Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62014CN0249

    Υπόθεση C-249/14 P: Αναίρεση που άσκησε στις 22 Μαΐου 2014 η Pêra-Grave — Sociedade Agrícola, Unipessoal, L da κατά της αποφάσεως του Γενικού Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 27ης Φεβρουαρίου 2014 στην υπόθεση T-602/11: Pêra-Grave — Sociedade Agrícola, Unipessoal, L da κατά Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

    ΕΕ C 361 της 13.10.2014, p. 2–3 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    13.10.2014   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 361/2


    Αναίρεση που άσκησε στις 22 Μαΐου 2014 η Pêra-Grave — Sociedade Agrícola, Unipessoal, Lda κατά της αποφάσεως του Γενικού Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 27ης Φεβρουαρίου 2014 στην υπόθεση T-602/11: Pêra-Grave — Sociedade Agrícola, Unipessoal, Lda κατά Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

    (Υπόθεση C-249/14 P)

    2014/C 361/02

    Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

    Διάδικοι

    Αναιρεσείουσα: Pêra-Grave — Sociedade Agrícola, Unipessoal, Lda (εκπρόσωπος: J. de Oliveira Vaz Miranda de Sousa, advogado)

    Αντίδικοι κατ’ αναίρεση: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα), Fundação Eugénio de Almeida

    Αιτήματα της αναιρεσείουσας

    Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

    να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 27ης Φεβρουαρίου 2014 στην υπόθεση T-602/11,

    επικουρικώς, να αναπέμψει την υπόθεση στο Γενικό Δικαστήριο για την έκδοση τελεσίδικης αποφάσεως,

    να καταδικάσει το ΓΕΕΑ ως καθού στη διαδικασία ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου στα δικαστικά έξοδα και των δύο βαθμών.

    Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

    Η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση είναι εσφαλμένη, στο μέτρο που το Γενικό Δικαστήριο ερμήνευσε και εφάρμοσε εσφαλμένα το άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού για το κοινοτικό σήμα (1). Ο λόγος αυτός αναιρέσεως περιλαμβάνει τρία μέρη και βασίζεται σε τρεις ομάδες επιχειρημάτων που έχουν ως εξής:

    1)

    Το Γενικό Δικαστήριο δεν αιτιολόγησε προσηκόντως ότι υφίσταται πράγματι κίνδυνος συγχύσεως μεταξύ των επίμαχων σημάτων. Η διαπίστωση κατά τρόπο αντικειμενικό και σύννομο ότι υφίσταται πράγματι κίνδυνος συγχύσεως μεταξύ δύο σημάτων δεν μπορεί να συνίσταται απλώς στη διαπίστωση ότι, υπό το φως του πανομοιότυπου των αντίστοιχων προϊόντων τους, και λαμβάνοντας υπόψη την πολύ μικρή οπτική ομοιότητα και τον μικρό βαθμό φωνητικής ομοιότητας που υπάρχει μεταξύ τους (και παρά την εννοιολογική διαφορά τους), δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο να μπορεί ο ενδιαφερόμενος καταναλωτής να αντιληφθεί ότι τα αντίστοιχα προϊόντα τους προέρχονται από την ίδια επιχείρηση ή από οικονομικώς συνδεδεμένες επιχειρήσεις. «Κίνδυνος συγχύσεως» δεν σημαίνει απλή δυνατότητα συγχύσεως, αλλά κυρίως πιθανότητα να επέλθει σύγχυση. Ο κίνδυνος συγχύσεως δεν πιθανολογείται απλώς και μόνο επειδή υπάρχει ομοιότητα μεταξύ δύο σημάτων, ακόμα και όταν τα αντίστοιχα προϊόντα τους είναι πανομοιότυπα.

    2)

    Η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση εφάρμοσε επίσης εσφαλμένα το άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού για το κοινοτικό σήμα, καθόσον το Γενικό Δικαστήριο παρέλειψε να λάβει υπόψη τον αντίκτυπο και τη βαρύτητα της εννοιολογικής ομοιότητας των σημείων στο πλαίσιο της συνολικής εκτίμησης του κινδύνου συγχύσεως μεταξύ σημάτων που έχουν πολύ μικρό βαθμό οπτικής ομοιότητας και μικρό βαθμό φωνητικής ομοιότητας. Κατά πάγια νομολογία, το εννοιολογικό περιεχόμενο του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση αρκεί για να αντισταθμίσει την πολύ μικρή οπτική ομοιότητα και τη μικρή φωνητική ομοιότητα η οποία υπάρχει, σύμφωνα με το Γενικό Δικαστήριο, μεταξύ του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση και του προγενέστερου σήματος.

    3)

    Τέλος, το Γενικό Δικαστήριο προέβη σε εσφαλμένη εφαρμογή του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού για το κοινοτικό σήμα, κρίνοντας ότι υφίσταται κίνδυνος συγχύσεως μεταξύ των επίμαχων σημείων, χωρίς να λάβει υπόψη, κατά τη στοιχειοθέτηση του κινδύνου συγχύσεως, όλους τους παράγοντες που σχετίζονται με τις περιστάσεις της υπόθεσης. Ειδικότερα, το Γενικό Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη ένα κρίσιμο γεγονός που αποτελούσε μέρος των πραγματικών περιστατικών της δίκης: την προέλευση, την ιστορία, τη γεωγραφική έννοια της λέξης που περιλαμβάνεται στα επίμαχα σήματα και τη συμβολική σύνδεσή της με τα προϊόντα που ορίζονται από τα εν λόγω σήματα. Ως εκ τούτου, και στο μέτρο αυτό, το Γενικό Δικαστήριο παραμόρφωσε επίσης τα πραγματικά περιστατικά της διαφοράς.


    (1)  Κανονισμός (ΕΚ) 207/2009 της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ L 78, σ. 1).


    Top