EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62016CC0418

Προτάσεις της γενικής εισαγγελέα E. Sharpston της 23ης Νοεμβρίου 2017.

Court reports – general – 'Information on unpublished decisions' section

ECLI identifier: ECLI:EU:C:2017:892

ΠΡΟΤΆΣΕΙΣ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΈΑ

ELEANOR SHARPSTON

της 23ης Νοεμβρίου 2017 ( 1 )

Υπόθεση C‑418/16 P

mobile.de GmbH, πρώην mobile.international GmbH

κατά

Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO)

αντίδικος κατά τη διαδικασία ενώπιον του EUIPO:

Rezon OOD

«Αίτηση αναιρέσεως – Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Διαδικασία για την κήρυξη ακυρότητας – Αποφάσεις του τμήματος προσφυγών με τις οποίες ακυρώνονται αποφάσεις του τμήματος ακυρώσεων και αναπέμπεται η υπόθεση για τα περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 64, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 – Ζήτημα αν, υπ’ αυτές τις περιστάσεις, το τμήμα ακυρώσεων έχει τη διακριτική ευχέρεια, δυνάμει του άρθρου 76, παράγραφος 2, να αποφασίσει εάν θα λάβει υπόψη του αποδεικτικά στοιχεία τα οποία προσκομίστηκαν εκπροθέσμως»

1.

Με την παρούσα αίτηση αναιρέσεως, η mobile.de βάλλει κατά της αποφάσεως του Γενικού Δικαστηρίου της 12ης Μαΐου 2016, mobile.international κατά EUIPO – Rezon (mobile.de) ( 2 ). Στο πλαίσιο της υποθέσεως εκείνης, η mobile.de προσέβαλε δύο αποφάσεις του πρώτου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: EUIPO ή Γραφείο) ( 3 ). Το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε στο σύνολό τους τα αιτήματα της mobile.de. Προς στήριξη της παρούσας αιτήσεως αναιρέσεως, η mobile.de προβάλλει έξι λόγους.

2.

Κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, στο πλαίσιο της διαδικασίας που προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) 207/2009 για το κοινοτικό σήμα ( 4 ), τα τμήματα ακυρώσεων και προσφυγών του EUIPO διαθέτουν τη διακριτική ευχέρεια να αποφασίσουν εάν θα λάβουν υπόψη τους αποδεικτικά στοιχεία τα οποία προσκομίστηκαν μετά την εκπνοή της ταχθείσας προθεσμίας ( 5 ). Ο έκτος λόγος αναιρέσεως αφορά, ειδικότερα, την ερμηνεία των άρθρων 64 και 76, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009, σε σχέση με την άσκηση αυτής της ευχέρειας στην περίπτωση που το τμήμα προσφυγών αναπέμπει την υπόθεση στο αντίστοιχο τμήμα ακυρώσεων. Εγείρεται συνεπώς ένα νέο νομικό ζήτημα και το Δικαστήριο ζήτησε την έκδοση προτάσεων επ’ αυτού και μόνον του ζητήματος.

Το δίκαιο της Ένωσης

Κανονισμός 207/2009

3.

Η αιτιολογική σκέψη 10 του κανονισμού 207/2009 αναφέρει ότι «[δ]ικαιολογείται να προστατεύονται τα σήματα [της Ευρωπαϊκής Ένωσης] και, έναντι αυτών, κάθε σήμα το οποίο έχει καταχωρισθεί προγενέστερα, μόνον εφόσον τα σήματα αυτά πράγματι χρησιμοποιούνται».

4.

Το άρθρο 53 επιγράφεται «Σχετικοί λόγοι ακυρότητας». Κατά το άρθρο 53, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης κηρύσσεται άκυρο όταν υφίσταται προγενέστερο σήμα το οποίο, μεταξύ άλλων, είναι σήμα καταχωρισμένο σε κράτος μέλος ( 6 ) και πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 8, παράγραφοι 1 ή 5. Για την υπό κρίση υπόθεση, αποφασιστικής σημασίας είναι το άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ. Η διάταξη αυτή τυγχάνει εφαρμογής «[ε]άν, λόγω του ταυτοσήμου του ή της ομοιότητας με το προγενέστερο σήμα και του ταυτοσήμου ή της ομοιότητας των προϊόντων ή υπηρεσιών που προσδιορίζουν τα δύο σήματα, υπάρχει κίνδυνος σύγχυσης του κοινού της εδαφικής περιοχής στην οποία απολαύει προστασίας το προγενέστερο σήμα· ο κίνδυνος σύγχυσης περιλαμβάνει και τον κίνδυνο συσχέτισης με το προγενέστερο σήμα».

5.

Το άρθρο 57 ορίζει τα εξής:

«1.   Κατά την εξέταση της αίτησης [για κήρυξη] έκπτωσης ή ακυρότητας, το Γραφείο καλεί, όποτε είναι αναγκαίο, τους διάδικους, να υποβάλουν, στις προθεσμίες που τους τάσσει, τις παρατηρήσεις τους για τις κοινοποιήσεις που τους έχει απευθύνει ή τις γνωστοποιήσεις που προέρχονται από τους λοιπούς διάδικους.

2.   Μετά από αίτηση του δικαιούχου του σήματος [της Ευρωπαϊκής Ένωσης], ο δικαιούχος προγενέστερου σήματος [της Ευρωπαϊκής Ένωσης], διάδικος σε διαδικασία ακυρότητας, οφείλει να αποδείξει ότι, κατά τη διάρκεια των πέντε ετών που προηγούνται της ημερομηνίας της αίτησης ακυρότητας, είχε γίνει ουσιαστική χρήση του προγενέστερου σήματος [της Ευρωπαϊκής Ένωσης] στην [Ένωση] για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τα οποία είχε καταχωρισθεί, και τα οποία επικαλείται προς αιτιολόγηση της αίτησής του, ή ότι υπάρχει εύλογη αιτία για τη μη χρήση, εφόσον κατά την ημερομηνία αυτή το προγενέστερο σήμα [της Ευρωπαϊκής Ένωσης] ήταν από πενταετίας τουλάχιστον καταχωρισμένο. Εξάλλου, εάν το προγενέστερο σήμα [της Ευρωπαϊκής Ένωσης] ήταν, τουλάχιστον από πενταετίας, καταχωρισμένο κατά την ημερομηνία δημοσίευσης της αίτησης σήματος [της Ευρωπαϊκής Ένωσης], ο δικαιούχος του προγενέστερου σήματος [της Ευρωπαϊκής Ένωσης] πρέπει επίσης να αποδείξει ότι οι προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 42, παράγραφος 2, επληρούντο κατά την ημερομηνία αυτή. Αν δεν αποδειχθούν τα ανωτέρω, η αίτηση [για κήρυξη] ακυρότητας απορρίπτεται. Αν το προγενέστερο σήμα [της Ευρωπαϊκής Ένωσης] χρησιμοποιήθηκε για μέρος μόνο των προϊόντων ή υπηρεσιών για τα οποία καταχωρίσθηκε, τότε, για τους σκοπούς της εξέτασης της αίτησης [για κήρυξη] ακυρότητας, θεωρείται καταχωρισμένο μόνο γι’ αυτό το μέρος των προϊόντων ή υπηρεσιών.

3.   Η παράγραφος 2 εφαρμόζεται για τα προγενέστερα εθνικά σήματα που αναφέρονται στο άρθρο 8, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, υπό τον όρο ότι η χρήση στην [Ένωση] αντικαθίσταται από τη χρήση στο κράτος μέλος στο οποίο προστατεύεται το προγενέστερο εθνικό σήμα.

[…]» ( 7 ).

6.

Ο τίτλος VII του κανονισμού επιγράφεται «Διαδικασία προσφυγής». Κατά το άρθρο 58, παράγραφος 1, σε προσφυγή υπόκεινται οι αποφάσεις διαφόρων τμημάτων του EUIPO, συμπεριλαμβανομένων των τμημάτων ακυρώσεων. Σύμφωνα με το άρθρο 63, παράγραφος 2, κατά την εξέταση της προσφυγής, το τμήμα προσφυγών «[…] καλεί τους διαδίκους, όποτε είναι αναγκαίο και εντός προθεσμίας που τους τάσσει, να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με τις κοινοποιήσεις που τους έχει απευθύνει ή τις γνωστοποιήσεις που προέρχονται από τους λοιπούς διαδίκους».

7.

Το άρθρο 64 φέρει τον τίτλο «Απόφαση επί της προσφυγής»· ορίζει τα εξής:

«1.   Μετά την εξέταση της προσφυγής επί της ουσίας, το τμήμα προσφυγών αποφαίνεται επί της προσφυγής. Δύναται, είτε να ασκήσει τις αρμοδιότητες του τμήματος που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση, είτε να αναπέμψει την υπόθεση στο τμήμα αυτό για τα περαιτέρω.

2.   Αν το τμήμα προσφυγών αναπέμψει την υπόθεση για τα περαιτέρω στο τμήμα που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση, το τμήμα αυτό δεσμεύεται από το σκεπτικό και το διατακτικό της απόφασης του τμήματος προσφυγών, εφόσον τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης είναι τα ίδια.

[…]»

8.

Το άρθρο 76 περιέχεται στον τίτλο IX του κανονισμού, ο οποίος επιγράφεται «Δικονομικές διατάξεις». Το άρθρο 76 θεσπίζει τους κανόνες για την αυτεπάγγελτη εξέταση των πραγματικών περιστατικών από το Γραφείο. Το άρθρο 76, παράγραφος 2, ορίζει ότι «[τ]ο Γραφείο μπορεί να μη λαμβάνει υπόψη πραγματικά περιστατικά των οποίων δεν έγινε επίκληση ή αποδείξεις που δεν προσεκόμισαν εγκαίρως οι διάδικοι».

Κανονισμός (ΕΚ) 2868/95 της Επιτροπής

9.

Ο κανονισμός (ΕΚ) 2868/95 ( 8 ) της Επιτροπής προβλέπει τους κανόνες που είναι αναγκαίοι για την εφαρμογή του κανονισμού 207/2009. Στόχος των κανόνων εφαρμογής είναι να εξασφαλίσουν «[…] την ομαλή και αποτελεσματική λειτουργία των διαδικασιών για το σήμα ενώπιον του Γραφείου» ( 9 ).

10.

Σε περιπτώσεις στις οποίες ο αιτών την καταχώριση σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης απαιτεί από τον δικαιούχο προγενέστερου σήματος να αποδείξει ότι έγινε χρήση του σήματος σύμφωνα με το άρθρο 42, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009, ο κανόνας 22, παράγραφος 2, του κανονισμού εφαρμογής ορίζει ότι το Γραφείο καλεί τον αντίδικο να προσκομίσει τα απαιτούμενα αποδεικτικά στοιχεία εντός σχετικής προθεσμίας που του τάσσει. Εάν αυτά τα αποδεικτικά στοιχεία δεν προσκομιστούν εμπροθέσμως, το Γραφείο απορρίπτει την ανακοπή ( 10 ).

11.

Ο κανόνας 40, παράγραφος 6, προβλέπει τα ακόλουθα: «[ε]άν ο αιτών [την κήρυξη έκπτωσης ή ακυρότητας] πρέπει να παράσχει απόδειξη χρήσης ή απόδειξη ύπαρξης κατάλληλων λόγων μη χρήσης σύμφωνα με το άρθρο [57, παράγραφος 2 ή 3, του κανονισμού], το Γραφείο καλεί τον αιτούντα να παράσχει αποδείξεις πραγματικής χρήσης του σήματος εντός προθεσμίας που καθορίζει. Εάν οι αποδείξεις δεν παρασχεθούν εντός της καθορισθείσας προθεσμίας, η αίτηση για κήρυξη [ακυρότητας] απορρίπτεται. Ο κανόνας 22, παράγραφοι 2, 3 και 4 εφαρμόζεται mutatis mutandis».

Το ιστορικό της διαφοράς

12.

Στις 17 Νοεμβρίου 2008, η mobile.de υπέβαλε δύο αιτήσεις ενώπιον του EUIPO. Η μία εξ αυτών αφορούσε την καταχώριση του εικονιστικού σήματος που απεικονίζεται κατωτέρω, για προϊόντα και υπηρεσίες των κλάσεων 9, 16, 35, 38 και 42 της συμφωνίας της Νίκαιας, σχετικά με τη διεθνή ταξινόμηση προϊόντων και υπηρεσιών με σκοπό την καταχώριση σημάτων, όπως αυτή έχει αναθεωρηθεί και τροποποιηθεί (στο εξής: Ταξινόμηση της Νίκαιας) ( 11 ). Το σήμα καταχωρίστηκε στις 26 Ιανουαρίου 2010.

Image

13.

Η δεύτερη αίτηση είχε ως αντικείμενο την καταχώριση του λεκτικού σήματος «mobile.de» για προϊόντα και υπηρεσίες των ίδιων κλάσεων με εκείνες για τις οποίες ζητήθηκε η καταχώριση του εικονιστικού σήματος. Το σήμα καταχωρίστηκε στις 29 Σεπτεμβρίου 2010.

14.

Στις 18 Ιανουαρίου 2011, η Rezon OOD υπέβαλε δύο αιτήσεις ζητώντας την κήρυξη της ακυρότητας των δύο σημάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης που είχαν καταχωριστεί από τη mobile.de. Η Rezon επικαλέστηκε το άρθρο 53, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 207/2009, σε συνδυασμό με το άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του ίδιου κανονισμού. Οι αιτήσεις της Rezon στηρίχθηκαν στο εικονιστικό σήμα που είχε καταχωρίσει στη Βουλγαρία για υπηρεσίες των κλάσεων 35, 39 και 42 της Ταξινομήσεως της Νίκαιας (στο εξής: προγενέστερο σήμα) ( 12 ).

Image

15.

Οι αιτήσεις που υπέβαλε η Rezon αφορούσαν μόνον τις υπηρεσίες των κλάσεων 35 και 42. Κατόπιν αιτήματος της mobile.de, η Rezon κλήθηκε να προσκομίσει αποδεικτικά στοιχεία προκειμένου να τεκμηριώσει την ουσιαστική χρήση του προγενέστερου σήματος σύμφωνα με το άρθρο 57, παράγραφοι 2 και 3, του κανονισμού 207/2009.

16.

Με δύο αποφάσεις τις οποίες εξέδωσε στις 28 Μαρτίου 2013, το τμήμα ακυρώσεων του EUIPO απέρριψε στο σύνολό τους αμφότερες τις αιτήσεις της Rezon για κήρυξη ακυρότητας. Έκρινε ότι η Rezon δεν απέδειξε την ουσιαστική χρήση του προγενέστερου σήματος στη Βουλγαρία. Στις 17 Μαΐου 2013, η Rezon άσκησε δύο προσφυγές προσβάλλοντας αμφότερες τις ως άνω αποφάσεις.

17.

Το τμήμα προσφυγών ακύρωσε τις αποφάσεις του τμήματος ακυρώσεων (στο εξής: επίδικες αποφάσεις). Οι υποθέσεις αναπέμφθηκαν στο τμήμα ακυρώσεων προκειμένου να εξεταστεί επί της ουσίας το αίτημα κηρύξεως της ακυρότητας δυνάμει του άρθρου 64 του κανονισμού 207/2009. Βάσει των πρόσθετων αποδεικτικών στοιχείων που προσκόμισε η Rezon στο πλαίσιο των προσφυγών της, το τμήμα προσφυγών αποφάνθηκε, μεταξύ άλλων, ότι είχε γίνει ουσιαστική χρήση του προγενέστερου σήματος για ορισμένες διαφημιστικές υπηρεσίες της κλάσεως 35, πλην όμως η χρήση αυτή δεν αφορούσε το σύνολο των υπηρεσιών της προαναφερθείσας κλάσεως, όπως υποστήριζε η Rezon, ούτε τις υπηρεσίες της κλάσεως 42.

Η διαδικασία ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου

18.

Στις 6 και 7 Μαΐου 2014, η mobile.de άσκησε προσφυγές ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου κατά των επίδικων αποφάσεων. Η mobile.de υποστήριξε ότι το τμήμα προσφυγών είχε ερμηνεύσει εσφαλμένα τόσο τον κανονισμό 207/2009 όσο και τον κανονισμό εφαρμογής. Στις 4 Μαρτίου 2016, το Γενικό Δικαστήριο αποφάσισε τη συνεκδίκαση των δύο υποθέσεων. Με την απόφαση που εξέδωσε στις 12 Μαΐου 2016, το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε αμφότερες τις προσφυγές.

Η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου

19.

Στις 27 Ιουλίου 2016, η mobile.de άσκησε αίτηση αναιρέσεως κατά της αποφάσεως του Γενικού Δικαστηρίου. Ζητεί από το Δικαστήριο να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου και να καταδικάσει το EUIPO στο σύνολο των δικαστικών εξόδων. Προς στήριξη της αιτήσεως αναιρέσεως, η mobile.de προβάλλει έξι λόγους, υποστηρίζοντας ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο, καθόσον ερμήνευσε εσφαλμένα τις ακόλουθες διατάξεις του κανονισμού 207/2009: (i) το άρθρο 57, παράγραφοι 2 και 3, σε συνδυασμό με τους κανόνες 22, παράγραφος 2, και 40, παράγραφος 6, του κανονισμού εφαρμογής· (ii) το άρθρο 76, παράγραφος 2· (iii) το άρθρο 15, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ· (iv) το άρθρο 57, παράγραφος 2, σε συνδυασμό με τον κανόνα 22, παράγραφοι 3 και 4, του κανονισμού εφαρμογής· (v) τα άρθρα 56, παράγραφος 1, και 54, παράγραφος 2· καθώς και (vi) το άρθρο 64, παράγραφος 1.

20.

Η Rezon ισχυρίζεται ότι η αίτηση αναιρέσεως είναι απαράδεκτη και/ή αβάσιμη. Κατά το EUIPO, η αίτηση αναιρέσεως είναι αβάσιμη. Αμφότεροι ζητούν να καταδικαστεί η mobile.de στα δικαστικά έξοδα.

Εξέταση του έκτου λόγου αναιρέσεως – εσφαλμένη ερμηνεία του άρθρου 64 του κανονισμού 207/2009

Η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση

21.

Στις σκέψεις 79 έως 87 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, το Γενικό Δικαστήριο αναπτύσσει την ακόλουθη συλλογιστική.

22.

Πρώτον, όσον αφορά την αιτίαση της mobile.de ότι το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι αποδεικτικά στοιχεία για την ουσιαστική χρήση προσκομίστηκαν μόνον για τις υπηρεσίες «Διαφημίσεις σχετικά με οχήματα» της κλάσεως 35 της Ταξινομήσεως της Νίκαιας και ότι η απόφαση που εκδόθηκε από το τμήμα ακυρώσεων ήταν δυνατό να ακυρωθεί αποκλειστικά ως προς αυτές τις υπηρεσίες ( 13 ), το Γενικό Δικαστήριο υπενθύμισε ότι το άρθρο 64, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009 ορίζει ότι «[μ]ετά την εξέταση της προσφυγής επί της ουσίας, το τμήμα προσφυγών αποφαίνεται επί της προσφυγής. Δύναται, είτε να ασκήσει τις αρμοδιότητες του τμήματος που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση, είτε να αναπέμψει την υπόθεση στο τμήμα αυτό για τα περαιτέρω» ( 14 ). Δεύτερον, το Γενικό Δικαστήριο διευκρίνισε ότι, κατά το άρθρο 64, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009, εάν το τμήμα προσφυγών αναπέμψει την υπόθεση για τα περαιτέρω στο τμήμα που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση, το τμήμα αυτό δεσμεύεται από το σκεπτικό και το διατακτικό της αποφάσεως του τμήματος προσφυγών, εφόσον τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης είναι τα ίδια ( 15 ). Τρίτον, επισήμανε ότι το ζήτημα της ουσιαστικής χρήσεως του προγενέστερου σήματος, όταν εγείρεται από τον δικαιούχο του σήματος, συνιστά προκαταρκτικό ζήτημα το οποίο πρέπει να κριθεί πριν ληφθεί οριστική απόφαση επί της αιτήσεως για την κήρυξη της ακυρότητας ( 16 ). Τέταρτον, το διατακτικό των αποφάσεων του τμήματος προσφυγών πρέπει να γίνεται αντιληπτό και να ερμηνεύεται υπό το πρίσμα του σκεπτικού τους ( 17 ).

23.

Εν προκειμένω, το απόσπασμα του διατακτικού των αποφάσεων του τμήματος προσφυγών με τις οποίες ακυρώθηκαν οι απορριπτικές αποφάσεις του τμήματος ακυρώσεων επί των αιτήσεων της Rezon για κήρυξη ακυρότητας υποδήλωνε ότι το τμήμα ακυρώσεων δεσμευόταν από την ημερομηνία εκδόσεως της αποφάσεως του τμήματος προσφυγών. Το τμήμα ακυρώσεων περιοριζόταν από το πόρισμα στο οποίο κατέληξε το τμήμα προσφυγών, ότι δηλαδή αποδείχθηκε ουσιαστική χρήση του προγενέστερου σήματος για μία μόνον υποκατηγορία υπηρεσιών, ήτοι τις υπηρεσίες «Διαφημίσεις σχετικά με οχήματα» της κλάσεως 35 ( 18 ). Ο έλεγχος αυτός εντασσόταν επίσης στο προκαταρκτικό ζήτημα της αποδείξεως της ουσιαστικής χρήσεως. Σύμφωνα με το άρθρο 57, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009, αυτή μόνον η υποκατηγορία θα έπρεπε να εξεταστεί από το τμήμα ακυρώσεων κατά την επί της ουσίας κρίση των αιτήσεων για την κήρυξη της ακυρότητας ( 19 ).

24.

Ως εκ τούτου, το Γενικό Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι το τμήμα προσφυγών, ακυρώνοντας τις αποφάσεις του τμήματος ακυρώσεων, δεν παρέβη το άρθρο 64, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009 ( 20 ).

Ανάλυση

25.

Κατ’ ουσίαν, η mobile.de υποστηρίζει ότι το τμήμα προσφυγών υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο, στον βαθμό που παρέλειψε να αναφέρει ρητώς στο διατακτικό των επίδικων αποφάσεων ότι οι αποφάσεις του τμήματος ακυρώσεων ακυρώθηκαν εν μέρει, ως προς ορισμένες μόνον υπηρεσίες της κλάσεως 35 (δηλαδή, τις σχετικές με τα οχήματα διαφημίσεις). Κατά την άποψή της, αυτό και μόνον το ζήτημα θα έπρεπε να έχει αναπεμφθεί στο τμήμα ακυρώσεων για τα περαιτέρω.

26.

Δεν συμφωνώ με τη mobile.de. Κατ’ εμέ, ο έκτος λόγος αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.

27.

Είναι αληθές ότι το Γενικό Δικαστήριο παραπέμπει στο άρθρο 64, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009, χωρίς να διατυπώσει ρητώς τη θέση του ως προς το νόημα της εν λόγω διατάξεως. Όμως, από τη συλλογιστική που εκτίθεται στις σκέψεις 81 έως 86 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως καθίσταται σαφές ότι το Γενικό Δικαστήριο ήλεγξε όντως εάν το τμήμα προσφυγών εξέτασε την αίτηση της Rezon για την κήρυξη της ακυρότητας και εάν αποφάνθηκε επ’ αυτής της αιτήσεως. Το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι το τμήμα προσφυγών είχε συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις του άρθρου 64, παράγραφος 1, στον βαθμό που εξέτασε την οικεία αίτηση και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η Rezon είχε αποδείξει επιτυχώς την ουσιαστική χρήση του προγενέστερου σήματος για μία υποκατηγορία υπηρεσιών της κλάσεως 35. Έτσι, το τμήμα προσφυγών αποφάσισε να ακυρώσει την απόφαση του τμήματος ακυρώσεων και να αναπέμψει σε αυτό την υπόθεση για τα περαιτέρω.

28.

Θεωρώ ότι το σκεπτικό του Γενικού Δικαστηρίου μπορεί να ερμηνευθεί κατά τρόπο σύμφωνο με το άρθρο 64, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009 και ότι, υπ’ αυτήν την έννοια, η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση είναι απολύτως ορθή.

29.

Ο έκτος λόγος αναιρέσεως διακρίνεται σε τρία σκέλη. Πρώτον, η mobile.de υποστηρίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο καθόσον δεν δέχθηκε ότι το τμήμα προσφυγών όφειλε να διευκρινίσει στο διατακτικό της αποφάσεώς του ότι η απόφαση του τμήματος ακυρώσεων ακυρώθηκε εν μέρει μόνον. Δεύτερον, η mobile.de διαφωνεί με τη διαπίστωση του Γενικού Δικαστηρίου (στη σκέψη 82 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως) ότι το ζήτημα της ουσιαστικής χρήσεως συνιστά προκαταρκτικό ζήτημα, το οποίο πρέπει να κρίνεται κατά την έναρξη της διαδικασίας για την κήρυξη της ακυρότητας. Τρίτον, η mobile.de διατείνεται ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε, στη σκέψη 85 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, σε πλάνη εκτιμήσεως κατά την ανάλυση της αποφάσεως του τμήματος προσφυγών. Στις περιπτώσεις όπου τίθεται ζήτημα αποδείξεως της ουσιαστικής χρήσεως κατά την έννοια του άρθρου 57, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009 και το τμήμα προσφυγών αναπέμπει την υπόθεση για τα περαιτέρω, δυνάμει του άρθρου 64, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009, ο δικαιούχος του προγενέστερου σήματος δεν θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα υποβολής νέων αποδεικτικών στοιχείων στην επακόλουθη διαδικασία ενώπιον του τμήματος ακυρώσεων. Η αποδοχή νέων ή συμπληρωματικών αποδεικτικών στοιχείων επί του ζητήματος της ουσιαστικής χρήσεως αντίκειται στο άρθρο 76, παράγραφος 2· επιπλέον, συνιστά κατάφωρη παραβίαση του άρθρου 57, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009, καθώς και των κανόνων 22, παράγραφος 2, και 40, παράγραφος 6, του κανονισμού εφαρμογής.

30.

Φρονώ ότι η επιχειρηματολογία της mobile.de στηρίζεται τόσο σε εσφαλμένη κατανόηση της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως όσο και σε παρερμηνεία των άρθρων 64 και 76, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009.

31.

Όσον αφορά την αιτίαση της mobile.de ότι το Γενικό Δικαστήριο δεν έλαβε δεόντως υπόψη την ανακρίβεια στην απόφαση του τμήματος προσφυγών, επιβάλλεται να σημειωθεί ότι από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση προκύπτει με σαφήνεια ότι το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι η απόφαση του τμήματος προσφυγών ήταν σύμφωνη με τις απαιτήσεις της πάγιας νομολογίας του, που επιτάσσει να μπορεί να συναχθεί σαφώς και χωρίς αμφιβολία από την αιτιολογία της αποφάσεως του τμήματος η συλλογιστική του τελευταίου, ούτως ώστε οι ενδιαφερόμενοι να γνωρίζουν τους λόγους στους οποίους στηρίζεται η απόφαση αυτή και ο δικαστής της Ένωσης να είναι σε θέση να ασκήσει τον δικαστικό του έλεγχο ( 21 ). Όπως ορθώς επισήμανε το Γενικό Δικαστήριο στη σκέψη 83 της αποφάσεώς του, το διατακτικό των επίδικων αποφάσεων έπρεπε να ερμηνευθεί στο πλαίσιο του όλου σκεπτικού τους ( 22 ). Συμφωνώ με την εκτίμηση του Γενικού Δικαστηρίου ότι το τμήμα προσφυγών έκρινε οριστικά ότι η ουσιαστική χρήση του προγενέστερου σήματος είχε αποδειχθεί για ένα μόνο είδος υπηρεσιών –ήτοι, τις «Διαφημίσεις σχετικά με οχήματα».

32.

Επομένως, φρονώ ότι, παρά το γεγονός ότι το διατακτικό της αποφάσεως του τμήματος προσφυγών θα μπορούσε πράγματι να είναι διατυπωμένο με μεγαλύτερη σαφήνεια, εντούτοις, το Γενικό Δικαστήριο δεν υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι το τμήμα προσφυγών είχε διαπιστώσει ότι η Rezon απέδειξε την ουσιαστική χρήση του προγενέστερου σήματος για τη συγκεκριμένη μόνον υποκατηγορία υπηρεσιών. Καίτοι είναι αληθές ότι το τμήμα προσφυγών ακύρωσε τις αποφάσεις του τμήματος ακυρώσεων και ανέπεμψε αμφότερες τις υποθέσεις, εντούτοις, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι το αποτέλεσμα των αποφάσεων του τμήματος προσφυγών ήταν ότι η περαιτέρω εξέταση θα έπρεπε να αφορά αποκλειστικά και μόνον το ζήτημα της ουσίας των αιτήσεων για την κήρυξη της ακυρότητας όσον αφορά την υποκατηγορία υπηρεσιών «Διαφημίσεις σχετικά με οχήματα» της κλάσεως 35, υπό το πρίσμα του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009. Η ερμηνεία αυτή επιβεβαιώνεται από τις διαπιστώσεις του Γενικού Δικαστηρίου στις σκέψεις 85 και 86 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως ότι το τμήμα προσφυγών έκρινε οριστικά ότι η ουσιαστική χρήση του σήματος δεν αποδείχθηκε για τις γενικές κατηγορίες υπηρεσιών της κλάσεως 35 (εκτός από τις διαφημίσεις σχετικά με οχήματα) και της κλάσεως 42.

33.

Η ουσία της αιτιάσεως της mobile.de θα μπορούσε επίσης να διατυπωθεί υπό τη μορφή του ερωτήματος εάν η απόφαση του τμήματος προσφυγών να αναπέμψει συνολικώς τις δύο υποθέσεις σημαίνει ότι η mobile.de δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιεί το καταχωρισμένο από αυτήν σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε σχέση με εκείνες τις κατηγορίες (και υποκατηγορίες) προϊόντων για τις οποίες η Rezon δεν απέδειξε ουσιαστική χρήση του προγενέστερου σήματος. Κατ’ εμέ, η mobile.de επιτρέπεται να χρησιμοποιεί το σήμα της για αυτά τα προϊόντα και τις υπηρεσίες. Η άποψη αυτή εδράζεται στον τρόπο με τον οποίο το Γενικό Δικαστήριο ερμηνεύει την απόφαση του τμήματος προσφυγών ως ενιαίο σύνολο –ήτοι, το διατακτικό σε συνάρτηση με το σκεπτικό της.

34.

Ως εκ τούτου, θεωρώ ότι η σχετική αιτίαση της mobile.de είναι αλυσιτελής.

35.

Στη συνέχεια, υπέπεσε σε πλάνη το Γενικό Δικαστήριο στη σκέψη 82 της αποφάσεώς του όπου, για τους σκοπούς του άρθρου 57, παράγραφος 2, χαρακτήρισε το ζήτημα της ουσιαστικής χρήσεως του προγενέστερου σήματος ως προκαταρκτικό ζήτημα;

36.

Κατά την άποψή μου, από το γράμμα του άρθρου 57, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009 («[α]ν δεν αποδειχθούν τα ανωτέρω, η αίτηση ακυρότητας απορρίπτεται») ( 23 ) συνάγεται ότι το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ορθώς. Σύμφωνα με τον κανονισμό, η διαδικασία για την κήρυξη της ακυρότητας έχει διάφορα στάδια. Καταρχάς, ο δικαιούχος του προγενέστερου σήματος προσβάλλει την αίτηση καταχωρίσεως του σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης –εν προκειμένω δυνάμει των άρθρων 53, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, και 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009. Στη συνέχεια, κατά το άρθρο 57, παράγραφος 2, ο κάτοχος του σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει τη δυνατότητα να αποφασίσει εάν θα αμυνθεί έναντι αυτής της προσβολής, καλώντας τον δικαιούχο του προγενέστερου σήματος να προσκομίσει αποδείξεις ουσιαστικής χρήσεως του σήματος αυτού. Έτσι, ένας από τους σκοπούς που εξυπηρετεί το άρθρο 57, παράγραφος 2, είναι να αποτρέπεται ο δικαιούχος του προγενέστερου σήματος (εν προκειμένω η Rezon) από το να προσβάλει σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις περιπτώσεις όπου το σήμα το οποίο επικαλείται ο δικαιούχος ενδέχεται να κηρυχθεί άκυρο λόγω της μη χρήσεώς του ( 24 ). Το αποτέλεσμα του συνδυασμού αυτών των διατάξεων είναι ότι εάν, βάσει του άρθρου 57, παράγραφος 2, ο κάτοχος σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης δικαιωθεί (διότι δεν αποδειχθεί η ουσιαστική χρήση του προγενέστερου σήματος), η εξέταση οποιωνδήποτε ουσιαστικών λόγων ακυρότητας (στην υπό κρίση υπόθεση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ) παρέλκει και η αίτηση για την κήρυξη ακυρότητας απορρίπτεται. Όμως, εάν ο δικαιούχος του προγενέστερου σήματος αποδείξει την ουσιαστική χρήση, επιβάλλεται η εξέταση των προβαλλόμενων με την αίτηση λόγων ουσίας. Αυτό ακριβώς είναι το αποτέλεσμα των επίδικων αποφάσεων που επικύρωσε το Γενικό Δικαστήριο όσον αφορά το μέρος των υπηρεσιών που καλύπτονται από το σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης της mobile.de, δηλαδή τις υπηρεσίες «Διαφημίσεις σχετικά με οχήματα» ( 25 ).

37.

Εξ όσων αντιλαμβάνομαι, το Γενικό Δικαστήριο, χαρακτηρίζοντας το ζήτημα της ουσιαστικής χρήσεως ως «προκαταρκτικό ζήτημα», εννοεί απλώς ότι αυτό θα πρέπει να εξεταστεί στην αρχή της διαδικασίας για την κήρυξη ακυρότητας.

38.

Το δεύτερο και το τρίτο σκέλος του έκτου λόγου αναιρέσεως επικαλύπτονται εν μέρει μεταξύ τους όσον αφορά τη συνδυαστική ερμηνεία των άρθρων 57, παράγραφος 2, και 76, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009 με τον κανόνα 22, παράγραφος 2, και τον κανόνα 40, παράγραφος 6, του κανονισμού εφαρμογής. Ουσιαστικά, τα ζητήματα που εγείρονται αφορούν την υποβολή αποδεικτικών στοιχείων μετά την παρέλευση των προθεσμιών που τάσσει το EUIPO.

39.

Κατά πάγια νομολογία, τα τμήματα προσφυγών του Γραφείου δεν δεσμεύονται, κατ’ αρχήν, από τις προθεσμίες που τάσσονται σε πρώτο βαθμό και μπορούν να δεχθούν εκπροθέσμως προσκομισθέντα αποδεικτικά στοιχεία, δυνάμει της προβλεπόμενης από το άρθρο 76, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009 διακριτικής ευχέρειας, υπό τον όρο ότι ασκούν την εν λόγω ευχέρεια με τρόπο αντικειμενικό και αιτιολογημένο. Το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι σε περίπτωση που δεν έχει προσκομιστεί καμία απόδειξη της χρήσεως του σήματος εντός της ταχθείσας από το Γραφείο προθεσμίας, αυτό οφείλει να απορρίψει αυτεπαγγέλτως την ανακοπή. Αντιθέτως, σε περίπτωση που έχουν προσκομιστεί αποδεικτικά στοιχεία εντός της προθεσμίας την οποία έχει τάξει το Γραφείο, εξακολουθεί να υπάρχει δυνατότητα προσκομίσεως συμπληρωματικών αποδεικτικών στοιχείων ( 26 ).

40.

Έτσι, το δεύτερο σκέλος της αιτιάσεως της mobile.de, ότι είναι απαράδεκτα τυχόν αποδεικτικά στοιχεία που αφορούν την ουσιαστική χρήση και δεν υποβλήθηκαν εγκαίρως, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμο, καθόσον, κατά πάγια νομολογία, το EUIPO έχει τη διακριτική ευχέρεια να αποφασίσει εάν θα λάβει υπόψη του συμπληρωματικά αποδεικτικά στοιχεία ( 27 ).

41.

Είμαι της γνώμης ότι το τρίτο σκέλος του έκτου λόγου αναιρέσεως εδράζεται σε εσφαλμένη κατανόηση της αποφάσεως του Γενικού Δικαστηρίου. Ως προς το συγκεκριμένο ζήτημα, το Γενικό Δικαστήριο δεν έφθασε μέχρι του σημείου να δεχθεί ότι, στην περίπτωση που το τμήμα προσφυγών αναπέμπει μια υπόθεση δυνάμει του άρθρου 64, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009, το τμήμα ακυρώσεων, στο οποίο αναπέμπεται η υπόθεση, μπορεί να αποφασίσει να λάβει υπόψη συμπληρωματικά αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με την ουσιαστική χρήση υπηρεσιών της κλάσεως 35 οι οποίες δεν καλύπτονται από την περιγραφή «Διαφημίσεις σχετικά με οχήματα» ή των υπηρεσιών της κλάσεως 42.

42.

Πάντως, η αίτηση αναιρέσεως της mobile.de εγείρει όντως ένα νέο νομικό ζήτημα, στο μέτρο που είναι ασαφές το γράμμα του άρθρου 64, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009, το οποίο ορίζει ότι «[…] το τμήμα [αυτό] δεσμεύεται από το σκεπτικό και το διατακτικό της απόφασης του τμήματος προσφυγών, εφόσον τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης είναι τα ίδια». Στις περιπτώσεις που το τμήμα προσφυγών αναπέμπει μια υπόθεση για τα περαιτέρω, είναι στη διακριτική ευχέρεια του τμήματος του Γραφείου στο οποίο αναπέμπεται η υπόθεση να κάνει δεκτά και να λάβει υπόψη συμπληρωματικά αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με ζήτημα επί του οποίου έχει ήδη αποφανθεί το τμήμα προσφυγών;

43.

Πρόκειται για οριζόντιο ζήτημα γενικότερης σημασίας, διότι συνδέεται με την όλη οικονομία του κανονισμού 207/2009, αφού τίθεται ως προς ολόκληρο το φάσμα των διαδικασιών που διέπει αυτός ο κανονισμός ( 28 ).

44.

Όσον αφορά την εξέταση των προσφυγών, θεωρώ ότι το άρθρο 64, παράγραφος 1, αναφέρεται σε περιπτώσεις στις οποίες το τμήμα προσφυγών μπορεί να ασκήσει την ευχέρεια που του παρέχει το άρθρο 76, παράγραφος 2, λαμβάνοντας υπόψη του συμπληρωματικά αποδεικτικά στοιχεία σύμφωνα με την πάγια νομολογία του Δικαστηρίου. Εάν το τμήμα καταλήξει σε οριστικές πραγματικές διαπιστώσεις βάσει αυτών των αποδεικτικών στοιχείων και αναπέμψει την υπόθεση στο σχετικό τμήμα του EUIPO σύμφωνα με το άρθρο 64, παράγραφος 2, το δεύτερο αυτό τμήμα δεσμεύεται από την απόφαση του τμήματος προσφυγών επί της οικείας προσφυγής. Σε αυτή την περίπτωση, το τμήμα στο οποίο αναπέμφθηκε η υπόθεση δεν μπορεί να αξιολογήσει συμπληρωματικά αποδεικτικά στοιχεία που προσκομίζουν οι διάδικοι σε σχέση με ζητήματα επί των οποίων το τμήμα προσφυγών αποφάνθηκε οριστικά. Στην υπόθεση της mobile.de, η κρίση του τμήματος προσφυγών δεν άφηνε περιθώριο για περαιτέρω εξέταση δυνάμει του άρθρου 64, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009 ως προς τις υπηρεσίες της κλάσεως 35 οι οποίες δεν αφορούσαν «Διαφημίσεις σχετικά με οχήματα» ούτε ως προς τις υπηρεσίες της κλάσεως 42. Ως εκ τούτου, μετά την έκδοση της αποφάσεως αναπομπής από το τμήμα προσφυγών, δεν ήταν δυνατό να προσκομιστούν ενώπιον του τμήματος ακυρώσεων συμπληρωματικά αποδεικτικά στοιχεία επ’ αυτών των ζητημάτων.

45.

Όμως, ως προς το ζήτημα αν υπήρχε, υπό την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του ανωτέρω κανονισμού, κίνδυνος συγχύσεως σε σχέση με υπηρεσίες που αφορούν «Διαφημίσεις σχετικά με οχήματα», το τμήμα ακυρώσεων ήταν υποχρεωμένο να εξετάσει το συγκεκριμένο ζήτημα βάσει των διατάξεων του κανονισμού 207/2009 και του κανονισμού εφαρμογής. Το συγκεκριμένο ζήτημα δεν είχε εξεταστεί από το τμήμα προσφυγών, το οποίο κατ’ επέκταση δεν αποφάνθηκε οριστικά επ’ αυτού. Στην εξέταση αυτή συμπεριλαμβάνεται η εξουσία ασκήσεως της διακριτικής ευχέρειας που παρέχεται από το άρθρο 76, παράγραφος 2. Φρονώ ότι το γράμμα του άρθρου 64, παράγραφος 2, καλύπτει ακριβώς αυτού του είδους τις περιπτώσεις.

46.

Υπογραμμίζω ωστόσο, ότι θα ήταν ασύμβατη προς το νομοθετικό πλαίσιο η ερμηνεία του άρθρου 64, παράγραφος 2, και του άρθρου 76, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009 υπό την έννοια ότι επιτρέπεται στα τμήματα του Γραφείου να λαμβάνουν υπόψη συμπληρωματικά αποδεικτικά στοιχεία σε περιπτώσεις όπου το τμήμα προσφυγών έχει προβεί σε πραγματικές διαπιστώσεις και έχει αποφανθεί οριστικά. Η ερμηνεία της φράσεως «[…] εφόσον τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης είναι τα ίδια» υπό την έννοια ότι επιτρέπεται η προσκόμιση συμπληρωματικών στοιχείων και, ως εκ τούτου, τα πραγματικά περιστατικά της υποθέσεως δεν είναι πλέον «τα ίδια», κατά την έννοια του άρθρου 64, παράγραφος 2, είναι εσφαλμένη. Τούτο, κατά την άποψή μου, βαίνει πέραν των όσων προβλέπονται από το άρθρο 76, παράγραφος 2. Αντιβαίνει στον τίτλο VII του κανονισμού 207/2009, ο οποίος διέπει τη διαδικασία προσφυγής. Θα καθιστούσε δε νομικώς αβέβαιες όλες τις αποφάσεις των τμημάτων προσφυγών στις περιπτώσεις που αποφασίζεται η αναπομπή της υποθέσεως. Μια τέτοιου είδους ερμηνεία θα υπονόμευε την όλη δομή του δικαστικού ελέγχου που θεσπίζεται με τον κανονισμό 207/2009. Επιπλέον, η άποψη αυτή δεν συμβιβάζεται με τον πρακτικό σκοπό του κανονισμού 207/2009, ο οποίος συνίσταται στην προστασία του σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ( 29 ). Τέλος, δεν συνάδει ούτε με την αρχή της ασφάλειας δικαίου.

47.

Ως εκ τούτου, φρονώ ότι ο έκτος λόγος αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.

Επί των δικαστικών εξόδων

48.

Κατά το άρθρο 137 του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, το Δικαστήριο αποφασίζει για τα έξοδα με την απόφαση που περατώνει τη δίκη.

Πρόταση

49.

Υπό το πρίσμα των ανωτέρω παρατηρήσεων, προτείνω στο Δικαστήριο:

να απορρίψει τον έκτο λόγο αναιρέσεως ως αβάσιμο· και

να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων, σύμφωνα με τον Κανονισμό Διαδικασίας του Δικαστηρίου, με την απόφαση που περατώνει την παρούσα δίκη.


( 1 ) Γλώσσα του πρωτοτύπου: η αγγλική.

( 2 ) Συνεκδικασθείσες υποθέσεις T‑322/14 και T‑325/14, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2016:297 (στο εξής: αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση). Μετά την έκδοση της αποφάσεως εκείνης, η mobile.international GmbH μετέβαλε την επωνυμία της σε mobile.de GmbH.

( 3 ) Οι επίδικες αποφάσεις είχαν εκδοθεί στις 9 Ιανουαρίου 2014 και στις 13 Φεβρουαρίου 2014.

( 4 ) Κανονισμός του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ 2009, L 78, σ. 1). Ο κανονισμός αυτός καταργήθηκε και αντικαταστάθηκε από τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2017, για το σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ 2017, L 154, σ. 1), ο οποίος τέθηκε σε ισχύ την 1η Οκτωβρίου 2017. Ο νέος κανονισμός κωδικοποιεί τον κανονισμό 207/2009, ενώ οι κρίσιμες διατάξεις παραμένουν ίδιες και στον κανονισμό 2017/1001.

( 5 ) Απόφαση της 13ης Μαρτίου 2007, ΓΕΕΑ κατά Kaul (C‑29/05 P, EU:C:2007:162, σκέψη 42). Βλ. πιο πρόσφατα, απόφαση της 18ης Ιουλίου 2013, New Yorker SHK Jeans κατά ΓΕΕΑ (C‑621/11 P, EU:C:2013:484, σκέψεις 28 και 30). Διαφωτιστικές ως προς την εξέλιξη της νομολογίας αυτής είναι οι προτάσεις του M. Szpunar στην υπόθεση ΓΕΕΑ κατά Grau Ferrer (C‑597/14 P, EU:C:2016:2, σημεία 39 έως 53).

( 6 ) Ο όρος «προγενέστερα σήματα» ορίζεται στο άρθρο 8, παράγραφος 2. Μεταξύ των σημάτων στα οποία αναφέρεται ο κατάλογος της διάταξης περιλαμβάνονται και εθνικά σήματα όπως αυτό της υποθέσεως της κύριας δίκης (βλ. σημείο 14 των παρουσών προτάσεων) (άρθρο 8, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, σημείο ii).

( 7 ) Το άρθρο 42, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009 έχει εφαρμογή στη διαδικασία ανακοπών, όπου ο δικαιούχος προγενέστερου σήματος επιδιώκει να παρεμποδίσει τον αιτούντα να καταχωρίσει το σήμα του ως σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το άρθρο 42, παράγραφος 2, καθορίζει τους κανόνες για την εξέταση της ανακοπής που ασκείται κατά της καταχωρίσεως σήματος. Από λειτουργικής απόψεως, είναι ισοδύναμο με το άρθρο 57, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009 (το οποίο παρατίθεται στο σημείο 5 των παρουσών προτάσεων).

( 8 ) Κανονισμός της 13ης Δεκεμβρίου 1995, περί της εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 του Συμβουλίου για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ 1995, L 303, σ. 1) (στο εξής: κανονισμός εφαρμογής). Ο κανονισμός αυτός έχει τροποποιηθεί πλειστάκις. Στην ενοποιημένη έκδοση του 2009 περιλαμβάνονται οι τροποποιήσεις που έγιναν με τον κανονισμό (ΕΚ) 1041/2005 της Επιτροπής, της 29ης Ιουνίου 2005 (ΕΕ 2005, L 172, σ. 4). Αυτή είναι η έκδοση που είχε εφαρμογή κατά τον κρίσιμο χρόνο. Έκτοτε, ο κανονισμός εφαρμογής καταργήθηκε και αντικαταστάθηκε από τον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2017/1430 της Επιτροπής, της 18ης Μαΐου 2017, για τη συμπλήρωση του κανονισμού 207/2009 και για την κατάργηση των κανονισμών 2868/95 και 216/96 (ΕΕ 2017, L 205, σ. 1).

( 9 ) Πέμπτη και έκτη αιτιολογική σκέψη του κανονισμού εφαρμογής.

( 10 ) Οι κανόνες του άρθρου 42, παράγραφος 2, για τη διαδικασία ανακοπής εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, και στη διαδικασία για κήρυξη της ακυρότητας.

( 11 ) Οι κλάσεις 9, 16 και 38 είναι άνευ σημασίας για την παρούσα προσφυγή. Η κλάση 35 αναφέρεται σε υπηρεσίες διαφημίσεως, διοικήσεως επιχειρήσεων, διαχειρίσεως επιχειρήσεων και εργασιών γραφείου, ενώ η κλάση 42 καλύπτει τις επιστημονικές και τεχνολογικές υπηρεσίες, καθώς και την έρευνα και τον σχεδιασμό που σχετίζονται με αυτές, τον σχεδιασμό και την ανάπτυξη εξοπλισμού και λογισμικού ηλεκτρονικών υπολογιστών, τη μίσθωση λογισμικού ηλεκτρονικών υπολογιστών και την παροχή υπηρεσιών μηχανής αναζητήσεως στο διαδίκτυο.

( 12 ) Η κλάση 39 περιλαμβάνει τις μεταφορές, τη συσκευασία και αποθήκευση τροφίμων και την οργάνωση ταξιδίων.

( 13 ) Σκέψη 79.

( 14 ) Σκέψεις 79 και 80.

( 15 ) Σκέψη 81.

( 16 ) Σκέψη 82.

( 17 ) Σκέψη 83.

( 18 ) Σκέψη 85.

( 19 ) Σκέψη 86.

( 20 ) Σκέψη 87.

( 21 ) Απόφαση της 20ής Ιανουαρίου 2011, General Química κ.λπ. κατά Επιτροπής (C‑90/09 P, EU:C:2011:21, σκέψη 59 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

( 22 ) Διάταξη της 10ης Ιουλίου 2001, Irish Sugar κατά Επιτροπής (C‑497/99 P, EU:C:2001:393, σκέψη 15).

( 23 ) Απόφαση της 18ης Ιουλίου 2013, New Yorker SHK Jeans κατά ΓΕΕΑ (C‑621/11 P, EU:C:2013:484, σκέψη 24).

( 24 ) Βλ. αιτιολογική σκέψη 10.

( 25 ) Βλ. σημείο 17 των παρουσών προτάσεων.

( 26 ) Απόφαση της 21ης Ιουλίου 2016, EUIPO κατά Grau Ferrer (C‑597/14 P, EU:C:2016:579, σκέψη 26). Στην υπόθεση εκείνη, το Δικαστήριο επιβεβαίωσε ότι το πεδίο της διακριτικής ευχέρειας του άρθρου 76, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009 δεν καλύπτει νέα αποδεικτικά στοιχεία, ήτοι στις υποθέσεις όπου κανένα αποδεικτικό στοιχείο σχετικά με την ουσιαστική χρήση δεν προσκομίστηκε εντός της ταχθείσας από το EUIPO προθεσμίας (βλ. σκέψη 27).

( 27 ) Βλ., πλέον προσφάτως, απόφαση της 4ης Μαΐου 2017, Comercializadora Eloro κατά EUIPO (C‑71/16 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2017:345, σκέψεις 55 έως 59 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

( 28 ) Το φάσμα των διαδικασιών περιλαμβάνει τις διαδικασίες ανακοπής, αιτήσεως για την κήρυξη εκπτώσεως και αιτήσεως για την κήρυξη ακυρότητας, βλ. απόφαση της 21ης Ιουλίου 2016, EUIPO κατά Grau Ferrer (C‑597/14 P, EU:C:2016:579, σκέψη 27).

( 29 ) Απόφαση της 5ης Απριλίου 2017, EUIPO κατά Szajner (C‑598/14 P, EU:C:2017:265, σκέψη 39).

Top