This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 62016TJ0024
Judgment of the General Court (Second Chamber) of 13 December 2016.#Sovena Portugal - Consumer Goods, SA v European Union Intellectual Property Office.#EU trade mark — Opposition proceedings — International registration designating the European Union — Word mark FONTOLIVA — Earlier national word mark FUENOLIVA — Relative ground for refusal — Validity of the registration of the earlier mark — Submission of new facts and evidence before the General Court — Genuine use of the earlier mark — Power to alter — Article 8(1)(b), Article 42(2) and (3) and Articles 65 and 76 of Regulation (EC) No 207/2009.#Case T-24/16.
Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 13ης Δεκεμβρίου 2016.
Sovena Portugal - Consumer Goods, SA κατά Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Διαδικασία ανακοπής – Επέκταση της προστασίας διεθνούς καταχωρίσεως στην Ευρωπαϊκή Ένωση – Λεκτικό σήμα FONTOLIVA – Προγενέστερο λεκτικό εθνικό σήμα FUENOLIVA – Σχετικός λόγος απαραδέκτου – Ισχύς της καταχωρίσεως του προγενέστερου σήματος – Προβολή νέων πραγματικών περιστατικών και προσκόμιση νέων αποδεικτικών στοιχείων ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου – Ουσιαστική χρήση του προγενέστερου σήματος – Εξουσία μεταρρυθμίσεως – Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, άρθρο 42, παράγραφοι 2 και 3, και άρθρα 65 και 76 του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009.
Υπόθεση T-24/16.
Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 13ης Δεκεμβρίου 2016.
Sovena Portugal - Consumer Goods, SA κατά Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Διαδικασία ανακοπής – Επέκταση της προστασίας διεθνούς καταχωρίσεως στην Ευρωπαϊκή Ένωση – Λεκτικό σήμα FONTOLIVA – Προγενέστερο λεκτικό εθνικό σήμα FUENOLIVA – Σχετικός λόγος απαραδέκτου – Ισχύς της καταχωρίσεως του προγενέστερου σήματος – Προβολή νέων πραγματικών περιστατικών και προσκόμιση νέων αποδεικτικών στοιχείων ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου – Ουσιαστική χρήση του προγενέστερου σήματος – Εξουσία μεταρρυθμίσεως – Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, άρθρο 42, παράγραφοι 2 και 3, και άρθρα 65 και 76 του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009.
Υπόθεση T-24/16.
Court reports – general
ECLI identifier: ECLI:EU:T:2016:726
ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΫ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ (δεύτερο τμήμα)
της 13ης Δεκεμβρίου 2016 ( 1 )
«Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Διαδικασία ανακοπής — Επέκταση της προστασίας διεθνούς καταχωρίσεως στην Ευρωπαϊκή Ένωση — Λεκτικό σήμα FONTOLIVA — Προγενέστερο λεκτικό εθνικό σήμα FUENOLIVA — Σχετικός λόγος απαραδέκτου — Ισχύς της καταχωρίσεως του προγενέστερου σήματος — Προβολή νέων πραγματικών περιστατικών και προσκόμιση νέων αποδεικτικών στοιχείων ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου — Ουσιαστική χρήση του προγενέστερου σήματος — Εξουσία μεταρρυθμίσεως — Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, άρθρο 42, παράγραφοι 2 και 3, και άρθρα 65 και 76 του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009»
Στην υπόθεση T‑24/16,
Sovena Portugal – Consumer Goods, SA, με έδρα το Algés (Πορτογαλία), εκπροσωπούμενη από τον D. Martins Pereira, δικηγόρο,
προσφεύγουσα,
κατά
Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO), εκπροσωπούμενου από τον L. Rampini,
καθού,
έτερος διάδικος κατά τη διαδικασία ενώπιον του τμήματος προσφυγών του EUIPO:
Mueloliva, SL, με έδρα την Córdoba (Ισπανία),
με αντικείμενο προσφυγή κατά της αποφάσεως του δευτέρου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 4ης Νοεμβρίου 2015 (υπόθεση R 1813/2014‑2), σχετικά με διαδικασία ανακοπής μεταξύ της Mueloliva και της Sovena Portugal – Consumer Goods,
ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο τμήμα),
συγκείμενο, κατά τις διασκέψεις, από τους S. Gervasoni, προεδρεύοντα, L. Madise (εισηγητή) και Z. Csehi, δικαστές,
γραμματέας: E. Coulon
έχοντας υπόψη το δικόγραφο της προσφυγής που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 21 Ιανουαρίου 2016,
έχοντας υπόψη το υπόμνημα αντικρούσεως που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 14 Απριλίου 2016,
έχοντας υπόψη ότι οι κύριοι διάδικοι δεν υπέβαλαν αίτημα περί καθορισμού ημερομηνίας για τη διεξαγωγή επ’ ακροατηρίου συζητήσεως εντός της προθεσμίας τριών εβδομάδων από της κοινοποιήσεως της περατώσεως της έγγραφης διαδικασίας και αποφασίζοντας, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 106, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, να αποφανθεί χωρίς προφορική διαδικασία,
εκδίδει την ακόλουθη
Απόφαση
Ιστορικό της διαφοράς
1 |
Η προσφεύγουσα, Sovena Portugal – Consumer Goods, SA, κατέθεσε στο Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO) αίτηση επεκτάσεως της προστασίας διεθνούς καταχωρίσεως στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία στηρίζεται στη διεθνή καταχώριση της 19ης Ιανουαρίου 2012 υπ’ αριθ. 1107792, για το λεκτικό σήμα FONTOLIVA, δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ 2009, L 78, σ. 1). |
2 |
Τα προϊόντα για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση εμπίπτουν στην κλάση 29 κατά την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας για τη διεθνή ταξινόμηση των προϊόντων και των υπηρεσιών με σκοπό την καταχώριση των σημάτων, της 15ης Ιουνίου 1957, όπως έχει αναθεωρηθεί και τροποποιηθεί, και αντιστοιχούν στην ακόλουθη περιγραφή: «Έλαια και λίπη βρώσιμα· ελαιόλαδο». |
3 |
Η αίτηση επεκτάσεως της προστασίας διεθνούς καταχωρίσεως δημοσιεύθηκε στο Δελτίο κοινοτικών σημάτων αριθ. 49/2012, της 9ης Μαρτίου 2012. |
4 |
Στις 26 Νοεμβρίου 2012, η Mueloliva, SL, κάτοχος αποκλειστικής άδειας εκμεταλλεύσεως σήματος, άσκησε ανακοπή δυνάμει των άρθρων 41 και 156, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009, κατά της καταχωρίσεως του επίμαχου σήματος. |
5 |
Η ανακοπή στηριζόταν στο προγενέστερο λεκτικό ισπανικό σήμα FUENOLIVA, που κατατέθηκε στις 15 Φεβρουαρίου 1975 και καταχωρίστηκε στις 16 Δεκεμβρίου 1977, δηλώνει δε το «παρθένο ελαιόλαδο», που εμπίπτει στην κλάση 29. |
6 |
Ο λόγος που προβλήθηκε προς στήριξη της ανακοπής ήταν ο αναφερόμενος στο άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009. |
7 |
Στις 14 Μαΐου 2014, το τμήμα ανακοπών δέχθηκε την ανακοπή καταλήγοντας στην ύπαρξη κινδύνου συγχύσεως μεταξύ των αντιπαρατιθέμενων σημάτων κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009. |
8 |
Στις 14 Ιουλίου 2014, η προσφεύγουσα άσκησε προσφυγή ενώπιον του EUIPO κατά της αποφάσεως του τμήματος ανακοπών, δυνάμει των άρθρων 58 έως 64 του κανονισμού 207/2009. |
9 |
Με απόφαση της 4ης Νοεμβρίου 2015 (στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση), το δεύτερο τμήμα προσφυγών του EUIPO απέρριψε την προσφυγή. Έκρινε, κατ’ αρχάς, ότι η Mueloliva είχε προσκομίσει, κατόπιν του σχετικού αιτήματος της προσφεύγουσας, την απόδειξη της ουσιαστικής χρήσεως του προηγούμενου ισπανικού σήματος FUENOLIVA για το «παρθένο ελαιόλαδο» στην Ισπανία για περίοδο πέντε ετών, από τις 9 Σεπτεμβρίου 2007 έως τις 8 Σεπτεμβρίου 2012 (στο εξής: κρίσιμη περίοδος). Αναφέρθηκε συναφώς στα τιμολόγια, στα δελτία λογιστικών στοιχείων, στις επισημάνσεις, σε δύο συγκριτικές μελέτες και στα δημοσιεύματα στον Τύπο που προσκόμισε η Mueloliva, προβαίνοντας σε συνολική εκτίμηση των εν λόγω αποδεικτικών στοιχείων, αλλά αναγνωρίζοντας, ταυτόχρονα, ότι ορισμένα στοιχεία δεν έφεραν ημερομηνία ή δεν προέρχονταν από την κρίσιμη περίοδο (σημεία 14 έως 32 της προσβαλλομένης αποφάσεως). Το τμήμα προσφυγών έκρινε, στη συνέχεια, στο πλαίσιο της εκτιμήσεως του κινδύνου συγχύσεως των δύο αντιπαρατιθέμενων σημάτων, ότι το ενδιαφερόμενο κοινό ήταν το ευρύ κοινό στην Ισπανία, το οποίο επιδεικνύει μεσαίου βαθμού προσοχή κατά την αγορά βρώσιμων ελαίων και λιπών (σημεία 37 έως 40 της προσβαλλομένης αποφάσεως). Αναφέρθηκε στο γεγονός ότι οι διάδικοι δεν αμφισβητούσαν ότι τα προϊόντα που αφορούσαν τα αντιπαρατιθέμενα λεκτικά σήματα ήσαν πανομοιότυπα ή παρόμοια (σημεία 41 και 42 της προσβαλλομένης αποφάσεως). Συγκρίνοντας τα αντιπαρατιθέμενα σημεία, επισήμανε ότι αμφότερα αποτελούνταν από μια λέξη εννέα γραμμάτων, με κοινό τον όρο «oliva», ο οποίος έχει, αυτός καθαυτόν, ασθενή διακριτικό χαρακτήρα, στο μέτρο που παραπέμπει στα παράγωγα προϊόντα της ελιάς ή στα προϊόντα που περιέχουν ελαιόλαδο. Η επίδραση του όρου αυτού στην εκτίμηση του κινδύνου συγχύσεως των αντιπαρατιθέμενων σημάτων ήταν, επομένως, περιορισμένη (σημεία 46 έως 48 της προσβαλλομένης αποφάσεως). Το τμήμα προσφυγών προσέθεσε ακόμη ότι, σε οπτικό επίπεδο, μόνη η διαφορά των δύο γραμμάτων στα εννέα που συνθέτουν τα λεκτικά στοιχεία τα οποία συγκροτούν τα αντιπαρατιθέμενα σήματα ήταν, λαμβανομένου υπόψη του κοινού όρου «oliva», ανεπαρκής προκειμένου να αποφευχθεί μια συνολική εντύπωση ομοιότητας. Σε φωνητικό επίπεδο, τα λεκτικά στοιχεία είναι παρόμοια και, σε εννοιολογικό επίπεδο, ενώ ο κοινός όρος «oliva» παραπέμπει στις ελιές ή στο ελαιόλαδο, τα στοιχεία «fuen» και «font» παραπέμπουν αμφότερα στην ισπανική λέξη «fuente», η οποία περιγράφει μια βρύση ή μια πηγή, πράγμα που συνεπάγεται τουλάχιστον ομοιότητα, αν όχι ταυτότητα, των αντιπαρατιθέμενων σημάτων (σημεία 49 έως 51 της προσβαλλομένης αποφάσεως). Επομένως, λαμβάνοντας υπόψη το σύνολο των σκέψεων αυτών, το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι, υπό τις συνθήκες της εξεταζομένης περιπτώσεως, υφίστατο κίνδυνος συγχύσεως μεταξύ των αντιπαρατιθέμενων σημάτων (σημεία 52 έως 57 της προσβαλλομένης αποφάσεως). |
Αιτήματα των διαδίκων
10 |
Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:
|
11 |
Το EUIPO ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:
|
Σκεπτικό
Επί του παραδεκτού του δευτέρου αιτήματος
12 |
Το δεύτερο αίτημα της προσφεύγουσας πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι με αυτό ζητείται από το Γενικό Δικαστήριο, αφενός, να απορρίψει την ανακοπή που άσκησε η Mueloliva και, αφετέρου, να δεχθεί το αίτημα προστασίας του σήματος εντός της Ένωσης. Με αυτό ζητείται, στην πραγματικότητα, να μεταρρυθμίσει το Γενικό Δικαστήριο την προσβαλλόμενη απόφαση υπό την έννοια του άρθρου 65, παράγραφος 3, του κανονισμού 207/2009, εκδίδοντας την απόφαση που όφειλε να έχει λάβει το τμήμα προσφυγών, σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού 207/2009. Πάντως, όπως επισημαίνει το EUIPO, σύμφωνα με το άρθρο 64, παράγραφος 1, του ιδίου κανονισμού, το τμήμα προσφυγών δύναται μόνον είτε να ασκήσει τις αρμοδιότητες του τμήματος που εξέδωσε την προσβαλλόμενη ενώπιόν του απόφαση είτε να αναπέμψει την υπόθεση στο τμήμα αυτό για τα περαιτέρω. Ωστόσο, εν προκειμένω, η προσβαλλόμενη ενώπιον του τμήματος προσφυγών απόφαση προέρχεται από τμήμα ανακοπών, το οποίο είναι αρμόδιο μόνον να αποφαίνεται επί ανακοπής και, ενδεχομένως, αν αυτή είναι βάσιμη, να απορρίπτει αίτημα προστασίας εντός της Ένωσης δυνάμει διεθνούς καταχωρίσεως ή καταχωρίσεως σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά όχι και να δέχεται το εν λόγω αίτημα. Πρέπει, άλλωστε, να υπομνησθεί ότι, λαμβανομένων υπόψη, αφενός, της διεξαγωγής της διαδικασίας καταχωρίσεως όπως προβλέπεται στις διατάξεις του τίτλου IV του κανονισμού 207/2009, που προϋποθέτει, κατ’ αρχάς, αρχικό έλεγχο από εξεταστή, ιδίως υπό το πρίσμα των απολύτων λόγων απαραδέκτου, και στη συνέχεια, σε περίπτωση ευνοϊκού πορίσματος αυτού του ελέγχου, δημοσίευση της αιτήσεως καταχωρίσεως προκειμένου να παρασχεθεί η δυνατότητα ασκήσεως ενδεχόμενων ανακοπών υπό το πρίσμα των σχετικών λόγων απαραδέκτου και, αφετέρου, των διατάξεων του άρθρου 59 του εν λόγω κανονισμού σχετικά με τα πρόσωπα που νομιμοποιούνται να ασκήσουν προσφυγή, κατά τις οποίες «[κ]άθε διάδικος σε διαδικασία για την οποία εκδόθηκε απόφαση, μπορεί να ασκήσει προσφυγή κατά το μέρος που η απόφαση αυτή δεν τον δικαιώνει», το τμήμα προσφυγών δεν θα είναι ποτέ σε θέση να προβεί σε καταχώριση. Συγκεκριμένα, η απόφασή του μπορεί να εκδοθεί μόνο στο πλαίσιο προσφυγής κατά αποφάσεως εκδοθείσας μετά από αρχικό έλεγχο εξεταστή που κατέληξε σε δυσμενές πόρισμα, οπότε, εάν το τμήμα προσφυγών δικαιώσει τον προσφεύγοντα, η διαδικασία θα πρέπει να συνεχιστεί με τη δημοσίευση της αιτήσεως καταχωρίσεως, ή στο πλαίσιο προσφυγής κατά αποφάσεως τμήματος ανακοπών, οπότε, όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, το τμήμα προσφυγών δεν θα μπορέσει και πάλι να δώσει το ίδιο συνέχεια στην αίτηση καταχωρίσεως. Επομένως, ούτε το Γενικό Δικαστήριο είναι αρμόδιο να αποφανθεί επί αιτήματος μεταρρυθμίσεως με το οποίο ζητείται από αυτό να τροποποιήσει την απόφαση τμήματος προσφυγών υπό την έννοια αυτή [βλ., συναφώς, απόφαση της 12ης Απριλίου 2011, Euro-Information κατά ΓΕΕΑ (EURO AUTOMATIC PAYMENT), T‑28/10, EU:T:2011:158, σκέψη 13]. |
13 |
Κατά συνέπεια, το δεύτερο αίτημα της προσφεύγουσας πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτο, στο μέτρο που με αυτό ζητείται να δεχθεί το Γενικό Δικαστήριο το αίτημα προστασίας εντός της Ένωσης. Αντιθέτως, είναι παραδεκτό, στο μέτρο που με αυτό ζητείται η απόρριψη της ανακοπής που άσκησε η Mueloliva [βλ., συναφώς, απόφαση της 26ης Σεπτεμβρίου 2014, Koscher + Würtz κατά ΓΕΕΑ – Kirchner & Wilhelm (KW SURGICAL INSTRUMENTS), T‑445/12, EU:T:2014:829, σκέψεις 15, 18 και 40]. |
Επί της ουσίας
14 |
Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει, κατ’ ουσίαν, δύο λόγους ακυρώσεως. Ο πρώτος αντλείται από παράβαση του άρθρου 42, παράγραφοι 2 και 3, του κανονισμού 207/2009, σε συνδυασμό με το άρθρο 15, παράγραφοι 1 και 2, του ιδίου κανονισμού, και αφορά την ανεπάρκεια των αποδείξεων που προσκομίσθηκαν για την ουσιαστική χρήση του προγενέστερου εθνικού σήματος FUENOLIVA. Ο δεύτερος λόγος ακυρώσεως αντλείται από παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009 και διαρθρώνεται σε δύο σκέλη. Αφενός, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι, όταν το τμήμα προσφυγών επικύρωσε το βάσιμο της ανακοπής, η καταχώριση του προγενέστερου εθνικού σήματος FUENOLIVA, στο οποίο στηριζόταν η ανακοπή, δεν είχε ανανεωθεί. Αφετέρου, υποστηρίζει ότι δεν υπάρχει κίνδυνος συγχύσεως μεταξύ των αντιπαρατιθέμενων σημάτων. Για τους λόγους αυτούς, υποστηρίζει ότι δεν εδικαιολογείτο η ανακοπή κατά της καταχωρίσεως του σήματός της. |
15 |
Κατ’ αρχάς, πρέπει να εξετασθεί το πρώτο σκέλος του δεύτερου λόγου ακυρώσεως. |
Επί του πρώτου σκέλους του δεύτερου λόγου ακυρώσεως
16 |
Η προσφεύγουσα εκθέτει ότι αντελήφθη μετά την έκδοση της προσβαλλομένης αποφάσεως ότι ο δικαιούχος του προγενέστερου ισπανικού σήματος FUENOLIVA δεν είχε ανανεώσει την καταχώριση του σήματος αυτού πριν το τμήμα προσφυγών εκδώσει την προσβαλλόμενη απόφαση. Κατά την άποψή της, δεδομένου ότι η αρχική καταχώριση είχε ζητηθεί στις 15 Φεβρουαρίου 1975 και το ισπανικό δίκαιο προβλέπει δεκαετή ισχύ των καταχωρίσεων από την ημερομηνία της σχετικής αιτήσεως, η καταχώριση θα έπρεπε να είχε ανανεωθεί στις 15 Φεβρουαρίου 2015. Ωστόσο, η επικαιροποίηση, στις 2 Δεκεμβρίου 2015, του δελτίου σχετικά με το επίμαχο σήμα που δημοσίευσε η Oficina Española de Patentes y Marcas (ισπανικό Γραφείο Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας και Σημάτων) ανέφερε ότι η λήξη της ισχύος της καταχωρίσεως του σήματος διαπιστώθηκε στις 26 Νοεμβρίου 2015. |
17 |
Αναφερόμενη στην απόφαση της 13ης Σεπτεμβρίου 2006, MIP Metro κατά ΓΕΕΑ –Tesco Stores (METRO) (T‑191/04, EU:T:2006:254), και υπογραμμίζοντας ότι το Γενικό Δικαστήριο έκρινε, με την απόφαση εκείνη, ότι τα τμήματα προσφυγών ασκούν, εκτός της περιπτώσεως αναπομπής, τις αρμοδιότητες του τμήματος ανακοπών που εξέδωσε την απόφαση κατά της οποίας στρέφεται η ασκηθείσα ενώπιόν τους προσφυγή και ότι δεν μπορούν τα ίδια να εκδώσουν απόφαση που θα ήταν παράνομη κατά τον χρόνο που αποφαίνονται, η προσφεύγουσα εκτιμά ότι το τμήμα προσφυγών δεν μπορούσε να επικυρώσει το βάσιμο της ανακοπής. |
18 |
Η προσφεύγουσα προσθέτει ότι, στις αρχές Ιανουαρίου του 2016, κατατέθηκε νέα αίτηση καταχωρίσεως ισπανικού σήματος για το σήμα FUENOLIVA που αφορά το ελαιόλαδο, στο όνομα Fuentes Lopez, SL, χωρίς η ίδια να γνωρίζει αν ο εν λόγω αιτών έχει δεσμούς με τη Mueloliva. |
19 |
Το EUIPO επισημαίνει, με τη σειρά του, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση κοινοποιήθηκε στις 5 Νοεμβρίου 2015, δηλαδή πριν από τη δημοσίευση, στις 2 Δεκεμβρίου 2015, της λήξεως της ισχύος της καταχωρίσεως του προγενέστερου ισπανικού σήματος FUENOLIVA από το ισπανικό Γραφείο Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας και Σημάτων, και ότι, βάσει των αποδείξεων που προσκομίσθηκαν ενώπιον του τμήματος ανακοπών και του τμήματος προσφυγών, από κανένα στοιχείο δεν προέκυπτε ότι η καταχώριση του εν λόγω σήματος δεν θα ανανεωνόταν, σε αντίθεση με ό,τι είχε συμβεί στην υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση της 13ης Σεπτεμβρίου 2006, METRO (T‑191/04, EU:T:2006:254), στο πλαίσιο της οποίας η ανακόπτουσα δεν είχε προσκομίσει την απόδειξη της ανανεώσεως της καταχωρίσεως του σήματός της, ενώ το τμήμα ανακοπών τής το είχε ζητήσει. Κατά το EUIPO, η καταχώριση του προγενέστερου ισπανικού σήματος FUENOLIVA εξακολουθούσε να ισχύει όταν αποφάνθηκε το τμήμα προσφυγών. |
20 |
Διαπιστώνεται ότι οι διάδικοι ερμηνεύουν διαφορετικά το εθνικό δίκαιο όσον αφορά τη διάρκεια της ισχύος καταχωρίσεως σήματος. Το EUIPO φαίνεται ότι θεωρεί ότι η καταχώριση σήματος στο ισπανικό Γραφείο Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας και Σημάτων εξακολουθεί να ισχύει ενόσω δεν έχει δημοσιευθεί η λήξη της ισχύος της (εν προκειμένω στις 2 Δεκεμβρίου 2015), ενώ η προσφεύγουσα εκτιμά ότι η καταχώριση ισπανικού σήματος παύει να ισχύει, ελλείψει ανανεώσεως, κατά την εκπνοή της δεκαετούς περιόδου ισχύος της (εν προκειμένω στις 15 Φεβρουαρίου 2015). Πάντως, οι εν λόγω ερμηνευτικές αποκλίσεις δεν ασκούν εν προκειμένω επιρροή. |
21 |
Όπως προκύπτει από πάγια νομολογία, η νομιμότητα της προσβαλλομένης πράξεως πρέπει να εκτιμάται σε συνάρτηση με τα νομικά και πραγματικά στοιχεία που υφίστανται κατά την ημερομηνία εκδόσεως της πράξεως [αποφάσεις της 7ης Φεβρουαρίου 1979, Γαλλία κατά Επιτροπής, 15/76 και 16/76, EU:C:1979:29, σκέψεις 7 και 8· της 17ης Οκτωβρίου 1989, Dow Benelux κατά Επιτροπής, 85/87, EU:C:1989:379, σκέψη 49· διάταξη της 7ης Φεβρουαρίου 2013, Majtczak κατά Feng Shen Technology και ΓΕΕΑ, C‑266/12 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2013:73, σκέψη 45, και απόφαση της 21ης Ιανουαρίου 2016, Laboratorios Ern κατά ΓΕΕΑ – michelle menard (Lenah.C), T‑802/14, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2016:25, σκέψη 15]. |
22 |
Επομένως, αν υποτεθεί ότι η καταχώριση του προγενέστερου εθνικού σήματος FUENOLIVA εξακολουθούσε να ισχύει κατά την έκδοση της προσβαλλομένης αποφάσεως, έστω και για λίγες μόνον εβδομάδες, ανεξαρτήτως του ζητήματος του βάρους αποδείξεως της περιστάσεως αυτής, το τμήμα προσφυγών δεν μπορούσε παρά να στηριχθεί στην παραδοχή αυτή για να εκδώσει την προσβαλλόμενη απόφαση, χωρίς το Γενικό Δικαστήριο να μπορεί τώρα να λάβει υπόψη το μεταγενέστερο γεγονός της λήξεως της ισχύος της καταχωρίσεως του προγενέστερου εθνικού σήματος FUENOLIVA ούτε, άλλωστε να στηριχθεί σε αυτό για να καταργήσει τη δίκη [βλ., συναφώς και κατ’ αναλογία, διάταξη της 8ης Μαΐου 2013, Cadila Healthcare κατά ΓΕΕΑ, C‑268/12 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2013:296, σκέψεις 32 και 33· αποφάσεις της 4ης Νοεμβρίου 2008, Group Lottuss κατά ΓΕΕΑ – Ugly (COYOTE UGLY), T‑161/07, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2008:473, σκέψεις 49 και 50, και της 8ης Οκτωβρίου 2014, Fuchs κατά ΓΕΕΑ – Les Complices (Αστέρι μέσα σε κύκλο), T‑342/12, EU:T:2014:858, σκέψη 24]. |
23 |
Αν υποτεθεί, όπως υποστηρίζει η προσφεύγουσα, ότι η ισχύς της καταχωρίσεως του προγενέστερου ισπανικού σήματος FUENOLIVA εξέπνευσε πριν από την έκδοση της προσβαλλομένης αποφάσεως, πρέπει βεβαίως να γίνει δεκτό, όπως κρίθηκε με την απόφαση της 13ης Σεπτεμβρίου 2006, METRO (T‑191/04, EU:T:2006:254, σκέψη 32), ότι η λειτουργία εξακριβώσεως της ταυτότητας καταγωγής που επιτελεί προγενέστερο σήμα δεν μπορεί να απειλείται από άλλο σήμα το οποίο καταχωρείται μόνο μετά τη λήξη ισχύος του προγενέστερου σήματος και ότι, ελλείψει χρονικής περιόδου κατά τη διάρκεια της οποίας τα δύο σήματα μπορούν να συνυπάρχουν, καμία σύγκρουση δεν μπορεί να εμφανιστεί. Ωστόσο, πρέπει να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι, όπως κρίθηκε με την απόφαση της 12ης Δεκεμβρίου 2002, eCopy κατά ΓΕΕΑ (ECOPY) (T‑247/01, EU:T:2002:319, σκέψη 46), και με την απόφαση της 13ης Σεπτεμβρίου 2010, KUKA Roboter κατά ΓΕΕΑ (Απόχρωση του πορτοκαλί) (T‑97/08, EU:T:2010:396, σκέψη 11), η νομιμότητα αποφάσεως του τμήματος προσφυγών θίγεται από την επίκληση ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου νέων πραγματικών περιστατικών μόνον εάν αποδειχθεί ότι το τμήμα προσφυγών όφειλε να λάβει αυτεπαγγέλτως υπόψη τα περιστατικά αυτά κατά τη διοικητική διαδικασία, πριν εκδώσει την απόφασή του. |
24 |
Επομένως, στο μέτρο που ούτε η προσφεύγουσα ούτε η Mueloliva έθιξαν το ζήτημα της λήξεως της ισχύος της καταχωρίσεως του προγενέστερου εθνικού σήματος FUENOLIVA ή δεν προσκόμισαν στοιχεία σχετικά με το ζήτημα αυτό κατά τη διαδικασία ενώπιον του τμήματος προσφυγών, πρέπει να ερευνηθεί αν αυτό όφειλε να εξετάσει αυτεπαγγέλτως το ζήτημα αυτό. |
25 |
Πρώτον, πρέπει να υπομνηστεί ότι το άρθρο 41, παράγραφος 3, του κανονισμού 207/2009 και ο κανόνας 19, παράγραφοι 1 και 2, στοιχείο αʹ, σημείο ii, του κανονισμού (ΕΚ) 2868/95 της Επιτροπής, της 13ης Δεκεμβρίου 1995, περί της εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 του Συμβουλίου για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ 1995, L 303, σ. 1), προβλέπουν, μεταξύ άλλων, ότι, εντός προθεσμίας που τάσσει το EUIPO, ο ανακόπτων πρέπει να υποβάλει αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με την ύπαρξη, εγκυρότητα και έκταση της προστασίας του προγενέστερου σήματός του και ειδικότερα, προκειμένου για προγενέστερο σήμα άλλο εκτός από σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο έχει ήδη καταχωριστεί, αντίγραφο του σχετικού πιστοποιητικού καταχωρίσεως και, όπου ενδείκνυται, του πιο πρόσφατου πιστοποιητικού ανανεώσεως που αποδεικνύει ότι η περίοδος προστασίας του σήματος υπερβαίνει το χρονικό διάστημα που καθόρισε το EUIPO και αναφέρεται παραπάνω, καθώς και τις ενδεχόμενες παρατάσεις του διαστήματος αυτού, ή ισοδύναμα έγγραφα της διοικητικής αρχής στην οποία κατατέθηκε η αίτηση καταχωρήσεως του σήματος. Λαμβανομένων υπόψη του τίτλου και της θέσεως των προαναφερθεισών κανονιστικών διατάξεων στο σύνολο των διαδικαστικών διατάξεων που εφαρμόζονται στο σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στον τίτλο IV, «Διαδικασία καταχώρισης», τμήμα 4, «Παρατηρήσεις τρίτων και ανακοπή», του κανονισμού 207/2009 και στον τίτλο II, «Διαδικασία ανακοπής και απόδειξη χρήσης», του κανονισμού 2868/95, αντιστοίχως) και λαμβανομένου επίσης υπόψη του άρθρου 132, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009, κατά το οποίο το τμήμα ανακοπών είναι αρμόδιο για κάθε απόφαση ανακοπής κατά μιας αίτησης καταχώρισης σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όταν οι εν λόγω κανονιστικές διατάξεις κάνουν λόγο για «προθεσμία που τάσσει το EUIPO», επιβάλλεται η διαπίστωση ότι πρόκειται για την προθεσμία που καθορίζει το τμήμα ανακοπών μετά την έναρξη της διαδικασίας ανακοπής. |
26 |
Δεύτερον, τα τμήματα προσφυγών που επιλαμβάνονται προσφυγών κατά αποφάσεων τμημάτων ανακοπών ασκούν μεν τις αρμοδιότητες των τμημάτων αυτών επί της ουσίας, πλην όμως το διαδικαστικό πλαίσιο το οποίο εφαρμόζεται ενώπιον των τμημάτων προσφυγών δεν είναι το ίδιο με αυτό που εφαρμόζεται ενώπιον των τμημάτων ανακοπών. Έτσι, ενώ ενώπιον του τμήματος ανακοπών ο ανακόπτων οφείλει, κατ’ εφαρμογή του κανόνα 19, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, σημείο ii, του κανονισμού 2868/95, να προσκομίσει, εντός της προθεσμίας που τάσσει το τμήμα ανακοπών για την προσκόμιση των αναγκαίων στοιχείων προς στήριξη της ανακοπής του, την απόδειξη ότι η ισχύς της καταχωρίσεως του προγενέστερου σήματος υπερβαίνει την προθεσμία αυτή, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι οι διαδικαστικοί κανόνες που εφαρμόζονται ενώπιον των τμημάτων προσφυγών δεν περιλαμβάνουν παρεμφερείς διατάξεις. |
27 |
Πράγματι, μεταξύ των εφαρμοστέων ενώπιον των τμημάτων προσφυγών διαδικαστικών διατάξεων που αφορούν την αρχή της κατ’ αντιμωλία συζητήσεως και τους προβλητέους λόγους, επιχειρήματα και πραγματικά περιστατικά, το άρθρο 76 του κανονισμού 207/2009, το οποίο ανήκει –στο πλαίσιο του τίτλου IX του κανονισμού αυτού, ο οποίος επιγράφεται «Δικονομικές διατάξεις»– στο τμήμα 1, σχετικά με τις γενικές δικονομικές διατάξεις οι οποίες εφαρμόζονται στα διάφορα τμήματα του EUIPO, και αφορά την αυτεπάγγελτη εξέταση των πραγματικών περιστατικών, ορίζει τα εξής: «1. Κατά την ενώπιόν του διαδικασία, το [EUIPO] εξετάζει τα πραγματικά περιστατικά· εντούτοις, σε διαδικασία που αφορά τους σχετικούς λόγους απαραδέκτου της καταχώρισης, η εξέταση περιορίζεται στα επιχειρήματα που προβάλλουν οι διάδικοι καθώς και τα υποβληθέντα από αυτούς αιτήματα. […] 2. Το [EUIPO] μπορεί να μη λαμβάνει υπόψη πραγματικά περιστατικά των οποίων δεν έγινε επίκληση ή αποδείξεις που δεν προσεκόμισαν εγκαίρως οι διάδικοι.» |
28 |
Εξάλλου, ο κανόνας 50, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 2868/95, που περιλαμβάνεται στον τίτλο X, «Προσφυγές», του εν λόγω κανονισμού, προβλέπει βεβαίως ότι «[ο]ι διατάξεις που ισχύουν για τη διαδικασία ενώπιον του τμήματος που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση, εφαρμόζονται κατ’ αναλογία και για τη διαδικασία προσφυγής, εκτός αν ορίζεται άλλως». Ωστόσο, το τρίτο εδάφιο της παραγράφου αυτής περιέχει την ακόλουθη αντίθετη διάταξη: «Στην περίπτωση που η προσφυγή αφορά απόφαση τμήματος ανακοπών, το τμήμα εξετάζει την προσφυγή μόνον όσον αφορά τα γεγονότα και τα αποδεικτικά στοιχεία που έχουν κατατεθεί εντός των προθεσμιών που ορίζονται ή διευκρινίζονται από το τμήμα ανακοπών σύμφωνα με τον κανονισμό και τους παρόντες κανόνες, εκτός εάν το τμήμα θεωρεί ότι πρέπει να ληφθούν υπόψη επιπρόσθετα ή συμπληρωματικά γεγονότα και στοιχεία δυνάμει του άρθρου [76, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009].» |
29 |
Ούτε από τις προαναφερθείσες διατάξεις ούτε από τις λοιπές εφαρμοστέες δικονομικές διατάξεις προκύπτει ότι τμήμα προσφυγών επιληφθέν προσφυγής κατά αποφάσεως τμήματος ανακοπών, το οποίο αποφάνθηκε επί σχετικού λόγου απαραδέκτου της καταχωρίσεως, υποχρεούται να εξετάσει το ίδιο αυτεπαγγέλτως το ζήτημα της λήξεως της ισχύος της καταχωρίσεως του προγενέστερου σήματος μετά την εκπνοή της προθεσμίας που έταξε το τμήμα ανακοπών στον ανακόπτοντα για να προσκομίσει την απόδειξη της ισχύος αυτής. |
30 |
Επιπλέον, καμία από τις διατάξεις αυτές δεν μπορεί να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι υποχρεώνει τον ανακόπτοντα να προσκομίσει αυτεπαγγέλτως την απόδειξη ότι η καταχώριση του προγενέστερου σήματος ισχύει μέχρι τον χρόνο κατά τον οποίο αποφαίνεται το τμήμα προσφυγών (βλ., κατ’ αναλογία, απόφαση της 29ης Ιουλίου 2010, Anheuser-Busch κατά ΓΕΕΑ, C‑214/09 P, EU:C:2010:456, σκέψεις 56 έως 69). |
31 |
Οι διαπιστώσεις που περιλαμβάνονται ανωτέρω, στις σκέψεις 29 και 30, δεν θίγουν, πάντως, τη δυνατότητα του αιτουμένου την καταχώριση του σήματος που έχει αποτελέσει αντικείμενο της ανακοπής να προβάλει ενώπιον του τμήματος προσφυγών ότι ο ανακόπτων δεν προσκόμισε την απόδειξη της διατηρήσεως της ισχύος της καταχωρίσεως του προγενέστερου σήματος για εύλογο χρόνο, λαμβανομένης υπόψη της διαδικασίας ενώπιον του τμήματος προσφυγών, προκειμένου να κληθεί ο ανακόπτων να απαντήσει συναφώς και το τμήμα προσφυγών να λάβει υπόψη την κατάσταση, υπό το πρίσμα ιδίως των δικονομικών διατάξεων που υπομνήσθηκαν ανωτέρω, στις σκέψεις 27 και 28. |
32 |
Εντούτοις, όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, από τη δικογραφία προκύπτει ότι η προσφεύγουσα δεν έθεσε ενώπιον του τμήματος προσφυγών το ζήτημα της διατηρήσεως της ισχύος της καταχωρίσεως του προγενέστερου εθνικού σήματος FUENOLIVA, ενώ πλησίαζε, μάλιστα δε είχε ήδη αρχίσει, το έτος 2015, κατά τη διάρκεια του οποίου η ισχύς της εν λόγω καταχωρίσεως έληγε και θα έπρεπε ενδεχομένως να ανανεωθεί, ακόμη και όταν η γραμματεία των τμημάτων προσφυγών της κοινοποίησε, με έγγραφο της 4ης Φεβρουαρίου 2015, τις παρατηρήσεις που υπέβαλε προς αντίκρουση η Mueloliva, αναφέροντας ότι το επιληφθέν τμήμα έκρινε ότι μπορούσε να αποφανθεί επί της διαφοράς επί τη βάσει των στοιχείων του φακέλου και, κατά συνέπεια, ότι δεν προβλεπόταν υποβολή υπομνήματος απαντήσεως. Η προσφεύγουσα θα μπορούσε ακόμη να το πράξει κατά τον χρόνο εκείνο, στηριζόμενη στις διατάξεις του άρθρου 76, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009, κατά τις οποίες το «[EUIPO] μπορεί να μη λαμβάνει υπόψη πραγματικά περιστατικά των οποίων δεν έγινε επίκληση ή αποδείξεις που δεν προσεκόμισαν εγκαίρως οι διάδικοι». |
33 |
Συγκεκριμένα, οι διατάξεις αυτές έχουν ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι οι διάδικοι εξακολουθούν κατά κανόνα, αν δεν υπάρχει αντίθετη διάταξη, να έχουν τη δυνατότητα να προβάλουν πραγματικά περιστατικά και να προσκομίσουν αποδεικτικά στοιχεία ενώπιον του EUIPO ακόμη και μετά τη λήξη των προθεσμιών που τάσσουν προς τούτο οι διατάξεις του κανονισμού 207/2009 και ότι δεν επιβάλλεται στο EUIPO καμία απαγόρευση συνεκτιμήσεως πραγματικών περιστατικών και αποδεικτικών στοιχείων που προβλήθηκαν ή προσκομίστηκαν εκπροθέσμως, ενδεχομένως το πρώτον ενώπιον του τμήματος προσφυγών [απόφαση της 18ης Ιουλίου 2013, New Yorker SHK Jeans κατά ΓΕΕΑ, C‑621/11 P, EU:C:2013:484, σκέψη 30· βλ., επίσης, απόφαση της 11ης Δεκεμβρίου 2014, CEDC International κατά ΓΕΕΑ – Underberg (Σχήμα φύλλου χόρτου μέσα σε φιάλη), T‑235/12, EU:T:2014:1058, σκέψη 44 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία]. Βεβαίως, όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, στη σκέψη 28, ο κανόνας 50, παράγραφος 1, του κανονισμού 2868/95 προβλέπει ειδικό καθεστώς όταν ασκείται προσφυγή κατά αποφάσεως του τμήματος ανακοπών. Αν και το πρώτο εδάφιο της παραγράφου αυτής καθιερώνει την αρχή ότι οι διατάξεις που ισχύουν για τη διαδικασία ενώπιον του τμήματος που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση εφαρμόζονται κατ’ αναλογία και για τη διαδικασία προσφυγής, το τρίτο εδάφιο αυτής εισάγει παρέκκλιση από την αρχή αυτή για τις προσφυγές που αφορούν απόφαση τμήματος ανακοπών, καθόσον προβλέπει ότι το τμήμα προσφυγών εξετάζει την προσφυγή μόνον όσον αφορά τα πραγματικά περιστατικά των οποίων έγινε επίκληση και τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκομίσθηκαν εντός των προθεσμιών που έταξε ή όρισε το τμήμα ανακοπών, εκτός εάν θεωρεί ότι πρέπει να ληφθούν υπόψη επιπρόσθετα ή συμπληρωματικά γεγονότα και αποδεικτικά στοιχεία σύμφωνα με το άρθρο 76, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009. Επομένως, στο πλαίσιο αυτό, το τμήμα προσφυγών θα μπορούσε, εάν είχε επιληφθεί συναφώς, να εκτιμήσει ότι έπρεπε να λάβει υπόψη το ζήτημα της ισχύος της καταχωρίσεως του προγενέστερου εθνικού σήματος FUENOLIVA λόγω της πιθανής προσεχούς λήξεως της ισχύος της (βλ., συναφώς, απόφαση της 3ης Οκτωβρίου 2013, Rintisch κατά ΓΕΕΑ, C‑120/12 P, EU:C:2013:638, σκέψη 32). |
34 |
Επομένως, υπό το πρίσμα των διαπιστώσεων που περιλαμβάνονται στις σκέψεις 29 και 30 ανωτέρω, δεν μπορεί να προσαφθεί στο τμήμα προσφυγών ότι δεν έλαβε υπόψη την πιθανή έλλειψη ανανεώσεως της καταχωρίσεως του προγενέστερου εθνικού σήματος FUENOLIVA, στο οποίο στηριζόταν η ανακοπή, όταν εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση, όποια και αν ήταν σε τελική ανάλυση η ημερομηνία λήξεως της ισχύος της καταχωρίσεως αυτής κατά το ισπανικό δίκαιο. |
35 |
Από τις προηγούμενες σκέψεις προκύπτει ότι το πρώτο σκέλος του δεύτερου λόγου ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί. |
Επί του πρώτου λόγου ακυρώσεως, που αντλείται από παράβαση του άρθρου 42, παράγραφοι 2 και 3, του κανονισμού 207/2009, σε συνδυασμό με το άρθρο 15, παράγραφοι 1 και 2, του ιδίου κανονισμού
36 |
Η προσφεύγουσα εκτιμά ότι το τμήμα ανακοπών και το τμήμα προσφυγών ανέλυσαν εσφαλμένως τα στοιχεία που προσκόμισε η Mueloliva για να καταδείξει την ουσιαστική χρήση του προγενέστερου ισπανικού σήματος FUENOLIVA στην Ισπανία κατά τη διάρκεια της πενταετούς περιόδου που προηγήθηκε της δημοσιεύσεως της διεθνούς καταχωρίσεως με ισχύ στην Ευρωπαϊκή Ένωση του σήματος FONTOLIVA. Αφού υπέμνησε ορισμένες αρχές τις οποίες συνήγαγε ο δικαστής της Ένωσης προκειμένου να εξετασθεί η ύπαρξη ουσιαστικής χρήσεως σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αφού αναφέρθηκε ιδίως στην απόφαση της 11ης Μαρτίου 2003, Ansul (C‑40/01, EU:C:2003:145), η προσφεύγουσα εκθέτει ότι τα στοιχεία που προσκόμισε η Mueloliva συνίσταντο σε δέκα τιμολόγια, δύο δελτία λογιστικών στοιχείων, τρία είδη επισημάνσεως, δύο αποσπάσματα συγκριτικών μελετών και δημοσιεύματα στον Τύπο. Υπογραμμίζει, κυρίως, ότι το ένα από τα δημοσιεύματα στον Τύπο χρονολογείται από το 2004 και δεν εντάσσεται στη χρονική περίοδο αναφοράς, ότι οι επισημάνσεις δεν φέρουν ημερομηνία ενώ θα μπορούσαν να φέρουν, εφόσον αφορούν προϊόν διατροφής, ότι ούτε το απόσπασμα της μιας εκ των συγκριτικών μελετών μπορεί να χρονολογηθεί, ότι, επιπλέον, είναι συντεταγμένο στα ισπανικά και δεν έχει μεταφραστεί στο σύνολό του (όπως άλλα έγγραφα) στη γλώσσα διαδικασίας, δηλαδή στην αγγλική, ενώ τροποποιήθηκε χειρογράφως με αποσπασματικές μεταφράσεις και ότι, με τον τρόπο αυτόν, δεν είναι δυνατόν να καταστεί γνωστό ούτε το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται ούτε το ακριβές περιεχόμενό του, ότι τα δέκα τιμολόγια, από το 2010 και το 2011, δεν είναι συνεχόμενα και ότι τίποτε δεν αποδεικνύει ότι τα άλλα τιμολόγια που εκδόθηκαν μεταξύ των ως άνω δέκα τιμολογίων αφορούσαν πωλήσεις με το προγενέστερο ισπανικό σήμα FUENOLIVA, ότι τρία από τα δέκα τιμολόγια περιλαμβάνουν, άλλωστε, τη μνεία «FUE» και όχι τη μνεία του προγενέστερου ισπανικού σήματος FUENOLIVA ενώ, εξάλλου, άλλα τιμολόγια αναφέρουν και το σήμα FUENSOL, ότι τα δελτία λογιστικών στοιχείων δεν περιλαμβάνουν ούτε ημερομηνίες ούτε αποδέκτες, ότι η ετέρα συγκριτική μελέτη, η οποία χρονολογείται από το 2007, μνημονεύει βεβαίως το προγενέστερο ισπανικό σήμα FUENOLIVA, αλλά δεν παρέχει καμία αντικειμενική ένδειξη για την πραγματική εμπορία ελαιολάδου υπό το σήμα αυτό και, επιπλέον, αναφέρει την τιμή των 2,55 ευρώ ανά λίτρο, η οποία διαφέρει από τις τιμές που αναγράφονται στα τιμολόγια του 2010 και του 2011, οι οποίες κυμαίνονται από 1,74 έως 1,94 ευρώ ανά λίτρο. Από τα προαναφερθέντα, η προσφεύγουσα συνάγει το συμπέρασμα ότι τα μόνα κρίσιμα στοιχεία, δηλαδή επτά τιμολόγια, δεν μπορούσαν να αποδείξουν ότι, αντίθετα προς ό,τι δέχθηκαν το τμήμα ανακοπών και το τμήμα προσφυγών, «ακόμη και αν οι ποσότητες δεν είναι σημαντικές […] αυτό αντισταθμίζεται από το γεγονός ότι η χρήση ήταν σχετικά σταθερή». Αντιθέτως, τα στοιχεία που προσκομίσθηκαν αποκαλύπτουν στιγμιαία και μόνο χρήση του προγενέστερου εθνικού σήματος FUENOLIVA, κάποιους μήνες το 2010 και έναν μόνο μήνα το 2011, ενώ το ελαιόλαδο είναι καθημερινό διατροφικό προϊόν, χαμηλού κόστους και πωλούμενο γενικώς σε σημαντικές ποσότητες. Επομένως, η περίπτωση που απασχόλησε τη νομολογία, κατά την οποία η αλληλεξάρτηση των παραγόντων που πρέπει να ληφθούν υπόψη για να κριθεί αν υπάρχει ουσιαστική χρήση προγενέστερου σήματος μπορεί να επιτρέψει την αναγνώριση τέτοιας χρήσεως εάν μικρή ποσότητα διατιθέμενων στο εμπόριο προϊόντων με το σήμα αυτό αντισταθμίζεται από ιδιαίτερη ένταση ή μεγάλη διαχρονική σταθερότητα της χρήσεως του εν λόγω σήματος, ουδόλως διαπιστώνεται εν προκειμένω. |
37 |
Το EUIPO φρονεί ότι τα τιμολόγια που προσκόμισε η Mueloliva αποδεικνύουν την πώληση 3500 μονάδων ελαιολάδου στην Ισπανία υπό το προγενέστερο ισπανικό σήμα FUENOLIVA μεταξύ της 22ας Μαρτίου 2010 και της 31ης Οκτωβρίου 2011, πράγμα που αρκεί για την απόδειξη της ουσιαστικής χρήσεως του εν λόγω σήματος κατά την κρίσιμη περίοδο, κατά μείζονα λόγο διότι θα πρέπει να έχουν εκδοθεί ενδιάμεσα τιμολόγια. Τα αποδεικτικά στοιχεία που δεν φέρουν ημερομηνία ή δεν προέρχονται από την κρίσιμη περίοδο ενισχύουν το συμπέρασμα αυτό. Έτσι, οι επισημάνσεις, οι οποίες συνήθως δεν φέρουν ημερομηνία, επιβεβαιώνουν τη χρήση του προγενέστερου ισπανικού σήματος FUENOLIVA και τα μη προερχόμενα από την κρίσιμη περίοδο στοιχεία παρέχουν τη δυνατότητα καλύτερης εκτιμήσεως της καταστάσεως. Το EUIPO προσθέτει ότι οι αιτιάσεις σχετικά με τα αποδεικτικά στοιχεία που δεν μεταφράστηκαν στη γλώσσα διαδικασίας δεν προβάλλονται, στο μέτρο που αφορούν την έλλειψη μεταφράσεως των αποδεικτικών αυτών στοιχείων, παραδεκτώς ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, διότι προβάλλονται για πρώτη φορά ενώπιόν του, και ότι, εν πάση περιπτώσει, ο κανόνας 22, παράγραφος 6, του κανονισμού 2868/95 παρέχει στο EUIPO την ευχέρεια να ζητήσει ή όχι από τον ανακόπτοντα τη μετάφραση, στη γλώσσα διαδικασίας της ανακοπής, των αποδεικτικών στοιχείων περί ουσιαστικής χρήσεως του προγενέστερου σήματος που έχουν συνταχθεί σε άλλες γλώσσες. Εν προκειμένω, τα εν λόγω έγγραφα είναι απολύτως κατανοητά προκειμένου να εξετασθεί η ουσιαστική χρήση του προγενέστερου ισπανικού σήματος FUENOLIVA. |
38 |
Επίσης πρέπει να υπομνηστεί ότι από το άρθρο 42, παράγραφοι 2 και 3, του κανονισμού 207/2009, σε συνδυασμό με την αιτιολογική σκέψη 10 του ίδιου κανονισμού και τον κανόνα 22, παράγραφος 3, του κανονισμού 2868/95, προκύπτει ότι η ratio legis της προϋποθέσεως περί ουσιαστικής χρήσεως του προγενέστερου σήματος, προκειμένου να μπορεί αυτό να αντιταχθεί σε αίτηση καταχωρίσεως σήματος στην Ευρωπαϊκή Ένωση, συνίσταται στον περιορισμό των αντιπαραθέσεων μεταξύ δύο σημάτων, εκτός αν υφίσταται βάσιμος οικονομικός λόγος για την έλλειψη ουσιαστικής χρήσεως του προγενέστερου σήματος που να απορρέει από πραγματική λειτουργία του σήματος αυτού στην αγορά. Αντιθέτως, οι εν λόγω διατάξεις δεν αποσκοπούν ούτε στην εκτίμηση της εμπορικής επιτυχίας ούτε στον έλεγχο της οικονομικής στρατηγικής μιας επιχειρήσεως ούτε, ακόμη, στην προστασία των σημάτων μόνον όσον αφορά τις ποσοτικά σημαντικές εμπορικές εκμεταλλεύσεις τους [βλ. απόφαση της 17ης Ιανουαρίου 2013, Reber κατά ΓΕΕΑ – Wedi & Hofmann (Walzer Traum), T‑355/09, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2013:22, σκέψη 25 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία]. |
39 |
Ουσιαστική χρήση σήματος υφίσταται όταν αυτό χρησιμοποιείται σύμφωνα με τη βασική του λειτουργία, που είναι η εγγύηση της ταυτότητας προελεύσεως των προϊόντων ή υπηρεσιών για τα οποία καταχωρίστηκε, με σκοπό την εξεύρεση ή διατήρηση δυνατοτήτων πωλήσεως των εν λόγω προϊόντων και υπηρεσιών, αποκλείοντας τη συμβολική χρήση που αποσκοπεί μόνον στη διατήρηση των δικαιωμάτων που παρέχει το σήμα (βλ., κατ’ αναλογία, απόφαση της 11ης Μαρτίου 2003, Ansul, C‑40/01, EU:C:2003:145, σκέψη 43). Επιπλέον, η προϋπόθεση περί ουσιαστικής χρήσεως του σήματος απαιτεί το σήμα αυτό, όπως προστατεύεται στην οικεία επικράτεια, να χρησιμοποιείται δημόσια και έναντι των τρίτων [απόφαση της 8ης Ιουλίου 2004, Sunrider κατά ΓΕΕΑ – Espadafor Caba (VITAFRUIT), T‑203/02, EU:T:2004:225, σκέψη 39· βλ. επίσης, συναφώς και κατ’ αναλογία, απόφαση της 11ης Μαρτίου 2003, Ansul, C‑40/01, EU:C:2003:145, σκέψη 37]. |
40 |
Κατά την εκτίμηση του ουσιαστικού χαρακτήρα της χρήσεως του προγενέστερου σήματος πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το σύνολο των γεγονότων και περιστάσεων που μπορούν να αποδείξουν το υποστατό της εμπορικής εκμεταλλεύσεώς του, ιδίως η χρήση που θεωρείται δικαιολογημένη στον οικείο οικονομικό τομέα για τη διατήρηση ή δημιουργία μεριδίων αγοράς υπέρ των προϊόντων ή των υπηρεσιών που προστατεύει το σήμα, η φύση των εν λόγω προϊόντων ή υπηρεσιών, τα χαρακτηριστικά της αγοράς καθώς και η έκταση και η συχνότητα χρήσεως του εν λόγω σήματος (απόφαση της 8ης Ιουλίου 2004, VITAFRUIT, T‑203/02, EU:T:2004:225, σκέψη 40· βλ. επίσης, κατ’ αναλογία, απόφαση της 11ης Μαρτίου 2003, Ansul, C‑40/01, EU:C:2003:145, σκέψη 43). |
41 |
Όσον αφορά την έκταση της χρήσεως του προγενέστερου σήματος, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη, μεταξύ άλλων, αφενός, η εμπορική αξία του συνόλου των δηλωτικών της χρήσεως πράξεων και, αφετέρου, η διάρκεια της περιόδου κατά την οποία οι δηλωτικές της χρήσεως πράξεις πραγματοποιήθηκαν, καθώς και η συχνότητα των πράξεων αυτών [αποφάσεις της 8ης Ιουλίου 2004, VITAFRUIT, T‑203/02, EU:T:2004:225, σκέψη 41, και της 8ης Ιουλίου 2004, MFE Marienfelde κατά ΓΕΕΑ – Vétoquinol (HIPOVITON), T‑334/01, EU:T:2004:223, σκέψη 35]. |
42 |
Κατά την εξέταση του ουσιαστικού χαρακτήρα της χρήσεως προγενέστερου σήματος σε συγκεκριμένη υπόθεση, απαιτείται σφαιρική αξιολόγηση που να λαμβάνει υπόψη όλους τους παράγοντες που ασκούν επιρροή στη συγκεκριμένη υπόθεση. Η εκτίμηση αυτή γίνεται με δεδομένο ότι υφίσταται αμφίδρομη σχέση μεταξύ των συνεκτιμώμενων παραγόντων. Έτσι, η μικρή ποσότητα προϊόντων που διατίθενται στην αγορά υπό το εν λόγω σήμα μπορεί να αντισταθμισθεί με τη μεγάλη συχνότητα ή τη μακροχρόνια συνεχή χρήση του σήματος αυτού και αντιστρόφως. Ο πραγματοποιούμενος κύκλος εργασιών, καθώς και ο αριθμός των πωλήσεων των προϊόντων που φέρουν το προγενέστερο σήμα δεν πρέπει να εκτιμώνται ως απόλυτα μεγέθη, αλλά να εξετάζονται σε σχέση με άλλους συναφείς παράγοντες, όπως ο όγκος της εμπορικής δραστηριότητας, οι δυνατότητες παραγωγής ή διαθέσεως στο εμπόριο ή ο βαθμός διαφοροποιήσεως των δραστηριοτήτων της επιχειρήσεως που εκμεταλλεύεται το σήμα, καθώς και τα χαρακτηριστικά των προϊόντων ή υπηρεσιών στην οικεία αγορά. Ως εκ τούτου, δεν είναι απαραίτητο η χρήση του προγενέστερου σήματος να είναι πάντοτε ποσοτικώς σημαντική προκειμένου να χαρακτηρισθεί ουσιαστική (αποφάσεις της 8ης Ιουλίου 2004, VITAFRUIT, T‑203/02, EU:T:2004:225, σκέψη 42, και της 8ης Ιουλίου 2004, HIPOVITON, T‑334/01, EU:T:2004:223, σκέψη 36). Ακόμη και η ελάχιστη χρήση μπορεί, επομένως, να αρκεί για να χαρακτηρισθεί ως ουσιαστική, εφόσον θεωρείται δικαιολογημένη, στον οικείο οικονομικό τομέα, για τη διατήρηση ή δημιουργία μεριδίων αγοράς υπέρ των προϊόντων ή των υπηρεσιών που προστατεύει το σήμα (βλ., συναφώς, απόφαση της 11ης Μαΐου 2006, Sunrider κατά ΓΕΕΑ, C‑416/04 P, EU:C:2006:310, σκέψεις 70 και 72). |
43 |
Πάντως, η ουσιαστική χρήση ενός σήματος δεν αποδεικνύεται με πιθανότητες ή εικασίες, αλλά πρέπει να στηρίζεται σε συγκεκριμένα και αντικειμενικά στοιχεία που να αποδεικνύουν την αποτελεσματική και επαρκή χρήση του σήματος στην οικεία αγορά [αποφάσεις της 12ης Δεκεμβρίου 2002, Kabushiki Kaisha Fernandes κατά ΓΕΕΑ – Harrison (HIWATT), T‑39/01, EU:T:2002:316, σκέψη 47, και της 6ης Οκτωβρίου 2004, Vitakraft-Werke Wührmann κατά ΓΕΕΑ – Krafft (VITAKRAFT), T‑356/02, EU:T:2004:292, σκέψη 28]. |
44 |
Εν προκειμένω, τα άμεσα αποδεικτικά στοιχεία περί διαθέσεως του ελαιολάδου στο εμπόριο υπό το προγενέστερο ισπανικό σήμα FUENOLIVA κατά την κρίσιμη περίοδο, τα οποία προσκόμισε η Mueloliva, περιορίζονται σε επτά τιμολόγια που φέρουν πλήρη μνεία του σήματος. Πράγματι, τα τρία άλλα τιμολόγια που προσκομίσθηκαν φέρουν τη μνεία «Oliva intenso 15 x 1 PET CUAD FUE», πράγμα το οποίο δεν καθιστά δυνατόν να υποστηριχθεί ότι τόσο η μνεία αυτή όσο και ο συνοδευτικός κωδικός προϊόντος αφορούν ελαιόλαδο του σήματος FUENOLIVA. Κατά χρονολογική σειρά, τα επτά τιμολόγια που φέρουν την πλήρη μνεία του προγενέστερου ισπανικού σήματος FUENOLIVA φέρουν ημερομηνίες της 22ας Μαρτίου, της 6ης, της 8ης και της 12ης Απριλίου, της 11ης Ιουνίου και της 1ης Σεπτεμβρίου 2010 καθώς και της 6ης Φεβρουαρίου 2011. Με την εξαίρεση του τελευταίου, όλα τα άλλα τιμολόγια απευθύνονται στον ίδιο έμπορο χονδρικής πωλήσεως. Τα έξι πρώτα αφορούν ποσότητα 28050 λίτρων ελαιολάδου FUENOLIVA SABOR INTENSO και το έβδομο αφορά ποσότητα 14040 λίτρων του ιδίου ελαιολάδου, αλλά σε διαφορετική συσκευασία. Κατά συνέπεια, τα άμεσα αποδεικτικά στοιχεία αφορούν τιμολογήσεις που καλύπτουν χρονική περίοδο μικρότερη του έτους για ποσότητα της τάξεως των 42000 λίτρων. Οι εν λόγω πωλήσεις είναι, αυτές καθαυτές, ανεπαρκείς για να αποδείξουν ουσιαστική χρήση του προγενέστερου ισπανικού σήματος FUENOLIVA. Είναι συγκεντρωμένες σε μια σχετικά σύντομη χρονική περίοδο και η οικεία ποσότητα είναι μικρή για έναν παραγωγό ελαιολάδου όπως η Mueloliva, η οποία, σύμφωνα με ένα από τα δημοσιεύματα του Τύπου που προσκόμισε η ίδια προς στήριξη της ανακοπής της, ελέγχει το 1,5 % της εθνικής αγοράς και το 6 % της περιφερειακής αγοράς (στην Ανδαλουσία). Εξάλλου, η Mueloliva, με την απάντησή της στις παρατηρήσεις της προσφεύγουσας ενώπιον του τμήματος ανακοπών, χαρακτήρισε τα τιμολόγια που προσκόμισε ως «συνοπτικό παράδειγμα» και το τμήμα αυτό δέχθηκε ότι «οι ποσότητες πωλήσεων που αναγράφονται στα τιμολόγια δεν [ήταν] σημαντικές». Επιβάλλεται, συναφώς, η παρατήρηση ότι, όπως υπογράμμισε η προσφεύγουσα, το ελαιόλαδο είναι προϊόν διατροφής ευρείας καταναλώσεως, το οποίο είναι πάντοτε διαθέσιμο προς πώληση και ότι, στο πλαίσιο αυτό, λαμβανομένης υπόψη της εμβέλειας της Mueloliva, η χρήση αυτή του προγενέστερου ισπανικού σήματος FUENOLIVA δεν μπορεί να θεωρηθεί ως ουσιαστική χρήση προκειμένου να διατηρηθούν ή να δημιουργηθούν μερίδια αγοράς. Το επιχείρημα που προέβαλε το EUIPO ότι τα τιμολόγια που προσκομίσθηκαν θα μπορούσαν να συμπληρωθούν από άλλα τιμολόγια δεν κλονίζει την εκτίμηση αυτή. Πράγματι, κατά το άρθρο 42, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009, ο ανακόπτων οφείλει να αποδείξει, μετά από αίτηση του καταθέτη που ζητεί την καταχώριση νέου σήματος, ότι είχε γίνει ουσιαστική χρήση του προγενέστερου σήματος που δικαιολογεί την ανακοπή κατά της καταχωρίσεως. Εν προκειμένω, όμως, η Mueloliva δεν προσκόμισε κανένα άλλο τιμολόγιο εκτός από αυτά που περιλαμβάνονται στη δικογραφία, παρά τις αιτιάσεις ως προς την ανεπάρκειά τους που διατύπωσε η προσφεύγουσα με τις από 20 Ιανουαρίου 2014 παρατηρήσεις της ενώπιον του τμήματος ανακοπών και με το από 15 Σεπτεμβρίου 2014 αναλυτικό υπόμνημά της ενώπιον του τμήματος προσφυγών. |
45 |
Τα άλλα στοιχεία που προσκόμισε η Mueloliva για να αποδείξει την ουσιαστική χρήση του προγενέστερου ισπανικού σήματος FUENOLIVA κατά την κρίσιμη περίοδο, θεωρούμενα στο σύνολό τους, είναι αυτά καθαυτά ασήμαντα. Τα δελτία λογιστικών στοιχείων και οι επισημάνσεις που προσκομίσθηκαν είναι στοιχεία που δεν παρέχουν καμία σοβαρή απόδειξη δημόσιας και εξωτερικής χρήσεως του προγενέστερου σήματος, αντίθετα προς ό,τι θα μπορούσε να ισχύει, για παράδειγμα, για φωτογραφίες φιαλών που φέρουν τις ίδιες επισημάνσεις με αυτές που απαντούν σε καταλόγους ή σε ενημερωτικά δελτία. Η μία από τις συγκριτικές μελέτες στην οποία γίνεται μνεία του ελαιολάδου υπό το σήμα FUENOLIVA, δηλαδή μια περιβαλλοντική διάγνωση, φέρει μόνο την ημερομηνία της 5ης Απριλίου 2001 όσον αφορά τη μνεία της εν λόγω γεωργικής παραγωγής, με άλλα λόγια μια ημερομηνία που απέχει πολύ από την κρίσιμη περίοδο. Η ετέρα συγκριτική μελέτη στην οποία γίνεται μνεία του ελαιολάδου υπό το σήμα FUENOLIVA, δηλαδή μια συγκριτική μελέτη τιμών που καταρτίσθηκε από ένωση καταναλωτών, φέρει ημερομηνία 5 Νοεμβρίου 2007. Η μελέτη αυτή μπορεί να θεωρηθεί ως αποδεικτικό στοιχείο για τη χρήση του προγενέστερου ισπανικού σήματος FUENOLIVA κατά την έναρξη της κρίσιμης περιόδου. Το άρθρο που αναρτήθηκε στον ιστότοπο της εν λόγω ενώσεως καταναλωτών, το οποίο σχολιάζει την ως άνω μελέτη, δεν παρέχει κάποιο συμπληρωματικό στοιχείο. Το άρθρο που αναρτήθηκε στον ιστότοπο επαγγελματικής ενώσεως, με ημερομηνία Ιανουαρίου του 2008, αποτελεί, αυτό το ίδιο, σχόλιο της προηγούμενης μελέτης και, κατά συνέπεια, ούτε αυτό παρέχει συμπληρωματικά στοιχεία. Στο από 15 Απριλίου 2004 δημοσίευμα στον Τύπο, που είναι αφιερωμένο σε μεταβολή της μετοχικής συνθέσεως της Mueloliva, γίνεται βεβαίως μνεία του σήματος FUENOLIVA στο χαρτοφυλάκιο σημάτων της ανακόπτουσας, αλλά, αφενός, το δημοσίευμα αυτό είναι σαφώς προγενέστερο της κρίσιμης περιόδου και, αφετέρου, δεν παρέχει καμία ένδειξη για την πραγματική χρήση του προγενέστερου ισπανικού σήματος FUENOLIVA. Τέλος, το απόσπασμα ιστοτόπου της Κυβερνήσεως της Σιγκαπούρης για την υγιεινή διατροφή, η ημερομηνία καταρτίσεως του οποίου είναι δύσκολο να προσδιοριστεί, έστω και αν περιέχει ένα σχόλιο του Απριλίου του 2012 και έτερο σχόλιο του Φεβρουαρίου του 2013, μνημονεύει βεβαίως, μεταξύ πολλών ελαίων και λιπών, το έλαιο fuenoliva Pomace Olive Oil – 1 L, αλλά, σε κάθε περίπτωση, δεν παρέχει καμία ένδειξη για τη χρήση του προγενέστερου ισπανικού σήματος FUENOLIVA για το παρθένο ελαιόλαδο στην Ισπανία, προϊόν και επικράτεια ως προς τα οποία έπρεπε να αποδειχθεί η ουσιαστική χρήση του σήματος αυτού. |
46 |
Από τις προηγούμενες σκέψεις προκύπτει ότι τα απτά στοιχεία που πιστοποιούν χρήση του προγενέστερου ισπανικού σήματος FUENOLIVA κατά τη διάρκεια της κρίσιμης περιόδου, τα οποία μπορούν να δικαιολογήσουν την ανακοπή κατά της επεκτάσεως της προστασίας διεθνούς καταχωρίσεως στην Ευρωπαϊκή Ένωση του σήματος FONTOLIVA, καταδεικνύουν απλώς ότι το προγενέστερο ισπανικό σήμα FUENOLIVA χρησιμοποιήθηκε στο τέλος του 2007, χωρίς ένδειξη του όγκου των πωλήσεων, και από τον Μάρτιο του 2010 έως τον Φεβρουάριο του 2011, για μικρές ποσότητες πωλήσεων. Κατά συνέπεια, θεωρούμενα στο σύνολό τους, τα στοιχεία που προσκόμισε η Mueloliva δεν καθιστούν δυνατόν να αποδειχθεί, αντίθετα προς την κρίση του τμήματος ανακοπών, την οποία επικύρωσε το τμήμα προσφυγών, χρήση του προγενέστερου σήματος εμφανίζουσα σχετική συνέχεια, η οποία να αντισταθμίζει τη μικρή ποσότητα των πωλήσεων προϊόντων υπό το σήμα αυτό. |
47 |
Επομένως, η Mueloliva δεν απέδειξε, υπό το πρίσμα των κριτηρίων των οποίων έγινε μνεία ανωτέρω, στις σκέψεις 38 έως 43, την ουσιαστική χρήση του προγενέστερου ισπανικού σήματος FUENOLIVA στην Ισπανία για το παρθένο ελαιόλαδο κατά την κρίσιμη περίοδο, λαμβανομένων, ιδίως, υπόψη των μικρών ποσοτήτων που αποδεδειγμένα διατέθηκαν στο εμπόριο υπό το σήμα αυτό και του μη τακτικού χαρακτήρα των εν λόγω πωλήσεων κατά την κρίσιμη περίοδο σε σχέση με την ικανότητα παραγωγής παρθένου ελαιόλαδου της ανακόπτουσας και τα χαρακτηριστικά του εν λόγω προϊόντος διατροφής ευρείας καταναλώσεως. Ο πρώτος λόγος ακυρώσεως της προσφεύγουσας είναι, συνεπώς, βάσιμος. |
48 |
Κατά συνέπεια, πρέπει να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, ενώ παρέλκει η εξέταση του δεύτερου σκέλους του δεύτερου λόγου ακυρώσεως που προβάλλει η προσφεύγουσα. |
49 |
Εξάλλου, όσον αφορά το αίτημα της προσφεύγουσας να μεταρρυθμίσει το Γενικό Δικαστήριο την προσβαλλόμενη απόφαση, μολονότι η εξουσία μεταρρυθμίσεως που αναγνωρίζει στο Γενικό Δικαστήριο το άρθρο 65, παράγραφος 3, του κανονισμού 207/2009 δεν έχει ως συνέπεια να του παρέχει την εξουσία να αποφαίνεται επί ζητήματος ως προς το οποίο το τμήμα προσφυγών δεν έχει ακόμη αποφανθεί, μπορεί να ασκηθεί, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες το Γενικό Δικαστήριο, έχοντας ελέγξει την κρίση του τμήματος προσφυγών, είναι σε θέση να προσδιορίσει βάσει αποδειχθέντων πραγματικών και νομικών στοιχείων την απόφαση που έπρεπε να είχε λάβει το τμήμα προσφυγών (απόφαση της 5ης Ιουλίου 2011, Edwin κατά ΓΕΕΑ, C‑263/09 P, EU:C:2011:452, σκέψη 72). |
50 |
Εν προκειμένω, δεδομένου ότι η Mueloliva είχε ήδη πλήρως τη δυνατότητα να προσκομίσει, το 2013 και το 2014, ενώπιον του τμήματος ανακοπών και ενώπιον του τμήματος προσφυγών αποδείξεις περί της ουσιαστικής χρήσεως του προγενέστερου ισπανικού σήματος FUENOLIVA κατά τη διάρκεια της κρίσιμης περιόδου, ότι το τμήμα προσφυγών έχει αποφανθεί συναφώς και ότι η έλλειψη αποδείξεως της χρήσεως αυτής επιτρέπει την απόρριψη της ανακοπής, το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 65, παράγραφος 3, του κανονισμού 207/2009, να μεταρρυθμίσει την προσβαλλόμενη απόφαση και να απορρίψει την ανακοπή. |
Επί των δικαστικών εξόδων
51 |
Κατά το άρθρο 134, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα, εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου. Δεδομένου ότι το EUIPO ηττήθηκε ως προς το κύριο μέρος των αιτημάτων του, πρέπει να καταδικασθεί στα δικαστικά έξοδα σύμφωνα με το αίτημα της προσφεύγουσας. |
52 |
Εξάλλου, η προσφεύγουσα ζήτησε να καταδικασθούν το EUIPO και η Mueloliva στα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε κατά την ενώπιον του EUIPO διαδικασία. |
53 |
Συναφώς πρέπει να υπομνησθεί ότι, δυνάμει του άρθρου 190, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, τα αναγκαία έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν οι διάδικοι στο πλαίσιο της ενώπιον του τμήματος προσφυγών διαδικασίας θεωρούνται ως έξοδα δυνάμενα να αναζητηθούν. Εντούτοις, δεν ισχύει το ίδιο όσον αφορά τα έξοδα της ενώπιον του τμήματος ανακοπών διαδικασίας. |
54 |
Κατά συνέπεια, στο μέτρο που το αίτημα της προσφεύγουσας αφορά τα έξοδα που σχετίζονται με την ενώπιον του τμήματος ανακοπών διαδικασία, δεν μπορεί να γίνει δεκτό. Αντιθέτως, όσον αφορά τα αναγκαία έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η προσφεύγουσα για τους σκοπούς της ενώπιον του τμήματος προσφυγών διαδικασίας, το EUIPO και η Mueloliva πρέπει να καταδικαστούν έκαστος στο ήμισυ των εξόδων αυτών. |
Για τους λόγους αυτούς, ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο τμήμα) αποφασίζει: |
|
|
|
|
|
Gervasoni Madise Csehi Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 13 Δεκεμβρίου 2016. (υπογραφές) |
( 1 ) * Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική.