EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62012CJ0427

Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 18ης Μαρτίου 2014.
Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Προσφυγή ακυρώσεως — Επιλογή της νομικής βάσεως — Άρθρα 290 ΣΛΕΕ και 291 ΣΛΕΕ — Κατ’ εξουσιοδότηση πράξη και εκτελεστική πράξη — Κανονισμός (ΕΕ) 528/2012 — Άρθρο 80, παράγραφος 1 — Βιοκτόνα — Ευρωπαϊκός Οργανισμός Χημικών Προϊόντων — Καθορισμός των τελών από την Επιτροπή.
Υπόθεση C‑427/12.

Court reports – general

ECLI identifier: ECLI:EU:C:2014:170

ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως)

της 18ης Μαρτίου 2014 ( *1 )

«Προσφυγή ακυρώσεως — Επιλογή της νομικής βάσεως — Άρθρα 290 ΣΛΕΕ και 291 ΣΛΕΕ — Κατ’ εξουσιοδότηση πράξη και εκτελεστική πράξη — Κανονισμός (ΕΕ) 528/2012 — Άρθρο 80, παράγραφος 1 — Βιοκτόνα — Ευρωπαϊκός Οργανισμός Χημικών Προϊόντων — Καθορισμός των τελών από την Επιτροπή»

Στην υπόθεση C‑427/12,

με αντικείμενο προσφυγή ακυρώσεως βάσει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ, που ασκήθηκε στις 19 Σεπτεμβρίου 2012,

Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τους B. Smulders, C. Zadra και E. Manhaeve, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,

προσφεύγουσα,

κατά

Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, εκπροσωπουμένου από τους L. Visaggio και Α. Τρουπιώτη, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,

Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκπροσωπουμένου από τον M. Moore και την I. Šulce,

καθών,

υποστηριζόμενων από:

την Τσεχική Δημοκρατία, εκπροσωπούμενη από τους M. Smolek, E. Ruffer και D. Hadroušek,

το Βασίλειο της Δανίας, εκπροσωπούμενο από τη V. Pasternak Jørgensen και τον C. Thorning,

τη Γαλλική Δημοκρατία, εκπροσωπούμενη από τους G. de Bergues, D. Colas και N. Rouam,

το Βασίλειο των Κάτω Χωρών, εκπροσωπούμενο από τις M. Bulterman και M. Noort,

τη Δημοκρατία της Φινλανδίας, εκπροσωπούμενης από την H. Leppo και τον J. Leppo,

το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας, εκπροσωπούμενο από τη C. Murrell και τον M. Holt, επικουρούμενους από τον B. Kennelly, barrister,

παρεμβαίνοντες,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τμήμα μείζονος συνθέσεως),

συγκείμενο από τους Β. Σκουρή, Πρόεδρο, K. Lenaerts (εισηγητή), αντιπρόεδρο, A. Tizzano, R. Silva de Lapuerta, T. von Danwitz, E. Juhász και M. Safjan, προέδρους τμήματος, A. Rosas, E. Levits, A. Ó Caoimh, J.‑C. Bonichot, A. Arabadjiev, C. Toader, D. Šváby και S. Rodin, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: P. Cruz Villalón

γραμματέας: V. Tourrès, υπάλληλος διοικήσεως,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 1ης Οκτωβρίου 2013,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 19ης Δεκεμβρίου 2013,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1

Με την προσφυγή της, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζητεί την ακύρωση του άρθρου 80, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΕ) 528/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2012, σχετικά με τη διάθεση στην αγορά και τη χρήση βιοκτόνων (ΕΕ L 167, σ. 1), καθόσον η διάταξη αυτή προβλέπει τη θέσπιση μέτρων για τον καθορισμό των καταβλητέων στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Χημικών Προϊόντων (στο εξής: Οργανισμός) τελών με πράξη στηριζόμενη στο άρθρο 291, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ (στο εξής: εκτελεστική πράξη) και όχι με πράξη εκδιδόμενη βάσει του άρθρου 290, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ (στο εξής: κατ’ εξουσιοδότηση πράξη).

Το νομικό πλαίσιο

Ο κανονισμός 528/2012

2

Ο κανονισμός 528/2012, ο οποίος εναρμονίζει ορισμένους κανόνες σχετικά με τη διάθεση στην αγορά και τη χρήση βιοκτόνων, αναθέτει στον Οργανισμό, όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 17 του κανονισμού αυτού, «συγκεκριμένα καθήκοντα σχετικά με την αξιολόγηση των δραστικών ουσιών και τη χορήγηση ενωσιακών αδειών για ορισμένες κατηγορίες βιοκτόνων […]».

3

Η αιτιολογική σκέψη 64 του εν λόγω κανονισμού έχει ως εξής:

«Το κόστος των διαδικασιών που συνδέονται με τη λειτουργία του παρόντος κανονισμού είναι ανάγκη να βαρύνει τα πρόσωπα που διαθέτουν βιοκτόνα στην αγορά και τα πρόσωπα που επιδιώκουν να κάνουν το ίδιο, πέραν αυτών που υποστηρίζουν την έγκριση δραστικών ουσιών. Για να εξασφαλιστεί η εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, είναι σκόπιμο να θεσπιστούν ορισμένες κοινές αρχές που θα ισχύουν για τα καταβλητέα στον Οργανισμό και στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών τέλη, συμπεριλαμβανομένης της ανάγκης να ληφθούν υπόψη, κατά περίπτωση, οι συγκεκριμένες ανάγκες των [μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ)].

4

Δυνάμει των άρθρων 7, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, 13, παράγραφος 3, δεύτερο εδάφιο, 43, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, 45, παράγραφοι 1 και 3, 50, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, 54, παράγραφοι 1 και 3, και 80, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 528/2012, στον Οργανισμό καταβάλλεται τέλος για την παρέμβασή του στις διαδικασίες, αντιστοίχως, έγκρισης δραστικής ουσίας ή μετέπειτα τροποποίησης των όρων έγκρισης δραστικής ουσίας και ανανέωσης της έγκρισης αυτής, χορήγησης άδειας από την Ένωση για βιοκτόνα, ανανέωσης και τροποποίησης της άδειας αυτής, καθώς και εξακρίβωσης της τεχνικής ισοδυναμίας δραστικών ουσιών. Δυνάμει του άρθρου 77, παράγραφος 1, τρίτο εδάφιο, του ίδιου κανονισμού «[σ]τα πρόσωπα που ασκούν προσφυγή [κατά των αποφάσεων του Οργανισμού] είναι δυνατόν να επιβληθεί η υποχρέωση καταβολής τέλους».

5

Όσον αφορά τις προθεσμίες καταβολής των καταβλητέων στον Οργανισμό τελών, τα άρθρα 7, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, 13, παράγραφος 3, δεύτερο εδάφιο, 43, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, 45, παράγραφος 3, δεύτερο εδάφιο, και 54, παράγραφος 3, του εν λόγω κανονισμού ορίζουν ότι «[ο] Οργανισμός πληροφορεί τον αιτούντα για τα δυνάμει του άρθρου 80, παράγραφος 1, καταβλητέα τέλη και, εάν ο αιτών δεν καταβάλει τα τέλη εντός 30 ημερών, απορρίπτει την αίτηση».

6

Το άρθρο 78, παράγραφος 1, του κανονισμού 528/2012, σχετικά με τον προϋπολογισμό του Οργανισμού, ορίζει τα εξής:

«Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, τα έσοδα του Οργανισμού προέρχονται από:

α)

επιδότηση από την Ένωση, που εγγράφεται στον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης (τμήμα Επιτροπή)·

β)

τα τέλη που καταβάλλονται στον Οργανισμό σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό·

γ)

οποιεσδήποτε επιβαρύνσεις καταβάλλονται στον Οργανισμό για τις υπηρεσίες τις οποίες παρέχει δυνάμει του παρόντος κανονισμού·

δ)

οποιεσδήποτε εθελοντικές συνεισφορές των κρατών μελών.»

7

Το άρθρο 80 του κανονισμού 528/2012, που φέρει τον τίτλο «Τέλη και επιβαρύνσεις», προβλέπει τα ακόλουθα:

«1.   Η Επιτροπή, βάσει των αρχών που ορίζονται στην παράγραφο 3, εκδίδει εκτελεστικό κανονισμό που ορίζει:

α)

τα καταβλητέα στον Οργανισμό τέλη, συμπεριλαμβανομένου ετήσιου τέλους για προϊόντα στα οποία χορηγείται άδεια της Ένωσης σύμφωνα με το κεφάλαιο VIII και τέλους για αιτήσεις για αμοιβαία αναγνώριση σύμφωνα με το κεφάλαιο VΙΙ·

β)

τους κανόνες καθορισμού των προϋποθέσεων για την επιβολή μειωμένων τελών, την εξαίρεση από τα τέλη και την επιστροφή των δαπανών του μέλους της επιτροπής βιοκτόνων που εκτελεί καθήκοντα εισηγητή· και

γ)

τους όρους πληρωμής.

Ο εν λόγω εκτελεστικός κανονισμός εκδίδεται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 82, παράγραφος 3. Εφαρμόζεται μόνο σε ό,τι αφορά τα τέλη που καταβάλλονται στον Οργανισμό.

Ο Οργανισμός μπορεί να επιβάλλει χρεώσεις για άλλες υπηρεσίες που παρέχει.

Το ύψος των καταβλητέων στον Οργανισμό τελών καθορίζεται σε επίπεδο που εξασφαλίζει ότι τα έσοδα από τα τέλη αυτά, σε συνδυασμό με τις άλλες πηγές εσόδων του Οργανισμού σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, επαρκούν για να καλύψουν το κόστος των παρεχόμενων υπηρεσιών. Ο Οργανισμός δημοσιοποιεί τα καταβλητέα τέλη.

2.   Τα κράτη μέλη χρεώνουν άμεσα στους αιτούντες τέλη για τις υπηρεσίες που προσφέρουν όσον αφορά τις διαδικασίες που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, περιλαμβανομένων των υπηρεσιών που παρέχουν οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών όταν ενεργούν ως αρμόδια αρχή αξιολόγησης.

Βάσει των αρχών που ορίζονται στην παράγραφο 3, η Επιτροπή εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές για εναρμονισμένη διάρθρωση των τελών.

Τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλλουν ετήσια τέλη για βιοκτόνα που διατίθενται στις αγορές τους.

Τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλλουν χρεώσεις για άλλες υπηρεσίες τις οποίες παρέχουν.

Τα κράτη μέλη ορίζουν και δημοσιεύουν το ύψος των καταβλητέων στις αρμόδιες αρχές τους τελών.

3.   Τόσο ο εκτελεστικός κανονισμός που αναφέρεται στην παράγραφο 1 όσο και οι κανόνες των ιδίων των κρατών μελών σχετικά με τα τέλη τηρούν τις ακόλουθες αρχές:

α)

το ύψος των τελών καθορίζεται σε επίπεδο που εξασφαλίζει ότι τα έσοδα από τα τέλη αυτά επαρκούν καταρχήν για να καλύψουν το κόστος των παρεχόμενων υπηρεσιών και δεν υπερβαίνουν το ύψος που απαιτείται για την κάλυψη του κόστους αυτού·

β)

μερική επιστροφή του τέλους εάν ο αιτών δεν υποβάλει τις πληροφορίες που ζητούνται εντός της καθορισμένης προθεσμίας·

γ)

συνεξέταση των ειδικών αναγκών των ΜΜΕ, ανάλογα με την περίπτωση, περιλαμβανομένης της δυνατότητας διαχωρισμού των πληρωμών σε πλείονες δόσεις και φάσεις·

δ)

στη διάρθρωση και το ύψος των τελών λαμβάνεται υπόψη εάν οι πληροφορίες έχουν υποβληθεί από κοινού ή χωριστά·

ε)

σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις και εφόσον το αποδεχθεί ο Οργανισμός [ή] η αρμόδια αρχή, υπάρχει δυνατότητα εξαίρεσης από το σύνολο ή μέρος των τελών και

στ)

οι προθεσμίες για την καταβολή των τελών ορίζονται λαμβανομένων δεόντως υπόψη των προθεσμιών των διαδικασιών που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό.»

8

Δυνάμει του άρθρου 97, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 528/2012, ο εν λόγω κανονισμός εφαρμόζεται από την 1η Σεπτεμβρίου 2013.

Η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου και τα αιτήματα των διαδίκων

9

Με αποφάσεις του Προέδρου του Δικαστηρίου, αντιστοίχως, της 15ης Ιανουαρίου και της 5ης Φεβρουαρίου 2013, επετράπη στην Τσεχική Δημοκρατία, στη Γαλλική Δημοκρατία, στο Βασίλειο των Κάτω Χωρών, στη Δημοκρατία της Φινλανδίας καθώς και στο Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας να παρέμβουν υπέρ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Με απόφαση του Προέδρου του Δικαστηρίου, της 5ης Φεβρουαρίου 2013, επετράπη στο Βασίλειο της Δανίας να παρέμβει υπέρ του Συμβουλίου.

10

Η Επιτροπή ζητεί από το Δικαστήριο:

να ακυρώσει το άρθρο 80, παράγραφος 1, του κανονισμού 528/2012, καθόσον προβλέπει τη θέσπιση μέτρων για τον καθορισμό των καταβλητέων στον Οργανισμό τελών με την έκδοση εκτελεστικής πράξεως κατά το άρθρο 291 ΣΛΕΕ και όχι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεως κατά το άρθρο 290 ΣΛΕΕ·

να διατηρήσει σε ισχύ τα αποτελέσματα της ως άνω διατάξεως, καθώς και κάθε πράξεως που θα εκδοθεί βάσει αυτής, έως την έναρξη ισχύος, εντός εύλογης προθεσμίας, της νέας διατάξεως που θα την αντικαταστήσει, και

να καταδικάσει το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο στα δικαστικά έξοδα.

11

Επικουρικώς, στην περίπτωση που το Δικαστήριο κρίνει απαράδεκτο αυτό το αίτημα περί μερικής ακυρώσεως του εν λόγω κανονισμού, η Επιτροπή ζητεί από το Δικαστήριο να ακυρώσει τον κανονισμό αυτό στο σύνολό του και να διατηρήσει σε ισχύ τα διαχρονικά του αποτελέσματα.

12

Το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ζητούν από το Δικαστήριο:

να απορρίψει την προσφυγή, και

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

13

Το Κοινοβούλιο ζητεί επιπλέον, επικουρικώς, για την περίπτωση που το Δικαστήριο θα έκανε δεκτή την προσφυγή, να διατηρηθούν σε ισχύ τα αποτελέσματα του άρθρου 80, παράγραφος 1, του κανονισμού 528/2012, καθώς και κάθε άλλης πράξεως που θα έχει εκδοθεί βάσει του άρθρου αυτού, μέχρι τη θέση σε ισχύ, εντός εύλογης προθεσμίας, νέας διατάξεως προς αντικατάσταση της ακυρωθείσας διατάξεως.

Επί του παραδεκτού

Επιχειρήματα των διαδίκων

14

Το Συμβούλιο, υποστηριζόμενο από το Βασίλειο των Κάτω Χωρών και το Ηνωμένο Βασίλειο, ισχυρίζεται ότι το αίτημα περί μερικής ακυρώσεως του κανονισμού 528/2012 είναι απαράδεκτο για τον λόγο ότι το άρθρο 80, παράγραφος 1, του κανονισμού αυτού, του οποίου την ακύρωση ζητεί η Επιτροπή, δεν μπορεί να αποσπασθεί από τις λοιπές διατάξεις του εν λόγω κανονισμού. Προς στήριξη της θέσεως αυτής, το Συμβούλιο και τα κράτη μέλη αυτά αναφέρονται στο γεγονός ότι η καταβολή του τέλους αποτελεί προϋπόθεση για την παρέμβαση του Οργανισμού καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας εγκρίσεως ενός βιοκτόνου.

15

Αντιθέτως, το Κοινοβούλιο, η Επιτροπή και η Δημοκρατία της Φινλανδίας φρονούν ότι η ακύρωση μόνον του άρθρου 80, παράγραφος 1, του κανονισμού 528/2012 δεν θα επηρέαζε την ουσία του εν λόγω κανονισμού. Επομένως, το αίτημα περί μερικής ακυρώσεως είναι παραδεκτό.

Εκτίμηση του Δικαστηρίου

16

Από πάγια νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι η μερική ακύρωση πράξεως της Ένωσης είναι δυνατή μόνον εφόσον τα στοιχεία των οποίων ζητείται η ακύρωση δύνανται να αποσπασθούν από την υπόλοιπη πράξη (βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις Επιτροπή κατά Συμβουλίου, C‑29/99, EU:C:2002:734, σκέψη 45, και Γερμανία κατά Επιτροπής, C‑239/01, EU:C:2003:514, σκέψη 33). Το Δικαστήριο έχει κρίνει κατ’ επανάληψη ότι η ανωτέρω επιταγή περί δυνατότητας διαχωρισμού δεν πληρούται όταν η μερική ακύρωση μιας πράξεως θα είχε ως αποτέλεσμα να μεταβληθεί η ουσία της πράξεως αυτής (απόφαση Επιτροπή κατά Πολωνίας, C‑504/09 P, EU:C:2012:178, σκέψη 98 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

17

Εν προκειμένω, πρέπει να υπομνησθεί ότι ο κανονισμός 528/2012 θεσπίζει εναρμονισμένους κανόνες σχετικά με τη διάθεση στην αγορά και τη χρήση των βιοκτόνων. Στο πλαίσιο του κανονισμού αυτού, ο Οργανισμός εκτελεί καθήκοντα σχετικά με την αξιολόγηση των δραστικών ουσιών και τη χορήγηση, εκ μέρους της Ένωσης, αδειών για ορισμένες κατηγορίες βιοκτόνων.

18

Όπως τόνισε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 19 των προτάσεών του, το άρθρο 80, παράγραφος 1, του κανονισμού 528/2012 περιορίζεται στην ανάθεση στην Επιτροπή της απαραίτητης αρμοδιότητας προκειμένου να θεσπίσει εκτελεστικό κανονισμό στον οποίο θα καθορίζονται τα καταβλητέα στον Οργανισμό τέλη για τα καθήκοντα που εκτελεί στο πλαίσιο της εφαρμογής του κανονισμού αυτού, καθώς και οι όροι πληρωμής των τελών αυτών.

19

Επομένως, το άρθρο 80, παράγραφος 1, του κανονισμού 528/2012 αφορά μια πτυχή που δύναται να αποσπασθεί από το κανονιστικό πλαίσιο που αυτός θεσπίζει και, κατά συνέπεια, η ενδεχόμενη ακύρωσή του δεν θα επηρέαζε την ουσία του κανονισμού αυτού.

20

Ως εκ τούτου, η προσφυγή της Επιτροπής με αντικείμενο τη μερική ακύρωση του κανονισμού 528/2012 είναι παραδεκτή.

Επί της ουσίας

Επιχειρήματα των διαδίκων

21

Η Επιτροπή προβάλλει έναν μοναδικό λόγο προς στήριξη της προσφυγής της, ο οποίος αντλείται από την παραβίαση της Συνθήκης ΛΕΕ και συνίσταται στην παράβαση του συστήματος αναθέσεως των εξουσιών που ο νομοθέτης της Ένωσης μπορεί να παράσχει στην Επιτροπή δυνάμει των άρθρων 290 ΣΛΕΕ και 291 ΣΛΕΕ.

22

Όσον αφορά τα αντίστοιχα πεδία εφαρμογής των εν λόγω άρθρων, η Επιτροπή υποστηρίζει, πρώτον, ότι η εξουσία που της παρέχεται βάσει του άρθρου 291 ΣΛΕΕ είναι αμιγώς εκτελεστικής φύσεως, ενώ διαθέτει εξουσίες οιονεί νομοθετικής φύσεως δυνάμει του άρθρου 290 ΣΛΕΕ.

23

Δεύτερον, η επιλογή που πραγματοποίησε ο νομοθέτης της Ένωσης να αναθέσει στην Επιτροπή την εξουσία εκδόσεως κατ’ εξουσιοδότηση πράξεως ή εκτελεστικής πράξεως θα πρέπει να στηρίζεται σε αντικειμενικά και σαφή στοιχεία δυνάμενα να αποτελέσουν αντικείμενο δικαστικού ελέγχου. Συναφώς, η Επιτροπή υπογραμμίζει, αφενός, ότι τα αντίστοιχα πεδία εφαρμογής των άρθρων 290 ΣΛΕΕ και 291 ΣΛΕΕ είναι διαφορετικά και αλληλοαποκλείονται. Αφετέρου, λαμβανομένης υπόψη της διατυπώσεως των άρθρων αυτών, το μοναδικό αποφασιστικό κριτήριο βάσει του οποίου μπορεί να γίνει διάκριση μεταξύ μιας κατ’ εξουσιοδότηση πράξεως και μιας εκτελεστικής πράξεως αφορά τη φύση και το αντικείμενο των εξουσιών που παρέχονται στην Επιτροπή. Αν οι εξουσίες αυτές αποσκοπούν στη θέσπιση μη ουσιωδών κανόνων γενικής ισχύος που επιτελούν τη νομική λειτουργία της ολοκληρώσεως του κανονιστικού πλαισίου της συγκεκριμένης νομοθετικής πράξεως, οι κανόνες αυτοί συμπληρώνουν τη νομοθετική πράξη σύμφωνα με το άρθρο 290, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, ΣΛΕΕ. Αν, αντιθέτως, οι κανόνες αυτοί έχουν ως αποκλειστικό αντικείμενο να θέσουν σε εφαρμογή τους κανόνες που ήδη προβλέπονται στη βασική πράξη διασφαλίζοντας ταυτοχρόνως ενιαίες προϋποθέσεις εφαρμογής εντός της Ένωσης, τότε εμπίπτουν στο άρθρο 291 ΣΛΕΕ. Η άσκηση εκτελεστικών εξουσιών βάσει του τελευταίου αυτού άρθρου κατ’ ουδένα τρόπο θα μπορούσε να επηρεάσει το περιεχόμενο της νομοθετικής πράξεως.

24

Ούτε το γεγονός ότι η νομοθετική διάταξη που αναθέτει την εξουσία στην Επιτροπή είναι πολύ λεπτομερής, ούτε το περιθώριο εκτιμήσεως που απορρέει από την εν λόγω διάταξη για το θεσμικό αυτό όργανο, ούτε ακόμη το ζήτημα αν η πράξη που το όργανο αυτό πρέπει να εκδώσει θεσπίζει νέα δικαιώματα και υποχρεώσεις μπορούν να θεωρηθούν, μεμονωμένα, καθοριστικά στοιχεία για να γίνει διάκριση μεταξύ των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων και των εκτελεστικών πράξεων. Αυτό που καθορίζει αν η εξουσία που παρέχεται στην Επιτροπή απορρέει από νομοθετική εξουσιοδότηση ή συνιστά εκτελεστική αρμοδιότητα είναι η φύση και το αντικείμενο της εξουσίας αυτής.

25

Όσον αφορά τη νομιμότητα του άρθρου 80, παράγραφος 1, του κανονισμού 528/2012, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι, με τη διάταξη αυτή, ο νομοθέτης της Ένωσης κακώς της παρέσχε μια εκτελεστική εξουσία βάσει του άρθρου 291 ΣΛΕΕ. Από την εξέταση της φύσεως και του αντικειμένου των εξουσιών που της ανατέθηκαν έτσι αποδεικνύεται, συγκεκριμένα, ότι θα χρειαστεί να εκδώσει πράξη συμπληρώνουσα ορισμένα μη ουσιώδη στοιχεία της νομοθετικής πράξεως κατά την έννοια του άρθρου 290 ΣΛΕΕ.

26

Η Επιτροπή υπογραμμίζει, καταρχάς, ότι, κατά το άρθρο 78 του κανονισμού 528/2012, τα έσοδα του Οργανισμού δεν προέρχονται μόνον από τα τέλη που του καταβάλλονται, αλλά και από επιδότηση της Ένωσης, από οποιεσδήποτε επιβαρύνσεις καταβάλλονται στον Οργανισμό για τις υπηρεσίες τις οποίες παρέχει καθώς και από οποιεσδήποτε εθελοντικές συνεισφορές των κρατών μελών. Ωστόσο, το άρθρο 80 του κανονισμού αυτού δεν καθορίζει κριτήρια που να αποσκοπούν στη διασφάλιση του συντονισμού και της συνοχής μεταξύ των διαφόρων τρόπων χρηματοδοτήσεως του Οργανισμού.

27

Δεύτερον, από τον συνδυασμό των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου 80 του κανονισμού 528/2012 προκύπτει ότι, σύμφωνα με τις σχετικές με τα τέλη «αρχές» που θεσπίζουν οι διατάξεις αυτές, η Επιτροπή δεν έχει μόνο το καθήκον καθορισμού, για κάθε διαδικασία αδειοδοτήσεως, του ύψους του σχετικού τέλους. Συγκεκριμένα, οι παράγραφοι 1, στοιχείο αʹ, και 3, στοιχείο αʹ, του άρθρου αυτού προβλέπουν, αφενός, ότι, «καταρχήν», τα τέλη πρέπει να είναι ανάλογα με τις παρεχόμενες υπηρεσίες και να καλύπτουν το κόστος των υπηρεσιών αυτών. Επομένως, εναπόκειται στην Επιτροπή να ορίσει τις εξαιρέσεις από την αρχή βάσει ειδικών κριτηρίων και, συνεπώς, να συμπληρώσει το νομοθετικό πλαίσιο. Αφετέρου, όσον αφορά τους κανόνες καθορισμού των προϋποθέσεων για την επιβολή μειωμένων τελών, την εξαίρεση από τα τέλη και την επιστροφή, που διαλαμβάνονται στο ίδιο άρθρο 80, παράγραφοι 1, στοιχείο βʹ, και 3, στοιχείο εʹ, ο νομοθέτης της Ένωσης δεν διευκρίνισε τις περιστάσεις που δικαιολογούν τη μη οφειλή του τέλους ή μέρους αυτού. Οι εν λόγω διατάξεις αναθέτουν συνεπώς στην Επιτροπή την εξουσία συμπληρώσεως της σχετικής νομοθεσίας με προσθήκη μη ουσιωδών στοιχείων στη νομοθεσία αυτή.

28

Το αυτό ισχύει για τους «όρους πληρωμής» που προβλέπονται στο άρθρο 80, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 528/2012, έννοια της οποίας το περιεχόμενο δεν διευκρινίζεται και η οποία θα μπορούσε συνεπώς να καλύπτει τόσο απλούς τρόπους πληρωμής των οποίων η παράβαση δεν θα είχε κανέναν αντίκτυπο στη διαδικασία χορηγήσεως αδείας όσο και όρους των οποίων η παράβαση θα μπορούσε, ενδεχομένως, να επηρεάζει δυσμενώς την αποδοχή αιτήσεως χορηγήσεως αδείας.

29

Η Επιτροπή επικαλείται επίσης το γεγονός ότι το άρθρο 80, παράγραφος 3, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 528/2012 προβλέπει ότι αυτή οφείλει να συνεξετάζει τις ειδικές ανάγκες των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ) «ανάλογα με την περίπτωση», πράγμα που της καταλείπει όχι μόνο την επιλογή σχετικά με τους τρόπους «εκτελέσεως», αλλά και την εξουσία να συμπληρώνει το νομοθετικό πλαίσιο θεσπίζοντας γενικά κριτήρια σχετικά με τις μειώσεις των τελών των οποίων θα μπορούσαν να τύχουν οι ΜΜΕ.

30

Τέλος, το γεγονός ότι το άρθρο 80, παράγραφος 3, του κανονισμού 528/2012 ορίζει επίσης τις αρχές που πρέπει να τηρούν οι κανόνες των κρατών μελών σχετικά με τα τέλη ουδεμία ασκεί επιρροή στο ζήτημα αν οι εξουσίες που παρέχονται στην Επιτροπή αφορούν κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις βάσει του άρθρου 290 ΣΛΕΕ ή εκτελεστικές πράξεις εκδιδόμενες βάσει του άρθρου 291 ΣΛΕΕ.

31

Το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, καθώς και το σύνολο των κρατών μελών που παρενέβησαν στην υπό κρίση διαφορά υποστηρίζουν ότι το άρθρο 80, παράγραφος 1, του κανονισμού 528/2012 ορθώς παρέχει στην Επιτροπή μια εκτελεστική εξουσία κατά την έννοια του άρθρου 291 ΣΛΕΕ. Συγκεκριμένα, το καθεστώς των τελών όπως ορίζεται στο εν λόγω άρθρο 80 είναι επαρκώς λεπτομερές και καθορισμένο σε νομοθετικό επίπεδο, οπότε οι εξουσίες που παρέχονται στην Επιτροπή είναι απλώς εκτελεστικής φύσεως κατά την έννοια του άρθρου 291 ΣΛΕΕ.

Εκτίμηση του Δικαστηρίου

32

Το άρθρο 80, παράγραφος 1, του κανονισμού 528/2012 αναθέτει στην Επιτροπή την εξουσία να εκδίδει εκτελεστικό κανονισμό, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 291, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ, σχετικά με τα καταβλητέα στον Οργανισμό τέλη που συνδέονται με τις διάφορες παρεμβάσεις αυτού στο πλαίσιο της εφαρμογής του εν λόγω κανονισμού.

33

Επιβάλλεται η διαπίστωση ότι το άρθρο 291 ΣΛΕΕ δεν παρέχει κανέναν ορισμό της έννοιας της εκτελεστικής πράξεως, αλλά περιορίζεται στο να αναφερθεί, στην παράγραφό του 2, στην ανάγκη εκδόσεως μιας τέτοιας πράξεως από την Επιτροπή ή, σε ορισμένες ειδικές περιπτώσεις, από το Συμβούλιο, για να διασφαλισθεί ότι μια νομικά δεσμευτική πράξη της Ένωσης θα εκτελείται υπό ενιαίες προϋποθέσεις.

34

Επιπλέον, από το άρθρο 291, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ προκύπτει ότι μόνον «[ό]ταν απαιτούνται ενιαίες προϋποθέσεις για την εκτέλεση των νομικά δεσμευτικών πράξεων της Ένωσης, οι πράξεις αυτές αναθέτουν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή ή, σε ειδικές περιπτώσεις δεόντως αιτιολογημένες και στις περιπτώσεις των άρθρων 24 [ΣΕΕ] και 26 [ΣΕΕ], στο Συμβούλιο».

35

Τέλος, η έννοια της εκτελεστικής πράξεως κατά το άρθρο 291 ΣΛΕΕ πρέπει να εκτιμάται σε σχέση με την έννοια της κατ’ εξουσιοδότηση πράξεως, όπως αυτή προκύπτει από το άρθρο 290 ΣΛΕΕ.

36

Συγκεκριμένα, πριν από τη θέση σε ισχύ της Συνθήκης της Λισσαβώνας, η έκφραση «εκτελεστικές αρμοδιότητες» που περιεχόταν στο άρθρο 202, τρίτο εδάφιο, ΕΚ κάλυπτε την αρμοδιότητα θέσεως σε εφαρμογή, στο επίπεδο της Ένωσης, μιας νομοθετικής πράξεως της Ένωσης ή ορισμένων διατάξεών της, αφενός, καθώς και, υπό ορισμένες περιστάσεις, την αρμοδιότητα εκδόσεως κανονιστικών πράξεων που συμπληρώνουν ή τροποποιούν μη ουσιώδη στοιχεία νομοθετικής πράξεως, αφετέρου. Η Ευρωπαϊκή Συνέλευση πρότεινε μια διάκριση μεταξύ των δύο αυτών ειδών αρμοδιότητας, η οποία εμφαίνεται στα άρθρα I-35 και I-36 του σχεδίου Συνθήκης για τη θέσπιση Συντάγματος για την Ευρώπη. Η τροποποίηση αυτή περιελήφθη τελικώς στη Συνθήκη της Λισσαβώνας, στα άρθρα 290 ΣΛΕΕ και 291 ΣΛΕΕ.

37

Δυνάμει του άρθρου 290, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, ΣΛΕΕ «[μ]ε νομοθετική πράξη μπορεί να ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης μη νομοθετικών πράξεων γενικής ισχύος που συμπληρώνουν ή τροποποιούν ορισμένα μη ουσιώδη στοιχεία της νομοθετικής πράξης».

38

Όταν ο νομοθέτης της Ένωσης παρέχει στην Επιτροπή, με νομοθετική πράξη, κατ’ εξουσιοδότηση αρμοδιότητα δυνάμει του άρθρου 290, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, η Επιτροπή καλείται να θεσπίσει κανόνες που συμπληρώνουν ή τροποποιούν μη ουσιώδη στοιχεία της πράξεως αυτής. Σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της διατάξεως αυτής, οι στόχοι, το περιεχόμενο, η έκταση και η διάρκεια της εξουσιοδότησης πρέπει να οριοθετούνται σαφώς από τη νομοθετική πράξη που παρέχει την εξουσιοδότηση αυτή. Η απαίτηση αυτή συνεπάγεται ότι η εξουσιοδότηση αποσκοπεί στη θέσπιση κανόνων που εντάσσονται στο κανονιστικό πλαίσιο όπως αυτό ορίζεται από τη βασική νομοθετική πράξη.

39

Αντιθέτως, όταν ο ίδιος νομοθέτης παρέχει εκτελεστική εξουσία στην Επιτροπή βάσει του άρθρου 291, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ, η Επιτροπή καλείται να διευκρινίσει το περιεχόμενο νομοθετικής πράξεως, προκειμένου να διασφαλισθεί η εφαρμογή της υπό ενιαίες προϋποθέσεις σε όλα τα κράτη μέλη.

40

Πρέπει να τονιστεί ότι ο νομοθέτης της Ένωσης διαθέτει εξουσία εκτιμήσεως όταν αποφασίζει να αναθέσει στην Επιτροπή κατ’ εξουσιοδότηση αρμοδιότητα δυνάμει του άρθρου 290, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ ή εκτελεστική εξουσία δυνάμει του άρθρου 291, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ. Επομένως, ο δικαστικός έλεγχος περιορίζεται στα πρόδηλα σφάλματα εκτιμήσεως όσον αφορά το αν ο νομοθέτης ευλόγως θεώρησε, αφενός, ότι το νομικό πλαίσιο που καθόρισε όσον αφορά το καθεστώς των τελών που διαλαμβάνεται στο άρθρο 80, παράγραφος 1, του κανονισμού 528/2012, χρήζει, για την εφαρμογή του, μόνον διευκρινίσεως, χωρίς να πρέπει να τροποποιηθεί ή να συμπληρωθεί ως προς μη ουσιώδη στοιχεία του και, αφετέρου, ότι οι διατάξεις του κανονισμού 528/2012 σχετικά με το καθεστώς αυτό απαιτούν ενιαίες προϋποθέσεις εκτελέσεως.

41

Πρώτον, το άρθρο 80, παράγραφος 1, του κανονισμού 528/2012 αναθέτει στην Επιτροπή την εξουσία να «ορίσει» τα καταβλητέα στον Οργανισμό τέλη, τους όρους πληρωμής τους, καθώς και ορισμένους κανόνες καθορισμού των προϋποθέσεων για την επιβολή μειωμένων τελών, την εξαίρεση από τα τέλη και την επιστροφή των τελών, «βάσει των αρχών που ορίζονται στην παράγραφο 3 [του εν λόγω άρθρου]».

42

Συναφώς, επιβάλλεται η διαπίστωση, πρώτον, ότι η αιτιολογική σκέψη 64 του κανονισμού 528/2012 θέτει την αρχή της καταβολής των τελών στον Οργανισμό και, δεύτερον, ότι ο κανονισμός αυτός προβλέπει στο άρθρο του 80, παράγραφος 1, τελευταίο εδάφιο, ότι το ύψος των εν λόγω τελών «καθορίζεται σε επίπεδο που εξασφαλίζει ότι τα έσοδα από τα τέλη αυτά, σε συνδυασμό με τις άλλες πηγές εσόδων του Οργανισμού σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, επαρκούν για να καλύψουν το κόστος των παρεχόμενων υπηρεσιών».

43

Συνεπώς, η κατευθυντήρια αρχή του καθεστώτος των τελών που προβλέπεται στο άρθρο 80, παράγραφος 1, του κανονισμού 528/2012 καθορίστηκε από τον ίδιο τον νομοθέτη όταν αποφάσισε ότι τα τέλη θα εξυπηρετούν μόνο την κάλυψη των εξόδων της υπηρεσίας, χωρίς να είναι δυνατή η χρησιμοποίησή τους για άλλους σκοπούς ούτε και η επιβολή τους σε ένα ύψος δυσανάλογο προς τις παρεχόμενες από τον Οργανισμό υπηρεσίες.

44

Αντίθετα προς τα όσα ισχυρίζεται η Επιτροπή, το γεγονός ότι ο κανονισμός 528/2012 δεν καθορίζει κριτήρια συντονισμού μεταξύ των διαφόρων πηγών χρηματοδοτήσεως του Οργανισμού που διαλαμβάνονται στο άρθρο 78, παράγραφος 1, του κανονισμού αυτού και το γεγονός ότι, σύμφωνα με το άρθρο 80, παράγραφος 3, στοιχείο αʹ, του εν λόγω κανονισμού, τα καταβλητέα τέλη πρέπει «καταρχήν» να καλύπτουν το κόστος ουδόλως συνηγορούν υπέρ της αναθέσεως κατ’ εξουσιοδότηση αρμοδιότητας στην Επιτροπή.

45

Πρέπει να τονιστεί, συναφώς, ότι ο καθορισμός του ύψους των καταβλητέων στον Οργανισμό τελών σε επίπεδο που επαρκεί για την κάλυψη του κόστους των παρεχομένων από τον Οργανισμό αυτό υπηρεσιών στηρίζεται από τη φύση του σε προβλέψεις που υπόκεινται σε ορισμένους αστάθμητους παράγοντες, όπως είναι, μεταξύ άλλων, ο αριθμός των αιτήσεων που υποβάλλονται στον Οργανισμό. Όπως τονίζουν το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, η λέξη «καταρχήν» εκφράζει συνεπώς κατ’ ουσίαν τη δυσχέρεια να διασφαλιστεί υπό όλες τις περιστάσεις ότι τα τέλη που εισπράττει ο Οργανισμός θα είναι επαρκή για να καλυφθεί το κόστος των υπηρεσιών στις οποίες αντιστοιχούν. Αυτός είναι τελικώς και ο λόγος για τον οποίο το άρθρο 78, παράγραφος 1, του εν λόγω κανονισμού προβλέπει και άλλες πηγές χρηματοδοτήσεως του Οργανισμού, οι οποίες, προστιθέμενες στα τέλη, καθιστούν δυνατή την εξασφάλιση της καλύψεως αυτής.

46

Επιβάλλεται επιπλέον η διαπίστωση ότι η εκ μέρους της Επιτροπής άσκηση της εξουσίας που της αναθέτει το άρθρο 80, παράγραφος 1, του κανονισμού 528/2012 υπόκειται και σε άλλες προϋποθέσεις και κριτήρια, που καθορίστηκαν από τον ίδιο τον νομοθέτη της Ένωσης με τη νομοθετική αυτή πράξη. Συναφώς, η παράγραφος 3 του ίδιου άρθρου ορίζει ότι διενεργείται μερική επιστροφή του τέλους εάν ο αιτών δεν υποβάλει τις πληροφορίες που ζητούνται εντός της καθορισμένης προθεσμίας (παράγραφος 3, στοιχείο βʹ)· ότι συνεξετάζονται οι ειδικές ανάγκες των ΜΜΕ, ανάλογα με την περίπτωση, περιλαμβανομένης της δυνατότητας διαχωρισμού των πληρωμών σε πλείονες δόσεις και φάσεις (παράγραφος 3, στοιχείο γʹ)· ότι στη διάρθρωση και το ύψος των τελών λαμβάνεται υπόψη εάν οι πληροφορίες έχουν υποβληθεί από κοινού ή χωριστά (παράγραφος 3, στοιχείο δʹ)· ότι, σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις και εφόσον το αποδεχθεί ο Οργανισμός, υπάρχει δυνατότητα εξαίρεσης από το σύνολο ή μέρος των τελών (παράγραφος 3, στοιχείο εʹ) και, τέλος, ότι οι προθεσμίες για την καταβολή των τελών ορίζονται λαμβανομένων δεόντως υπόψη των προθεσμιών των διαδικασιών που προβλέπονται στον εν λόγω κανονισμό (παράγραφος 3, στοιχείο στʹ).

47

Η Επιτροπή υποστηρίζει ωστόσο, όσον αφορά τους κανόνες καθορισμού των προϋποθέσεων για την επιβολή μειωμένων τελών, την εξαίρεση από τα τέλη και την επιστροφή των τελών, που διαλαμβάνονται στο άρθρο 80, παράγραφοι 1, στοιχείο βʹ, και 3, στοιχείο εʹ, του κανονισμού 528/2012, ότι ο νομοθέτης της Ένωσης δεν διευκρίνισε τις περιστάσεις που δικαιολογούν εξαίρεση από το σύνολο ή μέρος των τελών και συνεπώς ανέθεσε σιωπηρώς στην Επιτροπή την εξουσία συμπληρώσεως της νομοθετικής πράξεως. Ομοίως, το άρθρο 80, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 528/2012 δεν λαμβάνει υπόψη το άρθρο 291 ΣΛΕΕ καθόσον αναθέτει στην Επιτροπή την εξουσία καθορισμού των «όρων πληρωμής» των καταβλητέων στον Οργανισμό τελών.

48

Το επιχείρημα αυτό δεν μπορεί να γίνει δεκτό. Συγκεκριμένα, ο νομοθέτης της Ένωσης ευλόγως θεώρησε ότι ο κανονισμός 528/2012 καθορίζει ένα πλήρες νομικό πλαίσιο κατά την έννοια της σκέψεως 40 της παρούσας αποφάσεως όσον αφορά την επιβολή μειωμένων τελών, την εξαίρεση από τα τέλη και την επιστροφή των καταβλητέων στον Οργανισμό τελών, προβλέποντας στα άρθρα 7, παράγραφος 4, 43, παράγραφος 4, και 80, παράγραφος 3, στοιχείο βʹ, του κανονισμού αυτού τις διάφορες καταστάσεις στις οποίες πρέπει να επιτρέπεται η μερική επιστροφή των τελών, αναφέροντας στο εν λόγω άρθρο 80, παράγραφος 3, στοιχείο γʹ, τη «συνεξέταση των ειδικών αναγκών των ΜΜΕ» και ορίζοντας στην ίδια παράγραφο 3, στοιχείο εʹ, ότι υπάρχει δυνατότητα εξαίρεσης από το σύνολο ή μέρος των τελών «σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις και εφόσον το αποδεχθεί ο Οργανισμός».

49

Το αυτό ισχύει όσον αφορά την εξουσία καθορισμού των «όρων πληρωμής» που παρέχει στην Επιτροπή το άρθρο 80, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 528/2012. Συγκεκριμένα, τα άρθρα 7, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, 13, παράγραφος 3, δεύτερο εδάφιο, 43, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, 45, παράγραφος 3, δεύτερο εδάφιο, και 54, παράγραφος 3, του κανονισμού αυτού καθορίζουν τα ίδια μια προθεσμία 30 ημερών για την πληρωμή των καταβλητέων στον Οργανισμό τελών για τις διάφορες παρεμβάσεις του. Κατά το άρθρο 80, παράγραφος 3, στοιχείο στʹ, οι προθεσμίες για την καταβολή των καταβλητέων στον Οργανισμό τελών για τις άλλες παρεμβάσεις του «ορίζονται λαμβανομένων δεόντως υπόψη των προθεσμιών των διαδικασιών που προβλέπονται στον [ίδιο αυτό] κανονισμό». Όσον αφορά τους άλλους όρους πληρωμής, το άρθρο 80, παράγραφος 3, στοιχείο γʹ, αναφέρει τη «δυνατότητα διαχωρισμού των πληρωμών σε πλείονες δόσεις και φάσεις» για να ληφθούν υπόψη οι ειδικές ανάγκες των ΜΜΕ. Η εκ μέρους της Επιτροπής άσκηση της εξουσίας που της παρασχέθηκε με το άρθρο 80, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 528/201 εντάσσεται στο κανονιστικό πλαίσιο που καθορίστηκε με την ίδια τη νομοθετική πράξη, της οποίας μη ουσιώδη στοιχεία δεν δύναται ούτε να τροποποιήσει ούτε να συμπληρώσει η εκτελεστική πράξη.

50

Τέλος, η Επιτροπή επικαλείται προς στήριξη της προσφυγής της το γεγονός ότι το άρθρο 80, παράγραφος 3, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 528/2012 προβλέπει ότι πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις ειδικές ανάγκες των ΜΜΕ «ανάλογα με την περίπτωση», πράγμα που, κατ’ αυτήν, της παρέχει όχι μόνο τη δυνατότητα επιλογής όσον αφορά τους τρόπους «εκτελέσεως», αλλά και την εξουσία καθορισμού γενικών κριτηρίων που να προβλέπουν αν και κατά πόσο είναι δυνατόν να επιβληθούν στις ΜΜΕ μειωμένα τέλη.

51

Ούτε η επιχειρηματολογία αυτή μπορεί να γίνει δεκτή. Η χρήση της εκφράσεως «ανάλογα με την περίπτωση» καταδεικνύει ότι ο εκτελεστικός κανονισμός της Επιτροπής δεν πρέπει να προβλέπει, σε όλες τις περιπτώσεις, μειωμένο τέλος για τις ΜΜΕ. Η μείωση αυτή επιβάλλεται μόνον όταν το απαιτούν οι ιδιομορφίες των επιχειρήσεων αυτών. Συνεπώς, η υποχρέωση της Επιτροπής να λαμβάνει υπόψη τις ειδικές ανάγκες των ΜΜΕ «ανάλογα με την περίπτωση» επιρρωννύει το γεγονός ότι ο νομοθέτης της Ένωσης έκρινε αναγκαίο να καθορίσει ο ίδιος ένα πλήρες νομικό πλαίσιο, κατά την έννοια της σκέψεως 40 της παρούσας αποφάσεως, σχετικά με το καθεστώς των τελών που προβλέπεται στο άρθρο 80, παράγραφος 1, του κανονισμού 528/2012. Συνεπώς, σύμφωνα με την παράγραφο 3, στοιχεία αʹ και γʹ, του άρθρου αυτού, τα τέλη πρέπει να καθορίζονται σε επίπεδο που να καθιστά δυνατή, καταρχήν, την κάλυψη του κόστους των υπηρεσιών που παρέχει ο Οργανισμός, αλλά το οποίο, όσον αφορά τις ΜΜΕ, λαμβάνει επίσης υπόψη τις ιδιομορφίες των επιχειρήσεων αυτών. Όσον αφορά τους όρους πληρωμής, η ίδια αυτή παράγραφος 3, στοιχείο γʹ, αναφέρει η ίδια τη δυνατότητα των ΜΜΕ να κατανέμουν τις πληρωμές σε πλείονες δόσεις και φάσεις.

52

Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι ο νομοθέτης της Ένωσης ευλόγως θεώρησε ότι το άρθρο 80, παράγραφος 1, του κανονισμού 528/2012 παρέχει στην Επιτροπή την εξουσία όχι να συμπληρώνει μη ουσιώδη στοιχεία της νομοθετικής αυτής πράξεως, αλλά να διευκρινίζει το κανονιστικό περιεχόμενο της πράξεως αυτής, σύμφωνα με το άρθρο 291, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ.

53

Δεύτερον, εφόσον το καθεστώς των τελών που ορίζεται στο άρθρο 80, παράγραφος 1, του κανονισμού 528/2012 αφορά τέλη καταβλητέα σε Οργανισμό της Ένωσης, η ανάθεση εκτελεστικής εξουσίας στην Επιτροπή βάσει του άρθρου 291, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ μπορεί να θεωρηθεί εύλογη προκειμένου να διασφαλισθούν ενιαίες προϋποθέσεις εκτελέσεως του καθεστώτος αυτού εντός της Ένωσης.

54

Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι ο μοναδικός λόγος ακυρώσεως που προέβαλε η Επιτροπή προς στήριξη της προσφυγής της δεν είναι βάσιμος και, κατά συνέπεια, πρέπει να απορριφθεί.

Επί των δικαστικών εξόδων

55

Κατά το άρθρο 138, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου. Επειδή το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ζήτησαν την καταδίκη της Επιτροπής και αυτή ηττήθηκε, πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα. Η Τσεχική Δημοκρατία, το Βασίλειο της Δανίας, η Γαλλική Δημοκρατία, το Βασίλειο των Κάτω Χωρών, η Δημοκρατία της Φινλανδίας και το Ηνωμένο Βασίλειο, που παρενέβησαν υπέρ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, φέρουν, σύμφωνα με το άρθρο 140, παράγραφος 1, του εν λόγω Κανονισμού, τα δικαστικά έξοδά τους.

 

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τμήμα μείζονος συνθέσεως) αποφασίζει:

 

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

 

2)

Καταδικάζει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

 

3)

Η Τσεχική Δημοκρατία, το Βασίλειο της Δανίας, η Γαλλική Δημοκρατία, το Βασίλειο των Κάτω Χωρών, η Δημοκρατία της Φινλανδίας καθώς και το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας φέρουν τα δικαστικά έξοδά τους.

 

(υπογραφές)


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική.

Top