EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62002TJ0067

Απόφαση του Πρωτοδικείου (πέμπτο τμήμα) της 18ης Μαρτίου 2004.
Léopold Radauer κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως.
Υπάλληλοι - Μεταφορά των κατ' αποκοπή εξαγοραζομένων συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων που έχουν αποκτηθεί από επαγγελματικές δραστηριότητες πριν από την πρόσληψη στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες - Υπολογισμός των συντάξιμων ετών - Άρθρο 11, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ - Γενικές διατάξεις εκτελέσεως - Αρχή της ίσης μεταχειρίσεως - Ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων.
Υπόθεση T-67/02.

Συλλογή της Νομολογίας – Υπαλληλικές Υποθέσεις 2004 I-A-00089; II-00395

ECLI identifier: ECLI:EU:T:2004:82

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (πέμπτο τμήμα)

της 18ης Μαρτίου 2004

Υπόθεση T-67/02

Léopold Radauer

κατά

Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως

«Υπάλληλοι – Μεταφορά των κατ’ αποκοπή εξαγοραζομένων συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων που έχουν αποκτηθεί από επαγγελματικές δραστηριότητες πριν από την πρόσληψη στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες – Υπολογισμός των συντάξιμων ετών – Άρθρο 11, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ – Γενικές διατάξεις εκτελέσεως – Αρχή της ίσης μεταχειρίσεως – Ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων»

Πλήρες κείμενο στη γαλλική γλώσσα II - 0000

Αντικείμενο:         Προσφυγή με αντικείμενο αίτηση για την ακύρωση της αποφάσεως του Συμβουλίου, της 17ης Απριλίου 2001, περί υπολογισμού των συντάξιμων ετών του προσφεύγοντος κατόπιν της μεταφοράς, στο κοινοτικό σύστημα, των κατ’ αποκοπή εξαγοραζομένων συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων που είχε αποκτήσει στην Αυστρία.

Απόφαση:         Η προσφυγή απορρίπτεται. Κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά του έξοδα.

Περίληψη

1.     Υπάλληλοι – Συντάξεις – Συνταξιοδοτικά δικαιώματα αποκτηθέντα πριν από την πρόσληψη στις Κοινότητες – Μεταφορά στο κοινοτικό σύστημα – Λεπτομέρειες υπολογισμού

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, παράρτημα VIII, άρθρο 11 § 2)

2.     Υπάλληλοι – Συντάξεις – Συνταξιοδοτικά δικαιώματα που αποκτήθηκαν πριν από την ανάληψη υπηρεσίας στις Κοινότητες – Μεταφορά στο κοινοτικό σύστημα – Αναγνώριση συντάξιμων ετών – Τρόπος υπολογισμού – Υπάλληλος που προσλήφθηκε σε βαθμό ανώτερο της κατηγορίας του – Λαμβάνεται υπόψη ο βασικός μισθός κατά τον χρόνο μονιμοποιήσεως – Δυσμενής διάκριση σε βάρος του υπαλλήλου που προσλήφθηκε στον εισαγωγικό βαθμό – Δεν υφίσταται

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, παράρτημα VIII, άρθρο 11 § 2· γενικές εκτελεστικές διατάξεις του Συμβουλίου, άρθρο 10 § 3)

3.     Υπάλληλοι – Συντάξεις – Συνταξιοδοτικά δικαιώματα που αποκτήθηκαν πριν από την ανάληψη υπηρεσίας στις Κοινότητες – Μεταφορά στο κοινοτικό σύστημα – Αναγνώριση συντάξιμων ετών – Τρόπος υπολογισμού – Χρησιμοποίηση διαφοροποιημένων συντελεστών ανάλογα με το φύλο και την ηλικία – Παραδεκτή

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, παράρτημα VIII, άρθρο 11 § 2)

4.     Υπάλληλοι – Συντάξεις – Συνταξιοδοτικά δικαιώματα που αποκτήθηκαν πριν από την ανάληψη υπηρεσίας στις Κοινότητες – Μεταφορά στο κοινοτικό σύστημα – Ασφαλιστική αποτίμηση του συστήματος συνταξιοδοτήσεως – Καθορισμός του αριθμού των συντάξιμων ετών μέσω ασφαλιστική αποτιμήσεως – Ενέργειες εξ ολοκλήρου διακριτές

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 83 § 4· παράρτημα VIII, άρθρο 11 § 2)

1.     Το σύστημα μεταφοράς του ασφαλιστικού ισοδύναμου ή του κατ’ αποκοπή ποσού της εξαγοράς των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων που έχει αποκτήσει υπάλληλος από επαγγελματικές δραστηριότητες που άσκησε πριν από την πρόσληψή του στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες περιλαμβάνει δύο διακριτά κύρια στάδια.

Το πρώτο στάδιο συνίσταται στην εύρεση του ασφαλιστικού ισοδύναμου ή του κατ’ αποκοπή ποσού της εξαγοράς από την εθνική ή διεθνή αρχή που διαχειρίζεται το συνταξιοδοτικό καθεστώς στο οποίο ήταν ασφαλισμένος ο ενδιαφερόμενος πριν από την πρόσληψή του στις Κοινότητες. Ο υπολογισμός του ασφαλιστικού στατιστικού ισοδύναμου έχει ως σκοπό την κεφαλαιοποίηση της αξίας μιας μελλούσης και ενδεχόμενης παροχής και επομένως ο υπολογισμός αυτός γίνεται με τον υπολογισμό του κεφαλαίου που αντιστοιχεί στη σύνταξη, επί της οποίας θα έχει δικαίωμα ο ενδιαφερόμενος στο πλαίσιο του οικείου εθνικού ή διεθνούς συνταξιοδοτικού συστήματος, με την εφαρμογή ενός προεξοφλητικού τόκου, λόγω του πρόωρου χαρακτήρα της καταβολής σε σχέση με τον χρόνο που καθίσταται απαιτητή η σύνταξη, καθώς και ενός συντελεστή μειώσεως, ανάλογου με τις πιθανότητες θανάτου του δικαιούχου πριν από την ημερομηνία που καθίσταται απαιτητή η σύνταξη που καθορίζεται βάσει της ηλικίας του ασφαλισμένου και των δεικτών θνησιμότητας, οι δύο δε αυτοί συντελεστές υπολογίζονται βάσει του χρόνου που πρέπει να διαρρεύσει από το χρονικό σημείο της εκκαθαρίσεως του στατιστικού ισοδυνάμου μέχρι το χρονικό σημείο της απονομής της συντάξεως. Στα συστήματα ασφαλίσεως με εισφορές ο υπολογισμός του κατ’ αποκοπή ποσού εξαγοράς χαρακτηρίζεται από την πρόσθεση των εισφορών που έχουν καταβληθεί από τον ασφαλισμένο και ενδεχομένως των εισφορών που έχουν καταβληθεί από τον εργοδότη του, στις οποίες είναι δυνατόν να προστεθούν τόκοι.

Το δεύτερο στάδιο συνίσταται στη μετατροπή, από το οικείο κοινοτικό όργανο, του κεφαλαίου που αντιστοιχεί στο ασφαλιστικό ισοδύναμο ή στο κατ’ αποκοπή ποσό της εξαγοράς των συντάξιμων ετών που θα υπολογιστούν στο κοινοτικό συνταξιοδοτικό σύστημα, σε συντάξιμα έτη τα οποία θα προστεθούν σε αυτά που δικαιούται ο υπάλληλος από τις δραστηριότητες που άσκησε στις Κοινότητες.

Οι δύο αποφάσεις, για τον υπολογισμό του ασφαλιστικού ισοδυνάμου των αποκτηθέντων συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων, αφενός, και για τη μετατροπή του κεφαλαίου αυτού σε συντάξιμα έτη, αφετέρου, εντάσσονται σε διαφορετικές έννομες τάξεις και υπάγονται σε δικαστικό έλεγχο που προσιδιάζει σε κάθε επιμέρους τάξη. Έτσι, οι τρόποι υπολογισμού του ασφαλιστικού ισοδύναμου ή του κατ’ αποκοπήν ποσού της εξαγοράς εμπίπτουν στην αποκλειστική αρμοδιότητα της εθνικής ή διεθνούς αρχής που διαχειρίζεται το προγενέστερο συνταξιοδοτικό καθεστώς στο οποίο ήταν ασφαλισμένος ο ενδιαφερόμενος. Το ποσό αυτό υπολογίζεται εκ νέου στη συνέχεια από το οικείο κοινοτικό όργανο, σύμφωνα με τους κανόνες που ισχύουν για το συνταξιοδοτικό σύστημα της Κοινότητας. Εφόσον επομένως οι δύο αυτές ενέργειες βασίζονται σε διαφορετικά δεδομένα και διαφορετικούς παράγοντες εκτιμήσεως όσον αφορά το ιστορικό των ενδιαφερομένων, τις μελλοντικές προοπτικές τους, το ύψος των εισφορών, τη φύση και το ύψος των παροχών, είναι καθ’ όλα δυνατό, ο καθορισμός των συντάξιμων ετών που πρέπει να ληφθούν υπόψη για την κοινοτική σύνταξη να καταλήγει σε διαφορετικό αριθμό από τον αριθμό των συντάξιμων ετών που έχει υπολογίσει ο εθνικός ή ο διεθνής οργανισμός.

(βλ. σκέψεις 28 έως 31)

Παραπομπή: ΔΕΚ, 18 Μαρτίου 1982, 212/81, Bοdson, Συλλογή 1982, σ. 1019, σκέψεις 7 και 8· ΔΕΚ, 6 Οκτωβρίου 1983, 118/82 έως 123/82, Celant κ.λπ. κατά Επιτροπής, Συλλογή 1983, σ. 2995, σκέψη 28· ΔΕΚ, 9 Νοεμβρίου 1989, 75/88, 146/88 και 147/88, Bonazzi-Bertottilli κ.λπ. κατά Επιτροπής, Συλλογή 1989, σ. 3599, σκέψη 19· ΠΕΚ, 15 Δεκεμβρίου 1998, T- 233/97, Bang-Hansen κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 1998, σ. I-A-625 και II-1889, σκέψη 39· ΠΕΚ, 10 Νοεμβρίου 1999, T-103/98, T-104/98, T-107/98, T-113/98 και T-118/98, Kristensen κ.λπ. κατά Συμβουλίου, Συλλογή Υπ.Υπ. 1999, σ. I-A-215 και II-1111, σκέψη 34

2.      Ο ΚΥΚ, συμπεριλαμβανομένου του παραρτήματός του VIII, δεν περιέχει διατάξεις που να διέπουν, όσον αφορά τη μεταφορά του ασφαλιστικού ισοδύναμου ή του κατ’ αποκοπήν ποσού της εξαγοράς των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων που αποκτήθηκαν πριν την πρόσληψη στις Κοινότητες, ειδικώς την περίπτωση νέου υπαλλήλου που προσλήφθηκε σε βαθμό ανώτερο της κατηγορίας του. Ελλείψει ειδικής διατάξεως, η μεταφορά του ασφαλιστικού ισοδύναμου ή του κατ’ αποκοπή ποσού της εξαγοράς των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων του υπαλλήλου αυτού διέπεται, όπως και κάθε άλλου υπαλλήλου, από τις διατάξεις του άρθρου 11, παράγραφος 2, του παραρτήματος του ΚΥΚ και του άρθρου 10, παράγραφος 3, των γενικών εκτελεστικών διατάξεων, σύμφωνα με τις οποίες η αναγνώριση συντάξιμων ετών υπολογίζεται βάσει του βαθμού που έχει ο υπάλληλος κατά τη μονιμοποίησή του.

Αυτό βεβαίως έχει ως αποτέλεσμα, όσον αφορά τον υπάλληλο που προσλήφθηκε σε ανώτερο βαθμό, να του αναγνωριστούν λιγότερα συντάξιμα έτη από εκείνα που θα αναγνωριστούν στον υπάλληλο που προσλήφθηκε στον εισαγωγικό βαθμό, αλλά από αυτό δεν προκύπτει δυσμενής διάκριση, διότι δυσμενή διάκριση μπορεί να αποτελεί μόνον η εφαρμογή διαφορετικών κανόνων σε παρεμφερείς καταστάσεις ή η εφαρμογή του ίδιου κανόνα σε διαφορετικές καταστάσεις.

(βλ. σκέψεις 62 και 65)

Παραπομπή: ΔΕΚ, 23 Φεβρουαρίου 1983, 8/82, Wagner, Συλλογή 1983, σ. 371, σκέψη 18· ΔΕΚ, 13 Νοεμβρίου 1984, 283/83, Racke, Συλλογή 1984, σ. 3791, σκέψη 7· ΔΕΚ, 29 Απριλίου 1999, C-311/97, Royal Bank of Scotland, Συλλογή 1999, σ. I-2651, σκέψη 26· ΠΕΚ, 13 Ιουνίου 2002, T-106/01, Youssouroum κατά Συμβουλίου, Συλλογή Υπ.Υπ. 2002, σ. I-A-93 και II-435, σκέψη 41

3.     Η χρησιμοποίηση διαφορετικών συντελεστών ανάλογα με το φύλο και την ηλικία για τον υπολογισμό της αναγνωρίσεως συντάξιμων ετών δικαιολογείται αντικειμενικά από την ανάγκη εξασφαλίσεως υγιούς οικονομικής διαχειρίσεως του συνταξιοδοτικού συστήματος της Κοινότητας. Συγκεκριμένα, εφόσον, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 11, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ, ο υπάλληλος μεταφέρει στον κοινοτικό προϋπολογισμό, υπό τη μορφή του ασφαλιστικού ισοδύναμου ή του κατ’ αποκοπή ποσού εξαγοράς, ένα κεφάλαιο που αντιπροσωπεύει συνταξιοδοτικά δικαιώματα που απέκτησε πριν από την πρόσληψή του στις Κοινότητες, λαμβάνει σε αντάλλαγμα ένα δικαίωμα σε μελλοντικές παροχές βάσει του κοινοτικού συνταξιοδοτικού συστήματος, δικαίωμα που αντιστοιχεί στα αναγνωρισθέντα συνταξιοδοτικά έτη, η έκταση του οποίου είναι ανάλογη με τα συνταξιοδοτικά αυτά έτη που αναγνωρίσθηκαν. Για να καθοριστεί η τρέχουσα αξία του δικαιώματος αυτού, το οικείο κοινοτικό όργανο πρέπει να λάβει υπόψη του ορισμένα στοιχεία, μεταξύ των οποίων το χρονικό διάστημα που πιθανολογείται ότι θα παραμείνει στον κοινοτικό προϋπολογισμό το κεφάλαιο που μεταφέρει ο ενδιαφερόμενος, την πρόωρη προαγωγή του, την πιθανότητα να του καταβληθούν οι παροχές αυτές και το πιθανό χρονικό διάστημα που θα μεσολαβήσει μέχρι την καταβολή αυτή. Πάντως, είναι προφανές ότι τα στοιχεία αυτά βρίσκονται σε εξάρτηση ιδίως από το φύλο και την ηλικία του ενδιαφερόμενου κατά την είσοδό του στο συνταξιοδοτικό σύστημα της Κοινότητας.

(βλ. σκέψη 84)

4.     Η ασφαλιστική αποτίμηση του συστήματος συνταξιοδοτήσεως που προβλέπεται από το άρθρο 83, παράγραφος 4, του ΚΥΚ αφορά το κοινοτικό συνταξιοδοτικό σύστημα στο σύνολό του και έχει ως σκοπό να εξακριβώσει αν το ποσό της συνταξιοδοτικής εισφοράς των υπαλλήλων επαρκεί για την εξασφάλιση της χρηματοδότησης του ενός τρίτου των παροχών που προβλέπονται στο σύστημα συνταξιοδότησης. Ο καθορισμός του αριθμού των συνταξίμων ετών κατά τη μεταφορά συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων που αποκτήθηκαν πριν από την πρόσληψη στις Κοινότητες, δυνάμει του άρθρου 11, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ, έχει ως σκοπό τον προσδιορισμό, μέσω της ασφαλιστικής αποτιμήσεως, της αξίας, όσον αφορά το δικαίωμα σε μελλοντικές παροχές, του κεφαλαίου που μεταφέρεται στον λογαριασμό των Κοινοτήτων, για την εξατομικευμένη περίπτωση του κάθε υπαλλήλου. Πρόκειται επομένως για δύο ενέργειες εξ ολοκλήρου διακριτές που αποσκοπούν σε διαφορετικούς στόχους.

(βλ. σκέψη 85)

Top