Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62003TJ0116

    Απόφαση του Πρωτοδικείου (πέμπτο τμήμα) της 9ης Νοεμβρίου 2004.
    Oreste Montalto κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως.
    Υπάλληλοι - Πρόσληψη - Ανακοίνωση κενής θέσεως.
    Υπόθεση T-116/03.

    Συλλογή της Νομολογίας – Υπαλληλικές Υποθέσεις 2004 I-A-00339; II-01541

    ECLI identifier: ECLI:EU:T:2004:325

    ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (πέμπτο τμήμα)

    της 9ης Νοεμβρίου 2004

    Υπόθεση T-116/03

    Oreste Montalto

    κατά

    Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως

    «Υπάλληλοι – Πρόσληψη – Έκτακτος υπάλληλος – Ανακοίνωση κενής θέσεως – Διαδικασία προσλήψεως»

    Πλήρες κείμενο στη γαλλική γλώσσα II - 0000

    Αντικείμενο:         Προσφυγή-αγωγή έχουσα ως αντικείμενο, αφενός, αίτημα ακυρώσεως της αποφάσεως του Συμβουλίου της 23ης Μαΐου 2002 για τον διορισμό επικουρικού προέδρου τμήματος προσφυγών και προέδρου της υπηρεσίας προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΕΕ 2002, C 130, σ. 2) και, αφετέρου, αίτημα αποζημιώσεως.

    Απόφαση:         Η απόφαση του Συμβουλίου της 23ης Μαΐου 2002 για τον διορισμό επικουρικού προέδρου τμήματος προσφυγών και προέδρου της υπηρεσίας προσφυγών του ΓΕΕΑ ακυρώνεται. Η προσφυγή-αγωγή απορρίπτεται κατά τα λοιπά. Το Συμβούλιο καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα.

    Περίληψη

    1.     Υπάλληλοι – Έκτακτοι υπάλληλοι – Υπάλληλοι βαθμού Α 1 ή Α 2 – Θέση προέδρου των τμημάτων προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς – Πρόσληψη – Συγκριτική εξέταση των προσόντων – Εξουσία εκτιμήσεως της διοικήσεως – Όρια – Τήρηση των προϋποθέσεων της ανακοινώσεως κενής θέσεως και των διαδικαστικών κανόνων που θεσπίστηκαν για την άσκηση της εξουσίας εκτιμήσεως

    (Κανονισμός 40/94 του Συμβουλίου, άρθρα 120 § 1 και 131 § 1)

    2.     Υπάλληλοι – Εξωσυμβατική ευθύνη των κοινοτικών οργάνων – Προϋποθέσεις – Έλλειψη νομιμότητας – Ζημία – Αιτιώδης συνάφεια – Βάρος αποδείξεως

    3.     Υπάλληλοι – Προσφυγή – Αγωγή αποζημιώσεως – Ακύρωση της προσβαλλομένης παράνομης πράξεως – Προσήκουσα ικανοποίηση της ηθικής βλάβης

    1.     Η αρχή που είναι εξουσιοδοτημένη για τη σύναψη των συμβάσεων προσλήψεως διαθέτει, ειδικά όταν η προς κάλυψη θέση είναι πολύ υψηλού επιπέδου και αντιστοιχεί στους βαθμούς Α 1 ή Α 2, ευρεία εξουσία εκτιμήσεως κατά τη σύγκριση των προσόντων των υποψηφίων. Η άσκηση, ωστόσο, της ευρείας αυτής εξουσίας εκτιμήσεως προϋποθέτει, τουλάχιστον, ότι τηρούνται όλες οι σχετικές διατάξεις, δηλαδή όχι μόνον η ανακοίνωση κενής θέσεως, αλλά και οι τυχόν διαδικαστικοί κανόνες που έχει θεσπίσει η αρχή αυτή για την άσκηση της εξουσίας εκτιμήσεως.

    Συναφώς, στην εξουσιοδοτημένη για τη σύναψη των συμβάσεων προσλήψεως αρχή εναπόκειται να προβαίνει σε ενδελεχή εξέταση των φακέλων υποψηφιότητας και να εφαρμόζει επιμελώς τις απαιτήσεις, μεταξύ άλλων, της ανακοινώσεως κενής θέσεως, ούτως ώστε να απορρίπτει κάθε υποψήφιο που δεν ανταποκρίνεται σε μία από τις απαιτήσεις αυτές, εφόσον αυτές εφαρμόζονται σωρευτικώς. Πράγματι, η ανακοίνωση κενής θέσεως αποτελεί νομικό πλαίσιο το οποίο η αρχή που είναι εξουσιοδοτημένη για τη σύναψη των συμβάσεων προσλήψεως θέτει στον εαυτό της και οφείλει να τηρεί με αυστηρότητα.

    Οι επιταγές αυτές ισχύουν και για το διοικητικό συμβούλιο του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς, όταν αυτό ασκεί την αρμοδιότητα που του απονέμει ο κανονισμός 40/94 για το κοινοτικό σήμα, όσον αφορά τη διαδικασία διορισμού του προέδρου των τμημάτων προσφυγών του οργάνου αυτού. Πράγματι, ακόμα και αν δεν προβαίνει το ίδιο στον διορισμό αυτόν, σ’ αυτό εναπόκειται να καταρτίσει τον πίνακα τριών υποψηφίων βάσει του οποίου το Συμβούλιο προβαίνει στον διορισμό, οπότε διαθέτει ευρεία εξουσία εκτιμήσεως των υποψηφιοτήτων και έχει, ως εκ τούτου, ρόλο λήψεως αποφάσεων.

    (βλ. σκέψεις 63 έως 68 και 107)

    Παραπομπή: ΔΕΚ, 18 Μαρτίου 1993, C-35/92 P, Κοινοβούλιο κατά Frederiksen, Συλλογή 1993, σ. I‑991, σκέψεις 15 και 16· ΠΕΚ, 2 Οκτωβρίου 1996, T-356/94, Vecchi κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 1996, σ. I-A-437 και II-1251, σκέψεις 50 έως 58· ΠΕΚ, 20 Σεπτεμβρίου 2001, T-95/01, Coget κ.λπ. κατά Ελεγκτικού Συνεδρίου, Συλλογή Υπ.Υπ. 2001, σ. I-A-191 και II-879, σκέψη 113· ΠΕΚ, 9 Ιουλίου 2002, T-158/01, Tilgenkamp κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2002, σ. I-A-111 και II-595, σκέψη 58· ΠΕΚ, 18 Σεπτεμβρίου 2003, T-73/01, Παππάς κατά Επιτροπής των Περιφερειών, η οποία δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψεις 52 έως 54

    2.     Για να υπέχει η Κοινότητα εξωσυμβατική ευθύνη πρέπει να συντρέχει ένα σύνολο προϋποθέσεων σχετικά με το παράνομο της προσαπτόμενης στα κοινοτικά όργανα συμπεριφοράς, το υποστατό της προβαλλομένης ζημίας και την ύπαρξη αιτιώδους συναφείας μεταξύ της συμπεριφοράς και της προβαλλομένης ζημίας. Επομένως, έστω και αν αποδεικνύεται πταίσμα ενός οργάνου, ευθύνη της Κοινότητας θεμελιώνεται μόνον αν ο ενάγων κατορθώσει να αποδείξει το υποστατό της ζημίας του.

    (βλ. σκέψεις 125 και 126)

    Παραπομπή: ΠΕΚ, 9 Φεβρουαρίου 1994, T-82/91, Latham κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 1994, σ. I‑A‑15 και II‑61, σκέψη 72· ΠΕΚ, 14 Μαΐου 1998, T‑165/95, Lucaccioni κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 1998, σ. I‑A‑203 και II‑627, σκέψη 57· ΠΕΚ, 24 Απριλίου 2001, T‑172/00, Pierard κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2001, σ. I-A-91 και II-429, σκέψεις 34 και 35

    3.     Η ακύρωση της προσβαλλομένης πράξεως δύναται να αποτελέσει, αυτή καθεαυτή, πρόσφορη και, καταρχήν, επαρκή ικανοποίηση κάθε ηθικής βλάβης την οποία έχει ενδεχομένως υποστεί ο ενάγων.

    (βλ. σκέψη 127)

    Παραπομπή: ΔΕΚ, 7 Φεβρουαρίου 1990, C‑343/87, Culin κατά Επιτροπής, Συλλογή 1990, σ. I‑225, σκέψεις 25 έως 29· ΠΕΚ, 26 Ιανουαρίου 1995, T‑60/94, Pierrat κατά Δικαστηρίου, Συλλογή Υπ.Υπ. 1995, σ. I‑A‑23 και II‑77, σκέψη 62

    Top