EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62005CO0242

Διάταξη του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα) της 27ης Ιουνίου 2006.
G. M. van de Coevering κατά Hoofd van het District Douane Roermond van de rijksbelastingdienst.
Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Gerechtshof te 's-Hertogenbosch - Κάτω Χώρες.
Άρθρο 104, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, του Κανονισμού Διαδικασίας - Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών - Μίσθωση αυτοκινήτου οχήματος εντός κράτους μέλους άλλου από το κράτος κατοικίας - Φόρος επιβαλλόμενος επί των οχημάτων που δεν έχουν ταξινομηθεί στο επιβάλλον τον φόρο κράτος αλλά τίθενται στη διάθεση κατοίκων του - Κανόνες εισπράξεως.
Υπόθεση C-242/05.

Συλλογή της Νομολογίας 2006 I-05843

ECLI identifier: ECLI:EU:C:2006:430

Υπόθεση C-242/05

G. M. van de Coevering

κατά

Hoofd van het District Douane Roermond van de rijksbelastingdienst

(αίτηση του Gerechtshof te’s-Hertogenbosch

για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)

«Άρθρο 104, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, του Κανονισμού Διαδικασίας — Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών — Μίσθωση αυτοκινήτου οχήματος εντός κράτους μέλους άλλου από το κράτος κατοικίας — Φόρος επιβαλλόμενος επί των οχημάτων που δεν έχουν ταξινομηθεί στο επιβάλλον τον φόρο κράτος αλλά τίθενται στη διάθεση κατοίκων του — Κανόνες εισπράξεως»

Διάταξη του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα) της 27ης Ιουνίου 2006 

Περίληψη της διατάξεως

Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών — Περιορισμοί

(Άρθρα 49 ΕΚ έως 55 ΕΚ)

Τα άρθρα 49 ΕΚ έως 55 ΕΚ δεν επιτρέπουν εθνική νομοθεσία κράτους μέλους η οποία επιβάλλει σε φυσικό πρόσωπο, κάτοικο αυτού του κράτους μέλους, το οποίο μισθώνει όχημα ταξινομημένο εντός άλλου κράτους μέλους, κατά την πρώτη χρησιμοποίηση του οχήματος αυτού στο οδικό δίκτυο του πρώτου κράτους μέλους, την καταβολή ολόκληρου του ποσού του φόρου ταξινομήσεως, χωρίς να λαμβάνει υπόψη τη διάρκεια της χρησιμοποιήσεως του εν λόγω οδικού δικτύου και χωρίς το εν λόγω πρόσωπο να έχει τη δυνατότητα να τύχει απαλλαγής ή να ζητήσει επιστροφή του φόρου, όταν το όχημα ούτε προορίζεται να χρησιμοποιείται ουσιαστικά επί μονίμου βάσεως εντός του πρώτου κράτους μέλους ούτε, στην πράξη, χρησιμοποιείται κατ’ αυτόν τον τρόπο.

(βλ. σκέψη 33 και διατακτ.)




ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα)

της 27ης Ιουνίου 2006 (*)

«Άρθρο 104, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, του Κανονισμού Διαδικασίας – Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών – Μίσθωση αυτοκινήτου οχήματος εντός κράτους μέλους άλλου από το κράτος κατοικίας – Φόρος επιβαλλόμενος επί των οχημάτων που δεν έχουν ταξινομηθεί στο επιβάλλον τον φόρο κράτος αλλά τίθενται στη διάθεση κατοίκων του – Κανόνες εισπράξεως»

Στην υπόθεση C-242/05,

με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το Gerechtshof te ’s-Hertogenbosch (Κάτω Χώρες) με απόφαση της 31ης Μαΐου 2005, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 3 Ιουνίου 2005, στο πλαίσιο της δίκης

G. M. van de Coevering

κατά

Hoofd van het District Douane Roermond van de rijksbelastingdienst,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τέταρτο τμήμα),

συγκείμενο από τους K. Schiemann, πρόεδρο τμήματος, N. Colneric και K. Lenaerts (εισηγητή), δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: P. Mengozzi

γραμματέας: R. Grass

κρίνοντας ότι πρέπει να αποφανθεί με αιτιολογημένη διάταξη σύμφωνα με το άρθρο 104, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, του Κανονισμού Διαδικασίας,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα,

εκδίδει την ακόλουθη

Διάταξη

1       Η αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία των άρθρων 49 ΕΚ έως 55 ΕΚ

2       Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ του G. M. van de Coevering (στο εξής: προσφεύγων) και του hoofd van het District Douane Roermond van de rijksbelastingdienst (προϊσταμένου της φορολογικής υπηρεσίας του District Douane Roermond), σχετικά με πράξη βεβαιώσεως φόρου οφειλομένου λόγω της χρησιμοποιήσεως στο ολλανδικό οδικό δίκτυο επιβατηγού οχήματος μισθωμένου και ταξινομημένου στο Βέλγιο.

 Η εθνική νομοθεσία

3       Το άρθρο 1 του νόμου του 1992 περί φορολογίας επιβατηγών αυτοκινήτων και μοτοσυκλετών (Wet op de belasting van personenauto’s en motorrijwielen 1992, στο εξής: νόμος), όπως ίσχυε έως την 1η Ιανουαρίου 2002, ορίζει τα ακόλουθα:

«1.      Με την ονομασία “φόρος επιβατηγών αυτοκινήτων και μοτοσυκλετών” επιβάλλεται φόρος για επιβατηγά αυτοκίνητα και μοτοσυκλέτες.

2.      Ο φόρος οφείλεται για την ταξινόμηση επιβατηγών αυτοκινήτων και μοτοσυκλετών στο δυνάμει του Wegenverkeerswet [κώδικα οδικής κυκλοφορίας) του 1994 τηρούμενο μητρώο καταχωριζομένων αριθμών κυκλοφορίας.

[…]

5.      Στην περίπτωση κατά την οποία μη ταξινομηθέν επιβατηγό αυτοκίνητο ή μη ταξινομηθείσα μοτοσυκλέτα βρίσκεται πράγματι στη διάθεση φυσικού ή νομικού προσώπου κατοικούντος/εγκατεστημένου στις Κάτω Χώρες, ο φόρος οφείλεται από την έναρξη της χρήσεως του εν λόγω οχήματος με κινητήρα στο ολλανδικό οδικό δίκτυο κατά την έννοια του κώδικα οδικής κυκλοφορίας.»

4       Το άρθρο 5, παράγραφος 2, του νόμου ορίζει τα εξής:

«Για μη ταξινομηθέν επιβατηγό αυτοκίνητο ή μη ταξινομηθείσα μοτοσυκλέτα, ο φόρος καταβάλλεται από τον έχοντα πράγματι στη διάθεσή του το όχημα με κινητήρα.»

5       Το άρθρο 6 του νόμου ορίζει τα ακόλουθα:

«1.      Ο φόρος πρέπει να εξοφλείται βάσει δηλώσεως.

2.      Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 10, παράγραφος 2, και το άρθρο 19, παράγραφος 3, του Algemene Wet inzake Rijksbelastingen [γενικού νόμου περί κρατικών φόρων]:

a.      Η καταβολή του φόρου γίνεται

1°      προτού χορηγηθεί ονομαστικώς αριθμός κυκλοφορίας, όταν ο φόρος οφείλεται λόγω ταξινομήσεως·

2°      πριν από την πρώτη χρήση, όταν ο φόρος οφείλεται λόγω ενάρξεως της χρήσεως του οχήματος στο εθνικό οδικό δίκτυο.

b.      Η δήλωση πραγματοποιείται συγχρόνως με την πληρωμή.

3.      Με υπουργική απόφαση μπορούν να θεσπίζονται κανόνες προβλέποντες, κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2, στοιχείο b, απαλλαγή από την καταβολή φόρου πριν από την έναρξη της χρήσεως στο εθνικό οδικό δίκτυο.

4.      Όταν, στις περιπτώσεις της παραγράφου 3, ο έχων πράγματι στη διάθεσή του μη ταξινομηθέν επιβατηγό αυτοκίνητο ή μη ταξινομηθείσα μοτοσυκλέτα δεν είναι σε θέση, κατά τη διενέργεια ελέγχου από υπαλλήλους της κρατικής φορολογικής αρχής ή της υπηρεσίας διώξεως εγκλήματος κατά το άρθρο 141 του Wetboek van Strafvordering [κώδικα ποινικής δικονομίας], να αποδείξει ότι έχει καταβληθεί φόρος, ο φόρος πρέπει να καταβάλλεται αμέσως.»

6       Το άρθρο 9, παράγραφος 1, του νόμου, όπως ίσχυε έως τις 30 Ιουνίου 2001, ορίζει τα ακόλουθα:

«1.      Ο φόρος για επιβατηγό αυτοκίνητο είναι το 45,2 % επί της καθαρής τιμής καταλόγου, μειωμένος κατά 3 394 ολλανδικά φιορίνια (NLG)· σε περίπτωση επιβατηγού αυτοκινήτου που κινείται με κινητήρα αναφλέξεως με συμπίεση, ο φόρος είναι 45,2 % επί της καθαρής τιμής καταλόγου,

a.      προσαυξημένος κατά 722 NLG ή

b.      μειωμένος κατά 478 NLG όταν η εκπομπή καυσαερίων του αυτοκινήτου δεν υπερβαίνει τις οριακές τιμές εκπομπών που ορίστηκαν για το 2005.

[…]»

7       Το άρθρο 4, παράγραφος 3, της Uitvoeringsbesluit belasting van personenauto’s en motorrijwielen 1992 (εκτελεστικής υπουργικής αποφάσεως για τον φόρο επιβατηγών αυτοκινήτων και μοτοσυκλετών του 1992, στο εξής: εκτελεστική υπουργική απόφαση) ορίζει τα εξής:

«Απαλλαγή για επιβατηγό αυτοκίνητο ή μοτοσυκλέτα που εκμισθώνεται εντός άλλου κράτους μέλους σε φυσικό πρόσωπο που κατοικεί στις Κάτω Χώρες χορηγείται μόνον αν το επιβατηγό αυτοκίνητο ή η μοτοσυκλέτα, το αργότερο κατά τη λήξη της ημέρας που έπεται εκείνης κατά την οποία ο όχημα άρχισε να χρησιμοποιείται στο ολλανδικό οδικό δίκτυο, μεταφέρεται εκτός των Κάτω Χωρών ή παραδίδεται σε ολλανδική εγκατάσταση της εταιρίας εκμισθώσεως.»

 Η διαφορά της κύριας δίκης και το προδικαστικό ερώτημα

8       Ο προσφεύγων, κάτοικος Κάτω Χωρών, μίσθωσε από βελγική εταιρία επιβατηγό αυτοκίνητο ταξινομημένο στο Βέλγιο.

9       Ο hoofd van het District Douane Roermond van de rijksbelastingdienst, έχοντας διαπιστώσει, στις 31 Μαΐου και 21 Ιουνίου 2001, ότι το εν λόγω όχημα στάθμευε και κυκλοφορούσε στο έδαφος των Κάτω Χωρών χωρίς να είναι ταξινομημένο στο κράτος μέλος αυτό, εξέδωσε, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 1, παράγραφος 5, του νόμου, πράξη βεβαιώσεως φόρου ύψους 60 476 NLG (27 565 ευρώ). Επέβαλε επίσης πρόστιμο ίσο προς το 25 % του ποσού αυτού, ήτοι ύψους 15 185 NLG (6 891 ευρώ).

10     Επειδή η ένσταση κατά της πράξεως βεβαιώσεως φόρου και κατά της αποφάσεως περί επιβολής προστίμου δεν ευδοκίμησαν, ο προσφεύγων άσκησε προσφυγή ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου.

11     Στην απόφασή του περί παραπομπής, το Gerechtshof te ’s-Hertogenbosch παρατηρεί ότι, προκειμένου για αυτοκίνητο μισθωμένο είτε στις Κάτω Χώρες είτε εντός άλλου κράτους μέλους, ο φόρος επί των αυτοκινήτων οφείλεται στο σύνολό του και οριστικώς, χωρίς δυνατότητα επιστροφής, μόλις ένα εγκατεστημένο στις Κάτω Χώρες άτομο κυκλοφορήσει για πρώτη φορά στο ολλανδικό οδικό δίκτυο. Το Gerechtshof διερωτάται μήπως ο φόρος αυτός εμποδίζει ένα κάτοικο Κάτω Χωρών να μισθώσει επιβατηγό αυτοκίνητο εντός άλλου κράτους μέλους, ιδίως όταν το χρονικό διάστημα της μισθώσεως υπερβαίνει μεν το διήμερο το οποίο προβλέπει η παράγραφος 3 του άρθρου 4 της εκτελεστικής υπουργικής αποφάσεως, είναι όμως βραχύτερο της από οικονομικής απόψεως διάρκειας ζωής του οχήματος.

12     Πράγματι, για ένα τέτοιο χρονικό διάστημα, ένας κάτοικος Κάτω Χωρών θα προτιμούσε να μισθώσει αυτοκίνητο ταξινομημένο στις Κάτω Χώρες, για το οποίο ο εκμισθωτής θα είχε ήδη καταβάλει τον φόρο επί των αυτοκινήτων, αντί να μισθώσει αυτοκίνητο μη ταξινομημένο στις Κάτω Χώρες για το οποίο δεν θα είχε ακόμα καταβληθεί ο φόρος αυτός. Στην πρώτη περίπτωση, ο εκμισθωτής ενσωματώνει μεν τον καταβληθέντα φόρο στο μίσθωμα, όμως, για κάθε εκμίσθωση διάρκειας βραχύτερης της διάρκειας ζωής του αυτοκινήτου, το ποσό που έχει ενσωματωθεί στο μίσθωμα είναι πάντοτε κατώτερο του συνολικού ποσού του φόρου. Αντιθέτως, στη δεύτερη περίπτωση, ο εκμισθωτής καθίσταται αυτομάτως υπόχρεος προς καταβολή του συνόλου του φόρου, ανεξαρτήτως της διάρκειας της μισθώσεως και της διάρκειας της κυκλοφορίας του οχήματος στο ολλανδικό οδικό δίκτυο. Όμως, ο εκμισθωτής αυτοκινήτου μη ταξινομημένου στις Κάτω Χώρες είναι, στις περισσότερες περιπτώσεις, εγκατεστημένος εκτός Κάτω Χωρών.

13     Ασφαλώς, ο μη εγκατεστημένος στις Κάτω Χώρες εκμισθωτής μπορεί να προβεί στην ταξινόμηση του οχήματος και στην ολοσχερή καταβολή του φόρου προτού το εκμισθώσει σε κάτοικο Κάτω Χωρών, δεν θα είναι, όμως, κανονικά διατεθειμένος να το πράξει εφόσον, στην περίπτωση αυτή, θα υποχρεωθεί είτε να επιβαρύνει τον μισθωτή με ολόκληρο το ποσό του φόρου, πράγμα που θα καθιστούσε το μίσθωμα μη ανταγωνιστικό, είτε να επιβαρυνθεί ο ίδιος με ολόκληρο το ποσό ή μέρος του ποσού του φόρου, πράγμα που θα τον ωθούσε να παραιτηθεί από τη σύναψη της συμβάσεως.

14     Στο μέτρο που ένας εκμισθωτής μπορεί να εμποδίζεται να εκμισθώσει, εντός κράτους μέλους άλλου από τις Κάτω Χώρες, επιβατηγό αυτοκίνητο σε κάτοικο Κάτω Χωρών για περίοδο μεγαλύτερη της περιόδου απαλλαγής αλλά βραχύτερη από τη διάρκεια ζωής του αυτοκινήτου, μπορεί ευλόγως, κατά το αιτούν δικαστήριο, να τεθεί θέμα συμβατού του φόρου τον οποίο καθιερώνει το άρθρο 1, παράγραφος 5, του νόμου με την αρχή της ελεύθερης παροχής των υπηρεσιών.

15     Το αιτούν δικαστήριο, παραπέμποντας στη σκέψη 68 της αποφάσεως της 21ης Μαρτίου 2002, C‑451/99, Cura Anlagen (Συλλογή 2002, σ. I‑3193), διερωτάται κατά πόσον ένα τέτοιο εμπόδιο στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών μπορεί να δικαιολογηθεί από επιτακτικό λόγο γενικού συμφέροντος.

16     Λαμβανομένων υπόψη των σκέψεων 67 έως 69 της ίδιας αποφάσεως, το αιτούν δικαστήριο θεωρεί ότι μπορεί να τεθεί εν αμφιβόλω το συμβατό του εν λόγω φόρου με την αρχή της αναλογικότητας στο μέτρο που, εν προκειμένω, εκδόθηκε πράξη βεβαιώσεως φόρου για το σύνολο του ποσού του φόρου βάσει της διαπιστώσεως και μόνον ότι, σε δεδομένη στιγμή, ο προσφεύγων χρησιμοποιούσε το εν λόγω όχημα επί ολλανδικού εδάφους, χωρίς να έχει αποδειχθεί η πραγματική διάρκεια της μισθώσεως του επιβατηγού αυτοκινήτου ούτε το ακριβές χρονικό διάστημα κατά το οποίο ο προσφεύγων κυκλοφόρησε με το αυτοκίνητο αυτό στο ολλανδικό οδικό δίκτυο.

17     Υπό τις περιστάσεις αυτές, το Gerechtshof te ’s-Hertogenbosch αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

«Στην περίπτωση που ένα φυσικό πρόσωπο, κάτοικος Κάτω Χωρών, έχει συνάψει εντός άλλου κράτους μέλους σύμβαση μισθώσεως επιβατηγού αυτοκινήτου που δεν είναι ταξινομημένο στο τηρούμενο δυνάμει του νόμου περί κώδικα οδικής κυκλοφορίας του 1994 μητρώο και για το οποίο δεν έχει καταβληθεί ο φόρος επί των επιβατηγών αυτοκινήτων και των μοτοσυκλετών τον οποίο καθιερώνει το άρθρο 1, παράγραφος 2, του [νόμου], εμποδίζει το κοινοτικό δίκαιο, και ειδικότερα η ελεύθερη παροχή υπηρεσιών κατά τα άρθρα 49 ΕΚ έως 55 ΕΚ, το [Βασίλειο των Κάτω Χωρών] να απαιτήσει από το πρόσωπο αυτό, δυνάμει του άρθρου 1, παράγραφος 5, του [νόμου], την καταβολή του πλήρους ποσού του φόρου που οφείλεται κατά την πρώτη χρησιμοποίηση, με το αυτοκίνητο αυτό, του ολλανδικού οδικού δικτύου κατά τον νόμο περί κώδικα οδικής κυκλοφορίας του 1994, ανεξαρτήτως της διάρκειας της μισθώσεως του οχήματος και της διάρκειας της χρησιμοποιήσεως του ολλανδικού οδικού δικτύου και χωρίς να παρέχεται στο εν λόγω πρόσωπο η δυνατότητα να επικαλεστεί δικαίωμα απαλλαγής από τον φόρο ή επιστροφής του φόρου;»

 Επί του προδικαστικού ερωτήματος

18     Δυνάμει του άρθρου 104, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, του Κανονισμού Διαδικασίας, όταν η απάντηση σε ερώτημα που έχει υποβληθεί με αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως μπορεί να συναχθεί σαφώς από τη νομολογία, το Δικαστήριο μπορεί να αποφανθεί με αιτιολογημένη διάταξη.

19     Κατά πάγια νομολογία, το άρθρο 49 ΕΚ απαγορεύει την εφαρμογή οποιασδήποτε εθνικής νομοθεσίας η οποία, χωρίς να δικαιολογείται αντικειμενικώς, εμποδίζει τη δυνατότητα του παρέχοντος υπηρεσίες να ασκεί πράγματι το εν λόγω δικαίωμα (βλ., μεταξύ άλλων, προμνησθείσα απόφαση Cura Anlagen, σκέψη 29, και απόφαση της 11ης Μαρτίου 2004, C-496/01, Επιτροπή κατά Γαλλίας, Συλλογή 2004, σ. Ι-2351, σκέψη 64). Εξάλλου, η ελευθερία παροχής υπηρεσιών ισχύει τόσον υπέρ του παρέχοντος τις υπηρεσίες όσο και υπέρ του αποδέκτη των υπηρεσιών (βλ., μεταξύ άλλων, απόφαση της 17ης Φεβρουαρίου 2005, C-134/03, Viacom Outdoor, Συλλογή 2005, σ. Ι-1167, σκέψη 35).

20     Το άρθρο 49 ΕΚ απαγορεύει, επίσης, την εφαρμογή οποιασδήποτε εθνικής νομοθεσίας που έχει ως αποτέλεσμα να καθίσταται η παροχή υπηρεσιών μεταξύ κρατών μελών δυσκολότερη απ’ ό,τι η παροχή υπηρεσιών που πραγματοποιείται αποκλειστικώς στο εσωτερικό ενός κράτους μέλους (απόφαση της 5ης Οκτωβρίου 1994, C-381/93, Επιτροπή κατά Γαλλίας, Συλλογή 1994, σ. Ι-5145, σκέψη 17, και προμνησθείσα απόφαση Cura Anlagen, σκέψη 30).

21     Στην υπόθεση της κύριας δίκης, η ολλανδική νομοθεσία, επιβάλλοντας στους κατοίκους Κάτω Χωρών που μισθώνουν όχημα από επιχείρηση εγκατεστημένη εντός άλλου κράτους μέλους να καταβάλουν το σύνολο του φόρου ταξινομήσεως κατά την πρώτη χρήση του ολλανδικού οδικού δικτύου, τους αποτρέπει να μισθώνουν οχήματα εντός άλλου κράτους μέλους. Επομένως, η υποχρέωση αυτή, έχουσα ως αποτέλεσμα να καθιστά δυσχερέστερες τις διασυνοριακές δραστηριότητες μισθώσεως (βλ., υπό το πνεύμα αυτό, προμνησθείσα απόφαση Cura Anlagen, σκέψεις 37 και 71), συνιστά εμπόδιο στην ελεύθερη παροχή των υπηρεσιών.

22     Ένα τέτοιο μέτρο μπορεί να επιτραπεί μόνο βάσει των παρεκκλίσεων που προβλέπει ρητώς η Συνθήκη ΕΚ στο άρθρο 46, παράγραφος 1, ΕΚ, ή αν δικαιολογείται από επιτακτικούς λόγους γενικού συμφέροντος. Πρέπει όμως, στην περίπτωση αυτή, η εφαρμογή του μέτρου αυτού να είναι κατάλληλη για την επίτευξη του σκοπού τον οποίο επιδιώκει και να μη βαίνει πέραν του αναγκαίου για την επίτευξη του σκοπού αυτού (βλ., υπό το πνεύμα αυτό, προμνησθείσα απόφαση Cura Anlagen, σκέψεις 31 και 32 καθώς και την εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

23     Εκτός από ορισμένες εξαιρέσεις που δεν αφορούν την υπόθεση της κύριας δίκης, η φορολόγηση των αυτοκίνητων οχημάτων δεν έχει εναρμονιστεί. Τα κράτη μέλη είναι, επομένως, ελεύθερα να ασκούν τη φορολογική τους αρμοδιότητα στον τομέα αυτό, υπό την προϋπόθεση ότι την ασκούν σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο (προμνησθείσα απόφαση Cura Anlagen, σκέψη 40).

24     Ένα κράτος μέλος μπορεί να επιβάλει φόρο κατά την ταξινόμηση οχήματος που τίθεται στη διάθεση προσώπου που κατοικεί στο κράτος αυτό από εταιρία εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος, όταν το όχημα αυτό προορίζεται να χρησιμοποιηθεί κυρίως εντός του πρώτου κράτους μέλους κατά τρόπο μόνιμο ή όταν χρησιμοποιείται πράγματι κατ’ αυτόν τον τρόπο (βλ., υπό το πνεύμα αυτό, προμνησθείσα απόφαση Cura Anlagen, σκέψη 42, και διάταξη της 30ής Μαΐου 2006, C‑435/04, Leroy, η οποία δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 14, καθώς και, όσον αφορά εταιρικά οχήματα που τίθενται στη διάθεση εργαζομένων, αποφάσεις της 15ης Σεπτεμβρίου 2005, C‑464/02, Επιτροπή κατά Δανίας, Συλλογή 2005, σ. I‑7929, σκέψεις 75 έως 78· της 15ης Δεκεμβρίου 2005, C-151/04 και C-152/04, Nadin κ.λπ., η οποία δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 41, και της 23ης Φεβρουαρίου 2006, C‑232/03, Επιτροπή κατά Φινλανδίας, μη δημοσιευθείσα στη Συλλογή, σκέψη 47).

25     Στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται να εκτιμήσει τη διάρκεια της επίδικης στην κύρια δίκη συμβάσεως μισθώσεως και τη φύση της πραγματικής χρήσεως του μισθωμένου οχήματος (βλ. προμνησθείσα απόφαση Nadin κ.λπ., σκέψη 42, και προμνησθείσα διάταξη Leroy, σκέψη 15).

26     Όταν δεν πληρούνται οι απαριθμούμενες στη σκέψη 24 της παρούσας διατάξεως προϋποθέσεις, ο σύνδεσμος, με ένα κράτος μέλος, του οχήματος που έχει ταξινομηθεί σε άλλο κράτος μέλος είναι ασθενέστερος, με αποτέλεσμα να είναι αναγκαίος άλλος δικαιολογητικός λόγος για τον επίδικο περιορισμό (προμνησθείσες αποφάσεις Επιτροπή κατά Δανίας, σκέψη 79, και Επιτροπή κατά Φινλανδίας, σκέψη 48).

27     Εν πάση περιπτώσει, ακόμα και αν υποτεθεί ότι υφίσταται τέτοιος δικαιολογητικός λόγος, θα πρέπει ακόμα, όπως διευκρίνισε το Δικαστήριο με τη σκέψη 69 της προμνησθείσας αποφάσεώς του Cura Anlagen, ο φόρος να είναι σύμφωνος προς την αρχή της αναλογικότητας. Προκειμένου για αυστριακό φόρο καταναλώσεως, συνδεόμενο με υποχρέωση ταξινομήσεως οχημάτων μισθωμένων εντός άλλου κράτους μέλους, το Δικαστήριο έκρινε ότι ένας τέτοιος φόρος είναι αντίθετος προς την εν λόγω αρχή στον βαθμό που ο επιδιωκόμενος σκοπός μπορεί να επιτευχθεί με την επιβολή φόρου αναλόγου προς τη διάρκεια ταξινομήσεως του οχήματος στο κράτος εντός του οποίου χρησιμοποιείται, οπότε αποτρέπεται η διάκριση ως προς την απόσβεση του φόρου εις βάρος των επιχειρήσεων leasing αυτοκινήτων που είναι εγκατεστημένες σε άλλα κράτη μέλη.

28     Η ίδια αρχή ισχύει και για νομοθεσία κράτους μέλους η οποία, χωρίς να απαιτεί την ταξινόμηση ενός οχήματος που έχει μισθωθεί και είναι ταξινομημένο στην αλλοδαπή, επιβάλλει φόρο ο οποίος πρέπει να καταβάλλεται κατά την πρώτη χρησιμοποίηση του οχήματος στο οδικό δίκτυο του συγκεκριμένου κράτους μέλους, στον βαθμό που ο επιδιωκόμενος με τον φόρο αυτό σκοπός θα μπορούσε να επιτευχθεί με τη θέσπιση φόρου αναλόγου προς τη διάρκεια της χρησιμοποιήσεως του οχήματος εντός του εν λόγω κράτους.

29     Επομένως, εθνική νομοθεσία η οποία επιβάλλει την εξόφληση φόρου το ποσό του οποίου δεν είναι ανάλογο της χρησιμοποιήσεως του οχήματος εντός του οικείου κράτους μέλους, έστω και αν επιδιώκει θεμιτό σκοπό και σύμφωνο προς τη Συνθήκη, αντιβαίνει στα άρθρα 49 ΕΚ έως 55 ΕΚ όταν εφαρμόζεται σε οχήματα μισθωμένα και ταξινομημένα εντός άλλου κράτους μέλους, τα οποία ούτε προορίζονται να χρησιμοποιούνται ουσιαστικά επί μονίμου βάσεως εντός του πρώτου κράτους μέλους ούτε, στην πράξη, χρησιμοποιούνται κατ’ αυτόν τον τρόπο, εκτός εάν ο σκοπός της δεν μπορεί να επιτευχθεί με τη θέσπιση φόρου αναλόγου προς τη διάρκεια της χρήσεως του οχήματος εντός του εν λόγω κράτους.

30     Προκειμένου για την επίδικη στην κύρια δίκη νομοθεσία, είναι σαφές ότι ο σκοπός της μπορεί να επιτευχθεί με φόρο ανάλογο προς τη διάρκεια της χρήσεως του οχήματος επί ολλανδικού εδάφους. Όντως, η Κυβέρνηση των Κάτω Χωρών ανήγγειλε ότι η νομοθεσία αυτή θα αναπροσαρμοστεί ούτως ώστε, για οχήματα μισθωμένα εντός άλλου κράτους μέλους, ο φόρος θα υπολογίζεται βάσει της διάρκειας της συμβάσεως μισθώσεως.

31     Υπό τις περιστάσεις της υποθέσεως της κύριας δίκης, από τη διάταξη περί παραπομπής προκύπτει ότι ο επίδικος ολλανδικός φόρος επιβλήθηκε στον προσφεύγοντα χωρίς να έχει προηγουμένως εξακριβωθεί η διάρκεια της μισθώσεως του οχήματος ούτε η διάρκεια της χρήσεως του ολλανδικού οδικού δικτύου, καθόσον τα στοιχεία αυτά δεν ασκούν επιρροή κατά την εφαρμογή του ισχύοντος νόμου.

32     Ως εκ τούτου, η επίδικη στην κύρια δίκη νομοθεσία, στον βαθμό που, για οχήματα μισθωμένα και ταξινομημένα εντός άλλου κράτους μέλους τα οποία ούτε προορίζονται να χρησιμοποιούνται ουσιαστικά επί μονίμου βάσεως εντός του πρώτου κράτους μέλους ούτε, στην πράξη, χρησιμοποιούνται κατ’ αυτόν τον τρόπο, επιβάλλει την ολοσχερή καταβολή του φόρου, χωρίς να λαμβάνει υπόψη τη διάρκεια της χρήσεως του ολλανδικού οδικού δικτύου και χωρίς να προβλέπει κάποιο δικαίωμα απαλλαγής ή επιστροφής, επιβάλλει την εξόφληση φόρου το ποσό του οποίου δεν είναι ανάλογο της διάρκειας της χρήσεως του οχήματος εντός του εν λόγω κράτους.

33     Βάσει των ανωτέρω, στο υποβληθέν ερώτημα προσήκει η απάντηση ότι τα άρθρα 49 ΕΚ έως 55 ΕΚ δεν επιτρέπουν εθνική νομοθεσία κράτους μέλους, όπως η επίδικη στην κύρια δίκη, η οποία επιβάλλει σε φυσικό πρόσωπο, κάτοικο αυτού του κράτους μέλους, το οποίο μισθώνει όχημα ταξινομημένο εντός άλλου κράτους μέλους, κατά την πρώτη χρησιμοποίηση του οχήματος αυτού στο οδικό δίκτυο του πρώτου κράτους μέλους, την καταβολή ολόκληρου του ποσού του φόρου ταξινομήσεως, χωρίς να λαμβάνει υπόψη τη διάρκεια της χρησιμοποιήσεως του εν λόγω οδικού δικτύου και χωρίς το εν λόγω πρόσωπο να έχει τη δυνατότητα να τύχει απαλλαγής ή να ζητήσει επιστροφή του φόρου, όταν το όχημα ούτε προορίζεται να χρησιμοποιείται ουσιαστικά επί μονίμου βάσεως εντός του πρώτου κράτους μέλους ούτε, στην πράξη, χρησιμοποιείται κατ’ αυτόν τον τρόπο.

 Επί των δικαστικών εξόδων

34     Δεδομένου ότι η διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν η Κυβέρνηση των Κάτω Χωρών και η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, οι οποίες υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τέταρτο τμήμα) αποφαίνεται:

Τα άρθρα 49 ΕΚ έως 55 ΕΚ δεν επιτρέπουν εθνική νομοθεσία κράτους μέλους, όπως η επίδικη στην κύρια δίκη, η οποία επιβάλλει σε φυσικό πρόσωπο, κάτοικο αυτού του κράτους μέλους, το οποίο μισθώνει όχημα ταξινομημένο εντός άλλου κράτους μέλους, κατά την πρώτη χρησιμοποίηση του οχήματος αυτού στο οδικό δίκτυο του πρώτου κράτους μέλους, την καταβολή ολόκληρου του ποσού του φόρου ταξινομήσεως, χωρίς να λαμβάνει υπόψη τη διάρκεια της χρησιμοποιήσεως του εν λόγω οδικού δικτύου και χωρίς το εν λόγω πρόσωπο να έχει τη δυνατότητα να τύχει απαλλαγής ή να ζητήσει επιστροφή του φόρου, όταν το όχημα ούτε προορίζεται να χρησιμοποιείται ουσιαστικά επί μονίμου βάσεως εντός του πρώτου κράτους μέλους ούτε, στην πράξη, χρησιμοποιείται κατ’ αυτόν τον τρόπο.

(υπογραφές)


* Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική.

Top