Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62012TN0248

    Υπόθεση T-248/12: Προσφυγή της 8ης Ιουνίου 2012 — Fuhr κατά Επιτροπής

    ΕΕ C 227 της 28.7.2012, p. 28–29 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    28.7.2012   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 227/28


    Προσφυγή της 8ης Ιουνίου 2012 — Fuhr κατά Επιτροπής

    (Υπόθεση T-248/12)

    2012/C 227/49

    Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

    Διάδικοι

    Προσφεύγουσα: Carl Fuhr GmbH & Co. KG (Heiligenhaus, Γερμανία) (εκπρόσωποι: C. Bahr, S. Dethof και A. Malec, δικηγόροι)

    Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

    Αιτήματα της προσφεύγουσας

    Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

    να ακυρώσει την απόφαση C(2012) 2069 τελικό της Επιτροπής, της 28ης Μαρτίου 2012, η οποία εκδόθηκε στο πλαίσιο της υποθέσεως COMP/39.452 — Πλαίσια για παράθυρα και μπαλκονόπορτες, στο μέτρο που αφορά την προσφεύγουσα,

    επικουρικώς, να μειώσει καταλλήλως το πρόστιμο που επιβλήθηκε στην προσφεύγουσα με την προσβαλλόμενη απόφαση,

    να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά έξοδα.

    Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

    Προς στήριξη της προσφυγής, η προσφεύγουσα προβάλλει οκτώ λόγους ακυρώσεως.

    1)

    Με τον πρώτο λόγο, η προσφεύγουσα προβάλλει ότι η καθής παρέβη το άρθρο 101 ΣΛΕΕ κρίνοντας ότι η προσφεύγουσα είχε συμμετάσχει σε ενιαία και σύνθετη παράβαση. Κατά την προσφεύγουσα, η καθής, διά της συνολικής αναλύσεως και αξιολογήσεως της συμπεριφοράς των εμπλεκομένων στη σύμπραξη επιχειρήσεων και της ενιαίας και παράνομης έρευνας καθεμιάς εξ αυτών, αθέτησε την υποχρέωσή της να προβεί σε νομική αξιολόγηση της ατομικής συμμετοχής των εν λόγω επιχειρήσεων. Η προσφεύγουσα διατείνεται ότι η καθής της καταλόγισε ενέργειες που δεν είχε διαπράξει, χωρίς καμία νομική βάση προς τούτο και παραβίασε, συνεπώς, την αρχή nulla poena sine lege που προβλέπει το άρθρο 49, παράγραφος 1, του Χάρτη των θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: Χάρτης).

    2)

    Με τον δεύτερο λόγο, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι είναι εσφαλμένη η διαπίστωση περί συμμετοχής της σε παράβαση εντός του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου. Η προσφεύγουσα διατείνεται ότι δεν μετείχε σε καμία από τις πολλές συναντήσεις και επαφές εκτός της Γερμανίας. Εξάλλου, προβάλλει ότι δεν γνώριζε την ύπαρξη τέτοιας παραβάσεως εντός του εν λόγω Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου και ότι, λαμβανομένων υπόψη όλων των περιστάσεων, δεν όφειλε να γνωρίζει την ύπαρξή της.

    3)

    Με τον τρίτο λόγο, η προσφεύγουσα προβάλλει ότι η καθής αθέτησε την υποχρέωση αιτιολογήσεως της αποφάσεώς της, βάσει του άρθρου 296, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ, λόγω της συνολικής και ενιαίας αναλύσεως της συμμετοχής καθεμιάς εκ των εμπλεκομένων επιχειρήσεων.

    4)

    Με τον τέταρτο λόγο, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι ο υπολογισμός του προστίμου είναι εσφαλμένος λόγω συμπεριλήψεως ενός άσχετου κύκλου εργασιών και ότι τούτο συνιστά παράβαση του άρθρου 23, παράγραφος 3, του κανονισμού 1/2003, και των κατευθυντήριων γραμμών του 2006 για τον υπολογισμό των προστίμων. Λόγω της μη συμμετοχής της προσφεύγουσας σε παράβαση εντός του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου, η καθής μπορούσε να λάβει υπόψη μόνον τον κύκλο εργασιών που η προσφεύγουσα είχε πραγματοποιήσει στη Γερμανία. Επιπροσθέτως, η καθής δεν έπρεπε να λάβει υπόψη τον άσχετο εν προκειμένω κύκλο εργασιών που είχε πραγματοποιηθεί με πελάτες χονδρικής, οι οποίοι πωλούσαν τα επίμαχα εμπορεύματα, βάσει συμβάσεως, αποκλειστικώς εκτός του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου.

    5)

    Με τον πέμπτο λόγο, η προσφεύγουσα προβάλλει θεμελιώδη πλάνη εκτιμήσεως κατά τον υπολογισμό του προστίμου που της επιβλήθηκε, και συνεπώς παράβαση του άρθρου 23, παράγραφος 3, του κανονισμού 1/2003, καθώς και παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας των ποινών, κατά το άρθρο 49, παράγραφος 3, σε συνδυασμό με το άρθρο 48, παράγραφος 1, του Χάρτη. Κατά την προσφεύγουσα, το πρόστιμο που της επιβλήθηκε είναι υπέρμετρα υψηλό και δυσανάλογο. Η προσφεύγουσα φρονεί επίσης ότι, κατά τον υπολογισμό του προστίμου, η καθής παρέλειψε ιδίως να αξιολογήσει, την ατομική συμμετοχή της προσφεύγουσας από απόψεως διάρκειας, εκτάσεως και εντάσεως, καθώς και να λάβει υπόψη τις ελαφρυντικές περιστάσεις υπέρ της προσφεύγουσας.

    6)

    Με τον έκτο λόγο, η προσφεύγουσα προβάλλει παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως λόγω της ασήμαντης, αυθαίρετης και ακατανόητης μειώσεως του προστίμου που της επιβλήθηκε. Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η συντελεσθείσα μείωση δεν αντιστοιχεί στην έκταση της μειώσεως των προστίμων που επιβλήθηκαν σε όλες τις άλλες εμπλεκόμενες επιχειρήσεις και την περιάγει σε άκρως δυσμενή θέση, γεγονός το οποίο δεν δικαιολογείται αντικειμενικώς.

    7)

    Με τον έβδομο λόγο, η προσφεύγουσα προβάλλει παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως κατά τον υπολογισμό του ύψους του βασικού προστίμου. Η προσφεύγουσα διατείνεται ότι η καθής εφάρμοσε σε όλες τις επιχειρήσεις τον ίδιο συντελεστή για τον καθορισμό του ύψους του βασικού προστίμου, χωρίς ουδόλως να λάβει υπόψη τη βαρύτητα της ατομικής συμμετοχής της, με αποτέλεσμα την περιαγωγή της σε άκρως δυσμενή θέση.

    8)

    Με τον όγδοο λόγο, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η διαδικασία ήταν εξαρετικά χρονοβόρα και ότι το γεγονός αυτό δεν ελήφθη υπόψη κατά τον υπολογισμό του προστίμου, κατά παράβαση του άρθρου 41 του Χάρτη.


    Top