Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62003CJ0117

    Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 13ης Ιανουαρίου 2005.
    Società Italiana Dragaggi SpA και λοιποί κατά Ministero delle Infrastrutture e dei Trasporti και Regione Autonoma Friuli Venezia Giulia.
    Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Consiglio di Stato - Ιταλία.
    Οδηγία 92/43/ΕΟΚ - Διατήρηση των φυσικών οικοτόπων - Άγρια πανίδα και χλωρίδα - Εθνικός κατάλογος των τόπων που μπορούν να χαρακτηρισθούν ως τόποι κοινοτικής σημασίας - Μέτρα διατηρήσεως.
    Υπόθεση C-117/03.

    Συλλογή της Νομολογίας 2005 I-00167

    ECLI identifier: ECLI:EU:C:2005:16

    Υπόθεση C-117/03

    Società Italiana Dragaggi SpA κ.λπ.

    κατά

    Ministero delle Infrastrutture e dei Trasportie και Regione Autonoma del Friuli Venezia Giulia

    (αίτηση του Consiglio di Stato για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)

    «Οδηγία 92/43/ΕΟΚ – Διατήρηση των φυσικών οικοτόπων – Άγρια πανίδα και χλωρίδα – Εθνικός κατάλογος των τόπων που μπορούν να χαρακτηρισθούν ως τόποι κοινοτικής σημασίας – Μέτρα διατηρήσεως»

    Προτάσεις της γενικής εισαγγελέα J. Kokott της 8ης Ιουλίου 2004  

    Aπόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 13ης Ιανουαρίου 2005 

    Περίληψη της αποφάσεως

    Περιβάλλον – Διατήρηση των φυσικών οικοτόπων και της άγριας πανίδας και χλωρίδας – Οδηγία 92/43 – Ειδικές ζώνες διατήρησης – Τόποι, περιλαμβανόμενοι στους εθνικούς καταλόγους, που μπορούν να χαρακτηρισθούν ως τόποι κοινοτικής σημασίας – Μέτρα προστασίας – Μη εφαρμογή των προβλεπομένων στο άρθρο 6, παράγραφοι 2 έως 4, μέτρων – Υποχρέωση των κρατών μελών για διατήρηση του οικολογικού ενδιαφέροντος των τόπων αυτών

    (Οδηγία 92/43 του Συμβουλίου, άρθρα 4 § 5, και 6 §§ 2 έως 4)

    Το άρθρο 4, παράγραφος 5, της οδηγίας 92/43, για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας, έχει την έννοια ότι τα μέτρα προστασίας του άρθρου 6, παράγραφοι 2 έως 4, της οδηγίας αυτής επιβάλλονται μόνον στους τόπους οι οποίοι, δυνάμει του άρθρου 4, παράγραφος 2, τρίτο εδάφιο, της οδηγίας, έχουν εγγραφεί στον κατάλογο των τόπων που επελέγησαν ως τόποι κοινοτικής σημασίας, ο οποίος καταρτίζεται από την Επιτροπή σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 21 της οδηγίας αυτής. Κατά συνέπεια, τα εν λόγω μέτρα δεν τυγχάνουν εφαρμογής στους τόπους που έχουν συμπεριληφθεί στους διαβιβασθέντες στην Επιτροπή εθνικούς καταλόγους κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 4, παράγραφος 1, της οδηγίας.

    Εν τούτοις, δυνάμει της ιδίας οδηγίας, τα κράτη μέλη υποχρεούνται, όσον αφορά τους τελευταίους αυτούς τόπους, που μπορούν να χαρακτηριστούν ως τόποι κοινοτικής σημασίας, και, ιδιαιτέρως, αυτούς που παρέχουν προστασία σε φυσικούς οικοτόπους προτεραιότητας ή σε είδη προτεραιότητας, να λαμβάνουν μέτρα προστασίας δυνάμενα, υπό το πρίσμα του σκοπού της διατηρήσεως τον οποίο επιδιώκει η οδηγία, να διαφυλάξουν το ουσιώδες οικολογικό ενδιαφέρον που παρουσιάζουν οι τόποι αυτοί σε εθνικό επίπεδο.

    (βλ. σκέψεις 21-22, 25, 28-30 και διατακτ.)




    ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα)

    της 13ης Ιανουαρίου 2005 (*)

    «Οδηγία 92/43/ΕΟΚ – Διατήρηση των φυσικών οικοτόπων – Άγρια πανίδα και χλωρίδα – Εθνικός κατάλογος των τόπων που μπορούν να χαρακτηρισθούν ως τόποι κοινοτικής σημασίας – Μέτρα διατηρήσεως»

    Στην υπόθεση C-117/03,

    με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, την οποία υπέβαλε το Consiglio di Stato (Ιταλία), με απόφαση της 17ης Δεκεμβρίου 2002, που περιήλθε στο δικαστήριο στις 18ης Μαρτίου 2003, στο πλαίσιο της δίκης

    Società Italiana Dragaggi SpA κ.λπ.

    κατά

    Ministero delle Infrastrutture e dei Trasporti,

    Regione Autonoma del Friuli Venezia Giulia,

    ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο τμήμα),

    συγκείμενο από τους C. W. A. Timmermans, πρόεδρο τμήματος, C. Gulmann (εισηγητή), J.-P. Puissochet, N. Colneric, και J. N. Cunha Rodrigues, δικαστές,

    γενική εισαγγελέας: J. Kokott

    γραμματέας: M. Múgica Arzamendi, κύρια υπάλληλος διοικήσεως,

    έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της συνεδριάσεως της 9ης Ιουνίου 2004,

    λαμβάνοντας υπόψη τις γραπτές παρατηρήσεις που κατέθεσαν:

    –       η Società Italiana Dragaggi SpA, ενεργούσα ιδίω ονόματι αλλά και ως εντολοδόχος της Associazione Temporanea di Imprese Mantovani SpA και της HAM BV, εκπροσωπουμένη από τον R. Titomanlio, avvocato,

    –       η Regione Autonoma del Friuli Venezia Giulia, εκπροσωπουμένη από τον G. Marzi, avvocato,

    –       η Γαλλική Δημοκρατία, εκπροσωπουμένη από την C. Mercier,

    –       το Βασίλειο της Σουηδίας, εκπροσωπούμενο από τον A. Kruse,

    –       η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπουμένη από τους M. van Beek και L. Cimaglia,

    αφού άκουσε τη γενική εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις της κατά τη συνεδρίαση της 8ης Ιουλίου 2004,

    εκδίδει την ακόλουθη

    Απόφαση

    1       Η αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία των άρθρων 4, παράγραφος 5, 6, παράγραφος 3, και 21 της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1992, για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας (ΕΕ L 206, σ. 7, στο εξής: οδηγία).

    2       Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ, αφενός, ιδίως της Società Italiana Dragaggi SpA (στο εξής: Dragaggi) και, αφετέρου, του Ministero delle Infrastrutture e dei Trasporti (Υπουργείου Έργων Υποδομής και Μεταφορών) και της Regione autonoma Friuli-Venezia Giulia (αυτόνομης διοικητικής περιφέρειας Friuli-Venezia Giulia) λόγω της ακυρώσεως, από τη διοικητική αρχή, της αναθέσεως κατόπιν διαγωνισμού έργων βυθοκορήσεως και εναποθέσεως των υλικών εκσκαφής σε χώρο επιχωματώσεως εντός του λιμένα του Monfalcone.

     Το νομικό πλαίσιο

     Το κοινοτικό δίκαιο

    3       Σύμφωνα με την έκτη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας, «προκειμένου να εξασφαλιστεί η αποκατάσταση ή η διατήρηση των φυσικών οικοτόπων και των ειδών κοινοτικού ενδιαφέροντος σε ικανοποιητικό επίπεδο, πρέπει να χαρακτηριστούν ειδικές ζώνες διατήρησης ώστε να υλοποιηθεί ένα συνεκτικό ευρωπαϊκό οικολογικό δίκτυο, σύμφωνα με ένα καθορισμένο χρονοδιάγραμμα».

    4       Δυνάμει του άρθρου 3, παράγραφος 1, της οδηγίας, «[σ]υνιστάται ένα συνεκτικό ευρωπαϊκό οικολογικό δίκτυο ειδικών ζωνών, επονομαζόμενο “Natura 2000”. Το δίκτυο αυτό, που αποτελείται από τους τόπους όπου ευρίσκονται τύποι φυσικών οικοτόπων που εμφαίνονται στο παράρτημα I και τους οικότοπους των ειδών που εμφαίνονται στο παράρτημα II, πρέπει να διασφαλίζει τη διατήρηση ή, ενδεχομένως, την αποκατάσταση, σε ικανοποιητική κατάσταση διατήρησης, των τύπων φυσικών οικοτόπων και των οικοτόπων των οικείων ειδών στην περιοχή της φυσικής κατανομής των ειδών αυτών».

    5       Το άρθρο 4 της οδηγίας έχει ως ακολούθως:

    «1.      Κάθε κράτος μέλος, βασιζόμενο στα κριτήρια που ορίζονται στο παράρτημα III (στάδιο 1) και στις σχετικές επιστημονικές πληροφορίες, προτείνει έναν κατάλογο τόπων, όπου υποδεικνύεται ποιοι τύποι φυσικών οικοτόπων από τους αναφερόμενους στο παράρτημα I και ποια τοπικά είδη από τα απαριθμούμενα στο παράρτημα II απαντώνται στους εν λόγω τόπους. […]

    Ο κατάλογος διαβιβάζεται στην Επιτροπή μέσα σε μια τριετία από τη γνωστοποίηση της παρούσας οδηγίας ταυτόχρονα με τις πληροφορίες για κάθε τόπο. […]

    2.      Η Επιτροπή, βασιζόμενη στα κριτήρια του παραρτήματος III (στάδιο 2) και στα πλαίσια μιας από τις πέντε βιογεωγραφικές περιοχές που αναφέρονται στο στοιχείο γ΄, σημείο iii, του άρθρου 1 και του συνόλου του εδάφους που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1, καταρτίζει, σε συμφωνία με καθένα από τα κράτη μέλη και βάσει των καταλόγων των κρατών μελών, σχέδιο καταλόγου τόπων κοινοτικής σημασίας όπου καθίστανται πρόδηλοι οι τόποι στους οποίους απαντώνται ένας ή περισσότεροι τύποι φυσικών οικοτόπων προτεραιότητας ή ένα ή περισσότερα είδη προτεραιότητας.

    Τα κράτη μέλη των οποίων οι τόποι με τύπους φυσικών οικοτόπων και είδη που έχουν προτεραιότητα αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το 5 % του εθνικού εδάφους μπορούν, σε συμφωνία με την Επιτροπή, να ζητήσουν ελαστικότερη εφαρμογή των κριτηρίων που απαριθμούνται στο παράρτημα III (στάδιο 2) για την επιλογή του συνόλου των τόπων κοινοτικής σημασίας στο έδαφός τους.

    Ο κατάλογος των τόπων των επιλεγμένων ως τόπων κοινοτικής σημασίας, στον οποίο καταδεικνύονται οι τόποι όπου απαντώνται ένας ή περισσότεροι τύποι φυσικών οικοτόπων προτεραιότητας ή ένα ή περισσότερα είδη προτεραιότητας καταρτίζεται από την Επιτροπή με τη διαδικασία του άρθρου 21.

    3.      Ο προβλεπόμενος στην παράγραφο 2 κατάλογος καταρτίζεται μέσα σε μια εξαετία από την κοινοποίηση της παρούσας οδηγίας.

    4.      Όταν ένας τόπος κοινοτικής σημασίας, υπ’ αυτή του την ιδιότητα, επιλέχθηκε δυνάμει της διαδικασίας της παραγράφου 2, το οικείο κράτος μέλος ορίζει τον εν λόγω τόπο ως ειδική ζώνη διατήρησης το ταχύτερο δυνατόν και, το αργότερο, μέσα σε μια εξαετία […].

    5.      Μόλις ένας τόπος εγγραφεί στον κατάλογο του τρίτου εδαφίου της δεύτερης παραγράφου, υπόκειται στις διατάξεις των παραγράφων 2, 3 και 4 του άρθρου 6».

    6       Σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙΙ, στάδιο 2, σημείο 1, της οδηγίας «όλες οι περιοχές [τόποι] που έχουν αναγνωρισθεί από τα κράτη μέλη στο στάδιο 1, οι οποίες παρέχουν προστασία σε τύπους φυσικών οικοτόπων προτεραιότητας ή/και σε είδη προτεραιότητας θεωρούνται ως περιοχές [τόποι] κοινοτικής σημασίας».

    7       Το άρθρο 6 της οδηγίας ορίζει:

    «[…]

    2.      Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα κατάλληλα μέτρα ώστε στις ειδικές ζώνες διατήρησης να αποφεύγεται η υποβάθμιση των φυσικών οικοτόπων και των οικοτόπων ειδών, καθώς και οι ενοχλήσεις που έχουν επιπτώσεις στα είδη για τα οποία οι ζώνες έχουν ορισθεί, εφόσον οι ενοχλήσεις αυτές θα μπορούσαν να έχουν επιπτώσεις σημαντικές όσον αφορά τους στόχους της παρούσας οδηγίας.

    3.      Κάθε σχέδιο, μη άμεσα συνδεόμενο ή αναγκαίο για τη διαχείριση του τόπου, το οποίο όμως είναι δυνατόν να επηρεάζει σημαντικά τον εν λόγω τόπο, καθεαυτό ή από κοινού με άλλα σχέδια, εκτιμάται δεόντως ως προς τις επιπτώσεις του στον τόπο, λαμβανομένων υπόψη των στόχων διατήρησής του. Βάσει των συμπερασμάτων της εκτίμησης των επιπτώσεων στον τόπο και εξαιρουμένης της περίπτωσης των διατάξεων της παραγράφου 4, οι αρμόδιες εθνικές αρχές συμφωνούν για το οικείο σχέδιο μόνον αφού βεβαιωθούν ότι δεν θα παραβλάψει την ακεραιότητα του τόπου περί του οποίου πρόκειται και, ενδεχομένως, αφού εκφρασθεί πρώτα η δημόσια γνώμη.

    4.      Εάν, παρά τα αρνητικά συμπεράσματα της εκτίμησης των επιπτώσεων και ελλείψει εναλλακτικών λύσεων, ένα σχέδιο πρέπει να πραγματοποιηθεί για άλλους επιτακτικούς λόγους σημαντικού δημοσίου συμφέροντος, περιλαμβανομένων λόγων κοινωνικής ή οικονομικής φύσεως, το κράτος μέλος λαμβάνει κάθε αναγκαίο αντισταθμιστικό μέτρο ώστε να εξασφαλισθεί η προστασία της συνολικής συνοχής του Natura 2000. Το κράτος μέλος ενημερώνει την Επιτροπή σχετικά με τα αντισταθμιστικά μέτρα που έλαβε.

    Όταν ο τόπος περί του οποίου πρόκειται είναι τόπος όπου ευρίσκονται ένας τύπος φυσικού οικοτόπου προτεραιότητας ή/και ένα είδος προτεραιότητας, είναι δυνατόν να προβληθούν μόνον επιχειρήματα σχετικά με την υγεία ανθρώπων και τη δημόσια ασφάλεια ή σχετικά με θετικές συνέπειες πρωταρχικής σημασίας για το περιβάλλον ή, κατόπιν γνωμοδοτήσεως της Επιτροπής, άλλοι επιτακτικοί σημαντικοί λόγοι σημαντικού δημοσίου συμφέροντος».

    8       Το άρθρο 21 της οδηγίας προβλέπει ότι τα μελετώμενα μέτρα λαμβάνονται σύμφωνα με διαδικασία επιτροπής.

    9       Σύμφωνα με το άρθρο 23 αυτής, τα κράτη μέλη πρέπει να έχουν μεταφέρει την οδηγία στο εσωτερικό τους δίκαιο εντός δύο ετών από την κοινοποίησή της. Η κοινοποίηση αυτή έγινε στις 10 Ιουνίου 1992.

     Η εθνική νομοθεσία

    10     Η οδηγία μεταφέρθηκε στην ιταλική έννομη τάξη με το προεδρικό διάταγμα 357, της 8ης Σεπτεμβρίου 1997, με τίτλο «Κανονιστική πράξη περί μεταφοράς της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας» (GURI αριθ. 248, supplemento ordinario αριθ. 219/L, της 23ης Οκτωβρίου 1997, στο εξής: διάταγμα 357/97).

    11     Ειδικότερα, το άρθρο 4 του διατάγματος 357/97 συνδέει τη λήψη μέτρων διαφυλάξεων των τόπων με την κατάρτιση, εκ μέρους της Επιτροπής, του καταλόγου των τόπων κοινοτικής σημασίας.

     Η διαφορά της κύριας δίκης και το προδικαστικό ερώτημα

    12     Στις 14 Μαΐου 2001, ανατέθηκαν στην Dragaggi κατόπιν διαγωνισμού έργα βυθοκορήσεως και εκφορτώσεως των υλικών εκσκαφής σε χώρο επιχωματώσεως εντός του λιμένα Monfalcone.

    13     Τέσσερις μήνες αργότερα, η αναθέσασα διοικητική αρχή ακύρωσε τον διαγωνισμό στο σύνολό του, με το σκεπτικό ότι ο χώρος ο οποίος προοριζόταν για την εναπόθεση των υλικών εκσκαφής που θα προέρχονταν από τις προμνημονευθείσες εργασίες χαρακτηρίστηκε ως τόπος κοινοτικής σημασίας και έπρεπε να υποβληθεί σε εκτίμηση των επιπτώσεων δυνάμει των οικείων εθνικών διατάξεων. Όμως, κατά την άποψη της αρμόδιας δημόσιας αρχής, η εκτίμηση αυτή δεν μπορούσε να είναι θετική.

    14     Η Dragaggi αμφισβήτησε, ενώπιον του Tribunale amministrativo regionale del Friuli Venezia Giulia (Ιταλία), τη νομιμότητα της αποφάσεως περί ακυρώσεως της αναθέσεως. Υποστήριξε, ιδίως, ότι η διαδικασία κατατάξεως του τόπου του «στομίου του Timavo», όπου βρίσκεται ο χώρος επιχωματώσεως τον οποίο αφορούν τα σχέδια βυθοκορήσεως, στους τόπους κοινοτικής σημασίας δεν είχε ακόμη ολοκληρωθεί. Συγκεκριμένα, μολονότι οι ιταλικές αρχές πρότειναν κατάλογο τόπων, μεταξύ των οποίων το στόμιο Timavo, στην Επιτροπή, η τελευταία δεν είχε καταρτίσει ακόμη τον κοινοτικό κατάλογο που προβλέπει το άρθρο 4, παράγραφος 2, τρίτο εδάφιο, της οδηγίας. Επομένως, η υποχρέωση προηγούμενης αξιολογήσεως των σχεδίων, τα οποία επηρεάζουν σημαντικά τον τόπο, δεν ετύγχανε ακόμη εφαρμογής.

    15     Με την απόφασή του, το επιληφθέν εθνικό δικαστήριο απέρριψε το επιχείρημα ότι η διαδικασία εκτιμήσεως των επιπτώσεων δεν ήταν δυνατόν να εφαρμοστεί στο επίδικο σχέδιο. Σύμφωνα με το Tribunale amministrativo regionale del Friuli Venezia Giulia, εάν, όπως εν προκειμένω, κράτος μέλος εντοπίσει τόπο παρέχοντα προστασία σε φυσικό οικότοπο προτεραιότητας, ακολούθως δε τον συμπεριλάβει στον κατάλογο που προτείνει στην Επιτροπή, ο εν λόγω τόπος πρέπει, δυνάμει του παραρτήματος III, στάδιο 2, σημείο 1, της οδηγίας, να θεωρηθεί ως τόπος κοινοτικής σημασίας. Ως εκ τούτου, δυνάμει του άρθρου 4, παράγραφος 5, της οδηγίας, θα υπόκειται στα μέτρα προστασίας του άρθρου 6, παράγραφοι 2 έως 4, της αυτής οδηγίας, μεταξύ δε αυτών στην εκτίμηση των επιπτώσεων που προβλέπει η παράγραφος 3.

    16     Σύμφωνα με το προαναφερθέν δικαστήριο, αυτή είναι η μόνη λογική ερμηνεία της οδηγίας η οποία, εφόσον αποβλέπει στην προστασία των απειλουμένων με εξαφάνιση οικοτόπων ή ειδών, πρέπει να δύναται να τυγχάνει άμεσης εφαρμογής, έστω και ως μέτρο διαφυλάξεως. Εξάλλου, δεν προσβλήθηκαν οι πράξεις με τις οποίες προτάθηκε η κατάταξη του στομίου του Timavo στους τόπους προτεραιότητας, ιδίως δε η απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος της 3ης Απριλίου 2000.

    17     Κρίνοντας ότι η εκτίμηση των επιπτώσεων ήταν επιβεβλημένη, το tribunale amministrativo Regionale del Friuli Venezia Giulia δέχθηκε τις λοιπές αιτιάσεις της Dragaggi, οι οποίες αντλούνταν εκ του γεγονότος ότι δεν διεξήχθη διαβούλευση με τους ενδιαφερομένους για την εκτέλεση του σχεδίου, ότι πριν από την ακύρωση των σχετικών με τον διαγωνισμό πράξεων δεν ελήφθησαν υπόψη εναλλακτικές λύσεις άλλες από εκείνες που αποφασίστηκαν με το σχέδιο και ότι η αρμόδια δημόσια αρχή δεν εξέτασε το ενδεχόμενο να εκδώσει θετική γνωμοδότηση υπό όρους.

    18     Η Dragaggi προσέβαλε την απόφαση του Tribunale amministrativo regionale del Friuli Venezia Giulia ενώπιον του Consiglio di Stato. Ειδικότερα, ενώπιον του τελευταίου αυτού δικαστηρίου επικαλέστηκε εκ νέου το επιχείρημα ότι το άρθρο 4, παράγραφος 5, της οδηγίας επιβάλλει την εφαρμογή των μέτρων διαφυλάξεως, τα οποία προβλέπει το άρθρο 6 της αυτής οδηγίας, μόνον από της καταρτίσεως του κοινοτικού καταλόγου. Η άποψη αυτή επιρρωννύεται από το άρθρο 4 του διατάγματος 357/97, το οποίο ορίζει ότι τα μέτρα διαφυλάξεως πρέπει να εγκριθούν εντός τριών μηνών από της εγγραφής του τόπου στον καταρτισθέντα από την Επιτροπή κατάλογο.

    19     Το Consiglio di Stato επισημαίνει ότι, εφόσον η εγγραφή των τόπων κοινοτικής σημασίας, εντός των οποίων βρίσκονται οι οικότοποι προτεραιότητας, φαίνεται να αποτελεί καθαρώς διαπιστωτική πράξη, μη προϋποθέτουσα την άσκηση διακριτικής ευχέρειας εκ μέρους του κοινοτικού οργάνου, η ερμηνεία του άρθρου 4, παράγραφος 5, της οδηγίας, η οποία έγινε δεκτή από το Tribunale amministrativo regionale del Friuli Venezia Giulia, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως προδήλως αβάσιμη.

    20     Υπ’ αυτές τις συνθήκες, το Consiglio di Stato αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

    «Πρέπει το άρθρο 4, παράγραφος 5, της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, της 21ης Μαΐου 1992, να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι τα μέτρα που προβλέπει το άρθρο 6, ιδίως δε η παράγραφος 3 του άρθρου 6, της εν λόγω οδηγίας είναι υποχρεωτικά για τα κράτη μέλη μόνον μετά την οριστική έγκριση, εκ μέρους των κοινοτικών αρχών, του καταλόγου των τόπων κατά το άρθρο 21 ή μήπως, αντιθέτως, υπό την έννοια ότι πέραν του καθορισμού του χρονικού σημείου από του οποίου τίθενται συνήθως σε ισχύ τα μέτρα διατηρήσεως, πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ των εγγραφών που έχουν διαπιστωτικό χαρακτήρα και εκείνων που έχουν συστατικό χαρακτήρα (περιλαμβανομένων, στις πρώτες, και εκείνων που αφορούν τους τόπους προτεραιότητας) και ότι, προκειμένου να διαφυλαχθεί η πρακτική αποτελεσματικότητα της οδηγίας η οποία αποβλέπει στη διατήρηση των οικοτόπων, πρέπει να θεωρηθεί, μόνον στην περίπτωση κατά την οποία κράτος μέλος δήλωσε τόπο κοινοτικής σημασίας ο οποίος παρέχει προστασία σε τύπους φυσικών οικοτόπων ή ειδών προτεραιότητας, ότι υφίσταται υποχρέωση να διενεργηθεί εκτίμηση των στοιχείων ή προγραμμάτων που επηρεάζουν σημαντικά τον εν λόγω τόπο, ακόμη και πριν από την κατάρτιση εκ μέρους της Επιτροπής του σχεδίου καταλόγου των τόπων ή της οριστικής θεσπίσεως του εν λόγω καταλόγου σύμφωνα με το άρθρο 21 της οδηγίας, κατ’ ουσίαν δε από της καταρτίσεως του εθνικού καταλόγου;»

     Επί του προδικαστικού ερωτήματος

    21     Επιβάλλεται η επισήμανση ότι, δυνάμει του άρθρου 4, παράγραφος 5, της οδηγίας, το καθεστώς προστασίας των ειδικών ζωνών διατηρήσεως, το οποίο προβλέπει το άρθρο 6, παράγραφοι 2 έως 4, της οδηγίας, τυγχάνει εφαρμογής σε έναν τόπο εφόσον ο τόπος αυτός, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 4, παράγραφος 2, τρίτο εδάφιο, της οδηγίας, έχει εγγραφεί στον κατάλογο ο οποίος περιλαμβάνει τους τόπους που επελέγησαν ως κοινοτικής σημασίας και ο οποίος καταρτίστηκε από την Επιτροπή σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 21 της εν λόγω οδηγίας.

    22     Το γεγονός ότι, δυνάμει του παραρτήματος III, στάδιο 2, σημείο 1, της οδηγίας, όλοι οι τόποι που έχουν αναγνωρισθεί από τα κράτη μέλη στο στάδιο 1 του ιδίου παραρτήματος, οι οποίοι παρέχουν προστασία σε τύπους φυσικών οικοτόπων προτεραιότητας ή/και σε είδη προτεραιότητας, θεωρούνται ως τόποι κοινοτικής σημασίας δεν συνεπάγεται την εφαρμογή, ως προς τους εν λόγω τόπους, του καθεστώτος προστασίας κατά το άρθρο 6, παράγραφοι 2 έως 4, της οδηγίας, πριν συμπεριληφθούν οι τόποι αυτοί, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 4, παράγραφος 2, τρίτο εδάφιο, της οδηγίας, στον καταρτισθέντα από την Επιτροπή κατάλογο των τόπων κοινοτικής σημασίας.

    23     Η αντίθετη άποψη του αιτούντος δικαστηρίου, ήτοι ότι, εάν κράτος μέλος, όπως στην υπόθεση της κύριας δίκης, αναγνώρισε τόπο ως παρέχοντα προστασία σε οικότοπο προτεραιότητας και τον συμπεριέλαβε στον προτεινόμενο προς την Επιτροπή κατάλογο κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 4, παράγραφος 1, της οδηγίας, ο εν λόγω τόπος πρέπει, δυνάμει του παραρτήματος III, στάδιο 2, σημείο 1, της οδηγίας, να θεωρηθεί ως τόπος κοινοτικής σημασίας και, ως εκ τούτου, να υπαχθεί, δυνάμει του άρθρου 4, παράγραφος 5, της οδηγίας, στα μέτρα προστασίας του άρθρου 6, παράγραφοι 2 έως 4, της οδηγίας δεν μπορεί να ευδοκιμήσει.

    24     Συγκεκριμένα, αφενός, η άποψη αυτή προσκρούει στο γράμμα του άρθρου 4, παράγραφος 5, της οδηγίας, που συναρτά ρητώς την εφαρμογή των εν λόγω μέτρων προστασίας από την εγγραφή του οικείου τόπου, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 4, παράγραφος 2, τρίτο εδάφιο, της οδηγίας, στον καταρτισθέντα από την Επιτροπή κατάλογο των τόπων κοινοτικής σημασίας. Αφετέρου, η εν λόγω άποψη προϋποθέτει ότι, εάν κράτος μέλος αναγνώρισε τόπο ως παρέχοντα προστασία σε τύπους φυσικών οικοτόπων προτεραιότητας ή σε είδη προτεραιότητας και τον ενέγραψε στον προτεινόμενο προς την Επιτροπή κατάλογο δυνάμει του άρθρου 4, παράγραφος 1, της οδηγίας, η Επιτροπή υποχρεούται να εγγράψει τον εν λόγω τόπο στον κατάλογο των τόπων κοινοτικής σημασίας τον οποίο καταρτίζει σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 21 της οδηγίας και του οποίου γίνεται μνεία στο άρθρο 4, παράγραφος 2, τρίτο εδάφιο, της οδηγίας. Αν συνέβαινε αυτό, η Επιτροπή, καταρτίζοντας, σε συμφωνία με έκαστο των κρατών μελών, σχέδιο καταλόγου τόπων κοινοτικής σημασίας, κατά την έννοια του άρθρου 4, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, της οδηγίας, δεν θα είχε τη δυνατότητα να εξετάσει το ενδεχόμενο να μη συμπεριληφθεί στο εν λόγω σχέδιο οποιοσδήποτε τόπος προταθείς από κράτος μέλος ως παρέχων προστασία σε τύπους φυσικών τόπων προτεραιότητας ή σε είδη προτεραιότητας, ακόμη και εάν έκρινε ότι ο συγκεκριμένος τόπος, παρά την περί του αντιθέτου άποψη του οικείου κράτους μέλους, δεν παρέχει προστασία σε τύπους φυσικών οικοτόπων προτεραιότητας ή/και σε είδη προτεραιότητας κατά την έννοια του παραρτήματος III, στάδιο 2, σημείο 1, της οδηγίας. Αυτή η κατάσταση θα προσέκρουε, ιδίως, στο άρθρο 4, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, της οδηγίας, σε συνδυασμό με το παράρτημα III, στάδιο 2, σημείο 1, αυτής.

    25     Επομένως, από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι το άρθρο 4, παράγραφος 5, της οδηγίας έχει την έννοια ότι τα μέτρα προστασίας του άρθρο 6, παράγραφοι 2 έως 4, της οδηγίας επιβάλλονται μόνο στους τόπους οι οποίοι, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 4, παράγραφος 2, τρίτο εδάφιο, της οδηγίας, έχουν εγγραφεί στον κατάλογο των τόπων που επελέγησαν ως τόποι κοινοτικής σημασίας ο οποίος καταρτίστηκε από την Επιτροπή σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 21 της οδηγίας αυτής.

    26     Ωστόσο, εξ αυτού δεν συνάγεται ότι τα κράτη μέλη δεν υπέχουν υποχρέωση προστασίας των τόπων, αφ’ ης στιγμής τους προτείνουν, δυνάμει του άρθρου 4, παράγραφος 1, της οδηγίας, με τον εθνικό κατάλογο που διαβιβάζουν στην Επιτροπή, ως δυναμένους να χαρακτηρισθούν τόποι κοινοτικής σημασίας.

    27     Πράγματι, εάν δεν παρασχεθεί η προσήκουσα προστασία στους εν λόγω τόπους από εκείνη τη στιγμή, θα διακυβευθεί η επίτευξη των σκοπών διατηρήσεως των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας, όπως αυτοί εξαγγέλλονται ιδίως με την έκτη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας και με το άρθρο 3, παράγραφος 1, αυτής. Οι συνέπειες της καταστάσεως αυτής θα ήταν ακόμη σοβαρότερες, καθόσον θα αφορούσε φυσικούς οικοτόπους προτεραιότητας ή είδη προτεραιότητας, ως προς τα οποία, λαμβανομένων υπόψη των απειλών που υφίστανται, ενδείκνυται η ταχεία λήψη μέτρων διατηρήσεως, όπως εξάλλου συνιστάται με την πέμπτη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας.

    28     Εν προκειμένω, προσήκει η υπόμνηση ότι οι εθνικοί κατάλογοι τόπων δυναμένων να αναγνωρισθούν ως τόποι κοινοτικής σημασίας πρέπει να περιλαμβάνουν τόπους οι οποίοι παρουσιάζουν, σε εθνικό επίπεδο, ουσιώδες οικολογικό ενδιαφέρον όσον αφορά τον σκοπό της διατηρήσεως των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας τον οποίο επιδιώκει η οδηγία (βλ. την απόφαση της 7ης Νοεμβρίου 2000, C-371/98, First Corporate Shipping, Συλλογή 2000, σ. I-9235, σκέψη 22).

    29     Κατά συνέπεια, τα κράτη μέλη υποχρεούνται, δυνάμει της οδηγίας, να λαμβάνουν μέτρα προστασίας δυνάμενα να διαφυλάξουν το οικολογικό ενδιαφέρον των τόπων οι οποίοι δύνανται να χαρακτηρισθούν ως τόποι κοινοτικής σημασίας και έχουν συμπεριληφθεί στους διαβιβαζομένους προς την Επιτροπή εθνικούς καταλόγους, στους οποίους τόπους περιλαμβάνονται, ιδίως, οι παρέχοντες προστασία σε φυσικούς οικοτόπους προτεραιότητας ή σε είδη προτεραιότητας.

    30     Συνεπώς, στο τεθέν ερώτημα πρέπει να δοθεί η εξής απάντηση:

    –       το άρθρο 4, παράγραφος 5, της οδηγίας έχει την έννοια ότι τα μέτρα προστασίας του άρθρου 6, παράγραφοι 2 έως 4, της οδηγίας επιβάλλονται μόνο στους τόπους οι οποίοι, δυνάμει του άρθρου 4, παράγραφος 2, τρίτο εδάφιο, της οδηγίας, έχουν εγγραφεί στον κατάλογο των τόπων που επελέγησαν ως τόποι κοινοτικής σημασίας ο οποίος έχει καταρτιστεί από την Επιτροπή σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 21 της οδηγίας αυτής·

    –       προκειμένου περί τόπων δυναμένων να χαρακτηρισθούν ως τόποι κοινοτικής σημασίας, οι οποίοι έχουν συμπεριληφθεί στους διαβιβασθέντες στην Επιτροπή εθνικούς καταλόγους, ιδιαιτέρως δε τόπων που παρέχουν προστασία σε φυσικούς οικοτόπους προτεραιότητας ή σε είδη προτεραιότητας, τα κράτη μέλη υποχρεούνται, δυνάμει της οδηγίας, να λαμβάνουν μέτρα προστασίας δυνάμενα, υπό το πρίσμα του σκοπού της διατηρήσεως τον οποίο επιδιώκει η οδηγία, να διαφυλάξουν το ουσιώδες οικολογικό ενδιαφέρον που παρουσιάζουν οι τόποι αυτοί, σε εθνικό επίπεδο.

     Επί των δικαστικών εξόδων

    31     Δεδομένου ότι η διαδικασία έχει, ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης, τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα που πραγματοποιήθηκαν για την υποβολή παρατηρήσεων στο Δικαστήριο, πέραν των εξόδων των εν λόγω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

    Για τους λόγους αυτούς το Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα) αποφασίζει:

    Το άρθρο 4, παράγραφος 5, της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1992, για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας έχει την έννοια ότι τα μέτρα προστασίας του άρθρου 6, παράγραφοι 2 έως 4, της οδηγίας αυτής επιβάλλονται μόνον στους τόπους οι οποίοι, δυνάμει του άρθρου 4, παράγραφος 2, τρίτο εδάφιο, της οδηγίας, έχουν εγγραφεί στον κατάλογο των τόπων που επελέγησαν ως τόποι κοινοτικής σημασίας ο οποίος καταρτίζεται από την Επιτροπή σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 21 της οδηγίας αυτής.

    Προκειμένου περί τόπων δυναμένων να χαρακτηρισθούν ως τόποι κοινοτικής σημασίας, οι οποίοι έχουν συμπεριληφθεί στους διαβιβασθέντες στην Επιτροπή εθνικούς καταλόγους, ιδιαιτέρως δε τόπων που παρέχουν προστασία σε φυσικούς οικοτόπους προτεραιότητας ή σε είδη προτεραιότητας, τα κράτη μέλη υποχρεούνται, δυνάμει της οδηγίας 92/43, να λαμβάνουν μέτρα προστασίας δυνάμενα, υπό το πρίσμα του σκοπού της διατηρήσεως τον οποίο επιδιώκει η οδηγία, να διαφυλάξουν το ουσιώδες οικολογικό ενδιαφέρον που παρουσιάζουν οι τόποι αυτοί, σε εθνικό επίπεδο.

    (υπογραφές)


    * Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική.

    Top