Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62006CA0445

Υπόθεση C–445/06: Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 24ης Μαρτίου 2009 [αίτηση του Bundesgerichtshof (Γερμανία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Danske Slagterier κατά Bundesrepublik Deutschland (Μέτρα ισοδυνάμου αποτελέσματος — Υγειονομικός έλεγχος — Ενδοκοινοτικό εμπόριο — Νωπό κρέας — Κτηνιατρικοί έλεγχοι — Εξωσυμβατική ευθύνη κράτους μέλους — Χρόνος παραγραφής — Προσδιορισμός της ζημίας)

ΕΕ C 113 της 16.5.2009, p. 2–3 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

16.5.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 113/2


Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 24ης Μαρτίου 2009 [αίτηση του Bundesgerichtshof (Γερμανία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Danske Slagterier κατά Bundesrepublik Deutschland

(Υπόθεση C–445/06) (1)

(Μέτρα ισοδυνάμου αποτελέσματος - Υγειονομικός έλεγχος - Ενδοκοινοτικό εμπόριο - Νωπό κρέας - Κτηνιατρικοί έλεγχοι - Εξωσυμβατική ευθύνη κράτους μέλους - Χρόνος παραγραφής - Προσδιορισμός της ζημίας)

2009/C 113/03

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Bundesgerichtshof

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Danske Slagterier

κατά

Bundesrepublik Deutschland

Αντικείμενο

Αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως — Bundesgerichtshof — Ερμηνεία του άρθρου 28 ΕΚ και των άρθρων 5, παράγραφος 1, στοιχείο ιε', και 6, παράγραφος 1, στοιχείο β', περίπτωση iii, της οδηγίας 64/433/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 1964, περί υγειονομικών προβλημάτων στον τομέα των ενδοκοινοτικών συναλλαγών νωπών κρεάτων (EE ειδ. έκδ. 03/001, σ. 129), όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 91/497/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 29ης Ιουλίου 1991 (ΕΕ L 268, σ. 69), σε συνδυασμό με τα άρθρα 5, παράγραφος 1, 7 και 8, της οδηγίας 89/662/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 1989, σχετικά με τους κτηνιατρικούς ελέγχους που εφαρμόζονται στο ενδοκοινοτικό εμπόριο με προοπτική την υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς (ΕΕ L 395, σ. 13) — Ερμηνεία του κοινοτικού δικαίου στον τομέα εξωσυμβατικής ευθύνης ενός κράτους μέλους λόγω παραβιάσεως του κοινοτικού δικαίου — Χρόνος παραγραφής — Προσδιορισμός της προς αποκατάσταση ζημίας και υποχρεώσεις του ζημιωθέντος

Διατακτικό

1)

Οι ιδιώτες οι οποίοι ζημιώθηκαν από τη μη ορθή μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο και εφαρμογή των οδηγιών 64/433/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 1964, περί υγειονομικών προβλημάτων στον τομέα των ενδοκοινοτικών συναλλαγών νωπών κρεάτων, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 91/497/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 29ης Ιουλίου 1991, και 89/662/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 1989, σχετικά με τους κτηνιατρικούς ελέγχους που εφαρμόζονται στο ενδοκοινοτικό εμπόριο με προοπτική την υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς, μπορούν να επικαλεσθούν το δικαίωμα της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων προκειμένου να μπορέσουν να θεμελιώσουν την ευθύνη του Δημοσίου λόγω παραβιάσεως του κοινοτικού δικαίου.

2)

Το κοινοτικό δίκαιο δεν επιβάλλει, όταν η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων έχει κινήσει διαδικασία λόγω παραβάσεως βάσει του άρθρου 226 ΕΚ, τη διακοπή ή την αναστολή, κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αυτής, της προβλεπόμενης από την εθνική νομοθεσία παραγραφής του δικαιώματος αποζημιώσεως, λόγω της ευθύνης του Δημοσίου συνεπεία παραβιάσεως του κοινοτικού δικαίου.

3)

Το κοινοτικό δίκαιο δεν εμποδίζει την έναρξη του χρόνου παραγραφής μιας αξιώσεως αποζημιώσεως λόγω ευθύνης του Δημοσίου, συνεπεία μη ορθής μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο μιας οδηγίας, από την ημερομηνία κατά την οποία επήλθαν οι πρώτες ζημιογόνες συνέπειες αυτής της μη ορθής μεταφοράς και είναι προβλέψιμες οι μετέπειτα ζημιογόνες συνέπειες, έστω και αν η ημερομηνία αυτή είναι προγενέστερη της ορθής μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο της οδηγίας αυτής.

4)

Το κοινοτικό δίκαιο δεν εμποδίζει την εφαρμογή εθνικής κανονιστικής ρυθμίσεως η οποία προβλέπει ότι ο ιδιώτης δεν μπορεί να επιτύχει την αποκατάσταση της ζημίας της οποίας την επέλευση παρέλειψε, εκ προθέσεως ή εξ αμελείας, να εμποδίσει ασκώντας ένδικο βοήθημα, υπό την προϋπόθεση ότι η άσκηση του ενδίκου αυτού βοηθήματος μπορεί ευλόγως να απαιτηθεί από τον ζημιωθέντα, πράγμα που εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εκτιμήσει, λαμβάνοντας υπόψη το σύνολο των περιστάσεων της υποθέσεως της κύριας δίκης. Η πιθανότητα υποβολής εκ μέρους του εθνικού δικαστηρίου αιτήσεως εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ ή η ύπαρξη εκκρεμούς ενώπιον του Δικαστηρίου προσφυγής λόγω παραβάσεως δεν μπορούν, αυτές καθεαυτές, να συνιστούν επαρκή λόγο για να συναχθεί το συμπέρασμα ότι δεν είναι εύλογη η άσκηση ενός ενδίκου βοηθήματος.


(1)  ΕΕ C 326 της 30.12.2006.


Top