Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62003CJ0135

    Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 14ης Ιουλίου 2005.
    Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου της Ισπανίας.
    Παράβαση κράτους μέλους - Κοινοτική κανονιστική ρύθμιση περί του βιολογικού τρόπου παραγωγής γεωργικών προϊόντων και των σχετικών ενδείξεων στα γεωργικά προϊόντα και στα είδη διατροφής - Εθνική νομοθετική ρύθμιση επιτρέπουσα τη χρήση του όρου "bio" για προϊόντα που δεν έχουν παραχθεί με βιολογικό τρόπο παραγωγής.
    Υπόθεση C-135/03.

    Συλλογή της Νομολογίας 2005 I-06909

    ECLI identifier: ECLI:EU:C:2005:457

    Υπόθεση C-135/03

    Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

    κατά

    Βασιλείου της Ισπανίας

    «Παράβαση κράτους μέλους — Κοινοτική κανονιστική ρύθμιση περί του βιολογικού τρόπου παραγωγής γεωργικών προϊόντων και των σχετικών ενδείξεων στα γεωργικά προϊόντα και στα είδη διατροφής — Εθνική νομοθετική ρύθμιση επιτρέπουσα τη χρήση του όρου “bio” για προϊόντα που δεν έχουν παραχθεί με βιολογικό τρόπο παραγωγής»

    Προτάσεις της γενικής εισαγγελέα J. Kokott της 17ης Μαρτίου 2005 

    Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 14ης Ιουλίου 2005 

    Περίληψη της αποφάσεως

    1.     Προσφυγή λόγω παραβάσεως — Εξέταση του βασίμου από το Δικαστήριο — Κατάσταση που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη — Κατάσταση κατά την εκπνοή της ταχθείσας με την αιτιολογημένη γνώμη προθεσμίας

    (Άρθρο 226 ΕΚ)

    2.     Γεωργία — Κοινή γεωργική πολιτική — Βιολογικός τρόπος παραγωγής γεωργικών προϊόντων και παρουσίασή του επί των γεωργικών προϊόντων και των τροφίμων — Κανονισμός 2092/91 — Ενδείξεις υποδηλώνουσες αυτόν τον τρόπο παραγωγής — Χρησιμοποίηση των εν λόγω ενδείξεων και των παραγώγων τους για προϊόντα που δεν έχουν παραχθεί με αυτόν τον τρόπο — Χρησιμοποίηση των όρων «biológico» και «bio» στην Ισπανία — Επιτρέπεται βάσει της τροποποιήσεώς του με τον κανονισμό 1804/1999

    (Κανονισμός 2092/91 του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 1804/1999 του Συμβουλίου, άρθρο 2)

    3.     Προσφυγή λόγω παραβάσεως — Απόδειξη της παραβάσεως — Βαρύνει την Επιτροπή — Τεκμήρια — Δεν επιτρέπονται

    (Άρθρο 226 ΕΚ)

    1.     Η ύπαρξη παραβάσεως πρέπει να εκτιμάται σε συνάρτηση με την κατάσταση του κράτους μέλους, όπως αυτή είχε κατά τη λήξη της ταχθείσας με την αιτιολογημένη γνώμη προθεσμίας. Οι επελθούσες εν συνεχεία μεταβολές δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη από το Δικαστήριο.

    (βλ. σκέψη 31)

    2.     Ο κατάλογος των ενδείξεων που υποδηλώνουν βιολογικό τρόπο παραγωγής, που περιλαμβάνεται στο άρθρο 2 του κανονισμού 2092/91 περί του βιολογικού τρόπου παραγωγής γεωργικών προϊόντων και των σχετικών ενδείξεων στα γεωργικά προϊόντα και στα είδη διατροφής, όπως έχει τροποποιηθεί, ουδόλως έχει εξαντλητικό χαρακτήρα. Συνεπώς, τα κράτη μέλη έχουν τη δυνατότητα, σε περίπτωση αλλαγής των συνηθειών εντός της επικρατείας τους, να καθιερώσουν με την εθνική τους νομοθεσία και άλλους όρους πέραν αυτών που περιλαμβάνονται στον ανωτέρω κατάλογο, προς υποδήλωση του βιολογικού τρόπου παραγωγής.

    Όσον αφορά την ισπανική γλώσσα, εφόσον στον κατάλογο του άρθρου 2 του εν λόγω κανονισμού αναγράφεται μόνο ο όρος «ecológico» και το παράγωγο αυτού «eco», δεν μπορεί να προσαφθεί στην Ισπανική Κυβέρνηση ότι δεν απαγόρευσε στους παραγωγούς μη βιολογικών προϊόντων να χρησιμοποιούν άλλους όρους, όπως, εν προκειμένω, «biológico» ή «bio». Πράγματι, από το γράμμα του εν λόγω άρθρου δεν προκύπτει ότι το παράγωγο «bio», επειδή αναγράφεται στο άρθρο αυτό ως σύνηθες παράγωγο, πρέπει να τυγχάνει ειδικής προστασίας σε όλα τα κράτη μέλη και σε όλες τις γλώσσες, περιλαμβανομένων εκείνων για τις οποίες αναγράφονται, στον κατάλογο του εν λόγω άρθρου, όροι μη αντιστοιχούντες στον γαλλικό όρο «biologique».

    (βλ. σκέψεις 34-36)

    3.     Στο πλαίσιο προσφυγής λόγω παραβάσεως, εναπόκειται στην Επιτροπή να αποδείξει την ύπαρξη της φερόμενης παραβάσεως. Η Επιτροπή οφείλει να προσκομίσει στο Δικαστήριο τα στοιχεία που είναι αναγκαία για τη διαπίστωση της παραβάσεως, χωρίς να έχει τη δυνατότητα να στηριχτεί σε κανένα τεκμήριο.

    (βλ. σκέψη 41)




    ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα)

    της 14ης Ιουλίου 2005 (*)

    «Παράβαση κράτους μέλους – Κοινοτική κανονιστική ρύθμιση περί του βιολογικού τρόπου παραγωγής γεωργικών προϊόντων και των σχετικών ενδείξεων στα γεωργικά προϊόντα και στα είδη διατροφής – Εθνική νομοθετική ρύθμιση επιτρέπουσα τη χρήση του όρου “bio” για προϊόντα που δεν έχουν παραχθεί με βιολογικό τρόπο παραγωγής»

    Στην υπόθεση C-135/03,

    που έχει ως αντικείμενο προσφυγή του άρθρου 226 ΕΚ λόγω παραβάσεως, ασκηθείσα στις 26 Μαρτίου 2003,

    Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τους  G. Berscheid, B. Doherty και F. Jimeno Fernandez, καθώς και την S. Pardo Quintillán, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,

    προσφεύγουσα,

    κατά

    Βασιλείου της Ισπανίας, εκπροσωπούμενου από την N. Díaz Abad και τον E. Braquehais Conesa,

    καθού,

    ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πρώτο τμήμα),

    συγκείμενο από τους P. Jann (εισηγητή), πρόεδρο τμήματος,  K. Lenaerts, J. N. Cunha Rodrigues, M. Ilešič και E. Levits, δικαστές,

    γενικός εισαγγελέας: J. Kokott

    γραμματέας: M. Ferreira, κύρια υπάλληλος διοικήσεως,

    έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της προφορικής διαδικασίας της 3ης Μαρτίου 2005,

    αφού άκουσε τη γενική εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις της κατά τη συνεδρίαση της 17ης Μαρτίου 2005,

    εκδίδει την ακόλουθη

    Απόφαση

    1       Με τη προσφυγή της, η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ζητεί από το Δικαστήριο να αναγνωρίσει ότι το Βασίλειο της Ισπανίας,

    –       διατηρώντας στην εσωτερική του έννομη τάξη και στην πρακτική του τη χρήση του όρου «bio», μόνου ή σε συνδυασμό με άλλους όρους, για προϊόντα που δεν παρήχθησαν με βιολογικό τρόπο παραγωγής, κατά παράβαση του άρθρου 2, σε συνδυασμό με το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΟΚ) 2092/91 του Συμβουλίου, της 24ης Ιουνίου 1991, περί του βιολογικού τρόπου παραγωγής γεωργικών προϊόντων και των σχετικών ενδείξεων στα γεωργικά προϊόντα και στα είδη διατροφής (ΕΕ L 198, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (EK) 1935/95 του Συμβουλίου, της 22ας Ιουνίου 1995 (EE L 186, σ. 1), καθώς και, προκειμένου να περιληφθούν τα κτηνοτροφικά προϊόντα, με τον κανονισμό (ΕΚ) 1804/1999 του Συμβουλίου, της 19ης Ιουλίου 1999 (EE L 222, σ. 1, στο εξής: κανονισμός 2092/91),

    –       παραλείποντας να λάβει τα αναγκαία μέτρα για να εμποδίσει την παραπλανητική χρήση του όρου αυτού, κατά παράβαση του άρθρου 2, σε συνδυασμό με το άρθρο 10α του προπαρατεθέντος τροποποιημένου κανονισμού, και,

    –       παραλείποντας να λάβει μέτρα για την αποφυγή παραπλανήσεως των καταναλωτών σχετικά με τη μέθοδο παρασκευής ή της παραγωγής των τροφίμων, κατά παράβαση του άρθρου 2 του προπαρατεθέντος τροποποιημένου κανονισμού, σε συνδυασμό με το άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, σημείο i, της οδηγίας 2000/13/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαρτίου 2000, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με την επισήμανση, την παρουσίαση και τη διαφήμιση των τροφίμων (ΕΕ L 109, σ. 29), και

    –       διατηρώντας κατά παράβαση των ίδιων διατάξεων, στην αυτόνομη περιφέρεια της Ναβάρας, τη χρήση του όρου «bio», μόνου ή σε συνδυασμό με άλλους όρους, για γαλακτοκομικά προϊόντα για τα οποία χρησιμοποιείται συνήθως και συνεχώς η λέξη αυτή, αλλά που δεν παράγονται σύμφωνα με τον βιολογικό τρόπο παραγωγής,

    παρέβη τον εν λόγω κανονισμό και την ανωτέρω οδηγία και, ειδικότερα, τις προαναφερθείσες διατάξεις.

     Το νομικό πλαίσιο της διαφοράς

     Η κοινοτική νομοθεσία

    2       Με τον κανονισμό 2092/91 θεσπίσθηκε πλαίσιο κοινοτικών κανόνων για τη ρύθμιση της παραγωγής, της επισημάνσεως και του ελέγχου των προϊόντων που παράγονται με βιολογικές μεθόδους παραγωγής. Όπως προκύπτει από την πέμπτη αιτιολογική σκέψη του εν λόγω κανονισμού σκοπός του είναι να διασφαλίσει συνθήκες θεμιτού ανταγωνισμού μεταξύ των παραγωγών βιολογικών προϊόντων, να εξασφαλίσει τη διαφάνεια σε κάθε στάδιο της παραγωγής και της κατεργασίας και να αυξήσει την αξιοπιστία αυτών των προϊόντων ενώπιον των καταναλωτών.

    3       Το άρθρο 2 του εν λόγω κανονισμού προβλέπει ότι:

    «Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ένα προϊόν θεωρείται ότι φέρει ενδείξεις που αναφέρονται στον βιολογικό τρόπο παραγωγής όταν στη σήμανση, τη διαφήμιση ή τα εμπορικά έγγραφα, το προϊόν, τα συστατικά του ή οι πρώτες ύλες ζωοτροφών χαρακτηρίζονται από τις ενδείξεις που χρησιμοποιούνται σε κάθε κράτος μέλος και επιτρέπουν στον αγοραστή να συμπεραίνει ότι το προϊόν, τα συστατικά του ή οι πρώτες ύλες παρήχθησαν σύμφωνα με τους κανόνες παραγωγής που αναφέρονται στο άρθρο 6, και ειδικότερα με τους εξής όρους, ή με τα συνήθως χρησιμοποιούμενα παράγωγά τους (όπως βιο-, οικο- κ.λπ.) ή συντμήσεις αυτών, μόνο ή σε συνδυασμό, εφόσον οι εν λόγω όροι δεν εφαρμόζονται σε γεωργικά προϊόντα που περιέχονται σε τρόφιμα ή πρώτες ύλες ζωοτροφών ή προφανώς δεν έχουν καμία σχέση με τον τρόπο παραγωγής:

    – στα ισπανικά:          ecológico,

    – στα δανικά:                   økologisk,

    – στα γερμανικά:          ökologisch, biologisch,

    – στα ελληνικά:          βιολογικό,

    – στα αγγλικά:          organic,

    – στα γαλλικά:          biologique,

    – στα ιταλικά:                   biologico,

    – στα ολλανδικά:          biologisch,

    – στα πορτογαλικά:          biológico,

    – στα φινλανδικά:          luonnonmukainen,

    – στα σουηδικά:          ekologisk.»

    4       Κατά το άρθρο 5 του εν λόγω κανονισμού:

    «1.      Στην επισήμανση ή διαφήμιση προϊόντος του άρθρου 1, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, είναι δυνατόν να γίνεται αναφορά στο βιολογικό τρόπο παραγωγής μόνον εφόσον:

    α)      οι ενδείξεις αυτές τονίζουν ότι πρόκειται για γεωργικό τρόπο παραγωγής·

    β)      το προϊόν έχει παραχθεί σύμφωνα με τους κανόνες του άρθρου 6 ή έχει εισαχθεί από τρίτες χώρες στο πλαίσια του καθεστώτος που προβλέπεται στο άρθρο 11·

    γ)      έχει παραχθεί ή εισαχθεί από επιχειρηματία που έχει υποβληθεί στα μέτρα ελέγχου που προβλέπονται στα άρθρα 8 και 9·

    […]

    2.      Στην επισήμανση ή διαφήμιση προϊόντος του άρθρου 1, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, μπορεί να γίνεται αναφορά στον βιολογικό τρόπο παραγωγής μόνον εφόσον οι ενδείξεις αυτές δείχνουν ότι πρόκειται για γεωργικό τρόπο παραγωγής και αναφέρονται μαζί με την ένδειξη του εν λόγω γεωργικού προϊόντος όπως έχει παραχθεί στη γεωργική εκμετάλλευση.

    […]»

    5       Το άρθρο 10α του κανονισμού του κανονισμού 2092/91ορίζει ότι:

    «1.      Όταν ένα κράτος μέλος διαπιστώνει, σε προϊόν που προέρχεται από άλλο κράτος μέλος και φέρει ενδείξεις που προβλέπονται στο άρθρο 2 ή/και στο παράρτημα V, παρατυπίες ή παραβάσεις όσον αφορά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, ενημερώνει σχετικά το κράτος μέλος που έχει ορίσει την αρχή ελέγχου ή έχει εγκρίνει τον οργανισμό ελέγχου καθώς και την Επιτροπή.

    2.      Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα προς αποφυγή δόλιας χρησιμοποίησης των ενδείξεων που αναφέρονται στο άρθρο 2 ή/και στο παράρτημα V.»

    6       Επίσης, η οδηγία 2000/13, που αφορά τα τρόφιμα γενικώς, προβλέπει, στο άρθρο 2, παράγραφος 1, αυτής, ότι:

    «1.      Η επισήμανση και οι τρόποι σύμφωνα με τους οποίους πραγματοποιείται δεν πρέπει:

    α)      να είναι φύσεως τέτοιας, ώστε να οδηγεί σε πλάνη τον αγοραστή, ιδίως:

    i)      ως προς τα χαρακτηριστικά του τροφίμου και ιδίως τη φύση, την ταυτότητα, τις ιδιότητες, τη σύνθεση, την ποσότητα, τη διατηρησιμότητα, την καταγωγή ή προέλευση, τον τρόπο παρασκευής ή λήψεως·

    […]».

     Η εθνική νομοθεσία

    7       Το άρθρο 3, παράγραφος 1, του βασιλικού διατάγματος 1852/1993, της 22ας Οκτωβρίου 1993 (BOE αριθ. 283, της 26ης Νοεμβρίου 1993, σ. 33528), περί βιολογικού τρόπου παραγωγής γεωργικών προϊόντων και των σχετικών ενδείξεων στα γεωργικά προϊόντα και στα είδη διατροφής, προέβλεπε αρχικώς:

    «Κατά τις διατάξεις του άρθρου 2 του κανονισμού 2092/91, ένα προϊόν φέρει, εν πάση περιπτώσει, ενδείξεις περί βιολογικού τρόπου παραγωγής όταν επί του προϊόντος αυτού ή των συστατικών του, κατά την επισήμανση, τη διαφήμιση ή επί των σχετικών με αυτό εμπορικών εγγράφων, τίθεται η ένδειξη “ecológico”.

    Ομοίως, μπορούν να χρησιμοποιούνται, πέραν των ειδικών ενδείξεων που μπορούν να προβλέπουν οι αυτόνομες περιφέρειες, οι ενδείξεις: “obtenido sin el empleo de productos químicos de sínteses”, “biológico”, “orgánico”, “biodinámico”, και οι αντίστοιχες σύνθετες λέξεις, καθώς και οι ενδείξεις “eco” και “bio”, συνοδευόμενες ή μη από το όνομα του προϊόντος, το όνομα των συστατικών του ή το εμπορικό του σήμα.»

    8       Το διάταγμα αυτό τροποποιήθηκε με το βασιλικό διάταγμα 506/2001, της 11ης Μαΐου 2001 (BOE 126, της 26ης Μαΐου 2001, σ. 18609. Το τροποποιημένο άρθρο 3, παράγραφος 1, ορίζει ότι:

    «Κατά τις διατάξεις του άρθρου 2 του κανονισμού (ΕΚ) 2092/91, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 1804/1999, ένα προϊόν θεωρείται ότι φέρει ενδείξεις που αναφέρονται στον οικολογικό τρόπο παραγωγής του όταν στη σήμανση, τη διαφήμιση ή τα εμπορικά έγγραφα, το προϊόν, τα συστατικά του ή οι πρώτες ύλες ζωοτροφών χαρακτηρίζονται από τις ενδείξεις “ecológico” ή το πρώτο συνθετικό της εν λόγω λέξεως “eco”, μόνο ή σε συνδυασμό με την ονομασία του προϊόντος, ή του εμπορικού του σήματος.»

    9       Κατά την τρίτη και πέμπτη αιτιολογική σκέψη του εν λόγω βασιλικού διατάγματος, η τροποποίηση αυτή κατέστη αναγκαία προς άρση κάθε αμφιβολίας ως προς τις ενδείξεις οι οποίες, κατά την κοινοτική νομοθεσία, υποδηλώνουν βιολογικό τρόπο παραγωγής και προς αποτροπή της συγχύσεως που θα μπορούσε να προκληθεί στους καταναλωτές, λαμβανομένης υπόψη της πραγματικής καταστάσεως του κλάδου τροφίμων στην Ισπανία, όπου η χρήση της ενδείξεως bio έχει καταστεί συνήθης για την υποδήλωση τροφίμων που έχουν ορισμένα χαρακτηριστικά μη συνδεόμενα με τον βιολογικό τρόπο παραγωγής.

    10     Εξάλλου, όσον αφορά την αυτόνομη περιφέρεια της Ναβάρας, η περιφερειακή κανονιστική απόφαση 617/1999, της 20ής Δεκεμβρίου 1999 (BO της Ναβάρας αριθ. 4, της 10ης Ιανουαρίου 2000) προβλέπει, στο άρθρο 2 αυτής, ότι ένα προϊόν θεωρείται ότι φέρει ενδείξεις υποδηλώνουσες τον βιολογικό τρόπο παραγωγής όταν στην επισήμανσή του φέρει τους όρους «ecológico», «obtenido sin el empleo de productos químicos de síntesis», «biológico», «orgánico», «biodinámico» ή τις συντμήσεις «eco» και «bio».

    11     Με την περιφερειακή κανονιστική απόφαση 212/2000 της 12ης Ιουνίου 2000 (BO της Ναβάρας αριθ. 83, της 10ης Ιουλίου 2000), προστέθηκε στο άρθρο 1 της περιφερειακής κανονιστικής αποφάσεως αριθ. 617/1999 το ακόλουθο εδάφιο:

    «Η ως άνω ρύθμιση δεν εφαρμόζεται επί γαλακτοκομικών προϊόντων για τα οποία εχρησιμοποιείτο συνήθως και συνεχώς η ένδειξη “bio”, καθόσον η ένδειξη αυτή δεν έχει καμία σχέση με τον τρόπο βιολογικής παραγωγής.»

    12     Κατά τις αιτιολογικές σκέψεις αυτής της περιφερειακής κανονιστικής αποφάσεως, για την εν λόγω τροποποίηση ελήφθη υπόψη η πραγματική κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στην περιφέρεια της Ναβάρας, όπου η ένδειξη “bio” επί γαλακτοκομικών προϊόντων δεν εκφράζει, συνήθως, ούτε την ιδέα την έννοια του βιολογικού προϊόντος ούτε υποδηλώνει τον τρόπο βιολογικής παραγωγής.

     Η προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασία

    13     Κατά το στάδιο καταρτίσεως του βασιλικού διατάγματος 506/2001, υποβλήθηκαν στην Επιτροπή πολλές καταγγελίες με τις οποίες εφιστάτο η προσοχή της επί της εν λόγω νομοθετικής τροποποιήσεως, η οποία ερχόταν σε αντίθεση με τις διατάξεις του κανονισμού 2092/91. Δεδομένου ότι το βασιλικό αυτό διάταγμα εκδόθηκε παρά το διάβημα των υπηρεσιών της προς τις ισπανικές αρχές, η Επιτροπή κίνησε την κατά το 226, πρώτο εδάφιο, ΕΚ διαδικασία διαπιστώσεως παραβάσεως.

    14     Αφού έταξε στο Βασίλειο της Ισπανίας προθεσμία προκειμένου να διατυπώσει σχετικώς τις παρατηρήσεις του, η Επιτροπή εξέδωσε, στις 24 Απριλίου 2002, αιτιολογημένη γνώμη με την οποία ζήτησε από το εν λόγω κράτος μέλος να λάβει τα αναγκαία προς συμμόρφωσή του μέτρα εντός προθεσμίας δύο μηνών από της κοινοποιήσεως της αιτιολογημένης γνώμης. Επειδή η Ισπανική Κυβέρνηση δεν έδωσε συνέχεια στην αιτιολογημένη αυτή γνώμη, η Επιτροπή άσκησε την παρούσα προσφυγή.

     Επί της προσφυγής

     Επιχειρήματα των διαδίκων

    15     Κατά την Επιτροπή, το βασιλικό διάταγμα 506/2001, κατά το οποίο μόνο ο όρος «ecológico» και το παράγωγό του «eco» μπορεί να χρησιμοποιείται προς υποδήλωση βιολογικού τρόπου παραγωγής, κατά συνέπεια δε επιτρέπεται η χρησιμοποίηση του όρου «bio» προς επισήμανση προϊόντων που δεν έχουν παραχθεί κατά τον βιολογικό τρόπο παραγωγής, αντιβαίνει προς τα άρθρα 2, 5 και 10α του κανονισμού 2092/91. Το άρθρο 2 του εν λόγω κανονισμού σαφώς απαγορεύει να χρησιμοποιούνται παράγωγα όρων που υποδηλώνουν βιολογικό τρόπο παραγωγής στην επισήμανση προϊόντων που δεν έχουν παραχθεί με βιολογικές μεθόδους. Ο όρος «bio» ρητώς παρατίθεται στο άρθρο αυτό ως παράδειγμα τέτοιου παραγώγου. Το γεγονός ότι, μεταξύ των παρατιθέμενων στο άρθρο αυτό και διατυπωμένων στις διάφορες γλώσσες όρων περιλαμβάνεται, όσον αφορά την ισπανική γλώσσα, μόνο ο όρος «ecológico» δεν επηρεάζει αυτή την ερμηνεία. Η απαρίθμηση αυτή, η οποία εισάγεται με το επίρρημα «ειδικότερα», περιλαμβάνει μόνο παραδείγματα και δεν είναι εξαντλητική.

    16     Η αλληλουχία και ο σκοπός του άρθρου 2 του κανονισμού 2092/91 επιβεβαιώνουν αυτή την ερμηνεία. Πράγματι, θα ήταν αδιανόητο, εντός της Κοινής Αγοράς, να προστατεύεται ο όρος «bio» σε ορισμένα κράτη μέλη όχι όμως σε άλλα.

    17     Εξάλλου, κατά τις κρατούσες στην ισπανική επικράτεια συνήθειες και αντιθέτως προς όσα ισχυρίστηκε η Ισπανική Κυβέρνηση, οι καταναλωτές αποδίδουν την ίδια αξία στις ενδείξεις «ecológico» και «biológico». Τη διαπίστωση αυτή επιβεβαιώνει το βασιλικό διάταγμα 1852/1993, όπως είχε προ της τροποποιήσεώς του, καθόσον προέβλεπε τη δυνατότητα να χρησιμοποιούνται αδιακρίτως είτε οι όροι «biológico» και «bio», είτε οι όροι «ecológico» και «eco», προς υποδήλωση προϊόντων που έχουν παραχθεί με βιολογικό τρόπο παραγωγής. Το ίδιο μπορεί να υποστηριχθεί και αναφορικά με την ισχύουσα στο έδαφος της αυτόνομης περιφέρειας της Ναβάρας ρύθμιση.

    18     Από συγκεκριμένα παραδείγματα προκύπτει ότι οι όροι «ecológico» και «biológico» συχνά χρησιμοποιούνται στην Ισπανία με τον ίδιο τρόπο. Πολυάριθμα προϊόντα που φέρουν στην επισήμανση την ένδειξη «biológicos», περιλαμβάνουν στη συσκευασία τους τη μνεία ότι έχουν παραχθεί με βιολογικό τρόπο παραγωγής. Στον ισπανικό τύπο, επίσης, οι δύο όροι χρησιμοποιούνται αδιακρίτως.

    19     Στις υπηρεσίες της Επιτροπής περιήλθαν καταγγελίες περί παράνομης και παραπλανητικής χρήσεως στην Ισπανία του όρου «bio». Σε μία τέτοια περίπτωση τα κράτη μέλη υποχρεούνται, δυνάμει του άρθρου 10α, παράγραφος 2, του κανονισμού 2092/91, να λάβουν τα επιβαλλόμενα μέτρα. Δεδομένου ότι η Ισπανική Κυβέρνηση παρέλειψε να λάβει τέτοια μέτρα, επιβάλλεται, επίσης, η διαπίστωση ότι παραβιάστηκε η διάταξη αυτή.

    20     Για τους ίδιους λόγους, επειδή, δηλαδή, οι ισπανικές αρχές ανέχονται την παραπλανητική χρήση του όρου «bio», η Επιτροπή υποστηρίζει ότι επιβάλλεται, επίσης, διαπίστωση της εκ μέρους αυτών των αρχών παραβάσεως, του άρθρου 2, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, σημείο i, της οδηγίας 2000/13. Η άδεια εμπορίας με την επισήμανση «biológico» ή «bio» τροφίμων που δεν έχουν παραχθεί με βιολογικό τρόπο παραγωγής παραπλανά τους καταναλωτές ως προς τον τρόπο παραγωγής αυτών των τροφίμων, για τον πρόσθετο λόγο ότι τα πράγματι βιολογικώς παραχθέντα προϊόντα διατίθενται σε τιμές σημαντικά υψηλότερες.

    21     Όσον αφορά, ειδικότερα, την ισχύουσα στην αυτόνομη περιφέρεια της Ναβάρας ρύθμιση, η Επιτροπή ισχυρίζεται ότι ορθώς, κατ’ αυτήν, επιτρέπεται μόνο η χρήση των όρων «biológico» και «bio» προς υποδήλωση προϊόντων που έχουν παραχθεί με βιολογικό τρόπο παραγωγής. Εντούτοις, κακώς η εν λόγω ρύθμιση προβλέπει εξαίρεση για τα γαλακτοκομικά προϊόντα.

    22     Η Ισπανική Κυβέρνηση αμφισβητεί την προβαλλόμενη παράβαση. Ζητεί την απόρριψη της προσφυγής της Επιτροπής και την καταδίκη της στα δικαστικά έξοδα. Κατά την άποψή της, από το γράμμα του άρθρου 2 του κανονισμού 2092/91, όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο για την παρούσα υπόθεση χρόνο, προκύπτει σαφώς ότι, προς υποδήλωση του βιολογικού τρόπου παραγωγής, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι κατά γλώσσες όροι που αναγράφονται στον παρατιθέμενο στο άρθρο αυτό πίνακα. Όσον αφορά την ισπανική γλώσσα, στον πίνακα αυτόν αναγράφεται, ακριβώς, ο όρος «ecológico», και όχι οι όροι «biológico» ή «bio». Συνεπώς, στην Ισπανία, οι παραγωγοί είναι ελεύθεροι να χρησιμοποιούν τους όρους «biológico» ή «bio» προς υποδήλωση προϊόντων που δεν έχουν παραχθεί με τον βιολογικό τρόπο παραγωγής, χωρίς η χρήση αυτή να μπορεί να χαρακτηριστεί παράνομη ή παραπλανητική.

    23     Κατά την εν λόγω κυβέρνηση, εφόσον δεν έχει χωρήσει εναρμόνιση των σχετικών ενδείξεων σε κοινοτικό επίπεδο, πρέπει να γίνουν δεκτές οι διαφορές που υφίστανται μεταξύ των ισχυουσών στα κράτη μέλη κανονιστικών ρυθμίσεων. Αν πράγματι πρόθεση των συντακτών του κανονισμού 2092/91 ήταν να υπαγάγουν την επισήμανση των προϊόντων βιολογικής παραγωγής σε ταυτόσημους κανόνες σε όλα τα κράτη μέλη, θα μπορούσαν να επιβάλουν σε όλα τα κράτη μέλη την χρήση του αυτού όρου, μεταφρασμένου στις διάφορες κοινοτικές γλώσσες. Από τον σχετικό πίνακα, πάντως, προκύπτει ότι αυτό δεν συμβαίνει.

    24     Πράγματι, στην αντίληψη των Ισπανών καταναλωτών, ο όρος «bio», ο οποίος είναι πολύ λιγότερο γνωστός στην Ισπανία από ό,τι στα άλλα κράτη μέλη, δεν σχετίζεται με τον τρόπο βιολογικής παραγωγής, αλλά μάλλον με προϊόντα τα οποία, γενικώς, είναι υγιεινά και ωφέλιμα για την υγεία. Όπως προκύπτει από έρευνα της κοινής γνώμης, η οποία πραγματοποιήθηκε το 1999 στη Μαδρίτη, μόνο το 3 % των ερωτηθέντων σχετίζουν τον όρο «bio» με τον τρόπο βιολογικής παραγωγής, ενώ το 86 % τον σχετίζουν απλώς με γαλακτοκομικά προϊόντα, ιδίως το γιαούρτι. Συνεπώς, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι ο όρος αυτός χρησιμοποιείται στην Ισπανία προς υποδήλωση του βιολογικού τρόπου παραγωγής.

    25     Κατά συνέπεια, η Ισπανική Κυβέρνηση αποκρούει τις αιτιάσεις περί παραβάσεως των άρθρων 2, 5, και 10α του κανονισμού 2092/91 καθώς και του άρθρου 2 της οδηγίας 2000/13. Εφόσον από την προαναφερθείσα έρευνα της κοινής γνώμης προκύπτει ότι η μεγάλη πλειοψηφία των Ισπανών καταναλωτών δεν σχετίζει τον όρο «bio» με τον τρόπο βιολογικής παραγωγής, η επίμαχη πρακτική δεν μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την παραπλάνησή τους.

    26     Η Επιτροπή αμφισβητεί την αντικειμενικότητα, την αξιοπιστία και την λυσιτέλεια αυτής της έρευνας της κοινής γνώμης. Υποστηρίζει ότι, λόγω της ταχύτατης μεταβολής της έννοιας ορισμένων από τους όρους που χρησιμοποιούνται στον οικείο τομέα, έρευνα πραγματοποιηθείσα το 1999 στερείται σημασίας σε σχέση με τη διαμορφωθείσα κατά το έτος 2002 κατάσταση. Επιπροσθέτως, η συγκεκριμένη έρευνα πραγματοποιήθηκε μεταξύ πολύ μικρού αριθμού προσώπων και, λαμβανομένων υπόψη των υποβληθέντων ερωτημάτων και των χρησιμοποιηθεισών μεθόδων, δεν μπορεί να συναχθεί από αυτήν κανένα κρίσιμο συμπέρασμα.

    27     Κατά την προφορική διαδικασία, η Ισπανική Κυβέρνηση επισήμανε, απαντώντας σε ερώτηση του Δικαστηρίου, ότι στις περισσότερες αυτόνομες περιοχές ισχύουν περιφερειακές ρυθμίσεις ταυτόσημες με αυτήν που ισχύει στο έδαφος της αυτόνομης περιφέρειας της Ναβάρας, επιτρέπουσες να γίνεται αδιακρίτως χρήση, πέραν των όρων «ecológico» και «eco», πολλών άλλων όρων προς υποδήλωση προϊόντων που έχουν παραχθεί με βιολογικό τρόπο παραγωγής, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται, συχνά, οι όροι «biológico» και «bio».

    28     Στο πλαίσιο της προφορικής διαδικασίας οι διάδικοι διατύπωσαν, επίσης, τη γνώμη τους επί του κατά πόσον θα μπορούσε να επηρεάσει την επίλυση της διαφοράς η τροποποίηση του κανονισμού 2092/91 με τον κανονισμό (ΕΚ) 392/2004 του Συμβουλίου, της 24ης Φεβρουαρίου 2004 (EE L 65, σ. 1), και με την πράξη περί των όρων προσχωρήσεως στην Ευρωπαϊκή Ένωση της Τσεχνικής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Εσθονίας, της Κυπριακής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Λετονίας, της Δημοκρατίας της Λιθουανίας, της Δημοκρατίας της Ουγγαρίας, της Δημοκρατίας της Μάλτας, της Δημοκρατίας της Πολωνίας, της Δημοκρατίας της Σλοβενίας και της Σλοβακικής Δημοκρατίας και των προσαρμογών των Συνθηκών επί των οποίων βασίζεται η Ευρωπαϊκή Ένωση (EE 2003, L 236, σ. 346).

    29     Πράγματι, με τον κανονισμό 392/2004 προστέθηκε, στο άρθρο 2 του κανονισμού 2092/91, διάταξη κατά την οποία οι απαριθμούμενοι στο άρθρο αυτό όροι στις διάφορες γλώσσες «θεωρούνται ενδείξεις αναφερόμενες στη βιολογική μέθοδο παραγωγής σε όλη την Κοινότητα και σε όλες τις επίσημες κοινοτικές γλώσσες». Το κατ’ αυτόν τον τρόπο τροποποιηθέν άρθρο 2 αποτελεί, ιδίως, αντικείμενο της προδικαστικής παραπομπής επί της οποίας εκδόθηκε η υπό σημερινή ημερομηνία απόφαση του Δικαστηρίου Comité Andaluz de Agricultura Ecológica (C-107/04, που δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στη Συλλογή).

    30     Ενώ η Επιτροπή υποστηρίζει ότι η τελευταία αυτή τροποποίηση του άρθρου 2 του κανονισμού 2092/91 έχει απλώς επιβεβαιωτικό χαρακτήρα του σιωπηρού περιεχομένου της εν λόγω διατάξεως προ της τροποποιήσεώς της, εντούτοις, η Ισπανική Κυβέρνηση υποστηρίζει ότι πρόκειται για ουσιαστική τροποποίηση η οποία, πάντως, δεν επηρεάζει την παρούσα προσφυγή λόγω παραβάσεως.

     Εκτίμηση του Δικαστηρίου

    31     Αρχικώς, επιβάλλεται να υπομνησθεί ότι, κατά πάγια νομολογία, η ύπαρξη παραβάσεως πρέπει να εκτιμάται σε συνάρτηση με την κατάσταση του κράτους μέλους, όπως αυτή είχε κατά τη λήξη της ταχθείσας με την αιτιολογημένη γνώμη προθεσμίας (βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 16ης Ιανουαρίου 2003, C-63/02, Επιτροπή κατά Ηνωμένου Βασιλείου, σ. I-821, σκέψη 11, και της 14ης Απριλίου 2005, C-341/02, Επιτροπή κατά Γερμανίας, που δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 33). Οι εν συνεχεία επελθούσες μεταβολές δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη από το Δικαστήριο (βλ., μεταξύ άλλων, απόφαση της 18ης Νοεμβρίου 2004, C-482/03, Επιτροπή κατά Ιρλανδίας, που δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 11).

    32     Δεδομένου ότι η αιτιολογημένη γνώμη της Επιτροπής φέρει ημερομηνία 24 Απριλίου 2002 και η ταχθείσα στο Βασίλειο της Ισπανίας προθεσμία ήταν δίμηνη, η ύπαρξη της προβαλλομένης παραβάσεως πρέπει να εκτιμηθεί σε σχέση με τον κανονισμό 2092/91, και όχι σε σχέση με τον ως άνω κανονισμό μετά την τροποποίησή του με τον κανονισμό 392/2004.

    33     Το άρθρο 2 του κανονισμού 2092/91 αναφέρεται, όσον αφορά την επισήμανση, τη διαφήμιση και τα εμπορικά έγγραφα προϊόντων που έχουν παραχθεί με βιολογικό τρόπο παραγωγής, στις «ενδείξεις που χρησιμοποιούνται σε κάθε κράτος μέλος και επιτρέπουν στον αγοραστή να συμπεράνει ότι το προϊόν […] [παρήχθη] σύμφωνα με τους κανόνες [βιολογικής] παραγωγής» και «ειδικότερα» στους «όρους […] ή τα συνήθως χρησιμοποιούμενα παράγωγά τους» που περιλαμβάνονται σε πίνακα αναγράφοντα, για κάθε μία από τις τότε ένδεκα επίσημες γλώσσες της Κοινότητας, ένα ή δύο όρους. Στον πίνακα αυτόν, όσον αφορά πέντε από τις έντεκα γλώσσες, αναγράφεται ένας μόνο όρος αντίστοιχος του γαλλικού όρου «biologique». Όσον αφορά τρεις άλλες γλώσσες αναγράφεται ένας μόνο όρος αντίστοιχος του γαλλικού όρου «écologique». Όσον αφορά τη γερμανική γλώσσα, αναγράφονται αδιακρίτως δύο όροι αντιστοιχούντες στους δύο ανωτέρω όρους, και, όσον αφορά τις δύο απομένουσες γλώσσες, αναγράφεται ένας μόνο όρος.

    34     Ο κατάλογος αυτός, ο οποίος εισάγεται με το επίρρημα «ειδικότερα», ουδόλως έχει εξαντλητικό χαρακτήρα. Συνεπώς, τα κράτη μέλη έχουν τη δυνατότητα, σε περίπτωση αλλαγής των συνηθειών εντός της επικρατείας τους, να καθιερώσουν με την εθνική τους νομοθεσία και άλλους όρους πέραν αυτών που περιλαμβάνονται στον ανωτέρω κατάλογο, προς υποδήλωση του βιολογικού τρόπου παραγωγής.

    35     Το γράμμα του άρθρου 2 του κανονισμού 2092/91, όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο για την παρούσα προσφυγή λόγω παραβάσεως χρόνο, είναι σαφές ως προς το ζήτημα αυτό. Εφόσον, όσον αφορά την ισπανική γλώσσα, στον κατάλογο του εν λόγω άρθρου αναγράφεται μόνο ο όρος «ecológico» και το παράγωγο αυτού «eco», δεν μπορεί να προσαφθεί στην Ισπανική Κυβέρνηση ότι δεν απαγόρευσε στους παραγωγούς μη βιολογικών προϊόντων να χρησιμοποιούν άλλους όρους, όπως, εν προκειμένω, «biológico» ή «bio».

    36     Αντιθέτως προς όσα υποστηρίζει η Επιτροπή, από το γράμμα του εν λόγω άρθρου 2 δεν προκύπτει ότι το παράγωγο «bio», επειδή αναγράφεται στο άρθρο αυτό ως σύνηθες παράγωγο, τυγχάνει ειδικής προστασίας σε όλα τα κράτη μέλη και σε όλες τις γλώσσες, περιλαμβανομένων εκείνων για τις οποίες αναγράφονται, στον κατάλογο του εν λόγω άρθρου, όροι μη αντιστοιχούντες στον γαλλικό όρο «biologique». Όπως υπογραμμίστηκε ανωτέρω, αυτό συνέβαινε κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών όσον αφορά πέντε από τα δέκα πέντε κράτη μέλη. Πράγματι, η κατά το άρθρο 2 του κανονισμού 2092/91 μνεία στα παράγωγα «bio, éco κ.λπ.» δεν δικαιολογεί ιδιαίτερη μεταχείριση μόνο του όρου «bio».

    37     Καίτοι θα ήταν ευκταία, λαμβανομένης υπόψη της διαρκώς αυξανόμενης σημασίας της αγοράς βιολογικών προϊόντων σε κοινοτικό επίπεδο, η εναρμόνιση των σχετικών με τα προϊόντα αυτά ενδείξεων, εντούτοις, απόκειται στον κοινοτικό νομοθέτη να ανταποκριθεί σε μια τέτοια ανάγκη. Η τροποποίηση του άρθρου 2 του κανονισμού 2092/91 με τον κανονισμό 392/2004 υποδηλώνει την προς μία τέτοια κατεύθυνση εξέλιξη. Όπως προκύπτει από την υπό σημερινή ημερομηνία προαναφερθείσα απόφαση Comité Andaluz de Agricultura Ecológica, το ούτως τροποποιηθέν άρθρο 2 έχει, πράγματι, την έννοια ότι οι όροι που απαριθμεί πρέπει να τυγχάνουν προστασίας σε όλες τις επίσημες γλώσσες της Κοινότητας.

    38     Εντούτοις, η τροποποίηση αυτή δεν επηρεάζει την προηγούμενη νομική κατάσταση, βάσει της οποίας πρέπει να κριθεί η παρούσα προσφυγή λόγω παραβάσεως. Πράγματι, η υιοθέτηση νέας τροποποιήσεως του άρθρου 2 του κανονισμού 2092/91 υποδηλώνει μάλλον τη βούληση του νομοθέτη να τροποποιήσει το άρθρο αυτό και όχι να το αφήσει ως έχει. Αν δεν υπήρχε τέτοια βούληση, δεν θα ήταν αναγκαία η υιοθέτηση αυτής της νομοθετικής τροποποιήσεως.

    39     Τέλος, η Επιτροπή δεν μπορεί να υποστηρίζει ότι το Βασίλειο της Ισπανίας ήταν υποχρεωμένο να προβλέψει ότι, πέραν της χρησιμοποιήσεως μόνο του όρου «ecológico» και του παραγώγου του «eco» έπρεπε, επίσης, και ο όρος «bio» να χρησιμοποιείται αποκλειστικώς προς υποδήλωση προϊόντων παραχθέντων κατά τον βιολογικό τρόπο παραγωγής, λόγω χρήσεως του όρου αυτού στην Ισπανία κατά τρόπο δημιουργούντα, παρά ταύτα, στους καταναλωτές την εντύπωση ότι υποδηλώνει βιολογικό τρόπο παραγωγής.

    40     Βεβαίως, όπως υποστηρίζει η Επιτροπή, το περιεχόμενο της εθνικής νομοθεσίας προ της επελθούσας με το βασιλικό διάταγμα 506/2001 τροποποιήσως και η ισχύουσα στην αυτόνομη περιφέρεια της Ναβάρας νομοθεσία αποτελούν, σχετικώς, σημαντικές ενδείξεις. Το ίδιο ισχύει και αναφορικά με τις πληροφορίες που παρέσχε η Ισπανική Κυβέρνηση κατά την προφορική διαδικασία, απαντώντας σε ερώτηση του Δικαστηρίου, κατά της οποίες, σε πολλές περιφέρειες, χρησιμοποιούνται αποκλειστικώς οι όροι «biológico» και «bio» προς υποδήλωση προϊόντων προερχομένων από βιολογικό τρόπο παραγωγής. Επιπροσθέτως, οι αμφιβολίες που διατύπωσε η Επιτροπή ως προς την έρευνα της κοινής γνώμης που επικαλέσθηκε η Ισπανική Κυβέρνηση δεν στερούνται, εκ πρώτης όψεως, βάσεως.

    41     Πάντως, επιβάλλεται να υπομνησθεί ότι, κατά πάγια νομολογία, στο πλαίσιο προσφυγής λόγω παραβάσεως, εναπόκειται στην Επιτροπή να αποδείξει την ύπαρξη της φερόμενης παραβάσεως. Η Επιτροπή οφείλει να προσκομίσει στο Δικαστήριο τα στοιχεία που είναι αναγκαία για τη διαπίστωση της παραβάσεως, χωρίς να έχει τη δυνατότητα να στηριχτεί σε κανένα τεκμήριο (βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 29ης Απριλίου 2004, C-194/01, Επιτροπή κατά Αυστρίας, σ. I-4579, σκέψη 34, και Επιτροπή κατά Γερμανίας, προαναφερθείσα, σκέψη 35). Εν προκειμένω, η Επιτροπή, πέραν των προαναφερθεισών ενδείξεων περί ορισμένης χρήσεως των όρων «biológico» και «bio» στην ισπανική αγορά, δεν απέδειξε ότι στην εν λόγω αγορά, οι όροι αυτοί υποδηλώνουν στους Ισπανούς καταναλωτές, γενικώς, ότι τα οικεία προϊόντα έχουν παραχθεί σύμφωνα με τον βιολογικό τρόπο παραγωγής. Μολονότι οι αμφιβολίες που διατύπωσε σχετικώς η Επιτροπή αναφορικά με την έρευνα της κοινής γνώμης που επικαλέσθηκε η Ισπανική Κυβέρνηση δεν στερούνται βάσεως, εντούτοις, η Επιτροπή δεν προσκόμισε κανένα στοιχείο από το οποίο να προκύπτει ότι, στην Ισπανία, κατά την εκπνοή της ταχθείσας με την αιτιολογημένη γνώμη προθεσμίας, η χρήση των όρων «biológico» και «bio» προς υποδήλωση προϊόντων παραχθέντων κατά τον βιολογικό τρόπο παραγωγής ήταν τόσο διαδεδομένη ώστε ο Ισπανός καταναλωτής συνδύαζε τους όρους αυτούς με τον τρόπο βιολογικής παραγωγής. Συνεπώς, η Επιτροπή δεν μπόρεσε να ανατρέψει τον περιλαμβανόμενο στις αιτιολογικές σκέψεις του βασιλικού διατάγματος 506/2001 ισχυρισμό ότι, κατά τον χρόνο εκδόσεως αυτού του βασιλικού διατάγματος, είχε καταστεί συνήθης στην Ισπανία η χρήση του όρου «bio» προς υποδήλωση τροφίμων εχόντων ορισμένα χαρακτηριστικά μη σχετιζόμενα με τον τρόπο βιολογικής παραγωγής.

    42     Επομένως, εφόσον δεν δύναται να διαπιστωθεί η παράβαση των υποχρεώσεων που απορρέουν από το άρθρο 2 του κανονισμού 2092/91, όπως αυτός ίσχυε κατά τον κρίσιμο για την παρούσα προσφυγή χρόνο, δεν μπορεί, επίσης, να θεωρηθεί ότι αποδείχθηκε παράβαση των άρθρων 5 και 10α του κανονισμού καθώς και του άρθρου 2, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, σημείο i, της οδηγίας 2000/13, που εξαρτώνται εξ αυτού.

    43     Όσον αφορά, εξάλλου, την προκύπτουσα κατά την Επιτροπή παράβαση από τη χρήση του όρου «bio» εντός του εδάφους της αυτόνομης περιφέρειας της Ναβάρας, αρκεί η διαπίστωση ότι το σκεπτικό που ακολούθησε το Δικαστήριο αναφορικά με το βασιλικό διάταγμα 506/2001 ισχύει, επίσης, και αναφορικά με την εφαρμοζόμενη στο έδαφος της αυτόνομης περιφέρειας της Ναβάρας κανονιστική ρύθμιση. Συνεπώς, δεν μπορεί, σχετικώς, να διαπιστωθεί κάποια παράβαση.

    44     Επομένως, επιβάλλεται να απορριφθεί η προσφυγή στο σύνολό της.

     Επί των δικαστικών εξόδων

    45     Δυνάμει του άρθρου 69, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα, εφόσον υπάρχει αίτημα του αντιδίκου. Δεδομένου ότι το Βασίλειο της Ισπανίας ζήτησε την καταδίκη της Επιτροπής, αυτή δε ηττήθηκε, πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα.

    Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (πρώτο τμήμα) κρίνει και αποφασίζει:

    1)      Απορρίπτει την προσφυγή.

    2)      Καταδικάζει την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στα δικαστικά έξοδα.

    (υπογραφές)


    * Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική.

    Top