Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 61999CJ0226

Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 11ης Ιανουαρίου 2001.
Siples Srl, υπό εκκαθάριση, κατά Ministero delle Finanze και Servizio della Riscossione dei Tributi - Concessione Provincia di Genova - San Paolo Riscossioni Genova SpA.
Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Tribunale civile e penale di Genova - Ιταλία.
Κοινοτικός τελωνειακός κώδικας - Προσφυγή - Αναστολή εκτελέσεως αποφάσεως των τελωνειακών αρχών.
Υπόθεση C-226/99.

Συλλογή της Νομολογίας 2001 I-00277

ECLI identifier: ECLI:EU:C:2001:14

61999J0226

Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 11ης Ιανουαρίου 2001. - Siples Srl, υπό εκκαθάριση, κατά Ministero delle Finanze και Servizio della Riscossione dei Tributi - Concessione Provincia di Genova - San Paolo Riscossioni Genova SpA. - Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Tribunale civile e penale di Genova - Ιταλία. - Κοινοτικός τελωνειακός κώδικας - Προσφυγή - Αναστολή εκτελέσεως αποφάσεως των τελωνειακών αρχών. - Υπόθεση C-226/99.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 2001 σελίδα I-00277


Περίληψη
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


Τελωνειακή ένωση - Εφαρμογή της τελωνειακής νομοθεσίας - Δικαίωμα προσφυγής - Αναστολή εκτελέσεως - Αρχές αρμόδιες να διατάσσουν την αναστολή

(Κανονισμός 2913/92 του Συμβουλίου, άρθρα 243 και 244)

Περίληψη


$$Το άρθρο 244 του κανονισμού 2913/92, περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι παρέχει την εξουσία αναστολής εκτελέσεως της προσβαλλόμενης αποφάσεως μόνο στις τελωνειακές αρχές. Εντούτοις, η διάταξη αυτή δεν περιορίζει την εξουσία των δικαστικών αρχών, ενώπιον των οποίων έχει ασκηθεί προσφυγή δυνάμει του άρθρου 243 του ίδιου κανονισμού, να διατάξουν την αναστολή αυτή, προς εκπλήρωση της υποχρεώσεώς τους να διασφαλίζουν την πλήρη αποτελεσματικότητα του κοινοτικού δικαίου.

( βλ. σκέψη 20 και διατακτ. )

Διάδικοι


Στην υπόθεση C-226/99,

που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Tribunale civile e penale di Genova (Ιταλία) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 234 ΕΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ

Siples Srl, υπό εκκαθάριση,

και

Ministero delle Finanze,

Servizio della Riscossione dei Tributi - Concessione Provincia di Genova - San Paolo Riscossioni Genova SpA,

η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς την ερμηνεία του άρθρου 244 του κανονισμού (ΕΟΚ) 2913/92 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1992, περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 302, σ. 1),

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πέμπτο τμήμα),

συγκείμενο από τους A. La Pergola, πρόεδρο τμήματος, Μ. Wathelet, D. A. O. Edward, P. Jann (εισηγητή) και L. Sevón, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: D. Ruiz-Jarabo Colomer

γραμματέας: H. A. Rühl, κύριος υπάλληλος διοικήσεως,

λαμβάνοντας υπόψη τις γραπτές παρατηρήσεις που κατέθεσαν:

- η Siples Srl, υπό εκκαθάριση, εκπροσωπούμενη από τον P. Massa, avvocato,

- η Ιταλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον U. Leanza, επικουρούμενο από τον Ι. Μ. Braguglia, avvocato dello Stato,

- η Σουηδική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον Ι. Simfors,

- Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τους A. Aresu και R. Tricot,

έχοντας υπόψη την έκθεση ακροατηρίου,

αφού άκουσε τις προφορικές παρατηρήσεις της Ιταλικής Κυβερνήσεως, εκπροσωπούμενης από τον G. De Bellis, avvocato dello Stato, και της Επιτροπής, εκπροσωπούμενης από τον P. Stancanelli, κατά τη συνεδρίαση της 22ας Ιουνίου 2000,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 26ης Σεπτεμβρίου 2000,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

Σκεπτικό της απόφασης


1 Με διάταξη της 25ης Μα_ου 1999, που περιήλθε στο Δικαστήριο στις 11 Ιουνίου 1999, το Tribunale civile e penale di Genova (Ιταλία) υπέβαλε στο Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 234 ΕΚ, ένα προδικαστικό ερώτημα ως προς την ερμηνεία του άρθρου 244 του κανονισμού (ΕΟΚ) 2913/92 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1992, περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 302, σ. 1, στο εξής: τελωνειακός κώδικας).

2 Το ερώτημα αυτό ανέκυψε κατά την εκδίκαση διαφοράς μεταξύ αφενός της εταιρίας Siples Srl, υπό εκκαθάριση (στο εξής: Siples), και αφετέρου του Ministero delle Finanze (Υπουργείου Οικονομικών) και της Servizio della Riscossione dei Tributi - Concessione Provincia di Genova - San Paolo Riscossioni Genova SpA (Υπηρεσίας Επιβολής Φόρων - Γραφείο της Επαρχίας της Γένουας), αντικείμενο της οποίας είναι η επιστροφή του φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΑ) που επιβλήθηκε κατά την εισαγωγή.

Νομικό πλαίσιο

Η κοινοτική ρύθμιση

3 Ο τίτλος VIII του τελωνειακού κώδικα, ο οποίος επιγράφεται «ροσφυγή», περιλαμβάνει τα άρθρα 243 έως 245.

4 Το άρθρο 243 του τελωνειακού κώδικα προβλέπει τα εξής:

«1. Κάθε πρόσωπο έχει το δικαίωμα να ασκήσει προσφυγή κατά των αποφάσεων των τελωνειακών αρχών σχετικά με την εφαρμογή της τελωνειακής νομοθεσίας οι οποίες το αφορούν άμεσα και ατομικά.

Έχει επίσης δικαίωμα να ασκήσει προσφυγή το πρόσωπο το οποίο έχει υποβάλει σχετική αίτηση στην αρμόδια τελωνειακή αρχή χωρίς όμως να επιτύχει την έκδοση απόφασης μέσα στην προθεσμία που αναφέρεται στο άρθρο 6, παράγραφος 2.

Η προφυγή πρέπει να ασκείται στο κράτος μέλος στο οποίο ελήφθη η απόφαση ή υπεβλήθη η αίτηση για την έκδοσή της.

2. Το δικαίωμα προσφυγής μπορεί να ασκηθεί:

α) σε πρώτο στάδιο, ενώπιον της τελωνειακής αρχής που ορίζεται για τον σκοπό αυτό από τα κράτη μέλη,

β) σε δεύτερο στάδιο, ενώπιον μιας ανεξάρτητης αρχής, η οποία μπορεί να είναι μία δικαστική αρχή ή ένα ισοδύναμο ειδικευμένο όργανο σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν στα κράτη μέλη.»

5 Το άρθρο 244 του τελωνειακού κώδικα προβλέπει τα εξής:

«Η άσκηση προσφυγής δεν επιφέρει την αναστολή της εκτέλεσης της προσβαλλόμενης απόφασης.

Ωστόσο, οι τελωνειακές αρχές μπορούν να αναβάλουν εν όλω ή εν μέρει την εκτέλεση της εν λόγω απόφασης, αν έχουν βάσιμους λόγους να αμφιβάλλουν για τη συμφωνία της προσβαλλόμενης απόφασης με την τελωνειακή νομοθεσία ή όταν υπάρχει κίνδυνος ανεπανόρθωτης ζημίας για τον ενδιαφερόμενο.

Όταν η προσβαλλόμενη απόφαση έχει ως αποτέλεσμα την επιβολή εισαγωγικών ή εξαγωγικών δασμών, η αναστολή εκτέλεσης της εν λόγω απόφασης εξαρτάται από την ύπαρξη ή τη σύσταση εγγύησης. Αυτή η εγγύηση, εντούτοις, μπορεί να μην απαιτηθεί όταν ενδέχεται να προκαλέσει σοβαρές δυσκολίες οικονομικού και κοινωνικού χαρακτήρα, λόγω της κατάστασης του οφειλέτη.»

6 Το άρθρο 245 του τελωνειακού κώδικα ορίζει τα εξής:

«Οι διατάξεις για τη θέση σε εφαρμογή της διαδικασίας της προσφυγής θεσπίζονται από τα κράτη μέλη.»

Η εθνική ρύθμιση

7 Το άρθρο 70 του διατάγματος 633 του ροέδρου της Ιταλικής Δημοκρατίας, της 26ης Οκτωβρίου 1972, περί επιβολής και ρυθμίσεως του φόρου προστιθέμενης αξίας [GURI (Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της Ιταλίας), αριθ. 292, της 11ης Νοεμβρίου 1972, τακτικό συμπλήρωμα αριθ. 1, στο εξής: διάταγμα του 1972], προβλέπει τα εξής:

«Ο φόρος εισαγωγής βεβαιώνεται, εκκαθαρίζεται και εισπράττεται για κάθε εισαγωγή. _Οσον αφορά τις αμφισβητήσεις και τις κυρώσεις, εφαρμόζονται οι διατάξεις της τελωνειακής νομοθεσίας περί δασμών.»

8 Η εξουσία εισπράξεως των φόρων και των άλλων εσόδων του Δημοσίου διέπεται από το διάταγμα 43 του ροέδρου της Ιταλικής Δημοκρατίας, της 28ης Ιανουαρίου 1988 (GURI, αριθ. 49, της 29ης Φεβρουαρίου 1988, τακτικό συμπλήρωμα αριθ. 2). Όσον αφορά την είσπραξη των δασμών, αρμόδιος να διατάσσει την αναστολή εκτελέσεως είναι, σύμφωνα με τα άρθρα 27 του νομοθετικού διατάγματος 105, της 26ης Απριλίου 1990 (GURI, αριθ. 106, της 9ης Μα_ου 1990, τακτικό συμπλήρωμα), και 32 του διατάγματος 287 του ροέδρου της Ιταλικής Δημοκρατίας, της 27ης Μα_ου 1992 (GURI, αριθ. 116, της 20ής Μα_ου 1992, τακτικό συμπλήρωμα), ο Direttore compartimentale delle dogane.

9 Η ισχύουσα κατά τον κρίσιμο χρόνο εθνική νομοθεσία δεν απένεμε στα τακτικά δικαστήρια αρμοδιότητα προς εκδίκαση αιτήσεων αναστολής εκτελέσεως των αποφάσεων περί εισπράξεως.

Η διαφορά της κύριας δίκης και το προδικαστικό ερώτημα

10 Στις 16 Σεπτεμβρίου 1998 το Γραφείο Εισπράξεως των Φόρων της Επαρχίας της Γένουας κοινοποίησε στην Siples βεβαιωτική πράξη σχετικά με την είσπραξη ποσού 2 372 083 870 ιταλικών λιρών (ITL) εντόκως, για δασμούς και για ΦΑ επί των εισαγωγών μανιταριών που είχε πραγματοποιήσει η εν λόγω εταιρία από την Κορέα το 1993.

11 Η Siples προσέφυγε στο Tribunale civile e penale di Genova, από το οποίο ζήτησε να ακυρώσει τη βεβαιωτική αυτή πράξη. Με χωριστό δικόγραφο ζήτησε από το ίδιο αυτό δικαστήριο να διατάξει την αναστολή εκτελέσεως της βεβαιωτικής πράξης, μέχρις ότου εκδοθεί δικαστική απόφαση επί της ουσίας της υποθέσεως.

12 Στο πλαίσιο της τελευταίας αυτής διαδικασίας, το Tribunale κρίνει ότι η ερμηνεία του άρθρου 244 του τελωνειακού κώδικα είναι αναγκαία για την επίλυση της διαφοράς. Συναφώς επισημαίνει ότι το άρθρο 70 του διατάγματος του 1972 παραπέμπει, όταν πρόκειται για διαφορές σχετικές με τον ΦΑ επί των εισαγωγών και για τις προβλεπόμενες συναφώς κυρώσεις, στις διατάξεις των τελωνειακών νόμων που αφορούν τους εισαγωγικούς ή εξαγωγικούς δασμούς.

13 Το αιτούν δικαστήριο υπενθυνίζει ότι το Δικαστήριο, με την απόφαση της 17ης Ιουλίου 1997, C-130/95, Giloy (Συλλογή 1997, σ. Ι-4291), ερμήνευσε το άρθρο 244 του τελωνειακού κώδικα υπό την έννοια ότι οι προϋποθέσεις της αναστολής εκτελέσεως της προσβαλλόμενης τελωνειακής αποφάσεως - δηλαδή, κατά το Tribunale, ύπαρξη βάσιμων αμφιβολιών για τη συμφωνία της αποφάσεως αυτής προς την τελωνειακή νομοθεσία και ύπαρξη κινδύνου σοβαρής ζημίας για τον ενδιαφερόμενο - προβλέπονται διαζευκτικά. Εν προκειμένω όμως συντρέχει κίνδυνος σοβαρής ζημίας της προσφεύγουσας.

14 Κρίνοντας ότι δεν είναι εύλογο να μην έχει ο προσφεύγων τη δυνατότητα να ζητήσει από τη δικαστική αρχή ενώπιον της οποίας έχει προσβάλει την απόφαση να διατάξει την αναστολή, για την οποία αρμόδια είναι αντίθετα η τελωνειακή αρχή, το Tribunale civile e penale di Genova ανέστειλε την ενώπιόν του διαδικασία και υπέβαλε στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

«αρέχει το άρθρο 244 του τελωνειακού κώδικα την εξουσία αναστολής εκτελέσεως της προσβαλλόμενης αποφάσεως μόνο στην τελωνειακή αρχή ή και στη δικαστική αρχή ενώπιον της οποίας έχει ασκηθεί η προσφυγή;»

Επί του προδικαστικού ερωτήματος

15 ρέπει εκ προοιμίου να απορριφθεί το επιχείρημα της Ιταλικής Κυβερνήσεως ότι το Δικαστήριο δεν είναι αρμόδιο να αποφανθεί επί του ερωτήματος για τον λόγο ότι η διαφορά της κύριας δίκης δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κοινοτικού δικαίου. Συγκεκριμένα, από τη διάταξη περί παραπομπής προκύπτει ότι η επίδικη βεβαιωτική πράξη αφορά εν μέρει δασμούς, πράγμα που σημαίνει ότι ο τελωνειακός κώδικας έχει απευθείας εφαρμογή στη διαφορά της κύριας δίκης.

16 Όσον αφορά την ουσία του προδικαστικού ερωτήματος, από τη σαφή διατύπωση του άρθρου 244 του τελωνειακού κώδικα προκύπτει ότι η διάταξη αυτή παρέχει την εξουσία αναστολής εκτελέσεως της προσβαλλόμενης αποφάσεως μόνο στις τελωνειακές αρχές.

17 Εντούτοις, η διάταξη αυτή δεν μπορεί να περιορίσει το δικαίωμα για αποτελεσματική δικαστική προστασία. Ο απαιτούμενος δικαστικός έλεγχος κάθε αποφάσεως των εθνικών αρχών αποτελεί γενική αρχή του κοινοτικού δικαίου, απορρέουσα από τις κοινές στα κράτη μέλη συνταγματικές παραδόσεις, και έχει παγιωθεί με τα άρθρα 6 και 13 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών (αποφάσεις της 15ης Οκτωβρίου 1987, 222/86, Heylens κ.λπ., Συλλογή 1987, σ. 4097, σκέψη 14, και της 3ης Δεκεμβρίου 1992, C-97/91, Oleificio Borelli κατά Επιτροπής, Συλλογή 1992, σ. Ι-6313, σκέψη 14).

18 Τα εθνικά δικαστήρια, κατά την άσκηση του δικαστικού ελέγχου, οφείλουν, κατ' εφαρμογή της εξαγγελλόμενης στο άρθρο 5 της Συνθήκης ΕΚ (νυν άρθρο 10 ΕΚ) αρχής της συνεργασίας, να διασφαλίζουν τη νομική προστασία που απορρέει για τους πολίτες από το άμεσο αποτέλεσμα των διατάξεων του κοινοτικού δικαίου (απόφαση της 19ης Ιουνίου 1990, C-213/89, Factortame κ.λπ., Συλλογή 1990, σ. Ι-2433, σκέψη 19).

19 Όσον αφορά ειδικότερα τη δυνατότητα να διαταχθεί η αναστολή εκτελέσεως αποφάσεως τελωνειακής αρχής, πρέπει να υπομνηστεί ότι το δικαστήριο ενώπιον του οποίου εκκρεμεί μια διεπόμενη από το κοινοτικό δίκαιο διαφορά πρέπει να είναι σε θέση να διατάξει προσωρινά μέτρα για τη διασφάλιση της πλήρους αποτελεσματικότητας της δικαστικής αποφάσεως που πρόκειται να εκδοθεί σχετικά με την ύπαρξη των προβαλλομένων βάσει του κοινοτικού δικαίου δικαιωμάτων (προπαρατεθείσα απόφαση Factortame κ.λπ., σκέψη 21).

20 Κατά συνέπεια, στο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 244 του τελωνειακού κώδικα πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι παρέχει την εξουσία αναστολής εκτελέσεως της προσβαλλόμενης αποφάσεως μόνο στις τελωνειακές αρχές. Εντούτοις, η διάταξη αυτή δεν περιορίζει την εξουσία των δικαστικών αρχών, ενώπιον των οποίων έχει ασκηθεί προσφυγή δυνάμει του άρθρου 243 του εν λόγω κώδικα, να διατάξουν την αναστολή αυτή, προς εκπλήρωση της υποχρεώσεώς τους να διασφαλίζουν την πλήρη αποτελεσματικότητα του κοινοτικού δικαίου.

Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


Επί των δικαστικών εξόδων

21 Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν η Ιταλική και η Σουηδική Κυβέρνηση καθώς και η Επιτροπή, που κατέθεσαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, δεν αποδίδονται. Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ' αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων.

Διατακτικό


Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πέμπτο τμήμα),

κρίνοντας επί του ερωτήματος που του υπέβαλε με διάταξη της 25ης Μα_ου 1999 το Tribunale civile e penale di Genova, αποφαίνεται:

Το άρθρο 244 του κανονισμού (ΕΟΚ) 2913/92 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1992, περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι παρέχει την εξουσία αναστολής εκτελέσεως της προσβαλλόμενης αποφάσεως μόνο στις τελωνειακές αρχές. Εντούτοις, η διάταξη αυτή δεν περιορίζει την εξουσία των δικαστικών αρχών, ενώπιον των οποίων έχει ασκηθεί προσφυγή δυνάμει του άρθρου 243 του εν λόγω κανονισμού, να διατάσσουν την αναστολή αυτή, προς εκπλήρωση της υποχρεώσεώς τους να διασφαλίζουν την πλήρη αποτελεσματικότητα του κοινοτικού δικαίου.

Top