EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62007CC0052

Προτάσεις της γενικης εισαγγελέα Trstenjak της 11ης Σεπτεμβρίου 2008.
Kanal 5 Ltd και TV 4 AB κατά Föreningen Svenska Tonsättares Internationella Musikbyrå (STIM) upa.
Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Marknadsdomstolen - Σουηδία.
Δικαίωμα του δημιουργού - Οργανισμός διαχειρίσεως των δικαιωμάτων των δημιουργών κατέχων εκ των πραγμάτων μονοπωλιακή θέση - Είσπραξη δικαιωμάτων σχετικών με την τηλεοπτική μετάδοση μουσικών έργων - Μέθοδος υπολογισμού των δικαιωμάτων αυτών - Δεσπόζουσα θέση - Κατάχρηση.
Υπόθεση C-52/07.

Συλλογή της Νομολογίας 2008 I-09275

ECLI identifier: ECLI:EU:C:2008:491

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ

VERICA TRSTENJAK

της 11ης Σεπτεμβρίου 2008 ( 1 )

Υπόθεση C-52/07

Kanal 5 Ltd και TV 4 AB

κατά

Föreningen Svenska Tonsättares Internationella Musikbyrå (STIM) upa

Πίνακας περιεχομένων

 

I — Εισαγωγή

 

II — Νομικό πλαίσιο

 

Α — Το κοινοτικό δίκαιο

 

Β — Η εθνική νομοθεσία

 

III — Τα πραγματικά περιστατικά, η κύρια δίκη και το προδικαστικό ερώτημα

 

Α — Τα πραγματικά περιστατικά

 

Β — Η κύρια δίκη και τα προδικαστικά ερωτήματα

 

IV — Η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου

 

V — Επιχειρήματα των διαδίκων

 

VI — Νομική εκτίμηση

 

Α — Εισαγωγικές παρατηρήσεις

 

Β — Επί του πρώτου προδικαστικού ερωτήματος

 

1. Η παροχή του STIM

 

2. Η αμοιβή

 

3. Σχέση μεταξύ αμοιβής και παροχής

 

α) Σταθερό ποσοστό επί των εσόδων

 

β) Μεταβλητό ποσοστό επί των εσόδων

 

4. Πρόταση

 

Γ — Επί του δεύτερου και του τρίτου ερωτήματος

 

1. Μέθοδος υπολογισμού όπως είναι αυτή που χρησιμοποιεί επί του παρόντος το STIM

 

α) Διαπίστωση και υπολογισμός της εκτάσεως της χρήσεως προστατευόμενων μουσικών έργων

 

β) Διαπίστωση και υπολογισμός της τηλεθεάσεως

 

γ) Συνεκτίμηση άλλων παραγόντων για την αύξηση των εσόδων

 

δ) Πρόταση

 

2. Άλλες πιθανές μέθοδοι υπολογισμού

 

Δ — Επί του τέταρτου ερωτήματος

 

1. Άνισοι όροι επί ισοδύναμων παροχών

 

2. Σχέση ανταγωνισμού

 

3. Πρόταση

 

VII — Πρόταση

«Δικαίωμα του δημιουργού — Οργανισμός διαχειρίσεως των δικαιωμάτων των δημιουργών κατέχων εκ των πραγμάτων μονοπωλιακή θέση — Είσπραξη δικαιωμάτων σχετικών με την τηλεοπτική μετάδοση μουσικών έργων — Μέθοδος υπολογισμού των δικαιωμάτων αυτών — Δεσπόζουσα θέση — Κατάχρηση»

I — Εισαγωγή

1.

Αντικείμενο της παρούσας προδικαστικής υποθέσεως είναι η αμοιβή που εισπράττει ένας σουηδικός οργανισμός συλλογικής διαχειρίσεως δικαιωμάτων του δημιουργού από τηλεοπτικούς σταθμούς για τη χρήση μουσικών έργων τα οποία προστατεύονται από τη νομοθεσία περί δικαιωμάτων του δημιουργού και τα οποία περιλαμβάνονται στο ρεπερτόριο που διαχειρίζεται ο εν λόγω οργανισμός. Τα ερωτήματα ανέκυψαν στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ ιδιωτικών τηλεοπτικών σταθμών και του σουηδικού οργανισμού συλλογικής διαχειρίσεως δικαιωμάτων του δημιουργού. Στο πλαίσιο της διαφοράς αυτής, οι ιδιωτικοί σταθμοί ζητούν να απαγορευτεί στον οργανισμό συλλογικής διαχειρίσεως να χρησιμοποιεί ορισμένες μεθόδους για τον υπολογισμό της αμοιβής. Το αιτούν δικαστήριο ερωτά αν η χρήση ορισμένων μεθόδων για τον υπολογισμό της αμοιβής αυτής αποτελεί καταχρηστική εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσεως κατά την έννοια του άρθρου 82 ΕΚ.

II — Νομικό πλαίσιο

Α — Το κοινοτικό δίκαιο

2.

Το άρθρο 82 ΕΚ ορίζει ότι είναι ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά και απαγορεύεται, κατά το μέτρο που δύναται να επηρεάσει το εμπόριο μεταξύ κρατών μελών, η καταχρηστική εκμετάλλευση από μία ή περισσότερες επιχειρήσεις της δεσπόζουσας θέσεώς τους εντός της κοινής αγοράς ή σημαντικού τμήματός της. Η κατάχρηση αυτή δύναται να συνίσταται ιδίως:

α)

στην άμεση ή έμμεση επιβολή μη δίκαιων τιμών αγοράς ή πωλήσεως ή άλλων όρων συναλλαγής·

β)

στον περιορισμό της παραγωγής, της διαθέσεως ή της τεχνολογικής αναπτύξεως επί ζημία των καταναλωτών·

γ)

στην εφαρμογή άνισων όρων επί ισοδύναμων παροχών έναντι των εμπορικώς συναλλασσομένων, με αποτέλεσμα να περιέρχονται αυτοί σε μειονεκτική θέση στον ανταγωνισμό·

δ)

στην εξάρτηση της συνάψεως συμβάσεων από την αποδοχή, εκ μέρους των συναλλασσομένων, πρόσθετων παροχών που εκ φύσεως ή σύμφωνα με τις εμπορικές συνήθειες δεν έχουν σχέση με το αντικείμενο των συμβάσεων αυτών.

Β — Η εθνική νομοθεσία

3.

Στη Σουηδία, το δικαίωμα του δημιουργού διέπεται από τον Lag (1960:729) om upphovsrätt till litterära och konstnärliga verk [νόμο (1960:729) περί του δικαιώματος του δημιουργού όσον αφορά λογοτεχνικά και καλλιτεχνικά έργα, στο εξής: URL]. Ο νόμος αυτός αναγνωρίζει στον δημιουργό ενός μουσικού έργου ένα αποκλειστικό δικαίωμα το οποίο του παρέχει τη δυνατότητα να ελέγχει, μεταξύ άλλων, τη δημόσια εκτέλεση του έργου του (στο εξής: δικαιώματα εκτελέσεως), καθώς και την ηχογράφηση και την αναπαραγωγή του (στο εξής: δικαιώματα μηχανικής αναπαραγωγής). Οι τρίτοι δεν μπορούν κατ’ αρχήν να εκτελέσουν, να ηχογραφήσουν ή να αναπαράγουν το έργο χωρίς την έγκριση του δημιουργού (άδεια εκμεταλλεύσεως). Ο δημιουργός μπορεί να εξαρτήσει τη χορήγηση αδείας από την καταβολή αμοιβής.

4.

Για τους τηλεοπτικούς σταθμούς, η σουηδική νομοθεσία που διέπει τα δικαιώματα του δημιουργού προβλέπει μία ιδιαίτερη ρύθμιση. Κατά τα άρθρα 42 a έως 42 e του ULR, οι σταθμοί αυτοί μπορούν να συνάπτουν «συμβάσεις περί χορηγήσεως αδείας εκμεταλλεύσεως» με έναν οργανισμό συλλογικής διαχειρίσεως δικαιωμάτων του δημιουργού που εκπροσωπεί την πλειονότητα των Σουηδών δημιουργών σ’ ένα συγκεκριμένο τομέα ο οποίος διέπεται από τη νομοθεσία περί δικαιωμάτων του δημιουργού. Στην περίπτωση που συναφθεί μία τέτοια «σύμβαση περί χορηγήσεως αδείας εκμεταλλεύσεως», η Σουηδική Κυβέρνηση μπορεί να παράσχει σε αυτούς τους τηλεοπτικούς σταθμούς μια γενική άδεια για τη χρήση των αντίστοιχων έργων τα οποία προστατεύονται από τη νομοθεσία περί δικαιωμάτων του δημιουργού. Στην περίπτωση αυτή, δεν απαιτείται πλέον η παροχή αδείας από τους επιμέρους δημιουργούς.

5.

Το άρθρο 23 του Konkurrenslagen (1993:20) (νόμου περί του ανταγωνισμού, στο εξής: KL) προβλέπει ότι η Konkurrensverket (αρμόδια για τον ανταγωνισμό υπηρεσία) μπορεί να υποχρεώσει μία επιχείρηση να παύσει να παραβιάζει το άρθρο 82 ΕΚ. Το άρθρο αυτό παρέχει, επίσης, τη δυνατότητα προσφυγής στο Marknadsdomstolen (εθνικό δικαστήριο), αν η εθνική αρχή που είναι αρμόδια για τον ανταγωνισμό απορρίψει το σχετικό αίτημα.

III — Τα πραγματικά περιστατικά, η κύρια δίκη και το προδικαστικό ερώτημα

A — Τα πραγματικά περιστατικά

6.

Το Kanal 5 Ltd (στο εξής: Kanal 5) και το TV 4 AB (στο εξής: TV 4) είναι ιδιωτικοί τηλεοπτικοί σταθμοί. Ο Sverige Television (στο εξής: SVT) είναι δημόσιος τηλεοπτικός σταθμός.

7.

Το Föreningen Svenska Tonsättares Internationella Musikbyrå u. p. a. (διεθνές μουσικό γραφείο της ενώσεως Σουηδών μουσικοσυνθετών, στο εξής: STIM) είναι ένας οργανισμός συλλογικής διαχειρίσεως δικαιωμάτων του δημιουργού. Τα μέλη του είναι μουσικοσυνθέτες και μουσικοί εκδοτικοί οίκοι. Με την προσχώρησή τους στον εν λόγω οργανισμό, τα μέλη μεταβιβάζουν σε αυτόν τα δικαιώματά τους για την είσπραξη αμοιβής λόγω της χρήσεως των έργων τους από τηλεοπτικούς σταθμούς. Το STIM εισπράττει, βάσει των δικαιωμάτων αυτών, αμοιβές από τους τηλεοπτικούς σταθμούς τις οποίες διανέμει μεταξύ των μελών του.

8.

Το STIM συνήψε συμβάσεις αμοιβαιότητας με αντίστοιχους οργανισμούς άλλων κρατών μελών ή τρίτων κρατών. Αυτές οι συμβάσεις αμοιβαιότητας του παρέχουν τη δυνατότητα να εκμεταλλεύεται στη Σουηδία όχι μόνον το δικό του ρεπερτόριο ( 2 ), αλλά και το ρεπερτόριο των άλλων οργανισμών.

9.

Προκειμένου να καθοριστεί το ύψος της αμοιβής του δικαιώματος του δημιουργού, το STIM εφαρμόζει τρεις διαφορετικές μεθόδους:

Το Kanal 5 και το TV 4 καταβάλλουν στο STIM αμοιβή η οποία υπολογίζεται βάσει ενός επονομαζόμενου κύριου αμοιβολογίου. Το STIM ζητεί την καταβολή ενός ποσοστού επί των εσόδων τους τα οποία προέρχονται από την πώληση διαφημιστικού χρόνου, επικουρικώς δε επί των εσόδων από τη διαφήμιση και τις συνδρομητικές συμβάσεις (στο εξής: έσοδα από διαφημίσεις και συνδρομητικές συμβάσεις). Το ποσοστό αυτό δεν είναι σταθερό, αλλά καθορίζεται ανάλογα με το ποσοστό μουσικής που μεταδίδει ετησίως ο τηλεοπτικός σταθμός. Μολονότι το ποσοστό αυτό αυξάνεται ή μειώνεται ανάλογα με το ετησίως μεταδιδόμενο ποσοστό μουσικής, εντούτοις δεν ταυτίζεται με το ποσοστό της μεταδιδόμενης ετησίως μουσικής αλλά υπολείπεται κατά πολύ αυτού ( 3 ). Κατά τα λοιπά, προβλέπονται συγκεκριμένες εκπτώσεις λόγω των εξόδων πωλήσεως ( 4 ).

Το ποσοστό της μουσικής που μεταδίδεται ετησίως ισούται προς το ποσοστό του χρόνου μεταδόσεως ετησίως κατά τη διάρκεια του οποίου ο τηλεοπτικός σταθμός χρησιμοποιεί μουσικά έργα προστατευόμενα από τη νομοθεσία περί δικαιωμάτων του δημιουργού επί του συνολικού χρόνου εκπομπών ετησίως. Το ετήσιο ποσοστό μουσικής υπολογίζεται βάσει εκθέσεων που υποβάλλει το Kanal 5 και το TV 4 στο STIM. Από τις εκθέσεις αυτές προκύπτει η διάρκεια χρήσεως στις επιμέρους εκπομπές ενός προστατευόμενου μουσικού έργου. Το ετήσιο ποσοστό μουσικής διαπιστώνεται εκ των υστέρων για ένα συνολικά έτος.

Για τον SVT, το STIM εφαρμόζει άλλη μέθοδο υπολογισμού της αμοιβής. Ο SVT χρηματοδοτείται ουσιαστικά από κρατικούς πόρους και δεν έχει έσοδα από διαφημίσεις. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίον υπολογίζονται για τον SVT ορισμένα πλασματικά έσοδα από διαφημίσεις ( 5 ). Το STIM απαιτεί από τον SVT ποσοστό επ’ αυτών των πλασματικών εσόδων από διαφημίσεις για τον υπολογισμό του οποίου λαμβάνεται υπόψη το ποσοστό μουσικής που μεταδίδει ετησίως ο SVT. Εντούτοις, το ετήσιο ποσοστό μουσικής του SVT υπολογίζεται εκ των προτέρων. Δεν λαμβάνεται υπόψη εκ των υστέρων το ποσοστό μουσικής που πράγματι έχει μεταδώσει ο SVT.

Το STIM εφαρμόζει το λεγόμενο κατώτατο αμοιβολόγιο σε τηλεοπτικούς σταθμούς οι οποίοι δεν πραγματοποιούν σημαντικό κύκλο εργασιών. Στο αμοιβολόγιο αυτό λαμβάνεται υπόψη ο αριθμός των ωρών μουσικής ανά έτος και η πραγματική τηλεθέαση σε σχέση με ένα συγκεκριμένο τηλεοπτικό σταθμό. Η πραγματική τηλεθέαση υπολογίζεται βάσει του αριθμού των προσώπων ανά ημέρα ( 6 ).

Β — Η κύρια δίκη και τα προδικαστικά ερωτήματα

10.

Τον Οκτώβριο του 2004, το Kanal 5 και το TV 4 προσέφυγαν ενώπιον του Konkurrensverket κατά του STIM, υποστηρίζοντας ότι συντρέχει περίπτωση καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως δεσπόζουσας θέσεως. Εντούτοις, το Konkurrensverket έκρινε ότι δεν υπήρχαν στοιχεία σχετικά με την ύπαρξη παραβάσεως του άρθρου 82 ΕΚ. Κατόπιν αυτού, το Kanal 5 και το TV 4 ζήτησαν από το Marknadsdomstolen (αιτούν δικαστήριο) να απαγορεύσει στο STIM τη χρήση ορισμένων μεθόδων υπολογισμού για τον καθορισμό της αμοιβής που αυτό απαιτεί. Οι προσφυγές του Kanal 5 και του TV 4 έχουν εν μέρει γενική διατύπωση, χωρίς να αναφέρονται στη μέθοδο υπολογισμού που εφαρμόζει επί του παρόντος το STIM.

11.

Το αιτούν δικαστήριο προέβη στη διαπίστωση ότι από αντικειμενικής και γεωγραφικής απόψεως η οικεία αγορά είναι η σουηδική αγορά για την τηλεοπτική μετάδοση μουσικών έργων τα οποία προστατεύονται από τη νομοθεσία περί δικαιωμάτων του δημιουργού και ότι το STIM έχει στην αγορά αυτή, λόγω της εκ των πραγμάτων μονοπωλιακής θέσεώς του, δεσπόζουσα θέση. Το αιτούν δικαστήριο διαπίστωσε περαιτέρω ότι η συμπεριφορά του STIM ενδέχεται να επηρεάσει αρνητικά το εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών. Κατ’ αρχάς, το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει, με τη διάταξή του περί παραπομπής, ότι η μέθοδος υπολογισμού εφαρμόζεται και σε σχέση με τον καθορισμό της αμοιβής για τη χρήση από υπηκόους άλλων κρατών μελών προστατευόμενων από τη νομοθεσία περί δικαιωμάτων του δημιουργού μουσικών έργων. Περαιτέρω, ορισμένες επιχειρήσεις, με τις οποίες το Kanal 5 και το TV 4 συνάπτουν συμβάσεις αγοράς διαφημιστικού χρόνου, εδρεύουν σε άλλα κράτη μέλη. Τέλος, το Kanal 5 εκπέμπει από το Ηνωμένο Βασίλειο.

12.

Υπό τις συνθήκες αυτές, το αιτούν δικαστήριο ανέστειλε τη διαδικασία και υπέβαλε στο Δικαστήριο τα ακόλουθα ερωτήματα:

«1)

Έχει το άρθρο 82 ΕΚ την έννοια ότι μια πρακτική συνιστά κατάχρηση δεσπόζουσας θέσεως όταν ένας οργανισμός συλλογικής διαχειρίσεως δικαιωμάτων του δημιουργού, ο οποίος κατέχει εκ των πραγμάτων μονοπωλιακή θέση σε ένα κράτος μέλος, εφαρμόζει ή επιβάλλει στους εμπορικούς τηλεοπτικούς σταθμούς μια μέθοδο υπολογισμού της αμοιβής για το δικαίωμα μεταδόσεως μουσικής στις τηλεοπτικές εκπομπές που απευθύνονται στο ευρύ κοινό, η οποία συνεπάγεται ότι η αμοιβή υπολογίζεται ως ποσοστό επί των εσόδων των τηλεοπτικών σταθμών από τις ως άνω τηλεοπτικές εκπομπές;

2)

Έχει το άρθρο 82 ΕΚ την έννοια ότι μια πρακτική συνιστά κατάχρηση δεσπόζουσας θέσεως όταν ένας οργανισμός συλλογικής διαχειρίσεως δικαιωμάτων του δημιουργού, ο οποίος κατέχει εκ των πραγμάτων μονοπωλιακή θέση σε ένα κράτος μέλος, εφαρμόζει ή επιβάλλει στους εμπορικούς τηλεοπτικούς σταθμούς μια μέθοδο υπολογισμού της αμοιβής για το δικαίωμα μεταδόσεως μουσικής στις τηλεοπτικές εκπομπές που απευθύνονται στο ευρύ κοινό, η οποία συνεπάγεται ότι η αμοιβή υπολογίζεται ως ποσοστό επί των εσόδων των τηλεοπτικών σταθμών από τις ως άνω τηλεοπτικές εκπομπές, όταν δεν υφίσταται σαφής σύνδεσμος μεταξύ των εσόδων και της υπηρεσίας που παρέχει ο οργανισμός συλλογικής διαχειρίσεως των δικαιωμάτων του δημιουργού, δηλαδή της παροχής αδείας για την εκτέλεση μουσικών έργων προστατευόμενων από το δικαίωμα του δημιουργού· τούτο συμβαίνει συχνά για παράδειγμα στις εκπομπές ειδήσεων και στις αθλητικές εκπομπές και όταν τα έσοδα αυξάνουν λόγω αναπτύξεως του καταλόγου των προγραμμάτων, λόγω επενδύσεων στην τεχνολογία ή λόγω προϊόντων προσαρμοσμένων στις ανάγκες των πελατών;

3)

Επηρεάζεται η απάντηση στο πρώτο ή στο δεύτερο ερώτημα από το γεγονός ότι είναι δυνατό να προσδιοριστεί και να εκφραστεί με μαθηματικούς όρους τόσο η μεταδιδόμενη μουσική όσο και η τηλεθέαση;

4)

Επηρεάζεται η απάντηση στο πρώτο ή στο δεύτερο ερώτημα από το γεγονός ότι η μέθοδος υπολογισμού της αμοιβής (βάσει των εσόδων) δεν εφαρμόζεται κατά παρόμοιο τρόπο όσον αφορά τις αντίστοιχες δημόσιες επιχειρήσεις;»

IV — Η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου

13.

Η αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως περιήλθε στο Δικαστήριο στις 6 Φεβρουαρίου 2007. Στο πλαίσιο της έγγραφης διαδικασίας, κατέθεσαν γραπτές παρατηρήσεις το Kanal 5 και το TV 4, το STIM, η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου, η Πολωνική Κυβέρνηση και η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Το Kanal 5, το STIM, η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου και η Επιτροπή συμπλήρωσαν τις γραπτές παρατηρήσεις τους κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση της 12ης Ιουνίου 2008.

V — Επιχειρήματα των διαδίκων

14.

Το Kanal 5 και το TV 4 φρονούν ότι το STIM, με τη χρήση των μεθόδων του υπολογισμού, προέβη σε κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσεώς του στην αγορά. Το STIM επιβάλλει υπέρμετρα υψηλές τιμές πωλήσεως, περιορίζει την παραγωγή, τη διάθεση προϊόντων και την τεχνολογική εξέλιξη επί ζημία των καταναλωτών και μεταχειρίζεται άνισα τους διάφορους τηλεοπτικούς σταθμούς.

15.

Ως προς το πρώτο, το δεύτερο και το τρίτο προδικαστικό ερώτημα, το Kanal 5 και το TV 4 υποστηρίζουν κατ’ ουσίαν ότι δεν υφίσταται επαρκώς στενή σχέση μεταξύ της παροχής του STIM και των εσόδων ενός τηλεοπτικού σταθμού από τις διαφημίσεις και την πώληση συνδρομητικών συμβάσεων. Στη συνάφεια αυτή, το Kanal 5 και το TV 4 υποστηρίζουν περαιτέρω ότι το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων των τηλεοπτικών σταθμών προέρχεται από διαφημίσεις που μεταδίδονται στις ζώνες προγραμμάτων με τη μεγαλύτερη τηλεθέαση κατά τη διάρκεια των οποίων, ωστόσο, το ποσοστό της μουσικής είναι σχετικά μικρό. Ομοίως, το ποσοστό της μουσικής στο πλαίσιο της μεταδόσεως ειδησεογραφικών και αθλητικών εκπομπών είναι μικρό. Έστω και αν η χρήση μιας μεθόδου κατά προσέγγιση υπολογισμού της αμοιβής είναι ενδεχομένως πρόσφορη να μειώσει τα έξοδα της συλλογικής διαχειρίσεως δικαιωμάτων, ωστόσο θα πρέπει η μέθοδος που εφαρμόζει το STIM να λαμβάνει υπόψη τα τεχνικά μέσα προσδιορισμού και μαθηματικού υπολογισμού των μεταδιδόμενων μουσικών έργων, τα οποία προστατεύονται βάσει της νομοθεσίας περί δικαιωμάτων του δημιουργού, καθώς και των ποσοστών τηλεθεάσεως.

16.

Σε σχέση με το τέταρτο προδικαστικό ερώτημα, το Kanal 5 και το TV 4 φρονούν ότι η εφαρμογή διαφορετικών αμοιβολογίων συνιστά δυσμενή διάκριση. Υποστηρίζουν επίσης ότι αγοραστές στη σουηδική αγορά της τηλεοπτικής μεταδόσεως προστατευόμενων μουσικών έργων είναι οι τηλεοπτικοί σταθμοί Kanal 5, TV 4 και SVT.

17.

Το STIM φρονεί ότι η απάντηση των προδικαστικών ερωτημάτων πρέπει να δοθεί βάσει της θεωρίας περί acte clair. Το άρθρο 82 ΕΚ δεν εφαρμόζεται εν προκειμένω, δεδομένου ότι η άσκηση ενός αποκλειστικού δικαιώματος του δημιουργού αφορά την ουσία του δικαιώματος του δημιουργού. Συνεπώς, η άσκηση του δικαιώματος αυτού δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 82 ΕΚ. Στη συνάφεια αυτή, το STIM παραπέμπει στο άρθρο 295 ΕΚ και στο άρθρο 307 ΕΚ σε συνδυασμό με τη Σύμβαση της Βέρνης ( 7 ).

18.

Επί της ουσίας, το STIM παρατηρεί σε σχέση με το πρώτο, το δεύτερο και το τρίτο προδικαστικό ερώτημα, ότι η μέθοδος υπολογισμού που χρησιμοποιεί λαμβάνει υπόψη όλες τις σημαντικές παραμέτρους. Στηρίζεται σε αντικειμενικά και διαφανή κριτήρια και είναι απλή και δίκαιη κατά την εφαρμογή της. Λαμβάνει υπόψη το ετήσιο ποσοστό μουσικής των τηλεοπτικών εκπομπών. Περαιτέρω, συνεκτιμά το πιθανό ποσοστό τηλεθεάσεως και το οικονομικό πλαίσιο της εκμεταλλεύσεως των δικαιωμάτων του δημιουργού. Επίσης, είναι ελαστική και διευκολύνει την είσοδο στην αγορά νέων, μικρότερων τηλεοπτικών σταθμών. Τέλος, εκφράζει με ορθό τρόπο την αξία του δικαιώματος του δημιουργού. Ως εκ τούτου, η ύπαρξη τεχνικών δυνατοτήτων βάσει των οποίων μπορεί να διαπιστωθεί με ακρίβεια η έκταση της χρήσεως προστατευόμενων μουσικών έργων καθώς και το ποσοστό τηλεθεάσεως δεν έχει ως συνέπεια να καθίσταται καταχρηστική η χρήση της νυν εφαρμοζόμενης μεθόδου υπολογισμού.

19.

Σε σχέση με το τέταρτο προδικαστικό ερώτημα, το STIM υποστηρίζει την άποψη ότι η χρήση διαφορετικής μεθόδου υπολογισμού δεν εισάγει δυσμενείς διακρίσεις. Ως εκ τούτου, το Kanal 5 και το TV 4 δεν έχουν κάποιο ανταγωνιστικό μειονέκτημα εκ του λόγου ότι οι τηλεοπτικοί σταθμοί δραστηριοποιούνται σε διαφορετικές αγορές. Πρέπει να γίνεται διάκριση μεταξύ της αγοράς της δημόσιας τηλεοράσεως και της αγοράς της συνδρομητικής τηλεοράσεως. Εντός της αγοράς της δημόσιας τηλεοράσεως, πρέπει να γίνεται διάκριση μεταξύ δημόσιων τηλεοπτικών σταθμών, οι οποίοι χρηματοδοτούνται μέσω δημόσιων πόρων, και ιδιωτικών τηλεοπτικών σταθμών, οι οποίοι χρηματοδοτούνται από τα έσοδα που προέρχονται από τις διαφημίσεις. Περαιτέρω, δεν συντρέχει περίπτωση άνισης μεταχειρίσεως εκ του λόγου ότι ο SVT χρηματοδοτείται από δημόσιους πόρους.

20.

Η Πολωνική Κυβέρνηση υποστηρίζει σε σχέση με το πρώτο, το δεύτερο και το τρίτο προδικαστικό ερώτημα την άποψη ότι η εφαρμογή μιας μεθόδου υπολογισμού όπως είναι αυτή που χρησιμοποιεί επί του παρόντος το STIM δεν αποτελεί καθεαυτήν κατάχρηση δεσπόζουσας θέσεως, στον βαθμό που το ύψος των αμοιβών ανταποκρίνεται στην οικονομική αξία της χρήσεως προστατευόμενων μουσικών έργων και της παροχής στην οποία προβαίνει ένας οργανισμός συλλογικής διαχειρίσεως δικαιωμάτων του δημιουργού. Στη συνάφεια αυτή, έχει ουσιώδη σημασία ο καθορισμός και ο μαθηματικός υπολογισμός της μουσικής.

21.

Σε σχέση με το τέταρτο προδικαστικό ερώτημα, η Πολωνική Κυβέρνηση επισημαίνει ότι η εφαρμογή διαφορετικών μεθόδων υπολογισμού επί ιδιωτικών και δημόσιων τηλεοπτικών σταθμών θα μπορούσε να συνιστά παράνομη δυσμενή διάκριση, στον βαθμό που έχει ως συνέπεια την εφαρμογή διαφορετικών προϋποθέσεων επί της ιδίας παροχής χωρίς τούτο να δικαιολογείται.

22.

Η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου παρατηρεί, σε σχέση με το πρώτο, το δεύτερο και το τρίτο προδικαστικό ερώτημα, ότι η εφαρμογή μιας μεθόδου υπολογισμού βάσει της οποίας η αμοιβή ανέρχεται σε μέρος επί των εσόδων από τις διαφημίσεις και τις συνδρομητικές συμβάσεις δεν συνιστά per se καταχρηστική συμπεριφορά. Αντιθέτως, αποτελεί συνήθη τρόπο ασκήσεως του δικαιώματος του δημιουργού. Το αν η μέθοδος υπολογισμού τελεί σε επαρκώς στενή σχέση με τη χρήση των προστατευόμενων μουσικών έργων, αποτελεί πραγματικό ζήτημα το οποίο πρέπει να επιλύσει το εθνικό δικαστήριο. Περαιτέρω, η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου επισημαίνει ότι τα μειονεκτήματα μιας μεθόδου που στηρίζεται στον κατά προσέγγιση υπολογισμό αμοιβής εξισορροπούνται από τα πλεονεκτήματα που συνεπάγεται η αποτελεσματικότητά της.

23.

Σε σχέση με το τέταρτο προδικαστικό ερώτημα, η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου υποστηρίζει ότι το εθνικό δικαστήριο πρέπει να εξετάσει αν το Kanal 5 και το TV 4 αποτελούν ανταγωνιστές του SVT. Περαιτέρω, το εθνικό δικαστήριο πρέπει να εξετάσει αν συντρέχει περίπτωση δυσμενούς διακρίσεως.

24.

Η Επιτροπή υποστηρίζει σε σχέση με το πρώτο, το δεύτερο και το τρίτο προδικαστικό ερώτημα ότι η χρήση μιας μεθόδου υπολογισμού, βάσει της οποίας η αμοιβή ανέρχεται σε ποσοστό επί των εσόδων που προέρχονται από τις διαφημίσεις και τις συνδρομητικές συμβάσεις, δεν είναι per se καταχρηστική. Είναι δυσχερές να προσδιοριστεί ποια είναι η αξία που έχει η χρήση προστατευόμενων μουσικών έργων για τους τηλεθεατές και για τους τηλεοπτικούς σταθμούς. Στο πεδίο εφαρμογής του δικαίου των δικαιωμάτων του δημιουργού, είναι νόμιμο να καθορίζεται η αμοιβή τουλάχιστον εν μέρει σε σχέση με την πραγματική ή πιθανή τηλεθέαση και την οικονομική αξία που συνεπάγεται η χρήση για τους τηλεοπτικούς σταθμούς. Περαιτέρω, είναι δυσχερές να διαπιστωθεί η αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της χρήσεως προστατευόμενων μουσικών έργων και της οικονομικής επιτυχίας μιας εκπομπής ή ενός τηλεοπτικού σταθμού. Μπορεί, κατ’ αρχήν, να θεωρηθεί ότι υφίσταται εύλογη συνάφεια μεταξύ του ποσοστού τηλεθεάσεως και των εσόδων από διαφημίσεις και συνδρομητικές συμβάσεις. Ωστόσο, η τηλεθέαση ενδέχεται να ποικίλλει από εκπομπή σε εκπομπή.

25.

Κατά την Επιτροπή, πρέπει μια μέθοδος υπολογισμού, βάσει της οποίας η αμοιβή ανέρχεται σε μέρος επί των εσόδων, να συνεκτιμά την έκταση της χρήσεως προστατευόμενων μουσικών έργων. Όσο μεγαλύτερη είναι η δυνατότητα προσδιορισμού της μουσικής και της τηλεθεάσεως και της μαθηματικής εκφράσεως των μεγεθών αυτών, τόσο μεγαλύτερη είναι η δυνατότητα καθορισμού της οικονομικής αξίας. Εντούτοις, η τεχνική δυνατότητα για την εφαρμογή μιας πολύ ακριβούς αναλύσεως δεν συνεπάγεται ότι η εφαρμογή μιας λιγότερο ακριβούς μεθόδου αποτελεί κατάχρηση. Στη συνάφεια αυτή, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η αξιοπιστία της ακριβέστερης αναλύσεως και των δαπανών που συνεπάγεται.

26.

Σε σχέση με το τέταρτο προδικαστικό ερώτημα, η Επιτροπή επισημαίνει ότι το εθνικό δικαστήριο πρέπει, κατ’ αρχήν, να εξετάσει αν το Kanal 5 και το TV 4 αποτελούν ανταγωνιστές του SVT. Περαιτέρω, το εθνικό δικαστήριο πρέπει να εξετάσει αν συντρέχει περίπτωση δυσμενούς διακρίσεως. Η εφαρμογή ενός ιδιαίτερου τρόπου υπολογισμού δεν συνιστά δυσμενή διάκριση, αν σκοπεί στην προσέγγιση του SVT και των ιδιωτικών τηλεοπτικών σταθμών μέσω της προσομοιώσεως πλασματικών εσόδων από διαφημίσεις και συνδρομητικές συμβάσεις. Ωστόσο, το εθνικό δικαστήριο πρέπει να εξετάσει αν το γεγονός ότι δεν λαμβάνεται υπόψη ex post το πραγματικό ποσοστό μουσικής του SVT συνεπάγεται δυσμενείς διακρίσεις.

VI — Νομική εκτίμηση

Α — Εισαγωγικές παρατηρήσεις

27.

Τα προδικαστικά ερωτήματα αφορούν έναν τομέα του οποίου η οικονομική και κοινωνική σημασία βαίνει αυξανόμενη. Η διαμόρφωση των αμοιβών που απαιτούν οι οργανισμοί συλλογικής διαχειρίσεως από τους χρήστες των δικαιωμάτων που οι οργανισμοί αυτοί διαχειρίζονται αποτελεί έναν ιδιαιτέρως ευαίσθητο τομέα της συλλογικής εκμεταλλεύσεως των δικαιωμάτων του δημιουργού. Κατά το παρελθόν, ήσαν συχνές οι διαμάχες μεταξύ των οργανισμών συλλογικής διαχειρίσεως δικαιωμάτων του δημιουργού και των χρηστών των δικαιωμάτων αυτών. Το Δικαστήριο είχε την ευκαιρία να εξετάσει τη συμβατότητα των μεθόδων υπολογισμού που χρησιμοποιούν οι οργανισμοί συλλογικής διαχειρίσεως με το άρθρο 82 ΕΚ.

28.

Τα ερωτήματα, τα οποία θέτει το εθνικό δικαστήριο στην παρούσα υπόθεση, παρουσιάζουν κάποια ομοιότητα με τα ερωτήματα τα οποία κλήθηκε να απαντήσει το Δικαστήριο στις γνωστές ως υποθέσεις για τις ντισκοτέκ ( 8 ). Εντούτοις, η παρούσα υπόθεση διαφέρει από τις ανωτέρω υποθέσεις κατά το ότι οι τηλεοπτικοί σταθμοί κατά τη διάρκεια του χρόνου μεταδόσεως των εκπομπών τους χρησιμοποιούν κατά κανόνα σε μικρότερη έκταση προστατευόμενα από τη νομοθεσία περί δικαιωμάτων του δημιουργού μουσικά έργα απ’ ό,τι οι ντισκοτέκ κατά τον χρόνο λειτουργίας τους.

29.

Τα προδικαστικά ερωτήματα είναι παραδεκτά. Το STIM υποστηρίζει μεν ότι η απάντηση στα προδικαστικά ερωτήματα απορρέει από τη μέχρι τούδε νομολογία του Δικαστηρίου. Ωστόσο, έστω και αν ευσταθεί ο ισχυρισμός αυτός, τούτο δεν καθιστά απαράδεκτα τα προδικαστικά ερωτήματα ( 9 ).

30.

Το αιτούν δικαστήριο διαπίστωσε ότι, από αντικειμενικής και γεωγραφικής απόψεως, η οικεία αγορά είναι η σουηδική αγορά για την τηλεοπτική μετάδοση μουσικών έργων τα οποία προστατεύονται από τη νομοθεσία περί δικαιωμάτων του δημιουργού και ότι το STIM έχει στην αγορά αυτή, λόγω της εκ των πραγμάτων μονοπωλιακής θέσεώς του, δεσπόζουσα θέση. Το αιτούν δικαστήριο διαπίστωσε περαιτέρω ότι η συμπεριφορά του STIM ενδέχεται να επηρεάσει αρνητικά το εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών. Ως εκ τούτου, τα υποβληθέντα ερωτήματα περιορίζονται στην ερμηνεία της εννοίας της καταχρήσεως του άρθρου 82 ΕΚ ( 10 ).

31.

Με τα τρία πρώτα προδικαστικά ερωτήματα, το αιτούν δικαστήριο ερωτά αν μια εταιρία συλλογικής διαχειρίσεως προβαίνει σε καταχρηστική εκμετάλλευση της δεσπόζουσας θέσεώς της στην περίπτωση που χρησιμοποιεί ορισμένες μεθόδους υπολογισμού των αμοιβών για την παροχή της σε ιδιωτικούς τηλεοπτικούς σταθμούς όπως είναι το Kanal 5 και το TV 4. Στη συνάφεια αυτή, επιβάλλεται η παρατήρηση ότι το αιτούν δικαστήριο δεν ερωτά αν μια συγκεκριμένη μέθοδος υπολογισμού είναι καταχρηστική, εκ του λόγου ότι καταλήγει σε υπέρμετρα υψηλή αμοιβή. Αντιθέτως, με τα ερωτήματα που θέτει ερωτά αν η χρησιμοποίηση αυτών των μεθόδων υπολογισμού είναι καταχρηστική στην περίπτωση που δεν υφίσταται επαρκώς στενή σχέση μεταξύ της παροχής της εταιρίας συλλογικής διαχειρίσεως δικαιωμάτων του δημιουργού και της απαιτούμενης αμοιβής.

32.

Περαιτέρω, επιβάλλεται η παρατήρηση ότι το αιτούν δικαστήριο διατυπώνει τα ερωτήματά του με γενικούς όρους και δεν αναφέρεται ρητώς στη μέθοδο υπολογισμού που χρησιμοποιεί επί του παρόντος το STIM. Τούτο εξηγείται ενδεχομένως από δικονομικούς λόγους, δεδομένου ότι το αντικείμενο της διαδικασίας του άρθρου 234, παράγραφος 1, στοιχείο α’, ΕΚ για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως είναι απλώς η ερμηνεία του πρωτογενούς κοινοτικού δικαίου και όχι η εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου ( 11 ). Πάντως, οι προσφυγές που άσκησαν το Kanal 5 και το TV 4 στο πλαίσιο της κύριας δίκης έχουν εν μέρει γενική διατύπωση και δεν αναφέρονται στη μέθοδο υπολογισμού που χρησιμοποιεί επί του παρόντος το STIM. Στη συνάφεια αυτή, πρέπει να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι το STIM είναι ελεύθερο να καθορίζει τη μέθοδο υπολογισμού. Συνεπώς, δεν αποκλείεται οι προσφυγές του Kanal 5 και του TV 4 να μη σκοπούν μόνο στην απαγόρευση της μεθόδου υπολογισμού της αμοιβής που το STIM χρησιμοποιεί επί του παρόντος, αλλά να απαγορευθεί κατ’ αρχήν στο STIM η χρησιμοποίηση των συγκεκριμένων μεθόδων υπολογισμού. Τούτο πρέπει να ληφθεί υπόψη κατά την ερμηνεία των προδικαστικών ερωτημάτων.

33.

Με το τέταρτο προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ερωτά αν η εφαρμογή διαφορετικών μεθόδων υπολογισμού ανάλογα με το αν πρόκειται για ιδιωτικούς τηλεοπτικούς σταθμούς όπως είναι το Kanal 5 και το TV 4, αφενός, ή δημόσιος τηλεοπτικός σταθμός όπως είναι ο SVT, αφετέρου.

Β — Επί του πρώτου προδικαστικού ερωτήματος

34.

Με το πρώτο προδικαστικό ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ερωτά αν η χρησιμοποίηση μιας μεθόδου υπολογισμού, βάσει της οποίας η αμοιβή ανέρχεται σε μέρος επί των εσόδων των τηλεοπτικών σταθμών από εκπομπές γενικού ενδιαφέροντος, είναι καταχρηστική κατά την έννοια του άρθρου 82 ΕΚ. Από τον συσχετισμό του πρώτου με το δεύτερο προδικαστικό ερώτημα συνάγεται ότι το αιτούν δικαστήριο ερωτά με το πρώτο ερώτημά του αν μία μέθοδος υπολογισμού είναι καταχρηστική εκ του λόγου και μόνον ότι ορίζει ως αμοιβή ένα ποσό επί των εσόδων των τηλεοπτικών σταθμών ( 12 ).

35.

Το άρθρο 82 ΕΚ δεν απαγορεύει αυτή καθεαυτήν τη δεσπόζουσα θέση μιας επιχειρήσεως στην αγορά. Εντούτοις, της επιβάλλει μια ιδιαίτερη ευθύνη απαγορεύοντάς της την καταχρηστική εκμετάλλευση της θέσεως αυτής ( 13 ). Η έννοια της καταχρήσεως πρέπει να ερμηνεύεται κατά τρόπο αντικειμενικό. Ως κατάχρηση νοούνται συμπεριφορές μιας επιχειρήσεως που κατέχει δεσπόζουσα θέση οι οποίες μπορούν να επηρεάσουν τη δομή μιας αγοράς στην οποία ο ανταγωνισμός είναι εξασθενημένος ακριβώς λόγω της παρουσίας της εν λόγω επιχειρήσεως και οι οποίες εμποδίζουν τη διατήρηση του ανταγωνισμού που εξακολουθεί να υφίσταται στην αγορά ή την ανάπτυξή του μέσω της προσφυγής σε μέσα διαφορετικά από εκείνα που διέπουν τον συνήθη ανταγωνισμό μεταξύ προϊόντων ή υπηρεσιών βάσει των παροχών των επιχειρηματιών ( 14 ).

36.

Βεβαίως, ακόμη και μία επιχείρηση που κατέχει δεσπόζουσα θέση στην αγορά έχει το δικαίωμα να προωθεί τα συμφέροντά της. Εντούτοις, συμπεριφέρεται κατά τρόπο καταχρηστικό οσάκις εκμεταλλεύεται τις δυνατότητες που απορρέουν από τη δεσπόζουσα θέση της προκειμένου να επιτύχει εμπορικά πλεονεκτήματα τα οποία δεν θα μπορούσε να επιτύχει στο πλαίσιο ενός συνήθους και επαρκώς αποτελεσματικού ανταγωνισμού ( 15 ).

37.

Το άρθρο 82 ΕΚ δεν προβαίνει σε εξαντλητική απαρίθμηση των περιπτώσεων καταχρηστικής εκμεταλλεύσεως δεσπόζουσας θέσεως. Μεταξύ των περιπτώσεων που μνημονεύει το άρθρο αυτό είναι η άμεση ή έμμεση επιβολή μη δίκαιων τιμών αγοράς ή πωλήσεως ή άλλων όρων συναλλαγής (άρθρο 82, παράγραφος 2, στοιχείο α’, ΕΚ), ο περιορισμός της παραγωγής, της διαθέσεως ή της τεχνολογικής αναπτύξεως επί ζημία των καταναλωτών (άρθρο 82, παράγραφος 2, στοιχείο β’, ΕΚ) και η εφαρμογή άνισων όρων επί ισοδύναμων παροχών έναντι των εμπορικώς συναλλασσόμενων, με αποτέλεσμα να περιέρχονται αυτοί σε μειονεκτική θέση στον ανταγωνισμό (άρθρο 82, παράγραφος 2, στοιχείο γ’, ΕΚ).

38.

Δεδομένου ότι το κρίσιμο εν προκειμένω ζήτημα είναι αν η εφαρμογή μιας συγκεκριμένης μεθόδου υπολογισμού είναι καταχρηστική, πρέπει πρώτα να εξεταστεί η περίπτωση του άρθρου 82, παράγραφος 2, στοιχείο α’, ΕΚ, ήτοι η άμεση ή έμμεση επιβολή μη δίκαιων τιμών αγοράς ή πωλήσεως ή άλλων όρων συναλλαγής. Το Kanal 5 και το TV 4 εξέτασαν, επίσης, και τη δυνατότητα εφαρμογής των περιπτώσεων του άρθρου 82, παράγραφος 2, στοιχεία β’ και γ’, ΕΚ. Ωστόσο, δεδομένου ότι η συναφής επιχειρηματολογία τους στηρίζεται στην ύπαρξη μη δίκαιης αμοιβής κατά το άρθρο 82, παράγραφος 2, στοιχείο α’, ΕΚ, θα εξετάσω κατ’ αρχάς αυτή την περίπτωση ( 16 ).

39.

Όπως προκύπτει από τη νομολογία του Δικαστηρίου, η επιβολή μη δίκαιων τιμών αγοράς ή άλλων όρων συναλλαγής πρέπει να θεωρείται ότι υπάρχει ιδίως στην περίπτωση που η κατέχουσα δεσπόζουσα θέση στην αγορά επιχείρηση απαιτεί τιμή ή αμοιβή η οποία δεν είναι εύλογη σε σχέση με την οικονομική αξία της προσφερόμενης αντιπαροχής ( 17 ). Αυτή η δυσχερής εκτίμηση ( 18 ) προϋποθέτει ανάλυση της αξίας της παροχής, της αντιπαροχής και της σχέσεως μεταξύ παροχής και αντιπαροχής. Ως εκ τούτου, στη συνέχεια θα εξετάσω κατ’ αρχάς την οικονομική αξία της παροχής που προσφέρει ένας οργανισμός συλλογικής διαχειρίσεως δικαιωμάτων του δημιουργού όπως είναι το STIM (1) καθώς και την απαιτούμενη αμοιβή (2). Στη συνέχεια, θα εξετάσω αν είναι εύλογη η σχέση τους (3)

1. Η παροχή του STIM

40.

Η παροχή ενός οργανισμού συλλογικής διαχειρίσεως δικαιωμάτων του δημιουργού, όπως είναι το STIM, έγκειται στην παραχώρηση εφάπαξ αδείας για τη χρήση του συνολικού ρεπερτορίου των προστατευόμενων μουσικών έργων που ο οργανισμός αυτός διαχειρίζεται. Η περιγραφή αυτή της παροχής είναι τελείως αφηρημένη. Στη συνέχεια, θα προσπαθήσω να καταστήσω σαφέστερη τη φύση της παροχής προκειμένου να δώσω μια καλύτερη εικόνα της οικονομικής αξίας της.

41.

Κατ’ αρχάς, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι το συνολικό ρεπερτόριο ενός οργανισμού συλλογικής διαχειρίσεως αποτελείται από τα επιμέρους δικαιώματα του δημιουργού ( 19 ) των μελών του. Χωρίς τη συλλογική διαχείριση υπό τη μορφή ενός οργανισμού συλλογικής διαχειρίσεως των δικαιωμάτων του δημιουργού, θα έπρεπε ο κάθε δημιουργός να ελέγχει τη χρήση του έργου του και να προβάλλει τις απαιτήσεις του για την καταβολή αμοιβής έναντι των χρηστών. Ομοίως, οι τηλεοπτικοί σταθμοί θα έπρεπε, χωρίς την εφάπαξ άδεια, πριν από τη χρήση ενός συγκεκριμένου προστατευόμενου μουσικού έργου να λαμβάνουν άδεια από τον εκάστοτε δημιουργό ή την εκάστοτε δισκογραφική εταιρία. Ως εκ τούτου η διαχείριση και η χρησιμοποίηση ενός εκάστου προστατευόμενου μουσικού έργου θα ήταν τόσο για τους δημιουργούς όσο και για τους τηλεοπτικούς σταθμούς εξαιρετικά δαπανηρή ( 20 ).

42.

Συνεπώς, η συλλογική διαχείριση υπό τη μορφή ενός οργανισμού συλλογικής διαχειρίσεως των δικαιωμάτων του δημιουργού και η παραχώρηση εφάπαξ αδειών συνεπάγεται ορισμένα πλεονεκτήματα για τους δημιουργούς και για τους τηλεοπτικούς σταθμούς. Για τους δημιουργούς καθίσταται ευχερέστερη η διαχείριση και δη οικονομικά εφικτή. Από την πλευρά των τηλεοπτικών σταθμών, τα επιμέρους δικαιώματα των δημιουργών ενσωματώνονται σε ένα ρεπερτόριο, οι δε τηλεοπτικοί σταθμοί μπορούν μέσω μιας εφάπαξ αδείας να κάνουν χρήση με απλό τρόπο των επιμέρους μουσικών έργων χωρίς προηγουμένως να πρέπει να διαπραγματευτούν την παραχώρηση κατ’ ιδίαν άδειας ( 21 ). Χάρη στις συμβάσεις αμοιβαιότητας μεταξύ συνεργαζόμενων εταιριών συλλογικής διαχειρίσεως είναι δυνατή η χρήση του ρεπερτορίου προστατευόμενων μουσικών έργων από οργανισμούς συλλογικής διαχειρίσεως που εδρεύουν σε άλλα κράτη μέλη καθώς και σε τρίτα κράτη ( 22 ).

2. Η αμοιβή

43.

Το αιτούν δικαστήριο περιγράφει στο ερώτημά του την αμοιβή ως μέρος επί των εσόδων των τηλεοπτικών σταθμών από συγκεκριμένες τηλεοπτικές εκπομπές που απευθύνονται στο ευρύ κοινό. Όπως συνάγεται από τη διάταξη περί παραπομπής, με τον όρο αυτόν πρέπει να νοηθούν τα έσοδα από διαφημίσεις και συνδρομητικές συμβάσεις.

44.

Στην περίπτωση που ένας τηλεοπτικός σταθμός χρηματοδοτείται από έσοδα τα οποία προέρχονται από συμβάσεις αγοράς διαφημιστικού χρόνου, τότε ο σταθμός αυτός κατά κανόνα μεταδίδει τις εκπομπές χωρίς επιβάρυνση των τηλεθεατών. Η χρηματοδότησή του προέρχεται από την πώληση διαφημιστικού χρόνου, ήτοι απαιτεί την καταβολή ενός ποσού για το γεγονός ότι φέρει σε επαφή τους διαφημιζομένους με τους τηλεθεατές και για το γεγονός ότι θέτει στη διάθεση των διαφημιζομένων ένα μέρος του τηλεοπτικού χρόνου του για τη μετάδοση διαφημιστικών μηνυμάτων. Στην περίπτωση που ένας τηλεοπτικός σταθμός χρηματοδοτείται από έσοδα τα οποία προέρχονται από συνδρομητικές συμβάσεις, τότε ο τηλεοπτικός σταθμός απαιτεί την καταβολή ενός ποσού από τους τηλεθεατές προκειμένου να έχουν πρόσβαση στο πρόγραμμά του ( 23 ).

45.

Το αιτούν δικαστήριο περιέγραψε τη μέθοδο υπολογισμού ως αμοιβή η οποία ανέρχεται σε «μέρος» επί των εσόδων. Η διατύπωση αυτή είναι ευρεία. Περιλαμβάνει μία μέθοδο υπολογισμού, η οποία στηρίζεται σε ένα σταθερό ποσοστό επί των εσόδων, βάσει της οποίας επομένως εισπράττεται π.χ. ένα σταθερό ποσοστό επί των εσόδων. Ωστόσο, η διατύπωση αυτή περιλαμβάνει επίσης μία μέθοδο υπολογισμού η οποία στηρίζεται σε ένα μεταβλητό ποσοστό επί των εσόδων, ήτοι σε ένα ποσοστό το οποίο μεταβάλλεται βάσει συγκεκριμένων κριτηρίων. Βεβαίως, η μέθοδος που χρησιμοποιεί επί του παρόντος το STIM είναι μία μέθοδος υπολογισμού με μεταβλητό ποσοστό. Ωστόσο, δεδομένου ότι η διάταξη περί παραπομπής δεν φαίνεται να περιορίζεται στη μέθοδο υπολογισμού που χρησιμοποιεί επί του παρόντος το STIM ( 24 ), θα λάβω υπόψη μου στις αναπτύξεις που ακολουθούν τις μεθόδους υπολογισμού που στηρίζονται τόσο σε ένα σταθερό όσο και σε ένα μεταβλητό ποσοστό.

3. Σχέση μεταξύ αμοιβής και παροχής

46.

Όπως προελέχθη ( 25 ), συντρέχει περίπτωση επιβολής μη δίκαιων τιμών αγοράς ή πωλήσεως ή άλλων όρων συναλλαγής, κατά το άρθρο 82, παράγραφος 2, στοιχείο α’, ΕΚ, οσάκις απαιτείται αμοιβή η οποία δεν είναι εύλογη σε σχέση με την οικονομική αξία της προσφερόμενης αντιπαροχής. Προτού εξετάσω τη σχέση της αμοιβής προς την παροχή στο πλαίσιο μιας μεθόδου υπολογισμού που στηρίζεται σε ένα σταθερό ποσοστό (α) και σε μία μέθοδο υπολογισμού που στηρίζεται σε ένα μεταβλητό ποσοστό (β), θα ήθελα, κατ’ αρχάς, να επισημάνω το κριτήριο το οποίο εφαρμόζεται στην υπό κρίση υπόθεση.

47.

Πρώτον, το αντικείμενο της υπό κρίση υποθέσεως δεν είναι το κατά πόσο μια αμοιβή είναι εύλογη κατά την έννοια των διατάξεων της εθνικής νομοθεσίας που προβλέπουν ότι ο δημιουργός έχει αξίωση σε εύλογη αμοιβή. Αντιθέτως, το αντικείμενο της υπό κρίση υποθέσεως είναι η άσκηση ενός ελέγχου-πλαίσιο βάσει των διατάξεων του δικαίου του ανταγωνισμού ( 26 ). Επομένως, το Δικαστήριο δεν καλείται στην υπό κρίση υπόθεση να αποφανθεί αν μια συγκεκριμένη αμοιβή είναι εύλογη κατά την έννοια της νομοθεσίας περί προστασίας των δικαιωμάτων του δημιουργού ( 27 ). Αντιθέτως, το ζήτημα που τίθεται είναι αν μια εταιρία συλλογικής διαχειρίσεως υπερβαίνει, δια της εφαρμογής μιας συγκεκριμένης μεθόδου υπολογισμού, τα επιτρεπόμενα όρια που επιβάλλει το δίκαιο του ανταγωνισμού ( 28 ).

48.

Δεύτερον, πρέπει να τονιστεί ότι οι αρμοδιότητες της Κοινότητας στον τομέα του δικαίου του ανταγωνισμού είναι περιορισμένες. Έτσι, το Δικαστήριο επέδειξε μεγάλη αυτοσυγκράτηση π.χ. στην υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση SENA ( 29 ), η οποία αφορούσε την ερμηνεία της χρησιμοποιούμενης στο πλαίσιο του δικαίου της προστασίας των δικαιωμάτων του δημιουργού εννοίας της εύλογης αμοιβής της οδηγίας 92/100/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 1992, σχετικά με το δικαίωμα εκμίσθωσης, το δικαίωμα δανεισμού και ορισμένα δικαιώματα συγγενικά προς την πνευματική ιδιοκτησία στον τομέα των προϊόντων της διανοίας ( 30 ). Με την ανωτέρω απόφασή του, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι, ελλείψει κοινοτικού ορισμού της εύλογης αμοιβής στην οδηγία, δεν εναπόκειται στο Δικαστήριο ο καθορισμός των κριτηρίων της εύλογης αμοιβής ( 31 ).

49.

Οι ανωτέρω παράμετροι πρέπει να λαμβάνονται υπόψη στο πλαίσιο του ελέγχου-πλαίσιο που διενεργείται βάσει του δικαίου του ανταγωνισμού. Ως προς το ζήτημα σχετικά με το περιεχόμενο και την αξία ενός δικαιώματος του δημιουργού, φρονώ ότι το Δικαστήριο πρέπει να επιδεικνύει κατ’ αρχήν αυτοσυγκράτηση. Στην περίπτωση που δεν υφίσταται κοινοτική ρύθμιση, τα ζητήματα αυτά εμπίπτουν στην αρμοδιότητα των κρατών μελών ( 32 ). Πάντως, ως προς το ζήτημα αν μια μέθοδος υπολογισμού έχει ως αποτέλεσμα να παύει να υφίσταται εύλογη σχέση μεταξύ της χρήσεως του δικαιώματος του δημιουργού και της αμοιβής, φρονώ ότι τούτο εμπίπτει στο πεδίο του ελέγχου-πλαίσιο ο οποίος βάσει του άρθρου 82 ΕΚ πρέπει να διενεργείται με γνώμονα το δίκαιο του ανταγωνισμού.

α) Σταθερό ποσοστό επί των εσόδων

50.

Το Δικαστήριο εξέτασε με την απόφαση Basset ( 33 ) μια μέθοδο υπολογισμού η οποία στηρίζεται σε ένα σταθερό ποσοστό επί των εσόδων. Στην περίπτωση αυτή, ο γαλλικός οργανισμός συλλογικής διαχειρίσεως απαιτούσε από τους εκμεταλλευομένους κέντρα νυχτερινής ψυχαγωγίας (ντισκοτέκ) αμοιβή η οποία υπολογιζόταν βάσει ενός σταθερού ποσοστού επί των εσόδων. Το Δικαστήριο έκρινε ότι η εφαρμογή μιας τέτοιας μεθόδου υπολογισμού δεν ήταν καταχρηστική στην περίπτωση αυτή. Αντιθέτως, απεφάνθη ότι τούτο αποτελεί τη συνήθη μορφή εκμεταλλεύσεως του δικαιώματος του δημιουργού και ότι, ως εκ τούτου, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι συνιστά κατάχρηση το γεγονός ότι ο οργανισμός συλλογικής διαχειρίσεως εκμεταλλεύεται τις δυνατότητες που του παρέχει η εθνική νομοθεσία ( 34 ).

51.

Έστω και αν το Δικαστήριο δεν εξέτασε ρητώς το ζήτημα αν η χρήση μιας μεθόδου υπολογισμού, η οποία στηρίζεται σε σταθερό ποσοστό επί των εσόδων, είναι καταχρηστική, φρονώ ότι η απόφαση αυτή πρέπει να ερμηνευτεί υπό την έννοια ότι το Δικαστήριο αρνήθηκε εμμέσως στην ανωτέρω υπόθεση ότι μία τέτοια μέθοδος υπολογισμού είναι καταχρηστική.

52.

Ωστόσο, η απόφαση αυτή δεν μπορεί να μεταφερθεί αυτούσια στην υπό κρίση υπόθεση. Κατά την εκτίμηση του αν συντρέχει περίπτωση καταχρήσεως της δεσπόζουσας θέσεως στην αγορά, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όλες οι περιστάσεις της συγκεκριμένης υποθέσεως ( 35 ). Επιχείρημα κατά της αυτούσιας μεταφοράς της αποφάσεως Basset επί της παρούσας υποθέσεως αποτελεί το γεγονός ότι υφίστανται σημαντικές διαφορές μεταξύ της δραστηριότητας μιας ντισκοτέκ και ενός τηλεοπτικού σταθμού, όσον αφορά τη χρήση προστατευόμενων μουσικών έργων. Για μία ντισκοτέκ, η χρήση προστατευόμενων μουσικών έργων αποτελεί ουσιώδες στοιχείο της δραστηριότητάς της. Ως εκ τούτου, μπορεί να θεωρηθεί ότι οι ντισκοτέκ εξαρτώνται για τη λειτουργία τους από τη χρήση μουσικών έργων και ότι, κατά κανόνα, καθ’ όλη τη διάρκεια της λειτουργίας τους χρησιμοποιούν σε πολύ μεγάλο βαθμό μουσικά έργα. Άλλως έχουν τα πράγματα στην περίπτωση των τηλεοπτικών σταθμών. Βεβαίως, και οι τηλεοπτικοί σταθμοί χρησιμοποιούν μουσική. Πάντως, η έκταση της χρήσεως προστατευομένων μουσικών έργων ενδέχεται να ποικίλλει ανάλογα με τον τηλεοπτικό σταθμό, τη ζώνη του προγράμματος και την εκπομπή.

53.

Συνεπώς, η εφαρμογή επί των τηλεοπτικών σταθμών μιας μεθόδου υπολογισμού που προβλέπει ένα σταθερό ποσοστό θα είχε ως συνέπεια να αποσυνδεθεί το ύψος της αμοιβής από την πραγματική χρήση προστατευόμενων μουσικών έργων. Ως εκ τούτου, τηλεοπτικοί σταθμοί οι οποίοι δεν κάνουν χρήση προστατευόμενων μουσικών έργων, ή κάνουν χρήση σε ελάχιστη μόνον έκταση, θα πρέπει να καταβάλουν αμοιβή η οποία είναι άσχετη ή δεν έχει επαρκή σχέση προς την οικονομική αξία της παροχής του STIM. Επομένως, θα επιβαρυνθούν δυσανάλογα ορισμένοι χρήστες σε σχέση με άλλους οι οποίοι κάνουν μεγαλύτερη χρήση προστατευόμενων μουσικών έργων ( 36 ).

54.

Συνεπώς, η εφαρμογή επί των τηλεοπτικών σταθμών μιας μεθόδου υπολογισμού που στηρίζεται σε ένα σταθερό ποσοστό ενδέχεται να οδηγεί σε μεγάλη δυσαναλογία μεταξύ της οικονομικής αξίας της παροχής ενός οργανισμού συλλογικής διαχειρίσεως και της απαιτούμενης αμοιβής.

55.

Κατ’ αρχήν, θα πρέπει στο σημείο αυτό να εξεταστεί, επίσης, αν υφίσταται κάποια εναλλακτική μέθοδος υπολογισμού η οποία να εκφράζει καλύτερα τη σχέση μεταξύ της αμοιβής και της οικονομικής αξίας της παροχής απ’ ό,τι μια μέθοδος υπολογισμού η οποία στηρίζεται σε ένα σταθερό ποσοστό επί των εσόδων ( 37 ). Τούτο θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι συμβαίνει εν προκειμένω, δεδομένου ότι το STIM εφαρμόζει μια μέθοδο υπολογισμού που στηρίζεται σε ένα σταθερό ποσοστό επί των εσόδων.

56.

Περαιτέρω, θα πρέπει κατ’ αρχήν να εξεταστεί ακόμη αν η εφαρμογή μιας μεθόδου υπολογισμού που στηρίζεται σε σταθερό ποσοστό επί των εσόδων ενδέχεται να είναι δικαιολογημένη λόγω της αποτελεσματικότητάς της έναντι της χρήσεως μιας μεθόδου υπολογισμού που στηρίζεται σε μεταβλητό ποσοστό επί των εσόδων ( 38 ). Πάντως, δεδομένου ότι η εφαρμογή επί των τηλεοπτικών σταθμών μιας μεθόδου υπολογισμού που στηρίζεται σε σταθερό ποσοστό επί των εσόδων ενδέχεται να έχει ως συνέπεια την ιδιαίτερα έντονη δυσαναλογία μεταξύ της αξίας της παροχής και της αμοιβής, φαίνεται να αποκλείεται στην υπό κρίση υπόθεση το πλεονέκτημα της αποτελεσματικότητας ως λόγος που δικαιολογεί την εφαρμογή μιας τέτοιας μεθόδου.

57.

Συνεπώς, η εφαρμογή επί των τηλεοπτικών σταθμών μιας μεθόδου υπολογισμού που στηρίζεται σε σταθερό ποσοστό επί των εσόδων πρέπει να θεωρείται καταχρηστική κατά την έννοια του άρθρου 82 ΕΚ.

β) Μεταβλητό ποσοστό επί των εσόδων

58.

Αντιθέτως, στην περίπτωση μιας μεθόδου υπολογισμού που στηρίζεται σε μεταβλητό ποσοστό επί των εσόδων, η έκταση της χρήσεως προστατευόμενων μουσικών έργων μπορεί να ληφθεί κατ’ αρχήν υπόψη μέσω της μεταβλητής ( 39 ). Ως εκ τούτου, η εφαρμογή μιας μεθόδου υπολογισμού που στηρίζεται σε μεταβλητό ποσοστό επί των εσόδων μπορεί να αποτελεί per se καταχρηστική συμπεριφορά μόνο στην περίπτωση που η σύνδεση της αμοιβής προς τα έσοδα των τηλεοπτικών σταθμών από διαφημίσεις και συνδρομητικές συμβάσεις μπορεί να προκαλέσει σημαντική στρέβλωση της σχέσεως μεταξύ της οικονομικής αξίας της παροχής του οργανισμού συλλογικής διαχειρίσεως και της αμοιβής.

59.

Βεβαίως, δεν μπορεί κατ’ αρχήν να αποκλειστεί ότι μια επιχείρηση προβαίνει σε καταχρηστική εκμετάλλευση της δεσπόζουσας θέσεώς της στην αγορά στην περίπτωση που εξαρτά τις τιμές για τα προϊόντα της από τον κύκλο εργασιών τον οποίο επιτυγχάνουν οι πελάτες της χάρη στα προϊόντα αυτά ( 40 ). Πάντως, εν προκειμένω πρέπει να ληφθούν υπόψη οι περιστάσεις της συγκεκριμένης υποθέσεως ( 41 ), ιδίως οι ιδιαιτερότητες της παροχής των οργανισμών συλλογικής διαχειρίσεως.

60.

Πρώτον, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι πίσω από το ρεπερτόριο του STIM υπάρχουν σε τελευταία ανάλυση τα ατομικά δικαιώματα των εκάστοτε δημιουργών. Είναι απολύτως σύνηθες, κατά την παραχώρηση της χρήσεως δικαιωμάτων του δημιουργού, να απαιτείται αμοιβή η οποία να ανέρχεται σε ποσοστό επί του κύκλου εργασιών, ο οποίος επιτυγχάνεται χάρη στο προϊόν για την παραγωγή του οποίου χρησιμοποιήθηκε το δικαίωμα του δημιουργού ( 42 ). Τούτο τονίζει την ικανότητα που έχει το δικαίωμα του δημιουργού ( 43 ) να αποτελεί αντικείμενο εκμεταλλεύσεως, καθώς και το γεγονός ότι ο δημιουργός δικαιούται ενός εύλογου ποσοστού επί του κύκλου εργασιών, ο οποίος επιτυγχάνεται χάρη στη χρήση του έργου του ( 44 ).

61.

Βεβαίως, το Δικαστήριο έχει κρίνει με την απόφασή του United Brands κατά Επιτροπής ( 45 ) ότι το αν μια αμοιβή είναι δυσανάλογη μπορεί να διαπιστωθεί μεταξύ άλλων, δια της συγκρίσεως μεταξύ του κόστους παραγωγής και της τιμής πωλήσεως. Ωστόσο, μια τέτοια προσέγγιση προϋποθέτει εμμέσως ότι από το κόστος παραγωγής μπορούν να συναχθούν ορισμένα συμπεράσματα σχετικά με την αξία της παροχής. Πάντως, η προσέγγιση αυτή δεν μπορεί να μεταφερθεί στα δικαιώματα του δημιουργού, δεδομένου ότι φαίνεται εξαιρετικά δυσχερής ο καθορισμός του κόστους παραγωγής που συνεπάγεται η δημιουργία ενός μουσικού έργου ή η εντεύθεν συναγωγή συμπερασμάτων σχετικά με την αξία της παροχής ( 46 ).

62.

Αντιθέτως, φρονώ ότι δεν μπορεί να αντιταχθεί ότι άλλως έχουν τα πράγματα στην περίπτωση που το δικαίωμα του δημιουργού για το οποίο παραχωρήθηκε η άδεια χρήσεως δεν αποτελεί το κύριο αντικείμενο του προϊόντος. Έτσι, δεν είναι ασυνήθιστη μια αντίστοιχη ρύθμιση περί του ύψους της αμοιβής στην περίπτωση της παραχωρήσεως αδείας για τη χρήση διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας και τεχνογνωσίας, έστω και αν το τελικό προϊόν δεν αποτελείται μόνον από το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, αλλά και από άλλα στοιχεία (π.χ. υλικό, σχεδιασμός κ.λπ.) ( 47 ).

63.

Δεύτερον, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι ο υπολογισμός της οικονομικής αξίας της παροχής των οργανισμών συλλογικής διαχειρίσεως είναι δυσχερής ( 48 ). Λόγω του ως άνω ( 49 ) περιγραφέντος συστήματος, δεν υπάρχει στη Σουηδία αγορά στο πλαίσιο της οποίας οι τιμές να καθορίζονται μέσω της προσφοράς και της ζητήσεως ( 50 ). Στον βαθμό που το ζήτημα είναι αν το ύψος της αμοιβής είναι καταχρηστικό, μπορεί βεβαίως να γίνει σύγκριση με το ύψος της αμοιβής που απαιτείται σε άλλα κράτη μέλη (κριτήριο της παρεμφερούς γεωγραφικής αγοράς) ( 51 ). Ωστόσο, στην περίπτωση που, όπως εν προκειμένω, το ζήτημα που τίθεται είναι κατά πόσον μπορεί να θεωρηθεί νόμιμη μια συγκεκριμένη μέθοδος υπολογισμού, φρονώ ότι δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί άνευ ετέρου μια τέτοια σύγκριση ( 52 ).

64.

Λαμβανομένου υπόψη ότι η μέθοδος υπολογισμού, πρώτον, δεν είναι ασυνήθιστη ( 53 ), δεύτερον, στηρίζεται σε ένα κριτήριο το οποίο συνδέεται με την αξία του δικαιώματος του δημιουργού ( 54 ) και, τρίτον, δεδομένων των δυσχερειών καθορισμού της αξίας της παροχής ενός οργανισμού συλλογικής διαχειρίσεως, δεν μπορώ να θεωρήσω καταχρηστική τη σύνδεση της αμοιβής προς τα έσοδα των τηλεοπτικών σταθμών από διαφημίσεις και συνδρομητικές συμβάσεις. Φρονώ ότι τούτο συνάδει και με τη νομολογία του Δικαστηρίου. Τούτο απεφάνθη με την απόφασή του Basset ( 55 ) ότι μια μέθοδος υπολογισμού, η οποία στηρίζεται σε ποσοστό επί των εσόδων, μπορεί να θεωρηθεί ως συνήθης τρόπος εκμεταλλεύσεως του δικαιώματος του δημιουργού. Υπό την έννοια αυτή, φρονώ ότι η εν λόγω απόφαση μπορεί να μεταφερθεί στην υπό κρίση υπόθεση.

65.

Το ανωτέρω συμπέρασμα δεν αναιρείται από το γεγονός ότι υπάρχουν ενδεχομένως και άλλες παράμετροι ή από το γεγονός ότι οι παράμετροι αυτές εφαρμόζονται σε άλλα κράτη μέλη. Μια μέθοδος υπολογισμού η οποία στηρίζεται σε μεταβλητό ποσοστό επί των εσόδων εκφράζει τη δυνατότητα του δικαιώματος του δημιουργού να αποτελέσει αντικείμενο εκμεταλλεύσεως καθώς και το γεγονός ότι ο δημιουργός πρέπει να έχει ένα εύλογο μέρος του κύκλου εργασιών ο οποίος επιτυγχάνεται χάρη στη χρήση του έργου του. Βεβαίως, είναι απολύτως πιθανό να υπάρχουν άλλες μέθοδοι υπολογισμού ( 56 ) οι οποίες να δίδουν έμφαση σε άλλες παραμέτρους. Πάντως, δεν εναπόκειται στο Δικαστήριο στο πλαίσιο της υπό κρίση υποθέσεως να καθορίσει την πλέον πρόσφορη μέθοδο υπολογισμού προκειμένου να εξισορροπήσει τα συμφέροντα των δημιουργών και των τηλεοπτικών σταθμών ( 57 ).

66.

Πάντως, μια μέθοδος υπολογισμού, η οποία στηρίζεται σε μεταβλητό ποσοστό επί των εσόδων των τηλεοπτικών σταθμών από διαφημίσεις και συνδρομητικές συμβάσεις, πρέπει να λαμβάνει υπόψη την έκταση της χρήσεως των προστατευόμενων μουσικών έργων.

4. Πρόταση

67.

Εν κατακλείδι, η εφαρμογή μιας μεθόδου, βάσει της οποίας απαιτείται ένα σταθερό ποσοστό επί των εσόδων των τηλεοπτικών σταθμών από διαφημίσεις και συνδρομητικές συμβάσεις, συνιστά καταχρηστική συμπεριφορά κατά την έννοια του άρθρου 82 ΕΚ. Αντιθέτως, στην περίπτωση που απαιτείται ένα μεταβλητό ποσοστό, τότε δεν υπάρχει per se καταχρηστική συμπεριφορά. Πάντως, ενδέχεται μια τέτοια μέθοδος υπολογισμού να είναι καταχρηστική στην περίπτωση που δεν λαμβάνεται επαρκώς υπόψη η έκταση της χρήσεως των προστατευόμενων μουσικών έργων.

Γ — Επί του δεύτερου και του τρίτου ερωτήματος

68.

Με το δεύτερο ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ερωτά αν συνιστά καταχρηστική συμπεριφορά το γεγονός ότι ένας οργανισμός συλλογική διαχειρίσεως εφαρμόζει επί των τηλεοπτικών σταθμών μια μέθοδο υπολογισμού η οποία στηρίζεται σε μεταβλητό ποσοστό επί των εσόδων στο πλαίσιο της οποίας δεν υπάρχει σαφής σχέση μεταξύ των εσόδων και της παροχής του οργανισμού συλλογικής διαχειρίσεως. Το αιτούν δικαστήριο φρονεί ότι τούτο συμβαίνει π.χ. στην περίπτωση των ειδησεογραφικών και αθλητικών εκπομπών καθώς και στην περίπτωση που τα έσοδα των τηλεοπτικών σταθμών αυξάνονται λόγω της διευρύνσεως της βάσεως του προγράμματος, τον επενδύσεων στην τεχνολογία και της αναπτύξεως λύσεων προσαρμοσμένων στις ανάγκες των πελατών. Με το τρίτο ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ερωτά αν η δυνατότητα διαπιστώσεως και υπολογισμού τόσο της μεταδιδόμενης μουσικής όσο και του αριθμού των τηλεθεατών έχει σημασία για την απάντηση στο πρώτο και το δεύτερο προδικαστικό ερώτημα.

69.

Αντιλαμβάνομαι αυτά τα δύο ερωτήματα του αιτούντος δικαστηρίου υπό την έννοια ότι αυτό ερωτά αν η εφαρμογή μιας μεθόδου υπολογισμού είναι καταχρηστική εκ του λόγου ότι δεν λαμβάνει υπόψη ούτε την έκταση της χρήσεως των προστατευόμενων μουσικών έργων από τους τηλεοπτικούς σταθμούς ούτε την έκταση κατά την οποία η χρήση των έργων αυτών συμβάλλει στην αύξηση των εσόδων τους. Θεωρώ ότι το ζήτημα του κατά πόσον πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η τεχνική δυνατότητα διαπιστώσεως και υπολογισμού της μεταδιδόμενης μουσικής ή του αριθμού των τηλεθεατών δεν μπορεί να απαντηθεί χωριστά ( 58 ).

70.

Όπως προελέχθη ( 59 ), δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο τα ερωτήματα του αιτούντος δικαστηρίου να μην αφορούν μόνον τη μέθοδο υπολογισμού που εφαρμόζει επί του παρόντος το STIM, αλλά και άλλες διαφορετικές ενδεχομένως μεθόδους υπολογισμού τις οποίες το STIM θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει στο μέλλον. Ως εκ τούτου, θα απαντήσω κατ’ αρχάς στα ερωτήματα του αιτούντος δικαστηρίου σε σχέση με μεθόδους υπολογισμού όπως είναι αυτές που χρησιμοποιεί επί του παρόντος το STIM (1). Ακολούθως, θα εξετάσω το κατά πόσον τα ερωτήματα αυτά μπορούν να απαντηθούν και σε σχέση με διαφορετικές ενδεχομένως μεθόδους υπολογισμού (2).

1. Μέθοδος υπολογισμού όπως είναι αυτή που χρησιμοποιεί επί του παρόντος το STIM

71.

Ανωτέρω ( 60 ) διαπιστώθηκε ότι μια μέθοδος υπολογισμού μπορεί να είναι καταχρηστική κατά την έννοια του άρθρου 82 ΕΚ, όταν δεν λαμβάνει επαρκώς υπόψη την έκταση της χρήσεως των προστατευόμενων μουσικών έργων.

72.

Το αν τούτο συμβαίνει εν προκειμένω αποτελεί πρωτίστως ζήτημα πραγματικών περιστατικών. Ως εκ τούτου, θα πρέπει ευθύς εξαρχής να τονιστεί ότι ο ρόλος του Δικαστηρίου στην παρούσα διαδικασία για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως περιορίζεται στην ερμηνεία του άρθρου 82 ΕΚ. Το Δικαστήριο δεν έχει την εξουσία να προβεί στην εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών της κύριας δίκης ή να εφαρμόσει τις ερμηνευόμενες από αυτό διατάξεις του κοινοτικού δικαίου σε εθνικά μέτρα ή καταστάσεις. Οι εξουσίες αυτές ανήκουν στην αποκλειστική αρμοδιότητα του εθνικού δικαστηρίου ( 61 ).

73.

Προτού εξετάσω τα επιμέρους σημεία των ερωτημάτων του αιτούντος δικαστηρίου, θα πρέπει να εκθέσω ποια είναι τα στάδια ελέγχου που πρέπει να ακολουθήσει το εθνικό δικαστήριο προκειμένου να διενεργήσει, βάσει του δικαίου του ανταγωνισμού, τον έλεγχο-πλαίσιο.

74.

Πρώτον, το εθνικό δικαστήριο πρέπει να εξετάσει αν υπάρχουν στοιχεία ως προς το ότι μια μέθοδος υπολογισμού, όπως είναι αυτή που χρησιμοποιεί επί του παρόντος το STIM, συνεπάγεται μεγάλη δυσαναλογία μεταξύ της αμοιβής και της οικονομικής αξίας της παροχής ( 62 ). Φρονώ ότι τούτο μπορεί να γίνει δεκτό μόνο στην περίπτωση που υφίσταται εναλλακτική μέθοδος υπολογισμού βάσει της οποίας μπορεί να υπολογιστεί με ακριβέστερο τρόπο η οικονομική αξία του δικαιώματος του δημιουργού.

75.

Στην περίπτωση που το εθνικό δικαστήριο καταλήξει ότι υφίσταται μια τέτοια εναλλακτική μέθοδος υπολογισμού, τότε πρέπει, δεύτερον, να σταθμίσει τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα αμφοτέρων των μεθόδων υπολογισμού. Η ύπαρξη και μόνο μιας ακριβέστερης εναλλακτικής μεθόδου υπολογισμού δεν συνεπάγεται per se ότι είναι καταχρηστική η εφαρμογή της μεθόδου του κατά προσέγγιση υπολογισμού. Η εφαρμογή μιας μεθόδου κατά προσέγγιση υπολογισμού μπορεί πράγματι να δικαιολογείται για λόγους αποτελεσματικότητας ( 63 ). Αυτοί οι λόγοι αποτελεσματικότητας μπορούν μεταξύ άλλων να υφίστανται λόγω της μειώσεως των εξόδων κατά τη διαχείριση των συμβολαίων και την επίβλεψη της χρήσεως των προστατευόμενων μουσικών έργων ( 64 ).

76.

Στη συνάφεια αυτή, ενδέχεται να διαδραματίζει κάποιο ρόλο π.χ. το κατά πόσον απλή είναι η εφαρμογή της μεθόδου του κατά προσέγγιση υπολογισμού, ήτοι ποιες περαιτέρω δαπάνες συνεπάγεται η εφαρμογή της ακριβέστερης μεθόδου υπολογισμού. Έτσι, μια μέθοδος υπολογισμού, η οποία στηρίζεται σε αντικειμενικά κριτήρια τα οποία μπορούν ευχερώς να διαπιστωθούν, μπορεί κατά κανόνα να είναι απλούστερη στην εφαρμογή της απ’ ό,τι μία μέθοδος η οποία στηρίζεται σε υποκειμενικά κριτήρια τα οποία ανάγονται στη σφαίρα επιρροής ενός εκ των δύο μερών και των οποίων ο έλεγχος δεν είναι ευχερής από την άλλη πλευρά. Περαιτέρω, ενδέχεται στη συνάφεια αυτή να διαδραματίζει κάποιο ρόλο το αν είναι διαθέσιμα τα απαιτούμενα δεδομένα, λόγω του ότι χρησιμοποιούνται ήδη για άλλους σκοπούς, ή το αν πρέπει να διαπιστωθούν ειδικά για τον υπολογισμό της αμοιβής. Για την εκτίμηση της αποτελεσματικότητας μιας μεθόδου υπολογισμού πρέπει να ληφθεί υπόψη το κατά πόσον είναι πιθανό να δημιουργήσει ένδικες διαφορές ή το κατά πόσον είναι σταθερή ή χρήζει προσαρμογών.

77.

Πάντως, δεν φρονώ ότι λόγοι αποτελεσματικότητας μπορούν να δικαιολογήσουν απεριόριστα την εφαρμογή μιας μεθόδου κατά προσέγγιση υπολογισμού. Βεβαίως, το Δικαστήριο έκρινε με την απόφασή του Tournier ( 65 ) ότι ο κατά προσέγγιση χαρακτήρας μιας μεθόδου υπολογισμού δεν μπορεί να θεωρηθεί επιλήψιμος βάσει του άρθρου 82 ΕΚ παρά μόνο στον βαθμό που και άλλες μέθοδοι υπολογισμού θα μπορούσαν να επιτύχουν τον θεμιτό σκοπό της προστασίας των συμφερόντων των δημιουργών χωρίς ταυτόχρονα να συνεπάγονται την αύξηση των εξόδων διαχειρίσεως των συμβολαίων και επιβλέψεως της χρήσεως των προστατευόμενων μουσικών έργων. Ωστόσο, φρονώ ότι τούτο δεν μπορεί να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι μπορούν να λαμβάνονται υπόψη μόνον οι εναλλακτικές μέθοδοι υπολογισμού οι οποίες δεν αυξάνουν το κόστος διαχειρίσεως των συμβολαίων και επιβλέψεως της χρήσεως των προστατευόμενων μουσικών έργων. Αντιθέτως, φρονώ ότι η εφαρμογή μιας μεθόδου κατά προσέγγιση υπολογισμού ενδέχεται να είναι καταχρηστική ακόμη και στην περίπτωση που μολονότι δεν συνεπάγεται μεν τόσα πολλά έξοδα όσο η εφαρμογή μιας εναλλακτικής ακριβέστερης μεθόδου υπολογισμού, ωστόσο αυτό το πλεονέκτημα των λιγότερων εξόδων είναι δυσανάλογο σε σχέση με τις στρεβλώσεις που προκαλεί η εφαρμογή της μεθόδου του κατά προσέγγιση υπολογισμού, στρεβλώσεις οι οποίες θα μπορούσαν να αποφευχθούν αν εφαρμοζόταν η ακριβέστερη μέθοδος υπολογισμού.

78.

Βεβαίως, στο πλαίσιο εφαρμογής του άρθρου 82 ΕΚ πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ο σκοπός της διασφαλίσεως μιας εύλογης αμοιβής των δημιουργών. Ωστόσο, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη και το συμφέρον των καταναλωτών ( 66 ). Η εύλογη αμοιβή των δημιουργών αποτελεί κίνητρο για τη δημιουργία μουσικών έργων ( 67 ) και, ως εκ τούτου, βαίνει προς το συμφέρον του καταναλωτή. Η εφαρμογή μιας μεθόδου κατά προσέγγιση υπολογισμού συνεπάγεται μειωμένα έξοδα. Στον βαθμό που αυτή η εξοικονόμηση εξόδων λειτουργεί υπέρ των δημιουργών, συνεπάγεται υψηλότερες αμοιβές και, ως εκ τούτου, τονώνει το κίνητρο για τη δημιουργία μουσικών έργων.

79.

Ωστόσο, είναι και προς το συμφέρον του καταναλωτή το να έχει πρόσβαση με το μικρότερο δυνατό κόστος σε τηλεοπτικούς σταθμούς που μεταδίδουν προγράμματα υψηλής ποιότητας. Στον βαθμό που μια μέθοδος κατά προσέγγιση υπολογισμού συνεπάγεται σημαντικές στρεβλώσεις μεταξύ της παροχής ενός οργανισμού συλλογικής διαχειρίσεως και της αμοιβής, μπορεί τούτο να οδηγήσει στην αύξηση των εξόδων παραγωγής των τηλεοπτικών σταθμών και να αποβεί έμμεσα εις βάρος των καταναλωτών. Τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα που συνεπάγεται η εφαρμογή μιας μεθόδου κατά προσέγγιση υπολογισμού και μιας ακριβέστερης μεθόδου υπολογισμού πρέπει να σταθμίζονται μεταξύ τους.

80.

Στη συνέχεια, θα εξετάσω κατά πόσον μια μέθοδος υπολογισμού, όπως είναι αυτή που χρησιμοποιεί επί του παρόντος το STIM, μπορεί να θεωρηθεί καταχρηστική κατά την έννοια του άρθρου 82 ΕΚ, εκ του λόγου ότι δεν λαμβάνει υπόψη τον χρόνο χρήσεως προστατευόμενων μουσικών έργων στο πλαίσιο ορισμένων εκπομπών (α) ή την τηλεθέαση (β). Περαιτέρω, θα εξετάσω αν μια τέτοια μέθοδος υπολογισμού μπορεί να είναι καταχρηστική στην περίπτωση που δεν λαμβάνει υπόψη το γεγονός ότι τα έσοδα ενός τηλεοπτικού σταθμού ενδέχεται να αυξάνονται λόγω περιστάσεων οι οποίες είναι άσχετες προς τη χρήση προστατευόμενων μουσικών έργων (γ).

α) Διαπίστωση και υπολογισμός της εκτάσεως της χρήσεως προστατευόμενων μουσικών έργων

81.

Μια μέθοδος υπολογισμού, όπως είναι αυτή που χρησιμοποιεί επί του παρόντος το STIM, καθορίζει μια συγκεκριμένη ποσοστιαία αμοιβή η οποία ποικίλλει ανάλογα με το ετήσιο ποσοστό μουσικής το οποίο μεταδίδει ο τηλεοπτικός σταθμός. Συνεπώς, η μέθοδος αυτή λαμβάνει υπόψη τον κατ’ έτος χρόνο χρήσεως προστατευόμενων μουσικών έργων.

82.

Εντούτοις, η μέθοδος αυτή, υπολογίζοντας πρώτα το ετήσιο ποσοστό μεταδιδόμενης μουσικής και καθορίζοντας, βάσει του ποσοστού μουσικής, το ποσοστό επί των ετήσιων εσόδων του Kanal 5 και του TV 4, δεν λαμβάνει υπόψη το γεγονός ότι τα έσοδα από διαφημίσεις και συνδρομητικές συμβάσεις ενδέχεται να ποικίλλουν ανάλογα με την εκπομπή και τη ζώνη του προγράμματος.

83.

Κατ’ αρχάς, το εθνικό δικαστήριο θα πρέπει να εξετάσει αν τα έσοδα από τις διαφημίσεις ποικίλλουν σε σημαντικό βαθμό ανάλογα με την εκπομπή και τη ζώνη του προγράμματος ( 68 ). Περαιτέρω, θα πρέπει να εξετάσει αν συγκεκριμένες εκπομπές ενός τηλεοπτικού σταθμού κατά κανόνα συνεπάγονται υψηλότερα έσοδα από διαφημίσεις, μολονότι κατά κανόνα γίνεται μικρής εκτάσεως χρήση προστατευόμενων μουσικών έργων. Στην περίπτωση που πληρούνται αυτά τα δύο κριτήρια, τότε ενδέχεται η εφαρμογή μιας μεθόδου υπολογισμού όπως είναι αυτή που χρησιμοποιεί επί του παρόντος το STIM να έχει ως αποτέλεσμα σημαντικές στρεβλώσεις μεταξύ της παροχής του οργανισμού συλλογικής διαχειρίσεως και της απαιτούμενης αμοιβής.

84.

Το αυτό ισχύει για τα έσοδα από συνδρομητικές συμβάσεις. Αν ορισμένες εκπομπές ενός τηλεοπτικού σταθμού έχουν μεγαλύτερη σημασία για τους συνδρομητές απ’ ό,τι άλλες εκπομπές και αν στο πλαίσιο των εκπομπών αυτών γίνεται μικρής εκτάσεως χρήση προστατευόμενων μουσικών έργων, τότε η εφαρμογή μιας τέτοιας μεθόδου υπολογισμού ενδέχεται να προκαλεί στρέβλωση μεταξύ της απαιτούμενης αμοιβής και της παροχής του οργανισμού συλλογικής διαχειρίσεως.

85.

Στην περίπτωση που το αιτούν δικαστήριο διαπιστώσει ότι υπάρχει στρέβλωση, τότε θα πρέπει να εξετάσει αν υφίστανται οι τεχνικές δυνατότητες ασφαλούς κατανομής των εσόδων από διαφημίσεις και συνδρομητικές συμβάσεις π.χ. ανάλογα με συγκεκριμένες ζώνες του προγράμματος, συγκεκριμένες εκπομπές ή συγκεκριμένα είδη εκπομπών ( 69 ). Αν υφίστανται οι αντίστοιχες τεχνικές δυνατότητες, θα πρέπει το αιτούν δικαστήριο να εκτιμήσει τα πλεονεκτήματα, τα οποία συνεπάγεται η ακριβέστερη κατανομή των εσόδων, έναντι του πλεονεκτήματος της μεγαλύτερης αποτελεσματικότητας που συνεπάγεται η μέθοδος του κατά προσέγγιση υπολογισμού.

86.

Στο πλαίσιο αυτό, το αιτούν δικαστήριο θα πρέπει να λάβει υπόψη του μεταξύ άλλων τα προαναφερθέντα κριτήρια ( 70 ). Ειδικότερα, κατά τη στάθμιση των πλεονεκτημάτων και των μειονεκτημάτων, θα πρέπει να λάβει υπόψη του ότι μια μέθοδος υπολογισμού, η οποία στηρίζεται στα ετήσια έσοδα από διαφημίσεις και συνδρομητικές συμβάσεις, μπορεί πολύ πιο εύκολα να εφαρμοστεί απ’ ό,τι μια μέθοδος υπολογισμού βάσει της οποίας τα έσοδα κατανέμονται με μεγαλύτερη ακρίβεια. Περαιτέρω, φρονώ ότι πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ότι ο αριθμός των τηλεοπτικών σταθμών είναι προφανώς περιορισμένος, πλην όμως αυτοί οι τηλεοπτικοί σταθμοί προσελκύουν έναν σχετικά μεγάλο αριθμό τηλεθεατών και ότι στην περίπτωση των εκπομπών που μεταδίδονται από δημόσιους τηλεοπτικούς σταθμούς φαίνεται ότι υπάρχει μεγάλη δυνατότητα ελέγχου.

β) Διαπίστωση και υπολογισμός της τηλεθεάσεως

87.

Η έκταση της χρήσεως προστατευόμενων μουσικών έργων καθορίζεται και βάσει του αριθμού των προσώπων που απολαύουν το έργο. Εν προκειμένω, πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ του αν μια μέθοδος υπολογισμού, όπως είναι αυτή που εφαρμόζει επί του παρόντος το STIM, συνεκτιμά αυτήν την παράμετρο σε σχέση με τη χρήση προστατευόμενων μουσικών έργων και αν τη συνεκτιμά επαρκώς.

88.

Σε σχέση με το πρώτο ζήτημα επιβάλλεται η διαπίστωση ότι μια μέθοδος υπολογισμού, όπως είναι αυτή που χρησιμοποιεί επί του παρόντος το STIM, δεν συνεκτιμά άμεσα την πραγματική τηλεθέαση των τηλεοπτικών σταθμών. Εντούτοις, το αιτούν δικαστήριο θα πρέπει να εξετάσει αν μια τέτοια μέθοδος υπολογισμού συνεκτιμά άμεσα ή έμμεσα την πιθανή ή αναμενόμενη τηλεθέαση. Στη συνάφεια αυτή, το αιτούν δικαστήριο πρέπει να εξετάσει αν υφίσταται αναλογία μεταξύ των εσόδων από διαφημίσεις και συνδρομητικές συμβάσεις και της αναμενόμενης τηλεθεάσεως ( 71 ).

89.

Στην περίπτωση που το εθνικό δικαστήριο διαπιστώσει ότι υπάρχει αναλογία μεταξύ των εσόδων από τις διαφημίσεις και τις συνδρομητικές συμβάσεις και της πιθανής ή αναμενόμενης τηλεθεάσεως, τότε τίθεται το ζήτημα αν μια μέθοδος υπολογισμού, όπως είναι αυτή που χρησιμοποιεί επί του παρόντος το STIM, μπορεί να θεωρηθεί καταχρηστική εκ του λόγου ότι δεν λαμβάνει υπόψη τον πραγματικό αριθμό των τηλεθεατών. Δεν συμμερίζομαι την άποψη αυτή. Φρονώ ότι αμφότερα τα κριτήρια αυτά (πραγματική ή πιθανή ήτοι αναμενόμενη τηλεθέαση) αφορούν διαφορετικές πλευρές του δικαιώματος του δημιουργού. Η σχέση προς την πραγματική τηλεθέαση τονίζει εντονότερα το στοιχείο της εκτάσεως της χρήσεως (εκμεταλλεύσεως) του προστατευόμενου μουσικού έργου, ενώ η σχέση προς την πιθανή ήτοι την αναμενόμενη τηλεθέαση εκφράζει εντονότερα την δυνατότητα του δικαιώματος του δημιουργού να αποτελέσει αντικείμενο εκμεταλλεύσεως καθώς και το γεγονός ότι ένας δημιουργός πρέπει να λαμβάνει εύλογο ποσοστό επί του κύκλου εργασιών που πραγματοποιείται χάρη στο έργο του ( 72 ).

90.

Αμφότερα τα στοιχεία αυτά δεν αφορούν τον βαθμό ακρίβειας της μεθόδου υπολογισμού, όπως το ζήτημα αυτό εξετάστηκε ανωτέρω ( 73 ), αλλά, αντιθέτως, το περιεχόμενο του δικαιώματος του δημιουργού καθώς και το σε τι ακριβώς συνίσταται η αξία του. Όπως προελέχθη ( 74 ), φρονώ ότι, στο παρόν στάδιο εξελίξεως του κοινοτικού δικαίου, δεν απόκειται στο Δικαστήριο να επιλέξει την προτιμητέα λύση καθώς και ότι τούτο δεν μπορεί να αποτελέσει ούτε αντικείμενο του ελέγχου-πλαίσιο που πρέπει να πραγματοποιείται βάσει του δικαίου του ανταγωνισμού. Ως εκ τούτου, φρονώ ότι μια μέθοδος υπολογισμού, όπως είναι αυτή που χρησιμοποιεί επί του παρόντος το STIM, η οποία δεν λαμβάνει υπόψη τον πραγματικό αριθμό των τηλεθεατών, δεν είναι per se καταχρηστική, στον βαθμό που υφίσταται επαρκώς στενή σχέση προς τον πιθανό ή αναμενόμενο αριθμό των τηλεθεατών.

91.

Επί του δεύτερου ζητήματος της επαρκούς συνεκτιμήσεως του αριθμού των τηλεθεατών, πρέπει πάντως να τονιστεί ότι μια μέθοδος υπολογισμού όπως είναι αυτή που εφαρμόζει επί του παρόντος το STIM δεν λαμβάνει υπόψη το γεγονός ότι ο αριθμός των τηλεθεατών ενδέχεται να ποικίλλει ανάλογα με την εκπομπή και τη ζώνη του προγράμματος.

92.

Στην περίπτωση που το αιτούν δικαστήριο διαπιστώσει ότι τα έσοδα από τις διαφημίσεις ποικίλλουν ανάλογα με την εκπομπή και τη ζώνη του προγράμματος και ότι, ως εκ τούτου, υπάρχει σχέση μεταξύ των εσόδων και του αριθμού των τηλεθεατών, καθώς και ότι συγκεκριμένες εκπομπές ενός τηλεοπτικού σταθμού έχουν κατά κανόνα υψηλότερα ποσοστά τηλεθεάσεως, πλην όμως στο πλαίσιο των εκπομπών αυτών γίνεται κατά κανόνα πολύ περιορισμένη χρήση προστατευόμενων μουσικών έργων, τότε η εφαρμογή μιας τέτοιας μεθόδου υπολογισμού μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την πρόκληση στρεβλώσεως μεταξύ της απαιτούμενης αμοιβής και της παροχής του οργανισμού συλλογικής διαχειρίσεως.

93.

Το αυτό ισχύει για τα έσοδα από συνδρομητικές συμβάσεις. Στην περίπτωση που ορισμένες εκπομπές ενός τηλεοπτικού σταθμού επιτυγχάνουν υψηλότερα ποσοστά τηλεθεάσεως καθώς και στην περίπτωση που στο πλαίσιο των εκπομπών αυτών γίνεται κατά κανόνα πολύ περιορισμένη χρήση προστατευόμενων μουσικών έργων, τότε η εφαρμογή μιας μεθόδου υπολογισμού όπως είναι αυτή που χρησιμοποιεί επί του παρόντος το STIM ενδέχεται να έχει ως συνέπεια την πρόκληση στρεβλώσεως μεταξύ της αμοιβής και της παροχής του οργανισμού συλλογικής διαχειρίσεως.

94.

Στην περίπτωση που το αιτούν δικαστήριο διαπιστώσει την ύπαρξη σημαντικής στρεβλώσεως, τότε θα πρέπει να εξετάσει αν υφίστανται οι τεχνικές δυνατότητες προκειμένου να κατανεμηθούν με μεγαλύτερη ακρίβεια τα ποσοστά τηλεθεάσεως π.χ. ανάλογα με συγκεκριμένες ζώνες προγράμματος, συγκεκριμένες εκπομπές ή συγκεκριμένα είδη εκπομπών ( 75 ). Εάν υφίστανται οι αντίστοιχες τεχνικές δυνατότητες, τότε πρέπει το αιτούν δικαστήριο, όπως προελέχθη ( 76 ), να σταθμίσει τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα που έχουν η ακριβέστερη μέθοδος υπολογισμού και η μέθοδος του κατά προσέγγιση υπολογισμού.

γ) Συνεκτίμηση άλλων παραγόντων για την αύξηση των εσόδων

95.

Μια μέθοδος υπολογισμού όπως είναι αυτή που χρησιμοποιεί επί του παρόντος το STIM δεν λαμβάνει υπόψη το κατά πόσον τα έσοδα αυξάνονται λόγω της χρήσεως προστατευόμενων μουσικών έργων ή λόγω άλλων άσχετων προς τη μουσική παραγόντων όπως είναι η διεύρυνση της προσφοράς προγραμμάτων, οι επενδύσεις στην τεχνολογία και η ανάπτυξη προϊόντων προσαρμοσμένων στις ανάγκες των πελατών.

96.

Ωστόσο, δεν φρονώ ότι η χρήση μιας μεθόδου υπολογισμού, η οποία λαμβάνει επαρκώς υπόψη την έκταση της χρήσεως των προστατευόμενων μουσικών έργων, είναι καταχρηστική εκ του λόγου ότι δεν λαμβάνει υπόψη το κατά πόσον η αύξηση των εσόδων οφείλεται σε άλλους παράγοντες και όχι στη χρήση προστατευόμενων μουσικών έργων.

97.

Πρώτον, θα είναι αναμφίβολα δυσχερές να καθοριστούν οι παράγοντες στους οποίους οφείλεται η αύξηση των ποσοστών τηλεθεάσεως και των εσόδων ενός τηλεοπτικού σταθμού. Η επιτυχία ενός τηλεοπτικού σταθμού ή μιας εκπομπής εξαρτάται από πλειάδα παραγόντων. Δεν θεωρώ ότι μπορεί να διαπιστωθεί με επαρκή ακρίβεια ο παράγων και η έκταση στην οποία αυτός συνέβαλε στην οικονομική επιτυχία.

98.

Το ότι η χρήση προστατευόμενων μουσικών έργων μπορεί να επηρεάσει την επιτυχία μιας εκπομπής ή ενός τηλεοπτικού σταθμού είναι αναμφίβολο. Συναφώς, δεν μπορεί να αποδειχθεί ότι τα αυξημένα ποσοστά τηλεθεάσεως και τα αυξημένα έσοδα δεν οφείλονται στη χρήση προστατευόμενων μουσικών έργων, ιδίως διότι η αξία που έχει η χρήση μουσικής ενδέχεται να διαφέρει από τηλεθεατή σε τηλεθεατή. Για τον λόγο αυτόν, φρονώ ότι είναι άκρως αμφίβολο αν υφίσταται μέθοδος βάσει της οποίας να μπορεί να διαπιστωθεί με επαρκή ακρίβεια το γεγονός αυτό ( 77 ).

99.

Κατά τα λοιπά, θα πρέπει να εξεταστεί αν μια εναλλακτική μέθοδος υπολογισμού, εφόσον θεωρηθεί ότι υπάρχουν οι σχετικές τεχνικές δυνατότητες, δεν συνεπάγεται ένα τόσο υψηλό κόστος ώστε τα μειονεκτήματά της να είναι δυσανάλογα προς τα πλεονεκτήματα που συνεπάγεται η εφαρμογή της.

100.

Δεύτερον, πρέπει να τονιστεί ότι, στο πλαίσιο του δικαίου της διανοητικής ιδιοκτησίας, δεν είναι ασύνηθες για την παραχώρηση της χρήσεως δικαιωμάτων του δημιουργού να απαιτείται αμοιβή ανερχόμενη σε ποσοστό επί του κύκλου εργασιών ο οποίος πραγματοποιήθηκε χάρη στο προϊόν για την παραγωγή του οποίου χρησιμοποιήθηκε το αντίστοιχο δικαίωμα ( 78 ). Περαιτέρω, υπέρ της απόψεως αυτής συνηγορεί το γεγονός ότι το Δικαστήριο έχει κρίνει με την απόφασή του Basset ( 79 ) ότι δεν είναι καταχρηστικό το να απαιτεί ένας οργανισμός συλλογικής διαχειρίσεως ποσοστό επί των εσόδων των κέντρων νυχτερινής διασκεδάσεως (ντισκοτέκ) χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το κατά πόσον τα έσοδα οφείλονταν σε άλλες περιστάσεις πέραν της χρήσεως προστατευόμενων μουσικών έργων. Φρονώ ότι η απόφαση του Δικαστηρίου μπορεί να μεταφερθεί στην υπό κρίση υπόθεση ( 80 ).

δ) Πρόταση

101.

Εν κατακλείδι, καταλήγω στα εξής: στην περίπτωση που το εθνικό δικαστήριο διαπιστώσει ότι η εφαρμογή μιας μεθόδου υπολογισμού, βάσει της οποίας η αμοιβή ανέρχεται σε μεταβλητό ποσοστό επί των εσόδων τηλεοπτικού σταθμού από διαφημίσεις και συνδρομητικές συμβάσεις, προκαλεί στρέβλωση της σχέσεως μεταξύ της παροχής του οργανισμού συλλογικής διαχειρίσεως, αφενός, και της αμοιβής που ο οργανισμός αυτός απαιτεί, αφετέρου, τότε η εφαρμογή μιας τέτοιας μεθόδου υπολογισμού είναι καταχρηστική στην περίπτωση που υφίσταται εναλλακτική μέθοδος υπολογισμού βάσει της οποίας η έκταση της χρήσεως μπορεί να διαπιστωθεί με μεγαλύτερη ακρίβεια για τον υπολογισμό της αμοιβής, η δε εφαρμογή της λιγότερο ακριβούς μεθόδου υπολογισμού δεν δικαιολογείται για λόγους αποτελεσματικότητας, ιδίως υπό τη μορφή της μειώσεως των δαπανών που συνεπάγεται η διαχείριση των συμβολαίων και η επίβλεψη της χρήσεως προστατευόμενων μουσικών έργων.

102.

Η εφαρμογή μιας τέτοιας μεθόδου υπολογισμού δεν πρέπει να θεωρείται καταχρηστική κατά την έννοια του άρθρου 82 ΕΚ εκ του λόγου και μόνον ότι δεν λαμβάνει υπόψη τον πραγματικό αριθμό των τηλεθεατών, στον βαθμό που μπορεί να θεωρηθεί ότι λαμβάνει επαρκώς υπόψη τον πιθανό ή αναμενόμενο αριθμό των τηλεθεατών.

103.

Στον βαθμό που μια τέτοια μέθοδος υπολογισμού λαμβάνει επαρκώς υπόψη την έκταση της χρήσεως των προστατευόμενων μουσικών έργων, δεν μπορεί να θεωρηθεί καταχρηστική εκ του λόγου και μόνον ότι δεν λαμβάνει υπόψη το γεγονός ότι η αύξηση των εσόδων οφείλεται σε άλλους παράγοντες και όχι στην εν λόγω χρήση μουσικών έργων.

104.

Στην περίπτωση που το αιτούν δικαστήριο διαπιστώσει περαιτέρω ότι μια μέθοδος υπολογισμού, όπως είναι αυτή που χρησιμοποιεί επί του παρόντος το STIM, προκαλεί και από άλλες απόψεις στρεβλώσεις μεταξύ της παροχής του STIM και της απαιτούμενης αμοιβής, διότι δεν λαμβάνει υπόψη το είδος της χρήσεως των προστατευόμενων μουσικών έργων, θα πρέπει το αιτούν δικαστήριο να προβεί στον ανωτέρω έλεγχο-πλαίσιο βάσει του δικαίου του ανταγωνισμού και σε σχέση με το ζήτημα αυτό ( 81 ).

2. Άλλες πιθανές μέθοδοι υπολογισμού

105.

Στον βαθμό που το δεύτερο και το τρίτο ερώτημα του αιτούντος δικαστηρίου αφορούν τη συμβατότητα με το άρθρο 82 ΕΚ άλλων μεθόδων υπολογισμού πέραν αυτής που χρησιμοποιεί επί του παρόντος το STIM, πρέπει να ληφθούν υπόψη τα εξής: λόγω του μεγάλου αριθμού των πιθανών μεθόδων υπολογισμού, δεν μπορεί να διατυπωθεί κάποια αφηρημένη εκτίμηση ως προς το αν μια μέθοδος υπολογισμού, η οποία δεν λαμβάνει υπόψη τα αναφερόμενα από το αιτούν δικαστήριο κριτήρια, είναι καταχρηστική κατά την έννοια του άρθρου 82 ΕΚ. Πάντως, στην περίπτωση που το εθνικό δικαστήριο διαπιστώσει ότι η μέθοδος υπολογισμού προκαλεί στρεβλώσεις, τότε πρέπει να εφαρμόσει τις προπαρατεθείσες αρχές ( 82 ).

Δ — Επί του τέταρτου ερωτήματος

106.

Με το τέταρτο ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ερωτά αν η εφαρμογή επί του δημόσιου τηλεοπτικού σταθμού SVT μιας μεθόδου υπολογισμού η οποία αποκλίνει από το κύριο αμοιβολόγιο ( 83 ) μπορεί να είναι καταχρηστική κατά την έννοια 82 ΕΚ.

107.

Υπό το πρίσμα αυτό, φρονώ ότι έχει ιδιαίτερη βαρύτητα η περίπτωση του άρθρου 82, παράγραφος 2, στοιχείο γ’, ΕΚ. Η ειδική απαγόρευση των δυσμενών διακρίσεων του άρθρου 82, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο γ’, ΕΚ, αποτελεί μέρος του καθεστώτος που εξασφαλίζει, σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφος 1, στοιχείο ζ’, ΕΚ, τον ανόθευτο ανταγωνισμό εντός της εσωτερικής αγοράς. Η εμπορική συμπεριφορά της κατέχουσας δεσπόζουσα θέση επιχειρήσεως δεν πρέπει να νοθεύει τον ανταγωνισμό σε προηγούμενο ή σε μεταγενέστερο στάδιο εμπορίας, ήτοι τον ανταγωνισμό μεταξύ προμηθευτών ή μεταξύ πελατών της επιχειρήσεως αυτής. Οι αντισυμβαλλόμενοι της εν λόγω επιχειρήσεως δεν πρέπει να ευνοούνται ή να περιέρχονται σε μειονεκτική θέση στο πλαίσιο του μεταξύ τους ανταγωνισμού ( 84 ).

108.

Η περίπτωση του άρθρου 82, παράγραφος 2, στοιχείο γ’, ΕΚ προβλέπει δύο προϋποθέσεις. Πρώτον, η κατέχουσα δεσπόζουσα θέση επιχείρηση πρέπει να εφαρμόζει άνισους όρους επί ισοδύναμων παροχών (1). Δεύτερον, πρέπει οι συναλλασσόμενοι με αυτή να περιέρχονται σε μειονεκτική θέση στον ανταγωνισμό (2).

1. Άνισοι όροι επί ισοδύναμων παροχών

109.

Άνιση μεταχείριση επί ισοδύναμης παροχής υφίσταται όταν η αξία μεταξύ παροχής και αντιπαροχής διαφέρει ανάλογα με τον συναλλασσόμενο. Συνεπώς, το αιτούν δικαστήριο πρέπει να εξετάσει αν το STIM απαιτεί για ισοδύναμες παροχές διαφορετικές αμοιβές.

110.

Ως προς την παροχή, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η παροχή προς το Kanal 5 και το TV 4, αφενός, καθώς και προς τον SVT, αφετέρου, είναι η χρήση των προστατευόμενων μουσικών έργων από το ρεπερτόριο του STIM. Η έκταση της χρήσεως ποικίλλει ανάλογα με τον τηλεοπτικό σταθμό.

111.

Περαιτέρω, το αιτούν δικαστήριο πρέπει να εξετάσει αν το STIM απαιτεί διαφορετικές αμοιβές. Κατ’ αρχάς, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι διαφέρουν τα αμοιβολόγια που ισχύουν έναντι του Kanal 5 και του TV 4, αφενός, και του SVT, αφετέρου. Πάντως, από τη διάταξη περί παραπομπής συνάγεται ότι ο SVT δεν έχει σημαντικά έσοδα από τις διαφημίσεις και καθόλου έσοδα από συνδρομητικές συμβάσεις ( 85 ). Συνεπώς, η άνιση μεταχείριση μπορεί να συνίσταται στο γεγονός ότι στην περίπτωση του SVT εφαρμόζεται μια μέθοδος υπολογισμού βάσει της οποίας λαμβάνονται υπόψη ορισμένα πλασματικά έσοδα από διαφημίσεις και συνδρομητικές συμβάσεις. Στον βαθμό που τούτο άγει, όσον αφορά τη σχέση αξίας μεταξύ παροχής και αντιπαροχής, σε αποτελέσματα τα οποία είναι παρεμφερή προς τα αποτελέσματα που απορρέουν από την εφαρμογή του κύριου αμοιβολογίου που ισχύει για το Kanal 5 και το TV 4, φρονώ ότι τούτο δεν συνιστά per se παράνομη δυσμενή διάκριση.

112.

Πάντως, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι ο καθορισμός του ετήσιου ποσοστού μουσικής στην περίπτωση του SVT χωρεί ex ante, ήτοι βάσει προβλέψεων, ενώ στην περίπτωση του Kanal 5 και του TV 4 χωρεί ex post. Το αιτούν δικαστήριο πρέπει να εξετάσει αν η εν λόγω διαφοροποίηση μπορεί να οδηγήσει σε άνιση μεταχείριση η οποία να περιάγει το Kanal 5 και το TV 4 σε μειονεκτική θέση. Τούτο συμβαίνει ιδίως στην περίπτωση που η πραγματική έκταση της χρήσεως προστατευόμενων μουσικών έργων από τον SVT είναι μεγαλύτερη από αυτήν που είχε προβλεφθεί στην αρχή ενός έτους ( 86 ).

2. Σχέση ανταγωνισμού

113.

Προκειμένου να συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 82, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο γ’, ΕΚ, πρέπει επίσης η άνιση μεταχείριση να περιάγει το Kanal 5 και το TV 4 σε μειονεκτική θέση στον ανταγωνισμό. Θα πρέπει η θέση του Kanal 5 και του TV 4 στον ανταγωνισμό να πλήττεται σε σχέση με αυτή του SVT ( 87 ). Τούτο προϋποθέτει ότι το Kanal 5 και το TV 4, αφενός, και ο SVT, αφετέρου, είναι ανταγωνιστές.

114.

Στη συνάφεια αυτή, το ζητούμενο δεν είναι η σχέση μεταξύ SVT, Kanal 5 και TV 4 στο προγενέστερο στάδιο της αγοράς της προσφοράς και της ζήτησης εφάπαξ αδειών για τη χρήση προστατευόμενων μουσικών έργων, αλλά η μεταξύ τους σχέση στο μεταγενέστερο στάδιο της αγοράς της τηλεοράσεως. Το αιτούν δικαστήριο πρέπει να εξετάσει αν το Kanal 5 και ο SVT ήτοι το TV 4 και ο SVT είναι ανταγωνιστές στην αγορά αυτή. Ο εν λόγω έλεγχος απαιτεί την εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών της διαφοράς που αποτελεί το αντικείμενο της κύριας δίκης. Το Δικαστήριο δεν έχει την εξουσία να προβαίνει στην εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών της υποθέσεως της κύριας δίκης ή να εφαρμόζει επί εθνικών μέτρων ή καταστάσεων τους κοινοτικούς κανόνες που αυτό έχει ερμηνεύσει, λαμβανομένου υπόψη ότι τα ζητήματα αυτά εμπίπτουν στην αποκλειστική αρμοδιότητα των εθνικών δικαστηρίων ( 88 ).

3. Πρόταση

115.

Η εφαρμογή διαφορετικών μεθόδων υπολογισμού επί δημόσιου τηλεοπτικού σταθμού, αφενός, και ιδιωτικών τηλεοπτικών σταθμών, αφετέρου, ενδέχεται να είναι καταχρηστική κατά την έννοια του άρθρου 82 ΕΚ, αν με τον τρόπο αυτόν ο δημόσιος τηλεοπτικός σταθμός περιέρχεται σε πλεονεκτική θέση έναντι των ιδιωτικών τηλεοπτικών σταθμών, ο δε δημόσιος τηλεοπτικός σταθμός και ένας τουλάχιστον εκ των ιδιωτικών τηλεοπτικών σταθμών είναι ανταγωνιστές.

VII — Πρόταση

116.

Βάσει των ανωτέρω εκτιμήσεων, προτείνω στο Δικαστήριο να απαντήσει στα ερωτήματα του αιτούντος δικαστηρίου ως εξής:

1.

Το άρθρο 82 ΕΚ πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι οργανισμός συλλογικής διαχειρίσεως δικαιωμάτων του δημιουργού, ο οποίος κατέχει εκ των πραγμάτων μονοπωλιακή θέση σε κράτος μέλος και εφαρμόζει έναντι των ιδιωτικών τηλεοπτικών σταθμών για τη χρήση των προστατευόμενων μουσικών έργων του ρεπερτορίου του μια μέθοδο υπολογισμού βάσει της οποίας η αμοιβή ανέρχεται σε σταθερό ποσοστό επί των εσόδων των τηλεοπτικών σταθμών από διαφημίσεις και συνδρομητικές συμβάσεις εκμεταλλεύεται καταχρηστικά τη δεσπόζουσα θέση του στην αγορά. Η χρήση μιας μεθόδου υπολογισμού βάσει τα οποίας η αμοιβή ανέρχεται σε μεταβλητό ποσοστό επί των εσόδων δεν συνιστά πάντως καταχρηστική συμπεριφορά, στον βαθμό που μια τέτοια μέθοδος υπολογισμού λαμβάνει υπόψη την έκταση κατά την οποία ένας τηλεοπτικός σταθμός χρησιμοποιεί τα προστατευόμενα μουσικά έργα.

2.

Η χρήση μιας μεθόδου υπολογισμού ενδέχεται να είναι καταχρηστική κατά την έννοια του άρθρου 82 ΕΚ, αν υπάρχει εναλλακτική μέθοδος υπολογισμού βάσει της οποίας μπορεί να υπολογιστεί με μεγαλύτερη ακρίβεια η έκταση της χρήσεως προστατευόμενων μουσικών έργων, η δε εφαρμογή της χρησιμοποιούμενης επί του παρόντος λιγότερο ακριβούς μεθόδου υπολογισμού δεν δικαιολογείται από το πλεονέκτημα της μεγαλύτερης αποτελεσματικότητας, ιδίως υπό τη μορφή της μειώσεως των δαπανών κατά τη διαχείριση των συμβολαίων και την επίβλεψη της χρήσεως των προστατευόμενων μουσικών έργων.

Η χρήση μιας μεθόδου υπολογισμού δεν μπορεί να θεωρηθεί καταχρηστική κατά την έννοια του άρθρου 82 ΕΚ εκ του λόγου και μόνον ότι δεν λαμβάνει υπόψη την έκταση κατά την οποία άλλοι παράγοντες πέραν της χρήσεως προστατευόμενων μουσικών έργων οδηγούν στην αύξηση των εσόδων.

3.

Η εφαρμογή μιας μεθόδου υπολογισμού δεν είναι καταχρηστική κατά την έννοια του άρθρου 82 ΕΚ εκ του λόγου και μόνον ότι δεν λαμβάνει υπόψη τον πραγματικό αριθμό των τηλεθεατών, στον βαθμό που μπορεί να θεωρηθεί ότι λαμβάνει επαρκώς υπόψη τον πιθανό ή αναμενόμενο αριθμό των τηλεθεατών.

4.

Η εφαρμογή διαφορετικών μεθόδων υπολογισμού σε ιδιωτικούς τηλεοπτικούς σταθμούς, αφενός, και σε δημόσιο τηλεοπτικό σταθμό, αφετέρου, είναι καταχρηστική κατά την έννοια του άρθρου 82 ΕΚ, πρώτον, όταν έχει ως αποτέλεσμα ο δημόσιος τηλεοπτικός σταθμός να καταβάλει μικρότερη αμοιβή σε σχέση με την αμοιβή που καταβάλλουν οι ιδιωτικοί τηλεοπτικοί σταθμοί για ισοδύναμη παροχή του οργανισμού συλλογικής διαχειρίσεως, και, δεύτερον, όταν μεταξύ του δημόσιου τηλεοπτικού σταθμού και ενός εκ των ιδιωτικών τηλεοπτικών σταθμών υφίσταται σχέση ανταγωνισμού.


( 1 ) Γλώσσα του πρωτοτύπου: η σλοβενική.

( 2 ) Στη συνάφεια αυτή, πρέπει να τονιστεί ότι, όσον αφορά τις μεταδόσεις του Kanal 5 μέσω δορυφόρου, ο οργανισμός συλλογικής διαχειρίσεως δικαιωμάτων του δημιουργού που εισπράττει τις αμοιβές για τη χρήση των προστατευόμενων μουσικών έργων είναι ο βρετανικός οργανισμός Performing Right Society.

( 3 ) Έτσι, στην περίπτωση που το ποσοστό της μουσικής κυμαίνεται μεταξύ 1-10%, το STIM απαιτεί ποσοστό 0,2% επί των εσόδων από διαφημίσεις και 0,15% επί των εσόδων από συνδρομητικές συμβάσεις· στην περίπτωση που το ποσοστό της μουσικής κυμαίνεται από 51 έως 55%, το STIM απαιτεί ποσοστό 4,7% επί των εσόδων από διαφημίσεις και 3,48% επί των εσόδων από συνδρομητικές συμβάσεις.

( 4 ) Το Kanal 5 και το TV 4 έχουν έκπτωση 10% επί των εξόδων πωλήσεων. Το TV 4 έχει πρόσθετη έκπτωση λόγω του ότι αυτός ο τηλεοπτικός σταθμός υποχρεούται να καταβάλει τέλη παραχωρήσεως στο σουηδικό κράτος προκειμένου να έχει τη δυνατότητα να μεταδίδει καλωδιακά.

( 5 ) Αυτή η μέθοδος υπολογισμού λαμβάνει υπόψη και πλασματικά έξοδα πωλήσεων.

( 6 ) Ο αριθμός αυτός υπολογίζεται από τον οργανισμό Mediamätning i Skandinavien AB (στο εξής: MMS). Ο MMS είναι ένας οργανισμός ο οποίος ανήκει στους τηλεοπτικούς σταθμούς και σε άλλους ενδιαφερόμενους.

( 7 ) Σύμβαση της Βέρνης για την προστασία των λογοτεχνικών και καλλιτεχνικών έργων (πράξη των Παρισίων της 24ης Ιουλίου 1971), όπως τροποποιήθηκε στις 28 Σεπτεμβρίου 1979 (προσβάσιμη στην ηλεκτρονική διεύθυνση http://www.wipo.int/ treaties/es/ip/berne/index.html).

( 8 ) Αποφάσεις της 9ης Απριλίου 1987, 402/85, Basset (Συλλογή 1987, σ. 1747), της 13ης Ιουλίου 1989, 110/88, 241/88 και 242/88, Lucazeau κ.λπ. (Συλλογή 1989, σ. 2811), και της 13ης Ιουλίου 1989, 395/87, Tournier (Συλλογή 1989, σ. 2521).

( 9 ) Όταν η απάντηση του ερμηνευτικού ερωτήματος που είναι κρίσιμο για την έκβαση της κύριας δίκης απορρέει από τη μέχρι τούδε νομολογία του Δικαστηρίου, παύει μεν να υφίσταται η υποχρέωση του αιτούντος δικαστηρίου να υποβάλει αυτό το ερμηνευτικό ζήτημα στο Δικαστήριο, πλην όμως τούτο δεν θίγει την εξουσία του εθνικού δικαστηρίου να υποβάλει αυτό το ερμηνευτικό ζήτημα προκειμένου να εκδοθεί προδικαστική απόφαση από το Δικαστήριο, βλ. απόφαση της 6ης Οκτωβρίου 1982, 283/81, Cilfit κ.λπ. (Συλλογή 1982, σ. 3415, σκέψη 15).

( 10 ) Στον βαθμό που το STIM υποστηρίζει ότι το άρθρο 82 ΕΚ δεν εφαρμόζεται εν προκειμένω, πρέπει κατ’ αρχάς να τονιστεί ότι δεν υφίσταται κανένας ρητός περιορισμός, από απόψεως θετικού δικαίου, στην εφαρμογή του δικαίου του ανταγωνισμού στα δικαιώματα του δημιουργού. Και από το άρθρο 295 ΕΚ και από το άρθρο 307 ΕΚ σε συνδυασμό με το άρθρο 11α της Συμβάσεως της Βέρνης δεν συνάγεται, εν προκειμένω, κάτι διαφορετικό. Ο καθορισμός της μεθόδου υπολογισμού του ύψους των αμοιβών αφορά την άσκηση των δικαιωμάτων του δημιουργού. Δεν τίθεται ζήτημα συγκρούσεως μεταξύ του άρθρου 82 ΕΚ και του άρθρου 11α της Συμβάσεως της Βέρνης —ανεξαρτήτως του ζητήματος αν το STIM μπορεί στην υπό κρίση υπόθεση να την επικαλεστεί βάσει του άρθρου 307 ΕΚ— εκ του λόγου ότι, κατά το άρθρο 11α της Συμβάσεως της Βέρνης, διασφαλίζεται μόνον η αξίωση καταβολής εύλογης αμοιβής. Αυτή η ελάχιστη διασφάλιση δεν τίθεται εν αμφιβόλω από τον έλεγχο-πλαίσιο των αμοιβών βάσει των διατάξεων της νομοθεσίας περί συμπράξεων. Κατά τα λοιπά, πρέπει να τονιστεί ότι το Δικαστήριο έχει δεχτεί με προγενέστερες αποφάσεις του τη δυνατότητα εφαρμογής του άρθρου 82 ΕΚ επί των μεθόδων υπολογισμού που χρησιμοποιούν οι εταιρίες συλλογικής διαχειρίσεως (βλ., μεταξύ άλλων, προπαρατεθείσες στην υποσημείωση 8 αποφάσεις, Basset, Lucazeau κ.λπ., Tournier, η δε δυνατότητα εφαρμογής του άρθρου 82 ΕΚ επί των εν λόγω μεθόδων υπολογισμού αποτελεί την κρατούσα άποψη στη θεωρία (Faull, J./Nikpay, A., The EC Law of Competition, Oxford University Press, 2η έκδοση, 2007, σημεία 8.234 έως 8.236, Liaskos, E.-P., La gestion collective des droits d’auteurs dans la perspective du droit communautaire, Bruylant, 2004, σημείο 699). Πάντως, η εφαρμογή του άρθρου 82 ΕΚ επί των δικαιωμάτων του δημιουργού ενδείκνυται να γίνεται με ιδιαίτερη σύνεση· βλ., συναφώς, σημεία 47 έως 49 των ανά χείρας προτάσεων.

( 11 ) Υπό την έννοια αυτή, η διατύπωση των προδικαστικών ερωτημάτων είναι πάντοτε ως έναν ορισμένο βαθμό αφηρημένη σε σχέση με το αντικείμενο της κύριας δίκης.

( 12 ) Το δεύτερο ερώτημα επαναλαμβάνει το πρώτο ερώτημα, πλην όμως προσθέτει ορισμένα κριτήρια (βλ. σημείο 12 των ανά χείρας προτάσεων). Ερμηνεύω το δεύτερο ερώτημα υπό την έννοια ότι το αιτούν δικαστήριο ερωτά εάν πρέπει να θεωρηθεί καταχρηστική μία μέθοδος υπολογισμού η οποία δεν λαμβάνει υπόψη τα κριτήρια αυτά (βλ. σημείο 69 των ανά χείρας προτάσεων).

( 13 ) Απόφαση της 9ης Νοεμβρίου 1983, 322/81, Nederlandsche Banden-Industrie-Michelin κατά Επιτροπής (Συλλογή 1983, σ. 3461, σκέψη 57).

( 14 ) Αποφάσεις της 13ης Φεβρουαρίου 1979, 85/76, Hoffmann-La Roche κατά Επιτροπής (Συλλογή τόμος 1979/Ι, σ. 215, σκέψη 91), και της 3ης Ιουλίου 1991, 62/86, AKZO κατά Επιτροπής (Συλλογή 1991, σ. I-3359, σκέψη 69).

( 15 ) Απόφαση της 14ης Φεβρουαρίου 1978, 27/76, United Brands κατά Επιτροπής (Συλλογή τόμος 1978, σ. 75, σκέψεις 248 έως 257).

( 16 ) Τούτο αφορά μόνον το πρώτο, το δεύτερο και το τρίτο προδικαστικό ερώτημα. Το τέταρτο προδικαστικό ερώτημα αφορά την περίπτωση του άρθρου 82, παράγραφος 2, στοιχείο γ’, ΕΚ.

( 17 ) Βλ. απόφαση United Brands κατά Επιτροπής (προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 15, σκέψεις 248 έως 257), και απόφαση της 13ης Νοεμβρίου 1975, 26/75, General Motors Continental κατά Επιτροπής (Συλλογή τόμος 1975, σ. 425, σκέψεις 11 και 12).

( 18 ) Wish, R., Competition Law, Reed Elsevier, 5η έκδοση 2003, σ. 195, και Faull, J./Nikpay, A., όπ.π. (υποσημείωση 10), σημείο 3.298.

( 19 ) Σχετικά με την αρχική θέση της διανοητικής ιδιοκτησίας στο πλαίσιο του κοινοτικού δικαίου, βλ. Reinbothe, J., «Der Stellenwert des geistigen Eigentums im Binnenmarkt», σε: Schwarze, J, Becker, J. (εκδότης), Geistiges Eigentum und Kultur im Spannungsfeld von nationaler Regelungskompetenz und europäischem Wirtschafts- und Wettbewerbsrecht, Nomos, 1998, σ. 31 επ.

( 20 ) Ως εκ τούτου, επισημαίνεται ότι η διαχείριση των δικαιωμάτων του δημιουργού σε πολλές περιπτώσεις είναι εφικτή δια της ενώσεως των δημιουργών και των δισκογραφικών εταιριών σε έναν οργανισμό συλλογικής διαχειρίσεως δικαιωμάτων του δημιουργού, βλ. Dworkin, G., «Monopoly, non-participating rightowners, relationship authors/producers, Copyright Tribunal», σε: Jehoram, H. C., Collective Administration of Copyrights in Europe, Kluwer — Deventer, 1995, σ. 12. Ο Wünschmann, C., Die kollektive Verwertung von Urheber- und Leistungsschutzrechten nach europäischem Wettbewerbsrecht, Nomos, 2000, σ. 20 επ., επισημαίνει ότι τα έξοδα συναλλαγών είναι απαγορευτικά και ότι ο έλεγχος και η διαχείριση των δικαιωμάτων του δημιουργού στον τομέα των μουσικών έργων είναι ιδιαιτέρως δυσχερής ακριβώς λόγω της «διάχυτης χρήσεώς τους σε μαζικό επίπεδο». Βλ., αναλυτικά, Mestmäcker, E.-J., «Geistiges Eigentum und Kultur im Spannungsfeld von nationaler Regelungskompetenz und europäischem Wirtschafts- und Wettbewerbsrecht aus Sicht der Verwertungsgesellschaften», σε: Schwarze, J., Becker, J. (εκδότης), Geistiges Eigentum und Kultur im Spannungsfeld von nationaler Regelungskompetenz und europäischem Wirtschafts- und Wettbewerbsrecht, Nomos, 1998, σ. 55.

( 21 ) Βλ. Vinje, T., Niiranen, O., «The application of Competition Law to Collecting Societies in a Borderless Digital Environment», σε: European Competition Law Annual 2005: The Interaction between Competition Law and Intellectual Property Law, Ehlermann, C. D. (εκδότης), Hart, 2007, σ. 402· Wünschmann, C., όπ.π. (υποσημείωση 20), σ. 19· Trampuz, M., Avtorsko pravo, Cankarjeva zalozba, 2000, σ. 73.

( 22 ) Wünschmann, C., όπ.π. (υποσημείωση 20), σ. 25. Εντούτοις, στη συνάφεια πρέπει να τονιστεί ότι η Επιτροπή απαγόρευσε με την απόφασή της COMP/36.698 — CISAC, της 16ης Ιουλίου 2008, στους ευρωπαϊκούς οργανισμούς συλλογικής διαχειρίσεως να περιορίζουν την προσφορά υπηρεσιών τους εκτός της ημεδαπής και με τον τρόπο αυτόν να στρεβλώνουν τον ανταγωνισμό. Εντούτοις, η απόφαση αυτή επιτρέπει στους οργανισμούς συλλογικής διαχειρίσεως να διατηρήσουν το μέχρι τούδε υφιστάμενο σύστημα των διμερών συμφωνιών και να καθορίζουν το ύψος των αμοιβών. Δεδομένου ότι η απόφαση αυτή δεν δημοσιεύθηκε, παραπέμπω στο ανακοινωθέν Τύπου της Επιτροπής IP/08/1165 της 16ης Ιουλίου 2008 και στο υπόμνημα της Επιτροπής MEMO/08/511 της ιδίας ημέρας.

( 23 ) Στην περίπτωση αυτή, αγοραστές είναι κατά κανόνα οι εταιρίες εκμεταλλεύσεως καλωδιακών δικτύων ή οι επιχειρήσεις με παρεμφερές αντικείμενο, οι οποίες πωλούν πακέτα συνδέσεως με τηλεοπτικούς σταθμούς στον τελικό καταναλωτή.

( 24 ) Βλ. σημείο 32 των ανά χείρας προτάσεων.

( 25 ) Βλ. σημείο 39 των ανά χείρας προτάσεων.

( 26 ) Όπως προελέχθη (σημεία 35 έως 37 των ανά χείρας προτάσεων), το άρθρο 82 ΕΚ δεν οδηγεί στην πλήρη κατάργηση της ελευθερίας οικονομικής δράσεως της επιχειρήσεως που κατέχει δεσπόζουσα θέση στην αγορά.

( 27 ) Ο Wünschmann, C., όπ.π. (υποσημείωση 20), σ. 163, επισημαίνει ότι οι εθνικοί μηχανισμοί εξακολουθούν να έχουν την εξουσία να ελέγχουν τη διαμόρφωση των τιμών από τις εταιρίες με μονοπωλιακή θέση.

( 28 ) Οι Faull, J./Nikpay, A., σημείο 3.294, όπ.π. (υποσημείωση 10), επισημαίνουν ότι ενδείκνυται στον τομέα αυτόν οι αρμόδιες για τον ανταγωνισμό αρχές καθώς και τα δικαστήρια να επιδεικνύουν αυτοσυγκράτηση και να επεμβαίνουν μόνο στις περιπτώσεις που είναι πρόδηλο ότι θίγονται τα συμφέροντα των καταναλωτών.

( 29 ) Απόφαση της 6ης Φεβρουαρίου 2003, C-245/00 (Συλλογή 2003, σ. I-1251).

( 30 ) ΕΕ L 346, σ. 61 επ.

( 31 ) Απόφαση SENA (προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 29, σκέψεις 34 έως 36 και 40 έως 46). Σε σχέση με την (περιορισμένη) εξουσία της Ευρωπαϊκής Κοινότητας να νομοθετεί σε σχέση με τα δικαιώματα του δημιουργού, βλ. Reinbothe, J., όπ.π. (υποσημείωση 19), σ. 33.

( 32 ) Οι Faull, J./Nikpay, A., όπ.π. (υποσημείωση 10), σημεία 8.35 έως 8.37, επισημαίνουν ότι ενδέχεται η ακριβής έκταση του δικαιώματος του δημιουργού να ποικίλλει, το ακριβές αντικείμενο του δικαιώματος του δημιουργού να μην προσδιορίζεται πάντοτε με σαφήνεια και η προστασία του δημιουργού να διαφέρει από κράτος μέλος σε κράτος μέλος.

( 33 ) Προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 8, σκέψη 5.

( 34 ) Όπ.π., σκέψεις 16 και 18. Πάντως, το Δικαστήριο έκρινε με τη σκέψη 19 της ανωτέρω αποφάσεως ότι ζήτημα κατακρίσεως τίθεται στην περίπτωση που ο οργανισμός συλλογικής διαχειρίσεως απαιτεί μία υπέρμετρα υψηλή αμοιβή.

( 35 ) Αποφάσεις του Δικαστηρίου της 15ης Μαρτίου 2007, C-95/04 P, British Airways κατά Επιτροπής (Συλλογή 2007, σ. I-2331, σκέψη 67), και του Πρωτοδικείου της 30ής Σεπτεμβρίου 2003, T-203/01, Michelin κατά Επιτροπής (Συλλογή 2003, σ. II-4071, σκέψη 73).

( 36 ) Ομοίως, Temple Lang, J., «Media, Multimedia and European Community law», σε: International antitrust law & policy, 1997, σ. 377, 424.

( 37 ) Βλ., αναλυτικώς για το ζήτημα αυτό, σημείο 74 των ανά χείρας προτάσεων.

( 38 ) Βλ., για το ζήτημα αυτό αναλυτικά, σημεία 75 έως 77 των ανά χείρας προτάσεων.

( 39 ) Η εκτίμηση αν η εφαρμογή μιας τέτοιας μεθόδου υπολογισμού είναι καταχρηστική εξαρτάται στην περίπτωση αυτή από τα κριτήρια τα οποία λαμβάνονται υπόψη μέσω της μεταβλητής. Δεδομένου ότι το εθνικό δικαστήριο έθεσε με το δεύτερο και το τρίτο ερώτημά του αντίστοιχα ζητήματα, παραπέμπω στην απάντηση επί του δεύτερου και του τρίτου ερωτήματος (σημεία 68 έως 105 των ανά χείρας προτάσεων).

( 40 ) Το Δικαστήριο έχει κρίνει, με την απόφασή του United Brands κατά Επιτροπής (προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 15, σκέψεις 227 έως 233), ότι ο νόμος της προσφοράς και της ζητήσεως θα πρέπει να αφορά ουσιαστικά μόνον τα επίπεδα στα οποία πράγματι υφίσταται προσφορά και ζήτηση. Αυτοί οι μηχανισμοί της αγοράς θα διασαλεύονταν αν κατά τον υπολογισμό της τιμής δεν λαμβανόταν υπόψη ο νόμος της προσφοράς και της ζητήσεως μεταξύ πωλητών και αγοραστών αλλά, παραλείποντας ένα επίπεδο της αγοράς, ο νόμος της προσφοράς και της ζητήσεως μεταξύ πωλητών και τελικών καταναλωτών.

( 41 ) Αποφάσεις British Airways κατά Επιτροπής (προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 35, σκέψη 67), και Michelin κατά Επιτροπής (προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 35, σκέψη 73).

( 42 ) Βλ. Bellamy & Child, European Community Law of Competition, Sweet & Maxwell, 6η έκδοση, 2008, σημείο 10.109. Temple Lang, J., όπ.π. (υποσημείωση 36), σ. 425. Τούτο είναι απολύτως σύνηθες, π.χ. στην περίπτωση των συμβάσεων που υπογράφουν οι εκδοτικοί οίκοι με συγγραφείς ή οι δισκογραφικές εταιρίες με μουσικούς.

( 43 ) Βλ. Mestmäcker, E.-J., όπ.π. (υποσημείωση 20), σ. 55.

( 44 ) Becker, J., «Governmental and judicial control over licensing and tarrifs», σε: Collective Administration of Copyrights in Europe, Kluwer — Deventer, 1995, σ. 44.

( 45 ) Προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 15 (σκέψεις 239 έως 241).

( 46 ) Βλ. σημείο 53 των προτάσεων του γενικού εισαγγελέα F. Jacobs της 26ης Μαΐου 1989 επί της υποθέσεως Tournier (προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 8), και επί των συνεκδικασθεισών υποθέσεων Lucazeau κ.λπ. (προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 8)· Allendesalazar, R., Vallina, R., «Collecting Societies: The Usual Supects», όπ.π. (υποσημείωση 21)· Liaskos, E.-P., όπ.π. (υποσημείωση 10), σημεία 704 επ. Τούτο συνάγεται, μεταξύ άλλων, και από το γεγονός ότι η χρήση ενός μουσικού έργου, άπαξ δημιουργηθεί, δεν συνεπάγεται κάποιο πρόσθετο κόστος για τον δημιουργό του.

( 47 ) Τούτο μπορεί να συναχθεί π.χ. και από το σημείο 156 των κατευθυντήριων γραμμών της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 81 της Συνθήκης ΕΚ σε συμφωνίες μεταφοράς τεχνολογίας (ΕΕ 2004, C 101, σ. 2). Βάσει του σημείου αυτού, δεν αποτελεί κατά κανόνα περιορισμό του ανταγωνισμού το γεγονός ότι το ύψος των δικαιωμάτων εκμεταλλεύσεως υπολογίζεται βάσει της τιμής του τελικού προϊόντος, υπό τον όρο ότι αυτό το τελικό προϊόν ενσωματώνει την παραχωρούμενη τεχνολογία. Φρονώ ότι τούτο μπορεί να ληφθεί υπόψη προκειμένου να αποδειχθεί ότι στον τομέα του δικαίου περί άυλων περιουσιακών αγαθών είναι συνήθης μια τέτοια ρύθμιση για τις αμοιβές. Στην περίπτωση που, λόγω της σωρεύσεως δικαιωμάτων εκμεταλλεύσεως για ένα προϊόν, το αποτέλεσμα είναι δυσανάλογο, φρονώ ότι το πρόβλημα αυτό δεν πρέπει να οδηγήσει στην αποσύνδεση από τα δικαιώματα εκμεταλλεύσεως, αλλά μπορεί να επιλυθεί μέσω του ύψους των δικαιωμάτων αυτών.

( 48 ) Becker, J., όπ.π. (υποσημείωση 44), σ. 44· Liaskos, E.-P., όπ.π. (υποσημείωση 10), σημείο 699.

( 49 ) Σημεία 40 έως 42 των ανά χείρας προτάσεων.

( 50 ) Μια μέθοδος για τον υπολογισμό της οικονομικής αξίας ενός προϊόντος θα ήταν να ληφθεί ως βάση η μέση τιμή για το προϊόν αυτό (οικονομική αξία ως μέση, εξαντικειμενικευμένη τιμή). Πάντως, εν προκειμένω, λόγω της αποκλειστικής θέσεως των οργανισμών συλλογικής διαχειρίσεως δεν υπάρχει ανταγωνισμός ο οποίος να επηρεάζει το ύψος των τιμών. Βλ., εν γένει για το πρόβλημα αυτό, Faull, J./Nikpay, A., όπ.π. (υποσημείωση 10), σημείο 3.293.

( 51 ) Απόφαση Tournier (προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 8, σκέψη 38).

( 52 ) Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι το Δικαστήριο πρέπει, κατά την άποψή μου, για τους προαναφερθέντες λόγους (σημείο 48 των ανά χείρας προτάσεων) να επιδείξει αυτοσυγκράτηση στην περίπτωση που η μέθοδος υπολογισμού σε ένα κράτος μέλος στηρίζεται σε κριτήριο το οποίο συνδέεται σαφώς με το δικαίωμα του δημιουργού, ενώ η μέθοδος υπολογισμού σε ένα άλλο κράτος μέλος στηρίζεται σε άλλο κριτήριο το οποίο επίσης συνδέεται σαφώς με το δικαίωμα του δημιουργού, και με τον τρόπο αυτόν τα αποτελέσματα καταλήγουν να είναι διαφορετικά.

( 53 ) Οι Bellamy & Child, όπ.π. (υποσημείωση 42), σημείο 9-065, επισημαίνουν ότι πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η συνήθης πρακτική που εφαρμόζεται στους οικείους βιομηχανικούς κλάδους.

( 54 ) Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι βεβαίως, όπως προελέχθη στα σημεία 40 έως 42 των ανά χείρας προτάσεων, δεν προηγούνται διαπραγματεύσεις σχετικά με τις άδειες εκμεταλλεύσεως των επιμέρους δικαιωμάτων του δημιουργού, διότι οι τηλεοπτικοί σταθμοί βάσει της εφάπαξ αδείας για τη χρήση του συνόλου του ρεπερτορίου του STIM δεν χρειάζεται να διαπραγματεύονται σχετικά με την παραχώρηση αδειών για τη χρήση των επιμέρους προστατευόμενων μουσικών έργων. Πάντως, αν υποτεθεί ότι προηγούνται τέτοιες διαπραγματεύσεις προκειμένου να υπολογιστεί η αξία της συνολικής αδείας, τότε δεν θα ήταν ασυνήθιστο να απαιτήσουν οι δημιουργοί ένα μέρος του πραγματοποιηθέντος κύκλου εργασιών. Φρονώ ότι η εκτίμηση αυτή δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετική εκ του λόγου και μόνον ότι τα δικαιώματα του δημιουργού ασκούνται μέσω του οργανισμού συλλογικής διαχειρίσεως.

( 55 ) Προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 8 (σκέψεις 16 και 18).

( 56 ) Πάντως, στον βαθμό που το Kanal 5 και το TV 4 επισημαίνουν ότι θα ήταν δυνατή και η σύνδεση προς τα κέρδη τα οποία πραγματοποιούν οι τηλεοπτικοί σταθμοί, έχω ορισμένες επιφυλάξεις ως προς το αν η αξία της παροχής ενός οργανισμού συλλογικής διαχειρίσεως θα μπορούσε να υπολογιστεί ορθώς βάσει αυτής της εναλλακτικής μεθόδου. Στην περίπτωση αυτή, για τον υπολογισμό της αξίας της παροχής θα λαμβάνονταν υπόψη όχι μόνον ο πραγματοποιηθείς κύκλος εργασιών, αλλά και το σύνολο των εξόδων των τηλεοπτικών σταθμών. Δεν μπορώ να αντιληφθώ για ποιον λόγο η διάρθρωση των εξόδων ενός τηλεοπτικού σταθμού επηρεάζει την οικονομική αξία της παροχής ενός οργανισμού συλλογικής διαχειρίσεως.

Κατά τα λοιπά, δεν ευσταθεί ούτε ο ισχυρισμός του Kanal 5 και του TV 4 ότι το STIM δεν επηρεάζεται από τον οικονομικό κίνδυνο που φέρουν οι τηλεοπτικοί σταθμοί. Δεδομένου ότι η αμοιβή του STIM εξαρτάται από τα έσοδα των τηλεοπτικών σταθμών από τις διαφημίσεις και τις συνδρομητικές συμβάσεις, η μείωση των εσόδων αυτών επηρεάζει άμεσα την αμοιβή που καταβάλλεται στο STIM.

( 57 ) Βλ. σημεία 47 και 48 των ανά χείρας προτάσεων.

( 58 ) Στον βαθμό που το τρίτο ερώτημα σχετίζεται με το πρώτο ερώτημα, παραπέμπω στην απάντησή μου επί του πρώτου ερωτήματος.

( 59 ) Σημείο 32 των ανά χείρας προτάσεων.

( 60 ) Σημεία 52 έως 57 των ανά χείρας προτάσεων.

( 61 ) Βλ. αποφάσεις της 19ης Δεκεμβρίου 1968, 13/68, Salgoil (Συλλογή τόμος 1965-1968, σ. 825), της 23ης Ιανουαρίου 1975, 51/74, Van der Hulst (Συλλογή τόμος 1975, σ. 29, σκέψη 12), της 8ης Φεβρουαρίου 1990, C-320/88, Shipping and Forwarding Enterprise Safe (Συλλογή 1990, σ. I-285, σκέψη 11), της 5ης Οκτωβρίου 1999, C-175/98 και C-177/98, Lirussi και Bizzaro (Συλλογή 1999, σ. I-6881, σκέψη 38), της 15ης Μαΐου 2003, C-282/00, RAR ( Συλλογή 2003, σ. I-4741, σκέψη 47), και της 30ής Μαρτίου 2006, C-451/03, Servizi Ausiliari Dottori Commercialisti (Συλλογή 2006, σ. I-2941, σκέψεις 68 επ.).

( 62 ) Απόφαση Basset (προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 8, σκέψη 18).

( 63 ) Απόφαση Tournier (προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 8, σκέψη 45).

( 64 ) Όπ.π.

( 65 ) Όπ.π.

( 66 ) Βλ. Bellamy και Child, European Community Law of Competition, όπ.π. (υποσημείωση 41), σημείο 9-065, απόφαση της 21ης Φεβρουαρίου 1973, 6/72, Europemballage και Continental Can κατά Επιτροπής (Συλλογή τόμος 1972-1973, σ. 445, σκέψη 26).

( 67 ) Liaskos, E.-P., όπ.π. (υποσημείωση 10), σημείο 699.

( 68 ) Ορισμένες εκπομπές έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για διαφημιστικούς σκοπούς, π.χ., διότι έχουν μεγαλύτερη τηλεθέαση. Οι τηλεοπτικοί σταθμοί μπορούν κατά κανόνα να επιτύχουν υψηλότερα έσοδα από διαφημίσεις που μεταδίδονται στο πλαίσιο των εκπομπών αυτών.

( 69 ) Στην περίπτωση των συνδρομητικών συμβάσεων, η διαπίστωση αυτή θα είναι δυσχερέστερη απ’ ό,τι στην περίπτωση των διαφημίσεων, βλ., συναφώς, υποσημείωση 75.

( 70 ) Σημεία 75 έως 77 των ανά χείρας προτάσεων.

( 71 ) Σε σχέση με τα έσοδα από διαφημίσεις, φρονώ ότι πολλά είναι τα στοιχεία τα οποία συνηγορούν υπέρ της απόψεως ότι υφίσταται στενή συνάφεια μεταξύ της αναμενόμενης τηλεθεάσεως και του ύψους των εσόδων από διαφημίσεις. Και στην περίπτωση των εσόδων από συνδρομητικές συμβάσεις, θα πρέπει να αυξάνονται τα έσοδα ανάλογα με τον αναμενόμενο ή πιθανό αριθμό των τηλεθεατών.

( 72 ) Βλ. σημεία 58 έως 61 των ανά χείρας προτάσεων.

( 73 ) Σημείο 74 των ανά χείρας προτάσεων.

( 74 ) Σημεία 47 έως 49 των ανά χείρας προτάσεων.

( 75 ) Στη συνάφεια αυτή, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι στην περίπτωση τηλεοπτικών σταθμών οι οποίοι χρηματοδοτούνται αποκλειστικά από έσοδα τα οποία προέρχονται από συνδρομητικές συμβάσεις, εν αντιθέσει προς τα έσοδα από διαφημίσεις, οι εκπομπές ή οι ζώνες του προγράμματος δεν μπορούν να συσχετιστούν με τα έσοδα και τα ποσοστά τηλεθεάσεως. Συνεπώς, το αιτούν δικαστήριο θα πρέπει να εξετάσει αν, σε σχέση με τα έσοδα από συνδρομητικές συμβάσεις, είναι εφικτή η ακριβέστερη κατανομή των εσόδων π.χ. δια της διαπιστώσεως του πραγματικού αριθμού των τηλεθεατών συγκεκριμένων ζωνών προγράμματος ή συγκεκριμένων εκπομπών.

( 76 ) Βλ. σημεία 75 έως 77 των ανά χείρας προτάσεων.

( 77 ) Θεωρώ ότι το γεγονός αυτό μπορεί να ληφθεί υπόψη κυρίως μέσω του κατ’ αρχήν ύψους του ποσοστού. Στη συνάφεια αυτή, πρέπει να τονιστεί ότι το ποσοστό, το οποίο υπολογίζεται επί των εσόδων από διαφημίσεις και συνδρομητικές συμβάσεις, υπολείπεται σαφώς του ποσοστού της μουσικής. Πάντως, δεδομένου ότι το αιτούν δικαστήριο δεν υπέβαλε ερώτημα ως προς το αν μια αμοιβή, όπως είναι αυτή που απαιτεί το STIM, είναι υπέρμετρα υψηλή, παρέλκει η περαιτέρω ανάλυση του ζητήματος αυτού.

( 78 ) Βλ. σημεία 60 έως 64 των ανά χείρας προτάσεων.

( 79 ) Προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 8 (σκέψεις 16 και 18).

( 80 ) Στη συνάφεια αυτή, πρέπει να τονιστεί ότι τα έσοδα από ντισκοτέκ δεν εξαρτώνται μόνον από τη χρήση προστατευόμενων μουσικών έργων, αλλά και από άλλους παράγοντες, όπως είναι π.χ. η τοποθεσία, η διαφήμιση, το κοινό και ο εξοπλισμός της ντισκοτέκ, που εν μέρει ελάχιστη σχέση έχουν με τη χρήση προστατευόμενων μουσικών έργων.

( 81 ) Ως προς τη συνεκτίμηση του είδους της χρήσεως, πρέπει να λαμβάνεται ειδικότερα υπόψη το αν μπορεί να υπάρξει, βάσει επαρκώς αντικειμενικών κριτηρίων, διάκριση ανάλογα με το είδος της χρήσεως (π.χ. μεταξύ εκπομπών οι οποίες χρησιμοποιούν προστατευόμενα μουσικά έργα μόνον ως «μουσικό χαλί» και εκπομπών που έχουν ως κύριο αντικείμενο τη μετάδοση προστατευόμενων μουσικών έργων). Περαιτέρω, πρέπει να λαμβάνεται ιδίως υπόψη το αν μια τέτοια εναλλακτική μέθοδος προκαλεί αύξηση του κόστους. Στη συνάφεια αυτή, ενδέχεται να έχει σημασία το αν ο οργανισμός συλλογικής διαχειρίσεως προβαίνει σε αντίστοιχη διάκριση στο πλαίσιο των εσωτερικών σχέσεών του. Τέλος, θα πρέπει να σταθμίζονται τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα.

( 82 ) Σημεία 74 έως 79 των ανά χείρας προτάσεων.

( 83 ) Βλ., συναφώς, σημείο 9 των ανά χείρας προτάσεων.

( 84 ) Απόφαση British Airways κατά Επιτροπής (προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 35, σκέψη 143).

( 85 ) Ο SVT χρηματοδοτείται από δημόσιους πόρους. Από το ύψος των δημόσιων πόρων, εν αντιθέσει προς τα έσοδα από διαφημίσεις και συνδρομητικές συμβάσεις, δεν μπορούν να συναχθούν ασφαλή συμπεράσματα ως προς την έκταση της χρήσεως προστατευόμενων μουσικών έργων.

( 86 ) Η άνιση μεταχείριση μεταξύ Kanal 5 και TV 4, αφενός, και SVT, αφετέρου, δεν μπορεί να δικαιολογηθεί από τον χαρακτήρα του SVT ως οργανισμού δημοσίου δικαίου, δεδομένου ότι το STIM διευκρίνισε στο πλαίσιο της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως ότι ο λόγος της διαφορετικής μεταχειρίσεως είναι αποκλειστικά το γεγονός ότι ο SVT έχει ελάχιστα έσοδα από διαφημίσεις και καθόλου έσοδα από συνδρομητικές συμβάσεις.

( 87 ) Αποφάσεις British Airways κατά Επιτροπής (προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 35, σκέψη 144), και της 16ης Δεκεμβρίου 1975, 40/73 έως 48/73, 50/73, 54/73 έως 56/73, 111/73, 113/73 και 114/73, Suiker Unie κ.λπ. κατά Επιτροπής (Συλλογή τόμος 1975, σ. 507, σκέψεις 523 και 524).

( 88 ) Βλ. προπαρατεθείσες στην υποσημείωση 61 αποφάσεις Servizi Ausiliari Dottori Commercialisti (σκέψεις 68 επ.), Van der Hulst (σκέψη 12), Shipping and Forwarding Enterprise Safe (σκέψη 11), Lirussi και Bizzaro (σκέψη 38), και RAR (σκέψη 47).

Top