EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62013CN0437

Υπόθεση C-437/13: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Hoge Raad der Nederlanden (Κάτω Χώρες) στις 2 Αυγούστου 2013 — Unitrading Ltd κατά Staatssecretaris van Financiën

ΕΕ C 325 της 9.11.2013, p. 13–13 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)
ΕΕ C 325 της 9.11.2013, p. 12–12 (HR)

9.11.2013   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 325/13


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Hoge Raad der Nederlanden (Κάτω Χώρες) στις 2 Αυγούστου 2013 — Unitrading Ltd κατά Staatssecretaris van Financiën

(Υπόθεση C-437/13)

2013/C 325/21

Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική

Αιτούν δικαστήριο

Hoge Raad der Nederlanden

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Αναιρεσείουσα: Unitrading Ltd

Αναιρεσίβλητος: Staatssecretaris van Financiën

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Συνεπάγονται τα δικαιώματα που διατυπώνονται στο άρθρο 47 του Χάρτη (1) ότι, αν οι τελωνειακές αρχές, στο πλαίσιο της αποδείξεως της καταγωγής εισαχθέντων εμπορευμάτων, θέλουν να στηριχθούν στα αποτελέσματα έρευνας τρίτου για τα οποία ο εν λόγω τρίτος δεν παρέχει συμπληρωματικές πληροφορίες ούτε στις τελωνειακές αρχές ούτε στον διασαφιστή και ως εκ τούτου καθίσταται δύσκολο ή αδύνατον να εξακριβωθεί ή να διαψευσθεί η ορθότητα του χρησιμοποιηθέντος συμπεράσματος και δυσχεραίνεται ο δικαστής στην άσκηση του καθήκοντός του να αξιολογήσει τα πορίσματα των αναλύσεων, τα αποτελέσματα της εν λόγω έρευνας δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη από τον δικαστή; Έχει σημασία για την απάντηση στο ερώτημα αυτό το ότι ο εν λόγω τρίτος στερεί τις τελωνειακές αρχές και τον ενδιαφερόμενο από τις σχετικές πληροφορίες για τον μη περαιτέρω διευκρινιζόμενο λόγο ότι πρόκειται για ευαίσθητες πληροφορίες όσον αφορά την εφαρμογή των νόμων («law enforcement sensitive information»);

2)

Συνεπάγονται τα δικαιώματα που διατυπώνονται στο άρθρο 47 του Χάρτη ότι όταν οι τελωνειακές αρχές δεν μπορούν να παράσχουν συμπληρωματικές πληροφορίες σχετικά με τη διεξαχθείσα έρευνα στην οποία στηρίζεται η άποψή τους ότι τα εμπορεύματα έχουν συγκεκριμένη καταγωγή –και τα αποτελέσματά της αμφισβητούνται αιτιολογημένα– οι τελωνειακές αρχές, στο μέτρο που εύλογα μπορεί να απαιτηθεί να το πράξουν, πρέπει να συνεργαστούν στο πλαίσιο της αιτήσεως του ενδιαφερόμενου να γίνουν με δικά του έξοδα αναλύσεις ή/και δειγματοληψίες στη χώρα την οποία ο ενδιαφερόμενος δήλωσε ως χώρα καταγωγής;

3)

Έχει σημασία για την απάντηση στο πρώτο και στο δεύτερο ερώτημα το ότι μετά τη γνωστοποίηση των οφειλόμενων τελωνειακών δασμών εξακολουθούσαν να είναι διαθέσιμα για περιορισμένο χρονικό διάστημα μέρη των δειγμάτων των εμπορευμάτων, τα οποία μπορούσαν να τεθούν στη διάθεσή του ενδιαφερόμενου με σκοπό να γίνει έρευνα από άλλο εργαστήριο, έστω και αν το αποτέλεσμα μιας τέτοιας έρευνας δεν αναιρεί το ότι τα αποτελέσματα του εργαστηρίου στο οποίο απευθύνθηκαν οι τελωνειακές αρχές δεν μπορούν να ελεγχθούν, οπότε θα είναι αδύνατον για τον δικαστή –αν το άλλο εργαστήριο καταλήξει στο συμπέρασμα ότι είναι αληθής η καταγωγή που δηλώθηκε από τον ενδιαφερόμενο– να συγκρίνει την αξιοπιστία των πορισμάτων των δύο εργαστηρίων; Αν ναι, πρέπει οι τελωνειακές αρχές να γνωστοποιήσουν στον ενδιαφερόμενο το ότι είναι ακόμη διαθέσιμα μέρη των δειγμάτων των εμπορευμάτων και ότι δύναται να ζητήσει τα δείγματα αυτά για μια τέτοια έρευνα;


(1)  ΕΕ 2000, C 364, σ. 1.


Top