EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62010CC0277

Προτάσεις της γενικης εισαγγελέα Trstenjak της 6ης Σεπτεμβρίου 2011.
Martin Luksan κατά Petrus van der Let.
Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Handelsgericht Wien - Αυστρία.
Αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως - Προσέγγιση των νομοθεσιών - Πνευματική ιδιοκτησία - Δικαίωμα του δημιουργού και συγγενικά δικαιώματα - Οδηγίες 93/83/ΕΟΚ, 2001/29/ΕΚ, 2006/115/ΕΚ και 2006/116/ΕΚ - Κατανομή των δικαιωμάτων εκμεταλλεύσεως κινηματογραφικού έργου, κατόπιν της συνάψεως συμβάσεως, μεταξύ του σκηνοθέτη και του παραγωγού του κινηματογραφικού έργου - Εθνική κανονιστική ρύθμιση η οποία αναγνωρίζει τα δικαιώματα αυτά, αποκλειστικώς και αυτοδικαίως, στον παραγωγό του κινηματογραφικού έργου - Δυνατότητα παρεκκλίσεως από τον κανόνα αυτό με συμφωνία μεταξύ των μερών - Παρεπόμενα δικαιώματα αμοιβής.
Υπόθεση C-277/10.

Συλλογή της Νομολογίας 2012 -00000

ECLI identifier: ECLI:EU:C:2011:545

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ

VERICA TRSTENJAK

της 6ης Σεπτεμβρίου 2011 ( 1 )

Υπόθεση C-277/10

Martin Luksan

κατά

Petrus van der Let

[αίτηση του Handelsgericht Wien (Αυστρία)για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]

«Οδηγία 93/83/ΕΟΚ — Οδηγία 2006/116/ΕΚ — Οδηγία 2001/29/ΕΚ — Οδηγία 2005/115/ΕΚ — Ιδιότητα του σκηνοθέτη ως δημιουργού κινηματογραφικού έργου — Απονομή των αποκλειστικών δικαιωμάτων εκμεταλλεύσεως στον παραγωγό της ταινίας — Προϋποθέσεις — Άρθρο 14α ΑΣΒ — Άρθρο 17 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων — Δίκαιη αποζημίωση για τον δημιουργό — Άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2001/29 — Αξιώσεις αμοιβής για ιδιωτικές αναπαραγωγές — Δίκαιη αποζημίωση»

Περιεχόμενα

 

I – Εισαγωγή

 

II – Το εφαρμοστέο δίκαιο

 

Α – Το διεθνές δίκαιο

 

Β – Το δίκαιο της Ένωσης

 

1. Ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων

 

2. Η οδηγία για τις δορυφορικές ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις και την καλωδιακή αναμετάδοση

 

3. H οδηγία για τη διάρκεια προστασίας

 

4. Η οδηγία για την κοινωνία της πληροφορίας

 

5. Η οδηγία σχετικά με το δικαίωμα εκμίσθωσης και το δικαίωμα δανεισμού

 

α) Η οδηγία 92/100

 

β) Η οδηγία 2006/115

 

Γ – Το εθνικό δίκαιο

 

III – Τα πραγματικά περιστατικά, η διαδικασία ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου και τα προδικαστικά ερωτήματα

 

Α – Τα πραγματικά περιστατικά

 

Β – Η διαδικασία ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου

 

1. Επί των αποκλειστικών δικαιωμάτων εκμεταλλεύσεως

 

2. Επί των προβλεπόμενων στον νόμο δικαιωμάτων αμοιβής

 

Γ – Τα προδικαστικά ερωτήματα

 

IV – Η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου

 

V – Επί του πρώτου προδικαστικού ερωτήματος και του πρώτου σκέλους του δευτέρου προδικαστικού ερωτήματος

 

Α – Οι κύριοι ισχυρισμοί των μετεχόντων στη διαδικασία

 

Β – Νομική εκτίμηση

 

1. Επί της ιδιότητας του σκηνοθέτη κινηματογραφικού έργου ως δημιουργού

 

α) Επί της οδηγίας για τις δορυφορικές ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις και την καλωδιακή αναμετάδοση

 

β) Επί της οδηγίας για τη διάρκεια προστασίας και της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας

 

γ) Συμπέρασμα σε αυτό το στάδιο της ανάλυσης

 

2. Πρέπει να απονέμονται τα αποκλειστικά δικαιώματα εκμεταλλεύσεως κατά τρόπο πρωτότυπο στον σκηνοθέτη ως δημιουργό του κινηματογραφικού έργου;

 

α) Κατ’ αρχήν απονομή των αποκλειστικών δικαιωμάτων εκμεταλλεύσεως στον δημιουργό του κινηματογραφικού έργου

 

β) Εξουσία περιορισμού των αποκλειστικών δικαιωμάτων εκμεταλλεύσεως του δημιουργού του κινηματογραφικού έργου

 

γ) Επί της νομιμότητας της κατά πρωτότυπο τρόπο απονομής των αποκλειστικών δικαιωμάτων εκμεταλλεύσεως στον παραγωγό του κινηματογραφικού έργου

 

δ) Συμπέρασμα σε αυτό το στάδιο της ανάλυσης

 

3. Επί των όρων της κατά πρωτότυπο τρόπο απονομής των αποκλειστικών δικαιωμάτων εκμεταλλεύσεως στον παραγωγό της ταινίας

 

α) Δεν επιτρέπεται η αναλογική εφαρμογή του άρθρου 3, παράγραφοι 4 και 5, της οδηγίας σχετικά με το δικαίωμα εκμισθώσεως και το δικαίωμα δανεισμού

 

β) Επί των επιταγών του δικαίου της Ένωσης

 

i) Ύπαρξη συμβάσεως

 

ii) Υπεροχή αντίθετων συμφωνιών

 

iii) Δικαίωμα εύλογης αμοιβής

 

– Το ανήκον στον σκηνοθέτη, ως δημιουργό του κινηματογραφικού έργου, δικαίωμα του δημιουργού, ως ιδιοκτησία που προστατεύεται ως θεμελιώδες δικαίωμα

 

– Προϋποθέσεις για τη δικαιολόγηση της προσβολής της εν λόγω ιδιοκτησίας

 

iv) Συμπέρασμα σε αυτό το στάδιο της ανάλυσης

 

4. Ως προς τη συμφωνία εθνικής ρυθμίσεως, όπως αυτή του άρθρου 38, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, UrhG, προς τις επιταγές του δικαίου της Ένωσης

 

VI – Επί του δεύτερου σκέλους του δεύτερου προδικαστικού ερωτήματος, καθώς και επί του τρίτου και τέταρτου προδικαστικού ερωτήματος

 

Α – Οι κύριοι ισχυρισμοί των μετεχόντων στη διαδικασία

 

Β – Νομική εκτίμηση

 

1. Προκαταρκτική παρατήρηση

 

2. Επί της δίκαιης αποζημιώσεως κατά το άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας

 

α) Ποιος δικαιούται δίκαιη αποζημίωση;

 

β) Περαιτέρω επιταγές

 

3. Συμφωνία εθνικής ρύθμισης, όπως αυτή του άρθρου 38, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, UrhG, προς τις επιταγές του δικαίου της Ένωσης

 

VII – Συμπληρωματική παρατήρηση

 

VIII – Πρόταση

I – Εισαγωγή

1.

Η υπό κρίση αίτηση του Handelsgericht Wien (στο εξής: αιτούν δικαστήριο) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως αφορά τον τομέα της πνευματικής ιδιοκτησίας των κινηματογραφικών έργων και θέτει, κατ’ ουσίαν, τρία ερωτήματα που αναφέρονται στα δικαιώματα του δημιουργού και του παραγωγού του κινηματογραφικού έργου.

2.

Κατ’ αρχάς, το αιτούν δικαστήριο ερωτά κατά πόσον στο άρθρο 2, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/116/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, για τη διάρκεια προστασίας του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας και ορισμένων συγγενικών δικαιωμάτων (κωδικοποίηση) ( 2 ) (στο εξής: οδηγία για τη διάρκεια προστασίας), ορίζεται η έννοια του δημιουργού κινηματογραφικού έργου μόνον για τους σκοπούς της οδηγίας αυτής ή ο ορισμός αυτός καλείται να εφαρμοστεί και πέραν της εν λόγω οδηγίας.

3.

Ακολούθως, το αιτούν δικαστήριο ερωτά το Δικαστήριο κατά πόσον είναι σύμφωνη προς τις επιταγές του δικαίου της Ένωσης εθνική ρύθμιση σύμφωνα με την οποία τα αποκλειστικά δικαιώματα εκμεταλλεύσεως της αναπαραγωγής, της μεταδόσεως μέσω δορυφόρου και της με άλλα μέσα παρουσιάσεως στο κοινό, που καθιστούν, ιδίως, το έργο προσιτό στο κοινό, γεννώνται κατά τρόπο πρωτότυπο στο πρόσωπο του παραγωγού του κινηματογραφικού έργου και όχι στο πρόσωπο του ή των δημιουργών του κινηματογραφικού έργου. Το αιτούν δικαστήριο υποβάλλει το εν λόγω ερώτημα υπό το πρίσμα του άρθρου 2 της οδηγίας 93/83/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 27ης Σεπτεμβρίου 1993, περί συντονισμού ορισμένων κανόνων όσον αφορά το δικαίωμα του δημιουργού και τα συγγενικά δικαιώματα που εφαρμόζονται στις δορυφορικές ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις και την καλωδιακή αναμετάδοση ( 3 ) (στο εξής: οδηγία για τις δορυφορικές ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις και την καλωδιακή αναμετάδοση), και των άρθρων 2 και 3 της οδηγίας 2001/29/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2001, για την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος του δημιουργού και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας ( 4 ) (στο εξής: οδηγία για την κοινωνία της πληροφορίας). Σύμφωνα με τις διατάξεις αυτές, τα εν λόγω αποκλειστικά δικαιώματα εκμεταλλεύσεως ανήκουν κατ’ αρχήν στον δημιουργό του κινηματογραφικού έργου.

4.

Τέλος, τίθεται στην παρούσα διαδικασία το ερώτημα σε ποιον ανήκει η δίκαιη αποζημίωση του άρθρου 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας, όταν τα κράτη μέλη περιορίζουν το δικαίωμα αναπαραγωγής κινηματογραφικών έργων, κατά το άρθρο 2 της εν λόγω οδηγίας, όσον αφορά αντίγραφα για ιδιωτική χρήση.

II – Το εφαρμοστέο δίκαιο

Α — Το διεθνές δίκαιο

5.

Το άρθρο 14α της Συμβάσεως της Βέρνης για την προστασία των λογοτεχνικών και καλλιτεχνικών έργων (πράξη των Παρισίων, της 24ης Ιουλίου 1971) ( 5 ) (καλούμενη Αναθεωρημένη Σύμβαση της Βέρνης, στο εξής: ΑΣΒ) έχει ως εξής:

«1)   Επιφυλασσομένων των συγγραφικών δικαιωμάτων διά παν τυχόν προσαρμοσθέν ή αναπαραχθέν έργον, το κινηματογραφικόν έργον προστατεύεται ως πρωτότυπον έργον. Ο δικαιούχος δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας επί του κινηματογραφικού έργου έχει τα αυτά δικαιώματα με τον δημιουργόν πρωτοτύπου έργου, συμπεριλαμβανομένων των εν τω προηγουμένω άρθρω δικαιωμάτων.

α)

Ο καθορισμός των δικαιούχων δικαιώματος επί κινηματογραφικού έργου επιφυλάσσεται εις την νομοθεσίαν της χώρας, ένθα ζητείται η προστασία.

β)

Πάντως, εις τας χώρας της Ενώσεως, εις τας οποίας η νομοθεσία αναγνωρίζει μεταξύ των δικαιούχων τούτων τους δημιουργούς των έργων των συμβαλλόντων εις την πραγματοποίησιν του κινηματογραφικού έργου ούτοι, εάν ανέλαβαν την υποχρέωσιν να εισφέρουν τα τοιαύτα έργα, δεν θα δύνανται, πλην αντιθέτου ή ειδικού όρου, να αντιταχθούν εις την αναπαραγωγήν, την θέσιν εις κυκλοφορίαν, την δημοσίαν παράστασιν και εκτέλεσιν, την ενσύρματον μετάδοσιν εις το κοινόν, την παράθεσιν υποτίτλων και την μετάφρασιν των κειμένων του κινηματογραφικού έργου.

γ)

Το κατά πόσον […] ο τύπος της ως άνω υποχρεώσεως δέον διά την εφαρμογήν του προηγουμένου εδαφίου βʹ να είναι ή ου έγγραφον συμβόλαιον ή ισοδύναμος έγγραφος πράξις ρυθμίζεται υπό της νομοθεσίας της χώρας της Ενώσεως, ένθα ο παραγωγός του κινηματογραφικού έργου έχει την έδραν του ή την συνήθη διαμονήν του. Η νομοθεσία της χώρας της Ενώσεως, ένθα ζητείται η προστασία, διατηρεί εν τούτοις την ευχέρειαν να προβλέπη ότι η εν λόγω ανάληψις υποχρεώσεως δέον να είναι έγγραφον συμβόλαιον ή ισοδύναμος έγγραφος πράξις. Αι χώραι, αι ποιούμεναι χρήσιν της ευχερείας ταύτης, οφείλουν να γνωρίσουν τούτο εις τον Γενικόν Διευθυντήν δι’ εγγράφου δηλώσεως, η οποία θα κοινοποιηθή πάραυτα υπ’ αυτού εις όλας τας λοιπάς χώρας της Ενώσεως.

δ)

Διά της φράσεως “αντίθετος ή ειδικός όρος”, νοείται πας περιοριστικός όρος, όστις δυνατόν να συνοδεύη την εν λόγω υποχρεώσιν.

3)   Πλην αντιθέτου ρυθμίσεως υπό της εθνικής νομοθεσίας, αι διατάξεις της ως άνω παραγράφου 2βʹ δεν εφαρμόζονται ούτε εις τους συγγραφείς σεναρίων και διαλόγων, ούτε εις τους συνθέτας μουσικών έργων, δημιουργηθέντων διά την πραγματοποίησιν του κινηματογραφικού έργου, ούτε εις τον κύριον δημιουργόν τούτου. Εν τούτοις, αι χώραι της Ενώσεως, των οποίων η νομοθεσία δεν περιέχει διατάξεις προβλέπουσας την εφαρμογήν της ως άνω παραγράφου 2β εις τον εν λόγω δημιουργόν, οφείλουν να γνωρίσουν τούτο εις τον Γενικόν Διευθυντήν δι’ εγγράφου δηλώσεως, ήτις θα κοινοποιηθή πάραυτα υπό τούτου εις όλας τας λοιπάς χώρας της Ενώσεως.»

Β — Το δίκαιο της Ένωσης

1. Ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων

6.

Το άρθρο 17 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ενώσεως (στο εξής: Χάρτης) ρυθμίζει το δικαίωμα ιδιοκτησίας και ορίζει ότι:

«1)   Κάθε πρόσωπο δικαιούται να είναι κύριος των νομίμως κτηθέντων αγαθών του, να τα χρησιμοποιεί, να τα διαθέτει και να τα κληροδοτεί. Κανείς δεν μπορεί να στερείται την ιδιοκτησία του, παρά μόνον για λόγους δημόσιας ωφέλειας, στις περιπτώσεις και υπό τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στον νόμο και έναντι δίκαιης και έγκαιρης αποζημίωσης για την απώλειά της. Η χρήση των αγαθών μπορεί να υπόκειται σε περιορισμούς από τον νόμο, εφόσον αυτό είναι αναγκαίο προς το γενικό συμφέρον.

2)   Η πνευματική ιδιοκτησία προστατεύεται.»

2. Η οδηγία για τις δορυφορικές ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις και την καλωδιακή αναμετάδοση

7.

Οι εικοστή τέταρτη έως εικοστή έκτη αιτιολογικές σκέψεις της οδηγίας για τις δορυφορικές ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις και την καλωδιακή αναμετάδοση έχουν ως εξής:

«(24)

ότι η εναρμόνιση των νομοθεσιών που προβλέπει η παρούσα οδηγία περιλαμβάνει την εναρμόνιση των διατάξεων που εξασφαλίζουν υψηλό επίπεδο προστασίας των δημιουργών, ερμηνευτών ή εκτελεστών, καλλιτεχνών, παραγωγών φωνογραφημάτων και ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών· ότι η εναρμόνιση αυτή δεν πρέπει να επιτρέπει σε έναν ραδιοτηλεοπτικό οργανισμό να επωφελείται από τις διαφορές στα επίπεδα προστασίας, μετατοπίζοντας τις δραστηριότητές του, εις βάρος της οπτικοακουστικής παραγωγής·

(25)

ότι η παρεχόμενη προστασία των συγγενικών δικαιωμάτων πρέπει να ευθυγραμμιστεί με αυτήν που προβλέπεται στην οδηγία 92/100/ΕΟΚ [...], στα πλαίσια της παρουσίασης στο κοινό μέσω δορυφόρου· ότι, ιδιαίτερα, με τον τρόπο αυτό, οι ερμηνευτές ή εκτελεστές καλλιτέχνες και οι παραγωγοί φωνογραφημάτων θα εξασφαλίζουν εύλογη αμοιβή για την παρουσίαση των ερμηνειών ή εκτελέσεων ή φωνογραφημάτων τους στο κοινό μέσω δορυφόρου·

(26)

ότι οι διατάξεις του άρθρου 4 δεν εμποδίζουν τα κράτη μέλη να επεκτείνουν το τεκμήριο που καθορίζεται στο άρθρο 2, παράγραφος 5, της οδηγίας 92/100/ΕΟΚ στα αποκλειστικά δικαιώματα που αναφέρονται στο άρθρο 4· ότι, επιπλέον, οι διατάξεις του άρθρου 4 δεν εμποδίζουν τα κράτη μέλη να προβλέπουν ένα αντικρούσιμο τεκμήριο για την παροχή άδειας εκμετάλλευσης όσον αφορά τα αποκλειστικά δικαιώματα των ερμηνευτών ή εκτελεστών καλλιτεχνών, που αναφέρονται στο άρθρο αυτό εφόσον ένα τέτοιο τεκμήριο συμβιβάζεται με τη διεθνή σύμβαση περί της προστασίας των ερμηνευτών ή εκτελεστών καλλιτεχνών, των παραγωγών φωνογραφημάτων και των οργανισμών ραδιοτηλεόρασης».

8.

Το άρθρο 1 της οδηγίας για τις δορυφορικές ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις και την καλωδιακή αναμετάδοση περιέχει ορισμούς. Η παράγραφος 5 του άρθρου αυτού ορίζει:

«Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ο σκηνοθέτης κινηματογραφικού ή οπτικοακουστικού έργου θεωρείται ως ο δημιουργός του ή ένας από τους δημιουργούς του. Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι και άλλοι θεωρούνται ως συνδημιουργοί του.»

9.

Το άρθρο 2 της οδηγίας για τις δορυφορικές ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις και την καλωδιακή αναμετάδοση περιλαμβάνεται στο κεφάλαιο για τη ραδιοτηλεοπτική μετάδοση προγραμμάτων μέσω δορυφόρου και ρυθμίζει το δικαίωμα ραδιοτηλεοπτικής μετάδοσης. Ορίζει τα εξής:

«Σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου, τα κράτη μέλη προβλέπουν αποκλειστικό δικαίωμα, για τον δημιουργό, να επιτρέπει την μέσω δορυφόρου παρουσίαση στο κοινό έργων ως προς τα οποία ισχύει το δικαίωμα του δημιουργού.»

10.

Το άρθρο 4 της οδηγίας για τις δορυφορικές ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις και την καλωδιακή αναμετάδοση αφορά τα δικαιώματα των ερμηνευτών ή εκτελεστών καλλιτεχνών, των παραγωγών φωνογραφημάτων και των ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών. Ορίζει τα εξής:

«1)   Για τους σκοπούς της παρουσίασης στο κοινό μέσω δορυφόρου, τα δικαιώματα των ερμηνευτών ή εκτελεστών καλλιτεχνών, των παραγωγών φωνογραφημάτων και των ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών προστατεύονται δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 6, 7, 8 και 10 της οδηγίας 92/100/ΕΟΚ.

2)   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, “η ασύρματη ραδιοτηλεοπτική μετάδοση” στην οδηγία 92/100/ΕΟΚ θεωρείται ότι περιλαμβάνει την παρουσίαση στο κοινό μέσω δορυφόρου.

3)   Όσον αφορά την άσκηση των δικαιωμάτων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, εφαρμόζεται το άρθρο 2, παράγραφος 7, και το άρθρο 12 της οδηγίας 92/100/ΕΟΚ.»

3. H οδηγία για τη διάρκεια προστασίας

11.

Σύμφωνα με την πέμπτη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας για τη διάρκεια προστασίας:

«Οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας δεν θα πρέπει να θίγουν την υπό των κρατών μελών εφαρμογή του άρθρου 14α, παράγραφος 2, στοιχεία βʹ, γʹ και δʹ, και παράγραφος 3 της Σύμβασης της Βέρνης.»

12.

Το άρθρο 2 της εν λόγω οδηγίας αφορά τα κινηματογραφικά ή οπτικοακουστικά έργα και ορίζει τα εξής:

«1.   Ο σκηνοθέτης ενός κινηματογραφικού ή οπτικοακουστικού έργου θεωρείται ως δημιουργός του ή ένας από τους δημιουργούς του. Τα κράτη μέλη είναι ελεύθερα να ορίσουν και άλλους συνδημιουργούς.

2.   Η διάρκεια προστασίας ενός κινηματογραφικού ή οπτικοακουστικού έργου λήγει εβδομήντα έτη μετά τον θάνατο του τελευταίου επιζώντος μεταξύ των ακόλουθων προσώπων, είτε τα πρόσωπα αυτά έχουν ορισθεί συνδημιουργοί είτε όχι: του σκηνοθέτη, του σεναριογράφου, του συγγραφέα των διαλόγων και του συνθέτη της μουσικής που γράφτηκε ειδικά για να χρησιμοποιηθεί στο κινηματογραφικό ή οπτικοακουστικό έργο.»

13.

Με την οδηγία 2006/116 κωδικοποιήθηκε η οδηγία 93/98/ΕΟΚ. Στο μέτρο που γίνεται αναφορά στην οδηγία για τη διάρκεια προστασίας, νοείται η οδηγία 2006/116. Δεδομένου όμως ότι, όσον αφορά τις προαναφερθείσες διατάξεις, δεν υφίστανται διαφορές σε σχέση με την οδηγία 93/98, τα αναφερόμενα ισχύουν αντιστοίχως για την οδηγία 93/98.

4. Η οδηγία για την κοινωνία της πληροφορίας

14.

Η εικοστή αιτιολογική σκέψη της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας προβλέπει:

«Η παρούσα οδηγία βασίζεται σε αρχές και ρυθμίσεις ήδη κατοχυρωμένες από τις ισχύουσες οδηγίες στον συγκεκριμένο τομέα, ιδίως δε από τις οδηγίες 91/250/ΕΟΚ, 92/100/ΕΟΚ, 93/83/ΕΟΚ, 93/98/ΕΟΚ και 96/9/ΕΚ, και αναπτύσσει αυτές τις αρχές και ρυθμίσεις εντάσσοντάς τες στην κοινωνία της πληροφορίας. Οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας εφαρμόζονται υπό την επιφύλαξη των εν λόγω οδηγιών, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στην παρούσα οδηγία.»

15.

Το άρθρο 1, παράγραφος 2, της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας προβλέπει τα εξής:

«2.   Με εξαίρεση τις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 11, η παρούσα οδηγία ουδόλως θίγει τις ισχύουσες κοινοτικές διατάξεις σχετικά με:

[...]

β)

το δικαίωμα εκμίσθωσης, το δικαίωμα δανεισμού και ορισμένα δικαιώματα συγγενικά προς την πνευματική ιδιοκτησία στον τομέα των προϊόντων της διανοίας,

γ)

το δικαίωμα του δημιουργού και τα συγγενικά δικαιώματα που εφαρμόζονται στις ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις προγραμμάτων μέσω δορυφόρου και την καλωδιακή αναμετάδοση,

δ)

τη διάρκεια προστασίας του δικαιώματος της πνευματικής ιδιοκτησίας και ορισμένων συγγενικών δικαιωμάτων,

[...]».

16.

Το άρθρο 2 της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας έχει ως εξής:

«Δικαίωμα αναπαραγωγής

Τα κράτη μέλη παρέχουν το αποκλειστικό δικαίωμα να επιτρέπουν ή να απαγορεύουν την άμεση ή έμμεση, προσωρινή ή μόνιμη αναπαραγωγή με οποιοδήποτε μέσο και μορφή, εν όλω ή εν μέρει:

α)

στους δημιουργούς, όσον αφορά τα έργα τους,

β)

στους καλλιτέχνες ερμηνευτές ή εκτελεστές, όσον αφορά την εγγραφή σε υλικό φορέα των ερμηνειών ή εκτελέσεών τους,

γ)

στους παραγωγούς φωνογραφημάτων, όσον αφορά τα φωνογραφήματά τους,

δ)

στους παραγωγούς της πρώτης υλικής ενσωμάτωσης ταινιών σε φορέα, όσον αφορά το πρωτότυπο και τα αντίγραφα των ταινιών τους,

ε)

στους ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς, όσον αφορά την υλική ενσωμάτωση των εκπομπών τους, που μεταδίδονται ενσυρμάτως ή ασυρμάτως, συμπεριλαμβανομένης της καλωδιακής ή δορυφορικής μετάδοσης.»

17.

Το άρθρο 3 της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας ορίζει:

«Δικαίωμα παρουσίασης έργων στο κοινό και δικαίωμα διάθεσης άλλων αντικειμένων στο κοινό

1)   Τα κράτη μέλη παρέχουν στους δημιουργούς το αποκλειστικό δικαίωμα να επιτρέπουν ή να απαγορεύουν κάθε παρουσίαση στο κοινό των έργων τους, ενσυρμάτως ή ασυρμάτως, καθώς και να καθιστούν προσιτά τα έργα τους στο κοινό κατά τρόπο ώστε οποιοσδήποτε να έχει πρόσβαση σε αυτά όπου και όταν επιλέγει ο ίδιος.

2)   Τα κράτη μέλη παρέχουν το αποκλειστικό δικαίωμα να επιτρέπουν ή να απαγορεύουν τη διάθεση στο κοινό, ενσυρμάτως ή ασυρμάτως, κατά τρόπο ώστε οποιοσδήποτε να έχει πρόσβαση σε αυτά όπου και όταν επιλέγει ο ίδιος:

α)

στους καλλιτέχνες ερμηνευτές ή εκτελεστές, όσον αφορά την εγγραφή σε υλικό φορέα των ερμηνειών ή εκτελέσεών τους·

β)

στους παραγωγούς φωνογραφημάτων, όσον αφορά τα φωνογραφήματά τους·

γ)

στους παραγωγούς της πρώτης υλικής ενσωμάτωσης ταινιών, όσον αφορά το πρωτότυπο και τα αντίγραφα των ταινιών τους·

δ)

στους ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς, όσον αφορά την υλική ενσωμάτωση των εκπομπών τους, που μεταδίδονται ενσυρμάτως ή ασυρμάτως, συμπεριλαμβανομένης της καλωδιακής ή δορυφορικής αναμετάδοσης.

3)   Τα δικαιώματα που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 δεν αναλώνονται με οιαδήποτε πράξη παρουσίασης ή διάθεσης στο κοινό, με την έννοια του παρόντος άρθρου.»

18.

Το άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας ορίζει τα εξής:

«Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν εξαιρέσεις ή περιορισμούς από το δικαίωμα αναπαραγωγής που προβλέπεται στο άρθρο 2 στις ακόλουθες περιπτώσεις:

[...]

β)

αναπαραγωγές σε οποιοδήποτε μέσο που πραγματοποιούνται από φυσικό πρόσωπο για ιδιωτική χρήση και για μη άμεσους ή έμμεσους εμπορικούς σκοπούς, υπό τον όρο ότι οι δικαιούχοι λαμβάνουν δίκαιη αποζημίωση που συνεκτιμά την εφαρμογή ή όχι των τεχνολογικών μέτρων του άρθρου 6 στο συγκεκριμένο έργο ή άλλο υλικό.»

5. Η οδηγία σχετικά με το δικαίωμα εκμίσθωσης και το δικαίωμα δανεισμού

α) Η οδηγία 92/100

19.

Το άρθρο 2 της οδηγίας 92/100/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 1992, σχετικά με το δικαίωμα εκμίσθωσης, το δικαίωμα δανεισμού και ορισμένα δικαιώματα συγγενικά προς την πνευματική ιδιοκτησία στον τομέα των προϊόντων της διανοίας ( 6 ) αφορά τον δικαιούχο και το αντικείμενο του δικαιώματος εκμίσθωσης και δανεισμού. Η παράγραφος 2 της εν λόγω διατάξεως προβλέπει τα εξής:

«Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ο σκηνοθέτης ενός κινηματογραφικού ή οπτικοακουστικού έργου θεωρείται ως δημιουργός του ή ένας από τους δημιουργούς του. Τα κράτη μέλη μπορούν να ορίσουν ότι θεωρούνται ως συνδημιουργοί και άλλα πρόσωπα.»

β) Η οδηγία 2006/115

20.

Με την οδηγία 2006/115/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με το δικαίωμα εκμίσθωσης, το δικαίωμα δανεισμού και ορισμένα δικαιώματα συγγενικά προς την πνευματική ιδιοκτησία στον τομέα των προϊόντων της διανοίας (κωδικοποιημένη έκδοση) ( 7 ) (στο εξής: οδηγία σχετικά με το δικαίωμα εκμίσθωσης και το δικαίωμα δανεισμού), κωδικοποιήθηκε η οδηγία 92/100.

21.

Το άρθρο 2 της οδηγίας αυτής φέρει τον τίτλο «Ορισμοί». Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου αυτού ορίζουν:

«1)   Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

[...]

2)   Ο σκηνοθέτης ενός κινηματογραφικού ή οπτικοακουστικού έργου θεωρείται ως δημιουργός του ή ένας από τους δημιουργούς του. Τα κράτη μέλη μπορούν να ορίσουν ότι θεωρούνται ως συνδημιουργοί και άλλα πρόσωπα.»

22.

Το άρθρο 3, παράγραφοι 4 και 5, της οδηγίας 2006/115 αναφέρει:

«4.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 6, όταν συνάπτεται, μεμονωμένα ή συλλογικά, μεταξύ καλλιτεχνών ερμηνευτών ή εκτελεστών και παραγωγού, σύμβαση για την παραγωγή ταινίας, ο καλλιτέχνης ερμηνευτής ή εκτελεστής τον οποίο διέπει η σύμβαση αυτή τεκμαίρεται, εφόσον δεν υπάρχουν αντίθετες συμβατικές ρήτρες, ότι έχει εκχωρήσει το δικαίωμα εκμίσθωσης με την επιφύλαξη του άρθρου 5.

5.   Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν τεκμήριο παρόμοιο με το τεκμήριο της παραγράφου 4 όσον αφορά τους δημιουργούς.»

23.

Το άρθρο 5, παράγραφοι 1 έως 3, της οδηγίας 2006/115 ορίζει τα εξής:

«Δικαίωμα εύλογης αμοιβής από το οποίο δεν χωρεί παραίτηση

1)   Εάν ο δημιουργός ή ο καλλιτέχνης ερμηνευτής ή εκτελεστής έχει μεταβιβάσει ή εκχωρήσει το δικαίωμα εκμίσθωσης ενός φωνογραφήματος ή του πρωτοτύπου ή αντιγράφου ταινίας σε παραγωγό φωνογραφημάτων ή ταινιών, διατηρεί το δικαίωμα εύλογης αμοιβής για την εκμίσθωση.

2)   Οι δημιουργοί ή οι καλλιτέχνες ερμηνευτές ή εκτελεστές δεν μπορούν να παραιτηθούν από την εύλογη αμοιβή για την εκμίσθωση.

3)   Η διαχείριση του δικαιώματος εύλογης αμοιβής μπορεί να ανατεθεί σε εταιρείες συλλογικής διαχείρισης που εκπροσωπούν δημιουργούς καλλιτέχνες ερμηνευτές ή εκτελεστές.»

Γ — Το εθνικό δίκαιο

24.

Το άρθρο 16α, παράγραφος 5, του αυστριακού Bundesgesetz über das Urheberrecht an Werken der Literatur und Kunst und über verwandte Schutzrechte (ομοσπονδιακού νόμου περί πνευματικής ιδιοκτησίας σε έργα τέχνης και λογοτεχνίας και περί συγγενικών δικαιωμάτων, στο εξής: UrhG) ορίζει:

«Σε περίπτωση που ο δικαιούχος χρησιμοποιήσεως του έργου ή ο κατά το άρθρο 38, παράγραφος 1, δικαιούχος παραγωγός της ταινίας επιτρέψει σε άλλον, έναντι αμοιβής, την εκμίσθωση ή τον δανεισμό έργων, ο δημιουργός έχει, έναντι του δικαιούχου χρησιμοποιήσεως του έργου ή του παραγωγού της ταινίας, ανεπίδεκτη παραιτήσεως απαίτηση εύλογης συμμετοχής στην εν λόγω αμοιβή. Εφόσον η αξίωση αμοιβής για τον δανεισμό έργων ανήκει εκ του νόμου ή βάσει συμβάσεως σε έτερο πρόσωπο, ο δημιουργός έχει ανεπίδεκτη παραιτήσεως απαίτηση εύλογης συμμετοχής στην αμοιβή.»

25.

Το άρθρο 38, παράγραφος 1, UrhG ορίζει τα εξής:

«Τα δικαιώματα εκμεταλλεύσεως επαγγελματικώς παραχθέντων κινηματογραφικών έργων ανήκουν, με τον περιεχόμενο στο άρθρο 39, παράγραφος 4, περιορισμό, στον κάτοχο της επιχειρήσεως (παραγωγό ταινιών). Οι προβλεπόμενες στον νόμο αξιώσεις αμοιβής του δημιουργού ανήκουν εξ ημισείας στον παραγωγό και στον δημιουργό, στο μέτρο που δεν είναι ανεπίδεκτες παραιτήσεως και ο παραγωγός της ταινίας δεν έχει συμφωνήσει κάτι διαφορετικό με τον δημιουργό. Από τη διάταξη αυτή δεν θίγονται δικαιώματα του δημιουργού που υφίστανται επί των έργων που χρησιμοποιούνται για τη δημιουργία του κινηματογραφικού έργου.»

26.

Το άρθρο 39, παράγραφος 1, UrhG προβλέπει:

«Όποιος έχει συμβάλει στη δημιουργία επαγγελματικώς παραχθέντος κινηματογραφικού έργου, κατά τρόπον ώστε η συνολική διαμόρφωση του έργου να έχει την ιδιότητα δημιουργήματος πνευματικής ιδιοκτησίας, μπορεί να απαιτήσει από τον δημιουργό να αναφερθεί στην ταινία και τις προαγγελίες του κινηματογραφικού έργου ως δημιουργός αυτού.»

27.

Το άρθρο 42β, παράγραφος 1, UStG ορίζει τα εξής:

«Σε περίπτωση που αναμένεται ότι ένα έργο, το οποίο αποτελεί αντικείμενο ραδιοτηλεοπτικής εκπομπής, έχει τεθεί στη διάθεση του κοινού ή έχει ενσωματωθεί σε παραχθέν για εμπορικούς σκοπούς υπόθεμα εικόνας ή ήχου, πρόκειται, λόγω της φύσης του, να αναπαραχθεί με την ενσωμάτωση σε υπόθεμα εικόνας ή ήχου, κατά το άρθρο 42, παράγραφοι 2 έως 7, για προσωπική ή ιδιωτική χρήση, ο δημιουργός έχει αξίωση για εύλογη αμοιβή (αμοιβή για κενές κασέτες), εφόσον τίθεται επαγγελματικώς στην κυκλοφορία, στην ημεδαπή, υλικό υποθέματος ενσωμάτωσης έναντι αμοιβής· ως υλικό υποθέματος θεωρούνται άγραφα υποθέματα εικόνας ή ήχου, κατάλληλα για τέτοιες αναπαραγωγές, ή άλλα υποθέματα εικόνας ή ήχου που προορίζονται για τον σκοπό αυτό.»

III – Τα πραγματικά περιστατικά, η διαδικασία ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου και τα προδικαστικά ερωτήματα

Α — Τα πραγματικά περιστατικά

28.

Ο ενάγων της κύριας δίκης είναι σεναριογράφος και σκηνοθέτης του ντοκιμαντέρ με τίτλο «Φωτογραφίες από το μέτωπο» για τη γερμανική πολεμική φωτογραφία κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Στο έργο αυτό εκτίθεται με κριτική διάθεση η αμφισημία της πολεμικής φωτογραφίας. Για τον σκοπό αυτό, ο ενάγων προέβη σε ατομική επιλογή από το διαθέσιμο πλούσιο οπτικό υλικό. Το ντοκιμαντέρ αποτελεί κινηματογραφικό έργο.

29.

Ο εναγόμενος της κύριας δίκης είναι παραγωγός και παράγει σε επαγγελματική βάση κινηματογραφικά και λοιπά οπτικοακουστικά έργα. Είναι (σε επαγγελματική βάση) παραγωγός της ταινίας που προαναφέρθηκε.

30.

Ο ενάγων και ο εναγόμενος της κύριας δίκης συνήψαν στις 13 Μαρτίου 2008«σύμβαση σκηνοθεσίας και συγγραφής σεναρίου», κατά την οποία ο ενάγων της κύριας δίκης λειτουργεί ως σεναριογράφος και σκηνοθέτης, ενώ ο εναγόμενος της κύριας δίκης επωμίζεται την παραγωγή και αξιοποίηση της ταινίας.

31.

Με την επιφύλαξη των ηθικών δικαιωμάτων του ως δημιουργού, ο ενάγων παραχώρησε στον εναγόμενο της κύριας δίκης όλα τα δικαιώματα του δημιουργού και/ή συγγενικά δικαιώματα στην εν λόγω ταινία. Από την παραχώρηση εξαιρέθηκε όμως το δικαίωμα παρουσιάσεως στο κοινό σε ψηφιακά δίκτυα καθώς και το δικαίωμα τηλεοπτικής μεταδόσεως μέσω του καλουμένου Closed Circuit TV, δηλαδή η μετάδοση σε κλειστούς κύκλους χρηστών, καθώς και μέσω του Pay TV, δηλαδή η (προστατευμένη) μετάδοση έναντι ειδικού αντιτίμου. Δεν υπήρξε ρητή ρύθμιση σχετικά με τα προβλεπόμενα στον νόμο δικαιώματα αμοιβής.

32.

Ο ενάγων της κύριας δίκης είχε εκ των προτέρων, δηλαδή πριν τη σύναψη της προαναφερθείσας «συμβάσεως σκηνοθεσίας και συγγραφής σεναρίου», εκχωρήσει καταπιστευτικά τα προβλεπόμενα στον νόμο δικαιώματα αμοιβής, ιδίως την «αμοιβή για κενές κασέτες» κατά το άρθρο 42β UrhG, σε εταιρία συλλογικής διαχειρίσεως.

33.

Η πρεμιέρα της ταινίας έλαβε χώρα στις 14 Μαΐου 2009. Μια πρώτη εκπομπή πραγματοποιήθηκε στο BR–alpha στις 7 Σεπτεμβρίου 2009· η ταινία διατίθεται επίσης ως βίντεο σε DVD.

34.

Ο εναγόμενος της κύριας δίκης κατέστησε, περαιτέρω, την επίδικη ταινία προσβάσιμη και στο Διαδίκτυο και μεταβίβασε τα σχετικά δικαιώματα στη «Movieeurope.com». Από τη βάση αυτή μπορεί να αναζητηθεί η ταινία μέσω του «Video–on–Demand». Ο εναγόμενος κατέστησε επίσης προσβάσιμο ένα τρέϊλερ της ταινίας μέσω της διαδικτυακής βάσης «YouTube»· επίσης ο εναγόμενος διέθεσε τα δικαιώματα που αφορούν την «Pay TV» και μάλιστα υπέρ της «Scandinavia.tv».

Β  Η διαδικασία ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου

35.

Ο ενάγων άσκησε αγωγή κατά του εναγομένου της κύριας δίκης ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου.

1. Επί των αποκλειστικών δικαιωμάτων εκμεταλλεύσεως

36.

Ο ενάγων της κύριας δίκης φρονεί ότι η χρήση ή η διάθεση εκ μέρους του εναγομένου δικαιωμάτων που αφορούν τα είδη της χρήσεως που είχε διατηρήσει συμβατικά ο ίδιος συνιστά παραβίαση της συμβάσεως και των δικαιωμάτων του δημιουργού. Ζητεί, πρώτον, να αναγνωριστεί ότι του ανήκουν το δικαίωμα παρουσιάσεως στο κοινό («Video–on–Demand») και το δικαίωμα τηλεοπτικής μεταδόσεως για κλειστούς κύκλους χρηστών καθώς και μέσω της «Pay TV» όσον αφορά το σενάριο και το κινηματογραφικό έργο που δημιούργησε ως σκηνοθέτης.

37.

Αντιθέτως, ο εναγόμενος της κύριας δίκης φρονεί ότι ανήκουν στον ίδιο, ως παραγωγό του κινηματογραφικού έργου, όλα τα αποκλειστικά δικαιώματα εκμεταλλεύσεως της ταινίας. Βάσει της ρυθμίσεως του άρθρου 38, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, UrhG, ανήκαν εκ των προτέρων σε αυτόν, ως παραγωγό της ταινίας, και όχι στον ενάγοντα, τα αποκλειστικά δικαιώματα εκμεταλλεύσεως που επικαλείται ο ενάγων. Κατά συνέπεια είναι ανίσχυρη η επιφύλαξη που διατύπωσε ο ενάγων στη «σύμβαση σκηνοθεσίας και συγγραφής σεναρίου».

38.

Το αιτούν δικαστήριο αναφέρει, συναφώς, ότι, κατά το άρθρο 38, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, UrhG, τα δικαιώματα εκμεταλλεύσεως επαγγελματικώς παραχθέντων κινηματογραφικών έργων ανήκουν στον παραγωγό. Η νομολογία του ανωτάτου δικαστηρίου αντιλαμβάνεται αυτή την εθνική διάταξη όχι ως (τεκμαιρόμενη) μεταβίβαση δικαιώματος, αλλά ως πρωτογενή, άμεση κτήση των δικαιωμάτων εκμεταλλεύσεως αποκλειστικά από τον παραγωγό ταινιών. Με βάση αυτή την ερμηνεία του άρθρου 38, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, UrhG, οι αντίθετες συμφωνίες είναι ανίσχυρες και, επίσης, τα δικαιώματα δεν μπορούν να ανακληθούν από τον δημιουργό της ταινίας.

39.

Το αιτούν δικαστήριο αμφιβάλλει κατά πόσον αυτή η ερμηνεία του άρθρου 38, παράγραφος 1, πρώτο και δεύτερο εδάφιο, UrhG είναι σύμφωνη προς το δίκαιο της Ένωσης.

2. Επί των προβλεπόμενων στον νόμο δικαιωμάτων αμοιβής

40.

Ο ενάγων της κύριας δίκης ζητεί, δεύτερον, να αναγνωριστεί ότι ανήκουν στον ίδιο κατά το ήμισυ οι προβλεπόμενες στον νόμο αξιώσεις αμοιβής, ιδίως η «αμοιβή για κενές κασέτες» κατά το άρθρο 42β UrhG.

41.

Αντιθέτως, ο εναγόμενος της κύριας δίκης υποστηρίζει ότι ανήκουν στον ίδιο, ως παραγωγό, και οι προβλεπόμενες στον UrhG κατά νόμον αξιώσεις αμοιβής, ιδίως η καλούμενη «αμοιβή για κενές κασέτες», στο σύνολό τους, διότι αυτές ακολουθούν την τύχη των δικαιωμάτων εκμεταλλεύσεως. Αυτό ισχύει όχι μόνον για το ανήκον, σύμφωνα με το άρθρο 38, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, UrhG, στον παραγωγό της ταινίας ήμισυ, αλλά και για το έτερο ήμισυ που ανήκει, σύμφωνα με την ίδια διάταξη, στους δημιουργούς της ταινίας. Συμφωνία που αποκλίνει από τη νομοθετική ρύθμιση είναι επιτρεπτή και καλύπτεται από τη «σύμβαση σκηνοθεσίας και συγγραφής σεναρίου».

42.

Το αιτούν δικαστήριο αναφέρει ότι, κατά το άρθρο 38, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, UrhG, οι προβλεπόμενες στον νόμο αξιώσεις αμοιβής ανήκουν εξ ημισείας στον παραγωγό και στον δημιουργό της ταινίας, στο μέτρο που δεν είναι ανεπίδεκτες παραιτήσεως και ο παραγωγός της ταινίας δεν έχει συμφωνήσει κάτι διαφορετικό με τον δημιουργό. Το αναφερόμενο στο άρθρο 38, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, ανεπίδεκτο παραιτήσεως προβλέπεται, σύμφωνα με το άρθρο 16β, παράγραφος 5, UrhG, μόνον για την αμοιβή για τον δανεισμό, κατά την έννοια του άρθρου 5 της οδηγίας σχετικά με το δικαίωμα εκμίσθωσης και το δικαίωμα δανεισμού, που δεν ασκεί επιρροή στην παρούσα διαδικασία. Για άλλες αξιώσεις αμοιβής, ιδίως για την «αμοιβή για κενές κασέτες», δεν υφίσταται ανεπίδεκτο παραιτήσεως.

43.

Το αιτούν δικαστήριο εκτιμά, βέβαια, ως εύλογη τη ρύθμιση του άρθρου 38, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, UrhG για τις προβλεπόμενες στον νόμο αξιώσεις αμοιβής, σύμφωνα με την οποία η αξίωση ανήκει κατά το ήμισυ στον δημιουργό της ταινίας. Αμφιβάλλει όμως κατά πόσον ο κανόνας αυτό είναι σύμφωνος προς το δίκαιο της Ένωσης, διότι η αξίωση του δημιουργού της ταινίας δεν έχει διαμορφωθεί ως αναπαλλοτρίωτη.

Γ — Τα προδικαστικά ερωτήματα

44.

Το αιτούν δικαστήριο, με αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως που περιήλθε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 3 Ιουνίου 2010, υπέβαλε τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

1.

Έχουν οι διατάξεις του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα της πνευματικής ιδιοκτησίας και των συγγενικών δικαιωμάτων, ιδίως οι διατάξεις των άρθρων 2, παράγραφοι 2, 5 και 6, της οδηγίας 92/100, του άρθρου 1, παράγραφος 5, της οδηγίας για τις δορυφορικές ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις και την καλωδιακή αναμετάδοση και του άρθρου 2, παράγραφος 1, της οδηγίας για τη διάρκεια προστασίας, σε συνδυασμό με το άρθρο 4 της οδηγίας 92/100, το άρθρο 2 της οδηγίας για τις δορυφορικές ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις και την καλωδιακή αναμετάδοση και τα άρθρα 2 και 3 καθώς και το άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας, την έννοια ότι τα δικαιώματα εκμεταλλεύσεως της αναπαραγωγής, της μεταδόσεως μέσω δορυφόρου και της με άλλα μέσα παρουσιάσεως στο κοινό που καθιστούν το έργο προσιτό στο κοινό, ανήκουν σε κάθε περίπτωση, εκ του νόμου και κατά τρόπο άμεσο (πρωτότυπο), στον σκηνοθέτη ενός κινηματογραφικού ή οπτικοακουστικού έργου ή σε άλλους δημιουργούς του κινηματογραφικού έργου που καθορίζει ο νομοθέτης των κρατών μελών και δεν ανήκουν —κατά τρόπο άμεσο (πρωτότυπο) και αποκλειστικό— στον παραγωγό του κινηματογραφικού έργου· αντίκειται στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης η νομοθεσία των κρατών μελών που παρέχει εκ του νόμου τα δικαιώματα εκμεταλλεύσεως κατά τρόπο άμεσο (πρωτότυπο) και αποκλειστικό στον παραγωγό του κινηματογραφικού έργου;

Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο πρώτο ερώτημα:

2

α)

Διατηρεί, σύμφωνα με το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο νομοθέτης των κρατών μελών το δικαίωμα, και όσον αφορά τα λοιπά δικαιώματα πέραν του δικαιώματος εκμισθώσεως και δανεισμού, να προβλέπει, σε σχέση με τα δικαιώματα εκμεταλλεύσεως που ανήκουν στον σκηνοθέτη ενός κινηματογραφικού ή οπτικοακουστικού έργου ή σε άλλους δημιουργούς του κινηματογραφικού έργου που καθορίζει ο νομοθέτης των κρατών μελών, κατά την έννοια του σημείου 1, νόμιμο τεκμήριο υπέρ της μεταβιβάσεως των δικαιωμάτων αυτών στον παραγωγό του κινηματογραφικού έργου και πρέπει —σε καταφατική περίπτωση— να τηρούνται οι όροι που προβλέπονται στο άρθρο 2, παράγραφοι 5 και 6, της οδηγίας 92/100, σε συνδυασμό με το άρθρο 4 της οδηγίας αυτής;

β)

Εφαρμόζεται η πρωτογενής κτήση δικαιώματος όσον αφορά τον σκηνοθέτη ενός κινηματογραφικού ή οπτικοακουστικού έργου ή άλλους δημιουργούς του κινηματογραφικού έργου που καθορίζει ο νομοθέτης των κρατών μελών και στις παρεχόμενες από τον νομοθέτη κράτους μέλους αξιώσεις για εύλογη αμοιβή, όπως η καλούμενη αμοιβή για κενές κασέτες του άρθρου 42β UrhG ή στις αξιώσεις για δίκαιη αποζημίωση κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας;

Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο ερώτημα 2β:

3.

Διατηρεί, σύμφωνα με το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο νομοθέτης των κρατών μελών το δικαίωμα να προβλέπει, σε σχέση με τις αξιώσεις που ανήκουν στον σκηνοθέτη ενός κινηματογραφικού ή οπτικοακουστικού έργου ή σε άλλους δημιουργούς του κινηματογραφικού έργου που καθορίζει ο νομοθέτης των κρατών μελών, κατά την έννοια του σημείου 2, νόμιμο τεκμήριο υπέρ της μεταβιβάσεως τέτοιων δικαιωμάτων αμοιβής στον παραγωγό του κινηματογραφικού έργου και πρέπει —σε καταφατική περίπτωση— να τηρούνται οι όροι που προβλέπονται στο άρθρο 2, παράγραφοι 5 και 6, της οδηγίας 92/100, σε συνδυασμό με το άρθρο 4 της οδηγίας αυτής;

Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο ερώτημα 3:

4.

Είναι σύμφωνη προς τις προαναφερθείσες διατάξεις του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα της πνευματικής ιδιοκτησίας και των συγγενικών δικαιωμάτων η νομοθετική ρύθμιση κράτους μέλους, σύμφωνα με την οποία αναγνωρίζεται μεν στον σκηνοθέτη ενός κινηματογραφικού ή οπτικοακουστικού έργου ή σε άλλους δημιουργούς του κινηματογραφικού έργου που καθορίζει ο νομοθέτης των κρατών μελών αξίωση στο ήμισυ των νόμιμων δικαιωμάτων αμοιβής, η αξίωση όμως αυτή δεν είναι άνευ εξαιρέσεων [είναι απαλλοτριωτή] και, συνεπώς, χωρεί παραίτηση εξ αυτής;

IV – Η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου

45.

Κατά την έγγραφη διαδικασία διατύπωσαν τις απόψεις τους ο ενάγων και ο εναγόμενος της κύριας δίκης, η Αυστριακή και η Ισπανική Κυβέρνηση, καθώς και η Επιτροπή.

46.

Στις 5 Μαΐου 2011 έλαβε χώρα επ’ ακροατηρίου συζήτηση, κατά την οποία έλαβαν μέρος, συμπλήρωσαν τις διατυπωθείσες απόψεις τους και απάντησαν σε ερωτήσεις οι εκπρόσωποι του ενάγοντος και του εναγομένου της κύριας δίκης, της Αυστριακής Κυβερνήσεως και της Επιτροπής.

V – Επί του πρώτου προδικαστικού ερωτήματος και του πρώτου σκέλους του δευτέρου προδικαστικού ερωτήματος

47.

Το αιτούν δικαστήριο αμφιβάλλει κατά πόσον μία εθνική ρύθμιση, όπως το άρθρο 38, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, UrhG, είναι σύμφωνη προς το δίκαιο της Ένωσης. Ως προς αυτή την εθνική ρύθμιση αναφέρει, περαιτέρω, στην αίτησή του για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, ότι η νομολογία των εθνικών δικαστηρίων και η κρατούσα στη θεωρία άποψη δεν την αντιλαμβάνονται ως τεκμαιρόμενη μεταβίβαση των δικαιωμάτων εκμεταλλεύσεως στον παραγωγό ταινιών, αλλά ως πρωτογενή, άμεση κτήση των δικαιωμάτων εκμεταλλεύσεως αποκλειστικά από τον παραγωγό ταινιών.

48.

Το πρώτο προδικαστικό ερώτημα και το πρώτο σκέλος του δεύτερου προδικαστικού ερωτήματος σχετίζονται με τη διάταξη αυτή.

49.

Το αιτούν δικαστήριο ερωτά, κατ’ αρχάς, κατά πόσον προκύπτει από το άρθρο 2, παράγραφος 2, της οδηγίας σχετικά με το δικαίωμα εκμισθώσεως και το δικαίωμα δανεισμού, το άρθρο 1, παράγραφος 5, της οδηγίας για τις δορυφορικές ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις και την καλωδιακή αναμετάδοση, το άρθρο 2, παράγραφος 1, της οδηγίας για τη διάρκεια προστασίας και το άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας υποχρέωση των κρατών μελών να απονέμουν κατά πρωτότυπο τρόπο τα αποκλειστικά δικαιώματα εκμεταλλεύσεως της μεταδόσεως μέσω δορυφόρου, της αναπαραγωγής και της παρουσιάσεως στο κοινό, ιδίως το δικαίωμα διαθέσεως στο κοινό, στον σκηνοθέτη ως δημιουργό της ταινίας, καθώς και, ενδεχομένως, σε άλλους δημιουργούς του κινηματογραφικού έργου που καθορίζει το εκάστοτε κράτος μέλος.

50.

Σε περίπτωση που υφίσταται τέτοια υποχρέωση απονομής των δικαιωμάτων κατά πρωτότυπο τρόπο στον δημιουργό του κινηματογραφικού έργου, το αιτούν δικαστήριο ερωτά, περαιτέρω, κατά πόσον είναι σύμφωνη προς τις επιταγές του δικαίου της Ένωσης εθνική διάταξη, σύμφωνα με την οποία τεκμαίρεται ότι ο σκηνοθέτης έχει μεταβιβάσει τα προαναφερθέντα δικαιώματα εκμεταλλεύσεως που ανήκουν σε αυτόν, ως δημιουργό του κινηματογραφικού έργου, στον παραγωγό του κινηματογραφικού έργου, ή του έχει παραχωρήσει αντίστοιχα δικαιώματα χρήσεως.

51.

Σε περίπτωση που το δίκαιο της Ένωσης επιτρέπει έναν τέτοιο κανόνα περί θεσπίσεως τεκμηρίου, το αιτούν δικαστήριο ερωτά, περαιτέρω, υπό ποιες προϋποθέσεις πρέπει να θεσπίζεται τέτοιο τεκμήριο και κατά πόσον είναι δυνατόν, συναφώς, να γίνει, ενδεχομένως, αναγωγή στις επιταγές του άρθρου 3, παράγραφοι 4 και 5, της οδηγίας σχετικά με το δικαίωμα εκμισθώσεως και το δικαίωμα δανεισμού.

Α — Οι κύριοι ισχυρισμοί των μετεχόντων στη διαδικασία

52.

Κατά την άποψη του ενάγοντος της κύριας δίκης και της Ισπανικής Κυβερνήσεως μία εθνική ρύθμιση, όπως αυτή του άρθρου 38, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, UrhG, δεν είναι σύμφωνη προς τις επιταγές του δικαίου της Ένωσης.

53.

Σύμφωνα με τις διατάξεις του δικαίου της Ένωσης που αναφέρει το αιτούν δικαστήριο, τα κράτη μέλη υποχρεούνται να απονέμουν, κατά πρωτότυπο τρόπο, στον δημιουργό του κινηματογραφικού έργου τα προαναφερθέντα αποκλειστικά δικαιώματα εκμεταλλεύσεως.

54.

Αυτό συνάγεται, όσον αφορά τα αποκλειστικά δικαιώματα της αναπαραγωγής και της παρουσιάσεως έργων στο κοινό, ιδίως το δικαίωμα διαθέσεως στο κοινό, που ανήκουν στον δημιουργό κατά τα άρθρα 2 και 3 της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας, από το άρθρο 2, παράγραφος 1, της οδηγίας για τη διάρκεια προστασίας. Κατά τη διάταξη αυτή, ο σκηνοθέτης είναι, σε κάθε περίπτωση, δημιουργός του κινηματογραφικού έργου. Η ρύθμιση αυτή, σε αντίθεση με τις αντίστοιχες ρυθμίσεις του άρθρου 2, παράγραφος 2, της οδηγίας σχετικά με το δικαίωμα εκμισθώσεως και το δικαίωμα δανεισμού και του άρθρου 2, παράγραφος 5, της οδηγίας για τις δορυφορικές ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις και την καλωδιακή αναμετάδοση, δεν περιορίζεται μόνο για τους σκοπούς της οδηγίας, αλλά έχει οριζόντια, δηλαδή γενική ισχύ.

55.

Στο πλαίσιο αυτό, ο ενάγων της κύριας δίκης επισημαίνει, κατ’ αρχάς, ότι στο άρθρο 2, παράγραφος 1, της οδηγίας για τη διάρκεια προστασίας δεν αναφέρεται ότι η διάταξη αυτή περιορίζεται μόνον για τους σκοπούς της οδηγίας. Περαιτέρω, μια ερμηνεία, σύμφωνα με την οποία η ισχύς της εν λόγω διατάξεως θα περιοριζόταν μόνο για τους σκοπούς της οδηγίας για τη διάρκεια προστασίας, θα περιόριζε σημαντικά την πρακτική της αποτελεσματικότητα. Πράγματι, από το άρθρο 2, παράγραφος 2, της οδηγίας αυτής προκύπτει ότι η διάρκεια προστασίας δεν εξαρτάται από τον ορισμό του δημιουργού του κινηματογραφικού έργου. Θα ήταν, περαιτέρω, αντίθετο προς την οικονομία του συστήματος να απονέμονται, κατά τα προβλεπόμενα στην οδηγία σχετικά με το δικαίωμα εκμισθώσεως και το δικαίωμα δανεισμού, συγγενικά δικαιώματα στους ερμηνευτές ή εκτελεστές καλλιτέχνες και, αντίθετα, να μην απονέμονται κανενός είδους δικαιώματα στον σκηνοθέτη της ταινίας.

56.

Όσον αφορά το αποκλειστικό δικαίωμα μεταδόσεως μέσω δορυφόρου, το ίδιο συνάγεται από τα άρθρα 2 και 1, παράγραφος 5, της οδηγίας για τις δορυφορικές ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις και την καλωδιακή αναμετάδοση.

57.

Κατά την άποψη του ενάγοντος της κύριας δίκης, μια εθνική διάταξη, σύμφωνα με την οποία τα προαναφερθέντα αποκλειστικά δικαιώματα εκμεταλλεύσεως κινηματογραφικού έργου θα απονέμονταν στον παραγωγό της ταινίας, θα στερούσε κάθε νοήματος τις διατάξεις του δικαίου της Ένωσης. Η Ισπανική Κυβέρνηση επισημαίνει ότι τα κράτη μέλη θα μπορούσαν βέβαια να παρέχουν και στον παραγωγό της ταινίας δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας επί του κινηματογραφικού έργου. Το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας επί του κινηματογραφικού έργου θα μπορούσε να ανήκει και σε αυτόν κατά τρόπο πρωτότυπο, αλλά ποτέ αποκλειστικώς.

58.

Εντούτοις, κατά την άποψη του ενάγοντος της κύριας δίκης και της Ισπανικής Κυβερνήσεως, είναι σύμφωνη προς τις επιταγές του δικαίου της Ένωσης η εθνική ρύθμιση σύμφωνα με την οποία τεκμαίρεται εκ του νόμου ότι ο σκηνοθέτης παραχώρησε συμβατικώς στον παραγωγό της ταινίας τα αντίστοιχα δικαιώματα χρήσεως.

59.

Ούτε η οδηγία για τη διάρκεια προστασίας ούτε η οδηγία για τις δορυφορικές ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις και την καλωδιακή αναμετάδοση περιέχουν, βέβαια, κανόνες σχετικά με το κατά πόσον επιτρέπονται νόμιμα τεκμήρια. Θα έπρεπε όμως να ληφθεί υπόψη ότι τέτοιου είδους κανόνες περί τεκμηρίων διευκολύνουν σημαντικά την κυκλοφορία δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας στις κινηματογραφικές συναλλαγές. Διαφορετικά, ο παραγωγός της ταινίας διατρέχει τον κίνδυνο να μη διαθέτει, μετά την ολοκλήρωση της παραγωγής της ταινίας, τα απαραίτητα δικαιώματα για την εκμετάλλευση του κινηματογραφικού έργου, πράγμα που θα συνιστούσε εμπόδιο για επενδύσεις στην παραγωγή ταινιών.

60.

Τέτοιου είδους κανόνες περί τεκμηρίων είναι όμως θεμιτοί μόνον εφόσον υιοθετούνται οι προβλεπόμενες στο άρθρο 2, παράγραφοι 5 και 6, της οδηγίας 92/100 επιταγές. Υπέρ της ανάλογης εφαρμογής του άρθρου 2, παράγραφοι 5 και 6, της οδηγίας 92/100 συνηγορεί, κατά την άποψη του ενάγοντος της κύριας δίκης, το γεγονός ότι οι εν λόγω επιταγές δεν πρέπει να ισχύουν, σύμφωνα με τη δέκατη ένατη αιτιολογική σκέψη της εν λόγω οδηγίας, μόνον για το δικαίωμα εκμισθώσεως και δανεισμού, αλλά και για τα συγγενικά δικαιώματα των καλλιτεχνών ερμηνευτών ή εκτελεστών κατά την εν λόγω οδηγία. Κατά μείζονα λόγο αυτό θα έπρεπε να ισχύει για το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας του σκηνοθέτη. Περαιτέρω, το Δικαστήριο, στην υπόθεση Infopaq ( 8 ), χρησιμοποίησε επίσης τη μέθοδο της αναλογίας και, συνεπώς, η εν λόγω προσέγγιση είναι, σε επίπεδο παραγώγου δικαίου, θεμιτή.

61.

Κατά συνέπεια, πρέπει, πρώτον, να υφίσταται συμβατική σχέση μεταξύ του σκηνοθέτη της ταινίας και του παραγωγού. Δεύτερον, πρέπει το τεκμήριο να έχει διαμορφωθεί ως μαχητό. Τρίτον, ο σχετικός κανόνας πρέπει να προβλέπει δικαίωμα αμοιβής από το οποίο δεν χωρεί παραίτηση, κατά την έννοια του άρθρου 4 της οδηγίας 92/100.

62.

Κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, ο ενάγων της κύριας δίκης εξέφρασε συμπληρωματικώς την άποψή του όσον αφορά τους λόγους για τους οποίους μόνον η οδηγία σχετικά με το δικαίωμα εκμισθώσεως και το δικαίωμα δανεισμού περιέχει κανόνες αναφορικά με το τεκμήριο. Ήταν αναγκαίο να προβλεφθούν ειδικώς οι εν λόγω κανόνες στην οδηγία σχετικά με το δικαίωμα εκμισθώσεως και το δικαίωμα δανεισμού, διότι το άρθρο 14α ΑΣΒ δεν εφαρμόζεται επί των δικαιωμάτων εκμισθώσεως και δανεισμού.

63.

Ο εναγόμενος της κύριας δίκης, η Ισπανική Κυβέρνηση και η Επιτροπή φρονούν, αντιθέτως, ότι μία ρύθμιση, όπως αυτή του άρθρου 38, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, UrhG, είναι σύμφωνη προς τις επιταγές του δικαίου της Ένωσης.

64.

Κατά την άποψη του εναγομένου της κύριας δίκης, το πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του δικαίου της Ένωσης που αναφέρει το αιτούν δικαστήριο και οι οποίες προβλέπουν δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας του σκηνοθέτη περιορίζεται στους εκάστοτε ρυθμιζόμενους από τις οδηγίες τομείς. Οι διατάξεις αυτές δεν θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως γενική κατοχύρωση της αρχής του δημιουργού.

65.

Επικουρικώς, υποστηρίζει ότι είναι σύμφωνοι προς τις επιταγές του δικαίου της Ένωσης εθνικοί κανόνες, σύμφωνα με τους οποίους τεκμαίρεται μεταβίβαση των δικαιωμάτων εκμεταλλεύσεως εκ μέρους του σκηνοθέτη προς τον παραγωγό της ταινίας.

66.

Για τέτοιου είδους κανόνες δεν υφίστανται ούτε επιταγές του δικαίου της Ένωσης αντίστοιχες προς το άρθρο 3, παράγραφοι 4 και 5, της οδηγίας σχετικά με το δικαίωμα εκμισθώσεως και το δικαίωμα δανεισμού, διότι η οδηγία για τη διάρκεια προστασίας δεν προβλέπει τέτοιες επιταγές.

67.

Κατά την άποψη της Αυστριακής Κυβερνήσεως, οι διατάξεις του δικαίου της Ένωσης που αναφέρει το αιτούν δικαστήριο δεν επιτάσσουν την απονομή, κατά τρόπο πρωτότυπο, των δικαιωμάτων εκμεταλλεύσεως που αναφέρει το αιτούν δικαστήριο στον δημιουργό του κινηματογραφικού έργου. Πράγματι, οι διατάξεις αυτές δεν ρυθμίζουν αποκλειστικά τα ζητήματα της ιδιότητας του δημιουργού και της πρωτότυπης κτήσης δικαιώματος.

68.

Πρώτον, η άποψη αυτή είναι σύμφωνη προς την έκθεση της Επιτροπής της 6ης Δεκεμβρίου 2002 σχετικά με το ζήτημα της πατρότητας των κινηματογραφικών και οπτικοακουστικών έργων. Σύμφωνα με την εν λόγω έκθεση, τα κράτη μέλη μπορούν να στηριχθούν στο άρθρο 14α, παράγραφοι 2 και 3, ΑΣΒ. Εντούτοις, κατά το άρθρο 14α, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, ΑΣΒ, επιφυλάσσεται στα συμβαλλόμενα μέρη ο καθορισμός των δικαιούχων δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας επί κινηματογραφικού έργου.

69.

Δεύτερον, το γεγονός ότι ο νομοθέτης της Ένωσης παρέλειψε, στο άρθρο 2, παράγραφος 1, της οδηγίας για τη διάρκεια προστασίας, να περιορίσει το πεδίο εφαρμογής του ορισμού του δημιουργού για τους «σκοπούς της οδηγίας», δεν πρέπει υποχρεωτικά να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι, με τον τρόπο αυτό, επετεύχθη μια εναρμόνιση υπερβαίνουσα τον τομέα της διάρκειας προστασίας. Πράγματι, ο περιορισμός του πεδίου εφαρμογής του ορισμού του δημιουργού στην οδηγία για τη διάρκεια προστασίας προκύπτει από το γεγονός ότι ο καθορισμός του δημιουργού του κινηματογραφικού έργου είναι αναγκαίος για τον υπολογισμό της διάρκειας προστασίας.

70.

Τρίτον, το άρθρο 1, παράγραφος 4, της οδηγίας για τη διάρκεια προστασίας αναφέρεται σε περιπτώσεις στις οποίες ένα κράτος μέλος προβλέπει ιδιαίτερες διατάξεις σχετικά με το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας όσον αφορά τα συλλογικά έργα ή τα νομικά πρόσωπα που ορίζονται ως δικαιούχοι. Αναγνωρίζεται έτσι η δυνατότητα των κρατών μελών να προβλέπουν στις περιπτώσεις αυτές ειδικές διατάξεις για τον καθορισμό της ιδιότητας του δημιουργού. Θα αποτελούσε αξιολογική αντίφαση να μην επιτρέπεται αυτό για τα κινηματογραφικά έργα, μολονότι υφίσταται, για τα έργα αυτά, μεγάλη πρακτική ανάγκη συγκεντρώσεως των δικαιωμάτων στο πρόσωπο του παραγωγού της ταινίας.

71.

Η Αυστριακή Κυβέρνηση υποστηρίζει, επικουρικώς, ότι είναι σύμφωνοι προς τις επιταγές του δικαίου της Ένωσης οι εθνικοί κανόνες που προβλέπουν τεκμήρια υπέρ της μεταβιβάσεως των δικαιωμάτων εκμεταλλεύσεως στον παραγωγό της ταινίας. Τέτοιου είδους τεκμήρια δεν ρυθμίστηκαν κατά τρόπο αποκλειστικό με τις διατάξεις του δικαίου της Ένωσης που αναφέρει το αιτούν δικαστήριο. Η οδηγία για τη διάρκεια προστασίας παραπέμπει, στην πέμπτη αιτιολογική σκέψη της, στο άρθρο 14α, παράγραφοι 2 και 3, ΑΣΒ, που αποτελεί βάση για αποκλίνουσες ρυθμίσεις όσον αφορά την τεκμαιρόμενη μεταβίβαση δικαιωμάτων. Αυτό δεν μεταβλήθηκε με την οδηγία για την κοινωνία της πληροφορίας.

72.

Περαιτέρω, μόνον στο πλαίσιο της οδηγίας σχετικά με το δικαίωμα εκμισθώσεως και το δικαίωμα δανεισμού θεσπίστηκαν περαιτέρω επιταγές για τη διαμόρφωση των κανόνων σχετικά με τα τεκμήρια, όπως παραδείγματος χάριν η υποχρέωση προβλέψεως δικαιώματος αμοιβής. Κατά συνέπεια, σε άλλους τομείς δεν υφίστανται αντίστοιχες επιταγές του δικαίου της Ένωσης.

73.

Κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η Αυστριακή Κυβέρνηση υποστήριξε, περαιτέρω, ότι το άρθρο 38, παράγραφος 1, UrhG δεν εμποδίζει αποκλίνουσα συμφωνία μεταξύ του παραγωγού και του δημιουργού του κινηματογραφικού έργου. Ο παραγωγός και ο δημιουργός του κινηματογραφικού έργου θα μπορούσαν, συνεπώς, να συμφωνήσουν ότι τα δικαιώματα αποκλειστικότητας ανήκουν στον δημιουργό του κινηματογραφικού έργου.

74.

Η Επιτροπή υποστηρίζει, πρώτον, ότι η οδηγία σχετικά με το δικαίωμα εκμισθώσεως και το δικαίωμα δανεισμού δεν ασκεί, εν προκειμένω, επιρροή. Κατά συνέπεια, δεν παίζει ρόλο η ρύθμιση του άρθρου 2, παράγραφος 2, της οδηγίας αυτής, σχετικά με τον ορισμό του δημιουργού κινηματογραφικού έργου, διότι η ρύθμιση αυτή θεσπίστηκε μόνον για την εν λόγω οδηγία. Στο μέτρο που η οδηγία 2006/115 είναι, συναφώς, λιγότερο σαφής από την οδηγία 92/100, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι η οδηγία 92/100 κωδικοποιήθηκε με την οδηγία 2006/115 και αυτό δεν πρέπει να οδήγησε σε τροποποιήσεις όσον αφορά το περιεχόμενο.

75.

Δεύτερον, η οδηγία για τις δορυφορικές ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις και την καλωδιακή αναμετάδοση δεν περιέχει στοιχεία από τα οποία να προκύπτει ότι παρέχεται στον σκηνοθέτη κινηματογραφικού έργου, κατά πρωτότυπο τρόπο, εναρμονισμένο δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας. Η οδηγία αυτή περιέχει μόνον κανόνες που παραπέμπουν σε ρυθμίσεις ουσιαστικού δικαίου, οι οποίες πρέπει να τηρούνται σε περίπτωση παρουσιάσεως στο κοινό μέσω δορυφόρου και σε περίπτωση καλωδιακής μεταδόσεως.

76.

Κατ’ αρχάς, το άρθρο 2 της εν λόγω οδηγίας προβλέπει, βέβαια, ότι οι δημιουργοί, και συνεπώς, κατά το άρθρο 1, παράγραφος 5, της οδηγίας, και ο σκηνοθέτης, έχουν το αποκλειστικό δικαίωμα να επιτρέπουν την μέσω δορυφόρου παρουσίαση στο κοινό του κινηματογραφικού έργου. Δεν περιέχει όμως ρητή επιταγή ως προς το κατά πόσον αυτή η αποκλειστική εξουσία μπορεί να παρασχεθεί μέσω δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας ή μέσω άλλου αποκλειστικού δικαιώματος.

77.

Περαιτέρω, το άρθρο 8, παράγραφος 1, της οδηγίας για τις δορυφορικές ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις και την καλωδιακή αναμετάδοση υποχρεώνει τα κράτη μέλη μόνον να εξασφαλίσουν ότι σε περίπτωση διασυνοριακής καλωδιακής αναμετάδοσης θα τηρούνται «τα σχετικά δικαιώματα του δημιουργού και άλλα συγγενικά δικαιώματα». Αυτό προκύπτει και από την εικοστή έβδομη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας, που παραπέμπει σε υφιστάμενους κανόνες σχετικά με το δικαίωμα του δημιουργού και τα συγγενικά δικαιώματα. Επίσης, το άρθρο 4 της οδηγίας παραπέμπει, σε σχέση με τον ορισμό των εφαρμοστέων ουσιαστικών συγγενικών δικαιωμάτων στις κρίσιμες διατάξεις της οδηγίας σχετικά με το δικαίωμα εκμισθώσεως και το δικαίωμα δανεισμού.

78.

Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή υποστηρίζει, περαιτέρω, ότι, κατά την έκδοση της οδηγίας για τις δορυφορικές ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις και την καλωδιακή αναμετάδοση, το κρίσιμο ουσιαστικό δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας των δημιουργών δεν είχε ακόμη ρυθμιστεί από το δίκαιο της Ένωσης, αλλά ρυθμιζόταν στα άρθρα 11α έως 14α ΑΣΒ. Σήμερα, το άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας καλύπτει ένα ευρύ δικαίωμα παρουσιάσεως στο κοινό, το οποίο καταλαμβάνει και την παρουσίαση στο κοινό μέσω δορυφόρου, κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας για τις δορυφορικές ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις και την καλωδιακή αναμετάδοση. Κατά συνέπεια, ανακύπτει το ερώτημα κατά πόσον ο σκηνοθέτης έχει αντίστοιχο δικαίωμα απορρέον μόνον από την οδηγία για την κοινωνία της πληροφορίας και όχι από την οδηγία για τις δορυφορικές ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις και την καλωδιακή αναμετάδοση.

79.

Τρίτον, δεν είναι δυνατόν να ερμηνευθεί η ρύθμιση του άρθρου 2, παράγραφος 1, της οδηγίας για τη διάρκεια προστασίας, η οποία αφορά τον καθορισμό του δημιουργού κινηματογραφικών έργων, υπό την έννοια ότι εναρμονίζει την έννοια του δημιουργού κινηματογραφικού έργου για το σύνολο του κεκτημένου του δικαίου της πνευματικής ιδιοκτησίας. Η ρύθμιση αυτή αναφέρεται μόνον στο ζήτημα της διάρκειας προστασίας. Λόγω του πλήθους των πιθανών δημιουργών στην περίπτωση κινηματογραφικών έργων, ήταν απαραίτητο, για μια ρύθμιση που εξαρτά τη διάρκεια προστασίας από τον θάνατο του δημιουργού, να καθορισθεί για ποιους πιθανούς δημιουργούς πρόκειται.

80.

Τέταρτον, η οδηγία για την κοινωνία της πληροφορίας αφορά, βέβαια, τα επίδικα δικαιώματα. Τα άρθρα 2, 3 και 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας είναι όμως ανεπαρκή, διότι δεν καθορίζουν ποιος είναι δημιουργός και δικαιούχος συγκεκριμένου δικαιώματος. Δεν υφίσταται βάση για αναγωγή στους ορισμούς του άρθρου 2, παράγραφος 2, της οδηγίας σχετικά με το δικαίωμα εκμισθώσεως και το δικαίωμα δανεισμού, του άρθρου 2, παράγραφος 1, της οδηγίας για τη διάρκεια προστασίας και του άρθρου 1, παράγραφος 5, της οδηγίας για τις δορυφορικές ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις και την καλωδιακή αναμετάδοση. Το άρθρο 1, παράγραφος 2, της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας, σύμφωνα με το οποίο δεν θίγονται οι οδηγίες αυτές, ρυθμίζει κατά τρόπο αποκλειστικό τη σχέση προς τις εν λόγω οδηγίες.

81.

Τέλος, η Επιτροπή επισημαίνει ότι οι ισχυρισμοί της αυτοί συμφωνούν προς τα αναφερόμενα στην έκθεσή της της 6ης Δεκεμβρίου 2002 σχετικά με το ζήτημα της πατρότητας των κινηματογραφικών και οπτικοακουστικών έργων, στην οποία κατέληξε στο συμπέρασμα ότι με τις διατάξεις του δικαίου της Ένωσης δεν έχει πλήρως εναρμονιστεί η έννοια της πατρότητας των κινηματογραφικών και οπτικοακουστικών έργων.

Β  Νομική εκτίμηση

82.

Το αιτούν δικαστήριο ερωτά, κατ’ αρχάς, το Δικαστήριο κατά πόσον οι διατάξεις του δικαίου της Ένωσης που αναφέρει επιτάσσουν την κατά πρωτότυπο τρόπο απονομή συγκεκριμένων αποκλειστικών δικαιωμάτων εκμεταλλεύσεως στον σκηνοθέτη κινηματογραφικού έργου. Εφόσον δοθεί καταφατική απόφαση στο ερώτημα αυτό, ερωτά περαιτέρω κατά πόσον και υπό ποιες προϋποθέσεις είναι σύμφωνη προς τις διατάξεις αυτές εθνική ρύθμιση που τεκμαίρει τη μεταβίβαση των εν λόγω δικαιωμάτων εκμεταλλεύσεως στον παραγωγό της ταινίας.

83.

Θα επιληφθώ των ερωτημάτων του αιτούντος δικαστηρίου ως ακολούθως: Κατ’ αρχάς, θα εξετάσω κατά πόσον ο σκηνοθέτης ταινίας πρέπει να θεωρείται ως δημιουργός κινηματογραφικού έργου για τους σκοπούς των κρίσιμων εν προκειμένω διατάξεων του δικαίου της Ένωσης (1). Δεδομένου ότι η απάντηση είναι καταφατική, θα εξετάσω, περαιτέρω, κατά πόσον το δίκαιο της Ένωσης επιτάσσει δεσμευτικά την απονομή των οικείων αποκλειστικών δικαιωμάτων, κατά πρωτότυπο τρόπο, στον σκηνοθέτη ως δημιουργό του κινηματογραφικού έργου (2). Κατά την άποψή μου, αυτό δεν συμβαίνει· το κράτος μέλος που δεν απονέμει όμως κατά πρωτότυπο τρόπο τα οικεία αποκλειστικά δικαιώματα στον σκηνοθέτη ως δημιουργό του κινηματογραφικού έργου πρέπει να τηρεί ορισμένες επιταγές (3). Τέλος, θα εξετάσω υπό ποιες προϋποθέσεις είναι σύμφωνη προς τις επιταγές του δικαίου της Ένωσης μια εθνική ρύθμιση όπως αυτή του άρθρου 38, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, UrhG (4).

1. Επί της ιδιότητας του σκηνοθέτη κινηματογραφικού έργου ως δημιουργού

84.

Ανακύπτει, κατ’ αρχάς, το ερώτημα κατά πόσον ο σκηνοθέτης ταινίας πρέπει να θεωρείται, ως προς τα αποκλειστικά δικαιώματα που αφορά η υπό κρίση υπόθεση, ως δημιουργός του κινηματογραφικού έργου. Πρέπει, συναφώς, να γίνει διάκριση μεταξύ των αποκλειστικών δικαιωμάτων που ρυθμίζει η οδηγία για τις δορυφορικές ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις και την καλωδιακή αναμετάδοση και αυτών που ρυθμίζει η οδηγία για την κοινωνία της πληροφορίας.

α) Επί της οδηγίας για τις δορυφορικές ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις και την καλωδιακή αναμετάδοση

85.

Το αιτούν δικαστήριο αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, στο δικαίωμα παρουσιάσεως του κινηματογραφικού έργου στο κοινό μέσω δορυφόρου. Αυτό ανήκει, κατά το άρθρο 2 της οδηγίας για τις δορυφορικές ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις και την καλωδιακή αναμετάδοση, στον ή στους δημιουργούς του κινηματογραφικού έργου. Ποιος είναι δημιουργός κατά την έννοια της διατάξεως αυτής προκύπτει από το άρθρο 1, παράγραφος 5, της εν λόγω οδηγίας. Κατά τη διάταξη αυτή, για τους σκοπούς της εν λόγω οδηγίας, ο σκηνοθέτης κινηματογραφικού έργου θεωρείται ως ο δημιουργός του ή ένας από τους δημιουργούς του, ενώ τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι και άλλοι θεωρούνται ως συνδημιουργοί του.

β) Επί της οδηγίας για τη διάρκεια προστασίας και της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας

86.

Καθόσον το αιτούν δικαστήριο αναφέρεται στα δικαιώματα της αναπαραγωγής και της παρουσιάσεως στο κοινό, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος διαθέσεως στο κοινό, τα δικαιώματα αυτά ρυθμίζονται από τα άρθρα 2 και 3 της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας. Κατά τα άρθρα αυτά, τα εν λόγω δικαιώματα ανήκουν στον δημιουργό. Η ίδια η οδηγία για την κοινωνία της πληροφορίας δεν περιέχει όμως ορισμό της έννοιας του δημιουργού.

87.

Ανακύπτει, συναφώς, το ερώτημα, κατά πόσον είναι δυνατή, στο πλαίσιο των άρθρων 2 και 3 της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας, η προσφυγή στον ορισμό του δημιουργού κινηματογραφικού έργου του άρθρου 2, παράγραφος 1, της οδηγίας για τη διάρκεια προστασίας. Κατά τη διάταξη αυτή, ο σκηνοθέτης ενός κινηματογραφικού έργου θεωρείται, σε κάθε περίπτωση, ως δημιουργός του, ενώ τα κράτη μέλη είναι ελεύθερα να ορίσουν και άλλους συνδημιουργούς.

88.

Η προσφυγή στον ορισμό αυτό θα ήταν δυνατή, εφόσον, πρώτον, η οδηγία για την κοινωνία της πληροφορίας επιτρέπει την προσφυγή σε άλλες οδηγίες που αφορούν την πνευματική ιδιοκτησία και, δεύτερον, το άρθρο 2, παράγραφος 1, της οδηγίας για τη διάρκεια προστασίας περιέχει ορισμό του δημιουργού που δεν περιορίζεται για τους σκοπούς της οδηγίας αυτής και, συνεπώς, ισχύει και για την οδηγία για την κοινωνία της πληροφορίας.

89.

Κατά την άποψή μου, πληρούνται αμφότερες οι προϋποθέσεις αυτές.

90.

Πρώτον, η οδηγία για την κοινωνία της πληροφορίας επιτρέπει την προσφυγή σε άλλες οδηγίες που αφορούν την πνευματική ιδιοκτησία.

91.

Αυτό προκύπτει από την εικοστή αιτιολογική σκέψη της οδηγίας. Σύμφωνα με αυτή, η οδηγία για την κοινωνία της πληροφορίας βασίζεται σε αρχές και ρυθμίσεις ήδη κατοχυρωμένες από τις οδηγίες στον συγκεκριμένο τομέα. Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται, συναφώς, στην οδηγία για τη διάρκεια προστασίας. Κατά συνέπεια, προβλέπεται ρητώς η σύνδεση με τις διατάξεις της οδηγίας για τη διάρκεια προστασίας.

92.

Κάτι αντίθετο δεν μπορεί να συναχθεί από το άρθρο 1, παράγραφος 2, της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας, αντίθετα προς ό,τι υποστηρίζουν η Αυστριακή Κυβέρνηση και η Επιτροπή. Στο μέτρο που το άρθρο αυτό προβλέπει ότι, κατ’ αρχήν, η οδηγία για την κοινωνία της πληροφορίας ουδόλως θίγει, ειδικώς, τις διατάξεις της οδηγίας για τη διάρκεια προστασίας, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν είναι δυνατή η προσφυγή στις αρχές και ρυθμίσεις των οδηγιών αυτών. Σημαίνει μόνον ότι οι διατάξεις της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας δεν μπορούν να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι υπερισχύουν των διατάξεων της οδηγίας για τη διάρκεια προστασίας.

93.

Δεύτερον, το άρθρο 2, παράγραφος 1, της οδηγίας για τη διάρκεια προστασίας περιέχει έναν ορισμό που καλείται να εφαρμοστεί και στα άρθρα 2 και 3 της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας.

94.

Υπέρ της απόψεως αυτής συνηγορεί, κατ’ αρχάς, το γράμμα της εν λόγω διατάξεως. Σε αντίθεση με τους παρόμοιους, κατά τα λοιπά, ορισμούς του άρθρου 2, παράγραφος 2, της οδηγίας σχετικά με το δικαίωμα εκμισθώσεως και το δικαίωμα δανεισμού ( 9 ) και του άρθρου 1, παράγραφος 5, της οδηγίας για τις δορυφορικές ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις και την καλωδιακή αναμετάδοση, το άρθρο 2, παράγραφος 1, της οδηγίας για τη διάρκεια προστασίας δεν προβλέπει ότι η ισχύς του περιλαμβανόμενου στο άρθρο αυτό ορισμού του δημιουργού κινηματογραφικού έργου περιορίζεται για τους σκοπούς της οδηγίας.

95.

Υπέρ της απόψεως αυτής συνηγορεί, περαιτέρω, η ένταξη της διατάξεως στο σύστημα. Πράγματι, αντίθετα προς την άποψη της Αυστριακής Κυβερνήσεως και της Επιτροπής, δεν είναι δυνατόν να περιοριστεί για τους σκοπούς της οδηγίας για τη διάρκεια προστασίας ο προβλεπόμενος στο άρθρο 2, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής ορισμός του δημιουργού του κινηματογραφικού έργου. Αυτό θα περιόριζε σημαντικά την πρακτική αποτελεσματικότητα της εν λόγω διατάξεως. Πράγματι, αντίθετα προς τους ισχυρισμούς της Επιτροπής και της Αυστριακής Κυβερνήσεως, ο ορισμός του δημιουργού κινηματογραφικού έργου στο άρθρο 2, παράγραφος 1, της οδηγίας δεν ασκεί επιρροή για τη διάρκεια και την έναρξη της περιόδου προστασίας κατά το άρθρο 2, παράγραφος 2, της οδηγίας ( 10 ). Πράγματι, κατά το άρθρο 2, παράγραφος 2, της οδηγίας για τη διάρκεια προστασίας, η περίοδος προστασίας αρχίζει με τον θάνατο του τελευταίου επιζώντος μιας ομάδας προσώπων που ορίζονται κατά τρόπο αποκλειστικό. Στα πρόσωπα αυτά συγκαταλέγονται ο σκηνοθέτης, ο σεναριογράφος, ο συγγραφέας των διαλόγων και ο συνθέτης της μουσικής που γράφτηκε ειδικά για να χρησιμοποιηθεί στο κινηματογραφικό έργο, χωρίς να είναι όμως κρίσιμο κατά πόσον τα πρόσωπα αυτά είναι δημιουργοί του κινηματογραφικού έργου.

96.

Η άποψη αυτή δεν αντικρούεται ούτε από τις προπαρασκευαστικές εργασίες της οδηγίας για τη διάρκεια προστασίας. Αφού το πρώτο σχέδιο της Επιτροπής σχετικά με την οδηγία για τη διάρκεια προστασίας, της 23ης Μαρτίου 1992, δεν περιελάμβανε ακόμη ρύθμιση σχετικά με την ιδιότητα του δημιουργού κινηματογραφικού έργου ( 11 ), το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο επέβαλε να υπάρξει και ως προς το θέμα αυτό εναρμόνιση ( 12 ). Οι τροπολογίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου προέβλεπαν ένα σύστημα συνδημιουργίας όλων των πνευματικών δημιουργών του κινηματογραφικού έργου, που έπρεπε να απαριθμούνται λεπτομερώς στο κείμενο της οδηγίας ( 13 ). Μια τέτοια απαρίθμηση όλων των πιθανών δημιουργών του έργου αποδείχθηκε όμως κατά την πρόοδο της νομοθετικής διαδικασίας μη εφαρμόσιμη ( 14 ). Η τροποποιημένη πρόταση οδηγίας της Επιτροπής της 30ής Ιανουαρίου 1993 περιοριζόταν, συνεπώς, στη διατύπωση που υιοθετήθηκε μεταγενέστερα —με ελάχιστες μόνο λεκτικές μεταβολές— στο άρθρο 2, παράγραφος 1, της οδηγίας για τη διάρκεια προστασίας, σύμφωνα με την οποία ο σκηνοθέτης θεωρείται ως ένας από τους δημιουργούς του κινηματογραφικού έργου και τα κράτη μέλη έχουν, κατά τα λοιπά, διακριτική ευχέρεια ( 15 ). Κατά συνέπεια, είναι βέβαια ορθό ότι στο άρθρο 2, παράγραφος 1, της οδηγίας για τη διάρκεια προστασίας δεν ρυθμίζεται κατά τρόπο αποκλειστικό ποιος είναι δημιουργός ενός κινηματογραφικού έργου. Από το άρθρο όμως αυτό συνάγεται πράγματι η δεσμευτική επιταγή να θεωρείται τουλάχιστον ο σκηνοθέτης ως δημιουργός του κινηματογραφικού έργου. Η έκθεση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, της 6ης Δεκεμβρίου 2002, σχετικά με το ζήτημα της πατρότητας των κινηματογραφικών και οπτικοακουστικών έργων στην Κοινότητα επιβεβαιώνει αυτή την ερμηνεία. Στην έκθεση αυτή, η Επιτροπή ρητώς δέχθηκε ότι η οδηγία για τη διάρκεια προστασίας όρισε, γενικώς, τον σκηνοθέτη ως δημιουργό του κινηματογραφικού έργου και περιέχει, στο μέτρο αυτό, μερική εναρμόνιση της έννοιας της πατρότητας ( 16 ).

97.

Συμπληρωματικά και μόνον πρέπει, στο πλαίσιο αυτό, να επισημανθεί ότι η οδηγία για τη διάρκεια προστασίας περιέχει και περαιτέρω διατάξεις που ισχύουν πέραν του καθορισμού της διάρκειας προστασίας. Είναι, παραδείγματος χάριν, δυνατή η προσφυγή στο άρθρο 6 της οδηγίας για τη διάρκεια προστασίας όσον αφορά το ζήτημα πότε οι φωτογραφίες αποτελούν προστατευτέα έργα κατά την έννοια της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας ( 17 ).

98.

Κατά συνέπεια, από το άρθρο 2, παράγραφος 1, της οδηγίας για τη διάρκεια προστασίας προκύπτει ότι ο σκηνοθέτης πρέπει να θεωρείται δημιουργός του κινηματογραφικού έργου, κατά την έννοια των άρθρων 2 και 3 της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας.

γ) Συμπέρασμα σε αυτό το στάδιο της ανάλυσης

99.

Ως συμπέρασμα σε αυτό το στάδιο της ανάλυσης πρέπει να γίνει δεκτό ότι, όσον αφορά τα αποκλειστικά δικαιώματα που ρυθμίζονται στο άρθρο 2 της οδηγίας για τις δορυφορικές ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις και την καλωδιακή αναμετάδοση και στα άρθρα 2 και 3 της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας, ως δημιουργός του κινηματογραφικού έργου πρέπει να θεωρείται, σε κάθε περίπτωση, και ο σκηνοθέτης.

2. Πρέπει να απονέμονται τα αποκλειστικά δικαιώματα εκμεταλλεύσεως κατά τρόπο πρωτότυπο στον σκηνοθέτη ως δημιουργό του κινηματογραφικού έργου;

100.

Θα εξετάσω τώρα το ζήτημα κατά πόσον από τις εφαρμοστέες διατάξεις του δικαίου της Ένωσης προκύπτει για τα κράτη μέλη δεσμευτική επιταγή να μεριμνούν ώστε τα οικεία αποκλειστικά δικαιώματα εκμεταλλεύσεως να γεννώνται κατά τρόπο πρωτότυπο στο πρόσωπο του σκηνοθέτη ως δημιουργού του κινηματογραφικού έργου.

101.

Στο πλαίσιο αυτό πρέπει, κατ’ αρχάς, να επισημανθεί ότι οι διατάξεις που αναφέρει το αιτούν δικαστήριο απονέμουν, κατ’ αρχήν, τα οικεία δικαιώματα εκμεταλλεύσεως στον δημιουργό κινηματογραφικού έργου (α). Πρέπει όμως, περαιτέρω, να ληφθεί υπόψη η πέμπτη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας για τη διάρκεια προστασίας, σύμφωνα με την οποία οι διατάξεις της οδηγίας για τη διάρκεια προστασίας δεν θα πρέπει να θίγουν την εφαρμογή του άρθρου 14α, παράγραφος 2, στοιχεία βʹ, γʹ και δʹ, και παράγραφος 3, ΑΣΒ. Κατά συνέπεια, τα κράτη μέλη διατηρούν την εξουσία να προβλέπουν ρύθμιση σύμφωνα με την οποία ο σκηνοθέτης δεν μπορεί, υπό ορισμένες συνθήκες, να αντιταχθεί σε ορισμένες μορφές εκμεταλλεύσεως της ταινίας (β). Κατά την άποψή μου, αυτό παρέχει στα κράτη μέλη την εξουσία να προβλέπουν εθνική ρύθμιση σύμφωνα με την οποία τα αποκλειστικά δικαιώματα εκμεταλλεύσεως γεννώνται κατά τρόπο πρωτότυπο στο πρόσωπο του παραγωγού της ταινίας (γ), εφόσον τηρούν τις δεσμευτικές επιταγές που προκύπτουν από το άρθρο 14α, παράγραφος 2, στοιχεία βʹ έως δʹ, και παράγραφος 3, ΑΣΒ και από τις επιταγές της Ένωσης σχετικά με τα θεμελιώδη δικαιώματα (δ).

α) Κατ’ αρχήν απονομή των αποκλειστικών δικαιωμάτων εκμεταλλεύσεως στον δημιουργό του κινηματογραφικού έργου

102.

Ως σημείο αφετηρίας πρέπει να επισημανθεί ότι στον σκηνοθέτη, ως δημιουργό του κινηματογραφικού έργου, κατά την έννοια του άρθρου 2 της οδηγίας για τις δορυφορικές ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις και την καλωδιακή αναμετάδοση και του άρθρου 2, παράγραφος 1, της οδηγίας για τη διάρκεια προστασίας, απονέμονται, κατ’ αρχήν, τα ακόλουθα αποκλειστικά δικαιώματα εκμεταλλεύσεως:

κατά το άρθρο 2 της οδηγίας για τις δορυφορικές ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις και την καλωδιακή αναμετάδοση, το δικαίωμα να επιτρέπει την μέσω δορυφόρου παρουσίαση του κινηματογραφικού έργου στο κοινό·

κατά το άρθρο 2 της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας, το δικαίωμα να επιτρέπει ή να απαγορεύει την άμεση ή έμμεση, προσωρινή ή μόνιμη αναπαραγωγή του κινηματογραφικού του έργου με οποιοδήποτε μέσο και μορφή, εν όλω ή εν μέρει·

κατά το άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας, το δικαίωμα να επιτρέπει ή να απαγορεύει κάθε παρουσίαση στο κοινό του κινηματογραφικού του έργου, ενσυρμάτως ή ασυρμάτως, καθώς και να καθιστά προσιτά τα έργα του στο κοινό κατά τρόπο ώστε οποιοσδήποτε να έχει πρόσβαση σε αυτά όπου και όταν επιλέγει ο ίδιος.

β) Εξουσία περιορισμού των αποκλειστικών δικαιωμάτων εκμεταλλεύσεως του δημιουργού του κινηματογραφικού έργου

103.

Εντούτοις, η πέμπτη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας για τη διάρκεια προστασίας διευκρινίζει ότι οι διατάξεις της οδηγίας για τη διάρκεια προστασίας —επομένως, ειδικώς, και ο ορισμός του δημιουργού κινηματογραφικού έργου που προβλέπεται στο άρθρο 2, παράγραφος 1, της οδηγίας για τη διάρκεια προστασίας— πρέπει να ερμηνεύονται κατά τρόπο ώστε να μην θίγουν την υπό των κρατών μελών εφαρμογή του άρθρου 14α, παράγραφος 2, στοιχεία βʹ, γʹ και δʹ, και παράγραφος 3, ΑΣΒ.

104.

Το άρθρο 14α, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, ΑΣΒ προβλέπει ειδική ρύθμιση για την περίπτωση των προσώπων που αναγνωρίζονται ως δημιουργοί κινηματογραφικού έργου λόγω της συμβολής τους στην παραγωγή του έργου. Εάν τα πρόσωπα αυτά έχουν αναλάβει συμβατικώς την υποχρέωση να παράσχουν την προαναφερθείσα συμβολή, δεν μπορούν κατ’ αρχήν ( 18 ), παρά την ιδιότητά τους ως δημιουργών, να αντιταχθούν στην εκμετάλλευση του κινηματογραφικού έργου, ιδίως με αναπαραγωγή ή παρουσίαση στο κοινό. Το άρθρο 14α, παράγραφος 3, ΑΣΒ προβλέπει, βέβαια, ότι η ρύθμιση αυτή δεν εφαρμόζεται, κατ’ αρχήν, στον σκηνοθέτη κινηματογραφικού έργου. Τα συμβαλλόμενα κράτη της ΑΣΒ έχουν όμως τη δυνατότητα να εφαρμόσουν τον κανόνα αυτόν και στον σκηνοθέτη.

105.

Ο σκοπός της εν λόγω ρυθμίσεως του άρθρου 14α, παράγραφος 2, στοιχεία βʹ έως δʹ, και παράγραφος 3, ΑΣΒ είναι να παράσχει στον παραγωγό της ταινίας τη δυνατότητα εκμεταλλεύσεως της ταινίας ακόμη και όταν αυτός δεν έχει συνάψει ρητή συμφωνία με τα πρόσωπα που συμμετέχουν στο κινηματογραφικό έργο σχετικά με τη μεταβίβαση ή εκμετάλλευση των δικαιωμάτων που τους ανήκουν ( 19 ). Λαμβάνεται με τον τρόπο αυτό υπόψη ότι τα κινηματογραφικά έργα έχουν διπλή φύση. Αποτελούν, αφενός, αποτέλεσμα πνευματικής δημιουργίας και προϋποθέτουν πνευματικές δημιουργίες. Αφετέρου, αποτελούν δαπανηρά βιομηχανικά προϊόντα. Οι ρυθμίσεις του άρθρου 14α, παράγραφος 2, στοιχεία βʹ έως δʹ, και παράγραφος 3, ΑΣΒ αποσκοπούν να μην επιτρέψουν στην πληθώρα των εμπλεκομένων δημιουργών και δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας να θίξουν τις δυνατότητες εκμεταλλεύσεως μιας ταινίας.

106.

Πράγματι, εάν η εκμετάλλευση ταινίας προϋπέθετε τη συναίνεση εκάστου εμπλεκόμενου δημιουργού, αυτό θα έθιγε την ασφάλεια δικαίου της κυκλοφορίας των κινηματογραφικών έργων και θα απέβαινε σε βάρος όχι μόνο του παραγωγού της ταινίας, αλλά, τελικώς, και σε βάρος των περαιτέρω εμπλεκομένων προσώπων. Επιπλέον, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι θα μπορούσε να δυσχερανθεί και η χρηματοδότηση της παραγωγής της ταινίας, εάν [δεν] μπορούν να παρασχεθούν επαρκείς ασφάλειες.

107.

Αυτή η ιδέα που εκφράζεται στην πέμπτη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας για τη διάρκεια προστασίας πρέπει να ληφθεί υπόψη σε σχέση με το δικαίωμα αναπαραγωγής κατά το άρθρο 2 της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας και το δικαίωμα παρουσιάσεως στο κοινό κατά το άρθρο 3 της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας. Πράγματι, τα δικαιώματα αυτά συνδέονται με τον ορισμό του δημιουργού του κινηματογραφικού έργου του άρθρου 2, παράγραφος 1, της οδηγίας για τη διάρκεια προστασίας.

108.

Το ίδιο ισχύει και για το δικαίωμα παρουσιάσεως στο κοινό μέσω δορυφόρου, που ρυθμίζεται στο άρθρο 4 της οδηγίας για τις δορυφορικές ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις και την καλωδιακή αναμετάδοση. Η οδηγία αυτή δεν περιέχει, βέβαια, αιτιολογική σκέψη ακριβώς αντίστοιχη προς την πέμπτη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας για τη διάρκεια προστασίας.

109.

Υπέρ της απόψεως να ληφθεί υπόψη η προαναφερθείσα ιδέα συνηγορεί όμως, πρώτον, η τριακοστή πέμπτη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας για τις δορυφορικές ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις και την καλωδιακή αναμετάδοση, σύμφωνα με την οποία παρέχεται στα κράτη μέλη η διακριτική εξουσία να συμπληρώσουν τις γενικές διατάξεις που απαιτούνται για την επίτευξη των στόχων της οδηγίας λαμβάνοντας νομοθετικά και διοικητικά μέτρα σε εθνικό επίπεδο, εφόσον δεν αντίκεινται στους στόχους της εν λόγω οδηγίας και είναι σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο. Βάσει όσων προαναφέρθηκαν, η εξουσία αυτή θα μπορούσε ιδίως να περιλαμβάνει και την έκδοση εθνικών διατάξεων, όπως αυτές που προβλέπει το άρθρο 14α, παράγραφος 2, στοιχεία βʹ έως δʹ, και παράγραφος 3, ΑΣΒ. Πράγματι, ο σκοπός τους, δηλαδή η εξασφάλιση της εκμεταλλεύσεως μιας ταινίας από τον παραγωγό της ακόμη και στην περίπτωση που αυτός δεν έχει συνάψει συμφωνία με τα πρόσωπα που συμμετείχαν στο κινηματογραφικό έργο σχετικά με τα δικαιώματα δημιουργού που γεννήθηκαν λόγω της συμμετοχής τους στο κινηματογραφικό έργο, είναι σύμφωνος προς τους σκοπούς της οδηγίας για τις δορυφορικές ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις και την καλωδιακή αναμετάδοση. Το γεγονός ότι η ιδέα αυτή δεν είναι, κατ’ αρχήν, ξένη προς την οδηγία για τις δορυφορικές ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις και την καλωδιακή αναμετάδοση αποδεικνύεται από το άρθρο 4 και την εικοστή πέμπτη και εικοστή έκτη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας, που αναφέρονται σε αντίστοιχες ρυθμίσεις της οδηγίας σχετικά με το δικαίωμα εκμισθώσεως και το δικαίωμα δανεισμού, οι οποίες αφορούν όμως μόνον τα συγγενικά δικαιώματα των καλλιτεχνών ερμηνευτών ή εκτελεστών και των παραγωγών φωνογραφημάτων.

110.

Δεύτερον, πρέπει να επισημανθεί ότι ο νομοθέτης της Ένωσης θέσπισε, με το άρθρο 2, παράγραφος 1, της οδηγίας για τη διάρκεια προστασίας, έναν κανόνα για την ιδιότητα του σκηνοθέτη ως δημιουργού καλούμενο να εφαρμοστεί στο σύνολο του κεκτημένου της Ένωσης στον τομέα της πνευματικής ιδιοκτησίας, η θέσπιση του οποίου έπεται, χρονικά, των διατάξεων της οδηγίας για τις δορυφορικές ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις και την καλωδιακή αναμετάδοση. Από αυτό μπορεί, κατά την άποψή μου, επίσης να συναχθεί ότι η περιεχόμενη στην πέμπτη αιτιολογική σκέψη παραπομπή στο άρθρο 14α, παράγραφος 2, στοιχεία βʹ έως δʹ, και παράγραφος 3, ΑΣΒ ισχύει για όλες τις περιπτώσεις που αφορούν τα αποκλειστικά δικαιώματα του σκηνοθέτη ως δημιουργού του κινηματογραφικού έργου.

γ) Επί της νομιμότητας της κατά πρωτότυπο τρόπο απονομής των αποκλειστικών δικαιωμάτων εκμεταλλεύσεως στον παραγωγό του κινηματογραφικού έργου

111.

Κατά την άποψη του ενάγοντος της κύριας δίκης, σύμφωνη προς τις επιταγές του δικαίου της Ένωσης είναι μόνον εθνική ρύθμιση σύμφωνα με την οποία τα οικεία αποκλειστικά δικαιώματα εκμεταλλεύσεως απονέμονται κατά πρωτότυπο τρόπο στον δημιουργό του κινηματογραφικού έργου. Κατά συνέπεια, σύμφωνη προς τις επιταγές του δικαίου της Ένωσης θα μπορούσε να είναι μόνον εθνική ρύθμιση σύμφωνα με την οποία τεκμαίρεται η μεταβίβαση των δικαιωμάτων αυτών ή η παραχώρηση της εξουσίας εκμεταλλεύσεως των δικαιωμάτων αυτών στον παραγωγό της ταινίας.

112.

Η άποψη αυτή δεν μπορεί να γίνει δεκτή.

113.

Πρώτον, το γράμμα του άρθρου 14α, παράγραφος 2, στοιχεία βʹ έως δʹ, και παράγραφος 3, ΑΣΒ παρίσταται επαρκώς ευρύ, ώστε να καλύπτει και εθνική ρύθμιση σύμφωνα με την οποία τα αποκλειστικά δικαιώματα εκμεταλλεύσεως γεννώνται κατά τρόπο πρωτότυπο όχι στο πρόσωπο του σκηνοθέτη, αλλά μόνον στο πρόσωπο του παραγωγού της ταινίας. Πράγματι, το άρθρο 14α, παράγραφος 3, σε συνδυασμό με την παράγραφο 2, στοιχείο βʹ, ΑΣΒ, προβλέπει ότι τα κράτη που μετέχουν στην ΑΣΒ μπορούν να θεσπίσουν ρύθμιση σύμφωνα με την οποία ο σκηνοθέτης δεν δικαιούται να αντιταχθεί στην αναπαραγωγή και την παρουσίαση στο κοινό. Το γράμμα αυτό μου φαίνεται ότι δεν καλύπτει μόνον ρύθμιση σύμφωνα με την οποία τα εν λόγω δικαιώματα γεννώνται κατά πρωτότυπο τρόπο στο πρόσωπο του δημιουργού της ταινίας, και ακολούθως τεκμαίρεται η μεταβίβαση στον παραγωγό της ταινίας, αλλά και ρύθμιση σύμφωνα με την οποία τα δικαιώματα αυτά γεννώνται κατά πρωτότυπο τρόπο στο πρόσωπο του παραγωγού της ταινίας.

114.

Δεύτερον, μια τέτοια προσέγγιση μπορεί, αναλόγως της διαμορφώσεως της εθνικής εννόμου τάξεως, να ενδείκνυται για την επίτευξη του επιδιωκόμενου με το άρθρο 14α, παράγραφος 2, στοιχεία βʹ και δʹ, και παράγραφος 3, ΑΣΒ σκοπού. Όταν τα αποκλειστικά δικαιώματα εκμεταλλεύσεως γεννώνται κατά τρόπο πρωτότυπο στο πρόσωπο του δημιουργού της ταινίας, διατρέχουν, αναλόγως της διαμορφώσεως της εθνικής εννόμου τάξεως, τον κίνδυνο να είναι εκτεθειμένα στο ενδεχόμενο προκαταβολικής εκχωρήσεως. Σε μια τέτοια περίπτωση, το τεκμήριο μεταβιβάσεως των δικαιωμάτων στον παραγωγό της ταινίας δεν αρκεί για να εξαλείψει τον κίνδυνο εμπλοκής της εκμεταλλεύσεως.

δ) Συμπέρασμα σε αυτό το στάδιο της ανάλυσης

115.

Ως συμπέρασμα σε αυτό το στάδιο της ανάλυσης πρέπει να γίνει δεκτό ότι τα αποκλειστικά δικαιώματα αναπαραγωγής, της παρουσιάσεως στο κοινό, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος διαθέσεως στο κοινό, καθώς και της παρουσιάσεως στο κοινό μέσω δορυφόρου απονέμονται, κατ’ αρχήν, στον σκηνοθέτη ως δημιουργό του κινηματογραφικού έργου, καθώς και, ενδεχομένως, σε περαιτέρω δημιουργούς του έργου αυτού. Παρά αυτήν την κατ’ αρχήν απονομή, τα κράτη μέλη έχουν την εξουσία να θεσπίζουν εθνική ρύθμιση σύμφωνα με την οποία τα εν λόγω αποκλειστικά δικαιώματα εκμεταλλεύσεως γεννώνται κατά τρόπο πρωτότυπο στο πρόσωπο του παραγωγού της ταινίας. Μια τέτοια ρύθμιση επιτρέπεται όμως μόνον εφόσον τα κράτη μέλη τηρούν τις προβλεπόμενες από το δίκαιο της Ένωσης προϋποθέσεις, στις οποίες υπόκειται μια τέτοια ρύθμιση. Ακολούθως θα προβώ σε εξέταση των εν λόγω προϋποθέσεων.

3. Επί των όρων της κατά πρωτότυπο τρόπο απονομής των αποκλειστικών δικαιωμάτων εκμεταλλεύσεως στον παραγωγό της ταινίας

116.

Έστω και αν τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίσουν εθνική ρύθμιση σύμφωνα με την οποία τα αποκλειστικά δικαιώματα εκμεταλλεύσεως γεννώνται κατά τρόπο πρωτότυπο και αποκλειστικό στο πρόσωπο του παραγωγού της ταινίας, πρέπει πάντως να τηρούν, κατά την απονομή αυτή, ορισμένες προϋποθέσεις. Αντίθετα προς ό,τι υποστηρίζει ο ενάγων της κύριας δίκης, δεν χωρεί εν προκειμένω αναλογία προς το άρθρο 3, παράγραφοι 4 και 5, της οδηγίας σχετικά με το δικαίωμα εκμισθώσεως και το δικαίωμα δανεισμού (α). Από το άρθρο 14α, παράγραφος 2, στοιχεία βʹ έως δʹ και παράγραφος 3, ΑΣΒ και από τα θεμελιώδη δικαιώματα συνάγονται όμως επιταγές που είναι, βέβαια, κατά τι λιγότερο συγκεκριμένες, αλλά στην ουσία συγκρίσιμες προς τις διατάξεις αυτές (β).

α) Δεν επιτρέπεται η αναλογική εφαρμογή του άρθρου 3, παράγραφοι 4 και 5, της οδηγίας σχετικά με το δικαίωμα εκμισθώσεως και το δικαίωμα δανεισμού

117.

Κατά την άποψη του ενάγοντος της κύριας δίκης και της Ισπανικής Κυβερνήσεως, είναι δυνατή, σε μία περίπτωση όπως η προκείμενη, η αναλογική εφαρμογή των προϋποθέσεων του άρθρου 3, παράγραφοι 4 και 5, της οδηγίας σχετικά με το δικαίωμα εκμισθώσεως και το δικαίωμα δανεισμού. Κατά τις διατάξεις αυτές, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν τεκμήριο, σύμφωνα με το οποίο ο δημιουργός κινηματογραφικού έργου, ο οποίος έχει συνάψει σύμβαση για την παραγωγή ταινίας με παραγωγό, έχει εκχωρήσει το δικαίωμα εκμίσθωσης. Προϋπόθεση όμως αποτελεί, πρώτον, να μην υπάρχουν αντίθετες συμβατικές ρήτρες, και, δεύτερον, να παρέχεται στον δημιουργό δικαίωμα εύλογης αμοιβής από το οποίο δεν χωρεί παραίτηση, κατά το άρθρο 5 της οδηγίας σχετικά με το δικαίωμα εκμισθώσεως και το δικαίωμα δανεισμού.

118.

Η άποψη αυτή δεν μπορεί να γίνει δεκτή. Στην προκειμένη περίπτωση δεν τίθεται θέμα αναλογίας προς το άρθρο 3, παράγραφοι 4 και 5, της οδηγίας σχετικά με το δικαίωμα εκμισθώσεως και το δικαίωμα δανεισμού.

119.

Πρώτον, δεν υφίσταται ακούσιο ρυθμιστικό κενό.

120.

Κατ’ αρχάς, πρέπει να επισημανθεί ότι η τροποποιημένη πρόταση της Επιτροπής της 7ης Ιανουαρίου 1993 για την οδηγία για τη διάρκεια προστασίας ( 20 ) προέβλεπε ρητώς, στο άρθρο 1α, παράγραφος 3, τη δυνατότητα θεσπίσεως τεκμηρίου, σύμφωνα με το οποίο τεκμαίρεται ότι οι δημιουργοί κινηματογραφικού έργου που συνήψαν σύμβαση παραγωγής ενός κινηματογραφικού έργου έχουν επιτρέψει την εκμετάλλευση των έργων τους· η πρόταση περιείχε επίσης ρητή αναφορά στην αντίστοιχη διάταξη της οδηγίας σχετικά με το δικαίωμα εκμισθώσεως και το δικαίωμα δανεισμού. Εντούτοις, αυτό το στοιχείο της προτάσεως τελικώς δεν υιοθετήθηκε. Η συνειδητή νομοθετική επιλογή να μην υιοθετηθούν οι αντίστοιχοι κανόνες της οδηγίας σχετικά με το δικαίωμα εκμισθώσεως και το δικαίωμα δανεισμού αποκλείει, κατά την άποψή μου, την αναλογία.

121.

Περαιτέρω, σε μια συγκυρία όπως η προκείμενη δεν είναι, κατά την άποψή μου, δυνατόν να γίνει λόγος για ρυθμιστικό κενό. Τα κράτη μέλη που θέλουν να περιορίσουν τα αποκλειστικά δικαιώματα εκμεταλλεύσεως του δημιουργού του κινηματογραφικού έργου δεσμεύονται τόσο από τις προϋποθέσεις του άρθρου 14α, παράγραφος 2, στοιχεία βʹ έως δʹ, και παράγραφος 3, ΑΣΒ, όσο και από επιταγές σχετικές με τα θεμελιώδη δικαιώματα. Στο μέτρο αυτό, δεν είναι δυνατόν, στο επίπεδο του δικαίου της Ένωσης, να γίνει λόγος για ρυθμιστικό κενό. Περαιτέρω, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι στον τομέα του δικαίου της πνευματικής ιδιοκτησίας υφίσταται συντρέχουσα αρμοδιότητα της Ένωσης και των κρατών μελών. Κατά συνέπεια, στο μέτρο που κάτι δεν έχει ρυθμιστεί στο επίπεδο του δικαίου της Ένωσης, αρμόδια παραμένουν τα κράτη μέλη. Επομένως, στο μέτρο που το δίκαιο της Ένωσης σιωπά σχετικά με κάποιο ζήτημα, καλούνται τα κράτη μέλη να πληρώσουν τα κενά που ενδεχομένως υφίστανται και να αποφύγουν αξιολογικές αντιφάσεις ( 21 ).

122.

Δεύτερον, πρέπει να απορριφθεί και η ένσταση του ενάγοντος της κύριας δίκης, σύμφωνα με την οποία το Δικαστήριο, στην απόφαση Infopaq ( 22 ), χρησιμοποίησε επίσης τη μέθοδο της αναλογίας. Η υπόθεση εκείνη αφορούσε την ερμηνεία αυτοτελούς εννοίας του δικαίου της Ένωσης, και συγκεκριμένα αυτή του προστατευτέου έργου κατά την έννοια της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας. Το Δικαστήριο, κατά την ερμηνεία αυτής της αυτοτελούς εννοίας του δικαίου της Ένωσης, για την οποία δεν υπήρχε ορισμός στην οδηγία για την κοινωνία της πληροφορίας και για την οποία, στην περίπτωση αυτή, δεν προέκυπτε ορισμός ούτε από άλλες οδηγίες, προσανατολίστηκε στο περιεχόμενο ειδικών ρυθμίσεων, στις οποίες έχουν καθοριστεί, σε σχέση με συγκεκριμένα έργα, οι προϋποθέσεις ώστε να μπορούν αυτά να προστατευθούν από το δίκαιο της πνευματικής ιδιοκτησίας. Αντιθέτως, στην προκειμένη περίπτωση δεν πρόκειται για τον ορισμό αυτοτελούς εννοίας του δικαίου της Ένωσης. Η πρόταση του ενάγοντος της κύριας δίκης καταλήγει, αντιθέτως, στην εφαρμογή διατάξεων της οδηγίας σχετικά με το δικαίωμα εκμισθώσεως και το δικαίωμα δανεισμού και στο πλαίσιο της οδηγίας για τη διάρκεια προστασίας, μολονότι αυτές συνειδητά δεν υιοθετήθηκαν από την οδηγία αυτή.

123.

Ως συμπέρασμα πρέπει, συνεπώς, να γίνει δεκτό ότι σε μία περίπτωση όπως η προκείμενη δεν μπορούν να τύχουν αναλογικής εφαρμογής οι διατάξεις του άρθρου 3, παράγραφοι 4 και 5, της οδηγίας σχετικά με το δικαίωμα εκμισθώσεως και το δικαίωμα δανεισμού.

β) Επί των επιταγών του δικαίου της Ένωσης

124.

Εντούτοις, όπως προαναφέρθηκε, από το άρθρο 14α, παράγραφος 2, στοιχεία βʹ, γʹ και δʹ, και παράγραφος 3, ΑΣΒ, καθώς και από το άρθρο 17 του Χάρτη προκύπτουν οι όροι τους οποίους πρέπει να τηρούν τα κράτη μέλη όταν επιθυμούν να απονείμουν στον παραγωγό του κινηματογραφικού έργου τα αποκλειστικά δικαιώματα εκμεταλλεύσεως που, κατ’ αρχήν, ανήκουν στον σκηνοθέτη ως δημιουργό του κινηματογραφικού έργου. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτουν οι ακόλουθες προϋποθέσεις: Πρώτον, μια τέτοια απονομή προϋποθέτει σύμβαση μεταξύ του σκηνοθέτη ως δημιουργού του κινηματογραφικού έργου και του παραγωγού του έργου (i). Δεύτερον, πρέπει να επιτρέπονται οι αντίθετες συμφωνίες (ii). Τρίτον, η κυριότητα που απονέμεται στον δημιουργό του κινηματογραφικού έργου επιβάλλει να του διασφαλιστεί εύλογη αμοιβή σε περίπτωση περιορισμού των αποκλειστικών δικαιωμάτων εκμεταλλεύσεως που του ανήκουν (iii).

i) Ύπαρξη συμβάσεως

125.

Προϋπόθεση για την απονομή των αποκλειστικών δικαιωμάτων εκμεταλλεύσεως στον παραγωγό του κινηματογραφικού έργου αποτελεί, κατά το άρθρο 14α, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της ΑΣΒ, η σύναψη συμβάσεως μεταξύ του σκηνοθέτη και του παραγωγού του κινηματογραφικού έργου, με την οποία ο σκηνοθέτης ανέλαβε την υποχρέωση να συμβάλει στην παραγωγή του κινηματογραφικού έργου.

ii) Υπεροχή αντίθετων συμφωνιών

126.

Πρέπει, περαιτέρω, να υφίσταται δυνατότητα αντίθετων συμβατικών συμφωνιών. Αυτό προκύπτει από το άρθρο 14α, παράγραφος 2, στοιχεία βʹ και δʹ, ΑΣΒ. Το στοιχείο βʹ προβλέπει ότι πρέπει να υφίσταται δυνατότητα αντίθετων ή ειδικών συμφωνιών και το στοιχείο δʹ ότι, ως τέτοιες συμφωνίες, νοούνται όλοι οι περιοριστικοί όροι που περιέχονται στη σύμβαση, με την οποία ο δημιουργός του κινηματογραφικού έργου ανέλαβε την υποχρέωση να συμβάλει στην παραγωγή του.

iii) Δικαίωμα εύλογης αμοιβής

127.

Τέλος, το κράτος μέλος που επιθυμεί να απονείμει στον παραγωγό του κινηματογραφικού έργου τα αποκλειστικά δικαιώματα εκμεταλλεύσεως που ανήκουν, κατ’ αρχήν, στον σκηνοθέτη ως δημιουργό του έργου πρέπει να διασφαλίζει ότι αυτός θα λάβει, ως αντιστάθμισμα για τον περιορισμό των δικαιωμάτων του, εύλογη αποζημίωση.

128.

Το άρθρο 14α, παράγραφος 2, στοιχεία βʹ έως δʹ, και παράγραφος 3, ΑΣΒ δεν προβλέπει, βέβαια, τέτοια προϋπόθεση. Η απονομή όμως στον παραγωγό του κινηματογραφικού έργου των αποκλειστικών δικαιωμάτων εκμεταλλεύσεως που ανήκουν, κατ’ αρχήν, στον σκηνοθέτη ως δημιουργό του κινηματογραφικού έργου αποτελεί προσβολή της ιδιοκτησίας του, που προστατεύεται ως θεμελιώδες δικαίωμα κατά το άρθρο 17 του Χάρτη.

– Το ανήκον στον σκηνοθέτη, ως δημιουργό του κινηματογραφικού έργου, δικαίωμα του δημιουργού, ως ιδιοκτησία που προστατεύεται ως θεμελιώδες δικαίωμα

129.

Το δίκαιο της Ένωσης, αναγνωρίζοντας στο άρθρο 2, παράγραφος 1, της οδηγίας για τη διάρκεια προστασίας και στο άρθρο 1, παράγραφος 5, τον σκηνοθέτη ως δημιουργό του κινηματογραφικού έργου και απονέμοντάς του, κατ’ αρχήν, αντίστοιχα αποκλειστικά δικαιώματα εκμεταλλεύσεως, του παρέχει δικαίωμα ιδιοκτησίας. Αυτή προστατεύεται κατά το άρθρο 17 του Χάρτη, η παράγραφος 2 του οποίου διευκρινίζει ρητώς ότι η προστασία της ιδιοκτησίας καλύπτει ειδικώς και την πνευματική ιδιοκτησία ( 23 ).

130.

Στο επιχείρημα αυτό δεν μπορεί να αντιταχθεί ότι τα κράτη μέλη έχουν, κατά το άρθρο 14α, παράγραφος 2, στοιχεία βʹ έως δʹ, και παράγραφος 3, ΑΣΒ, την εξουσία να προβλέπουν κανόνα σύμφωνα με τον οποίο ο σκηνοθέτης, ως δημιουργός του κινηματογραφικού έργου, δεν μπορεί να αντιταχθεί στην εκμετάλλευση της ταινίας. Πράγματι, η επιλεκτική παραπομπή στην πέμπτη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας για τη διάρκεια προστασίας καταδεικνύει ότι, με τον τρόπο αυτό, δεν επιδιώκεται να δοθεί στα κράτη μέλη η εξουσία να θέσουν εν αμφιβόλω την ίδια την απονομή του δικαιώματος ιδιοκτησίας, όσον αφορά το δικαίωμα του δημιουργού. Πράγματι, η πέμπτη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας για τη διάρκεια προστασίας παραπέμπει μόνον στο άρθρο 14α, παράγραφος 2, στοιχεία βʹ έως δʹ, και παράγραφος 3, ΑΣΒ. Δεν γίνεται παραπομπή στο άρθρο 14α, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, σύμφωνα με το οποίο τα συμβαλλόμενα μέρη της ΑΣΒ διατηρούν το δικαίωμα να καθορίζουν τους δικαιούχους του δικαιώματος του δημιουργού επί του κινηματογραφικού έργου. Η παραληφθείσα παραπομπή στο άρθρο 14α, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, ΑΣΒ καταδεικνύει σαφώς, κατά την άποψή μου, ότι τα κράτη μέλη πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την καθορισθείσα σε επίπεδο δικαίου της Ένωσης ιδιότητα του σκηνοθέτη ως δημιουργού. Τα κράτη μέλη πρέπει, συνεπώς, ακόμη και στο πλαίσιο της εξουσίας που έχουν διατηρήσει, σύμφωνα με την πέμπτη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας για τη διάρκεια προστασίας σε συνδυασμό με το άρθρο 14α, παράγραφος 2, στοιχεία βʹ έως δʹ, και παράγραφος 3, ΑΣΒ, να λαμβάνουν υπόψη την ιδιότητα του σκηνοθέτη ως δημιουργού, η οποία αποτελεί ιδιοκτησία προστατευόμενη ως θεμελιώδες δικαίωμα ( 24 ).

– Προϋποθέσεις για τη δικαιολόγηση της προσβολής της εν λόγω ιδιοκτησίας

131.

Σε περίπτωση που ένα κράτος μέλος ασκεί την εξουσία που του παρέχει το άρθρο 14α, παράγραφος 2, στοιχεία βʹ έως δʹ, και παράγραφος 3, ΑΣΒ και περιορίζει τα αποκλειστικά δικαιώματα εκμεταλλεύσεως που ανήκουν στον σκηνοθέτη ως δημιουργό του κινηματογραφικού έργου, προσβάλλει την ανήκουσα στον σκηνοθέτη ιδιοκτησία. Μια τέτοια προσβολή δικαιολογείται μόνον εφόσον πληροί τις επιταγές που θέτουν για τη δικαιολόγησή της τα άρθρα 17, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, και 52 του Χάρτη.

132.

Κατά το άρθρο 17, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, του Χάρτη, η προσβολή πρέπει, κατ’ αρχάς, να έλαβε χώρα για λόγους δημόσιας ωφέλειας. Αυτό μπορεί, σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν, να θεωρηθεί ότι συμβαίνει όταν η απονομή στον παραγωγό της ταινίας των αποκλειστικών δικαιωμάτων εκμεταλλεύσεων που ανήκουν, κατ’ αρχήν, στον σκηνοθέτη ως δημιουργό του κινηματογραφικού έργου αποσκοπεί στη διασφάλιση της δυνατότητας αποτελεσματικής εκμεταλλεύσεως της ταινίας από τον παραγωγό της.

133.

Περαιτέρω, πρέπει, κατά το άρθρο 17, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, να παρέχεται δίκαιη και έγκαιρη αποζημίωση για την απώλεια της ιδιοκτησίας. Η προϋπόθεση αυτή προκύπτει, σε μία περίπτωση όπως η προκείμενη, και από το άρθρο 52, παράγραφος 1, του Χάρτη. Πράγματι, η απονομή των αποκλειστικών δικαιωμάτων εκμεταλλεύσεως στον παραγωγό της ταινίας χωρίς δίκαιη αποζημίωση θα ήταν αντίθετη προς την αρχή της αναλογικότητας και θα έθιγε το βασικό περιεχόμενο του δικαιώματος ιδιοκτησίας. Χωρίς το αντιστάθμισμα δίκαιης αποζημιώσεως, η ιδιότητα του σκηνοθέτη ως δημιουργού, που προστατεύεται ως θεμελιώδες δικαίωμα, διατρέχει, πράγματι, τον κίνδυνο να καταστεί κενή περιεχομένου, λόγω της απονομής των αποκλειστικών δικαιωμάτων εκμεταλλεύσεως στον παραγωγό της ταινίας ( 25 ).

iv) Συμπέρασμα σε αυτό το στάδιο της ανάλυσης

134.

Ως συμπέρασμα σε αυτό το στάδιο της ανάλυσης πρέπει να γίνει δεκτό ότι η εξουσία των κρατών μελών να απονέμουν τα αποκλειστικά δικαιώματα εκμεταλλεύσεως του σκηνοθέτη, ως δημιουργού του κινηματογραφικού έργου, στον παραγωγό της ταινίας εξαρτάται από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

Πρέπει να υφίσταται σύμβαση μεταξύ του σκηνοθέτη και του παραγωγού της ταινίας, με την οποία ο σκηνοθέτης να αναλαμβάνει την υποχρέωση να εκτελέσει τη σκηνοθεσία·

πρέπει να υφίσταται η δυνατότητα αντίθετων συμφωνιών, σύμφωνα με τις οποίες ο σκηνοθέτης διατηρεί τα αποκλειστικά δικαιώματα εκμεταλλεύσεως ή την άσκηση των δικαιωμάτων αυτών·

πρέπει να εξασφαλίζεται η χορήγηση δίκαιης αποζημιώσεως στον δημιουργό του κινηματογραφικού έργου.

4. Ως προς τη συμφωνία εθνικής ρυθμίσεως, όπως αυτή του άρθρου 38, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, UrhG, προς τις επιταγές του δικαίου της Ένωσης

135.

Βάσει όσων προαναφέρθηκαν, θα εξετάσω στη συνέχεια τις αμφιβολίες του αιτούντος δικαστηρίου σχετικά με τη συμφωνία εθνικής ρυθμίσεως, όπως αυτή του άρθρου 38, παράγραφος 1, UrhG, προς τις επιταγές του δικαίου της Ένωσης.

136.

Οι αμφιβολίες του αιτούντος δικαστηρίου δεν είναι βάσιμες, καθόσον αφορούν, πρώτον, τη συμφωνία μιας τέτοιας εθνικής διατάξεως προς τις επιταγές του δικαίου της Ένωσης, επειδή η διάταξη αυτή νοείται ως άμεση, κατά πρωτότυπο τρόπο, απονομή των δικαιωμάτων εκμεταλλεύσεως μόνον στον παραγωγό της ταινίας. Πράγματι, όπως προαναφέρθηκε, το δίκαιο της Ένωσης δεν προβλέπει επιτακτικά ότι πρέπει να λάβει χώρα άμεση, κατά πρωτότυπο τρόπο, απονομή των αποκλειστικών δικαιωμάτων εκμεταλλεύσεως στον δημιουργό του κινηματογραφικού έργου. Στο μέτρο αυτό, σύμφωνη προς τις επιταγές του δικαίου της Ένωσης δεν είναι μόνον η εθνική ρύθμιση σύμφωνα με την οποία τεκμαίρεται ότι ο σκηνοθέτης μεταβίβασε τα προαναφερθέντα, ανήκοντα σε αυτόν ως δημιουργό του κινηματογραφικού έργου, δικαιώματα εκμεταλλεύσεως στον παραγωγό της ταινίας ή παραχώρησε σε αυτόν αντίστοιχα δικαιώματα χρήσεως, αλλά και ο κανόνας σύμφωνα με τον οποίο τα αποκλειστικά δικαιώματα εκμεταλλεύσεως γεννώνται κατά πρωτότυπο τρόπο στο πρόσωπο του παραγωγού της ταινίας.

137.

Ο περιορισμός των δικαιωμάτων εκμεταλλεύσεως που απονέμονται, κατ’ αρχήν, στον σκηνοθέτη ως δημιουργό του κινηματογραφικού έργου δεν υπόκειται, βέβαια, στις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 3, παράγραφοι 4 και 5, της οδηγίας σχετικά με το δικαίωμα εκμισθώσεως και το δικαίωμα δανεισμού. Πρέπει, πάντως, να πληροί παρόμοιες, κατ’ ουσίαν, προϋποθέσεις.

138.

Πρώτον, ο σκηνοθέτης πρέπει να έχει συνάψει με τον παραγωγό της ταινίας σύμβαση με την οποία να έχει αναλάβει την υποχρέωση να συμβάλει στην παραγωγή του κινηματογραφικού έργου.

139.

Μια εθνική διάταξη, όπως αυτή του άρθρου 38, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, UrhG, δεν φαίνεται να προβλέπει ρητώς τέτοια προϋπόθεση. Αυτό όμως δεν θα έπρεπε να έχει καμία συνέπεια, διότι ο σκηνοθέτης εκτελεί, κατά κανόνα, την παροχή του βάσει ρητής ή τουλάχιστον σιωπηρής συμβάσεως. Σε περίπτωση που προκύψει μια δύσκολα νοητή, άτυπη περίπτωση, κατά την οποία ο σκηνοθέτης δεν έχει συνάψει σύμβαση με τον παραγωγό της ταινίας, μια εθνική ρύθμιση, όπως αυτή του άρθρου 38, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, UrhG, θα ήταν σύμφωνη προς το δίκαιο της Ένωσης μόνον αν ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι δεν τυγχάνει εφαρμογής στην περίπτωση αυτή.

140.

Δεύτερον, πρέπει να υπάρχει, κατά το εθνικό δίκαιο, δυνατότητα αντίθετων συμβατικών συμφωνιών, σύμφωνα με τις οποίες τα αποκλειστικά δικαιώματα εκμεταλλεύσεως δεν ανήκουν στον παραγωγό της ταινίας, αλλά στον δημιουργό του κινηματογραφικού έργου.

141.

Μια ρύθμιση, όπως αυτή του άρθρου 38, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, UrhG, δεν προβλέπει, βέβαια, ρητώς τέτοια δυνατότητα. Αυτό όμως δεν την καθιστά αναγκαστικά αντίθετη προς το δίκαιο της Ένωσης. Πράγματι, στο μέτρο που ο κανόνας αυτός είναι ενδοτικού δικαίου και, συνεπώς, επιδέχεται παρεκκλίσεις, τα συμβαλλόμενα μέρη μπορούν να παρεκκλίνουν από αυτόν. Είναι, κατά συνέπεια, σύμφωνη προς τις επιταγές του άρθρου 14α, παράγραφος 2, στοιχεία βʹ και δʹ, ΑΣΒ εθνική διάταξη σύμφωνα με την οποία τα δικαιώματα εκμεταλλεύσεως, εφόσον υπάρχουν αντίθετες συμφωνίες, γεννώνται κατά πρωτότυπο τρόπο στο πρόσωπο του δημιουργού του κινηματογραφικού έργου και όχι στο πρόσωπο του παραγωγού της ταινίας. Επίσης, σύμφωνη προς τις επιταγές αυτές θα ήταν εθνική διάταξη σύμφωνα με την οποία τα δικαιώματα εκμεταλλεύσεως γεννώνται μεν, κατά τρόπο πρωτότυπο, στο πρόσωπο του παραγωγού της ταινίας, αλλά μπορούν να μεταβιβαστούν, βάσει αντίθετης συμφωνίας, στον δημιουργό του κινηματογραφικού έργου. Αντιθέτως, μια ρύθμιση, όπως αυτή του άρθρου 38, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, UrhG, θα ήταν αντίθετη προς το δίκαιο της Ένωσης αν δεν επέτρεπε καμία αντίθετη συμφωνία.

142.

Τρίτον, το κράτος μέλος πρέπει, σε μια τέτοια περίπτωση, να εξασφαλίζει ότι θα παρέχεται δίκαιη αποζημίωση στον δημιουργό του κινηματογραφικού έργου, του οποίου η ιδιοκτησία, συνιστάμενη στο δικαίωμα του δημιουργού, περιορίζεται χωρίς τη θέλησή του.

143.

Μια εθνική διάταξη, όπως αυτή του άρθρου 38, παράγραφος 1, UrhG, δεν προβλέπει δίκαιη αποζημίωση. Ούτε από άλλες διατάξεις του εθνικού δικαίου φαίνεται να προκύπτει αξίωση για δίκαιη αποζημίωση. Η Αυστριακή Κυβέρνηση υποστήριξε, συναφώς, ότι, κατά την άποψή της, εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια των κρατών μελών να απονέμουν ελεύθερα όχι μόνον τα αποκλειστικά δικαιώματα εκμεταλλεύσεως, αλλά και το δικαίωμα ιδιοκτησίας από το οποίο αυτά απορρέουν. Για τον λόγο αυτό, δεν απαιτείται, σε περίπτωση απονομής των αποκλειστικών δικαιωμάτων εκμεταλλεύσεως στον παραγωγό της ταινίας, να προβλέπεται δίκαιη αποζημίωση για τον σκηνοθέτη.

144.

Όπως προκύπτει από τις προεκτεθείσες σκέψεις ( 26 ), δεν νομίζω ότι η προσέγγιση αυτή είναι σύμφωνη προς τις επιταγές του δικαίου της Ένωσης. Πράγματι, η αναγνώριση της ιδιότητας του δημιουργού του κινηματογραφικού έργου στον σκηνοθέτη αποτελεί, σε επίπεδο δικαίου της Ένωσης, απονομή ιδιοκτησίας, όσον αφορά το δικαίωμα του δημιουργού, την οποία πρέπει να λάβουν υπόψη τα κράτη μέλη. Σε περίπτωση προσβολής της ιδιοκτησίας αυτής πρέπει να διασφαλίζεται ότι ο σκηνοθέτης, ως δημιουργός του κινηματογραφικού έργου, θα λάβει δίκαιη αποζημίωση.

VI – Επί του δεύτερου σκέλους του δεύτερου προδικαστικού ερωτήματος, καθώς και επί του τρίτου και τέταρτου προδικαστικού ερωτήματος

145.

Το αιτούν δικαστήριο αμφιβάλλει, περαιτέρω, κατά πόσον μια εθνική ρύθμιση, όπως αυτή του άρθρου 38, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, UrhG, είναι σύμφωνη προς τις επιταγές του δικαίου της Ένωσης. Σύμφωνα με αυτή την εθνική ρύθμιση, οι προβλεπόμενες στον νόμο αξιώσεις αμοιβής του δημιουργού ανήκουν εξ ημισείας στον παραγωγό και στον δημιουργό, στο μέτρο που δεν είναι ανεπίδεκτες παραιτήσεως και ο παραγωγός της ταινίας δεν έχει συμφωνήσει κάτι διαφορετικό με τον δημιουργό. Σύμφωνα με τα παρασχεθέντα από το αιτούν δικαστήριο στοιχεία, η ρύθμιση αυτή αφορά ιδίως την καλούμενη αμοιβή για κενές κασέτες κατά το άρθρο 42β UrhG. Πρόκειται, σύμφωνα με τα παρασχεθέντα από το αιτούν δικαστήριο στοιχεία, για αξίωση κατά το άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας, που αποσκοπεί να θεσπίσει δίκαιη αποζημίωση για το γεγονός ότι το εθνικό δίκαιο επιτρέπει, σε ορισμένη έκταση, την ιδιωτική αντιγραφή και περιορίζεται, αντιστοίχως, το κατά το άρθρο 2 της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας δικαίωμα αναπαραγωγής του δημιουργού.

146.

Στο πλαίσιο αυτό, το αιτούν δικαστήριο υποβάλλει το δεύτερο σκέλος του δεύτερου προδικαστικού του ερωτήματος, καθώς και το τρίτο και τέταρτο προδικαστικό ερώτημα.

147.

Το αιτούν δικαστήριο διερωτάται, κατ’ αρχάς, κατά πόσον το δίκαιο της Ένωσης επιβάλλει να απονέμονται κατά πρωτότυπο τρόπο οι προβλεπόμενες στον νόμο αξιώσεις, κατά την έννοια του άρθρου 38, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, και, ιδίως, η αξίωση «αμοιβής για κενές κασέτες» στον σκηνοθέτη κινηματογραφικού έργου ως δημιουργό του έργου. Εφόσον δοθεί καταφατική απάντηση στο ερώτημα αυτό, το αιτούν δικαστήριο ερωτά, περαιτέρω, κατά πόσον είναι σύμφωνη προς τις επιταγές του δικαίου της Ένωσης εθνική ρύθμιση σύμφωνα με την οποία τεκμαίρεται ότι οι προβλεπόμενες στον νόμο αξιώσεις μεταβιβάστηκαν στον παραγωγό της ταινίας. Περαιτέρω, ερωτά κατά πόσον πρέπει να εφαρμόζονται επί ενός τέτοιου τεκμηρίου οι προϋποθέσεις που προβλέπουν το άρθρο 3, παράγραφοι 4 και 5, καθώς και το άρθρο 4 της οδηγίας σχετικά με το δικαίωμα εκμισθώσεως και το δικαίωμα δανεισμού.

148.

Τέλος, το αιτούν δικαστήριο ερωτά ρητώς κατά πόσον είναι σύμφωνη προς τις επιταγές του δικαίου της Ένωσης μια εθνική ρύθμιση όπως αυτή του άρθρου 38, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, UrhG.

Α  Οι κύριοι ισχυρισμοί των μετεχόντων στη διαδικασία

149.

Κατά την άποψη του ενάγοντος της κύριας δίκης και της Ισπανικής Κυβερνήσεως, μια εθνική ρύθμιση, όπως αυτή του άρθρου 38, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, UrhG, δεν είναι σύμφωνη προς τις επιταγές του δικαίου της Ένωσης.

150.

Ο ενάγων της κύριας δίκης και η Ισπανική Κυβέρνηση υποστηρίζουν ότι οι αξιώσεις, κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 2, στοιχεία αʹ και βʹ, της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας πρέπει να ανήκουν στον σκηνοθέτη ως δημιουργό του κινηματογραφικού έργου. Ο ενάγων της κύριας δίκης υποστηρίζει ότι, περαιτέρω, καλύπτονται και οι αξιώσεις που προβλέπει το κράτος μέλος για άλλες περιπτώσεις μιας ελεύθερης, αυτής καθεαυτήν, χρήσεως. Στο μέτρο αυτό, εφαρμόζεται η αρχή του δημιουργού που ρυθμίζεται στο άρθρο 2, παράγραφος 1, της οδηγίας για τη διάρκεια προστασίας. Εντούτοις, είναι δυνατή η συμβατική διάθεση των εν λόγω αξιώσεων.

151.

Κατά την άποψη της Ισπανικής Κυβερνήσεως, το ίδιο το τεκμήριο μεταβιβάσεως των αποκλειστικών δικαιωμάτων εκμεταλλεύσεως δεν είναι σύμφωνο προς το δίκαιο της Ένωσης. Πράγματι, με το τεκμήριο αυτό επιδιώκεται η διευκόλυνση των συναλλαγών που αφορούν τα εν λόγω δικαιώματα και η διασφάλιση, με τον τρόπο αυτό, της θέσεως του παραγωγού της ταινίας ως επενδυτή. Αυτό δεν ισχύει για τις προβλεπόμενες στον νόμο αξιώσεις για εύλογη αμοιβή. Πράγματι, σε μια τέτοια περίπτωση, η μεταβίβαση των εν λόγω αξιώσεων δεν οδηγεί σε διευκόλυνση των συναλλαγών που αφορούν τα δικαιώματα επί της ταινίας. Κατά συνέπεια, το δίκαιο της Ένωσης δεν επιτρέπει ρύθμιση σύμφωνα με την οποία μπορεί να τεκμαίρεται η μεταβίβαση των αξιώσεων για εύλογη αμοιβή στον παραγωγό της ταινίας.

152.

Αντιθέτως, ο ενάγων της κύριας δίκης θεωρεί ότι επιτρέπεται η εφαρμογή κανόνων που θεσπίζουν τεκμήρια, κατ’ αναλογία προς τις ρυθμίσεις της οδηγίας σχετικά με το δικαίωμα εκμισθώσεως και το δικαίωμα δανεισμού. Πρέπει όμως, στην περίπτωση αυτή, να τηρούνται οι επιταγές του άρθρου 3, παράγραφοι 4 και 5, σε συνδυασμό με το άρθρο 4 της οδηγίας σχετικά με το δικαίωμα εκμισθώσεως και το δικαίωμα δανεισμού. Κατ’ αρχάς, πρέπει να πρόκειται για μαχητό τεκμήριο. Περαιτέρω, πρέπει να υφίσταται σύμβαση. Πρέπει, ακόμη, να εξασφαλίζεται εύλογη αμοιβή από την οποία δεν χωρεί παραίτηση. Κατά συνέπεια, μια εθνική ρύθμιση, όπως αυτή του άρθρου 38, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, UrhG, δεν είναι σύμφωνη προς τις επιταγές του δικαίου της Ένωσης, διότι δεν τηρεί τις προϋποθέσεις αυτές. Κατ’ αρχάς, δεν απονέμεται κατά πρωτότυπο τρόπο η συνολική αξίωση στον σκηνοθέτη, αλλά μόνον το ήμισυ της αξιώσεως. Η απονομή του έτερου ημίσεος στον παραγωγό της ταινίας δεν έχει διαμορφωθεί ως κανόνας που θεσπίζει τεκμήριο. Εξάλλου, δεν προϋποτίθεται, αντίθετα προς τις επιταγές του δικαίου της Ένωσης, η ύπαρξη συμβάσεως. Περαιτέρω, η αξίωση του δημιουργού του κινηματογραφικού έργου είναι απαλλοτριωτή. Εντούτοις, η απονομή του ημίσεος της αξιώσεως στον παραγωγό της ταινίας μπορεί να θεωρηθεί δικαιολογημένη, διότι ο παραγωγός της ταινίας, ως πρώτος παραγωγός αυτής, είναι φορέας συγγενικών δικαιωμάτων.

153.

Κατά την άποψη του εναγομένου της κύριας δίκης και της Αυστριακής Κυβερνήσεως, μια εθνική ρύθμιση, όπως αυτή του άρθρου 38, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, UrhG, είναι σύμφωνη προς τις επιταγές του δικαίου της Ένωσης.

154.

Κατά την άποψη του εναγομένου της κύριας δίκης, η θέσπιση και διαμόρφωση των κανόνων περί αμοιβής εμπίπτουν στη διακριτική εξουσία των κρατών μελών. Συνεπώς, τα κράτη μέλη έχουν, επίσης, την εξουσία να αποφασίζουν σε ποιόν απονέμουν τις αξιώσεις αυτές. Οι διατάξεις που αναφέρει το αιτούν δικαστήριο αφορούν μόνον τα αποκλειστικά δικαιώματα εκμεταλλεύσεως, αλλά δεν ρυθμίζουν τις προβλεπόμενες στον νόμο αξιώσεις αμοιβής. Επιτρέπεται, άνευ ετέρου, να προβλέπονται τεκμήρια, σύμφωνα με τα οποία τεκμαίρεται η μεταβίβαση των προβλεπόμενων στον νόμο αξιώσεων αμοιβής στον παραγωγό της ταινίας. Διαφορετικά, οι προβλεπόμενες στον νόμο αξιώσεις αμοιβής θα ανήκαν αποκλειστικά στον δημιουργό του κινηματογραφικού έργου, πράγμα που δεν θα ήταν δίκαιο. Δεδομένου ότι, σε μία περίπτωση όπως η προκείμενη, δεν εφαρμόζεται το άρθρο 3, παράγραφοι 4 και 5, της οδηγίας σχετικά με το δικαίωμα εκμισθώσεως και το δικαίωμα δανεισμού και δεν υφίστανται, συνεπώς, επιταγές του δικαίου της Ένωσης σχετικά με τη μεταβίβαση των αξιώσεων που ανήκουν στον δημιουργό του κινηματογραφικού έργου, τα κράτη μέλη έχουν απόλυτη ελευθερία και όσον αφορά τη διαμόρφωση των εν λόγω αξιώσεων. Σε κάθε περίπτωση, εθνική ρύθμιση σύμφωνα με την οποία ο δημιουργός του κινηματογραφικού έργου μπορεί να διαθέτει ελεύθερα αυτού του είδους τις αξιώσεις δεν είναι αντίθετη προς το άρθρο 2, παράγραφοι 5 και 6, της οδηγίας σχετικά με το δικαίωμα εκμισθώσεως και το δικαίωμα δανεισμού.

155.

Κατά την άποψη της Αυστριακής Κυβερνήσεως, δεν είναι δυνατόν να στηριχθεί αξίωση του σκηνοθέτη για αμοιβή στο άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας. Πράγματι, ένας κανόνας που θεσπίζει τεκμήριο δεν αποτελεί εξαίρεση ή περιορισμό των δικαιωμάτων εκμεταλλεύσεως. Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει, ακόμη και αν η διάταξη αυτή είναι εφαρμοστέα επί προβλεπόμενου στον νόμο τεκμηρίου, να ληφθεί υπόψη ότι η απαιτούμενη, κατά την εν λόγω διάταξη, «δίκαιη αποζημίωση» δεν απαιτεί, για την αναπαραγωγή για ιδιωτική χρήση, να μην υφίσταται δυνατότητα παραιτήσεως.

Β — Νομική εκτίμηση

1. Προκαταρκτική παρατήρηση

156.

Το δεύτερο σκέλος του δεύτερου προδικαστικού ερωτήματος, το τρίτο και το τέταρτο προδικαστικό ερώτημα αφορούν τη συμφωνία ρυθμίσεως, όπως αυτή του άρθρου 38, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, UrhG, προς τις επιταγές του δικαίου της Ένωσης. Αυτή η εθνική διάταξη ρυθμίζει τις προβλεπόμενες στον νόμο αξιώσεις. Προβλέπει ότι οι προβλεπόμενες στον νόμο αξιώσεις του δημιουργού για αμοιβή ανήκουν εξ ημισείας στον παραγωγό της ταινίας και στον δημιουργό, στο μέτρο που δεν είναι ανεπίδεκτες παραιτήσεως και ο παραγωγός της ταινίας δεν έχει συμφωνήσει κάτι διαφορετικό με τον δημιουργό.

157.

Από τη διάταξη περί παραπομπής προκύπτει ότι στις προβλεπόμενες στον νόμο αξιώσεις συγκαταλέγεται, ιδίως, η καλούμενη αμοιβή για κενές κασέτες. Πρόκειται για αξίωση κατά το άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας, που αποσκοπεί να εξασφαλίσει στον δημιουργό δίκαιη αποζημίωση για το γεγονός ότι το εθνικό δίκαιο επιτρέπει, σε ορισμένη έκταση, την ιδιωτική αντιγραφή και περιορίζεται, αντιστοίχως, το ανήκον σε αυτόν δικαίωμα αναπαραγωγής.

158.

Ακολούθως θα εξετάσω, κατ’ αρχάς, κατά πόσον είναι σύμφωνη προς τις επιταγές του δικαίου της Ένωσης μια διάταξη, όπως αυτή του άρθρου 38, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, UrhG, καθόσον εφαρμόζεται στην καλούμενη αμοιβή για κενές κασέτες. Κατ’ αρχάς, θα εκθέσω ποιες επιταγές του δικαίου της Ένωσης προκύπτουν από το άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας (1). Ακολούθως, θα εξετάσω κατά πόσον μια εθνική ρύθμιση, όπως αυτή του άρθρου 38, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, UrhG είναι σύμφωνη προς τις επιταγές αυτές (2).

159.

Πέραν της αμοιβής για κενές κασέτες, τα ερωτήματα που υποβάλλει το αιτούν δικαστήριο αναφέρονται και σε περαιτέρω προβλεπόμενες στον νόμο αξιώσεις, κατά την έννοια του άρθρου 38, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, UrhG. Δεν αναφέρει όμως, περαιτέρω, το αιτούν δικαστήριο για ποιες συγκεκριμένα αξιώσεις πρόκειται, με αποτέλεσμα να παραμένει αδιευκρίνιστο ποιες επιταγές του δικαίου της Ένωσης εφαρμόζονται επί των περαιτέρω αυτών αξιώσεων. Για τον λόγο αυτό δεν θα εξετάσω ακολούθως αυτές τις μη περαιτέρω εξειδικευόμενες εκ του νόμου αξιώσεις.

2. Επί της δίκαιης αποζημιώσεως κατά το άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας

160.

Κατά το άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας, τα κράτη μέλη μπορούν, όσον αφορά αναπαραγωγές που πραγματοποιούνται από φυσικό πρόσωπο για ιδιωτική χρήση, να προβλέπουν όριο για το δικαίωμα αναπαραγωγής που προβλέπεται στο άρθρο 2 της εν λόγω οδηγίας. Στην περίπτωση αυτή πρέπει όμως τα κράτη μέλη να εξασφαλίζουν ότι οι θιγόμενοι δικαιούχοι θα λάβουν, ως αντιστάθμισμα, δίκαιη αποζημίωση. Κατά συνέπεια, σύμφωνα με τη διάταξη αυτή, εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια των κρατών μελών να προβλέπουν όριο του δικαιώματος αναπαραγωγής για αναπαραγωγές ιδιωτικής χρήσεως. Εφόσον όμως προβλέπουν τέτοιο όριο, πρέπει να εξασφαλίζουν ότι οι θιγόμενοι δικαιούχοι θα λάβουν δίκαιη αποζημίωση. Ως προς αυτό δεν υφίσταται διακριτική ευχέρεια των κρατών μελών.

α) Ποιος δικαιούται δίκαιη αποζημίωση;

161.

Οι δικαιούχοι οι οποίοι πρέπει να λάβουν, κατά το άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας, δίκαιη αποζημίωση είναι όλα τα πρόσωπα των οποίων θίγεται το αποκλειστικό δικαίωμα αναπαραγωγής κατά το άρθρο 2 της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας, επειδή επιτρέπεται, χωρίς τη συναίνεσή τους, η ιδιωτική αντιγραφή. Στα πρόσωπα αυτά συμπεριλαμβάνονται, ειδικότερα

ο δημιουργός του κινηματογραφικού έργου, καθόσον θίγεται το αποκλειστικό δικαίωμά του για αναπαραγωγή του έργου του κατά το άρθρο 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας και

ο παραγωγός της πρώτης υλικής ενσωμάτωσης ταινιών σε φορέα, καθόσον θίγεται το αποκλειστικό δικαίωμά του για αναπαραγωγή όσον αφορά το πρωτότυπο και τα αντίγραφα της ταινίας του, κατά το άρθρο 2, στοιχείο δʹ, της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας.

162.

Σε μια υπόθεση όπως η προκείμενη ανακύπτει το ερώτημα κατά πόσον το θιγόμενο πρόσωπο, κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, σε συνδυασμό με το άρθρο 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας, είναι ο σκηνοθέτης ή ο παραγωγός της ταινίας. Αφενός, όπως προεξετέθη, ο σκηνοθέτης πρέπει να θεωρείται δημιουργός του κινηματογραφικού έργου ( 27 ). Αφετέρου, το κράτος μέλος χρησιμοποίησε την εξουσία που προβλέπει το δίκαιο της Ένωσης για να απονείμει στον παραγωγό της ταινίας τα δικαιώματα αναπαραγωγής που ανήκουν, κατ’ αρχήν, στον σκηνοθέτη ως δημιουργό του κινηματογραφικού έργου ( 28 ).

163.

Κατά την άποψή μου, το άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, και το άρθρο 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας πρέπει να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι η δίκαιη αποζημίωση ανήκει, σε μια περίπτωση όπως η προκείμενη, στον σκηνοθέτη ως δημιουργό του κινηματογραφικού έργου. Πράγματι, η δίκαιη αποζημίωση κατά την έννοια των διατάξεων αυτών αποτελεί δίκαιη αποζημίωση κατά την έννοια του άρθρου 17, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, του Χάρτη, με την οποία πρέπει να αποζημιώνεται ο δημιουργός για τον περιορισμό του δικαιώματός του πνευματικής ιδιοκτησίας. Όπως προεξετέθη, η εξουσία των κρατών μελών να απονέμουν στον παραγωγό της ταινίας το δικαίωμα αναπαραγωγής που, κατ’ αρχήν, ανήκει στον δημιουργό του κινηματογραφικού έργου, κατά το άρθρο 14α, παράγραφος 2, στοιχεία βʹ έως δʹ, και παράγραφος 3, ΑΣΒ, δεν θέτει εν αμφιβόλω την απονομή της ιδιότητας του δημιουργού στον σκηνοθέτη ( 29 ). Κατά συνέπεια, σε μια περίπτωση όπως η προκείμενη, δημιουργός του κινηματογραφικού έργου πρέπει να θεωρείται ο σκηνοθέτης, έστω και αν το κράτος μέλος έχει απονείμει το δικαίωμα αναπαραγωγής στον παραγωγό της ταινίας.

β) Περαιτέρω επιταγές

164.

Εντούτοις πρέπει, περαιτέρω, να ληφθεί υπόψη ότι το άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας δεν περιέχει περαιτέρω επιταγές, πέραν της εξασφαλίσεως δίκαιης αποζημιώσεως για τον δημιουργό. Δεδομένου ότι η οδηγία δεσμεύει τα κράτη μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 288, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ, όσον αφορά το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, όχι όμως όσον αφορά τον τρόπο επίτευξής του, εναπόκειται στη διακριτική εξουσία των κρατών μελών ο τρόπος με τον οποίο θα προβλέψουν δίκαιη αποζημίωση για τα προαναφερθέντα πρόσωπα.

165.

Κρίσιμο είναι συνεπώς, κατά το άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, σε συνδυασμό με το άρθρο 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας, μόνον να εξασφαλίσουν τα κράτη μέλη δίκαιη αποζημίωση για τον ή τους δημιουργούς του κινηματογραφικού έργου. Εναπόκειται όμως στη διακριτική τους ευχέρεια ο τρόπος με τον οποίο θα εξασφαλίσουν την αποζημίωση αυτή. Μπορούν, κατά συνέπεια, να αποφασίσουν, παραδείγματος χάριν, να χορηγήσουν στους δημιουργούς ευθεία αξίωση καθ’ όσων αποκτούν υποθέματα που χρησιμοποιούνται για ιδιωτική αντιγραφή. Μπορούν, παραδείγματος χάριν, επίσης να αποφασίσουν να χορηγήσουν στους παραγωγούς της ταινίας αξίωση καθ’ όσων αποκτούν υποθέματα που χρησιμοποιούνται για ιδιωτική αντιγραφή και, ακολούθως, στους δημιουργούς του κινηματογραφικού έργου αξίωση κατά των παραγωγών της ταινίας.

166.

Τέλος, θα ήθελα να επισημάνω ότι ούτε από το άρθρο 14α, παράγραφος 2, στοιχεία βʹ έως δʹ, και παράγραφος 3, ΑΣΒ, ούτε από το άρθρο 3, παράγραφοι 4 και 5, της οδηγίας σχετικά με το δικαίωμα εκμισθώσεως και το δικαίωμα δανεισμού προκύπτουν επιταγές όσον αφορά την αμοιβή για κενές κασέτες. Πράγματι, το άρθρο 14α, παράγραφος 2, στοιχεία βʹ έως δʹ, και παράγραφος 3, ΑΣΒ, όπως προκύπτει από το γράμμα του («δεν θα δύνανται [...] να αντιταχθούν»), εφαρμόζεται μόνον στα αποκλειστικά δικαιώματα εκμεταλλεύσεως. Δεν τίθεται θέμα ούτε ανάλογης εφαρμογής του άρθρου 3, παράγραφοι 4 και 5, της οδηγίας σχετικά με το δικαίωμα εκμισθώσεως και το δικαίωμα δανεισμού, διότι το άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας ρυθμίζει τη δίκαιη αποζημίωση για αντίγραφα ιδιωτικής χρήσεως και, κατά συνέπεια, δεν υφίσταται ρυθμιστικό κενό.

167.

Κατά συνέπεια, στο δεύτερο σκέλος του δεύτερου προδικαστικού ερωτήματος και στο τρίτο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι από το άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, σε συνδυασμό με το άρθρο 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας δεν προκύπτει, βέβαια, επιταγή του δικαίου της Ένωσης, σύμφωνα με την οποία να πρέπει υποχρεωτικά να απονεμηθεί στον σκηνοθέτη, ως δημιουργό κινηματογραφικού έργου, αξίωση για δίκαιη αποζημίωση καθ’ όσων αποκτούν υποθέματα που χρησιμοποιούνται για ιδιωτική αντιγραφή. Τα κράτη μέλη πρέπει όμως να εξασφαλίσουν ότι ο σκηνοθέτης, ως δημιουργός του κινηματογραφικού έργου, θα λάβει δίκαιη αποζημίωση ως αντάλλαγμα για τον περιορισμό που υφίσταται το δικαίωμά του πνευματικής ιδιοκτησίας επειδή επιτρέπεται, χωρίς τη συναίνεσή του, η αναπαραγωγή για ιδιωτική χρήση.

3. Συμφωνία εθνικής ρύθμισης, όπως αυτή του άρθρου 38, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, UrhG, προς τις επιταγές του δικαίου της Ένωσης

168.

Βάσει όσων προαναφέρθηκαν, θα ήθελα τώρα να εξετάσω το ερώτημα του αιτούντος δικαστηρίου, κατά πόσον εθνική διάταξη, όπως αυτή του άρθρου 38, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, UrhG, είναι, καθόσον εφαρμόζεται επί της αξιώσεως για αμοιβή για κενές κασέτες, σύμφωνη προς τις επιταγές του δικαίου της Ένωσης.

169.

Σύμφωνα με μια ρύθμιση, όπως αυτή του άρθρου 42β, παράγραφος 1, UrhG, χορηγείται, βέβαια, στον δημιουργό του κινηματογραφικού έργου ως αποζημίωση για την αναπαραγωγή του έργου του για προσωπική ή ιδιωτική χρήση αξίωση για εύλογη αμοιβή. Σύμφωνα όμως με μια ρύθμιση, όπως αυτή του άρθρου 38, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, UrhG, η αξίωση αυτή στη συνέχεια διαμοιράζεται και παραμένει στον δημιουργό του κινηματογραφικού έργου μόνον το ήμισυ της εν λόγω αξιώσεως, ενώ το έτερο ήμισυ αυτής απονέμεται στον παραγωγό της ταινίας.

170.

Μια τέτοια εθνική ρύθμιση δεν μου φαίνεται, άνευ ετέρου, σύμφωνη προς τις επιταγές του δικαίου της Ένωσης. Όπως προεξετέθη, ο δημιουργός πρέπει, κατά το άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας, να λαμβάνει δίκαιη αποζημίωση επειδή επιτρέπεται, ακόμη και χωρίς τη συναίνεσή του, η αναπαραγωγή του κινηματογραφικού του έργου για ιδιωτική χρήση. Η ρύθμιση του άρθρου 42β UrhG, σύμφωνα με την οποία παρέχεται στον δημιουργό κινηματογραφικού έργου αξίωση για εύλογη αμοιβή, φαίνεται, βέβαια, να ανταποκρίνεται στην επιταγή αυτή. Με την κατανομή που προβλέπει το άρθρο 38, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, UrhG παραμένει όμως στον δημιουργό του κινηματογραφικού έργου, τελικώς, μόνον το ήμισυ της αμοιβής που είναι εύλογη, λαμβανομένου υπόψη του περιορισμού του δικαιώματός του αναπαραγωγής.

171.

Ανεξαρτήτως του ονομαστικού ύψους της αμοιβής, θεωρώ ότι αυτός ο κανόνας κατανομής δεν είναι, εννοιολογικά, σύμφωνος προς τις επιταγές του δικαίου της Ένωσης.

172.

Δεν προσκρούει, βέβαια, στο δίκαιο της Ένωσης το γεγονός ότι ένα κράτος μέλος προβλέπει τόσο για τον δημιουργό του κινηματογραφικού έργου όσο και για παραγωγό της ταινίας αξίωση για δίκαιη αποζημίωση, κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας. Όπως προεξετέθη, η διάταξη αυτή, σε συνδυασμό με το άρθρο 2, στοιχεία αʹ και δʹ, της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας, προβλέπει, πράγματι, δικαίωμα δίκαιης αποζημιώσεως τόσο για τον δημιουργό του κινηματογραφικού έργου όσο και για τον παραγωγό της ταινίας. Ο δημιουργός του κινηματογραφικού έργου πρέπει να αποζημιωθεί για τον περιορισμό του δικαιώματός του πνευματικής ιδιοκτησίας επί του κινηματογραφικού έργου και ο παραγωγός της ταινίας για την αναπαραγωγή του πρωτοτύπου ή των αντιγράφων της ταινίας του.

173.

Δεν είναι όμως εννοιολογικά σύμφωνη προς το άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, σε συνδυασμό με το άρθρο 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας, ρύθμιση σύμφωνα με την οποία η αποζημίωση, που είναι δίκαιη λαμβανομένου υπόψη του περιορισμού του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας του δημιουργού του κινηματογραφικού έργου, κατανέμεται μεταξύ του δημιουργού του κινηματογραφικού έργου και του παραγωγού της ταινίας, καθόσον αυτό συνεπάγεται ότι στον δημιουργό του κινηματογραφικού έργου παρέχεται μόνον αξίωση για το ήμισυ της δίκαιης αποζημιώσεως, που είναι εύλογη, λαμβανομένου υπόψη του περιορισμού του δικαιώματος του πνευματικής ιδιοκτησίας.

174.

Σε αυτή την προσέγγιση που δεν είναι, εννοιολογικά, σύμφωνη προς τις επιταγές του δικαίου της Ένωσης φαίνεται να στηρίζεται μια ρύθμιση όπως αυτή του άρθρου 42β, σε συνδυασμό με το άρθρο 38, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, UrhG ( 30 ).

175.

Κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η Αυστριακή Κυβέρνηση δικαιολόγησε την εν λόγω προσέγγιση, προβάλλοντας ότι τα κράτη μέλη διαθέτουν διακριτική ευχέρεια κατά την απονομή της αξιώσεως για δίκαιη αποζημίωση. Πράγματι, σε επίπεδο δικαίου της Ένωσης, δεν έχει αποφασιστεί σε ποιον πρέπει να απονέμεται η αξίωση για δίκαιη αποζημίωση κατά το άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας.

176.

Η άποψη αυτή είναι εσφαλμένη. Όπως προεξετέθη ( 31 ), τα κράτη μέλη οφείλουν, ακόμη και όταν έχουν απονείμει, ασκώντας την εξουσία τους κατά το άρθρο 14α, παράγραφος 2, στοιχεία βʹ έως δʹ, και παράγραφος 3, ΑΣΒ, το δικαίωμα αναπαραγωγής στον παραγωγό της ταινίας, να εξασφαλίσουν ότι ο δημιουργός του κινηματογραφικού έργου λαμβάνει δίκαιη αποζημίωση κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, σε συνδυασμό με το άρθρο 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας.

177.

Ως συμπέρασμα πρέπει, συνεπώς, να γίνει δεκτό ότι ρύθμιση, όπως αυτή του άρθρου 42β, σε συνδυασμό με το άρθρο 38, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, UrhG, δεν είναι σύμφωνη προς το άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, σε συνδυασμό με το άρθρο 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας, καθόσον, σύμφωνα με μια τέτοια διάταξη, η αποζημίωση που είναι δίκαιη, λαμβανομένου υπόψη του περιορισμού του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας του δημιουργού του κινηματογραφικού έργου, κατανέμεται μεταξύ του δημιουργού του κινηματογραφικού έργου και του παραγωγού της ταινίας. Είναι όμως σύμφωνη προς το άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, σε συνδυασμό με το άρθρο 2, στοιχεία αʹ και δʹ, της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας εθνική ρύθμιση σύμφωνα με την οποία προβλέπεται δίκαιη αποζημίωση τόσο για τον δημιουργό του κινηματογραφικού έργου όσο και για τον παραγωγό της ταινίας, όταν ο δημιουργός του κινηματογραφικού έργου αποζημιώνεται για την αναπαραγωγή του κινηματογραφικού του έργου και ο παραγωγός της ταινίας για την αναπαραγωγή του πρωτότυπου ή των αντιγράφων της ταινίας του.

VII – Συμπληρωματική παρατήρηση

178.

Συμπληρωματικά και μόνον, θα ήθελα να αναφερθώ στην απόφαση του Δικαστηρίου επί της υποθέσεως Padawan ( 32 ). Σύμφωνα με την απόφαση αυτή, το άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας έχει την έννοια ότι η δίκαιη αποζημίωση υπολογίζεται υποχρεωτικά επί τη βάσει του κριτηρίου της ζημίας που προξενείται στους δημιουργούς των προστατευόμενων έργων εξαιτίας της εισαγωγής της εξαιρέσεως της ιδιωτικής αντιγραφής. Συνεπώς, δεν είναι σύμφωνη προς την οδηγία για την κοινωνία της πληροφορίας η άνευ διακρίσεως επιβολή του τέλους ιδιωτικής αντιγραφής σε υποθέματα ψηφιακής αναπαραγωγής, εφόσον καταλαμβάνει και υποθέματα που δεν διατίθενται σε ιδιώτες χρήστες και προδήλως προορίζονται για χρήσεις άλλες από την παραγωγή αντιγράφων για ιδιωτική χρήση.

VIII – Πρόταση

179.

Επί τη βάσει των ανωτέρω εκτιμήσεων προτείνω στο Δικαστήριο να απαντήσει ως εξής επί των προδικαστικών ερωτημάτων:

1.

Το άρθρο 1, παράγραφος 5, σε συνδυασμό με το άρθρο 2, της οδηγίας 93/83/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 27ης Σεπτεμβρίου 1993, περί συντονισμού ορισμένων κανόνων όσον αφορά το δικαίωμα του δημιουργού και τα συγγενικά δικαιώματα που εφαρμόζονται στις δορυφορικές ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις και την καλωδιακή αναμετάδοση, και το άρθρο 2, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/116/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, για τη διάρκεια προστασίας του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας και ορισμένων συγγενικών δικαιωμάτων (κωδικοποίηση), σε συνδυασμό με τα άρθρα 2 και 3 της οδηγίας 2001/29/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2001, για την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος του δημιουργού και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας έχουν την έννοια ότι ο σκηνοθέτης είναι δημιουργός του κινηματογραφικού έργου κατά την έννοια των διατάξεων αυτών και, συνεπώς, σε αυτόν ανήκουν, κατ’ αρχήν, τα αποκλειστικά δικαιώματα εκμεταλλεύσεως της αναπαραγωγής, της μεταδόσεως μέσω δορυφόρου και της με άλλα μέσα παρουσιάσεως στο κοινό που καθιστούν το έργο προσιτό στο κοινό.

2.

Εντούτοις, τα κράτη μέλη έχουν, κατά το άρθρο 14α, παράγραφος 2, στοιχεία βʹ έως δʹ, και παράγραφος 3, της Συμβάσεως της Βέρνης για την προστασία των λογοτεχνικών και καλλιτεχνικών έργων (Πράξη των Παρισίων, της 24ης Ιουλίου 1971), την εξουσία να προβλέπουν ρύθμιση σύμφωνα με την οποία αυτά τα αποκλειστικά δικαιώματα εκμεταλλεύσεως γεννώνται κατά τρόπο πρωτότυπο στο πρόσωπο του παραγωγού της ταινίας, εφόσον

υφίσταται σύμβαση μεταξύ του σκηνοθέτη και του παραγωγού της ταινίας, με την οποία ο σκηνοθέτης αναλαμβάνει την υποχρέωση να εκτελέσει τη σκηνοθεσία·

υφίσταται η δυνατότητα αντίθετων συμφωνιών, σύμφωνα με τις οποίες ο σκηνοθέτης διατηρεί τα αποκλειστικά δικαιώματα εκμεταλλεύσεως ή την άσκηση των δικαιωμάτων αυτών·

τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι ο δημιουργός του κινηματογραφικού έργου λαμβάνει, στην περίπτωση αυτή, δίκαιη αποζημίωση κατά την έννοια του άρθρου 17, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

3.

Εφόσον τα κράτη μέλη προβλέπουν, κατά το άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2001/29, περιορισμό του δικαιώματος αναπαραγωγής του δημιουργού του κινηματογραφικού έργου, κατά το άρθρο 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2001/29, για την αναπαραγωγή για ιδιωτική χρήση, πρέπει να εξασφαλίζουν ότι χορηγείται στους δημιουργούς του κινηματογραφικού έργου δίκαιη αποζημίωση. Αν εξασφαλιστεί η αποζημίωση αυτή, τέτοιου είδους διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας δεν αποκλείουν οι αξιώσεις αναπαραγωγής για ιδιωτική χρήση να γεννώνται κατά τρόπο πρωτότυπο στο πρόσωπο του παραγωγού του κινηματογραφικού έργου.

4.

Το άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, και το άρθρο 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2001/29 έχουν την έννοια ότι δεν είναι σύμφωνη προς τις διατάξεις αυτές εθνική ρύθμιση σύμφωνα με την οποία η αξίωση του δημιουργού του κινηματογραφικού έργου για εύλογη αμοιβή κατανέμεται εξ ημισείας μεταξύ του δημιουργού του κινηματογραφικού έργου και του παραγωγού της ταινίας, πράγμα που συνεπάγεται ότι ο δημιουργός του κινηματογραφικού έργου λαμβάνει μόνον το ήμισυ της αμοιβής που είναι εύλογη για τον περιορισμό του δικαιώματος της πνευματικής ιδιοκτησίας.


( 1 ) Γλώσσα του πρωτοτύπου και της διαδικασίας: η γερμανική.

( 2 ) ΕΕ L 372, σ. 12.

( 3 ) ΕΕ L 248, σ. 15.

( 4 ) ΕΕ L 167, σ. 10.

( 5 ) Όπως αποδίδεται στη γερμανική Bundesgesetzblatt 1973 II, σ. 1071, 1985 II, σ. 81 [ΣτΜ: όπως αποδίδεται στην ελληνική γλώσσα στο κείμενο του νόμου 100/75, ΦΕΚ Aʹ 162/1.8.1975].

( 6 ) ΕΕ L 346, σ. 61.

( 7 ) ΕΕ L 376, σ. 28.

( 8 ) Απόφαση του Δικαστηρίου της 16ης Ιουλίου 2009, C-5/08, Infopaq International (Συλλογή 2009, σ. I-6569).

( 9 ) Το άρθρο 2, παράγραφος 2, της οδηγίας σχετικά με το δικαίωμα εκμισθώσεως και το δικαίωμα δανεισμού, όπως ισχύει σήμερα, δεν περιέχει, βέβαια, ρητό περιορισμό του ορισμού για τους σκοπούς της οδηγίας αυτής. Ορθά όμως επισημαίνει η Επιτροπή ότι η οδηγία όπως ισχύει σήμερα, δηλαδή η οδηγία 2006/115 αποτελεί απλώς επίσημη κωδικοποίηση της οδηγίας 92/100. Η τελευταία περιελάμβανε, στο κατά τα λοιπά ταυτόσημο άρθρο 2, παράγραφος 2, αντίστοιχο περιορισμό του ορισμού για τους σκοπούς της οδηγίας. Δεδομένου ότι η επίσημη κωδικοποίηση ουδεμία τροποποίηση επί της ουσίας επιφέρει στην πράξη που αντικαθίσταται (βλ. Διοργανική συμφωνία της 20ής Δεκεμβρίου 1994 που αφορά την ταχεία μέθοδο εργασίας για την επίσημη κωδικοποίηση νομοθετικών κειμένων, ΕΕ 1996, C 102, σ. 2, σημείο 1), πρέπει να θεωρηθεί ότι το άρθρο 2, παράγραφος 2, της οδηγίας 2006/115 περιέχει αντίστοιχο περιορισμό.

( 10 ) Βλ. Juranek, J., Die Richtlinie der Europäischen Union zur Harmonisierung der Schutzfristen im Urheber- und Leistungsschutzrecht, Manz, 1994, σ. 34 επ., ο οποίος επισημαίνει ότι το ζήτημα της ιδιότητας του δημιουργού και αυτό του πραγματικού με το οποίο συνδέεται η διάρκεια προστασίας έχουν διαχωριστεί στο άρθρο 2, παράγραφοι 1 και 2, της οδηγίας για τη διάρκεια προστασίας.

( 11 ) COM(92) 33 τελικό — SYN 395, ΕΕ C 92, σ. 6· συναφώς: von Lewinski, S., «Der EG-Richtlinienvorschlag zur Harmonisierung der Schutzdauer im Urheber- und Leistungsschutzrecht», Gewerblicher Rechtsschutz und Urheberrecht Internationaler Teil, 1992, σ. 724, 730.

( 12 ) Βλ., σχετικά με το παρασκήνιο της διαδικασίας, λεπτομερώς: Dworkin, G., «Autorship of Films and the European Commission Proposals for Harmonising the Term of Copyright», 5 European Intellectual Property Review, 1993, σ. 151, 154· Juranek, J., Harmonisierung der urheberrechtlichen Schutzfristen in der EU, Manz 1994, σ. 33.

( 13 ) Βλ. νομοθετικό ψήφισμα A-3-0348/92, ΕΕ C 337, σ. 209.

( 14 ) Βλ., και πάλι ως προς το παρασκήνιο: Dworkin, G. (παρατίθεται στην υποσημείωση 12), σ. 154· Juranek, J. (παρατίθεται στην υποσημείωση 12), σ. 33 επ.

( 15 ) COM(92) 602 τελικό — SYN 395, ΕΕ C 27, σ. 7, ιδίως άρθρο 1α, παράγραφος 2, της τροποποιητικής πρότασης.

( 16 ) COM(2002) 691 τελικό, σ. 8 επ.

( 17 ) Βλ. σημεία 119 έως 123 των προτάσεών μου της 12ης Απριλίου 2011 επί της εκκρεμούς ακόμη υποθέσεως C-145/10, Painer.

( 18 ) Αυτό ισχύει, κατά το άρθρο 14α, παράγραφος 2, στοιχεία βʹ και δʹ, με την επιφύλαξη αντίθετου ή ειδικού όρου στη σύμβαση, με την οποία ανέλαβαν την υποχρέωση να παράσχουν τη συμβολή. Βλ., συναφώς, σημείο 126 των παρουσών προτάσεων.

( 19 ) Katzenberger, P., «Urheberrechtsverträge im Internationalen Privatrecht und Konventionsrecht», στο: Beier και λοιποί (επιμ.), Urhebervertragsrecht – Festgabe für Gerhard Schricker zum 65. Geburtstag, Beck 1995, σ. 225, 237· Nordemann, W./Vinck, K./Hertin, P.W./ Meyer, G., International Copyright and Neighboring Rights Law: commentary with special emphasis on the European Community, VCH 1990, άρθρο 14/14α της Συμβάσεως της Βέρνης, σημείο 10.

( 20 ) COM(92) 602 τελικό — SYN 395, ΕΕ 1993, C 27, σ. 7.

( 21 ) Βλ. επί του ζητήματος της δικαιοπλαστικής αρμοδιότητας του Δικαστηρίου —λαμβανομένης ιδίως υπόψη και της απαγορεύσεως αρνησιδικίας στο δίκαιο της Ένωσης— ενδεικτικώς, Calliess, C., «Grundlagen, Grenzen und Perspektiven des Europäischen Richterrechts», Neue Juristische Wochenschrift 2005, σ. 929, 932.

( 22 ) Παρατίθεται προηγουμένως στην υποσημείωση 8.

( 23 ) Βλ., επίσης, την ένατη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας, στην οποία τονίζεται ότι η πνευματική ιδιοκτησία πρέπει να θεωρείται ως αναπόσπαστο μέρος της ιδιοκτησίας.

( 24 ) Βλ. σχετικά με το ιστορικό θεσπίσεως της ρυθμίσεως: Ricketson, S., The Berne Convention fort he Protection of Literary and Artistic Works: 1886 — 1986, Kluwer 1987, σημεία 10.26 επ.

( 25 ) Υπέρ της απόψεως αυτής συνηγορεί και η δέκατη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας, σύμφωνα με την οποία ο δημιουργός πρέπει να λαμβάνει εύλογη αμοιβή. Περαιτέρω, από την ενδέκατη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας για τη διάρκεια προστασίας, την εικοστή τέταρτη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας για τις δορυφορικές ραδιοτηλεοπτικές μεταδόσεις και την καλωδιακή αναμετάδοση και την ένατη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας για την κοινωνία της πληροφορίας προκύπτει ότι η επίτευξη του σκοπού αυτού στον τομέα της πνευματικής ιδιοκτησίας πρέπει να βασίζεται σε υψηλό επίπεδο προστασίας.

( 26 ) Βλ. σημεία 127 έως 133 των παρουσών προτάσεων.

( 27 ) Βλ. σημεία 84 έως 99 των παρουσών προτάσεων.

( 28 ) Βλ. σημεία 100 έως 115 των παρουσών προτάσεων.

( 29 ) Βλ. σημεία 129 έως 130 των παρουσών προτάσεων.

( 30 ) Στο άρθρο 38, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, UrhG προβλέπεται εξαίρεση για τις ανεπίδεκτες παραιτήσεως αξιώσεις, που δεν κατανέμονται μεταξύ του δημιουργού του κινηματογραφικού έργου και του παραγωγού της ταινίας, αλλά παραμένουν στο σύνολό τους στον δημιουργό του κινηματογραφικού έργου. Ως αξιώσεις ανεπίδεκτες παραιτήσεως νοούνται ιδίως οι αξιώσεις του δημιουργού του κινηματογραφικού έργου, κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφοι 4 και 5, σε συνδυασμό με το άρθρο 5 της οδηγίας σχετικά με το δικαίωμα εκμισθώσεως και το δικαίωμα δανεισμού. Στις λοιπές αξιώσεις, αντιθέτως, το ήμισυ της αξιώσεως του δημιουργού του κινηματογραφικού έργου απονέμεται στον παραγωγό της ταινίας.

( 31 ) Βλ. σημεία 160 έως 167 των παρουσών προτάσεων.

( 32 ) Απόφαση του Δικαστηρίου της 21ης Οκτωβρίου 2010, C-467/08, Padawan (Συλλογή 2010, σ. Ι-10055).

Top