EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62014CJ0125

Απόφαση του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα) της 3ης Σεπτεμβρίου 2015.
Iron & Smith kft κατά Unilever NV.
Αίτηση του Fővárosi Törvényszék για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως.
Προδικαστική παραπομπή — Σήματα — Καταχώριση εθνικού σήματος πανομοιότυπου ή παρόμοιου με προγενέστερο κοινοτικό σήμα — Κοινοτικό σήμα που χαίρει φήμης στην Ευρωπαϊκή Ένωση — Γεωγραφικό εύρος της φήμης.
Υπόθεση C-125/14.

Court reports – general

ECLI identifier: ECLI:EU:C:2015:539

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα)

της 3ης Σεπτεμβρίου 2015 ( *1 )

«Προδικαστική παραπομπή — Σήματα — Καταχώριση εθνικού σήματος πανομοιότυπου ή παρόμοιου με προγενέστερο κοινοτικό σήμα — Κοινοτικό σήμα που χαίρει φήμης στην Ευρωπαϊκή Ένωση — Γεωγραφικό εύρος της φήμης»

Στην υπόθεση C‑125/14,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Fővárosi Törvényszék (δικαστήριο της Βουδαπέστης, Ουγγαρία) με απόφαση της 10ης Μαρτίου 2014, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 18 Μαρτίου 2014, στο πλαίσιο της δίκης

Iron & Smith kft

κατά

Unilever NV,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τέταρτο τμήμα),

συγκείμενο από τους L. Bay Larsen (εισηγητή), πρόεδρο τμήματος, K. Jürimäe, J. Malenovský, M. Safjan και A. Prechal, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: N. Wahl

γραμματέας: I. Illéssy, υπάλληλος διοικήσεως,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 4ης Φεβρουαρίου 2015,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

η Iron & Smith kft, εκπροσωπούμενη από τους A. Krajnyák και N. Kovács, ügyvédek,

η Unilever NV, εκπροσωπούμενη από τους P. Lukácsi και B. Bozóki, ügyvédek,

η Ουγγρική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους M. Fehér και M. Ficsor,

η Δανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον C. Thorning, την M. Wolff και τον M. Lyshøj,

η Γαλλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους D. Colas, F-X. Bréchot και D. Segoin,

η Ιταλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την G. Palmieri, επικουρούμενη από τον S. Fiorentino, avvocato dello Stato,

η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου, εκπροσωπούμενη από την J. Beeko, επικουρούμενη από τον τον N. Sanders, barrister,

η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τους B. Béres και F. W. Bulst,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 24ης Μαρτίου 2015,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1

Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 4, παράγραφος 3, της οδηγίας 2008/95/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2008, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων (ΕΕ L 299, σ. 25).

2

Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της Iron & Smith kft (στο εξής: Iron & Smith) και της Unilever NV (στο εξής: Unilever) σχετικά με τη μεταρρύθμιση της αποφάσεως του Szellemi Tulajdon Nemzeti Hivatala (Γραφείο πνευματικής ιδιοκτησίας, στο εξής: Γραφείο) με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση καταχωρίσεως σήματος που είχε υποβάλει η Iron & Smith.

Το νομικό πλαίσιο

Το δίκαιο της Ένωσης

3

Το άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ L 78, σ. 1), ορίζει:

«1.   Τα σήματα προϊόντων ή υπηρεσιών τα οποία καταχωρούνται σύμφωνα με τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία που προβλέπει ο παρών κανονισμός, καλούνται εφεξής “κοινοτικά σήματα”.

2.   Το κοινοτικό σήμα έχει ενιαίο χαρακτήρα. Παράγει τα αυτά αποτελέσματα σε ολόκληρη την Κοινότητα: δεν δύναται να καταχωρηθεί, να μεταβιβασθεί, να γίνει αντικείμενο παραίτησης, ή απόφασης περί έκπτωσης του δικαιούχου εκ των δικαιωμάτων του, ή περί ακυρότητος, ούτε να απαγορευθεί η χρήση του, παρά μόνο για ολόκληρη την Κοινότητα. Η αρχή αυτή ισχύει, εκτός αντιθέτου διατάξεως του παρόντος κανονισμού.»

4

Κατά το άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού αυτού:

«1.   Το κοινοτικό σήμα παρέχει στο δικαιούχο αποκλειστικό δικαίωμα. Ο δικαιούχος δικαιούται να απαγορεύει σε κάθε τρίτο, να χρησιμοποιεί στις συναλλαγές, χωρίς τη συγκατάθεσή του:

[...]

γ)

σημείο που ταυτίζεται ή ομοιάζει με το κοινοτικό σήμα για προϊόντα ή υπηρεσίες που δεν ομοιάζουν με εκείνες για τις οποίες έχει καταχωρισθεί το κοινοτικό σήμα, εάν αυτό χαίρει φήμης στην Κοινότητα και η χρησιμοποίηση χωρίς εύλογη αιτία του σημείου θα προσπόριζε αθέμιτο όφελος από τον διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του κοινοτικού σήματος ή θα έβλαπτε τον εν λόγω διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη.»

5

Κατά το άρθρο 15, παράγραφος 1, του εν λόγω κανονισμού:

«[ε]άν, εντός προθεσμίας πέντε ετών από την καταχώρηση, ο δικαιούχος δεν έχει κάνει ουσιαστική χρήση του κοινοτικού σήματος μέσα στην Κοινότητα για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τις οποίες αυτό έχει καταχωρηθεί, ή εάν έχει αναστείλει τη χρήση του επί μια συνεχή πενταετία, το κοινοτικό σήμα υπόκειται στις κυρώσεις που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, εκτός εάν υπάρχει εύλογη αιτία για τη μη χρήση».

6

Το άρθρο 51 του ίδιου κανονισμού ορίζει, στην παράγραφο 1, στοιχείο αʹ:

«Ο δικαιούχος του κοινοτικού σήματος κηρύσσεται έκπτωτος των δικαιωμάτων του, μετά από αίτηση που υποβάλλεται στο Γραφείο [Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ)], ή μετά από ανταγωγή στο πλαίσιο αγωγής για παραποίηση/απομίμηση:

α)

εάν, επί διάστημα πέντε συνεχών ετών, δεν έχει γίνει ουσιαστική χρήση του σήματος στην Κοινότητα για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τις οποίες έχει καταχωρισθεί και δεν υπάρχει εύλογη αιτία για τη μη χρήση· [...]».

7

Το άρθρο 4 της οδηγίας 2008/95 έχει ως εξής:

«1.   Ένα σήμα δεν καταχωρίζεται ή, αν έχει καταχωρισθεί, είναι δυνατόν να κηρυχθεί άκυρο:

[...]

β)

εάν, λόγω του ταυτόσημου ή της ομοιότητας με το προγενέστερο σήμα και του ταυτόσημου ή της ομοιότητας των προϊόντων ή υπηρεσιών που τα δύο σήματα προσδιορίζουν, υπάρχει κίνδυνος σύγχυσης του κοινού· ο κίνδυνος σύγχυσης περιλαμβάνει και τον κίνδυνο συσχέτισης με το προγενέστερο σήμα.

2.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, ως “προγενέστερα σήματα” νοούνται:

α)

τα σήματα τα οποία έχουν κατατεθεί πριν από την ημερομηνία αίτησης του σήματος, αφού ληφθούν υπόψη, ενδεχομένως, τα προβαλλόμενα δικαιώματα προτεραιότητας για τα σήματα αυτά, και τα οποία ανήκουν στις εξής κατηγορίες:

i)

κοινοτικά σήματα,

[...]

3.   Ένα σήμα επίσης δεν γίνεται δεκτό προς καταχώριση ή, αν έχει καταχωρισθεί, είναι δυνατόν να κηρυχθεί άκυρο, εάν είναι πανομοιότυπο ή παρόμοιο με προγενέστερο κοινοτικό σήμα κατά την έννοια της παραγράφου 2 και πρόκειται να καταχωρισθεί ή έχει καταχωρισθεί για προϊόντα ή υπηρεσίες που δεν είναι παρόμοιες με εκείνες για τις οποίες έχει καταχωρισθεί το προγενέστερο κοινοτικό σήμα, εφόσον το προγενέστερο κοινοτικό σήμα έχει φήμη στην Κοινότητα, η δε χρησιμοποίηση του μεταγενέστερου σήματος, χωρίς νόμιμη αιτία, θα επέφερε [αθέμιτο] όφελος από τον διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του προγενέστερου κοινοτικού σήματος ή θα ήταν βλαπτική για τον εν λόγω διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη.

[...]»

Το ουγγρικό δίκαιο

8

Όπως προκύπτει από το άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του νόμου XI de 1997, σχετικά με την προστασία των εμπορικών σημάτων και των γεωγραφικών ενδείξεων (a védjegyek és a földrajzi árujelzők oltalmáról szóló 1997. évi XI. törvény, στο εξής: Vt), το σήμα δεν γίνεται δεκτό προς καταχώριση εάν ταυτίζεται ή είναι παρόμοιο με προγενέστερο σήμα το οποίο χαίρει φήμης στην ημεδαπή, για προϊόντα ή υπηρεσίες που δεν είναι παρόμοιες με εκείνες για τις οποίες έχει καταχωρισθεί το προγενέστερο σήμα, η δε χρησιμοποίηση του μεταγενέστερου σήματος θα προσπόριζε όφελος από τον διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του προγενέστερου κοινοτικού σήματος ή θα ήταν βλαπτική για τον διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του εν λόγω σήματος.

9

Κατά το άρθρο 76/C, παράγραφος 2, του εν λόγω νόμου, πρέπει, κατά την εφαρμογή του άρθρου 4, παράγραφος 1, στοιχείο c, να λαμβάνεται υπόψη προηγούμενο κοινοτικό σήμα που χαίρει φήμης εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κατά την έννοια του άρθρου 9, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 207/2009.

Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

10

Με αίτηση που υποβλήθηκε στις 13 Απριλίου 2012, η Iron & Smith ζήτησε από το Γραφείο την καταχώριση ως εθνικού σήματος του έγχρωμου εικονιστικού σημείου «be impulsive». Η Unilever άσκησε ανακοπή κατά της αιτήσεως αυτής. Συναφώς, επικαλέσθηκε, προβάλλοντας κυρίως το άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο c, του Vt, τα προγενέστερα εθνικά και κοινοτικά λεκτικά σήματά της Impulse.

11

Δεδομένου ότι η Unilever δεν απέδειξε ότι τα σήματα αυτά ήταν ευρέως γνωστά στην Ουγγαρία, δεν κατέστη δυνατό να τεκμηριωθεί η φήμη τους ως διεθνών σημάτων. Όσον αφορά, όμως, το κοινοτικό σήμα που επικαλέσθηκε προς στήριξη της ανακοπής, το Γραφείο διαπίστωσε ότι, δεδομένου ότι η Unilever είχε διαφημίσει και είχε πωλήσει σε μεγάλες ποσότητες τα προϊόντα που προστατεύονται από το επίδικο σήμα στο Ηνωμένο Βασίλειο και στην Ιταλία, είχε αποδειχθεί η φήμη του κοινοτικού σήματος σε σημαντικό τμήμα της Ένωσης. Υπό τις συνθήκες της υπό κρίση υποθέσεως, το Γραφείο διαπίστωσε ότι η χρησιμοποίηση χωρίς νόμιμη αιτία του σήματος αυτού ενέχει τον κίνδυνο αποκομίσεως αθέμιτου οφέλους από τον διακριτικό χαρακτήρα ή από τη φήμη του κοινοτικού σήματος. Συγκεκριμένα, το εικονιστικό σημείο του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση μπορούσε να ανακαλέσει στη μνήμη των καταναλωτών που έχουν τη συνήθη πληροφόρηση το σήμα της Unilever.

12

Η Iron & Smith κατέθεσε αίτηση μεταρρυθμίσεως της απορριπτικής αποφάσεως, με την οποία προσήπτε κυρίως στο Γραφείο ότι έκρινε αποδεδειγμένη τη φήμη του κοινοτικού σήματος απλώς και μόνο λόγω του μεριδίου αγοράς των προϊόντων της ανακόπτουσας, που ανερχόταν σε 5 % στο Ηνωμένο Βασίλειο και σε 0,2 % στην Ιταλία.

13

Εξετάζοντας τα άρθρα 4, παράγραφος 1, στοιχείο c, και 76/C, παράγραφος 2, του Vt, καθώς και το άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 207/2009 και το άρθρο 4, παράγραφος 3, της οδηγίας 2008/95, το αιτούν δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι διατάξεις αυτές δεν περιέχουν καμία ένδειξη σχετικά με τον προσδιορισμό του γεωγραφικού εδάφους εντός της Ένωσης, προκειμένου να αποδειχθεί η φήμη του κοινοτικού σήματος. Εξάλλου, ακόμη και στην περίπτωση που υφίσταται η φήμη αυτή, τίθεται το ερώτημα, όταν ένα τέτοιο σήμα είναι άγνωστο στο συγκεκριμένο κράτος μέλος, εάν η χρησιμοποίηση χωρίς νόμιμη αιτία του μεταγενέστερου σήματος ενέχει τον κίνδυνο αποκομίσεως αθέμιτου οφέλους από τον διακριτικό χαρακτήρα ή από τη φήμη του προγενέστερου κοινοτικού σήματος ή μπορεί να είναι βλαπτική για τον διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του.

14

Υπό τις συνθήκες αυτές, το Fövárosi Törvényszék αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα εξής προδικαστικά ερωτήματα:

«1)

Αρκεί η υφιστάμενη σε ένα μόνον κράτος μέλος φήμη προκειμένου να αποδειχθεί η φήμη κοινοτικού σήματος για τους σκοπούς του άρθρου 4, παράγραφος 3, της οδηγίας 2008/95, ακόμη και στην περίπτωση που η αίτηση καταχωρίσεως εθνικού σήματος, κατά της οποίας έχει ασκηθεί ανακοπή λόγω της φήμης του, έχει κατατεθεί σε χώρα άλλη από το εν λόγω κράτος μέλος;

2)

Μπορούν να τύχουν εφαρμογής, στο πλαίσιο των εδαφικής φύσεως κριτηρίων που χρησιμοποιούνται κατά την εξέταση της φήμης κοινοτικού σήματος, οι αρχές που έχει θέσει [το Δικαστήριο] σχετικά με την ουσιαστική χρήση του κοινοτικού σήματος;

3)

Εάν ο δικαιούχος προγενέστερου κοινοτικού σήματος αποδείξει τη φήμη του σήματος αυτού σε χώρες άλλες από το κράτος μέλος στο οποίο ζητείται η καταχώριση εθνικού σήματος –οι οποίες καταλαμβάνουν σημαντικό τμήμα της επικράτειας της Ένωσης–, δύναται να του ζητηθεί, ανεξαρτήτως των ανωτέρω, να προσκομίσει επαρκείς αποδείξεις ως προς το εν λόγω κράτος μέλος;

4)

Σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως στο [τρίτο ερώτημα], λαμβανομένων υπόψη των ιδιαιτεροτήτων της εσωτερικής αγοράς, μπορεί να υπάρξει περίπτωση κατά την οποία σήμα που έχει έντονη παρουσία σε σημαντικό τμήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να είναι άγνωστο στον ενδιαφερόμενο καταναλωτή υπήκοο ενός κράτους μέλους και ως εκ τούτου να μην πληρούται η έτερη απαραίτητη προϋπόθεση για την ύπαρξη λόγου κωλύοντος την καταχώριση σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 4, παράγραφος 3 της οδηγίας, καθόσον δεν συντρέχει ο κίνδυνος βλάβης της φήμης ή του διακριτικού χαρακτήρα ή προσπορισμού αθέμιτου οφέλους από τη φήμη ή τον διακριτικό χαρακτήρα του; Γινομένου τούτου δεκτού, τι περιστάσεις πρέπει ο δικαιούχος του κοινοτικού σήματος να αποδείξει ώστε να πληρούται η αναφερθείσα προϋπόθεση;»

Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

Επί των τριών πρώτων ερωτημάτων

15

Με τα τρία πρώτα ερωτήματα, τα οποία πρέπει να εξεταστούν από κοινού, το αιτούν δικαστήριο ερωτά, κατ’ ουσίαν, ποιες προϋποθέσεις πρέπει να συντρέχουν, υπό περιστάσεις όπως αυτές της κύριας δίκης, για να θεωρηθεί, δυνάμει του άρθρου 4, παράγραφος 3, της οδηγίας 2008/95, ότι το κοινοτικό σήμα χαίρει φήμης στην Ένωση.

16

Επισημαίνεται ότι η φράση «χαίρει φήμης στην Κοινότητα», που διαλαμβάνεται στο άρθρο 4, παράγραφος 3, της οδηγίας 2008/95, έχει την ίδια έννοια με την πανομοιότυπη φράση που διαλαμβάνεται στο άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 207/2009, η οποία είναι όμοια με τη φράση του άρθρου 9, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ L 11, σ. 1).

17

Συναφώς, όσον αφορά το άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 40/94, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι η έννοια της «φήμης» προϋποθέτει ορισμένο βαθμό γνώσεως εκ μέρους του ενδιαφερομένου κοινού, ο οποίος πρέπει να θεωρείται ότι έχει επιτευχθεί όταν το κοινοτικό σήμα είναι γνωστό σε σημαντικό μέρος του κοινού το οποίο αφορούν τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες που καλύπτονται από το σήμα αυτό (βλ. απόφαση PAGO International, C‑301/07, EU:C:2009:611, σκέψεις 21 και 24).

18

Κατά την εξέταση της προϋποθέσεως αυτής, ο εθνικός δικαστής οφείλει να λάβει υπόψη όλα τα στοιχεία που ασκούν επιρροή στη συγκεκριμένη υπόθεση, και μάλιστα το μερίδιο αγοράς που κατέχει το σήμα, την ένταση, το γεωγραφικό εύρος και τη διάρκεια της χρήσεώς του, καθώς και το μέγεθος των επενδύσεων που έγιναν από την επιχείρηση για την προβολή του (απόφαση PAGO International, C‑301/07, EU:C:2009:611, σκέψη 25).

19

Στο εδαφικό επίπεδο, η προϋπόθεση σχετικά με τη φήμη πρέπει να θεωρείται ότι πληρούται όταν το κοινοτικό σήμα χαίρει φήμης σε σημαντικό τμήμα του εδάφους της Ένωσης, το οποίο τμήμα ενδέχεται να αντιστοιχεί στο έδαφος ενός μόνον κράτους μέλους (βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση PAGO International, C‑301/07, EU:C:2009:611, σκέψεις 27 και 29).

20

Έτσι, εφόσον η φήμη του προγενέστερου σήματος αποδείχθηκε σε σημαντικό τμήμα του εδάφους της Ένωσης, το οποίο ενδέχεται να αντιστοιχεί στο έδαφος ενός μόνον κράτους μέλους, πρέπει να γίνει δεκτό ότι το σήμα αυτό χαίρει «φήμης στην [Ένωση]», κατά την έννοια του άρθρου 4, παράγραφος 3, της οδηγίας 2008/95, και δεν μπορεί να απαιτείται από τον δικαιούχο του σήματος αυτού να αποδείξει τη φήμη στο έδαφος του κράτους μέλους στο οποίο κατατέθηκε η αίτηση καταχωρίσεως του μεταγενέστερου εθνικού σήματος κατά του οποίου ασκήθηκε ανακοπή.

21

Με τις διατάξεις που αφορούν την απαίτηση ουσιαστικής χρήσεως του κοινοτικού σήματος στην Ένωση, όπως τα άρθρα 15, παράγραφος 1, και 51 του κανονισμού 207/2009, επιδιώκεται η επίτευξη διαφορετικού σκοπού από εκείνον που επιδιώκεται με τις διατάξεις σχετικά με τη διευρυμένη προστασία που παρέχεται στα σήματα που χαίρουν φήμης στην Ένωση, όπως, μεταξύ άλλων, το άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού αυτού (βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση Leno Merken, C‑149/11, EU:C:2012:816, σκέψη 53). Ενώ η τελευταία διάταξη αφορά τις προϋποθέσεις που ρυθμίζουν τη διευρυμένη προστασία πέραν των κατηγοριών των προϊόντων και υπηρεσιών για τα οποία καταχωρίσθηκε ένα κοινοτικό σήμα, ο όρος «ουσιαστική χρήση», που περιλαμβάνεται στα άρθρα 15, παράγραφος 1, και 51 του κανονισμού 207/2009, υποδηλώνει την ελάχιστη προϋπόθεση χρήσεως την οποία όλα τα εμπορικά σήματα πρέπει να πληρούν προκειμένου να προστατεύονται.

22

Εξάλλου, πρέπει να τονιστεί ότι δεν είναι δυνατόν να καθορισθεί θεωρητικώς εκ των προτέρων το γεωγραφικό εύρος που απαιτείται για να γίνει δεκτό ότι υφίσταται ουσιαστική χρήση του εν λόγω σήματος ή όχι (βλ. απόφαση Leno Merken, C‑149/11, EU:C:2012:816, σκέψη 55).

23

Κατά συνέπεια οι διατάξεις που αφορούν την απαίτηση ουσιαστικής χρήσεως του κοινοτικού σήματος και, κυρίως, τα κριτήρια που έχουν διατυπωθεί από τη νομολογία, βάσει των οποίων διαπιστώνεται η ουσιαστική χρήση, πρέπει να διακριθούν από τις διατάξεις και τα κριτήρια που αφορούν τη φήμη ενός τέτοιου σήματος στην Ένωση.

24

Συνεπώς, τα κριτήρια που έχουν διατυπωθεί από τη νομολογία όσον αφορά την ουσιαστική χρήση του κοινοτικού σήματος δεν είναι, καθαυτά, λυσιτελή για την τεκμηρίωση της υπάρξεως «φήμης» κατά την έννοια του άρθρου 4, παράγραφος 3, της οδηγίας 2008/95.

25

Βάσει των ανωτέρω σκέψεων, στα τρία πρώτα ερωτήματα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 4, παράγραφος 3, της οδηγίας 2008/95 έχει την έννοια ότι, εφόσον αποδείχθηκε η φήμη ενός προγενέστερου κοινοτικού σήματος σε σημαντικό τμήμα της Ένωσης, το οποίο ενδέχεται να αντιστοιχεί στο έδαφος ενός μόνον κράτους μέλους, που δεν είναι κατ’ ανάγκην το κράτος στο οποίο κατατέθηκε η αίτηση καταχωρίσεως του μεταγενέστερου σήματος, πρέπει να γίνει δεκτό ότι το σήμα αυτό χαίρει φήμης στην Ένωση. Τα κριτήρια που έχουν διατυπωθεί από τη νομολογία όσον αφορά την ουσιαστική χρήση του κοινοτικού σήματος δεν είναι, καθαυτά, λυσιτελή για την τεκμηρίωση της υπάρξεως «φήμης» κατά την έννοια του άρθρου 4, παράγραφος 3, της οδηγίας αυτής.

Επί του τετάρτου ερωτήματος

26

Με το τέταρτο ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ερωτά, κατ’ ουσίαν, υπό ποιες προϋποθέσεις έχει εφαρμογή το άρθρο 4, παράγραφος 3, της οδηγίας 2008/95 στην περίπτωση που το προγενέστερο κοινοτικό σήμα έχει ήδη αποκτήσει φήμη σε σημαντικό τμήμα της Ένωσης, αλλά δεν έχει αποκτήσει φήμη στο ενδιαφερόμενο κοινό του κράτους μέλους στο οποίο ζητείται η καταχώριση του μεταγενέστερου εθνικού σήματος κατά του οποίου ασκήθηκε ανακοπή.

27

Δυνάμει του άρθρου 4, παράγραφος 3, της οδηγίας 2008/95, στην περίπτωση που το προγενέστερο κοινοτικό σήμα έχει «φήμη στην Κοινότητα» και η χρησιμοποίηση, χωρίς νόμιμη αιτία, του μεταγενέστερου σήματος, που είναι παρόμοιο με το κοινοτικό σήμα και πρόκειται να καταχωρισθεί για προϊόντα ή υπηρεσίες που δεν είναι παρόμοιες με εκείνες που καλύπτει το κοινοτικό σήμα, θα συνεπαγόταν τον προσπορισμό αθέμιτου οφέλους από τον διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του προγενέστερου κοινοτικού σήματος ή θα ήταν βλαπτική για τον εν λόγω διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του προγενέστερου κοινοτικού σήματος, το μεταγενέστερο αυτό σήμα δεν γίνεται δεκτό προς καταχώριση.

28

Όταν το σχετικό κοινό δεν συσχετίζει το προγενέστερο κοινοτικό σήμα με το μεταγενέστερο εθνικό σήμα, δηλαδή δεν δημιουργεί σύνδεσμο μεταξύ των σημάτων αυτών, η χρησιμοποίηση του μεταγενέστερου σήματος δεν μπορεί, με γνώμονα το άρθρο 4, παράγραφος 3, της οδηγίας 2008/95, να συνεπάγεται προσπορισμό αθέμιτου οφέλους από τον διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του προγενέστερου κοινοτικού σήματος ούτε είναι βλαπτική για τον διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση Intel Corporation, C‑252/07, EU:C:2008:655, σκέψεις 30 και 31).

29

Επίσης, ακόμη και αν υποτεθεί ότι το προγενέστερο κοινοτικό σήμα είναι άγνωστο στο σχετικό κοινό του κράτους μέλους στο οποίο ζητήθηκε η καταχώριση του μεταγενέστερου εθνικού σήματος, πράγμα που εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει, η χρησιμοποίηση του εθνικού αυτού σήματος δεν συνεπάγεται, κατ’ αρχήν, προσπορισμό αθέμιτου οφέλους από τον διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του προγενέστερου σήματος ούτε την πρόκληση βλάβης στον διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του.

30

Αντιθέτως, ακόμη και αν σημαντικό μέρος του σχετικού κοινού του κράτους μέλους στο οποίο ζητήθηκε η καταχώριση του μεταγενέστερου εθνικού σήματος δεν γνωρίζει το προγενέστερο κοινοτικό σήμα, δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο ένα εμπορικώς μη αμελητέο μέρος του κοινού αυτού να γνωρίζει το εν λόγω σήμα και να δημιουργεί σύνδεσμο με το μεταγενέστερο εθνικό σήμα.

31

Βεβαίως, η ύπαρξη ενός τέτοιου συνδέσμου, η οποία πρέπει να εκτιμάται σφαιρικά, λαμβανομένων υπόψη όλων των παραγόντων που ασκούν επιρροή στη συγκεκριμένη περίπτωση (βλ. απόφαση Intel Corporation, C‑252/07, EU:C:2008:655, σκέψη 41), δεν αρκεί, από μόνη της, για να διαπιστωθεί ότι συντρέχει μία από τις προσβολές στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 4, παράγραφος 3, της οδηγίας 2008/95 (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση Intel Corporation, C-252/07, EU:C:2008:655, σκέψη 32). Για να τύχει της προστασίας που παρέχεται βάσει της διατάξεως αυτής, ο δικαιούχος του προγενέστερου σήματος πρέπει να αποδείξει ότι με τη χρησιμοποίηση του μεταγενέστερου σήματος «θα προσποριστεί αθέμιτο όφελος από τον διακριτικό χαρακτήρα ή από τη φήμη του προγενέστερου σήματος ή η χρησιμοποίησή του θα είναι βλαπτική για τον εν λόγω διακριτικό χαρακτήρας ή τη φήμη» και, συνεπώς, να αποδείξει την ύπαρξη είτε πραγματικής και ενεστώσας προσβολής του σήματός του, κατά την έννοια του άρθρου 4, παράγραφος 3, της οδηγίας 2008/95, είτε, εφόσον τούτο δεν είναι δυνατό, την ύπαρξη σοβαρού κινδύνου επελεύσεως τέτοιας προβολής στο μέλλον. Στην περίπτωση αυτή, εναπόκειται στον δικαιούχο του μεταγενέστερου σήματος να αποδείξει ότι συντρέχει εύλογη αιτία για τη χρησιμοποίησή του (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση Intel Corporation, C‑252/07, EU:C:2008:655, σκέψεις 37 και 39).

32

Το αν συντρέχει κάποια από τις προσβολές στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 4, παράγραφος 4, της οδηγίας 2008/95 ή σοβαρός κίνδυνος επελεύσεως τέτοιας προσβολής στο μέλλον πρέπει, όπως και η ύπαρξη συνδέσμου μεταξύ των συγκρουόμενων σημάτων, να εκτιμάται συνολικώς, λαμβανομένων υπόψη όλων των παραγόντων που ασκούν επιρροή στη συγκεκριμένη περίπτωση (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση Intel Corporation, C‑252/07, EU:C:2008:655, σκέψη 68).

33

Συναφώς, υπενθυμίζεται, ιδίως, ότι όσο αμεσότερα και εντονότερα παραπέμπει το μεταγενέστερο σήμα στο προγενέστερο τόσο σοβαρότερος είναι ο κίνδυνος η ενεστώσα ή μελλοντική χρησιμοποίηση του μεταγενέστερου σήματος να έχει ως αποτέλεσμα τον προσπορισμό αθέμιτου οφέλους από τον διακριτικό χαρακτήρα ή από τη φήμη του προγενέστερου σήματος ή να είναι βλαπτική για τον εν λόγω διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του προγενέστερου σήματος (βλ. απόφαση Intel Corporation, C‑252/07, EU:C:2008:655, σκέψη 67).

34

Βάσει των ανωτέρω σκέψεων, στο τέταρτο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι, εάν το προγενέστερο κοινοτικό σήμα έχει ήδη αποκτήσει φήμη σε σημαντικό τμήμα της Ένωσης, αλλά δεν έχει αποκτήσει φήμη στο ενδιαφερόμενο κοινό του κράτους μέλους στο οποίο ζητείται η καταχώριση του μεταγενέστερου εθνικού σήματος κατά του οποίου ασκήθηκε ανακοπή, ο δικαιούχος του κοινοτικού σήματος μπορεί να τύχει της προστασίας που παρέχεται βάσει του άρθρου 4, παράγραφος 3, της οδηγίας 2008/95 εάν αποδείξει ότι ένα εμπορικώς μη αμελητέο μέρος του κοινού αυτού γνωρίζει το εν λόγω σήμα, δημιουργεί σύνδεσμο μεταξύ του σήματος αυτού και του μεταγενέστερου εθνικού σήματος και ότι συντρέχει, λαμβανομένων υπόψη όλων των παραγόντων που ασκούν επιρροή στη συγκεκριμένη περίπτωση, είτε πραγματική και ενεστώσα προσβολή του κοινοτικού σήματος, κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, είτε, εφόσον τούτο δεν είναι δυνατό, σοβαρός κίνδυνος επελεύσεως τέτοιας προβολής στο μέλλον.

Επί των δικαστικών εξόδων

35

Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

 

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τέταρτο τμήμα) αποφαίνεται:

 

1)

Το άρθρο 4, παράγραφος 3, της οδηγίας 2008/95/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2008, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων, έχει την έννοια ότι, εάν έχει αποδειχθεί η φήμη ενός προγενέστερου κοινοτικού σήματος σε σημαντικό τμήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο ενδέχεται να αντιστοιχεί στο έδαφος ενός μόνον κράτους μέλους, που δεν είναι κατ’ ανάγκην το κράτος στο οποίο κατατέθηκε η αίτηση καταχωρίσεως του μεταγενέστερου σήματος, πρέπει να γίνει δεκτό ότι το σήμα αυτό χαίρει φήμης στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Τα κριτήρια που έχουν διατυπωθεί από τη νομολογία όσον αφορά την ουσιαστική χρήση του κοινοτικού σήματος δεν είναι, καθαυτά, λυσιτελή για την τεκμηρίωση της υπάρξεως «φήμης» κατά την έννοια του άρθρου 4, παράγραφος 3, της οδηγίας αυτής.

 

2)

Εάν το προγενέστερο κοινοτικό σήμα έχει ήδη αποκτήσει φήμη σε σημαντικό τμήμα της Ένωσης, αλλά δεν έχει αποκτήσει φήμη στο ενδιαφερόμενο κοινό του κράτους μέλους στο οποίο ζητείται η καταχώριση του μεταγενέστερου εθνικού σήματος κατά του οποίου ασκήθηκε ανακοπή, ο δικαιούχος του κοινοτικού σήματος μπορεί να τύχει της προστασίας που παρέχεται βάσει του άρθρου 4, παράγραφος 3, της οδηγίας 2008/95 εάν αποδείξει ότι ένα εμπορικώς μη αμελητέο μέρος του κοινού αυτού γνωρίζει το εν λόγω σήμα, δημιουργεί σύνδεσμο μεταξύ του σήματος αυτού και του μεταγενέστερου εθνικού σήματος και ότι συντρέχει, λαμβανομένων υπόψη όλων των παραγόντων που ασκούν επιρροή στη συγκεκριμένη περίπτωση, είτε πραγματική και ενεστώσα προσβολή του κοινοτικού σήματος, κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, είτε, εφόσον τούτο δεν είναι δυνατό, σοβαρός κίνδυνος επελεύσεως τέτοιας προβολής στο μέλλον.

 

(υπογραφές)


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η ουγγρική.

Top