Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62012CJ0103

    Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 26ης Νοεμβρίου 2014.
    Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
    Προσφυγή ακυρώσεως — Απόφαση 2012/19/ΕE — Νομική βάση — Άρθρο 43, παράγραφοι 2 και 3, ΣΛΕΕ — Διμερής συμφωνία επιτρέπουσα την εκμετάλλευση του υπολοίπου του επιτρεπόμενου όγκου αλιεύματος — Επιλογή της ενδιαφερόμενης τρίτης χώρας στην οποία η Ένωση επιτρέπει την εκμετάλλευση των ζώντων πόρων — Αποκλειστική οικονομική ζώνη — Πολιτική απόφαση — Καθορισμός των αλιευτικών δυνατοτήτων.
    Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C‑103/12 και C‑165/12.

    Court reports – general

    ECLI identifier: ECLI:EU:C:2014:2400

    ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως)

    της 26ης Νοεμβρίου 2014 ( *1 )

    «Προσφυγή ακυρώσεως — Απόφαση 2012/19/ΕE — Νομική βάση — Άρθρο 43, παράγραφοι 2 και 3, ΣΛΕΕ — Διμερής συμφωνία επιτρέπουσα την εκμετάλλευση του υπολοίπου του επιτρεπόμενου όγκου αλιεύματος — Επιλογή της ενδιαφερόμενης τρίτης χώρας στην οποία η Ένωση επιτρέπει την εκμετάλλευση των ζώντων πόρων — Αποκλειστική οικονομική ζώνη — Πολιτική απόφαση — Καθορισμός των αλιευτικών δυνατοτήτων»

    Στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C‑103/12 και C‑165/12,

    με αντικείμενο προσφυγές ακυρώσεως δυνάμει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ, οι οποίες ασκήθηκαν αντιστοίχως στις 24 Φεβρουαρίου και 3 Απριλίου 2012,

    Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, εκπροσωπούμενο από την L. G. Knudsen καθώς και από τους I. Liukkonen και I. Díez Parra, (C‑103/12),

    Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τους A. Bouquet και E. Paasivirta, με τόπο επιδόσεων το Λουξεμβούργο (C‑165/12),

    προσφεύγοντες,

    κατά

    Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκπροσωπούμενου από την A. Westerhof Löfflerová και τον A. de Gregorio Merino,

    καθού,

    υποστηριζόμενο από:

    την Τσεχική Δημοκρατία, εκπροσωπούμενη από τους M. Smolek, E. Ruffer και D. Hadroušek,

    το Βασίλειο της Ισπανίας, εκπροσωπούμενο από την N. Díaz Abad,

    τη Γαλλική Δημοκρατία, εκπροσωπούμενη από τους G. de Bergues και D. Colas καθώς και από την N. Rouam,

    τη Δημοκρατία της Πολωνίας, εκπροσωπούμενη από τους B. Majczyna και M. Szpunar,

    παρεμβαίνοντες,

    ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τμήμα μείζονος συνθέσεως),

    συγκείμενο από τους Β. Σκουρή, Πρόεδρο, K. Lenaerts, αντιπρόεδρο, R. Silva de Lapuerta, M. Ilešič, L. Bay Larsen, προέδρους τμήματος, A. Rosas, A. Borg Barthet, J. Malenovský (εισηγητή), C. Toader, C. G. Fernlund και J. L. da Cruz Vilaça, δικαστές,

    γενική εισαγγελέας: E. Sharpston

    γραμματέας: V. Tourrès, υπάλληλος διοικήσεως,

    έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 19ης Νοεμβρίου 2013,

    αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 15ης Μαΐου 2014,

    εκδίδει την ακόλουθη

    Απόφαση

    1

    Με τις προσφυγές τους, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζητούν την ακύρωση της αποφάσεως 2012/19/ΕΕ του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2011, για την έγκριση, από μέρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δηλώσεως σχετικά με τη χορήγηση αλιευτικών δυνατοτήτων στα ύδατα της ΕΕ σε αλιευτικά σκάφη που φέρουν σημαία της Βολιβαριανής Δημοκρατίας της Βενεζουέλας στην αποκλειστική οικονομική ζώνη στα ανοικτά των ακτών της Γαλλικής Γουιάνας (ΕΕ 2012, L 6, σ. 8, στο εξής: επίμαχη απόφαση).

    Το νομικό πλαίσιο

    Το διεθνές δίκαιο

    2

    Η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το δίκαιο της θάλασσας, υπογραφείσα στο Montego Bay στις 10 Δεκεμβρίου 1982 (στο εξής: Σύμβαση του Montego Bay), τέθηκε σε ισχύ στις 16 Δεκεμβρίου 1994. Εγκρίθηκε εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με την απόφαση 98/392/ΕΚ του Συμβουλίου, της 23ης Μαρτίου 1998 (ΕΕ L 179, σ. 1).

    3

    Η Βολιβαριανή Δημοκρατία της Βενεζουέλας δεν αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος της εν λόγω Συμβάσεως.

    4

    Τα άρθρα 55 έως 75 της Συμβάσεως του Montego Bay ανήκουν στο τμήμα V αυτής, με τίτλο «Αποκλειστική οικονομική ζώνη».

    5

    Το άρθρο 55 της εν λόγω Συμβάσεως προβλέπει τα εξής:

    «Η αποκλειστική οικονομική ζώνη είναι η πέραν και παρακείμενη της χωρικής θάλασσας περιοχή, η υπαγόμενη στο ειδικό νομικό καθεστώς που καθιερώνεται στο παρόν μέρος, δυνάμει του οποίου τα δικαιώματα και οι δικαιοδοσίες του παράκτιου κράτους και τα δικαιώματα και οι ελευθερίες των άλλων κρατών διέπονται από τις σχετικές διατάξεις της παρούσας σύμβασης.»

    6

    Κατά το άρθρο 56, παράγραφος 1, της εν λόγω Συμβάσεως:

    «Στην αποκλειστική οικονομική ζώνη το παράκτιο κράτος έχει:

    α)

    κυριαρχικά δικαιώματα που αποσκοπούν στην εξερεύνηση, εκμετάλλευση, διατήρηση και διαχείριση των φυσικών πόρων, ζωντανών ή μη, των υπερκειμένων του βυθού της θάλασσας υδάτων, του βυθού της θάλασσας και του υπεδάφους αυτού […]

    [...]».

    7

    Το άρθρο 61, παράγραφος 1, της Συμβάσεως του Montego Bay ορίζει ότι «[τ]ο παράκτιο κράτος καθορίζει το επιτρεπτό όριο αλίευσης των ζωντανών πόρων στην αποκλειστική οικονομική ζώνη».

    8

    Το άρθρο 62, της εν λόγω Συμβάσεως, με τίτλο «Χρησιμοποίηση των ζώντων πόρων», προβλέπει στις παραγράφους του 1 έως 4:

    «1.   Το παράκτιο κράτος έχει σαν σκοπό την καλύτερη δυνατή εκμετάλλευση των ζώντων πόρων στην αποκλειστική οικονομική ζώνη του, υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 61.

    2.   Το παράκτιο κράτος προσδιορίζει τις δυνατότητές του για την εκμετάλλευση των ζώντων πόρων της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης του. Στις περιπτώσεις που το παράκτιο κράτος δεν έχει την δυνατότητα να αλιεύει τον συνολικό επιτρεπόμενο όγκο αλιεύματος, κατόπιν συμφωνιών και άλλων διακανονισμών και σύμφωνα με τους όρους, προϋποθέσεις, νόμους και κανονισμούς που αναφέρονται στην παράγραφο 4, παρέχει σε άλλα κράτη πρόσβαση στο πλεόνασμα του επιτρεπόμενου αλιεύματος, λαμβάνοντας ειδικά υπόψη τις διατάξεις των άρθρων 69 και 70, ειδικά σε σχέση με τα αναπτυσσόμενα κράτη που αναφέρονται σ’ αυτά.

    3.   Σε περίπτωση παραχώρησης πρόσβασης σε άλλα κράτη στην αποκλειστική οικονομική ζώνη του, σύμφωνα με το παρόν άρθρο, το παράκτιο κράτος λαμβάνει υπόψη του όλους τους σχετικούς παράγοντες, συμπεριλαμβανομένης, μεταξύ άλλων, της σπουδαιότητας των ζώντων πόρων της περιοχής για την οικονομία του εν λόγω παράκτιου κράτους και τα άλλα εθνικά του συμφέροντα, τις διατάξεις των άρθρων 69 και 70, τις απαιτήσεις των αναπτυσσόμενων κρατών στην υποπεριοχή ή περιοχή όσον αφορά την αλίευση μέρους του πλεονάσματος και την ανάγκη να ελαχιστοποιηθούν οι οικονομικές επιπτώσεις επί κρατών των οποίων οι υπήκοοι συνήθως αλιεύουν στην ζώνη ή τα οποία έχουν καταβάλει ουσιαστικές προσπάθειες για την έρευνα και τον εντοπισμό αποθεμάτων.

    4.   Οι υπήκοοι των άλλων κρατών που αλιεύουν στην αποκλειστική οικονομική ζώνη συμμορφώνονται προς τα μέτρα διατήρησης, και προς τους άλλους όρους και προϋποθέσεις που καθορίζονται από τους νόμους και κανονισμούς του παράκτιου κράτους. Οι νόμοι αυτοί πρέπει να είναι σύμφωνοι με την παρούσα σύμβαση [...]».

    Το δίκαιο της Ένωσης

    9

    Ο κανονισμός (ΕΚ) 1006/2008 του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2008, σχετικά με τις άδειες αλιείας κοινοτικών αλιευτικών σκαφών εκτός των υδάτων της Κοινότητας και για την πρόσβαση σκαφών τρίτων χωρών στα ύδατα της Κοινότητας, την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΟΚ) 2847/93 και (ΕΚ) 1627/94 και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) 3317/94 (ΕΕ L 286, σ. 33), προβλέπει, στο άρθρο 18, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, ότι «[τ]α αλιευτικά σκάφη τρίτων χωρών δύνανται να επιδίδονται σε αλιευτικές δραστηριότητες σε ύδατα [της Ευρωπαϊκής Ένωσης], υπό την προϋπόθεση ότι έχουν λάβει άδεια αλιείας [...]».

    10

    Το άρθρο 21, στοιχείο αʹ, του εν λόγω κανονισμού ορίζει ότι «[η] Επιτροπή χορηγεί άδεια αλιείας μόνον για αλιευτικά σκάφη τρίτης χώρας […] τα οποία πρέπει να είναι επιλέξιμα για άδεια αλιείας δυνάμει της σχετικής συμφωνίας και, ανάλογα με την περίπτωση, [να] περιλαμβάνονται στον κατάλογο των σκαφών που έχουν κοινοποιηθεί ως δικαιούμενα να αναπτύσσουν αλιευτικές δραστηριότητες δυνάμει της συμφωνίας».

    11

    Κατά το άρθρο 22 του εν λόγω κανονισμού:

    «Τα αλιευτικά σκάφη τρίτων χωρών για τα οποία εκδόθηκε άδεια αλιείας σύμφωνα με το παρόν κεφάλαιο συμμορφώνονται με τις διατάξεις της [κοινής αλιευτικής πολιτικής] σχετικά με τα μέτρα διατήρησης και ελέγχου και τις λοιπές διατάξεις που διέπουν την αλιεία από αλιευτικά σκάφη [της Ένωσης] στην αλιευτική ζώνη όπου δραστηριοποιούνται, καθώς και με τις διατάξεις της σχετικής συμφωνίας.»

    12

    Το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθορίζει κατ’ έτος, με κανονισμούς σχετικά με τα σύνολα επιτρεπομένων αλιευμάτων και ποσοστώσεων, τις αλιευτικές δυνατότητες στα ύδατα της Ένωσης και, για τα σκάφη αυτής, σε ορισμένα μη ενωσιακά ύδατα.

    13

    Μεταξύ των κανονισμών αυτών συγκαταλέγεται ο κανονισμός (ΕΕ) 44/2012 του Συμβουλίου, της 21ης Ιανουαρίου 2012, για τον καθορισμό, για το 2012, των αλιευτικών δυνατοτήτων που διατίθενται στα ύδατα ΕΕ, και σε σκάφη ΕΕ, σε ορισμένα ύδατα που δεν ανήκουν στην ΕΕ, για ορισμένα αποθέματα ιχθύων και ομάδες αποθεμάτων ιχθύων που αποτελούν αντικείμενο διεθνών διαπραγματεύσεων ή συμφωνιών (ΕΕ L 25, σ. 55).

    14

    Το άρθρο 36, παράγραφος 1, του εν λόγω κανονισμού ορίζει ότι «[ο] ανώτατος αριθμός των αδειών αλιείας για τα σκάφη τρίτων χωρών που αλιεύουν στα ύδατα ΕΕ καθορίζεται στο παράρτημα VIII».

    15

    Όσον αφορά τα ύδατα του Διαμερίσματος της Γαλλικής Γουιάνας (Γαλλία, στο εξής: Γαλλική Γουιάνα), το εν λόγω παράρτημα ορίζει σε 45 τον αριθμό των αδειών αλιείας για αλιευτικά σκάφη που φέρουν τη σημαία της Βενεζουέλας. Η υποσημείωση στο εν λόγω παράρτημα, σχετικά με τη Βολιβαριανή Δημοκρατία της Βενεζουέλας, ορίζει ότι «[γ]ια την έκδοση αυτών των αδειών αλιείας, πρέπει να προσκομίζεται αποδεικτικό έγκυρης σύμβασης μεταξύ του ιδιοκτήτη του σκάφους που ζητάει την άδεια αλίευσης και μεταποιητικής επιχείρησης με έδρα στη [Γαλλική Γουιάνα]. Η σύμβαση αυτή πρέπει να περιέχει την υποχρέωση εκφόρτωσης του 75 % τουλάχιστον των συνολικών αλιευμάτων κοκκινόψαρου από το συγκεκριμένο σκάφος στο συγκεκριμένο Διαμέρισμα με σκοπό τη μεταποίησή τους στις εγκαταστάσεις της συγκεκριμένης επιχείρησης […]».

    Ιστορικό της διαφοράς

    16

    Στις 30 Σεπτεμβρίου 1977, το Συμβούλιο εξέδωσε τον κανονισμό (ΕΟΚ) 2159/77, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) 1014/77 για τον καθορισμό ορισμένων προσωρινών μέτρων διατηρήσεως και διαχειρίσεως των διαθέσιμων αλιευτικών πόρων εφαρμοστέων σε σκάφη που έφεραν σημαία τρίτων χωρών στη ζώνη των 200 μιλίων στα ανοικτά του Γαλλικού Διαμερίσματος της Γουιάνας (JO L 250, σ. 15). Με τον κανονισμό αυτό, το Συμβούλιο επέτρεψε στα σκάφη που έφεραν τη σημαία της Βενεζουέλας να ασκούν αλιευτικές δραστηριότητες στην αποκλειστική οικονομική ζώνη που βρίσκεται στα ανοικτά της Γαλλικής Γουιάνας (στο εξής: αποκλειστική οικονομική ζώνη της Γαλλικής Γουιάνας).

    17

    Η άδεια αυτή ανανεωνόταν, ανά τακτά χρονικά διαστήματα, με κανονισμούς οι οποίοι αφορούσαν τον συνολικό επιτρεπόμενο όγκο αλιεύματος και ποσοστώσεων που χορηγούσαν τέτοιου είδους αλιευτικές δυνατότητες παρά το γεγονός ότι καμία διεθνής συμφωνία δεν είχε συναφθεί στον τομέα της αλιείας με τη Βολιβαριανή Δημοκρατία της Βενεζουέλας.

    18

    Η Επιτροπή έκρινε ότι η κατάσταση αυτή συνιστούσε κενό δικαίου και ότι, υπό το πρίσμα του άρθρου 21, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 1006/2008, παρακώλυε τη χορήγηση αδειών αλιείας σε πλοία που φέρουν τη σημαία της Βενεζουέλας, όσον αφορά την αποκλειστική οικονομική ζώνη της Γαλλικής Γουιάνας. Ως εκ τούτου, υιοθέτησε, στις 7 Ιανουαρίου 2011, πρόταση αποφάσεως του Συμβουλίου αναφορικά με την πρόσβαση, από αλιευτικά σκάφη που φέρουν τη σημαία της Βολιβαριανής Δημοκρατίας της Βενεζουέλας, στην αποκλειστική οικονομική ζώνη στα ανοικτά των ακτών του γαλλικού Διαμερίσματος της Γουιάνας [COM(2010) 807]. Σκοπός της εν λόγω προτάσεως ήταν η δημιουργία νομικής βάσεως διεθνούς δικαίου για την άσκηση τέτοιου είδους δραστηριοτήτων στη συγκεκριμένη ζώνη. Η Επιτροπή πρότεινε να εκδοθεί η απόφαση αυτή βάσει του άρθρου 43, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ, σε συνδυασμό με το άρθρο 218, παράγραφος 6, στοιχείο αʹ, σημείο v, ΣΛΕΕ.

    19

    Κατόπιν εξετάσεως της προτάσεως αυτής, το Συμβούλιο αποφάσισε να τροποποιήσει τη νομική βάση της προς έκδοση αποφάσεως, βασίζοντάς την στο άρθρο 43, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ, σε συνδυασμό με το άρθρο 218, παράγραφος 6, στοιχείο βʹ, ΣΛΕΕ.

    20

    Συμφώνως προς τις προαναφερθείσες διατάξεις, το Συμβούλιο ζήτησε από το Κοινοβούλιο να διατυπώσει τη γνώμη του.

    21

    Αμφισβητώντας την επιλογή της εν λόγω νομικής βάσεως, το Κοινοβούλιο πρότεινε στο Συμβούλιο να την τροποποιήσει και να του υποβάλει νέα πρόταση βάσει της νομικής βάσεως που είχε προτείνει αρχικώς η Επιτροπή.

    22

    Το Συμβούλιο αρνήθηκε να τροποποιήσει τη νομική βάση της προς έκδοση αποφάσεως και απηύθυνε στο Κοινοβούλιο, με έγγραφα της 28ης Οκτωβρίου και της 1ης Δεκεμβρίου 2011, δύο αιτήσεις εφαρμογής της διαδικασίας του επείγοντος. Το Κοινοβούλιο απάντησε στις αιτήσεις αυτές στις 15 Νοεμβρίου και στις 13 Δεκεμβρίου 2011, αντιστοίχως. Και τις δύο φορές επισήμανε ότι δεν αντιτίθετο στην απόφαση επί της ουσίας, αλλά ότι έκρινε ότι η νομική της βάση ήταν εσφαλμένη.

    23

    Στις 16 Δεκεμβρίου 2011, το Συμβούλιο, χωρίς να αναμείνει τη θέση του Κοινοβουλίου, εξέδωσε την επίμαχη απόφαση, και τούτο βάσει των άρθρων 43, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ και 218, παράγραφος 6, στοιχείο βʹ, ΣΛΕΕ.

    24

    Το άρθρο 1 της επίμαχης αποφάσεως έχει ως εξής:

    «Η δήλωση προς τη Βολιβαριανή Δημοκρατία της Βενεζουέλας σχετικά με τη χορήγηση αλιευτικών δυνατοτήτων στα ύδατα της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε αλιευτικά σκάφη που φέρουν τη σημαία της Βολιβαριανής Δημοκρατίας της Βενεζουέλας στην αποκλειστική οικονομική ζώνη στα ανοικτά των ακτών της [Γαλλικής Γουιάνας] εγκρίνεται εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης [στο εξής: επίμαχη δήλωση]».

    25

    Η δήλωση αυτή, η οποία επισυνάφθηκε ως παράρτημα στην εν λόγω απόφαση, έχει ως εξής:

    «1.

    Η Ευρωπαϊκή Ένωση θα χορηγήσει αλιευτικές άδειες σε περιορισμένο αριθμό αλιευτικών σκαφών που φέρουν τη σημαία της Βολιβιανής Δημοκρατίας της Βενεζουέλας προκειμένου να αλιεύουν στην αποκλειστική οικονομική ζώνη στα ανοικτά των ακτών της [Γαλλικής Γουιάνας], πέραν των 12 μιλίων από τις γραμμές βάσης, υπό τις οριζόμενες στην παρούσα δήλωση προϋποθέσεις.

    2.

    Σύμφωνα με το άρθρο 22 του [κανονισμού 1006/2008], τα σκάφη που φέρουν τη σημαία της Βολιβιανής Δημοκρατίας της Βενεζουέλας, εφόσον αλιεύουν στη ζώνη που αναφέρεται στην παράγραφο 1, οφείλουν να συμμορφούνται προς τις διατάξεις της κοινής πολιτικής αλιείας της [Ευρωπαϊκής Ένωσης] σχετικά με τα μέτρα διατήρησης και ελέγχου και τις λοιπές διατάξεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με τις αλιευτικές δραστηριότητες στη ζώνη αυτή.

    3.

    Συγκεκριμένα, τα αλιευτικά σκάφη που επιτρέπεται να αλιεύουν και τα οποία φέρουν τη σημαία της Βολιβιανής Δημοκρατίας της Βενεζουέλας οφείλουν να τηρούν οιουσδήποτε συναφείς κανόνες ή κανονισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης που ορίζουν, μεταξύ άλλων, τα αποθέματα ιχθύων που επιτρέπεται να αλιεύονται, τον μέγιστο αριθμό των αλιευτικών σκαφών που επιτρέπεται να αλιεύουν και την αναλογία των αλιευμάτων προς εκφόρτωση σε λιμένες της Γαλλικής Γουιάνας.

    4.

    Με την επιφύλαξη της απόσυρσης των αδειών αλιείας που έχουν χορηγηθεί σε μεμονωμένα αλιευτικά σκάφη που φέρουν σημαία της Βολιβιανής Δημοκρατίας της Βενεζουέλας, λόγω της από μέρους τους μη τήρησης των συναφών κανόνων ή κανονισμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Ευρωπαϊκή Ένωση δύναται ανά πάσα στιγμή να ανακαλέσει διά μονομερούς δηλώσεως τη συγκεκριμένη δέσμευση χορήγησης αλιευτικών δυνατοτήτων που εκφράζεται με την παρούσα δήλωση.»

    26

    Στις 16 Δεκεμβρίου 2011, το Συμβούλιο κοινοποίησε την επίμαχη δήλωση στη Βολιβαριανή Δημοκρατία της Βενεζουέλας, η οποία γνωστοποίησε την παραλαβή της την ίδια ημέρα.

    27

    Στις 17 Ιανουαρίου 2012, το Συμβούλιο εξέδωσε τον κανονισμό 44/2012, η νομική βάση του οποίου είναι το άρθρο 43, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ.

    28

    Με το από 30 Ιανουαρίου 2012 σημείωμα, η Βολιβαριανή Δημοκρατία της Βενεζουέλας ζήτησε από το Συμβούλιο πληροφορίες σχετικά με το ζήτημα αν η πρόθεση του Κοινοβουλίου να αμφισβητήσει τη νομιμότητα της επίμαχης αποφάσεως μπορούσε να επηρεάσει τις αλιευτικές δραστηριότητες των σκαφών που φέρουν τη σημαία της Βενεζουέλας στην αποκλειστική οικονομική ζώνη της Γαλλικής Γουιάνας.

    29

    Στις 20 Μαρτίου 2012, το εν λόγω κράτος απέστειλε στην Επιτροπή, μέσω των αρμόδιων γαλλικών αρχών, αιτήσεις άδειας αλιείας για τα σκάφη που φέρουν σημαία Βενεζουέλας στην εν λόγω ζώνη, από κοινού με συμβάσεις συναφθείσες με μεταποιητικές επιχειρήσεις εγκατεστημένες στη Γαλλική Γουιάνα.

    30

    Στις 26 Μαρτίου 2012, η Επιτροπή εξέδωσε την απόφαση C(2012) 2162, με την οποία επέτρεψε σε 38 επιχειρήσεις που έφεραν τη σημαία της Βενεζουέλας, απαριθμούμενες στο παράρτημα αυτής, να ασκήσουν αλιευτικές δραστηριότητες στην αποκλειστική οικονομική ζώνη της Γαλλικής Γουιάνας. Κατά το άρθρο 2 αυτής, η εν λόγω απόφαση κοινοποιήθηκε στη Βολιβαριανή Δημοκρατία της Βενεζουέλας, ως κράτος της σημαίας, και τη Γαλλική Δημοκρατία, ως παράκτιο κράτος της εν λόγω ζώνης.

    31

    Στις 24 Φεβρουαρίου και 3 Απριλίου 2012, αντιστοίχως, το Κοινοβούλιο και η Επιτροπή άσκησαν τις υπό κρίση προσφυγές.

    32

    Με διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 2ας Μαΐου 2012, οι υποθέσεις C‑103/12 και C‑165/12 ενώθηκαν προς διευκόλυνση της έγγραφης και προφορικής διαδικασίας και προς έκδοση κοινής αποφάσεως.

    33

    Με διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 29ης Αυγούστου 2012 επετράπη στην Τσεχική Δημοκρατία, το Βασίλειο της Ισπανίας, τη Γαλλική Δημοκρατία και τη Δημοκρατία της Πολωνίας να παρέμβουν προς στήριξη των αιτημάτων του Συμβουλίου.

    Επί των προσφυγών

    34

    Στην υπόθεση C‑103/12, το Κοινοβούλιο προβάλλει δύο λόγους ακυρώσεως. Με τον πρώτο λόγο, υποστηρίζει ότι η επίμαχη απόφαση βασίζεται σε εσφαλμένη νομική βάση. Με τον δεύτερο λόγο ακυρώσεως, υποστηρίζει, επικουρικώς, ότι η απόφαση αυτή εκδόθηκε βάσει εσφαλμένης διαδικαστικής διατάξεως.

    35

    Στην υπόθεση C‑165/12, η Επιτροπή προβάλλει τρεις λόγους ακυρώσεως, εκ των οποίων ο πρώτος υποδιαιρείται σε τρία σκέλη. Με το πρώτο και το δεύτερο σκέλος του πρώτου λόγου ακυρώσεως υποστήριξε ότι η νομική βάση της επίμαχης αποφάσεως είναι εσφαλμένη. Κατά το πρώτο σκέλος, το Συμβούλιο εσφαλμένως εξομοίωσε την επίμαχη δήλωση με εξωτερικό προσδιορισμό των αλιευτικών δυνατοτήτων. Κατά το δεύτερο σκέλος, το Συμβούλιο εσφαλμένως έκρινε ότι η υπαγωγή των σκαφών που φέρουν τη σημαία της Βενεζουέλας στις διατάξεις της κοινής πολιτικής αλιείας απορρέει από τον εξωτερικό προσδιορισμό των αλιευτικών δυνατοτήτων. Με το τρίτο σκέλος του πρώτου λόγου, η Επιτροπή προβάλλει ότι η επίμαχη απόφαση δεν είναι επαρκώς αιτιολογημένη. Με τον δεύτερο λόγο ακυρώσεως, υποστηρίζει ότι το Συμβούλιο παραγνώρισε τα θεσμικά προνόμια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Ο τρίτος λόγος ακυρώσεως αφορά αλλοίωση της προτάσεως της 7ης Ιανουαρίου 2011.

    Επιχειρήματα των διαδίκων

    36

    Με τον πρώτο λόγο ακυρώσεως του Κοινοβουλίου και το πρώτο και το δεύτερο σκέλος του πρώτου λόγου ακυρώσεως της Επιτροπής, τα εν λόγω θεσμικά όργανα προβάλλουν ότι το Συμβούλιο εσφαλμένως εξέδωσε την επίμαχη απόφαση βάσει των άρθρων 43, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ και 218, παράγραφος 6, στοιχείο βʹ, ΣΛΕΕ και όχι βάσει του άρθρου 43, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ, σε συνδυασμό με το άρθρο 218, παράγραφος 6, στοιχείο αʹ, σημείο v, ΣΛΕΕ.

    37

    Πρώτον, το Κοινοβούλιο και η Επιτροπή θεωρούν ότι το άρθρο 43, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ συνιστά παρέκκλιση από τη γενική νομική βάση του άρθρου 43, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ, οπότε η εν λόγω παράγραφος 3 πρέπει, όπως και κάθε παρέκκλιση από κανόνα, να ερμηνεύεται συσταλτικώς όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής της. Επομένως, μόνο τα μέτρα που αφορούν ρητώς τον καθορισμό και την κατανομή συγκεκριμένων αλιευτικών δυνατοτήτων μπορούν να λαμβάνονται βάσει της παραγράφου 3. Οι εν λόγω αλιευτικές δυνατότητες συνιστούν εκ των πραγμάτων ποσοτικοποιημένα δικαιώματα αλιείας. Επομένως, σε περίπτωση που μια πράξη επιδιώκει σκοπό εμπίπτοντα στην κοινή πολιτική αλιείας, εξαιρουμένης της απλής κατανομής των αλιευτικών δυνατοτήτων, από ποσοτικής και γεωγραφικής απόψεως πρέπει να εκδίδεται βάσει του άρθρου 43, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ.

    38

    Τούτο ισχύει στην περίπτωση της επίμαχης αποφάσεως και της επίμαχης δηλώσεως. Ειδικότερα, με τη δήλωση αυτή, η Ένωση δεσμεύτηκε να χορηγήσει άδειες αλιείας στα σκάφη που φέρουν τη σημαία της Βενεζουέλας, επιβάλλοντας στους οικείους οικονομικούς φορείς την υποχρέωση να τηρούν τις διατάξεις που εξέδωσε η Ένωση στον τομέα της διατηρήσεως των αλιευτικών πόρων και υποχρεώνοντάς τους να εκφορτώνουν μέρος του αλιεύματος στη Γαλλική Γουιάνα. Επομένως, οι εν λόγω προϋποθέσεις προσβάσεως αποβλέπουν στην επίτευξη των σκοπών της κοινής πολιτικής αλιείας, με αποτέλεσμα ο σκοπός και το περιεχόμενο της εν λόγω αποφάσεως να συναρτώνται προς τους σκοπούς της συγκεκριμένης πολιτικής, βαίνοντας ταυτοχρόνως πέραν του απλού καθορισμού και της κατανομής των αλιευτικών δυνατοτήτων, κατά την έννοια του άρθρου 43, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ.

    39

    Δεύτερον, το Κοινοβούλιο και η Επιτροπή υποστηρίζουν ότι πρέπει να γίνεται διάκριση μεταξύ της προσβάσεως στα ύδατα για αλιευτικούς σκοπούς και της προσβάσεως στους αλιευτικούς πόρους υπό την έννοια της κατανομής συγκεκριμένων αλιευτικών δυνατοτήτων στα συγκεκριμένα ύδατα (στο εξής, αντιστοίχως: πρόσβαση στα ύδατα και πρόσβαση στους πόρους). Σε περίπτωση που η Ένωση επιθυμεί να επιτρέψει σε οικονομικούς φορείς τρίτων χωρών την πρόσβαση στα ύδατά της και τους πόρους που βρίσκονται σε αυτά, στο πλαίσιο της κοινής πολιτικής αλιείας, θέτει σε εφαρμογή ένα ρυθμιστικό πλαίσιο αποτελούμενο από δύο συνιστώσες. Καταρχάς, επιτρέπεται η πρόσβαση στην τρίτη χώρα μέσω διεθνούς συμφωνίας, συμφώνως προς τη διαδικασία του άρθρου 218, παράγραφος 6, στοιχείο αʹ, σημείο v, ΣΛΕΕ. Δεύτερον, οι αλιευτικές δυνατότητες παρέχονται από το Συμβούλιο, δυνάμει του άρθρου 43, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ.

    40

    Εν προκειμένω, η επίμαχη δήλωση πρέπει να θεωρηθεί ότι εμπίπτει στο πρώτο στάδιο, δεδομένου ότι, με αυτή, η Ένωση επέτρεψε την πρόσβαση στα ύδατα αλλά δεν χορήγησε ειδικές συγκεκριμένες αλιευτικές δυνατότητες σε σκάφη που φέρουν τη σημαία της Βενεζουέλας. Οι εν λόγω δυνατότητες καθορίσθηκαν μετά τη δήλωση αυτή, δεδομένου ότι το Συμβούλιο τις καθόρισε, για το 2012, με τον κανονισμό 44/2012.

    41

    Το Συμβούλιο, υποστηριζόμενο από την Τσεχική Δημοκρατία, το Βασίλειο της Ισπανίας, τη Γαλλική Δημοκρατία και τη Δημοκρατία της Πολωνίας, υποστηρίζει ότι η επίμαχη απόφαση βασίσθηκε ορθώς στο άρθρο 43, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ, σε συνδυασμό με το άρθρο 218, παράγραφος 6, στοιχείο βʹ, ΣΛΕΕ.

    42

    Πρώτον, το εν λόγω θεσμικό όργανο καθώς και τα προαναφερθέντα κράτη μέλη θεωρούν ότι η διάκριση μεταξύ της προσβάσεως στα ύδατα και της προσβάσεως στους πόρους είναι τεχνητή. Ειδικότερα, δεν είναι δυνατό η επίμαχη δήλωση να επιτρέπει πρόσβαση στα ύδατα της Ένωσης χωρίς να επιτρέπει, ταυτοχρόνως, πρόσβαση στους πόρους.

    43

    Δεύτερον, ο όρος «αλιευτικές δυνατότητες», κατά την έννοια του άρθρου 43, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ περιλαμβάνει και τις άδειες αλιείας. Από μια απλή ανάγνωση της επίμαχης αποφάσεως προκύπτει ότι αφορά τη χορήγηση αδειών αλιείας. Επομένως, ο σκοπός και το περιεχόμενο της επίμαχης δηλώσεως συνίστανται στη χορήγηση αλιευτικών δυνατοτήτων σε σκάφη που φέρουν τη σημαία της Βενεζουέλας και όχι στη χορήγηση προσβάσεως στα ύδατα της Ένωσης.

    44

    Τρίτον, το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 43, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ επιτρέπει τη λήψη μέτρων που δεν περιορίζονται απλώς στον καθορισμό αλιευτικών δυνατοτήτων βάσει αριθμητικών δεδομένων. Τέτοιου είδους ερμηνεία συνάδει τόσο με το γράμμα όσο και με το πνεύμα της εν λόγω διατάξεως, διότι παρέχει στο Συμβούλιο τη δυνατότητα να λαμβάνει όλα τα «σχετικά» με τον καθορισμό και την κατανομή των αλιευτικών δυνατοτήτων μέτρα.

    45

    Εν προκειμένω, μολονότι η επίμαχη απόφαση δεν παραχωρεί αυτή καθεαυτή τις δυνατότητες αυτές υπό τη μορφή αριθμητικών δεδομένων, συνιστά τέτοιου είδους μέτρο. Ειδικότερα, δημιουργεί διεθνή τίτλο για τον καθορισμό και την κατανομή των αλιευτικών δυνατοτήτων σε επίπεδο εσωτερικών κανόνων της Ένωσης, καθόσον, με την απόφαση αυτή, η Ένωση διευκρινίζει στη Βολιβαριανή Δημοκρατία της Βενεζουέλας ότι συνεχίζει να είναι διατεθειμένη να χορηγήσει αλιευτικές δυνατότητες στα σκάφη που φέρουν τη σημαία της Βενεζουέλας.

    46

    Τέταρτον, το περιεχόμενο της επίμαχης αποφάσεως δεν βαίνει πέραν του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 43, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ. Ειδικότερα, σκοπός των σημείων 2 και 3 της επίμαχης δηλώσεως είναι να υπενθυμίσουν απλώς τους προϋφιστάμενους κανόνες προς τους οποίους πρέπει να συμμορφώνονται τα σκάφη των τρίτων χωρών όταν βρίσκονται στα ύδατα της Ένωσης. Οι εν λόγω δύο διατάξεις έχουν αναγνωριστικό χαρακτήρα, καθόσον δεν γεννούν κανένα νέο δικαίωμα ή υποχρέωση για τα συγκεκριμένα σκάφη. Ομοίως, το δικαίωμα ανακλήσεως των αδειών αλιείας των οικείων σκαφών, που προβλέπει το σημείο 4 της δηλώσεως, είναι μέτρο σχετικό με τον καθορισμό και την κατανομή των αλιευτικών δυνατοτήτων.

    Εκτίμηση του Δικαστηρίου

    47

    Με τον πρώτο λόγο ακυρώσεως που προέβαλε το Κοινοβούλιο και το πρώτο και το δεύτερο σκέλος του πρώτου λόγου ακυρώσεως που προέβαλε η Επιτροπή, τα εν λόγω θεσμικά όργανα υποστηρίζουν ότι το Συμβούλιο επέλεξε εσφαλμένη νομική βάση, καθόσον βάσισε την επίμαχη απόφαση στο άρθρο 43, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ, σε συνδυασμό με το άρθρο 218, παράγραφος 6, στοιχείο βʹ, ΣΛΕΕ, και όχι στο άρθρο 43, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ, σε συνδυασμό με το άρθρο 218, παράγραφος 6, στοιχείο αʹ, σημείο v, ΣΛΕΕ.

    48

    Όσον αφορά το γράμμα του άρθρου 43 ΣΛΕΕ, αφενός, από την παράγραφό του 2 προκύπτει ότι τα αρμόδια θεσμικά όργανα της Ένωσης υποχρεούνται να εκδώσουν, κατά τη συνήθη νομοθετική διαδικασία, τις αναγκαίες διατάξεις για την επίτευξη των σκοπών της κοινής πολιτικής της γεωργίας και της αλιείας.

    49

    Αφετέρου, από το άρθρο 43, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ, σε συνδυασμό με την παράγραφο 2 του άρθρου αυτού, προκύπτει, μεταξύ άλλων, ότι τα σχετικά με τον καθορισμό και την κατανομή των αλιευτικών δυνατοτήτων μέτρα δεν εμπίπτουν αυτά καθεαυτά στην κατηγορία των διατάξεων που είναι αναγκαίες για την επίτευξη των σκοπών της κοινής πολιτικής αλιείας κατά την έννοια της προαναφερθείσας παραγράφου 2 και δεν υπόκεινται στη συγκεκριμένη νομοθετική διαδικασία.

    50

    Ειδικότερα, η έκδοση των διατάξεων του άρθρου 43, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ προϋποθέτει κατ’ ανάγκην την εκτίμηση του κατά πόσον είναι «αναγκαίες» για την επίτευξη των σκοπών των κοινών πολιτικών τις οποίες διέπει η Συνθήκη ΛΕΕ, συνεπώς προϋποθέτει τη λήψη πολιτικής αποφάσεως η οποία ανήκει αποκλειστικώς στον νομοθέτη της Ένωσης. Αντιθέτως, η έκδοση μέτρων σχετικά με τον καθορισμό και την κατανομή των αλιευτικών δυνατοτήτων, συμφώνως προς το άρθρο 43, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ, δεν προϋποθέτει τέτοιου είδους εκτίμηση, καθόσον τα μέτρα αυτά έχουν κατά βάση τεχνικό χαρακτήρα και θεωρείται ότι έχουν ληφθεί κατ’ εκτέλεση των διατάξεων που εκδόθηκαν βάσει της παραγράφου 2 του ίδιου άρθρου.

    51

    Καταρχάς, επιβάλλεται η υπόμνηση ότι η επιλογή της νομικής βάσεως για πράξη της Ένωσης πρέπει να στηρίζεται σε αντικειμενικούς παράγοντες που να επιδέχονται δικαστικό έλεγχο και να περιλαμβάνουν, ιδίως, τον σκοπό και το περιεχόμενο της πράξεως αυτής (αποφάσεις Κοινοβούλιο κατά Συμβουλίου, C‑130/10, EU:C:2012:472, σκέψη 42, και Ηνωμένο Βασίλειο κατά Συμβουλίου, C‑431/11, EU:C:2013:589, σκέψη 44).

    52

    Εν προκειμένω, η επίμαχη απόφαση έχει ως αποκλειστικό σκοπό την έγκριση της επίμαχης δηλώσεως. Υπό αυτές τις συνθήκες, πρέπει να εξετασθεί η νομική βάση της αποφάσεως αυτής υπό το πρίσμα του σκοπού και του περιεχομένου της επίμαχης δηλώσεως.

    53

    Όσον αφορά το περιεχόμενο της επίμαχης δηλώσεως, η Ένωση επισήμανε στη Βολιβαριανή Δημοκρατία της Βενεζουέλας, στο σημείο 1 της εν λόγω δηλώσεως, ότι χορηγεί άδειες αλιείας στην αποκλειστική οικονομική ζώνη της Γαλλικής Γουιάνας σε περιορισμένο αριθμό σκαφών τα οποία φέρουν τη σημαία της Βενεζουέλας.

    54

    Στα σημεία 2 και 3 της ίδιας δηλώσεως, η Ένωση εξάρτησε τη χορήγηση τέτοιου είδους αδειών από τον όρο τα σκάφη με σημαία της Βενεζουέλας στα οποία επιτρέπεται να αλιεύουν στη συγκεκριμένη ζώνη να συμμορφώνονται προς τις διατάξεις της κοινής πολιτικής αλιείας της Ένωσης σχετικά με τα μέτρα διατηρήσεως και ελέγχου καθώς και προς τις λοιπές διατάξεις της Ένωσης σχετικά με τις αλιευτικές δραστηριότητες στη ζώνη αυτή.

    55

    Όσον αφορά τον σκοπό της επίμαχης δηλώσεως, πρέπει να ληφθεί υπόψη το πλαίσιο εντός του οποίου η Σύμβαση του Montego Bay θέσπισε το διεθνές καθεστώς της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης. Οι πολιτικές επιλογές της Ένωσης στη συγκεκριμένη ζώνη και, ιδίως, τα νομικά μέσα και οι τρόποι που έχει στη διάθεσή της για την υλοποίηση των προαναφερθεισών επιλογών πλαισιώνονται από την προαναφερθείσα Σύμβαση, η οποία δεσμεύει την Ένωση.

    56

    Από το άρθρο 55 της Συμβάσεως του Montego Bay προκύπτει ότι η αποκλειστική οικονομική ζώνη υπόκειται σε ιδιαίτερο καθεστώς, δυνάμει του οποίου τα δικαιώματα και η δικαιοδοσία του παράκτιου κράτους καθώς και τα δικαιώματα και οι ελευθερίες των άλλων κρατών διέπονται από τις εφαρμοστέες διατάξεις της συγκεκριμένης Συνθήκης.

    57

    Κατά το άρθρο 56, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της Συμβάσεως του Montego Bay, το παράκτιο κράτος έχει, στην αποκλειστική οικονομική του ζώνη, το δικαίωμα εκμεταλλεύσεως ζώντων πόρων. Στις περιπτώσεις που το παράκτιο κράτος δεν έχει τη δυνατότητα να αλιεύσει τον συνολικό επιτρεπόμενο όγκο αλιεύματος, υποχρεούται, δυνάμει του άρθρου 62, παράγραφος 2, της εν λόγω Συμβάσεως, να επιτρέψει σε άλλα κράτη να εκμεταλλευτούν το υπόλοιπο του όγκου αυτού.

    58

    Κατά την άσκηση της υποχρεώσεως αυτής, το παράκτιο κράτος διαθέτει περιθώριο διακριτικής ευχέρειας. Αφενός, μπορεί να επιλέξει, υπό την επιφύλαξη των απαιτήσεων του άρθρου 62, παράγραφος 3, της Συμβάσεως του Montego Bay, τις χώρες στις οποίες επιτρέπει την εκμετάλλευση του εν λόγω υπολοίπου. Αφετέρου, το παράκτιο κράτος λαμβάνει υπόψη ορισμένα στοιχεία, ήτοι τη σπουδαιότητα των ζώντων πόρων της περιοχής για την οικονομία του εν λόγω παράκτιου κράτους και τα άλλα εθνικά του συμφέροντα, τις απαιτήσεις των αναπτυσσόμενων χωρών στην περιοχή και την ανάγκη να ελαχιστοποιηθούν οι οικονομικές επιπτώσεις επί χωρών των οποίων οι υπήκοοι συνήθως αλιεύουν στη ζώνη ή οι οποίες έχουν καταβάλει ουσιαστικές προσπάθειες για την έρευνα και τον εντοπισμό αποθεμάτων.

    59

    Εξάλλου, το άρθρο 62, παράγραφος 2, της Συμβάσεως του Montego Bay απαιτεί το παράκτιο κράτος να επιτρέπει την εκμετάλλευση του υπολοίπου του επιτρεπόμενου όγκου αλιεύματος «με συμφωνίες ή άλλες ρυθμίσεις». Επομένως, εναπόκειται στο εν λόγω παράκτιο κράτος να καταλήξει σε συμφωνία με τις ενδιαφερόμενες χώρες. Ειδικότερα, οι σχέσεις μεταξύ του παράκτιου κράτους και των άλλων χωρών αποτυπώνονται στα αμοιβαία δικαιώματα και υποχρεώσεις, όπως τα μνημονευόμενα στη σκέψη 57 της παρούσας αποφάσεως, συνεπώς το παράκτιο κράτος δεν μπορεί να επιβάλλει μονομερώς τους δικούς του όρους.

    60

    Απόρροια της ειδικής αρμοδιότητας του παράκτιου κράτους όσον αφορά την εκμετάλλευση των ζώντων πόρων στην αποκλειστική οικονομική του ζώνη είναι ότι σε αυτό απόκειται κατά κανόνα να απευθύνει μια συγκεκριμένη προσφορά προς ορισμένες άλλες ενδιαφερόμενες χώρες, οι οποίες είναι, ως εκ τούτου, ελεύθερες να την αποδεχτούν ή, ενδεχομένως, να ζητήσουν να τροποποιηθεί η συγκεκριμένη προσφορά.

    61

    Μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας αυτής, η σύμπτωση βουλήσεων του παράκτιου κράτους και της ενδιαφερόμενης χώρας αποτελεί συμφωνία όπως η προβλεπόμενη στο άρθρο 62, παράγραφος 2, της Συμβάσεως του Montego Bay, εξυπακουομένου ότι, στο διεθνές δίκαιο, η συνομολόγηση διεθνούς συμφωνίας είτε με ένα μόνον έγγραφο είτε με δύο ή περισσότερα συναφή έγγραφα στερείται σημασίας (βλ., επ’ αυτού, γνώμη 1/13, EU:C:2014:2303, σκέψη 37).

    62

    Η συμφωνία μεταξύ του παράκτιου και του ενδιαφερόμενου κράτους περιλαμβάνει τα αμοιβαία δικαιώματα και υποχρεώσεις που συγκεκριμενοποιούν τα προαναφερθέντα στη σκέψη 57 της παρούσας αποφάσεως. Στο πλαίσιο αυτό, μεταξύ άλλων, από το άρθρο 62, παράγραφος 4, της Συμβάσεως του Montego Bay προκύπτει ότι οι υπήκοοι των άλλων χωρών πλην του παράκτιου κράτους που αλιεύουν στην αποκλειστική οικονομική ζώνη συμμορφώνονται προς τα μέτρα διατηρήσεως, και προς τους άλλους όρους και προϋποθέσεις που καθορίζονται από τους νόμους και τις κανονιστικές πράξεις του παράκτιου κράτους.

    63

    Δεδομένου ότι η Σύμβαση του Montego Bay δεν εγκαθιδρύει καταρχήν αυτοτελές καθεστώς για τους ιδιώτες, στην κάθε ενδιαφερόμενη χώρα απόκειται να λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα για την προστασία των συμφερόντων του παράκτιου κράτους, όσον αφορά τα σκάφη που φέρουν τη σημαία της (βλ., επ’ αυτού, απόφαση Intertanko κ.λπ., C‑308/06, EU:C:2008:312, σκέψεις 59 έως 62).

    64

    Ως εκ τούτου, η ενδιαφερόμενη χώρα πρέπει, σε αντάλλαγμα της από κοινού με το παράκτιο κράτος εκμεταλλεύσεως των ζώντων πόρων στην αποκλειστική οικονομική ζώνη του δεύτερου, να αναλάβει τη δέσμευση έναντι του οικείου παράκτιου κράτους να διασφαλίζει ότι τα σκάφη που φέρουν τη σημαία της συμμορφώνονται προς τα μέτρα που το παράκτιο κράτος έλαβε στη συγκεκριμένη ζώνη.

    65

    Η ανάληψη της δεσμεύσεως αυτής, η οποία πραγματοποιείται μέσω συμφωνίας ή άλλου διακανονισμού με το παράκτιο κράτος, επιβάλλεται κατά μείζονα λόγο σε περίπτωση που η ενδιαφερόμενη χώρα δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος της Συμβάσεως του Montego Bay και, ως εκ τούτου, δεν δεσμεύεται από το άρθρο της 62, παράγραφος 4.

    66

    Εφόσον συναφθεί η συμφωνία ή ο διακανονισμός μεταξύ της ενδιαφερόμενης χώρας και του παράκτιου κράτους, το δεύτερο μπορεί να τη/τον θέσει σε εφαρμογή μέσω συγκεκριμένων κανόνων και μέτρων του εθνικού του δικαίου, που πρέπει να συνάδουν με τις διατάξεις της Συμβάσεως του Montego Bay και να εφαρμόζονται τηρουμένης της διμερούς συμφωνίας.

    67

    Υπό το πρίσμα των εκτιμήσεων που παρατέθηκαν στις σκέψεις 56 έως 66 της παρούσας αποφάσεως, πρέπει να αξιολογηθεί αν η επίμαχη δήλωση συνιστά συστατικό στοιχείο συμφωνίας κατά την έννοια του άρθρου 62, παράγραφος 2, της Συμβάσεως του Montego Bay.

    68

    Λαμβανομένης υπόψη της σκέψεως 60 της παρούσας αποφάσεως, η επίμαχη δήλωση πρέπει να θεωρηθεί ότι επέχει θέση προσφοράς προς τη Βολιβαριανή Δημοκρατία της Βενεζουέλας από την Ένωση, η οποία ενήργησε αντί του οικείου παράκτιου κράτους, με την οποία η δεύτερη προτείνει στην πρώτη να εκμεταλλευτεί το υπόλοιπο του διαθέσιμου επιτρεπόμενου αλιεύματος στην αποκλειστική οικονομική ζώνη της Γαλλικής Γουιάνας, υπό την επιφύλαξη της τηρήσεως ορισμένων όρων, συμπεριλαμβανομένης της προϋποθέσεως το εν λόγω κράτος να διασφαλίζει ότι τα σκάφη που φέρουν τη σημαία του και αλιεύουν στη συγκεκριμένη περιοχή συμμορφώνονται προς τις εφαρμοστέες σε αυτήν διατάξεις της κοινής πολιτικής αλιείας της Ένωσης.

    69

    Κατόπιν της κοινοποιήσεως της επίμαχης δηλώσεως στη Βολιβαριανή Δημοκρατία της Βενεζουέλας, αυτή επιβεβαίωσε την παραλαβή της δηλώσεως και ενήργησε διττώς. Αφενός, απέστειλε επισήμως στην Ένωση αιτήσεις άδειας αλιείας στην αποκλειστική οικονομική ζώνη της Γαλλικής Γουιάνας για τα σκάφη που έφεραν τη σημαία της, επισυνάπτοντας στις αιτήσεις αυτές συμβάσεις μεταποιήσεως στη Γαλλική Γουιάνα, όπως επιτάσσει το σημείο 3 της ίδιας δηλώσεως σε συνδυασμό με την υποσημείωση του παραρτήματος VIII του κανονισμού 44/2012. Αφετέρου, το εν λόγω κράτος εξέφρασε τους προβληματισμούς του όσον αφορά την ενδεχόμενη άσκηση προσφυγής κατά της δηλώσεως αυτής, ζητώντας από το Συμβούλιο πληροφορίες σχετικά με το ζήτημα αν η πρόθεση του Κοινοβουλίου να αμφισβητήσει το κύρος της επίμαχης αποφάσεως ήταν ικανή να επηρεάσει τις αλιευτικές δραστηριότητες των σκαφών που έφεραν τη σημαία της στη συγκεκριμένη ζώνη.

    70

    Συνεπώς, ενεργώντας κατά τον τρόπο αυτό, η Βολιβαριανή Δημοκρατία της Βενεζουέλας εξέλαβε κατά τα φαινόμενα την επίμαχη δήλωση ως προσφορά εκμεταλλεύσεως, υπό τους όρους που τάσσει το συγκεκριμένο έγγραφο, ενός μέρους του επιτρεπόμενου υπολοίπου του αλιεύματος στην αποκλειστική οικονομική ζώνη της Γαλλικής Γουιάνας, προσφορά στην οποία κλήθηκε να απαντήσει.

    71

    Συναφώς, αποστέλλοντας προς την Ένωση, κατόπιν της προσφοράς που αυτή της απηύθυνε, συγκεκριμένες αιτήσεις άδειας αλιείας και απέχοντας, κατά την αποστολή αυτή, από τη διατύπωση επιφυλάξεων όσον αφορά τους όρους αυτής της προσφοράς, πρέπει να θεωρηθεί ότι η Βολιβαριανή Δημοκρατία της Βενεζουέλας αποδέχτηκε τη συγκεκριμένη προσφορά.

    72

    Υπό αυτές τις συνθήκες, οι ενέργειες της συγκεκριμένης χώρας πρέπει να θεωρηθούν ως αποδοχή της προσφοράς που της έγινε από την Ένωση μέσω της επίμαχης δηλώσεως.

    73

    Κατόπιν των προεκτεθέντων, η επίμαχη δήλωση εκ μέρους της Ένωσης προς τη Βολιβαριανή Δημοκρατία της Βενεζουέλας πρέπει να χαρακτηριστούν, από κοινού, ως συμφωνία συναφθείσα μεταξύ τους όσον αφορά την άδεια εκμεταλλεύσεως, υπό τους όρους που συγκεκριμενοποιούνται στην ίδια δήλωση, μέρους του επιτρεπόμενου υπολοίπου του αλιεύματος στην αποκλειστική οικονομική ζώνη της Γαλλικής Γουιάνας.

    74

    Υπό το πρίσμα της προεκτεθείσας αναλύσεως του περιεχομένου και του σκοπού της επίμαχης δηλώσεως, σκόπιμο είναι να εξακριβωθεί, εν συνεχεία, αν η συγκεκριμένη δήλωση εμπίπτει στην αρμοδιότητα του νομοθέτη της Ένωσης ή αν συνιστά απλό εκτελεστικό μέτρο τεχνικού χαρακτήρα, όπως εκτέθηκε στη σκέψη 50 της παρούσας αποφάσεως.

    75

    Συναφώς, επισημαίνεται ότι, ανεξαρτήτως από τον τίτλο και τη χρήση ορισμένων όρων στην επίμαχη δήλωση, αυτή δεν αποσκοπεί στη διασφάλιση «του καθορισμού και [...] της κατανομής των αλιευτικών δυνατοτήτων», κατά την έννοια του άρθρου 43, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ, αλλά, όπως προκύπτει από τη σκέψη 68 της παρούσας αποφάσεως, στην παροχή προς τη Βολιβαριανή Δημοκρατία της Βενεζουέλας της δυνατότητας συμμετοχής στην εκμετάλλευση των ζώντων πόρων στην αποκλειστική οικονομική ζώνη της Γουιάνας, υπό τους όρους που τάσσει η Ένωση.

    76

    Κατά την εκτίμηση που πρέπει να προηγηθεί τέτοιου είδους προσφοράς, τα αρμόδια θεσμικά όργανα της Ένωσης λαμβάνουν υπόψη καταρχάς στοιχεία διμερούς πολιτικής. Ακολούθως, λαμβανομένης υπόψη της ειδικής αρμοδιότητας της Ένωσης, η οποία ενεργεί αντί του οικείου παράκτιου κράτους, για την εκμετάλλευση των ζώντων πόρων στην αποκλειστική οικονομική του ζώνη, τα θεσμικά όργανα εκτιμούν αν το ενδιαφερόμενο κράτος είναι σε θέση να διασφαλίσει ότι τα κράτη που φέρουν τη σημαία του συμμορφώνονται προς τους όρους στους οποίους υπόκειται η συγκεκριμένη εκμετάλλευση, όπως, ιδίως, η τήρηση των εφαρμοστέων διατάξεων της κοινής πολιτικής αλιείας της Ένωσης στη συγκεκριμένη ζώνη. Τέλος, τα θεσμικά όργανα της Ένωσης λαμβάνουν υπόψη τα στοιχεία που παρατέθηκαν στη σκέψη 58 της παρούσας αποφάσεως, τα οποία απαιτούν την αξιολόγηση διαφορετικών πτυχών που χαρακτηρίζουν την κατάσταση των κρατών της οικείας περιοχής και, τουλάχιστον, την κατάσταση του ενδιαφερόμενου κράτους.

    77

    Εξάλλου, όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 3 της επίμαχης αποφάσεως και τις σκέψεις 1 έως 3 της επίμαχης δηλώσεως, η δήλωση αυτή όχι μόνον αποσκοπεί καταρχήν στη χορήγηση της δυνατότητας συμμετοχής στην εκμετάλλευση των ζώντων πόρων της Βολιβαριανής Δημοκρατίας της Βενεζουέλας στην αποκλειστική οικονομική ζώνη της Γαλλικής Γουιάνας, αλλά επιπλέον, όπως υπομνήσθηκε στη σκέψη 54 της παρούσας αποφάσεως, εξαρτά τη χορήγηση από την τήρηση των διατάξεων της κοινής πολιτικής αλιείας της Ένωσης σχετικά με τα μέτρα διατηρήσεως και ελέγχου καθώς και άλλες διατάξεις της Ένωσης που διέπουν τις αλιευτικές δραστηριότητες στην εν λόγω ζώνη, όπως οι κανόνες ή κανονισμοί της Ένωσης που ορίζουν, ιδίως, τα αποθέματα ιχθύων η αλίευση των οποίων επιτρέπεται, τον μέγιστο αριθμό των αλιευτικών σκαφών που επιτρέπεται να αλιεύουν και το ποσοστό των αλιευμάτων που πρέπει να εκφορτώνονται στους λιμένες της Γαλλικής Γουιάνας.

    78

    Επομένως, η επίμαχη δήλωση αποβλέπει στη θέσπιση γενικού πλαισίου, προκειμένου να επιτραπεί στα σκάφη που φέρουν τη σημαία της Βενεζουέλας να αλιεύουν στη συγκεκριμένη ζώνη, το οποίο πλαίσιο, εν συνεχεία, συγκεκριμενοποιήθηκε διαδοχικώς από το άρθρο 36, παράγραφος 1, και το παράρτημα VIII του κανονισμού 44/2012, το άρθρο 34, παράγραφος 1, και το παράρτημα VIII του κανονισμού (ΕE) 40/2013 του Συμβουλίου, της 21ης Ιανουαρίου 2013, σχετικά με τον καθορισμό, για το 2013, των αλιευτικών δυνατοτήτων που διατίθενται στα ύδατα ΕΕ, και σε σκάφη ΕΕ, σε ορισμένα ύδατα που δεν ανήκουν στην ΕΕ, για ορισμένα αποθέματα ιχθύων ή ομάδες αποθεμάτων ιχθύων που αποτελούν αντικείμενο διεθνών διαπραγματεύσεων ή συμφωνιών (ΕΕ L 23, σ. 54), καθώς και το άρθρο 40, παράγραφος 1, και το παράρτημα VIII του κανονισμού (ΕE) 43/2014 του Συμβουλίου, της 20ής Ιανουαρίου 2014, σχετικά με τον καθορισμό, για το 2014, των αλιευτικών δυνατοτήτων που διατίθενται στα ύδατα ΕΕ, και σε σκάφη ΕΕ, σε ορισμένα ύδατα που δεν ανήκουν στην ΕΕ, για ορισμένα αποθέματα ιχθύων ή ομάδες αποθεμάτων ιχθύων που αποτελούν αντικείμενο διεθνών διαπραγματεύσεων ή συμφωνιών (ΕΕ L 24, σ. 1). Συναφώς, πρέπει να επισημανθεί ότι και οι τρεις κανονισμοί εκδόθηκαν βάσει του άρθρου 43, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ.

    79

    Συνεπώς, η προσφορά προς τη Βολιβαριανή Δημοκρατία της Βενεζουέλας δεν αποτελεί τεχνικό ή εκτελεστικό μέτρο, αλλά, αντιθέτως, μέτρο που συνιστά αυτοτελή απόφαση η οποία πρέπει να λαμβάνεται υπό το πρίσμα των πολιτικών συμφερόντων που επιδιώκει η Ένωση στο πλαίσιο των κοινών πολιτικών της, ιδίως στον τομέα της αλιείας.

    80

    Επομένως, η επίμαχη δήλωση εμπίπτει σε τομέα δραστηριότητας ο οποίος συγκαταλέγεται μεταξύ αυτών στους οποίους η λήψη μέτρων απόκειται στον νομοθέτη της Ένωσης.

    81

    Υπ’ αυτές τις συνθήκες, η επίμαχη απόφαση εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 43, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ και όχι του άρθρου 43, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ.

    82

    Τέλος, πρέπει να προσδιορισθεί η διάταξη της Συνθήκης ΛΕΕ που ορίζει τη διαδικασία βάσει της οποίας έπρεπε να είχε ληφθεί η επίμαχη απόφαση.

    83

    Δεδομένου ότι η επίμαχη δήλωση, η οποία εγκρίθηκε με την επίμαχη απόφαση, συνιστά συστατικό στοιχείο διεθνούς συμφωνίας (βλ. σκέψη 73 της παρούσας αποφάσεως), εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 218 ΣΛΕΕ. Ειδικότερα, το εν λόγω άρθρο διέπει τη διαπραγμάτευση και τη σύναψη συμφωνιών μεταξύ της Ένωσης και τρίτων χωρών ή διεθνών οργανισμών, εξυπακουομένου ότι κατά τη νομολογία ο όρος «συμφωνία» χρησιμοποιείται υπό γενική έννοια, προκειμένου να χαρακτηρίσει κάθε δέσμευση που αναλαμβάνεται από υποκείμενα διεθνούς δικαίου και έχει αναγκαστική ισχύ, ασχέτως του επίσημου χαρακτηρισμού της (βλ., επ’ αυτού, γνώμη 1/75, EU:C:1975:145, σ. 409, και γνώμη 2/92, EU:C:1995:83, σκέψη 8, καθώς και απόφαση Γαλλία κατά Επιτροπής, C‑327/91, EU:C:1994:305, σκέψη 27).

    84

    Επιπλέον, υπενθυμίζεται ότι το άρθρο 218, παράγραφος 6, στοιχείο αʹ, σημείο v, ΣΛΕΕ ορίζει την εφαρμοστέα νομοθεσία στην περίπτωση των συμφωνιών που καλύπτουν τους τομείς στους οποίους εφαρμόζεται η συνήθης νομοθετική διαδικασία. Δεδομένου ότι το άρθρο 43, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ, διάταξη βάσει της οποίας έπρεπε να είχε εκδοθεί η επίμαχη απόφαση, προβλέπει επακριβώς τέτοιου είδους διαδικασία, η απόφαση αυτή έπρεπε να είχε εκδοθεί βάσει του άρθρου 218, παράγραφος 6, στοιχείο αʹ, σημείο v, ΣΛΕΕ.

    85

    Λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθέντων, η επίμαχη απόφαση, με την οποία εγκρίθηκε η επίμαχη δήλωση στο όνομα της Ένωσης, έπρεπε να είχε εκδοθεί βάσει του άρθρου 43, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ, σε συνδυασμό με το άρθρο 218, παράγραφος 6, στοιχείο αʹ, σημείο v, ΣΛΕΕ και όχι βάσει του άρθρου 43, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ, σε συνδυασμό με το άρθρο 218, παράγραφος 6, στοιχείο βʹ, ΣΛΕΕ.

    86

    Υπ’ αυτές τις συνθήκες, πρέπει να γίνει δεκτός ο πρώτος λόγος ακυρώσεως που προέβαλε το Κοινοβούλιο καθώς και το πρώτο και το δεύτερο σκέλος του πρώτου λόγου ακυρώσεως που προέβαλε η Επιτροπή.

    87

    Ως εκ τούτου, η επίμαχη απόφαση πρέπει να ακυρωθεί χωρίς να είναι απαραίτητο να εξετασθούν οι λοιποί λόγοι ακυρώσεως που προβάλλουν το Κοινοβούλιο και η Επιτροπή στις προσφυγές τους.

    Επί του αιτήματος περί διατηρήσεως των αποτελεσμάτων της επίμαχης αποφάσεως

    88

    Το Συμβούλιο και η Επιτροπή, υποστηριζόμενοι συναφώς από την Τσεχική Δημοκρατία, το Βασίλειο της Ισπανίας και τη Γαλλική Δημοκρατία, ζητούν από το Δικαστήριο να διατηρήσει τα αποτελέσματα της επίμαχης αποφάσεως, σε περίπτωση ακυρώσεώς της έως την έκδοση νέας αποφάσεως. Το Κοινοβούλιο επισήμανε ότι δεν αντιτίθεται στο να γίνει δεκτό το συγκεκριμένο αίτημα.

    89

    Κατά το άρθρο 264, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ, το Δικαστήριο προσδιορίζει, εφόσον το κρίνει αναγκαίο, τα αποτελέσματα της ακυρωθείσας πράξεως που θεωρούνται οριστικά.

    90

    Συναφώς, από τη νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι, για λόγους που άπτονται της ασφάλειας δικαίου, τα αποτελέσματα τέτοιου είδους πράξεως πρέπει να διατηρηθούν σε περίπτωση που η ακύρωση θα συνεπαγόταν κατά τρόπο άμεσο σοβαρές αρνητικές συνέπειες για τα πρόσωπα που αφορά η πράξη, η δε νομιμότητα της προσβαλλομένης πράξεως δεν αμφισβητείται λόγω του σκοπού της αλλά λόγω της αναρμοδιότητας του εκδόντος οργάνου ή παραβάσεως ουσιώδους τύπου. Οι λόγοι αυτοί περιλαμβάνουν, συγκεκριμένα, την εσφαλμένη επιλογή της νομικής βάσεως της προσβαλλομένης πράξεως (βλ., επ’ αυτού, αποφάσεις Κοινοβούλιο κατά Συμβουλίου, C‑414/04, EU:C:2006:742, σκέψη 59, απόφαση Κοινοβούλιο και Δανία κατά Επιτροπής, C‑14/06 και C‑295/06, EU:C:2008:176, σκέψη 86, καθώς και Κοινοβούλιο κατά Συμβουλίου, C‑490/10, EU:C:2012:525, σκέψεις 91 και 92).

    91

    Εν προκειμένω, από την αιτιολογική σκέψη 2 της επίμαχης αποφάσεως προκύπτει ότι, επιτρέποντας στη Βολιβαριανή Δημοκρατία της Βενεζουέλας την εκμετάλλευση του υπολοίπου του επιτρεπόμενου αλιεύματος στην αποκλειστική οικονομική ζώνη της Γαλλικής Γουιάνας, η συγκεκριμένη απόφαση αποβλέπει στη διασφάλιση της συνέχειας των εκφορτώσεων που πραγματοποιούνται από τα σκάφη τα οποία φέρουν τη σημαία της Βενεζουέλας στη Γαλλική Γουιάνα, καθότι η βιομηχανία μεταποιήσεως που είναι εγκατεστημένη στο συγκεκριμένο τμήμα εξαρτάται από τις εκφορτώσεις αυτές. Επομένως, η άμεση ισχύς της ακυρώσεως της συγκεκριμένης αποφάσεως θα ήταν ικανή να επηρεάσει την εν λόγω συνέχεια συνεπαγόμενη, ως εκ τούτου, σοβαρές αρνητικές συνέπειες για τους οικείους οικονομικούς φορείς.

    92

    Υπό τις συνθήκες αυτές, συντρέχουν σοβαροί λόγοι ασφάλειας δικαίου που δικαιολογούν την εκ μέρους του Δικαστηρίου αποδοχή του αιτήματος να διατηρηθούν σε ισχύ τα αποτελέσματα της επίμαχης αποφάσεως. Εξάλλου, πρέπει να επισημανθεί ότι ούτε το Κοινοβούλιο ούτε η Επιτροπή αμφισβήτησαν τη νομιμότητα της εν λόγω αποφάσεως λόγω του σκοπού ή του περιεχομένου της και επομένως δεν υφίσταται συναφώς κάποιο κώλυμα δυνάμενο να αποκλείσει τη δυνατότητα του Δικαστηρίου να διατηρήσει τα αποτελέσματα αυτά.

    93

    Κατά συνέπεια, πρέπει να διατηρηθούν τα αποτελέσματα της αποφάσεως αυτής έως τη θέση σε ισχύ, εντός εύλογης προθεσμίας από την ημερομηνία εκδόσεως της παρούσας αποφάσεως, νέας αποφάσεως βάσει της ενδεδειγμένης νομικής βάσεως, ήτοι του άρθρου 43, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ, σε συνδυασμό με το άρθρο 218, παράγραφος 6, στοιχείο αʹ, σημείο v, ΣΛΕΕ.

    Επί των δικαστικών εξόδων

    94

    Κατά το άρθρο 138, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα, εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα. Επειδή το Συμβούλιο ηττήθηκε και το Κοινοβούλιο και η Επιτροπή έχουν ζητήσει την καταδίκη του στα δικαστικά έξοδα, το Συμβούλιο πρέπει να καταδικαστεί στα έξοδα αυτά. Συμφώνως προς το άρθρο 140, παράγραφος 1, του ίδιου Κανονισμού, η Τσεχική Δημοκρατία, το Βασίλειο της Ισπανίας, η Γαλλική Δημοκρατία και η Δημοκρατία της Πολωνίας, που παρενέβησαν στις υπό κρίση ένδικες διαφορές, φέρουν τα δικά τους δικαστικά έξοδα.

     

    Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τμήμα μείζονος συνθέσεως) αποφασίζει:

     

    1)

    Ακυρώνει την απόφαση 2012/19/ΕΕ του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2011, για την έγκριση, από μέρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δήλωσης σχετικά με τη χορήγηση αλιευτικών δυνατοτήτων στα ύδατα της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε αλιευτικά σκάφη που φέρουν σημαία της Βολιβαριανής Δημοκρατίας της Βενεζουέλας στην αποκλειστική οικονομική ζώνη στα ανοικτά των ακτών της Γαλλικής Γουιάνας.

     

    2)

    Τα αποτελέσματα της αποφάσεως 2012/19/ΕE διατηρούνται έως τη θέση σε ισχύ, εντός εύλογης προθεσμίας από την ημερομηνία εκδόσεως της παρούσας αποφάσεως, νέας αποφάσεως βάσει της ενδεδειγμένης νομικής βάσεως, ήτοι του άρθρου 43, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ, σε συνδυασμό με το άρθρο 218, παράγραφος 6, στοιχείο αʹ, σημείο v, ΣΛΕΕ.

     

    3)

    Καταδικάζει το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στα δικαστικά έξοδα.

     

    4)

    Η Τσεχική Δημοκρατία, το Βασίλειο της Ισπανίας, η Γαλλική Δημοκρατία και η Δημοκρατία της Πολωνίας φέρουν τα δικά τους δικαστικά έξοδα.

     

    (υπογραφές)


    ( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική.

    Top