Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62000CC0147

Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Ruiz-Jarabo Colomer της 18ης Ιανουαρίου 2001.
Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Γαλλικής Δημοκρατίας.
Παράβαση κράτους μέλους - Ποιότητα των υδάτων κολυμβήσεως - Μη προσήκουσα εφαρμογή της οδηγίας 76/160/ΕΟΚ.
Υπόθεση C-147/00.

Συλλογή της Νομολογίας 2001 I-02387

ECLI identifier: ECLI:EU:C:2001:42

62000C0147

Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Ruiz-Jarabo Colomer της 18ης Ιανουαρίου 2001. - Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Γαλλικής Δημοκρατίας. - Παράβαση κράτους μέλους - Ποιότητα των υδάτων κολυμβήσεως - Μη προσήκουσα εφαρμογή της οδηγίας 76/160/ΕΟΚ. - Υπόθεση C-147/00.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 2001 σελίδα I-02387


Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα


1. Η Επιτροπή ζητεί από το Δικαστήριο να αναγνωρίσει ότι η Γαλλική Δημοκρατία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 3, 4, 5 και 6 της οδηγίας 76/160/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 8ης Δεκεμβρίου 1975, περί της ποιότητος των υδάτων κολυμβήσεως (στο εξής: οδηγία).

2. Η Επιτροπή προσάπτει ιδίως στη Γαλλική Δημοκρατία α) τη μη τήρηση των κανόνων ποιότητας που καθορίζονται στην οδηγία, β) τον ανεπαρκή αριθμό δειγματοληψιών και γ) τη μη εφαρμογή της παραμέτρου «ολικά κολοβακτηρίδια».

Ι - Το νομικό πλαίσιο

Α - Η οδηγία 76/160

3. Σύμφωνα με την πρώτη αιτιολογική σκέψη και το άρθρο 1 της οδηγίας, στόχος της είναι η προστασία του περιβάλλοντος και της δημόσιας υγείας με τη μείωση της ρυπάνσεως των υδάτων κολυμβήσεως και με την προστασία τους από περαιτέρω ρύπανση, εξαιρέσει των υδάτων τα οποία χρησιμοποιούνται για θεραπευτικούς σκοπούς και των υδάτων τα οποία χρησιμοποιούνται για πισίνες .

4. Το άρθρο 3 επιβάλλει στα κράτη μέλη την υποχρέωση να καθορίζουν, για όλες τις περιοχές κολυμβήσεως ή για κάθε μία από αυτές, τις τιμές που εφαρμόζονται στα ύδατα κολυμβήσεως όσον αφορά τις φυσικοχημικές και μικροβιολογικές παραμέτρους που ορίζονται στο παράρτημα· οι τιμές αυτές πρέπει να είναι τουλάχιστον εξίσου αυστηρές με τις οριζόμενες στο παράρτημα. Σύμφωνα με το άρθρο 2, οι παράμετροι αυτές αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της οδηγίας.

5. Σύμφωνα με το άρθρο 4, τα κράτη μέλη όφειλαν, εντός δέκα ετών από της κοινοποιήσεως της οδηγίας, να θεσπίσουν τις αναγκαίες διατάξεις ώστε η ποιότητα των υδάτων κολυμβήσεως να ανταποκρίνεται προς τις οριακές τιμές που καθορίζονται δυνάμει του άρθρου 3. _Οσον αφορά τη Γαλλική Δημοκρατία, η προθεσμία αυτή εξέπνευσε στις 10 Δεκεμβρίου 1985.

6. Το άρθρο 6, παράγραφος 1, της οδηγίας προβλέπει ότι οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών πραγματοποιούν δειγματοληψίες των οποίων η ελάχιστη συχνότητα καθορίζεται στο παράρτημα.

7. Τέλος, τα κράτη μέλη έχουν την υποχρέωση να κοινοποιούν κατ' έτος στην Επιτροπή έκθεση επί των υδάτων κολυμβήσεως και των σημαντικότερων χαρακτηριστικών τους, σύμφωνα με τη νέα διατύπωση του άρθρου 13 της οδηγίας .

8. _Ετσι, τα κράτη μέλη έχουν μεταξύ άλλων την υποχρέωση, δυνάμει της οδηγίας, να καθορίσουν για όλες τις περιοχές κολυμβήσεως τις τιμές των φυσικοχημικών και μικροβιολογικών παραμέτρων, να λάβουν τα αναγκαία μέτρα ώστε η ποιότητα των υδάτων κολυμβήσεως να ανταποκρίνεται προς τις τιμές αυτές εντός προθεσμίας δέκα ετών και να διενεργούν τις προβλεπόμενες δειγματοληψίες με τη συχνότητα η οποία καθορίζεται στην οδηγία .

Β - Η γαλλική κανονιστική ρύθμιση

9. Η Γαλλική Δημοκρατία κοινοποίησε στην Επιτροπή, ως εθνικό μέτρο μεταφοράς της οδηγίας, το διάταγμα 91-980, της 20ής Σεπτεμβρίου 1991, με το οποίο τροποποιήθηκε το διάταγμα 81-324, της 7ης Απριλίου 1981, περί καθορισμού των κανόνων υγιεινής και ασφάλειας που εφαρμόζονται στις πισίνες και τα κολυμβητήρια . Το διάταγμα αυτό τέθηκε σε εφαρμογή με υπουργική απόφαση της 29ης Νοεμβρίου 1991 .

ΙΙ - Τα πραγματικά περιστατικά

10. Η Επιτροπή επισήμανε ορισμένες πλημμέλειες στις εκθέσεις τις οποίες υπέβαλαν οι γαλλικές αρχές σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας κατά τα έτη 1995 έως 1997 και κίνησε δύο χωριστές διαδικασίες διαπιστώσεως παραβάσεως.

A - Η διαδικασία αριθ. Α/96/2107

11. Με έγγραφη όχληση της 5ης Σεπτεμβρίου 1996 και, κατόπιν, με αιτιολογημένη γνώμη της 5ης Αυγούστου 1998, η Επιτροπή προσήψε στη Γαλλική Δημοκρατία ότι δεν τήρησε:

1) το άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας, μη λαμβάνοντας όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλιστεί, εντός της προθεσμίας των δέκα ετών, ότι η ποιότητα των υδάτων κολυμβήσεως ανταποκρίνεται προς τις απαιτήσεις της οδηγίας·

2) το άρθρο 6, παράγραφος 1, καθόσον οι γαλλικές αρχές δεν διενήργησαν δειγματοληψίες με την ελάχιστη συχνότητα που καθορίζεται στο παράρτημα της οδηγίας.

12. Με την αιτιολογημένη γνώμη ετάχθη προθεσμία δύο μηνών στη Γαλλική Δημοκρατία για να εξαλείψει την παράβαση.

13. Με έγγραφο της 13ης Οκτωβρίου 1998, οι γαλλικές αρχές απάντησαν ότι το συμβατό των περιοχών κολυμβήσεως προς τις απαιτήσεις της οδηγίας ανήλθε από 60 % το 1980 σε 93 % το 1997. Με το έγγραφο αυτό, οι γαλλικές αρχές αναλάμβαναν την υποχρέωση να λάβουν τα αναγκαία μέτρα ώστε, το 1999, το σύνολο των περιοχών κολυμβήσεως να ανταποκρίνεται προς τις επιτακτικές οριακές τιμές που καθορίζονται στην οδηγία, οι δε δειγματοληψίες να διενεργούνται με την απαιτούμενη συχνότητα.

14. Μη έχοντας λάβει ουδεμία πληροφορία που να της επιτρέπει να διαπιστώσει την τήρηση των υποχρεώσεων που ανέλαβαν οι γαλλικές αρχές, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η παράβαση εξακολουθούσε να υφίσταται και, κατά συνέπεια, άσκησε προσφυγή.

Β - Η διαδικασία αριθ. A/98/2196

15. Από τις προμνησθείσες ετήσιες εκθέσεις, η Επιτροπή συνήγαγε το συμπέρασμα ότι οι γαλλικές αρχές δεν προέβησαν σε δειγματοληπτικές μετρήσεις της παραμέτρου «ολικά κολοβακτηρίδια». Με έγγραφη όχληση της 11ης Νοεμβρίου 1998 και, κατόπιν, με αιτιολογημένη γνώμη της 6ης Αυγούστου 1999, η Επιτροπή προσήψε στη Γαλλική Δημοκρατία ότι δεν προέβη σε δειγματοληπτικό έλεγχο της παραμέτρου αυτής. Με την αιτιολογημένη γνώμη ετάχθη στη Γαλλική Δημοκρατία προθεσμία δύο μηνών για να επανορθώσει.

16. Οι γαλλικές αρχές απάντησαν με έγγραφο της 5ης Οκτωβρίου 1999, προβάλλοντας ότι, από την κολυμβητική περίοδο του 1995, αντικατέστησαν τη μέτρηση των ολικών κολοβακτηριδίων και των κολοβακτηριδίων κοπράνων με πιο αποτελεσματική μέθοδο η οποία, κατά την άποψή τους, ήταν σύμφωνη με το πνεύμα της οδηγίας και τον στόχο της προστασίας της υγείας των λουομένων.

17. Εξάλλου, κατά τη διάρκεια συνεδριάσεως η οποία πραγματοποιήθηκε στο αρίσι στις 3 και 4 Φεβρουαρίου 2000, οι γαλλικές αρχές διαβίβασαν στην Επιτροπή τις εγκυκλίους της γενικής διευθύνσεως υγείας-διεύθυνση υδάτων (στο εξής: εγκύκλιοι DGS/DE) αριθ. 99/311 και 99/312, αμφότερες της 31ης Μα_ου 1999, οι οποίες προβλέπουν πολλά μέτρα σκοπούντα στο να δοθεί η δυνατότητα στη Γαλλική Δημοκρατία να συμμορφωθεί προς τις κοινοτικές υποχρεώσεις της. Η Επιτροπή έκρινε εντούτοις αναγκαίο να συνεχίσει τη διαδικασία διαπιστώσεως παραβάσεως και άσκησε προσφυγή στις 17 Απριλίου 2000.

18. Στη συνέχεια εκδόθηκε η εγκύκλιος της γενικής διευθύνσεως υγείας-διεύθυνση προσωπικού και προϋπολογισμού (στο εξής: εγκύκλιος DGS/DAGPB) αριθ. 2000/312, της 7ης Ιουνίου 2000, η οποία σκοπεί στο να συμμορφωθεί η Γαλλική Δημοκρατία προς τις υποχρεώσεις τις οποίες υπέχει από την οδηγία.

ΙΙΙ - Οι προβαλλόμενοι στην προσφυγή λόγοι

Α - Η μη τήρηση των ποιοτικών κανόνων που καθορίζονται στην οδηγία

19. Η Επιτροπή προβάλλει ότι από την ετήσια έκθεση για το 1995 προκύπτει ότι η ποιότητα των υδάτων κολυμβήσεως στη Γαλλία δεν ανταποκρινόταν προς τις επιτακτικές οριακές τιμές που καθορίζονται στη στήλη Ι του παραρτήματος της οδηγίας. Οι εκθέσεις για τα έτη 1996 και 1997 επιβεβαίωσαν, κατά την άποψη της Επιτροπής, ότι εξακολουθούσε να υφίσταται η εν λόγω παράβαση μιας υποχρεώσεως που καθορίζεται στην οδηγία κατά τρόπο σαφή και μη υποκείμενο σε προϋποθέσεις.

20. Στο υπόμνημα αντικρούσεως, η Γαλλική Κυβέρνηση αναγνωρίζει ότι, πράγματι, ορισμένες περιοχές κολυμβήσεως δεν ανταποκρίνονταν στους ποιοτικούς κανόνες της οδηγίας κατά τα έτη 1995, 1996 και 1997. Επισημαίνει πάντως ότι, στη συνοπτική έκθεση της Επιτροπής για το 1998, τα γαλλικά ύδατα κολυμβήσεως παρουσίαζαν βελτίωση από την άποψη του συμβατού προς τις απαιτήσεις της οδηγίας, βελτίωση η οποία επρόκειτο να συνεχιστεί χάρη στην εφαρμογή των εγκυκλίων DGS/DE, της 31ης Μα_ου 1999, και DGS/DAGPB, της 7ης Ιουνίου 2000. Κατά συνέπεια, η Γαλλική Κυβέρνηση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι δεν είναι αληθές ότι η προσαπτόμενη από την Επιτροπή παράβαση συνέχιζε να υφίσταται κατά την ημερομηνία εκπνοής της προθεσμίας που έτασσε η αιτιολογημένη γνώμη (5 Οκτωβρίου 1998) και καλεί το Δικαστήριο να διαπιστώσει ότι η προσαπτόμενη παράβαση δεν αποδείχθηκε.

21. Η Επιτροπή αντιτείνει ότι η έκδοση των τριών εγκυκλίων, οι οποίες δεν αποτέλεσαν αντικείμενο επίσημης κοινοποιήσεως, μαρτυρεί μόνον τις πρόσφατες προσπάθειες της Γαλλικής Κυβερνήσεως να συμμορφωθεί προς τις απαιτήσεις της οδηγίας, αλλά κατ' ουδένα τρόπο αποδεικνύει ότι υπήρξε πράγματι συμμόρφωση. Επιπλέον, οι γαλλικές αρχές δεν διαβίβασαν τα στοιχεία για το έτος 1999, όπως απαιτεί το άρθρο 13 της οδηγίας.

22. Στο υπόμνημα ανταπαντήσεως, η Γαλλική Κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι η παράβαση της υποχρεώσεως που περιλαμβάνεται στο άρθρο 13 της οδηγίας είναι χωριστή από τις παραβάσεις που αποτελούν αντικείμενο της διαδικασίας. Η Επιτροπή δεν μπορεί συνεπώς να προβάλει εν προκειμένω τη μη διαβίβαση των στοιχείων για τα έτη 1999 και 2000.

23. Ο προβαλλόμενος στην προσφυγή λόγος πρέπει να εξεταστεί βάσει ενός αναμφισβήτητου γεγονότος: κατά τα έτη 1995, 1996 και 1997, ορισμένες γαλλικές περιοχές κολυμβήσεως δεν ανταποκρίνονταν προς τους ποιοτικούς κανόνες της οδηγίας , όπως αναγνώρισε η ίδια η Γαλλική Κυβέρνηση. Το αντικείμενο της διαδικασίας περιορίζεται συνεπώς στο κατά πόσο η παράβαση υφίστατο στις 5 Οκτωβρίου 1998, ημερομηνία εκπνοής της προθεσμίας των δύο μηνών που τάχθηκε με την αιτιολογημένη γνώμη. Η ημερομηνία αυτή πρέπει να ληφθεί υπόψη για να εκτιμηθεί αν συνέτρεχε η προσαπτομένη από την Επιτροπή παράβαση .

24. Η εκ μέρους της Γαλλικής Κυβερνήσεως αναγνώριση της παραβάσεως κατά τα έτη 1995 έως 1997 επιτρέπει να λεχθεί ότι η Επιτροπή εξεπλήρωσε την υποχρέωση που είχε στην παρούσα διαδικασία, ήτοι να αποδείξει το υποστατό της προβαλλομένης παραβάσεως . Συγκεκριμένα, όταν η Επιτροπή κίνησε την προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασία και κατά την ημερομηνία εκδόσεως της αιτιολογημένης γνώμης, η Γαλλική Δημοκρατία δεν είχε εκπληρώσει τις υποχρεώσεις τις οποίες της επέβαλλε η οδηγία όσον αφορά την ποιότητα των υδάτων κολυμβήσεως. Απόκειται κατόπιν στο καθού κράτος μέλος να αποδείξει ότι έλαβε τα αναγκαία μέτρα για να επανορθώσει και να συμμορφωθεί προς τις απαιτήσεις της οδηγίας.

25. Εφόσον η Επιτροπή απέδειξε ότι η παράβαση υφίστατο κατά τον χρόνο εκδόσεως της αιτιολογημένης γνώμης, το βάρος αποδείξεως αντιστρέφεται και απόκειται στο κράτος μέλος στο οποίο προσάπτεται η παράβαση να αποδείξει ότι η κατάσταση μεταβλήθηκε ή ότι, ενδεχομένως, έλαβε τα κατάλληλα μέτρα πριν από την εκπνοή της ταχθείσας προθεσμίας.

26. _Οχι μόνον η Γαλλική Δημοκρατία δεν απάντησε στην αιτιολογημένη γνώμη της Επιτροπής, αλλά δεν προσκόμισε επίσης, κατά τη διαδικασία, αποδεικτικά στοιχεία περί του ότι έπαυσε να υφίσταται παράβαση πριν από την εκπνοή της ταχθείσας προθεσμίας.

27. Κατά την άποψή μου, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι η συνοπτική έκθεση που συνέταξε η Επιτροπή για το έτος 1998 πληροί την προϋπόθεση αυτή, καθόσον αναφέρει μόνον ότι, κατά το 1998, υπήρχε βελτίωση σε σχέση προς τα προηγούμενα έτη όσον αφορά το συμβατό της καταστάσεως με τις απαιτήσεις της οδηγίας. Τίποτε στην εν λόγω έκθεση (που είναι συνημμένη στο υπόμνημα αντικρούσεως) δεν επιτρέπει να λεχθεί ότι, στις 5 Οκτωβρίου 1998, αντίθετα προς την προγενέστερη κατάσταση, τα γαλλικά ύδατα κολυμβήσεως ανταποκρίνονταν προς τους ποιοτικούς κανόνες που καθορίζονται στην οδηγία.

28. Η υποθετική βελτίωση της ποιότητας των υδάτων κολυμβήσεως που θα μπορούσε να απορρέει από την εφαρμογή των εγκυκλίων DGS/DE και DGS/DAGPB επιτρέπει ακόμη λιγότερο τη συναγωγή τέτοιου συμπεράσματος. Η οδηγία επέβαλλε στα κράτη μέλη την επίτευξη αποτελεσμάτων και όχι μόνον την υποχρέωση χρησιμοποιήσεως των αναγκαίων μέσων ώστε η ποιότητα των υδάτων κολυμβήσεως να ανταποκρίνεται στα όρια που καθορίζονται στην οδηγία , πλην των προβλεπομένων στην οδηγία εξαιρέσεων , οι οποίες δεν είναι λυσιτελείς εν προκειμένω.

29. Η Γαλλική Κυβέρνηση δεν υποστηρίζει εσφαλμένα ότι η προσαπτόμενη παράβαση της υποχρεώσεως ετήσιας ενημερώσεως την οποία της επιβάλλει το άρθρο 13 της οδηγίας ουδεμία σχέση έχει με την παρούσα διαδικασία. Δεν μπορούμε όμως να παραβλέψουμε ότι η τήρηση της υποχρεώσεως αυτής θα αποτελούσε ένα πρόσφορο μέσο για να αποδείξει η Γαλλική Κυβέρνηση, έναντι της Επιτροπής και του Δικαστηρίου, ότι, στις 5 Οκτωβρίου 1998, είχε επιτύχει τα απαιτούμενα από την οδηγία αποτελέσματα.

30. Οι ανωτέρω εκτιμήσεις μου επιτρέπουν να καταλήξω στο συμπέρασμα ότι η Γαλλική Δημοκρατία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας, μη λαμβάνοντας, εντός προθεσμίας δέκα ετών από της κοινοποιήσεως της οδηγίας, όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλιστεί ότι η ποιότητα των γαλλικών υδάτων κολυμβήσεως ανταποκρίνεται προς τις απαιτήσεις τις οποίες επιβάλλουν οι κοινοτικοί κανόνες.

Β - Ο ανεπαρκής αριθμός δειγματοληψιών

31. Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι, κατά τα έτη 1995 έως 1997, η Γαλλική Δημοκρατία δεν τήρησε την προβλεπόμενη στην οδηγία ελάχιστη συχνότητα για τις δειγματοληψίες, ιδίως όσον αφορά τις φυσικοχημικές παραμέτρους , και ότι επιπλέον χρησιμοποίησε μεθόδους διαφορετικές από τις προβλεπόμενες στην οδηγία.

32. Η Γαλλική Κυβέρνηση αναγνωρίζει ότι, σε ορισμένες περιοχές, η διενέργεια δειγματοληψιών κατά τα έτη 1995 έως 1997 δεν ήταν σύμφωνη με την οδηγία, παρατηρεί όμως ότι, κατά την περίοδο αυτή, το ποσοστό δειγματοληψιών παρουσίαζε προοδευτική και σταθερή βελτίωση. ροσθέτει ότι, όσον αφορά τα παράκτια ύδατα, η εφαρμογή των μέτρων που προβλέπονται στις εγκυκλίους DGS/DE και DGS/DAGPB, που προβλέπουν αύξηση της συχνότητας των δειγματοληψιών, θα επιτρέψει την πλήρη συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις της οδηγίας, η οποία ήδη επιτεύχθηκε σε άλλες περιοχές πριν από την εκπνοή της προθεσμίας που έτασσε η αιτιολογημένη γνώμη. _Οσον αφορά τις μεθόδους δειγματοληψίας, η Γαλλική Κυβέρνηση υποστηρίζει ότι, μετά την εφαρμογή των ανωτέρω εγκυκλίων, η παρέκκλιση έναντι των απαιτήσεων της οδηγίας δεν εξακολούθησε να υφίσταται μετά την προμνημονευθείσα ημερομηνία εκπνοής της προθεσμίας δεδομένου ότι, ήδη από τον Μάιο του 1999, οι παράμετροι ελέγχου της ποιότητας των υδάτων κολυμβήσεως εναρμονίστηκαν με τις απαιτήσεις της Επιτροπής.

33. Στο υπόμνημα απαντήσεως, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι είναι ανεπαρκής η αναφορά σε υποθετική βελτίωση των δειγματοληψιών και ότι είναι δικαιολογημένη η συναγωγή του συμπεράσματος ότι η παράβαση εξακολουθεί να υφίσταται, δεδομένου ότι τα στοιχεία για το έτος 1999 δεν διαβιβάστηκαν. Η Επιτροπή προσθέτει ότι, ναι μεν στις παράκτιες περιοχές κολυμβήσεως διενεργήθηκαν επαρκώς δειγματοληψίες το 1998, αλλά στο 4,4 % των εσωτερικών περιοχών οι δειγματοληψίες δεν ήταν επαρκείς.

34. Η έκταση αυτού του προβαλλόμενου λόγου περιορίστηκε σιωπηρώς κατά τη διάρκεια της διαδικασίας. Η Επιτροπή αναγνώρισε τελικά ότι στα ύδατα κολυμβήσεως των παράκτιων περιοχών είχαν διενεργηθεί επαρκώς δειγματοληψίες κατά το 1998, όπως αποδεικνύεται από τη συνοπτική έκθεσή της για το 1998, η οποία είναι συνημμένη ως παράρτημα Ι στο υπόμνημα αντικρούσεως της Γαλλικής Κυβερνήσεως.

35. Η προσαπτόμενη παράβαση των υποχρεώσεων που επιβάλλουν οι συνδυασμένες διατάξεις του άρθρου 6, παράγραφος 1, και του παραρτήματος της οδηγίας περιορίζεται συνεπώς στη συχνότητα των δειγματοληψιών στα εσωτερικά ύδατα κολυμβήσεως και στις εφαρμοζόμενες παραμέτρους ελέγχου της ποιότητας.

36. ρέπει να υπομνησθεί ότι η οδηγία επιβάλλει στα κράτη μέλη όχι μόνον την υποχρέωση μεταφοράς της στην εσωτερική έννομη τάξη των κρατών μελών αλλά επίσης την επίτευξη συγκεκριμένων αποτελεσμάτων. Τάχθηκε προθεσμία δύο ετών για τη συμμόρφωση προς την πρώτη υποχρέωση (άρθρο 12, παράγρφος 1) και δέκα ετών για τη συμμόρφωση προς τη δεύτερη (άρθρο 4, παράγραφος 1). Εκδίδοντας τις εγκυκλίους DGS/DE, της 31ης Μα_ου 1999, οι γαλλικές αρχές εκπλήρωσαν την πρώτη υποχρέωση, αλλά όχι κατ' ανάγκη και τη δεύτερη. Η καθής κυβέρνηση δεν απέδειξε ότι οι προβλεπόμενες στην οδηγία μέθοδοι ελέγχου της ποιότητας των υδάτων εφαρμόζονταν κατά την ημερομηνία κοινοποιήσεως της αιτιολογημένης γνώμης.

37. _Οσον αφορά τη συχνότητα των δειγματοληψιών υπό στενή έννοια, η συλλογιστική και το συμπέρασμα πρέπει να είναι τα ίδια. Οι γαλλικές αρχές αναγνωρίζουν την προσαπτόμενη από την Επιτροπή παράβαση. Αυτή η αναγνώριση των πραγματικών περιστατικών αντιστρέφει το βάρος της αποδείξεως: αυτός ο οποίος επικαλείται την παράβαση πρέπει να την αποδείξει αλλά, εφόσον η παράβαση αποδειχθεί, απόκειται σε εκείνον που τη διέπραξε να αποδείξει ότι η παράβαση αυτή έπαυσε ή να εξηγήσει τους λόγους που δικαιολογούν το γεγονός ότι εξακολουθεί να υφίσταται. Αν και προβάλλει την προοδευτική προσέγγιση προς την ελάχιστη συχνότητα που καθορίζεται στην οδηγία, η Γαλλική Κυβέρνηση δεν απέδειξε ότι η παράβαση την οποία αναγνωρίζει εξαλείφθηκε πριν από την εκπνοή της προθεσμίας που έτασσε η αιτιολογημένη γνώμη. Εξάλλου, στις υποθετικές βελτιώσεις τις οποίες θα μπορούσε να συνεπάγεται η εφαρμογή των εγκυκλίων DGS/DE και DGS/DAGPB δεν μπορεί να αναγνωριστεί η αποδεικτική ισχύς την οποία επικαλείται η Γαλλική Κυβέρνηση.

38. Συμπερασματικά, η Γαλλική Κυβέρνηση παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 6, παράγραφος 1, της οδηγίας, διότι διενήργησε δειγματοληψίες στα εσωτερικά ύδατα κολυμβήσεως με συχνότητα κατώτερη από την ελάχιστη συχνότητα που καθορίζεται στο παράρτημα της οδηγίας.

Γ - Η μη εφαρμογή της παραμέτρου «ολικά κολοβακτηρίδια»

39. Η μη εφαρμογή της παραμέτρου αυτής στις αναλύσεις των υδάτων κολυμβήσεως από την κολυμβητική περίοδο 1995 και μετέπειτα είναι γεγονός το οποίο δέχονται οι γαλλικές αρχές. ροβάλλουν πάντως ότι η μεταβολή παραμέτρου εντάσσεται στη λογική βελτιώσεως των μέσων και των μεθόδων ελέγχου.

40. Ουδεμία διανοητική προσπάθεια είναι αναγκαία για να δοθεί δίκαιο στην Επιτροπή επί του σημείου αυτού. Η ίδια η Γαλλική Κυβέρνηση δέχεται τον δεσμευτικό χαρακτήρα της υποχρεώσεως μετρήσεως της παραμέτρου «ολικά κολοβακτηρίδια»· κατά συνέπεια, η εγκατάλειψη της παραμέτρου αυτής πρέπει να θεωρηθεί ως παράβαση των άρθρων 3, 4, 5 και 6 της οδηγίας.

41. Τα κράτη μέλη μπορούν να λάβουν μέτρα αυστηρότερα από εκείνα που προβλέπει η οδηγία (άρθρο 7, παράγραφος 2), αλλά δεν μπορούν να αντικαταστήσουν τις μετρήσεις τις οποίες τους επιβάλλει η οδηγία με άλλες πιο αποτελεσματικές. Αυτό το δέχθηκε η ίδια η Γαλλική Κυβέρνηση προβλέποντας, στην εγκύκλιο DGS/DAGPB, την εκ νέου εφαρμογή της παραμέτρου «ολικά κολοβακτηρίδια» από την κολυμβητική περίοδο του 2000.

IV - Επί των δικαστικών εξόδων

42. Εφόσον οι λόγοι της προσφυγής της Επιτροπής έγιναν ουσιαστικά δεκτοί, πρέπει να καταδικαστεί η καθής στα δικαστικά έξοδα, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 69, παράγραφος 2, του κανονισμού διαδικασίας.

V - ρόταση

43. Bάσει των ανωτέρω εκτιμήσεων, προτείνω στο Δικαστήριο να κάνει δεκτή την προσφυγή, να αναγνωρίσει ότι η Γαλλική Δημοκρατία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 3, 4, 5 και 6 της οδηγίας 76/160/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 8ης Δεκεμβρίου 1975, περί της ποιότητος των υδάτων κολυμβήσεως: α) μη λαμβάνοντας όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλιστεί, εντός προθεσμίας δέκα ετών από της κοινοποιήσεως της οδηγίας, ότι η ποιότητα των υδάτων κολυμβήσεως ανταποκρίνεται προς τις απαιτήσεις που επιβάλλει η οδηγία, β) διενεργώντας δειγματοληψίες στα εσωτερικά ύδατα κολυμβήσεως με συχνότητα κατώτερη από την ελάχιστη συχνότητα που καθορίζεται στο παράρτημα της οδηγίας και γ) μη προβαίνοντας σε μέτρηση της παραμέτρου «ολικά κολοβακτηρίδια», και να καταδικάσει του καθού κράτος μέλος στα δικαστικά έξοδα.

Top