EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 61999CJ0033

Απόφαση του Δικαστηρίου της 20ής Μαρτίου 2001.
Hassan Fahmi και M. Esmoris Cerdeiro-Pinedo Amado κατά Bestuur van de Sociale Verzekeringsbank.
Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Arrondissementsrechtbank te Amsterdam - Κάτω Χώρες.
Άρθρο 41 της Συμφωνίας Συνεργασίας ΕΟΚ-Μαρόκου - Άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΟΚ) 1408/71 - Κοινωνική ασφάλιση - Άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΟΚ) 1612/68 - Άρθρα 48 και 52 της Συνθήκης ΕΚ (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρα 39 ΕΚ και 43 ΕΚ) - Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων - Απαγόρευση των δυσμενών διακρίσεων - Δικαιούχοι συντάξεως αναπηρίας που δεν κατοικούν πλέον στο αρμόδιο κράτος μέλος - Τροποποίηση της νομοθεσίας περί χρηματοδοτήσεως σπουδών.
Υπόθεση C-33/99.

Συλλογή της Νομολογίας 2001 I-02415

ECLI identifier: ECLI:EU:C:2001:176

61999J0033

Απόφαση του Δικαστηρίου της 20ης Μαρτίου 2001. - Hassan Fahmi και M. Esmoris Cerdeiro-Pinedo Amado κατά Bestuur van de Sociale Verzekeringsbank. - Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Arrondissementsrechtbank te Amsterdam - Κάτω Χώρες. - Άρθρο 41 της Συμφωνίας Συνεργασίας ΕΟΚ-Μαρόκου - Άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΟΚ) 1408/71 - Κοινωνική ασφάλιση - Άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΟΚ) 1612/68 - Άρθρα 48 και 52 της Συνθήκης ΕΚ (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρα 39 ΕΚ και 43 ΕΚ) - Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων - Απαγόρευση των δυσμενών διακρίσεων - Δικαιούχοι συντάξεως αναπηρίας που δεν κατοικούν πλέον στο αρμόδιο κράτος μέλος - Τροποποίηση της νομοθεσίας περί χρηματοδοτήσεως σπουδών. - Υπόθεση C-33/99.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 2001 σελίδα I-02415


Περίληψη
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


1. Διεθνείς συμφωνίες - Συμφωνία Συνεργασίας ΕΟΚ-Μαρόκου - Κοινωνική ασφάλιση - Ίση μεταχείριση - Σταδιακή κατάργηση επιδόματος συντηρούμενου τέκνου - Επιτρεπτό - ροϋπόθεση

[Συνθήκη ΕΚ, άρθρο 48 (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 39 ΕΚ)· Συμφωνία Συνεργασίας ΕΟΚ-Μαρόκου· κανονισμοί 1612/68 και 1408/71 του Συμβουλίου]

2. Κοινωνική ασφάλιση διακινουμένων εργαζομένων - Οικογενειακές παροχές - Συνταξιούχοι - αροχές που οφείλονται από κράτος μέλος σε συνταξιούχο που κατοικεί σε άλλο κράτος μέλος - εριορισμός στα οικογενειακά επιδόματα υπό την έννοια του άρθρου 1, στοιχείο κα_, σημείο ii, του κανονισμού 1408/71

(Κανονισμός 1408/71 του Συμβουλίου, άρθρα 1, στοιχ. κα_, σημ. ii, 3 § 1, και 77)

3. Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων - Εργαζόμενοι - Ίση μεταχείριση - Κοινωνικά πλεονεκτήματα - Εργαζόμενος ο οποίος έχει παύσει τη δραστηριότητά του στο κράτος μέλος υποδοχής και έχει επιστρέψει στο κράτος μέλος καταγωγής του - Δικαίωμα χρηματοδοτήσεως των σπουδών των τέκνων του υπό τις ίδιες προϋποθέσεις με εκείνες που το κράτος υποδοχής εφαρμόζει στους ημεδαπούς - Δεν υφίσταται τέτοιο δικαίωμα

[Συνθήκη ΕΚ, άρθρο 48 (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 39 ΕΚ)· κανονισμός 1612/68 του Συμβουλίου, άρθρο 7 § 2]

4. Διεθνείς συμφωνίες - Συμφωνία Συνεργασίας ΕΟΚ-Μαρόκου - Μαροκινοί εργαζόμενοι απασχολούμενοι εντός κράτους μέλους - Κοινωνική ασφάλιση - Τέκνα Μαροκινού εργαζομένου που δεν κατοικούν στην Κοινότητα - Δικαίωμα επικλήσεως, όσον αφορά τη χρηματοδότηση των σπουδών των τέκνων, της αρχής της απαγορεύσεως των δυσμενών διακρίσεων - Δεν υφίσταται τέτοιο δικαίωμα

(Συμφωνία Συνεργασίας ΕΟΚ-Μαρόκου, άρθρο 41)

Περίληψη


1. Ούτε η Συμφωνία Συνεργασίας μεταξύ της ΕΟΚ και του Μαρόκου ούτε το άρθρο 48 της Συνθήκης (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 39 ΕΚ) ούτε και οι κανονισμοί 1408/71 και 1612/68 μπορούν να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι απαγορεύουν να προβεί ένα κράτος μέλος στη σταδιακή κατάργηση ενός επιδόματος για τα συντηρούμενα τέκνα ηλικίας 18 έως 27 ετών που σπουδάζουν, όταν η κατάργηση αυτή γίνεται αδιακρίτως ιθαγενείας.

( βλ. σκέψη 30, διατακτ. 1 )

2. Ούτε ο κανόνας περί απαγορεύσεως των διακρίσεων λόγω ιθαγενείας, ο οποίος διατυπώνεται στο άρθρο 3, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71, ούτε οποιαδήποτε άλλη διάταξη του ίδιου κανονισμού μπορούν να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι παρέχουν τη δυνατότητα σε συνταξιούχο που κατοικεί εκτός του κράτους μέλους που οφείλει τη σύνταξή του να λάβει, με επιβάρυνση του κράτους αυτού, παροχές συντηρούμενου τέκνου άλλες από οικογενειακά επιδόματα υπό την έννοια του άρθρου 1, στοιχείο κα_, σημείο ii, του κανονισμού αυτού, όπως χρηματοδότηση των σπουδών. Συγκεκριμένα, το άρθρο 77 του εν λόγω κανονισμού, το οποίο έχει ως σκοπό ειδικά να διευκρινίσει τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες ο συνταξιούχος δύναται να ζητήσει παροχές συντηρούμενου τέκνου από το κράτος μέλος βάσει της νομοθεσίας του οποίου καταβάλλεται σ' αυτόν σύνταξη, οριοθετεί ρητώς το πεδίο εφαρμογής του αναφέροντας μόνον τα οικογενειακά επιδόματα.

( βλ. σκέψεις 34-36, διατακτ. 2 )

3. Ο έχων ασκήσει το εξασφαλιζόμενο από το άρθρο 48 της Συνθήκης (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 39 ΕΚ) δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων υπήκοος κράτους μέλους, ο οποίος έχει παύσει να ασκεί την επαγγελματική του δραστηριότητα στο κράτος μέλος υποδοχής και έχει επιστρέψει στο κράτος μέλος καταγωγής του όπου κατοικούν και τα τέκνα του, δεν μπορεί να επικαλεστεί ούτε το εν λόγω άρθρο 48 της Συνθήκης ούτε το άρθρο 7, παράγραφος 2, του κανονισμού 1612/68 για να λάβει, με επιβάρυνση του κράτους μέλους στο οποίο εργάστηκε, δικαίωμα χρηματοδοτήσεως των σπουδών των τέκνων του υπό τις ίδιες προϋποθέσεις με εκείνες που το κράτος αυτό εφαρμόζει στους ημεδαπούς.

( βλ. σκέψη 51, διατακτ. 3 )

4. Το άρθρο 41 της Συμφωνίας Συνεργασίας μεταξύ της ΕΟΚ και του Μαρόκου πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι, όταν τα συντηρούμενα τέκνα Μαροκινού εργαζομένου δεν κατοικούν στην Κοινότητα, ούτε ο περί ου πρόκειται Μαροκινός εργαζόμενος ούτε τα τέκνα του μπορούν να επικαλεστούν, όσον αφορά τη χρηματοδότηση των σπουδών, την αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων λόγω ιθαγενείας που η διάταξη αυτή διατυπώνει στον τομέα της κοινωνικής ασφαλίσεως.

( βλ. σκέψη 58, διατακτ. 4 )

Διάδικοι


Στην υπόθεση C-33/99,

που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Arrondissementsrechtbank te Amsterdam (Κάτω Χώρες) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΚ (νυν άρθρου 234 ΕΚ), με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο των διαφορών που εκκρεμούν ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ

Hassan Fahmi,

Μ. Esmoris Cerdeiro-Pinedo Amado

και

Bestuur van de Sociale Verzekeringsbank,

η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς την ερμηνεία των άρθρων 41 της Συμφωνίας Συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και του Βασιλείου του Μαρόκου, που υπογράφτηκε στο Ραμπάτ στις 27 Απριλίου 1976 και εγκρίθηκε εξ ονόματος της Κοινότητας με τον κανονισμό (ΕΟΚ) 2211/78 του Συμβουλίου, της 26ης Σεπτεμβρίου 1978 (ΕΕ ειδ. έκδ. 11/010, σ. 130), 3 του κανονισμού (ΕΟΚ) 1408/71 του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1971, περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας, όπως τροποποιήθηκε και ενημερώθηκε με τον κανονισμό (ΕΟΚ) 2001/83 του Συμβουλίου, της 2ας Ιουνίου 1983 (ΕΕ L 230, σ. 6), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΟΚ) 1247/92 του Συμβουλίου, της 30ής Απριλίου 1992 (ΕΕ L 136, σ. 1), 7 του κανονισμού (ΕΟΚ) 1612/68 του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 1968, περί της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων στο εσωτερικό της Κοινότητας (ΕΕ ειδ. έκδ. 05/001, σ. 33), καθώς και 48 και 52 της Συνθήκης ΕΚ (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρων 39 ΕΚ και 43 ΕΚ),

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ,

συγκείμενο από τους G. C. Rodríguez Iglesias, ρόεδρο, C. Gulmann, A. La Pergola (εισηγητή), Μ. Wathelet και Β. Σκουρή, προέδρους τμήματος, D. A. O. Edward, J.-P. Puissochet, P. Jann, L. Sevón, R. Schintgen και F. Macken, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: S. Alber

γραμματέας: H. A. Rühl, κύριος υπάλληλος διοικήσεως,

λαμβάνοντας υπόψη τις γραπτές παρατηρήσεις που κατέθεσαν:

- ο H. Fahmi, εκπροσωπούμενος από τον H. Μ. van Dam, advocaat,

- η Μ. Esmoris Cerdeiro-Pinedo Amado, εκπροσωπούμενη από τον C. A. J. de Roy van Zuydewijn, advocaat,

- ο Bestuur van de Sociale Verzekeringsbank, εκπροσωπούμενος από τον G. J. Vonk,

- η Ολλανδική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον Μ. A. Fierstra,

- η Ισπανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την Μ. López-Monís Gallego,

- η Γαλλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις K. Rispal-Bellanger και C. Bergeot,

- η Αυστριακή Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον W. Okresek,

- η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου, εκπροσωπούμενη από την R. V. Magrill, επικουρούμενη από την D. Rose, barrister,

- η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τους P. J. Kuijper και P. Hillenkamp,

έχοντας υπόψη την έκθεση ακροατηρίου,

αφού άκουσε τις προφορικές παρατηρήσεις του H. Fahmi, εκπροσωπούμενου από τον H. Μ. van Dam, της Μ. Esmoris Cerdeiro-Pinedo Amado, εκπροσωπούμενης από τον C. A. J. de Roy van Zuydewijn, του Bestuur van de Sociale Verzekeringsbank, εκπροσωπούμενου από τον G. J. Vonk, της Ολλανδικής Κυβερνήσεως, εκπροσωπούμενης από την J. van Bakel, της Ισπανικής Κυβερνήσεως, εκπροσωπούμενης από τον D. Santiago Ortiz Vaamonde, της Κυβερνήσεως του Ηνωμένου Βασιλείου, εκπροσωπούμενης από την R. V. Magrill, επικουρούμενη από την D. Rose, και της Επιτροπής, εκπροσωπούμενης από τον C. van der Hauwaert, κατά τη συνεδρίαση της 6ης Ιουνίου 2000,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 12ης Οκτωβρίου 2000,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

Σκεπτικό της απόφασης


1 Με διάταξη της 28ης Ιανουαρίου 1999, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 8 Φεβρουαρίου 1999, το Arrondissementsrechtbank te Amsterdam υπέβαλε, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΚ (νυν άρθρου 234 ΕΚ), τέσσερα προδικαστικά ερωτήματα ως προς την ερμηνεία των άρθρων 41 της Συμφωνίας Συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και του Βασιλείου του Μαρόκου, που υπογράφτηκε στο Ραμπάτ στις 27 Απριλίου 1976 και εγκρίθηκε εξ ονόματος της Κοινότητας με τον κανονισμό (ΕΟΚ) 2211/78 του Συμβουλίου, της 26ης Σεπτεμβρίου 1978 (ΕΕ ειδ. έκδ. 11/010, σ. 130, στο εξής: Συμφωνία Συνεργασίας), 3 του κανονισμού (ΕΟΚ) 1408/71 του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1971, περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας, όπως τροποποιήθηκε και ενημερώθηκε με τον κανονισμό (ΕΟΚ) 2001/83 του Συμβουλίου, της 2ας Ιουνίου 1983 (ΕΕ L 230, σ. 6), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΟΚ) 1247/92 του Συμβουλίου, της 30ής Απριλίου 1992 (ΕΕ L 136, σ. 1, στο εξής: κανονισμός 1408/71), 7 του κανονισμού (ΕΟΚ) 1612/68 του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 1968, περί της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων στο εσωτερικό της Κοινότητας (ΕΕ ειδ. έκδ. 05/001, σ. 33), καθώς και 48 και 52 της Συνθήκης ΕΚ (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρων 39 ΕΚ και 43 ΕΚ).

2 Τα δύο πρώτα ερωτήματα, τα οποία αφορούν την ερμηνεία του άρθρου 41 της Συμφωνίας Συνεργασίας, ανέκυψαν στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ του H. Fahmi, μαροκινής ιθαγένειας, και του Bestuur van de Sociale Verzekeringsbank (εθνικού φορέα κοινωνικής ασφαλίσεως, στο εξής: SVB) σχετικά με άρνηση του τελευταίου να χορηγήσει στον πρώτο επίδομα συντηρούμενου τέκνου για το τέταρτο τρίμηνο του έτους 1996.

3 Το τρίτο και το τέταρτο ερώτημα, τα οποία αφορούν την ερμηνεία των άρθρων 3 του κανονισμού 1408/71, 7, παράγραφος 1, του κανονισμού 1612/68, καθώς και 48 και 52 της Συνθήκης, ανέκυψαν στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ της Μ. Esmoris Cerdeiro-Pinedo Amado, ισπανικής ιθαγένειας, και του SVB σχετικά με άρνηση του τελευταίου να χορηγήσει στην πρώτη επίδομα συντηρούμενου τέκνου για το τέταρτο τρίμηνο του έτους 1996 και το πρώτο τρίμηνο του έτους 1997.

Το νομικό πλαίσιο

Το κοινοτικό δίκαιο

4 Το άρθρο 41 της Συμφωνίας Συνεργασίας ορίζει:

«1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων των ακολούθων παραγράφων, οι εργαζόμενοι μαροκινής υπηκοότητος και τα μέλη της οικογενείας τους, που διαμένουν με αυτούς, απολαύουν στον τομέα της κοινωνικής ασφαλίσεως καθεστώτος που χαρακτηρίζεται από την απουσία κάθε διακρίσεως βασιζομένης στην ιθαγένεια, σε σχέση με τους υπηκόους των κρατών μελών, στα οποία απασχολούνται.

[...]

3. Οι εργαζόμενοι αυτοί απολαύουν των οικογενειακών παροχών για τα μέλη της οικογενείας τους, που κατοικούν εντός της Κοινότητος.

4. Οι εργαζόμενοι αυτοί απολαύουν της ελευθέρας μεταφοράς στο Μαρόκο, βάσει της ισοτιμίας που εφαρμόζεται δυνάμει της νομοθεσίας του κράτους μέλους ή των κρατών μελών τα οποία είναι οφειλέτες των συντάξεων γήρατος, θανάτου, εργατικών ατυχημάτων ή επαγγελματικής νόσου καθώς και αναπηρίας, σε περίπτωση εργατικού ατυχήματος ή επαγγελματικής νόσου.

[...]».

5 Το άρθρο 1 του κανονισμού 1408/71 ορίζει:

«Για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού:

[...]

κα) i) Ως "οικογενειακή παροχή" νοείται κάθε παροχή σε είδος ή σε χρήμα, προοριζόμενη να αντισταθμίσει τα οικογενειακά βάρη στο πλαίσιο των διατάξεων του άρθρου 4, παράγραφος 1, στοιχείο η_, με εξαίρεση τα ειδικά επιδόματα τοκετού ή υιοθεσίας που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙ·

ii) ως "οικογενειακό επίδομα" νοείται η περιοδική παροχή σε χρήμα που χορηγείται αποκλειστικώς ανάλογα με τον αριθμό και, ενδεχομένως, την ηλικία των μελών της οικογένειας».

6 Το άρθρο 3, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71 έχει ως εξής:

«Τα πρόσωπα που κατοικούν στο έδαφος ενός από τα κράτη μέλη και για τα οποία ισχύουν οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού υπόκεινται στις υποχρεώσεις και απολαύουν των δικαιωμάτων που απορρέουν από τη νομοθεσία κάθε κράτους μέλους υπό τους ίδιους όρους με τους υπηκόους του, υπό την επιφύλαξη ειδικών διατάξεων του παρόντος κανονισμού.»

7 Το άρθρο 77 του κανονισμού 1408/71, το οποίο επιγράφεται «Τέκνα συντηρούμενα από δικαιούχους συντάξεων», ορίζει:

«1. Ο όρος "παροχές", κατά την έννοια του παρόντος άρθρου, καθορίζει τα οικογενειακά επιδόματα που προβλέπονται για τους δικαιούχους συντάξεως γήρατος, αναπηρίας, εργατικού ατυχήματος ή επαγγελματικής ασθένειας, καθώς και τις προσαυξήσεις ή τα συμπληρώματα των συντάξεων αυτών λόγω τέκνων των δικαιούχων αυτών, εξαιρουμένων των συμπληρωμάτων που χορηγούνται βάσει συστημάτων ασφαλίσεως για εργατικά ατυχήματα και επαγγελματικές ασθένειες.

2. Οι παροχές χορηγούνται, οποιοδήποτε και αν είναι το κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου κατοικεί ο δικαιούχος συντάξεως ή τα τέκνα, κατά τους ακόλουθους κανόνες:

α) στον δικαιούχο συντάξεως που οφείλεται δυνάμει της νομοθεσίας ενός μόνον κράτους μέλους, σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους μέλους που είναι αρμόδιο για τη σύνταξη·

[...]».

8 Το άρθρο 7, παράγραφοι 1 και 2, του κανονισμού 1612/68 έχει ως εξής:

«1. Ο εργαζόμενος υπήκοος ενός κράτους μέλους δεν δύναται στην επικράτεια των άλλων κρατών μελών να έχει, λόγω της ιθαγενείας του, διαφορετική μεταχείριση από τους ημεδαπούς εργαζομένους, ως προς τους όρους απασχολήσεως και εργασίας, ιδίως όσον αφορά την αμοιβή, την απόλυση, την επαγγελματική επανένταξη ή την επαναπασχόληση αν έχει καταστεί άνεργος.

2. Απολαύει των ιδίων κοινωνικών και φορολογικών πλεονεκτημάτων με τους ημεδαπούς εργαζομένους.»

Η εθνική ρύθμιση

9 ριν από την 1η Οκτωβρίου 1986, ο ασφαλιζόμενος βάσει του Algemene Kinderbijslagwet (γενικού νόμου περί επιδόματος συντηρούμενου τέκνου, στο εξής: AKW) της 19ης Δεκεμβρίου 1962 είχε δικαίωμα να λάβει επίδομα συντηρούμενου τέκνου υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 7, παράγραφος 1, του AKW, το οποίο είχε ως εξής:

«Κατά τις διατάξεις του παρόντος νόμου ο ασφαλισμένος έχει δικαίωμα να λάβει επίδομα συντηρούμενου τέκνου για τα τέκνα που έχει από τον γάμο του, που έχει από προηγούμενο γάμο του ή που έχει υιοθετήσει τα οποία συντηρεί, υπό την προϋπόθεση ότι τα τέκνα αυτά:

[...]

c) είναι τουλάχιστον 16 ετών αλλά δεν έχουν ακόμα φθάσει την ηλικία των 27 ετών και αφιερώνουν το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου, εντός του οποίου θα μπορούσαν να εργαστούν, σε σπουδές ή σε δραστηριότητες που έχουν σχέση με σπουδές ή σε επαγγελματική εκπαίδευση ή σε δραστηριότητες που έχουν σχέση με επαγγελματική εκπαίδευση και των οποίων τέκνων η συντήρηση επιβαρύνει κατά μεγάλο μέρος της τον ασφαλισμένο».

10 Την 1η Οκτωβρίου 1986, το άρθρο 7, παράγραφος 1, του AKW τροποποιήθηκε με τον Wet op de studiefinanciering (νόμο περί χρηματοδοτήσεως των σπουδών, στο εξής: WSF) της 24ης Απριλίου 1986. Η ηλικία των 27 ετών που ήταν το όριο για τη λήψη επιδόματος συντηρούμενου τέκνου αντικαταστάθηκε με την ηλικία των 18 ετών. Όσον αφορά τους σπουδαστές ηλικίας 18 έως 27 ετών, ο WSF καθιέρωσε δικαίωμα χρηματοδοτήσεως σπουδών που ανήκει στους ίδιους τους σπουδαστές. Ο σκοπός αυτού του νέου τρόπου χρηματοδοτήσεως ήταν, ιδίως, η διατήρηση της οικονομικής ανεξαρτησίας των σπουδαστών σε σχέση με τους γονείς τους, η ίση μεταχείριση των σπουδαστών στις διάφορες βαθμίδες εκπαιδεύσεως και η ενίσχυση της θέσεως των σπουδαστών.

11 Το νέο άρθρο 7, παράγραφος 1, του AKW παρέχει στον ασφαλισμένο δικαίωμα λήψεως επιδόματος συντηρούμενου τέκνου:

«[...] Για τέκνο που έχει από τον γάμο του, που έχει από προηγούμενο γάμο του ή που έχει υιοθετήσει, το οποίο

a) δεν έχει ακόμα φθάσει την ηλικία των 16 ετών και συζεί με τον ασφαλισμένο ή

b) δεν έχει ακόμα φθάσει την ηλικία των 18 ετών και η συντήρησή του επιβαρύνει κατά μεγάλο μέρος της τον ασφαλισμένο».

12 αρά ταύτα, το νέο σύστημα του AKW δεν τέθηκε αμέσως σε ισχύ στο σύνολό του. Για τα τέκνα που γεννήθηκαν πριν από την 1η Οκτωβρίου 1986, στην αρχή ο WSF και μετά το κεφάλαιο 4 του AKW καθιέρωσαν ένα μεταβατικό καθεστώς, στο πλαίσιο του οποίου το δικαίωμα λήψεως επιδόματος συντηρούμενου τέκνου διατηρήθηκε για τους σπουδαστές ηλικίας 18 έως 27 ετών.

13 Το μεταβατικό αυτό καθεστώς τροποποιήθηκε την 1η Ιανουαρίου 1996 με νόμο της 21ης Δεκεμβρίου 1995. λέον στο πλαίσιο του νέου μεταβατικού καθεστώτος, το προβλεπόμενο από τον AKW δικαίωμα λήψεως επιδόματος συντηρούμενου τέκνου διατηρείται μόνον υπέρ των σπουδαστών ηλικίας τουλάχιστον 18 ετών για τους οποίους ήδη υφίστατο το δικαίωμα αυτό, και τούτο επί όσο χρονικό διάστημα συνεχίζουν τις ίδιες σπουδές με εκείνες που ακολουθούσαν την 1η Οκτωβρίου 1995.

14 Κατά το άρθρο 7 του WSF, εφαρμογή έχει ο νόμος αυτός και τη χρηματοδότηση που προβλέπει δικαιούνται να λάβουν:

«a) οι σπουδαστές που έχουν ολλανδική ιθαγένεια·

b) οι σπουδαστές που δεν έχουν ολλανδική ιθαγένεια αλλά κατοικούν στις Κάτω Χώρες και για τη χρηματοδότηση των σπουδών εξομοιώνονται με Ολλανδούς σπουδαστές βάσει συμβάσεων με άλλα κράτη ή δεσμευτικής για τις Κάτω Χώρες αποφάσεως οργανισμού δημοσίου διεθνούς δικαίου·

[...]».

15 Η χρηματοδότηση που προβλέπει ο WSF συνίσταται σε μια βασική υποτροφία, της οποίας το ποσό είναι ανεξάρτητο από τα εισοδήματα των γονέων και είναι το ίδιο για όλους τους σπουδαστές που ακολουθούν σπουδές συγκεκριμένης κατευθύνσεως, και σε μια πρόσθετη υποτροφία, της οποίας το ποσό ποικίλλει αναλόγως των εισοδημάτων των γονέων.

16 Κατά κανόνα, εξαιρουμένων ορισμένων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων της αλλοδαπής τα οποία για την εφαρμογή του WSF εξομοιώνονται με ολλανδικά εκπαιδευτικά ιδρύματα, μόνον η εκπαίδευση στα ολλανδικά εκπαιδευτικά ιδρύματα παρέχει δικαίωμα χρηματοδοτήσεως των σπουδών.

Οι διαφορές στην κύρια δίκη

17 Αφού εργάστηκαν στις Κάτω Χώρες, ο H. Fahmi και η Μ. Esmoris Cerdeiro-Pinedo Amado περιήλθαν εκεί και ο μεν και η δε σε ανικανότητα προς εργασία. Κατόπιν αυτού, επέστρεψαν για να ζήσουν ο πρώτος στο Μαρόκο και η δεύτερη στην Ισπανία, διατηρώντας το ευεργέτημα μιας αποζημιώσεως λόγω ανικανότητας προς εργασία. Η αποζημίωση αυτή τούς εξασφάλιζε το ευεργέτημα των επιδομάτων βάσει του AKW για το τέκνο που συντηρούσε ο κάθε ένας από αυτούς.

18 αρά ταύτα, ο SVB αρνήθηκε να χορηγήσει τα επιδόματα αυτά στον H. Fahmi και στην Μ. Esmoris Cerdeiro-Pinedo Amado, στον πρώτο όσον αφορά το τέταρτο τρίμηνο του έτους 1996 και στη δεύτερη όσον αφορά το ίδιο τρίμηνο καθώς και το πρώτο τρίμηνο του έτους 1997. Οι αρνήσεις αυτές αιτιολογήθηκαν με το ότι κατά τη σχετική περίοδο το τέκνο του κάθε ενός είχε ήδη φθάσει την ηλικία των 18 ετών, οπότε δεν πληρούσε πλέον τις προϋποθέσεις του μεταβατικού καθεστώτος που ίσχυε από την 1η Ιανουαρίου 1996. Συγκεκριμένα, όταν τελείωσαν τις σπουδές τους δευτεροβάθμιας εκπαιδεύσεως κατά το έτος 1995/1996 ο γιός τού H. Fahmi στο Μαρόκο και η κόρη τής Μ. Esmoris Cerdeiro-Pinedo Amado στην Ισπανία, άρχισαν εκεί και ο μεν και η δε ανώτερες σπουδές κατά το έτος 1996/1997.

19 Ο H. Fahmi και η Μ. Esmoris Cerdeiro-Pinedo Amado υπέβαλαν διοικητική ένσταση κατά των απορριπτικών αποφάσεων του SVB. Ο τελευταίος αποφάνθηκε επί των ενστάσεων αυτών, αντιστοίχως στις 26 Μαρτίου και 7 Μα_ου 1997, και τις κήρυξε αβάσιμες. Κατόπιν αυτού, ο H. Fahmi και η Μ. Esmoris Cerdeiro-Pinedo Amado άσκησαν κατά των αποφάσεων αυτών προσφυγή ενώπιον του Arrondissementsrechtbank te Amsterdam.

20 Το τελευταίο εκτιμά ότι η τροποποίηση του AKW που έγινε με τη θέση σε ισχύ του WSF και τα κριτήρια ιθαγένειας και κατοικίας που εφαρμόζονται επί του σπουδαστή βάσει του WSF εισάγουν διακρίσεις λόγω ιθαγενείας. Οι διακρίσεις αυτές θίγουν και αυτούς τούτους τους ασφαλισμένους βάσει του AKW, καθόσον, αφενός, τα μη ολλανδικής ιθαγενείας τέκνα των ασφαλισμένων αυτών είναι, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, τέκνα μη Ολλανδών γονέων και, αφετέρου, τα τέκνα ασφαλισμένων βάσει του AKW τα οποία σπουδάζουν στην αλλοδαπή είναι, κατά το μεγαλύτερο μέρος τους, τέκνα των οποίων οι γονείς κατοικούν οι ίδιοι εκτός Κάτω Χωρών. Κατά το αιτούν δικαστήριο, ο σκοπός της προβλεπόμενης από τον WSF χρηματοδοτήσεως σπουδών δεν καθιστά δυνατή τη δικαιολόγηση του διαχωρισμού αυτού.

21 Εκτιμώντας ότι οι διαφορές που ήχθησαν ενώπιόν του καθιστούν αναγκαία την ερμηνεία του κοινοτικού δικαίου, το Arrondissementsrechtbank te Amsterdam αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

- στην υπόθεση H. Fahmi:

«1) α) ρέπει το άρθρο 41, παράγραφος 1, της Συμφωνίας Συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και του Βασιλείου του Μαρόκου να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι οι Μαροκινοί εργαζόμενοι μπορούν να επικαλεστούν την περιεχόμενη στη Συμφωνία αυτή απαγόρευση των δυσμενών διακρίσεων όταν έχουν παύσει να κατοικούν στο έδαφος κράτους μέλους της Κοινότητας;

β) Σε καταφατική περίπτωση, εμποδίζει το άρθρο 41, παράγραφος 3, της Συμφωνίας αυτής να επικαλεστούν το άρθρο 41, παράγραφος 1, της Συμφωνίας οι Μαροκινοί εργαζόμενοι των οποίων τα τέκνα κατοικούν εκτός της Κοινότητας;

2) Αν ένας εργαζόμενος όπως ο προσφεύγων μπορεί να επικαλεστεί την περιεχόμενη στο άρθρο 41, παράγραφος 1, της Συμφωνίας Συνεργασίας απαγόρευση των δυσμενών διακρίσεων, συνεπάγεται η απαγόρευση αυτή ότι στερείται νομιμότητας η κατάργηση του δικαιώματος λήψεως επιδόματος συντηρούμενου τέκνου, όταν λόγω της καταργήσεως αυτής το δικαίωμα αυτό αντικαθίσταται για τους ασφαλισμένους στο πλαίσιο του AKW, που έχουν την ολλανδική ιθαγένεια ή που κατοικούν στις Κάτω Χώρες, πολύ συχνότερα απ' ό,τι για εργαζόμενους όπως ο προσφεύγων με άλλο δικαίωμα για τη συμμετοχή των δημοσίων αρχών στα έξοδα συντηρήσεως (μεταξύ άλλων) των σπουδαζόντων τέκνων ηλικίας τουλάχιστον 18 ετών;»

- στην υπόθεση Μ. Esmoris Cerdeiro-Pinedo Amado:

«1) α) Είναι ασυμβίβαστη με το άρθρο 3 του κανονισμού 1408/71 ή οποιαδήποτε άλλη διάταξη του κανονισμού αυτού η κατάργηση του δικαιώματος λήψεως επιδόματος συντηρούμενου τέκνου για σπουδάζοντα τέκνα ηλικίας άνω των 18 ετών, όταν του δικαιώματος που αντικατέστησε το καταργηθέν δικαίωμα απολαύουν, κατ' αρχήν, μόνον οι σπουδαστές που έχουν την ολλανδική ιθαγένεια και σπουδάζουν στις Κάτω Χώρες;

β) ρέπει το άρθρο 7, παράγραφος 1, του κανονισμού 1612/68 να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι απαγορεύει την κατάργηση του δικαιώματος λήψεως επιδόματος συντηρούμενου τέκνου για σπουδάζοντα τέκνα ηλικίας άνω των 18 ετών, όταν του δικαιώματος που αντικατέστησε το καταργηθέν δικαίωμα απολαύουν, κατ' αρχήν, μόνον οι σπουδαστές που έχουν την ολλανδική ιθαγένεια και σπουδάζουν στις Κάτω Χώρες;

2) ρέπει το άρθρο 48 ή το άρθρο 52 της Συνθήκης ΕΟΚ να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι ο περιορισμός, για τους υπηκόους κράτους μέλους που δεν έχουν την ολλανδική ιθαγένεια και έρχονται να εγκατασταθούν στις Κάτω Χώρες ή για τα τέκνα τους, του δικαιώματος για συμμετοχή των δημοσίων αρχών στα έξοδα συντηρήσεως των τέκνων ηλικίας τουλάχιστον 18 ετών που σπουδάζουν εμποδίζει κατά τέτοιον τρόπο την ελεύθερη κυκλοφορία ή την ελεύθερη εγκατάσταση των εργαζομένων ώστε ο περιορισμός αυτός να είναι ασυμβίβαστος με το άρθρο της 48 ή 52;»

Το αντικείμενο και το παραδεκτό των προδικαστικών ερωτημάτων

22 Με τα προδικαστικά ερωτήματα ερωτάται στην ουσία αν οι διάφορες διατάξεις του κοινοτικού δικαίου που παρέθεσε το αιτούν δικαστήριο πρέπει να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι απαγορεύουν να καταργηθεί έναντι των σπουδαστών ηλικίας 18 έως 27 ετών ένα δικαίωμα λήψεως επιδόματος συντηρούμενου τέκνου, όπως το δικαίωμα που εξασφαλίζει ο AKW, και να αντικατασταθεί με δικαίωμα χρηματοδοτήσεως των σπουδών, το οποίο έχει συσταθεί ευθέως υπέρ των τελευταίων και από το οποίο κατά κανόνα επωφελούνται μόνον εκείνοι από τους σπουδαστές αυτούς που έχουν την ιθαγένεια του οικείου κράτους μέλους ή κατοικούν σε αυτό και που φοιτούν σε εκπαιδευτικό ίδρυμα σε αυτό το κράτος μέλος, όταν η τροποποίηση αυτή έχει ως αποτέλεσμα να στερήσει τα πρόσωπα που βρίσκονται στην κατάσταση των προσφευγόντων της κύριας δίκης από το ευεργέτημα του επιδόματος που εξασφαλίζει η πρώτη ρύθμιση, χωρίς να παρέχει στα τέκνα τους το δικαίωμα να λάβουν τη χρηματοδότηση που προβλέπει η δεύτερη ρύθμιση.

23 Κατά τον τρόπο αυτόν, το αιτούν δικαστήριο φαίνεται να υποδηλώνει ότι, αντί να εξεταστεί χωριστά το συμβιβαστό του AKW και του WSF με το κοινοτικό δίκαιο, τα δύο αυτά νομοθετήματα, υπό το κράτος των οποίων καταργήθηκε εν μέρει μια υφιστάμενη ρύθμιση και θεσπίστηκε μια νέα ρύθμιση για να τη διαδεχθεί, πρέπει να αξιολογηθούν στο σύνολό τους με γνώμονα τις επιταγές του κοινοτικού δικαίου.

24 Επιβάλλεται όμως η διαπίστωση ότι απλώς και μόνον το γεγονός ότι οι δύο επίμαχες νομοθετικές τροποποιήσεις εντάσσονται στο πλαίσιο μιας γενικής μεταρρυθμίσεως του εθνικού συστήματος χρηματοδοτήσεως των σπουδών δεν αρκεί από μόνο του, τη στιγμή που δεν υφίστανται ιδιαίτερες περιστάσεις, για να δικαιολογήσει το ότι οι δύο ρυθμίσεις πρέπει να συνδυαστούν για να εξεταστεί το συμβιβαστό τους με το κοινοτικό δίκαιο.

25 Συγκεκριμένα, τα κράτη μέλη παραμένουν ελεύθερα να διαμορφώνουν τα συστήματά τους κοινωνικής ασφαλίσεως, ιδίως με το να καθορίζουν τις προϋποθέσεις για τη λήψη παροχών, αρκεί να μη παραβιάζουν το κοινοτικό δίκαιο κατά την άσκηση της αρμοδιότητας αυτής (βλ., ιδίως, τις αποφάσεις της 28ης Ιουνίου 1978, 1/78, Kenny, Συλλογή τόμος 1978, σ. 461, σκέψη 16· της 24ης Απριλίου 1980, 110/79, Coonan, Συλλογή τόμος 1980/ΙΙ, σ. 77, σκέψη 12, και της 28ης Απριλίου 1998, C-120/95, Decker, Συλλογή 1998, σ. Ι-1831, σκέψεις 21 έως 23).

26 Κατά συνέπεια, οι παρατιθέμενοι από το αιτούν δικαστήριο κανόνες περί ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων στο εσωτερικό της Κοινότητας και η Συμφωνία Συνεργασίας πρέπει να ερμηνευθούν χωριστά, σε σχέση με κάθε μία από τις δύο εθνικές ρυθμίσεις.

27 Όσον αφορά τον AKW, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι, όπως τόνισε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 27 των προτάσεών του, αυτή καθαυτή η σταδιακή κατάργηση του επιδόματος συντηρούμενου τέκνου, στην οποία η ρύθμιση αυτή προέβη σχετικά με τους σπουδαστές 18 έως 27 ετών αδιακρίτως της ιθαγενείας τους, δεν συνεπάγεται παράβαση των παρατιθεμένων από το αιτούν δικαστήριο κανόνων περί ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων στο εσωτερικό της Κοινότητας ούτε της Συμφωνίας Συνεργασίας.

28 Εξάλλου, όσον αφορά την τυχόν αναρμοδιότητα του αιτούντος δικαστηρίου να αποφανθεί σχετικά με τον WSF, ή το γεγονός ότι η προσφυγή που εκκρεμεί ενώπιόν του ασκήθηκε μόνο βάσει του AKW, και όσον αφορά τις αμφιβολίες που εν προκειμένω διατύπωσαν αντιστοίχως η Επιτροπή και η Ολλανδική Κυβέρνηση, πρέπει να υπομνηστεί ότι, κατά πάγια νομολογία, μόνο στο εθνικό δικαστήριο, το οποίο έχει επιληφθεί της διαφοράς και το οποίο πρέπει να φέρει την ευθύνη της μέλλουσας να εκδοθεί δικαστικής αποφάσεως, απόκειται να εκτιμά, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες της υποθέσεως, τόσο την ανάγκη μιας προδικαστικής αποφάσεως για να είναι σε θέση να εκδώσει την απόφασή του όσο και τη λυσιτέλεια των ερωτημάτων που υποβάλλει στο Δικαστήριο (βλ., ιδίως, την απόφαση της 15ης Ιουνίου 2000, C-302/98, Sehrer, Συλλογή 2000, σ. Ι-4585, σκέψη 20).

29 Στις υποθέσεις της κύριας δίκης, ουδόλως είναι πρόδηλον ότι, κατά το μέρος που αφορά τον WSF και όχι τον AKW, η ζητηθείσα από το αιτούν δικαστήριο ερμηνεία του κοινοτικού δικαίου δεν έχει σχέση με το αντικείμενο ή το υποστατό των διαφορών που ήχθησαν ενώπιόν του ή ότι είναι δυνατόν να μην έχει σημασία για τη λύση των διαφορών αυτών, οπότε δεν συντρέχει λόγος να απορριφθούν οι αιτήσεις του πιο πάνω δικαστηρίου (βλ., με το αυτό περιεχόμενο, ιδίως τις αποφάσεις της 7ης Σεπτεμβρίου 1999, C-355/97, Beck και Bergdorf, Συλλογή 1999, σ. Ι-4977, σκέψη 22, και της 5ης Δεκεμβρίου 2000, C-448/98, Guimont, Συλλογή 2000, σ. Ι-10663, σκέψη 22).

30 Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω, στο αιτούν δικαστήριο πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι ούτε η Συμφωνία Συνεργασίας ούτε το άρθρο 48 της Συνθήκης ούτε και οι κανονισμοί 1408/71 και 1612/68 μπορούν να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι απαγορεύουν να προβεί ένα κράτος μέλος στη σταδιακή κατάργηση ενός επιδόματος για τα συντηρούμενα τέκνα ηλικίας 18 έως 27 ετών που σπουδάζουν, όταν, όπως στην περίπτωση της ρυθμίσεως που είναι επίμαχη στην κύρια δίκη, η κατάργηση αυτή γίνεται αδιακρίτως ιθαγενείας.

31 Όσο για το σύστημα χρηματοδοτήσεως των σπουδών που καθιερώθηκε από τον WSF, τα προδικαστικά ερωτήματα πρέπει να εξεταστούν χωριστά αναλόγως του αν αφορούν μια κατάσταση όπως αυτήν της Μ. Esmoris Cerdeiro-Pinedo Amado ή αν αφορούν μια κατάσταση όπως αυτήν του H. Fahmi.

Τα προδικαστικά ερωτήματα στην υπόθεση Esmoris Cerdeiro-Pinedo Amado

Επί του πρώτου ερωτήματος, στοιχείο α_

32 Με το πρώτο του ερώτημα, στοιχείο α_, το αιτούν δικαστήριο ερωτά στην ουσία αν το άρθρο 3 του κανονισμού 1408/71 ή οποιαδήποτε άλλη διάταξη του τελευταίου πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι ο κανονισμός αυτός απαγορεύει την εφαρμογή εθνικής ρυθμίσεως που περιορίζει το ευεργέτημα της χρηματοδοτήσεως των σπουδών μόνο στους ημεδαπούς σπουδαστές ή σε εκείνους που εξομοιώνονται με τους πρώτους λόγω της κατοικίας τους στο έδαφος του κράτους μέλους που καθιέρωσε τη χρηματοδότηση αυτή, με δεδομένο, επί πλέον, ότι και οι μεν και οι δε είναι κατ' αρχήν υποχρεωμένοι να ακολουθήσουν σπουδές σε εκπαιδευτικό ίδρυμα της ημεδαπής, όταν από τις συνθήκες αυτές προκύπτει ότι τα τέκνα ενός προσώπου που βρίσκεται στην κατάσταση της προσφεύγουσας της κύριας δίκης αποκλείονται από το ευεργέτημα της χρηματοδοτήσεως αυτής.

33 Για να δοθεί απάντηση στο ερώτημα που αναδιατυπώθηκε κατ' αυτόν τον τρόπο, πρέπει, αφενός, να υπομνηστεί ότι παλαιότερα το Δικαστήριο έκρινε σε σχέση με το άρθρο 77 του κανονισμού 1408/71 ότι η διάταξη αυτή επιφυλάσσει στον δικαιούχο συντάξεως που οφείλεται βάσει της νομοθεσίας μόνον ενός κράτους μέλους, ο οποίος κατοικεί στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, μόνον το ευεργέτημα των οικογενειακών επιδομάτων, κατ' αποκλεισμόν άλλων οικογενειακών παροχών (βλ. την απόφαση της 27ης Σεπτεμβρίου 1988, 313/86, Lenoir, Συλλογή 1988, σ. 5391, σκέψεις 10 και 11).

34 Αφετέρου, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι το προαναφερθέν άρθρο 77 έχει ως σκοπό ειδικά να διευκρινίσει τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες ο συνταξιούχος δύναται να ζητήσει παροχές συντηρούμενου τέκνου από το κράτος μέλος βάσει της νομοθεσίας του οποίου καταβάλλεται σ' αυτόν σύνταξη και ότι η διάταξη αυτή οριοθετεί ρητώς το πεδίο εφαρμογής της αναφέροντας μόνον τα οικογενειακά επιδόματα. Υπό τις συνθήκες αυτές, ούτε ο κανόνας περί απαγορεύσεως των διακρίσεων λόγω ιθαγενείας, ο οποίος διατυπώνεται στο άρθρο 3, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71, ούτε οποιαδήποτε άλλη διάταξη του ίδιου κανονισμού μπορούν να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι παρέχουν τη δυνατότητα σε συνταξιούχο που κατοικεί εκτός του κράτους μέλους που οφείλει τη σύνταξή του να λάβει, με επιβάρυνση του κράτους αυτού, παροχές συντηρούμενου τέκνου άλλες από οικογενειακά επιδόματα.

35 Από τα πιο πάνω προκύπτει ότι, χωρίς να είναι αναγκαίο να καθοριστεί αν η προβλεπόμενη από τον WSF χρηματοδότηση σπουδών μπορεί να χαρακτηριστεί ως οικογενειακή παροχή υπό την έννοια του άρθρου 1, στοιχείο κα_, σημείο i, του κανονισμού 1408/71, εν προκειμένω αρκεί η διαπίστωση ότι η χρηματοδότηση αυτή δεν μπορεί να θεωρηθεί οικογενειακό επίδομα υπό την έννοια του κανονισμού 1408/71, καθόσον ο χαρακτηρισμός αυτός, κατά το ίδιο το κείμενο του άρθρου 1, στοιχείο κα_, σημείο ii, του κανονισμού αυτού, δίνεται μόνο στις παροχές που χορηγούνται αποκλειστικώς με κριτήριο τον αριθμό και, ενδεχομένως, την ηλικία των μελών της οικογένειας.

36 Κατά συνέπεια, στο πρώτο ερώτημα, στοιχείο α_, πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι ο δικαιούχος συντάξεως που οφείλεται βάσει της νομοθεσίας μόνον ενός κράτους μέλους, ο οποίος κατοικεί στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, δεν μπορεί να επικαλεστεί ούτε το άρθρο 3, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71 ούτε οποιαδήποτε άλλη διάταξη του κανονισμού αυτού, προκειμένου να λάβει, με επιβάρυνση του κράτους μέλους βάσει της νομοθεσίας του οποίου λαμβάνει τη σύνταξή του, ένα ευεργέτημα χρηματοδοτήσεως των σπουδών όπως αυτό που έχει καθιερώσει ο WSF.

Επί του πρώτου ερωτήματος, στοιχείο β_, και επί του δευτέρου ερωτήματος

37 Με το πρώτο ερώτημά του, στοιχείο β_, και με το δεύτερο ερώτημά του, τα οποία πρέπει να εξεταστούν από κοινού, το αιτούν δικαστήριο ερωτά στην ουσία αν, αφενός, το άρθρο 7, παράγραφος 1, του κανονισμού 1612/68 και, αφετέρου, τα άρθρα 48 και 52 της Συνθήκης πρέπει να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι απαγορεύουν την εφαρμογή εθνικής ρυθμίσεως που περιορίζει το ευεργέτημα της χρηματοδοτήσεως των σπουδών μόνο στους ημεδαπούς σπουδαστές ή σε εκείνους που εξομοιώνονται με τους πρώτους λόγω της κατοικίας τους στο έδαφος του κράτους μέλους που έχει καθιερώσει τη χρηματοδότηση αυτή, με δεδομένο, επί πλέον, ότι και οι μεν και οι δε είναι κατ' αρχήν υποχρεωμένοι να ακολουθήσουν σπουδές σε εκπαιδευτικό ίδρυμα της ημεδαπής, όταν από τις συνθήκες αυτές προκύπτει ότι τα τέκνα ενός προσώπου που βρίσκεται στην κατάσταση της προσφεύγουσας της κύριας δίκης αποκλείονται από το ευεργέτημα της χρηματοδοτήσεως αυτής.

38 Για να δοθεί απάντηση στα ερωτήματα που αναδιατυπώθηκαν κατ' αυτόν τον τρόπο, πρέπει, πρώτον, να επισημανθεί ότι το άρθρο 52 της Συνθήκης δεν μπορεί να εφαρμοστεί σε διαφορά, όπως αυτή που ήχθη ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, καθόσον η Μ. Esmoris Cerdeiro-Pinedo Amado δεν άσκησε το δικαίωμα ελεύθερης εγκαταστάσεως το οποίο εξασφαλίζει η διάταξη αυτή. Εφόσον είναι πρόδηλον ότι το μέρος αυτό του ερωτήματος δεν έχει σχέση με το αντικείμενο της διαφοράς της κύριας δίκης και δεν ασκεί επιρροή για τη λύση της διαφοράς αυτής, παρέλκει να δοθεί απάντηση σ' αυτό.

39 Δεύτερον, όσον αφορά το άρθρο 48 της Συνθήκης και τον κανονισμό 1612/68, πρέπει εκ προοιμίου να εξακριβωθεί αν η διαφορά της κύριας δίκης εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων αυτών και ειδικά αν η Μ. Esmoris Cerdeiro-Pinedo Amado διαθέτει υπό την έννοια των διατάξεων αυτών την ιδιότητα του διακινουμένου εργαζομένου.

40 Συναφώς, είναι αλήθεια ότι επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η προσφεύγουσα της κύριας δίκης όντως άσκησε το δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας που καθιερώνεται από το άρθρο 48 της Συνθήκης και ότι, ως εκ τούτου, ενέπιπτε στο πεδίο εφαρμογής της διατάξεως αυτής, όπως και στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού 1612/68, όταν εργαζόταν ως μισθωτή στις Κάτω Χώρες.

41 Όμως, εν προκειμένω το ζήτημα είναι αν οι διατάξεις αυτές μπορούν να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι είναι δυνατόν, για να μην εφαρμοστεί μια εθνική ρύθμιση όπως ο WSF, να γίνει επίκλησή τους από εργαζόμενο που έχει παύσει να ασκεί την επαγγελματική του δραστηριότητα στο κράτος μέλος υποδοχής και έχει επιστρέψει στο κράτος μέλος καταγωγής του.

42 Συναφώς, το Δικαστήριο έχει ήδη κρίνει ότι, άπαξ λυθεί η σχέση εργασίας, ο ενδιαφερόμενος χάνει κατ' αρχήν την ιδιότητα του εργαζομένου υπό την έννοια του άρθρου 48 της Συνθήκης, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι η ιδιότητα αυτή δεν μπορεί να παραγάγει ορισμένα αποτελέσματα μετά τη λήξη της σχέσεως εργασίας (απόφαση της 12ης Μα_ου 1998, C-85/96, Martínez Sala, Συλλογή 1998, σ. Ι-2691, σκέψη 32).

43 Εν προκειμένω, δεν μπορεί να προβληθεί ότι, όσον αφορά έναν διακινούμενο εργαζόμενο που όπως η προσφεύγουσα της κύριας δίκης έχει παύσει να εργάζεται και έχει επιστρέψει στο κράτος μέλος καταγωγής του στο οποίο κατοικούν και τα τέκνα του, οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες ο WSF εξαρτά τη χρηματοδότηση σπουδών, οι οποίες υπομνήστηκαν στη σκέψη 37 της παρούσας αποφάσεως, είναι ικανές να εμποδίσουν το δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας το οποίο έχει ο εργαζόμενος αυτός βάσει του άρθρου 48 της Συνθήκης.

44 Όσον αφορά τον κανονισμό 1612/68, πρέπει εκ προοιμίου να επισημανθεί ότι το άρθρο του 7, παράγραφος 1, αφορά τους όρους εργασίας και απασχολήσεως, ιδίως στον τομέα της αμοιβής, της απολύσεως και της επαγγελματικής επανεντάξεως ή εκ νέου απασχολήσεως, οπότε δεν μπορεί αυτό καθαυτό να εφαρμοστεί στο πλαίσιο της διαφοράς της κύριας δίκης.

45 Αντιθέτως, δεν αμφισβητείται ότι το άρθρο 7, παράγραφος 2, του κανονισμού 1612/68, το οποίο απαγορεύει κάθε διάκριση μεταξύ ημεδαπών εργαζομένων και διακινουμένων εργαζομένων κατά τη χορήγηση κοινωνικών πλεονεκτημάτων, δύναται εκ των προτέρων να εφαρμοστεί, καθόσον η χρηματοδότηση σπουδών την οποία έχει καθιερώσει ο WSF αποτελεί όντως ένα τέτοιο κοινωνικό πλεονέκτημα (βλ. τις αποφάσεις της 26ης Φεβρουαρίου 1992, C-3/90, Bernini, Συλλογή 1992, σ. Ι-1071, σκέψη 23, και της 8ης Ιουνίου 1999, C-337/97, Meeusen, Συλλογή 1999, σ. Ι-3289). Στο μέτρο αυτό, το προδικαστικό ερώτημα πρέπει να νοηθεί ως αναφερόμενο σε αυτή την τελευταία διάταξη και όχι στο άρθρο 7, παράγραφος 1, του κανονισμού 1612/68.

46 Όμως, επιβάλλεται συναφώς η διαπίστωση ότι η διάταξη αυτή δεν μπορεί να ερμηνευθεί ως δυναμένη να εξασφαλίσει τη διατήρηση ενός κοινωνικού πλεονεκτήματος, όπως η χρηματοδότηση που καθιέρωσε ο WSF υπέρ των διακινουμένων εργαζομένων που έχουν παύσει να ασκούν τη δραστηριότητά τους στο κράτος μέλος υποδοχής και έχουν επιστρέψει στο κράτος μέλος καταγωτής τους.

47 Εν προκειμένω, πρέπει να υπομνηστεί ότι ιδίως από το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται η διάταξη αυτή όπως και από τον σκοπό της προκύπτει ότι, με το να εγγυάται τη μη γενεσιουργό δυσμενών διακρίσεων πρόσβαση στα κοινωνικά πλεονεκτήματα που χορηγεί το κράτος μέλος υποδοχής, η διάταξη αυτή, κατά κανόνα και εκτός αν υφίστανται ιδιαίτερες περιστάσεις (βλ., εν προκειμένω, ιδίως την απόφαση της 27ης Νοεμβρίου 1997, C-57/96, Meints, Συλλογή 1997, σ. Ι-6689, η οποία αφορά μια αποζημίωση που εξαρτιόταν από την ύπαρξη πρόσφατα λυμένης σχέσεως εργασίας και που ήταν εγγενώς συνδεδεμένη με την αντικειμενική ιδιότητα των δικαιούχων ως εργαζομένων), δεν μπορεί να επεκταθεί σε εργαζομένους οι οποίοι, έχοντας παύσει να ασκούν την επαγγελματική τους δραστηριότητα στο κράτος μέλος υποδοχής, έχουν αποφασίσει να επιστρέψουν στο κράτος μέλος καταγωγής τους.

48 Συγκεκριμένα, πρέπει να παρατηρηθεί ότι το άρθρο 7, παράγραφος 2, του κανονισμού 1612/68 ανήκει στον τίτλο ΙΙ του κανονισμού αυτού, τίτλο ο οποίος επιγράφεται «Άσκηση της εργασίας και ισότητα μεταχειρίσεως».

49 Επί πλέον, πρέπει να υπομνηστεί το γεγονός ότι ο κανονισμός (ΕΟΚ) 1251/70 της Επιτροπής, της 29ης Ιουνίου 1970, περί του δικαιώματος των εργαζομένων να παραμένουν στην επικράτεια κράτους μέλους μετά την άσκηση σ' αυτό ορισμένης εργασίας (ΕΕ ειδ. έκδ. 05/001, σ. 64), ορίζει ρητώς, στο άρθρο του 7, ότι το δικαίωμα ίσης μεταχειρίσεως που αναγνωρίζεται από τον κανονισμό 1612/68 διατηρείται υπέρ των διακινουμένων εργαζομένων που έχουν παύσει να ασκούν την επαγγελματική τους δραστηριότητα όταν αυτοί έχουν αποφασίσει να παραμείνουν στο κράτος μέλος υποδοχής.

50 Όσον αφορά τον σκοπό της εν λόγω διατάξεως, πρέπει ειδικά να υπομνηστεί ότι η πέμπτη αιτιολογική σκέψη του κανονισμού 1612/68 διευκρινίζει ότι «το δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας απαιτεί, για να μπορεί να ασκείται υπό αντικειμενικές συνθήκες ελευθερίας και αξιοπρεπείας, [...] να καταργηθούν τα εμπόδια στην κινητικότητα των εργαζομένων, ιδίως όσον αφορά το δικαίωμα του εργαζομένου να συνοδεύεται από την οικογένειά του και τις προϋποθέσεις ενσωματώσεως της οικογενείας αυτής στη χώρα υποδοχής».

51 Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω σκέψεων και της ελλείψεως ιδιαιτέρων περιστάσεων που να δικαιολογούν τη μη εφαρμογή του πιο πάνω βασικού κανόνα, στο αιτούν δικαστήριο πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι ο έχων ασκήσει το εξασφαλιζόμενο από το άρθρο 48 της Συνθήκης δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας υπήκοος κράτους μέλους, ο οποίος έχει παύσει να ασκεί την επαγγελματική του δραστηριότητα στο κράτος μέλος υποδοχής και έχει επιστρέψει στο κράτος μέλος καταγωγής του όπου κατοικούν και τα τέκνα του, δεν μπορεί να επικαλεστεί ούτε το εν λόγω άρθρο 48 της Συνθήκης ούτε το άρθρο 7, παράγραφος 2, του κανονισμού 1612/68 για να λάβει, με επιβάρυνση του κράτους μέλους στο οποίο εργάστηκε, δικαίωμα χρηματοδοτήσεως των σπουδών των τέκνων του υπό τις ίδιες προϋποθέσεις με εκείνες που το κράτος αυτό εφαρμόζει στους ημεδαπούς.

Τα προδικαστικά ερωτήματα στην υπόθεση Fahmi

Επί του πρώτου ερωτήματος

52 Με το πρώτο του ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ερωτά στην ουσία αν το άρθρο 41 της Συμφωνίας Συνεργασίας πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι ο Μαροκινός εργαζόμενος που έχει παύσει να ασκεί την επαγγελματική του δραστηριότητα στο κράτος μέλος υποδοχής και έχει επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του ή τα συντηρούμενα τέκνα του που κατοικούν τα ίδια εκτός της Κοινότητας μπορούν να επικαλεστούν, όσον αφορά τη χρηματοδότηση σπουδών όπως αυτήν που έχει καθιερώσει ο WSF, τη διατυπωμένη στη διάταξη αυτή της Συμφωνίας Συνεργασίας αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων λόγω ιθαγενείας στον τομέα της κοινωνικής ασφαλίσεως.

53 Αντιθέτως προς τον H. Fahmi, η Επιτροπή, η Ολλανδική και η Αυστριακή Κυβέρνηση καθώς και η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου θεωρούν ότι ο Μαροκινός εργαζόμενος που έχει παύσει να ασκεί την επαγγελματική του δραστηριότητα σε κράτος μέλος και έχει επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του, όπου κατοικεί, δεν μπορεί πλέον να επικαλεστεί το άρθρο 41, παράγραφος 1, της Συμφωνίας Συνεργασίας, το οποίο απαγορεύει στον τομέα της κοινωνικής ασφαλίσεως κάθε διάκριση λόγω ιθαγενείας μεταξύ Μαροκινών εργαζομένων και υπηκόων του οικείου κράτους μέλους.

54 Η Επιτροπή και η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου θεωρούν επί πλέον ότι η χρηματοδότηση σπουδών που έχει καθιερώσει ο WSF δεν εμπίπτει στον τομέα της κοινωνικής ασφαλίσεως, οπότε το άρθρο 41 της Συμφωνίας Συνεργασίας δεν έχει εφαρμογή στη διαφορά της κύριας δίκης.

55 Η Ολλανδική, η Αυστριακή και η Γαλλική Κυβέρνηση, η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου και η Επιτροπή ισχυρίζονται ακόμα ότι τόσο από το άρθρο 41, παράγραφος 3, της Συμφωνίας Συνεργασίας, το οποίο ορίζει ότι ο Μαροκινός εργαζόμενος έχει δικαίωμα να λάβει οικογενειακές παροχές μόνο για τα τέκνα του που κατοικούν εντός της Κοινότητας, όσο και από την παράγραφο 4 της ίδιας διατάξεως, η οποία προβλέπει τη δυνατότητα λήψεως ορισμένων παροχών εκτός της Κοινότητας μόνο για τις συντάξεις που απαριθμεί, προκύπτει ότι η εν λόγω Συμφωνία δεν παρέχει τη δυνατότητα στους Μαροκινούς υπηκόους που κατοικούν εκτός της Κοινότητας να λαμβάνουν οικογενειακές παροχές για τα μέλη της οικογένειάς τους που κατοικούν τα ίδια εκτός της Κοινότητας.

56 ρέπει ευθύς εξ αρχής να υπομνηστεί ότι από τη νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει, αφενός, ότι η Συμφωνία Συνεργασίας έχει ως σκοπό την παγίωση της κοινωνικής καταστάσεως των Μαροκινών εργαζομένων και των μελών της οικογένειάς τους που κατοικούν μαζί τους στο κράτος μέλος υποδοχής (απόφαση της 11ης Νοεμβρίου 1999, C-179/98, Mesbah, Συλλογή 1999, σ. Ι-7955, σκέψη 36) και, αφετέρου, ότι, όταν πρόκειται ειδικά για οικογενειακές παροχές, η απαγόρευση των δυσμενών διακρίσεων που διατυπώνεται στο άρθρο 41, παράγραφος 1, της Συμφωνίας αυτής εξασφαλίζεται μόνον εντός των ορίων που θέτει η παράγραφος 3 της ίδιας διατάξεως (απόφαση της 31ης Ιανουαρίου 1991, C-18/90, Kziber, Συλλογή 1991, σ. Ι-199, σκέψη 18).

57 Χωρίς να είναι αναγκαίο να αποφανθεί το Δικαστήριο επί του ακριβούς νομικού χαρακτηρισμού, με γνώμονα τη Συμφωνία Συνεργασίας, παροχών όπως αυτές που καταβάλλονται βάσει του WSF, εν προκειμένω αρκεί η διαπίστωση ότι τόσο από το γράμμα του άρθρου 41, παράγραφοι 1 και 3, της Συμφωνίας αυτής όσο και από το πνεύμα της διατάξεως αυτής προκύπτει ότι, όταν τα τέκνα Μαροκινού εργαζομένου δεν κατοικούν στην Κοινότητα, ούτε ο τελευταίος ούτε τα τέκνα του μπορούν να επικαλεστούν, όσον αφορά παροχές όπως οι επίμαχες στην κύρια δίκη, τη διατυπωμένη στη διάταξη αυτή αρχή της απαγορεύσεως των δυσμενών διακρίσεων.

58 Κατά συνέπεια, στο πρώτο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 41 της Συμφωνίας Συνεργασίας πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι, όταν τα συντηρούμενα τέκνα Μαροκινού εργαζομένου δεν κατοικούν στην Κοινότητα, ούτε ο περί ου πρόκειται Μαροκινός εργαζόμενος ούτε τα τέκνα του μπορούν να επικαλεστούν, όσον αφορά τη χρηματοδότηση σπουδών όπως αυτήν που έχει καθιερώσει ο WSF, την αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων λόγω ιθαγενείας που η διάταξη αυτή διατυπώνει στον τομέα της κοινωνικής ασφαλίσεως.

Επί του δευτέρου ερωτήματος

59 Λαμβανομένης υπόψη της απαντήσεως στο πρώτο ερώτημα, παρέλκει να δοθεί απάντηση στο δεύτερο.

Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


Επί των δικαστικών εξόδων

60 Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν η Ολλανδική, η Ισπανική, η Γαλλική και η Αυστριακή Κυβέρνηση, η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου και η Επιτροπή, που υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, δεν αποδίδονται. Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ' αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων.

Διατακτικό


Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ,

κρίνοντας επί των ερωτημάτων που του υπέβαλε με διάταξη της 28ης Ιανουαρίου 1999 το Arrondissementsrechtbank te Amsterdam, αποφαίνεται:

1) Ούτε η Συμφωνία Συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και του Βασιλείου του Μαρόκου, που υπογράφτηκε στο Ραμπάτ στις 27 Απριλίου 1976 και εγκρίθηκε εξ ονόματος της Κοινότητας με τον κανονισμό (ΕΟΚ) 2211/78 του Συμβουλίου, της 26ης Σεπτεμβρίου 1978, ούτε το άρθρο 48 της Συνθήκης ΕΚ (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 39 ΕΚ) ούτε και οι κανονισμοί (ΕΟΚ) 1408/71 του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1971, περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας, όπως τροποποιήθηκε και ενημερώθηκε με τον κανονισμό (ΕΟΚ) 2001/83 του Συμβουλίου, της 2ας Ιουνίου 1983, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΟΚ) 1247/92 του Συμβουλίου, της 30ής Απριλίου 1992, και 1612/68 του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 1968, περί της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων στο εσωτερικό της Κοινότητας, μπορούν να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι απαγορεύουν να προβεί ένα κράτος μέλος στη σταδιακή κατάργηση ενός επιδόματος για τα συντηρούμενα τέκνα ηλικίας 18 έως 27 ετών που σπουδάζουν, όταν, όπως στην περίπτωση της ρυθμίσεως που είναι επίμαχη στην κύρια δίκη, η κατάργηση αυτή γίνεται αδιακρίτως ιθαγενείας.

2) Ο δικαιούχος συντάξεως που οφείλεται βάσει της νομοθεσίας μόνον ενός κράτους μέλους, ο οποίος κατοικεί στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, δεν μπορεί να επικαλεστεί ούτε το άρθρο 3, παράγραφος 1, του κανονισμού 1408/71, όπως τροποποιήθηκε και ενημερώθηκε με τον κανονισμό (ΕΟΚ) 2001/83 του Συμβουλίου, της 2ας Ιουνίου 1983, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 1247/92, ούτε οποιαδήποτε άλλη διάταξη του κανονισμού αυτού, προκειμένου να λάβει, με επιβάρυνση του κράτους μέλους βάσει της νομοθεσίας του οποίου λαμβάνει τη σύνταξή του, ένα ευεργέτημα χρηματοδοτήσεως των σπουδών όπως αυτό που έχει καθιερώσει ο Wet op de studiefinanciering (νόμος περί χρηματοδοτήσεως των σπουδών).

3) Ο έχων ασκήσει το εξασφαλιζόμενο από το άρθρο 48 της Συνθήκης δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων υπήκοος κράτους μέλους, που έχει παύσει να ασκεί την επαγγελματική του δραστηριότητα στο κράτος μέλος υποδοχής και έχει επιστρέψει στο κράτος μέλος καταγωγής του όπου κατοικούν και τα τέκνα του, δεν μπορεί να επικαλεστεί ούτε το εν λόγω άρθρο 48 της Συνθήκης ούτε το άρθρο 7, παράγραφος 2, του κανονισμού 1612/68 για να λάβει, με επιβάρυνση του κράτους μέλους στο οποίο εργάστηκε, δικαίωμα χρηματοδοτήσεως των σπουδών των τέκνων του υπό τις ίδιες προϋποθέσεις με εκείνες που το κράτος αυτό εφαρμόζει στους ημεδαπούς.

4) Το άρθρο 41 της Συμφωνίας Συνεργασίας ΕΟΚ-Μαρόκου πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι, όταν τα τέκνα Μαροκινού εργαζομένου δεν κατοικούν στην Κοινότητα, ούτε ο περί ου πρόκειται Μαροκινός εργαζόμενος ούτε τα τέκνα του μπορούν να επικαλεστούν, όσον αφορά τη χρηματοδότηση σπουδών όπως αυτήν που έχει καθιερώσει ο Wet op de studiefinanciering, την αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων λόγω ιθαγενείας που η διάταξη αυτή διατυπώνει στον τομέα της κοινωνικής ασφαλίσεως.

Top