This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 61996CC0036
Opinion of Mr Advocate General Elmer delivered on 29 April 1997. # Faik Günaydin, Hatice Günaydin, Günes Günaydin and Seda Günaydin v Freistaat Bayern. # Reference for a preliminary ruling: Bundesverwaltungsgericht - Germany. # EEC-Turkey Association Agreement - Decision of the Association Council - Freedom of movement for workers - Meaning of 'duly registered as belonging to the labour force of a Member State' and 'legal employment' - Temporary and conditional work and residence permits - Application for extension of residence permit - Abuse of rights. # Case C-36/96.
Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Elmer της 29ης Απριλίου 1997.
Faik Günaydin, Hatice Günaydin, Günes Günaydin και Seda Günaydin κατά Freistaat Bayern.
Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Bundesverwaltungsgericht - Γερμανία.
Συμφωνία Συνδέσεως ΕΟΚ-Τουρκίας - Απόφαση του Συμβουλίου Συνδέσεως - Ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων - Έννοιες του ανήκοντος στη νόμιμη αγορά εργασίας κράτους μέλους και της νόμιμης απασχολήσεως - Προσωρινές και υπό επιφύλαξη άδειες εργασίας και παραμονής - Αίτηση παρατάσεως της ισχύος αδείας παραμονής - Κατάχρηση δικαιώματος.
Υπόθεση C-36/96.
Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Elmer της 29ης Απριλίου 1997.
Faik Günaydin, Hatice Günaydin, Günes Günaydin και Seda Günaydin κατά Freistaat Bayern.
Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Bundesverwaltungsgericht - Γερμανία.
Συμφωνία Συνδέσεως ΕΟΚ-Τουρκίας - Απόφαση του Συμβουλίου Συνδέσεως - Ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων - Έννοιες του ανήκοντος στη νόμιμη αγορά εργασίας κράτους μέλους και της νόμιμης απασχολήσεως - Προσωρινές και υπό επιφύλαξη άδειες εργασίας και παραμονής - Αίτηση παρατάσεως της ισχύος αδείας παραμονής - Κατάχρηση δικαιώματος.
Υπόθεση C-36/96.
Συλλογή της Νομολογίας 1997 I-05143
ECLI identifier: ECLI:EU:C:1997:224
Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Elmer της 29/04/1997. - Faik Günaydin, Hatice Günaydin, Günes Günaydin και Seda Günaydin κατά Freistaat Bayern. - Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Bundesverwaltungsgericht - Γερμανία. - Συμφωνία Συνδέσεως ΕΟΚ-Τουρκίας - Απόφαση του Συμβουλίου Συνδέσεως - Ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων - Έννοιες του ανήκοντος στη νόμιμη αγορά εργασίας κράτους μέλους και της νόμιμης απασχολήσεως - Προσωρινές και υπό επιφύλαξη άδειες εργασίας και παραμονής - Αίτηση παρατάσεως της ισχύος αδείας παραμονής - Κατάχρηση δικαιώματος. - Υπόθεση C-36/96.
Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1997 σελίδα I-05143
Εισαγωγή
1 Στην παρούσα υπόθεση, το γερμανικό Βundesverwaltungsgericht ζητεί από το Δικαστήριο να αποφανθεί επί του ζητήματος αν Τούρκος εργαζόμενος μπορεί, βάσει της αποφάσεως 1/80 του Συμβουλίου Συνδέσεως ΕΟΚ-Τουρκίας, να θεωρηθεί ότι έχει νόμιμη απασχόληση και απασχολείται στη νόμιμη αγορά εργασίας κράτους μέλους όταν η άδεια εργασίας του είναι περιορισμένης χρονικής ισχύος και έχει χορηγηθεί προκειμένου να προετοιμαστεί εντός του οικείου κράτους μέλους για άσκηση δραστηριότητας σε θυγατρική εταιρία του εργοδότη του στην Τουρκία.
Οι σχετικές διατάξεις του κοινοτικού δικαίου
2 Η Συμφωνία Συνδέσεως μεταξύ της Ευρωπαϋκής Οικονομικής Κοινότητας και της Τουρκίας (1) έχει ως αντικείμενο, κατά το άρθρο 2, παράγραφος 1, αυτής, «την προαγωγή της συνεχούς και ισορρόπου ενισχύσεως των εμπορικών και οικονομικών σχέσεων μεταξύ των μερών, λαμβανομένης πλήρως υπόψη της ανάγκης εξασφαλίσεως της επιταχυνομένης αναπτύξεως της τουρκικής οικονομίας και της ανυψώσεως του επιπέδου απασχολήσεως και των όρων διαβιώσεως του τουρκικού λαού».
Κατά το άρθρο 12 της Συμφωνίας, τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνούν «να εμπνέονται από τα άρθρα 48, 49 και 50 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϋκής Οικονομικής Κοινότητας για τη σταδιακή πραγματοποίηση της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων μεταξύ τους».
3 Κατά το άρθρο 36 ενός προσθέτου πρωτοκόλλου στη Συμφωνία Συνδέσεως της 23ης Νοεμβρίου 1970 (2), το Συμβούλιο Συνδέσεως εκδίδει απόφαση περί των αναγκαίων κατευθυντηρίων γραμμών για την προοδευτική πραγματοποίηση της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων μεταξύ των κρατών μελών της Κοινότητας και της Τουρκίας, σύμφωνα με τις αναφερόμενες στο άρθρο 12 της Συμφωνίας Συνδέσεως αρχές.
4 Το Συμβούλιο Συνδέσεως εξέδωσε, κατ' εφαρμογήν της διατάξεως αυτής, την απόφαση 1/80, στις 19 Σεπτεμβρίου 1980, για την ανάπτυξη της συνδέσεως, η οποία άρχισε να ισχύει την 1 Ιουλίου 1980 (στο εξής: απόφαση 1/80) (3). Το άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως έχει ως εξής:
«Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 7, περί ελεύθερης προσβάσεως στην απασχόληση των μελών της οικογενείας του, Τούρκος εργαζόμενος που απασχολείται νομίμως στην αγορά εργασίας κράτους μέλους:
- έχει, εντός του κράτους αυτού, μετά από ένα έτος νόμιμης εργασίας, δικαίωμα ανανεώσεως της αδείας εργασίας στον ίδιο εργοδότη, εφόσον ήδη εργάζεται·
- έχει, εντός του κράτους αυτού, μετά από τρία έτη νόμιμης απασχολήσεως και υπό την επιφύλαξη της προτεραιότητας που πρέπει να παρέχεται στους εργαζομένους των κρατών μελών της Κοινότητας, το δικαίωμα να ανταποκρίνεται σε πρόταση απασχολήσεως, στον ίδιο επαγγελματικό κλάδο και σε εργοδότη της επιλογής του, νομίμως διατυπούμενη και καταχωρούμενη στις υπηρεσίες απασχολήσεως του εν λόγω κράτους μέλους·
- έχει, εντός του κράτους αυτού, μετά από τέσσερα έτη νόμιμης απασχολήσεως, ελεύθερη πρόσβαση σε οποιαδήποτε μισθωτή δραστηριότητα της επιλογής του.»
Τα πραγματικά περιστατικά της υποθέσεως
5 Ο Faik Gόnaydin, Τούρκος υπήκοος, εισήλθε στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας το 1976 σε ηλικία 20 ετών. Περάτωσε καταρχάς αρκετούς κύκλους μαθημάτων γερμανικής γλώσσας και, στη συνέχεια, άρχισε σπουδές ηλεκτρολόγου μηχανολόγου. Το 1986 περάτωσε τις σπουδές του και έλαβε δίπλωμα μηχανικού σ' αυτόν τον τομέα. Το 1982 νυμφεύθηκε την Hatice Gόnaydin, με την οποία απέκτησε δύο τέκνα που γεννήθηκαν το 1984 και το 1988 αντιστοίχως.
6 Τον Νοέμβριο του 1986 ο Faik Gόnaydin προσελήφθη στην Gerδtewerk Amberg η οποία ανήκει στη Siemens AG (στο εξής: Siemens). Η Siemens δήλωσε συναφώς με έγγραφο της 16ης Οκτωβρίου 1986 στην υπηρεσία αλλοδαπών του δήμου Amberg ότι η Gerδtewerk Amberg συνεργάζεται στενά με θυγατρικές εταιρίες της Siemens σε διάφορα μέρη, μεταξύ άλλων την Τουρκία, οπότε μπορεί να αναμένεται ότι ο Faik Gόnaydin, μετά περίοδο περίπου πέντε ετών, θα μπορεί να αναλάβει διοικητικά και διαχειριστικά καθήκοντα σε μία από τις θυγατρικές εταιρίες. Επομένως, δεν επρόκειτο να εργαστεί για μεγάλο χρονικό διάστημα στην Gerδtewerk Amberg, αλλά θα μετετίθετο στην πατρίδα του. Με έγγραφο των κεντρικών γραφείων της Siemens, της 20ής Ιανουαρίου 1987, προς το Υπουργείο Εσωτερικών της Βαυαρίας ζητήθηκε η χορήγηση αδείας διαμονής στον Faik Gόnaydin για τρία τουλάχιστον έτη, καθόσον αυτός, μετά τη λήξη του προγράμματος που αποσκοπούσε στην ενημέρωση και στην εξοικείωσή του με την εργασία, θα μετετίθετο στην Τουρκία. Οι διευκρινίσεις αυτές επιβεβαιώθηκαν με μεταγενέστερο έγγραφο των κεντρικών γραφείων της Siemens, της 21ης Ιανουαρίου 1987.
7 Ο δήμος Amberg χορήγησε στις 12 Ιανουαρίου 1987 άδεια διαμονής στον Faik Gόnaydin, η οποία ίσχυε μέχρι τις 3 Νοεμβρίου 1987. Από την άδεια διαμονής προέκυπτε ότι αυτή «παύει να ισχύει με τη λήξη της απασχολήσεως στην εταιρία Siemens του Amberg (μόνον για την εξοικείωση με τον τρόπο λειτουργίας και εργασίας)». Προτού του χορηγηθεί η άδεια διαμονής, ο Faik Gόnaydin υπέγραψε μια δήλωση ότι έλαβε γνώση ότι η άδεια διαμονής χορηγείται μόνο για τον προαναφερθέντα σκοπό και ότι δεν ήταν δυνατή, κατά το ισχύον δίκαιο, η χορήγηση άδειας διαμονής αόριστης διάρκειας και χωρίς περιορισμούς στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας.
8 Η ισχύς της αδείας διαμονής παρατάθηκε - με αναλόγου περιεχομένου προσθήκες - τρεις φορές, την τελευταία δε φορά μέχρι τις 5 Ιουλίου 1990. Παράλληλα με τις άδειες διαμονής χορηγήθηκαν άδειες εργασίας ορισμένης διάρκειας, οι οποίες περιείχαν ομοίως τον περιορισμό ότι ίσχυαν για εργασία στο Gerδtewerk Amberg της Siemens. Πριν από την τελευταία παράταση ο Faik Gόnaydin προέβη, στις 9 Αυγούστου 1989, σε μια δήλωση προς την εταιρία Siemens, με την οποία γνωστοποιούσε ότι επιθυμούσε να συνεχίσει την εργασία του στο Gerδtewerk Amberg μέχρι είτε τις 30 Ιουνίου 1990 είτε τις 30 Σεπτεμβρίου 1990, εφόσον η ισχύς της αδείας του διαμονής παρετείνετο. Στη συνέχεια, είχε την πρόθεση να επιστρέψει στην Τουρκία με την οικογένειά του για να απασχοληθεί στη θυγατρική εταιρία της Siemens στη χώρα αυτή. Η δήλωση αυτή διαβιβάστηκε στην αρμόδια για τους αλλοδαπούς αρχή.
9 Mε έγγραφα της 15ης Φεβρουαρίου και της 5ης Ιουλίου 1990, ο Faik Gόnaydin ζήτησε από την αρμόδια για τους αλλοδαπούς αρχή άδεια συνεχούς διαμονής με την αιτιολογία ότι, λόγω της επαγγελματικής εξελίξεώς του στη Γερμανία, η χώρα αυτή συνιστά τον πραγματικό χώρο διαβιώσεώς του. Η εταιρία Siemens και το Βιομηχανικό και Εμπορικό Επιμελητήριο του Regensburg υποστήριξαν την αίτηση αυτή. Στις 30 Ιουνίου 1990 ο Faik Gόnaydin αναγκάστηκε εντούτοις να αποχωρήσει από την εταιρία Siemens λόγω της λήξεως ισχύος της αδείας εργασίας.
10 Με απόφαση της 11ης Σεπτεμβρίου 1990, ο Δήμος Amberg απέρριψε την αίτηση άδειας διαμονής του Faik Gόnaydin. Το Landratsamt Amberg-Sulzbach απέρριψε ομοίως, με απόφαση της 17ης Απριλίου 1991, την αίτηση άδειας διαμονής. Ο Faik Gόnaydin προσέβαλε στη συνέχεια την απόφαση αυτή ενώπιον της Regierung (ανώτατης εκτελεστικής αρχής) του Oberpfalz, αλλά χωρίς αποτέλεσμα.
Στις 3 Δεκεμβρίου 1991, ο Faik Gόnaydin και η οικογένειά του άσκησαν προσφυγή ενώπιον του Verwaltungsgericht. Το Verwaltungsgericht επικύρωσε τις εκδοθείσες αποφάσεις με την αιτιολογία, μεταξύ άλλων, ότι ο Faik Gόnaydin δεν μπορούσε να αντλήσει δικαιώματα από το άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80, διότι δεν απασχολούνταν στη νόμιμη αγορά εργασίας της Γερμανίας. Ο Faik Gόnaydin και η οικογένειά του προσέβαλαν την απόφαση αυτή ενώπιον του Bayerischer Verwaltungsgerichtshof, το οποίο επικύρωσε την προσβληθείσα απόφαση. Στη συνέχεια, ασκήθηκε αναίρεση ενώπιον του Βundesverwaltungsgericht.
Τα προδικαστικά ερωτήματα
11 Το Βundesverwaltungsgericht, με διάταξη της 24ης Νοεμβρίου 1995, ανέστειλε τη διαδικασία και υπέβαλε στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:
«1) Ανήκει ένας Τούρκος εργαζόμενος στη νόμιμη αγορά εργασίας κράτους μέλους υπό την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80 του Συμβουλίου Συνδέσεως ΕΟΚ-Τουρκίας, περί της προωθήσεως της συνδέσεως, και απασχολείται νομίμως στην αγορά αυτή, όταν η άσκηση μισθωτής δραστηριότητας σε εργοδότη στο κράτος μέλος αυτό επιτράπηκε μόνον προσωρινά και μόνον προκειμένου να προετοιμαστεί για την άσκηση δραστηριότητας σε θυγατρική εταιρία του εργοδότη του στην Τουρκία;
2) Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο πρώτο ερώτημα:
Μπορεί να αντιταχθεί σε αίτηση βασιζόμενη στο άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80 η ένσταση της καταχρήσεως δικαιώματος όταν ο Τούρκος εργαζόμενος έχει εκφράσει ρητώς την πρόθεσή του να επιστρέψει στην Τουρκία μετά την προετοιμασία για την άσκηση της δραστηριότητας στη χώρα αυτή και η αρμόδια για τους αλλοδαπούς αρχή επέτρεψε την προσωρινή παραμονή του στην ημεδαπή μόνον βάσει της δηλώσεως αυτής;»
Το πρώτο ερώτημα
12 Το πρώτο ερώτημα αφορά το ζήτημα κατά πόσον ένας Τούρκος εργαζόμενος έχει, κατά το άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80, νόμιμη απασχόληση και απασχολείται στη νόμιμη αγορά εργασίας κράτους μέλους, όταν έχει λάβει προσωρινή άδεια για την άσκηση μισθωτής εργασίας σε εργοδότη στο κράτος μέλος και προκειμένου να προετοιμαστεί για άσκηση δραστηριότητας σε θυγατρική εταιρία του εργοδότη του στην Τουρκία.
13 Κατά τη γνώμη μου, το ερώτημα αυτό περιέχει στην πραγματικότητα δύο επιμέρους ερωτήματα. Το πρώτο αφορά την ερμηνεία της έννοιας της νόμιμης απασχολήσεως στο πλαίσιο της νόμιμης αγοράς εργασίας κατά το άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80, όσον αφορά την πρόσληψη Τούρκων υπηκόων σε ορισμένες θέσεις στις οποίες υφίστανται και στοιχεία εκπαιδεύσεως. Το δεύτερο αφορά το ζήτημα κατά πόσον τα κράτη μέλη μπορούν, επιβάλλοντας χρονικούς ή άλλου είδους περιορισμούς στις χορηγούμενες σε Τούρκους υπηκόους άδειες διαμονής και εργασίας, να τους εμποδίζουν να κάνουν επωφελώς χρήση των δικαιωμάτων που τους παρέχει η διάταξη αυτή.
14 Το ομόσπονδο κράτος της Βαυαρίας, υποστηριζόμενο από τη Γερμανική, τη Γαλλική και την Ελληνική Κυβέρνηση, καθώς και από την Επιτροπή, εξέθεσαν ότι το άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80 έχει την έννοια ότι ο Τούρκος εργαζόμενος, ο οποίος έχει λάβει προσωρινή μόνον άδεια εντός κράτους μέλους για να απασχοληθεί σε εργοδότη προκειμένου να εκπαιδευθεί ώστε να αναλάβει εργασία σε θυγατρική εταιρία του εργοδότη στην Τουρκία, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι απασχολείται στη νόμιμη αγορά εργασίας αυτού του κράτους μέλους.
15 Οφείλω να τονίσω ότι το άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80 έχει, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, άμεσο αποτέλεσμα (4). Η διάταξη αυτή, κατά το γράμμα της, αφορά αποκλειστικά το δικαίωμα απασχολήσεως, πλην όμως από πάγια νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι, σε συνάρτηση με το δικαίωμα αυτό απασχολήσεως, υφίσταται δικαίωμα διαμονής που απορρέει από το δικαίωμα απασχολήσεως (5).
Η διάταξη αυτή δεν ρυθμίζει, αντιθέτως, το ζήτημα του δικαιώματος απασχολήσεως και διαμονής εντός κράτους μέλους Τούρκου εργαζομένου ο οποίος δεν πληροί τις χρονικές προϋποθέσεις που προβλέπονται στο κράτος αυτό. Επομένως, εκτός από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στην απόφαση 1/80, εναπόκειται στη νομοθεσία των κρατών μελών να ορίσει αν, και ενδεχομένως υπό ποιες προϋποθέσεις, Τούρκοι υπήκοοι μπορούν να εισέρχονται και να διαμένουν στο έδαφός τους και να ασκούν εκεί επαγγελματική δραστηριότητα.
16 Το Δικαστήριο έχει κρίνει περαιτέρω, με απόφαση της 16ης Δεκεμβρίου 1992 (6), ως προς την απόφαση 1/80 ότι:
«(...) όπως προκύπτει από το γράμμα τους, οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται στους Τούρκους εργαζομένους που ανήκουν στη νόμιμη αγορά εργασίας ενός κράτους μέλους και, ιδίως, ότι δυνάμει του άρθρου 6, παράγραφος 1, πρώτη περίπτωση, αρκεί ότι ένας Τούρκος εργαζόμενος απασχολήθηκε νόμιμα πλέον του έτους για να δικαιούται ανανεώσεως της ισχύος της αδείας εργασίας του στον ίδιο εργοδότη».
Επομένως, προϋπόθεση για να στηριχθεί δικαίωμα στο άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80 είναι ότι ο ενδιαφερόμενος Τούρκος εργαζόμενος ανήκει στη νόμιμη αγορά εργασίας κράτους μέλους και ότι έχει απασχοληθεί νόμιμα κατά τις αναφερόμενες στη διάταξη αυτή περιόδους.
17 Το ζήτημα πότε ένας Τούρκος υπήκοος μπορεί να θεωρηθεί ότι «ανήκει στη νόμιμη αγορά εργασίας» πρέπει, κατά τη γνώμη μου, να κριθεί βάσει αμιγώς αντικειμενικής αξιολογήσεως του είδους της απασχολήσεως, συγκεκριμένα δε αν, σε συνάρτηση με τη συγκεκριμένη απασχόληση, πρόκειται για γενική απασχόληση και επομένως για ένταξη στη νόμιμη αγορά εργασίας της Γερμανίας ή αν πρόκειται για μια μορφή εκπαιδεύσεως.
18 Ας μου επιτραπεί να παρατηρήσω ότι σε σχέση με την αξιολόγηση αυτή είναι νοητές ορισμένες ακραίες περιπτώσεις δραστηριοτήτων. Πρώτον, υφίστανται κατηγορίες αμιγώς εκπαιδευτικού χαρακτήρα όπου δεν υφίσταται καμία απασχόληση ή ένταξη στην αγορά εργασίας, π.χ. πανεπιστημιακές σπουδές, ανώτατες οικονομικές σπουδές ή σπουδές πολυτεχνείου, όπου οι φοιτούντες ασκούν αποκλειστικά δραστηριότητα καθαρά θεωρητικού ή εκπαιδευτικού χαρακτήρα. Τούρκοι υπήκοοι που λαμβάνουν άδεια διαμονής για να φοιτήσουν σε πανεπιστήμια ουδόλως εντάσσονται συνεπεία του γεγονότος αυτού στην αγορά εργασίας και δεν μπορούν, βάσει αυτών των δικαιωμάτων διαμονής εντός κράτους μέλους, να αντλήσουν δικαιώματα από το άρθρο 6 της αποφάσεως 1/80.
19 Αντιστρόφως, υπάρχουν Τούρκοι υπήκοοι οι οποίοι ασκούν εντός κράτους μέλους γενικώς μισθωτή δραστηριότητα υπό τις γενικές προϋποθέσεις που ισχύουν κατά το εργατικό δίκαιο με τον συνήθη μισθό. Τα πρόσωπα αυτά πρέπει σαφώς να θεωρούνται ότι ανήκουν στην οικεία αγορά εργασίας του κράτους μέλους και, επομένως, Τούρκος υπήκοος που είχε ασκήσει τέτοια δραστηριότητα εντός των απαιτουμένων περιόδων μπορεί να επικαλεστεί τα δικαιώματά του κατά το άρθρο 6 της αποφάσεως 1/80.
20 Μεταξύ των ακραίων αυτών περιπτώσεων είναι νοητή μια σειρά ενδιαμέσων κατηγοριών, όπου μπορεί να είναι δύσκολο να εξακριβωθεί αν πρόκειται πράγματι για εκπαίδευση ή απασχόληση στο πλαίσιο της αγοράς εργασίας. Τέτοιου είδους μορφές απασχολήσεως μπορούν σαφώς να θεωρηθούν ότι έχουν κυρίως εκπαιδευτικό χαρακτήρα. Παραδείγματος χάρη, είναι ίσως δυνατό να θεωρηθεί ότι αποτελούν τμήματα της εκπαιδεύσεως νοσηλευτριών, παρεχόμενης από ειδικό εκπαιδευτικό ίδρυμα, περίοδοι πρακτικής ασκήσεως σε νοσοκομεία, και τούτο ανεξαρτήτως του αν η ασκούμενη λαμβάνει ορισμένη αμοιβή για την εργασία στο νοσοκομείο.
21 Είναι πιθανόν πολλές μορφές μισθωτής δραστηριότητας που ασκείται στο πλαίσιο της αγοράς εργασίας να περιέχουν ένα στοιχείο εκπαιδεύσεως, ιδίως όταν πρόκειται για απασχόληση που απαιτεί διανοητικές ικανότητες. Παραδείγματος χάρη, η δραστηριότητα των μονίμων δικαστών θα πρέπει να διαμορφώνεται με γνώμονα την προετοιμασία τους και την κατάρτισή τους - ή των καλυτέρων από αυτούς για τον διορισμό τους ως ισόβιων δικαστών. Στο πλαίσιο μιας σταδιοδρομίας, η πραγματοποίηση ακριβώς μιας μορφής εργασίας ή δραστηριότητας κατά τη διάρκεια ορισμένης περιόδου θα πρέπει να αποτελεί το στοιχείο που καθιστά τον ενδιαφερόμενο κατάλληλο για ορισμένη άλλη εργασία. Κατ' αυτήν την έννοια, ορισμένες μορφές εργασίας συνεπάγονται προετοιμασία ή εκπαίδευση χωρίς, συνεπεία του γεγονότος αυτού, να γεννώνται αμφιβολίες ως προς το αν ο ενδιαφερόμενος άσκησε επαγγελματικές δραστηριότητες στο πλαίσιο της αγοράς εργασίας.
22 Η έννοια της απασχολήσεως στο πλαίσιο της νόμιμης αγοράς εργασίας εντός κράτους μέλους κατά το άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80 πρέπει, επομένως, κατά τη γνώμη μου, να περιλαμβάνει καταρχήν και εργασίες στις οποίες υπεισέρχονται στοιχεία εκπαιδευτικού χαρακτήρα του προαναφερθέντος είδους. Κατά τη γνώμη μου, για να μπορεί η διάταξη αυτή να παραγάγει πρακτικά αποτελέσματα πρέπει να γίνει δεκτό ότι μισθωτή δραστηριότητα δεν εμπίπτει στην έννοια αυτή μόνον όταν πρόκειται για πρακτική άσκηση η οποία περιλαμβάνεται σε συγκεκριμένο κύκλο μαθημάτων, π.χ. πρακτική άσκηση σε συνάρτηση με τυποποιημένες μορφές εκπαιδεύσεως όπου επίσης, και ίσως κυρίως, περιέχονται στοιχεία (θεωρητικού) εκπαιδευτικού χαρακτήρα εκτός του οικείου χώρου εργασίας.
23 Δεν νομίζω ότι η υπό κρίση υπόθεση δικαιολογεί το να προβεί το Δικαστήριο σε συγκεκριμένη αξιολόγηση όσον αφορά το ζήτημα πώς πρέπει να αντιμετωπίζονται οι διάφορες άλλες νοητές ενδιάμεσες μορφές, π.χ. εκπαίδευση μαθητευομένων, που ενδεχομένως οργανώνονται με πολύ διαφορετικό τρόπο στα κράτη μέλη. Στην υπό κρίση υπόθεση προέκυψε ότι ο Faik Gόnaydin προσελήφθη με γενικούς όρους και όχι βάσει ειδικών κανόνων περί προσλήψεως μαθητευομένων, ότι δεν ελάμβανε ιδιαίτερα χαμηλή «αμοιβή εκπαιδευομένου» για την εργασία του στη Siemens, αλλ' αντιθέτως κανονικό μισθό, δηλαδή τον ίδιο μισθό όπως άλλοι διπλωματούχοι μηχανικοί που εργάζονται στη Siemens, ότι σε καμία περίπτωση δεν ελάμβανε οποιαδήποτε μορφή εκπαιδευτικού επιδόματος από το γερμανικό κράτος και ότι, όντας ήδη διπλωματούχος μηχανικός, επρόκειτο να εργαστεί στην επιχείρηση επί σειρά ετών προκειμένου αργότερα να τοποθετηθεί σε θέση θυγατρικής εταιρίας. Όλα αυτά τα στοιχεία αποτελούν, επομένως, ένδειξη περί του ότι επρόκειτο για τελείως συνήθη εργασία, η οποία με τον χρόνο θα μπορούσε να έχει ως κατάληξη ότι ο Faik Gόnaydin, όταν θα είχε αποκτήσει επαρκείς γνώσεις ως προς τις συνθήκες λειτουργίας της επιχειρήσεως, τον τρόπο διευθύνσεως κ.λπ., θα μπορούσε να αναλάβει μια πιθανώς περισσότερο εμπιστευτική θέση σε μία ενδεχομένως θυγατρική εταιρία στην Τουρκία.
24 Στη συνέχεια, θα εξετάσω το ζήτημα κατά πόσον τα κράτη μέλη, θέτοντας χρονικούς ή άλλου είδους περιορισμούς ως προς τις άδειες διαμονής και εργασίας που χορηγούνται σε Τούρκους υπηκόους, μπορούν να τους εμποδίζουν από το να προβάλλουν επωφελώς δικαιώματα βάσει της ίδιας αυτής διατάξεως. Στις προτάσεις μου επί της υποθέσεως C-434/93, Bozkurt (7), υποστήριξα ότι:
«Οι διατάξεις του άρθρου 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80 του Συμβουλίου Συνδέσεως, δεν θέτουν ιδιαίτερες προϋποθέσεις για να είναι η απασχόληση "νόμιμη".
(...)
Συνεπώς, πρέπει να συναχθεί ότι η περιεχόμενη στο άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80 του Συμβουλίου Συνδέσεως, έκφραση "νόμιμη" απασχόληση παραπέμπει στους κανόνες των κρατών μελών ως προς τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες Τούρκοι υπήκοοι μπορούν να εισέρχονται και να διαμένουν στο έδαφος των εν λόγω κρατών και να εργάζονται εκεί. Εφόσον οι διατάξεις του άρθρου δεν εξαρτούν το νόμιμο της απασχολήσεως από την ύπαρξη τυπικής αδείας διαμονής και άλλων αδειών, έπεται ότι το λογικότερο είναι να ερμηνευθούν οι διατάξεις αυτές υπό την έννοια ότι η απασχόληση είναι "νόμιμη" κατά το άρθρο αυτό, οσάκις κατά τη νομοθεσία του οικείου κράτους μέλους, δεν είναι παράνομο να ασκεί Τούρκος υπήκοος συγκεκριμένη εργασία.»
25 Το Δικαστήριο με την απόφαση Sevince (8) παρέσχε ορισμένες κατευθυντήριες γραμμές ως προς το τι μπορεί να περιέχεται, κατά τη νομοθεσία των κρατών μελών, στην έννοια της «νόμιμης» απασχολήσεως κατά το άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80:
«Ωστόσο, ο νόμιμος χαρακτήρας μιας εργασίας κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, έστω κι αν γίνει δεκτό ότι η εργασία αυτή δεν εξαρτάται κατ' ανάγκη από την κατοχή νόμιμης άδειας διαμονής, προϋποθέτει μια σταθερή και όχι πρόσκαιρη κατάσταση στην αγορά εργασίας (9).
(...)
Κατά συνέπεια, η έκφραση "απασχολείται νομίμως" του (...) άρθρου 6, παράγραφος 1, τρίτη περίπτωση, της προαναφερθείσας αποφάσεως 1/80, δεν μπορεί να αφορά την κατάσταση του εργαζομένου ο οποίος μπόρεσε νομίμως να συνεχίσει να εργάζεται απλώς και μόνο λόγω του ανασταλτικού αποτελέσματος που συνεπάγεται η προσφυγή του έως ότου το εθνικό δικαστήριο αποφανθεί οριστικώς επ' αυτής, υπό την προϋπόθεση, βεβαίως, ότι το δικαστήριο αυτό θα απορρίψει την προσφυγή του» (10).
26 Θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι επί όσο χρόνο Τούρκος εργαζόμενος κατέχει προσωρινή άδεια εργασίας, η κατάστασή του στην αγορά εργασίας στο κράτος μέλος θεωρείται αυτομάτως ως προσωρινή, οπότε δεν πρόκειται για νόμιμη απασχόληση.
27 Εντούτοις, από την απόφαση Sevince προκύπτει ότι το ότι αυτός κατέχει άδεια διαμονής δεν έχει σημασία για το αν ένας Τούρκος εργαζόμενος μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει μόνιμη απασχόληση σε κράτος μέλος. Σημασία αντιθέτως έχει το αν ο εργαζόμενος αυτός δικαιούται, βάσει των ουσιαστικών νομοθετικών διατάξεων του οικείου κράτους μέλους, να εργάζεται και να διαμένει στο κράτος αυτό κατά το οικείο χρονικό διάστημα.
28 αΟπως ακριβώς, για να κριθεί το ζήτημα αν πρόκειται για νόμιμη απασχόληση, ελάχιστη σημασία μπορεί να έχει το αν το δικαίωμα διαμονής απορρέει από ρητή άδεια εργασίας ή διαμονής, εξίσου ελάχιστη σημασία μπορεί, κατά τη γνώμη μου, να έχει το γεγονός ότι έχει χορηγηθεί προσωρινή άδεια εργασίας και διαμονής. Αν αποδοθεί σημασία στην προσωρινή ισχύ μιας άδειας διαμονής, τα κράτη μέλη θα μπορούσαν, χορηγώντας περιορισμένες άδειες διαμονής, να καταστρατηγούν πλήρως τις διατάξεις του άρθρου 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80, οπότε οι Τούρκοι υπήκοοι δεν θα αποκτούσαν πράγματι τα δικαιώματα τα οποία τους παρέχει η διάταξη αυτή. Εν προκειμένω, πρέπει να επισημανθεί ότι υφίσταται προφανώς μια ευρύτατα διαδεδομένη πρακτική εντός των κρατών μελών, κατά την οποία υπήκοοι τρίτων χωρών κατά το πρώτο έτος κατά το οποίο δικαιούνται να εργάζονται και να διαμένουν σε κράτος μέλος λαμβάνουν μόνον προσωρινή άδεια διαμονής. Η Γερμανική Κυβέρνηση διευκρίνισε κατά την προφορική διαδικασία ότι δεν υπάρχουν περιπτώσεις στη Γερμανία κατά τις οποίες η πρώτη άδεια διαμονής υπηκόων τρίτων χωρών, περιλαμβανομένων των Τούρκων υπηκόων, να μην είναι προσωρινή.
29 Οι ίδιες εκτιμήσεις πρέπει να ισχύουν στις περιπτώσεις κατά τις οποίες τα κράτη μέλη δεν περιορίζουν χρονικώς, αλλά με άλλο τρόπο, τις άδειες διαμονής και εργασίας, ορίζοντας π.χ. ότι η άδεια παρέχει μόνο δικαίωμα για πρόσληψη σε ορισμένο εργοδότη ή για πρόσληψη συγκεκριμένου χαρακτήρα. Αν τα κράτη μέλη μπορούσαν να περιορίζουν τα κατά το κοινοτικό δίκαιο δικαιώματα Τούρκων υπηκόων, περιορίζοντας κατά τον έναν ή τον άλλο τρόπο τις άδειες διαμονής ή εργασίας, θα μπορούσαν κατά το δοκούν να καθιστούν τελείως θεωρητικά τα δικαιώματα που έχουν Τούρκοι υπήκοοι βάσει της αποφάσεως 1/80, η οποία αποτελεί μέρος του κοινοτικού δικαίου.
30 Αυτό δεν σημαίνει ότι τέτοιου είδους χρονικοί ή άλλοι περιορισμοί είναι άνευ σημασίας, δεδομένου ότι αποκτούν τη σημασία που τους προσδίδει η οικεία έννομη τάξη στο μέτρο που υπήκοοι τρίτων χωρών δεν έχουν αποκτήσει δικαιώματα βάσει του κοινοτικού δικαίου. Αν, επομένως, η άδεια εργασίας Τούρκου υπηκόου περιορίζεται στην παροχή εργασίας σε συγκεκριμένο εργοδότη και η απασχόληση παύει πριν από την πάροδο του πρώτου έτους, από το άρθρο 6, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, της αποφάσεως 1/80 συνάγεται εξ αντιδιαστολής ότι ο Τούρκος υπήκοος δεν έχει αποκτήσει βάσει του κοινοτικού δικαίου δικαίωμα συνεχίσεως της απασχολήσεώς του και οι δυνατότητές του διαμονής και εργασίας στο οικείο κράτος πρέπει, στην περίπτωση αυτή, να κρίνονται αποκλειστικά βάσει του εθνικού δικαίου του οικείου κράτους μέλους.
31 Αποφασιστικής σημασίας για το ζήτημα αν Τούρκος υπήκοος μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει νόμιμη απασχόληση εντός κράτους μέλους είναι, κατά τη γνώμη μου, αποκλειστικώς και μόνον το αν ο ενδιαφερόμενος έχει πράγματι, κατά τη νομοθεσία περί αλλοδαπών του κράτους μέλους, δικαίωμα διαμονής και εργασίας στη χώρα κατά την επίμαχη περίοδο. Επομένως, δεν έχει σημασία αν ο ενδιαφερόμενος κατείχε πράγματι, κατά την περίοδο αυτή, έγκυρη άδεια διαμονής και εργασίας και αν η άδεια αυτή είχε χορηγηθεί με χρονικό ή άλλου είδους περιορισμό.
32 Κατά συνέπεια, στο πρώτο ερώτημα πρέπει, κατά τη γνώμη μου, να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80 έχει την έννοια ότι Τούρκος υπήκοος, ο οποίος ασκεί μισθωτή δραστηριότητα υπό τις συνήθεις προϋποθέσεις και με τον συνήθη μισθό σε εργοδότη εντός κράτους μέλους και οποίος δεν υπόκειται σε ειδικούς κανόνες ως προς την πρόσληψη ως μαθητευόμενος ή με παρόμοια ιδιότητα, πρέπει να θεωρηθεί ότι απασχολείται στην αγορά εργασίας του οικείου κράτους μέλους, καίτοι ο σκοπός για τον οποίο προσελήφθη συνίστατο αρχικώς στην προετοιμασία του ενδιαφερομένου προκειμένου να αναλάβει, μετά από μερικά έτη απασχολήσεως στον εργοδότη, θέση εργασίας σε ανήκουσα στον εργοδότη θυγατρική εταιρία στην Τουρκία, καθώς και ότι τα κράτη μέλη δεν μπορούν, χορηγώντας άδεια διαμονής και εργασίας στους Τούρκους υπηκόους με χρονικούς ή άλλους περιορισμούς, να εμποδίζουν τον ενδιαφερόμενο να αποκτά τα δικαιώματα που παρέχει η διάταξη αυτή.
Το δεύτερο ερώτημα
33 Το εθνικό δικαστήριο ερωτά με το δεύτερο ερώτημα κατά πόσον μπορεί, όταν υποστηρίζεται ότι υφίσταται κατάχρηση δικαιώματος, να αποκλείεται η γένεση αξιώσεως κατά το άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80.
34 Ο Faik Gόnaydin διευκρίνισε ότι η θυγατρική εταιρία της Siemens στην Τουρκία, στην οποία υπήρχε η προοπτική να απασχοληθεί μετά το στάδιο προετοιμασίας του στη Siemens της Γερμανίας, ανακοίνωσε τον Ιανουάριο του 1991 ότι λόγω της υφισταμένης καταστάσεως στην Τουρκία δεν υπήρχε επί του παρόντος δυνατότητα προσλήψεώς του. Ο Faik Gόnaydin είχε επομένως αρχικώς την πρόθεση να επιστρέψει στην Τουρκία, πλην όμως οι περιστάσεις μεταβλήθηκαν.
35 Το ομόσπονδο κράτος της Βαυαρίας, υποστηριζόμενο από τη Γερμανική και την Ελληνική Κυβέρνηση, έχει τη γνώμη ότι στην παρούσα περίπτωση υφίσταται τέτοιου είδους καταστρατήγηση ώστε να μην είναι δυνατόν να αντληθούν δικαιώματα από το άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80.
36 Η Επιτροπή θεωρεί ότι δεν μπορεί να ληφθεί ως δεδομένο ότι ο Faik Gόnaydin προέβη αρχικώς σε φαινομενική απλώς δήλωση περί της προθέσεώς του να επιστρέψει στην Τουρκία μετά την περίοδο απασχολήσεώς του στη Siemens μόνο και μόνο για να προκαλέσει τη χορήγηση σ' αυτόν άδειας διαμονής και εργασίας από την αρμόδια για τους αλλοδαπούς γερμανική αρχή.
37 Δεν προκύπτει απολύτως σαφώς από το δεύτερο ερώτημα τί εννοεί το εθνικό δικαστήριο με τη φράση «κατάχρηση δικαιώματος» σε σχέση με τα κατά το άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80 δικαιώματα. Κατά τη γνώμη μου, στην έννοια της καταχρήσεως υφίσταται πάντως ένα στοιχείο εξαπατήσεως, οπότε φαίνεται πιθανότατο ότι το εθνικό δικαστήριο ερωτά στην πραγματικότητα κατά πόσον επηρεάζονται τα κατά το άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80 δικαιώματα Τούρκου εργαζομένου από το ότι πέτυχε κατόπιν εξαπατήσεως να του χορηγηθεί άδεια διαμονής και εργασίας εντός κράτους μέλους.
38 Στις προτάσεις μου της 6ης Μαρτίου 1997 επί της υποθέσεως C-285/95, Suat Kol (11), υποστήριξα ότι:
«16. Το δικαίωμα εργασίας κατά τη διάρκεια της περιόδου που προηγείται του χρονικού σημείου κατά το οποίο ο Τούρκος εργαζόμενος μπορεί να επικαλεστεί τις διατάξεις της αποφάσεως 1/80 εξαρτάται από το δικαίωμα διαμονής που έχει ήδη αποκτηθεί βάσει του εθνικού δικαίου. Το ζήτημα αν και υπό ποιες προϋποθέσεις ο Τούρκος εργαζόμενος έχει το δικαίωμα διαμονής κρίνεται βάσει του εθνικού δικαίου. Το κρίσιμο στοιχείο είναι αν, βάσει των ουσιαστικών διατάξεων που εφαρμόζονται στο κράτος μέλος υποδοχής, ο ενδιαφερόμενος βρίσκεται νομίμως στη χώρα αυτή. Το έγγραφο της άδειας διαμονής και της άδειας εργασίας δεν ασκούν επιρροή σ' αυτό το πλαίσιο.
(...)
18. Το Δικαστήριο έκρινε ότι οι περίοδοι απασχολήσεως που συμπληρώνονται μόνο βάσει προσωρινής άδειας διαμονής, εν αναμονή δικαστικής αποφάσεως, δεν μπορούν να θεωρηθούν ως περίοδοι νόμιμης εργασίας. Εν προκειμένω, η κατάσταση εμφανίζεται διαφορετική διότι, κατά την επίδικη περίοδο, ο Kol είχε άδεια μόνιμης διαμονής - καίτοι την είχε αποκτήσει δολίως - η οποία έπαυσε να ισχύει μόνο κατόπιν της αποφάσεως περί απελάσεως που εκδόθηκε στη συνέχεια. Από τυπικής σκοπιάς, η κατάσταση του Kol στη γερμανική αγορά εργασίας δεν ήταν προσωρινή. Πάντως, η άδεια διαμονής, λόγω του ότι είχε αποκτηθεί δολίως, μπορούσε να ανακληθεί κατά το γερμανικό δίκαιο.»
Εν συνεχεία, στις προτάσεις μου επί της υποθέσεως Kol υποστήριξα ότι η περίπτωση την οποία αφορούσε η υπόθεση εκείνη έπρεπε, κατά τη γνώμη μου, «να αντιμετωπιστεί κατά τον ίδιο τρόπο όπως και οι υποθέσεις Sevince και Kus και να κριθεί ότι η περίοδος μεταξύ της χορηγήσεως της άδειας διαμονής βάσει της ψευδούς δηλώσεως της 2ας Μαου 1991 περί εγγάμου συμβιώσεως και της διαταγής περί απελάσεως της 7ης Ιουλίου 1994 δεν μπορεί να θεωρηθεί ως περίοδος κατά την οποία η κατάσταση του Kol στην αγορά εργασίας ήταν σταθερή και όχι πρόσκαιρη, διότι η άδεια διαμονής του μπορούσε να ανακληθεί. Στην αντίθετη περίπτωση, η ενδεχόμενη δικαστική απόφαση που θα απέρριπτε οριστικά την αίτηση του Kol για τη χορήγηση άδειας διαμονής βάσει του γερμανικού δικαίου θα έχανε το αντικείμενό της και ο Kol θα μπορούσε να αποκτήσει τα δικαιώματα του άρθρου 6, παράγραφος 1, για περίοδο κατά την οποία δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις που απαιτεί η διάταξη αυτή. Αν επικυρωθεί η απάτη που διέπραξε ο Kol έναντι των γερμανικών αρχών αστυνομίας αλλοδαπών ώστε να θεωρηθεί νόμιμη η εργασία του μετά τις 2 Μαου 1991 είναι σαν να επιβραβεύεται το ποινικό αδίκημα, πράγμα που θα ενθάρρυνε - αντί να αποθαρρύνει - και άλλους να καταθέτουν ψευδείς δηλώσεις στις αρχές της αστυνομίας αλλοδαπών των κρατών μελών».
Τέλος, στο σημείο 21 των προτάσεών μου επί της υποθέσεως Kol είπα ότι, «σε τελική ανάλυση, ο σκοπός τον οποίο επιδιώκει το άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80 υπαγορεύει κατ' ανάγκη αυτή τη λύση. Τα πλεονεκτήματα που προβλέπει η διάταξη αυτή στον τομέα του δικαιώματος εργασίας σκοπούν να δώσουν τη δυνατότητα στους Τούρκους εργαζομένους, που κινούνται ήδη στη νόμιμη αγορά εργασίας εντός κράτους μέλους, να ενσωματωθούν ακόμη περισσότερο σ' αυτό το κράτος. Η δυνατότητα του Τούρκου εργαζομένου να δημιουργήσει δολίως μια έννομη κατάσταση, που δεν θα μπορούσε να περιοριστεί παρά μόνον υπό τους όρους του άρθρου 14, θα ματαίωνε την επίτευξη αυτού του στόχου της ενσωματώσεως».
Βάσει αυτών των σκέψεων, πρότεινα στο Δικαστήριο να δώσει στο πρώτο ερώτημα την απάντηση ότι «Το άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80 έχει την έννοια ότι οι περίοδοι δραστηριότητας που συμπλήρωσε Τούρκος εργαζόμενος βάσει άδειας διαμονής την οποία απέκτησε δολίως δεν μπορούν να θεωρηθούν ως περίοδοι "νόμιμης εργασίας".»
39 Επομένως, κατά τη γνώμη μου, το αποφασιστικό στοιχείο ως προς το αν εσφαλμένες ή ελλιπείς δηλώσεις μπορούν να ασκούν επιρροή επί του ζητήματος αν υφίσταται «νόμιμη» απασχόληση κατά το άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80 πρέπει να συνίσταται στο αν ο ενδιαφερόμενος πέτυχε τη χορήγηση άδειας διαμονής κατόπιν απάτης, δηλαδή προβαίνοντας εν γνώσει του σε αναληθείς δηλώσεις ή εκ προθέσεως αποσιώπησε ουσιώδεις περιστάσεις ενώπιον της αρμόδιας αρχής. Στις περιπτώσεις αυτές, οι αρμόδιες για τους αλλοδαπούς αρχές των κρατών μελών ανακαλούν προφανώς, κατά γενικό κανόνα, αναδρομικώς την άδεια διαμονής και εργασίας του ενδιαφερομένου, οπότε ο Τούρκος εργαζόμενος δεν έχει νόμιμη απασχόληση και, κατά συνέπεια, δεν μπορεί να επικαλείται τις σχετικές περιόδους διαμονής και απασχολήσεως όσον αφορά τα δικαιώματα τα οποία έχει κατά το άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80.
40 Αν, αντιθέτως, Τούρκος υπήκοος προβαίνει τελείως καλοπίστως, σε συγκεκριμένο χρονικό σημείο, σε δηλώσεις ως προς την κατάστασή του και τις προοπτικές του, πλην όμως η κατάσταση αυτή μεταβάλλεται σε μεταγενέστερο χρονικό σημείο, χωρίς γι' αυτό να ευθύνεται ο ενδιαφερόμενος, π.χ. λόγω της γενικής κοινωνικής εξελίξεως, δεν πρόκειται για εξαπάτηση αλλά, αντιθέτως, για συνήθη περίπτωση μεταβολής των συνθηκών· φρονώ ότι δεν είναι δίκαιο να φέρει τον κίνδυνο της ανατροπής των προϋποθέσεων αποκλειστικά ο ενδιαφερόμενος Τούρκος υπήκοος. Οι αρμόδιες για τους αλλοδαπούς αρχές των κρατών μελών προβαίνουν προφανώς, κατά γενικό κανόνα, στην περίπτωση αυτή μόνο στην ανάκληση (ή άρνηση παρατάσεως της ισχύος) της άδειας διαμονής και εργασίας αναδρομικώς.
41 Θα ήθελα εν προκειμένω να παρατηρήσω ότι οι ρητώς προβλεπόμενες χρονικές και άλλου είδους προϋποθέσεις, οι οποίες εκτέθηκαν ανωτέρω κατά την απάντηση στο πρώτο ερώτημα, αποτελούν στην πραγματικότητα απλή υποδιαίρεση τέτοιων περιπτώσεων μεταβολής των συνθηκών. Η διαφορά έγκειται πράγματι απλώς και μόνο στο ότι στις εκτιθέμενες στο πρώτο ερώτημα περιπτώσεις οι προϋποθέσεις διατυπώθηκαν ως ρητός όρος. Οι προαναφερθείσες εκτιμήσεις πρέπει, επομένως, να ισχύουν ακόμη περισσότερο για τις μη ρητώς προβλεπόμενες προϋποθέσεις από τα κράτη μέλη όσον αφορά τη χορήγηση άδειας διαμονής και εργασίας, καθόσον σε αντίθετη περίπτωση τα κράτη μέλη θα μπορούσαν κατ' αυτόν τον τρόπο να καταστήσουν τελείως θεωρητικά τα κατά το άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80 δικαιώματα.
42 Αν ληφθεί υπόψη η δήλωσή του, ο Faik Gόnaydin είχε, κατά το χρονικό σημείο κατά το οποίο ζήτησε να του χορηγηθεί άδεια διαμονής και εργασίας και προέβη στις σχετικές με αυτή δηλώσεις, την πρόθεση να επιστρέψει στην Τουρκία μετά τη διάρκεια απασχολήσεώς του στη Siemens επί μερικά έτη, πλην όμως, λόγω μεταβολής των πραγματικών περιστάσεων δεν είχε πλέον τη δυνατότητα να προσληφθεί στη θυγατρική της Siemens στην Τουρκία, μετέβαλε γνώμη και επιθυμεί να παραμείνει στη Γερμανία. Επομένως, δεν φαίνεται να πρόκειται περί περιπτώσεως δόλου, αλλ' απλώς περί περιπτώσεως πλάνης οφειλομένης στη μη συνδρομή των συνθηκών που είχε θελήσει ο ενδιαφερόμενος. Εναπόκειται πάντως στο εθνικό δικαστήριο να εκτιμήσει το ζήτημα αυτό.
43 Επομένως, στο δεύτερο ερώτημα πρέπει, κατά τη γνώμη μου, να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80 έχει την έννοια ότι οι περίοδοι απασχολήσεως τις οποίες συμπλήρωσε Τούρκος εργαζόμενος εντός κράτους βάσει άδειας διαμονής, την οποία έλαβε κατόπιν εξαπατήσεως, δεν μπορούν να θεωρηθούν ότι συνιστούν «νόμιμη» απασχόληση.
Πρόταση
Βάσει αυτών των ανωτέρω προτείνω στο Δικαστήριο να απαντήσει στα υποβληθέντα ερωτήματα ως εξής:
«Το άρθρο 6, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80, της 19ης Σεπτεμβρίου 1980, του Συμβουλίου Συνδέσεως που συστάθηκε στο πλαίσιο της Συμφωνίας Συνδέσεως της Ευρωπαϋκής Οικονομικής Κοινότητας και της Τουρκίας, η οποία υπογράφηκε στις 12 Σεπτεμβρίου 1963 στην νΑγκυρα και εγκρίθηκε εξ ονόματος της Κοινότητας με την απόφαση 64/732/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 23ης Δεκεμβρίου 1963, έχει την έννοια
ότι Τούρκος υπήκοος, ο οποίος ασκεί μισθωτή δραστηριότητα υπό τις συνήθεις προϋποθέσεις και με τον συνήθη μισθό σε εργοδότη εντός κράτους μέλους και οποίος δεν υπόκειται σε ειδικούς κανόνες ως προς την πρόσληψη ως μαθητευόμενος ή με παρόμοια ιδιότητα, πρέπει να θεωρηθεί ότι απασχολείται στην αγορά εργασίας του οικείου κράτους μέλους, καίτοι ο σκοπός για τον οποίο προσελήφθη συνίστατο αρχικώς στην προετοιμασία του ενδιαφερομένου προκειμένου να αναλάβει, μετά από μερικά έτη απασχολήσεως στον εργοδότη, θέση εργασίας σε ανήκουσα στον εργοδότη θυγατρική εταιρία στην Τουρκία,
ότι τα κράτη μέλη δεν μπορούν, χορηγώντας άδεια διαμονής και εργασίας στους Τούρκους υπηκόους με χρονικούς ή άλλους περιορισμούς, να εμποδίζουν τον ενδιαφερόμενο να αποκτά τα δικαιώματα που παρέχει η διάταξη αυτή, και
ότι οι περίοδοι απασχολήσεως τις οποίες συμπλήρωσε Τούρκος εργαζόμενος εντός κράτους βάσει άδειας διαμονής, την οποία έλαβε κατόπιν εξαπατήσεως, δεν μπορούν να θεωρηθούν ότι συνιστούν "νόμιμη" απασχόληση.»
(1) - Συμφωνία Συνδέσεως μεταξύ της Ευρωπαϋκής Οικονομικής Κοινότητας και της Τουρκίας, που υπογράφηκε στην νΑγκυρα στις 12 Σεπτεμβρίου 1963 και συνήφθη εξ ονόματος της Κοινότητας με την απόφαση 64/732/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 23ης Δεκεμβρίου 1963 (ΕΕ ειδ. έκδ. 11/001, σ. 48).
(2) - ΕΕ ειδ. έκδ. 11/002, σ. 151.
(3) - Η απόφαση αυτή δεν έχει δημοσιευτεί.
(4) - Βλ. την απόφαση της 20ής Σεπτεμβρίου 1990, C-192/89, Sevince (Συλλογή 1990, σ. I-3461).
(5) - Βλ. υποσημείωση 4.
(6) - Υπόθεση C-237/91, Kus (Συλλογή 1992, σ. Ι-6781).
(7) - Απόφαση της 6ης Ιουνίου 1995 (Συλλογή 1994, σ. Ι-1475).
(8) - Βλ. υποσημείωση 4.
(9) - Σκέψη 30.
(10) - Σκέψη 32.
(11) - Απόφαση της 5ης Ιουνίου 1997 (που δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στη Συλλογή).