Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62002CJ0372

    Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 11ης Νοεμβρίου 2004.
    Roberto Adanez-Vega κατά Bundesanstalt für Arbeit.
    Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Bundessozialgericht - Γερμανία.
    Κανονισμός (EΟΚ) 1408/71 - Προσδιορισμός της εφαρμοστέας νομοθεσίας - Παροχές ανεργίας - Προϋποθέσεις συνυπολογισμού των περιόδων ασφαλίσεως ή απασχολήσεως - Εθνικό μέτρο το οποίο δεν λαμβάνει υπόψη περίοδο υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας που εκπληρώθηκε σε άλλο κράτος μέλος.
    Υπόθεση C-372/02.

    Συλλογή της Νομολογίας 2004 I-10761

    ECLI identifier: ECLI:EU:C:2004:705

    Υπόθεση C-372/02

    Roberto Adanez-Vega

    κατά

    Bundesanstalt für Arbeit

    (αίτηση του Bundessozialgericht για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)

    «Κανονισμός (EΟΚ) 1408/71 – Προσδιορισμός της εφαρμοστέας νομοθεσίας – Παροχές ανεργίας – Προϋποθέσεις συνυπολογισμού των περιόδων ασφαλίσεως ή απασχολήσεως – Εθνικό μέτρο το οποίο δεν λαμβάνει υπόψη περίοδο υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας που εκπληρώθηκε σε άλλο κράτος μέλος»

    Περίληψη της αποφάσεως

    1.        Κοινωνική ασφάλιση των διακινουμένων εργαζομένων – Εφαρμοστέα νομοθεσία – Εργαζόμενος που ευρίσκεται σε ανεργία στο κράτος μέλος κατοικίας αφού εκπλήρωσε την υποχρεωτική στρατιωτική θητεία του σε άλλο κράτος μέλος – Αρμοδιότητα του νομοθέτη του κράτους μέλους κατοικίας

    (Κανονισμός 1408/71 του Συμβουλίου, άρθρο 13 § 2, στοιχ. στ΄)

    2.        Κοινωνική ασφάλιση των διακινουμένων εργαζομένων – Ανεργία – Ειδικοί κανόνες υπαγωγής – Άνεργος που κατοικούσε, κατά τη διάρκεια της τελευταίας απασχολήσεώς του, στο έδαφος κράτους μέλους διαφορετικού από το αρμόδιο κράτος – Έννοια της «απασχολήσεως»

    (Κανονισμός 1408/71 του Συμβουλίου, άρθρο 71 § 1)

    3.        Κοινωνική ασφάλιση των διακινουμένων εργαζομένων – Ανεργία – Νομοθεσία που εξαρτά τη χορήγηση παροχών από τη συμπλήρωση περιόδων ασφαλίσεως ή απασχολήσεως – Συνυπολογισμός των περιόδων ασφαλίσεως ή απασχολήσεως – Βεβαίωση μνημονεύουσα τις περιόδους ασφαλίσεως ή απασχολήσεως που συμπληρώθηκαν υπό τη νομοθεσία κράτους μέλους – Αποδεικτική ισχύς έναντι των φορέων κοινωνικής ασφαλίσεως των άλλων κρατών μελών – Όρια

    (Άρθρο 10 ΕΚ· κανονισμός 574/72 του Συμβουλίου, άρθρο 80)

    4.        Κοινωνική ασφάλιση των διακινουμένων εργαζομένων – Ανεργία – Ειδικοί κανόνες υπαγωγής – Άνεργος που κατοικούσε, κατά τη διάρκεια της τελευταίας απασχολήσεώς του, στο έδαφος κράτους μέλους διαφορετικού από το αρμόδιο κράτος – Έννοια της «κατοικίας»

    (Κανονισμός 1408/71 του Συμβουλίου, άρθρο 71 § 1)

    5.        Κοινωνική ασφάλιση των διακινουμένων εργαζομένων – Ανεργία – Ειδικοί κανόνες υπαγωγής – Άρθρο 71, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, ii, του κανονισμού 1408/71 – Περιεχόμενο – Μη εφαρμογή των γενικών κανόνων υπαγωγής – Προϋπόθεση – Εξακρίβωση από το εθνικό δικαστήριο

    (Κανονισμός 1408/71 του Συμβουλίου, άρθρο 71 § 1, στοιχ. β΄, ii)

    6.        Κοινωνική ασφάλιση των διακινουμένων εργαζομένων – Κοινοτική ρύθμιση – Προσωπικό πεδίο εφαρμογής – Εργαζόμενος κατά την έννοια του κανονισμού 1408/71 – Έννοια – Πρόσωπο που εκπληρώνει τη στρατιωτική θητεία του – Εμπίπτει – Προϋπόθεση

    (Κανονισμός 1408/71 του Συμβουλίου, άρθρο 1, στοιχ. α΄)

    7.        Κοινωνική ασφάλιση των διακινουμένων εργαζομένων – Ανεργία – Νομοθεσία που εξαρτά τη χορήγηση των παροχών από τη συμπλήρωση περιόδων ασφαλίσεως – Συνυπολογισμός των περιόδων ασφαλίσεως – Συνεκτίμηση περιόδων ασφαλίσεως ή απασχολήσεως που συμπληρώθηκαν υπό τη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους – Περίοδοι απασχολήσεως – Έννοια

    (Κανονισμός 1408/71 του Συμβουλίου, άρθρο 67 § 1)

    8.        Κοινωνική ασφάλιση των διακινουμένων εργαζομένων – Ανεργία – Νομοθεσία που εξαρτά τη χορήγηση των παροχών από τη συμπλήρωση περιόδων ασφαλίσεως – Συνυπολογισμός των περιόδων ασφαλίσεως – Συνεκτίμηση περιόδων ασφαλίσεως ή απασχολήσεως που συμπληρώθηκαν υπό τη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους – Προϋποθέσεις – Συμπλήρωση των τελευταίων περιόδων ασφαλίσεως στο κράτος μέλος στο οποίο έχει υποβληθεί η αίτηση για τη λήψη παροχών – Εκτίμηση από το εθνικό δικαστήριο

    (Κανονισμός 1408/71 του Συμβουλίου, άρθρο 67 § 3)

    9.        Κοινωνική ασφάλιση των διακινουμένων εργαζομένων – Ίση μεταχείριση – Δεν έχει εφαρμογή στις παροχές ανεργίας που διέπονται από τις ειδικές διατάξεις του κανονισμού 1408/71

    (Κανονισμός 1408/71 του Συμβουλίου, άρθρα 3 και 67)

    1.        To άρθρο 13, παράγραφος 2, στοιχείο στ΄, του κανονισμού 1408/71, όπως ενημερώθηκε με τον κανονισμό 2001/83 και τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 2195/91, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι ένα πρόσωπο, το οποίο κατοικεί σε κράτος μέλος και το οποίο ευρίσκεται σε ανεργία στο εν λόγω κράτος μέλος αφού εκπλήρωσε την υποχρεωτική στρατιωτική θητεία του σε άλλο κράτος μέλος, υπόκειται στη νομοθεσία του κράτους μέλους κατοικίας.

    (βλ. σκέψεις 26, 41, διατακτ. 1)

    2.        Η έννοια της «απασχολήσεως», κατά το πνεύμα του άρθρου 71, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71, όπως ενημερώθηκε με τον κανονισμό 2001/83 και τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 2195/91, διατάξεως η οποία προσδιορίζει την εφαρμοστέα νομοθεσία, στο πεδίο των παροχών ανεργίας, ως προς τον εργαζόμενο που κατοικούσε, κατά τη διάρκεια της τελευταίας απασχολήσεώς του, σε κράτος μέλος διαφορετικό από το αρμόδιο κράτος, πρέπει να ερμηνευθεί με προσφυγή στον ορισμό που δίδει η εθνική νομοθεσία στο πεδίο της κοινωνικής ασφαλίσεως. Επομένως, «απασχόληση» κατά την έννοια της ως άνω διατάξεως είναι μια απασχόληση η οποία θεωρείται ως τέτοια για την εφαρμογή της περί κοινωνικής ασφαλίσεως νομοθεσίας του κράτους μέλους στο οποίο ασκείται η ως άνω απασχόληση.

    (βλ. σκέψη 33)

    3.        Για όσο διάστημα η βεβαίωση που χορηγήθηκε, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 80 του κανονισμού 574/72, από τον αρμόδιο φορέα κράτους μέλους και η οποία μνημονεύει τις περιόδους ασφαλίσεως ή απασχολήσεως που συμπληρώθηκαν από εργαζόμενο υπό τη νομοθεσία του εν λόγω κράτους δεν ανακαλείται ή δεν κηρύσσεται ανίσχυρη, ο αρμόδιος φορέας άλλου κράτους μέλους οφείλει να λάβει υπόψη την ως άνω βεβαίωση κατά τον συνυπολογισμό των περιόδων ασφαλίσεως ή απασχολήσεως. Ωστόσο, η αρχή της ειλικρινούς συνεργασίας που διατυπώνεται στο άρθρο 10 ΕΚ επιβάλλει στους φορείς κοινωνικής ασφαλίσεως να προβαίνουν σε ορθή εκτίμηση των σχετικών πραγματικών περιστατικών, ιδίως για την εφαρμογή των κανόνων περί προσδιορισμού της εφαρμοστέας νομοθεσίας ή των κανόνων περί συνυπολογισμού των περιόδων ασφαλίσεως ή απασχολήσεως, και, επομένως, να εξασφαλίζουν την ακρίβεια των στοιχείων που περιέχονται στις βεβαιώσεις τις οποίες χορηγούν. Επομένως, στους φορείς αυτούς εναπόκειται να επανεξετάσουν την ορθότητα της εκδόσεως των εν λόγω βεβαιώσεων και, ενδεχομένως, να ανακαλέσουν τις βεβαιώσεις αυτές σε περίπτωση αμφιβολιών ως προς την ακρίβεια των στοιχείων που αποτέλεσαν τη βάση των εν λόγω βεβαιώσεων και, κατά συνέπεια, των στοιχείων που αυτές διαλαμβάνουν.

    (βλ. σκέψεις 34, 36)

    4.        Ο τόπος κατοικίας ενός εργαζομένου, κατά την έννοια του άρθρου 71, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71, όπως ενημερώθηκε με τον κανονισμό 2001/83 και τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 2195/91, διατάξεως η οποία προσδιορίζει την εφαρμοστέα νομοθεσία, στο πεδίο των παροχών ανεργίας, ως προς τον εργαζόμενο που κατοικούσε, κατά τη διάρκεια της τελευταίας απασχολήσεώς του, σε κράτος μέλος διαφορετικό από το αρμόδιο κράτος, αποτελείται από τον τόπο στον οποίο βρίσκεται το σύνηθες κέντρο των συμφερόντων του. Συναφώς, πρέπει να ληφθεί υπόψη η οικογενειακή κατάσταση του ενδιαφερομένου, καθώς και οι λόγοι που υπαγόρευσαν τη μετακίνησή του και η φύση της εργασίας.

    (βλ. σκέψη 37)

    5.        Το άρθρο 71, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, ii, του κανονισμού 1408/71, όπως ενημερώθηκε με τον κανονισμό 2001/83 και τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 2195/91, διάταξη η οποία προσδιορίζει την εφαρμοστέα νομοθεσία, στο πεδίο των παροχών ανεργίας, ως προς τον μη μεθοριακό εργαζόμενο που ευρίσκεται σε πλήρη ανεργία και ο οποίος κατοικούσε, κατά τη διάρκεια της τελευταίας απασχολήσεώς του, σε κράτος μέλος διαφορετικό από το αρμόδιο κράτος, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι αποτελεί ειδική διάταξη σχετικά με τον προσδιορισμό της εφαρμοστέας νομοθεσίας στο πεδίο των παροχών ανεργίας, κατά τρόπον ώστε, αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής της εν λόγω διατάξεως, η εφαρμοστέα νομοθεσία είναι εκείνη που προβλέπεται από τη διάταξη αυτή και όχι από τους γενικούς κανόνες υπαγωγής του τίτλου II του εν λόγω κανονισμού. Εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει αν συντρέχουν ή όχι οι προϋποθέσεις εφαρμογής της εν λόγω διατάξεως.

    (βλ. σκέψη 41, διατακτ. 1)

    6.        Η έννοια του «εργαζομένου» η οποία χρησιμοποιείται στον κανονισμό 1408/71, όπως ενημερώθηκε με τον κανονισμό 2001/83 και τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 2195/91, περιλαμβάνει όλα τα πρόσωπα τα οποία είναι ασφαλισμένα, έστω και κατά ενός μόνο κινδύνου, δυνάμει υποχρεωτικής ή προαιρετικής ασφαλίσεως στο πλαίσιο γενικού ή ειδικού συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως διαλαμβανομένου στο άρθρο 1, στοιχείο α΄, του εν λόγω κανονισμού, τούτο δε ανεξάρτητα από την ύπαρξη εργασιακής σχέσεως.

    Κατά συνέπεια, πρέπει να χαρακτηρισθεί ως εργαζόμενος, για τους σκοπούς της εφαρμογής του κανονισμού 1408/71, όπως έχει τροποποιηθεί, το πρόσωπο το οποίο εκπληρώνει τη στρατιωτική θητεία του, εφόσον το πρόσωπο αυτό είναι ασφαλισμένο, κατά την έννοια του άρθρου 1, στοιχείο α΄, του εν λόγω κανονισμού, στο πλαίσιο συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως.

    (βλ. σκέψεις 46-47, 54, διατακτ. 2)

    7.        Μια περίοδος υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας που εκπληρώνεται σε κράτος μέλος αποτελεί περίοδο απασχολήσεως που πραγματοποιήθηκε υπό τη νομοθεσία του εν λόγω κράτους, κατά την έννοια του άρθρου 67, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71, όπως ενημερώθηκε με τον κανονισμό 2001/83 και τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 2195/91, εφόσον η ανωτέρω περίοδος καθορίζεται ή αναγνωρίζεται ως τέτοια από την εν λόγω νομοθεσία ή εξομοιώνεται και αναγνωρίζεται από την τελευταία ως περίοδος που ισοδυναμεί με περίοδο απασχολήσεως. Σε παρόμοια περίπτωση, ο αρμόδιος φορέας άλλου κράτους μέλους του οποίου η νομοθεσία εξαρτά τη χορήγηση παροχών ανεργίας από τη συμπλήρωση περιόδων ασφαλίσεως οφείλει να λάβει υπόψη την ανωτέρω περίοδο κατά τον συνυπολογισμό των περιόδων ασφαλίσεως ή απασχολήσεως.

    (βλ. σκέψεις 47, 54, διατακτ. 2)

    8.        Εναπόκειται στα εθνικά δικαστήρια να εκτιμήσουν αν πληρούται η προϋπόθεση που προβλέπεται στο άρθρο 67, παράγραφος 3, του κανονισμού 1408/71, όπως ενημερώθηκε με τον κανονισμό 2001/83 και τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 2195/91, σύμφωνα με την οποία ένα πρόσωπο το οποίο πραγματοποίησε περιόδους ασφαλίσεως ή απασχολήσεως σε κράτος μέλος μπορεί να επικαλεσθεί τις εν λόγω περιόδους προκειμένου να λάβει παροχές ανεργίας σε άλλο κράτος μέλος μόνον αν πραγματοποίησε τελευταία στο άλλο αυτό κράτος μέλος περιόδους ασφαλίσεως σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας του τελευταίου κράτους.

    Συναφώς, μια περίοδος ασφαλίσεως πρέπει να θεωρείται ότι πραγματοποιήθηκε «τελευταία» σε κράτος μέλος αν, ανεξαρτήτως του χρονικού διαστήματος που διέρρευσε μεταξύ της ολοκληρώσεως της τελευταίας περιόδου ασφαλίσεως και της αιτήσεως για τη λήψη παροχών, ουδεμία άλλη περίοδος ασφαλίσεως πραγματοποιήθηκε εν τω μεταξύ σε άλλο κράτος μέλος.

    (βλ. σκέψεις 52-53, διατακτ. 2)

    9.        Το άρθρο 3 του κανονισμού 1408/71, όπως ενημερώθηκε με τον κανονισμό 2001/83 και τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 2195/91, που καθιερώνει την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως στο πεδίο εφαρμογής του λόγω κανονισμού, δεν απαγορεύει το να μη λαμβάνει υπόψη ένας αρμόδιος φορέας, για την εξέταση της υπάρξεως δικαιώματος επί παροχών ανεργίας ενός εργαζομένου, κατά τον υπολογισμό των περιόδων ασφαλίσεως που πραγματοποιήθηκαν, περίοδο υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας που εκπληρώθηκε σε άλλο κράτος μέλος, έστω και αν τούτο προβλέπεται από τη νομοθεσία δυνάμει της οποίας ζητούνται οι παροχές, εφόσον η λύση αυτή προκύπτει από την εφαρμογή του άρθρου 67 του εν λόγω κανονισμού, ειδικής διατάξεως η οποία διέπει το δικαίωμα του εργαζομένου να λαμβάνει παροχές ανεργίας.

    (βλ. σκέψεις 57-58, διατακτ. 3)




    ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα)

    της 11ης Νοεμβρίου 2004 (*)

    «Κανονισμός (EΟΚ) 1408/71 – Προσδιορισμός της εφαρμοστέας νομοθεσίας – Παροχές ανεργίας – Προϋποθέσεις συνυπολογισμού των περιόδων ασφαλίσεως ή απασχολήσεως – Εθνικό μέτρο το οποίο δεν λαμβάνει υπόψη περίοδο υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας που εκπληρώθηκε σε άλλο κράτος μέλος»

    Στην υπόθεση C-372/02,

    με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ,

    την οποία υπέβαλε το Bundessozialgericht (Γερμανία), με απόφαση της 15ης Αυγούστου 2002, που περιήλθε στο Δικαστήριο στις 16 Οκτωβρίου 2002, στο πλαίσιο της δίκης

    Roberto Adanez-Vega

    κατά

    Bundesanstalt für Arbeit,

    ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πρώτο τμήμα),

    συγκείμενο από τους P. Jann (εισηγητή), πρόεδρο τμήματος, A. Rosas και S. Von Bahr, δικαστές,

    γενικός εισαγγελέας: F. G. Jacobs

    γραμματέας: R. Grass

    λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που κατέθεσαν:

    –        ο R. Adanez-Vega, εκπροσωπούμενος από τον J. López Lerma,

    –        η Γερμανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον M. Lumma,

    –        η Πορτογαλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους L. I. Fernandes και S. da Nóbrega Pizarro,

    –        η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από την H. Michard και τον H. Kreppel,

    αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 25ης Μαρτίου 2004,

    εκδίδει την ακόλουθη

    Απόφαση

    1        Η αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία των άρθρων 3, 13, παράγραφος 2, 67 και 71 του κανονισμού (ΕΟΚ) 1408/71 του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1971, περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας, όπως ενημερώθηκε με τον κανονισμό (ΕΟΚ) 2001/83 του Συμβουλίου, της 2ας Ιουνίου 1983 (ΕΕ L 230, σ. 6), και τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΟΚ) 2195/91 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 1991 (ΕΕ L 206, σ. 2, στο εξής: κανονισμός 1408/71).

    2        Η ως άνω αίτηση εντάσσεται στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ του R. Adanez-Vega και της Bundesanstalt für Arbeit (ομοσπονδιακής υπηρεσίας απασχολήσεως, στο εξής: Bundesanstalt) σχετικά με την άρνηση της τελευταίας να του χορηγήσει επίδομα ανεργίας ή ενίσχυση λόγω ανεργίας.

     Το νομικό πλαίσιο

     Η κοινοτική ρύθμιση

     Ορισμοί

    3        Σύμφωνα με το άρθρο 1, στοιχείο ιθ΄, του κανονισμού 1408/71, «ως “περίοδοι απασχολήσεως” ή “περίοδοι μη μισθωτής δραστηριότητας” νοούνται οι περίοδοι που καθορίζονται ή αναγνωρίζονται ως τέτοιες από τη νομοθεσία υπό την οποία πραγματοποιήθηκαν, ως και κάθε εξομοιούμενη προς αυτές περίοδος, κατά το μέτρο που αναγνωρίζονται από τη νομοθεσία αυτή ως ισοδύναμες προς τις περιόδους απασχολήσεως ή προς τις περιόδους μη μισθωτής δραστηριότητας».

     Κανόνες άρσεως συγκρούσεως κανόνων δικαίου

    4        Το άρθρο 13 του κανονισμού 1408/71 προβλέπει τα εξής:

    «1.      […] τα πρόσωπα για τα οποία ισχύει ο παρών κανονισμός υπόκεινται στη νομοθεσία ενός μόνου κράτους μέλους. Η νομοθεσία αυτή προσδιορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος τίτλου.

    2.      Με την επιφύλαξη των άρθρων 14 έως 17:

    α)      το πρόσωπο που ασκεί μισθωτή δραστηριότητα στο έδαφος κράτους μέλους υπόκειται στη νομοθεσία του κράτους αυτού, ακόμη και αν κατοικεί στο έδαφος άλλου κράτους μέλους ή αν η επιχείρηση ή ο εργοδότης που το απασχολεί έχει την έδρα της ή την κατοικία του στο έδαφος άλλου κράτους μέλους·

    […]

    ε)      το πρόσωπο που καλείται ή επανακαλείται για την εκτέλεση στρατιωτικής θητείας ή πολιτικής υπηρεσίας σε ένα κράτος μέλος υπόκειται στη νομοθεσία του κράτους αυτού […]·

    στ)      το άτομο στο οποίο η νομοθεσία κράτους μέλους παύει να έχει εφαρμογή, χωρίς η νομοθεσία άλλου κράτους μέλους να καταστεί εφαρμοστέα, και αυτό σύμφωνα με έναν από τους κανόνες που αναφέρονται στα προηγούμενα στοιχεία ή με μία από τις εξαιρέσεις ή ειδικούς κανόνες που αναφέρονται στα άρθρα 14 έως 17, υπόκειται στη νομοθεσία κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου κατοικεί, σύμφωνα με τις διατάξεις αυτής και μόνο της νομοθεσίας.»

    5        Το άρθρο 71, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, σημείο ii, του κανονισμού 1408/71 διευκρινίζει ότι ο σε πλήρη ανεργία μισθωτός, πλην του μεθοριακού εργαζομένου, «[...] που κατοικούσε κατά τη διάρκεια της τελευταίας απασχολήσεώς του στο έδαφος κράτους μέλους άλλου από το αρμόδιο κράτος […] και ο οποίος τίθεται στη διάθεση των υπηρεσιών απασχολήσεως στο έδαφος του κράτους μέλους όπου κατοικεί ή επιστρέφει στο έδαφος αυτό, λαμβάνει παροχές σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους αυτού […]· οι παροχές αυτές καταβάλλονται από τον φορέα του τόπου κατοικίας και εις βάρος του […]».

     Κανόνες ουσιαστικού δικαίου

    6        Το άρθρο 3, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71 ορίζει ότι «τα πρόσωπα που κατοικούν στο έδαφος ενός από τα κράτη μέλη, και για τα οποία ισχύουν οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού, υπόκεινται στις υποχρεώσεις και απολαύουν των δικαιωμάτων που απορρέουν από τη νομοθεσία κάθε κράτους μέλους υπό τους ίδιους όρους με τους υπηκόους του, υπό την επιφύλαξη ειδικών διατάξεων του παρόντος κανονισμού».

    7        Όσον αφορά τις παροχές ανεργίας, το άρθρο 67, παράγραφοι 1 και 3, του κανονισμού 1408/71, που φέρει τον τίτλο «Συνυπολογισμός των περιόδων ασφαλίσεως ή απασχολήσεως», προβλέπει τα εξής:

    «1.      Ο αρμόδιος φορέας κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου εξαρτά την κτήση, τη διατήρηση ή την ανάκτηση του δικαιώματος παροχών από τη συμπλήρωση περιόδων ασφαλίσεως, λαμβάνει υπόψη, κατά το μέτρο που απαιτείται, τις περιόδους ασφαλίσεως ή απασχολήσεως που πραγματοποιήθηκαν υπό την ιδιότητα μισθωτού υπό τη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους, ως να επρόκειτο για περιόδους ασφαλίσεως που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία που εφαρμόζει ο φορέας αυτός, υπό τον όρο πάντως ότι οι περίοδοι απασχολήσεως θα είχαν θεωρηθεί ως περίοδοι ασφαλίσεως αν είχαν πραγματοποιηθεί υπό τη νομοθεσία αυτή.

    […]

    3.      Με εξαίρεση τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 71, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, σημείο ii και στοιχείο β΄, σημείο ii, η εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 1 και 2 τελεί υπό τον όρο ότι ο ενδιαφερόμενος έχει πραγματοποιήσει τελευταία:

    –        στην περίπτωση της παραγράφου 1, περιόδους ασφαλίσεως,

    –        στην περίπτωση της παραγράφου 2, περιόδους απασχολήσεως,

    κατά τις διατάξεις της νομοθεσίας δυνάμει της οποίας ζητούνται οι παροχές.»

     Η εθνική ρύθμιση

    8        Το άρθρο 100, παράγραφος 1, του Arbeitsförderungsgesetz (νόμου περί προωθήσεως της εργασίας), όπως ίσχυε το 1996, ορίζει ότι ένα άτομο έχει δικαίωμα επί επιδόματος ανεργίας, μεταξύ άλλων, αν πληροί τις προϋποθέσεις όσον αφορά τη συμπλήρωση του χρόνου ασφαλίσεως που απαιτείται για τη θεμελίωση δικαιώματος επί παροχών ανεργίας. Το άρθρο 104 του Arbeitsförderungsgesetz προβλέπει ότι η προϋπόθεση όσον αφορά τη συμπλήρωση του χρόνου ασφαλίσεως που απαιτείται για τη θεμελίωση δικαιώματος επί παροχών ανεργίας πληρούται αν ο ενδιαφερόμενος εργάστηκε επί 360 ημέρες, κατά τη διάρκεια της τριετούς περιόδου αναφοράς, σε απασχόληση δημιουργούσα την υποχρέωση καταβολής εισφορών. Η περίοδος αναφοράς περατώνεται την αμέσως προηγούμενη ημέρα της ημέρας κατά την οποία αρχίζει η ανεργία και κατά την οποία πληρούνται οι λοιπές προϋποθέσεις για την παροχή δικαιώματος επί επιδόματος ανεργίας.

    9        Σύμφωνα με το άρθρο 134 του Arbeitsförderungsgesetz, χορηγείται ενίσχυση λόγω ανεργίας, επικουρικώς, στους ανέργους που είναι οικονομικά ασθενέστεροι και πληρούν τις λοιπές προϋποθέσεις τις οποίες προβλέπει το άρθρο 100 του Arbeitsförderungsgesetz, λαμβανομένου υπόψη ότι οι ως άνω άνεργοι πρέπει να δικαιολογούν, αντί της συμπληρώσεως 360 ημερών ασφαλίσεως, μόνο μία περίοδο απασχολήσεως δημιουργούσας την υποχρέωση καταβολής εισφορών τουλάχιστον 150 ημερών εντός περιόδου αναφοράς συντομότερης του ενός έτους.

    10      Σύμφωνα με το άρθρο 107 του Arbeitsförderungsgesetz, ο χρόνος στρατιωτικής θητείας εξομοιώνεται με περίοδο απασχολήσεως δημιουργούσας την υποχρέωση καταβολής εισφορών.

     Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

    11      Ο R. Adanez-Vega είναι Ισπανός υπήκοος ο οποίος, από τη γέννησή του το 1974, δηλώνει ότι έχει μονίμως την κύρια κατοικία του στη Γερμανία.

    12      Από την 1η Σεπτεμβρίου 1991 έως τις 4 Δεκεμβρίου 1992, ο R. Adanez-Vega ακολούθησε στην Ισπανία εκπαίδευση υπαγόμενη στην κοινωνική ασφάλιση (ιδίως στην ασφάλιση ανεργίας). Εν συνεχεία, από τις 3 έως τις 31 Αυγούστου 1994 και από τις 3 Νοεμβρίου 1994 έως τις 20 Απριλίου 1995, εργάστηκε στη Γερμανία σε απασχόληση η οποία επίσης υπαγόταν στην κοινωνική ασφάλιση (ιδίως στην ασφάλιση ανεργίας). Στις 21 Απριλίου 1995, ο R. Adanez-Vega μετέβη στην Ισπανία όπου εκπλήρωσε την υποχρεωτική στρατιωτική θητεία του από τις 18 Μαΐου 1995 έως τις 15 Φεβρουαρίου 1996. Μετά τη λήξη της στρατιωτικής θητείας του, επέστρεψε στη Γερμανία.

    13      Κατόπιν της επιστροφής του στη Γερμανία, ο R. Adanez-Vega εγγράφηκε, στις 25 Απριλίου 1996, στην Bundesanstalt ως άνεργος και ζήτησε από την εν λόγω υπηρεσία τη χορήγηση παροχής ανεργίας. Στις 30 Μαΐου 1996, ο R. Adanez-Vega βρήκε νέα απασχόληση.

    14      Με απόφαση της 31ης Μαΐου 1996, η Bundesanstalt αρνήθηκε να του χορηγήσει παροχή ανεργίας για την περίοδο από 25 Απριλίου έως 29 Μαΐου 1996, για τον λόγο ότι δεν επληρούντο οι προβλεπόμενες στα άρθρα 104 και 134 του Arbeitsförderungsgesetz προϋποθέσεις όσον αφορά τη συμπλήρωση του χρόνου ασφαλίσεως που απαιτείται για τη θεμελίωση δικαιώματος επί παροχών ανεργίας (επιδόματος ανεργίας ή ενισχύσεως λόγω ανεργίας). Συγκεκριμένα, δεδομένου ότι, κατά την Bundesanstalt, η περίοδος της στρατιωτικής θητείας που εκπληρώθηκε στην Ισπανία δεν έπρεπε να ληφθεί υπόψη, ο R. Adanez-Vega δεν πληρούσε ούτε την προϋπόθεση της συμπληρώσεως 360 ημερών ασφαλίσεως κατά τη διάρκεια της περιόδου αναφοράς τριών ετών, που προβλέπεται στο άρθρο 104 του Arbeitsförderungsgesetz, ούτε την προϋπόθεση της συμπληρώσεως 150 ημερών ασφαλίσεως κατά τη διάρκεια της περιόδου αναφοράς ενός έτους, που προβλέπεται στο άρθρο 134 του ιδίου νόμου.

    15      Η διοικητική ένσταση που υπέβαλε ο R. Adanez-Vega κατά της ως άνω αποφάσεως απερρίφθη από την Bundesanstalt με απόφαση της 16ης Ιουλίου 1996. Η ασκηθείσα από τον R. Adanez-Vega προσφυγή κατά της ως άνω αποφάσεως ενώπιον του Sozialgericht Hannover (Γερμανία) έγινε δεκτή με απόφαση της 26ης Φεβρουαρίου 1998. Η ασκηθείσα από την Bundesanstalt ενώπιον του Landessozialgericht Niedersachsen (Γερμανία) έφεση απερρίφθη με απόφαση της 23ης Οκτωβρίου 2001. Εν συνεχεία, η Bundesanstalt άσκησε αναίρεση ενώπιον του Bundessozialgericht.

    16      Υπό τις περιστάσεις αυτές, το Bundessozialgericht αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

    «1)      Πρόσωπο το οποίο, περισσότερους από δύο μήνες μετά την εκπλήρωση της υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας του στην Ισπανία, ζητεί την καταβολή παροχών εκ μέρους του γερμανικού συστήματος ασφαλίσεως κατά της ανεργίας υπόκειται

    α)      στο ισπανικό δίκαιο, σύμφωνα με το άρθρο 13, παράγραφος 2, στοιχείο ε΄, του κανονισμού 1408/71 […];

    β)      στο γερμανικό δίκαιο, σύμφωνα με το άρθρο 13, παράγραφος 2, στοιχείο στ΄, του κανονισμού 1408/71;

    2)       Αν δοθεί καταφατική απάντηση στο ερώτημα 1α:

    α)      Η εκπληρωθείσα στην Ισπανία υποχρεωτική στρατιωτική θητεία συνιστά την «τελευταία απασχόληση στο έδαφος κράτους μέλους» κατά την έννοια του άρθρου 71, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71;

    β)      Αν δοθεί καταφατική απάντηση στο ερώτημα 2α:

    Το άρθρο 71, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, σημείο ii, πρώτη περίοδος, του κανονισμού 1408/71 περιλαμβάνει επίσης τη ρύθμιση ότι η τελευταία, στο έδαφος άλλου κράτους μέλους πραγματοποιηθείσα, απασχόληση πρέπει να ληφθεί υπόψη για τις παροχές ανεργίας ωσάν να είχε πραγματοποιηθεί στο κράτος της κατοικίας, χωρίς να απαιτείται εξέταση των προϋποθέσεων του άρθρου 67 του κανονισμού 1408/71;

    γ)      Αν δοθεί αρνητική απάντηση στο ερώτημα 2β:

    Υπό ποιες προϋποθέσεις ο χρόνος της υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας, ο οποίος κατά το εθνικό (ισπανικό) δίκαιο δεν αποτελεί περίοδο ασφαλίσεως όσον αφορά την ασφάλιση κατά της ανεργίας ούτε εξομοιώνεται προς τέτοια περίοδο, αποτελεί περίοδο απασχολήσεως κατά το άρθρο 67, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71, πραγματοποιούμενη από τον ενδιαφερόμενο ως μισθωτό σύμφωνα με τις νομικές διατάξεις ενός άλλου κράτους μέλους;

    3)      Αν δοθεί καταφατική απάντηση στο ερώτημα 1β:

    α)      Πρόσωπο το οποίο πραγματοποίησε, προ ενός και πλέον έτους, την τελευταία περίοδο ασφαλίσεώς του στη Γερμανία, στη συνέχεια δε εξεπλήρωσε υποχρεωτική στρατιωτική θητεία εννέα μηνών στην Ισπανία, έχει “πραγματοποιήσει τελευταία”, κατά την έννοια του άρθρου 67, παράγραφος 3, του κανονισμού 1408/71, περιόδους ασφαλίσεως σύμφωνα με το γερμανικό δίκαιο;

    β)      Αν δοθεί καταφατική απάντηση στο ερώτημα 3α:

    Υπό ποιες προϋποθέσεις ο χρόνος της υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας, ο οποίος κατά το εθνικό (ισπανικό) δίκαιο δεν αποτελεί περίοδο ασφαλίσεως όσον αφορά την ασφάλιση κατά της ανεργίας ούτε εξομοιώνεται προς τέτοια περίοδο, αποτελεί περίοδο απασχολήσεως κατά το άρθρο 67, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71, πραγματοποιούμενη από τον ενδιαφερόμενο ως μισθωτό σύμφωνα με τις νομικές διατάξεις ενός άλλου κράτους μέλους; [Αντιστοιχεί στο ερώτημα 2γ.]

    γ)      Αν το άρθρο 67, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71 δεν ευρίσκει εφαρμογή στην περίπτωση του προσφεύγοντος [ερωτήματα 3α και 3β]:

    i)      Η εκπληρωθείσα στην Ισπανία υποχρεωτική στρατιωτική θητεία αποτελεί την “τελευταία απασχόληση στο έδαφος κράτους μέλους άλλου από το αρμόδιο κράτος” κατά την έννοια του άρθρου 71, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71; [Αντιστοιχεί στο ερώτημα 2α.]

    ii)      Αν δοθεί καταφατική απάντηση στο ερώτημα 3γ, i:

    Το άρθρο 71, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, ii, πρώτη περίοδος, του κανονισμού 1408/71 περιλαμβάνει επίσης τη ρύθμιση ότι η τελευταία, στο έδαφος άλλου κράτους μέλους πραγματοποιηθείσα, απασχόληση πρέπει να ληφθεί υπόψη για τις παροχές ανεργίας ωσάν να είχε πραγματοποιηθεί στο κράτος της κατοικίας, χωρίς να απαιτείται εξέταση των προϋποθέσεων του άρθρου 67 του κανονισμού 1408/71; [Αντιστοιχεί στο ερώτημα 2β.]

    4)      Εφόσον ούτε κατά το άρθρο 71 ούτε κατά το άρθρο 67 του κανονισμού 1408/71 πρέπει να ληφθεί υπόψη ο χρόνος της στρατιωτικής θητείας στην Ισπανία όσον αφορά την αξίωση του προσφεύγοντος επί παροχών του γερμανικού συστήματος ασφαλίσεως κατά της ανεργίας, προκύπτει αντίστοιχη αξίωση από την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως που διατυπώνεται στο άρθρο 3 του κανονισμού 1408/71 ή από άλλες γενικές διατάξεις του κοινοτικού δικαίου;»

     Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

     Επί του πρώτου ερωτήματος: ο προσδιορισμός της εφαρμοστέας νομοθεσίας (άρθρα 13 και 71 του κανονισμού 1408/71)

    17      Με το πρώτο ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ερωτά, κατ’ ουσίαν, αν, σύμφωνα με τα άρθρα 13 και 71 του κανονισμού 1408/71, εφαρμοστέα νομοθεσία επί προσώπου, το οποίο κατοικεί σε ένα κράτος μέλος και βρίσκεται σε ανεργία στο εν λόγω κράτος μέλος αφού εκπλήρωσε την υποχρεωτική στρατιωτική θητεία του σε άλλο κράτος μέλος, είναι η νομοθεσία του κράτους μέλους κατοικίας ή εκείνη του κράτους μέλους εντός του οποίου το ανωτέρω πρόσωπο εκπλήρωσε τη στρατιωτική θητεία του.

    18      Κατ’ αρχάς, πρέπει να επισημανθεί ότι, κατά πάγια νομολογία, οι διατάξεις του κανονισμού 1408/71 σχετικά με τον προσδιορισμό της εφαρμοστέας νομοθεσίας αποτελούν ένα σύστημα κανόνων άρσεως συγκρούσεως, η αρτιότητα του οποίου έχει ως αποτέλεσμα να έχει αφαιρεθεί από τους εθνικούς νομοθέτες η εξουσία προσδιορισμού της εκτάσεως και των προϋποθέσεων εφαρμογής της σχετικής εθνικής νομοθεσίας τους όσον αφορά τα πρόσωπα που υπόκεινται σ’ αυτή και το έδαφος εντός του οποίου οι εθνικές διατάξεις παράγουν τα αποτελέσματά τους (βλ., υπ’ αυτήν την έννοια, μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 12ης Ιουνίου 1986, 302/84, Ten Holder, Συλλογή 1986, σ. 1821, σκέψη 21, και της 10ης Ιουλίου 1986, 60/85, Luijten, Συλλογή 1986, σ. 2365, σκέψη 14).

    19      Προς τούτο, ο κανονισμός 1408/71 προβλέπει, στον τίτλο του II, κανόνες σχετικά με τον προσδιορισμό της «εφαρμοστέας νομοθεσίας». Ωστόσο, σε ορισμένους τομείς, οι ως άνω γενικοί κανόνες υπαγωγής υπόκεινται σε εξαιρέσεις (βλ., υπ’ αυτήν την έννοια, απόφαση της 29ης Ιουνίου 1988, 58/87, Rebmann, Συλλογή 1988, σ. 3467, σκέψη 13). Από το σύστημα του κανονισμού 1408/71 προκύπτει ότι η εφαρμογή των ως άνω ειδικών κανόνων υπαγωγής προϋποθέτει, ωστόσο, τον προσδιορισμό, εκ των προτέρων, της εφαρμοστέας νομοθεσίας σύμφωνα με τις διατάξεις του τίτλου II του εν λόγω κανονισμού.

    20      Επομένως, πρέπει να προσδιοριστεί, κατ’ αρχάς, ποια είναι η εφαρμοστέα νομοθεσία δυνάμει των γενικών κανόνων υπαγωγής του τίτλου II του κανονισμού 1408/71. Εν συνεχεία, πρέπει να εξακριβωθεί αν οι ειδικοί κανόνες υπαγωγής του ως άνω κανονισμού προβλέπουν ή όχι την εφαρμογή άλλης νομοθεσίας.

     Οι γενικοί κανόνες υπαγωγής (άρθρο 13 του κανονισμού 1408/71)

    21      Πρέπει να υπομνηστεί ότι, σύμφωνα με το άρθρο 13, παράγραφος 2, στοιχείο ε΄, του κανονισμού 1408/71, το πρόσωπο που καλείται για την εκτέλεση στρατιωτικής θητείας υπόκειται στη νομοθεσία του κράτους αυτού.

    22      Από την ως άνω διάταξη απορρέει ότι, στην υπόθεση της κύριας δίκης, ο R. Adanez-Vega υπαγόταν στην ισπανική νομοθεσία κατά τη διάρκεια της εκπληρώσεως της στρατιωτικής θητείας του στην Ισπανία. Ωστόσο, η ως άνω νομοθεσία έπαυσε να είναι εφαρμοστέα μετά τη λήξη της στρατιωτικής θητείας του.

    23      Από το άρθρο 13, παράγραφος 2, στοιχείο στ΄, του κανονισμού 1408/71 προκύπτει ότι το άτομο στο οποίο η νομοθεσία κράτους μέλους παύει να έχει εφαρμογή, χωρίς η νομοθεσία άλλου κράτους μέλους να καταστεί εφαρμοστέα επί του ατόμου αυτού σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 13, παράγραφος 2, στοιχεία α΄ έως δ΄, ή 14 έως 17 του ιδίου κανονισμού, υπόκειται στη νομοθεσία του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου κατοικεί.

    24      Σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου, το άρθρο 13, παράγραφος 2, στοιχείο στ΄, του κανονισμού 1408/71 έχει εφαρμογή τόσο στα πρόσωπα τα οποία έχουν οριστικά σταματήσει κάθε επαγγελματική δραστηριότητα όσο και σε εκείνα τα οποία απλώς σταμάτησαν προσωρινά τη δραστηριότητά τους (απόφαση της 11ης Ιουνίου 1998, C-275/96, Kuusijärvi, Συλλογή 1998, σ. I-3419, σκέψεις 39 και 40).

    25      Επομένως, η εφαρμοστέα νομοθεσία, σύμφωνα με τους αφορώντες την αρμοδιότητα γενικούς κανόνες του τίτλου II του κανονισμού 1408/71, επί των προσώπων τα οποία ευρίσκονται σε ανεργία είναι, κατ’ αρχήν, εκείνη του κράτους μέλους κατοικίας.

    26      Όσον αφορά την υπόθεση της κύριας δίκης, έπεται ότι ένα πρόσωπο το οποίο, όπως ο R. Adanez-Vega, κατοικεί σε ένα κράτος μέλος και το οποίο ευρίσκεται σε ανεργία στο εν λόγω κράτος μέλος αφού εκπλήρωσε την υποχρεωτική στρατιωτική θητεία του σε άλλο κράτος μέλος υπόκειται, σύμφωνα με το άρθρο 13, παράγραφος 2, στοιχείο στ΄, του κανονισμού 1408/71, στη νομοθεσία του κράτους μέλους κατοικίας. Επομένως, σύμφωνα με τους γενικούς κανόνες υπαγωγής του τίτλου II του κανονισμού 1408/71, πρέπει να εφαρμοστεί η γερμανική νομοθεσία προκειμένου να προσδιοριστεί αν ο R. Adanez-Vega πληροί ή όχι τις προϋποθέσεις θεμελιώσεως δικαιώματος επί παροχής ανεργίας.

    27      Ωστόσο, πρέπει ακόμη να εξεταστεί αν το άρθρο 71, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, σημείο ii, του κανονισμού 1408/71, το οποίο περιέχει ειδικούς κανόνες σχετικά με τον προσδιορισμό της εφαρμοστέας νομοθεσίας στο πεδίο των παροχών ανεργίας, είναι ικανό να μεταβάλει τις προηγηθείσες σκέψεις.

    28      Πράγματι, η εφαρμογή του άρθρου 71, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, σημείο ii, του κανονισμού 1408/71, έστω και αν οδηγεί επίσης στον προσδιορισμό της νομοθεσίας του κράτους κατοικίας ως εφαρμοστέας νομοθεσίας, όπως και το άρθρο 13, παράγραφος 2, στοιχείο στ΄, του εν λόγω κανονισμού, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, υπό το πρίσμα της υποθέσεως της κύριας δίκης, κατά το μέτρο που η εφαρμογή της ανωτέρω διατάξεως ασκεί επιρροή στην ερμηνεία του άρθρου 67, παράγραφος 3, του ιδίου κανονισμού όσον αφορά τον συνυπολογισμό των περιόδων ασφαλίσεως ή απασχολήσεως.

     Οι ειδικοί κανόνες υπαγωγής (το άρθρο 71, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71)

    29      Το άρθρο 71, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71 αφορά την περίπτωση των ευρισκομένων σε ανεργία μισθωτών οι οποίοι, κατά τη διάρκεια της τελευταίας απασχολήσεώς τους, κατοικούσαν σε κράτος μέλος διαφορετικό από το κράτος μέλος το οποίο ήταν τότε αρμόδιο.

    30      Σύμφωνα με το άρθρο 71, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, σημείο ii, του εν λόγω κανονισμού, ο μισθωτός, πλην του μεθοριακού εργαζομένου, ο οποίος ευρίσκεται σε πλήρη ανεργία και ο οποίος τίθεται στη διάθεση των υπηρεσιών απασχολήσεως στο έδαφος του κράτους μέλους όπου κατοικεί ή επιστρέφει στο έδαφος αυτό, λαμβάνει παροχές σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους αυτού, σαν να είχε ασκήσει εκεί την τελευταία του απασχόληση.

    31      Επομένως, ο προσδιορισμός της νομοθεσίας του κράτους κατοικίας ως εφαρμοστέας νομοθεσίας δυνάμει του άρθρου 71, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71 προϋποθέτει ότι ο ενδιαφερόμενος κατοικούσε, κατά τη διάρκεια της τελευταίας απασχολήσεώς του, σε κράτος μέλος διαφορετικό από το κράτος μέλος το οποίο ήταν τότε αρμόδιο.

    32      Κατά συνέπεια, λαμβανομένων υπόψη των πραγματικών περιστατικών της υποθέσεως της κύριας δίκης, πρέπει να εξακριβωθεί αν:

    –        η υποχρεωτική στρατιωτική θητεία που εκπληρώθηκε στην Ισπανία μπορεί να θεωρηθεί ως «απασχόληση» κατά την έννοια του άρθρου 71, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71·

    –        ο R. Adanez-Vega «κατοικούσε» στην πραγματικότητα στη Γερμανία κατά την ίδια περίοδο και αν

    –        το Βασίλειο της Ισπανίας ήταν το «αρμόδιο κράτος» κατά την έννοια του ιδίου άρθρου, κατά τη διάρκεια της εκπληρώσεως της υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας.

    33      Όσον αφορά την πρώτη από τις ανωτέρω προϋποθέσεις, πρέπει να υπομνηστεί ότι η έννοια της «απασχολήσεως» δεν ορίζεται στον κανονισμό 1408/71. Ωστόσο, δεδομένου ότι ο εν λόγω κανονισμός δεν είναι κοινοτικό μέτρο εναρμονίσεως των εθνικών συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως, αλλά πράξη αποσκοπούσα στο να συντονίσει τα ως άνω συστήματα, από τη διατύπωση και την οικονομία του ανωτέρω κανονισμού προκύπτει ότι η έννοια της «απασχολήσεως» κατά το πνεύμα του άρθρου 71, παράγραφος 1, πρέπει να ερμηνευθεί με προσφυγή στον ορισμό που δίδει η εθνική νομοθεσία στο πεδίο της κοινωνικής ασφαλίσεως. Επομένως, «απασχόληση» κατά την έννοια του άρθρου 71, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71 είναι μια απασχόληση η οποία θεωρείται ως τέτοια για την εφαρμογή της περί κοινωνικής ασφαλίσεως νομοθεσίας του κράτους μέλους στο οποίο ασκείται η ως άνω απασχόληση.

    34      Στο πλαίσιο αυτό, αν η ως άνω εθνική νομοθεσία αναφερόταν, για τον ορισμό της έννοιας της «απασχολήσεως», στις δραστηριότητες που δίδουν λαβή για μια περίοδο ασφαλίσεως ή απασχολήσεως, μια βεβαίωση κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 80 του κανονισμού 574/72 του Συμβουλίου, της 21ης Μαρτίου 1972, περί του τρόπου εφαρμογής του κανονισμού 1408/71, χορηγούμενη από τον αρμόδιο φορέα του κράτους αυτού και μνημονεύουσα τις περιόδους ασφαλίσεως και απασχολήσεως που συμπληρώθηκαν υπό την ανωτέρω νομοθεσία θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως ένδειξη προκειμένου να αποδειχθεί αν η υποχρεωτική στρατιωτική θητεία πρέπει να θεωρηθεί ή όχι ως «απασχόληση».

    35      Πάντως, από τη δικογραφία προκύπτει ότι, στην υπόθεση της κύριας δίκης, ο ισπανικός φορέας κοινωνικής ασφαλίσεως χορήγησε, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 80 του κανονισμού 574/72, βεβαίωση σύμφωνα με την οποία ο R. Adanez-Vega έχει συμπληρώσει, στην Ισπανία, περίοδο ασφαλίσεως ή απασχολήσεως μόνον από την 1η Δεκεμβρίου 1991 έως τις 4 Δεκεμβρίου 1992, ήτοι εκτός της περιόδου της υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας. Τούτο επιτρέπει να υποτεθεί ότι η τελευταία αυτή περίοδος δεν μπορεί να θεωρηθεί ως «απασχόληση» κατά την ισπανική νομοθεσία.

    36      Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου, για όσο διάστημα μια βεβαίωση που χορηγήθηκε από φορέα κράτους μέλους δεν ανακαλείται ή δεν κηρύσσεται ανίσχυρη, ο αρμόδιος φορέας άλλου κράτους μέλους οφείλει να λάβει υπόψη την ως άνω βεβαίωση. Ωστόσο, η αρχή της ειλικρινούς συνεργασίας που διατυπώνεται στο άρθρο 10 ΕΚ επιβάλλει στους φορείς κοινωνικής ασφαλίσεως να προβαίνουν σε ορθή εκτίμηση των σχετικών πραγματικών περιστατικών, ιδίως για την εφαρμογή των κανόνων περί προσδιορισμού της εφαρμοστέας νομοθεσίας ή των κανόνων περί συνυπολογισμού των περιόδων και, επομένως, να εξασφαλίζουν την ακρίβεια των στοιχείων που περιέχονται στις βεβαιώσεις. Επομένως, στους φορείς αυτούς εναπόκειται να επανεξετάσουν την ορθότητα της εκδόσεως των βεβαιώσεων και, ενδεχομένως, να ανακαλέσουν τις εν λόγω βεβαιώσεις σε περίπτωση αμφιβολιών ως προς την ακρίβεια των στοιχείων που αποτέλεσαν τη βάση των βεβαιώσεων αυτών και, ως εκ τούτου, των στοιχείων που αυτές διαλαμβάνουν (βλ., υπ’ αυτήν την έννοια, αποφάσεις της 10ης Φεβρουαρίου 2000, C-202/97, FTS, Συλλογή 2000, σ. Ι-883, σκέψη 56, και της 30ής Μαρτίου 2000, C-178/97, Banks κ.λπ., Συλλογή 2000, σ. I-2005, σκέψη 43).

    37      Όσον αφορά τη δεύτερη προϋπόθεση εφαρμογής του άρθρου 71, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71, από πάγια νομολογία προκύπτει ότι ο τόπος «κατοικίας» καθορίζεται από τον τόπο στον οποίο βρίσκεται το σύνηθες κέντρο των συμφερόντων. Συναφώς, πρέπει να ληφθεί υπόψη η οικογενειακή κατάσταση του εργαζομένου, καθώς και οι λόγοι που υπαγόρευσαν τη μετακίνησή του και η φύση της εργασίας (βλ., μεταξύ άλλων, απόφαση της 17ης Φεβρουαρίου 1977, 76/76, Di Paolo, Συλλογή τόμος 1977, σ. 117, σκέψεις 17 και 20).

    38      Τέλος, όσον αφορά την τρίτη προϋπόθεση εφαρμογής του άρθρου 71, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71, από τη σκέψη 22 της παρούσας αποφάσεως προκύπτει ότι η ισπανική νομοθεσία ήταν όντως η εφαρμοστέα νομοθεσία κατά την περίοδο της στρατιωτικής θητείας σύμφωνα με το άρθρο 13, παράγραφος 2, στοιχείο ε΄, του εν λόγω κανονισμού.

    39      Στην υπόθεση της κύριας δίκης, εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να καθορίσει αν ο R. Adanez-Vega πληροί ή όχι τις προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 71, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, ii, του κανονισμού 1408/71.

    40      Αν ο R. Adanez-Vega πληρούσε τις προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 71, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, σημείο ii, του κανονισμού 1408/71, η νομοθεσία που θα ήταν εφαρμοστέα στην περίπτωσή του θα ήταν, δυνάμει της ως άνω διατάξεως, επίσης η νομοθεσία του κράτους μέλους κατοικίας, ήτοι η γερμανική νομοθεσία.

    41      Κατόπιν των ανωτέρω σκέψεων, στο πρώτο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 13, παράγραφος 2, στοιχείο στ΄, του κανονισμού 1408/71 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι ένα πρόσωπο το οποίο κατοικεί σε κράτος μέλος και το οποίο ευρίσκεται σε ανεργία στο εν λόγω κράτος μέλος αφού εκπλήρωσε την υποχρεωτική στρατιωτική θητεία του σε άλλο κράτος μέλος υπόκειται στη νομοθεσία του κράτους μέλους κατοικίας.

    Το άρθρο 71, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, σημείο ii, του κανονισμού 1408/71 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι αποτελεί ειδική διάταξη σχετικά με τον προσδιορισμό της εφαρμοστέας νομοθεσίας στο πεδίο των παροχών ανεργίας, κατά τρόπο ώστε, αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής της εν λόγω διατάξεως, η εφαρμοστέα νομοθεσία είναι εκείνη που προβλέπεται από τη διάταξη αυτή.

    Εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να καθορίσει αν, στην υπόθεση της κύριας δίκης, συντρέχουν ή όχι οι προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 71, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, σημείο ii.

    Αν, στην υπόθεση της κύριας δίκης, πληρούνται οι προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 71, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, σημείο ii, του κανονισμού 1408/71, η εφαρμοστέα νομοθεσία επί ενός προσώπου το οποίο κατοικεί σε κράτος μέλος και το οποίο ευρίσκεται σε ανεργία στο εν λόγω κράτος μέλος αφού εκπλήρωσε την υποχρεωτική στρατιωτική θητεία του σε άλλο κράτος μέλος θα ήταν, δυνάμει της ως άνω διατάξεως, επίσης η νομοθεσία του κράτους μέλους κατοικίας.

    42      Λαμβανομένης υπόψη της απαντήσεως που δόθηκε στο πρώτο ερώτημα, παρέλκει η απάντηση στο δεύτερο ερώτημα.

     Επί του τρίτου ερωτήματος: η υποχρέωση του αρμόδιου φορέα να λαμβάνει υπόψη περιόδους ασφαλίσεως και περιόδους απασχολήσεως οι οποίες πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους (άρθρο 67, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71)

    43      Με το τρίτο ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ερωτά, κατ’ ουσίαν, αν, δυνάμει του άρθρου 67 του κανονισμού 1408/71, για την εξέταση της υπάρξεως δικαιώματος επί παροχών ανεργίας, ο αρμόδιος φορέας υποχρεούται να λαμβάνει υπόψη, κατά τον υπολογισμό των περιόδων ασφαλίσεως που πραγματοποιήθηκαν, περίοδο υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας που εκπληρώθηκε σε άλλο κράτος μέλος.

    Στο πλαίσιο αυτό, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται, πρώτον, υπό ποιες προϋποθέσεις η περίοδος υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας που εκπληρώθηκε σε άλλο κράτος μέλος αποτελεί «[περίοδο απασχολήσεως που πραγματοποιήθηκε] υπό την ιδιότητα μισθωτού υπό τη νομοθεσία [του ως άνω] άλλου κράτους μέλους» κατά την έννοια του άρθρου 67, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71.

    Δεύτερον, το ως άνω δικαστήριο επιθυμεί να πληροφορηθεί αν ο όρος ότι «ο ενδιαφερόμενος έχει πραγματοποιήσει τελευταία [...] περιόδους ασφαλίσεως [...] κατά τις διατάξεις της νομοθεσίας δυνάμει της οποίας ζητούνται οι παροχές» κατά την έννοια του άρθρου 67, παράγραφος 3, του εν λόγω κανονισμού αντιτίθεται στην υποχρέωση συνυπολογισμού των περιόδων απασχολήσεως στην περίπτωση που ο ενδιαφερόμενος ολοκλήρωσε την τελευταία περίοδο ασφαλίσεώς του υπό την ανωτέρω νομοθεσία προ ενός και πλέον έτους και εκπλήρωσε, εν συνεχεία, υποχρεωτική στρατιωτική θητεία εννέα μηνών σε άλλο κράτος μέλος.

    44      Πρέπει εκ προοιμίου να επισημανθεί ότι από την οικονομία και τη διατύπωση των άρθρων 67 και 71 του κανονισμού 1408/71 προκύπτει ότι η εφαρμογή των κανόνων συνυπολογισμού του άρθρου 67 είναι ανεξάρτητη από την εφαρμογή των σχετικών με τον προσδιορισμό της εφαρμοστέας νομοθεσίας κανόνων που περιέχονται στο άρθρο 71 (βλ. απόφαση της 12ης Μαΐου 1989, 388/87, Warmerdam-Steggerda, Συλλογή 1989, σ. 1203, σκέψη 18). Τούτο σημαίνει ότι οι κανόνες συνυπολογισμού που απαριθμούνται στο άρθρο 67 είναι εφαρμοστέοι ακόμη και στην περίπτωση που η εφαρμοστέα νομοθεσία στο πεδίο των παροχών ανεργίας προσδιορίστηκε δυνάμει των κανόνων του άρθρου 71. Εξάλλου, ένα τέτοιο ενδεχόμενο προβλέπεται στο άρθρο 67, παράγραφος 3, του εν λόγω κανονισμού.

     Επί του χαρακτηρισμού ως «[περιόδου απασχολήσεως που πραγματοποιήθηκε] υπό την ιδιότητα μισθωτού υπό τη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους» κατά την έννοια του άρθρου 67, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71

    45      Συναφώς, από το άρθρο 1, στοιχείο ιθ΄, του κανονισμού 1408/71 προκύπτει ότι ο χαρακτηρισμός μιας περιόδου εργασίας ως «περιόδου απασχολήσεως» εξαρτάται από την εθνική νομοθεσία υπό την οποία αυτή πραγματοποιήθηκε.

    46      Επιπλέον, η έννοια του «εργαζομένου» η οποία χρησιμοποιείται στον κανονισμό 1408/71 περιλαμβάνει όλα τα πρόσωπα τα οποία είναι ασφαλισμένα, έστω και κατά ενός μόνο κινδύνου, δυνάμει υποχρεωτικής ή προαιρετικής ασφαλίσεως στο πλαίσιο γενικού ή ειδικού συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως διαλαμβανομένου στο άρθρο 1, στοιχείο α΄, του κανονισμού 1408/71, τούτο δε ανεξάρτητα από την ύπαρξη εργασιακής σχέσεως (αποφάσεις της 12ης Μαΐου 1998, C-85/96, Martínez Sala, Συλλογή 1998, σ. Ι-2691, σκέψη 36, και Kuusijärvi, προπαρατεθείσα, σκέψη 21).

    47      Επομένως, στην υπόθεση της κύριας δίκης, η περίοδος της στρατιωτικής θητείας που εκπλήρωσε ο R. Adanez-Vega στην Ισπανία πρέπει να θεωρηθεί ως «[περίοδος απασχολήσεως που πραγματοποιήθηκε] υπό την ιδιότητα μισθωτού υπό τη νομοθεσία [του ως άνω] κράτους μέλους» κατά την έννοια του άρθρου 67, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71 εφόσον, αφενός, η ανωτέρω περίοδος καθορίζεται ή αναγνωρίζεται ως τέτοια από την ισπανική νομοθεσία ή εξομοιώνεται και αναγνωρίζεται από την εν λόγω νομοθεσία ως περίοδος που ισοδυναμεί με περίοδο απασχολήσεως και εφόσον, αφετέρου, ο R. Adanez-Vega ήταν ασφαλισμένος κατά την έννοια του άρθρου 1, στοιχείο α΄, του ιδίου κανονισμού κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής θητείας του. Εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξετάσει αν πληρούνται οι ως άνω προϋποθέσεις.

    48      Στο πλαίσιο αυτό, από το άρθρο 80 του κανονισμού 574/72 προκύπτει ότι, για να επωφεληθεί των διατάξεων του άρθρου 67 του κανονισμού 1408/71, ο ενδιαφερόμενος υποχρεούται να προσκομίσει στον αρμόδιο φορέα βεβαίωση που να αναφέρει τις περιόδους ασφαλίσεως ή απασχολήσεως που συμπληρώθηκαν με την ιδιότητα του μισθωτού υπό τη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους. Ωστόσο, από τη σκέψη 36 της παρούσας αποφάσεως προκύπτει ότι μια τέτοια βεβαίωση που χορηγήθηκε από τον ισπανικό αρμόδιο φορέα δεν συνιστά αναμφισβήτητη απόδειξη έναντι του γερμανικού αρμοδίου φορέα ούτε έναντι των γερμανικών δικαστηρίων (βλ., επίσης, υπ’ αυτήν την έννοια, απόφαση της 8ης Ιουλίου 1992, C-102/91, Knoch, Συλλογή 1992, σ. I-4341, σκέψη 54).

     Επί του όρου ότι «ο ενδιαφερόμενος έχει πραγματοποιήσει τελευταία [...] περιόδους ασφαλίσεως [...] κατά τις διατάξεις της νομοθεσίας δυνάμει της οποίας ζητούνται οι παροχές» κατά την έννοια του άρθρου 67, παράγραφος 3, του κανονισμού 1408/71

    49      Πρέπει εκ προοιμίου να υπομνηστεί ότι ο όρος που προβλέπεται στο άρθρο 67, παράγραφος 3, του κανονισμού 1408/71 δεν έχει εφαρμογή στην υπόθεση της κύριας δίκης, εάν αποδειχθεί ότι ο R. Adanez-Vega εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 71, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, σημείο ii, του εν λόγω κανονισμού.

    50      Συγκεκριμένα, το άρθρο 67, παράγραφος 3, του κανονισμού 1408/71 προβλέπει ότι η υποχρέωση του αρμόδιου φορέα να λαμβάνει υπόψη, κατά τον υπολογισμό των περιόδων ασφαλίσεως που πραγματοποιήθηκαν, περίοδο ασφαλίσεως ή απασχολήσεως που πραγματοποιήθηκε υπό την ιδιότητα μισθωτού υπό τη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους τελεί υπό τον όρο ότι «ο ενδιαφερόμενος έχει πραγματοποιήσει τελευταία [...] περιόδους ασφαλίσεως [...] κατά τις διατάξεις της νομοθεσίας δυνάμει της οποίας ζητούνται οι παροχές», εκτός από την περίπτωση των ανέργων που μνημονεύονται στο άρθρο 71, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, σημείο ii, και στοιχείο β΄, σημείο ii, του εν λόγω κανονισμού επειδή οι ως άνω άνεργοι κατοικούσαν, κατά τη διάρκεια της τελευταίας απασχολήσεώς τους, εκτός του κράτους το οποίο ήταν τότε αρμόδιο.

    51      Από τη νομολογία προκύπτει ότι ο όρος ότι «ο ενδιαφερόμενος έχει πραγματοποιήσει τελευταία [...] περιόδους ασφαλίσεως [...] κατά τις διατάξεις της νομοθεσίας δυνάμει της οποίας ζητούνται οι παροχές» αποσκοπεί στο να ενθαρρύνει την αναζήτηση εργασίας στο κράτος μέλος όπου ο ενδιαφερόμενος κατέβαλε τελευταία εισφορές ασφαλίσεως ανεργίας και στο να επιβαρύνει το κράτος αυτό με τις παροχές ανεργίας (βλ., υπ’ αυτήν την έννοια, απόφαση της 8ης Απριλίου 1992, C-62/91, Gray, Συλλογή 1992, σ. I-2737, σκέψη 12).

    52      Κατά συνέπεια, όπως εκθέτει ο γενικός εισαγγελέας στα σημεία 79 και 80 των προτάσεών του, μια περίοδος ασφαλίσεως πρέπει να θεωρείται ότι πραγματοποιήθηκε «τελευταία» σε κράτος μέλος αν, ανεξαρτήτως του χρονικού διαστήματος που διέρρευσε μεταξύ της ολοκληρώσεως της τελευταίας περιόδου ασφαλίσεως και της αιτήσεως για τη λήψη παροχών, ουδεμία άλλη περίοδος ασφαλίσεως πραγματοποιήθηκε εν τω μεταξύ σε άλλο κράτος μέλος.

    53      Στην υπόθεση της κύριας δίκης, εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει αν ο R. Adanez-Vega πραγματοποίησε περιόδους ασφαλίσεως στη Γερμανία και αν ουδεμία άλλη περίοδος ασφαλίσεως πραγματοποιήθηκε εν τω μεταξύ σε άλλο κράτος μέλος.

    54      Κατόπιν των ανωτέρω σκέψεων, στο τρίτο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι, πρώτον, μια περίοδος υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας σε άλλο κράτος μέλος αποτελεί «[περίοδο απασχολήσεως που πραγματοποιήθηκε] υπό την ιδιότητα μισθωτού υπό τη νομοθεσία [του ως άνω] άλλου κράτους μέλους» κατά την έννοια του άρθρου 67, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71 εφόσον, αφενός, η ανωτέρω περίοδος καθορίζεται ή αναγνωρίζεται ως τέτοια από τη νομοθεσία του ως άνω άλλου κράτους μέλους ή εξομοιώνεται και αναγνωρίζεται από την εν λόγω νομοθεσία ως περίοδος που ισοδυναμεί με περίοδο απασχολήσεως και εφόσον, αφετέρου, ο ενδιαφερόμενος ήταν ασφαλισμένος κατά την έννοια του άρθρου 1, στοιχείο α΄, του εν λόγω κανονισμού κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής θητείας του.

    Δεύτερον, ο όρος ότι «ο ενδιαφερόμενος έχει πραγματοποιήσει τελευταία [...] περιόδους ασφαλίσεως [...] κατά τις διατάξεις της νομοθεσίας δυνάμει της οποίας ζητούνται οι παροχές» κατά την έννοια του άρθρου 67, παράγραφος 3, του κανονισμού 1408/71 αντιτίθεται στην υποχρέωση συνυπολογισμού των περιόδων ασφαλίσεως μόνον στην περίπτωση που μια περίοδος ασφαλίσεως πραγματοποιήθηκε σε άλλο κράτος μέλος μετά την τελευταία περίοδο ασφαλίσεως που πραγματοποιήθηκε υπό τη νομοθεσία δυνάμει της οποίας ζητούνται οι παροχές.

     Επί του τετάρτου ερωτήματος: η αρχή της ίσης μεταχειρίσεως (άρθρο 3, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71)

    55      Με το τέταρτο ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ερωτά, κατ’ ουσίαν, αν, υπό περιστάσεις όπως αυτές της υποθέσεως της κύριας δίκης, το άρθρο 3 του κανονισμού 1408/71 απαγορεύει το να μη λαμβάνει υπόψη ένας αρμόδιος φορέας, για την εξέταση της υπάρξεως δικαιώματος επί παροχών ανεργίας, κατά τον υπολογισμό των περιόδων ασφαλίσεως που πραγματοποιήθηκαν, περίοδο υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας που εκπληρώθηκε σε άλλο κράτος μέλος.

    56      Συναφώς, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι το άρθρο 3 του κανονισμού 1408/71 εφαρμόζεται μόνον «υπό την επιφύλαξη ειδικών διατάξεων του [εν λόγω] κανονισμού».

    57      Για τους λόγους που εξέθεσε ο γενικός εισαγγελέας στα σημεία 94 και 97 των προτάσεών του, το άρθρο 3 του κανονισμού 1408/71 δεν εφαρμόζεται στην υπόθεση της κύριας δίκης διότι ο κανονισμός περιέχει ειδικές διατάξεις, ήτοι το άρθρο 67 το οποίο διέπει το δικαίωμα του ανέργου να λαμβάνει παροχές ανεργίας.

    58      Κατόπιν των ανωτέρω σκέψεων, στο τέταρτο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι, υπό περιστάσεις όπως αυτές της υποθέσεως της κύριας δίκης, το άρθρο 3 του κανονισμού 1408/71 δεν απαγορεύει το να μη λαμβάνει υπόψη ένας αρμόδιος φορέας, για την εξέταση της υπάρξεως δικαιώματος επί παροχών ανεργίας, κατά τον υπολογισμό των περιόδων ασφαλίσεως που πραγματοποιήθηκαν, περίοδο υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας που εκπληρώθηκε σε άλλο κράτος μέλος.

     Επί των δικαστικών εξόδων

    59      Δεδομένου ότι η διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι κατέθεσαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

    Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (πρώτο τμήμα) αποφαίνεται:

    1)      Το άρθρο 13, παράγραφος 2, στοιχείο στ΄, του κανονισμού 1408/71 του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1971, περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας, όπως ενημερώθηκε με τον κανονισμό (ΕΟΚ) 2001/83 του Συμβουλίου, της 2ας Ιουνίου 1983, και τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΟΚ) 2195/91 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 1991, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι ένα πρόσωπο το οποίο κατοικεί σε κράτος μέλος και το οποίο ευρίσκεται σε ανεργία στο εν λόγω κράτος μέλος αφού εκπλήρωσε την υποχρεωτική στρατιωτική θητεία του σε άλλο κράτος μέλος, υπόκειται στη νομοθεσία του κράτους μέλους κατοικίας.

    Το άρθρο 71, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, σημείο ii, του κανονισμού 1408/71, όπως έχει τροποποιηθεί, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι αποτελεί ειδική διάταξη σχετικά με τον προσδιορισμό της εφαρμοστέας νομοθεσίας στο πεδίο των παροχών ανεργίας, κατά τρόπο ώστε, αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής της εν λόγω διατάξεως, η εφαρμοστέα νομοθεσία είναι εκείνη που προβλέπεται από τη διάταξη αυτή.

    Εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να καθορίσει αν, στην υπόθεση της κύριας δίκης, συντρέχουν ή όχι οι προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 71, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, σημείο ii.

    Αν, στην υπόθεση της κύριας δίκης, πληρούνται οι προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 71, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, σημείο ii, του κανονισμού 1408/71, όπως έχει τροποποιηθεί, η εφαρμοστέα νομοθεσία επί ενός προσώπου το οποίο κατοικεί σε κράτος μέλος και το οποίο ευρίσκεται σε ανεργία στο εν λόγω κράτος μέλος αφού εκπλήρωσε την υποχρεωτική στρατιωτική θητεία του σε άλλο κράτος μέλος θα ήταν, δυνάμει της ως άνω διατάξεως, επίσης η νομοθεσία του κράτους μέλους κατοικίας.

    2)      Μια περίοδος υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας σε άλλο κράτος μέλος αποτελεί «[περίοδο απασχολήσεως που πραγματοποιήθηκε] υπό την ιδιότητα μισθωτού υπό τη νομοθεσία [του ως άνω] άλλου κράτους μέλους» κατά την έννοια του άρθρου 67, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71, όπως ενημερώθηκε με τον κανονισμό 2001/83 και τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 2195/91, εφόσον, αφενός, η ανωτέρω περίοδος καθορίζεται ή αναγνωρίζεται ως τέτοια από τη νομοθεσία του ως άνω άλλου κράτους μέλους ή εξομοιώνεται και αναγνωρίζεται από την εν λόγω νομοθεσία ως περίοδος που ισοδυναμεί με περίοδο απασχολήσεως και, αφετέρου, ο ενδιαφερόμενος ήταν ασφαλισμένος κατά την έννοια του άρθρου 1, στοιχείο α΄, του εν λόγω κανονισμού κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής θητείας του.

    Ο όρος ότι «ο ενδιαφερόμενος έχει πραγματοποιήσει τελευταία [...] περιόδους ασφαλίσεως [...] κατά τις διατάξεις της νομοθεσίας δυνάμει της οποίας ζητούνται οι παροχές» κατά την έννοια του άρθρου 67, παράγραφος 3, του κανονισμού 1408/71, όπως έχει τροποποιηθεί, αντιτίθεται στην υποχρέωση συνυπολογισμού των περιόδων απασχολήσεως μόνον στην περίπτωση που μια περίοδος ασφαλίσεως πραγματοποιήθηκε σε άλλο κράτος μέλος μετά την τελευταία περίοδο ασφαλίσεως που πραγματοποιήθηκε υπό τη νομοθεσία δυνάμει της οποίας ζητούνται οι παροχές.

    3)      Υπό περιστάσεις όπως αυτές της υποθέσεως της κύριας δίκης, το άρθρο 3 του κανονισμού 1408/71, όπως ενημερώθηκε με τον κανονισμό 2001/83 και τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 2195/91, δεν απαγορεύει το να μη λαμβάνει υπόψη ένας αρμόδιος φορέας, για την εξέταση της υπάρξεως δικαιώματος επί παροχών ανεργίας, κατά τον υπολογισμό των περιόδων ασφαλίσεως που πραγματοποιήθηκαν, περίοδο υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας που εκπληρώθηκε σε άλλο κράτος μέλος.

    (υπογραφές)


    * Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική.

    Top