EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62016CJ0506

Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 7ης Σεπτεμβρίου 2017.
José Joaquim Neto de Sousa κατά Estado português.
Αίτηση του Tribunal da Relação do Porto για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως.
Προδικαστική παραπομπή – Ασφάλιση της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία αυτοκινήτων οχημάτων – Οδηγία 72/166/ΕΟΚ – Οδηγία 84/5/ΕΟΚ – Οδηγία 90/232/ΕΟΚ – Οδηγός που είναι υπεύθυνος για ατύχημα στο οποίο προκλήθηκε ο θάνατος της συζύγου του που επέβαινε στο όχημα – Εθνική νομοθεσία που αποκλείει την αποκατάσταση της υλικής ζημίας που υπέστη ο υπεύθυνος για το ατύχημα οδηγός.
Υπόθεση C-506/16.

Court reports – general

ECLI identifier: ECLI:EU:C:2017:642

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα)

της 7ης Σεπτεμβρίου 2017 ( *1 )

«Προδικαστική παραπομπή – Ασφάλιση της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία αυτοκινήτων οχημάτων – Οδηγία 72/166/ΕΟΚ – Οδηγία 84/5/ΕΟΚ – Οδηγία 90/232/ΕΟΚ – Οδηγός που είναι υπεύθυνος για ατύχημα στο οποίο προκλήθηκε ο θάνατος της συζύγου του που επέβαινε στο όχημα – Εθνική νομοθεσία που αποκλείει την αποκατάσταση της υλικής ζημίας που υπέστη ο υπεύθυνος για το ατύχημα οδηγός»

Στην υπόθεση C-506/16,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Tribunal da Relação do Porto (εφετείο του Πόρτο, Πορτογαλία) με απόφαση της 7ης Ιουλίου 2016, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 26 Σεπτεμβρίου 2016, στο πλαίσιο της δίκης

José Joaquim Neto de Sousa

κατά

Estado português,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έκτο τμήμα),

συγκείμενο από τους E. Regan, πρόεδρο τμήματος, A. Arabadjiev (εισηγητή) και S. Rodin, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: P. Mengozzi

γραμματέας: A. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

το Estado português, εκπροσωπούμενο από την M. E. Duarte Rodrigues,

η Πορτογαλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους L. Inez Fernandes και M. Figueiredo, καθώς και από την S. Jaulino,

η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από την P. Costa de Oliveira, καθώς και από τον K.-P. Wojcik,

κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1

Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία της δεύτερης οδηγίας 84/5/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 30ής Δεκεμβρίου 1983, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με την ασφάλιση της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία αυτοκινήτων οχημάτων (ΕΕ 1984, L 8, σ. 17), όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2005/14/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2005 (ΕΕ 2005, L 149, σ. 14) (στο εξής: δεύτερη οδηγία), και της τρίτης οδηγίας 90/232/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 14ης Μαΐου 1990, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με την ασφάλιση αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία αυτοκινήτων οχημάτων (ΕΕ 1990, L 129, σ. 33, στο εξής: τρίτη οδηγία).

2

Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ του José Joaquim Neto de Sousa και του Estado português (Πορτογαλικού Δημοσίου), με αντικείμενο παράβαση του δικαίου της Ένωσης την οποία φέρεται να διέπραξε το Supremo Tribunal de Justiça (Ανώτατο Δικαστήριο, Πορτογαλία).

Το νομικό πλαίσιο

Το δίκαιο της Ένωσης

3

Η οδηγία 2009/103/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, σχετικά με την ασφάλιση της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία αυτοκινήτων οχημάτων και τον έλεγχο της υποχρεώσεως προς ασφάλιση της ευθύνης αυτής (ΕΕ 2009, L 263, σ. 11), κατήργησε την οδηγία 72/166/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 24ης Απριλίου 1972, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με την ασφάλιση της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία αυτοκινήτων οχημάτων και με τον έλεγχο της υποχρεώσεως προς ασφάλιση της ευθύνης αυτής (ΕΕ ειδ. έκδ. 06/001, σ. 136, στο εξής: πρώτη οδηγία), καθώς και τη δεύτερη και την τρίτη οδηγία. Εντούτοις, δεδομένου του χρόνου των πραγματικών περιστατικών της υποθέσεως της κύριας δίκης, πρέπει να ληφθούν υπόψη οι καταργηθείσες οδηγίες.

4

Το άρθρο 3, παράγραφος 1, της πρώτης οδηγίας όριζε τα ακόλουθα:

«Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει […] όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε η αστική ευθύνη, η σχετική με την κυκλοφορία οχημάτων με συνήθη στάθμευση στο έδαφός του, να καλύπτεται από ασφάλιση. Η έκταση της καλυπτομένης ευθύνης και οι όροι και συνθήκες της καλύψεως καθορίζονται με βάση τα μέτρα αυτά.»

5

Το άρθρο 1, παράγραφος 1, της δεύτερης οδηγίας όριζε τα εξής:

«Η ασφάλιση που αναφέρεται στο άρθρο 3, παράγραφος 1, της [πρώτης οδηγίας] καλύπτει υποχρεωτικά και τις υλικές ζημίες και τις σωματικές βλάβες.»

6

Το άρθρο 3 της εν λόγω οδηγίας όριζε τα ακόλουθα:

«Τα μέλη της οικογενείας του ασφαλισμένου, του οδηγού ή κάθε άλλου προσώπου το οποίο φέρει σε περίπτωση ατυχήματος την αστική ευθύνη η οποία καλύπτεται από την ασφάλιση του άρθρου 1, παράγραφος l, δεν μπορούν να αποκλειστούν, λόγω του δεσμού συγγένειας, από το δικαίωμα ασφάλισης για τις σωματικές βλάβες τους.»

7

Το άρθρο 1 της τρίτης οδηγίας προέβλεπε τα ακόλουθα:

«[…] [Η] ασφάλιση που προβλέπει το άρθρο 3, παράγραφος 1, της [πρώτης οδηγίας] καλύπτει την ευθύνη για σωματικές βλάβες όλων των επιβατών, πλην του οδηγού, που προκύπτουν από την κυκλοφορία ενός οχήματος.

[…]»

Το πορτογαλικό δίκαιο

8

Κατά το άρθρο 7, παράγραφος 1, του Decreto-Lei no 522/85 – Seguro Obrigatório de Responsabilidade Civil Automóvel (νομοθετικού διατάγματος 522/85 περί υποχρεωτικής ασφαλίσεως της αστικής ευθύνης μηχανοκίνητων οχημάτων), της 31ης Δεκεμβρίου 1985, όπως τροποποιήθηκε με το Decreto‑ley 130/94 (νομοθετικό διάταγμα 130/94), της 19ης Μαΐου 1994 (στο εξής: νομοθετικό διάταγμα 522/85), οι ζημίες που απορρέουν από σωματικές βλάβες του οδηγού του ασφαλισμένου οχήματος εξαιρούνται από την υποχρεωτική ασφαλιστική κάλυψη της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία αυτοκινήτων οχημάτων (στο εξής: υποχρεωτική ασφάλιση).

9

Από το άρθρο 7, παράγραφος 3, του νομοθετικού διατάγματος 522/85 προκύπτει ότι, σε περίπτωση θανάτου, συνεπεία ατυχήματος, μεταξύ άλλων, του συζύγου του οδηγού του οχήματος και κατόχου του ασφαλιστηρίου συμβολαίου, δεν καταβάλλεται καμία αποζημίωση για μη υλικές ζημίες στον υπαίτιο του ατυχήματος.

10

Βάσει του άρθρου 483 του αστικού κώδικα, όποιος προσβάλλει παράνομα, με δόλο ή υπαιτιότητα, δικαίωμα τρίτου υποχρεούται να αποζημιώσει τον ζημιωθέντα για τις ζημίες που προκαλεί η εν λόγω προσβολή.

11

Το άρθρο 495, παράγραφος 3, του κώδικα αυτού προβλέπει ότι, σε περίπτωση θανάτου ή σωματικής βλάβης, δικαίωμα αποζημιώσεως έχουν τα πρόσωπα τα οποία μπορούσαν να αξιώσουν διατροφή από το θύμα ή εκείνα που λάμβαναν διατροφή από το θύμα σε εκτέλεση φυσικής ενοχής.

Η διαφορά της κύριας δίκης και το προδικαστικό ερώτημα

12

Στις 3 Δεκεμβρίου 2005 σημειώθηκε τροχαίο ατύχημα στο Paredes (Πορτογαλία) μεταξύ του οχήματος που οδηγούσε ο J. J. Neto de Sousa, ο οποίος ήταν ασφαλισμένος στην ασφαλιστική εταιρία Zurich, και ενός άλλου οχήματος. Ο J. J. Neto de Sousa, ο οποίος είχε χάσει τον έλεγχο του οχήματός του, κρίθηκε υπεύθυνος για το ατύχημα αυτό. Στο εν λόγω όχημα επέβαινε ως συνεπιβάτιδα, η A. C. da Rocha Carvalho, σύζυγος του J. J. Neto de Sousa, η οποία έχασε τη ζωή της συνεπεία του ατυχήματος αυτού.

13

Ο J. J. Neto de Sousa άσκησε αγωγή κατά της Zurich ενώπιον του Tribunal Judicial de Paredes (πρωτοδικείου του Paredes, Πορτογαλία), με αίτημα να καταδικαστεί η εν λόγω ασφαλιστική εταιρία να του καταβάλει το ποσό των 335700 ευρώ, εντόκως, για την αποκατάσταση της υλικής ζημίας και της σωματικής βλάβης που προκλήθηκαν συνεπεία του ατυχήματος της 3ης Δεκεμβρίου 2005. Προέβαλε συναφώς, μεταξύ άλλων, ότι το άρθρο 7, παράγραφος 3, του νομοθετικού διατάγματος 522/85 δεν απέκλειε την αποζημίωση του φέροντος την υπαιτιότητα για το ατύχημα.

14

Το Tribunal Judicial de Paredes (πρωτοδικείο του Paredes) απέρριψε το αίτημα του J. J. Neto de Sousa καθόσον αφορούσε την αποκατάσταση της υλικής ζημίας, με την αιτιολογία ότι το εν λόγω δικαστήριο δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει ποια ήταν τα εισοδήματα, τα έξοδα και οι υποχρεώσεις του J. J. Neto de Sousa, ούτε σε ποιον βαθμό η αποβιώσασα συνεισέφερε, ή προβλεπόταν ότι θα συνεισφέρει, στα έσοδα του ζεύγους. Το εν λόγω δικαστήριο απέρριψε, επίσης, το αίτημα αναφορικά με την αποκατάσταση της μη υλικής ζημίας με την αιτιολογία ότι η αποκατάσταση της ζημίας αυτής αποκλειόταν βάσει του άρθρου 7, παράγραφος 3, του νομοθετικού διατάγματος 522/85.

15

Ο J. J. Neto de Sousa άσκησε έφεση κατά της ως άνω αποφάσεως ενώπιον του Tribunal da Relação do Porto (εφετείου του Πόρτο, Πορτογαλία) μόνον σε σχέση με την αποκατάσταση της υλικής ζημίας. Το εν λόγω δικαστήριο απέρριψε την έφεση καθόσον έκρινε, κατ’ ουσίαν, ότι ο J. J. Neto de Sousa δεν είχε δικαίωμα σε αποζημίωση, δεδομένου ότι ήταν ο οδηγός που ευθυνόταν για το ατύχημα στο οποίο έχασε τη ζωή της η σύζυγός του, ως συνεπιβάτιδα του οχήματος που αυτός οδηγούσε.

16

Ο J. J. Neto de Sousa προσέφυγε ενώπιον του Supremo Tribunal de Justiça (Ανωτάτου Δικαστηρίου), επαναλαμβάνοντας την επιχειρηματολογία του ότι το νομοθετικό διάταγμα 522/85 δεν απέκλειε την αποκατάσταση της υλικής ζημίας που υπέστη ο υπαίτιος οδηγός λόγω του θανάτου της συζύγου του συνέπεια τροχαίου ατυχήματος και υποστήριξε ότι, μη αναγνωρίζοντας το δικαίωμά του αποζημιώσεως για την υλική ζημία η οποία προκλήθηκε από τον θάνατο της συζύγου του που επέβαινε στο εμπλακέν στο ατύχημα όχημα, το Tribunal da Relação do Porto (εφετείο του Πόρτο) παρέβη το άρθρο 7, παράγραφος 3, του εν λόγω νομοθετικού διατάγματος. Ο J. J. Neto de Sousa ζήτησε, επίσης, από το ανωτέρω δικαστήριο να υποβάλει προδικαστικό ερώτημα στο Δικαστήριο, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, προκειμένου να διευκρινισθεί κατά πόσον οι διατάξεις της δεύτερης και της τρίτης οδηγίας αντιτίθενται στην αποκατάσταση τέτοιας ζημίας.

17

Το Supremo Tribunal de Justiça (Ανώτατο Δικαστήριο) απέρριψε την αίτηση αναιρέσεως. Έκρινε, κατ’ ουσίαν, ότι το δικαίωμα αποζημιώσεως του J. J. Neto de Sousa διεπόταν τόσο από το άρθρο 495, παράγραφος 3, του αστικού κώδικα όσο και από το άρθρο 483 του κώδικα αυτού, ότι το δικαίωμα αυτό γεννιόταν «στην έννομη σφαίρα» εκείνου που ζητεί αποζημίωση και όχι σ’ αυτήν του αποβιώσαντος και ότι, με την υπαίτια συμπεριφορά του, ο J. J. Neto de Sousa είχε προσβάλει ίδιο δικαίωμα. Το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε ότι, σύμφωνα με την αρχή sibi imputet, κάποιος που είναι μοναδικός υπεύθυνος ατυχήματος συνεπεία του οποίου απεβίωσε η σύζυγός του, συνεπιβάτιδα του οχήματος που αυτός οδηγούσε, δεν θεμελιώνει το προβλεπόμενο στο άρθρο 495, παράγραφος 3, του αστικού κώδικα δικαίωμα και, ως εκ τούτου, δεν έπρεπε να καταβληθεί αποζημίωση στον J. J. Neto de Sousa.

18

Όσον αφορά το αίτημα προς υποβολή αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως, το Supremo Tribunal de Justiça (Ανώτατο Δικαστήριο) έκρινε, κατ’ ουσίαν, ότι η δεύτερη και η τρίτη οδηγία καθορίζουν το καθεστώς υποχρεωτικής ασφαλίσεως, αφήνοντας παράλληλα στο εθνικό δίκαιο τη ρύθμιση της αστικής ευθύνης, και ότι, μολονότι, όσον αφορά τους επιβάτες, το καθεστώς αυτό επηρεάζει σε ορισμένο βαθμό το εθνικό δίκαιο, οι κανόνες του νομοθετικού διατάγματος 522/85 δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη μη εφαρμογή του εθνικού καθεστώτος αστικής ευθύνης, όπως αυτό προβλέπεται στο άρθρο 495, παράγραφος 3, του αστικού κώδικα.

19

Ο J. J. Neto de Sousa άσκησε κοινή αναγνωριστική αγωγή ενώπιον του Tribunal da Comarca do Porto Este (Penafiel) [πρωτοδικείου της περιφέρειας του Porto Este (Penafiel), Πορτογαλία] κατά του Πορτογαλικού Δημοσίου, με αίτημα να καταδικασθεί το τελευταίο να του καταβάλει το ποσό των 245700 ευρώ, εντόκως, για τη ζημία που υπέστη εξαιτίας της δικαστικής πλάνης στην οποία υπέπεσε το Supremo Tribunal de Justiça (Ανώτατο Δικαστήριο) απορρίπτοντας την αίτησή του αναιρέσεως.

20

Κατόπιν της απορρίψεως της αγωγής του από το Tribunal da Comarca do Porto Este, Penafiel [πρωτοδικείο της περιφέρειας του Porto Este (Penafiel)], ο J. J. Neto de Sousa άσκησε έφεση ενώπιον του Tribunal da Relação do Porto (εφετείου του Πόρτο) υποστηρίζοντας, μεταξύ άλλων, ότι το Supremo Tribunal de Justiça (Ανώτατο Δικαστήριο) προέβη σε εσφαλμένη ερμηνεία του άρθρου 3 της δεύτερης οδηγίας, καθώς και του άρθρου 1 της τρίτης οδηγίας, τα οποία εγγυώνται στους επιβάτες αυτοκίνητου οχήματος, πέραν του οδηγού, την αποκατάσταση της σωματικής βλάβης που υπέστησαν λόγω τροχαίου ατυχήματος, καθώς και ότι το ανωτέρω δικαστήριο παρέβη την υποχρέωση που υπέχει βάσει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ. Ο J. J. Neto de Sousa ζήτησε επίσης από το Tribunal da Relação do Porto (εφετείο του Πόρτο) να υποβάλει στο Δικαστήριο, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, το προαναφερθέν στη σκέψη 16 της παρούσας αποφάσεως ερώτημα.

21

Το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι το Supremo Tribunal de Justiça (Ανώτατο Δικαστήριο) δεν απεφάνθη επί του ζητήματος κατά πόσον έπρεπε ή όχι να αποζημιωθεί η αποβιώσασα επιβάτιδα, αλλά επί του κατά πόσον ο J. J. Neto de Sousa δικαιούται ή όχι αποζημίωση δεδομένου ότι είναι ο υπεύθυνος του ατυχήματος. Το αιτούν δικαστήριο φρονεί ότι, προκειμένου να καθορισθεί εάν το Supremo Tribunal de Justiça (Ανώτατο Δικαστήριο) μπορούσε να μην υποβάλει προδικαστικό ερώτημα στο Δικαστήριο, πρέπει να εξακριβωθεί προηγουμένως κατά πόσον οι ενώπιόν του κρίσιμες διατάξεις του δικαίου της Ένωσης ήταν σαφείς και μη διφορούμενες.

22

Υπό τις συνθήκες αυτές, το Tribunal da Relação do Porto (εφετείο του Πόρτο) αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

«Αντιβαίνει στις διατάξεις της [δεύτερης και της τρίτης οδηγίας] εθνική κανονιστική ρύθμιση η οποία προβλέπει την αποζημίωση των υλικών ζημιών του υπαίτιου για το ατύχημα οδηγού, σε περίπτωση θανάτου της συζύγου του, η οποία επέβαινε στο όχημα, όπως προβλέπει το άρθρο 7, παράγραφος 3, του [νομοθετικού διατάγματος 522/85];»

Επί του προδικαστικού ερωτήματος

23

Προκαταρκτικώς, πρέπει να υπομνησθεί ότι, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, στο πλαίσιο της προβλεπόμενης από το άρθρο 267 ΣΛΕΕ διαδικασίας συνεργασίας μεταξύ των εθνικών δικαστηρίων και του Δικαστηρίου, στο Δικαστήριο απόκειται να δώσει στο εθνικό δικαστήριο χρήσιμη απάντηση η οποία να του παρέχει τη δυνατότητα επίλυσης της διαφοράς της οποίας έχει επιληφθεί. Υπό το πρίσμα αυτό, το Δικαστήριο μπορεί να αναδιατυπώσει, εφόσον είναι αναγκαίο, τα ερωτήματα που του έχουν υποβληθεί. Επιπλέον, το Δικαστήριο ενδέχεται να χρειαστεί να λάβει υπόψη του κανόνες του δικαίου της Ένωσης στους οποίους δεν αναφέρθηκε το εθνικό δικαστήριο με το ερώτημά του (απόφαση της 1ης Φεβρουαρίου 2017, Município de Palmela, C‑144/16, EU:C:2017:76, σκέψη 20 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

24

Εν προκειμένω, από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει ότι, στην απόφαση με την οποία φέρεται να παρέβη τις διατάξεις της δεύτερης και της τρίτης οδηγίας, το Supremo Tribunal de Justiça (Ανώτατο Δικαστήριο) έκρινε ότι το εφαρμοστέο πορτογαλικό δίκαιο, ιδίως το άρθρο 483 και το άρθρο 495, παράγραφος 3, του αστικού κώδικα, δεν επιτρέπει την καταβολή στον J. J. Neto de Sousa της αποζημιώσεως που ζητεί.

25

Υπ’ αυτές τις συνθήκες, πρέπει να γίνει δεκτό ότι με το υποβληθέν ερώτημα ζητείται να διευκρινιστεί κατά πόσον η σχετική με την υποχρεωτική ασφάλιση κανονιστική ρύθμιση της Ένωσης έχει την έννοια ότι αντιτίθεται σε εθνική νομοθεσία βάσει της οποίας ο οδηγός αυτοκίνητου οχήματος που, από δική του υπαιτιότητα, φέρει την ευθύνη τροχαίου ατυχήματος, συνέπεια του οποίου απεβίωσε η σύζυγός του που επέβαινε στο όχημα αυτό, δεν δικαιούται αποζημίωση για την υλική ζημία που υπέστη εξαιτίας του θανάτου αυτού.

26

Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να υπομνησθεί ότι από τα προοίμια της πρώτης και της δεύτερης οδηγίας προκύπτει ότι οι οδηγίες αυτές σκοπούν να διασφαλίσουν, αφενός, την ελεύθερη κυκλοφορία τόσο των οχημάτων που σταθμεύουν συνήθως εντός του εδάφους της Ένωσης όσο και των ατόμων που επιβαίνουν σ’ αυτά και, αφετέρου, σε περίπτωση προκλήσεως ατυχήματος με τέτοια οχήματα, την ενιαία μεταχείριση του θύματος, ανεξαρτήτως του τόπου εντός της Ένωσης όπου σημειώθηκε το ατύχημα (αποφάσεις της 9ης Ιουνίου 2011, Ambrósio Lavrador και Olival Ferreira Bonifácio, C‑409/09, EU:C:2011:371, σκέψη 23, και της 23ης Οκτωβρίου 2012, Marques Almeida, C‑300/10, EU:C:2012:656, σκέψη 26).

27

Η πρώτη οδηγία, όπως συμπληρώθηκε με τη δεύτερη και την τρίτη οδηγία, υποχρεώνει τα κράτη μέλη να εξασφαλίσουν ότι η αστική ευθύνη που προκύπτει από την κυκλοφορία αυτοκίνητων οχημάτων με συνήθη στάθμευση στο έδαφός τους θα καλύπτεται από ασφάλιση και προσδιορίζει, ιδίως, τα είδη ζημιών και τους τρίτους, θύματα ατυχήματος, που η ασφάλιση αυτή πρέπει να καλύπτει (απόφαση της 23ης Οκτωβρίου 2012, Marques Almeida, C‑300/10, EU:C:2012:656, σκέψη 27 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

28

Υπενθυμίζεται, ωστόσο, ότι η υποχρέωση ασφαλιστικής καλύψεως της αστικής ευθύνης εξ αυτοκινήτων οχημάτων για ζημίες σε βάρος τρίτων διαφέρει από την έκταση της αποζημιώσεως των τελευταίων βάσει της αστικής ευθύνης του ασφαλισμένου. Συγκεκριμένα, ενώ η πρώτη ορίζεται και εξασφαλίζεται από την κανονιστική ρύθμιση της Ένωσης, η δεύτερη διέπεται, κατά βάση, από το εθνικό δίκαιο (αποφάσεις της 17ης Μαρτίου 2011, Carvalho Ferreira Santos, C‑484/09, EU:C:2011:158, σκέψη 31, και της 23ης Οκτωβρίου 2012, Marques Almeida, C‑300/10, EU:C:2012:656, σκέψη 28).

29

Το Δικαστήριο έχει κρίνει συναφώς ότι από τον σκοπό της πρώτης, της δεύτερης και της τρίτης οδηγίας, καθώς και από το γράμμα τους, προκύπτει ότι δεν αποβλέπουν στην εναρμόνιση των καθεστώτων αστικής ευθύνης των κρατών μελών και ότι, στο παρόν στάδιο εξελίξεως του δικαίου της Ένωσης, τα κράτη μέλη εξακολουθούν να είναι ελεύθερα να καθορίζουν το καθεστώς αστικής ευθύνης που εφαρμόζεται επί ατυχημάτων που προκύπτουν από την κυκλοφορία οχημάτων (απόφαση της 23ης Οκτωβρίου 2012, Marques Almeida, C‑300/10, EU:C:2012:656, σκέψη 29 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

30

Πάντως, τα κράτη μέλη υποχρεούνται να εξασφαλίζουν ότι η εφαρμοστέα κατά το εθνικό τους δίκαιο αστική ευθύνη που προκύπτει από την κυκλοφορία αυτοκινήτων οχημάτων καλύπτεται από ασφάλιση σύμφωνη προς τις διατάξεις των τριών προμνησθεισών οδηγιών (απόφαση της 23ης Οκτωβρίου 2012, Marques Almeida, C‑300/10, EU:C:2012:656, σκέψη 30 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

31

Τα κράτη μέλη οφείλουν, επίσης, να τηρούν, κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους, το δίκαιο της Ένωσης, οι δε εθνικές διατάξεις που ρυθμίζουν την αποζημίωση για ζημίες που προκαλούνται από την κυκλοφορία οχημάτων δεν μπορούν να καθιστούν άνευ πρακτικής αποτελεσματικότητας την πρώτη, τη δεύτερη και την τρίτη οδηγία (βλ., συναφώς, απόφαση της 23ης Οκτωβρίου 2012, Marques Almeida, C- 300/10, EU:C:2012:656, σκέψη 31).

32

Όπως έχει κρίνει το Δικαστήριο, οι οδηγίες αυτές θα στερούνταν την πρακτική τους αποτελεσματικότητα εάν, για τον λόγο ότι το θύμα συνέτεινε στην επέλευση της ζημίας, μια εθνική ρύθμιση, η οποία στηρίζεται σε γενικά και αφηρημένα κριτήρια, είτε δεν αναγνώριζε στο θύμα το δικαίωμα να λάβει αποζημίωση βάσει της υποχρεωτικής ασφαλίσεως είτε περιόριζε δυσανάλογα το δικαίωμα αυτό (αποφάσεις της 9ης Ιουνίου 2011, Ambrósio Lavrador και Olival Ferreira Bonifácio, C-409/09, EU:C:2011:371, σκέψη 29, και της 23ης Οκτωβρίου 2012, Marques Almeida, C-300/10, EU:C:2012:656, σκέψη 32).

33

Εντούτοις, πρέπει να υπομνησθεί ότι, στην υπόθεση της κύριας δίκης, το δικαίωμα αποζημιώσεως του J. J. Neto de Sousa θίγεται όχι εξαιτίας του περιορισμού, από εθνικές διατάξεις περί ασφαλίσεως, της καλύψεως της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία αυτοκινήτων οχημάτων, αλλά εξαιτίας του εφαρμοστέου εθνικού καθεστώτος αστικής ευθύνης.

34

Πράγματι, η επίμαχη στην κύρια δίκη εθνική νομοθεσία, όπως ερμηνεύθηκε από το Supremo Tribunal de Justiça (Ανώτατο Δικαστήριο), έχει ως αποτέλεσμα να στερείται ο οδηγός αυτοκίνητου οχήματος, ως υπεύθυνος τροχαίου ατυχήματος, το δικαίωμα να λάβει αποζημίωση για τη ζημία που ο ίδιος υπέστη συνεπεία του εν λόγω ατυχήματος.

35

Η νομοθεσία αυτή δεν είναι, επομένως, ικανή να περιορίσει την κάλυψη που παρέχει στον ασφαλισμένο η ασφάλιση αστικής ευθύνης για ζημία εις βάρος τρίτων (βλ., κατ’ αναλογία, απόφαση της 23ης Οκτωβρίου 2012, Marques Almeida, C-300/10, EU:C:2012:656, σκέψη 35).

36

Υπ’ αυτές τις συνθήκες, διαπιστώνεται ότι η επίμαχη στην κύρια δίκη εθνική νομοθεσία δεν θίγει την προβλεπόμενη από το δίκαιο της Ένωσης εγγύηση καλύψεως της προσδιοριζόμενης κατά το εθνικό δίκαιο αστικής ευθύνης από ασφάλιση σύμφωνη προς τις διατάξεις της πρώτης, της δεύτερης και της τρίτης οδηγίας (βλ., κατ’ αναλογία, απόφαση της 23ης Οκτωβρίου 2012, Marques Almeida, C‑300/10, EU:C:2012:656, σκέψη 38).

37

Η εκτίμηση αυτή δεν κλονίζεται από το γεγονός ότι η υλική ζημία που υπέστη ο J. J. Neto de Sousa οφείλεται στον θάνατο της συζύγου του, επιβάτιδος στο όχημα που αυτός οδηγούσε όταν προκάλεσε το ατύχημα. Πράγματι, από τις πληροφορίες που παρέσχε το αιτούν δικαστήριο συνάγεται ότι η υπόθεση της κύριας δίκης αφορά το δικαίωμα αποζημιώσεως όχι για τη ζημία που υπέστη το θύμα υπό την ιδιότητα του επιβάτη ενός εμπλακέντος σε ατύχημα οχήματος, αλλά για τη ζημία που υπέστη ο υπεύθυνος για το εν λόγω ατύχημα οδηγός.

38

Λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθεισών σκέψεων, στο υποβληθέν ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι η πρώτη, η δεύτερη και η τρίτη οδηγία έχουν την έννοια ότι δεν αντιτίθενται σε εθνική νομοθεσία βάσει της οποίας ο οδηγός αυτοκίνητου οχήματος που, από δική του υπαιτιότητα, φέρει την ευθύνη τροχαίου ατυχήματος, συνέπεια του οποίου απεβίωσε η σύζυγός του που επέβαινε στο όχημα αυτό, δεν δικαιούται αποζημίωση για την υλική ζημία που υπέστη εξαιτίας του θανάτου αυτού.

Επί των δικαστικών εξόδων

39

Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

 

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (έκτο τμήμα) αποφαίνεται:

 

Η οδηγία 72/166/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 24ης Απριλίου 1972, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με την ασφάλιση της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία αυτοκινήτων οχημάτων και με τον έλεγχο της υποχρεώσεως προς ασφάλιση της ευθύνης αυτής, η δεύτερη οδηγία 84/5/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 30ής Δεκεμβρίου 1983, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με την ασφάλιση της αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία αυτοκινήτων οχημάτων, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2005/14/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2005, και η τρίτη οδηγία 90/232/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 14ης Μαΐου 1990, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με την ασφάλιση αστικής ευθύνης που προκύπτει από την κυκλοφορία αυτοκινήτων οχημάτων, έχουν την έννοια ότι δεν αντιτίθενται σε εθνική νομοθεσία βάσει της οποίας ο οδηγός αυτοκίνητου οχήματος που, από δική του υπαιτιότητα, φέρει την ευθύνη τροχαίου ατυχήματος, συνέπεια του οποίου απεβίωσε η σύζυγός του που επέβαινε στο όχημα αυτό, δεν δικαιούται αποζημίωση για την υλική ζημία που υπέστη εξαιτίας του θανάτου αυτού.

 

(υπογραφές)


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική.

Top