Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62015TO0584(01)

    Διάταξη του Γενικού Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 14ης Σεπτεμβρίου 2016.
    Παγκύπριος Οργανισμός Αγελαδοτρόφων (ΠΟΑ) Δημόσια Λτδ κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
    Προσφυγή ακυρώσεως – Αίτηση καταχωρίσεως προστατευόμενης ονομασίας προελεύσεως (“Χαλλούμι” ή “Hellim”) – Απόφαση περί δημοσιεύσεως στην Επίσημη Εφημερίδα, σειρά C, αιτήσεως καταχωρίσεως προστατευόμενης ονομασίας κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 50, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, του κανονισμού (ΕΕ) 1151/2012 – Προπαρασκευαστική πράξη – Πράξη μη δεκτική προσφυγής – Απαράδεκτο.
    Υπόθεση T-584/15.

    Court reports – general

    ECLI identifier: ECLI:EU:T:2016:510

    ΔΙΆΤΑΞΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΫ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ (δεύτερο τμήμα)

    της 14ης Σεπτεμβρίου 2016 ( *1 )

    «Προσφυγή ακυρώσεως — Αίτηση καταχώρισης προστατευόμενης ονομασίας προέλευσης (“Halloumi” ή “Hellim”) — Απόφαση δημοσίευσης στην Επίσημη Εφημερίδα, σειρά C, αίτησης καταχώρισης μιας προστατευόμενης ονομασίας προελεύσεως κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 50, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, του κανονισμού (ΕΕ) 1151/2012 — Προπαρασκευαστική πράξη — Πράξη μη δεκτική προσφυγής — Απαράδεκτο»

    Στην υπόθεση T‑584/15,

    Παγκύπριος Οργανισμός Αγελαδοτρόφων Δημόσια Λτδ (ΠΟΑ), με έδρα τη Λάτσια (Κύπρος), εκπροσωπούμενη από τον Ν. Κορογιαννάκη, δικηγόρο,

    προσφεύγων,

    κατά

    Ευρωπαϊκής Επιτροπής, εκπροσωπούμενης από τους A. Lewis και J. Guillem Carrau,

    καθής,

    με αντικείμενο προσφυγή δυνάμει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ και αίτημα την ακύρωση της απόφασης της Επιτροπής να δημοσιεύσει στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ 2015, C 246, σ. 9) την αίτηση καταχώρισης υπ’ αριθ. CY/PDO/0005/01243, την οποία υπέβαλε η Κυπριακή Δημοκρατία, στο μέτρο που έκρινε ότι η αίτηση αυτή πληρούσε τις προϋποθέσεις του κανονισμού (ΕΕ) 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Νοεμβρίου 2012, για τα συστήματα ποιότητας των γεωργικών προϊόντων και τροφίμων (ΕΕ 2012, L 343, σ. 1), όπως αναφέρονται στο άρθρο 50, παράγραφος 1, του εν λόγω κανονισμού,

    ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο τμήμα),

    συγκείμενο από τους M. E. Martins Ribeiro, πρόεδρο, S. Gervasoni και L. Madise (εισηγητή), δικαστές,

    γραμματέας: E. Coulon

    εκδίδει την ακόλουθη

    Διάταξη

    Το νομικό πλαίσιο

    1

    Ο κανονισμός (ΕΕ) 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Νοεμβρίου 2012, για τα συστήματα ποιότητας των γεωργικών προϊόντων και τροφίμων (ΕΕ 2012, L 343, σ. 1), θεσπίζει, κατά το άρθρο του 4, ένα σύστημα προστατευόμενων ονομασιών προέλευσης και προστατευόμενων γεωγραφικών ενδείξεων, του οποίου μπορούν να επωφεληθούν ορισμένα γεωργικά προϊόντα και τρόφιμα.

    2

    Το άρθρο 5, παράγραφος 1, του κανονισμού 1151/2012 ορίζει ως «ονομασία προέλευσης» την ονομασία που ταυτοποιεί ένα προϊόν το οποίο κατάγεται από συγκεκριμένο τόπο, περιοχή ή, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, χώρα, του οποίου η ποιότητα ή τα χαρακτηριστικά οφείλονται κυρίως ή αποκλειστικά στο ιδιαίτερο γεωγραφικό περιβάλλον που συμπεριλαμβάνει τους εγγενείς φυσικούς και ανθρώπινους παράγοντες και του οποίου όλα τα στάδια της παραγωγής εκτελούνται εντός της οριοθετημένης γεωγραφικής περιοχής.

    3

    Η καταχώριση της ονομασίας ενός γεωργικού προϊόντος ή ενός τροφίμου ως προστατευόμενης ονομασίας προέλευσης (ΠΟΠ), η οποία πρέπει να πληροί τους όρους του κανονισμού 1151/2012 και, ειδικότερα, να είναι σύμφωνη με τις προδιαγραφές προϊόντος που έχουν ορισθεί στο άρθρο 7 του κανονισμού αυτού, παρέχει στην εν λόγω ονομασία προστασία σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η αρχή αυτή διατυπώνεται στο άρθρο 13, παράγραφος 1, του εν λόγω κανονισμού.

    4

    Η διαδικασία καταχώρισης διεξάγεται σε δύο στάδια. Σε ένα πρώτο στάδιο, η αίτηση καταχώρισης ονομασιών εξετάζεται σε εθνικό επίπεδο. Αυτό το στάδιο διέπεται από το άρθρο 49 του κανονισμού 1151/2012, το οποίο ορίζει τα ακόλουθα:

    «1.   Αιτήσεις καταχώρισης ονομασιών βάσει των συστημάτων ποιότητας του άρθρου 48 υποβάλλονται μόνον από ομάδες οι οποίες ασχολούνται με τα προϊόντα με την ονομασία που πρόκειται να καταχωρισθεί. […]

    2.   [… Η] αίτηση απευθύνεται στις αρχές του εν λόγω κράτους μέλους.

    Το κράτος μέλος εξετάζει την αίτηση με τον ενδεδειγμένο τρόπο, προκειμένου να εξακριβώσει εάν είναι αιτιολογημένη και εάν πληροί τους όρους του αντίστοιχου συστήματος.

    3.   Στο πλαίσιο της εξέτασης που προβλέπεται στην παράγραφο 2, [δεύτερο] εδάφιο, του παρόντος άρθρου, το κράτος μέλος κινεί εθνική διαδικασία ενστάσεων που εξασφαλίζει την επαρκή δημοσιότητα της εν λόγω αίτησης και προβλέπει εύλογο χρονικό διάστημα, κατά τη διάρκεια του οποίου κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που έχει έννομο συμφέρον και είναι εγκατεστημένο ή διαμένει στην επικράτειά του μπορεί να υποβάλει ένσταση κατά της αίτησης.

    Το κράτος μέλος ελέγχει το παραδεκτό των ενστάσεων […].

    4.   Εάν, μετά την αξιολόγηση των υποβληθεισών ενστάσεων, το κράτος μέλος θεωρεί ότι πληρούνται οι απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού, μπορεί να λάβει ευνοϊκή απόφαση και να καταθέσει στην Επιτροπή το φάκελο της αίτησης. Στην περίπτωση αυτή γνωστοποιεί στην Επιτροπή τις παραδεκτές ενστάσεις που έχει λάβει από φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο έχει διαθέσει νόμιμα στην αγορά τα συγκεκριμένα προϊόντα, χρησιμοποιώντας τις σχετικές ονομασίες αδιαλείπτως επί πέντε τουλάχιστον έτη πριν από την ημερομηνία της δημοσιοποίησης που προβλέπεται στην παράγραφο 3.

    Το κράτος μέλος εξασφαλίζει τη δημοσιοποίηση της ευνοϊκής του απόφασης και τη δυνατότητα προσφυγής κάθε φυσικού ή νομικού προσώπου που έχει σχετικό έννομο συμφέρον.

    Το κράτος μέλος εξασφαλίζει τη δημοσιοποίηση της έκδοσης των προδιαγραφών του προϊόντος στην οποία βασίζεται η ευνοϊκή του απόφαση και παρέχει ηλεκτρονική πρόσβαση στις προδιαγραφές αυτές.

    Όσον αφορά τις προστατευόμενες ονομασίες προέλευσης και τις προστατευόμενες γεωγραφικές ενδείξεις, το κράτος μέλος διασφαλίζει επίσης την κατάλληλη δημοσίευση της έκδοσης των προδιαγραφών του προϊόντος στην οποία βασίζεται η απόφαση της Επιτροπής δυνάμει του άρθρου 50 παράγραφος 2.»

    5

    Σε δεύτερο στάδιο, η αίτηση εξετάζεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και, εφόσον πληρούνται οι όροι του κανονισμού 1151/2012, γίνεται αντικείμενο δημοσίευσης προκειμένου να είναι δυνατή η υποβολή ενστάσεων. Αυτή η διαδικασία ενώπιον της Επιτροπής, την οποία αφορά η παρούσα προσφυγή, διέπεται από το άρθρο 50, με τίτλο «Εξέταση από την Επιτροπή και δημοσίευση που επιτρέπει την υποβολή ενστάσεων», το οποίο ορίζει τα ακόλουθα:

    «1.   Η Επιτροπή εξετάζει, με τον ενδεδειγμένο τρόπο, οποιαδήποτε αίτηση λαμβάνει σύμφωνα με το άρθρο 49, προκειμένου να εξακριβώσει εάν είναι αιτιολογημένη και εάν πληροί τους όρους του αντίστοιχου συστήματος […]

    2.   Όταν, βάσει της εξετάσεως που διεξάγεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο, η Επιτροπή κρίνει ότι πληρούνται οι όροι του παρόντος κανονισμού, δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης:

    α)

    προκειμένου για αιτήσεις βάσει του συστήματος του τίτλου ΙΙ [Προστατευόμενες Ονομασίες Προέλευσης και Προστατευόμενες Γεωγραφικές Ενδείξεις], το ενιαίο έγγραφο και την παραπομπή στη δημοσίευση των προδιαγραφών του προϊόντος·

    […]».

    6

    Η δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης εκκινεί μια «[δ]ιαδικασία ενστάσεων», σύμφωνα με το άρθρο 51 του κανονισμού 1151/2012, το οποίο ορίζει τα ακόλουθα:

    «1.   Εντός τριών μηνών από την ημερομηνία δημοσίευσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μπορεί να κοινοποιηθεί ένσταση στην Επιτροπή είτε από τις αρχές κράτους μέλους ή τρίτης χώρας είτε από φυσικό ή νομικό πρόσωπο που έχει έννομο συμφέρον και είναι εγκατεστημένο σε τρίτη χώρα.

    Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που έχει έννομο συμφέρον και είναι εγκατεστημένο ή διαμένει σε κράτος μέλος διαφορετικό εκείνου από το οποίο υποβλήθηκε η αίτηση μπορεί να κοινοποιήσει ένσταση στο κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένο, εντός της προθεσμίας κοινοποίησης ένστασης σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο.

    Η κοινοποιούμενη ένσταση περιέχει δήλωση ότι η αίτηση ενδέχεται να παραβαίνει τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού […]

    Η Επιτροπή διαβιβάζει αμελλητί την κοινοποιούμενη ένσταση στην αρχή ή [σ]τον οργανισμό που υπέβαλε την αίτηση.

    2.   Εάν κοινοποιηθεί ένσταση στην Επιτροπή και ακολουθήσει εντός δύο μηνών αιτιολογημένη δήλωση ένστασης, η Επιτροπή ελέγχει το παραδεκτό αυτής της αιτιολογημένης δήλωσης ένστασης.

    3.   Εντός δύο μηνών από την παραλαβή παραδεκτής αιτιολογημένης δήλωσης ένστασης, η Επιτροπή καλεί την αρχή ή το πρόσωπο που υπέβαλε την ένσταση και την αρχή ή τον οργανισμό που υπέβαλε την αίτηση να προβούν στις κατάλληλες διαβουλεύσεις επί εύλογο χρονικό διάστημα που δεν μπορεί να υπερβαίνει τους τρεις μήνες.

    Η αρχή ή το πρόσωπο που υπέβαλε την ένσταση και η αρχή ή ο οργανισμός που υπέβαλε την αίτηση αρχίζουν αυτές τις κατάλληλες διαβουλεύσεις το συντομότερο δυνατόν. Παρέχουν αμοιβαία τις σχετικές πληροφορίες ώστε να εκτιμηθεί κατά πόσον η αίτηση καταχώρισης πληροί τους όρους του παρόντος κανονισμού. Εάν δεν επιτευχθεί συμφωνία, οι πληροφορίες αυτές παρέχονται επίσης στην Επιτροπή.

    […]

    4.   Όταν, κατόπιν των κατάλληλων διαβουλεύσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, τα στοιχεία που έχουν δημοσιευθεί σύμφωνα με το άρθρο 50 παράγραφος 2 τροποποιούνται ουσιαστικά, η Επιτροπή επαναλαμβάνει την εξέταση που προβλέπεται στο άρθρο 50 […]».

    7

    Το άρθρο 52 του κανονισμού 1151/2012, με τίτλο «Απόφαση σχετικά με την καταχώριση», προβλέπει τα ακόλουθα:

    «1.   Όταν η Επιτροπή, βάσει των πληροφοριών που έχει στη διάθεσή της μετά την εξέταση που διενήργησε δυνάμει του άρθρου 50 παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, θεωρεί ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις της καταχώρισης, εκδίδει εκτελεστικές πράξεις με τις οποίες απορρίπτει την αίτηση. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 57 παράγραφος 2.

    2.   Εάν η Επιτροπή δεν παραλάβει καμία κοινοποίηση ένστασης ή καμία παραδεκτή αιτιολογημένη δήλωση ένστασης δυνάμει του άρθρου 51, εκδίδει εκτελεστικές πράξεις, χωρίς να εφαρμόζει τη διαδικασία του άρθρου 57 παράγραφος 2, με τις οποίες καταχωρίζει την ονομασία.

    3.   Η Επιτροπή, εάν λάβει παραδεκτή αιτιολογημένη δήλωση ένστασης, κατόπιν των κατάλληλων διαβουλεύσεων που αναφέρονται στο άρθρο 51 παράγραφος 3 και λαμβάνοντας υπόψη τα αποτελέσματά τους:

    α)

    είτε, εάν έχει επιτευχθεί συμφωνία, καταχωρίζει την ονομασία μέσω εκτελεστικών πράξεων που εκδίδονται χωρίς να εφαρμόζεται η διαδικασία του άρθρου 57 παράγραφος 2 και, εφόσον απαιτείται, τροποποιεί τα στοιχεία που έχουν δημοσιευθεί δυνάμει του άρθρου 50 παράγραφος 2, με την προϋπόθεση ότι αυτές οι τροποποιήσεις δεν είναι ουσιαστικές· είτε

    β)

    εάν δεν έχει επιτευχθεί συμφωνία, εκδίδει εκτελεστικές πράξεις με τις οποίες αποφασίζει σχετικά με την καταχώριση. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 57 παράγραφος 2.

    4.   Οι πράξεις καταχώρισης και οι αποφάσεις απόρριψης δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    8

    Το άρθρο 57 του κανονισμού 1151/2012 ορίζει τα ακόλουθα:

    «1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή για την ποιότητα των γεωργικών προϊόντων. Η εν λόγω επιτροπή είναι επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

    2.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

    Εάν η επιτροπή δεν εκδώσει γνώμη, η Επιτροπή δεν εγκρίνει το σχέδιο εκτελεστικής πράξης και εφαρμόζεται το άρθρο 5 παράγραφος 4 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.»

    9

    Το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ 2011, L 55, σ. 13), ορίζει τα ακόλουθα:

    «1.   Οσάκις εφαρμόζεται η διαδικασία εξέτασης, η επιτροπή διατυπώνει τη γνώμη της με την πλειοψηφία που ορίζεται στο άρθρο 16 παράγραφοι 4 και 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και, κατά περίπτωση, στο άρθρο 238 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για πράξεις που εκδίδονται κατόπιν προτάσεως από την Επιτροπή. Οι ψήφοι των εκπροσώπων των κρατών μελών εντός της επιτροπής σταθμίζονται όπως ορίζουν τα άρθρα αυτά.

    2.   Εφόσον η γνώμη της επιτροπής είναι θετική, η Επιτροπή εκδίδει το σχέδιο εκτελεστικής πράξεως.

    3.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 7, εάν η γνώμη της επιτροπής είναι αρνητική, η Επιτροπή δεν εκδίδει το σχέδιο εκτελεστικής πράξης. Οσάκις η έκδοση εκτελεστικής πράξης κρίνεται αναγκαία, ο πρόεδρος μπορεί είτε να υποβάλει τροποποιημένη εκδοχή του σχεδίου εκτελεστικής πράξεως στην ίδια επιτροπή εντός διμήνου από την έκδοση αρνητικής γνώμης είτε να υποβάλει το σχέδιο εκτελεστικής πράξεως εντός μηνός από αυτήν την έκδοση στην επιτροπή προσφυγών για περαιτέρω συζήτηση.

    4.   Εφόσον δεν διατυπωθεί γνώμη, η Επιτροπή μπορεί να εκδώσει το σχέδιο εκτελεστικής πράξης, εξαιρουμένων των περιπτώσεων που προβλέπονται στο δεύτερο εδάφιο. Εφόσον η Επιτροπή δεν εκδώσει το σχέδιο εκτελεστικής πράξης, ο πρόεδρος μπορεί να υποβάλει στην επιτροπή τροποποιημένη εκδοχή του.

    […]»

    Ιστορικό της διαφοράς

    10

    Ο προσφεύγων Παγκύπριος Οργανισμός Αγελαδοτρόφων Δημόσια Λτδ (ΠΟΑ) είναι οργάνωση εκτροφέων βοοειδών που παράγουν γάλα αγελάδος και κρέας. Συστάθηκε και καταχωρίσθηκε το 2004 και έχει 157 μέλη, τα οποία αντιστοιχούν στο 75 % περίπου του συνολικού αριθμού των Κυπρίων παραγωγών αγελαδινού γάλακτος. Κατά μέσο όρο, 54 εκατομμύρια λίτρα αγελαδινού γάλακτος χρησιμοποιούνται ετησίως στην Κύπρο για τη διαδικασία παραγωγής του τυριού που ονομάζεται «χαλλούμι». Πρόκειται για έναν ιδιαίτερο τύπο κυπριακού τυριού, το οποίο παρασκευάζεται με συγκεκριμένο τρόπο και διαθέτει ιδιαίτερη γεύση, υφή και μαγειρικές ιδιότητες. Ο προσφεύγων είναι στην Κύπρο ο βασικός παραγωγός αγελαδινού γάλακτος το οποίο χρησιμοποιείται στην παρασκευή του χαλλουμιού. Δραστηριοποιείται επίσης στην παραγωγή χαλλουμιού με δικά του εμπορικά σήματα και υπέρ εμπορικών σημάτων διανομέων, μέσω θυγατρικής την οποία κατέχει σε ποσοστό 100 %, της Papouis Dairies Ltd.

    11

    Στις 5 Απριλίου 2012, διάφορες κυπριακές εταιρίες και οργανώσεις οι οποίες δραστηριοποιούνται στον τομέα της παραγωγής τυριών, και πιο συγκεκριμένα της παραγωγής χαλλουμιού, υπέβαλαν ενώπιον των κυπριακών αρχών αίτηση καταχώρισης του χαλλουμιού ως ΠΟΠ. Η εν λόγω αίτηση στηριζόταν στο κυπριακό πρότυπο παρασκευής του 1985 (στο εξής: πρότυπο του 1985) και σκοπό είχε να ερμηνευθεί το εν λόγω πρότυπο ως υποχρέωση προς τους παραγωγούς χαλλουμιού να χρησιμοποιούν σε ποσοστό άνω του 50 % πρόβειο ή κατσικίσιο γάλα. Με άλλα λόγια, εφόσον γινόταν προσθήκη αγελαδινού γάλακτος στο πρόβειο ή στο κατσικίσιο γάλα ή στο μείγμα των δύο, δεν θα επιτρεπόταν να χρησιμοποιηθεί για την παρασκευή του χαλλουμιού μεγαλύτερη ποσότητα αγελαδινού γάλακτος από την ποσότητα κατσικίσιου ή πρόβειου γάλακτος ή μείγματος των δύο.

    12

    Στην προκειμένη περίπτωση, η αίτηση καταχώρισης δημοσιεύθηκε στις 30 Νοεμβρίου 2012 στην Επίσημη Εφημερίδα της Κυπριακής Δημοκρατίας και ο προσφεύγων, σύμφωνα με το άρθρο 49 του κανονισμού 1151/2012, υπέβαλε ενστάσεις στο πλαίσιο της εθνικής διαδικασίας ενστάσεων, αμφισβητώντας την απαγόρευση να χρησιμοποιείται για την παρασκευή του χαλλουμιού μεγαλύτερη ποσότητα αγελαδινού γάλακτος από την ποσότητα πρόβειου ή κατσικίσιου γάλακτος. Ο προσφεύγων υποστήριξε συναφώς ότι, κατ’ εφαρμογήν του προτύπου του 1985, το χαλλούμι μπορεί να παράγεται με επικρατούσα αναλογία αγελαδινού γάλακτος, αν χρησιμοποιούνται ταυτοχρόνως σημαντικές ποσότητες πρόβειου ή κατσικίσιου γάλακτος.

    13

    Στις 14 Νοεμβρίου 2013, πραγματοποιήθηκε σύσκεψη μεταξύ των κυπριακών αρχών και των ενιστάμενων φορέων, χωρίς να επιτευχθεί συμφωνία.

    14

    Στις 9 Ιουλίου 2014, το κυπριακό Υπουργείο Γεωργίας απέρριψε τις υποβληθείσες ενστάσεις και δημοσίευσε αυθημερόν την αίτηση καταχώρισης του χαλλουμιού ως ΠΟΠ στην Επίσημη Εφημερίδα της Κυπριακής Δημοκρατίας.

    15

    Στις 17 Ιουλίου 2014, οι κυπριακές αρχές υπέβαλαν ενώπιον της Επιτροπής την αίτηση CY/PDO/0005/01243 προκειμένου να καταχωρισθεί το χαλλούμι ως ΠΟΠ (στο εξής: αίτηση), διευκρινιζομένου ότι η απαιτούμενη κατά τις προδιαγραφές σύνθεση γάλακτος έκανε λόγο για υπεροχή του πρόβειου ή του κατσικίσιου γάλακτος ή ενός μείγματος των δύο.

    16

    Στις 22 Ιουλίου 2014, κατόπιν της απόρριψης των ενστάσεών του από το κυπριακό Υπουργείο Γεωργίας, ο προσφεύγων προσέφυγε ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Κυπριακής Δημοκρατίας.

    17

    Με επιστολές της 25ης Μαρτίου και της 25ης Ιουνίου 2015, ο προσφεύγων κοινοποίησε τις ανησυχίες του στη Γενική Διεύθυνση (ΓΔ) «Γεωργία και Αγροτική Ανάπτυξη» της Επιτροπής. Στην επιστολή της 25ης Μαρτίου 2015, ο προσφεύγων υποστήριξε ότι η ερμηνεία του προτύπου του 1985 που προέκρινε η αίτηση ήταν εσφαλμένη, για τον λόγο ότι βασιζόταν σε εσφαλμένες και μη τεκμηριωμένες επιστημονικές αποδείξεις.

    18

    Ο προσφεύγων ενημερώθηκε με επιστολή της Επιτροπής της 20ής Ιουλίου 2015 ότι δεν μπορούσε να παρέμβει στη διαδικασία καταχώρισης παρά μόνο μέσω της εθνικής διαδικασίας ενστάσεων και ότι, υπό αυτές τις συνθήκες, η απόρριψη της ένστασής του σε εθνικό επίπεδο δεν μπορούσε να εξετασθεί από την Επιτροπή.

    19

    Με πράξη της 28ης Ιουλίου 2015 (ΕΕ 2015, C 246, σ. 9, στο εξής: προσβαλλόμενη πράξη) και αφού εξέτασε την αίτηση, η Επιτροπή αποφάσισε να δημοσιεύσει την αίτηση κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 50, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 1151/201, παρουσιάζοντας μια σύνοψη των προδιαγραφών που είχαν τεθεί από τις κυπριακές αρχές σχετικά με την καταχώριση του χαλλουμιού ως ΠΟΠ. Με αυτήν τη δημοσίευση, κινήθηκε η δεύτερη φάση της διοικητικής διαδικασίας ενώπιον της Επιτροπής, δηλαδή η διαδικασία διασυνοριακής ένστασης που προβλέπεται στο άρθρο 51 του κανονισμού 1151/2012.

    Διαδικασία και αιτήματα των διαδίκων

    20

    Με δικόγραφο που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 7 Οκτωβρίου 2015, ο προσφεύγων άσκησε την παρούσα προσφυγή. Ο προσφεύγων ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

    να ακυρώσει την προσβαλλόμενη πράξη·

    να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

    21

    Με χωριστό δικόγραφο, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 8 Οκτωβρίου 2015, ο προσφεύγων υπέβαλε αίτηση λήψης ασφαλιστικών μέτρων, στην οποία, κατ’ ουσίαν, ζήτησε από τον Πρόεδρο του Γενικού Δικαστηρίου να αναστείλει την εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης, συμπεριλαμβανομένης και της έναρξης της διαδικασίας ενστάσεων που προβλέπεται στο άρθρο 51 του κανονισμού 1151/2012, ή κάθε άλλης μεταγενέστερης απόφασης σχετικά με την καταχώριση του χαλλουμιού ως ΠΟΠ, κατ’ εφαρμoγήν του άρθρου 52 του εν λόγω κανονισμού, και να επιφυλαχθεί ως προς τα δικαστικά έξοδα.

    22

    Με διάταξη της 7ης Δεκεμβρίου 2015, ο Πρόεδρος του Γενικού Δικαστηρίου απέρριψε την αίτηση ασφαλιστικών μέτρων λόγω έλλειψης επείγοντος. Επιφυλάχθηκε ως προς τα δικαστικά έξοδα.

    23

    Με χωριστό δικόγραφο που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 15 Ιανουαρίου 2016, η Επιτροπή προέβαλε ένσταση απαραδέκτου δυνάμει του άρθρου 130, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου. Η Επιτροπή ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

    να απορρίψει την προσφυγή ως απαράδεκτη·

    να καταδικάσει τον προσφεύγοντα στα δικαστικά έξοδα.

    24

    Με δικόγραφο της 9ης Μαρτίου 2016, ο προσφεύγων κατέθεσε παρατηρήσεις επί της ενστάσεως απαραδέκτου της Επιτροπής. Ο προσφεύγων ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

    να κρίνει ότι η προσφυγή είναι παραδεκτή·

    να εξετάσει την προσφυγή επί της ουσίας·

    να ακυρώσει την προσβαλλόμενη πράξη·

    να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

    Σκεπτικό

    25

    Κατά το άρθρο 130 του Κανονισμού Διαδικασίας, εάν ένας διάδικος ζητήσει από το Γενικό Δικαστήριο να κρίνει επί του απαραδέκτου ή επί της αναρμοδιότητας χωρίς να εισέλθει στην ουσία, το Γενικό Δικαστήριο δύναται, χωρίς να συνεχίσει τη διαδικασία, να αποφανθεί με αιτιολογημένη διάταξη.

    26

    Στην προκειμένη περίπτωση, το Γενικό Δικαστήριο κρίνει ότι έχει επαρκώς διαφωτιστεί από τα στοιχεία της δικογραφίας και εκτιμά ότι πρέπει, κατά συνέπεια, να αποφανθεί χωρίς να συνεχίσει τη διαδικασία.

    27

    Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι η προσφυγή είναι απαράδεκτη διότι, αφενός, η προσβαλλόμενη πράξη δεν αποτελεί πράξη δεκτική προσφυγής, ως έχουσα προπαρασκευαστικό χαρακτήρα που δεν καθορίζει οριστικά τη θέση της Επιτροπής, και, αφετέρου, δεν επηρεάζει, επαρκώς κατά νόμον, τη νομική κατάσταση ή τα δικονομικά δικαιώματα του προσφεύγοντος.

    28

    Ο προσφεύγων αμφισβητεί τον προπαρασκευαστικό χαρακτήρα της προσβαλλόμενης πράξης. Υποστηρίζει ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι δεκτική δικαστικού ελέγχου, διότι πρόκειται για μέτρο το οποίο περιέχει «απόφαση» της Επιτροπής διαπιστώνουσα ότι η αίτηση καταχώρισης της ονομασίας Χαλλούμι πληροί όλα τα κατά τον κανονισμό 1151/2012 κριτήρια καταχώρισης ως ΠΟΠ και το οποίο παράγει δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα.

    29

    Προκειμένου να αποφανθεί το Γενικό Δικαστήριο επί της προβληθείσας από την Επιτροπή ένστασης απαραδέκτου, θα πρέπει κατ’ αρχάς να καθορισθεί εάν, όπως υποστηρίζει η Επιτροπή, η προσβαλλόμενη πράξη έχει προπαρασκευαστικό χαρακτήρα σε σχέση με την τελική απόφαση και επομένως δεν είναι δεκτική προσφυγής.

    30

    Προκαταρκτικώς υπενθυμίζεται ότι, κατά το άρθρο 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ, «κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο μπορεί, υπό τις προϋποθέσεις του πρώτου και του δεύτερου εδαφίου, να ασκεί προσφυγή κατά των πράξεων των οποίων είναι αποδέκτης ή που το αφορούν άμεσα και ατομικά, καθώς και κατά των κανονιστικών πράξεων που το αφορούν άμεσα χωρίς να περιλαμβάνουν εκτελεστικά μέτρα».

    31

    Προκειμένου να προσδιορισθεί εάν τα προσβαλλόμενα μέτρα αποτελούν πράξεις κατά την έννοια του άρθρου 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ, πρέπει να εξετάζεται πρωτίστως η ουσία τους (απόφαση της 11ης Νοεμβρίου 1981, IBM κατά Επιτροπής, 60/81, EU:C:1981:264, σκέψη 9).

    32

    Κατά πάγια νομολογία, συνιστούν πράξεις ή αποφάσεις δυνάμενες να αποτελέσουν αντικείμενο προσφυγής ακυρώσεως, κατά την έννοια του άρθρου 263 ΣΛΕΕ, μόνον τα μέτρα που παράγουν δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα ικανά να θίξουν τα συμφέροντα του προσφεύγοντος, μεταβάλλοντας ουσιωδώς τη νομική κατάστασή του (βλ. απόφαση της 19ης Ιανουαρίου 2010, Co-Frutta κατά Επιτροπής, T‑355/04 και T‑446/04, EU:T:2010:15, σκέψη 32 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

    33

    Όταν πρόκειται για πράξεις των οποίων η κατάρτιση συντελείται σε πολλά στάδια μιας εσωτερικής διαδικασίας, πράξεις δεκτικές προσφυγής συνιστούν, κατ’ αρχήν, μόνο τα μέτρα που καθορίζουν οριστικά τη θέση του οργάνου κατά το πέρας της διαδικασίας και όχι τα ενδιάμεσα μέτρα των οποίων ο σκοπός είναι η προετοιμασία της τελικής απόφασης και των οποίων η έλλειψη νομιμότητας μπορεί κάλλιστα να προβληθεί στο πλαίσιο μιας προσφυγής κατά της απόφασης αυτής (βλ. διάταξη της 3ης Σεπτεμβρίου 2015, Ισπανία κατά Επιτροπής, T‑676/14, EU:T:2015:602, σκέψη 13 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

    34

    Στην προκειμένη περίπτωση, αφενός, κατά το άρθρο 50, παράγραφος 2, του κανονισμού 1151/2012, η απόφαση της «δημοσίευσης που επιτρέπει την υποβολή ενστάσεων» έχει ως αντικείμενο, όπως επισημαίνει και ο τίτλος του άρθρου, να ενεργοποιήσει την προβλεπόμενη στο άρθρο 51 του εν λόγω κανονισμού διαδικασία ενστάσεων και, έτσι, να προετοιμάσει την κατά το άρθρο 52 του κανονισμού «[α]πόφαση σχετικά με την καταχώριση», η οποία είναι η τελική απόφαση.

    35

    Συνεπώς η απόφαση της «δημοσίευσης που επιτρέπει την υποβολή ενστάσεων», η οποία προβλέπεται στο άρθρο 50, παράγραφος 2, του κανονισμού 1151/2012, έχει προπαρασκευαστικό χαρακτήρα σε σχέση με την «[α]πόφαση σχετικά με την καταχώριση» και, κατά συνέπεια, μόνον η τελευταία αυτή απόφαση μπορεί να παράγει έννομα αποτελέσματα ικανά να θίξουν τα συμφέροντα του προσφεύγοντος και, ως εκ τούτου, να γίνει αντικείμενο προσφυγής ακυρώσεως δυνάμει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ (βλ., υπό αυτή την έννοια, διάταξη της 10ης Σεπτεμβρίου 2014, Zentralverband des Deutschen Bäckerhandwerks κατά Επιτροπής, T‑354/13, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2014:775, σκέψη 30).

    36

    Αφετέρου, οι ενδεχόμενες παρανομίες που βαρύνουν μια τέτοια προπαρασκευαστική πράξη μπορούν κάλλιστα να προταθούν προς στήριξη προσφυγής που βάλλει κατά της τελικής πράξης της οποίας αποτελεί στάδιο κατάρτισης (βλ., υπό αυτή την έννοια, απόφαση της 11ης Νοεμβρίου 1981, IBM κατά Επιτροπής, 60/81, EU:C:1981:264, σκέψη 12), εφόσον ο προσφεύγων αποδείξει, σύμφωνα με το άρθρο 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ, ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις παραδεκτού της προσφυγής.

    37

    Κατόπιν των ανωτέρω, η κατά το άρθρο 50, παράγραφος 2, του κανονισμού 1151/2012 απόφαση «δημοσίευσης που επιτρέπει την υποβολή ενστάσεων» δεν συνιστά πράξη δεκτική προσφυγής.

    38

    Το συμπέρασμα αυτό δεν ανατρέπεται από τα επιχειρήματα του προσφεύγοντος.

    39

    Πρώτον, ο προσφεύγων υποστηρίζει ότι η προσβαλλόμενη πράξη παράγει έναντί του δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα και επιφέρει όλως αρνητικές οικονομικές συνέπειες. Τονίζει ότι, από νομικής πλευράς, η προσβαλλόμενη πράξη καθιστά αμέσως τα προϊόντα του μη συμβατά με το πρότυπο του 1985, καθόσον από τη δημοσίευση της επίδικης αίτησης καταχώρισης αυτά θα εκλαμβάνονται μόνον ως «ανεκτά» στην αγορά και δεν θα λαμβάνονται υπόψη πια ως «παραδοσιακά» προϊόντα από τους καταναλωτές. Επισημαίνει συναφώς ότι, ακόμα και αν η Επιτροπή δεν καταχωρίσει την ονομασία Χαλλούμι ως ΠΟΠ, η προσβαλλόμενη πράξη θα τον έχει βλάψει, καθόσον διαπιστώνει ότι η επίμαχη αίτηση καταχώρισης πληροί τα κριτήρια που ορίζονται στον κανονισμό 1151/2012. Εξάλλου, επικαλείται σημαντική οικονομική ζημία συνδεόμενη ιδίως με την απώλεια μεριδίων αγοράς, πελατών και συμβάσεων σχετικών με την πώληση αγελαδινού γάλακτος που χρησιμοποιείται για την παρασκευή χαλλουμιού. Επισημαίνει ότι, εάν η προσβαλλόμενη πράξη δεν ακυρωθεί, περίπου 30 εκατομμύρια λίτρα παραχθέντος από τα μέλη του γάλακτος θα καταστούν αμέσως πλεονάζοντα, γεγονός που θα οδηγήσει αναπόφευκτα στην εξαφάνισή τους.

    40

    Διαπιστώνεται συναφώς ότι τα επιχειρήματα του προσφεύγοντος δεν αποδεικνύουν την ύπαρξη έννομων αποτελεσμάτων ικανών να βλάψουν τα συμφέροντά του. Πράγματι, λαμβανομένου υπόψη του προπαρασκευαστικού της χαρακτήρα, η προσβαλλόμενη πράξη, αφενός, δεν παράγει κανένα δεσμευτικό έννομο αποτέλεσμα ικανό να επηρεάσει την κατά νόμον συμβατότητα των προϊόντων του προσφεύγοντος σε σχέση με το πρότυπο του 1985. Ειδικότερα, η προσβαλλόμενη πράξη δεν έχει ούτε ως αντικείμενο ούτε ως αποτέλεσμα την αναγνώριση υποχρεωτικής ισχύος στην ερμηνεία του προτύπου την οποία προκρίνει. Αφετέρου, η προβαλλόμενη από τον προσφεύγοντα οικονομική ζημία, ακόμη και αν υποτεθεί αποδεδειγμένη, δεν ασκεί καμία επιρροή στην ανάλυση της νομικής φύσης της προσβαλλόμενης απόφασης (βλ., υπό αυτή την έννοια και κατ’ αναλογίαν, διάταξη της 3ης Σεπτεμβρίου 2015, Ισπανία κατά Επιτροπής, T‑676/14, EU:T:2015:602, σκέψη 18).

    41

    Δεύτερον, θα πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη η προτεινόμενη από τον προσφεύγοντα αναλογία μεταξύ, αφενός, της απόφασης απόρριψης της αίτησης καταχώρισης με βάση το άρθρο 52, παράγραφος 1, του κανονισμού 1151/2012, η οποία θα εκδιδόταν σε συνέχεια της εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 50, παράγραφος 1, του εν λόγω κανονισμού και θα είχε οριστικό χαρακτήρα, και, αφετέρου, της απόφασης «δημοσίευσης που επιτρέπει την υποβολή ενστάσεων», που προβλέπεται στο άρθρο 50, παράγραφος 2, του κανονισμού, η οποία θα εκδιδόταν, ομοίως, σε συνέχεια αυτής της εξέτασης.

    42

    Πράγματι, όπως προκύπτει από το άρθρο 52, παράγραφος 1, του κανονισμού 1151/2012 και από το άρθρο 50, παράγραφος 2, του ίδιου κανονισμού, η απόφαση απόρριψης της αίτησης καταχώρισης που προβλέπεται στην πρώτη διάταξη περατώνει τη διαδικασία καταχώρισης, ενώ, αντιθέτως, η απόφαση «δημοσίευσης που επιτρέπει την υποβολή ενστάσεων» που προβλέπεται στη δεύτερη διάταξη ανοίγει ένα νέο στάδιο της εν λόγω διαδικασίας.

    43

    Τρίτον, ο προσφεύγων ισχυρίζεται ότι η διενεργηθείσα από την Επιτροπή εξέταση, σύμφωνα με το άρθρο 50, παράγραφος 1, του κανονισμού 1151/2012, είναι οριστική, στο μέτρο που η Επιτροπή, σύμφωνα με τις αρχές της χρηστής διοίκησης, της ασφάλειας δικαίου και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, δεν μπορεί να αρνηθεί την καταχώριση, σε συνέχεια της διαδικασίας ενστάσεων, παρά μόνο βάσει ληφθεισών στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας επιπρόσθετων πληροφοριών, με αποτέλεσμα η απόφαση που λαμβάνεται κατόπιν της εν λόγω εξετάσεως σύμφωνα με το άρθρο 50, παράγραφος 2, να είναι οριστική. Ο προσφεύγων αντλεί συναφώς επιχείρημα από το γεγονός ότι η απόφαση που λαμβάνεται σύμφωνα με το άρθρο 50, παράγραφος 2, του κανονισμού 1151/2012 δεν θα μπορούσε να τροποποιηθεί από την ίδια την Επιτροπή.

    44

    Ωστόσο, αφενός, αυτά τα στοιχεία δεν θίγουν τη διαπίστωση του Γενικού Δικαστηρίου στη σκέψη 35 ανωτέρω, σύμφωνα με την οποία η απόφαση που προβλέπεται στο άρθρο 50, παράγραφος 2, του κανονισμού 1151/2012 έχει μόνο προπαρασκευαστικό χαρακτήρα. Αφετέρου, σε αυτό το στάδιο της διαδικασίας καταχώρισης, ουδόλως αποκλείεται να προβεί η Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 52, παράγραφος 3, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 1151/2012 στην απόρριψη της αίτησης καταχώρισης, σε συνέχεια της διαδικασίας ενστάσεων, στο πλαίσιο της διαδικασίας εκδόσεως γνώμης της επιτροπής για την ποιότητα των γεωργικών προϊόντων, που προβλέπεται στο άρθρο 57, παράγραφος 2, του εν λόγω κανονισμού.

    45

    Υπό αυτό το πρίσμα, αντιθέτως προς όσα ισχυρίζεται ο προσφεύγων, η υποχρέωση αναμονής της τελικής απόφασης για να προσβληθούν οι ενδεχόμενες παρανομίες τις οποίες πάσχει μια προπαρασκευαστική πράξη δεν συνιστά «απώλεια χρόνου και πόρων». Εάν γινόταν δεκτή η δυνατότητα ασκήσεως προσφυγής κατά μιας τέτοιας προπαρασκευαστικής πράξης, τούτο θα ήταν ασύμβατο με το σύστημα κατανομής αρμοδιοτήτων μεταξύ της Επιτροπής και των δικαιοδοτικών οργάνων της Ένωσης και με το σύστημα μέσων παροχής έννομης προστασίας, όπως τα συστήματα αυτά προβλέπονται στη Συνθήκη, καθώς και με τις απαιτήσεις ορθής απονομής της δικαιοσύνης και σύννομης διεξαγωγής της διοικητικής διαδικασίας (βλ., υπό αυτή την έννοια, απόφαση της 13ης Οκτωβρίου 2011, Deutsche Post και Γερμανία κατά Επιτροπής, C‑463/10 P και C‑475/10 P, EU:C:2011:656, σκέψη 51 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

    46

    Τέλος, το γεγονός ότι η Επιτροπή δεν διαθέτει διακριτική ευχέρεια σύμφωνα με το άρθρο 52, παράγραφος 2, του κανονισμού 1151/2012 ή με το άρθρο 52, παράγραφος 3, στοιχείο αʹ, του εν λόγω κανονισμού ώστε να απορρίψει την αίτηση καταχώρισης και είναι υποχρεωμένη να καταχωρίσει την αιτούμενη ονομασία δεν μεταβάλλει τον χαρακτήρα της πράξης καταχώρισης ως πράξης δεκτικής προσφυγής ούτε στερεί από τον προσφεύγοντα το δικαίωμά του σε αποτελεσματική δικαστική προστασία, σύμφωνα με το άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πράγματι, οι ενδεχόμενες παρανομίες τις οποίες πάσχει μια προπαρασκευαστική πράξη, όπως η προσβαλλόμενη, μπορούν κάλλιστα να προταθούν προς στήριξη προσφυγής κατά της τελικής πράξης, διασφαλίζοντας, ως εκ τούτου, επαρκή δικαστική προστασία (βλ., υπό αυτή την έννοια, διάταξη της 27ης Νοεμβρίου 2013, MAF κατά EIOPA, T‑23/12, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2013:632, σκέψη 33 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

    47

    Τέταρτον, καθόσον ο προσφεύγων ισχυρίζεται, στηριζόμενος στην απόφαση της 11ης Νοεμβρίου 1981, ΙΒΜ κατά Επιτροπής (60/81, EU:C:1981:264, σκέψη 11), ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι «διακριτή» από τις πράξεις που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 52 του κανονισμού 1151/2012, ως προγενέστερη των πράξεων που εκδίδονται κατόπιν της διαδικασίας ενστάσεων και ως ανεξάρτητη έναντι αυτών, διαπιστώνεται ότι, αντιθέτως προς τις απαιτήσεις που απορρέουν από τη σκέψη 11 της προπαρατεθείσας απόφασης, η προσβαλλόμενη πράξη δεν συνιστά το «πέρας μιας ειδικής [διακριτής] διαδικασίας», αλλά, αντιθέτως, το πέρας ενός σταδίου της διαδικασίας, ήτοι του σταδίου «εξέτασης από την Επιτροπή και δημοσίευσης που επιτρέπει την υποβολή ενστάσεων», το οποίο προβλέπεται στο άρθρο 50 του κανονισμού 1151/2012 (βλ. σκέψη 34 ανωτέρω).

    48

    Κατά συνέπεια, η προσφυγή πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, χωρίς να χρειάζεται να εξεταστεί ο δεύτερος ισχυρισμός περί απαραδέκτου που προέβαλε η Επιτροπή.

    Επί των δικαστικών εξόδων

    49

    Κατά το άρθρο 134, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου. Δεδομένου ότι ο προσφεύγων ηττήθηκε, πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα, περιλαμβανομένων των εξόδων της διαδικασίας ασφαλιστικών μέτρων, σύμφωνα με το αίτημα της Επιτροπής.

     

    Για τους λόγους αυτούς,

    ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο τμήμα)

    διατάσσει:

     

    1)

    Απορρίπτει την προσφυγή.

     

    2)

    O Παγκύπριος Οργανισμός Αγελαδοτρόφων Δημόσια Λτδ (ΠΟΑ) φέρει τα δικαστικά του έξοδα καθώς και τα δικαστικά έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, περιλαμβανομένων των εξόδων της διαδικασίας ασφαλιστικών μέτρων.

    Λουξεμβούργο, 14 Σεπτεμβρίου 2016.

     

    Ο Γραμματέας

    E. Coulon

    Η Πρόεδρος

    M. E. Martins Ribeiro


    ( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική.

    Top