Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 61994CJ0063

    Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 11ης Αυγούστου 1995.
    Groupement national des négociants en pommes de terre de Belgique κατά ITM Belgium SA και Vocarex SA.
    Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Tribunal de commerce de Mons - Βέλγιο.
    Ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων - Απαγόρευση της πωλήσεως με εξαιρετικά μικρό κέρδος.
    Υπόθεση C-63/94.

    Συλλογή της Νομολογίας 1995 I-02467

    ECLI identifier: ECLI:EU:C:1995:270

    61994J0063

    ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΕΚΤΟ ΤΜΗΜΑ) ΤΗΣ 11ΗΣ ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 1995. - GROUPEMENT NATIONAL DES NEGOCIANTS EN POMMES DE TERRE DE BELGIQUE ΚΑΤΑ ITM BELGIUM SA ΚΑΙ VOCAREX SA. - ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ: TRIBUNAL DE COMMERCE DE MONS - ΒΕΛΓΙΟ. - ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ ΤΩΝ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ - ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΤΗΣ ΠΩΛΗΣΕΩΣ ΜΕ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΑ ΜΙΚΡΟ ΚΕΡΔΟΣ. - ΥΠΟΘΕΣΗ C-63/94.

    Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1995 σελίδα I-02467


    Περίληψη
    Διάδικοι
    Σκεπτικό της απόφασης
    Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
    Διατακτικό

    Λέξεις κλειδιά


    ++++

    Ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων * Ποσοτικοί περιορισμοί * Μέτρα ισοδυνάμου αποτελέσματος * 'Εννοια * Εμπόδια προκύπτοντα από εθνικές διατάξεις που ρυθμίζουν τον τρόπο πωλήσεως χωρίς να εισάγουν δυσμενείς διακρίσεις * Δεν εφαρμόζεται το άρθρο 30 της Συνθήκης * Νομοθεσία απαγορεύουσα την πώληση με εξαιρετικά μικρό κέρδος

    (Συνθήκη ΕΟΚ, άρθρο 30)

    Περίληψη


    Δεν είναι ικανή να επηρεάσει άμεσα ή έμμεσα, πραγματικά ή δυνητικά, το εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών η εφαρμογή σε προϊόντα προελεύσεως άλλων κρατών μελών εθνικών διατάξεων που περιορίζουν ή απαγορεύουν ορισμένους τρόπους πωλήσεως, αρκεί οι διατάξεις αυτές να εφαρμόζονται σε όλους τους ενδιαφερομένους επιχειρηματίες που ασκούν τη δραστηριότητά τους στην εθνική επικράτεια και να επηρεάζουν κατά τον ίδιο τρόπο, τόσο νομικώς όσο και πραγματικώς, την εμπορία των εγχωρίων προϊόντων και των προϊόντων προελεύσεως άλλων κρατών μελών. Πράγματι, εφόσον πληρούνται αυτές οι προϋποθέσεις, η εφαρμογή ρυθμίσεων του είδους αυτού στην πώληση προϊόντων προελεύσεως άλλου κράτους μέλους που ανταποκρίνονται στις προδιαγραφές του κράτους αυτού δεν είναι ικανή να εμποδίσει την πρόσβασή τους στην αγορά ή να τη δυσχεράνει περισσότερο από την πρόσβαση στην αγορά των εγχωρίων προϊόντων. Συνεπώς, οι ρυθμίσεις αυτές δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 30 της Συνθήκης.

    Κατά συνέπεια, το άρθρο 30 της Συνθήκης πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι δεν έχει εφαρμογή σε περίπτωση κατά την οποία κράτος μέλος απαγορεύει διά νόμου κάθε πώληση η οποία αποφέρει εξαιρετικά μικρό κέρδος.

    Διάδικοι


    Στην υπόθεση C-63/94,

    που έχει ως αντικείμενο αίτηση του tribunal de commerce de Mons (Βέλγιο) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ

    Groupement national des negociants en pommes de terre de Belgique (Belgapom)

    και

    ITM Belgium SA και Vocarex SA,

    η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς την ερμηνεία του άρθρου 30 της Συνθήκης ΕΚ,

    ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έκτο τμήμα),

    συγκείμενο από τους F. A. Schockweiler, πρόεδρο τμήματος, G. F. Mancini (εισηγητή), Κ. Ν. Κακούρη, J. L. Murray και G. Hirsch, δικαστές,

    γενικός εισαγγελέας: Γ. Κοσμάς

    γραμματέας: H. A. Ruehl, κύριος υπάλληλος διοικήσεως,

    λαμβάνοντας υπόψη τις γραπτές παρατηρήσεις που κατέθεσαν:

    * η ITM Belgium SA και η Vocarex SA, εκπροσωπούμενες από τον E. Van Daele, δικηγόρο Tournai, και τον L. Van Bunnen, δικηγόρο Βρυξελλών,

    * η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπουμένη από τον H. Van Lier, νομικό σύμβουλο, επικουρούμενο από τον D. Waelbroek, δικηγόρο Βρυξελλών,

    έχοντας υπόψη την έκθεση ακροατηρίου,

    αφού άκουσε τις προφορικές παρατηρήσεις της ITM Belgium SA, της Vocarex SA και της Επιτροπής κατά τη συνεδρίαση της 19ης Ιανουαρίου 1995,

    αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 23ης Μαρτίου 1995,

    εκδίδει την ακόλουθη

    Απόφαση

    Σκεπτικό της απόφασης


    1 Με απόφαση της 21ης Ιανουαρίου 1994, που περιήλθε στο Δικαστήριο στις 15 Φεβρουαρίου 1994, το tribunal de commerce de Mons υπέβαλε, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΚ, ένα προδικαστικό ερώτημα ως προς την ερμηνεία του άρθρου 30 της Συνθήκης ΕΟΚ, που κατέστη Συνθήκη ΕΚ.

    2 Το ερώτημα αυτό τέθηκε στο πλαίσιο στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ του Groupement national des negociants en pommes de terre de Belgique (στο εξής: Belgapom) και των ανωνύμων εταιριών ITM Belgium (στο εξής: ITM) και Vocarex σχετικά με πώληση γεωμήλων από την τελευταία εταιρία με πολύ μικρό περιθώριο κέρδους.

    3 Στο Βέλγιο, το άρθρο 40, πρώτο και τρίτο εδάφιο, του νόμου της 14ης Ιουλίου 1991 περί των εμπορικών πρακτικών ορίζει:

    "Απαγορεύεται η εκ μέρους των εμπόρων προσφορά προς πώληση ή η πώληση προϊόντων σε τιμή κάτω του κόστους.

    Ως πώληση σε τιμή κάτω του κόστους θεωρείται κάθε πώληση έναντι τιμήματος το οποίο δεν είναι τουλάχιστον ίσο προς την τιμή η οποία αναγράφεται στο τιμολόγιο αγοράς του προϊόντος ή προς εκείνη η οποία θα αναγραφόταν σε περίπτωση νέας αγοράς.

    Προς πώληση σε τιμή κάτω του κόστους εξομοιώνεται κάθε πώληση η οποία, εάν ληφθούν υπόψη οι ανωτέρω τιμές καθώς και τα γενικά έξοδα, παρέχει ένα εξαιρετικά περιορισμένο περιθώριο κέρδους."

    4 Η Vocarex είναι ανεξάρτητη εμπορική επιχείρηση, η οποία συνδέεται με σύμβαση παραχωρήσεως δικαιώματος εκμεταλεύσεως σήματος ("franchise") με την ένωση Intermarche, που διευθύνεται στο Βέλγιο από την ΙΤΜ. Ειδοποιηθείσα από την τελευταία, η Vocarex αγόρασε, τον Σεπτέμβριο του 1993, γεώμηλα τύπου "bintjes" σε σάκους των 25 κιλών αντί 27 βελγικών φράγκων (BFR) έκαστο, τους οποίους μεταπώλησε αντί 29 BFR. Την ίδια περίοδο το προϊόν αυτό επωλείτο κατά κανόνα στην τιμή των 89 BFR.

    5 Η Belgapom άσκησε αγωγή κατά της ΙΤΜ και της Vocarex ενώπιον του tribunal de commerce de Mons, ζητώντας την παύση των πωλήσεων. Οι δύο αυτές εταιρίες ζήτησαν την απόρριψη της αγωγής, ισχυριζόμενες ότι το άρθρο 40 του προμνησθέντος νόμου αντιβαίνει προς το άρθρο 30 της Συνθήκης ΕΚ.

    6 Θεωρώντας ότι η λύση της διαφοράς εξαρτάται από την ερμηνεία του κοινοτικού δικαίου, το tribunal de commerce de Mons ανέστειλε τη διαδικασία και υπέβαλε στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

    "Κατά πόσο το άρθρο 40 του νόμου της 14ης Ιουλίου 1991 και ειδικότερα τα εδάφια 3 και 4, λόγω της γενικής διατυπώσεώς τους, συμβιβάζονται με το άρθρο 30 της Συνθήκης ΕΟΚ, εφόσον εξομοιώνουν προς πώληση σε τιμή κάτω του κόστους την πώληση που πραγματοποιείται με τίμημα υψηλότερο μεν από το αναγραφόμενο στο τιμολόγιο αγοράς του προϊόντος, πλην όμως με εξαιρετικά μικρό περιθώριο κέρδους;"

    7 Ενόψει της διατυπώσεως του προδικαστικού ερωτήματος, πρέπει να υπομνησθεί ότι, κατά πάγια νομολογία, το Δικαστήριο δεν είναι αρμόδιο να αποφαίνεται επί του κατά πόσον ορισμένη εθνική διάταξη συμβιβάζεται με το κοινοτικό δίκαιο. Είναι, ωστόσο, αρμόδιο να παράσχει στο εθνικό δικαστήριο όλα τα στοιχεία ερμηνείας που αφορούν το κοινοτικό δίκαιο και τα οποία θα επιτρέψουν στο εθνικό δικαστήριο να εκτιμήσει το συμβιβαστό των εθνικών διατάξεων με το κοινοτικό δίκαιο προκειμένου να αποφανθεί επί της υποθέσεως που του έχει υποβληθεί (βλ. ως πλέον πρόσφατη, την απόφαση της 14ης Ιουλίου 1994, C-438/92, Rustica semences, Συλλογή 1994, σ. Ι-3519, σκέψη 10).

    8 Για να δοθεί απάντηση στο ερώτημα του εθνικού δικαστηρίου πρέπει καταρχάς να διευκρινιστεί αν το άρθρο 30 της Συνθήκης έχει εφαρμογή σε περίπτωση που ένα κράτος μέλος απαγορεύει διά νόμου κάθε πώληση η οποία αποφέρει μόνον εξαιρετικά μικρό κέρδος.

    9 Κατά πάγια νομολογία, αποτελεί μέτρο ισοδυνάμου αποτελέσματος προς ποσοτικό περιορισμό κάθε μέτρο ικανό να επηρεάσει, άμεσα ή έμμεσα, πραγματικά ή δυνητικά, το εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών (απόφαση της 11ης Ιουλίου 1974, 8/74, Dassonville, Συλλογή τόμος 1974, σ. 411, σκέψη 5).

    10 Διαπιστώνεται ότι σκοπός νομοθετικών μέτρων όπως αυτό περί του οποίου πρόκειται στην υπόθεση της κύριας δίκης, που απαγορεύει κάθε πώληση αποφέρουσα εξαιρετικά μικρό κέρδος, δεν είναι η ρύθμιση των εμπορευματικών συναλλαγών μεταξύ των κρατών μελών.

    11 Μια τέτοια απαγόρευση είναι πράγματι ικανή να περιορίσει τον όγκο των πωλήσεων και, κατά συνέπεια, τον όγκο των πωλήσεων προϊόντων προελεύσεως άλλων κρατών μελών, καθόσον στερεί τους επιχειρηματίες από μια μέθοδο προωθήσεως των πωλήσεων. Πρέπει όμως να εξεταστεί αν αυτό το ενδεχόμενο αρκεί για να θεωρηθεί το εν λόγω μέτρο ως μέτρο ισοδυνάμου αποτελέσματος προς ποσοτικό περιορισμό, κατά την έννοια του άρθρου 30 της Συνθήκης.

    12 Συναφώς, πρέπει να υπομνησθεί ότι δεν είναι ικανή να επηρεάσει άμεσα ή έμμεσα, πραγματικά ή δυνητικά, το εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών, κατά την έννοια της προπαρατεθείσας αποφάσεως Dassonville, η εφαρμογή σε προϊόντα προελεύσεως άλλων κρατών μελών εθνικών διατάξεων που περιορίζουν ή απαγορεύουν ορισμένους τρόπους πωλήσεως, αρκεί οι διατάξεις αυτές να εφαρμόζονται σε όλους τους ενδιαφερομένους επιχειρηματίες που ασκούν τη δραστηριότητά τους στην εθνική επικράτεια και να επηρεάζουν κατά τον ίδιο τρόπο, τόσο νομικώς όσο και πραγματικώς, την εμπορία των εγχωρίων προϊόντων και των προϊόντων προελεύσεως άλλων κρατών μελών. Πράγματι, εφόσον πληρούνται αυτές οι προϋποθέσεις, η εφαρμογή ρυθμίσεων του είδους αυτού στην πώληση προϊόντων προελεύσεως άλλου κράτους μέλους που ανταποκρίνονται στις προδιαγραφές του κράτους αυτού δεν είναι ικανή να εμποδίσει την πρόσβασή τους στην αγορά ή να τη δυσχεράνει περισσότερο από την πρόσβαση στην αγορά των εγχωρίων προϊόντων. Συνεπώς, οι ρυθμίσεις αυτές δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 30 της Συνθήκης (βλ. τις αποφάσεις της 24ης Νοεμβρίου 1993, C-267/91 και C-268/91, Keck και Mithouard, Συλλογή 1993, σ. Ι-6097, σκέψεις 16 και 17, της 15ης Δεκεμβρίου 1993, C-292/92, Huenermund κ.λπ., Συλλογή 1993, σ. Ι-6787, σκέψη 21, και της 9ης Φεβρουαρίου 1995, C-412/93, Leclerc, μη δημοσιευθείσα ακόμη στη Συλλογή, σκέψη 21).

    13 'Ομως, προκειμένου για διάταξη όπως αυτή της κύριας δίκης, διαπιστώνεται ότι αφορά τον τρόπο πωλήσεως, καθόσον απαγορεύει κάθε πώληση η οποία αποφέρει εξαιρετικά μικρό κέρδος.

    14 Επιπλέον, η διάταξη αυτή, η οποία έχει εφαρμογή χωρίς διάκριση ανάλογα με τα προϊόντα, σε όλους τους επιχειρηματίες στον οικείο τομέα, δεν επηρεάζει την εμπορία προϊόντων προελεύσεως άλλων κρατών μελών κατά διαφορετικό τρόπο απ' ό,τι τα εγχώρια προϊόντα.

    15 Υπό τις συνθήκες αυτές στο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 30 της Συνθήκης πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι αυτό δεν έχει εφαρμογή σε περίπτωση κατά την οποία κράτος μέλος απαγορεύει διά νόμου κάθε πώληση η οποία αποφέρει εξαιρετικά μικρό κέρδος.

    Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


    Επί των δικαστικών εξόδων

    16 Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, η οποία κατέθεσε παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, δεν αποδίδονται. Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ' αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων.

    Διατακτικό


    Για τους λόγους αυτούς,

    ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έκτο τμήμα),

    κρίνοντας επί του ερωτήματος που του υπέβαλε, με απόφαση της 21ης Ιανουαρίου 1994, το tribunal de commerce de Mons, αποφαίνεται:

    Tο άρθρο 30 της Συνθήκης πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι αυτό δεν έχει εφαρμογή σε περίπτωση κατά την οποία κράτος μέλος απαγορεύει διά νόμου κάθε πώληση η οποία αποφέρει εξαιρετικά μικρό κέρδος.

    Top