This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 62001CJ0065
Judgment of the Court (Sixth Chamber) of 10 April 2003. # Commission of the European Communities v Italian Republic. # Failure of a Member State to fulfil obligations - Directive 89/655/EEC - Incomplete transposition. # Case C-65/01.
Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 10ης Απριλίου 2003.
Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιταλικής Δημοκρατίας.
Παράβαση κράτους μέλους - Οδηγία 89/655/ΕΟό - Πλημμελής μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο.
Υπόθεση C-65/01.
Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 10ης Απριλίου 2003.
Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιταλικής Δημοκρατίας.
Παράβαση κράτους μέλους - Οδηγία 89/655/ΕΟό - Πλημμελής μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο.
Υπόθεση C-65/01.
Συλλογή της Νομολογίας 2003 I-03655
ECLI identifier: ECLI:EU:C:2003:221
Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 10ης Απριλίου 2003. - Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιταλικής Δημοκρατίας. - Παράβαση κράτους μέλους - Οδηγία 89/655/ΕΟό - Πλημμελής μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο. - Υπόθεση C-65/01.
Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 2003 σελίδα I-03655
Περίληψη
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό
Κοινωνική πολιτική - Προστασία της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων - Οδηγία 89/655 σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές ασφαλείας και υγείας για τη χρησιμοποίηση εξοπλισμού εργασίας από τους εργαζομένους κατά την εργασία τους - Μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο καθιστώσα αναγκαία τη θέση σε ισχύ των απαιτουμένων ελαχίστων κανόνων - Το ανεπαρκές ρυθμίσεως περιοριζομένης στην επιβολή της αναγκαίας στην πρόοδο των κανόνων ασφαλείας προσαρμογής
(Οδηγίες του Συμβουλίου 89/391 και 89/655)
$$Δεν διασφαλίζει με την αναγκαία σαφήνεια και ακρίβεια τη μεταφορά της οδηγίας 89/655, σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας για τη χρησιμοποίηση εξοπλισμού από τους εργαζομένους κατά την εργασία τους (δεύτερη ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16, παράγραφος 1, της οδηγίας 89/391, σχετικά με την εφαρμογή μέτρων για την προώθηση της βελτίωσης της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων κατά την εργασία, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 95/63), μια εθνική νομοθεσία η οποία ναι μεν επιβάλλει την αναγκαία προσαρμογή στην πρόοδο των κανόνων ασφάλειας, που αντιστοιχεί στην προσέγγιση που επιβάλλεται από την οδηγία, πλην όμως δεν θέτει σε ισχύ τις ελάχιστες προδιαγραφές που η εν λόγω οδηγία επιβάλλει.
( βλ. σκέψεις 45, 47, 48 )
Στην υπόθεση C-65/01,
Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον A. Aresu, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,
προσφεύγουσα,
κατά
Ιταλικής Δημοκρατίας, εκπροσωπούμενης από τον U. Leanza, επικουρούμενο από τον D. Del Gaizo, avvocato dello Stato, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,
καθής,
που έχει ως αντικείμενο να αναγνωριστεί ότι η Ιταλική Δημοκρατία, μη θεσπίζοντας τις αναγκαίες νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις για τη μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο των ελάχιστων υποχρεωτικών προδιαγραφών και, ως εκ τούτου, μη μεριμνώντας για τη διασφάλιση της προστασίας των εργαζομένων, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 4, παράγραφος 1, και το παράρτημα Ι, σημεία 2.1, έκτη φράση, 2.2, δεύτερη φράση, 2.3, δεύτερη έως τέταρτη φράση, και 2.8, δεύτερη φράση, δεύτερη έως πέμπτη παύλα, της οδηγίας 89/655/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 1989, σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας για τη χρησιμοποίηση εξοπλισμού από τους εργαζομένους κατά την εργασία τους (δεύτερη ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16, παράγραφος 1, της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ) (ΕΕ L 393, σ. 13), όπως έχει τροποποιηθεί με την οδηγία 95/63/ΕΚ του Συμβουλίου, της 5ης Δεκεμβρίου 1995 (ΕΕ L 335, σ. 28),
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έκτο τμήμα),
συγκείμενο από τους J.-P. Puissochet, πρόεδρο τμήματος, C. Gulmann, F. Macken, N. Colneric (εισηγήτρια), και J. N. Cunha Rodrigues, δικαστές,
γενικός εισαγγελέας: J. Mischo
γραμματέας: R. Grass
έχοντας υπόψη την έκθεση του εισηγητή δικαστή,
αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 26ης Σεπτεμβρίου 2002,
εκδίδει την ακόλουθη
Απόφαση
1 Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 14 Φεβρουαρίου 2001, η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων άσκησε, δυνάμει του άρθρου 226 ΕΚ, προσφυγή με την οποία ζητεί να αναγνωριστεί ότι η Ιταλική Δημοκρατία, μη θεσπίζοντας τις αναγκαίες νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις για τη μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο των ελάχιστων υποχρεωτικών προδιαγραφών και, ως εκ τούτου, μη μεριμνώντας για τη διασφάλιση της προστασίας των εργαζομένων, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 4, παράγραφος 1, και το παράρτημα Ι, σημεία 2.1, έκτη φράση, 2.2, δεύτερη φράση, 2.3, δεύτερη έως τέταρτη φράση, και 2.8, δεύτερη φράση, δεύτερη έως πέμπτη παύλα, της οδηγίας 89/655/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 1989, σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας για τη χρησιμοποίηση εξοπλισμού από τους εργαζομένους κατά την εργασία τους (δεύτερη ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16, παράγραφος 1, της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ) (ΕΕ L 393, σ. 13), όπως έχει τροποποιηθεί με την οδηγία 95/63/ΕΚ του Συμβουλίου, της 5ης Δεκεμβρίου 1995 (ΕΕ L 335, σ. 28, στο εξής: οδηγία 89/655).
Νομικό πλαίσιο
Κοινοτική νομοθεσία
2 Το άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχεία α_ και β_, της οδηγίας 89/655 προβλέπει:
«Με την επιφύλαξη του άρθρου 3, ο εργοδότης οφείλει να προμηθεύεται ή/και να χρησιμοποιεί εξοπλισμό εργασίας ο οποίος:
α) εάν τίθεται για πρώτη φορά στη διάθεση των εργαζομένων στην επιχείρηση ή/και την εγκατάσταση μετά τις 31 Δεκεμβρίου 1992, να ανταποκρίνεται :
[...]
ii) στις ελάχιστες προδιαγραφές που προβλέπονται στο παράρτημα εφόσον δεν ισχύει καμία άλλη κοινοτική οδηγία ή ισχύει εν μέρει
β) εάν έχει ήδη τεθεί στη διάθεση των εργαζομένων στην επιχείρηση ή/και την εγκατάσταση στις 31 Δεκεμβρίου 1992, να ανταποκρίνεται στις ελάχιστες προδιαγραφές που προβλέπονται στο παράρτημα Ι, τέσσερα το πολύ έτη μετά την ημερομηνία αυτή.»
3 Το σημείο 2.1 του παραρτήματος Ι της οδηγίας 89/655 ορίζει, στο τρίτο του εδάφιο, δηλαδή στην τέταρτη, πέμπτη και έκτη φράση:
«Εάν χρειάζεται, ο χειριστής θα πρέπει να μπορεί, από την κύρια θέση χειρισμού, να βεβαιώνεται ότι δεν υπάρχουν εκτεθειμένα άτομα στις επικίνδυνες ζώνες. Εάν αυτό είναι αδύνατο, κάθε φορά που ο εξοπλισμός τίθεται σε λειτουργία θα πρέπει να προηγείται αυτομάτως ένα ασφαλές σύστημα όπως ένα ηχητικό ή/και οπτικό προειδοποιητικό σήμα. Ο εκτεθειμένος εργαζόμενος θα πρέπει να έχει το χρόνο ή/και τα μέσα να αποφύγει ταχέως τους κινδύνους που δημιουργεί η εκκίνηση ή/και η παύση λειτουργίας του εξοπλισμού εργασίας.»
4 Το παράρτημα Ι, σημείο 2.2, της οδηγίας 89/655 έχει ως εξής:
«Η θέση σε λειτουργία εξοπλισμού εργασίας πρέπει να μπορεί να πραγματοποιείται μόνο με εκούσιο χειρισμό ενός συστήματος χειρισμού το οποίο προβλέπεται για το σκοπό αυτό.
Το ίδιο ισχύει :
- για την εκ νέου θέση σε λειτουργία του εξοπλισμού μετά από διακοπή, για οποιοδήποτε λόγο,
- για την εντολή μιας σημαντικής τροποποίησης των συνθηκών λειτουργίας ( π.χ. ταχύτητα, πίεση κ.λπ.),
εκτός εάν αυτή η εκ νέου θέση σε λειτουργία ή η τροποποίηση δεν παρουσιάζει κανένα κίνδυνο για τους εκτεθειμένους εργαζόμενους.
Αυτή η απαίτηση δεν αφορά την εκ νέου θέση σε λειτουργία ή την τροποποίηση των συνθηκών λειτουργίας που προκύπτουν από την κανονική πορεία ενός αυτόματου κύκλου.»
5 Σύμφωνα με το παράρτημα Ι, σημείο 2.3, της εν λόγω οδηγίας:
«Κάθε εξοπλισμός εργασίας πρέπει να είναι εφοδιασμένος με σύστημα χειρισμού που να επιτρέπει τη γενική διακοπή της λειτουργίας του υπό ασφαλείς συνθήκες.
Κάθε θέση εργασίας πρέπει να είναι εξοπλισμένη με σύστημα χειρισμού που να επιτρέπει τη διακοπή της λειτουργίας, ανάλογα με τους υφισταμένους κινδύνους, είτε ολοκλήρου του εξοπλισμού εργασίας είτε μόνο ενός μέρους του, έτσι ώστε ο εξοπλισμός να είναι σε ασφαλή κατάσταση. Η εντολή διακοπής της λειτουργίας του εξοπλισμού εργασίας πρέπει να έχει προτεραιότητα έναντι των εντολών της θέσης σε λειτουργία. Μετά τη διακοπή της λειτουργίας του εξοπλισμού ή των επικίνδυνων μερών του, πρέπει να διακόπτεται η τροφοδοσία σε ενέργεια των αντίστοιχων οργάνων θέσης σε λειτουργία.»
6 Όσον αφορά τους προφυλακτήρες και τα συστήματα προστασίας για τα κινητά στοιχεία ενός εξοπλισμού εργασίας που παρουσιάζουν κινδύνους μηχανικής επαφής που είναι δυνατό να προκαλέσουν ατυχήματα, το εν λόγω παράρτημα, σημείο 2.8, δεύτερη φράση, δεύτερη έως πέμπτη παύλα, της ίδιας οδηγίας προβλέπει:
«Οι προφυλακτήρες και τα συστήματα προστασίας:
[...]
- δεν πρέπει να προκαλούν πρόσθετους κινδύνους,
- δεν πρέπει να μπορούν να παρακαμφθούν ή να αχρηστευθούν εύκολα,
- πρέπει να ευρίσκονται σε επαρκή απόσταση από την επικίνδυνη ζώνη,
- δεν πρέπει να περιορίζουν περισσότερο από ό,τι χρειάζεται την παρατήρηση του κύκλου εργασίας,
[...]».
Η εθνική νομοθεσία
7 Το άρθρο 2087 του ιταλικού αστικού κώδικα ορίζει:
«Ο εργοδότης οφείλει να λαμβάνει, στο πλαίσιο της λειτουργίας της επιχειρήσεως, τα μέτρα εκείνα τα οποία, ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες της εργασίας, την πείρα και την τεχνική, είναι αναγκαία για τη διασφάλιση της σωματικής και ψυχικής υγείας των εργαζομένων.»
8 Το νομοθετικό διάταγμα 626, της 19ης Σεπτεμβρίου 1994, για τη μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο των οδηγιών 89/391/ΕΟΚ, 89/654/ΕΟΚ, 89/655/ΕΟΚ, 89/656/ΕΟΚ, 90/269/ΕΟΚ, 90/270/ΕΟΚ, 90/394/ΕΟΚ και 90/679/ΕΟΚ, σχετικά με τη βελτίωση της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων στον χώρο εργασίας (GURI αριθ. 265, της 12ης Νοεμβρίου 1994, τακτικό παράρτημα αριθ. 141, σ. 5), όπως τροποποιήθηκε με το νομοθετικό διάταγμα 242, της 19ης Μαρτίου 1996 (GURI αριθ. 104, της 6ης Μα_ου 1996, τακτικό παράρτημα αριθ. 75, σ. 5, στο εξής: νομοθετικό διάταγμα 626/94), ορίζει στο άρθρο του 4, παράγραφος 5:
«Ο εργοδότης, ο διευθύνων και ο βοηθός του, που ασκούν, διευθύνουν ή εποπτεύουν τις δραστηριότητες που μνημονεύονται στο άρθρο 1 [δηλαδή "όλους τους τομείς ιδιωτικής ή δημόσιας δραστηριότητας" εκτός από τις προβλεπόμενες εξαιρέσεις], λαμβάνουν, στο πλαίσιο των καθηκόντων και αρμοδιοτήτων τους, τα μέτρα που είναι αναγκαία για τη διασφάλιση της ασφάλειας και της προστασίας των εργαζομένων και ιδίως:
[...]
b) λαμβάνουν τα αναγκαία προληπτικά μέτρα, ανάλογα με τις αλλαγές στην οργάνωση και την παραγωγή, που είναι κατάλληλα για την προστασία και την ασφάλεια στην εργασία, δηλαδή ανάλογα με το επίπεδο εξελίξεως της τεχνικής, της προλήψεως και της προστασίας.»
9 Το διάταγμα 547 του Προέδρου της Δημοκρατίας, της 27ης Απριλίου 1995 (GURI αριθ. 158, της 12ης Ιουλίου 1995, τακτικό παράρτημα αριθ. 3), όπως τροποποιήθηκε με τα νομοθετικά διατάγματα 626/94, όπως ισχύει από τις 19 Σεπτεμβρίου 1994, και 242, της 19ης Μαρτίου 1996 (στο εξής: ΔΠΔ 547/55), προβλέπει, στα άρθρα του 43, 44, 48, 49, 69, 71, 77, 80, 133, 157, 165, 209, 220 και 374, τα εξής:
«Άρθρο 43
Τα όργανα που χρησιμεύουν για τη μετατροπή μιας περιστροφικής κίνησης σε εναλλασσόμενη κίνηση ή αντιστρόφως, όπως οι ολκοί, οι διωστήρες, τα έκκεντρα, οι μανιβέλλες κ.λπ., πρέπει να προστατεύονται καταλλήλως.
Τέτοια προστασία μπορεί να μη χρειάζεται στα τελάρα για τη λάξευση των λίθων, του μαρμάρου κ.λπ., εφόσον βέβαια δεν υφίστανται ιδιαίτεροι κίνδυνοι, όταν τα κινητά μέρη είναι απρόσιτα ή όταν η κινητήρια δύναμη δεν υπερβαίνει την ισχύ ενός ίππου ή όταν η ταχύτητα δεν υπερβαίνει τις 60 στροφές ανά λεπτό.
Άρθρο 44
Οι κλάδοι των δέντρων που εξέρχονται από τη μηχανή ή από τα στηρίγματα περισσότερο από το ένα τέταρτο της διαμέτρου τους πρέπει να περικόπτονται μέχρι το όριο αυτό ή να προστατεύονται με σχετικό όργανο ασφάλειας στερεωμένο στα ακίνητα μέρη.
[...]
Άρθρο 48
Απαγορεύεται να καθαρίζονται, να λαδώνονται ή να λιπαίνονται με τα χέρια τα κινητά μέρη και στοιχεία της μηχανής, εκτός εάν τούτο είναι αναγκαίο, λόγω ιδιαζουσών τεχνικών επιταγών, περίπτωση κατά την οποία πρέπει να χρησιμοποιούνται τα κατάλληλα για την αποφυγή οποιουδήποτε κινδύνου μέσα.
Οι εργαζόμενοι πρέπει να μπορούν να λαμβάνουν γνώση της προβλεπομένης από το παρόν άρθρο απαγορεύσεως μέσω ευδιακρίτων προειδοποιήσεων.
Άρθρο 49
Απαγορεύεται η πραγματοποίηση οποιασδήποτε εργασίας επιδιορθώσεως ή εγγραφής επί στοιχείων μηχανής εν κινήσει.
Οσάκις είναι αναγκαία η πραγματοποίηση τέτοιων εργασιών όταν η μηχανή έχει τεθεί σε λειτουργία, πρέπει να λαμβάνονται οι κατάλληλες για τη διασφάλιση του εργαζομένου προφυλάξεις.
Οι εργαζόμενοι πρέπει να μπορούν να λαμβάνουν γνώση της μνημονευομένης στην παράγραφο 1 απαγορεύσεως μέσω ευδιακρίτων προειδοποιήσεων.
[...]
Άρθρο 69
Όταν, για αποδεδειγμένους ή συμφυείς με την ίδια την εργασία τεχνικούς λόγους, είναι αδύνατη η προστασία ή η αποτελεσματική μόνωση των κινητών στοιχείων μηχανής ή των επικινδύνων ζωνών εργασίας, επιβάλλεται η λήψη άλλων μέτρων για την εξάλειψη ή μείωση του κινδύνου καθώς και η χρήση, μεταξύ άλλων, καταλλήλων εργαλίων, αυτομάτων συσκευών διανομής, προσθέτων μηχανισμών για την παύση λειτουργίας της μηχανής όπως και συστήματα θέσεως σε λειτουργία με πολυμερές και συγχρονισμένο όργανο χειρισμού.
[...]
Άρθρο 71
Στις περιπτώσεις των άρθρων 69 και 70, όταν οι μη προστατευόμενοι ή πλημμελώς προστατευόμενοι μηχανισμοί είναι δυνατόν να αρπάξουν, να σύρουν ή να συντρίψουν κάποιον, και διαθέτουν σημαντική δύναμη αδρανείας, ο μηχανισμός διακοπής της λειτουργίας της μηχανής, όπως και το όργανο χειρισμού για την επίτευξη της διακοπής αυτής, πρέπει να είναι, κατά τρόπο άμεσο, προσιτοί στα χέρια ή τα λοιπά μέλη του σώματος του εργαζομένου, καθώς επίσης και να συμπεριλαμβάνεται ένα αποτελεσματικό σύστημα πεδήσεως το οποίο να καθιστά δυνατή, το ταχύτερο δυνατό, τη διακοπή.
[...]
Άρθρο 77
Τα όργανα θέσεως σε λειτουργία των μηχανών πρέπει να είναι διατεταγμένα κατά τρόπον ώστε να αποφεύονται οι τυχαίες θέσεις σε λειτουργία ή η θέση σε αλληλοεξαρτώμενη κίνηση των διαφόρων στοιχείων μηχανής ή πρέπει να διαθέτουν μηχανισμούς κατάλληλους για την εκτέλεση της ίδιας λειτουργίας.
[...]
Άρθρο 80
Κάθε θέση σε κίνηση πολυπλόκων μηχανών, των οποίων η λειτουργία εξασφαλίζεται από περισσότερους του ενός εργαζόμενοι που είναι τοποθετημένοι σε διάφορες θέσεις και είναι απολύτως ορατοί από τον θέτοντα τη μηχανή σε λειτουργία, πρέπει να γίνεται με συμφωνηθέν ακουστικό σήμα.
[...]
Άρθρο 133
Οι μηχανές ελασματοποιήσεως και οι κύλινδροι λειάνσεως που, λόγω των διαστάσεών τους, της ισχύος τους, της ταχύτητάς τους ή άλλων συνθηκών λειτουργίας, παρουσιάζουν ιδιαιτέρως σοβαρούς ειδικούς κινδύνους, ιδίως οι μηχανές ελασματοποιήσεως (αναμίκτες) για καουτσούκ, οι κύλινδροι λειάνσεως για φύλλα καουτσούκ κ.λπ., πρέπει να διαθέτουν μηχανισμό καθιστώντας δυνατή την άμεση διακοπή της λειτουργίας των κυλίνδρων, ενώ το σύστημα χειρισμού πρέπει να έχει σχεδιαστεί και διαταχθεί κατά τρόπον ώστε η διακοπή να μπορεί επίσης να γίνεται με απλή και ελαφρά πίεση οποιουδήποτε μέρους του σώματος του εργαζόμενου σε περίπτωση όπου τα χέρια του θα παρασύρονταν από τους εν κινήσει κυλίνδρους.
Εκτός από το σύστημα πεδήσεως, ο μηχανισμός διακοπής λειτουργίας που μνημονεύεται στην προηγούμενη παράγραφο πρέπει να διαθέτει επίσης σύστημα επιτρέπον την ταυτόχρονη αναστροφή της κινήσεως των κυλίνδρων πριν από την οριστική διακοπή λειτουργίας τους.
[...]
Άρθρο 157
Οι συρματοποιητικές μπομπίνες πρέπει να διαθέτουν μηχανισμό που να μπορεί να τίθεται σε λειτουργία αμέσως από τον εργαζόμενο, ώστε να καθίσταται δυνατή η άμεση διακοπή της λειτουργίας, σε περίπτωση ανάγκης, των μηχανών.
[...]
Άρθρο 165
Οι τυπογραφικές μηχανές με πλατίνα και οι ανάλογες μηχανές που δεν διαθέτουν αυτόματο τροφοδότη πρέπει να είναι εξοπλισμένες με μηχανισμό δυνάμενο να προκαλέσει την αυτόματη διακοπή της λειτουργίας της μηχανής με απλή κίνηση του χεριού του εργαζόμενου, όταν αυτό βρίσκεται σε κατάσταση κινδύνου μεταξύ του σταθερού τραπεζιού και του κινητού επιπέδου, ή πρέπει να διαθέτουν άλλο κάταλληλο μηχανισμό ασφαλείας του οποίου η αποτελεσματικότητα να είναι αποδεδειγμένη.
[...]
Άρθρο 209
Σε κάθε θέση φορτώσεως και εκφορτώσεως των κατακορύφων μεταφορέων με κινητά επίπεδα πρέπει να προβλέπεται μηχανισμός ταχείας διακοπής της λειτουργίας της συσκευής.
[...]
Άρθρο 220
Τα επικλινή επίπεδα πρέπει να διαθέτουν μηχανισμό ασφαλείας κατάλληλο να προκαλεί τη γρήγορη διακοπή κινήσεως των οχημάτων ή των συρμών σε περίπτωση ρήξεως ή ξεβιδώματος των συστημάτων έλξεως, όταν κάτι τέτοιο καθίσταται αναγκαίο λόγω του μήκους, του επικλινούς της διαδρομής, της ταχύτητας εκμεταλλεύσεως ή άλλων συγκεκριμένων συνθηκών εγκαταστάσεως και όταν όλα αυτά χρησιμοποιούνται, έστω και σποραδικώς, για τη μεταφορά προσώπων.
Όταν δεν είναι δυνατή, για τεχνικούς λόγους σχετικούς με τις ιδιαιτερότητες της εγκαταστάσεως ή της λειτουργίας της, η χρησιμοποίηση του μηχανισμού που μνημονεύεται στο πρώτο εδάφιο, τα συστήματα έλξεως και στερεώσεως των οχημάτων πρέπει να έχουν συντελεστή ασφαλείας τουλάχιστον ίσον προς οκτώ: σε παρόμοια περίπτωση, προκειμένου περί μεταφοράς προσώπων, απαγορεύται η χρησιμοποίηση επικλινών επιπέδων.
Σ' όλες τις περιπτώσεις, τα συστήματα έλξεως και στερεώσεως, όπως ακριβώς και οι μηχανισμοί ασφαλείας, πρέπει να ελέγχονται κάθε μήνα.
[...]
Άρθρο 374
[...]
Οι εγκαταστάσεις, οι μηχανές, οι συσκευές, οι εξοπλισμοί, τα εργαλεία, τα όργανα καθώς και οι μηχανισμοί προστασίας πρέπει να πληρούν, ανάλογα με τις ανάγκες ασφαλείας της εργασίας, τους απαιτούμενους ως προς την αντίσταση και την καταλληλότητα όρους και πρέπει να διατηρούνται σε καλή από άποψη συντηρήσεως και αποτελεσματικότητας κατάσταση.»
Η προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασία
10 Η Επιτροπή, εκτιμώντας ότι η οδηγία 89/655 δεν είχε πλήρως μεταφερθεί στο ιταλικό δίκαιο εντός της ταχθείσας προθεσμίας, κίνησε τη διαδικασία προσφυγής λόγω παραβάσεως. Αφού όχλησε την Ιταλική Δημοκρατία ζητώντας της να υποβάλει τις παρατηρήσεις της, ειδικότερα, καθόσον αφορά τις ελάχιστες προδιαγραφές του παραρτήματος Ι της εν λόγω οδηγίας, η Επιτροπή εξέδωσε, στις 4 Αυγούστου 1999, αιτιολογημένη γνώμη καλώντας αυτό το κράτος μέλος να λάβει τα μέτρα που ήσαν αναγκαία για τη συμμόρφωσή του εντός προθεσμίας δύο μηνών από της κοινοποιήσεώς της.
11 Η Ιταλική Δημοκρατία δεν απάντησε στη γνώμη αυτή. Η Επιτροπή κατέληξε, κατόπιν εξετάσεως της νομοθεσίας που κοινοποίησαν οι ιταλικές αρχές κατά την έναρξη της προ της ασκήσεως της ένδικης προσφυγής διαδικασίας, στο συμπέρασμα ότι η οδηγία 89/655 δεν είχε μεταφερθεί κατά τρόπο ικανοποιητικό στο εσωτερικό δίκαιο, αποφάσισε την άσκηση της υπό κρίση προσφυγής.
Επί της προσφυγής
12 Η Επιτροπή, αφού έλαβε γνώση των παρατηρήσεων που διατύπωσε η Ιταλική Δημοκρατία στο υπόμνημά της αντικρούσεως, παραιτήθηκε της αιτιάσεως που αφορούσε το παράρτημα Ι, σημείο 2.3, δεύτερη φράση, της οδηγίας 89/655.
Όσον αφορά τη μη μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο του παραρτήματος Ι, σημείο 2.1, έκτη φράση, της οδηγίας 89/655
Επιχειρηματολογία των διαδίκων
13 Η Ιταλική Κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι με το άρθρο 80 του ΔΠΔ 547/55 έχει μεταφέρει στο εσωτερικό της δίκαιο το παράρτημα Ι, σημείο 2.1, έκτη φράση, της οδηγίας 89/655.
14 Σύμφωνα με την Ιταλική Κυβέρνηση, η Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη τον σύνδεσμο που υφίσταται, στο παράρτημα Ι, σημείο 2.1, της οδηγίας 89/655, μεταξύ των τριών φράσεων που αποτελούν το τρίτο εδάφιο της διατάξεως αυτής. Η φράση ως προς την οποία η Επιτροπή προβάλλει παράβαση, συγκεκριμένα η έκτη φράση του εν λόγω σημείου, αποτελεί συμπλήρωμα των δύο πρώτων - λόγω του ότι αυτή προστέθηκε, ως τρίτη και τελευταία φράση, στο εν λόγω εδάφιο - και αποσκοπεί, κατά συνέπεια, στο να διευκρινιστεί ποια πρέπει να είναι η έννοια και ο σκοπός της επιτασσόμενης από τη δεύτερη φράση του εδαφίου αυτού προειδοποιήσεως.
15 Το άρθρο 80 του ΔΠΔ 547/55 αφορά μηχανές στις οποίες απασχολούνται περισσότεροι του ενός εργαζόμενοι (εκτεθειμένα πρόσωπα) που δεν είναι απολύτως ορατοί από τον θέτοντα σε λειτουργία τις μηχανές χειριστή. Σύμφωνα με την Ιταλική Κυβέρνηση, σ' αυτούς ακριβώς αναφέρεται το παράρτημα Ι, σημείο 2.1, τρίτο εδάφιο, της οδηγίας 89/655, όταν στην τελευταία αυτή διάταξη μνημονεύονται εξοπλισμοί διαθέτοντες «κύρια θέση χειρισμού»· έτσι, η εν λόγω διάταξη αναφέρεται κατ' ανάγκη σε εξοπλισμούς που λειτουργούν κατά τρόπον ώστε να χρειάζονται περισσότερες της μιας θέσεις εργασίας ή χειρισμού, δηλαδή, για την ακρίβεια, σ' αυτούς που αφορά το άρθρο 80 του ΔΠΔ 547/55.
16 Η Ιταλική Κυβέρνηση υπογραμμίζει ότι η προβλεπόμενη στο άρθρο αυτό προειδοποίηση δεν αποτελεί γενική ειδοποίηση αλλά, αντιθέτως, «συμπεφωνημένο» ακουστικό σήμα. Υποστηρίζει ότι ένα τέτοιο σήμα ευνοεί τα πρόσωπα που είναι εκτεθειμένα κατά την έναρξη μιας διαδικασίας η οποία, ύστερα από ορισμένο χρόνο - που είναι γνωστός στους ενδιαφερομένους και αποτελεί συνάρτηση των χαρακτηριστικών επικινδυνότητας των εκ της διαδικασίας αυτής ενδεχομένων -, καταλήγει στην πραγματική θέση σε λειτουργία ενός εξοπλισμού εργασίας. Λόγω της γνώσεως αυτής, τα εκτεθειμένα πρόσωπα μπορούν να αποφεύγουν τους αντίστοιχους κινδύνους εάν τα προειδοποιητικά σήματα λειτουργούν σωστά.
17 Σύμφωνα με την εν λόγω κυβέρνηση, το παράρτημα Ι, σημείο 2.1, έκτη φράση, της οδηγίας 89/655 δεν μπορεί να αποκοπεί από την τέταρτη και πέμπτη φράση του ίδιου αυτού σημείου.
18 Η Επιτροπή διατείνεται ότι η Ιταλική Κυβέρνηση στηρίζεται σε μια προδήλως πεπλανημένη συλλογιστική βάση, υποθέτοντας ότι η επιταγή προειδοποιήσεως, η μη μεταφορά της οποίας στο εσωτερικό δίκαιο της προσάπτεται, αποσκοπεί στο να «διευκρινιστεί ποιο πρέπει να είναι το νόημα και ο σκοπός της ηχητικής προειδοποιήσεως» που προβλέπεται για τη θέση σε λειτουργία μιας μηχανής στην περίπτωση όπου ο χειριστής δεν μπορεί να είναι βέβαιος ότι ουδείς υπάρχει στις επικίνδυνες ζώνες. Θα ήταν ανακριβές να ισχυριστεί κανείς ότι το παράρτημα Ι, σημείο 2.1, έκτη φράση, της οδηγίας 89/655 αποτελεί ένα είδος συμπληρώματος στην τέταρτη και πέμπτη φράση του ίδιου αυτού σημείου και ότι τούτο δεν αποτελεί μάλλον διευκρίνιση του περιεχομένου αυτών των φράσεων. Αντιθέτως, κατά την Επιτροπή, αυτή ακριβώς η έκτη φράση είναι εκείνη η οποία, με τη δυνατότητα που παρέχεται στο εκτεθειμένο πρόσωπο να αποφύγει αμέσως τον κίνδυνο, συμπληρώνει τον καθοριστικό ρόλο της θεμελιώδους επιταγής που πρέπει υποχρεωτικώς να τηρείται.
19 Η Επιτροπή υπογραμμίζει ότι το άρθρο 80 του ΠΔΠ 547/55 προβλέπει μόνον την ανάγκη «συμπεφωνημένου ακουστικού σήματος». Έτσι, η εν λόγω διάταξη αποτελεί μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο όχι του παραρτήματος Ι, σημείο 2.1, έκτη φράση, της οδηγίας 89/655, αλλά της πέμπτης φράσεως αυτής. Ασφαλώς, σε περίπτωση ανεπαρκούς μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο της εν λόγω έκτης φράσεως, θα παρατηρούνταν καταστάσεις όπου τα τυχόν προειδοποιητικά σήματα σχετικά με τη θέση σε λειτουργία και την παύση λειτουργίας των εξοπλισμών εργασίας δεν θα επέτρεπαν στους εκτεθειμένους εργαζομένους να σπεύσουν αμέσως να προστατευθούν. Από την ιταλική νομοθεσία απουσιάζει πλήρως η επιταγή κατά την οποία οι τελευταίοι πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να διαφεύγουν ταχέως από επικίνδυνες καταστάσεις. Η εν λόγω νομοθεσία προβλέπει ως μοναδική υποχρέωση το «συμπεφωνημένο ακουστικό σήμα». Η Επιτροπή φρονεί ότι μια τέτοια υποχρέωση δεν αρκεί για την κάλυψη του σοβαρού κενού που προκύπτει από την ανυπαρξία γενικευμένης επιταγής σχετικά με την πρακτική για τους ενδιαφερομένους δυνατότητα να διαφεύγουν ταχέως από τις επικίνδυνες καταστάσεις.
Εκτίμηση του Δικαστηρίου
20 Πρέπει να υπομνησθεί ότι, κατά πάγια νομολογία, προκειμένου περί της μεταφοράς μιας οδηγίας στην έννομη τάξη ενός κράτους μέλους, είναι απαραίτητο το συγκεκριμένο εθνικό δίκαιο πράγματι να εξασφαλίζει την πλήρη εφαρμογή της οδηγίας, η διαμορφούμενη βάσει του δικαίου αυτού νομική κατάσταση να είναι αρκούντως ακριβής και σαφής και οι δικαιούχοι να έχουν τη δυνατότητα να γνωρίζουν το πλήρες περιεχόμενο των δικαιωμάτων τους και, ενδεχομένως, να τα προβάλλουν ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων (βλ., μεταξύ άλλων, τις αποφάσεις της 23ης Μαρτίου 1995, C-365/93, Επιτροπή κατά Ελλάδος, Συλλογή 1995, σ. Ι-499, σκέψη 9, και της 10ης Μα_ου 2001, C-144/99, Επιτροπή κατά Κάτω Χωρών, Συλλογή 2001, σ. Ι-3541, σκέψη 17).
21 Υπό το φως των ανωτέρω σκέψεων, πρέπει να εξεταστεί το ζήτημα εάν οι διατάξεις του ιταλικού δικαίου ικανοποιούν τις προδιαγραφές της οδηγίας 89/655.
22 Σύμφωνα με την ελάχιστη προδιαγραφή που προβλέπεται στο παράρτημα Ι, σημείο 2.1, έκτη φράση, της οδηγίας 89/655, στις επικίνδυνες ζώνες, «ο εκτεθειμένος εργαζόμενος θα πρέπει να έχει τον χρόνο ή/και τα μέσα να αποφύγει ταχέως τους κινδύνους που δημιουργεί η εκκίνηση και/ή η παύση λειτουργίας του εξοπλισμού εργασίας». Η επιταγή αυτή προστίθεται στην ανάγκη να έχει προβλεφθεί ένα «ηχητικό ή/και οπτικό προειδοποιητικό σήμα» όπως προκύπτει από την πέμπτη φράση του εν λόγω σημείου 2.1.
23 Εν προκειμένω, μολονότι η αναγκαιότητα να τίθενται σε λειτουργία περίπλοκες μηχανές με το προβλεπόμενο από το άρθρο 80 του ΠΔΠ 547/55 «συμπεφωνημένο ακουστικό σήμα» αποτελεί μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο του παραρτήματος Ι, σημείο 2.1, πέμπτη φράση, της οδηγίας 89/655, αντιθέτως, η διάταξη αυτή δεν ικανοποιεί τις επιταγές της έκτης φράσεως του ίδιου σημείου.
24 Κατά συνέπεια, διαπιστώνεται ότι η Ιταλική Δημοκρατία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το παράρτημα Ι, σημείο 2.1, έκτη φράση, της οδηγίας 89/655.
Όσον αφορά τη μη μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο του παραρτήματος Ι, σημείο 2.2, δεύτερη φράση, της οδηγίας 89/655
Επιχειρηματολογία των διαδίκων
25 Η Ιταλική Κυβέρνηση διατείνεται ότι με το άρθρο 77 του ΠΔΠ 547/55 έχει μεταφέρει στο εσωτερικό δίκαιο το παράρτημα Ι, σημείο 2.2, δεύτερη φράση, της οδηγίας 89/655.
26 Σύμφωνα με την κυβέρνηση αυτή, το εν λόγω άρθρο απαιτεί, κατ' ουσίαν, να υφίσταται, αφενός, ένας μηχανισμός επί της μηχανής (δηλαδή ένα συντονισμένο σύνολο υλικών στοιχείων με σκοπό την επίτευξη συγκεκριμένου αποτελέσματος), και τούτο προκειμένου να διευθύνεται η θέση της σε λειτουργία, δηλαδή ένας μηχανισμός απαρτιζόμενος από ένα σύστημα (αυτό που ο χειριστής πρέπει ο ίδιος να το διευθύνει) το οποίο, λόγω της σωματικής διαπλάσεως και της αλλαγής θέσεως του χειριστή επί της μηχανής, πρέπει να είναι τέτοιο ώστε να μην τίθεται τυχαίως σε λειτουργία καθώς και από ένα «λογικό» σύστημα που εμποδίζει «λειτουργικώς» την απρόβλεπτη θέση σε λειτουργία.
27 Η Ιταλική Κυβέρνηση υποστηρίζει ότι το άρθρο 77 του ΠΔΠ 547/55 επιτυγχάνει τους καθορισμένους με το παράρτημα Ι, σημείο 2.2, πρώτη φράση, της οδηγίας 89/655 στόχους. Πράγματι, η εν λόγω εθνική διάταξη, αφενός, επιβάλλει κατά τρόπο αρνητικό (αποφυγή θέσεως σε λειτουργία τυχαίως) αυτό που η οδηγία απαιτεί θετικώς (πραγματοποίηση εκούσιας κινήσεως) και, αφετέρου, αποτελεί μια απολύτως γενικού χαρακτήρα διάταξη, δεδομένου ότι δεν περιορίζεται στις ειδικές περιπτώσεις που μνημονεύονται στη δεύτερη φράση του εν λόγω σημείου 2.2.
28 Η Επιτροπή ισχυρίζεται ότι το άρθρο 77 του ΠΔΠ 547/55 αναφέρεται, κατά τρόπον λίαν αόριστο και γενικό, στη διάταξη των εντολών χειρισμού επί των μηχανών, ενώ η οδηγία 89/655 θεσπίζει την επιταγή μιας εκούσιας κινήσεως για την εκ νέου θέση σε λειτουργία ή για την τροποποίηση των συνθηκών λειτουργίας μιας μηχανής. Επομένως, η ιταλική και η κοινοτική διάταξη έχουν διαφορετικά και μη συγκλίνοντα περιεχόμενα, δεδομένου ότι ο προβλεπόμενος από τη δεύτερη διάταξη στόχος δεν επιδιώκεται από την πρώτη με όλη την αναγκαία αποτελεσματικότητα. Υπενθυμίζοντας την απόφαση της 9ης Απριλίου 1987, 363/85, Επιτροπή κατά Ιταλίας (Συλλογή 1987, σ. 1733, σκέψη 7), η Επιτροπή θεωρεί ότι το άρθρο 77 του ΔΠΔ 547/55, ως λίαν αόριστο και γενικό, ώστε να μπορεί να μεταφερθεί ορθώς στο εθνικό δίκαιο του ελαχίστου βαθμού προστασίας που επιβάλλει η οδηγία 89/655. Ο ισχυρισμός ότι έχει γίνει μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο μιας ειδικής προδιαγραφής προστασίας, όπως αυτή του παραρτήματος Ι, σημείο 2.2, δεύτερη φράση, της οδηγίας αυτής, μέσω μιας διατάξεως γενικού χαρακτήρα όπως αυτή του εν λόγω άρθρου 77, δεν θεωρεί ότι αρκεί, εφόσον τούτο ενέχει τον κίνδυνο να θίγει σοβαρώς την πραγματική ασφάλεια των οικείων εργαζομένων. Υπό τις περιστάσεις αυτές, οι τελευταίοι δεν είναι σε θέση να γνωρίζουν το σύνολο των δικαιωμάτων τους και να τα προβάλλουν ενώπιον των αρμοδίων δικαστηρίων.
Εκτίμηση του Δικαστηρίου
29 Σύμφωνα με την ελάχιστη προδιαγραφή που προβλέπεται στο παράρτημα Ι, σημείο 2.2, δεύτερη φράση, της οδηγίας 89/655, η εκ νέου θέση σε λειτουργία, ύστερα από διακοπή, ασχέτως αιτίας, και ο χειρισμός μιας σημαντικής τροποποιήσεως των συνθηκών λειτουργίας (π.χ. ταχύτης, πίεση κ.λπ.) πρέπει να μπορούν να γίνουν μόνο μέσω μιας εκούσιας κινήσεως επί ενός προς τούτο προβλεπομένου συστήματος διευθύνσεως, εκτός εάν αυτή η εκ νέου θέση σε λειτουργία ή αυτή η τροποποίηση δεν εμφανίζουν κανένα κίνδυνο για τους εκτεθειμένους εργαζομένους.
30 Εν προκειμένω, το άρθρο 77 του ΔΠΔ 547/55 προβλέπει ότι τα όργανα χειρισμού για τη θέση σε κίνηση των μηχανών πρέπει να είναι διατεταγμένα κατά τρόπον ώστε να αποφεύγεται η τυχαίως θέση σε λειτουργία ή κίνηση ή να διαθέτουν μηχανισμούς κατάλληλους για την εκτέλεση της ίδιας λειτουργίας.
31 Αυτή η γενικού χαρακτήρα διάταξη δεν μεταφέρει στο εσωτερικό δίκαιο κατά τρόπο αρκούντως ακριβή και σαφή τις ειδικές προδιαγραφές του παραρτήματος Ι, σημείο 2.2, δεύτερη φράση, της οδηγίας 89/655. Ειδικότερα, δεν κάνει κανένα υπαινιγμό όσον αφορά τη σημαντική τροποποίηση των συνθηκών λειτουργίας της μηχανής.
32 Κατά συνέπεια, διαπιστώνεται ότι η Ιταλική Δημοκρατία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το παράρτημα Ι, σημείο 2.2, δεύτερη φράση, της οδηγίας 89/655.
Όσον αφορά τη μη μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο του παραρτήματος Ι, σημείο 2.3, τρίτη και τέταρτη φράση, της οδηγίας 89/655
Επιχειρηματολογία των διαδίκων
33 Η Ιταλική Κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι έχει μεταφέρει στο εσωτερικό δίκαιο το παράρτημα Ι, σημείο 2.3, τρίτη και τέταρτη φράση, της οδηγίας 89/655 με τα άρθρα 69 και 71, των οποίων η διατύπωση είναι τελείως γενική, καθώς και με τα άρθρα 133, 157, 165, 209 και 220 του ΔΠΔ 547/55.
34 Σύμφωνα με την Ιταλική Κυβέρνηση, το άρθρο 69 του ΔΠΔ 547/55 ορίζει ότι, σε περίπτωση που υφίστανται κίνδυνοι, λόγω της αδυναμίας να επιτευχθεί κατ' άλλον τρόπο αποτελεσματική προστασία ή μόνωση των εξαρτημάτων κινητήρων ή των επικινδύνων ζωνών εργασίας, επιβάλλεται η θέσπιση άλλων μέτρων, όπως η χρησιμοποίηση καταλλήλων εργαλείων, αυτομάτων διανομέων ή συμπληρωματικών μηχανισμών που να έχουν προστεθεί στους συνήθεις μηχανισμούς για τη διακοπή λειτουργίας της μηχανής, εξυπακουομένου ότι τα πρώτα μέτρα προορίζονται για την εξάλειψη του κινδύνου, ενώ τα δεύτερα σκοπούν στη μείωση αυτού.
35 Το άρθρο 71 του ΔΠΔ 547/55 περιλαμβάνει διατάξεις ακόμη πιο περιοριστικές, όχι μόνον όσον αφορά την ύπαρξη του μηχανισμού διακοπής της λειτουργίας της ευρισκομένης σε κίνηση μηχανής, αλλά και σε σχέση με τη διάταξη του συστήματος χειρισμού και τα χαρακτηριστικά της πεδήσεως που πρέπει να επιτυγχάνεται μετά τη θέση σε κίνηση του μηχανισμού.
36 Η Ιταλική Κυβέρνηση υποστηρίζει ότι τα άρθρα 133, 157, 165, 209 και 220 του ΔΠΔ 547/55 συγκεκριμενοποιούν ακόμη περισσότερο την αρχή του παραρτήματος Ι, σημείο 2.3, δεύτερη φράση, της οδηγίας 89/655, προσαρμόζοντάς την προς τον ειδικό τύπο κινδύνου που υφίσταται επί των μηχανών στις οποίες οι υπό κρίση διατάξεις αναφέρονται αλληλοδιαδόχως.
37 Η Επιτροπή διατείνεται ότι καμία από τις προβαλλόμενες από την Ιταλική Κυβέρνηση διατάξεις δεν διασφαλίζει τη μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο του παραρτήματος Ι, σημείο 2.3, τρίτη και τέταρτη φράση, της οδηγίας 89/655. Υποστηρίζει ότι, εν προκειμένω, αυτή έχει επιλέξει μια λύση συνεπαγόμενη λεπτομερείς τεχνικές προδιαγραφές, ικανές να καλύπτουν κάθε είδος κινδύνου, και επιβάλλει στα κράτη μέλη να τις μεταφέρουν με σαφήνεια και ακρίβεια, προκειμένου να αποφεύγεται οποιαδήποτε παρερμηνεία κατά την εφαρμογή στην πράξη των αποσκοπουσών στην προστασία της ασφάλειας των εργαζομένων εθνικών διατάξεων. Κατά την Επιτροπή, οι ιταλικές εθνικές διατάξεις δεν μπορούν να θεωρηθούν σύμφωνες προς τις επιταγές περί σαφήνειας και ακρίβειας που επιβάλλονται για την ορθή μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο της εν λόγω τρίτης και τέταρτης φράσεως.
Εκτίμηση του Δικαστηρίου
38 Σύμφωνα με τις ελάχιστες προδιαγραφές που προβλέπονται στο παράρτημα Ι, σημείο 2.3, τρίτη και τέταρτη φράση, της οδηγίας 89/655, η εντολή διακοπής λειτουργίας του εξοπλισμού εργασίας πρέπει να έχει προτεραιότητα σε σχέση με τις εντολές θέσεως σε λειτουργία· εφόσον έχει επιτευχθεί η διακοπή λειτουργίας του εξοπλισμού εργασίας ή των επικινδύνων στοιχείων του, πρέπει να διακόπτεται η τροφοδότηση που διατηρεί την κίνηση.
39 Εν προκειμένω, καμιά από τις προβαλλόμενες από την Ιταλική Δημοκρατία εθνικές διατάξεις δεν επαναλαμβάνει αυτές τις ειδικές τεχνικές προδιαγραφές. Οι εν λόγω διατάξεις μεταφέρουν απλώς στο εσωτερικό δίκαιο το παράρτημα Ι, σημείο 2.3, πρώτη και δεύτερη φράση, της οδηγίας 89/655.
40 Κατά συνέπεια, διαπιστώνεται ότι η Ιταλική Δημοκρατία έχει παραβεί τις υποχρεώσεις που υπέχει από το παράρτημα Ι, σημείο 2.3, τρίτη και τέταρτη φράση, της οδηγίας αυτής.
Όσον αφορά τη μη μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο του παραρτήματος Ι, σημείο 2.8, δεύτερη φράση, δεύτερη έως πέμπτη παύλα, της οδηγίας 89/655
Επιχειρηματολογία των διαδίκων
41 Η Ιταλική Κυβέρνηση διατείνεται ότι έχει μεταφέρει στο εσωτερικό δίκαιο το παράρτημα Ι, σημείο 2.8, δεύτερη φράση, δεύτερη έως πέμπτη παύλα, της οδηγίας 89/655 με μια γενικού χαρακτήρα διάταξη, συγκεκριμένα το άρθρο 374, δεύτερο εδάφιο, του ΔΠΔ 547/55, καθώς και με τέσσερις ειδικές διατάξεις αυτού, συγκεκριμένα τα άρθρα του 43, 44, 48 και 49, τα οποία επιβάλλουν και ποινικές κυρώσεις.
42 Εξάλλου, η Ιταλική Κυβέρνηση υποστηρίζει ότι, όσον αφορά το θέμα της ασφάλειας, η εφαρμογή στην εθνική έννομη τάξη των διατάξεων της συνήθους ρυθμίσεως, όπως τα διατάγματα που έχουν διαδοχικώς εκδοθεί για την πρόληψη ατυχημάτων, αποτελεί απλώς τον ελάχιστο βαθμό μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο που απαιτείται από τον εργοδότη που δεσμεύεται από την εν λόγω ρύθμιση, οπότε, κάτω από τον βαθμό αυτό, η συμπεριφορά του τελευταίου συνιστά έγκλημα. Η αρχή αυτή θεσπίστηκε με το άρθρο 2087 του ιταλικού αστικού κώδικα, ενώ επαναλήφθηκε με το άρθρο 4, παράγραφος 5, στοιχείο b), του νομοθετικού διατάγματος 626/94. Εξάλλου, η εν λόγω κυβέρνηση υπενθυμίζει ότι τα πρόσωπα που καλούνται να υλοποιήσουν την αρχή του άρθρου 374 του ΔΠΔ 547/55 πρέπει να αναζητούν και να εφαρμόζουν, σε θέματα ασφάλειας, τις καλύτερες λύσεις της στιγμής. Κατά συνέπεια, ο γενικός χαρακτήρας των διατάξεων αυτού είναι οπωσδήποτε προφανής.
43 Η Ιταλική Κυβέρνηση αναγνωρίζει ότι επέλεξε μια προσέγγιση διαφορετική αυτής της οδηγίας 89/655, πλην όμως ισχυρίζεται ότι η εθνική νομοθεσία αναφοράς καταλήγει στον ίδιο στόχο ασφάλειας με αυτόν που επιδιώκει η εν λόγω οδηγία. Η προσέγγισή της ευνοεί την πρόοδο, σε θέματα ασφάλειας, βάσει της αναπτύξεως της τεχνικής της προλήψεως.
44 Η Επιτροπή φρονεί ότι με καμιά από τις πέντε διατάξεις του ΔΠΔ 547/55, στις οποίες αναφέρεται η Ιταλική Κυβέρνηση, δεν έχουν μεταφερθεί ορθώς στο εσωτερικό δίκαιο οι τεχνικές προδιαγραφές της οδηγίας 89/655. Η επιλεγείσα από τις ιταλικές αρχές μέθοδος συνίσταται στην πράξη στη θέσπιση ενός νομοθετικού πλαισίου περιλαμβάνοντος, αφενός, ειδικές διατάξεις με περιεχόμενο εξ αντικειμένου διαφορετικό αυτού των προδιαγραφών του παραρτήματος Ι, σημείο 2.8, δεύτερη φράση, τρίτη έως πέμπτη παύλα, της οδηγίας 89/655 και, αφετέρου, τρεις αρχές γενικού χαρακτήρα που δεν διασφαλίζουν κατά τρόπο σαφή και μη επιδεχόμενο παρερμηνείας τον ελάχιστο βαθμό προστασίας που προβλέπει η εν λόγω οδηγία. Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι το ιταλικό σύστημα υπακούει σε μια, σεβαστή βεβαίως, λογική η οποία όμως είναι διαφορετική και ασύμβατη με αυτή της εν λόγω οδηγίας, καθώς είναι λιγότερο σαφής και ακριβής για τους ενδιαφερομένους και, τελικώς, διακυβεύει την παρεχόμενη στους τελευταίους δυνατότητα να γνωρίζουν τα δικαιώματά τους και να τα προβάλλουν ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων.
Εκτίμηση του Δικαστηρίου
45 Οι ελάχιστες προδιαγραφές που προβλέπονται στο παράρτημα Ι, σημείο 2.8, δεύτερη φράση, δεύτερη έως πέμπτη παύλα, της οδηγίας 89/655 αφορούν τις συσκευές και τους μηχανισμούς προστασίας όσον αφορά τα κινητά στοιχεία ενός εξοπλισμού εργασίας που παρουσιάζουν κινδύνους μηχανικής επαφής δυνάμενους να συνεπάγονται ατυχήματα. Τέτοιοι εξοπλισμοί δεν πρέπει να προκαλούν πρόσθετους κινδύνους ούτε πρέπει αυτοί να καταστρατηγούνται ή να αναιρούνται και δεν πρέπει να περιορίζουν πέραν του αναγκαίου την τήρηση του κύκλου της εργασίας. Εξάλλου, οι εν λόγω εξοπλισμοί πρέπει να κείνται σε αρκετή απόσταση από την επικίνδυνη ζώνη.
46 Εν προκειμένω, οι μνημονευόμενες από την Ιταλική Δημοκρατία ειδικές διατάξεις, δηλαδή τα άρθρα 43, 44, 48 και 49 του ΔΠΔ 547/55, δεν επιβάλλουν την τήρηση των μνημονευομένων στην προηγούμενη σκέψη προδιαγραφών.
47 Όσον αφορά τις γενικού χαρακτήρα εθνικές διατάξεις, δηλαδή τα άρθρα 2087 του ιταλικού αστικού κώδικα και 4, παράγραφος 5, στοιχείο b), του νομοθετικού διατάγματος 626/94 και 374 του ΔΠΔ 547/55, καμιά από τις διατάξεις αυτές δεν μεταφέρει στο εσωτερικό δίκαιο κατά τρόπο αρκούντως ακριβή και σαφή τις εν λόγω προδιαγραφές.
48 Η Ιταλική Κυβέρνηση δεν μπορεί να δικαιολογήσει την προσαπτόμενη παράβαση προβάλλοντας το επιχείρημα ότι έχει θεσπίσει νομοθεσία ερειδόμενη στην προκύψασα από την πρόοδο των κανόνων ασφαλείας προσαρμογή. Πράγματι, μια τέτοια προσέγγιση, η οποία, κατά τα λοιπά, προκύπτει από την οδηγία 89/391/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 12ης Ιουνίου 1989, σχετικά με την εφαρμογή μέτρων για την προώθηση της βελτίωσης της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων κατά την εργασία (ΕΕ L 183, σ. 1), δεν απαλλάσσει ένα κράτος μέλος από την υποχρέωση υλοποιήσεως των ελαχίστων προδιαγραφών που επιβάλλονται με την οδηγία 89/655.
49 Κατά συνέπεια, προκύπτει ότι η Ιταλική Δημοκρατία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το παράρτημα Ι, σημείο 2.8, δεύτερη φράση, δεύτερη έως πέμπτη παύλα, της οδηγίας 89/655.
50 Μη μεταφέροντας στο εσωτερικό δίκαιο πλήρως τις ελάχιστες προδιαγραφές του παραρτήματος Ι της οδηγίας 89/655, η Ιταλική Δημοκρατία παρέβη επίσης τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 4, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας που παραπέμπει σ' αυτές.
51 Κατά συνέπεια, διαπιστώνεται ότι η Ιταλική Δημοκρατία, μη θεσπίζοντας τις νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις που ήσαν αναγκαίες για τη μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο των ελαχίστων υποχρεωτικών προδιαγραφών της οδηγίας 89/655, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 4, παράγραφος 1, και το παράρτημα Ι, σημεία 2.1, έκτη φράση, 2.2, δεύτερη φράση, 2.3, τρίτη και τέταρτη φράση, και 2.8, δεύτερη φράση, δεύτερη έως πέμπτη παύλα, της εν λόγω οδηγίας.
Επί των δικαστικών εξόδων
52 Κατά το άρθρο 69, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα, εφόσον υπήρχε σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου. Δεδομένου ότι η Επιτροπή ζήτησε να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα η Ιταλική Δημοκρατία και αυτή ηττήθηκε, πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα.
Για τους λόγους αυτούς,
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έκτο τμήμα)
αποφασίζει:
1) Η Ιταλική Δημοκρατία, μη θεσπίζοντας τις νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις που ήσαν αναγκαίες για τη μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο των ελαχίστων υποχρεωτικών προδιαγραφών της οδηγίας 89/655/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 1989, σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας για τη χρησιμοποίηση εξοπλισμού από τους εργαζομένους κατά την εργασία τους (δεύτερη ειδική οδηγία κατά την έννοια του άρθρου 16, παράγραφος 1, της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ), όπως έχει τροποποιηθεί με την οδηγία 95/63/ΕΚ του Συμβουλίου, της 5ης Δεκεμβρίου 1995, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 4, παράγραφος 1, και το παράρτημα Ι, σημεία 2.1, έκτη φράση, 2.2, δεύτερη φράση, 2.3, τρίτη και τέταρτη φράση, και 2.8, δεύτερη φράση, δεύτερη έως πέμπτη παύλα, της εν λόγω οδηγίας.
2) Καταδικάζει την Ιταλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.