Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62016CC0102

    Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα S. Tanchev της 2ας Φεβρουαρίου 2017.
    Vaditrans BVBA κατά Belgische Staat.
    Αίτηση του Raad van State για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως.
    Προδικαστική παραπομπή – Οδικές μεταφορές – Περίοδοι αναπαύσεως του οδηγού – Κανονισμός (ΕΚ) 561/2006 – Άρθρο 8, παράγραφοι 6 και 8 – Δυνατότητα λήψεως των περιόδων ημερήσιας αναπαύσεως και των μειωμένων περιόδων εβδομαδιαίας αναπαύσεως μακριά από τη βάση και μέσα στο όχημα – Εξαιρούνται οι κανονικές περίοδοι εβδομαδιαίας αναπαύσεως.
    Υπόθεση C-102/16.

    Court reports – general – 'Information on unpublished decisions' section

    ECLI identifier: ECLI:EU:C:2017:82

    ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ

    SVETLIN TANCHEV

    της 2ας Φεβρουαρίου 2017 ( 1 )

    Υπόθεση C‑102/16

    Vaditrans BVBA

    κατά

    Belgische Staat

    [αίτηση του Raad van State (Συμβούλιο της Επικρατείας, Βέλγιο)
    για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]

    «Προδικαστική παραπομπή – Οδικές μεταφορές – Κανονισμός (ΕΚ) 561/2006 – Περίοδοι αναπαύσεως του οδηγού – Άρθρο 8, παράγραφος 6 – Άρθρο 8, παράγραφος 8 – Άρθρο 19 – Περιστάσεις υπό τις οποίες επιτρέπεται να λαμβάνεται περίοδος αναπαύσεως μέσα στο όχημα – Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Άρθρο 49»

    1. 

    Το κύριο ζήτημα το οποίο τίθεται με την υπό κρίση αίτηση προδικαστικής αποφάσεως που υπέβαλε το Raad van State (Συμβούλιο της Επικρατείας, Βέλγιο) στο Δικαστήριο έγκειται στο κατά πόσον το άρθρο 8, παράγραφοι 6 και 8, του κανονισμού (ΕΚ) 561/2006 για την εναρμόνιση ορισμένων κοινωνικών διατάξεων στον τομέα των οδικών μεταφορών (στο εξής: κανονισμός 561/2006) ( 2 ) πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι δεν επιτρέπεται να λαμβάνονται μέσα στο όχημα οι κανονικές περίοδοι εβδομαδιαίας αναπαύσεως που προβλέπει ο συγκεκριμένος κανονισμός. Το αιτούν δικαστήριο ζητεί ακόμη να διευκρινιστεί αν ορισμένες διατάξεις του κανονισμού 561/2006 παραβιάζουν την αρχή της νομιμότητας αξιόποινων πράξεων και ποινών όπως αυτή κατοχυρώνεται στο άρθρο 49 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: Χάρτης).

    2. 

    Δεν πρόκειται, ωστόσο, για υπόθεση που αφορά αποκλειστικώς τεχνικά ζητήματα σχετικά με την πολιτική που ακολουθεί η Ένωση στον τομέα των οδικών μεταφορών. Τουναντίον, απαιτείται η συνεκτίμηση σύνθετων κοινωνικών ζητημάτων τα οποία επηρεάζουν ουσιωδώς την καθημερινότητα των πολιτών της Ένωσης και των κρατών μελών, όπως η ενίσχυση της οδικής ασφάλειας και η προστασία των εργαζομένων.

    I. Νομικό πλαίσιο

    A.   Το δίκαιο της Ένωσης

    3.

    Το άρθρο 8, παράγραφοι 6 και 8, του κανονισμού 561/2006 ορίζει:

    «6.   Κατά τη διάρκεια δεκαπενθημέρου, ο οδηγός πρέπει να λαμβάνει τουλάχιστον:

    δύο κανονικές περιόδους εβδομαδιαίας ανάπαυσης ή

    μία κανονική περίοδο εβδομαδιαίας ανάπαυσης και μία μειωμένη περίοδο εβδομαδιαίας ανάπαυσης διάρκειας τουλάχιστον 24 ωρών· ωστόσο, η μείωση πρέπει να αντισταθμίζεται με ισοδύναμη ανάπαυση που λαμβάνεται συνολικά πριν από το τέλος της τρίτης εβδομάδας που έπεται της εν λόγω εβδομάδας.

    Μία περίοδος εβδομαδιαίας ανάπαυσης πρέπει να αρχίζει το αργότερο μόλις συμπληρωθούν έξι συνεχόμενα εικοσιτετράωρα από το τέλος της προηγούμενης περιόδου εβδομαδιαίας ανάπαυσης.

    […]

    8.   Κατ’ επιλογήν του οδηγού, οι περίοδοι ημερήσιας ανάπαυσης και οι περίοδοι μειωμένης εβδομαδιαίας ανάπαυσης μακριά από τη βάση μπορούν να λαμβάνονται μέσα σε όχημα, εφόσον αυτό διαθέτει κατάλληλες εγκαταστάσεις ύπνου για κάθε οδηγό και είναι σταθμευμένο.»

    4.

    Το άρθρο 19, παράγραφος 1, του κανονισμού 561/2006 ορίζει:

    «1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κανόνες σχετικά με τις κυρώσεις που επιβάλλονται για τις παραβιάσεις του παρόντος κανονισμού και του κανονισμού (ΕΟΚ) 3821/85 και λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίζεται η εφαρμογή τους. Οι κυρώσεις αυτές πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές, αποτρεπτικές και να μην εισάγουν διακρίσεις. […]»

    B.   Εθνικό δίκαιο

    5.

    Οι κρίσιμες διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας περιλαμβάνονται στο βασιλικό διάταγμα της 19ης Απριλίου 2014«για την τροποποίηση του βασιλικού διατάγματος της 19ης Ιουλίου 2000 περί εισπράξεως και παρακαταθήκης χρηματικού ποσού σε περίπτωση διαπιστώσεως ορισμένων παραβάσεων σχετικά με τις οδικές μεταφορές» ( 3 ) (στο εξής: επίμαχο διάταγμα) ( 4 ).

    6.

    Το άρθρο 2 του επίμαχου διατάγματος ορίζει τα εξής:

    «Στο παράρτημα 1, προσάρτημα 1, του [βασιλικού διατάγματος της 19ης Ιουλίου 2000], στο στοιχείο c), Χρόνοι οδηγήσεως και περίοδοι αναπαύσεως, προστίθεται το σημείο 8, το οποίο έχει ως εξής:

    “8. Η κατά τον χρόνο του ελέγχου υποχρεωτικά λαμβανόμενη κανονική περίοδος εβδομαδιαίας αναπαύσεως λαμβάνεται μέσα στο όχημα.

    - κανονισμός (ΕΚ) 561/2006, άρθρο 8, παράγραφοι 6 και 8.

    - ERTA, άρθρο 8

    EUR 1 800”»

    II. Η κύρια δίκη και τα προδικαστικά ερωτήματα

    7.

    Η Vaditrans BVBA (στο εξής: αιτούσα) είναι βελγική εταιρία οδικών μεταφορών.

    8.

    Στις 8 Αυγούστου 2014, η αιτούσα κατέθεσε ενώπιον του Raad van State (Συμβούλιο της Επικρατείας) αίτηση ακυρώσεως του επίμαχου διατάγματος. Με το άρθρο 2 του επίμαχου διατάγματος, επιβάλλεται πρόστιμο 1800 ευρώ στους οδηγούς που δεν συμμορφώνονται προς την απαγόρευση να λαμβάνουν μέσα στο όχημα την κανονική περίοδο εβδομαδιαίας αναπαύσεώς τους.

    9.

    Προς στήριξη της αιτήσεώς της, η αιτούσα αμφισβητεί την ερμηνεία του άρθρου 8, παράγραφοι 6 και 8, του κανονισμού 561/2016 η οποία εμμέσως προκύπτει από το άρθρο 2 του επίμαχου διατάγματος. Η συγκεκριμένη διάταξη του επίμαχου διατάγματος εδράζεται επί της παραδοχής ότι βάσει του κανονισμού 561/2006 απαγορεύεται η λήψη μέσα στο όχημα της κανονικής περιόδου εβδομαδιαίας αναπαύσεως. Η αιτούσα υποστηρίζει ότι μια τέτοια ερμηνεία απορρέει από a contrario συλλογιστική η οποία, ωστόσο, αντιβαίνει στην αρχή «ουδεμία ποινή άνευ νόμου».

    10.

    Το Βελγικό Δημόσιο (στο εξής: καθού) διατείνεται ότι το άρθρο 8, παράγραφοι 6 και 8, του κανονισμού 561/2016 απαγορεύει τη λήψη μέσα στο όχημα της κανονικής περιόδου εβδομαδιαίας αναπαύσεως που παρέχει ο κανονισμός και ότι το άρθρο 2 του επίμαχου διατάγματος δεν αντιβαίνει στην αρχή «ουδεμία ποινή άνευ νόμου».

    11.

    Υπ’ αυτές τις συνθήκες, το Raad van State (Συμβούλιο της Επικρατείας) αποφάσισε να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

    «1.

    Πρέπει το άρθρο 8, παράγραφοι 6 και 8, του κανονισμού (ΕΚ) 561/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2006, για την εναρμόνιση ορισμένων κοινωνικών διατάξεων στον τομέα των οδικών μεταφορών και για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΟΚ) 3821/85 και (ΕΚ) 2135/98 του Συμβουλίου καθώς και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) 3820/85 του Συμβουλίου, να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι δεν επιτρέπεται να λαμβάνονται μέσα στο όχημα οι κανονικές περίοδοι εβδομαδιαίας αναπαύσεως κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 6, του ίδιου κανονισμού;

    2.

    Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο πρώτο ερώτημα, αντιβαίνει τότε το άρθρο 8, παράγραφοι 6 και 8, του κανονισμού (ΕΚ) 561/2006, σε συνδυασμό με το άρθρο 19 του ίδιου κανονισμού, στην αρχή της νομιμότητας αξιόποινων πράξεων και ποινών, όπως αυτή διατυπώνεται στο άρθρο 49 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, επειδή οι προαναφερθείσες διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) 561/2006 δεν προβλέπουν ρητώς την απαγόρευση να λαμβάνονται μέσα στο όχημα οι κανονικές περίοδοι εβδομαδιαίας αναπαύσεως κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 6, του ίδιου κανονισμού;

    3.

    Σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως στο πρώτο ερώτημα, επιτρέπει τότε ο κανονισμός (ΕΚ) 561/2006 στα κράτη μέλη να ορίσουν στο εσωτερικό τους δίκαιο ότι απαγορεύεται να λαμβάνονται μέσα στο όχημα οι κανονικές περίοδοι εβδομαδιαίας αναπαύσεως κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 6, του ίδιου κανονισμού;»

    12.

    Γραπτές παρατηρήσεις κατέθεσαν ενώπιον του Δικαστηρίου η αιτούσα, η Αυστριακή, η Βελγική, η Εσθονική, η Γαλλική, η Γερμανική και η Ισπανική Κυβέρνηση, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή.

    III. Νομική εκτίμηση

    13.

    Είμαι της γνώμης ότι το άρθρο 8, παράγραφοι 6 και 8, του κανονισμού 561/2006 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι οι οδηγοί δεν μπορούν να λαμβάνουν μέσα στο όχημα τις περιόδους εβδομαδιαίας αναπαύσεως που προβλέπει ο συγκεκριμένος κανονισμός. Επίσης, φρονώ ότι το άρθρο 8, παράγραφοι 6 και 8, σε συνδυασμό με το άρθρο 19, του κανονισμού 561/2006, δεν αντιβαίνει στην αρχή της νομιμότητας αξιόποινων πράξεων και ποινών, όπως αυτή διατυπώνεται στο άρθρο 49 του Χάρτη. Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι η απάντηση που προτείνω στο τρίτο προδικαστικό ερώτημα έχει σημασία μόνον αν το Δικαστήριο διαφωνήσει με την απάντηση που προτείνεται στο πρώτο ερώτημα. Προτού αναπτύξω αναλυτικά τη συλλογιστική μου, θα προταχθεί η εξέταση ορισμένων προκαταρκτικών ζητημάτων τα οποία έθεσαν το Συμβούλιο και η αιτούσα και άπτονται του παραδεκτού.

    A.   Επί του παραδεκτού

    14.

    Το Συμβούλιο αμφισβητεί το παραδεκτό του δεύτερου ερωτήματος με το σκεπτικό ότι το αιτούν δικαστήριο δεν επεξηγεί, ως όφειλε βάσει του άρθρου 94, στοιχείο γʹ, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, τους λόγους για τους οποίους διατηρεί αμφιβολίες ως προς το κύρος των κρίσιμων διατάξεων του κανονισμού 561/2006 ή γιατί η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως αναφορικά με το κύρος των συγκεκριμένων διατάξεων θα μπορούσε να συνεισφέρει στην επίλυση της διαφοράς της κύριας δίκης. Επιπροσθέτως, η αιτούσα αμφισβητεί τη λυσιτέλεια του τρίτου ερωτήματος.

    15.

    Είμαι της γνώμης ότι τα προδικαστικά ερωτήματα έχουν υποβληθεί παραδεκτώς για τους εξής λόγους.

    16.

    Κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, τα σχετικά με το δίκαιο της Ένωσης ερωτήματα απολαύουν τεκμηρίου λυσιτέλειας. Η άρνηση του Δικαστηρίου να αποφανθεί επί προδικαστικού ερωτήματος υποβληθέντος από εθνικό δικαστήριο είναι δυνατή μόνον αν προκύπτει προδήλως ότι η ζητούμενη ερμηνεία κανόνα του δικαίου της Ένωσης ουδεμία σχέση έχει με το υποστατό ή το αντικείμενο της διαφοράς της κύριας δίκης, όταν το ζήτημα είναι υποθετικής φύσεως ή επίσης όταν το Δικαστήριο δεν διαθέτει τα πραγματικά και νομικά στοιχεία τα οποία είναι αναγκαία προκειμένου να είναι σε θέση δώσει χρήσιμη απάντηση στα υποβληθέντα ερωτήματα ( 5 ).

    17.

    Εξάλλου, πρέπει να υπομνησθεί ότι κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, όπως προκύπτει και από το άρθρο 94, στοιχείο γʹ, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου ( 6 ), το πνεύμα συνεργασίας το οποίο πρέπει να πρυτανεύει στη λειτουργία του συστήματος της προδικαστικής παραπομπής επιτάσσει πράγματι να εκθέτει το αιτούν δικαστήριο, στην απόφασή του περί παραπομπής, για ποιους συγκεκριμένους λόγους εκτιμά ότι είναι αναγκαία για την επίλυση της διαφοράς η απάντηση στα ερωτήματά του σχετικά με την ερμηνεία ή το κύρος ορισμένων διατάξεων του δικαίου της Ένωσης. Επομένως, είναι σημαντικό το αιτούν δικαστήριο, αφενός, να αναφέρει ειδικότερα για ποιους ακριβώς λόγους διατηρεί αμφιβολίες ως προς το κύρος ορισμένων διατάξεων του δικαίου της Ένωσης και, αφετέρου, να εκθέτει τους λόγους ακυρότητας οι οποίοι εκτιμά ότι ενδέχεται να γίνουν δεκτοί ( 7 ).

    18.

    Στην υπό κρίση υπόθεση, το αιτούν δικαστήριο δηλώνει ότι παρίσταται ανάγκη ερμηνείας των κρίσιμων διατάξεων του κανονισμού 561/2006 προκειμένου να αποφανθεί επί αιτιάσεως που προέβαλε η αιτούσα.

    19.

    Συναφώς, το αιτούν δικαστήριο λαμβάνει υπόψη του το άρθρο 267, τρίτο εδάφιο, της ΣΛΕΕ εκ του οποίου απορρέει η υποχρέωση εθνικού δικαστηρίου του οποίου οι αποφάσεις δεν υπόκεινται σε ένδικα μέσα του εσωτερικού δικαίου να υποβάλει προς το Δικαστήριο προδικαστικό ερώτημα επί της ερμηνείας και του κύρους διατάξεως του δικαίου της Ένωσης, εφόσον κρίνει ότι η απόφαση επί του ερωτήματος αυτού είναι αναγκαία για την έκδοση της δικής του αποφάσεως.

    20.

    Το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι, αναλόγως της αποφάσεως του Δικαστηρίου επί της ερμηνείας των κρίσιμων διατάξεων του κανονισμού 561/2006, «ανακύπτει το ζήτημα» αν οι συγκεκριμένες διατάξεις αντιβαίνουν στην αρχή «ουδεμία ποινή άνευ νόμου», όπως αυτή αναγνωρίζεται στο άρθρο 49 του Χάρτη, καθό μέτρο δεν απαγορεύουν ρητώς να λαμβάνονται μέσα στο όχημα οι κανονικές περίοδοι εβδομαδιαίας αναπαύσεως.

    21.

    Επομένως, το αιτούν δικαστήριο έχει εκθέσει κατά τρόπο αρκούντως λεπτομερή τους λόγους για τους οποίους υπέβαλε ερώτημα περί του κύρους των κρίσιμων διατάξεων του κανονισμού 561/2006 ( 8 ), αλλά και τους λόγους ακυρότητας οι οποίοι εκτιμά ότι ενδέχεται να γίνουν δεκτοί, παρέχοντας έτσι στο Δικαστήριο τα αναγκαία στοιχεία προκειμένου αυτό να δώσει χρήσιμη απάντηση.

    22.

    Περαιτέρω, η Βελγική, η Γαλλική, η Γερμανική και η Ισπανική Κυβέρνηση, καθώς και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή μπόρεσαν να διατυπώσουν λυσιτελώς τις απόψεις τους επί του ζητήματος κύρους που υποβλήθηκε στην κρίση του Δικαστηρίου.

    23.

    Τέλος, από κανένα στοιχείο της αποφάσεως περί παραπομπής δεν προκύπτει ότι τα προδικαστικά ερωτήματα δεν έχουν σχέση με το υποστατό ή το αντικείμενο της διαφοράς της κύριας δίκης ή αφορούν πρόβλημα υποθετικής φύσεως. Ως εκ τούτου, δεν συντρέχουν επαρκώς βάσιμοι λόγοι ώστε να ανατραπεί το τεκμήριο λυσιτέλειας του οποίου απολαύει η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως.

    24.

    Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω, οδηγούμαι εν προκειμένω στο συμπέρασμα ότι το Raad van State (Συμβούλιο της Επικρατείας) παραδεκτώς υπέβαλε τα προδικαστικά ερωτήματα.

    B.   Πρώτο ερώτημα

    25.

    Το Δικαστήριο για πρώτη φορά ασχολείται ευθέως με το ερώτημα αν το άρθρο 8, παράγραφοι 6 και 8, του κανονισμού 561/2006 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι επιτρέπεται να λαμβάνονται μέσα στο όχημα οι κανονικές περίοδοι εβδομαδιαίας αναπαύσεως του άρθρου 8, παράγραφος 6 ( 9 ).

    26.

    Η Αυστριακή, η Βελγική, η Γαλλική και η Γερμανική Κυβέρνηση, καθώς και η Επιτροπή ισχυρίζονται ότι το άρθρο 8, παράγραφοι 6 και 8, του κανονισμού 561/2006 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι ο οδηγός δεν δύναται να λαμβάνει μέσα στο όχημα τις κανονικές περιόδους εβδομαδιαίας αναπαύσεως ( 10 ), ενώ η αιτούσα, η Εσθονική και η Ισπανική Κυβέρνηση υποστηρίζουν το αντίθετο.

    27.

    Κατά πάγια νομολογία, για την ερμηνεία διατάξεως του δικαίου της Ένωσης πρέπει να λαμβάνεται υπόψη όχι μόνον το γράμμα της, αλλά και το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται και οι σκοποί που επιδιώκονται με τη ρύθμιση της οποίας αυτή αποτελεί μέρος ( 11 ). Το ιστορικό της θεσπίσεως μιας διατάξεως του δικαίου της Ένωσης μπορεί εξίσου να προσφέρει κρίσιμα στοιχεία για την ερμηνεία της ( 12 ).

    28.

    Βάσει των στοιχείων αυτών, κατέληξα στο συμπέρασμα ότι το άρθρο 8, παράγραφοι 6 και 8, του κανονισμού 561/2006 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι οι οδηγοί δεν δύνανται να λαμβάνουν μέσα στο όχημα τις κανονικές περιόδους εβδομαδιαίας αναπαύσεως. Οι λόγοι που με οδήγησαν στο συγκεκριμένο συμπέρασμα αναλύονται στη συνέχεια.

    1. Το γράμμα της διατάξεως

    29.

    Όπως προκύπτει από το σημείο 3 των παρουσών προτάσεων, το άρθρο 8, παράγραφος 6, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 561/2006 θεσπίζει τον κανόνα σύμφωνα με τον οποίο, κατά τη διάρκεια δεκαπενθημέρου, ο οδηγός πρέπει να λαμβάνει τουλάχιστον δύο κανονικές περιόδους εβδομαδιαίας αναπαύσεως ή μία κανονική περίοδο εβδομαδιαίας αναπαύσεως και μία μειωμένη περίοδο εβδομαδιαίας αναπαύσεως, εφόσον πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις. Το άρθρο 8, παράγραφος 6, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 561/2006 προβλέπει εξάλλου: «Μία περίοδος εβδομαδιαίας ανάπαυσης πρέπει να αρχίζει το αργότερο μόλις συμπληρωθούν έξι συνεχόμενα εικοσιτετράωρα από το τέλος της προηγούμενης περιόδου εβδομαδιαίας ανάπαυσης».

    30.

    Το άρθρο 8, παράγραφος 8, του κανονισμού 561/2006 ορίζει: «Κατ’ επιλογήν του οδηγού, οι περίοδοι ημερήσιας ανάπαυσης και οι περίοδοι μειωμένης εβδομαδιαίας ανάπαυσης μακριά από τη βάση, μπορούν να λαμβάνονται μέσα σε όχημα, εφόσον αυτό διαθέτει κατάλληλες εγκαταστάσεις ύπνου για κάθε οδηγό και είναι σταθμευμένο».

    31.

    Το άρθρο 8, παράγραφοι 6 και 8, του κανονισμού 561/2006 πρέπει να ερμηνευθεί υπό το πρίσμα του άρθρου 4 του ίδιου κανονισμού, το οποίο περιλαμβάνει τους ορισμούς των εννοιών που χρησιμοποιούνται υπό το καθεστώς του.

    32.

    Το άρθρο 4, στοιχείο στʹ, του κανονισμού 561/2006 ορίζει ότι ως «ανάπαυση» νοείται «κάθε περίοδος χωρίς διακοπή, κατά τη διάρκεια της οποίας ο οδηγός μπορεί να διαθέτει ελεύθερα το χρόνο του».

    33.

    Το άρθρο 4, στοιχείο ζʹ, του κανονισμού 561/2006 ορίζει ότι ως «περίοδος ημερήσιας ανάπαυσης» νοείται η «καθημερινή περίοδος κατά τη διάρκεια της οποίας ο οδηγός μπορεί να διαθέτει ελεύθερα το χρόνο του και η οποία καλύπτει μια “κανονική περίοδο ημερήσιας ανάπαυσης” και μια “μειωμένη περίοδο ημερήσιας ανάπαυσης”», έννοιες για τις οποίες προβλέπονται ειδικότεροι ορισμοί.

    34.

    Το άρθρο 4, στοιχείο ηʹ, του κανονισμού ορίζει ότι ως «περίοδος εβδομαδιαίας ανάπαυσης» νοείται η «περίοδος ανάπαυσης, κατά τη διάρκεια της οποίας ο οδηγός μπορεί να διαθέτει ελεύθερα το χρόνο του» και προβλέπει ότι καλύπτει την «κανονική περίοδο εβδομαδιαίας ανάπαυσης» και τη «μειωμένη περίοδο εβδομαδιαίας ανάπαυσης». Ειδικώς, ως «κανονική περίοδος εβδομαδιαίας ανάπαυσης» νοείται «κάθε περίοδος ανάπαυσης, διάρκειας τουλάχιστον 45 ωρών», ενώ ως «μειωμένη περίοδος εβδομαδιαίας ανάπαυσης» νοείται «κάθε περίοδος ανάπαυσης χωρίς διακοπή διάρκειας μικρότερης των 45 ωρών, η οποία μπορεί, με την επιφύλαξη των όρων του άρθρου 8, παράγραφος 6, να συντομευθεί σε τουλάχιστον 24 συνεχόμενες ώρες».

    35.

    Το άρθρο 4, στοιχεία ζʹ και ηʹ, του κανονισμού 561/2006 θεσπίζει, επομένως, διάκριση όσον αφορά τη χρήση των εννοιών της κανονικής και μειωμένης ημερήσιας και εβδομαδιαίας περιόδου αναπαύσεως.

    36.

    Τούτο είναι προφανές στο άρθρο 8, παράγραφος 6, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 561/2006, το οποίο κάνει λόγο τόσο για περιόδους κανονικής όσο και για περιόδους μειωμένης εβδομαδιαίας αναπαύσεως. Αντιθέτως, το άρθρο 8, παράγραφος 6, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού κάνει λόγο για «περίοδο εβδομαδιαίας ανάπαυσης», καλύπτοντας με τον τρόπο αυτό και τις δύο περιπτώσεις.

    37.

    Τούτο, εξάλλου, προκύπτει από το άρθρο 8, παράγραφος 8, του κανονισμού 561/2006. Λόγω της αναφοράς του άρθρου 8, παράγραφος 8, σε «περιόδο[υς] ημερήσιας ανάπαυσης», η οποία καλύπτει τόσο τις κανονικές όσο και τις μειωμένες περιόδους, παράλληλα με την αναφορά σε «περιόδο[υς] μειωμένης εβδομαδιαίας ανάπαυσης», το γράμμα της συγκεκριμένης διατάξεως υποδηλώνει σαφώς ότι οι κανονικές περίοδοι εβδομαδιαίας αναπαύσεως εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της. Προφανώς, αν η βούληση του νομοθέτη της Ένωσης ήταν να καλύψει με το άρθρο 8, παράγραφος 8, τόσο τις κανονικές όσο και τις μειωμένες περιόδους εβδομαδιαίας αναπαύσεως, θα χρησιμοποιούσε τη φράση «περίοδος εβδομαδιαίας ανάπαυσης», συμπεριλαμβάνοντας έτσι και τις δύο.

    38.

    Ερμηνεία του άρθρου 8, παράγραφος 8, του κανονισμού 561/2006 υπό την έννοια ότι καλύπτει την κανονική περίοδο εβδομαδιαίας αναπαύσεως θα καθιστούσε το γράμμα της διατάξεως αυτής παράλογο και κενό περιεχομένου. Εξίσου παράλογο θα ήταν να ερμηνευθεί το άρθρο 8, παράγραφοι 6 και 8, του κανονισμού 561/2006 υπό την έννοια ότι επιτρέπεται σε οδηγό να λαμβάνει μέσα στο όχημα τις κανονικές περιόδους εβδομαδιαίας αναπαύσεως υπό λιγότερο αυστηρές προϋποθέσεις σε σύγκριση με την περίπτωση των περιόδων ημερήσιας και μειωμένης εβδομαδιαίας αναπαύσεως.

    39.

    Αντιθέτως προς τους ισχυρισμούς της αιτούσας, ερμηνεία του άρθρου 8, παράγραφος 8, του κανονισμού 561/2006 υπό την έννοια ότι ο οδηγός δεν δύναται να λαμβάνει μέσα στο όχημα τις κανονικές περιόδους εβδομαδιαίας αναπαύσεως δεν αντιβαίνει προς τον ορισμό της έννοιας «ανάπαυση», κατά το άρθρο 4, στοιχείο στʹ, του κανονισμού, περιορίζοντας τους τρόπους με τους οποίους ο οδηγός μπορεί να διαθέτει ελεύθερα το χρόνο του. Η ίδια διατύπωση χρησιμοποιείται επίσης στους ορισμούς των περιόδων ημερήσιας και εβδομαδιαίας αναπαύσεως του άρθρου 4, στοιχεία ζʹ και ηʹ, αλλά και στους κανόνες που τίθενται με το άρθρο 8, παράγραφοι 6 και 8, του κανονισμού 561/2006.

    40.

    Ως εκ τούτου, δεδομένου ότι το άρθρο 8, παράγραφος 8, του κανονισμού 561/2006 αναφέρει μόνο τις περιόδους ημερήσιας αναπαύσεως και μειωμένης εβδομαδιαίας αναπαύσεως, το άρθρο 8, παράγραφοι 6 και 8, του κανονισμού θα πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι οδηγός δεν δύναται να λαμβάνει μέσα στο όχημα τις κανονικές περιόδους εβδομαδιαίας αναπαύσεως κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 6.

    41.

    Με άλλα λόγια, αφ’ ης στιγμής το άρθρο 8, παράγραφος 8, του κανονισμού 561/2006 μνημονεύει ρητώς τις περιόδους ημερήσιας και μειωμένης εβδομαδιαίας αναπαύσεως, εξ αντιδιαστολής συνάγεται ότι ο οδηγός δεν δύναται να λαμβάνει μέσα στο όχημα τις κανονικές περιόδους εβδομαδιαίας αναπαύσεως.

    42.

    Στη νομολογία του Δικαστηρίου υπάρχουν προηγούμενα εφαρμογής εξ αντιδιαστολής συλλογισμού σε σχέση με τον κανονισμό 561/2006. Για παράδειγμα, στην απόφαση Eurospeed ( 13 ) το Δικαστήριο έκρινε ότι, εφόσον το άρθρο 19, παράγραφος 2, πρώτη περίοδος, του κανονισμού 561/2006 προβλέπει ρητώς ότι η δυνατότητα των αρμοδίων αρχών κράτους μέλους να επιβάλουν κύρωση σε επιχείρηση ή/και σε οδηγό για παράβαση του ίδιου κανονισμού υφίσταται «ακόμη και όταν αυτή η παράβαση έχει διαπραχθεί στην επικράτεια άλλου κράτους μέλους ή τρίτης χώρας», τούτο συνεπάγεται εξ αντιδιαστολής ότι κράτος μέλος δικαιούται, εν πάση περιπτώσει, να επιβάλει κύρωση είτε σε μια επιχείρηση είτε σε έναν οδηγό, ή σε αμφοτέρους, για παράβαση που έχει διαπραχθεί στην επικράτειά του.

    2. Ιστορικό θεσπίσεως της διατάξεως

    43.

    Κατά τη νομολογία του Δικαστηρίου, το ιστορικό θεσπίσεως ενός μέτρου της Ένωσης ή μιας διατάξεως μπορεί να φανεί χρήσιμο προκειμένου να διακριβωθεί συναφώς η βούληση του νομοθέτη και να επιβεβαιωθεί η ορθότητα της προτεινόμενης ερμηνείας ( 14 ). Τούτο ισχύει ιδίως όταν κατά τη νομοθετική διαδικασία έχουν επέλθει τροποποιήσεις στη διατύπωση του κειμένου της επίμαχης διατάξεως από τις οποίες μπορεί να συναχθεί η βούληση του νομοθέτη της Ένωσης ( 15 ).

    44.

    Στην υπό κρίση υπόθεση, το ιστορικό θεσπίσεως της διατάξεως του άρθρου 8, παράγραφος 8, του κανονισμού 561/2006 αποτελεί σαφή ένδειξη ότι η βούληση του νομοθέτη της Ένωσης είναι να αποκλείσει τις κανονικές περιόδους εβδομαδιαίας αναπαύσεως από το πεδίο εφαρμογής της διατάξεως αυτής.

    45.

    Η αρχική πρόταση της Επιτροπής στο πλαίσιο εκδόσεως του κανονισμού 561/2006 ( 16 ) είχε ως εξής: «Οι περίοδοι ημερήσιας και εβδομαδιαίας ανάπαυσης μπορούν να ληφθούν μέσα σε όχημα, εφόσον αυτό διαθέτει κατάλληλες εγκαταστάσεις ύπνου για κάθε οδηγό και είναι σταθμευμένο» ( 17 ).

    46.

    Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, κατά την πρώτη του ανάγνωση, απάλειψε από το κείμενο της διατάξεως την αναφορά στις περιόδους εβδομαδιαίας αναπαύσεως ( 18 ). Η αιτιολογία του ήταν η εξής: «Οι περίοδοι ημερήσιας ανάπαυσης, αλλά όχι οι περίοδοι εβδομαδιαίας ανάπαυσης, μπορούν να πραγματοποιηθούν σε σταθμευμένο όχημα. Η δυνατότητα πραγματοποίησης περιόδου εβδομαδιαίας ανάπαυσης κατ’ αυτό τον τρόπο θα αποτελούσε επιδείνωση σε σχέση με τον ισχύοντα κανονισμό και θα ήταν ακατάλληλη όσον αφορά την υγιεινή και την καλή φυσική κατάσταση των οδηγών» ( 19 ).

    47.

    Με την τροποποιημένη της πρόταση, η Επιτροπή υιοθέτησε ως «συμβιβαστική λύση» την πρόταση να διανύεται επί του οχήματος μόνον η μειωμένη περίοδος εβδομαδιαίας αναπαύσεως που λαμβάνεται εκτός της βάσεως ( 20 ).

    48.

    Το Συμβούλιο, με την κοινή του θέση, υιοθέτησε την προσέγγιση αυτή, δηλώνοντας: «ως συμβιβασμό, το Συμβούλιο θέσπισε διάταξη που ορίζει ότι μόνο μειωμένες περίοδοι εβδομαδιαίας αναπαύσεως μπορεί να λαμβάνονται μέσα σε όχημα» ( 21 ).

    49.

    Το Κοινοβούλιο, κατά τη δεύτερη ανάγνωση, τροποποίησε εκ νέου τη διάταξη ώστε να γίνεται λόγος μόνο για τις περιόδους ημερήσιας αναπαύσεως, αναφέροντας ότι: «Η δυνατότητα για τον οδηγό να διανύει εντός του οχήματος μειωμένες περιόδους εβδομαδιαίας ανάπαυσης καταργείται» ( 22 ).

    50.

    Η Επιτροπή, με τη γνώμη της επί των τροπολογιών αυτών, εξακολουθούσε «να πιστεύει ότι μειωμένη περίοδος εβδομαδιαίας ανάπαυσης ενδέχεται να επιτρέπεται μέσα σε κατάλληλα εξοπλισμένο όχημα, διότι ο σχεδιασμός των οχημάτων έχει βελτιωθεί σημαντικά την τελευταία εικοσαετία» ( 23 ).

    51.

    Το γράμμα του νυν άρθρου 8, παράγραφος 8, του κανονισμού 561/2006 οριστικοποιήθηκε στο κοινό σχέδιο που εγκρίθηκε από την επιτροπή συνδιαλλαγής ( 24 ).

    52.

    Εκ της απορρίψεως της αρχικής προτάσεως της Επιτροπής αλλά και εκ της τελικής αποφάσεως να περιλαμβάνονται μόνον οι περίοδοι ημερήσιας και μειωμένης εβδομαδιαίας αναπαύσεως που λαμβάνονται εκτός της βάσεως είναι δυνατό να συναχθεί η βούληση του νομοθέτη της Ένωσης να εξαιρέσει τις κανονικές περιόδους εβδομαδιαίας αναπαύσεως από το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 8, παράγραφος 8, του κανονισμού 561/2006.

    3. Η όλη οικονομία και το πλαίσιο

    53.

    Όπως εκθέτω στις προτάσεις μου στην υπόθεση Pinckernelle ( 25 ), το γεγονός ότι μια διάταξη του δικαίου της Ένωσης πρέπει να ερμηνεύεται σε συνάρτηση με την όλη οικονομία της και το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται σημαίνει, μεταξύ άλλων, ότι το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται η επίμαχη διάταξη εξετάζεται τόσο σε σχέση με τις λοιπές διατάξεις που περιέχονται στο ίδιο νομοθέτημα της Ένωσης όσο και σε σχέση με άλλες νομοθετικές πράξεις της Ένωσης οι οποίες με κάποιον ουσιαστικό τρόπο σχετίζονται ή συνδέονται με το επίμαχο μέτρο.

    54.

    Πρώτον, από την εξέταση των λοιπών παραγράφων του άρθρου 8 του κανονισμού 561/2006 ( 26 ) και ορισμένων αιτιολογικών σκέψεων αυτού ( 27 ) συνάγεται η βούληση του νομοθέτη της Ένωσης να διακρίνει μεταξύ των όρων «κανονική περίοδος εβδομαδιαίας ανάπαυσης» και «μειωμένη περίοδος εβδομαδιαίας ανάπαυσης», αφενός, και του γενικού όρου «περίοδος εβδομαδιαίας ανάπαυσης», αφετέρου.

    55.

    Δεύτερον, όσον αφορά άλλα μέτρα που σχετίζονται με το επίμαχο, η Εσθονική Κυβέρνηση διατείνεται ότι ερμηνεία του άρθρου 8, παράγραφοι 6 και 8, του κανονισμού 561/2006 υπό την έννοια ότι είναι δυνατό να επιτρέπεται στον οδηγό να λαμβάνει μέσα στο όχημα τις κανονικές περιόδους εβδομαδιαίας αναπαύσεως βρίσκει έρεισμα στην οδηγία 2006/22/ΕΚ (στο εξής: οδηγία 2006/22) ( 28 ) και σε ορισμένα μέτρα που θέσπισε η Επιτροπή βάσει της συγκεκριμένης οδηγίας. Και τούτο διότι, όπως υποστηρίζεται, στα παραρτήματα των εν λόγω μέτρων δεν γίνεται λόγος για παραβίαση του άρθρου 8, παράγραφοι 6 και 8, του κανονισμού 561/2006 όταν ο οδηγός λαμβάνει μέσα στο όχημα κανονικές περιόδους εβδομαδιαίας αναπαύσεως.

    56.

    Ο κανονισμός 561/2006 συγκαταλέγεται μεταξύ των τεσσάρων αλληλένδετων νομοθετικών πράξεων για τη θέσπιση εργασιακών κανόνων στις οδικές μεταφορές και το καθεστώς επιβολής τους ( 29 ). Η οδηγία 2002/15/ΕΚ ( 30 ) θεσπίζει συμπληρωματικές διατάξεις σχετικές με την οργάνωση του χρόνου εργασίας των εκτελούντων κινητές δραστηριότητες οδικών μεταφορών· ο κανονισμός (ΕΕ) 165/2014 (στο εξής: κανονισμός 165/2014) ( 31 ) αφορά τους ταχογράφους (συσκευές ελέγχου) στον τομέα των οδικών μεταφορών· και η οδηγία 2006/22 ( 32 ) καθορίζει τις ελάχιστες απαιτήσεις για την επιβολή των κανόνων αυτών.

    57.

    Η οδηγία 2006/22 περιελάμβανε στο παράρτημα III έναν «μη εξαντλητικό» κατάλογο σχετικό με το τι θα έπρεπε να θεωρείται παραβίαση των νυν κανονισμών 561/2006 και 165/2014. Το συγκεκριμένο παράρτημα III αντικαταστάθηκε στη συνέχεια από νέο παράρτημα της οδηγίας 2009/5/ΕΚ της Επιτροπής ( 33 ), όπου διατυπώνονται «κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με κοινή κατάταξη παραβάσεων σε κατηγορίες» με βάση τους δύο αυτούς κανονισμούς, ανάλογα με τη σοβαρότητα των παραβάσεων ( 34 ). Ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/403 της Επιτροπής ( 35 ) τροποποιεί περαιτέρω το παράρτημα III της οδηγίας 2006/22, μεταβάλλοντας τον βαθμό σοβαρότητας ορισμένων παραβάσεων ( 36 ).

    58.

    Προκύπτει, κατά συνέπεια, ότι ούτε η οδηγία 2006/22 ούτε τα μέτρα που έκτοτε θεσπίστηκαν βάσει αυτής έχουν ως σκοπό την πλήρη ή εξαντλητική καταγραφή όλων των πιθανών παραβάσεων του κανονισμού 561/2006. Ως εκ τούτου, θεωρώ μη πειστικό το επιχείρημα με το οποίο προβάλλεται ότι τα εν λόγω μέτρα δεν περιλαμβάνουν οποιαδήποτε αναφορά σε παράβαση του άρθρου 8, παράγραφοι 6 και 8, του κανονισμού λόγω του ότι ο οδηγός δεν δύναται να λαμβάνει μέσα στο όχημα τις κανονικές περιόδους εβδομαδιαίας αναπαύσεως.

    4. Σκοπός

    59.

    Σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη 17 και το άρθρο 1, ο κανονισμός 561/2006 αποσκοπεί στη βελτίωση των συνθηκών εργασίας των εργαζομένων στον οδικό τομέα μεταφορών, στη γενική βελτίωση της οδικής ασφάλειας και στην εναρμόνιση των όρων ανταγωνισμού στον κλάδο των οδικών μεταφορών ( 37 ).

    60.

    Όπως αναφέρουν στις παρατηρήσεις τους η Βελγική, η Γαλλική και η Γερμανική Κυβέρνηση αλλά και η Επιτροπή, η ερμηνεία του άρθρου 8, παράγραφοι 6 και 8, του κανονισμού 561/2006 υπό την έννοια ότι απαγορεύεται σε οδηγό να λαμβάνει μέσα στο όχημα τις κανονικές περιόδους εβδομαδιαίας αναπαύσεως συμβάλλει στην επίτευξη του σκοπού της βελτιώσεως των συνθηκών εργασίας των οδηγών και της οδικής ασφάλειας. Τούτο επιβεβαιώνει η αιτιολογία του Κοινοβουλίου για τη διαγραφή των περιόδων εβδομαδιαίας αναπαύσεως από την αρχική πρόταση, προκειμένου να μην επιδεινωθούν οι εργασιακές συνθήκες ( 38 ).

    61.

    Η αιτούσα και η Εσθονική Κυβέρνηση υποστηρίζουν ότι μια τέτοια ερμηνεία του άρθρου 8, παράγραφοι 6 και 8, του κανονισμού 561/2006 έχει ως συνέπεια να εργάζεται ένας οδηγός υπό χειρότερες συνθήκες απ’ ό,τι αν είχε τη δυνατότητα να λαμβάνει μέσα στο όχημα τις κανονικές περιόδους αναπαύσεως, καθώς και να τίθεται προϋπόθεση της οποίας η συνδρομή αποδεικνύεται δυσχερώς.

    62.

    Ο κανονισμός 561/2006 δεν προβλέπει ρητώς κανόνες για το πώς μπορεί ο οδηγός να διάγει τις κανονικές περιόδους εβδομαδιαίας αναπαύσεως. Ζητήματα όπως αυτά που εκτέθηκαν ανωτέρω είναι δυνατό να επιλυθούν είτε από τα κράτη μέλη είτε στο πλαίσιο διαδικασίας λήψεως αποφάσεων της Ένωσης, ανάλογα με την περίπτωση. Ωστόσο, ουδόλως δικαιολογούν τη μη συμμόρφωση προς τους κανόνες που διέπουν τις περιόδους αναπαύσεως των οδηγών κατά την έννοια του κανονισμού 561/2006.

    63.

    Το συγκεκριμένο ζήτημα το οποίο καλείται να εξετάσει το Δικαστήριο ανέκυψε στο πλαίσιο δημόσιας διαβούλευσης με αντικείμενο την ενίσχυση της κοινωνικής νομοθεσίας της Ένωσης στον τομέα των οδικών μεταφορών, η οποία κινήθηκε με πρωτοβουλία της Επιτροπής και διήρκεσε από τις 5 Σεπτεμβρίου 2016 έως τις 11 Δεκεμβρίου 2016 ( 39 ).

    64.

    Μελέτη με αντικείμενο την εκ των υστέρων ανάλυση της κοινωνικής νομοθεσίας της Ένωσης στον τομέα των οδικών μεταφορών και των μέτρων εφαρμογής της ( 40 ) αξιολόγησε την εφαρμογή από τα κράτη μέλη του άρθρου 8, παράγραφος 8, του κανονισμού ( 41 ). Σε παράρτημά της ( 42 ), η συγκεκριμένη μελέτη αναφέρει ότι το ζήτημα εξετάστηκε σε 24 κράτη μέλη ( 43 ), εκ των οποίων 19 δεν επιτρέπουν στους οδηγούς να λαμβάνουν μέσα στο όχημα την κανονική εβδομαδιαία ανάπαυσή τους ( 44 ), ενώ 8 κράτη μέλη επιτρέπουν τη λήψη της ( 45 ) (για 3 κράτη μέλη διατυπώθηκαν πάντως αμφότερες οι απαντήσεις) ( 46 ).

    65.

    Η συγκεκριμένη συγκριτική ανάλυση αποδεικνύει ότι η ερμηνεία του άρθρου 8, παράγραφοι 6 και 8, του κανονισμού 561/2006 υπό την έννοια ότι ο οδηγός δεν δύναται να λαμβάνει μέσα στο όχημα τις κανονικές περιόδους εβδομαδιαίας αναπαύσεως αντανακλά την προσέγγιση που υιοθετεί η πλειονότητα των κρατών μελών.

    66.

    Με βάση όλες τις ανωτέρω σκέψεις, προτείνω το άρθρο 8, παράγραφοι 6 και 8, του κανονισμού 561/2006 να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι ο οδηγός δεν δύναται να λαμβάνει μέσα στο όχημα τις κανονικές περιόδους εβδομαδιαίας αναπαύσεως που προβλέπει το άρθρο 8, παράγραφος 6.

    Γ.   Δεύτερο ερώτημα

    67.

    Σε περίπτωση που η απάντηση του Δικαστηρίου στο πρώτο ερώτημα είναι ότι το άρθρο 8, παράγραφοι 6 και 8, του κανονισμού 561/2006 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι ο οδηγός δεν δύναται να λαμβάνει μέσα στο όχημα τις κανονικές περιόδους εβδομαδιαίας αναπαύσεως, το αιτούν δικαστήριο, με το δεύτερο προδικαστικό ερώτημα, ερωτά κατ’ ουσίαν κατά πόσον οι διατάξεις του άρθρου 8, παράγραφοι 6 και 8, σε συνδυασμό με το άρθρο 19, του κανονισμού 561/2006 πρέπει να θεωρηθούν ανίσχυρες για τον λόγο ότι αντιβαίνουν στην αρχή της νομιμότητας αξιόποινων πράξεων και ποινών, όπως αυτή κατοχυρώνεται στο άρθρο 49 του Χάρτη, καθό μέτρο οι συγκεκριμένες διατάξεις δεν απαγορεύουν ρητώς στον οδηγό να λαμβάνει μέσα στο όχημα κανονικές περιόδους εβδομαδιαίας αναπαύσεως.

    68.

    Η αιτούσα και η Ισπανική Κυβέρνηση υποστηρίζουν ότι στο δεύτερο ερώτημα πρέπει να δοθεί καταφατική απάντηση. Ειδικότερα, η αιτούσα ισχυρίζεται ότι, ελλείψει κανόνων που ρητώς απαγορεύουν την εν λόγω λήψη, ερμηνεία του κανονισμού 561/2006 υπό την έννοια ότι απαγορεύεται στον οδηγό να λαμβάνει μέσα στο όχημα κανονικές περιόδους εβδομαδιαίας αναπαύσεως συνιστά εξ αντιδιαστολής ερμηνεία η οποία προσκρούει στην αρχή της νομιμότητας.

    69.

    Η Βελγική, η Γαλλική και η Γερμανική Κυβέρνηση, καθώς και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή υποστηρίζουν ότι οι προαναφερθείσες διατάξεις δεν είναι ανίσχυρες εξ αυτού του λόγου, διότι απόκειται στα κράτη μέλη να θεσπίζουν τις σχετικές κυρώσεις για παραβάσεις του κανονισμού 561/2006. Ως εκ τούτου, πρόκειται για ζήτημα που άπτεται του εθνικού και όχι του ενωσιακού δικαίου.

    70.

    Είμαι της γνώμης ότι πρέπει να απορριφθούν όσα επιχειρήματα βάλλουν κατά της ισχύος του άρθρου 8, παράγραφοι 6 και 8, σε συνδυασμό με το άρθρο 19, του κανονισμού 561/2006 κατ’ επίκληση της αρχής της νομιμότητας αξιόποινων πράξεων και ποινών, όπως αυτή κατοχυρώνεται στο άρθρο 49 του Χάρτη. Το σκεπτικό μου έχει ως εξής.

    71.

    Το άρθρο 49, εδάφιο πρώτο, του Χάρτη ορίζει: «Κανείς δεν μπορεί να καταδικαστεί για πράξη ή παράλειψη, η οποία δεν αποτελούσε, κατά τη στιγμή της τέλεσής της, αδίκημα κατά το εθνικό ή το διεθνές δίκαιο» ( 47 ).

    72.

    Κατά τη νομολογία του Δικαστηρίου, η αρχή της νομιμότητας αξιόποινων πράξεων και ποινών (nullum crimen, nulla poena sine lege), την οποία κατοχυρώνει το άρθρο 49 του Χάρτη και η οποία αποτελεί ειδική έκφραση της γενικής αρχής της ασφαλείας δικαίου, επιτάσσει οι κανόνες της Ένωσης να καθορίζουν σαφώς τις αξιόποινες πράξεις και τις ποινές που τις κολάζουν. Η προϋπόθεση αυτή πληρούται όταν ο πολίτης μπορεί να γνωρίζει, με βάση το κείμενο της σχετικής διατάξεως και, εν ανάγκη, με τη βοήθεια της ερμηνείας που δίδεται στην εν λόγω διάταξη από τα δικαστήρια, ποιες πράξεις και παραλείψεις στοιχειοθετούν την ποινική ευθύνη του ( 48 ).

    73.

    Η αρχή nullum crimen, nulla poena sine lege δεν μπορεί, κατά συνέπεια, να ερμηνευθεί ως απαγορεύουσα τη βαθμιαία αποσαφήνιση των κανόνων περί ποινικής ευθύνης διά της περιπτωσιολογικής νομολογιακής ερμηνείας, υπό την προϋπόθεση ότι το αποτέλεσμα ήταν ευλόγως προβλέψιμο κατά τον χρόνο διαπράξεως της παραβάσεως, λαμβανομένης υπόψη ιδίως της ερμηνείας που προέκρινε κατά την περίοδο εκείνη η σχετική με την επίμαχη διάταξη νόμου νομολογία ( 49 ). Θεωρώ ότι πληροί τις συγκεκριμένες παραμέτρους η ερμηνεία του άρθρου 8, παράγραφοι 6 και 8, του κανονισμού 561/2006 υπό την έννοια ότι ο οδηγός δεν δύναται να λαμβάνει μέσα στο όχημα κανονικές περιόδους εβδομαδιαίας αναπαύσεως.

    74.

    Τούτου λεχθέντος, είμαι της γνώμης ότι, εν πάση περιπτώσει, απαιτείται αποσαφήνιση της αμφισβητούμενης διατάξεως και των συνεπειών της από απόψεως εφαρμογής του Χάρτη.

    75.

    Στην υπό κρίση υπόθεση, ο κανονισμός 561/2006 δεν υποχρεώνει τα κράτη μέλη να επιβάλλουν ποινικές κυρώσεις σε περίπτωση παραβάσεώς του. Τουναντίον, παρέχεται στα κράτη μέλη η δυνατότητα να τιμωρούν παραβάσεις του κανονισμού 561/2006 μέσω ποινικών κυρώσεων ( 50 ).

    76.

    Επομένως, το άρθρο 49 του Χάρτη δεν μπορεί να χρησιμεύσει εν προκειμένω ως έρεισμα προς αμφισβήτηση του κύρους του άρθρου 8, παράγραφοι 6 και 8, σε συνδυασμό με το άρθρο 19, του κανονισμού 561/2006 ( 51 ). Ωστόσο, σε περιπτώσεις κατά τις οποίες κράτος μέλος έχει αποφασίσει να εφαρμόσει τον κανονισμό 561/2006 με την επιβολή ποινικών κυρώσεων, το άρθρο 51, παράγραφος 1, του Χάρτη υποχρεώνει το κράτος μέλος να συμμορφωθεί προς όλες τις διατάξεις του Χάρτη, συμπεριλαμβανομένης της διατάξεως του άρθρου 49 και της αρχής της νομιμότητας αξιόποινων πράξεων και ποινών που κατοχυρώνεται με αυτή.

    77.

    Το αιτούν δικαστήριο δεν έθεσε ζήτημα συμβατότητας του άρθρου 2 του επίμαχου διατάγματος με την αρχή της νομιμότητας αξιόποινων πράξεων και ποινών, όπως αυτή αποτυπώνεται στο άρθρο 49 του Χάρτη. Το ζήτημα αυτό, κατά συνέπεια, κείται πέραν των ορίων του περιεχομένου της υποβληθείσας αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως. Απόκειται, ως εκ τούτου, στο αιτούν δικαστήριο να διαπιστώσει αν οι σχετικές διατάξεις του εθνικού δικαίου είναι συμβατές με την αρχή της νομιμότητας αξιόποινων πράξεων και ποινών. Το εν λόγω δικαστήριο, ασφαλώς, μπορεί να υποβάλει νέα αίτηση προδικαστικής αποφάσεως βάσει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ.

    Δ.   Τρίτο ερώτημα

    78.

    Σε περίπτωση που η απάντηση του Δικαστηρίου στο πρώτο ερώτημα είναι ότι το άρθρο 8, παράγραφοι 6 και 8, του κανονισμού 561/2006 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι ο οδηγός δύναται να λαμβάνει μέσα στο όχημα κανονικές περιόδους εβδομαδιαίας αναπαύσεως, το αιτούν δικαστήριο, με το τρίτο προδικαστικό ερώτημα, ερωτά κατ’ ουσίαν αν ο κανονισμός 561/2006 αποκλείει διατάξεις της εσωτερικής νομοθεσίας, όπως το άρθρο 2 του επίμαχου διατάγματος, οι οποίες απαγορεύουν τη λήψη αυτή.

    79.

    Στο τμήμα III.B των παρουσών προτάσεων, κατέληξα στην πρόταση ότι το άρθρο 8, παράγραφοι 6 και 8, του κανονισμού 561/2006 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι οδηγός δεν δύναται να λαμβάνει μέσα στο όχημα κανονικές περιόδους εβδομαδιαίας αναπαύσεως. Σε περίπτωση που το Δικαστήριο απαντήσει στο πρώτο ερώτημα με αυτόν τον τρόπο, παρέλκει κάθε απάντηση στο τρίτο ερώτημα.

    80.

    Παρ’ όλα ταύτα, επικουρικώς, θα διατυπώσω την άποψή μου επί του τρίτου ερωτήματος.

    81.

    Η αιτούσα, η Εσθονική και η Ισπανική Κυβέρνηση, καθώς και η Επιτροπή υποστηρίζουν ότι η απάντηση στο συγκεκριμένο ερώτημα πρέπει να είναι αρνητική. Η Ισπανική Κυβέρνηση θεωρεί ότι η θέσπιση μιας τέτοιας απαγόρευσης ανήκει στην αρμοδιότητα του νομοθέτη της Ένωσης και ότι τα κράτη μέλη δεν μπορούν να δράσουν αυτόνομα. Η Εσθονική Κυβέρνηση και η Επιτροπή υπογραμμίζουν, πιο συγκεκριμένα, ότι τέτοιου είδους απαγόρευση δεν εμπίπτει στις περιορισμένες δυνατότητες που αναγνωρίζονται στα κράτη μέλη βάσει του κανονισμού 561/2006 και ότι, αν επιτρεπόταν στο κάθε κράτος να θεσπίσει ειδικούς κανόνες για το εν λόγω ζήτημα, τούτο θα αντέβαινε στον σκοπό του κανονισμού για εναρμόνιση των όρων ανταγωνισμού στον κλάδο των οδικών μεταφορών.

    82.

    Η Βελγική και η Γερμανική Κυβέρνηση θεωρούν ότι η απάντηση στο συγκεκριμένο ερώτημα πρέπει να είναι καταφατική. Συγκεκριμένα, η Βελγική Κυβέρνηση τονίζει ότι διατηρεί την αρμοδιότητά της να θεσπίσει τέτοιου είδους απαγόρευση, καθώς υπηρετεί σημαντικά συμφέροντα όπως η προστασία των εργαζομένων, για παράδειγμα ως μέτρο έναντι του κοινωνικού ντάμπινγκ, και η ενίσχυση της οδικής ασφάλειας. Η Γερμανική Κυβέρνηση υπογραμμίζει ότι τα κράτη μέλη είναι αρμόδια να θεσπίζουν κανόνες για την αποφυγή επικίνδυνων καταστάσεων ή περιπτώσεων καταχρήσεως, περιλαμβανομένων εκείνων που αφορούν τους χώρους αναπαύσεως ή σταθμεύσεως των οδηγών, και ότι μια τέτοια απαγόρευση συνεπικουρεί την επίτευξη των στόχων του κανονισμού για προστασία των οδηγών και βελτίωση της οδικής ασφάλειας.

    83.

    Είμαι της γνώμης ότι σε περίπτωση που το άρθρο 8, παράγραφοι 6 και 8, του κανονισμού 561/2006 ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι ο οδηγός, εφόσον το επιλέγει, μπορεί να λαμβάνει περιόδους εβδομαδιαίας (όπως επίσης και ημερήσιας) αναπαύσεως μέσα στο όχημα, τα κράτη μέλη δεν δικαιούνται να θεσπίζουν στην εσωτερική τους νομοθεσία διάταξη που να του απαγορεύει να λαμβάνει μέσα στο όχημα κανονικές περιόδους εβδομαδιαίας αναπαύσεως. Υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις, μια τέτοιου είδους απαγόρευση θα ερχόταν σε ευθεία αντίθεση με τον κανόνα αυτόν όπως ερμηνεύθηκε από το Δικαστήριο, καθώς θα απαγορεύει σε οδηγό να πράξει κάτι το οποίο επιτρέπεται βάσει των κανόνων που προβλέπονται στο άρθρο 8, παράγραφοι 6 και 8, του κανονισμού 561/2006 ( 52 ).

    84.

    Ως εκ τούτου, θεωρώ ότι, σε περίπτωση κατά την οποία το Δικαστήριο αποφανθεί ότι το άρθρο 8, παράγραφοι 6 και 8, του κανονισμού 561/2006 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι ο οδηγός δύναται να λαμβάνει μέσα στο όχημα κανονικές περιόδους εβδομαδιαίας αναπαύσεως, ο κανονισμός 561/2006 αποκλείει διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας, όπως το άρθρο 2 του επίμαχου διατάγματος, οι οποίες απαγορεύουν τη λήψη αυτή.

    IV. Πρόταση

    85.

    Κατόπιν των προεκτεθέντων, προτείνω στο Δικαστήριο να δώσει τις ακόλουθες απαντήσεις στα προδικαστικά ερωτήματα που υποβάλλει το Raad van State (Συμβούλιο της Επικρατείας, Βέλγιο):

    1.

    Το άρθρο 8, παράγραφοι 6 και 8, του κανονισμού 561/2006 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι ο οδηγός δεν δύναται να λαμβάνει μέσα στο όχημα τις κανονικές περιόδους εβδομαδιαίας αναπαύσεως που προβλέπει το άρθρο 8, παράγραφος 6, του ίδιου κανονισμού.

    2.

    Από την εξέταση του δεύτερου ερωτήματος δεν προέκυψε κανένα στοιχείο ικανό να επηρεάσει το κύρος του άρθρου 8, παράγραφοι 6 και 8, σε συνδυασμό με το άρθρο 19, του κανονισμού 561/2006, υπό το πρίσμα της αρχής της νομιμότητας αξιόποινων πράξεων και ποινών , όπως αυτή αποτυπώνεται στο άρθρο 49 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    3.

    Παρέλκει η απάντηση στο τρίτο ερώτημα.

    Επικουρικώς, επί τη βάσει της παραδοχής ότι το άρθρο 8, παράγραφοι 6 και 8, του κανονισμού 561/2006 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι ο οδηγός δύναται να λαμβάνει μέσα στο όχημα κανονικές περιόδους εβδομαδιαίας αναπαύσεως, ο κανονισμός 561/2006 αποκλείει διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας, όπως το άρθρο 2 του επίμαχου διατάγματος, οι οποίες απαγορεύουν σε οδηγό να λαμβάνει μέσα στο όχημα τις κανονικές περιόδους εβδομαδιαίας αναπαύσεως που προβλέπει το άρθρο 8, παράγραφος 6, του ίδιου κανονισμού.


    ( 1 ) Γλώσσα του πρωτοτύπου: η αγγλική.

    ( 2 ) Κανονισμός (ΕΚ) 561/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2006, για την εναρμόνιση ορισμένων κοινωνικών διατάξεων στον τομέα των οδικών μεταφορών και για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΟΚ) 3821/85 και (ΕΚ) 2135/98 του Συμβουλίου καθώς και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) 3820/85 του Συμβουλίου (ΕΕ 2006, L 102, σ. 1) (στο εξής: κανονισμός 561/2006).

    ( 3 ) Belgisch Staatsblad της 11ης Ιουνίου 2014, σ. 44159.

    ( 4 ) Σύμφωνα με την «Έκθεση προς τον Βασιλιά» που προσαρτάται σε αυτό, το επίμαχο διάταγμα αποτελεί μέρος ενός γενικότερου σχεδίου δράσεως το οποίο ενέκρινε το βελγικό υπουργικό συμβούλιο, στις 28 Νοεμβρίου 2013, με σκοπό την αντιμετώπιση της δόλιας αποσπάσεως εργαζομένων της Ένωσης στο Βέλγιο η οποία συνήθως αναφέρεται ως κοινωνικό ντάμπινγκ.

    ( 5 ) Βλ., για παράδειγμα, απόφαση της 16ης Ιουνίου 2015, Gauweiler κ.λπ. (C‑62/14, EU:C:2015:400, σκέψη 25).

    ( 6 ) Το άρθρο 94, στοιχείο γʹ, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου προβλέπει ότι, πλην του κειμένου των υποβαλλομένων στο Δικαστήριο προδικαστικών ερωτημάτων, η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως πρέπει να περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, «έκθεση των λόγων που οδήγησαν το αιτούν δικαστήριο να υποβάλει ερωτήματα ως προς την ερμηνεία ή το κύρος ορισμένων διατάξεων του δικαίου της Ένωσης, καθώς και της κατά τη γνώμη του σχέσεως μεταξύ των διατάξεων αυτών και της εφαρμοστέας στη διαφορά της κύριας δίκης εθνικής νομοθεσίας». Βλ., επίσης, συστάσεις προς τα εθνικά δικαστήρια, σχετικές με την υποβολή προδικαστικών ερωτημάτων (ΕΕ 2016, C 439, σ. 1), σημεία 7 και 15.

    ( 7 ) Βλ., για παράδειγμα, απόφαση της 14ης Μαΐου 2016, Pillbox 38 (C‑477/14, EU:C:2016:324, σκέψεις 24 έως 25).

    ( 8 ) Βλ. απόφαση της 22ας Οκτωβρίου 1987, Foto-Frost (314/85, EU:C:1987:452, σκέψεις 12 έως 20).

    ( 9 ) Με διάταξη της 18ης Φεβρουαρίου 2016, Ś. κ.λπ (C‑325/15, EU:C:2016:107, σκέψεις 22 έως 37), το Δικαστήριο έκρινε ότι παρόμοιο ερώτημα δεν είχε υποβληθεί παραδεκτώς λόγω ελλείψεως επαρκούς εκθέσεως των λόγων υποβολής του ερωτήματος.

    ( 10 ) Συγκεκριμένα, η Βελγική Κυβέρνηση παραπέμπει σε απάντηση που έδωσε η Επιτροπή, το 2007, σε κοινοβουλευτική ερώτηση, κατά την οποία: «Όταν ο οδηγός λαμβάνει κανονική περίοδο εβδομαδιαίας αναπαύσεως εκτός βάσεως, η ίδια περίοδος δεν μπορεί να ληφθεί μέσα στο όχημα» (βλ. κοινοβουλευτική ερώτηση E‑4333/2007, της 3ης Οκτωβρίου 2007, δεύτερο εδάφιο). Έκτοτε, η Επιτροπή έχει απαντήσει σε πλήθος ερωτήσεων επί του συγκεκριμένου ζητήματος, πολλές από τις οποίες περιλαμβάνουν παρόμοιες διατυπώσεις (βλ., για παράδειγμα, κοινοβουλευτικές ερωτήσεις E-005884/2014, της 9ης Σεπτεμβρίου 2014, σημείο 1, δεύτερο εδάφιο· E-006597/2014 και E-007161/14, της 23ης Οκτωβρίου 2014, πρώτο εδάφιο· E‑000351/2015, της 3ης Μαρτίου 2015, πρώτο εδάφιο), ενώ σε πρόσφατη απάντηση, η Επιτροπή επισημαίνει ότι το εν λόγω ζήτημα δεν είναι ξεκάθαρο (κοινοβουλευτική ερώτηση E‑010601/2015, της 17ης Σεπτεμβρίου 2015, δεύτερο εδάφιο).

    ( 11 ) Βλ., για παράδειγμα, αποφάσεις της 16ης Ιουλίου 2015, Lanigan (C‑237/15 PPU, EU:C:2015:474, σκέψη 35), και της 13ης Οκτωβρίου 2016, Mikołajczyk (C‑294/15, EU:C:2016:772, σκέψη 26).

    ( 12 ) Βλ., για παράδειγμα, απόφαση της 27ης Οκτωβρίου 2016, Επιτροπή κατά Γερμανίας (C‑220/15, EU:C:2016:815, σκέψη 39).

    ( 13 ) Απόφαση της 9ης Ιουνίου 2016, Eurospeed (C‑287/14, EU:C:2016:420, σκέψη 33).

    ( 14 ) Βλ., για παράδειγμα, αποφάσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2014, Επιτροπή κατά Γερμανίας (C‑525/12, EU:C:2014:2202, σκέψη 47), και της 16ης Νοεμβρίου 2016, DHL Express (Austria) (C‑2/15, EU:C:2016:880, σκέψη 26).

    ( 15 ) Βλ., για παράδειγμα, απόφαση της 16ης Απριλίου 2015, Angerer (C‑477/13, EU:C:2015:239, σκέψη 33), και προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Μ. Wathelet στην υπόθεση Karen Millen Fashions (C‑345/13, EU:C:2014:206, σημεία 79 έως 82).

    ( 16 ) Αρχικώς, το άρθρο 11, παράγραφος 5, του κανονισμού (ΕΟΚ) 543/69 του Συμβουλίου, της 25ης Μαρτίου 1969, περί εναρμονίσεως ορισμένων κοινωνικών διατάξεων που αφορούν τις οδικές μεταφορές (ΕΕ ειδ. έκδ. 05/001, σ. 47) (στο εξής: κανονισμός 543/69) όριζε τα εξής: «Η περίοδος ημερησίας αναπαύσεως πρέπει να διανύεται έξω από το όχημα. Εντούτοις, αν το όχημα διαθέτει κουκέτα, η περίοδος αναπαύσεως δύναται να διανυθεί εντός της κουκέτας αυτής εφόσον το όχημα είναι σταθμευμένο». Στη συνέχεια, το άρθρο 8, παράγραφος 7, του κανονισμού (ΕΟΚ) 3820/85 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1985, για την εναρμόνιση ορισμένων κοινωνικών διατάξεων στον τομέα των οδικών μεταφορών (ΕΕ 1985, L 370, σ. 1) (στο εξής: κανονισμός 3820/85), με τον οποίο καταργήθηκε ο κανονισμός 543/69, προέβλεπε: «Η ημερήσια ανάπαυση μπορεί να ληφθεί μέσα σε όχημα, εφόσον αυτό διαθέτει κουκέτα και είναι σταθμευμένο».

    ( 17 ) COM(2001) 573 τελικό, 12.10.2001. Στο σημείο 3.14 της γνωμοδοτήσεώς της σχετικά με την πρόταση αυτή (ΕΕ 2002, C 221, σ. 19), η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή επισήμανε ότι «θα ήταν επιθυμητό η εβδομαδιαία ανάπαυση να πραγματοποιείται εκτός του οχήματος».

    ( 18 ) Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 14ης Ιανουαρίου 2003 (ΕΕ 2004, C 38 E, σ. 152).

    ( 19 ) Έκθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 12ης Νοεμβρίου 2002, A5-0388/2002 τελικό, γνωμοδότηση της Επιτροπής Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων, της 29ης Μαΐου 2002, τροπολογία 22.

    ( 20 ) Αιτιολογική έκθεση, COM(2003) 490 τελικό, 11.8.2003, σημείο 26.

    ( 21 ) Κοινή θέση Συμβουλίου, Doc 11337/2/04 REV 2, της 9ης Δεκεμβρίου 2004, σ. 19· Doc 11337/2/04 REV 2 ADD 1, της 9ης Δεκεμβρίου 2004, σ. 5.

    ( 22 ) Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, 13ης Απριλίου 2005 (ΕΕ 2006, C 33 E, σ. 424)· γνωμοδότηση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 23ης Μαρτίου 2005, A6-0076/2005 τελικό, τροπολογία 31.

    ( 23 ) COM(2005) 0301 τελικό, 27.6.2005, σημείο 4.2.2, πρώτο εδάφιο.

    ( 24 ) Κοινό σχέδιο που εγκρίθηκε από την επιτροπή συνδιαλλαγής, Doc PE-CONS 3671/3/05 REV 3, της 31ης Ιανουαρίου 2006· νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 2ας Φεβρουαρίου 2006· Doc 7580/06, της 21ης Μαρτίου 2006.

    ( 25 ) Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα S. Tanchev στην υπόθεση Pinckernelle (C‑535/15, EU:C:2016:996, σημείο 40 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

    ( 26 ) Βλ., για παράδειγμα, άρθρο 8, παράγραφοι 3 και 6, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 561/2006.

    ( 27 ) Βλ., για παράδειγμα, αιτιολογική σκέψη 34 του κανονισμού 561/2006.

    ( 28 ) Οδηγία 2006/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2006, για καθορισμό ελάχιστων προϋποθέσεων για την εφαρμογή των κανονισμών (ΕΟΚ) 3820/85 και (ΕΟΚ) 3821/85 του Συμβουλίου σχετικά με την κοινωνική νομοθεσία όσον αφορά δραστηριότητες οδικών μεταφορών και για την κατάργηση της οδηγίας 88/599/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ 2006, L 102, σ. 35) (στο εξής: οδηγία 2006/22).

    ( 29 ) Βλ. την τελευταία έκθεση της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού 561/2006, COM(2014) 709 τελικό, 21.11.2014, σ. 2.

    ( 30 ) Οδηγία 2002/15/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2002, για την οργάνωση του χρόνου εργασίας των εκτελούντων κινητές δραστηριότητες οδικών μεταφορών (ΕΕ 2002, L 80 σ. 35).

    ( 31 ) Κανονισμός (ΕΕ) 165/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Φεβρουαρίου 2014, για τους ταχογράφους στον τομέα των οδικών μεταφορών, ο οποίος καταργεί τον κανονισμό (ΕΟΚ) 3821/85 του Συμβουλίου σχετικά με τη συσκευή ελέγχου στον τομέα των οδικών μεταφορών και τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) 561/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εναρμόνιση ορισμένων κοινωνικών διατάξεων στον τομέα των οδικών μεταφορών (ΕΕ 2014, L 60, σ. 1) (στο εξής: κανονισμός 165/2014).

    ( 32 ) Βλ. σημείο 28 των παρουσών προτάσεων.

    ( 33 ) Οδηγία 2009/5/ΕΚ της Επιτροπής, της 30ής Ιανουαρίου 2009, για τροποποίηση του παραρτήματος III της οδηγίας 2006/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, για καθορισμό ελάχιστων προϋποθέσεων για την εφαρμογή των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΟΚ) 3820/85 και (ΕΟΚ) 3821/85 σχετικά με την κοινωνική νομοθεσία όσον αφορά δραστηριότητες οδικών μεταφορών (ΕΕ 2009, L 29, σ. 45).

    ( 34 ) Βλ. έκθεση της Επιτροπής, COM(2009) 225 τελικό, 15.5.2009, σ. 2.

    ( 35 ) Κανονισμός (ΕΕ) 2016/403 της Επιτροπής, της 18ης Μαρτίου 2016, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΚ) 1071/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όσον αφορά την κατάταξη των σοβαρών παραβάσεων των κανόνων της Ένωσης, οι οποίες ενδέχεται να οδηγούν στην απώλεια της υπόληψης του οδικού μεταφορέα, και για τροποποίηση του παραρτήματος III της οδηγίας 2006/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ 2016, L 74, σ. 8) (στο εξής: κανονισμός 2016/403 της Επιτροπής).

    ( 36 ) Κανονισμός 2016/403 της Επιτροπής, αιτιολογική σκέψη 11 και άρθρο 2.

    ( 37 ) Βλ., συναφώς, αποφάσεις της 9ης Φεβρουαρίου 2012, Urbán (C‑210/10, EU:C:2012:64, σκέψη 25), της 9ης Ιουνίου 2016, Eurospeed (C‑287/14, EU:C:2016:420, σκέψεις 38 έως 39 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία), και της 19ης Οκτωβρίου 2016, EL-EM‑2001 (C‑501/14, EU:C:2016:777, σκέψη 21). Το άρθρο 1 του κανονισμού διευκρινίζει περαιτέρω: «Ο παρών κανονισμός στοχεύει επίσης να προωθηθεί η βελτίωση των πρακτικών παρακολούθησης και επιβολής των κανόνων από τα κράτη μέλη και η βελτίωση των πρακτικών εργασίας στον κλάδο των οδικών μεταφορών».

    ( 38 ) Βλ. σημείο 46 των παρουσών προτάσεων.

    ( 39 ) Διαθέσιμη στον δικτυακό τόπο: https://ec.europa.eu/transport/modes/road/consultations/2016-social-legislation-road_en. Στους εμπλεκόμενους φορείς διανεμήθηκαν δύο ερωτηματολόγια, τα οποία περιείχαν ερωτήσεις σχετικά με το συγκεκριμένο ζήτημα. Βλ. γενικό ερωτηματολόγιο, ερωτήσεις 14 και 20· και ειδικό ερωτηματολόγιο, ερωτήσεις 13 και 21.

    ( 40 ) Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκ των υστέρων ανάλυση κοινωνικής νομοθεσίας στον τομέα των οδικών μεταφορών, τελική έκθεση, Study contract no. MOVE/D3/2014-256, Ιούνιος 2016, διαθέσιμη στον δικτυακό τόπο http://ec.europa.eu/transport/sites/transport/files/facts-fundings/evaluations/doc/2016-ex-post-eval-road-transport-social-legislation-final-report.pdf (στο εξής: μελέτη).

    ( 41 ) Βλ., ιδίως, μελέτη, σ. 28, 63 έως 65, 71, 134 έως 135.

    ( 42 ) Μελέτη, παράρτημα A, τμήμα 9.1.1, σ. 209 έως 210.

    ( 43 ) Σε σύνολο 26 κρατών, συμπεριλαμβανομένης της Νορβηγίας και της Ελβετίας. Δεν περιλαμβάνονται η Ιρλανδία, η Μάλτα και η Ισπανία.

    ( 44 ) Αυστρία, Βέλγιο, Κροατία, Κύπρος, Τσεχική Δημοκρατία, Δανία, Εσθονία, Φινλανδία, Γαλλία, Ελλάδα, Ουγγαρία, Κάτω Χώρες, Πολωνία, Πορτογαλία, Ρουμανία, Σλοβακία, Σλοβενία, Σουηδία και το Ηνωμένο Βασίλειο.

    ( 45 ) Βουλγαρία, Κροατία, Γερμανία, Λεττονία, Λιθουανία, Λουξεμβούργο, Πολωνία και Σλοβακία.

    ( 46 ) Κροατία, Πολωνία και Σλοβακία.

    ( 47 ) Το άρθρο 49, παράγραφοι 1, με εξαίρεση την τελευταία περίοδο, και 2, του Χάρτη αντιστοιχεί στο άρθρο 7 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών. Βλ. επεξηγήσεις σχετικά με τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων (ΕΕ 2007, C 303, σ. 17), επεξηγήσεις σχετικά με το άρθρο 49 και το άρθρο 52, σημείο 1, δωδέκατη περίπτωση.

    ( 48 ) Βλ., για παράδειγμα, αποφάσεις της 3ης Ιουνίου 2008, Intertanko κ.λπ. (C‑308/06, EU:C:2008:312, σκέψεις 70 έως 71 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία), και της 29ης Μαρτίου 2011, ThyssenKrupp Nirosta κατά Επιτροπής (C‑352/09 P, EU:C:2011:191, σκέψη 80). Προτάσεις της γενικής εισαγγελέα J. Kokott στην υπόθεση Taricco κ.λπ. (C‑105/14, EU:C:2015:293, σημείο 113). Βλ., επίσης, για παράδειγμα, αποφάσεις του ΕΔΔΑ της 21ης Οκτωβρίου 2013, Del Río Prada κατά Ισπανίας, CE:ECHR:2013:1021JUD004275009, §§ 77-80 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία, και της 20ής Οκτωβρίου 2015, Vasiliauskas κατά Λιθουανίας, CE:ECHR:2015:1020JUD003534305, § 154 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία.

    ( 49 ) Βλ., για παράδειγμα, απόφαση της 22ας Οκτωβρίου 2015, AC-Treuhand κατά Επιτροπής (C‑194/14 P, EU:C:2015:717, σκέψη 41 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). Βλ., επίσης, για παράδειγμα, απόφαση του ΕΔΔΑ της 20ής Οκτωβρίου 2015, Vasiliauskas κατά Λιθουανίας, CE:ECHR:2015:1020JUD003534305, § 155 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία.

    ( 50 ) Σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη 26, το άρθρο 18 και το άρθρο 19, παράγραφοι 1 και 4, του κανονισμού 561/2006, τα κράτη μέλη είναι υπεύθυνα να θέτουν κανόνες σχετικά με τις κυρώσεις οι οποίες επιβάλλονται για παραβιάσεις του κανονισμού και να διασφαλίζουν την επιβολή τους· οι εν λόγω κυρώσεις θα πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές, αποτρεπτικές και να μην εισάγουν διακρίσεις, ενώ σε αυτές ενδέχεται να περιλαμβάνονται και οικονομικές κυρώσεις. Εξάλλου, βάσει της αιτιολογικής σκέψεως 26 του κανονισμού 561/2006, η ευθύνη των επιχειρήσεων μεταφορών και των οδηγών για τις παραβιάσεις του κανονισμού «είναι δυνατό να συνεπάγεται ποινικές, αστικές ή διοικητικές κυρώσεις, ανάλογα με την περίπτωση, στα κράτη μέλη». Λαμβάνοντας υπόψη ορισμένες από τις προπαρατεθείσες διατάξεις, το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι ο κανονισμός 561/2006 δεν αποσκοπεί στην εναρμόνιση των κυρώσεων, αλλά, αντιθέτως, δίδει στα κράτη μέλη την ευχέρεια να επιλέξουν τα μέτρα που θα λάβουν και τις αναγκαίες κυρώσεις για την εφαρμογή του. Από το γράμμα της αιτιολογικής σκέψεως 27 του κανονισμού προκύπτει, επίσης, απερίφραστα ότι τα κράτη μέλη διαθέτουν ευρύ περιθώριο εκτιμήσεως όσον αφορά τη φύση των επιβαλλόμενων κυρώσεων. Απόφαση της 19ης Οκτωβρίου 2016, EL-EM‑2001 (C‑501/14, EU:C:2016:777, σκέψεις 25 και 29 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

    ( 51 ) Με άλλα λόγια, η υπό κρίση υπόθεση δεν άπτεται διαφοράς που έχει ως αντικείμενο τον έλεγχο, μέσω υποβολής προδικαστικού ερωτήματος, του κύρους ενός μέτρου της Ένωσης λόγω προσβολής θεμελιώδους δικαιώματος που κατοχυρώνεται στον Χάρτη, αλλά μάλλον διαφοράς έχουσας ως αντικείμενο την εφαρμογή από κράτος μέλος διατάξεως του δικαίου της Ένωσης. Βλ., για παράδειγμα, αποφάσεις της 8ης Απριλίου 2014, Digital Rights Ireland κ.λπ. (C‑293/12 και C‑594/12, EU:C:2014:238), και της 4ης Μαΐου 2016, Pillbox 38 (C‑477/14, EU:C:2016:324, σκέψεις 152 έως 165).

    ( 52 ) Βλ., συναφώς, αποφάσεις της 15ης Ιουλίου 1964, Costa (6/64, EU:C:1964:66, σ. 585, ιδίως σ. 593 έως 594), και της 26ης Φεβρουαρίου 2013, απόφαση Melloni (C‑399/11, EU:C:2013:107, σκέψη 59 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

    Top