EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62015CJ0304

Απόφαση του Δικαστηρίου (έβδομο τμήμα) της 21ης Σεπτεμβρίου 2016.
Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας.
Παράβαση κράτους μέλους – Οδηγία 2001/80/ΕΚ – Άρθρο 4, παράγραφος 3 – Παράρτημα VI, μέρος A – Περιορισμός των εκπομπών στην ατμόσφαιρα ορισμένων ρύπων από μεγάλες εγκαταστάσεις καύσης – Εφαρμογή – Σταθμός παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας του Aberthaw.
Υπόθεση C-304/15.

Court reports – general

ECLI identifier: ECLI:EU:C:2016:706

ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ (έβδομο τμήμα)

της 21ης Σεπτεμβρίου 2016 ( *1 )

«Παράβαση κράτους μέλους — Οδηγία 2001/80/ΕΚ — Άρθρο 4, παράγραφος 3 — Παράρτημα VI, μέρος A — Περιορισμός των εκπομπών στην ατμόσφαιρα ορισμένων ρύπων από μεγάλες εγκαταστάσεις καύσης — Εφαρμογή — Σταθμός παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας του Aberthaw»

Στην υπόθεση C‑304/15,

με αντικείμενο προσφυγή λόγω παραβάσεως βάσει του άρθρου 258 ΣΛΕΕ, που ασκήθηκε στις 19 Ιουνίου 2015, στο πλαίσιο της δίκης

Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τον K. Mifsud-Bonnici και την S. Petrova, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,

προσφεύγουσα,

κατά

Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας, εκπροσωπούμενου από την J. Kraehling και τον L. Christie, επικουρούμενους από τον G. Facenna, QC,

καθού,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έβδομο τμήμα),

συγκείμενο από τη C. Toader (εισηγήτρια), πρόεδρο τμήματος, και τους A. Rosas και E. Jarašiūnas, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: M. Bobek

γραμματέας: M. Aleksejev, υπάλληλος διοικήσεως,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 21ης Απριλίου 2016,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 28ης Ιουνίου 2016,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1

Με το δικόγραφο της προσφυγής της, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζητεί από το Δικαστήριο να διαπιστώσει ότι το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας δεν εφάρμοσε ορθώς την οδηγία 2001/80/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2001, για τον περιορισμό των εκπομπών στην ατμόσφαιρα ορισμένων ρύπων από μεγάλες εγκαταστάσεις καύσης (ΕΕ 2001, L 309, σ. 1), όσον αφορά τον σταθμό παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας του Aberthaw (Ηνωμένο Βασίλειο, στο εξής: σταθμός του Aberthaw), και, ως εκ τούτου, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 4, παράγραφος 3, της οδηγίας αυτής, σε συνδυασμό με το παράρτημά της VI, μέρος A.

Το νομικό πλαίσιο

2

Η οδηγία 2001/80, που αντικατέστησε την οδηγία 88/609/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 1988, για τον περιορισμό των εκπομπών στην ατμόσφαιρα ορισμένων ρύπων από μεγάλες εγκαταστάσεις καύσης (ΕΕ 1988, L 336, σ. 1), καταργήθηκε, από 1ης Ιανουαρίου 2016, από την οδηγία 2010/75/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, περί βιομηχανικών εκπομπών (ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχος της ρύπανσης) (ΕΕ 2010, L 334, σ. 17). Κατά το άρθρο της 1, η οδηγία 2001/80 είχε εφαρμογή «στις εγκαταστάσεις καύσεως με ονομαστική θερμική ισχύ ίση ή ανώτερη των 50 μεγαβάτ (MW), ασχέτως του είδους του χρησιμοποιούμενου καυσίμου (στερεό, υγρό ή αέριο)».

3

Κατά τις αιτιολογικές σκέψεις 4 έως 6 της οδηγίας αυτής:

«4)

Η Επιτροπή εξέδωσε ανακοίνωση περί της κοινοτικής στρατηγικής για την καταπολέμηση της οξίνισης όπου η αναθεώρηση της οδηγίας [88/609] χαρακτηρίζεται ως αναπόσπαστος συντελεστής της στρατηγικής αυτής. Με μακροπρόθεσμο στόχο να μειωθούν οι εκπομπές διοξειδίου του θείου και οξειδίων του αζώτου αρκούντως ώστε οι αποθέσεις και οι συγκεντρώσεις να κατέλθουν σε επίπεδα κάτω από τα κρίσιμα φορτία και επίπεδα.

(5)

Σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας που διατυπώνεται στο άρθρο 5 της συνθήκης, ο στόχος της μείωσης των εκπομπών ρύπων που προκαλούν οξίνιση από τις μεγάλες εγκαταστάσεις καύσης δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη με μονομερή δράση ενώ μια ασυντόνιστη δράση δεν παρέχει εχέγγυα επίτευξης του επιδιωκόμενου στόχου. Αν ληφθεί υπόψη ότι οι εκπομπές υπεύθυνων για την οξίνιση ρύπων είναι αναγκαίο να μειωθούν σε όλη την έκταση της Κοινότητας, η δράση στο κοινοτικό επίπεδο θα είναι αποτελεσματικότερη.

(6)

Οι υφιστάμενες μεγάλες εγκαταστάσεις καύσης συμβάλλουν σημαντικά στις εκπομπές διοξειδίου του θείου και οξειδίων του αζώτου στην Κοινότητα, οι οποίες είναι ανάγκη να μειωθούν· συνεπώς, είναι αναγκαίο να προσαρμοστεί η προσέγγιση αναλόγως των διαφορετικών χαρακτηριστικών του τομέα των μεγάλων εγκαταστάσεων καύσης στα κράτη μέλη.»

4

Το άρθρο 4 της εν λόγω οδηγίας προέβλεπε τα εξής:

«1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 17, τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα ώστε να εξασφαλίζουν ότι κάθε άδεια κατασκευής ή, ελλείψει της σχετικής διαδικασίας, κάθε άδεια λειτουργίας μιας νέας εγκατάστασης για την οποία, κατά την αρμόδια αρχή, υποβάλλεται πλήρης αίτηση για χορήγηση αδείας πριν από 27 Νοεμβρίου 2002 και εφόσον η εν λόγω εγκατάσταση τεθεί σε λειτουργία το αργότερο 27 Νοεμβρίου 2003 περιλαμβάνει όρους σχετικά με την τήρηση των οριακών τιμών εκπομπών που καθορίζονται στο μέρος Α των παραρτημάτων ΙΙΙ έως VII για το διοξείδιο του θείου, τα οξείδια του αζώτου και τον κονιορτό.

[...]

3.   Με την επιφύλαξη της οδηγίας 96/61/ΕΚ [του Συμβουλίου, της 24ης Σεπτεμβρίου 1996, σχετικά με την ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχο της ρύπανσης (ΕΕ 1996, L 257, σ. 26),] και της οδηγίας 96/62/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Σεπτεμβρίου 1996, σχετικά με την εκτίμηση και την διαχείριση της πoιότητας τoυ αέρα τoυ περιβάλλoντoς [(ΕΕ 1996, L 296, σ. 55)], τα κράτη μέλη, το αργότερο μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2008, οφείλουν να επιτύχουν σημαντικές μειώσεις των εκπομπών, είτε:

α)

λαμβάνοντας κατάλληλα μέτρα ώστε κάθε άδεια λειτουργίας υφιστάμενης εγκατάστασης να περιλαμβάνει όρους σχετικά με την τήρηση των οριακών τιμών εκπομπών που καθορίζονται για τις νέες εγκαταστάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1· είτε

β)

εξασφαλίζοντας ότι οι υφιστάμενες εγκαταστάσεις υπόκεινται στο εθνικό σχέδιο μείωσης των εκπομπών που αναφέρεται στην παράγραφο 6,

και εφαρμόζοντας, όπου πρέπει, τα άρθρα 5, 7 και 8.

[...]»

5

Κατά το άρθρο 14 της ίδιας οδηγίας:

«1.   Στην περίπτωση συνεχών μετρήσεων, οι οριακές τιμές εκπομπής που ορίζονται στο μέρος Α των παραρτημάτων ΙΙΙ έως VII λογίζονται ως τηρηθείσες εφόσον η εκτίμηση των αποτελεσμάτων δείχνει ότι, για τις ώρες λειτουργίας εντός ενός ημερολογιακού έτους:

α)

καμία μέση τιμή ανά ημερολογιακό μήνα δεν υπερβαίνει τις οριακές τιμές εκπομπής και

β)

στην περίπτωση:

[...]

ii)

των οξειδίων του αζώτου: το 95 % όλων των 48ωρων μέσων τιμών δεν υπερβαίνουν το 110 % των οριακών τιμών εκπομπής.

[...]»

6

Το παράρτημα VI, μέρος A, της οδηγίας 2001/80 όριζε, σε πίνακα, τις οριακές τιμές εκπομπής οξειδίων του αζώτου που είχαν εφαρμογή στις υφιστάμενες εγκαταστάσεις κατά το άρθρο 4, παράγραφος 3, της οδηγίας αυτής, για τα διάφορα είδη καυσίμων. Για τα στερεά καύσιμα που χρησιμοποιούνταν σε εγκατάσταση ισχύος άνω των 500 MW, η οριακή τιμή ορίστηκε σε 500 χιλιοστόγραμμα οξειδίων του αζώτου ανά κανονικό κυβικό μέτρο (mg/Nm3).

7

Όσον αφορά επίσης τα στερεά καύσιμα, ο πίνακας αυτός παρέπεμπε στην υποσημείωση 3 (στο εξής: σημείωση 3), η οποία είχε ως εξής:

«Μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2018 για εγκαταστάσεις που λειτουργούν κατά την περίοδο των 12 μηνών που λήγει την 1η Ιανουαρίου 2001 και συνεχίζουν να λειτουργούν με στερεά καύσιμα που περιέχουν λιγότερο από 10 % πτητικές ουσίες ισχύει μία οριακή τιμή 1200 mg/Nm3».

8

Δυνάμει του άρθρου 30, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, της οδηγίας 2010/75, το παράρτημα V, μέρος 1, σημείο 4, της οδηγίας αυτής ορίζει τις οριακές τιμές εκπομπής οξειδίων του αζώτου για εγκαταστάσεις που χρησιμοποιούν στερεά καύσιμα. Από 1ης Ιανουαρίου 2016, η τιμή αυτή μειώθηκε στα 200 mg/Nm3.

Η προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασία

9

Στις 29 Μαΐου 2012, η Επιτροπή κίνησε την έρευνα «EU Pilot» όσον αφορά τη συμβατότητα ορισμένων μεγάλων εγκαταστάσεων καύσεως, και μεταξύ άλλων του σταθμού του Aberthaw, με τις απαιτήσεις της οδηγίας 2001/80. Σύμφωνα με τις πληροφορίες που διαβιβάστηκαν στην Επιτροπή, για την εγκατάσταση αυτή ίσχυε, βάσει της σημειώσεως 3, η ευνοϊκότερη οριακή τιμή εκπομπής οξειδίων του αζώτου των 1200 mg/Nm3, ενώ η συνήθως ισχύουσα τιμή για το είδος αυτό εγκαταστάσεως που χρησιμοποιεί στερεά καύσιμα ήταν, σύμφωνα με τον πίνακα του παραρτήματος VI, μέρος A, της οδηγίας αυτής, τα 500 mg/Nm3. Κατά την Επιτροπή, για να ισχύσει η εξαίρεση αυτή, η εν λόγω σημείωση επέβαλλε τα χρησιμοποιούμενα καύσιμα να έχουν περιεκτικότητα σε πτητικά (στο εξής: TCV) μικρότερη του 10 %. Η Επιτροπή υπέβαλε ερώτηση προς το Ηνωμένο Βασίλειο όσον αφορά την TCV των στερεών καυσίμων που χρησιμοποιούνταν στον σταθμό του Aberthaw κατά τα έτη 2009 έως 2011.

10

Το Ηνωμένο Βασίλειο απάντησε ότι, κατ’ αυτό, η οριακή τιμή εκπομπής οξειδίων του αζώτου που ίσχυε για τον σταθμό του Aberthaw ήταν 1200 mg/Nm3 και ότι η εν λόγω οριακή τιμή εκπομπής έπρεπε να θεωρηθεί ότι δεν υπερέβαινε το όριο αυτό εάν το 95 % των μέσων τιμών περιόδου 48 ωρών δεν υπερέβαινε τα 1320 mg/Nm3.

11

Στις 20 Σεπτεμβρίου 2012, η Επιτροπή υπέβαλε συμπληρωματικές ερωτήσεις προς το Ηνωμένο Βασίλειο προκειμένου να εκτιμήσει αν ο σταθμός του Aberthaw τηρούσε τις προϋποθέσεις της σημειώσεως 3 όσον αφορά την TCV. Σε απάντηση, το Ηνωμένο Βασίλειο διευκρίνισε ότι η μέση τιμή της TCV του άνθρακα που χρησιμοποιήθηκε στον εν λόγω σταθμό τα έτη 2008 έως 2011 ανερχόταν σε 12,81 %, 11,75 %, 12,89 % και 11,39 %, αντιστοίχως. Επομένως, σύμφωνα με τις πληροφορίες αυτές, ο άνθρακας παρουσίασε, κατά μέσο όρο, TCV μικρότερη του 10 % δύο μόνο φορές κατά τα έτη 2008 και 2010 και πέντε φορές κατά τη διάρκεια του 2011.

12

Εφόσον τα καύσιμα που χρησιμοποιήθηκαν στον σταθμό του Aberthaw δεν πληρούσαν, κατά τα έτη 2008 έως και 2011, την προϋπόθεση της σημειώσεως 3 όσον αφορά την TCV, η Επιτροπή έκρινε ότι για την εγκατάσταση αυτή δεν μπορούσε να ισχύσει η παρέκκλιση που προβλέπεται στην εν λόγω σημείωση και ότι έπρεπε, από 1ης Ιανουαρίου 2008, να εφαρμοστεί η οριακή τιμή εκπομπής οξειδίων του αζώτου των 500 mg/Nm3.

13

Στις 21 Ιουνίου 2013, η Επιτροπή απέστειλε προειδοποιητική επιστολή προσάπτοντας στο Ηνωμένο Βασίλειο ότι παρέβη την υποχρέωση που υπείχε, από 1ης Ιανουαρίου 2008, να συμμορφωθεί με το άρθρο 4, παράγραφος 3, της οδηγίας 2001/80, σε συνδυασμό με την σημείωση 3, διότι δεν τήρησε, όσον αφορά τον σταθμό του Aberthaw, την οριακή τιμή εκπομπής οξειδίων του αζώτου των 500 mg/Nm3 που ίσχυε για την εγκατάσταση αυτή μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2016.

14

Σε απάντηση στην προειδοποιητική επιστολή , το Ηνωμένο Βασίλειο ανέφερε ότι θεωρούσε ότι η παρέκκλιση της σημειώσεως 3 είχε προβλεφθεί στην οδηγία 2001/80 ακριβώς για να καλύψει την περίπτωση του σταθμού του Aberthaw, οπότε η παρέκκλιση αυτή έπρεπε να ερμηνευθεί ελαστικότερα, υπό την έννοια ότι δεν είχε εφαρμογή στη συγκεκριμένη εγκατάσταση η προϋπόθεση λειτουργίας αποκλειστικά με στερεό καύσιμο που έχει TCV μικρότερη του 10 %. Το εν λόγω κράτος μέλος υποστήριξε επίσης ότι δεν υπήρχε άμεση συσχέτιση μεταξύ της πτητικότητας του καυσίμου που χρησιμοποιήθηκε προς καύση στον εν λόγω σταθμό και του επιπέδου των οξειδίων του αζώτου που εξέπεμπε.

15

Η Επιτροπή δεν πείσθηκε από την απάντηση του Ηνωμένου Βασιλείου και, στις 16 Οκτωβρίου 2014, απηύθυνε προς το κράτος μέλος αυτό αιτιολογημένη γνώμη κατ’ εφαρμογή του άρθρου 258, πρώτο εδάφιο, ΣΛΕΕ.

16

Με την ως άνω αιτιολογημένη γνώμη, η Επιτροπή επανέλαβε ότι η σημείωση 3 καθιέρωνε παρέκκλιση από τις κανονικές οριακές τιμές που είχαν οριστεί για εγκατάσταση του μεγέθους του σταθμού του Aberthaw και ότι ο εν λόγω σταθμός υπερέβη την οριακή τιμή εκπομπής οξειδίων του αζώτου που είχε εφαρμογή δυνάμει του άρθρου 4, παράγραφοι 1 και 3, της οδηγίας 2001/80, σε συνδυασμό με την εν λόγω σημείωση.

17

Το εν λόγω θεσμικό όργανο απέρριψε επίσης την ερμηνεία της σημειώσεως 3 κατά την οποία δεν απαιτείται η συγκεκριμένη εγκατάσταση να χρησιμοποιεί αποκλειστικά στερεά καύσιμα των οποίων η TCV δεν είναι ανώτερη, κατά μέσο όρο, του 10 % σε ετήσια βάση. Συγκεκριμένα, ακόμη και αν η περιεκτικότητα αυτή δεν ορίζεται στην οδηγία 2001/80 ως μέση ετήσια τιμή, μια τέτοια ερμηνεία είναι σύμφωνη προς το πνεύμα της οδηγίας, στο άρθρο 14, παράγραφος 1, της οποίας αναφέρεται ότι οι οριακές τιμές εκπομπής που ορίζονται στο μέρος A των παραρτημάτων III έως VII μετρώνται σε ετήσια βάση.

18

Με την απάντηση της 17ης Δεκεμβρίου 2014, το Ηνωμένο Βασίλειο, στηριζόμενο στις προπαρασκευαστικές εργασίες της οδηγίας 2001/80, επανέλαβε την άποψη ότι ο σταθμός του Aberthaw πληρούσε τις απαιτήσεις της οδηγίας 2001/80, δεδομένου ότι η παρέκκλιση που προβλέπεται στην σημείωση 3 αφορά ειδικώς την εγκατάσταση αυτή. Εξάλλου, το κράτος μέλος αυτό διευκρίνισε ότι στον εν λόγω σταθμό συνεχίζονταν οι επενδύσεις για τη βελτίωση της αποδόσεως.

19

Η Επιτροπή, κρίνοντας μη ικανοποιητική την απάντηση του Ηνωμένου Βασιλείου, αποφάσισε, στις 19 Ιουνίου 2015, να ασκήσει την υπό κρίση προσφυγή.

Επί της προσφυγής

Επιχειρήματα των διαδίκων

20

Η Επιτροπή θεωρεί ότι, εφόσον ο σταθμός του Aberthaw δεν πληροί το κριτήριο της σημειώσεως 3, η προβλεπόμενη στην εν λόγω σημείωση παρέκκλιση δεν μπορεί να έχει εφαρμογή στην εγκατάσταση αυτή. Επομένως, η εν λόγω εγκατάσταση μπορούσε να εκπέμπει οξείδια του αζώτου μέχρι τη γενικώς ισχύουσα οριακή τιμή εκπομπής των 500mg/Nm3. Ωστόσο, η προβλεπόμενη οριακή τιμή στην άδεια λειτουργίας του σταθμού αυτού ήταν, κατά τη στιγμή της ασκήσεως της υπό κρίση προσφυγής, τα 1 050mg/Nm3, οπότε η προσφυγή πρέπει να γίνει δεκτή.

21

Προς στήριξη της αιτιάσεως αυτής, η Επιτροπή προβάλλει, πρώτον, ότι το γράμμα της σημειώσεως 3 είναι σαφές. Η διάταξη αυτή έχει εφαρμογή μόνο στις εγκαταστάσεις που χρησιμοποιούν πράγματι προς καύση στερεά καύσιμα με TCV μικρότερη του 10 %. Στην εν λόγω σημείωση δεν γίνεται λόγος ούτε για εγκαταστάσεις «οι οποίες μπορούν» να τροφοδοτούνται με τέτοιο καύσιμο ούτε για κάποιο όριο εφαρμογής που αντιστοιχεί σε ελάχιστη ποσότητα καυσίμου. Συγκεκριμένα, το κριτήριο της TCV του 10 % τέθηκε προκειμένου να υπάρξει ένα όριο προς τον σκοπό του περιορισμού των δυνατοτήτων παρεκκλίσεως των ηλεκτροπαραγωγικών σταθμών.

22

Δεύτερον, το επιχείρημα ότι η προβλεπόμενη στην σημείωση 3 παρέκκλιση αφορά ειδικώς τον σταθμό του Aberthaw δεν ασκεί επιρροή, στον βαθμό που η υποκειμενική πρόθεση ορισμένων εμπλεκομένων στη νομοθετική διαδικασία δεν αποτελεί δόκιμο κριτήριο ερμηνείας.

23

Τρίτον, ακόμη και αν χρησιμοποιούνταν μέθοδος υπολογισμού σε μηνιαία βάση και όχι σε ετήσια, ο σταθμός του Aberthaw δεν θα πληρούσε και πάλι τα κριτήρια της εν λόγω παρεκκλίσεως.

24

Το Ηνωμένο Βασίλειο εκτιμά ότι η ερμηνεία της σημειώσεως 3 που προτείνει η Επιτροπή αντιβαίνει τόσο στο γράμμα της σημειώσεως αυτής όσο και στη βούληση του νομοθέτη της Ένωσης, οπότε η υπό κρίση προσφυγή πρέπει να απορριφθεί.

25

Κατ’ αρχάς, κατά το κράτος μέλος αυτό, ο σταθμός του Aberthaw λειτουργούσε ανέκαθεν με καύσιμο αποτελούμενο κυρίως από ανθρακίτη με TCV μεταξύ 6 % και 15 %, περιλαμβανομένου ενός σημαντικού ποσοστού άνθρακα με TCV κατώτερη του 10 %. Ωστόσο, ουδέποτε λειτούργησε αποκλειστικώς με άνθρακα με TCV κατώτερη του 10 % ή με μείγμα το οποίο είχε, κατά μέσο όρο, TCV κατώτερη του 10 %. Σημαντικοί πρακτικοί λόγοι, καθώς και λόγοι ασφαλείας, εμπόδιζαν τη λειτουργία με τον τρόπο αυτόν.

26

Ακολούθως, αφενός, το εν λόγω κράτος μέλος αμφισβητεί την ερμηνεία που πρότεινε η Επιτροπή κατά την οποία, προκειμένου να υπαχθεί μια εγκατάσταση στην παρέκκλιση της σημειώσεως 3, πρέπει να λειτουργεί αποκλειστικά με στερεό καύσιμο που έχει, σε ετήσιο μέσο όρο, TCV κατώτερη του 10 %. Μια τέτοια ερμηνεία θα προσέθετε μια προϋπόθεση στην εν λόγω παρέκκλιση, καθιστώντας περιοριστικότερους τους όρους υπαγωγής σε αυτήν. Η σημείωση όμως αυτή δεν περιλαμβάνει τα επιρρήματα «μόνο» ή «αποκλειστικά». Εάν ο νομοθέτης της Ένωσης ήθελε να περιορίσει την υπαγωγή στην παρέκκλιση της σημειώσεως 3 μόνο για τους σταθμούς που χρησιμοποιούν άνθρακα με TCV κατώτερη του 10 %, η βούληση αυτή θα έπρεπε να διατυπώνεται ρητώς στο γράμμα της σημειώσεως. Περαιτέρω, κατά το εν λόγω κράτος μέλος, όπου η οδηγία 2001/80 προβλέπει τη χρήση μέσης τιμής το διευκρινίζει ρητώς.

27

Το Ηνωμένο Βασίλειο υποστηρίζει, επομένως, ότι σκοπός της σημειώσεως 3 είναι η εφαρμογή της στις εγκαταστάσεις που λειτουργούν με σημαντικό ποσοστό άνθρακα με TCV κατώτερη του 10 %.

28

Αφετέρου, η ερμηνεία της σημειώσεως που προτείνει η Επιτροπή δεν λαμβάνει υπόψη ότι η παρέκκλιση που προβλέπεται στη σημείωση αυτή αποτέλεσε αντικείμενο διαπραγματεύσεως και κατοχυρώθηκε στην οδηγία 2001/80 κατά τη νομοθετική διαδικασία ειδικώς για να καλύψει την περίπτωση του σταθμού του Aberthaw.

29

Τέλος, η λειτουργική προϋπόθεση ασφαλείας για το μείγμα άνθρακα που χρησιμοποιείται στον σταθμό του Aberthaw ορίστηκε σε ελάχιστη TCV 9 %. Για να συμμορφωθεί με τα όρια που προκύπτουν από την ερμηνεία που δίδει η Επιτροπή στη σημείωση 3, ο εκμεταλλευόμενος τον εν λόγω σταθμό θα έπρεπε να χρησιμοποιεί μόνο στερεά καύσιμα που θα του παρέχουν τη δυνατότητα να διατηρήσει ένα πολύ μικρό περιθώριο TCV, κυμαινόμενο μεταξύ 9 % και 9,9 %. Λαμβανομένων υπόψη όλων των παραμέτρων που έπρεπε να συνυπολογιστούν στο μείγμα των καυσίμων αυτών, δηλαδή την περιεκτικότητα σε υγρασία, την τέφρα, το θείο, το χλώριο, τη θερμογόνο δύναμη, τη σκληρότητα και τη διάμετρο, το ως άνω περιθώριο δεν είναι ούτε ρεαλιστικό ούτε εφικτό για ένα σταθμό αυτού του μεγέθους. Ειδικότερα, ο εκμεταλλευόμενος τον σταθμό δεν θα ήταν σε θέση ούτε να προμηθευτεί ούτε να ελέγξει με ακρίβεια και αξιοπιστία τις πολύ μεγάλες ποσότητες άνθρακα που χρησιμοποιεί ο σταθμός του Aberthaw προκειμένου να επιτύχει να διατηρηθεί η συνολική TCV ακριβώς μεταξύ 9 % και 9,9 %.

30

Επιπλέον, η ερμηνεία της σημειώσεως 3 που προτείνει η Επιτροπή δεν επιτρέπει την εκπλήρωση του περιβαλλοντολογικού σκοπού της οδηγίας. Συγκεκριμένα, οι υψηλότερες εκπομπές οξειδίων του αζώτου από τον σταθμό του Aberthaw αποτελούν συνέπεια του σχεδιασμού του καυστήρα και των υψηλότερων θερμοκρασιών που είναι αναγκαίες για την καύση του ανθρακίτη με μικρή TCV. Οι εκπομπές αυτές δεν επηρεάζονται σημαντικά από την TCV του μείγματος του καυσίμου, οπότε η εν λόγω περιεκτικότητα δεν μειώνεται σημαντικά στην περίπτωση που ο σταθμός υποχρεωθεί να χρησιμοποιήσει ως καύσιμο, αν υποτεθεί ότι αυτό είναι εφικτό, άνθρακα με συνολική TCV 9,5 % και όχι, όπως συμβαίνει σήμερα, μείγμα άνθρακα με συνολική TCV κυμαινόμενη μεταξύ 11 % και 12 %. Αντιθέτως, η καύση άνθρακα με μικρότερη TCV θα είχε ως αποτέλεσμα υψηλότερες εκπομπές οξειδίων του αζώτου.

Εκτίμηση του Δικαστηρίου

31

Όπως προκύπτει από τις αιτιολογικές σκέψεις 4 έως 6 της οδηγίας 2001/80, σκοπός της είναι η καταπολέμηση της οξινίσεως μέσω του περιορισμού των εκπομπών του διοξειδίου του θείου και των οξειδίων του αζώτου στις οποίες συμβάλλουν σημαντικά οι μεγάλες εγκαταστάσεις καύσεως.

32

Συναφώς, τα παραρτήματα III έως VII της οδηγίας αυτής προβλέπουν ορισμένους περιορισμούς. Ειδικότερα, το παράρτημα VI, μέρος A, της οδηγίας ορίζει, για τα διάφορα είδη καυσίμων, τις οριακές τιμές εκπομπής οξειδίων του αζώτου που εφαρμόζονται σε υφισταμένες εγκαταστάσεις, κατά το άρθρο 4, παράγραφος 3, της εν λόγω οδηγίας. Έτσι, για τα στερεά καύσιμα που χρησιμοποιούνται σε εγκατάσταση ισχύος μεγαλύτερης των 500 MW, η οριακή τιμή καθορίζεται σε 500 mg/Nm3.

33

Η σημείωση 3 προβλέπει ωστόσο ότι «[μ]έχρι την 1η Ιανουαρίου 2018 για εγκαταστάσεις που λειτουργούν κατά την περίοδο των 12 μηνών που λήγει την 1η Ιανουαρίου 2001 και συνεχίζουν να λειτουργούν με στερεά καύσιμα που περιέχουν λιγότερο από 10 % πτητικές ουσίες ισχύει μία οριακή τιμή 1200 mg/Nm3».

34

Εν προκειμένω, η Επιτροπή προσάπτει στο Ηνωμένο Βασίλειο ότι, όσον αφορά τον σταθμό του Aberthaw, δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή στην παρέκκλιση που προβλέπεται στην εν λόγω σημείωση και ότι, ως εκ τούτου, δεν τηρήθηκε η προκαθορισμένη στην οδηγία οριακή τιμή εκπομπής οξειδίων του αζώτου των 500 mg/Nm3.

35

Το Ηνωμένο Βασίλειο και η Επιτροπή διαφωνούν, μεταξύ άλλων, όσον αφορά την περίοδο που πρέπει να ληφθεί υπόψη ως περίοδος αναφοράς για τη συλλογή των δεδομένων που απαιτούνται για τον έλεγχο της τηρήσεως, από τις εγκαταστάσεις, των επιπέδων εκπομπής οξειδίων του αζώτου.

36

Συναφώς, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι, μολονότι στο δεύτερο μέρος της προτάσεως που αποτελεί το γράμμα της σημειώσεως 3 δεν ορίζεται περίοδος αναφοράς, στο πρώτο μέρος της διατάξεως αυτής περιλαμβάνεται ρητώς η φράση «για εγκαταστάσεις που λειτουργούν κατά την περίοδο των 12 μηνών που λήγει την 1η Ιανουαρίου 2001».

37

Συνεπώς, όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 29 των προτάσεών του, η σημείωση 3 έχει, κατ’ αναλογίαν, την έννοια ότι η περίοδος αναφοράς για τη συλλογή των δεδομένων που απαιτούνται για να ελεγχθεί αν οι εγκαταστάσεις αυτές συνεχίζουν να λειτουργούν σύμφωνα με τις διατάξεις της οδηγίας 2001/80 είναι η ίδια με εκείνη βάσει της οποίας καθορίστηκε αν η εγκατάσταση μπορούσε ή όχι να υπαχθεί στην παρέκκλιση που προβλέπει η σημείωση αυτή, δηλαδή μια ετήσια περίοδος αναφοράς.

38

Πάντως, είτε η TCV υπολογιστεί σε ετήσια είτε σε μηνιαία βάση, το Ηνωμένο Βασίλειο δεν αρνείται ότι ο σταθμός του Aberthaw ουδέποτε πληρούσε το κριτήριο σχετικά με τα καύσιμα που πρέπει να χρησιμοποιεί η εγκατάσταση, το οποίο διαλαμβάνεται στην σημείωση 3, όπως αυτή ερμηνεύεται από την Επιτροπή.

39

Συναφώς, το Ηνωμένο Βασίλειο υποστηρίζει ότι η εν λόγω ερμηνεία, κατά την οποία, για να υπαχθεί μια εγκατάσταση στην παρέκκλιση που προβλέπεται στην εν λόγω σημείωση, πρέπει να χρησιμοποιεί μόνον καύσιμα με μέση TCV κατώτερη του 10 %, υπολογιζόμενη σε ετήσια βάση, είναι εσφαλμένη, δεδομένου ότι στο γράμμα της σημειώσεως αυτής δεν περιλαμβάνεται το επίρρημα «αποκλειστικά».

40

Η επιχειρηματολογία αυτή πρέπει να απορριφθεί.

41

Συγκεκριμένα, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, για τον καθορισμό του νοήματος και του περιεχομένου μιας διατάξεως, πρέπει αυτή να ερμηνεύεται λαμβάνοντας υπόψη το γράμμα, το πλαίσιο, καθώς και τον επιδιωκόμενο σκοπό της οικείας ρυθμίσεως (βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση της 16ης Ιουλίου 2015, A, C‑184/14, EU:C:2015:479, σκέψη 32 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

42

Όσον αφορά το γράμμα της σημειώσεως 3, αυτή προβλέπει ότι, για να υπαχθεί μια εγκατάσταση στην εκεί προβλεπόμενη παρέκκλιση πρέπει «να λειτουργεί με στερεά καύσιμα που περιέχουν λιγότερο από 10 % πτητικές ουσίες».

43

Συναφώς, αντίθετα προς τα επιχειρήματα του Ηνωμένου Βασιλείου, από το γεγονός ότι στο γράμμα της σημειώσεως δεν περιλαμβάνονται τα επιρρήματα «μόνο» ή «αποκλειστικά» δεν μπορεί να συναχθεί ότι αρκεί, για την υπαγωγή στο εισάγον παρέκκλιση καθεστώς της εν λόγω σημειώσεως, να υπάρχει εντός του καυσίμου που χρησιμοποιεί μια εγκατάσταση είτε «σημαντικό ποσοστό» είτε «ορισμένο ποσοστό» στερεών καυσίμων με TCV κατώτερη του 10 %. Όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στα σημεία 24 επ. των προτάσεών του, η ερμηνεία της σημειώσεως 3 που υποστηρίζει το Ηνωμένο Βασίλειο δεν μπορεί να στηριχθεί σε κανένα νομικό επιχείρημα.

44

Συγκεκριμένα, όπως προτείνει ο γενικός εισαγγελέας στα σημεία 27 έως 30 των προτάσεών του, η σημείωση 3 έχει την έννοια ότι το κατώτατο όριο του 10 %, στο οποίο αυτή αναφέρεται, σημαίνει ότι ο άνθρακας που χρησιμοποιείται στην εγκατάσταση πρέπει να έχει, κατά μέσο όρο, TCV κατώτερη του 10 %.

45

Η ερμηνεία αυτή ενισχύεται από το πλαίσιο της σημειώσεως 3, καθώς και από τον σκοπό της οδηγίας 2001/80.

46

Όσον αφορά, πρώτον, το πλαίσιο της διατάξεως αυτής, πρέπει να υπομνησθεί ότι η εν λόγω διάταξη επιτρέπει την εφαρμογή, στις εγκαταστάσεις που πληρούν τις προϋποθέσεις που προβλέπει, οριακής τιμής εκπομπής για τα οξείδια του αζώτου υψηλότερης από τη γενική οριακή τιμή εκπομπής των 500 mg/Nm3 που ορίζεται στο παράρτημα VI, μέρος A, της οδηγίας 2001/80.

47

Η σημείωση 3 συνιστά παρέκκλιση από τον γενικό κανόνα που προβλέπεται με την εν λόγω διάταξη του παραρτήματος VI και πρέπει, επομένως, σύμφωνα με πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, να ερμηνεύεται συσταλτικά (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 10ης Σεπτεμβρίου 2015, Nannoka Vulcanus Industries, C‑81/14, EU:C:2015:575, σκέψη 73 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

48

Όσον αφορά, δεύτερον, τον σκοπό της οδηγίας 2001/80, όπως προβάλλει η Επιτροπή και όπως επισήμανε και ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 38 των προτάσεών του, από την εξέλιξη των προγενέστερων της οδηγίας αυτής πράξεων του δικαίου της Ένωσης, όπως η οδηγία 88/609, αποδεικνύεται ότι το επίπεδο των ορίων που καθορίζονται με διατάξεις όπως η σημείωση 3 χρησιμεύει πρωτίστως για τον περιορισμό, στον μέγιστο δυνατό βαθμό, του αριθμού των εγκαταστάσεων που μπορούν να υπαχθούν στην εν λόγω παρέκκλιση, πράγμα το οποίο, καθαυτό, μπορεί να συμβάλει στην επίτευξη των σκοπών που επιδιώκει η οδηγία 2001/80 και οι οποίοι υπενθυμίζονται στη σκέψη 34 της παρούσας αποφάσεως.

49

Επομένως, πρέπει να απορριφθεί η επιχειρηματολογία του Ηνωμένου Βασιλείου κατά την οποία το όριο της TCV 10 % του στερεού καυσίμου που χρησιμοποιείται δεν επιτρέπει την εκπλήρωση του περιβαλλοντολογικού σκοπού της οδηγίας 2001/80, διότι δεν επηρεάζει σημαντικά τις εκπομπές οξειδίων του αζώτου. Συγκεκριμένα, όπως προκύπτει από την προηγούμενη σκέψη, η σημείωση 3 συμβάλλει στον εν λόγω περιβαλλοντολογικό σκοπό περιορίζοντας τον αριθμό των εγκαταστάσεων που μπορούν να υπαχθούν στην προβλεπόμενη στην εν λόγω σημείωση απαλλαγή.

50

Εξάλλου, πρέπει, πρώτον, να απορριφθεί η επιχειρηματολογία του Ηνωμένου Βασιλείου που παρατίθεται στη σκέψη 28 της παρούσας αποφάσεως, εφόσον, ακόμη και αν αποδειχθεί ότι η παρέκκλιση που προβλέπεται στην σημείωση 3 αποτέλεσε αντικείμενο διαπραγματεύσεως προκειμένου να υπαχθεί σε αυτήν εγκατάσταση όπως ο σταθμός του Aberthaw, ο εν λόγω σταθμός δεν πληροί τα κριτήρια που ορίζονται στη διάταξη αυτή για να υπαχθεί και να συνεχίσει να υπάγεται στην εν λόγω παρέκκλιση.

51

Πρέπει, δεύτερον, να απορριφθεί η επιχειρηματολογία του Ηνωμένου Βασιλείου κατά την οποία δεν είναι δυνατό, για λόγους ασφαλείας, να εφαρμοστεί το επίμαχο όριο του 10 %. Συναφώς, όπως προκύπτει από τις παρατηρήσεις του κράτους μέλους αυτού, το μείγμα που χρησιμοποιείται στον σταθμό παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας του Aberthaw έχει TCV που μπορεί να κυμαίνεται από 6 % έως 15 %. Δεν αμφισβητείται, επομένως, ότι ο άνθρακας που χρησιμοποιείται ως καύσιμο στην εν λόγω εγκατάσταση μπορεί να έχει, κατά μέσο όρο, TCV κατώτερη του 10 %.

52

Τρίτον, η επιχειρηματολογία του Ηνωμένου Βασιλείου, κατά την οποία οι διαρρυθμίσεις της εν λόγω εγκαταστάσεως για τη βελτίωση της περιβαλλοντικής επιδόσεώς της και τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις της σημειώσεως 3 δεν πραγματοποιήθηκαν κυρίως λόγω οικονομικών περιορισμών, πρέπει επίσης να απορριφθεί. Συγκεκριμένα, κατά τη νομολογία του Δικαστηρίου, το Ηνωμένο Βασίλειο δεν μπορεί να επικαλεστεί βασίμως, εν προκειμένω, αμιγώς οικονομικής φύσεως λόγους για να αμφισβητήσει την παράβαση που του προσάπτεται (βλ., υπό την έννοια αυτή, αποφάσεις της 9ης Δεκεμβρίου 1997, Επιτροπή κατά Γαλλίας, C‑265/95, EU:C:1997:595, σκέψη 62, και της 21ης Ιανουαρίου 2016, Επιτροπή κατά Κύπρου, C‑515/14, EU:C:2016:30, σκέψη 53).

53

Υπό τις συνθήκες αυτές, διαπιστώνεται ότι το Ηνωμένο Βασίλειο, μη εφαρμόζοντας ορθώς την οδηγία 2001/80 στον σταθμό παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας του Aberthaw, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 4, παράγραφος 3, της οδηγίας αυτής, σε συνδυασμό με το παράρτημά της VI, μέρος A.

Επί των δικαστικών εξόδων

54

Κατά το άρθρο 138, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα, εφόσον υπήρχε σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου. Επειδή η Επιτροπή ζήτησε την καταδίκη του Ηνωμένου Βασιλείου και αυτό ηττήθηκε, πρέπει να καταδικασθεί στα δικαστικά έξοδα.

 

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (έβδομο τμήμα) αποφασίζει:

 

1)

Το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας, μη εφαρμόζοντας ορθώς την οδηγία 2001/80/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2001, για τον περιορισμό των εκπομπής στην ατμόσφαιρα ορισμένων ρύπων από μεγάλες εγκαταστάσεις καύσης, όσον αφορά τον σταθμό παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας του Aberthaw (Ηνωμένο Βασίλειο), παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 4, παράγραφος 3, της οδηγίας αυτής, σε συνδυασμό με το παράρτημά της VI, μέρος A.

 

2)

Καταδικάζει το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας στα δικαστικά έξοδα.

 

(υπογραφές)


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική.

Top