EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 61996TJ0191

Απόφαση του Πρωτοδικείου (δεύτερο τμήμα) της 14ης Οκτωßρίου 1999.
CAS Succhi di Frutta SpA κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
Κοινή γεωργική πολιτική - Επισιτιστική ßοήθεια - Διαδικασία διαγωνισμού - Πληρωμή των μειοδοτών σε φρούτα άλλα από εκείνα που προσδιορίζονταν στην προκήρυξη του διαγωνισμού.
Συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-191/96 και T-106/97.

Συλλογή της Νομολογίας 1999 II-03181

ECLI identifier: ECLI:EU:T:1999:256

61996A0191

Απόφαση του Πρωτοδικείου (δεύτερο τμήμα) της 14ης Οκτωßρίου 1999. - CAS Succhi di Frutta SpA κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. - Κοινή γεωργική πολιτική - Επισιτιστική ßοήθεια - Διαδικασία διαγωνισμού - Πληρωμή των μειοδοτών σε φρούτα άλλα από εκείνα που προσδιορίζονταν στην προκήρυξη του διαγωνισμού. - Συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-191/96 και T-106/97.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1999 σελίδα II-03181


Περίληψη
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


1 Προσφυγή ακυρώσεως - Φυσικά και νομικά πρόσωπα - Πράξεις που τα αφορούν άμεσα και ατομικά - Απόφαση της Επιτροπής τροποποιούσα, μετά την κατακύρωση μειοδοτικού διαγωνισμού σχετικά με προμήθειες στο πλαίσιο επισιτιστικής βοήθειας, τον τρόπο πληρωμής των μειοδοτών - Προσφυγή ασκηθείσα από μη προκριθέντα υποψήφιο - Παραδεκτό

[Συνθήκη ΕΚ, άρθρο 173, εδ. 4 (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 230, εδ. 4, ΕΚ)]

2 Προσφυγή ακυρώσεως - Προσφυγή στρεφόμενη κατά αποφάσεως επιβεβαιώνουσας προηγούμενη απόφαση μη προσβληθείσα εμπροθέσμως - Απαράδεκτο - Έννοια της επιβεβαιωτικής αποφάσεως - Απόφαση ληφθείσα κατόπιν επανεξετάσεως της προηγουμένης αποφάσεως και βάσει νέων στοιχείων - Δεν εμπίπτει

[Συνθήκη ΕΚ, άρθρο 173 (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 230 ΕΚ)]

3 Προσφυγή ακυρώσεως - Έννομο συμφέρον - Προσφυγή στρεφομένη κατά εκτελεσθείσας αποφάσεως - Προσφυγή ασκηθείσα από υποψήφιο κατά αποφάσεως κατακυρώσεως που έχει πλήρως εκτελεστεί υπέρ άλλων διαγωνιζομένων - Παραδεκτό

[Συνθήκη ΕΚ, άρθρο 173 (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 230 ΕΚ)]

4 Γεωργία - Κοινή γεωργική πολιτική - Επισιτιστική βοήθεια - Δράσεις δωρεάν προμήθειας γεωργικών προϋόντων στους πληθυσμούς της Αρμενίας και του Αζερμπαϋτζάν - Κανονισμός 228/96 - Σύστημα μειοδοτικού διαγωνισμού - Αρχές ίσης μεταχειρίσεως των υποψηφίων και διαφάνειας - Περιεχόμενο - Τροποποίηση εκ μέρους του αναθέτοντος φορέα ενός από τους όρους που προβλέπονται στην προκήρυξη του διαγωνισμού - Παραβίαση

(Κανονισμός 228/96 της Επιτροπής)

5 Προσφυγή ακυρώσεως - Προθεσμία - Έναρξη - Ημερομηνία γνώσεως της πράξεως - Υποχρέωση του γνωρίζοντος την ύπαρξη της πράξεως να ζητήσει το πλήρες κείμενό της εντός εύλογης προθεσμίας

[Συνθήκη ΕΚ, άρθρο 173, εδ. 5 (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 230, εδ. 5, ΕΚ)]

Περίληψη


1 Υποκείμενα άλλα από τους αποδέκτες μιας αποφάσεως δεν μπορούν να ισχυριστούν ότι αυτή τα αφορά ατομικά, κατά την έννοια του άρθρου 173, τέταρτο εδάφιο, της Συνθήκης (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρου 230, τέταρτο εδάφιο, ΕΚ), παρά μόνον αν η απόφαση αυτή τα θίγει λόγω ορισμένων ξεχωριστών ιδιοτήτων ή μιας πραγματικής καταστάσεως που τα χαρακτηρίζει σε σχέση με κάθε άλλο πρόσωπο και έτσι τα εξατομικεύει κατά τρόπον ανάλογο προς αυτόν του αποδέκτη.

Μια απόφαση ληφθείσα στο πλαίσιο υλοποιήσεως επισιτιστικής βοήθειας, με την οποία η Επιτροπή προβλέπει, αφενός, την αντικατάσταση από ροδάκινα των μήλων και των πορτοκαλιών που προβλέφθηκαν αρχικά στην προκήρυξη του διαγωνισμού ως τρόπος πληρωμής των μειοδοτών και, αφετέρου, την τροποποίηση των συντελεστών ισοδυναμίας μεταξύ των προϋόντων αυτών που είχαν καθοριστεί με προηγούμενη απόφαση, πρέπει να θεωρείται απόφαση αυτοτελής σε σχέση με την προηγουμένως ληφθείσα, η οποία τροποποιεί έναν από τους σημαντικούς όρους του διαγωνισμού. Μια τέτοια απόφαση αφορά ατομικά, υπό την έννοια του άρθρου 173, τέταρτο εδάφιο, της Συνθήκης, ένα μη προκριθέντα υποψήφιο. Συγκεκριμένα, έναν τέτοιο υποψήφιο δεν αφορά ατομικά μόνον η απόφαση της Επιτροπής που καθορίζει την τύχη, ευνοϋκή ή δυσμενή, μιας εκάστης των υποβληθεισών, μετά την προκήρυξη του διαγωνισμού, προσφορών, αλλά ο υποψήφιος αυτός διατηρεί επίσης ατομικό συμφέρον να μεριμνά ώστε να τηρηθούν οι όροι της προκηρύξεως του διαγωνισμού κατά τη φάση της εκτελέσεώς του.

2 Δεν μπορεί να θεωρηθεί πράξη αμιγώς επιβεβαιωτική προηγουμένης αποφάσεως μια απόφαση την οποία έλαβε η Επιτροπή στο πλαίσιο υλοποιήσεως δράσεως επισιτιστικής βοήθειας μέσω μειοδοτικού διαγωνισμού, κατόπιν επανεξετάσεως της προηγουμένης αποφάσεώς της, και η οποία καθορίζει διαφορετικούς όρους κατακυρώσεως από εκείνους που προέβλεπε η προηγούμενη απόφαση και βασίζεται σε νέα στοιχεία. Συνεπώς, προσφυγή ακυρώσεως κατά μιας τέτοιας αποφάσεως δεν μπορεί να κηρυχθεί απαράδεκτη λόγω του ότι η προηγούμενη απόφαση δεν προσεβλήθη εμπροθέσμως.

3 Ακόμη και στην περίπτωση κατά την οποία μια απόφαση κατακυρώσεως έχει πλήρως εκτελεστεί υπέρ άλλων διαγωνιζομένων, ένας υποψήφιος διατηρεί το συμφέρον προς ακύρωση της αποφάσεως αυτής, είτε για να επιτύχει την εκ μέρους της Επιτροπής προσήκουσα αποκατάσταση της καταστάσεως είτε για να υποχρεώσει την Επιτροπή να επιφέρει, στο μέλλον, τις προσήκουσες τροποποιήσεις στο σύστημα των διαγωνισμών, σε περίπτωση που το σύστημα αυτό θα κρινόταν αντίθετο προς ορισμένες νομικές απαιτήσεις.

4 Στο πλαίσιο του συστήματος μειοδοτικού διαγωνισμού που θέτει σε εφαρμογή ο κανονισμός 228/96, για τη δωρεάν προμήθεια χυμού φρούτων και μαρμελάδας στους πληθυσμούς της Αρμενίας και του Αζερμπαϋτζάν, η διαδικασία συγκρίσεως των προσφορών πρέπει να τηρεί, σε όλα τα στάδιά της, τόσο την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως των υποψηφίων όσο και την αρχή της διαφάνειας, ούτως ώστε όλοι οι υποψήφιοι να έχουν ίσες ευκαιρίες κατά την υποβολή των προσφορών τους. Ο αναθέτων φορέας οφείλει να διευκρινίζει σαφώς στην προκήρυξη του διαγωνισμού το αντικείμενο και τους όρους της κατακυρώσεως και να συμμορφώνεται αυστηρά προς τους διατυπωθέντες όρους.

Μια απόφαση με την οποία η Επιτροπή επιτρέπει στους μειοδότες της επίμαχης προμήθειας να λάβουν ως πληρωμή για τις προμήθειές τους προϋόντα διαφορετικά από εκείνα που αναφέρονταν στην προκήρυξη του διαγωνισμού, ενώ μια τέτοια αντικατάσταση δεν προβλεπόταν στην προκήρυξη αυτή όπως προκύπτει από τον εν λόγω κανονισμό, και η οποία καθορίζει συντελεστές ισοδυναμίας μεταξύ των αντικαθιστώντων και των αντικαθισταμένων προϋόντων, με αναφορά σε γεγονότα που συνέβησαν μετά τον διαγωνισμό, παραβιάζει την προκήρυξη του διαγωνισμού, καθώς και τις αρχές της διαφάνειας και της ίσης μεταχειρίσεως.

5 Ως έναρξη της προθεσμίας ασκήσεως προσφυγής ακυρώσεως δεν μπορεί να καθοριστεί η ημερομηνία κατά την οποία ο προσφεύγων ισχυρίζεται ότι έλαβε γνώση του πλήρους κειμένου της προσβαλλομένης αποφάσεως, εφόσον αποδεικνύεται ότι γνώριζε την ύπαρξη της αποφάσεως αυτής και ότι κατά την ημερομηνία αυτή είχε σαφώς παρέλθει μια εύλογη προθεσμία για να ζητήσει το κείμενο της αποφάσεως. Συγκεκριμένα, στον γνωρίζοντα την ύπαρξη πράξεως που τον αφορά εναπόκειται να ζητήσει το πλήρες κείμενό της εντός εύλογης προθεσμίας.

Διάδικοι


Στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις T-191/96 και T-106/97,

CAS Succhi di Frutta SpA, εταιρία ιταλικού δικαίου, με έδρα το Castagnaro (Ιταλία), εκπροσωπούμενη από τον Alberto Miele, δικηγόρο Πάδοβας, τους Antonio Tizzano και Gian Michele Roberti, δικηγόρους Νάπολης, και τον Carlo Scarpa, δικηγόρο Βενετίας,

προσφεύγουσα,

κατά

Επιτροπής των Ευρωπαϋκών Κοινοτήτων, εκπροσωπουμένης από τον Paolo Ziotti, μέλος της Νομικής Υπηρεσίας, επικουρούμενο από τον Alberto Dal Ferro, δικηγόρο Vicence, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον Carlos Gσmez de la Cruz, μέλος της Νομικής Υπηρεσίας, Centre Wagner, Kirchberg,

καθής,

που έχουν ως αντικείμενο αίτηση ακυρώσεως των αποφάσεων της Επιτροπής C(96) 2208, της 6ης Σεπτεμβρίου 1996 (υπόθεση Τ-191/96), περί τροποποιήσεως της αποφάσεως της 14ης Ιουνίου 1996, και C(96) 1916, της 22ας Ιουλίου 1996 (υπόθεση Τ-106/97), σχετικά με την προμήθεια χυμού φρούτων και μαρμελάδας στους πληθυσμούς της Αρμενίας και του Αζερμπαϋτζάν, που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) 228/96,

ΤΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑ$ΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ

(δεύτερο τμήμα),

συγκείμενο από τους A. Potocki, Πρόεδρο, C. W. Bellamy και A. W. H. Meij, δικαστές,

γραμματέας: H. Jung

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της προφορικής διαδικασίας της 10ης Φεβρουαρίου 1999,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

Σκεπτικό της απόφασης


Νομικό πλαίσιο, πραγματικά περιστατικά και διαδικασία

1 Στις 4 Αυγούστου 1995, το Συμβούλιο εξέδωσε τον κανονισμό (ΕΚ) 1975/95, για δράσεις δωρεάν προμήθειας γεωργικών προϋόντων για τους πληθυσμούς της Γεωργίας, της Αρμενίας, του Αζερμπαϋτζάν, της Κιργιζίας και του Τατζικιστάν (ΕΕ L 191, σ. 2, στο εξής: κανονισμός 1975/95). Οι δύο πρώτες αιτιολογικές σκέψεις του κανονισμού αυτού αναφέρουν «ότι θα προβλεφθεί η διάθεση στη Γεωργία, στην Αρμενία, στο Αζερμπαϋτζάν, την Κιργιζία και στο Τατζικιστάν γεωργικών προϋόντων, προκειμένου να βελτιωθούν οι όροι εφοδιασμού λαμβάνοντας υπόψη την ποικιλομορφία των καταστάσεων που επικρατούν εκεί και χωρίς να διακυβευθεί η εξέλιξη προς εφοδιασμό σύμφωνα με τους κανόνες της αγοράς» και ότι «η Κοινότητα διαθέτει αποθεματοποιημένα προϋόντα μετά από μέτρα παρεμβάσεως και, λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση της αγοράς, πρέπει να διατεθούν κατά προτεραιότητα αυτά τα προϋόντα για να υλοποιηθεί η προβλεπόμενη δράση».

2 Σύμφωνα με το άρθρο 1 του κανονισμού 1975/95:

«Με τους όρους που καθορίζονται από τον παρόντα κανονισμό αναλαμβάνονται δράσεις για τη δωρεάν χορήγηση στη Γεωργία, στην Αρμενία, στο Αζερμπαϋτζάν, την Κιργιζία και στο Τατζικιστάν γεωργικών προϋόντων που θα καθοριστούν και τα οποία είναι διαθέσιμα μετά από μέτρα παρεμβάσεως· σε περίπτωση που τα προϋόντα αυτά δεν είναι προσωρινώς διαθέσιμα στην παρέμβαση, θα συγκεντρωθούν στην κοινοτική αγορά για να τηρηθούν οι δεσμεύσεις της Κοινότητας.»

3 Το άρθρο 2 του κανονισμού 1975/95 ορίζει τα εξής:

«1. Τα προϋόντα θα χορηγηθούν ως έχουν ή μετά από μεταποίηση.

2. Οι δράσεις μπορούν επίσης να αφορούν τρόφιμα που είναι διαθέσιμα ή τα οποία μπορούν να αγοραστούν στο εμπόριο έναντι άλλων προϋόντων που προέρχονται από αποθέματα παρεμβάσεως της ίδιας ομάδας προϋόντων.

3. Οι δαπάνες της χορήγησης, συμπεριλαμβανομένης και της μεταφοράς και, ενδεχομένως, της μεταποιήσεως καθορίζονται με διαδικασία διαγωνισμού ή, για λόγους που συνδέονται με τον επείγοντα χαρακτήρα ή με δυσκολίες μεταφοράς, με διαδικασία απευθείας ανάθεσης.

(...)»

4 Εν συνεχεία, η Επιτροπή εξέδωσε τον κανονισμό (ΕΚ) 2009/95, της 18ης Αυγούστου 1995, για τη θέσπιση διατάξεων που εφαρμόζονται για τη δωρεάν προμήθεια γεωργικών προϋόντων που κατέχονται στα αποθέματα παρέμβασης και προορίζονται για τη Γεωργία, την Αρμενία, το Αζερμπαϋτζάν, την Κιργιζία και το Τατζικιστάν, όπως προβλέπεται στον κανονισμό 1975/95 (EE L 196, σ. 4, στο εξής: κανονισμός 2009/95).

5 Η δεύτερη αιτιολογική σκέψη του κανονισμού 2009/95 αναφέρει τα εξής:

«(...) προβλέπεται η δωρεάν προμήθεια αγαθών αφενός με τη μορφή γεωργικών προϋόντων στη φυσική τους κατάσταση, που κατέχονται στα αποθέματα παρέμβασης, και αφετέρου με τη μορφή προϋόντων της ίδιας κατηγορίας, τα οποία όμως δεν προέρχονται από τα αποθέματα της παρέμβασης· (...) πρέπει επίσης να θεσπιστούν οι ειδικές ρυθμίσεις που θα εφαρμόζονται για την προμήθεια μεταποιημένων προϋόντων· (...) πρέπει η πληρωμή για τις εν λόγω προμήθειες να μπορεί να καταβάλλεται με τη μορφή πρώτων υλών που κατέχονται στα αποθέματα παρέμβασης».

6 Το άρθρο 2, παράγραφος 2, του κανονισμού 2009/95 ορίζει τα εξής:

«Ο διαγωνισμός μπορεί να αφορά την ποσότητα των προϋόντων που θα αναληφθούν υλικά από τα αποθέματα παρέμβασης ως πληρωμή της προμήθειας μεταποιημένων προϋόντων, τα οποία ανήκουν στην ίδια κατηγορία προϋόντων, στο στάδιο παράδοσης που προβλέπεται στην προκήρυξη του διαγωνισμού.»

7 Σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο εε, περίπτωση 1, του κανονισμού 2009/95, για να είναι έγκυρη η προσφορά πρέπει να περιλαμβάνει, στην περίπτωση εφαρμογής του άρθρου 2, παράγραφος 2, «την ποσότητα των προτεινόμενων προϋόντων εκφρασμένη σε τόνους (καθαρό βάρος), αντί του καθαρού τόνου του τελικού προϋόντος, υπό τις συνθήκες και το στάδιο παράδοσης που προβλέπονται στην προκήρυξη του διαγωνισμού».

8 Σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 2, του κανονισμού 2009/95:

«Οι προσφορές που δεν έχουν καταβληθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, που ανταποκρίνονται εν μέρει μόνο στους όρους του κανονισμού του διαγωνισμού ή που περιλαμβάνουν όρους άλλους από αυτούς που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, είναι δυνατόν να απορριφθούν.»

9 Σύμφωνα με το άρθρο 15, παράγραφος 1, του κανονισμού 2009/95, στην προκήρυξη του διαγωνισμού καθορίζονται κυρίως:

«- οι όροι και οι συμπληρωματικές προϋποθέσεις,

- ο ορισμός των παρτίδων,

(...)

- τα βασικά φυσικά και τεχνολογικά χαρακτηριστικά των διαφόρων παρτίδων,

(...)».

10 Σύμφωνα με το άρθρο 15, παράγραφος 2, του κανονισμού 2009/95, στην περίπτωση διαγωνισμού προβλεπομένου στο άρθρο 2, παράγραφος 2, η προκήρυξη περιλαμβάνει κυρίως:

«- την παρτίδα ή την ομάδα των παρτίδων που θα αναληφθούν ως πληρωμή της προμήθειας,

- τα χαρακτηριστικά του μεταποιημένου προϋόντος που πρόκειται να αποτελέσει το αντικείμενο της προμήθειας (φύση, ποσότητα, ποιότητα, συσκευασία κ.λπ.)».

11 Η Επιτροπή εξέδεωσε στη συνέχεια τον κανονισμό (ΕΚ) 228/96, της 7ης Φεβρουαρίου 1996, για τη δωρεάν προμήθεια χυμού φρούτων και μαρμελάδας στους πληθυσμούς της Αρμενίας και του Αζερμπαϋτζάν (ΕΕ L 30, σ. 18, στο εξής: κανονισμός 228/96).

12 Στην πρώτη και στη δεύτερη αιτιολογική σκέψη του κανονισμού 228/96 εκτίθενται τα ακόλουθα:

«(...) ο κανονισμός (ΕΚ) 1975/95 προβλέπει ότι οι ενέργειες προμήθειας γεωργικών προϋόντων μπορεί να αφορούν τρόφιμα τα οποία είναι διαθέσιμα ή είναι δυνατόν να συγκεντρωθούν από την αγορά έναντι άλλων προϋόντων που προέρχονται από την εφαρμογή των μέτρων παρέμβασης·

(...) για να ικανοποιηθεί η ζήτηση των δικαιούχων χωρών σε χυμούς και μαρμελάδες φρούτων, πρέπει να προκηρυχθεί διαγωνισμός για τον καθορισμό των ευνοϋκότερων όρων, για την προμήθεια τέτοιων προϋόντων και να προβλεφθεί η πληρωμή του υπερθεματιστή με καρπούς που έχουν αποσυρθεί από την αγορά στα πλαίσια των ενεργειών απόσυρσης, κατ' εφαρμογήν των άρθρων 15 και 15α του κανονισμού (ΕΟΚ) 1035/72 του Συμβουλίου, της 18ης Μαου 1972, περί κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα των οπωροκηπευτικών [ΕΕ ειδ. έκδ. 03/007, σ.250], όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) 1363/95 της Επιτροπής [ΕΕ L 132, σ. 8].»

13 Σύμφωνα με το άρθρο 1 του κανονισμού 228/96:

«Προκηρύσσεται διαγωνισμός για τη δωρεάν προμήθεια 1 000 τόνων χυμού φρούτων, 1 000 τόνων συμπυκνωμένου χυμού φρούτων και 1 000 τόνων μαρμελάδας φρούτων κατ' ανώτατο όριο, όπως ορίζεται στο παράρτημα Ι, σύμφωνα με τις διατάξεις που προβλέπονται στον κανονισμό 2009/95, και ιδίως στο άρθρο 2, παράγραφος 2, και σύμφωνα με τις ειδικές διατάξεις του παρόντος κανονισμού.»

14 Το παράρτημα Ι του κανονισμού 228/96 περιέχει τις ακόλουθες διευκρινίσεις:

Παρτίδα αριθ. 1 Προϋόν που θα διατεθεί: 500 τόνοι καθαρό βάρος χυμού μήλων

Προϋόν προς απόσυρση: μήλα

Παρτίδα αριθ. 2 Προϋόν που θα διατεθεί: 500 τόνοι καθαρό βάρος χυμού μήλων, συμπυκνωμένου κατά 50 %

Προϋόν προς απόσυρση: μήλα

Παρτίδα αριθ. 3 Προϋόν που θα διατεθεί: 500 τόνοι καθαρό βάρος χυμού πορτοκαλιών

Προϋόν προς απόσυρση: πορτοκάλια

Παρτίδα αριθ. 4 Προϋόν που θα διατεθεί: 500 τόνοι καθαρό βάρος χυμού πορτοκαλιών, συμπυκνωμένου κατά 50 %

Προϋόν προς απόσυρση: πορτοκάλια

Παρτίδα αριθ. 5 Προϋόν που θα διατεθεί: 500 τόνοι καθαρό βάρος μαρμελάδας διαφόρων φρούτων

Προϋόν προς απόσυρση: μήλα

Παρτίδα αριθ. 6 Προϋόν που θα διατεθεί: 500 τόνοι καθαρό βάρος μαρμελάδας διαφόρων φρούτων

Προϋόν προς απόσυρση: πορτοκάλια

Για έκαστη παρτίδα ως ημερομηνία παράδοσης καθορίζεται η 20ή Μαρτίου 1996.

15 Με έγγραφο της 15ης Φεβρουαρίου 1996, η προσφεύγουσα υπέβαλε προσφορά για τις παρτίδες αριθ. 1 και 2, προτείνοντας να παραλάβει, ως πληρωμή για την προμήθεια των προϋόντων της και για κάθε μία από τις παρτίδες, 12 500 τόνους και 25 000 τόνους μήλων.

16 Οι εταιρίες Trento Frutta SpA (στο εξής: Trento Frutta) και Loma GmbH (στο εξής: Loma) προσέφεραν, αντιστοίχως, την απόσυρση 8 000 τόνων μήλων για την παρτίδα αριθ. 1 και 13 500 τόνων μήλων για την παρτίδα αριθ. 2. Επιπλέον, η Trento Frutta ανέφερε ότι, σε περίπτωση ανεπάρκειας των μήλων, ήταν διατεθειμένη να παραλάβει ροδάκινα.

17 Στις 6 Μαρτίου 1996, η Επιτροπή απέστειλε στην Azienda di Stato per gli Interventi nel Mercato Agricolo (ιταλικό οργανισμό παρέμβασης, στο εξής: AIMA), με κοινοποίηση στην Trento Frutta, το σημείωμα αριθ. 10663, στο οποίο ανέφερε ότι είχε κατακυρώσει τις παρτίδες αριθ. 1, 3, 4, 5 και 6 στην Trento Frutta. Σύμφωνα με το σημείωμα αυτό, η Trento Frutta θα ελάμβανε ως πληρωμή, κατά προτεραιότητα, τις ακόλουθες ποσότητες αποσυρθέντων από την αγορά φρούτων:

Παρτίδα αριθ. 1 8 000 τόνους μήλων ή, εναλλακτικώς, 8 000 τόνους ροδακίνων·

Παρτίδα αριθ. 3 20 000 τόνους πορτοκαλιών ή, εναλλακτικώς, 8 500 τόνους μήλων και 8 500 τόνους ροδακίνων·

Παρτίδα αριθ. 4 32 000 τόνους πορτοκαλιών ή, εναλλακτικώς, 13 000 τόνους μήλων ή 13 000 τόνους ροδακίνων·

Παρτίδα αριθ. 5 18 000 τόνους μήλων ή, εναλλακτικώς, 18 000 τόνους ροδακίνων·

Παρτίδα αριθ. 6 45 000 τόνους πορτοκαλιών ή, εναλλακτικώς, 18 000 τόνους μήλων ή 18 000 ροδακίνων·

18 Στις 13 Μαρτίου 1996, η Επιτροπή απέστειλε στην ΑΙΜΑ το σημείωμα αριθ. 11832, πληροφορώντας την ότι είχε κατακυρώσει την παρτίδα αριθ. 2 στη Loma έναντι αποσύρσεως 13 500 τόνων μήλων.

19 Η ΑΙΜΑ έλαβε, σύμφωνα με τον κανονισμό 228/96, τα αναγκαία μέτρα για την εκτέλεση των προπαρατεθέντων σημειωμάτων αριθ. 10663 και 11832 της Επιτροπής, με την εγκύκλιο αριθ. 93/96 της 21ης Μαρτίου 1996, που επαναλάμβανε το περιεχόμενο των ως άνω σημειωμάτων.

20 Στις 14 Ιουνίου 1996, η Επιτροπή εξέδωσε την απόφαση C(96) 1453, για την προμήθεια χυμού φρούτων και μαρμελάδας στους πληθυσμούς της Αρμενίας και του Αζερμπαϋτζάν, που προβλέπει ο κανονισμός 228/96 (στο εξής: απόφαση της 14ης Ιουνίου 1996). Σύμφωνα με τη δεύτερη αιτιολογική σκέψη της εν λόγω αποφάσεως, μετά την κατακύρωση του διαγωνισμού, οι ποσότητες των προϋόντων οι οποίες αποσύρθηκαν από την αγορά ήσαν ασήμαντες σε σχέση με τις απαιτούμενες ποσότητες, ενώ η περίοδος αποσύρσεως είχε σχεδόν τελειώσει. Συνεπώς, για να περατωθούν οι εργασίες αυτές, έπρεπε να επιτραπεί στις εταιρίες στις οποίες είχαν κατακυρωθεί τα προϋόντα και οι οποίες το επιθυμούσαν να παραλάβουν ως πληρωμή, αντί για μήλα και πορτοκάλια, άλλα προϋόντα αποσυρόμενα από την αγορά σε προκαθορισθείσες αναλογίες που θα αντικατόπτριζαν την ισοδυναμία της μεταποιήσεως των εν λόγω προϋόντων.

21 Το άρθρο 1 της αποφάσεως της 14ης Ιουνίου 1996 ορίζει ότι τα προϋόντα που αποσύρονται από την αγορά διατίθενται στις επιχειρήσεις στις οποίες έχει κατακυρωθεί η προμήθεια (ήτοι στην Trento Frutta και στη Loma) μετά από αίτησή τους, σύμφωνα με τους ακόλουθους συντελεστές ισοδυναμίας:

α) 1 τόνος ροδακίνων για 1 τόνο μήλων

β) 0,667 τόνοι βερικόκων για 1 τόνο μήλων

γ) 0,407 τόνοι ροδακίνων για 1 τόνο πορτοκαλιών

δ) 0,270 τόνοι βερικόκων για 1 τόνο πορτοκαλιών.

22 Η απόφαση αυτή απευθύνθηκε στην Ιταλική Δημοκρατία, στη Γαλλική Δημοκρατία, στην Ελληνική Δημοκρατία και στο Βασίλειο της Ισπανίας.

23 Στις 22 Ιουλίου 1996, η Επιτροπή εξέδωσε την απόφαση C(96) 1916, για την προμήθεια χυμού φρούτων και μαρμελάδας στους πληθυσμούς της Αρμενίας και του Αζερμπαϋτζάν, που προβλέπεται στον κανονισμό 228/96 (στο εξής: απόφαση της 22ας Ιουλίου 1996). Σύμφωνα με την τρίτη αιτιολογική σκέψη της εν λόγω αποφάσεως, η διαθέσιμη ποσότητα ροδακίνων και βερικόκων δεν επαρκούσε για την περάτωση των εργασιών και ήταν σκόπιμο να επιτραπεί, επιπλέον, να αντικατασταθούν από νεκταρίνια τα μήλα που επρόκειτο να παραληφθούν από τους μειοδότες.

24 Το άρθρο 1 της αποφάσεως της 22ας Ιουλίου 1996 ορίζει ότι τα αποσυρόμενα από την αγορά προϋόντα τίθενται στη διάθεση της Trento Frutta και της Loma, μετά από αίτησή τους, σύμφωνα με τον συντελεστή ισοδυναμίας 1,4 τόνοι νεκταρίνια για 1 τόνο μήλα.

25 Η απόφαση αυτή απευθύνθηκε στην Ιταλική Δημοκρατία.

26 Με προσφυγή ασκηθείσα ενώπιον του Tribunale amministrativo regionale del Lazio και κοινοποιηθείσα στην ΑΙΜΑ στις 24 Ιουλίου 1996, η προσφεύγουσα ζήτησε την ακύρωση της προπαρατεθείσας εγκυκλίου 93/96 της ΑΙΜΑ.

27 Στις 26 Ιουλίου 1996, κατά τη σύσκεψη που οργανώθηκε κατόπιν αιτήσεώς της με τις υπηρεσίες της Γενικής Διεύθυνσης Γεωργία της Επιτροπής (ΓΔ VI), η προσφεύγουσα παρουσίασε τις αντιρρήσεις της όσον αφορά την αντικατάσταση από άλλα φρούτα των μήλων και των πορτοκαλιών που είχε επιτρέψει η Επιτροπή και παρέλαβε αντίγραφο της αποφάσεως της 14ης Ιουνίου 1996.

28 Στις 2 Αυγούστου 1996, η προσφεύγουσα απέστειλε στην Επιτροπή την τεχνική έκθεση αριθ. 94, που καταρτίστηκε από το Dipartimento Territorio e Sistemi Agro-Forestali του Πανεπιστημίου της Πάδοβας, σχετικά με τους συντελεστές οικονομικής ισοδυναμίας ορισμένων φρούτων όσον αφορά τη μεταποίησή τους σε χυμό.

29 Στις 6 Σεπτεμβρίου 1996, η Επιτροπή εξέδωσε την απόφαση C(96) 2208, για την τροποποίηση της απόφασης Επιτροπής της 14ης Ιουνίου 1996, για την προμήθεια χυμού φρούτων και μαρμελάδας στους πληθυσμούς της Αρμενίας και του Αζερμπαϋτζάν, που προβλέπει ο κανονισμός 228/96 (στο εξής: απόφαση της 6ης Σεπτεμβρίου 1996). Σύμφωνα με τη δεύτερη αιτιολογική σκέψη της αποφάσεως αυτής, προκειμένου να πραγματοποιηθεί πιο εξισορροπημένη υποκατάσταση των προϋόντων, για όλη την περίοδο απόσυρσης των ροδακίνων, μεταξύ των μήλων και των πορτοκαλιών που χρησιμοποιούνται για την προμήθεια χυμού φρούτων στους πληθυσμούς του Καυκάσου, αφενός, και των ροδακίνων που αποσύρονται από την αγορά για την πληρωμή των προμηθειών αυτών, αφετέρου, έπρεπε να τροποποιηθούν οι συντελεστές που καθορίζονταν στην απόφαση της 14ης Ιουνίου 1996. Οι νέοι συντελεστές θα εφαρμόζονταν μόνο στα προϋόντα που δεν είχαν ακόμη αποσυρθεί από τους μειοδότες ως πληρωμή για τις προμήθειες.

30 Σύμφωνα με το άρθρο 1 της αποφάσεως της 6ης Σεπτεμβρίου 1996, το άρθρο 1, στοιχεία αα και γγ, της αποφάσεως της 14ης Ιουνίου 1996 τροποποιήθηκε ως εξής:

«α) 0,914 τόνοι ροδακίνων για έναν τόνο μήλων

(...)

γ) 0,372 τόνοι ροδακίνων για έναν τόνο πορτοκαλιών».

31 Η απόφαση αυτή απευθύνθηκε στην Ιταλική Δημοκρατία, στη Γαλλική Δημοκρατία, στην Ελληνική Δημοκρατία και στο Βασίλειο της Ισπανίας.

32 Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 25 Νοεμβρίου 1996, η προσφεύγουσα άσκησε προσφυγή ακυρώσεως της αποφάσεως της 6ης Σεπτεμβρίου 1996. Η υπόθεση αυτή πρωτοκολλήθηκε με τον αριθμό Τ-191/96.

33 Με διάταξη της 26ης Φεβρουαρίου 1997, T-191/96 R, CAS Succhi di Frutta κατά Επιτροπής (Συλλογή 1997, σ. ΙΙ-211), ο Πρόεδρος του Πρωτοδικείου απέρριψε αίτηση αναστολής εκτελέσεως της αποφάσεως της 6ης Σεπτεμβρίου 1996, την οποία υπέβαλε η προσφεύγουσα στις 16 Ιανουαρίου 1997.

34 Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 9 Απριλίου 1997, η προσφεύγουσα άσκησε προσφυγή ακυρώσεως της αποφάσεως της 22ας Ιουλίου 1996, ισχυριζόμενη ότι έλαβε αντίγραφο της εν λόγω αποφάσεως μόλις στις 30 Ιανουαρίου 1997, στο πλαίσιο της διαδικασίας ασφαλιστικών μέτρων. Η υπόθεση αυτή πρωτοκολλήθηκε με τον αριθμό Τ-106/97.

35 Με διάταξη της 20ής Μαρτίου 1998, ο πρόεδρος του δευτέρου τμήματος του Πρωτοδικείου απέρριψε αίτηση υποβληθείσα από την Allione Industria Alimentare SpA προκειμένου να της επιτραπεί να παρέμβει υπέρ της προσφεύγουσας στην υπόθεση Τ-191/96 (Συλλογή 1998, σ. ΙΙ-575).

36 Με διάταξη της 14ης Οκτωβρίου 1998, ο πρόεδρος του δευτέρου τμήματος του Πρωτοδικείου διέταξε την ένωση των υποθέσεων Τ-191/96 και Τ-106/97 προς διευκόλυνση της προφορικής διαδικασίας και προς έκδοση κοινής αποφάσεως.

37 Κατόπιν εκθέσεως του εισηγητή δικαστή, το Πρωτοδικείο (δεύτερο τμήμα) αποφάσισε να προχωρήσει στην προφορική διαδικασία χωρίς προηγούμενη διεξαγωγή αποδείξεων. Ωστόσο, κάλεσε την Επιτροπή να αναφέρει εγγράφως πριν από την επ' ακροατηρίου συζήτηση ποια ήταν η κατάσταση των διαθεσίμων αποθεμάτων μήλων στους οργανισμούς παρεμβάσεως κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών. Η Επιτροπή ανταποκρίθηκε στην πρόσκληση αυτή εντός της ταχθείσας προθεσμίας. Η επ' ακροατηρίου συζήτηση διεξήχθη στις 10 Φεβρουαρίου 1999.

Αιτήματα

38 Στην υπόθεση Τ-191/96, η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

- να ακυρώσει την απόφαση της 6ης Σεπτεμβρίου 1996, που τροποποιεί την απόφαση της 14ης Ιουνίου 1996,

- να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

39 Στην υπόθεση Τ-106/97, η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

- να ακυρώσει την απόφαση της 22ας Ιουλίοιυ 1996,

- να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

40 Σε αμφότερες τις υποθέσεις, η Επιτροπή ζητεί από το Πρωτοδικείο:

- να απορρίψει την προσφυγή ως απαράδεκτη ή, επικουρικώς, ως αβάσιμη,

- να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

Υπόθεση Τ-191/96

Επί του παραδεκτού

Επιχειρήματα των διαδίκων

41 Η Επιτροπή ισχυρίζεται ότι η προσφυγή είναι απαράδεκτη για τον διττό λόγο ότι η απόφαση της 6ης Σεπτεμβρίου 1996 δεν αφορά άμεσα και ατομικά την προσφεύγουσα και ότι η προσφεύγουσα δεν έχει κανένα συμφέρον για την ακύρωση της εν λόγω αποφάσεως.

42 Η Επιτροπή τονίζει καταρχάς ότι η προσφεύγουσα δεν αμφισβητεί την κατακύρωση των παρτίδων για τις οποίες υπέβαλε προσφορά. Ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη εν προκειμένω πράξη δεν προέβλεψε την αντικατάσταση των μήλων και των πορτοκαλιών από ροδάκινα, αλλ' απλώς τροποποίησε τους συντελεστές ισοδυναμίας μεταξύ των φρούτων αυτών, η δε αντικατάσταση αυτή επετράπη με την απόφαση της 14ης Ιουνίου 1996.

43 Το ότι όμως οι εν λόγω συντελεστές ισοδυναμίας είναι λίγο πολύ ευνοϋκοί για τους μειοδότες δεν μπορεί να αφορά ατομικά παρά αυτούς. Η κατάσταση της προσφεύγουσας, όσον αφορά την απόφαση της 6ης Σεπτεμβρίου 1996, ουδόλως διαφέρει από την κατάσταση οποιουδήποτε επιχειρηματία του σχετικού τομέα, πλην των μειοδοτών (βλ., μεταξύ άλλων, διάταξη του Πρωτοδικείου της 29ης Ιουνίου 1995, Τ-183/94, Cantina cooperativa fra produttori vitivinicoli di Torre di Mosto κατά Επιτροπής, Συλλογή 1995, σ. ΙΙ-1941, σκέψη 49).

44 Η νομολογία σχετικά με την αμφισβήτηση διαδικασίας διαγωνισμού και, κυρίως, η απόφαση του Δικαστηρίου της 6ης Μαρτίου 1979, 92/78, Simmenthal κατά Επιτροπής (Συλλογή τόμος 1979/Ι, σ. 407), δεν είναι λυσιτελής. Η απόφαση της 6ης Σεπτεμβρίου 1996 αποτελεί πράξη ανεξάρτητη από την προκήρυξη του διαγωνισμού, εκδοθείσα μετά την κατακύρωση, στην οποία δεν επιφέρει καμία τροποποίηση. Συγκεκριμένα, οι μειοδότες είναι ακριβώς οι διαγωνισθέντες που πρότειναν να λάβουν ως πληρωμή τη μικρότερη ποσότητα μήλων. Υπό τις συνθήκες αυτές, η συμμετοχή της προσφεύγουσας στον εν λόγω διαγωνισμό δεν της προσδίδει καμία ιδιαίτερη ιδιότητα, σε σχέση με κάθε άλλο τρίτο πρόσωπο, όσον αφορά την απόφαση της 6ης Σεπτεμβρίου 1996.

45 Περαιτέρω, το γεγονός και μόνον ότι μια πράξη μπορεί να επηρεάσει τις σχέσεις ανταγωνισμού στην οικεία αγορά δεν αρκεί για να θεωρηθεί ότι η πράξη αυτή, που απευθύνεται σε κάποιον, αφορά άμεσα και ατομικά κάθε επιχειρηματία που βρίσκεται με αυτόν σε οποιαδήποτε σχέση ανταγωνισμού (απόφαση του Δικαστηρίου της 10ης Δεκεμβρίου 1969, 10/68 και 18/68, Eridania κατά Επιτροπής, Συλλογή τόμος 1969-1971, σ. 159, σκέψη 7).

46 Επιπλέον, η προσφεύγουσα, δεδομένου ότι η προσβαλλόμενη απόφαση τροποποίησε τους καθορισθέντες με την απόφαση της 14ης Ιουνίου 1996 συντελεστές ισοδυναμίας κατά τον τρόπο που αυτή επιθυμούσε, δεν έχει κανένα συμφέρον να ζητήσει την ακύρωσή της, καθόσον η ακύρωση αυτή θα είχε ως αποτέλεσμα να επαναφερθούν οι προηγούμενοι συντελεστές (βλ. διατάξεις του Πρωτοδικείου της 15ης Μαρτίου 1995, Τ-6/95 R, Cantine dei colli Berici κατά Επιτροπής, Συλλογή 1995, σ. ΙΙ-647, σκέψη 29, και της 29ης Ιουνίου 1995, Τ-6/95, Cantine dei colli Berici κατά Επιτροπής, μη δημοσιευθείσα στη Συλλογή, σκέψη 46).

47 Η Επιτροπή τονίζει τέλος ότι οι ισχυρισμοί που προβάλλει η προσφεύγουσα θα μπορούσαν να στραφούν κατά της πιο δυσμενούς για αυτήν αποφάσεως της 14ης Ιουνίου 1996, την οποία όμως δεν προσέβαλε εμπροθέσμως.

48 Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση την αφορά άμεσα. Η προσβαλλόμενη απόφαση την αφορά επίσης ατομικά, πρώτον, ως υποψήφια (προπαρατεθείσα απόφαση Simmenthal κατά Επιτροπής, σκέψεις 25 και 26) και, δεύτερον, λόγω της ιδιαίτερα σοβαρής οικονομικής ζημίας που υπέστη, συνεπεία της παροχής σε ανταγωνιστές, ως πληρωμή για τις προμήθειες, φρούτων τα οποία υποκατέστησαν άλλα και των οποίων η ποσότητα είναι υπερβολική. Τονίζει ότι η επίδικη απόφαση εκδόθηκε κατόπιν πλήρους επανεξετάσεως της καταστάσεως, η οποία διενεργήθηκε από την Επιτροπή κατόπιν αιτήσεώς της.

49 Η προσφεύγουσα υποστηρίζει επίσης ότι εξακολουθεί να έχει συμφέρον να επιδιώξει την ακύρωση της προσβαλλομένης αποφάσεως, έστω και αν η κατακύρωση του διαγωνισμού υπέρ των ανταγωνιστών της έχει πλήρως εκτελεστεί (προπαρατεθείσα απόφαση Simmenthal κατά Επιτροπής, σκέψη 32).

Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

50 Το άρθρο 173 της Συνθήκης ΕΚ (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρο 230 ΕΚ) παρέχει, με το τέταρτο εδάφιό του, σε κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο τη δυνατότητα να ασκεί προσφυγή ακυρώσεως κατά των αποφάσεων που απευθύνονται σε αυτό, καθώς και κατά αποφάσεων που, αν και εκδίδονται ως κανονισμοί ή αποφάσεις που απευθύνονται σε άλλο πρόσωπο, το αφορούν άμεσα και ατομικά.

51 Κατά πάγια νομολογία, υποκείμενα άλλα από τους αποδέκτες μιας αποφάσεως δεν μπορούν να ισχυριστούν ότι τα αφορά ατομικά, κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, παρά μόνον αν η απόφαση αυτή τα θίγει λόγω ορισμένων ξεχωριστών ιδιοτήτων ή μιας πραγματικής καταστάσεως που τα χαρακτηρίζει σε σχέση με κάθε άλλο πρόσωπο και έτσι τα εξατομικεύει κατά τρόπον ανάλογο προς αυτόν του αποδέκτη (απόφαση του Δικαστηρίου της 15ης Ιουλίου 1963, 25/62, Plaumann κατά Επιτροπής, Συλλογή τόμος 1954-1964, σ. 937· βλ., για παράδειγμα, απόφαση του Πρωτοδικείου της 11ης Φεβρουαρίου 1999, Τ-86/96, Arbeitsgemeinschaft Deutscher Luftfahrt-Unternehmen και Hapag-Lloyd Fluggesellschaft κατά Επιτροπής, που δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στη Συλλογή, σκέψη 42, και την παρατιθέμενη εκεί νομολογία).

52 Δεν αμφισβητείται εν προκειμένω ότι η προσφεύγουσα μετέσχε στον διαγωνισμό για τις παρτίδες αριθ. 1 και 2, και ότι η παρτίδα αριθ. 1 κατακυρώθηκε στην Trento Frutta.

53 Περαιτέρω, η Επιτροπή δεν αμφισβητεί ότι το προπαρατεθέν σημείωμά της αριθ. 10663, της 6ης Μαρτίου 1996, περιέχει στοιχεία τα οποία δεν αντιστοιχούν στους όρους που έθεσε η προκήρυξη διαγωνισμού που προβλέπεται στον κανονισμό 228/96, καθόσον προβλέπει, μεταξύ άλλων, την αντικατάσταση με ροδάκινα των μήλων και των πορτοκαλιών ως τρόπο πληρωμής για τις προμήθειες της Trento Frutta. To εν λόγω σημείωμα επιφέρει συνεπώς τροποποίηση στον τρόπο πληρωμής που προβλέπεται για τις διάφορες παρτίδες.

54 Η τροποποίηση του τρόπου πληρωμής που προβλέπεται για τις διάφορες παρτίδες επικυρώθηκε με την απόφαση της 14ης Ιουνίου 1996 όσον αφορά όλους τους μειοδότες. Εν συνεχεία, η προσφεύγουσα ζήτησε από την Επιτροπή να επανεξετάσει την απόφαση αυτή. Προς τούτο, πραγματοποιήθηκε σύσκεψη μεταξύ των υπηρεσιών της ΓΔ VI και της προσφεύγουσας στις 26 Ιουλίου 1996, μετά την οποία η προσφεύγουσα απέστειλε στην Επιτροπή την τεχνική έκθεση αριθ. 94 (σκέψεις 27 έως 28 ανωτέρω).

55 Η Επιτροπή, υπό το φως των νέων στοιχείων που περιήλθαν έτσι σε γνώση της και της επανεξετάσεως του συνόλου της καταστάσεως, ιδίως, του επιπέδου της τιμής των ροδακίνων στην κοινοτική αγορά που διαπίστωσαν οι υπηρεσίες της κατά τα μέσα Αυγούστου 1996 (βλ. το έγγραφο εργασίας της ΓΔ VI, που αποτελεί το παράρτημα 11 του υπομνήματος αντικρούσεως), εξέδωσε την επίδικη απόφαση της 6ης Σεπτεμβρίου 1996, στην οποία προβλέπονται νέοι συντελεστές ισοδυναμίας μεταξύ των ροδακίνων, αφενός, και των μήλων ή των πορτοκαλιών, αφετέρου.

56 Κατά συνέπεια, η επίδικη απόφαση πρέπει να θεωρηθεί αυτοτελής απόφαση, ληφθείσα κατόπιν αιτήσεως της προσφεύγουσας, βάσει νέων στοιχείων, και τροποποιεί τους όρους του διαγωνισμού καθόσον προβλέπει, με διαφορετικούς συντελεστές ισοδυναμίας, την αντικατάσταση από ροδάκινα των μήλων και των πορτοκαλιών ως τρόπο πληρωμής των μειοδοτών, τούτο δε παρά τις εν τω μεταξύ πραγματοποιηθείσες επαφές μεταξύ των διαδίκων.

57 Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει να θεωρηθεί ότι η επίδικη απόφαση αφορά ατομικά την προσφεύγουσα. Την αφορά ατομικά, καταρχάς, ως μη προκριθείσα υποψηφία, καθόσον ένας από τους σημαντικούς όρους του διαγωνισμού - εκείνος που αφορά τον τρόπο πληρωμής των σχετικών προμηθειών - τροποποιήθηκε εκ των υστέρων από την Επιτροπή. Συγκεκριμένα, έναν τέτοιον υποψήφιο δεν τον αφορά ατομικά μόνον η απόφαση της Επιτροπής που καθορίζει την τύχη, ευνοϋκή ή δυσμενή, μιας εκάστης των υποβληθεισών, μετά την προκήρυξη του διαγωνισμού, προσφορών (προπαρατεθείσα απόφαση Simmenthal κατά Επιτροπής, σκέψη 25). Διατηρεί επίσης ατομικό συμφέρον να μεριμνά ώστε να τηρούνται οι όροι της προκηρύξεως του διαγωνισμού κατά τη φάση της εκτελέσεώς του. Συγκεκριμένα, το ότι η Επιτροπή δεν ανέφερε, στην προκήρυξη διαγωνισμού, τη δυνατότητα που έχουν οι μειοδότες να λαμβάνουν φρούτα διαφορετικά από εκείνα που προβλέπονται ως πληρωμή για τις προμήθειές τους στέρησε από την προσφεύγουσα τη δυνατότητα να υποβάλει προσφορά διαφορετική από εκείνη που υπέβαλε και να έχει έτσι την ίδια τύχη με την Trento Frutta.

58 Δεύτερον, στις ειδικές εν προκειμένω συνθήκες, η επίδικη απόφαση αφορά ατομικά την προσφεύγουσα λόγω του ότι η απόφαση αυτή εκδόθηκε κατόπιν επανεξετάσεως του συνόλου της καταστάσεως, η οποία πραγματοποιήθηκε κατόπιν αιτήσεώς της και υπό το φως, ιδίως, των συμπληρωματικών στοιχείων που προσκόμισε στην Επιτροπή.

59 Η επίδικη απόφαση αφορά επίσης άμεσα την προσφεύγουσα, καθόσον η Επιτροπή δεν άφησε κανένα περιθώριο εκτιμήσεως στις εθνικές αρχές όσον αφορά τον τρόπο εκτελέσεως της αποφάσεως αυτής (βλ., για παράδειγμα, την απόφαση του Δικαστηρίου της 13ης Μαου 1971, 41/70, 42/70, 43/70 και 44/70, International Fruit Company κατά Επιτροπής, Συλλογή τόμος 1969-1971, σ. 783, σκέψεις 25 έως 28).

60 Πρέπει εξάλλου να απορριφθεί το επιχείρημα που αντλείται από το ότι η προσφεύγουσα δεν προσέβαλε εμπροθέσμως την απόφαση της 14ης Ιουνίου 1996, δεδομένου ότι η επίδικη απόφαση δεν μπορεί να θεωρηθεί πράξη αμιγώς επιβεβαιωτική της εν λόγω αποφάσεως. Συγκεκριμένα, όπως διαπιστώθηκε ανωτέρω, η Επιτροπή δέχθηκε, κατόπιν αιτήσεως της προσφεύγουσας, να επανεξετάσει την από 14 Ιουνίου 1996 απόφασή της, η δε επίδικη απόφαση εκδόθηκε κατόπιν της επανεξετάσεως αυτής. Περαιτέρω, η επίδικη απόφαση καθορίζει διαφορετικούς συντελεστές ισοδυναμίας και στηρίζεται σε νέα στοιχεία. Υπό τις συνθήκες αυτές, η προσφυγή της προσφεύγουσας δεν μπορεί να κηρυχθεί απαράδεκτη για τον λόγο αυτό (βλ., αποφάσεις του Πρωτοδικείου της 3ης Μαρτίου 1994, Τ-82/92, Cortes Jimenez κ.λπ. κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 1994, σ. ΙΙ-237, σκέψη 14, της 15ης Οκτωβρίου 1997, Τ-331/94, IPK κατά Επιτροπής, Συλλογή 1997, σ. ΙΙ-1665, σκέψη 24, της 8ης Ιουλίου 1998, Τ-130/96, Aquilino κατά Συμβουλίου, Συλλογή Υπ.Υπ. 1998, σ. ΙΙ-1017, σκέψη 34, και της 21ης Οκτωβρίου 1998, Τ-100/96, Vicente-Nuρez κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 1998, σ. ΙΙ-1779, σκέψεις 37 έως 42).

61 Πρέπει επίσης να απορριφθεί το επιχείρημα ότι η προσφεύγουσα δεν έχει κανένα έννομο συμφέρον εφόσον η ακύρωση της επίδικης αποφάσεως θα είχε ως μοναδικό αποτέλεσμα να επανισχύσουν οι λιγότερο ευνοϋκοί γι' αυτή συντελεστές που προβλέπονταν στην απόφαση της 14ης Ιουνίου 1996.

62 Συγκεκριμένα, δεν πρέπει να υποτεθεί, προκειμένου να εκτιμηθεί το παραδεκτό της υπό κρίση προσφυγής, ότι τυχόν απόφαση ακυρώνουσα την απόφαση της 6ης Σεπτεμβρίου 1996 θα είχε ως μοναδικό αποτέλεσμα να επαναφέρει σε ισχύ τους συντελεστές ισοδυναμίας που προβλέπονταν στην απόφαση της 14ης Ιουνίου 1996, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη την υποχρέωση της Επιτροπής να λάβει τα μέτρα που συνεπάγεται η εκτέλεση της παρούσας αποφάσεως, σύμφωνα με το άρθρο 176 της Συνθήκης ΕΚ (νυν άρθρο 233 ΕΚ) (βλ. την απόφαση του Δικαστηρίου της 26ης Απριλίου 1988, 97/86, 99/86, 193/86 και 215/86, Αστερίς κατά Επιτροπής, Συλλογή 1988, σ. 2181, σκέψεις 27 έως 32).

63 Εν πάση περιπτώσει, από τη σκέψη 32 της προπαρατεθείσας αποφάσεως Simmenthal κατά Επιτροπής προκύπτει ότι, ακόμη και στην περίπτωση κατά την οποία μια απόφαση κατακυρώσεως έχει πλήρως εκτελεστεί υπέρ άλλων διαγωνιζομένων, ένας υποψήφιος διατηρεί το συμφέρον προς ακύρωση της αποφάσεως αυτής, είτε για να επιτύχει την εκ μέρους της Επιτροπής προσήκουσα αποκατάσταση της καταστάσεως είτε για να υποχρεώσει την Επιτροπή να επιφέρει, στο μέλλον, τις προσήκουσες τροποποιήσεις στο σύστημα των διαγωνισμών, σε περίπτωση που το σύστημα αυτό θα κρινόταν αντίθετο προς ορισμένες νομικές απαιτήσεις. Η νομολογία αυτή μπορεί να εφαρμοστεί στη συγκεκριμένη περίπτωση, τόσο μάλλον που δεν αμφισβητείται ότι οι πράξεις που ανέφερε η επίμαχη προκήρυξη του διαγωνισμού δεν είχαν ακόμη πλήρως εκτελεστεί κατά την έκδοση της επίδικης αποφάσεως.

64 Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι η προσφυγή είναι παραδεκτή.

Επί της ουσίας

65 Προς στήριξη του αιτήματός της περί ακυρώσεως της αποφάσεως της 6ης Σεπτεμβρίου 1996, η προσφεύγουσα προβάλλει επτά λόγους που αφορούν αντιστοίχως: 1) παράβαση του κανονισμού 228/96 και παραβίαση των αρχών της διαφάνειας και της ίσης μεταχειρίσεως, 2) παράβαση των κανονισμών 1975/95 και 2009/95, 3) κατάχρηση εξουσίας, 4) πρόδηλες πλάνες εκτιμήσεως, 5) παράβαση του άρθρου 39 της Συνθήκης ΕΚ (νυν άρθρου 33 ΕΚ) και της παραγράφου 3 του άρθρου 40 της Συνθήκης ΕΚ (νυν, κατόπιν τροποποιήσεως, άρθρου 34 ΕΚ), καθώς και του προπαρατεθέντος κανονισμού 1035/72, της 18ης Μαου 1972, 6) έλλειψη αιτιολογίας και 7) πρόδηλη ακαταλληλότητα του μηχανισμού αντικαταστάσεως.

66 Πρέπει να εξεταστεί ο πρώτος λόγος που αφορά την παράβαση του κανονισμού 228/96, καθώς και την παραβίαση των αρχών της διαφάνειας και της ίσης μεταχειρίσεως.

Επιχειρήματα των διαδίκων

67 Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή, επιτρέποντας στον μειοδότη να παραλάβει, ως πληρωμή για την προμήθεια, προϋόν διαφορετικό από εκείνο που προέβλεπε ο κανονισμός 228/96, παρέβη τον εν λόγω κανονισμό και παραβίασε τις αρχές της διαφάνειας και της ίσης μεταχειρίσεως.

68 Η Επιτροπή τονίζει, καταρχάς, ότι ο σκοπός της επίμαχης ρυθμίσεως είναι να παρασχεθεί ανθρωπιστική βοήθεια στους πληθυσμούς της Αρμενίας και του Αζερμπαϋτζάν, με χρησιμοποίηση των προϋόντων που αποσύρουν από την αγορά οι οργανισμοί παρεμβάσεως για να στηρίξουν την τιμή των γεωργικών προϋόντων. Στο πλαίσιο αυτό, η δυνατότητα αντικαταστάσεως των φρούτων που αναφέρονται στο παράρτημα Ι του κανονισμού 228/96 από άλλα φρούτα αποσυρθέντα από την αγορά προκύπτει από την πρώτη και τη δεύτερη αιτιολογική σκέψη του κανονισμού αυτού, καθώς και από τους κανονισμούς 1975/95 και 2009/95.

69 Συγκεκριμένα, η πρώτη και η δεύτερη αιτιολογική σκέψη του κανονισμού 228/96, καθώς και η δεύτερη αιτιολογική σκέψη του κανονισμού 1975/95, προβλέπουν μόνον ότι τα φρούτα που θα παραδίδονταν ως πληρωμή στους μειοδότες θα προέρχονταν από αποθέματα φρούτων αποσυρθέντων από την αγορά στο πλαίσιο των μέτρων παρεμβάσεως, χωρίς να διευκρινίζουν ότι τα φρούτα αυτά που θα παρέχονταν ως πληρωμή στους μειοδότες πρέπει να προσδιορίζονται ρητώς στην προκήρυξη του διαγωνισμού. Ειδικότερα, το άρθρο 2, παράγραφος 2, του κανονισμού 1975/95, καθώς και το άρθρο 2, παράγραφος 2, του κανονισμού 2009/95, δεν απαιτούν τα φρούτα που παραλαμβάνονται από τα αποθέματα παρεμβάσεως να είναι τα ίδια με εκείνα που θα προμήθευαν οι μειοδότες, αλλ' απλώς ότι πρέπει να ανήκουν «στην ίδια κατηγορία προϋόντων».

70 Περαιτέρω, μια τέτοια υποχρέωση δεν θα μπορούσε να συμβιβαστεί με τις πραγματικές ανάγκες των κρατών που τυγχάνουν της σχετικής βοήθειας. Πράγματι, αν ένα από τα κράτη αυτά έχει ανάγκη χυμού πορτοκαλιών και δεν υπάρχουν αρκετά αποσυρθέντα από την αγορά πορτοκάλια, είναι προφανές ότι οι μειοδότες θα πληρωθούν με άλλα φρούτα. Ομοίως, ως πληρωμή για την προμήθεια μαρμελάδας διαφόρων φρούτων που αποτελεί το αντικείμενο των παρτίδων 5 και 6 του κανονισμού 228/96, το προϋόν που πρέπει να παραληφθεί είναι πορτοκάλια ή μήλα.

71 Η μετά την κατακύρωση αντικατάσταση των φρούτων που παρελήφθησαν ως πληρωμή ουδόλως συνιστά παραβίαση των αρχών της ίσης μεταχειρίσεως και της διαφάνειας, καθόσον δεν άσκησε καμία επιρροή στην εξέλιξη της διαδικασίας του διαγωνισμού. Συγκεκριμένα, οι υποψήφιοι διαγωνίστηκαν όλοι υπό τις αυτές προϋποθέσεις, ήτοι εκείνες που προβλέπονται στον κανονισμό 228/96 και στο παράρτημά του Ι. Δεδομένου ότι η αντικατάσταση των φρούτων έγινε μετά την κατακύρωση, δεν άσκησε την παραμικρή επιρροή στη διεξαγωγή του διαγωνισμού.

Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

72 Στο πλαίσιο της οδηγίας 71/305/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουλίου 1971, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων έργων (ΕΕ ειδ. έκδ. 17/001, σ. 7), το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι, όταν ο αναθέτων φορέας έχει καθορίσει προδιαγραφές στη συγγραφή υποχρεώσεων, η τήρηση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως των υποψηφίων επιβάλλει να είναι όλες οι προσφορές σύμφωνες προς τις εν λόγω προδιαγραφές, προκειμένου να διασφαλίζεται η αντικειμενική σύγκριση των προσφορών (αποφάσεις του Δικαστηρίου της 22ας Ιουνίου 1993, C-243/89, Επιτροπή κατά Δανίας, Συλλογή 1993, σ. Ι-3353, σκέψη 37, και της 25ης Απριλίου 1996, C-87/94, Επιτροπή κατά Βελγίου, Συλλογή 1996, σ. Ι-2043, σκέψη 70). Επιπλέον, έχει κριθεί ότι κατά τη διαδικασία συγκρίσεως των προσφορών πρέπει να τηρείται, σε όλα τα στάδιά της, τόσο η αρχή της ίσης μεταχειρίσεως των υποψηφίων όσο και η αρχή της διαφάνειας, ούτως ώστε όλοι οι υποψήφιοι να έχουν ίσες ευκαιρίες όταν υποβάλλουν τις προσφορές τους (προπαρατεθείσα απόφαση Επιτροπή κατά Βελγίου, σκέψη 54).

73 Η νομολογία αυτή μπορεί να μεταφερθεί στην υπό κρίση περίπτωση. Από τη νομολογία αυτή προκύπτει ότι η Επιτροπή όφειλε να προσδιορίσει σαφώς στην προκήρυξη του διαγωνισμού το αντικείμενο και τους όρους του διαγωνισμού και να συμμορφωθεί αυστηρώς στους διατυπωθέντες όρους, προκειμένου να έχουν όλοι οι υποψήφιοι τις ίδιες ευκαιρίες κατά την υποβολή των προσφορών τους. Ειδικότερα, η Επιτροπή δεν μπορούσε να τροποποιήσει εκ των υστέρων τους όρους του διαγωνισμού, ιδίως δε εκείνους που αφορούν την υποβαλλομένη προσφορά, κατά τρόπο μη προβλεπόμενο στην προκήρυξη του διαγωνισμού, χωρίς να παραβιάσει την αρχή της διαφάνειας.

74 Όπως διαπιστώθηκε ανωτέρω, η επίδικη απόφαση επιτρέπει στους αναδόχους, ήτοι στην Trento Frutta και στη Loma, να λάβουν ως πληρωμή για τις προμήθειές τους, προϋόντα διαφορετικά από εκείνα που αναφέρονταν στην προκήρυξη του διαγωνισμού και, μεταξύ άλλων, ροδάκινα σε αντικατάσταση των μήλων και των πορτοκαλιών.

75 Μια τέτοια αντικατάσταση δεν προβλέπεται στην προκήρυξη του διαγωνισμού όπως προκύπτει από τον κανονισμό 228/96. Συγκεκριμένα, από το παράρτημα Ι του κανονισμού αυτού, ερμηνευομένου σύμωνα με το άρθρο 154, παράγραφοι 1 και 2, του κανονισμού 2009/95 (βλ. σκέψεις 9 έως 13 ανωτέρω), προκύπτει ότι μόνον τα αναφερόμενα προϋόντα, ήτοι, όσον αφορά τις παρτίδες αριθ. 1, 2 και 5, μήλα, και, όσον αφορά τις παρτίδες 3, 4 και 6, πορτοκάλια, μπορούσαν να παραληφθούν από τους μειοδότες ως πληρωμή για τις προμήθειες.

76 Περαιτέρω, από το άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο εε, περίπτωση 1, του κανονισμού 2009/95 (βλ. σκέψη 7 ανωτέρω) προκύπτει ότι για να ήταν έγκυρη η προσφορά έπρεπε να περιλαμβάνει την ποσότητα των προϋόντων που ζητούσε ο υποψήφιος ως πληρωμή για την προμήθεια μεταποιημένων προϋόντων υπό τους όρους που προβλέπονταν στην προκήρυξη του διαγωνισμού.

77 Η αντικατάσταση των μήλων ή των πορτοκαλιών από ροδάκινα ως πληρωμή για τις σχετικές προμήθειες, καθώς και ο καθορισμός συντελεστών ισοδυναμίας μεταξύ των φρούτων αυτών, συνιστούν συνεπώς σημαντική τροποποίηση ενός ουσιώδους όρου της προκήρυξης του διαγωνισμού, ήτοι του τρόπου πληρωμής για τα προς προμήθεια προϋόντα.

78 Αντίθετα όμως προς όσα ισχυρίζεται η Επιτροπή, κανένα από τα νομοθετήματα που παραθέτει, ιδίως η πρώτη και η δεύτερη αιτιολογική σκέψη του κανονισμού 228/96 και το άρθρο 2, παράγραφος 2, του κανονισμού 1975/95 (σκέψεις 3 και 12 ανωτέρω), δεν επιτρέπει, ούτε καν εμμέσως, μια τέτοια αντικατάσταση. Αντικατάσταση δεν προβλέπεται ούτε στην προβαλλόμενη από την Επιτροπή περίπτωση κατά την οποία οι ποσότητες φρούτων στα αποθέματα παρεμβάσεως δεν θα επαρκούσαν και τα φρούτα που θα τα αντικαθιστούσαν και θα παρέχονταν ως πληρωμή στους αναδόχους θα ανήκαν «στην ίδια κατηγορία προϋόντων» στην οποία ανήκαν οι προμήθειές τους.

79 Περαιτέρω, η επίδικη απόφαση προβλέπει όχι μόνον την αντικατάσταση των μήλων και των πορτοκαλιών από ροδάκινα, αλλά καθορίζει επίσης συντελεστές ισοδυναμίας με αναφορά σε γεγονότα που συνέβησαν μετά τον διαγωνισμό, ήτοι το επίπεδο των τιμών των σχετικών φρούτων στην αγορά κατά τα μέσα Αυγούστου 1996, ενώ η συνεκτίμηση τέτοιων στοιχείων, μεταγενέστερων του διαγωνισμού, για να καθοριστεί ο τρόπος πληρωμής που ισχύει για τις σχετικές προμήθειες, ουδόλως προβλέπεται στην προκήρυξη του διαγωνισμού.

80 Επιπλέον, τα στοιχεία που παρέσχε η Επιτροπή κατά τη διάρκεια της δίκης (βλ. το παράρτημα 3 του υπομνήματος αντικρούσεως και την απάντηση που έδωσε η Επιτροπή στις ερωτήσεις του Πρωτοδικείου) δεν δικαιολογούν το ότι, κατά τον χρόνο εκδόσεως της επίμαχης αποφάσεως, δεν υπήρχαν διαθέσιμα μήλα στα αποθέματα παρεμβάσεως, έτσι ώστε να κωλύεται η εκτέλεση των πράξεων τις οποίες αναφέρει η προκήρυξη του διαγωνισμού.

81 Ακόμη και αν υποτεθεί ότι σε κοινοτικό επίπεδο δεν υπήρχαν διαθέσιμα μήλα τα οποία θα μπορούσαν να παραληφθούν, η Επιτροπή έπρεπε να προβλέψει, στην προκήρυξη του διαγωνισμού, τους ακριβείς όρους αντικαταστάσεως με άλλα φρούτα των φρούτων που προβλέπονταν ως πληρωμή για τις σχετικές προμήθειες, προκειμένου να τηρηθούν οι αρχές της διαφάνειας και της ίσης μεταχειρίσεως. Ελλείψει μιας τέτοιας προβλέψεως, η Επιτροπή όφειλε να κινήσει νέα διαδικασία διαγωνισμού.

82 Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι η επίδικη απόφαση παρέβη την προκήρυξη του διαγωνισμού που προβλέπει ο κανονισμός 228/96 και παραβίασε τις αρχές της διαφάνειας και της ίσης μεταχειρίσεως, οπότε πρέπει να ακυρωθεί, χωρίς να χρειάζεται να κριθούν οι λοιποί λόγοι τους οποίους προέβαλε η προσφεύγουσα.

Υπόθεση Τ-106/97

83 Πρέπει να εξεταστεί το παραδεκτό της προσφυγής.

Επιχειρήματα των διαδίκων

84 Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι η προσφυγή ασκήθηκε στις 9 Απριλίου 1997, ήτοι μετά τη λήξη της προθεσμίας που προβλέπει το άρθρο 173, πέμπτο εδάφιο, της Συνθήκης, η οποία άρχισε να τρέχει στις 31 Οκτωβρίου 1996.

85 Συγκεκριμένα, η προσφεύγουσα έλαβε ασφαλώς γνώση του περιεχομένου της αποφάσεως της 22ας Ιουλίου 1996 κατά την επ' ακροατηρίου συζήτηση της 31ης Οκτωβρίου 1996 ενώπιον του Tribunale amministrativo regionale del Lazio. Κατ' αυτήν την ημερομηνία (και μάλιστα δέκα ημέρες πριν, ήτοι στις 21 Οκτωβρίου 1996, σύμφωνα με το υπόμνημα της ΑΙΜΑ), η ΑΙΜΑ κατέθεσε στη δικογραφία της υποθέσεως που εκκρεμούσε ενώπιον του δικαστηρίου αυτού το σημείωμα αριθ. 29903 της Επιτροπής, της 23ης Ιουλίου 1996 (παράρτημα 11 του υπομνήματος αντικρούσεως στην υπόθεση Τ-106/97). Το σημείωμα αυτό επαναλάμβανε το περιεχόμενο της αποφάσεως της 22ας Ιουλίου 1996 και, ειδικότερα, τον συντελεστή ισοδυναμίας μεταξύ των μήλων και των νεκταρινιών. Μάλιστα στο εν λόγω σημείωμα είχε επισυναφθεί το κείμενο της αποφάσεως αυτής.

86 Με το δικόγραφο της προσφυγής στην υπόθεση Τ-191/96 (σκέψη 12), που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 25 Νοεμβρίου 1996, η προσφεύγουσα ισχυρίστηκε εξάλλου ότι γνώριζε ότι στις 22 Ιουλίου 1996 είχε εκδοθεί μια απόφαση της Επιτροπής που διεύρυνε, σε σχέση με την απόφαση της 14ης Ιουνίου 1996, τη «δυνατότητα αντικαταστάσεως» των φρούτων. Η προσφεύγουσα απέδειξε επίσης ότι γνώριζε το περιεχόμενο της αποφάσεως της 22ας Ιουλίου 1996, κάνοντας ρητώς αναφορά, στο σημείο 23 του δικογράφου της προσφυγής στην υπόθεση Τ-191/96, στα «εν λόγω φρούτα (μήλα και πορτοκάλια, αφενός, ροδάκινα, βερίκοκα και νεκταρίνια, αφετέρου)».

87 Το γεγονός ότι η προσφεύγουσα δεν ζήτησε αντίγραφο του προπαρατεθέντος σημειώματος αριθ. 29903 της 23ης Ιουλίου 1996, στο πλαίσιο της διαδικασίας ενώπιον του Tribunale amministativo regionale del Lazio, και ότι δεν φρόντισε να της κοινοποιηθεί το έγγραφο αυτό, μολονότι είχε κινήσει κατά της ΑΙΜΑ αγωγή σχετικά με τον επίμαχο διαγωνισμό, συνιστά βαρειά αμέλεια και δεν μπορεί να προβάλλεται για να δικαιολογηθεί η μη τήρηση της προθεσμίας ασκήσεως της προσφυγής στην παρούσα υπόθεση.

88 Ακόμη και αν υποτεθεί ότι η προσφεύγουσα δεν έλαβε όντως γνώση ολοκλήρου του κειμένου της αποφάσεως της 22ας Ιουλίου 1996, θα έπρεπε οπωσδήποτε να το ζητήσει τυπικά από την Επιτροπή (απόφαση του Πρωτοδικείου της 29ης Μαου 1991, Τ-12/90, Bayer κατά Επιτροπής, Συλλογή 1991, σ. ΙΙ-219· διατάξεις του Δικαστηρίου της 5ης Μαρτίου 1993, C-102/92, Ferriere Acciaierie Sarde κατά Επιτροπής, Συλλογή 1993, σ. Ι-801, σκέψεις 17 επ., και του Πρωτοδικείου της 10ης Φεβρουαρίου 1994, Τ-468/93, Frinili κατά Επιτροπής, Συλλογή 1994, σ. ΙΙ-33, σκέψεις 31 επ.).

89 Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι δεν έλαβε γνώση του κειμένου της αποφάσεως της 22ας Ιουλίου 1996, παρά μόνον όταν η Επιτροπή υπέβαλε το υπόμνημα αντικρούσεως στην υπόθεση Τ-191/96, στις 30 Ιανουαρίου 1997.

90 Κατά τη σύσκεψη της 26ης Ιουλίου 1996 με τις υπηρεσίες της ΓΔ VI, η προσφεύγουσα ζήτησε ρητώς πληροφορίες σχετικά με ενδεχόμενη απόφαση που θα διεύρυνε τη δυνατότητα αντικαταστάσεως με άλλα φρούτα των φρούτων που προβλέπονταν στην προκήρυξη του διαγωνισμού. Ωστόσο, δεν έλαβε καμία διευκρίνιση από τους παρόντες υπαλλήλους.

91 Μολονότι το υπόμνημα της ΑΙΜΑ που κατατέθηκε στο πλαίσιο της διαδικασίας ενώπιον του ιταλικού διοικητικού δικαστηρίου μνημόνευε, σε παράρτημα, το προπαρατεθέν σημείωμα αριθ. 29903 της 23ης Ιουλίου 1996, η προσφεύγουσα δεν έλαβε αντίγραφο του εγγράφου αυτού και δεν ζήτησε τέτοιο αντίγραφο, θεωρώντας ότι επρόκειτο για σημείωμα ανάλογο με τα λοιπά, που αφορούσαν την αντικατάσταση των μήλων και των πορτοκαλιών με ροδάκινα και βερίκοκα. Εξάλλου, οι παρατηρήσεις της ΑΙΜΑ δεν περιείχαν καμία αναφορά στην απόφαση της 22ας Ιουλίου 1996, η οποία δεν αναφέρθηκε ούτε και κατά την επ' ακροατηρίου συζήτηση της 31ης Οκτωβρίου 1996.

92 Με έγγραφο της 5ης Σεπτεμβρίου 1997, με το οποίο απάντησε σε αίτημα της προσφεύγουσας, η ΑΙΜΑ ανέφερε εξάλλου ότι δεν εύρισκε στους φακέλους της κανένα στοιχείο «της αποφάσεως της Επιτροπής που εκδόθηκε στις 22 Ιουλίου 1996» (παράρτημα 3 του υπομνήματος απαντήσεως στην υπόθεση Τ-106/97).

Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

93 Στο σημείο 12 του δικογράφου της προσφυγής στην υπόθεση Τ-191/96, η προσφεύγουσα υποστήριξε ότι, κατά τη σύσκεψη της 26ης Ιουλίου 1996 (βλ. σκέψη 27 ανωτέρω), έλαβε γνώση του ότι η Επιτροπή είχε επιτρέψει στους μειοδότες να παραλάβουν, ως πληρωμή για τις επίμαχες προμήθειες, φρούτα διαφορετικά από εκείνα που προβλέπονταν στην προκήρυξη του διαγωνισμού, με δύο χωριστές αποφάσεις, της 14ης Ιουνίου και της 22ας Ιουλίου 1996 αντιστοίχως, η δεύτερη εκ των οποίων, η οποία δεν της είχε κοινοποιηθεί, είχε «διευρύνει περαιτέρω τη δυνατότητα αντικαταστάσεως».

94 Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι, στις 26 Ιουλίου 1996, η προσφεύγουσα γνώριζε την εκ μέρους της Επιτροπής έκδοση, στις 22 Ιουλίου 1996, μιας αποφάσεως η οποία διεύρυνε την προβλεπομένη στην απόφαση της 14η Ιουνίου 1996 δυνατότητα αντικαταστάσεως των μήλων και των πορτοκαλιών από άλλα φρούτα.

95 Εν συνεχεία, στο από 21 Οκτωβρίου 1996 υπόμνημά της που κατέθεσε ενώπιον του Tribunale amministrativo regionale del Lazio (παράρτημα 4 του υπομνήματος απαντήσεως στην υπόθεση Τ-191/96), η ΑΙΜΑ διευκρίνισε τα εξής:

«Είναι γεγονός ότι οι αμφισβητούμενες παράμετροι μετατροπής μεταξύ των φρούτων (μήλων, πορτοκαλιών, ροδακίνων, βερικόκων και νεκταρινιών) που χρησιμοποιούνται ως πληρωμή για τις προμήθειες που κατακυρώθηκαν στην Trento Frutta και στη Loma απορρέουν από κοινοτικές αποφάσεις (βλ. σημείωμα αριθ. 24700 της 20.6.96 και αριθ. 29903 της 23.7.96) τις οποίες η ΑΙΜΑ έπρεπε αναγκαστικά να εφαρμόσει, ενημερώνοντας σχετικώς τους ενδιαφερομένους.»]

96 Το υπόμνημα αυτό αναφέρει ως συνημμένο παράρτημά του το σημείωμα της Επιτροπής αριθ. 29903 της 23ης Ιουλίου 1996. Δεν αμφισβητείται ότι το εν λόγω σημείωμα επαναλαμβάνει το περιεχόμενο της αποφάσεως της Επιτροπής της 22ας Ιουλίου 1996.

97 Η επ' ακροατηρίου συζήτηση ενώπιον του Tribunale amministrativo regionale del Lazio διεξήχθη στις 31 Οκτωβρίου 1996.

98 Από τα ανωτέρω προκύπτει, αφενός, ότι, στις 31 Οκτωβρίου 1996 το αργότερο, η προσφεύγουσα γνώριζε τουλάχιστον το γεγονός ότι η Επιτροπή είχε εκδώσει απόφαση επιτρέπουσα την αντικατάσταση από νεκταρίνια των φρούτων που προβλέπονταν ως πληρωμή των προμηθειών που πραγματοποίησαν η Trento Frutta και η Loma, και, αφετέρου, ότι το περιεχόμενο της αποφάσεως αυτής επαναλαμβανόταν στο σημείωμα της Επιτροπής αριθ. 29903 της 23ης Ιουλίου 1996.

99 Η διαπίστωση αυτή επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι, στο σημείο 23 του δικογράφου της προσφυγής στην υπόθεση Τ-191/96, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 25 Νοεμβρίου 1996, η προσφεύγουσα αναφέρθηκε στη δυνατότητα αντικαταστάσεως από νεκταρίνια των φρούτων που αναφέρονταν στην προκήρυξη του διαγωνισμού.

100 Ακόμη και αν, όπως υποστηρίζει, η προσφεύγουσα δεν γνώριζε ολόκληρο το κείμενο της αποφάσεως της 22ας Ιουλίου 1996 πριν από τις 30 Ιανουαρίου 1997, ημερομηνία της καταθέσεως του υπομνήματος αντικρούσεως στην υπόθεση Τ-191/96, στο οποίο ήταν συνημμένο αντίγραφο της αποφάσεως αυτής, πρέπει να υπενθυμιστεί ότι, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, στον γνωρίζοντα την ύπαρξη πράξεως που τον αφορά εναπόκειται να ζητήσει το πλήρες κείμενό της εντός εύλογης προθεσμίας (προπαρατεθείσα διάταξη Ferriere Acciaierie Sarde κατά Επιτροπής, σκέψη 18).

101 Εν προκειμένω όμως δεν αποδείχθηκε ότι η προσφεύγουσα ζήτησε από την Επιτροπή να της παράσχει το πλήρες κείμενο της αποφάσες της 22ας Ιουλίου 1996, είτε μετά τη σύσκεψη της 26ης Ιουλίου 1996, είτε μετά την κατάθεση του υπομνήματος της ΑΙΜΑ ενώπιον του Tribunale amministrativo regionale del Lazio στις 21 Οκτωβρίου 1996, είτε ακόμη μετά την επ' ακροατηρίου συζήτηση ενώπιον του δικαστηρίου αυτού στις 31 Οκτωβρίου 1996.

102 Υπό τις συνθήκες αυτές, η προσφεύγουσα δεν μπορεί βασίμως να ισχυρίζεται ότι ως ημερομηνία ενάρξεως της προθεσμίας ασκήσεως της προσφυγής πρέπει να οριστεί η 30ή Ιανουαρίου 1997. Συγκεκριμένα, από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι η εύλογη προθεσμία για να ζητήσει το πλήρες κείμενο της αποφάσεως της 22ας Ιουλίου 1996 είχε σαφώς παρέλθει πολύ πριν από την ημερομηνία αυτή.

103 Επομένως, η προσφυγή που ασκήθηκε στις 9 Απριλίου 1997 πρέπει να θεωρηθεί εκπρόθεσμη και, συνεπώς, απαράδεκτη.

Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


Επί των δικαστικών εξόδων

104 Κατά το άρθρο 87, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, του Κανονισμού Διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα έξοδα, εφόσον υπήρχε σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου. Κατά το άρθρο 87, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας, το Πρωτοδικείο μπορεί να κατανείμει τα έξοδα ή να αποφασίσει ότι κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά του έξοδα σε περίπτωση μερικής ήττας των διαδίκων ή εφόσον συντρέχουν εξαιρετικοί λόγοι.

105 Δεδομένου ότι η Επιτροπή ηττήθηκε στην υπόθεση Τ-191/96 και η προσφεύγουσα υπέβαλε σχετικό αίτημα, πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα της υποθέσες αυτής. Όσον αφορά τη διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων στην υπόθεση Τ-191/96 R, το Πρωτοδικείο θεωρεί, με βάση τη διάταξη του Προέδρου του Πρωτοδικείου της 26ης Φεβρουαρίου 1997, ότι πρέπει να διατάξει ότι κάθε διάδικος φέρει τα δικά του έξοδα.

106 Αντιθέτως, δεδομένου ότι η προσφεύγουσα ητήθηκε στην υπόθεση Τ-106/97 και η Επιτροπή υπέβαλε σχετικό αίτημα, πρέπει να καταδικαστεί στα αντίστοιχα δικαστικά έξοδα.

Διατακτικό


Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ

(δεύτερο τμήμα)

αποφασίζει:

1) Ακυρώνει την απόφαση C(96) 2208 της Επιτροπής της 6ης Σεπτεμβρίου 1996.

2) Απορρίπτει ως απαράδεκτη την προσφυγή στην υπόθεση Τ-106/97.

3) Καταδικάζει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα στην υπόθεση Τ-191/96. Έκαστος των διαδίκων θα φέρει τα δικά του έξοδα στην υπόθεση Τ-191/96 R. Καταδικάζει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα που αντιστοιχούν στην υπόθεση Τ-106/97.

Top