Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62016TJ0165

    Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (έκτο πενταμελές τμήμα) της 13ης Δεκεμβρίου 2018 (Αποσπάσματα).
    Ryanair DAC, πρώην Ryanair Ltd και Airport Marketing Services Ltd κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
    Κρατικές ενισχύσεις – Συμφωνίες συναφθείσες μεταξύ της αεροπορικής εταιρίας Ryanair και της θυγατρικής της Airport Marketing Services – Αερολιμενικές υπηρεσίες – Υπηρεσίες μάρκετινγκ – Απόφαση κηρύσσουσα την ενίσχυση μη συμβατή προς την εσωτερική αγορά και διατάσσουσα την ανάκτησή της – Έννοια της κρατικής ενισχύσεως – Πλεονέκτημα – Κριτήριο του ιδιώτη επενδυτή – Ανάκτηση – Άρθρο 41 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Πρόσβαση στον φάκελο – Δικαίωμα ακροάσεως.
    Υπόθεση T-165/16.

    ECLI identifier: ECLI:EU:T:2018:952

    ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο πενταμελές τμήμα)

    της 13ης Δεκεμβρίου 2018 ( *1 )

    «Κρατικές ενισχύσεις – Συμφωνίες συναφθείσες μεταξύ της αεροπορικής εταιρίας Ryanair και της θυγατρικής της Airport Marketing Services – Αερολιμενικές υπηρεσίες – Υπηρεσίες μάρκετινγκ – Απόφαση κηρύσσουσα την ενίσχυση μη συμβατή προς την εσωτερική αγορά και διατάσσουσα την ανάκτησή της – Έννοια της κρατικής ενισχύσεως – Πλεονέκτημα – Κριτήριο του ιδιώτη επενδυτή – Ανάκτηση – Άρθρο 41 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Πρόσβαση στον φάκελο – Δικαίωμα ακροάσεως»

    Στην υπόθεση T‑165/16,

    Ryanair DAC, πρώην Ryanair Ltd, με έδρα το Δουβλίνο (Ιρλανδία),

    Airport Marketing Services Ltd, με έδρα το Δουβλίνο,

    εκπροσωπούμενες από τους G. Berrisch, E. Vahida, Ι.-Γ. Μεταξά-Μαραγκίδη, δικηγόρους, και από τον B. Byrne, solicitor,

    προσφεύγουσες,

    κατά

    Ευρωπαϊκής Επιτροπής, εκπροσωπούμενης από τον L. Flynn, την L. Armati και τον S. Noë,

    καθής,

    υποστηριζόμενης από το

    Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκπροσωπούμενο από τις S. Boelaert και S. Petrova,

    παρεμβαίνον,

    με αντικείμενο προσφυγή βάσει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ με αίτημα την μερική ακύρωση της αποφάσεως (ΕΕ) 2016/287 της Επιτροπής, της 15ης Οκτωβρίου 2014, σχετικά με την κρατική ενίσχυση SA.26500 (2012/C) (πρώην 2011/NN, πρώην CP 227/2008) που χορηγήθηκε από τη Γερμανία στο Flughafen Altenburg-Nobitz και στη Ryanair Ltd (ΕΕ 2016, L 59, σ. 22),

    ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έκτο πενταμελές τμήμα),

    συγκείμενο από τους G. Berardis, πρόεδρο, Σ. Παπασάββα, D. Spielmann (εισηγητή), Z. Csehi και O. Spineanu-Matei, δικαστές,

    γραμματέας: P. Cullen, διοικητικός υπάλληλος,

    έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 4ης Ιουλίου 2018,

    εκδίδει την ακόλουθη

    Απόφαση ( 1 )

    Ιστορικό της διαφοράς

    Τα επίμαχα μέτρα

    1

    Η πρώτη προσφεύγουσα, Ryanair DAC, πρώην Ryanair Ltd (στο εξής: Ryanair), είναι αεροπορική εταιρία εδρεύουσα στην Ιρλανδία και εκτελεί 1800 και πλέον καθημερινές πτήσεις μεταξύ 200 προορισμών σε 31 χώρες της Ευρώπης και της Βόρειας Αφρικής. Η δεύτερη προσφεύγουσα, Airport Marketing Services Ltd (στο εξής: AMS), είναι θυγατρική της Ryanair και παρέχει υπηρεσίες σε θέματα στρατηγικής μάρκετινγκ, το μεγαλύτερο δε μέρος της δραστηριότητάς της συνίσταται στην πώληση διαφημιστικού χώρου στον ιστότοπο της Ryanair.

    2

    Ο αερολιμένας Altenburg-Nobitz βρίσκεται στη Γερμανία, στο νότιο τμήμα του ομόσπονδου κράτους της Θουριγγίας. Ιδιοκτήτρια και φορέας εκμεταλλεύσεως του αερολιμένα αυτού είναι η εταιρία Flugplatz Altenburg-Nobitz GmbH (στο εξής: AOC), μέτοχοι της οποίας είναι δημόσιες αρχές ή φορείς που ανήκουν κατά 100 % στο Δημόσιο.

    3

    Με αφετηρία τον εν λόγω αερολιμένα, η Ryanair εκτελούσε καθημερινά πτήσεις προς τον αερολιμένα Stansted του Λονδίνου (Ηνωμένο Βασίλειο) μεταξύ 2003 και 2011. Το 2007 εγκαινίασε επίσης δρομολόγιο προς τον αερολιμένα της Βαρκελώνης-Girona (Ισπανία). Ομοίως, το 2009 εγκαινίασε δρομολόγιο προς τον αερολιμένα του Εδιμβούργου (Ηνωμένο Βασίλειο) και το 2010 προς τον αερολιμένα του Alicante (Ισπανία).

    4

    Στις 3 Μαρτίου 2003 η AOC συνήψε, για περίοδο δέκα ετών, σύμβαση παροχής αερολιμενικών υπηρεσιών με τη Ryanair, βάσει της οποίας η τελευταία δεσμευόταν να εκτελεί τακτικές καθημερινές πτήσεις προς τον αερολιμένα Stansted του Λονδίνου. Η Ryanair όφειλε να καταβάλλει τέλη για την παροχή αερολιμενικών υπηρεσιών, σύμφωνα με τον κανονισμό του αερολιμένα Altenburg-Nobitz περί αερολιμενικών τελών που ίσχυε κατά τον χρόνο της παροχής τους, καθώς και ένα ποσό που περιελάμβανε τα τέλη ασφαλείας ανά επιβάτη και τον κρατικό φόρο. Οι προσφεύγουσες ανέφεραν ότι η σύμβαση παροχής αερολιμενικών υπηρεσιών χρησίμευσε ως βάση για τη διεύρυνση της συνεργασίας μεταξύ των μερών ώστε να περιλάβει συνολικά τέσσερις αεροπορικές γραμμές (με προορισμό το Λονδίνο, τη Girona, το Εδιμβούργο και το Alicante).

    5

    Επιπροσθέτως, η AOC συνήψε τρεις συμβάσεις υπηρεσιών μάρκετινγκ, την πρώτη με τη Ryanair και τις δύο επόμενες με την AMS.

    6

    Βάσει της πρώτης συμβάσεως υπηρεσιών μάρκετινγκ, που υπεγράφη στις 7 Απριλίου 2003 με διάρκεια δέκα ετών, η Ryanair έπρεπε να αναπτύξει δραστηριότητες μάρκετινγκ για την προβολή της περιοχής Altenburg-Nobitz. Ως αντάλλαγμα, η AOC όφειλε να καταβάλλει δύο τέλη. Κατέβαλλε, αφενός, ένα «τέλος αποδόσεως» ανά αναχωρούντα επιβάτη, το αποτέλεσμα του οποίου ήταν μια καθαρή αμοιβή για τις αερολιμενικές υπηρεσίες η οποία καταβαλλόταν από τη Ryanair ανά επιβάτη και αφορούσε την προσγείωση, τον τοπικό έλεγχο της εναέριας κυκλοφορίας, τον φωτισμό, τις θέσεις σταθμεύσεως οχημάτων (μη περιλαμβανομένης της νυχτερινής σταθμεύσεως), την επίγεια εξυπηρέτηση στον χώρο σταθμεύσεως αεροσκαφών και την επίγεια εξυπηρέτηση επιβατών, τις υποδομές και το αερολιμενικό τέλος. Η AOC υπολόγιζε το καθαρό τέλος ανά επιβάτη με βάση τους πίνακες επιβιβάσεως επιβατών και απέστελλε τον σχετικό υπολογισμό στη Ryanair στο τέλος κάθε εβδομάδας. Η Ryanair υπολόγιζε το τέλος αποδόσεως και απέστελλε τον σχετικό υπολογισμό στην AOC εντός 30 ημερών στο τέλος κάθε μήνα. Ο υπολογισμός βασιζόταν κάθε φορά στις υπηρεσίες που είχαν παρασχεθεί τον προηγούμενο ημερολογιακό μήνα. Η Ryanair μπορούσε να αφαιρέσει το τέλος αποδόσεώς της στο πλαίσιο των μηνιαίων τιμολογίων της AOC για τα τέλη προσγειώσεως. Η AOC κατέβαλλε, αφετέρου, ένα «τέλος αποδόσεως» με βάση ένα συγκεκριμένο ποσοστό ενδεχόμενων αυξήσεων των τελών που εισπράττει ο αερολιμένας, ήτοι κατά 100 % για κάθε αύξηση του τέλους ασφαλείας που επιβάλλεται από το κράτος με μέγιστο όριο 10 % του υφιστάμενου δημοσιευμένου ποσοστού για περίοδο πέντε ετών και κατά 100 % για κάθε αύξηση δημοσιευμένων τελών ή τελών, εισφορών ή φόρων που προστίθενται στα δημοσιευόμενα αερολιμενικά τέλη, με μέγιστο όριο 10 % για περίοδο πέντε ετών, επί του συνολικού δημοσιευμένου τέλους που καταβάλλεται από τη Ryanair.

    7

    Βάσει της δεύτερης συμβάσεως υπηρεσιών μάρκετινγκ, που υπεγράφη στις 28 Αυγούστου 2008 για αρχική περίοδο δύο ετών, η AMS όφειλε να παρέχει υπηρεσίες μάρκετινγκ που συνίσταντο σε διαφημίσεις στον ιστότοπο της Ryanair, έναντι καταβολής από την AOC ποσού [εμπιστευτικό] ( 2 ) το 2008 και ποσού [εμπιστευτικό] το 2009. Η σύμβαση συναρτάτο με τη δέσμευση της Ryanair να εκτελεί καθημερινά το καλοκαίρι και τέσσερις φορές την εβδομάδα τον χειμώνα δρομολόγιο από τον αερολιμένα Altenburg-Nobitz προς τον αερολιμένα Stansted του Λονδίνου, καθώς και δρομολόγιο προς τον αερολιμένα της Girona, μόνον το καλοκαίρι, τρεις φορές την εβδομάδα.

    8

    Βάσει της τρίτης συμβάσεως υπηρεσιών μάρκετινγκ, που υπεγράφη στις 25 Ιανουαρίου 2010 για αρχική διάρκεια ενός έτους, η AMS δεσμεύθηκε εκ νέου να παρέχει υπηρεσίες μάρκετινγκ που συνίσταντο σε διαφημίσεις στον ιστότοπο της Ryanair, έναντι καταβολής από την AOC ποσού [εμπιστευτικό]. Η σύμβαση συναρτάτο με τη δέσμευση της Ryanair να προσφέρει, από το καλοκαίρι του 2010 και αποκλειστικά κατά τη θερινή περίοδο της IATA, από 28 Μαρτίου 2010 έως 30 Οκτωβρίου 2010, δρομολόγια από τον αερολιμένα Altenburg-Nobitz προς τον αερολιμένα Stansted του Λονδίνου (επτά φορές την εβδομάδα), προς τον αερολιμένα της Girona (τρεις φορές την εβδομάδα) προς και τον αερολιμένα του Alicante (δύο φορές την εβδομάδα).

    9

    Αργότερα, τα δρομολόγια προς τους αερολιμένες της Βαρκελώνης-Girona, του Εδιμβούργου και του Alicante έπαυσαν να εκτελούνται, στις δε 31 Μαρτίου 2011 έπαυσε να εκτελείται και το δρομολόγιο προς τον αερολιμένα Stansted του Λονδίνου, οπότε, από την ημερομηνία αυτή, η Ryanair έπαυσε κάθε δραστηριότητα στον αερολιμένα Altenburg-Nobitz.

    [παραλειπόμενα]

    Διαδικασία και αιτήματα των διαδίκων

    25

    Με δικόγραφο που κατέθεσαν στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 18 Απριλίου 2016, οι προσφεύγουσες άσκησαν την υπό κρίση προσφυγή.

    26

    Με χωριστό δικόγραφο που κατέθεσαν στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 30 Μαΐου 2016, οι προσφεύγουσες υπέβαλαν αίτημα για λήψη μέτρων οργανώσεως της διαδικασίας.

    27

    Με δικόγραφο που κατέθεσε στις 20 Ιουνίου 2016, η Επιτροπή υπέβαλε τις παρατηρήσεις της επί της αιτήσεως αυτής εντός της ταχθείσας προθεσμίας.

    28

    Με δικόγραφο που κατέθεσε στις 22 Ιουνίου 2016, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ζήτησε να παρέμβει στην υπό κρίση υπόθεση προς στήριξη των αιτημάτων της Επιτροπής. Με απόφαση της 6ης Σεπτεμβρίου 2016, ο πρόεδρος του έκτου τμήματος του Γενικού Δικαστηρίου έκανε δεκτό το αίτημα αυτό.

    29

    Με απόφαση της 15ης Μαρτίου 2018, το Γενικό Δικαστήριο αποφάσισε να παραπέμψει την υπόθεση ενώπιον του έκτου πενταμελούς τμήματος.

    30

    Κατόπιν προτάσεως του εισηγητή δικαστή, το Γενικό Δικαστήριο αποφάσισε να προχωρήσει στην προφορική διαδικασία και, στο πλαίσιο των μέτρων οργανώσεως της διαδικασίας που προβλέπει το άρθρο 88 του Κανονισμού Διαδικασίας του, κάλεσε τους διαδίκους να απαντήσουν σε ορισμένες ερωτήσεις.

    31

    Οι διάδικοι αγόρευσαν κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση της 4ης Ιουλίου 2018.

    32

    Οι προσφεύγουσες ζητούν από το Γενικό Δικαστήριο:

    να ακυρώσει το άρθρο 1, παράγραφος 4, και τα άρθρα 2 και 4 της προσβαλλομένης αποφάσεως·

    να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

    33

    Η Επιτροπή, υποστηριζόμενη από το Συμβούλιο, ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

    να απορρίψει την προσφυγή·

    να καταδικάσει τις προσφεύγουσες στα δικαστικά έξοδα.

    Σκεπτικό

    [παραλειπόμενα]

    Επί του τρίτου λόγου ακυρώσεως, που αντλείται από παράβαση του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ καθότι η Επιτροπή δεν απέδειξε την ύπαρξη πλεονεκτήματος

    [παραλειπόμενα]

    Επί του τετάρτου σκέλους, που αντλείται από πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως της Επιτροπής και από έλλειψη αιτιολογίας στην εκ μέρους της ανάλυση αποδοτικότητας

    [παραλειπόμενα]

    – Επί της αιτιάσεως που αντλείται από τη χρησιμοποίηση άστοχων προβλέψεων για τον υπολογισμό της αποδοτικότητας

    [παραλειπόμενα]

    247

    Πρώτον, ως προς το επιχείρημα ότι, λαμβάνοντας υπόψη έναν χρονικό ορίζοντα επτά μόνον μηνών, η Επιτροπή εξέτασε με εσφαλμένο τρόπο την αποδοτικότητα των επίμαχων συμβάσεων, πρέπει να υπομνησθεί, κατ’ αρχάς, ότι το επιχείρημα αυτό πρέπει να εξετασθεί απευθείας υπό το πρίσμα της αρχής του επιχειρηματία που δρα σε οικονομία της αγοράς, όπως αυτή προκύπτει από το άρθρο 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, και όχι υπό το πρίσμα των κατευθυντήριων γραμμών του 2014.

    248

    Περαιτέρω, όπως προκύπτει από τη νομολογία (βλ. σκέψη 106 ανωτέρω), πρέπει να εξετασθεί αν η Επιτροπή ορθώς έκρινε, στο πλαίσιο της αναλύσεως αυξητικής αποδοτικότητας, ότι ένας επιχειρηματίας σε οικονομία της αγοράς, ενεργών στη θέση του αερολιμένα Altenburg-Nobitz, θα είχε αξιολογήσει το συμφέρον να συνάψει τη σύμβαση της 25ης Ιανουαρίου 2010, σε συνδυασμό με τη σύμβαση αερολιμενικών υπηρεσιών της 3ης Μαρτίου 2003 και τη σύμβαση υπηρεσιών μάρκετινγκ της 7ης Απριλίου 2003, λαμβάνοντας υπόψη έναν χρονικό ορίζοντα επτά μόνον μηνών.

    249

    Η συμπεριφορά ενός συνετού επιχειρηματία σε οικονομία της αγοράς κατευθύνεται από προοπτικές πιο μακροπρόθεσμης κερδοφορίας (απόφαση της 21ης Μαρτίου 1991, Ιταλία κατά Επιτροπής, C‑305/89, EU:C:1991:142, σκέψη 20). Ο επιχειρηματίας που επιθυμεί να μεγιστοποιήσει τα κέρδη του είναι διατεθειμένος να διατρέξει σταθμισμένους κινδύνους όταν καθορίζει την κατάλληλη αμοιβή που προσδοκεί για την επένδυσή του.

    250

    Εν προκειμένω, ωστόσο, δεν αμφισβητείται ότι οι τρεις επίμαχες συμβάσεις, ιδίως η σύμβαση υπηρεσιών μάρκετινγκ της 25ης Ιανουαρίου 2010, συνήφθησαν για ορισμένο χρόνο. Στην αιτιολογική σκέψη 259 της προσβαλλομένης αποφάσεως, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η ισχύς της ανωτέρω συμβάσεως άρχιζε στις 25 Ιανουαρίου 2010 και έληγε ένα έτος μετά τη λειτουργία της πρώτης αεροπορικής γραμμής, η οποία θα άρχιζε τη θερινή περίοδο του 2010. Δεδομένου ότι οι αεροπορικές υπηρεσίες της Ryanair κάλυπταν αποκλειστικώς περίοδο επτά μηνών, ήτοι τη θερινή περίοδο της IATA το 2010, η Επιτροπή πραγματοποίησε την ανάλυση αποδοτικότητας αποκλειστικώς για αυτήν την περίοδο.

    251

    Δεν αμφισβητείται επίσης ότι, όπως επισημαίνει η Επιτροπή χωρίς να αντικρουσθεί από τις προσφεύγουσες, πριν από τη σύναψη των επίμαχων συμβάσεων, ο φορέας εκμεταλλεύσεως του αερολιμένα Altenburg-Nobitz δεν είχε καταρτίσει επιχειρηματικό σχέδιο σχετικά με την εκμετάλλευση των γραμμών προς τα αεροδρόμια του Λονδίνου, της Girona και του Alicante.

    252

    Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή μπορούσε να θεωρήσει, χωρίς να υποπέσει σε πλάνη, ότι ένας επιχειρηματίας σε οικονομία της αγοράς θα αξιολογούσε την αυξητική αποδοτικότητα των τριών επίμαχων συμβάσεων συλλήβδην, σε σχέση με τις δαπάνες και τα έσοδα κατά τη διάρκεια της λειτουργίας της συγκεκριμένης αεροπορικής συνδέσεως, ήτοι επτά μήνες.

    253

    Το επιχείρημα των προσφευγουσών ότι η Επιτροπή εσφαλμένως έκρινε, στην αιτιολογική σκέψη 259 της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι η ισχύς της συμβάσεως υπηρεσιών μάρκετινγκ της 25ης Ιανουαρίου 2010 έληγε ένα έτος μετά την έναρξη της πρώτης αεροπορικής συνδέσεως της Ryanair και όχι μετά την παροχή των υπηρεσιών μάρκετινγκ της AMS, είναι αλυσιτελές. Συγκεκριμένα, οι προσφεύγουσες δεν απέδειξαν ότι το σφάλμα αυτό, όσο αξιόμεμπτο και αν είναι, επηρέασε αισθητά τον υπολογισμό της αυξητικής αποδοτικότητας που προσδοκούνταν με τη σύμβαση υπηρεσιών μάρκετινγκ της 25ης Ιανουαρίου 2010. Όπως εξήγησε η Επιτροπή κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση απαντώντας σε ερώτηση του Γενικού Δικαστηρίου, είναι προφανές ότι, ακόμη και αν η σύμβαση είχε συναφθεί με αρχική διάρκεια ενός έτους από την παροχή της πρώτης υπηρεσίας μάρκετινγκ από την AMS, τα αυξητικά έσοδα από δραστηριότητες σχετιζόμενες ή μη με τις αεροπορικές μεταφορές καθώς και οι αναμενόμενες αυξητικές λειτουργικές δαπάνες για την εκμετάλλευση των αεροπορικών συνδέσεων της Ryanair στον αερολιμένα Altenburg-Nobitz δεν θα μεταβάλλονταν. Ομοίως, δεν αποδείχθηκε ότι η χρονική απόκλιση στη χρέωση από την AMS στην AOC των υπηρεσιών μάρκετινγκ είχε οιονδήποτε αντίκτυπο επί του ποσού που οφειλόταν από την AOC βάσει της συμβάσεως υπηρεσιών μάρκετινγκ και το οποίο περιλαμβανόταν στα έξοδα που έπρεπε να ληφθούν υπόψη στην ανάλυση της αυξητικής αποδοτικότητας της συμβάσεως υπηρεσιών μάρκετινγκ της 25ης Ιανουαρίου 2010.

    254

    Το γεγονός ότι η Επιτροπή έλαβε υπόψη την πραγματική διάρκεια της εκμεταλλεύσεως της αεροπορικής συνδέσεως της Ryanair και όχι τη διάρκεια της συμβάσεως της 25ης Ιανουαρίου 2010, ήτοι ένα έτος, δεν επηρεάζει το κύρος της αναλύσεως της αυξητικής αποδοτικότητας που πραγματοποιήθηκε στην προσβαλλόμενη απόφαση. Πράγματι, η Επιτροπή θεώρησε, χωρίς να υποπέσει σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως, ότι ένας επιχειρηματίας σε οικονομία της αγοράς θα ανέμενε μόνον τα αυξητικά έσοδα κατά την περίοδο για την οποία η Ryanair είχε δεσμευθεί να πραγματοποιεί το σχετικό δρομολόγιο. Συναφώς, πρέπει να υπομνησθεί ότι οι προσφεύγουσες δεν απέδειξαν ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως καθόσον θεώρησε ότι οι παρεχόμενες από την AMS υπηρεσίες μάρκετινγκ δεν μπορούσαν να έχουν διαρκή επίδραση στην συμπεριφορά των επισκεπτών του ιστοτόπου της Ryanair (βλ. σκέψεις 184 έως 188 ανωτέρω).

    255

    Τέλος, το επιχείρημα ότι η Επιτροπή έπρεπε να αναλύσει την αποδοτικότητα της συμβάσεως υπηρεσιών μάρκετινγκ της 25ης Ιανουαρίου 2010 για την περίοδο από την ημερομηνία ενάρξεως της ισχύος της εν λόγω συμβάσεως μέχρι την ημερομηνία λήξεως της ισχύος της συμβάσεως αερολιμενικών υπηρεσιών της 3ης Μαρτίου 2003 δεν μπορεί να τελεσφορήσει.

    256

    Πράγματι, παρότι είναι γεγονός ότι η σύμβαση αερολιμενικών υπηρεσιών της 3ης Μαρτίου 2003 και η σύμβαση υπηρεσιών μάρκετινγκ της 7ης Απριλίου 2003 εξακολούθησαν να εφαρμόζονται μετά τη λήξη της συμβάσεως υπηρεσιών μάρκετινγκ της 25ης Ιανουαρίου 2010, διαπιστώνεται ότι, μετά την έναρξη ισχύος των εν λόγω συμβάσεων του 2003, οι οποίες προέβλεπαν, μεταξύ άλλων, τακτικές καθημερινές πτήσεις προς τον αερολιμένα Stansted του Λονδίνου καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους (αιτιολογική σκέψη 47 της προσβαλλομένης αποφάσεως), τα μέρη αναθεώρησαν, ή συμπλήρωσαν, τους όρους για τη μεταγενέστερη συνεργασία τους, τόσο σε επίπεδο δεσμεύσεων για εκτέλεση δρομολογίων όσο και σε επίπεδο αμοιβής για τις υπηρεσίες μάρκετινγκ. Με τη σύμβαση υπηρεσιών μάρκετινγκ της 28ης Αυγούστου 2008, η Ryanair δεσμεύθηκε λοιπόν να εκτελεί δρομολόγιο προς τον εν λόγω αερολιμένα καθημερινά το καλοκαίρι και τέσσερις φορές την εβδομάδα τον χειμώνα, καθώς και δρομολόγιο προς τον αερολιμένα της Girona, μόνον το καλοκαίρι, τρεις φορές την εβδομάδα (αιτιολογική σκέψη 57 της προσβαλλομένης αποφάσεως), ενώ, με τη σύμβαση υπηρεσιών μάρκετινγκ της 25ης Ιανουαρίου 2010, η Ryanair δεσμεύθηκε να εκτελεί δρομολόγια προς τον αερολιμένα Stansted του Λονδίνου (επτά φορές την εβδομάδα), προς τον αερολιμένα της Girona (τρεις φορές την εβδομάδα) και προς τον αερολιμένα του Alicante (δύο φορές την εβδομάδα) κατά τη θερινή περίοδο της ΙΑΤΑ. Ομοίως, με τη σύμβαση υπηρεσιών μάρκετινγκ της 28ης Αυγούστου 2008 και με τη σύμβαση υπηρεσιών μάρκετινγκ της 25ης Ιανουαρίου 2010, η AOC δεσμεύθηκε να καταβάλει αντιστοίχως το ποσό των [εμπιστευτικό] (βλ. σκέψη 7 ανωτέρω) και το ποσό των [εμπιστευτικό] (βλ. σκέψη 8 ανωτέρω) προκειμένου να της παρασχεθούν οι υπηρεσίες μάρκετινγκ της AMS. Οι πληρωμές αυτές προστέθηκαν στο «τέλος αποδόσεως» που οριζόταν στη σύμβαση υπηρεσιών μάρκετινγκ της 7ης Απριλίου 2003 ως αμοιβή για τις υπηρεσίες μάρκετινγκ που παρείχε η Ryanair.

    257

    Κατά συνέπεια, ευλόγως συμπεραίνεται ότι ένας επιχειρηματίας σε οικονομία της αγοράς, ο οποίος θα ενεργούσε στη θέση της AOC, θα ανέμενε κατά τον χρόνο συνάψεως της συμβάσεως της 25ης Ιανουαρίου 2010 ότι, κατά τη λήξη της ισχύος της, οι προσφεύγουσες δεν θα δέχονταν να επανέλθουν απλώς στους όρους της συμβάσεως αερολιμενικών υπηρεσιών της 3ης Μαρτίου 2003 και της συμβάσεως υπηρεσιών μάρκετινγκ της 7ης Απριλίου 2003, αλλά θα επέμεναν επίσης για επαναδιαπραγμάτευση της δεσμεύσεως για εκτέλεση πτήσεων από τον αερολιμένα Altenburg-Nobitz, καθώς και για περαιτέρω πληρωμές για υπηρεσίες μάρκετινγκ.

    258

    Εξάλλου, το ότι η Ryanair δεν ήταν έτοιμη να επανέλθει απλώς στους αρχικούς όρους των συμβάσεων του 2003 χωρίς να ζητήσει περαιτέρω πληρωμές επιβεβαιώνεται εκ των υστέρων από το γεγονός, αφενός, ότι η Ryanair εκτελούσε ένα μόνο δρομολόγιο κατά τη χειμερινή περίοδο της ΙΑΤΑ 2010/2011, από τις 30 Οκτωβρίου 2010 έως τις 28 Μαρτίου 2011, από και προς τον αερολιμένα Stansted του Λονδίνου, με την οικονομική όμως υποστήριξη τοπικών ιδιωτικών επιχειρήσεων (αιτιολογική σκέψη 32, στοιχείο δʹ, και αιτιολογική σκέψη 64 της προσβαλλομένης αποφάσεως), καθώς και από το γεγονός, αφετέρου, ότι, όταν οι μέτοχοι και η διεύθυνση της AOC αρνήθηκαν να καταβάλουν το ποσό των 420000 ευρώ που ζητούσε η Ryanair ως τέλη μάρκετινγκ για το θερινό πρόγραμμα πτήσεων του 2011, η τελευταία έπαυσε τις δραστηριότητές της στον αερολιμένα Altenburg-Nobitz τον Μάρτιο του 2011.

    259

    Υπό τις συνθήκες αυτές, δεν αποδεικνύεται ότι θα ήταν πιο εύστοχο να εξετάσει η Επιτροπή την προσδοκώμενη απόδοση της συμβάσεως υπηρεσιών μάρκετινγκ της 25ης Ιανουαρίου 2010 για την περίοδο από την ημερομηνία ενάρξεως της ισχύος της εν λόγω συμβάσεως έως την ημερομηνία λήξεως της ισχύος της συμβάσεως αερολιμενικών υπηρεσιών της 3ης Μαρτίου 2003 με την οποία συνδεόταν η σύμβαση αυτή, ήτοι τον Απρίλιο του 2013, και να παρατείνει επομένως τον χρονικό ορίζοντα από το 2010 στο 2013, αντί των επτά μηνών που έλαβε υπόψη της η Επιτροπή. Συναφώς, διαπιστώνεται ότι, ασφαλώς, όπως προκύπτει από το σημείωμα της 14ης Απριλίου 2016 που προσκόμισαν οι προσφεύγουσες, η σύναψη της συμβάσεως υπηρεσιών μάρκετινγκ της 25ης Ιανουαρίου 2010, σε συνδυασμό με τις δύο άλλες συμβάσεις, θα ήταν αποδοτική εάν η ανάλυση αποδοτικότητας είχε διενεργηθεί για το χρονικό διάστημα από τον Ιανουάριο του 2010 έως τον Απρίλιο του 2013. Εντούτοις, όπως η Επιτροπή ορθώς επισήμανε, η περιεχόμενη στο από 14 Απριλίου 2016 σημείωμα ανάλυση δεν περιλαμβάνει τις νέες πληρωμές που αναμένονταν για τις υπηρεσίες μάρκετινγκ.

    260

    Κατόπιν των προεκτεθέντων, πρέπει να απορριφθεί η αιτίαση των προσφευγουσών σχετικά με τον χρονικό ορίζοντα της αναλύσεως αποδοτικότητας.

    261

    Δεύτερον, όσον αφορά το επιχείρημα των προσφευγουσών σχετικά με τον συντελεστή πληρότητας με τον οποίο υπολογίζεται η χρήση της χωρητικότητας ενός αεροσκάφους, διαπιστώνεται ότι, για να υπολογίσει τον αριθμό επιβατών που αναμένονταν βάσει της συμβάσεως υπηρεσιών μάρκετινγκ της 25ης Ιανουαρίου 2010, η Επιτροπή έλαβε υπόψη, στην αιτιολογική σκέψη 264 της προσβαλλομένης αποφάσεως, συντελεστή 80 % σε αεροσκάφος 189 θέσεων, που αντιστοιχούσε στη χωρητικότητα που οριζόταν στη σύμβαση αυτή.

    262

    Η Επιτροπή διευκρίνισε ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου ότι ένας συντελεστής πληρότητας 80 % αποτελούσε εύλογη πρόβλεψη. Ως προς τούτο, παραπέμπει στην ετήσια έκθεση της Ryanair για το 2009 η οποία αναφέρει, αφενός, ότι οι πτήσεις της Ryanair στο δίκτυό της είχαν μέσο όρο πληρότητας 81 % και, αφετέρου, ότι τα ποσοστά πληρότητας στα νέα δρομολόγια, όπως το προβλεπόμενο στη σύμβαση υπηρεσιών μάρκετινγκ της 25ης Ιανουαρίου 2010 νέο δρομολόγιο με προορισμό τον αερολιμένα του Alicante, ήταν εν γένει χαμηλότερα.

    263

    Εξάλλου, απαντώντας σε ερώτηση του Γενικού Δικαστηρίου, η Επιτροπή εξήγησε ότι ο συντελεστής πληρότητας 80 %, τον οποίο είχε λάβει υπόψη, συνιστούσε πιο φιλόδοξη πρόβλεψη από εκείνη του αερολιμένα Altenburg-Nobitz σε σχέση με τα έσοδα που αναμένονταν από τις δραστηριότητες της Ryanair. Συναφώς, η Επιτροπή προσκόμισε τον πίνακα που οι γερμανικές αρχές είχαν υποβάλει κατά την διοικητική διαδικασία, ο οποίος περιείχε διάφορες προβλέψεις για τα ποσοστά πληρότητας, από 70 έως 90 %. Κατά τον πίνακα αυτό, ήταν δυνατόν να προκύψει θετικό αποτέλεσμα από τη δραστηριότητα της Ryanair ακόμη και με ποσοστό πληρότητας 70 % (βλ. αιτιολογική σκέψη 99 της προσβαλλομένης αποφάσεως).

    264

    Επομένως, για να καθορίσει τον συντελεστή πληρότητας που ελήφθη υπόψη στην προσβαλλόμενη απόφαση, η Επιτροπή στηρίχθηκε σε αντικειμενικά στοιχεία, τα οποία, εξάλλου, δικαιολογούσαν επαρκώς την απόκλιση από τον συντελεστή πληρότητας 85 % που ελήφθη υπόψη σε άλλες υποθέσεις κρατικών ενισχύσεων αφορώσες συμφωνίες που είχαν συναφθεί από τις προσφεύγουσες με άλλους αερολιμένες. Δεδομένου ότι στις άλλες αυτές υποθέσεις χρησιμοποιήθηκαν διαφορετικές μέθοδοι για τον υπολογισμό του συντελεστή πληρότητας από ό,τι στην προσβαλλόμενη απόφαση, διαπιστώνεται ότι η προσέγγιση της Επιτροπής δεν είναι δυνατόν να θεωρηθεί ότι στερείται συνοχής.

    265

    Κατά συνέπεια, η αιτίαση των προσφευγουσών σχετικά με την εφαρμογή συντελεστή πληρότητας 80 % πρέπει να απορριφθεί.

    266

    Τρίτον, όσον αφορά το επιχείρημα των προσφευγουσών σχετικά με τη μη συνεκτίμηση των εξωτερικών αποτελεσμάτων δικτύου στον υπολογισμό των μη σχετιζόμενων με τις αεροπορικές μεταφορές εσόδων για το έτος 2010, πρέπει να υπομνησθεί ότι, ελλείψει σχετικών πληροφοριών εκ των προτέρων, η Επιτροπή βασίσθηκε στην παραδοχή ότι, τον Ιανουάριο του 2010, όταν υπεγράφη η σύμβαση υπηρεσιών μάρκετινγκ, το αεροδρόμιο Altenburg-Nobitz έλαβε υπόψη, για τον υπολογισμό των εσόδων που δεν σχετίζονται με τις αεροπορικές μεταφορές, τα πραγματικά του έσοδα κατά τα προηγούμενα έτη, τα οποία είχαν αυξηθεί σημαντικά σε σύγκριση με τα έτη 2006 και 2007. Επομένως, η Επιτροπή θεώρησε ότι ο αερολιμένας Altenburg-Nobitz είχε βασίσει το 2010 τις προβλέψεις του για τα μη σχετιζόμενα με τις αεροπορικές μεταφορές έσοδα στα δύο προηγούμενα έτη, λαμβάνοντας υπόψη μέσο ποσό ύψους 1,80 έως 2,30 ευρώ ανά επιβάτη για τα έτη 2008 και 2009 (αιτιολογική σκέψη 263, στοιχείο βʹ, της προσβαλλομένης αποφάσεως).

    267

    Διαπιστώνεται ότι, κατά τον υπολογισμό των μη σχετιζόμενων με τις αεροπορικές μεταφορές εσόδων για το έτος 2010, η Επιτροπή ουδόλως υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως.

    268

    Πράγματι, όπως διευκρίνισε η Επιτροπή, από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτει ότι οι προσφεύγουσες είχαν παράσχει πολύ παρεμφερείς υπηρεσίες κατά τα προηγούμενα έτη στο πλαίσιο της συμβάσεως της 28ης Αυγούστου 2008, σε συνδυασμό με τη σύμβαση αερολιμενικών υπηρεσιών της 3ης Μαρτίου 2003 και τη σύμβαση υπηρεσιών μάρκετινγκ της 7ης Απριλίου 2003, οπότε ένας επιχειρηματίας σε οικονομία της αγοράς ουδόλως ήταν δυνατόν να αναμένει απότομη αύξηση των μη σχετιζόμενων με τις αεροπορικές μεταφορές εσόδων ανά επιβάτη συνεπεία των εξωτερικών αποτελεσμάτων δικτύου.

    269

    Η αιτίαση σχετικά με τη χρησιμοποίηση αστόχων προβλέψεων κατά τον υπολογισμό της αποδοτικότητας πρέπει επομένως να απορριφθεί.

    [παραλειπόμενα]

     

    Για τους λόγους αυτούς,

    ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έκτο πενταμελές τμήμα)

    αποφασίζει:

     

    1)

    Απορρίπτει την προσφυγή.

     

    2)

    Η Ryanair DAC και η Airport Marketing Services Ltd φέρουν τα δικαστικά έξοδά τους καθώς και τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

     

    3)

    Το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης φέρει τα δικαστικά έξοδά του.

     

    Berardis

    Παπασάββας

    Spielmann

    Csehi

    Spineanu-Matei

    Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 13 Δεκεμβρίου 2018.

    (υπογραφές)

    [παραλειπόμενα]


    ( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική.

    ( 1 ) Παρατίθενται μόνον οι σκέψεις των οποίων η δημοσίευση κρίνεται σκόπιμη από το Γενικό Δικαστήριο.

    ( 2 ) Μη δημοσιοποιούμενα εμπιστευτικά στοιχεία.

    Top