Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 61996CC0098

Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Elmer της 29ης Απριλίου 1997.
Kasim Ertanir κατά Land Hessen.
Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Verwaltungsgericht Darmstadt - Γερμανία.
Συμφωνία Συνδέσεως ΕΟΚ-Τουρκίας - Απόφαση του Συμβουλίου Συνδέσεως - Ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων - Έννοιες του ανήκοντος στη νόμιμη αγορά εργασίας κράτους μέλους και της νόμιμης απασχολήσεως - Άδεια παραμονής περιοριζόμενη στην προσωρινή άσκηση του επαγγέλματος του ειδικευμένου μαγείρου σε κατονομαζόμενο εργοδότη - Περίοδοι μη καλυπτόμενες από άδεια εργασίας ή/και παραμονής - Υπολογισμός των περιόδων απασχολήσεως.
Υπόθεση C-98/96.

Συλλογή της Νομολογίας 1997 I-05179

ECLI identifier: ECLI:EU:C:1997:225

61996C0098

Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Elmer της 29/04/1997. - Kasim Ertanir κατά Land Hessen. - Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Verwaltungsgericht Darmstadt - Γερμανία. - Συμφωνία Συνδέσεως ΕΟΚ-Τουρκίας - Απόφαση του Συμβουλίου Συνδέσεως - Ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων - Έννοιες του ανήκοντος στη νόμιμη αγορά εργασίας κράτους μέλους και της νόμιμης απασχολήσεως - Άδεια παραμονής περιοριζόμενη στην προσωρινή άσκηση του επαγγέλματος του ειδικευμένου μαγείρου σε κατονομαζόμενο εργοδότη - Περίοδοι μη καλυπτόμενες από άδεια εργασίας ή/και παραμονής - Υπολογισμός των περιόδων απασχολήσεως. - Υπόθεση C-98/96.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1997 σελίδα I-05179


Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα


Εισαγωγή

1 Στην παρούσα υπόθεση το Verwaltungsgericht Darmstadt ζητεί από το Δικαστήριο να αποφανθεί επί διαφόρων ζητημάτων ερμηνείας του άρθρου 6, παράγραφοι 1 και 3, της αποφάσεως 1/80 του Συμβουλίου Συνδέσεως, που συστάθηκε με τη Συμφωνία Συνδέσεως μεταξύ της Ευρωπαϋκής Οικονομικής Κοινότητας και της Τουρκίας (1).

Οι σχετικές διατάξεις του κοινοτικού δικαίου

2 Αυτή η Συμφωνία Συνδέσεως έχει, σύμφωνα με το άρθρο 2, παράγραφος 1, ως σκοπό την «προαγωγή της συνεχούς και ισορρόπου ενισχύσεως των εμπορικών και οικονομικών σχέσεων μεταξύ των μερών, λαμβανομένης πλήρως υπόψη της ανάγκης εξασφαλίσεως της επιταχυνομένης αναπτύξεως της τουρκικής οικονομίας και της ανυψώσεως του επιπέδου απασχολήσεως και των όρων διαβιώσεως του τουρκικού λαού».

Κατά το άρθρο 12 της Συμφωνίας, τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνούν «να εμπνέονται από τα άρθρα 48, 49 και 50 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Κοινότητας για τη σταδιακή πραγματοποίηση της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων μεταξύ τους».

3 Κατά το άρθρο 36 του προσθέτου πρωτοκόλλου στη Συμφωνία Συνδέσεως της 23ης Νοεμβρίου 1970 (2), το Συμβούλιο Συνδέσεως καθορίζει τους αναγκαίους κανόνες για την προοδευτική πραγματοποίηση της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων μεταξύ των κρατών μελών της Κοινότητας και της Τουρκίας, σύμφωνα με τις αναφερόμενες στο άρθρο 12 της Συμφωνίας Συνδέσεως αρχές.

4 Το Συμβούλιο Συνδέσεως εξέδωσε, κατ' εφαρμογή της διατάξεως αυτής, την απόφαση 1/80, η οποία τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιουλίου 1980 (στο εξής: απόφαση 1/80) (3). Το άρθρο 6, παράγραφοι 1 και 3, της αποφάσεως έχει ως εξής:

«1. (...) Τούρκος εργαζόμενος που απασχολείται νομίμως στην αγορά εργασίας κράτους μέλους:

- έχει, εντός του κράτους αυτού, μετά από ένα έτος νόμιμης εργασίας, δικαίωμα ανανεώσεως της αδείας εργασίας στον ίδιο εργοδότη, εφόσον ήδη εργάζεται·

- έχει, εντός του κράτους αυτού, μετά από τρία έτη νόμιμης απασχολήσεως (...) το δικαίωμα να ανταποκρίνεται σε πρόταση απασχολήσεως, στον ίδιο επαγγελματικό κλάδο και σε εργοδότη της επιλογής του, νομίμως διατυπούμενη και καταχωρούμενη στις υπηρεσίες απασχολήσεως του εν λόγω κράτους μέλους·

- έχει, εντός του κράτους αυτού, μετά από τέσσερα έτη νόμιμης απασχολήσεως, ελεύθερη πρόσβαση σε οποιαδήποτε μισθωτή δραστηριότητα της επιλογής του.

2. (...)

3. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής [της παραγράφου 1] (...) καθορίζονται με διατάξεις που εκδίδει κάθε κράτος μέλος.»

Τα πραγματικά περιστατικά της διαφοράς της κύριας δίκης

5 Ο Kasim Ertanir, Τούρκος υπήκοος, διέμενε το 1991 στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας. Η γερμανική υπηρεσία αλλοδαπών του γνωστοποίησε τότε ότι δεν ήταν πλέον δυνατή η παράταση της ισχύος της αδείας παραμονής που του είχε χορηγηθεί, του δήλωσε όμως συγχρόνως ότι προτίθετο να του χορηγήσει μία βεβαίωση προεγκρίσεως, με την οποία μπορούσε να λάβει από τη γερμανική πρεσβεία στην Άγκυρα θεώρηση εισόδου, η οποία θα του επέτρεπε την εκ νέου είσοδο στην επικράτεια της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και την ανάληψη εκεί επαγγελματικής δραστηριότητας με την ιδιότητα του ειδικευμένου μαγείρου. Στο έγγραφό της της 17ης Δεκεμβρίου 1991 προς τον πληρεξούσιο δικηγόρο του προσφεύγοντος η υπηρεσία αλλοδαπών επισήμανε ότι «η διάρκεια παραμονής στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, με την ιδιότητα του Τούρκου ειδικευμένου μαγείρου, δεν μπορεί να υπερβεί τα τρία έτη».

6 Κατόπιν τούτου ο Ertanir επέστρεψε στην Τουρκία. Στις 14 Απριλίου 1992 έλαβε από τη γερμανική πρεσβεία στην Άγκυρα την προαναφερθείσα θεώρηση και επέστρεψε την ίδια ημέρα στη Γερμανία. Η θεώρηση αυτή, η οποία ίσχυε για τρεις μήνες, περιείχε τον ακόλουθο όρο: «ισχύει μόνο για την άσκηση της επαγγελματικής δραστηριότητας του ειδικευμένου μαγείρου στο εστιατόριο Ratskeller στο Weinheim».

7 Κατόπιν αιτήσεως που υπέβαλε στις 30 Ιουνίου 1992, ο προσφεύγων έλαβε στις 14 Αυγούστου 1992 άδεια παραμονής μέχρι τις 13 Απριλίου 1993. Η αίτησή του της 8ης Απριλίου 1993 για περαιτέρω παράταση έγινε δεκτή την ίδια μέρα, με ισχύ μέχρι τις 13 Απριλίου 1994. Και οι δύο άδειες παραμονής περιελάμβαναν την επισήμανση: «η άδεια παραμονής παύει να ισχύει με το πέρας της απασχολήσεως του δικαιούχου ως μαγείρου στο εστιατόριο Ratskeller στο Weinheim. Η άδεια παραμονής δεν υποκαθιστά την άδεια εργασίας».

8 Με έγγραφο της 9ης Αυγούστου 1993 η υπηρεσία αλλοδαπών επέστησε την προσοχή του Ertanir στο γεγονός ότι η άδεια παραμονής για την άσκηση της επαγγελματικής δραστηριότητας του ειδικευμένου μαγείρου μπορεί να χορηγηθεί ή να παραταθεί μόνο για συνολική διάρκεια τριών ετών.

9 Στις 19 Απριλίου 1994 ο προσφεύγων ζήτησε την περαιτέρω παράταση της αδείας παραμονής του. Με έγγραφο της 20ής Απριλίου 1994 η υπηρεσία αλλοδαπών παρέτεινε την άδεια παραμονής μέχρι τις 14 Απριλίου 1995, επεσήμανε όμως και πάλι ότι η άδεια παραμονής για την άσκηση της δραστηριότητας του ειδικευμένου μαγείρου μπορούσε να παραταθεί μόνο για συνολική διάρκεια ισχύος τριών ετών. Αυτή η άδεια παραμονής περιελάμβανε τον ίδιο όρο με την άδεια της 14ης Αυγούστου 1992.

10 Για τα χρονικά διαστήματα της παραμονής του στη Γερμανία ο προσφεύγων έλαβε από το γραφείο εργασίας του Mannheim άδειες εργασίας που αφορούσαν την επαγγελματική δραστηριότητα για την άσκηση της οποίας του είχε χορηγηθεί η άδεια παραμονής. Έτσι έλαβε στις 24 Απριλίου 1991 άδεια εργασίας μέχρι τις 23 Απριλίου 1992 για την επαγγελματική δραστηριότητα του ειδικευμένου μαγείρου στο εστιατόριο Ratskeller στο Weinheim. Στις 27 Μαρτίου 1992 η ισχύς της εν λόγω αδείας εργασίας παρατάθηκε μέχρι τις 23 Απριλίου 1993. Στις 13 Μαου 1993 η ισχύς της αδείας εργασίας παρατάθηκε για το χρονικό διάστημα από 24 Απριλίου 1993 έως 23 Απριλίου 1994. Στις 6 Μαου 1994 παρατάθηκε εκ νέου για το χρονικό διάστημα από 24 Απριλίου 1994 έως 23 Απριλίου 1996.

11 Στις 13 Απριλίου 1995 ο Ertanir ζήτησε την παράταση της ισχύος της αδείας παραμονής του για δύο ακόμη έτη. Η υπηρεσία αλλοδαπών του ομόσπονδου κράτους της Έσσης απέρριψε την αίτηση αυτή με απόφαση της 17ης Ιουλίου 1995, επικαλούμενη μεταξύ άλλων την εγκύκλιο του Υπουργείου Εσωτερικών του ομόσπονδου κράτους της Έσσης της 3ης Φεβρουαρίου 1995, σύμφωνα με την οποία στους ειδικευμένους μαγείρους δεν έχουν εφαρμογή οι ευεργετικές διατάξεις της αποφάσεως 1/80.

12 Με έγγραφο της 8ης Αυγούστου 1995 ο προσφεύγων υπέβαλε διοικητική ένσταση κατά της αποφάσεως αυτής.

Η διαδικασία ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου και τα προδικαστικά ερωτήματα

13 Εκτός αυτού, στις 24 Οκτωβρίου 1995 ο Ertanir προσέφυγε ενώπιον του Verwaltungsgericht Darmstadt ζητώντας του να προσδώσει ανασταλτικό αποτέλεσμα στην ένστασή του. Το Verwaltungsgericht ανέστειλε τη διαδικασία, με διάταξη της 29ης Φεβρουαρίου 1996, και υπέβαλε στο Δικαστήριο τα ακόλουθα ερωτήματα για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως:

«1) Ποιες συνέπειες έχουν για την ισχύ της αδείας παραμονής και εργασίας οι περίοδοι διακοπής της νόμιμης παραμονής ή οι περίοδοι απασχολήσεως χωρίς άδεια εργασίας όσον αφορά ήδη υφιστάμενα δικαιώματα, απορρέοντα από το άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80 του Συμβουλίου Συνδέσεως ΕΟΚ-Τουρκίας, περί της προωθήσεως της συνδέσεως, σε περίπτωση που οι περίοδοι αυτές δεν εξομοιώνονται, δυνάμει του άρθρου 6, παράγραφος 2, της εν λόγω αποφάσεως, με περιόδους νόμιμης απασχολήσεως;

2) Ανήκει στη νόμιμη αγορά εργασίας ενός κράτους μέλους, υπό την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80, ένας Τούρκος εργαζόμενος, κάτοχος αδείας εργασίας και παραμονής, βάσει των οποίων έχει δικαίωμα ασκήσεως της επαγγελματικής δραστηριότητας του ειδικευμένου μαγείρου, ακόμη και στην περίπτωση κατά την οποία γνώριζε, πριν από την έναρξη της παραμονής του στο οικείο κράτος μέλος, ότι του χορηγείται άδεια παραμονής με συνολική διάρκεια ισχύος τρία μόνον έτη και αποκλειστικά για την άσκηση συγκεκριμένης δραστηριότητας στην υπηρεσία κατονομαζόμενου εργοδότη;

3) Σε περίπτωση που το Δικαστήριο κρίνει ότι η διαλαμβανόμενη στο δεύτερο ερώτημα κατηγορία προσώπων ανήκει στη νόμιμη αγορά ενός κράτους μέλους: Παρέχει η βάσει του άρθρου 6, παράγραφος 3, της αποφάσεως 1/80 εξουσιοδότηση προς τα κράτη μέλη τη δυνατότητα δημιουργίας δικαιωμάτων παραμονής στην ημεδαπή, για τα οποία εξ υπαρχής δεν έχουν εφαρμογή οι ευεργετικές διατάξεις του άρθρου 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως;»

Επί του πρώτου ερωτήματος

14 Από τη δικογραφία προκύπτει ότι η απασχόληση του Ertanir καθ' όλη τη διάρκεια της παραμονής του στη Γερμανία ήταν νόμιμη από πλευράς εργατικού δικαίου. Εντούτοις, η ισχύς της σχετικής αδείας εργασίας παρατάθηκε δύο φορές εκ των υστέρων. Όσον αφορά την άδεια παραμονής του προκύπτει ότι τον Απρίλιο του 1994 δεν φρόντισε για έγκαιρη παράταση της ισχύος της αδείας αυτής, με αποτέλεσμα, κατά το χρονικό διάστημα από 14 Απριλίου 1994 έως 20 Απριλίου 1994, να μην είναι κάτοχος ισχύουσας αδείας παραμονής.

Με το πρώτο ερώτημα, συνεπώς, ερωτάται στην πραγματικότητα κατά πόσον σύντομες διακοπές της νόμιμης παραμονής και της νόμιμης απασχολήσεως Τούρκου εργαζομένου έχουν συνέπειες για τα δικαιώματά του που απορρέουν από το άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80, στην περίπτωση που το οικείο κράτος μέλος χαρακτηρίσει εκ των υστέρων ως νόμιμη την παραμονή κατά τα εν λόγω χρονικά διαστήματα.

15 Η Γερμανική Κυβέρνηση δεν θεώρησε απαραίτητο να λάβει θέση επί του ερωτήματος αυτού, παραπέμποντας στην απάντησή της στο δεύτερο και τρίτο ερώτημα.

16 Η Επιτροπή υποστήριξε ότι τέτοιες μικρές διακοπές της νόμιμης απασχολήσεως και της νόμιμης παραμονής Τούρκου εργαζομένου δεν έχουν συνέπειες για τα προαναφερθέντα δικαιώματα που απορρέουν από το άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80, εφόσον το οικείο κράτος μέλος δεν διατυπώσει σχετική επιφύλαξη σε μεταγενέστερες αποφάσεις.

17 Προϋπόθεση για να μπορεί να αντλήσει ο Τούρκος εργαζόμενος δικαιώματα από το άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80 είναι να είχε νόμιμη απασχόληση για τα χρονικά διαστήματα που αναφέρονται στη διάταξη. Το άρθρο 6, παράγραφος 1, δεν προβλέπει ιδιαίτερες προϋποθέσεις για να είναι η απασχόληση «νόμιμη». Το ζήτημα αυτό πρέπει επομένως να κριθεί σύμφωνα με τις διατάξεις των κρατών μελών που ορίζουν τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες οι Τούρκοι υπήκοοι έχουν δικαίωμα να εισέρχονται και να διαμένουν στο έδαφος των κρατών μελών και να ασκούν εκεί επαγγελματική δραστηριότητα. Επομένως οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες η παραμονή στο έδαφος ενός κράτους μέλους είναι νόμιμη κρίνονται σύμφωνα με το δίκαιο του οικείου κράτους μέλους.

18 Προφανώς δεν είναι ασύνηθες οι υπηρεσίες αλλοδαπών των κρατών μελών - για παράδειγμα, λόγω μεγάλου φόρτου εργασίας - να χορηγούν παρατάσεις αδειών παραμονής και αδειών εργασίας μετά την πάροδο της ημερομηνίας κατά την οποία λήγει η ισχύς τους, με αποτέλεσμα να παρατείνεται η ισχύς αδειών παραμονής και εργασίας ως εάν είχε χορηγηθεί έγκαιρα η παράταση, και να χαρακτηρίζεται εκ των υστέρων ως νόμιμη η παραμονή και η απασχόληση για το χρονικό διάστημα, κατά το οποίο δεν υπήρχε άδεια παραμονής και εργασίας. Επίσης προφανώς δεν είναι ασύνηθες οι υπηρεσίες αλλοδαπών των κρατών μελών να παραβλέπουν την ενδεχόμενη υπέρβαση της προθεσμίας για την υποβολή αιτήσεως για παράταση της ισχύος αδείας παραμονής και εργασίας και να παρατείνουν τις άδειες αυτές ως εάν είχαν υποβληθεί έγκαιρα οι σχετικές αιτήσεις, έστω και αν, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, ο αλλοδαπός οφείλει ο ίδιος να εξασφαλίσει τη νομιμότητα της απασχολήσεως και της παραμονής του, και επομένως πρέπει να φροντίσει ο ίδιος έγκαιρα για την παράταση της ισχύος αδείας παραμονής και εργασίας του.

19 Σύμφωνα με τα ανωτέρω το Δικαστήριο, με την απόφαση της 17ης Απριλίου 1997 (4), έκρινε ότι ορισμένες περίοδοι παραμονής στην ημεδαπή πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό της τριετούς νόμιμης παραμονής υπό την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, πρώτη περίπτωση, της αποφάσεως 1/80, και στην συνέχεια προσέθεσε ότι:

«Το αυτό ισχύει για το χρονικό διάστημα κατά το οποίο το ενδιαφερόμενο άτομο δεν είχε ισχύουσα άδεια παραμονής, εφόσον οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής δεν αμφισβήτησαν για τον λόγο αυτό τη νομιμότητα της διαμονής του ενδιαφερομένου στο εθνικό έδαφος, αλλά, αντιθέτως, του χορήγησαν νέα άδεια διαμονής.»

20 Από τη δικογραφία προκύπτει ότι η γερμανική υπηρεσία αλλοδαπών θεώρησε νόμιμη την παραμονή του Ertanir στη Γερμανία κατά το σύντομο χρονικό διάστημα μεταξύ της λήξεως της μέχρι τότε ισχύουσας αδείας παραμονής και της χορηγήσεως νέας αδείας παραμονής, δεδομένου ότι η παραμονή του στη Γερμανία κατά το χρονικό αυτό διάστημα χαρακτηρίστηκε εκ των υστέρων ως νόμιμη, ως εάν είχαν υποβληθεί εγκαίρως οι αντίστοιχες αιτήσεις.

21 Για τους λόγους αυτούς στο υπό κρίση ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80 έχει την έννοια ότι για τον υπολογισμό του χρονικού διαστήματος της νομίμου απασχολήσεως, κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το χρονικό διάστημα κατά το οποίο ο ενδιαφερόμενος δεν ήταν κάτοχος ισχύουσας αδείας παραμονής ή εργασίας, εφόσον οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής δεν αμφισβήτησαν για τον λόγο αυτό τη νομιμότητα της παραμονής του στην εθνική επικράτεια, αλλά, αντιθέτως, χαρακτήρισαν εκ των υστέρων την παραμονή του νόμιμη, χορηγώντας του νέα άδεια παραμονής και εργασίας.

Επί του δευτέρου ερωτήματος

22 Με το δεύτερο ερώτημα το αιτούν δικαστήριο ζητεί από το Δικαστήριο την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως σχετικά με το αν Τούρκος εργαζόμενος, ο οποίος ασκεί επαγγελματική δραστηριότητα ως ειδικευμένος μάγειρος, έχει νόμιμη απάσχοληση και ανήκει στη νόμιμη αγορά εργασίας ενός κράτους μέλους, κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80, όταν κατά τη χορήγηση της αδείας παραμονής και εργασίας του του γνωστοποιήθηκε ότι η άδεια αυτή μπορούσε να χορηγηθεί για τρία έτη κατ' ανώτατο όριο και μόνο σε συνάρτηση με συγκεκριμένη απασχόληση σε συγκεκριμένο εργοδότη.

23 Η Γερμανική Κυβέρνηση υποστήριξε ότι Τούρκος εργαζόμενος, ο οποίος έχει λάβει προσωρινή άδεια παραμονής και εργασίας για την άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας ως ειδικευμένος μάγειρος, δεν ανήκει στη νόμιμη αγορά εργασίας ενός κράτους μέλους, κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80.

24 Αντιθέτως, η Επιτροπή και ο Ertanir υποστηρίζουν ότι οι ειδικευμένοι μάγειροι δεν αποτελούν επαγγελματικό κλάδο που να διαφέρει από τα άλλα επαγγέλματα κατά τρόπον ώστε οι Τούρκοι εργαζόμενοι, που ασκούν εντός κράτους μέλους τη δραστηριότητα του ειδικευμένου μαγείρου, να μην μπορούν να θεωρηθούν ότι ανήκουν στη νόμιμη αγορά εργασίας αυτού του κράτους μέλους. Αυτό ισχύει ανεξάρτητα από το γεγονός ότι ο ενδιαφερόμενος από την αρχή της παραμονής του στο εν λόγω κράτος μέλος γνώριζε ότι η άδεια παραμονής και εργασίας του είχε χορηγηθεί μόνο υπό συγκεκριμένους περιορισμούς.

25 Θέλω να επισημάνω ότι κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου το άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80 έχει άμεσο αποτέλεσμα (5). Η διάταξη αυτή, σύμφωνα με το γράμμα της, αφορά μόνο το δικαίωμα απασχολήσεως· από την πάγια νομολογία όμως του Δικαστηρίου προκύπτει και ότι σε συνάρτηση με το εν λόγω δικαίωμα απασχολήσεως υφίσταται δικαίωμα παραμονής που απορρέει από αυτό (6).

Η διάταξη επομένως δεν ρυθμίζει το ζήτημα του δικαιώματος Τούρκων εργαζομένων, οι οποίοι δεν πληρούν τις καθοριζόμενες στη διάταξη χρονικές προϋποθέσεις, να απασχολούνται και να διαμένουν στα κράτη μέλη. Εκτός από τις περιπτώσεις που αναφέρει η απόφαση 1/80, το ζήτημα του αν και με ποιες προϋποθέσεις οι Τούρκοι υπήκοοι έχουν δικαίωμα εισόδου και παραμονής και, συνεπώς, της ασκήσεως επαγγελματικής δραστηριότητας στο έδαφος των κρατών μελών ρυθμίζεται από το δίκαιο των κρατών αυτών.

26 Το Δικαστήριο έκρινε περαιτέρω με την απόφαση της 16ης Δεκεμβρίου 1992 (7), σχετικά με την απόφαση 1/80, ότι:

«(...) πρέπει να σημειωθεί ότι όπως προκύπτει από το γράμμα τους, οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται στους Τούρκους εργαζομένους που ανήκουν στη νόμιμη αγορά εργασίας ενός κράτους μέλους και, ιδίως, ότι δυνάμει του άρθρου 6, παράγραφος 1, πρώτη περίπτωση, αρκεί ότι ένας Τούρκος εργαζόμενος απασχολήθηκε νόμιμα πλέον του έτους για να δικαιούται ανανεώσεως της ισχύος της αδείας εργασίας του στον ίδιο εργοδότη (...)».

Προϋπόθεση συνεπώς για την προβολή δικαιώματος βάσει του άρθρου 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80, αποτελεί να ανήκει ο ενδιαφερόμενος Τούρκος εργαζόμενος στη νόμιμη αγορά εργασίας κράτους μέλους και να είχε νόμιμη απασχόληση για τα χρονικά διαστήματα που αναφέρει η διάταξη.

27 Όσον αφορά το ζήτημα κατά πόσον ένας Τούρκος υπήκοος μπορεί να θεωρηθεί ότι απασχολείται στη νόμιμη αγορά εργασίας, θέλω εξαρχής να επισημάνω ότι κατά την άποψή μου πρέπει να είναι σαφές ότι η απασχόληση με την ιδιότητα του ειδικευμένου μαγείρου δεν διαφέρει από άλλες μορφές μισθωτής απασχολήσεως. Πρόκειται για παροχή εργασίας έναντι καταβολής του ειθισμένου συμβατικού μισθού. Ποια ιδιαιτερότητα μπορεί να υποστηριχθεί ότι παρουσιάζει αυτό το είδος μαγείρου σε σχέση με τους άλλους μαγείρους; Το αν ένας μάγειρος μαγειρεύει γαλλικά, ιταλικά, τουρκικά, λιβανέζικα ή κινέζικα φαγητά είναι εντελώς αδιάφορο. Αυτό μπορούν καταρχήν να το κάνουν και Γερμανοί ή Σουηδοί μάγειροι, όπως ακριβώς και Τούρκοι μάγειροι μπορούν να ετοιμάσουν και γαλλικά, ιταλικά ή γερμανικά φαγητά.

28 Κατά την άποψή μου πρέπει βάσει καθαρά αντικειμενικής εξετάσεως του είδους της δραστηριότητας να διαπιστωθεί αν σε συνάρτηση με την άσκηση της οικείας δραστηριότητας ο εργαζόμενος ανήκει στη νόμιμη αγορά εργασίας στη Γερμανία. Επομένως, δεν είναι κρίσιμες οι διευκρινίσεις που δίνουν στον ενδιαφερόμενο Τούρκο εργαζόμενο οι υπηρεσίες αλλοδαπών των κρατών μελών κατά τη χορήγηση της αδείας παραμονής ή εργασίας, διότι αυτό θα σήμαινε ότι τα κράτη μέλη μπορούν, με τον τρόπο αυτό, να καταστήσουν άνευ αντικειμένου τις διατάξεις του άρθρου 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80.

29 Στις προτάσεις μου επί της υποθέσεως C-434/93, Bozkurt (8), ανέφερα:

«Οι διατάξεις του άρθρου 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80 του Συμβουλίου Συνδέσεως δεν θέτουν ιδιαίτερες προϋποθέσεις για να είναι η απασχόληση "νόμιμη".

(...)

Συνεπώς, πρέπει να συναχθεί ότι η περιεχόμενη στο άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80 του Συμβουλίου Συνδέσεως έκφραση "νόμιμη" απασχόληση παραπέμπει στους κανόνες των κρατών μελών ως προς τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες οι Τούρκοι υπήκοοι μπορούν να εισέρχονται και να διαμένουν στο έδαφος των εν λόγω κρατών και να εργάζονται εκεί. Εφόσον οι διατάξεις του άρθρου δεν εξαρτούν το νόμιμο της απασχολήσεως από την ύπαρξη τυπικής αδείας παραμονής και άλλων αδειών, έπεται ότι το λογικότερο είναι να ερμηνευθούν οι διατάξεις αυτές υπό την έννοια ότι η απασχόληση είναι "νόμιμη" κατά το άρθρο αυτό, οσάκις, κατά τη νομοθεσία του οικείου κράτους μέλους δεν είναι παράνομο να ασκεί Τούρκος υπήκοος τη συγκεκριμένη εργασία.»

30 Το Δικαστήριο στην απόφαση της 20ής Σεπτεμβρίου 1990 (9) (στο εξής: απόφαση Sevince) έθεσε κατευθυντήριες γραμμές για τον τρόπο με τον οποίο πρέπει σύμφωνα με το δίκαιο των κρατών μελών να ερμηνευθεί η έννοια «νόμιμη απασχόληση» του άρθρου 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80:

«Ωστόσο, ο νόμιμος χαρακτήρας μιας εργασίας κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, έστω και αν γίνει δεκτό ότι η εργασία αυτή δεν εξαρτάται κατ' ανάγκη από την κατοχή νόμιμης αδείας διαμονής, προϋποθέτει μια σταθερή και όχι πρόσκαιρη κατάσταση στην αγορά εργασίας (10).

(...)

Κατά συνέπεια, η έκφραση "που απασχολείται νομίμως" (...) του άρθρου 6, παράγραφος 1, τρίτη περίπτωση, της προαναφερθείσας απόφασης 1/80 δεν μπορεί να αφορά την κατάσταση Τούρκου εργαζομένου ο οποίος μπόρεσε νομίμως να συνεχίσει να εργάζεται απλώς και μόνο λόγω του ανασταλτικού αποτελέσματος που συνεπάγεται η προσφυγή του έως ότου το εθνικό δικαστήριο αποφανθεί οριστικώς επ' αυτής, υπό την προϋπόθεση, βεβαίως, ότι το δικαστήριο αυτό θα απορρίψει την προσφυγή του (11)».

31 Θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι η θέση ενός Τούρκου εργαζομένου στην αγορά εργασίας ενός κράτους μέλους, όσο αυτός είναι κάτοχος προσωρινής αδείας εργασίας, πρέπει αυτόματα να θεωρείται ως προσωρινή, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει νόμιμη απασχόληση.

32 Εντούτοις, από την απόφαση Sevince προκύπτει ότι για τη νόμιμη απασχόληση Τούρκου εργαζομένου σε κράτος μέλος δεν είναι καθοριστικό το αν αυτός είναι τυπικά κάτοχος αδείας παραμονής. Αντίθετα είναι καθοριστικό αν έχει δικαίωμα, σύμφωνα με το εσωτερικό δίκαιο του οικείου κράτους μέλους, να εργάζεται και να διαμένει κατά το επίμαχο χρονικό διάστημα στο κράτος μέλος αυτό.

33 Όπως δεν είναι δυνατό να θεωρηθεί ότι το δικαίωμα παραμονής προκύπτει από μία τυπική άδεια εργασίας και παραμονής, έτσι δεν μπορεί να θεωρηθεί ως κρίσιμη και η διάρκεια ισχύος της αδείας παραμονής ή εργασίας που χορηγήθηκε. Αν εθεωρείτο κρίσιμη η διαχρονική ισχύς της αδείας παραμονής, τότε τα κράτη μέλη θα μπορούσαν να καταστρατηγήσουν πλήρως το άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80, χορηγώντας άδειες παραμονής περιορισμένης χρονικής ισχύος, με αποτέλεσμα να μην αναγνωρίζονται στην πραγματικότητα στους Τούρκους υπηκόους τα δικαιώματα που τους παρέχει η διάταξη αυτή. Στο πλαίσιο αυτό πρέπει να επισημανθεί ότι προφανώς αποτελεί ιδιαίτερα διαδεδομένη πρακτική στα κράτη μέλη να χορηγείται στους υπηκόους τρίτων κρατών το πρώτο έτος, κατά το οποίο δικαιούνται να εργαστούν σε κράτος μέλος και να διαμείνουν σ' αυτό, μόνο περιορισμένης χρονικής ισχύος άδεια παραμονής.

34 Τα ίδια κριτήρια πρέπει να εφαρμοστούν στις περιπτώσεις στις οποίες τα κράτη μέλη περιορίζουν τις άδειες παραμονής και εργασίας με άλλους τρόπους πλην του χρονικού περιορισμού, για παράδειγμα με τον πρόσθετο όρο ότι η άδεια παρέχει μόνο δικαίωμα για απασχόληση σε συγκεκριμένο εργοδότη ή για απασχόληση συγκεκριμένου είδους. Αν τα κράτη μέλη μπορούσαν να περιορίζουν τα δικαιώματα των Τούρκων υπηκόων που απορρέουν από το κοινοτικό δίκαιο με την απλή πρόβλεψη περιορισμών του ενός ή του άλλου είδους στην άδεια παραμονής ή εργασίας, θα μπορούσαν ελεύθερα να καταστήσουν άνευ αντικειμένου τα δικαιώματα που παρέχει στους Τούρκους υπηκόους η απόφαση 1/80, η οποία αποτελεί μέρος του κοινοτικού δικαίου.

35 Αυτό δεν σημαίνει ότι τέτοιου είδους χρονικοί ή άλλοι περιορισμοί στερούνται σημασίας, διότι έχουν τη σημασία που τους απονέμει η οικεία κρατική έννομη τάξη, στον βαθμό στον οποίο υπήκοοι τρίτων κρατών δεν έχουν αποκτήσει δικαιώματα σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο. Εάν επομένως η άδεια εργασίας Τούρκου εργαζομένου είναι περιορισμένη σε συγκεκριμένο είδος απασχολήσεως σε συγκεκριμένο εργοδότη και παύσει η απασχόληση αυτή πριν από την πάροδο του πρώτου έτους, προκύπτει a contrario από το άρθρο 6, παράγραφος 1, πρώτη περίπτωση, της αποφάσεως 1/80 ότι ο υπήκοος αυτός δεν έχει αποκτήσει κοινοτικού δικαίου αξίωση για συνέχιση της απασχολήσεώς του και η δυνατότητα που έχει, να διαμένει και να εργάζεται στο οικείο κράτος μέλος, πρέπει στην περίπτωση αυτή να κρίνεται αποκλειστικά βάσει του εσωτερικού δικαίου του οικείου κράτους μέλους.

36 Κρίσιμο επομένως για το κατά πόσον ένας Τούρκος εργαζόμενος έχει νόμιμη απασχόληση σε κράτος μέλος είναι, κατά την άποψή μου, μόνον το αν είχε κατά το επίδικο χρονικό διάστημα, σύμφωνα με το δίκαιο περί αλλοδαπών του κράτους μέλους, ουσιαστικό δικαίωμα να διαμένει και να εργάζεται στο κράτος αυτό. Δεν είναι επομένως κρίσιμο το αν ο ενδιαφερόμενος κατά το χρονικό αυτό διάστημα ήταν τυπικά κάτοχος ισχύουσας αδείας παραμονής και εργασίας και το αν η άδεια προέβλεπε χρονικούς ή άλλους περιορισμούς.

37 Στο δεύτερο ερώτημα πρέπει επομένως να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80 έχει την έννοια ότι Τούρκος εργαζόμενος, ο οποίος παρέχει εντός κράτους μέλους εξαρτημένη εργασία ως ειδικευμένος μάγειρος, ανήκει στη νόμιμη αγορά εργασίας και τα κράτη μέλη δεν μπορούν να τον εμποδίσουν, προβλέποντας χρονικούς ή άλλους περιορισμούς στην άδεια παραμονής ή εργασίας του, να αποκτά δικαιώματα σύμφωνα με τη διάταξη αυτή.

Επί του τρίτου ερωτήματος

38 Με το τρίτο προδικαστικό ερώτημα ερωτάται αν το άρθρο 6, παράγραφος 3, της αποφάσεως 1/80 επιτρέπει σε ένα κράτος μέλος, στην περίπτωση που μια κατηγορία προσώπων βάσει των αντικειμενικών της ιδιοτήτων έχει νόμιμη απασχόληση στο κράτος μέλος και ανήκει στη νόμιμη αγορά εργασίας του, να δημιουργεί δικαιώματα παραμονής ως προς τα οποία εξ υπαρχής ορίζεται ότι δεν έχουν εφαρμογή οι ευεργετικές διατάξεις του άρθρου 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως.

39 Η Γερμανική Κυβέρνηση υποστηρίζει ότι το άρθρο 6, παράγραφος 3, της αποφάσεως 1/80 παρέχει αρμοδιότητα στα κράτη μέλη να δημιουργούν δικαιώματα παραμονής για Τούρκους υπηκόους, στα οποία αποκλείεται εξ υπαρχής η εφαρμογή του άρθρου 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80.

40 Η Επιτροπή υποστήριξε ότι το άρθρο 6, παράγραφος 3, της αποφάσεως 1/80 δεν επιτρέπει στα κράτη μέλη να δημιουργούν δικαιώματα παραμονής και εργασίας για Τούρκους υπηκόους, στους οποίους εκ των προτέρων δεν έχουν εφαρμογή οι ευεργετικές διατάξεις του άρθρου 6, παράγραφος 1, εφόσον με τον τρόπο αυτόν παραβιάζεται η έννοια και ο σκοπός της διατάξεως αυτής.

41 Με την απόφαση Sevince το Δικαστήριο αποφάνθηκε:

«Το συμπέρασμα ότι τα άρθρα (...) [της αποφάσεως] 1/80 (...) μπορούν να έχουν άμεσο αποτέλεσμα δεν κλονίζεται από το γεγονός ότι (...) το άρθρο 6, παράγραφος 3, της αποφάσεως 1/80 [προβλέπει] ότι οι λεπτομέρειες σχετικά με τον τρόπο ασκήσεως των δικαιωμάτων που παρέχονται στους Τούρκους εργαζομένους καθορίζονται από την εθνική νομοθεσία. Πράγματι, οι διατάξεις αυτές απλώς διευκρινίζουν την υποχρέωση των κρατών μελών για τη λήψη των διοικητικής φύσεως μέτρων που, ενδεχομένως, συνεπάγεται η εφαρμογή των διατάξεων αυτών, χωρίς να παρέχουν στα κράτη μέλη την ευχέρεια να εξαρτούν από όρους ή να περιορίζουν την άσκηση του συγκεκριμένου και ανεπιφυλάκτου δικαιώματος που οι διατάξεις των αποφάσεων του Συμβουλίου Συνδέσεως αναγνωρίζουν στους Τούρκους εργαζομένους.» (12)

42 Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι το άρθρο 6, παράγραφος 3, ρυθμίζει μόνο την έκδοση εθνικών εκτελεστικών διατάξεων και τίποτε άλλο. Δεν εξουσιοδοτεί επομένως τα κράτη μέλη να εκδίδουν εθνικές διατάξεις βάσει των οποίων να εμποδίζονται κατηγορίες Τούρκων εργαζομένων, που αντικειμενικά πληρούν τις προϋποθέσεις για την παράταση της ισχύος της αδείας παραμονής και εργασίας τους, σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80, να αντλούν δικαιώματα από τη διάταξη αυτή.

43 Στο ερώτημα αυτό πρέπει επομένως να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 6, παράγραφος 3, της αποφάσεως 1/80, σύμφωνα με το οποίο οι λεπτομέρειες σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 6, παράγραφος 1, ρυθμίζονται από εθνικές διατάξεις, δεν επιτρέπει στα κράτη μέλη να προβλέπουν εξαιρέσεις από το άρθρο 6, παράγραφος 1.

Πρόταση

44 Σύμφωνα με τα προηγούμενα προτείνω στο Δικαστήριο να απαντήσει στα υποβληθέντα ερωτήματα ως εξής:

1) Το άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80, της 19ης Σεπτεμβρίου 1980, του Συμβουλίου Συνδέσεως, που έχει συσταθεί στο πλαίσιο της Συμφωνίας Συνδέσεως της Ευρωπαϋκής Οικονομικής Κοινότητας και της Τουρκίας, η οποία υπογράφηκε στις 12 Σεπτεμβρίου 1963 στην Άγκυρα και συνήφθη, εγκρίθηκε και έγινε δεκτή εξ ονόματος της Κοινότητας με την απόφαση 64/732/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 23ης Δεκεμβρίου 1963, έχει την έννοια ότι για τον υπολογισμό του χρονικού διαστήματος της νομίμου απασχολήσεως, κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το χρονικό διάστημα κατά το οποίο ο ενδιαφερόμενος δεν ήταν κάτοχος ισχύουσας αδείας παραμονής ή εργασίας, εφόσον οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής δεν αμφισβήτησαν για τον λόγο αυτό τη νομιμότητα της παραμονής του στο εθνικό έδαφος, αλλά, αντιθέτως, χαρακτήρισαν εκ των υστέρων την παραμονή του νόμιμη, χορηγώντας του νέα άδεια παραμονής και εργασίας.

2) Η προαναφερθείσα διάταξη έχει την έννοια ότι Τούρκος εργαζόμενος, ο οποίος παρέχει εντός κράτους μέλους εξαρτημένη εργασία ως ειδικευμένος μάγειρος, ανήκει στη νόμιμη αγορά εργασίας και τα κράτη μέλη δεν μπορούν να τον εμποδίσουν, προβλέποντας χρονικούς ή άλλους περιορισμούς στην άδεια παραμονής ή εργασίας του, να αποκτά δικαιώματα σύμφωνα με τη διάταξη αυτή.

3) Το άρθρο 6, παράγραφος 3, της αποφάσεως 1/80, σύμφωνα με το οποίο οι λεπτομέρειες σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 6, παράγραφος 1, ρυθμίζονται από εθνικές διατάξεις, δεν επιτρέπει στα κράτη μέλη να προβλέπουν εξαιρέσεις από το άρθρο 6, παράγραφος 1.

(1) - Συμφωνία συνδέσεως μεταξύ της Ευρωπαϋκής Οικονομικής Κοινότητας και της Τουρκίας, που υπογράφηκε στις 12 Σεπτεμβρίου 1963 στην Άγκυρα και συνήφθη, εγκρίθηκε και έγινε δεκτή εξ ονόματος της Κοινότητας με την απόφαση 64/732/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 23ης Δεκεμβρίου 1963 (ΕΕ ειδ. έκδ. 11/001, σ. 48).

(2) - ΕΕ ειδ. έκδ. 11/002, σ. 151.

(3) - Η απόφαση αυτή δεν έχει δημοσιευθεί.

(4) - Υπόθεση C-351/95, Kadiman (Συλλογή 1997, σ. Ι-2133).

(5) - Απόφαση της 20ής Σεπτεμβρίου 1990, C-192/89, Sevince (Συλλογή 1990, σ. Ι-3461).

(6) - Βλ. υποσημείωση 4.

(7) - Υπόθεση C-237/91, Kus (Συλλογή 1991, σ. Ι-6781).

(8) - Απόφαση της 6ης Ιουνίου 1995 (Συλλογή 1995, σ. Ι-1475).

(9) - Βλ. υποσημείωση 5.

(10) - Σκέψη 30.

(11) - Σκέψη 32.

(12) - Σκέψη 22.

Top