Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62018CC0385

Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Ε. Tanchev της 29ης Ιουλίου 2019.

ECLI identifier: ECLI:EU:C:2019:647

 ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ

EVGENI TANCHEV

της 29ης Ιουλίου 2019 ( 1 )

Υπόθεση C‑385/18

Arriva Italia Srl,

Ferrotramviaria SpA,

Consorzio Trasporti Aziende Pugliesi (CO.TRA.P)

κατά

Ministero delle Infrastrutture e dei Trasporti,

παρισταμένων των:

Ferrovie dello Stato Italiane SpA,

Ferrovie del Sud Est e Servizi Automobilistici Srl,

Autorità Garante della Concorrenza e del Mercato

[αίτηση του Consiglio di Stato (Συμβουλίου της Επικρατείας, Ιταλία)
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]

«Κρατικές ενισχύσεις – Ενίσχυση που χορηγείται στον φορέα εκμετάλλευσης τοπικών σιδηροδρομικών υποδομών, ο οποίος αντιμετωπίζει οικονομικές δυσχέρειες – Έννοια της κρατικής ενίσχυσης – Χρόνος κατά τον οποίο λογίζεται ότι χορηγείται η ενίσχυση – Κριτήριο του ιδιώτη επενδυτή – Δικαιούχος του πλεονεκτήματος – Νόθευση του ανταγωνισμού»

Περιεχόμενα

 

I. Το ιταλικό δίκαιο

 

Α. Ο νόμος περί σταθερότητας του 2016

 

Β. Το διάταγμα 9/2016

 

Γ. Το διάταγμα 264/2016

 

Δ. Η πράξη μεταβίβασης

 

Ε. Το νομοθετικό διάταγμα 50/2017

 

II. Τα πραγματικά περιστατικά, η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

 

III. Ανάλυση

 

Α. Το κονδύλι των 70 εκατομμυρίων ευρώ

 

1. Παρέμβαση εκ μέρους του κράτους ή με κρατικούς πόρους

 

2. Επηρεασμός του εμπορίου μεταξύ κρατών μελών

 

3. Παροχή επιλεκτικού πλεονεκτήματος στον αποδέκτη

 

4. Νόθευση ή απειλή νόθευσης του ανταγωνισμού

 

Β. Η μεταβίβαση στην FSI της συμμετοχής του MIT στο κεφάλαιο της FSE

 

1. Παρέμβαση εκ μέρους του κράτους ή με κρατικούς πόρους

 

2. Επηρεασμός του εμπορίου μεταξύ κρατών μελών

 

3. Παροχή επιλεκτικού πλεονεκτήματος στον αποδέκτη

 

α) Χορηγήθηκε πλεονέκτημα στην FSI;

 

β) Χορηγήθηκε πλεονέκτημα στην FSE;

 

4. Νόθευση ή απειλή νόθευσης του ανταγωνισμού

 

IV. Πρόταση

1. 

Η διαφορά της υπό εξέταση υπόθεσης ανέκυψε μετά τη λήψη μέτρων, το 2016, από το ιταλικό κράτος, στο πλαίσιο των οποίων χορηγήθηκε ευρεία, μη επιστρεπτέα επιδότηση στον δημόσιο φορέα εκμετάλλευσης τοπικών σιδηροδρομικών υποδομών και φορέα παροχής υπηρεσιών τοπικών επιβατικών μεταφορών, λόγω της δυσχερούς οικονομικής του κατάστασης. Επιπλέον, το σύνολο της συμμετοχής του Δημοσίου στο κεφάλαιο του εν λόγω φορέα εκμετάλλευσης μεταβιβάσθηκε, χωρίς αντιπαροχή, στον δημόσιο φορέα εκμετάλλευσης των εθνικών σιδηροδρομικών υποδομών, υπό την προϋπόθεση ότι ο τελευταίος θα αναλάμβανε να αποκαταστήσει την οικονομική βιωσιμότητα της μεταβιβασθείσας εταιρίας. Το σύννομο των εν λόγω μέτρων αμφισβητήθηκε από άλλους φορείς παροχής υπηρεσιών τοπικών επιβατικών μεταφορών, οι οποίοι είχαν εκδηλώσει, ανεπιτυχώς, ενδιαφέρον για τη μεταβίβαση. Το Consiglio di Stato (Συμβούλιο της Επικρατείας, Ιταλία) ζητεί από το Δικαστήριο να διασαφηνίσει κατά πόσον τα εν λόγω μέτρα συνιστούν κρατική ενίσχυση.

2. 

Η υπό εξέταση υπόθεση δίδει στο Δικαστήριο την ευκαιρία να παράσχει καθοδήγηση σχετικά με τις έννοιες του πλεονεκτήματος και της νόθευσης του ανταγωνισμού σε συνάρτηση με τον χαρακτηρισμό κρατικής παρέμβασης ως κρατικής ενίσχυσης. Ένα ζήτημα που πρέπει να επιλυθεί από το Δικαστήριο είναι κατά πόσον χορηγήθηκε πλεονέκτημα στον αποκτώντα μολονότι αυτός ανέλαβε τη δέσμευση να αποκαταστήσει τη βιωσιμότητα του τοπικού φορέα εκμετάλλευσης, και κατά πόσον ωφελούμενος από τη μεταβίβαση είναι ο αποκτών (εφόσον η βιωσιμότητα της μεταβιβασθείσας εταιρίας μπορέσει να αποκατασταθεί και η εταιρία καταστεί εκ νέου κερδοφόρος) ή η μεταβιβασθείσα εταιρία (η οποία επωφελείται από τη δέσμευση του αποκτώντος να αποκαταστήσει τη βιωσιμότητά της). Ένα περαιτέρω ζήτημα που τίθεται ενώπιον του Δικαστηρίου είναι κατά πόσον το γεγονός ότι ο δικαιούχος (ή οι δικαιούχοι) της ενίσχυσης δραστηριοποιείται σε αγορές που αποτελούν αντικείμενο νόμιμου μονοπωλίου –και, ως εκ τούτου, δεν είναι ανταγωνιστικές– αποκλείει το συμπέρασμα ότι η ενίσχυση δύναται να νοθεύσει τον ανταγωνισμό.

I. Το ιταλικό δίκαιο

Α.   Ο νόμος περί σταθερότητας του 2016

3.

Με το άρθρο 1, παράγραφος 867, του νόμου περί σταθερότητας του 2016 ( 2 ), το Ιταλικό Δημόσιο όρισε ότι η Ferrovie del Sud Est e Servizi Automobilistici Srl (στο εξής: FSE) επρόκειτο να τεθεί υπό αναγκαστική διαχείριση λόγω της «δυσχερούς οικονομικής κατάστασής» της. Τούτο επρόκειτο να υλοποιηθεί με διάταγμα του Ministro delle infrastrutture e dei trasporti (Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών, Ιταλία, στο εξής: MIT).

4.

Βάσει του άρθρου 1, παράγραφος 867, δεύτερη και πέμπτη περίοδος, του νόμου περί σταθερότητας του 2016, ο Ειδικός Επίτροπος όφειλε να «εκπονήσει επιχειρηματικό σχέδιο εξυγίανσης», προσανατολισμένο στη μείωση του λειτουργικού κόστους, και να υποβάλει στον MIT προτάσεις για «τη μεταβίβαση ή την εκποίηση [της FSE], βάσει των κριτηρίων και διαδικασιών που καθορίζονται σε διάταγμα» του ΜΙΤ. Επιπλέον, το άρθρο 1, παράγραφος 867, έκτη (και τελευταία) περίοδος, του νόμου περί σταθερότητας του 2016 προέβλεπε ότι, «εν αναμονή της εφαρμογής του προμνησθέντος σχεδίου εξυγίανσης, εγκρίνεται, για τον σκοπό της διασφάλισης της συνέχισης της λειτουργίας της [FSE], δαπάνη ύψους [70 εκατομμυρίων ευρώ] για το 2016».

Β.   Το διάταγμα 9/2016

5.

Το άρθρο 6 του διατάγματος 9/2016 ( 3 ) προέβλεπε ότι η FSE επρόκειτο να τεθεί υπό αναγκαστική διαχείριση και όριζε ότι το προβλεπόμενο στον νόμο περί σταθερότητας του 2016 κονδύλι ύψους 70 εκατομμυρίων ευρώ προοριζόταν για αύξηση του κεφαλαίου της FSE, που μπορούσε να διατεθεί ακόμη και χωρίς την προηγούμενη έγκριση του δημόσιου εταίρου, «προκειμένου να διασφαλισθεί το αδιάλειπτο και η τακτικότητα της υπηρεσίας κοινής ωφέλειας που παρείχε [η FSE], λαμβανομένων υπόψη όλων των αναγκαίων μέτρων για τη διασφάλιση της συνέχισης της επιχειρηματικής λειτουργίας και για την αποκατάσταση της οικονομικής και χρηματοοικονομικής ισορροπίας της [FSE]».

Γ.   Το διάταγμα 264/2016

6.

Το διάταγμα 264/2016 ( 4 ) προέβλεπε ότι το σύνολο της συμμετοχής του ΜΙΤ στο κεφάλαιο της FSE επρόκειτο να μεταβιβασθεί στη Ferrovie dello Stato Italiane SpA (στο εξής: FSI), εταιρία η οποία ανήκε εξ ολοκλήρου στο Ministero dell’economia e delle finanze (Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών, Ιταλία, στο εξής: MEF).

7.

Ο νέος ιδιοκτήτης επελέγη βάσει των κριτηρίων που απαριθμούνταν στο άρθρο 1, παράγραφος 1, του διατάγματος 264/2016, τα οποία ήταν: α) «η αποδοτικότητα των δημόσιων συμμετοχών στο πλαίσιο αναδιοργάνωσης εντός μίας ενιαίας οικονομικής οντότητας υπό τον ίδιο ιδιοκτήτη (δημόσιος οργανισμός)», β) «η καταλληλότητα του νέου ιδιοκτήτη από άποψη επιχειρηματική και περιουσιακή, ώστε να διασφαλίζει τη συνέχιση της απασχόλησης και της παροχής των υπηρεσιών και να εμπνέει εμπιστοσύνη στους πιστωτές […]», και γ) «η εξυγίανση της εταιρίας, λαμβανομένης υπόψη της αρνητικής καθαρής θέσης της [FSE]».

8.

Υπό το πρίσμα των κριτηρίων αυτών, το άρθρο 2, παράγραφος 2, του διατάγματος 264/2016 όριζε ότι η μεταβίβαση προς την FSI θα πραγματοποιείτο «χωρίς αντιπαροχή».

Δ.   Η πράξη μεταβίβασης

9.

Με συμβολαιογραφική πράξη της 28ης Νοεμβρίου 2016 (στο εξής: πράξη μεταβίβασης), ο MIT μεταβίβασε στην FSI το σύνολο της συμμετοχής του στο κεφάλαιο της FSE.

10.

Με υπόμνημα της ίδιας ημερομηνίας (στο εξής: υπουργικό υπόμνημα), ο MIT διαπίστωσε ότι πληρούνταν οι προϋποθέσεις του άρθρου 1, παράγραφος 1, του διατάγματος 264/2016. Ειδικότερα, κατά το υπόμνημα, η FSI ανέλαβε τη δέσμευση να αναστρέψει την ελλειμματική κατάσταση της FSE. Ομοίως, κατά το υπουργικό υπόμνημα, η Autorità Garante della Concorrenza e del Mercato italiana (Αρχή Προστασίας του Ανταγωνισμού και της Αγοράς, Ιταλία, στο εξής: AGCM) αποφάσισε να μην κινήσει την προβλεπόμενη στο άρθρο 16, παράγραφος 4, του νόμου 287/1990 ( 5 ) διαδικασία έρευνας σε σχέση με τη μεταβίβαση.

11.

Επιπλέον, το υπουργικό υπόμνημα ορίζει ότι το κονδύλι των 70 εκατομμυρίων ευρώ που προβλέπεται στο άρθρο 1, παράγραφος 867, του νόμου περί σταθερότητας του 2016 «πρέπει να διατεθεί –αποκλειστικά– για την κάλυψη των οικονομικών αναγκών των σιδηροδρομικών υποδομών της [FSE], σύμφωνα με τη νομοθεσία της Ένωσης».

Ε.   Το νομοθετικό διάταγμα 50/2017

12.

Μετά τη μεταβίβαση, το άρθρο 47, παράγραφος 7, του νομοθετικού διατάγματος 50/2017 ( 6 ) αντικατέστησε το άρθρο 1, παράγραφος 867, τελευταία περίοδος, του νόμου περί σταθερότητας του 2016 με την ακόλουθη διατύπωση: «Με την επιφύλαξη των προβλεπόμενων στην παρούσα παράγραφο υποχρεώσεων, εγκρίνεται η δαπάνη ύψους 70 εκατομμυρίων ευρώ για το έτος 2016. Οι σχετικοί πόροι μεταβιβάζονται στο ενεργητικό της [FSE] για να διατεθούν, σύμφωνα με τη σχετική νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στο πλαίσιο του σχεδίου εξυγίανσης της εταιρίας, αποκλειστικά και μόνο για την κάλυψη των υποχρεώσεων, ακόμη και προγενέστερων, και των οικονομικών αναγκών του τομέα υποδομών. Δεν θίγονται οι πράξεις, τα μέτρα και οι ενέργειες που έχουν ήδη υλοποιηθεί δυνάμει του [διατάγματος 264/2016]».

II. Τα πραγματικά περιστατικά, η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

13.

Η FSE, επιχείρηση εξ ολοκλήρου ανήκουσα κατά τον κρίσιμο χρόνο στο MIT, εκμεταλλεύεται σιδηροδρομικές υποδομές που ανήκουν στη Regione Puglia (Περιφέρεια Απουλίας, Ιταλία) και παρέχει υπηρεσίες δημόσιων σιδηροδρομικών επιβατικών μεταφορών και συμπληρωματικών υπηρεσιών οδικών μεταφορών σε περιοχή της Απουλίας (στο Salento).

14.

Λόγω της δυσχερούς οικονομικής κατάστασής της, η FSE τέθηκε υπό αναγκαστική διαχείριση από το ιταλικό κράτος βάσει του άρθρου 1, παράγραφος 867, του νόμου περί σταθερότητας του 2016 και του διατάγματος 9/2016. Το ιταλικό κράτος ενέκρινε επίσης κονδύλι ύψους 70 εκατομμυρίων ευρώ, προκειμένου να διασφαλισθεί η αδιάλειπτη παροχή των υπηρεσιών της FSE εν αναμονή της εφαρμογής του σχεδίου εξυγίανσης.

15.

Στις 4 Αυγούστου 2016 το διάταγμα 264/2016 προέβλεψε ότι το σύνολο της συμμετοχής του ΜΙΤ στο κεφάλαιο της FSE επρόκειτο να μεταβιβασθεί στην FSI, επιχείρηση εξ ολοκλήρου ανήκουσα στο MEF και εταιρία χαρτοφυλακίου ενός ομίλου που (μέσω της Rete Ferroviaria SpA, θυγατρικής της FSI) εκμεταλλεύεται τις εθνικές σιδηροδρομικές υποδομές και παρέχει [μέσω της Trenitalia SpA (στο εξής: Trenitalia), η οποία είναι θυγατρική της FSI, εξ ολοκλήρου ανήκουσα στην τελευταία] υπηρεσίες επιβατικών και εμπορευματικών μεταφορών, σιδηροδρομικώς και οδικώς. Η μεταβίβαση θα πραγματοποιείτο χωρίς αντιπαροχή. Υπέκειτο στην προϋπόθεση ότι η FSI θα αναλάμβανε να αναστρέψει την ελλειμματική κατάσταση της FSE. Δεν πραγματοποιήθηκε διαγωνισμός για την επιλογή του νέου ιδιοκτήτη της FSE.

16.

Στις 12 Οκτωβρίου 2016, σύμφωνα με τα άρθρα 20 και 21 του νόμου 287/1990, η AGCM κοινοποίησε στην Ιταλική Κυβέρνηση τη σχεδιαζόμενη μεταβίβαση της συμμετοχής του MIT στο κεφάλαιο της FSE και τη χορήγηση του κονδυλίου ύψους 70 εκατομμυρίων ευρώ, επειδή, κατά την άποψή της, η ενέργεια αυτή μπορούσε να θεωρηθεί ότι συνιστά κρατική ενίσχυση ( 7 ).

17.

Η Arriva Italia Srl (στο εξής: Arriva Italia), η Ferrotramviaria SpA (στο εξής: Ferrotramviaria) και η Consorzio Trasporti Aziende Pugliesi (CO.TRA.P) (στο εξής: Consorzio Trasporti Aziende Pugliesi), οι οποίες δραστηριοποιούνται άπασες στον τομέα των δημόσιων σιδηροδρομικών και οδικών μεταφορών, είχαν εκδηλώσει ενδιαφέρον εξαγοράς της FSE. Στις 24 Οκτωβρίου 2016 οι εταιρίες αυτές άσκησαν προσφυγή ακυρώσεως κατά του διατάγματος 264/2016 ενώπιον του Tribunale Amministrativo Regionale per il Lazio (διοικητικού πρωτοδικείου περιφέρειας Λατίου, Ιταλία). Υποστήριξαν ότι το κονδύλι των 70 εκατομμυρίων ευρώ και η μεταβίβαση της συμμετοχής στο κεφάλαιο της FSE συνιστούσαν κρατική ενίσχυση και ότι το ιταλικό κράτος, μη κοινοποιώντας τα μέτρα αυτά στην Επιτροπή και εφαρμόζοντάς τα, ενήργησε κατά παράβαση του άρθρου 108, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ.

18.

Στις 21 Νοεμβρίου 2016 η AGCM, κατ’ ενάσκηση της εξουσίας που διαθέτει να εγκρίνει τις συγκεντρώσεις, αποφάσισε να μην κινήσει την προβλεπόμενη στο άρθρο 16, παράγραφος 4, του νόμου 287/1990 διαδικασία έρευνας σε σχέση με την κοινοποίηση της μεταβίβασης στην FSI της συμμετοχής του MIT στο κεφάλαιο της FSE ( 8 ).

19.

Στις 28 Νοεμβρίου 2016 η μεταβίβαση υλοποιήθηκε μέσω της προμνησθείσας στο σημείο 9 των παρουσών προτάσεων πράξης μεταβίβασης.

20.

Τον Ιανουάριο του 2017 η FSE κατέθεσε αίτηση στο Tribunale di Bari (πρωτοβάθμιο δικαστήριο του Μπάρι, Ιταλία), με την οποία ζήτησε να υπαχθεί σε πτωχευτικό συμβιβασμό.

21.

Με απόφαση της 31ης Μαΐου 2017, το Tribunale Amministrativo Regionale per il Lazio (διοικητικό πρωτοδικείο περιφέρειας Λατίου) απέρριψε το ασκηθέν ενώπιόν του ένδικο βοήθημα.

22.

Η Arriva Italia, η Ferrotramviaria και η Consorzio Trasporti Aziende Pugliesi άσκησαν έφεση ενώπιον του Consiglio di Stato (Συμβουλίου της Επικρατείας).

23.

Το Consiglio di Stato (Συμβούλιο της Επικρατείας) ανέστειλε τη διαδικασία και υπέβαλε στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1.

Συνιστά, υπό τις εκτιθέμενες πραγματικές και νομικές περιστάσεις, κρατική ενίσχυση, κατά το άρθρο 107 [ΣΛΕΕ], μέτρο συνιστάμενο σε διά νόμου χορήγηση πιστώσεως ύψους 70 εκατομμυρίων ευρώ υπέρ φορέα που δραστηριοποιείται στον τομέα των σιδηροδρομικών μεταφορών, υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται [στο άρθρο 1, παράγραφος 867, του νόμου περί σταθερότητας του 2016], όπως τροποποιήθηκε με το [νομοθετικό διάταγμα 50/2017], και στην επακόλουθη μεταβίβαση του φορέα αυτού σε άλλον οικονομικό φορέα, χωρίς τη διεξαγωγή διαγωνισμού και χωρίς αντιπαροχή;

2.

Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο ως άνω ερώτημα, είναι η επίμαχη ενίσχυση, εν πάση περιπτώσει, συμβατή με το δίκαιο της ΕΕ και ποιες είναι οι συνέπειες της μη κοινοποιήσεώς της κατά το άρθρο 10[7], παράγραφος 3, ΣΛΕΕ;» ( 9 )

24.

Γραπτές παρατηρήσεις κατέθεσαν από κοινού η Arriva Italia, η Ferrotramviaria και η Consorzio Trasporti Aziende Pugliesi· η FSI, η Ιταλική Δημοκρατία, η Δημοκρατία της Πολωνίας και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατέθεσαν επίσης γραπτές παρατηρήσεις. Οι εν λόγω μετέχοντες στη διαδικασία, εξαιρουμένης της Δημοκρατίας της Πολωνίας, ανέπτυξαν προφορικώς τις απόψεις τους κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση η οποία διεξήχθη στις 8 Μαΐου 2019.

III. Ανάλυση

25.

Όπως ζητήθηκε από το Δικαστήριο, θα περιορισθώ, στις παρούσες προτάσεις, στο να εξετάσω μόνον το πρώτο προδικαστικό ερώτημα.

26.

Με το ερώτημα αυτό, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, από το Δικαστήριο να διευκρινίσει αν η διά νόμου χορήγηση του κονδυλίου των 70 εκατομμυρίων ευρώ σε τοπικό φορέα που δραστηριοποιείται στον τομέα των σιδηροδρομικών μεταφορών, υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στον νόμο περί σταθερότητας του 2016, όπως τροποποιήθηκε με το νομοθετικό διάταγμα 50/2017, και η επακόλουθη μεταβίβαση του εν λόγω τοπικού φορέα στον δημόσιο φορέα εκμετάλλευσης των εθνικών σιδηροδρομικών υποδομών, χωρίς τη διεξαγωγή διαγωνισμού και χωρίς αντιπαροχή, συνιστούν κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ.

27.

Θα εξετάσω κατά πόσον συνιστά κρατική ενίσχυση, πρώτον, το κονδύλι των 70 εκατομμυρίων ευρώ και, δεύτερον, η μεταβίβαση στην FSI της συμμετοχής του MIT στο κεφάλαιο της FSE ( 10 ).

Α.   Το κονδύλι των 70 εκατομμυρίων ευρώ

28.

Όπως προεκτέθηκε, με το άρθρο 1, παράγραφος 867, του νόμου περί σταθερότητας του 2016, εγκρίθηκε κονδύλι ύψους 70 εκατομμυρίων ευρώ υπέρ της FSE.

29.

Κατά πάγια νομολογία, ο χαρακτηρισμός ενός εθνικού μέτρου ως «κρατικής ενίσχυσης» προϋποθέτει την πλήρωση όλων των ακόλουθων προϋποθέσεων. Πρώτον, πρέπει να πρόκειται για παρέμβαση εκ μέρους του κράτους ή με κρατικούς πόρους. Δεύτερον, η παρέμβαση αυτή πρέπει να δύναται να επηρεάσει το εμπόριο μεταξύ κρατών μελών. Τρίτον, πρέπει να παρέχει επιλεκτικό πλεονέκτημα στον αποδέκτη. Τέταρτον, πρέπει να νοθεύει ή να απειλεί να νοθεύσει τον ανταγωνισμό ( 11 ).

30.

Κατωτέρω, θα εξετάσω κατά πόσον πληρούται καθεμιά από τις προϋποθέσεις αυτές.

1. Παρέμβαση εκ μέρους του κράτους ή με κρατικούς πόρους

31.

Κατά πάγια νομολογία, για να μπορούν πλεονεκτήματα να χαρακτηρισθούν ως ενισχύσεις, κατά την έννοια του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, πρέπει αφενός να έχουν παρασχεθεί άμεσα ή έμμεσα με κρατικούς πόρους και αφετέρου να μπορούν να καταλογισθούν στο κράτος ( 12 ).

32.

Όσον αφορά, πρώτον, την προϋπόθεση που αφορά τη δέσμευση κρατικών πόρων, κατά πάγια νομολογία, η έννοια της «ενίσχυσης» δεν περιλαμβάνει μόνον τις θετικές παροχές, όπως οι επιδοτήσεις, αλλά και τις παρεμβάσεις εκείνες οι οποίες, ανεξαρτήτως μορφής, ελαφρύνουν τις επιβαρύνσεις που κανονικώς βαρύνουν τον προϋπολογισμό μιας επιχείρησης και κατά συνέπεια, χωρίς να είναι επιδοτήσεις υπό τη στενή έννοια του όρου, είναι της ιδίας φύσεως ή έχουν ίδια αποτελέσματα ( 13 ).

33.

Στην υπό εξέταση υπόθεση, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το κονδύλι των 70 εκατομμυρίων ευρώ πρέπει να λογισθεί ως μεταφορά κρατικών πόρων, δεδομένου ότι η δαπάνη αυτή εγκρίθηκε με δημοσιονομικό νόμο, ήτοι τον νόμο περί σταθερότητας του 2016, και, όπως εκτίθεται από το αιτούν δικαστήριο, βαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό.

34.

Δεύτερον, όσον αφορά την προϋπόθεση ότι το μέτρο πρέπει να μπορεί να καταλογισθεί στο κράτος, πρέπει να εξετασθεί αν οι δημόσιες αρχές έχουν εμπλακεί στη θέσπιση του μέτρου ( 14 ).

35.

Στην προκειμένη περίπτωση, έχουν όντως εμπλακεί, δεδομένου ότι το κονδύλι των 70 εκατομμυρίων ευρώ εγκρίθηκε με το άρθρο 1, παράγραφος 867, του νόμου περί σταθερότητας του 2016, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 47, παράγραφος 7, του νομοθετικού διατάγματος 50/2017.

36.

Ωστόσο, προτού συναχθεί το συμπέρασμα ότι το κονδύλι των 70 εκατομμυρίων ευρώ πληροί την πρώτη προϋπόθεση που παρατίθεται στο σημείο 29 των παρουσών προτάσεων, είναι αναγκαίο να εξετασθεί η αντίρρηση που εξέφρασε το αιτούν δικαστήριο, το οποίο εκφράζει αμφιβολίες ως προς το αν μπορεί να θεωρηθεί ότι η ενίσχυση έχει χορηγηθεί, επειδή δεν υπάρχουν στοιχεία από τα οποία να προκύπτουν ταμειακές εκροές από τον κρατικό προϋπολογισμό και επειδή το ποσό των 70 εκατομμυρίων ευρώ φαίνεται να μην έχει καταβληθεί.

37.

Επισημαίνω ότι, κατά πάγια νομολογία, οι ενισχύσεις πρέπει να θεωρείται ότι χορηγούνται κατά τον χρόνο κατά τον οποίο η εφαρμοστέα εθνική νομοθεσία αναγνωρίζει στον δικαιούχο το δικαίωμα λήψης τους. Στο αιτούν δικαστήριο απόκειται να κρίνει, με γνώμονα το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο, πότε πρέπει να θεωρηθεί ότι χορηγήθηκε η επίμαχη ενίσχυση. Προς τον σκοπό αυτό, πρέπει να λάβει υπόψη το σύνολο των προϋποθέσεων που επιβάλλει το εθνικό δίκαιο για τη χορήγηση της επίμαχης ενίσχυσης ( 15 ).

38.

Επομένως, η ενίσχυση δεν θεωρείται ότι χορηγείται κατά τον χρόνο καταβολής της στον δικαιούχο ( 16 ) και δεν ασκεί επιρροή το γεγονός ότι, όπως προέκυψε κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, το κονδύλι των 70 εκατομμυρίων ευρώ δεν έχει ακόμη καταβληθεί ( 17 ).

39.

Πρέπει, ωστόσο, να εξακριβωθεί κατά πόσον το δικαίωμα λήψης του εν λόγω κονδυλίου έχει παραχωρηθεί βάσει του ιταλικού δικαίου. Για τον σκοπό αυτό, το αιτούν δικαστήριο θα πρέπει, όπως προεκτέθηκε στο σημείο 37 των παρουσών προτάσεων, να κρίνει εάν έχει χορηγηθεί στην FSE άνευ προϋποθέσεων δικαίωμα λήψης του κονδυλίου των 70 εκατομμυρίων ευρώ ή εάν της έχει χορηγηθεί δικαίωμα υπό προϋποθέσεις και, στην περίπτωση αυτή, κατά πόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις στις οποίες υπόκειται το δικαίωμα αυτό.

40.

Συναφώς, επισημαίνω ότι, κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η FSI εξέθεσε ότι, βάσει του άρθρου 1, παράγραφος 867, του νόμου περί σταθερότητας του 2016 και βάσει του διατάγματος 9/2016, το δικαίωμα λήψης του κονδυλίου των 70 εκατομμυρίων ευρώ τέθηκε υπό την προϋπόθεση, πρώτον, της υποβολής και έγκρισης σχεδίου εξυγίανσης που θα επιβεβαίωνε τη βιωσιμότητα της FSE και, δεύτερον, της έγκρισης του προϋπολογισμού της FSE για το 2015. Ωστόσο, δεν εγκρίθηκε οριστικό σχέδιο εξυγίανσης, καθότι, κατόπιν περαιτέρω έρευνας του Ειδικού Επιτρόπου, προέκυψε ότι απλώς και μόνον η εξυγίανση της FSE δεν αποτελούσε πλέον βιώσιμη επιλογή. Αντιθέτως, εκδόθηκε το διάταγμα 264/2016, το οποίο προέβλεψε τη μεταβίβαση στην FSI της συμμετοχής του MIT στο κεφάλαιο της FSE και επέβαλε στην FSI την αντίστοιχη υποχρέωση να αποκαταστήσει τη βιωσιμότητα της FSE. Ως εκ τούτου, η προϋπόθεση της εκπόνησης και έγκρισης σχεδίου εξυγίανσης, στην οποία υπέκειτο το δικαίωμα λήψης του κονδυλίου των 70 εκατομμυρίων ευρώ, ουδέποτε πληρώθηκε, με αποτέλεσμα η FSE, κατά την FSI, να μην έχει αποκτήσει ποτέ το δικαίωμα αυτό. Σε επίρρωση της άποψης της FSI, η Ιταλική Κυβέρνηση δήλωσε, κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, ότι η χορήγηση του κονδυλίου των 70 εκατομμυρίων ευρώ «ανεστάλη».

41.

Αντιθέτως, η Arriva Italia υποστήριξε, κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, ότι ο Ειδικός Επίτροπος μπορούσε να καταβάλει το κονδύλι των 70 εκατομμυρίων ευρώ από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του διατάγματος 9/2016, με το οποίο τέθηκε σε εφαρμογή το άρθρο 1, παράγραφος 867, του νόμου περί σταθερότητας του 2016. Επιπλέον, τόνισε ότι το ποσό αυτό είχε εγγραφεί στον ισολογισμό της FSE ως πιστωτικό όριο έναντι του κράτους, οπότε η FSE πρέπει να θεωρηθεί ότι έχει δικαίωμα να της χορηγηθεί το κονδύλι των 70 εκατομμυρίων ευρώ. Η Επιτροπή συντάσσεται με την άποψη της Arriva Italia.

42.

Καίτοι απόκειται στο αιτούν δικαστήριο να επιλέξει μεταξύ των ανωτέρω απόψεων, τείνω να δεχθώ ότι το άρθρο 1, παράγραφος 867, του νόμου περί σταθερότητας του 2016 παρέσχε στην FSE ανεπιφύλακτο δικαίωμα λήψης του κονδυλίου των 70 εκατομμυρίων ευρώ.

43.

Είναι αληθές ότι οι μετέχοντες στη διαδικασία διαφωνούν ως προς την ερμηνεία της τελευταίας περιόδου του άρθρου 1, παράγραφος 867, του νόμου περί σταθερότητας του 2016, που ορίζει ότι το κονδύλι εγκρίνεται «nelle more dell’attuazione del piano di risanamento» («εν αναμονή της εφαρμογής του σχεδίου εξυγίανσης»). Κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η Arriva Italia υποστήριξε ότι ο όρος «nelle more» πρέπει να θεωρηθεί ότι έχει την έννοια ότι το κονδύλι εγκρίνεται «ευθύς αμέσως», ενώ η FSI υποστήριξε ότι σημαίνει «κατά τη διάρκεια» (της εφαρμογής του σχεδίου εξυγίανσης) ( 18 ). Καίτοι αντιλαμβάνομαι ότι η τελευταία περίοδος του άρθρου 1, παράγραφος 867, του νόμου περί σταθερότητας του 2016 είναι κάπως διφορούμενη, επισημαίνω ότι η αναφορά στον «σκοπό της διασφάλισης της συνέχισης της λειτουργίας της [FSE]» υποδηλώνει ότι το κονδύλι των 70 εκατομμυρίων ευρώ έχει ως σκοπό να διασφαλισθεί ότι η FSE θα είναι σε θέση να συνεχίσει να ασκεί τις δραστηριότητές της και ότι θα παραμείνει στην αγορά, ενόσω ο Ειδικός Επίτροπος καταρτίζει το σχέδιο εξυγίανσης. Ως εκ τούτου, φρονώ ότι, όπως υποστήριξε η Arriva Italia, η FSE απέκτησε δικαίωμα λήψης του κονδυλίου κατά την έναρξη ισχύος του διατάγματος 9/2016, το οποίο θέτει σε εφαρμογή το άρθρο 1, παράγραφος 867, του νόμου περί σταθερότητας του 2016.

44.

Στο αιτούν δικαστήριο απόκειται να το επαληθεύσει. Πρέπει, ωστόσο, να επισημάνω ότι, σε περίπτωση που το δικαστήριο κρίνει ότι το δικαίωμα λήψης του κονδυλίου των 70 εκατομμυρίων ευρώ υπόκειται σε προϋποθέσεις και ότι οι προϋποθέσεις αυτές δεν έχουν πληρωθεί, το δικαίωμα λήψης του κονδυλίου των 70 εκατομμυρίων ευρώ δεν θα έχει αποκτηθεί. Κατά συνέπεια, το κονδύλι δεν θα μπορεί να λογισθεί ως κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ.

2. Επηρεασμός του εμπορίου μεταξύ κρατών μελών

45.

Όσον αφορά τη δεύτερη προϋπόθεση που παρατίθεται στο σημείο 29 των παρουσών προτάσεων, κατά πάγια νομολογία, για τον χαρακτηρισμό ενός εθνικού μέτρου ως «κρατικής ενίσχυσης» απαιτείται να εξετασθεί μόνον αν η ενίσχυση δύναται να επηρεάσει το εμπόριο και να νοθεύσει τον ανταγωνισμό και όχι να διαπιστωθεί αν η ενίσχυση αυτή έχει πραγματικές επιπτώσεις στο εμπόριο μεταξύ κρατών μελών και νοθεύει όντως τον ανταγωνισμό. Ωστόσο, ο επηρεασμός του εμπορίου μεταξύ των κρατών μελών δεν μπορεί να είναι αμιγώς υποθετικός ή να τεκμαίρεται. Ειδικότερα, πρέπει να διαπιστωθεί ο λόγος για τον οποίο το εξεταζόμενο μέτρο νοθεύει ή απειλεί να νοθεύσει τον ανταγωνισμό και για τον οποίο μπορεί να επηρεάσει, με τις προβλέψιμες συνέπειές του, το εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών ( 19 ).

46.

Δεν απαιτείται πάντως οι ίδιες οι επιχειρήσεις που ωφελήθηκαν να μετέχουν στο εμπόριο εντός της Ένωσης. Συγκεκριμένα, όταν κράτος μέλος χορηγεί ενίσχυση σε επιχειρήσεις, η εσωτερική δραστηριότητα μπορεί εξ αυτού του λόγου να διατηρηθεί ή να αυξηθεί, με συνέπεια να μειώνονται αντιστοίχως οι δυνατότητες των εγκατεστημένων σε άλλα κράτη μέλη επιχειρήσεων να διεισδύσουν στην αγορά του συγκεκριμένου κράτους μέλους ( 20 ).

47.

Η FSI, υποστηριζόμενη από την Ιταλική και την Πολωνική Κυβέρνηση, διατείνεται ότι το κονδύλι των 70 εκατομμυρίων ευρώ δεν δύναται να επηρεάσει το εμπόριο μεταξύ κρατών μελών καθότι οι επίμαχες σιδηροδρομικές υποδομές έχουν αμιγώς τοπικό χαρακτήρα. Η Επιτροπή υποστηρίζει την αντίθετη άποψη.

48.

Κατά την άποψή μου, η χορήγηση του κονδυλίου των 70 εκατομμυρίων ευρώ στην FSE επηρεάζει το εμπόριο μεταξύ κρατών μελών. Ομολογουμένως, η FSE δεν φαίνεται να μετέχει σε εμπορικές συναλλαγές με άλλα κράτη μέλη. Ωστόσο, το κονδύλι αυτό μείωσε τη δυνατότητα της Arriva Italia, θυγατρικής του γερμανικού ομίλου Deutsche Bahn, να αναλάβει την εκμετάλλευση των σιδηροδρομικών υποδομών, η οποία έχει ανατεθεί στην FSE, ή να παρέχει υπηρεσίες επιβατικών μεταφορών στις εν λόγω υποδομές.

3. Παροχή επιλεκτικού πλεονεκτήματος στον αποδέκτη

49.

Όσον αφορά την τρίτη προϋπόθεση που παρατίθεται στο σημείο 29 των παρουσών προτάσεων, πρέπει να επισημανθεί ότι, κατά πάγια νομολογία, ως κρατικές ενισχύσεις χαρακτηρίζονται οι παρεμβάσεις οι οποίες, υπό οποιαδήποτε μορφή, δύνανται να ευνοήσουν, άμεσα ή έμμεσα, επιχειρήσεις ή οι οποίες πρέπει να θεωρηθούν οικονομικό πλεονέκτημα του οποίου η επωφελούμενη επιχείρηση δεν θα ετύγχανε υπό τις κανονικές συνθήκες της αγοράς ( 21 ).

50.

Όσον αφορά τις δημόσιες επιχειρήσεις, η εκτίμηση αυτή πραγματοποιείται, κατ’ αρχήν, με βάση το κριτήριο του ιδιώτη επενδυτή. Για να εκτιμηθεί αν ιδιώτης επενδυτής ευρισκόμενος σε κατάσταση όσο το δυνατόν παραπλήσια εκείνης του Δημοσίου θα είχε λάβει το ίδιο μέτρο υπό τους συνήθεις όρους της αγοράς πρέπει να λαμβάνονται υπόψη μόνον τα πλεονεκτήματα και οι υποχρεώσεις που συνδέονται με την ιδιότητα του Δημοσίου ως μετόχου, αποκλειομένων εκείνων που συνδέονται με την ιδιότητά του ως φορέα δημόσιας εξουσίας. Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι πρέπει να γίνεται διάκριση μεταξύ του ρόλου του Δημοσίου ως μετόχου επιχείρησης, αφενός, και του ρόλου του Δημοσίου όταν ενεργεί ως φορέας δημόσιας εξουσίας, αφετέρου. Κατά συνέπεια, η δυνατότητα εφαρμογής του κριτηρίου του ιδιώτη επενδυτή εξαρτάται, εν τέλει, από το αν το συγκεκριμένο κράτος μέλος χορηγεί οικονομικό πλεονέκτημα σε επιχείρηση που του ανήκει, με την ιδιότητα του μετόχου και όχι με την ιδιότητα του φορέα δημόσιας εξουσίας ( 22 ).

51.

Στην υπό εξέταση υπόθεση, πρέπει να κριθεί κατά πόσον το άρθρο 1, παράγραφος 867, του νόμου περί σταθερότητας του 2016, με το οποίο εγκρίθηκε το μη επιστρεπτέο κονδύλι ύψους 70 εκατομμυρίων ευρώ υπέρ της FSE, παρέσχε πλεονέκτημα στην εν λόγω επιχείρηση.

52.

Έχω την άποψη ότι, στην υπό εξέταση υπόθεση, δεν δύναται να εφαρμοσθεί το κριτήριο του ιδιώτη επενδυτή.

53.

Συγκεκριμένα, κατά πάγια νομολογία, εν αμφιβολία, πρέπει να αποδεικνύεται επί τη βάσει αντικειμενικών και επαληθεύσιμων στοιχείων ότι το επίμαχο μέτρο συναρτάται με την ιδιότητα του κράτους ως μετόχου. Συναφώς, μπορεί να απαιτηθούν στοιχεία από τα οποία να προκύπτει ότι η απόφαση αυτή στηρίχθηκε σε οικονομικές εκτιμήσεις παρόμοιες με εκείνες στις οποίες, υπό τις περιστάσεις της συγκεκριμένης περίπτωσης, θα είχε προβεί ορθολογικός ιδιώτης επενδυτής ευρισκόμενος σε κατάσταση όσο το δυνατόν παραπλήσια με εκείνη του εν λόγω κράτους μέλους, πριν προχωρήσει στην εν λόγω επένδυση, προκειμένου να προσδιορίσει τη μελλοντική αποδοτικότητά της. Οι οικονομικές εκτιμήσεις που πραγματοποιούνται μετά τη χορήγηση του εν λόγω πλεονεκτήματος δεν επαρκούν ( 23 ).

54.

Πρέπει να επισημάνω ότι δεν υπάρχουν στοιχεία από τα οποία να προκύπτει ότι πραγματοποιήθηκε από το ιταλικό κράτος οικονομική αξιολόγηση της αποδοτικότητας της εν λόγω επένδυσης πριν από την έκδοση, στις 28 Δεκεμβρίου 2015, του νόμου περί σταθερότητας του 2016. Ομολογουμένως, η τεχνική έκθεση που συνοδεύει τον εν λόγω νόμο αναφέρεται σε «οικονομική και χρηματοοικονομική ανάλυση» που διενεργήθηκε από τη διοίκηση της FSE ( 24 ). Ωστόσο, δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι η ανάλυση αυτή είχε σκοπό να προσδιορίσει την αποδοτικότητα της εν λόγω επένδυσης. Όπως ισχυρίσθηκε η Επιτροπή κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, όταν η Ιταλική Κυβέρνηση αποφάσισε να πραγματοποιήσει την επένδυση αυτή, δεν είχε σαφή εικόνα της οικονομικής κατάστασης της FSE, δεδομένου ότι το άρθρο 1, παράγραφος 867, του νόμου περί σταθερότητας του 2016 απαιτεί επίσης από τον Ειδικό Επίτροπο να εκπονήσει λεπτομερή έκθεση σχετικά με την οικονομική κατάσταση της FSE. Επομένως, το ιταλικό κράτος δεν διέθετε τις αναγκαίες πληροφορίες για να κρίνει κατά πόσον η επένδυση θα ήταν αποδοτική. Κατά συνέπεια, φρονώ ότι, όταν το ιταλικό κράτος έλαβε την απόφαση σχετικά με το κονδύλι των 70 εκατομμυρίων ευρώ, δεν ενήργησε ως μέτοχος, με αποτέλεσμα να μην έχει εφαρμογή το κριτήριο του ιδιώτη επενδυτή.

55.

Ωστόσο, σε περίπτωση που το αιτούν δικαστήριο κρίνει, ειδικότερα, βάσει συμπληρωματικών πληροφοριών, ότι το κριτήριο του ιδιώτη επενδυτή έχει εφαρμογή, το εν λόγω κριτήριο θα πρέπει, κατά την άποψή μου, να θεωρηθεί ότι δεν πληρούται. Είναι αμφίβολο κατά πόσον ένας ιδιώτης επενδυτής θα χορηγούσε 70 εκατομμύρια ευρώ σε μια εταιρία ευρισκόμενη σε οικονομική κατάσταση τόσο δυσχερή όσο εκείνη της FSE, η οποία, στα τέλη του 2015, είχε αρνητική καθαρή θέση ύψους περίπου 200 εκατομμυρίων ευρώ ( 25 ).

56.

Συνάγω το συμπέρασμα ότι, με τη χορήγηση κονδυλίου ύψους 70 εκατομμυρίων ευρώ στην FSE, το άρθρο 1, παράγραφος 867, του νόμου περί σταθερότητας του 2016 παρέσχε πλεονέκτημα στην εν λόγω επιχείρηση. Το πλεονέκτημα αυτό είναι αναμφισβήτητα επιλεκτικό, δεδομένου ότι το κονδύλι χορηγείται σε μία συγκεκριμένη επιχείρηση, ήτοι στην FSE.

4. Νόθευση ή απειλή νόθευσης του ανταγωνισμού

57.

Όσον αφορά την τέταρτη προϋπόθεση για τον χαρακτηρισμό ως κρατική ενίσχυση, παραπέμπω στη νομολογία που μνημονεύεται στο σημείο 45 των παρουσών προτάσεων και στη νομολογία κατά την οποία, όταν ενίσχυση χορηγούμενη από κράτος μέλος ενισχύει τη θέση επιχείρησης σε σχέση με άλλες ανταγωνίστριες επιχειρήσεις στο εμπόριο εντός της Ένωσης, πρέπει να θεωρείται ότι το εμπόριο αυτό επηρεάζεται από την ενίσχυση ( 26 ).

58.

Η FSI και η Ιταλική Κυβέρνηση διατείνονται ότι το κονδύλι των 70 εκατομμυρίων ευρώ μπορεί να διατεθεί μόνο για τη χρηματοδότηση των σιδηροδρομικών υποδομών τις οποίες εκμεταλλεύεται η FSE και ότι, κατά συνέπεια, δεν νοθεύει τον ανταγωνισμό. Η συλλογιστική τους έχει, εν περιλήψει, ως εξής. Πρώτον, η εκμετάλλευση των επίμαχων υποδομών αποτελεί, βάσει της ιταλικής νομοθεσίας, αντικείμενο νόμιμου μονοπωλίου, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει ανταγωνισμός ούτε εντός της αγοράς εκμετάλλευσης των εν λόγω υποδομών ούτε για την εν λόγω αγορά. Επομένως, αποκλείεται η νόθευση του ανταγωνισμού. Δεύτερον, η διεπιδότηση οικονομικών δραστηριοτήτων, όπως της παροχής υπηρεσιών επιβατικών μεταφορών στις επίμαχες υποδομές, παρεμποδίζεται, ειδικότερα, από το γεγονός ότι η FSE τηρεί χωριστούς λογαριασμούς, αφενός, για την εκμετάλλευση των σιδηροδρομικών υποδομών και, αφετέρου, για την παροχή των εν λόγω υπηρεσιών. Η Πολωνική Κυβέρνηση συμφωνεί ότι το κονδύλι των 70 εκατομμυρίων ευρώ δεν νοθεύει τον ανταγωνισμό.

59.

Η Arriva Italia, υποστηριζόμενη από την Επιτροπή, προβάλλει την αντίθετη άποψη και υποστηρίζει ότι το κονδύλι αυτό νοθεύει τον ανταγωνισμό. Η Επιτροπή διατείνεται ότι το κονδύλι των 70 εκατομμυρίων ευρώ πρέπει να διατεθεί για τη διασφάλιση της συνέχισης της λειτουργίας της FSE. Ωστόσο, τονίζει ότι, σε περίπτωση που θεωρηθεί ότι το εν λόγω κονδύλι μπορεί να διατεθεί μόνο για τη χρηματοδότηση των σιδηροδρομικών υποδομών, θα δύναται μολαταύτα να νοθεύσει τον ανταγωνισμό. Κατά την άποψη της Επιτροπής, τούτο οφείλεται στο γεγονός ότι, μολονότι δεν υπάρχει ανταγωνισμός εντός της αγοράς εκμετάλλευσης των εν λόγω υποδομών και της αγοράς παροχής υπηρεσιών επιβατικών μεταφορών, ωστόσο υπάρχει ανταγωνισμός για τις αγορές αυτές. Επομένως, το κονδύλι των 70 εκατομμυρίων ευρώ μπορεί να έχει νοθεύσει τον ανταγωνισμό, καθότι παρέσχε στην FSE τη δυνατότητα να παραμείνει στην αγορά, εμποδίζοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο άλλους ενδιαφερομένους να αναλάβουν τις δύο προμνησθείσες δραστηριότητες.

60.

Κατά την άποψή μου, το κονδύλι των 70 εκατομμυρίων ευρώ δύναται να νοθεύσει τον ανταγωνισμό για τους ακόλουθους λόγους.

61.

Πρώτον, δεν συντάσσομαι με την άποψη της FSI και της Ιταλικής Κυβέρνησης ότι το κονδύλι αυτό μπορεί να διατεθεί μόνο για τη χρηματοδότηση των σιδηροδρομικών υποδομών.

62.

Υπενθυμίζω ότι το άρθρο 1, παράγραφος 867, του νόμου περί σταθερότητας του 2016, στην αρχική του μορφή, προβλέπει ότι το κονδύλι των 70 εκατομμυρίων ευρώ πρέπει να διατεθεί για τη διασφάλιση της συνέχισης της λειτουργίας της FSE. Ωστόσο, κατόπιν τροποποίησης με το άρθρο 47, παράγραφος 7, του νομοθετικού διατάγματος 50/2017, η ίδια διάταξη ορίζει ότι το εν λόγω κονδύλι μπορεί να διατεθεί μόνο για την κάλυψη των υποχρεώσεων και των χρηματοοικονομικών απαιτήσεων των σιδηροδρομικών υποδομών. Όπως κατέδειξα στα σημεία 42 και 43 των παρουσών προτάσεων, φρονώ ότι το κονδύλι αυτό πρέπει να θεωρηθεί ότι χορηγήθηκε κατά τον χρόνο έναρξης ισχύος του νομοθετικού διατάγματος 9/2016, το οποίο θέτει σε εφαρμογή το άρθρο 1, παράγραφος 867, του νόμου περί σταθερότητας του 2016. Επομένως, με την επιφύλαξη της επαλήθευσης από το αιτούν δικαστήριο, το κονδύλι των 70 εκατομμυρίων ευρώ χορηγήθηκε για τον σκοπό που μνημονεύεται στον εν λόγω νόμο και στο εν λόγω διάταγμα, ήτοι για τη διασφάλιση της συνέχισης της λειτουργίας της FSE.

63.

Όσον αφορά τον αντίκτυπο στον ανταγωνισμό, επισημαίνω ότι η εκμετάλλευση των σιδηροδρομικών υποδομών από την FSE και η παροχή υπηρεσιών επιβατικών μεταφορών αποτελούν αντικείμενο νόμιμου μονοπωλίου, βάσει της διατύπωσης που χρησιμοποίησε το αιτούν δικαστήριο (ή, όπως ισχυρίζεται η Επιτροπή, πρέπει να θεωρηθούν ως σύστημα αποκλειστικών δικαιωμάτων που παραχώρησε η Regione Puglia).

64.

Συγκεκριμένα, η FSE εκμεταλλεύεται, δυνάμει σύμβασης παραχώρησης που συνήφθη με απευθείας ανάθεση από τη Regione Puglia, οκτώ σιδηροδρομικές γραμμές ( 27 ), οι οποίες ανήκουν στην τελευταία. Επιπλέον, η FSE παρέχει, ομοίως δυνάμει σύμβασης παραχώρησης που συνήφθη με απευθείας ανάθεση από τη Regione Puglia, πρώτον, υπηρεσίες σιδηροδρομικών επιβατικών μεταφορών στις εν λόγω οκτώ γραμμές και, δεύτερον, υπηρεσίες οδικών επιβατικών μεταφορών στην αντίστοιχη περιοχή. Η FSE είναι ο μοναδικός φορέας εκμετάλλευσης των οκτώ σιδηροδρομικών γραμμών και είναι ο μοναδικός φορέας παροχής υπηρεσιών επιβατικών μεταφορών στις εν λόγω υποδομές. Όπως επισημαίνεται στην απόφαση της AGCM, οι άλλοι τέσσερις φορείς παροχής υπηρεσιών περιφερειακών σιδηροδρομικών επιβατικών μεταφορών στην Απουλία, ήτοι η Trenitalia, η Ferrovie del Gargano SpA, η Ferrovie Apulo-Lucane Srl και η Ferrotramviaria, δραστηριοποιούνται σε άλλα σιδηροδρομικά δίκτυα ( 28 ).

65.

Προβάλλεται, επομένως, ο ισχυρισμός ότι το κονδύλι των 70 εκατομμυρίων ευρώ δεν δύναται να νοθεύσει τον ανταγωνισμό, δεδομένου ότι οι αγορές στις οποίες δραστηριοποιείται ο δικαιούχος, ήτοι η FSE, δεν λειτουργούν σε συνθήκες ανταγωνισμού.

66.

Ωστόσο, κατά την άποψή μου, απλώς και μόνον από την ύπαρξη νόμιμου μονοπωλίου δεν μπορεί να συναχθεί ότι αποκλείεται η νόθευση του ανταγωνισμού. Τέτοια περίπτωση μπορεί να συντρέχει μόνον εφόσον υπάρχουν στοιχεία από τα οποία να προκύπτει, πρώτον, ότι οι δραστηριότητες της FSE αποτελούν αντικείμενο νόμιμου μονοπωλίου και ότι, κατά συνέπεια, δεν υφίσταται υπαρκτός ανταγωνισμός στις αγορές στις οποίες δραστηριοποιείται η FSE, αλλά και, δεύτερον, ότι δεν υφίσταται δυνητικός ανταγωνισμός στις εν λόγω αγορές.

67.

Συναφώς, επισημαίνω ότι, επί παραδείγματι, στην υπόθεση ASM Brescia ( 29 ), το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε το επιχείρημα ότι ενισχύσεις χορηγηθείσες σε εταιρίες που παρείχαν υπηρεσίες κοινής ωφέλειας στους τομείς του ύδατος, του φυσικού αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας δεν μπορούσαν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό, επειδή οι εταιρίες αυτές δεν δραστηριοποιούνταν σε ανταγωνιστικές αγορές. Ένας λόγος για τον οποίο απορρίφθηκε το επιχείρημα αυτό ήταν ότι οι εταιρίες που παρείχαν τις υπηρεσίες αυτές μετείχαν σε διαγωνισμούς με αντικείμενο την παραχώρηση τοπικών υπηρεσιών κοινής ωφέλειας εντός διαφόρων δήμων και, ως εκ τούτου, η αγορά των εν λόγω παραχωρήσεων ήταν αγορά που λειτουργούσε υπό συνθήκες ελεύθερου ανταγωνισμού ( 30 ).

68.

Επισημαίνω επίσης ότι η προσέγγιση αυτή συνάδει με την υποσημείωση 324 της ανακοίνωσης σχετικά με την έννοια της κρατικής ενίσχυσης ( 31 ), που ορίζει ότι, «εάν η λειτουργία της υποδομής υπόκειται σε νομικό μονοπώλιο και έχει αποκλειστεί ο ανταγωνισμός για την αγορά λειτουργίας της υποδομής, ένα πλεονέκτημα που παρέχεται από το κράτος στον φορέα εκμετάλλευσης της υποδομής δεν μπορεί να νοθεύσει τον ανταγωνισμό». Η εν λόγω υποσημείωση παραπέμπει στο σημείο 188 της ανακοίνωσης, η οποία προβλέπει ότι, στις περιπτώσεις που υπηρεσία αποτελεί αντικείμενο νόμιμου μονοπωλίου, αποκλείεται η νόθευση του ανταγωνισμού, εφόσον, ειδικότερα, «το νόμιμο μονοπώλιο δεν αποκλείει μόνο τον ανταγωνισμό στην αγορά, αλλά και για την αγορά, υπό την έννοια ότι αποκλείει κάθε δυνατό ανταγωνιστή από το να καταστεί ο αποκλειστικός πάροχος της εν λόγω υπηρεσίας».

69.

Στην υπό εξέταση υπόθεση, φρονώ ότι υφίσταται δυνητικός ανταγωνισμός στην αγορά εκμετάλλευσης των σιδηροδρομικών υποδομών των οποίων η εκμετάλλευση έχει ανατεθεί στην FSE και στην αγορά παροχής υπηρεσιών επιβατικών μεταφορών στις εν λόγω υποδομές.

70.

Συναφώς, επισημαίνω ότι, κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η Arriva Italia εξέθεσε ότι, όταν λήγουν οι συμβάσεις παραχώρησης με αντικείμενο την παροχή υπηρεσιών τοπικών επιβατικών μεταφορών, είναι δυνατόν να διεξαχθεί διαγωνισμός για την ανανέωση των εν λόγω συμβάσεων παραχώρησης ( 32 ). Όταν δεν διεξάγεται διαγωνισμός και οι συμβάσεις παραχώρησης συνάπτονται με απευθείας ανάθεση από τις δημόσιες αρχές, όπως συνέβη στην περίπτωση των οκτώ σιδηροδρομικών γραμμών που εκμεταλλεύεται η FSE, οι επιχειρήσεις ανταγωνίζονται για την ανάθεση των συμβάσεων αυτών. Κατά την άποψή μου, οι φορείς εκμετάλλευσης που δραστηριοποιούνται σε άλλα μέρη της Απουλίας (ήτοι η Trenitalia, η Ferrovie del Gargano, η Ferrovie Apulo-Lucane και η Ferrotramviaria) πρέπει να θεωρηθούν ως δυνητικοί ανταγωνιστές της FSE. Επιπλέον, οι φορείς εκμετάλλευσης που εκδήλωσαν ενδιαφέρον για εξαγορά της FSE (ειδικότερα, οι εκκαλούντες της κύριας δίκης) μπορούν να θεωρηθούν δυνητικοί ανταγωνιστές ( 33 ).

71.

Επομένως, η χορήγηση του κονδυλίου των 70 εκατομμυρίων ευρώ στην FSE δύναται να νοθεύσει τον ανταγωνισμό, καθότι ενισχύει τη θέση της επιχείρησης έναντι των δυνητικών ανταγωνιστών. Όπως υποστηρίζεται από την Επιτροπή, παρέχοντας στην FSE τη δυνατότητα να παραμείνει στην αγορά, το εν λόγω κονδύλι απέτρεψε την ανάθεση της εκμετάλλευσης των επίμαχων σιδηροδρομικών υποδομών και της παροχής υπηρεσιών επιβατικών μεταφορών στις εν λόγω υποδομές σε άλλες εταιρίες, όπως στην Arriva Italia.

72.

Δεύτερον, σε περίπτωση που θεωρηθεί ότι το κονδύλι των 70 εκατομμυρίων ευρώ μπορεί να διατεθεί μόνο για τη χρηματοδότηση υποδομών, τούτο δεν συνεπάγεται, κατά την άποψή μου, ότι αποκλείεται η νόθευση του ανταγωνισμού.

73.

Στις γραπτές παρατηρήσεις τους, ούτε η FSI ούτε η Ιταλική Κυβέρνηση διατείνονται ότι το κονδύλι των 70 εκατομμυρίων ευρώ μπορεί να διατεθεί μόνο για την κατασκευή υποδομών. Διατείνονται απλώς ότι πρέπει να διατεθεί για τις υποδομές. Ωστόσο, κατά το σημείο 211 της ανακοίνωσης σχετικά με την έννοια της κρατικής ενίσχυσης, «η στρέβλωση του ανταγωνισμού αποκλείεται κανονικά [όταν χορηγείται ενίσχυση] σε σχέση με την κατασκευή υποδομών» ( 34 ). Αντιθέτως, στις περιπτώσεις που η ενίσχυση χορηγείται για τη εκμετάλλευση υποδομών και που, όπως συμβαίνει εν προκειμένω, η εκμετάλλευση των εν λόγω υποδομών αποτελεί αντικείμενο νόμιμου μονοπωλίου, η νόθευση του ανταγωνισμού αποκλείεται μόνον εφόσον αποκλείεται ο ανταγωνισμός για την αγορά, σύμφωνα με το σημείο 188 της ίδιας ανακοίνωσης. Ως εκ τούτου, σε περίπτωση που θεωρηθεί ότι το κονδύλι των 70 εκατομμυρίων ευρώ μπορεί να διατεθεί μόνο για τη χρηματοδότηση της εκμετάλλευσης των σιδηροδρομικών υποδομών, τούτο δεν θα ασκεί επιρροή όσον αφορά το συμπέρασμα που συνήγαγα στο σημείο 71 των παρουσών προτάσεων.

74.

Ωστόσο, χάριν πληρότητας, πρέπει να διευκρινίσω ότι, καίτοι η FSI δεν υποστήριξε, στις γραπτές παρατηρήσεις της, ότι το κονδύλι των 70 εκατομμυρίων ευρώ χορηγήθηκε για την κατασκευή υποδομών, κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, ισχυρίσθηκε ότι το εν λόγω κονδύλι πρέπει να διατεθεί «ως επί το πλείστον, ενδεχομένως και στο σύνολό του», για κατασκευαστικούς σκοπούς. Η FSI υποστήριξε ότι, στην περιοχή πλησίον του Μπάρι, πρέπει να αντικατασταθούν οι στρωτήρες σιδηροτροχιών και, στις άλλες περιοχές, πρέπει να εκτελεσθούν εργασίες ηλεκτροδότησης, και ότι η εν λόγω βελτίωση των υφιστάμενων υποδομών πρέπει να λογισθεί ως «κατασκευή» υποδομών.

75.

Ακόμη και αν θεωρηθεί ότι οι δραστηριότητες που μνημονεύονται στο προηγούμενο σημείο των παρουσών προτάσεων πρέπει να θεωρηθούν ως «κατασκευή» υποδομών κατά την έννοια του σημείου 211 της ανακοίνωσης σχετικά με την έννοια της κρατικής ενίσχυσης, τούτο δεν συνεπάγεται κατ’ ανάγκην ότι το κονδύλι των 70 εκατομμυρίων ευρώ δεν δύναται να νοθεύσει τον ανταγωνισμό.

76.

Συγκεκριμένα, το σημείο 219 της ανακοίνωσης σχετικά με την έννοια της κρατικής ενίσχυσης προβλέπει ότι «η κατασκευή της σιδηροδρομικής υποδομής η οποία διατίθεται σε δυνητικούς χρήστες με ισότιμους και άνευ διακρίσεων όρους […] τυπικά δεν […] νοθεύει τον ανταγωνισμό». Επιπλέον, το σημείο 212 της ανακοίνωσης αυτής απαιτεί από τα κράτη μέλη «να διασφαλίσουν ότι η χρηματοδότηση που παρέχεται για την κατασκευή [υποδομών] […] δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για διεπιδότηση […] άλλων οικονομικών δραστηριοτήτων, συμπεριλαμβανομένης της λειτουργίας της υποδομής». Στο ίδιο σημείο ορίζεται επίσης ότι η διεπιδότηση μπορεί να αποκλεισθεί, εφόσον διασφαλισθεί η τήρηση χωριστών λογαριασμών, ώστε να επιμερίζονται κατάλληλα οι δαπάνες και τα έσοδα.

77.

Πρέπει να τονίσω ότι, στην υπό εξέταση υπόθεση, είναι σαφές ότι οι επίμαχες σιδηροδρομικές υποδομές δεν διατίθενται στους δυνητικούς χρήστες με ισότιμους και άνευ διακρίσεων όρους, δεδομένου ότι η FSE είναι ο μοναδικός φορέας παροχής υπηρεσιών επιβατικών μεταφορών στις οκτώ σιδηροδρομικές γραμμές τις οποίες εκμεταλλεύεται. Πρέπει επίσης να επισημάνω ότι η διεπιδότηση μπορεί να αποκλεισθεί μόνον εφόσον η FSE τηρεί χωριστούς λογαριασμούς, αφενός, για την κατασκευή των υποδομών και, αφετέρου, για την εκμετάλλευση των υποδομών και την παροχή υπηρεσιών μεταφορών, πράγμα που απόκειται στο αιτούν δικαστήριο να επαληθεύσει.

78.

Συνάγω το συμπέρασμα ότι δεν μπορεί να αποκλεισθεί ότι το κονδύλι των 70 εκατομμυρίων ευρώ δύναται να νοθεύσει τον ανταγωνισμό.

Β.   Η μεταβίβαση στην FSI της συμμετοχής του MIT στο κεφάλαιο της FSE

79.

Όπως προεκτέθηκε, η μεταβίβαση του συνόλου της συμμετοχής του MIT στο κεφάλαιο της FSE προς την FSI, εταιρία που ανήκει εξ ολοκλήρου στο MEF, προβλέφθηκε στο διάταγμα 264/2016 και υλοποιήθηκε με την πράξη μεταβίβασης. Η εν λόγω μεταβίβαση πραγματοποιήθηκε χωρίς τη διεξαγωγή διαγωνισμού και χωρίς αντιπαροχή. Ωστόσο, υπέκειτο στην προϋπόθεση ότι η FSI θα αναλάμβανε να αναστρέψει την ελλειμματική κατάσταση της FSE.

80.

Όπως έπραξα σε συνάρτηση με το κονδύλι των 70 εκατομμυρίων ευρώ, θα εξετάσω κατωτέρω κατά πόσον η μεταβίβαση της συμμετοχής στο κεφάλαιο της FSE πληροί καθεμιά από τις προϋποθέσεις που παρατίθενται στο σημείο 29 των παρουσών προτάσεων.

1. Παρέμβαση εκ μέρους του κράτους ή με κρατικούς πόρους

81.

Παραπέμπω στη νομολογία που μνημονεύεται στα σημεία 31, 32 και 34 των παρουσών προτάσεων.

82.

Όσον αφορά, πρώτον, την προϋπόθεση σχετικά με τη δέσμευση κρατικών πόρων, η FSE λαμβάνει δημόσιους πόρους ( 35 ) και έχει ως μοναδικό εταίρο της ένα υπουργείο, ήτοι το MIT. Κατά συνέπεια, η μεταβίβαση της συμμετοχής του MIT στο κεφάλαιο της FSE πρέπει να θεωρηθεί ως μεταφορά κρατικών πόρων ( 36 ).

83.

Όσον αφορά, δεύτερον, την προϋπόθεση ότι το μέτρο πρέπει να καταλογίζεται στο κράτος, οι δημόσιες αρχές εμπλέκονταν στη λήψη του μέτρου που προέβλεπε τη μεταβίβαση της συμμετοχής στο κεφάλαιο της FSE, δεδομένου ότι η μεταβίβαση αυτή προβλέφθηκε στο διάταγμα 264/2016 και υλοποιήθηκε με συμβολαιογραφική πράξη η οποία υπεγράφη από τον MIT.

84.

Πρέπει να τονίσω ότι δεν συμμερίζομαι τις αμφιβολίες του αιτούντος δικαστηρίου, το οποίο εκτιμά ότι ο χαρακτηρισμός ως κρατική ενίσχυση πρέπει να αποκλεισθεί λόγω του γεγονότος ότι η μεταβίβαση της συμμετοχής στο κεφάλαιο της FSE πραγματοποιείται μεταξύ δύο οντοτήτων που ανήκουν εξ ολοκλήρου στο κράτος και δεν υποβάλλουν ανεξάρτητους προϋπολογισμούς, αλλά οι καταστάσεις προβλέψεων των εσόδων και δαπανών τους συγχωνεύονται στον κρατικό προϋπολογισμό. Το αιτούν δικαστήριο τονίζει ότι η εν λόγω μεταβίβαση συνάδει με την αρχή της ουδετερότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά τα καθεστώτα ιδιοκτησίας, η οποία κατοχυρώνεται στο άρθρο 345 ΣΛΕΕ.

85.

Ενώ η FSI και η Ιταλική Κυβέρνηση συμφωνούν με τη συλλογιστική αυτή, η Arriva Italia και η Επιτροπή δεν συμφωνούν. Η Επιτροπή διατείνεται ότι, αν η συλλογιστική αυτή γινόταν δεκτή, τούτο θα έθετε σε κίνδυνο την αποτελεσματικότητα των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις και θα αντέβαινε στο άρθρο 345 ΣΛΕΕ, καθότι θα συνεπαγόταν την άνιση μεταχείριση των δημόσιων φορέων και των ιδιωτών που γίνονται αποδέκτες ενίσχυσης.

86.

Επισημαίνω ότι, σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς της FSI και της Ιταλικής Κυβέρνησης, η μεταβίβαση της συμμετοχής στο κεφάλαιο της FSE δεν συνιστά απλώς και μόνον αναδιοργάνωση στο πλαίσιο του δημόσιου τομέα. Συγκεκριμένα, η μεταβίβαση της συμμετοχής συνοδεύεται από την επιβολή υποχρέωσης στην FSI να αποκαταστήσει την οικονομική βιωσιμότητα της FSE.

87.

Επιπλέον, πρέπει να τονίσω ότι το άρθρο 345 ΣΛΕΕ ουδόλως αποκλείει την εφαρμογή των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις στις δημόσιες επιχειρήσεις όπως η FSI. Συγκεκριμένα, το άρθρο 345 ΣΛΕΕ, το οποίο ορίζει ότι η ΣΕΕ και η ΣΛΕΕ «δεν προδικάζουν με κανένα τρόπο το καθεστώς της ιδιοκτησίας στα κράτη μέλη», επιτρέπει στα κράτη μέλη να διατηρούν ή να ιδρύουν ορισμένες επιχειρήσεις υπό κρατική ιδιοκτησία. Δεν εξαιρεί τα καθεστώτα κρατικής ιδιοκτησίας από τους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις, καθότι, βάσει του άρθρου 106, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, οι κανόνες του ανταγωνισμού, συμπεριλαμβανομένου του άρθρου 107, παράγραφος 1, έχουν εφαρμογή στις δημόσιες επιχειρήσεις. Στην αντίθετη περίπτωση, οι δημόσιοι και οι ιδιώτες ιδιοκτήτες επιχείρησης δεν θα τύγχαναν της ίδιας μεταχείριση ( 37 ). Εάν γινόταν δεκτό ότι, επειδή η FSI ανήκει εξ ολοκλήρου σε δημόσιο φορέα, δεν μπορεί να γίνει αποδέκτης κρατικής ενίσχυσης, τα κράτη μέλη θα είχαν τη δυνατότητα να καταστρατηγούν τους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις, αναθέτοντας την άσκηση οικονομικών δραστηριοτήτων σε δημόσιους φορείς, αντί σε επιχειρήσεις με νομική προσωπικότητα.

88.

Συνάγω το συμπέρασμα ότι η μεταβίβαση της συμμετοχής στο κεφάλαιο της FSE στην FSI πληροί την πρώτη προϋπόθεση που παρατίθεται στο σημείο 29 των παρουσών προτάσεων.

2. Επηρεασμός του εμπορίου μεταξύ κρατών μελών

89.

Παραπέμπω στη νομολογία που μνημονεύεται στα σημεία 45 και 46 παρουσών προτάσεων.

90.

Έχω την άποψη ότι η μεταβίβαση στην FSI της συμμετοχής του MIT στο κεφάλαιο της FSE επηρεάζει το εμπόριο μεταξύ κρατών μελών, δεδομένου ότι, όπως ισχυρίζεται η Επιτροπή, η FSI δραστηριοποιείται σε άλλα κράτη μέλη και ότι η εν λόγω μεταβίβαση μείωσε τη δυνατότητα της Arriva Italia, θυγατρικής του γερμανικού ομίλου Deutsche Bahn, να δραστηριοποιηθεί στις αγορές που έχουν ανατεθεί στην FSE.

3. Παροχή επιλεκτικού πλεονεκτήματος στον αποδέκτη

91.

Πρέπει να κριθεί κατά πόσον η μεταβίβαση στην FSI της συμμετοχής του MIT στο κεφάλαιο της FSE παρέσχε πλεονέκτημα στον αποδέκτη του εν λόγω μέτρου ενίσχυσης. Για τον σκοπό αυτό, θα εξετάσω, πρώτον, κατά πόσον η μεταβίβαση της συμμετοχής παρέσχε πλεονέκτημα στον αποκτώντα, ήτοι στην FSI, με δεδομένο ότι η FSI απέκτησε μια εταιρία που αντιμετώπιζε οικονομικές δυσχέρειες και ανέλαβε τη δέσμευση να αποκαταστήσει την οικονομική βιωσιμότητα της εταιρίας αυτής. Καταφατική απάντηση θα προσήκει σε περίπτωση που θεωρηθεί ότι η FSE είχε προοπτικές αποδοτικότητας. Εν συνεχεία, θα εξετάσω, δεύτερον, κατά πόσον η μεταβίβαση της συμμετοχής παρέσχε πλεονέκτημα στην FSE, δεδομένου ότι η FSI ανέλαβε τη δέσμευση να αποκαταστήσει τη βιωσιμότητα της FSE.

α) Χορηγήθηκε πλεονέκτημα στην FSI;

92.

Παραπέμπω στη νομολογία που μνημονεύεται στα σημεία 49, 50 και 53 των παρουσών προτάσεων.

93.

Με βάση τις περιορισμένες πληροφορίες που παρασχέθηκαν από το αιτούν δικαστήριο και από τους διαδίκους της κύριας δίκης, φρονώ ότι το κριτήριο του ιδιώτη επενδυτή δεν έχει εν προκειμένω εφαρμογή. Τούτο διότι δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι πραγματοποιήθηκε πραγματογνωμοσύνη για την αξιολόγηση της FSE και της αποδοτικότητας της μεταβίβασης, προτού το ιταλικό κράτος αποφασίσει, στις 4 Αυγούστου 2016, να μεταβιβάσει στην FSI τη συμμετοχή του MIT στο κεφάλαιο της FSE.

94.

Συναφώς, η FSI στηρίζεται, πρώτον, στην έκθεση του Ειδικού Επιτρόπου, η οποία καταλήγει στο πόρισμα ότι, εάν η FSE δεν μεταβιβαζόταν στην FSI, κατά πάσα πιθανότητα θα πτώχευε· δεύτερον, σε μια «έρευνα αγοράς» που διενεργήθηκε από την FSI, από την οποία προέκυψε ότι μόνο δύο επιχειρήσεις ενδιαφέρονταν για την εξαγορά της FSE (αλλά δεν υπέβαλαν δεσμευτικές προσφορές)· και, τρίτον, στην έγκριση από το Tribunale di Bari (πρωτοβάθμιο δικαστήριο του Bari) του πτωχευτικού συμβιβασμού το 2018, πράγμα που, κατά την άποψη της FSI, αποδεικνύει ότι η μεταβίβαση της FSE στην FSI αποτέλεσε την ορθή επιλογή. Επιπλέον, η Ιταλική Κυβέρνηση μνημονεύει μια έκθεση οικονομικού και νομικού ελέγχου που εκπονήθηκε κατόπιν αιτήματος του Ειδικού Επιτρόπου.

95.

Κατά την άποψη της Arriva Italia και της Επιτροπής, δεν προηγήθηκαν οικονομικές αξιολογήσεις της αποδοτικότητας.

96.

Επισημαίνω ότι φαίνεται να μην πραγματοποιήθηκε εκτίμηση της μελλοντικής αποδοτικότητας της FSE ούτε στο πλαίσιο της έκθεσης οικονομικού και νομικού ελέγχου, η οποία εκπονήθηκε από ανεξάρτητη ελεγκτική εταιρία κατόπιν αιτήματος του Ειδικού Επιτρόπου, ούτε στο πλαίσιο της έκθεσης του Ειδικού Επιτρόπου, με την οποία αυτός πρότεινε, στηριζόμενος στην έκθεση οικονομικού και νομικού ελέγχου, τη μεταβίβαση της FSE στην FSI. Επισημαίνω επίσης ότι δεν προσκομίσθηκαν στο Δικαστήριο στοιχεία από τα οποία να προκύπτει ότι η αποδοτικότητα της μεταβίβασης εκτιμήθηκε στο πλαίσιο άλλων οικονομικών μελετών. Συναφώς, πρέπει να τονίσω ότι, στην κοινοποίησή της, η AGCM εκθέτει ότι «δεν προηγήθηκε εκτίμηση προκειμένου να εξετασθεί η πλήρωση του λεγόμενου κριτηρίου του οικονομικού φορέα της αγοράς» και ότι «δεν διαπιστώθηκε εκ των προτέρων κάποια έγκυρη αναφορά στην αγοραία αξία της FSE, η οποία θα μπορούσε να δικαιολογήσει τους οικονομικούς όρους που προβλέπονται στο [διάταγμα 264/2016]».

97.

Όσον αφορά την «έρευνα αγοράς» που διενεργήθηκε από την FSI, η οποία, κατά την άποψή της, καταδεικνύει ότι ουδείς τρίτος ενδιαφερόταν για την εξαγορά της FSE, δεδομένου ότι υπήρξαν μόνο δύο εκδηλώσεις ενδιαφέροντος (η μία εκ των οποίων ήταν από τις τρεις εκκαλούσες της κύριας δίκης) και καμία από αυτές δεν κατέληξε σε υποβολή δεσμευτικής προσφοράς, πρέπει να επισημάνω ότι η έρευνα αυτή δεν μπορεί να εκληφθεί ως εκτίμηση της αποδοτικότητας της επένδυσης. Πρέπει επίσης να επισημάνω ότι, κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η Arriva Italia διευκρίνισε ότι ο λόγος για τον οποίο δεν υπέβαλε δεσμευτική προσφορά ήταν ότι δεν μετείχε στη διαδικασία οικονομικού και νομικού ελέγχου και, ως εκ τούτου, δεν διέθετε τα οικονομικά στοιχεία βάσει των οποίων θα μπορούσε να αποφασίσει αν θα υπέβαλλε προσφορά.

98.

Επιπλέον, όσον αφορά τον επιδιωκόμενο από την Ιταλική Κυβέρνηση σκοπό, που μπορεί να ληφθεί υπόψη για να κριθεί αν το κριτήριο του ιδιώτη επενδυτή έχει εφαρμογή ( 38 ), επισημαίνω ότι η Ιταλική Κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι επιδίωξε να αποτρέψει τις απολύσεις και τη διακοπή παροχής των υπηρεσιών μεταφορών. Η απόφαση της AGCM επίσης μνημονεύει την πρόθεση «να διασφαλισθεί η συνέχιση των υπηρεσιών μεταφορών και να διατηρηθούν τα επίπεδα απασχόλησης» ( 39 ). Οι σκοποί αυτοί δεν φαίνεται να είναι σκοποί τους οποίους θα λάμβανε υπόψη ένας ιδιώτης επενδυτής. Ωστόσο, φαίνεται ότι, όπως διατείνεται η Επιτροπή, ένας περαιτέρω σκοπός της Ιταλικής Κυβέρνησης ήταν να ενισχυθεί η αξία της συμμετοχής της στο κεφάλαιο της FSE. Απόκειται στο αιτούν δικαστήριο να σταθμίσει τους σκοπούς αυτούς.

99.

Ως εκ τούτου, φρονώ ότι το ιταλικό κράτος, μη πραγματοποιώντας οικονομικές εκτιμήσεις της αποδοτικότητας προτού αποφασίσει τη μεταβίβαση, δεν ενήργησε υπό την ιδιότητα του μετόχου και, ως εκ τούτου, το κριτήριο του ιδιώτη επενδυτή δεν έχει εφαρμογή.

100.

Ωστόσο, σε περίπτωση που το αιτούν δικαστήριο κρίνει, ειδικότερα, βάσει συμπληρωματικών πληροφοριών, ότι το κριτήριο του ιδιώτη επενδυτή έχει εφαρμογή, εκθέτω τις ακόλουθες παρατηρήσεις σχετικά με την εφαρμογή του εν λόγω κριτηρίου.

101.

Κατά πάγια νομολογία, η συμπεριφορά του ιδιώτη επενδυτή, με την οποία πρέπει να συγκριθεί η παρέμβαση του δημόσιου επενδυτή, δεν είναι κατ’ ανάγκην η συμπεριφορά του κοινού επενδυτή που τοποθετεί κεφάλαια χάριν κατά το μάλλον ή ήττον βραχυπρόθεσμης αποδοτικότητας. Η συμπεριφορά αυτή πρέπει, κατ’ ελάχιστον, να αντιστοιχεί προς τη συμπεριφορά μιας ιδιωτικής εταιρίας holding ή ενός ιδιωτικού ομίλου επιχειρήσεων που επιδιώκουν διαρθρωτική πολιτική, γενική ή κλαδική, με γνώμονα την προοπτική μακροπρόθεσμης αποδοτικότητας ( 40 ).

102.

Είναι αληθές ότι, όπως διατείνεται η FSI, κατά πάγια νομολογία, η μητρική εταιρία είναι δυνατόν να φέρει η ίδια τις ζημίες μιας θυγατρικής της. Ωστόσο, όταν οι εισφορές κεφαλαίου από τον δημόσιο επενδυτή δεν λαμβάνουν υπόψη οποιαδήποτε προοπτική αποδοτικότητας, ούτε καν μακροπρόθεσμα, πρέπει να θεωρούνται ως ενισχύσεις κατά την έννοια του άρθρου 107 ΣΛΕΕ ( 41 ).

103.

Συναφώς, επισημαίνω ότι στην FSI επιβλήθηκε η υποχρέωση να αναστρέψει την οικονομική κατάσταση της FSE, η οποία, στα τέλη του 2015, είχε αρνητική καθαρή θέση ύψους περίπου 200 εκατομμυρίων ευρώ. Ως εκ τούτου, το αιτούν δικαστήριο θα πρέπει να εξετάσει κατά πόσον η FSE είχε προοπτικές αποδοτικότητας, έστω και μακροπρόθεσμα.

104.

Πρέπει επίσης να επισημάνω ότι, κατά πάγια νομολογία, στοιχεία μεταγενέστερα του χρόνου λήψης του επίμαχου μέτρου δεν επιτρέπεται να λαμβάνονται υπόψη για την εκτίμηση του κριτηρίου του συνετού ιδιώτη επενδυτή ( 42 ). Επομένως, δεν ασκεί επιρροή το ότι, στα τέλη του 2016, η αρνητική καθαρή θέση της FSE είχε μειωθεί και ανερχόταν σε περίπου 140 εκατομμύρια ευρώ μόνο, ούτε ότι η διαδικασία πτωχευτικού συμβιβασμού ολοκληρώθηκε το 2018 και, μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας αυτής, διαγράφηκαν οι μη εξασφαλισμένες οφειλές ( 43 ), αλλά ούτε και ότι (κατά την FSI) η αναληφθείσα δέσμευση αναστροφής της ελλειμματικής κατάστασης της FSE τηρήθηκε τον Οκτώβριο του 2018.

105.

Ως εκ τούτου, φρονώ ότι ένας ιδιώτης επενδυτής δεν θα είχε λάβει το επίμαχο μέτρο και ότι, κατά συνέπεια, χορηγήθηκε πλεονέκτημα στην FSI. Το πλεονέκτημα αυτό είναι επιλεκτικό, καθότι το MIT μεταβίβασε τη συμμετοχή του προς μια συγκεκριμένη επιχείρηση, ήτοι την FSI. Επαναλαμβάνω, ωστόσο, ότι απόκειται στο αιτούν δικαστήριο να πραγματοποιήσει την εκτίμηση αυτή και ότι από το εν λόγω δικαστήριο έχουν παρασχεθεί συναφώς μόνον περιορισμένες πληροφορίες.

106.

Εν συνεχεία, θα εξετάσω κατά πόσο χορηγήθηκε πλεονέκτημα στην FSE, δεδομένου ότι η FSI ανέλαβε τη δέσμευση να αναστρέψει την ελλειμματική κατάσταση της FSE.

β) Χορηγήθηκε πλεονέκτημα στην FSE;

107.

Κατά πάγια νομολογία, το άρθρο 107 ΣΛΕΕ απαγορεύει τις ενισχύσεις που χορηγούνται υπό οποιαδήποτε μορφή από τα κράτη ή με κρατικούς πόρους, χωρίς να διακρίνει ανάλογα με το αν τα σχετικά με τις ενισχύσεις πλεονεκτήματα χορηγούνται ευθέως ή εμμέσως ( 44 ). Επομένως, πλεονέκτημα που χορηγείται απευθείας σε ορισμένα φυσικά ή νομικά πρόσωπα μπορεί να συνιστά έμμεσο πλεονέκτημα και, ως εκ τούτου, κρατική ενίσχυση για άλλα φυσικά ή νομικά πρόσωπα, τα οποία είναι επιχειρήσεις ( 45 ).

108.

Συναφώς, απευθύνθηκε στην Arriva Italia και στην FSI ένα ερώτημα, για να απαντηθεί κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, με το οποίο το Δικαστήριο ρωτούσε αν, σε περίπτωση που θεωρηθεί ότι χορηγήθηκε πλεονέκτημα με τη μεταβίβαση στην FSI της συμμετοχής του MIT, το πλεονέκτημα αυτό χορηγήθηκε στην FSI, στην FSE ή σε αμφότερες.

109.

Η Arriva Italia απάντησε ότι, δεδομένης της μη πραγματοποίησης οικονομικής αξιολόγησης, ήταν δύσκολο να προσδιορισθεί ο ωφελούμενος από τη μεταβίβαση της συμμετοχής. Η FSI ισχυρίσθηκε ότι δεν χορηγήθηκε πλεονέκτημα ούτε στην FSI ούτε στην FSE. Η Επιτροπή υποστήριξε ότι δεν μπορεί να αποκλεισθεί ότι χορηγήθηκε πλεονέκτημα στην FSE, καθότι η FSI ανέλαβε τη δέσμευση να αναστρέψει την ελλειμματική κατάσταση της πρώτης.

110.

Κατά την άποψή μου, η υποχρέωση που επιβλήθηκε στην FSI να αναστρέψει την ελλειμματική κατάσταση της FSE μπορεί να θεωρηθεί ως πλεονέκτημα υπέρ της τελευταίας.

111.

Επισημαίνω ότι, βάσει του άρθρου 1, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του διατάγματος 264/2016, η άρση της ελλειμματικής κατάστασης της FSE καταλέγεται στα κριτήρια βάσει των οποίων επιλέχθηκε η FSI ως νέα ιδιοκτήτρια της εν λόγω εταιρίας· και ότι, βάσει του άρθρου 2, παράγραφος 4, του ίδιου διατάγματος, η υλοποίηση της μεταβίβασης της συμμετοχής προϋποθέτει την έκδοση από την FSI μιας δήλωσης ότι θα αναστρέψει την ελλειμματική κατάσταση της FSE.

112.

Επισημαίνω επίσης ότι τόσο η πράξη μεταβίβασης όσο και το υπουργικό υπόμνημα εκθέτουν ότι η εν λόγω δήλωση εκδόθηκε από την FSI. Ως εκ τούτου, φαίνεται ότι –με την επιφύλαξη της επαλήθευσης από το αιτούν δικαστήριο– η FSΕ έχει αποκτήσει δικαίωμα αναστροφής της ελλειμματικής της κατάστασης από την FSΙ, σύμφωνα με τη νομολογία που μνημονεύεται στο σημείο 37 των παρουσών προτάσεων. Επομένως, αντίθετα με ό,τι ισχυρίζεται η FSI, δεν ασκεί επιρροή το γεγονός ότι η υποχρέωση της FSI να αναστρέψει την εν λόγω κατάσταση εκπληρώθηκε μόλις τον Οκτώβριο του 2018, ήτοι μετά τη λήψη της απόφασης για μεταβίβαση της συμμετοχής του MIT στην FSI.

113.

Προφανώς, για να κριθεί κατά πόσο χορηγήθηκε πλεονέκτημα στην FSE, πρέπει να ληφθούν υπόψη οι όροι της δήλωσης με την οποία η FSI ανέλαβε την υποχρέωση να αναστρέψει την ελλειμματική κατάσταση της FSE. Απόκειται στο αιτούν δικαστήριο να πραγματοποιήσει την εκτίμηση αυτή, καθότι η εν λόγω δήλωση δεν έχει προσκομισθεί στο Δικαστήριο.

114.

Ωστόσο, φρονώ ότι η FSE αποκόμισε πλεονέκτημα, δεδομένου ότι η FSI ανέλαβε την υποχρέωση να άρει την ελλειμματική της κατάσταση. Το πλεονέκτημα αυτό είναι διαφορετικό από εκείνο που απέκτησε η FSI, το οποίο συνίσταται στην απόκτηση μιας επιχείρησης με προοπτικές αποδοτικότητας. Το πλεονέκτημα αυτό απορρέει από τη μεταβίβαση της συμμετοχής, δεδομένου ότι, όπως επισημαίνεται στο σημείο 111 των παρουσών προτάσεων, η δέσμευση της FSI να άρει την ελλειμματική κατάσταση της FSE αποτελεί προϋπόθεση για την υλοποίηση της εν λόγω μεταβίβασης.

115.

Επομένως, η μεταβίβαση στην FSI της συμμετοχής του MIT στο κεφάλαιο της FSE μπορεί να έχει παράσχει πλεονέκτημα στην FSI, καθώς και ένα ακόμη πλεονέκτημα στη FSE· ή μπορεί να έχει παράσχει πλεονέκτημα στην FSE, αλλά (εάν η μεταβίβαση δεν ήταν αποδοτική) να μην έχει παράσχει πλεονέκτημα στην FSI. Στο αιτούν δικαστήριο απόκειται να εκτιμήσει κατά πόσον παρασχέθηκαν πράγματι τα πλεονεκτήματα αυτά, με γνώμονα τη δήλωση που μνημονεύεται στο σημείο 111 των παρουσών προτάσεων και βάσει συμπληρωματικών πληροφοριών.

4. Νόθευση ή απειλή νόθευσης του ανταγωνισμού

116.

Παραπέμπω στη νομολογία που μνημονεύεται στα σημεία 45 και 57 των παρουσών προτάσεων.

117.

H Arriva Italia και η Επιτροπή διατείνονται ότι η μεταβίβαση της συμμετοχής ενδέχεται να νοθεύει τον ανταγωνισμό. Ειδικότερα, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι η FSE καταλέγεται στους λίγους φορείς που παρείχαν υπηρεσίες μεταφορών στην Απουλία και δεν ανήκαν στον όμιλο της FSI, επίσης ότι η FSI ήταν ήδη κυρίαρχος της αγοράς και ότι υπήρχε ενδιαφέρον από άλλους φορείς για την εξαγορά της FSE. Η FSI, η Ιταλική Κυβέρνηση και η Πολωνική Κυβέρνηση υποστηρίζουν την αντίθετη άποψη.

118.

Κατά την άποψή μου, η μεταβίβαση στην FSI της συμμετοχής του MIT στο κεφάλαιο της FSE δύναται να νοθεύσει τον ανταγωνισμό κατά την έννοια του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, για τον λόγο που επισημαίνεται στο σημείο 71 των παρουσών προτάσεων. Η μεταβίβαση της FSE στην FSI εμπόδισε την ανάθεση της εκμετάλλευσης των επίμαχων σιδηροδρομικών υποδομών και της παροχής υπηρεσιών επιβατικών μεταφορών στις εν λόγω υποδομές στους δυνητικούς ανταγωνιστές της FSE και της FSI στην Απουλία, όπως στην Arriva Italia.

119.

Το συμπέρασμα αυτό δεν μπορεί να τεθεί υπό αμφισβήτηση από το γεγονός ότι, με την απόφαση που μνημονεύεται στο σημείο 18 των παρουσών προτάσεων, η AGCM ενέκρινε τη μεταβίβαση της συμμετοχής και έκρινε ότι δεν περιόριζε τον ανταγωνισμό.

120.

Συγκεκριμένα, η έννοια της νόθευσης του ανταγωνισμού ερμηνεύεται ευρύτατα στο πλαίσιο του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ ( 46 ). Όπως εκτίθεται στο σημείο 57 των παρουσών προτάσεων, για να θεωρηθεί ότι πλεονέκτημα που παρέχεται από το κράτος νοθεύει τον ανταγωνισμό, αρκεί να ενισχύει τη θέση του δικαιούχου σε αγορά στην οποία υφίσταται (υπαρκτός ή δυνητικός) ανταγωνισμός ( 47 ). Κατά πάγια νομολογία, η Επιτροπή δεν οφείλει, για τον σκοπό του χαρακτηρισμού κρατικής παρέμβασης ως κρατικής ενίσχυσης, να προβαίνει σε οικονομική ανάλυση της πραγματικής κατάστασης των οικείων αγορών, του μεριδίου αγοράς των επιχειρήσεων που είναι δικαιούχοι της ενίσχυσης, της θέσης των ανταγωνιστριών επιχειρήσεων και των εμπορικών ρευμάτων μεταξύ κρατών μελών ( 48 ). Εν ολίγοις, η έννοια της νόθευσης του ανταγωνισμού ορίζεται διασταλτικότερα στο πλαίσιο του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ από ό,τι στο πλαίσιο του άρθρου 101 ΣΛΕΕ ή στο πλαίσιο του ελέγχου των συγχωνεύσεων.

121.

Επιπλέον, στην κοινοποίηση που μνημονεύεται στο σημείο 16 των παρουσών προτάσεων, με την οποία η AGCM γνωστοποίησε στην Ιταλική Κυβέρνηση ότι η μεταβίβαση της συμμετοχής στο κεφάλαιο της FSE ενδέχεται να συνιστά κρατική ενίσχυση, η εν λόγω μεταβίβαση θεωρήθηκε ότι νοθεύει τον ανταγωνισμό. Η AGCM επισημαίνει ότι υπήρχαν εναλλακτικές δυνατότητες. Επί παραδείγματι, η εκμετάλλευση των σιδηροδρομικών υποδομών θα μπορούσε να έχει αποσχισθεί και να έχει ανατεθεί στη Rete Ferroviaria SpA· ή η παροχή υπηρεσιών επιβατικών μεταφορών θα μπορούσε να έχει δημοπρατηθεί, ούτως ώστε να καταστεί δυνατή η επιλογή φορέα που θα είχε τη δυνατότητα να επιτύχει μακροπρόθεσμους σκοπούς (όπως την αποδοτικότητα και την ποιότητα των υπηρεσιών μεταφοράς και την ελαχιστοποίηση του κόστους και, ως εκ τούτου, του αντιτίμου που καταβάλλουν οι χρήστες).

122.

Συνάγω το συμπέρασμα ότι η μεταβίβαση της συμμετοχής δύναται να νοθεύσει τον ανταγωνισμό.

IV. Πρόταση

123.

Υπό το πρίσμα των προεκτεθέντων, προτείνω στο Δικαστήριο να απαντήσει στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα που υπέβαλε το Consiglio di Stato (Συμβούλιο της Επικρατείας, Ιταλία) ως εξής:

1.

Κονδύλι που χορηγείται διά νόμου υπέρ δημόσιου φορέα εκμετάλλευσης τοπικών σιδηροδρομικών υποδομών και παροχής υπηρεσιών τοπικών επιβατικών μεταφορών, το οποίο πρόκειται να βαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό και έχει εγκριθεί με δημοσιονομικό νόμο, συνιστά μεταφορά κρατικών πόρων και μπορεί να καταλογισθεί στο κράτος·

το κονδύλι αυτό πρέπει να θεωρηθεί ότι έχει χορηγηθεί εφόσον το ανεπιφύλακτο δικαίωμα είσπραξής του παραχωρήθηκε στον δικαιούχο με εθνικό νόμο ή εφόσον το δικαίωμα αυτό παραχωρήθηκε υπό προϋποθέσεις και οι προϋποθέσεις αυτές έχουν πληρωθεί, πράγμα που απόκειται στο αιτούν δικαστήριο να επαληθεύσει·

το κονδύλι αυτό, το οποίο μειώνει τη δυνατότητα ανταγωνιστή δραστηριοποιούμενου σε άλλα κράτη μέλη να εισέλθει στην αγορά, επηρεάζει το εμπόριο μεταξύ κρατών μελών·

το κονδύλι αυτό πρέπει να θεωρηθεί ότι έχει εγκριθεί από το κράτος υπό την ιδιότητά του ως φορέα δημόσιας εξουσίας εφόσον δεν στηρίζεται σε προηγούμενες οικονομικές αξιολογήσεις, πράγμα που απόκειται στο αιτούν δικαστήριο να επαληθεύσει· και

το κονδύλι αυτό πρέπει να θεωρηθεί ότι δύναται να νοθεύσει τον ανταγωνισμό, εφόσον, πρώτον, μπορεί να διατεθεί για τη διασφάλιση της συνέχισης της λειτουργίας του δικαιούχου και, δεύτερον, οι δραστηριότητες του δικαιούχου αποτελούν αντικείμενο νόμιμου μονοπωλίου που αποκλείει τον ανταγωνισμό εντός της αγοράς, αλλά όχι για την αγορά, με αποτέλεσμα το κονδύλι να παρέχει στον δικαιούχο τη δυνατότητα να παραμείνει στην αγορά, εμποδίζοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο την ανάθεση της εκμετάλλευσης των τοπικών σιδηροδρομικών υποδομών και της παροχής υπηρεσιών τοπικών επιβατικών μεταφορών σε άλλες επιχειρήσεις, πράγμα που απόκειται στο αιτούν δικαστήριο να επαληθεύσει.

2.

Η μεταβίβαση, στον δημόσιο φορέα εκμετάλλευσης του εθνικού σιδηροδρομικού δικτύου, της συμμετοχής του Δημοσίου στο κεφάλαιο φορέα εκμετάλλευσης τοπικών σιδηροδρομικών υποδομών και παροχής υπηρεσιών τοπικών επιβατικών μεταφορών, ο οποίος λαμβάνει δημόσιους πόρους και έχει το Δημόσιο ως μοναδικό μέτοχό του, πρέπει να θεωρηθεί ως μεταφορά κρατικών πόρων·

η μεταβίβαση αυτή, η οποία προβλέφθηκε με υπουργικό διάταγμα, μπορεί να καταλογισθεί στο κράτος·

η μεταβίβαση αυτή, η οποία πραγματοποιείται προς όφελος επιχείρησης δραστηριοποιούμενης σε άλλα κράτη μέλη και μειώνει τη δυνατότητα ανταγωνιστή δραστηριοποιούμενου σε άλλα κράτη μέλη να εισέλθει στην αγορά, επηρεάζει το εμπόριο μεταξύ κρατών μελών·

η μεταβίβαση αυτή πρέπει να θεωρηθεί ότι έχει εγκριθεί από το κράτος υπό την ιδιότητά του ως φορέα δημόσιας εξουσίας εφόσον δεν στηρίζεται σε προηγούμενες οικονομικές αξιολογήσεις, πράγμα που απόκειται στο αιτούν δικαστήριο να επαληθεύσει·

η μεταβίβαση αυτή, με την οποία τοπικός φορέας εκμετάλλευσης που αντιμετωπίζει οικονομικές δυσχέρειες αποκτάται χωρίς αντιπαροχή από εθνικό φορέα εκμετάλλευσης, ο δε τελευταίος αναλαμβάνει την υποχρέωση να αποκαταστήσει την οικονομική βιωσιμότητα του πρώτου, μπορεί να θεωρηθεί ότι παρέχει πλεονέκτημα στον εθνικό φορέα, εφόσον υπάρχουν προοπτικές αποδοτικότητας του τοπικού φορέα, όσο και/ή στον τοπικό φορέα, εφόσον αυτός έχει αποκτήσει δικαίωμα αποκατάστασης της οικονομικής του βιωσιμότητας, πράγμα που απόκειται στο αιτούν δικαστήριο να επαληθεύσει· και

η μεταβίβαση αυτή, η οποία παρέχει στον τοπικό φορέα εκμετάλλευσης τη δυνατότητα να παραμείνει στην αγορά, εμποδίζοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο την ανάθεση της εκμετάλλευσης των τοπικών σιδηροδρομικών υποδομών και της παροχής υπηρεσιών τοπικών επιβατικών μεταφορών σε άλλες επιχειρήσεις, δύναται να νοθεύσει τον ανταγωνισμό.


( 1 ) Γλώσσα του πρωτοτύπου: η αγγλική.

( 2 ) Legge 28 dicembre 2015, n. 208 – Disposizioni per la formazione del bilancio annuale e pluriannuale dello Stato (legge di stabilità 2016) (νόμος 208 της 28ης Δεκεμβρίου 2015, για την κατάρτιση του ετήσιου και του πολυετούς κρατικού προϋπολογισμού, στο εξής: νόμος περί σταθερότητας του 2016).

( 3 ) Decreto del Ministro delle Infrastrutture e dei Trasporti del 12 gennaio 2016, n. 9 (διάταγμα 9 του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών της 12ης Ιανουαρίου 2016, στο εξής: διάταγμα 9/2016).

( 4 ) Decreto del Ministro delle Infrastrutture e dei Trasporti del 4 agosto 2016, n. 264 (διάταγμα 264 του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών της 4ης Αυγούστου 2016, στο εξής: διάταγμα 264/2016).

( 5 ) Legge 10 ottobre 1990, n. 287 – Norme per la tutela della concorrenza e del mercato (νόμος 287 της 10ης Οκτωβρίου 1990, για την προστασία του ανταγωνισμού και της αγοράς, στο εξής: νόμος 287/1990).

( 6 ) Decreto-legge 24 aprile 2017, n. 50 – Disposizioni urgenti in materia finanziaria, iniziative a favore degli enti territoriali, ulteriori interventi per le zone colpite da eventi sismici e misure per lo sviluppo (νομοθετικό διάταγμα 50 της 24ης Απριλίου 2017, επείγουσες διατάξεις για χρηματοοικονομικά θέματα, πρωτοβουλίες υπέρ τοπικών αρχών, περαιτέρω παρεμβάσεις στις σεισμόπληκτες περιοχές και αναπτυξιακά μέτρα, στο εξής: νομοθετικό διάταγμα 50/2017). Το εν λόγω νομοθετικό διάταγμα μετατράπηκε μεταγενέστερα σε νόμο.

( 7 ) Segnalazione dell’AGCM del 12 ottobre 2016, n. AS1309 – Trasporto ferroviario regionale (κοινοποίηση της AGCM της 12ης Οκτωβρίου 2016, αριθ. AS1309 – περιφερειακές σιδηροδρομικές μεταφορές, στο εξής: κοινοποίηση της AGCM).

( 8 ) Decisione dell’AGCM del 16 novembre 2016, C12067 – Ferrovie dello Stato Italiane/Ferrovie del Sud-Est e Servizi Automobilistici, provvedimento n. 26234 – Non avvio istruttoria (απόφαση της AGCM της 16ης Νοεμβρίου 2016, C12067 – Ferrovie dello Stato Italiane/Ferrovie del Sud-Est e Servizi Automobilistici, μέτρο αριθ. 26234 – Μη κίνηση διαδικασίας έρευνας, στο εξής: απόφαση της AGCM).

( 9 ) Η περιλαμβανόμενη στο δεύτερο προδικαστικό ερώτημα του Consiglio di Stato (Συμβουλίου της Επικρατείας) παραπομπή στο άρθρο 107, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ πρέπει προδήλως να ερμηνευθεί ως παραπομπή στο άρθρο 108, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ.

( 10 ) Πρέπει να διευκρινίσω ότι, καίτοι με το ένδικο βοήθημα της κύριας δίκης ζητείται η ακύρωση του διατάγματος 264/2016, το οποίο προβλέπει τη μεταβίβαση της FSE, αλλά δεν αφορά το κονδύλι των 70 εκατομμυρίων ευρώ, από τα προδικαστικά ερωτήματα και από το σκεπτικό της αίτησης προδικαστικής αποφάσεως προκύπτει με σαφήνεια ότι από το Δικαστήριο ζητείται να διευκρινίσει αν το τελευταίο μέτρο, καθώς και το πρώτο, συνιστούν κρατική ενίσχυση.

( 11 ) Αποφάσεις της 23ης Ιανουαρίου 2019, Fallimento Traghetti del Mediterraneo (C‑387/17, EU:C:2019:51, σκέψη 36), και της 15ης Μαΐου 2019, Achema κ.λπ. (C‑706/17, EU:C:2019:407, σκέψη 46).

( 12 ) Αποφάσεις της 13ης Σεπτεμβρίου 2017, ENEA (C‑329/15, EU:C:2017:671, σκέψη 20), και της 15ης Μαΐου 2019, Achema κ.λπ. (C‑706/17, EU:C:2019:407, σκέψη 47).

( 13 ) Αποφάσεις της 14ης Ιανουαρίου 2015, Eventech (C‑518/13, EU:C:2015:9, σκέψη 33), και της 18ης Μαΐου 2017, Fondul Proprietatea (C‑150/16, EU:C:2017:388, σκέψη 15).

( 14 ) Αποφάσεις της 13ης Σεπτεμβρίου 2017, ENEA (C‑329/15, EU:C:2017:671, σκέψη 21), και της 28ης Μαρτίου 2019, Γερμανία κατά Επιτροπής (C‑405/16 P, EU:C:2019:268, σκέψη 49).

( 15 ) Αποφάσεις της 15ης Φεβρουαρίου 2001, Αυστρία κατά Επιτροπής (C‑99/98, EU:C:2001:94, σκέψεις 38 και 39), και της 21ης Μαρτίου 2013, Magdeburger Mühlenwerke (C‑129/12, EU:C:2013:200, σκέψεις 40 και 41), διάταξη της 5ης Οκτωβρίου 2016, Diputación Foral de Bizkaia κατά Επιτροπής (C‑426/15 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2016:757, σκέψη 30), και απόφαση της 6ης Ιουλίου 2017, Nerea (C‑245/16, EU:C:2017:521, σκέψεις 32 και 33).

( 16 ) Είναι αληθές ότι, στην υπόθεση France Télécom, το Δικαστήριο έκρινε ότι η ενίσχυση πρέπει να λογίζεται χορηγηθείσα στον δικαιούχο κατά τον χρόνο κατά τον οποίο αυτός πραγματικά τη λαμβάνει (απόφαση της 8ης Δεκεμβρίου 2011, France Télécom κατά Επιτροπής, C‑81/10 P, EU:C:2011:811, σκέψη 82). Ωστόσο, η λύση που υιοθετήθηκε στην υπόθεση France Télécom έχει εφαρμογή μόνο στις περιπτώσεις πολυετών καθεστώτων ενισχύσεων, δεδομένου ότι τα καθεστώτα αυτά χαρακτηρίζονται από καταβολές ή από περιοδική χορήγηση πλεονεκτημάτων, με αποτέλεσμα η ημερομηνία έκδοσης της πράξης που αποτελεί τη νομική βάση για τη χορήγηση της ενίσχυσης και η ημερομηνία πραγματικής χορήγησης της ενίσχυσης στην επιχείρηση να μπορεί να απέχουν πολύ χρονικά. Η λύση που υιοθετήθηκε στην υπόθεση France Télécom δεν έχει εφαρμογή όταν η ενίσχυση δεν χορηγείται στο πλαίσιο πολυετούς καθεστώτος, όπως συμβαίνει στην προκειμένη περίπτωση (βλ. διάταξη της 5ης Οκτωβρίου 2016, Diputación Foral de Bizkaia κατά Επιτροπής, C‑426/15 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2016:757, σκέψη 29, και απόφαση της 29ης Νοεμβρίου 2018, ARFEA κατά Επιτροπής, T‑720/16, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2018:853, σκέψεις 179 έως 182).

( 17 ) Κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η FSI και η Ιταλική Κυβέρνηση δήλωσαν, χωρίς να αμφισβητηθεί, ότι το ποσό δεν είχε καταβληθεί.

( 18 ) Σε επίρρωση της άποψης της FSI, πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη το υπουργικό υπόμνημα, το οποίο ορίζει ότι το κονδύλι των 70 εκατομμυρίων ευρώ «θα καταβληθεί μετά την έξοδο της [FSE] από την κρίση». Τούτο υποδηλώνει ότι η αποκατάσταση της οικονομικής βιωσιμότητας της FSE αποτελεί προϋπόθεση για τη χορήγηση του κονδυλίου.

( 19 ) Αποφάσεις της 10ης Ιανουαρίου 2006, Cassa di Risparmio di Firenze κ.λπ. (C‑222/04, EU:C:2006:8, σκέψη 140), της 30ής Απριλίου 2009, Επιτροπή κατά Ιταλίας και Wam (C‑494/06 P, EU:C:2009:272, σκέψη 50), της 14ης Ιανουαρίου 2015, Eventech (C‑518/13, EU:C:2015:9, σκέψη 65), της 18ης Μαΐου 2017, Fondul Proprietatea (C‑150/16, EU:C:2017:388, σκέψεις 29 και 30), και της 15ης Μαΐου 2019, Achema κ.λπ. (C‑706/17, EU:C:2019:407, σκέψη 124).

( 20 ) Αποφάσεις της 14ης Ιανουαρίου 2015, Eventech (C‑518/13, EU:C:2015:9, σκέψη 67), και της 18ης Μαΐου 2017, Fondul Proprietatea (C‑150/16, EU:C:2017:388, σκέψη 32).

( 21 ) Απόφαση της 15ης Μαΐου 2019, Achema κ.λπ. (C‑706/17, EU:C:2019:407, σκέψη 75).

( 22 ) Αποφάσεις της 5ης Ιουνίου 2012, Επιτροπή κατά EDF (C‑124/10 P, EU:C:2012:318, σκέψεις 78 έως 81), και της 4ης Σεπτεμβρίου 2014, SNCM και Γαλλία κατά Corsica Ferries France (C‑533/12 P και C‑536/12 P, EU:C:2014:2142, σκέψεις 30 και 31).

( 23 ) Απόφαση της 5ης Ιουνίου 2012, Επιτροπή κατά EDF (C‑124/10 P, EU:C:2012:318, σκέψεις 82 έως 86).

( 24 ) Κατά την Επιτροπή, η εν λόγω ανάλυση πραγματοποιήθηκε πιθανότατα μεταξύ τέλους Νοεμβρίου και αρχών Δεκεμβρίου 2015.

( 25 ) Βάσει του ισολογισμού της FSE για το 2015, όπως εγκρίθηκε (καθυστερημένα) από το διοικητικό της συμβούλιο στις 3 Απριλίου 2017.

( 26 ) Αποφάσεις της 17ης Σεπτεμβρίου 1980, Philip Morris Holland κατά Επιτροπής, (730/79, EU:C:1980:209, σκέψη 11), της 10ης Ιανουαρίου 2006, Cassa di Risparmio di Firenze κ.λπ. (C‑222/04, EU:C:2006:8, σκέψη 141), της 30ής Απριλίου 2009, Επιτροπή κατά Ιταλίας και Wam (C‑494/06 P, EU:C:2009:272, σκέψη 52), της 14ης Ιανουαρίου 2015, Eventech (C‑518/13, EU:C:2015:9, σκέψη 66), και της 18ης Μαΐου 2017, Fondul Proprietatea (C‑150/16, EU:C:2017:388, σκέψη 31).

( 27 ) Οι οκτώ σιδηροδρομικές γραμμές τις οποίες εκμεταλλεύεται η FSE είναι οι εξής: Bari–Taranto (113 χλμ), Mungivacca–Putignano (44 χλμ), Martina Franca–Lecce (103 χλμ), Novoli–Garigliano (75 χλμ), Casarano–Gallipoli (23 χλμ), Lecce‑Gallipoli (53 χλμ), Zollino–Garigliano (47 χλμ) και Maglie–Otranto (19 χλμ) (βλ. σημείο 11 της απόφασης της AGCM).

( 28 ) Βλ. σημείο 14 της απόφασης της AGCM. Κατά την FSI, η Ferrovie del Gargano εκμεταλλεύεται τις γραμμές S.Severo–Peschici και Foggia–Lucera· η Ferrovie Apulo-Lucane εκμεταλλεύεται τις γραμμές Bari–Altamura–Pellicciari–Potenza, Altamura–Marinella–Matera και Maglie–Otranto· και η Ferrotramviaria εκμεταλλεύεται τη γραμμή Bari–Barletta.

( 29 ) Απόφαση της 11ης Ιουνίου 2009, ASM Brescia κατά Επιτροπής (T‑189/03, EU:T:2009:193).

( 30 ) Απόφαση της 11ης Ιουνίου 2009, ASM Brescia κατά Επιτροπής (T‑189/03, EU:T:2009:193, σκέψη 76). Βλ., επίσης, αποφάσεις της 16ης Ιουλίου 2014, Zweckverband Tierkörperbeseitigung κατά Επιτροπής (T‑309/12, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2014:676, σκέψεις 196 έως 207), της 26ης Νοεμβρίου 2015, Ισπανία κατά Επιτροπής (T‑461/13, EU:T:2015:891, σκέψη 92), και της 15ης Δεκεμβρίου 2016, Abertis Telecom Terrestre και Telecom Castilla-La Mancha κατά Επιτροπής (T‑37/15 και T‑38/15, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2016:743, σκέψη 153), και προτάσεις του γενικού εισαγγελέα G. Hogan στην υπόθεση Azienda Napoletana Mobilità (C‑659/17, EU:C:2019:475, σημείο 35).

( 31 ) Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την έννοια της κρατικής ενίσχυσης όπως αναφέρεται στο άρθρο 107 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ 2016, C 262, σ. 1) (στο εξής: ανακοίνωση σχετικά με την έννοια της κρατικής ενίσχυσης).

( 32 ) Επί παραδείγματι, η Arriva Italia επισήμανε ότι, προ ολίγων ετών, ανταγωνίσθηκε την FSI στο πλαίσιο του διαγωνισμού για την παροχή υπηρεσιών δημόσιων μεταφορών στο Torino (Τορίνο, Ιταλία).

( 33 ) Σε αντίθεση με ό,τι υποστήριξε η FSI κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, δεν ασκεί επιρροή το γεγονός ότι, στην προκειμένη περίπτωση, οι συμβάσεις παραχώρησης συνάπτονταν με απευθείας ανάθεση από τη Regione Puglia, και όχι μέσω διαγωνισμού, δεδομένου ότι επιχειρήσεις ανταγωνίζονται για την ανάθεση των συμβάσεων αυτών. Πρβλ. σημείο 67 των παρουσών προτάσεων.

( 34 ) Η υπογράμμιση δική μου.

( 35 ) Κατά την αίτηση προδικαστικής αποφάσεως, η FSE δεν υποβάλλει αυτοτελείς προϋπολογισμούς και έχει καταστάσεις προβλέψεων εσόδων και δαπανών που συγχωνεύονται στον κρατικό προϋπολογισμό.

( 36 ) Βλ., κατ’ αναλογία, απόφαση της 6ης Μαρτίου 2003, Westdeutsche Landesbank Girozentrale και Land Nordrhein-Westfalen κατά Επιτροπής (T‑228/99 και T‑233/99, EU:T:2003:57), στην οποία το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι η ενσωμάτωση της Wohnungsbauförderungsanstalt des Landes Nordrhein-Westfalen (στο εξής: WfA) στη Westdeutsche Landesbank Girozentrale (στο εξής: WestLB) έπρεπε να θεωρηθεί ως μεταφορά κρατικών πόρων. Η WestLB ήταν ένας τραπεζικός οργανισμός δημοσίου δικαίου που ανήκε εξ ολοκλήρου στο Δημόσιο. Η WfA, οργανισμός για την κάλυψη των στεγαστικών αναγκών με τη χορήγηση δανείων με χαμηλό ή μηδενικό επιτόκιο, ήταν επίσης νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου. Η WfA είχε νομική προσωπικότητα και είχε ως μοναδικό μέτοχο το Land Nordrhein-Westfalen (ομόσπονδο κράτος της Βόρειας Ρηνανίας–Βεστφαλίας). Η WfA μεταβιβάσθηκε στη WestLB, με αποτέλεσμα η WfA να ενσωματωθεί στη WestLB ως ανεξάρτητος, από οργανωτική και οικονομική άποψη, οργανισμός δημοσίου δικαίου, χωρίς ικανότητα δικαίου. Το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι, στο πλαίσιο της μεταβίβασης αυτής, διατέθηκαν κρατικοί πόροι, δεδομένου ότι η WfA «ήταν οργανισμός δημοσίου δικαίου με δημόσια κεφάλαια και το [ομόσπονδο κράτος της Βόρειας Ρηνανίας–Βεστφαλίας] ήταν ο αποκλειστικός της μέτοχος» (σκέψη 182).

( 37 ) Αποφάσεις της 21ης Μαρτίου 1991, Ιταλία κατά Επιτροπής (C‑305/89, EU:C:1991:142, σκέψη 24), της 6ης Μαρτίου 2003, Westdeutsche Landesbank Girozentrale και Land Nordrhein-Westfalen κατά Επιτροπής (T‑228/99 και T‑233/99, EU:T:2003:57, σκέψεις 192 έως 195), και της 17ης Ιουλίου 2014, Westfälisch-Lippischer Sparkassen- und Giroverband κατά Επιτροπής (T‑457/09, EU:T:2014:683, σκέψεις 387 έως 389).

( 38 ) Αποφάσεις της 5ης Ιουνίου 2012, Επιτροπή κατά EDF (C‑124/10 P, EU:C:2012:318, σκέψη 86), και της 1ης Οκτωβρίου 2015, Electrabel και Dunamenti Erőmű κατά Επιτροπής (C‑357/14 P, EU:C:2015:642, σκέψη 102).

( 39 ) Βλ. σημείο 6 της απόφασης της AGCM.

( 40 ) Αποφάσεις της 21ης Μαρτίου 1991, Ιταλία κατά Επιτροπής (C‑305/89, EU:C:1991:142, σκέψη 20), της 14ης Σεπτεμβρίου 1994, Ισπανία κατά Επιτροπής (C‑42/93, EU:C:1994:326, σκέψη 14), και της 22ας Μαΐου 2019, Real Madrid Club de Fútbol κατά Επιτροπής (T‑791/16, EU:T:2019:346, σκέψη 85).

( 41 ) Αποφάσεις της 21ης Μαρτίου 1991, Ιταλία κατά Επιτροπής (C‑303/88, EU:C:1991:136, σκέψεις 21 και 22), και της 4ης Σεπτεμβρίου 2014, SNCM και Γαλλία κατά Corsica Ferries France (C‑533/12 P και C‑536/12 P, EU:C:2014:2142, σκέψη 39).

( 42 ) Αποφάσεις της 5ης Ιουνίου 2012, Επιτροπή κατά EDF (C‑124/10 P, EU:C:2012:318, σκέψη 85), και της 30ής Νοεμβρίου 2016, Επιτροπή κατά Γαλλίας και Orange (C‑486/15 P, EU:C:2016:912, σκέψη 139).

( 43 ) Κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η Επιτροπή μνημόνευσε την έκθεση του Corte dei conti (Ελεγκτικού Συνεδρίου, Ιταλία) της 31ης Μαΐου 2018, σχετικά με το έτος 2016, στην οποία εκτίθεται ότι, «μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας έγκρισης του πτωχευτικού συμβιβασμού, η [FSI] θα εγγράψει στον ισολογισμό της FSE και στον ενοποιημένο ισολογισμό του ομίλου, ως θετικό έκτακτο έσοδο, ποσό που προκύπτει από τη διαγραφή των μη εξασφαλισμένων οφειλών, το οποίο, επί του παρόντος, εκτιμάται κατά προσέγγιση σε ποσό ύψους, κατ’ ανώτατο όριο, 63,5 εκατομμυρίων ευρώ». Βλ. Corte dei conti, determinazione e relazione n. 54/2018 sul risultato del controllo eseguito sulla gestione finanziaria di Ferrovie dello Stato Italiane SpA (Ελεγκτικό Συνέδριο, Έκθεση 54/2018 σχετικά με το αποτέλεσμα του ελέγχου της οικονομικής διαχείρισης της Ferrovie dello Stato Italiane SpA), σ. 41. Η έκθεση αυτή είναι διαθέσιμη στον ιστότοπο του Corte dei conti (Ελεγκτικού Συνεδρίου).

( 44 ) Απόφαση της 15ης Ιουνίου 2010, Mediaset κατά Επιτροπής (T‑177/07, EU:T:2010:233, σκέψη 75).

( 45 ) Αποφάσεις της 13ης Ιουνίου 2002, Κάτω Χώρες κατά Επιτροπής (C‑382/99, EU:C:2002:363, σκέψεις 60 έως 66), της 3ης Ιουλίου 2003, Βέλγιο κατά Επιτροπής (C‑457/00, EU:C:2003:387, σκέψεις 55 έως 60), της 28ης Ιουλίου 2011, Mediaset κατά Επιτροπής (C‑403/10 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2011:533, σκέψη 81), της 8ης Δεκεμβρίου 2011 (Residex Capital IV, C‑275/10, EU:C:2011:814, σκέψη 37), και της 15ης Μαΐου 2019, Achema κ.λπ. (C‑706/17, EU:C:2019:407, σκέψη 75).

( 46 ) Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Ph. Léger στην υπόθεση Altmark Trans και Regierungspräsidium Magdeburg (C‑280/00, EU:C:2002:188, σημείο 103) και του γενικού εισαγγελέα G. Hogan στην υπόθεση Azienda Napoletana Mobilità (C‑659/17, EU:C:2019:475, σημείο 30).

( 47 ) Βλ., επίσης, σημείο 187 της ανακοίνωσης σχετικά με την έννοια της κρατικής ενίσχυσης.

( 48 ) Αποφάσεις της 21ης Δεκεμβρίου 2016, Club Hotel Loutraki κ.λπ. κατά Επιτροπής (C‑131/15 P, EU:C:2016:989, σκέψη 73), της 15ης Ιουνίου 2010, Mediaset κατά Επιτροπής (T‑177/07, EU:T:2010:233, σκέψη 145), και της 26ης Φεβρουαρίου 2019, Athletic Club κατά Επιτροπής (T‑679/16, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2019:112, σκέψη 76).

Top