό αιτήματος να απευθύνει στο Δικαστήριο προδικαστικό ερώτημα σχετικά με το κύρος της βασικής πράξεως που εκδόθηκε σε επίπεδο Ένωσης (βλ. σκέψη 72 ανωτέρω και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

    98

    Από τις σκέψεις αυτές προκύπτει ότι η υπό κρίση προσφυγή, καθόσον ασκήθηκε ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη.

    Επί του αιτήματος διεξαγωγής αποδείξεων

    99

    Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο να διατάξει, στο πλαίσιο της διεξαγωγής αποδείξεων, την προσκόμιση των αποσπασμάτων της εκθέσεως της EFSA όπου επανεξετάζονται οι μελέτες για τις πιθανές επιπτώσεις της γλυφοσάτης στην ανθρώπινη υγεία, προκειμένου να τα συγκρίνει με τον φάκελο που φέρει τον τίτλο «Monsanto papers».

    100

    Συναφώς, επισημαίνεται ότι το αίτημα αυτό αφορά την ουσία της υπό κρίση προσφυγής και ότι, ως εκ τούτου, δεν μπορεί να εξετασθεί καθόσον η εν λόγω προσφυγή είναι απαράδεκτη.

    Επί των αιτήσεων παρεμβάσεως

    101

    Κατά το άρθρο 142, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, η παρέμβαση είναι παρεπόμενη της κύριας διαφοράς και καθίσταται άνευ αντικειμένου σε περίπτωση που η προσφυγή κριθεί απαράδεκτη.

    102

    Κατά συνέπεια, παρέλκει η εξέταση των αιτήσεων παρεμβάσεως των Helm, Monsanto Europe, Monsanto, Nufarm GmbH & Co. KG, Nufarm, Albaugh Europe, Albaugh UK, Albaugh TKI και Barclay Chemicals Manufacturing.

    Επί των δικαστικών εξόδων

    103

    Κατά το άρθρο 134, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα, εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου.

    104

    Δεδομένου ότι η προσφεύγουσα ηττήθηκε, πρέπει να φέρει τα δικαστικά της έξοδα και να καταδικασθεί στα δικαστικά έξοδα της Επιτροπής, σύμφωνα με το αίτημα της τελευταίας.

    105

    Κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 144, παράγραφος 10, του Κανονισμού Διαδικασίας, οι Helm, Monsanto Europe, Monsanto, Nufarm GmbH & Co. KG, Nufarm, Albaugh Europe, Albaugh UK, Albaugh TKI και Barclay Chemicals Manufacturing φέρουν εκάστη τα σχετικά με την αίτηση παρεμβάσεως δικαστικά έξοδά της.

     

    Για τους λόγους αυτούς,

    ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πρώτο τμήμα),

    διατάσσει:

     

    1)

    Απορρίπτει την προσφυγή ως απαράδεκτη.

     

    2)

    Παρέλκει η εξέταση των αιτήσεων παρεμβάσεως των Helm AG, Monsanto Europe NV/SA, Monsanto Company, Nufarm GmbH & Co. KG, Nufarm, Albaugh Europe Sàrl, Albaugh UK Ltd, Albaugh TKI d.o.o. και Barclay Chemicals Manufacturing Ltd.

     

    3)

    Η Associazione Nazionale GranoSalus – Liberi Cerealicoltori & Consumatori (Associazione GranoSalus) φέρει τα έξοδά της, καθώς και τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

     

    4)

    Οι Helm, Monsanto Europe, Monsanto, Nufarm GmbH & Co. KG, Nufarm, Albaugh Europe, Albaugh UK, Albaugh TKI και Barclay Chemicals Manufacturing φέρουν εκάστη τα σχετικά με την αίτηση παρεμβάσεως δικαστικά έξοδά της.

     

    Λουξεμβούργο, 14 Φεβρουαρίου 2019.

    Ο Γραμματέας

    E. Coulon

    Η Πρόεδρος

    I. Pelikánová


    ( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική.

    Top