EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 61992CJ0118

Απόφαση του Δικαστηρίου της 18ης Μαΐου 1994.
Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου.
Ελεύθερη κυκλοφορία εργαζομένων - Ισότητα μεταχειρίσεως - Άσκηση συνδικαλιστικών δικαιωμάτων - Συμμετοχή στη διαχείριση οργανισμών δημοσίου δικαίου.
Υπόθεση C-118/92.

Συλλογή της Νομολογίας 1994 I-01891

ECLI identifier: ECLI:EU:C:1994:198

61992J0118

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΗΣ 18ΗΣ ΜΑΪΟΥ 1994. - ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΚΑΤΑ ΜΕΓΑΛΟΥ ΔΟΥΚΑΤΟΥ ΤΟΥ ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟΥ. - ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ - ΙΣΗ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗ - ΑΣΚΗΣΗ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ - ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΣΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ. - ΥΠΟΘΕΣΗ C-118/92.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1994 σελίδα I-01891


Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


++++

Προσφυγή λόγω παραβάσεως * Εξέταση του βασίμου της από το Δικαστήριο * Κατάσταση ληπτέα υπόψη * Κατάσταση κατά τη λήξη της προθεσμίας που τάχθηκε με την αιτιολογημένη γνώμη

(Συνθήκη ΕΟΚ, άρθρο 169)

Διάδικοι


Στην υπόθεση C-118/92,

Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τη Marie Wofcarius, μέλος της Νομικής Υπηρεσίας, και τον Θεόφιλο Μαργέλλο, εθνικό υπάλληλο αποσπασμένο στη Nομική Yπηρεσία της Επιτροπής, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον Γεώργιο Κρεμλή, μέλος της Nομικής Yπηρεσίας, Centre Wagner, Kirchberg,

προσφεύγoυσα,

κατά

Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου, εκπροσωπούμενου από τον Jean Zahlen, σύμβουλο της Κυβερνήσεως στο Υπουργείο Εργασίας, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο το Υπουργείο Εργασίας, 26, rue Zithe,

καθού,

που έχει ως αντικείμενο να αναγνωριστεί ότι το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου, διατηρώντας εν ισχύι διατάξεις οι οποίες στερούν από τους εργαζομένους στη χώρα αυτή που είναι υπήκοοι άλλων κρατών μελών το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι κατά τις διεξαγόμενες στα πλαίσια των λουξεμβουργιανών επαγγελματικών επιμελητηρίων εκλογές, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 48, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΟΚ και το άρθρο 8, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΟΚ) 1612/68 του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 1968, περί της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων στo εσωτερικό της Κοινότητας (ΕΕ ειδ. έκδ. 05/001, σ. 33),

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ,

συγκείμενο από τους G. F. Mancini, πρόεδρο τμημάτων, προεδρεύοντα, J. C. Motinho de Almeida και D. A. O. Edward, προέδρους τμήματος, R. Joliet, F. A. Schockweiler, G. C. Rodriguez Iglesias (εισηγητή), F. Grevisse, M. Zuleeg και J. L. Murray, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: F. G. Jacobs

γραμματέας: R. Grass

έχοντας υπόψη την έκθεση ακροατηρίου,

αφού άκουσε τις αγορεύσεις των διαδίκων κατά τη συνεδρίαση της 15ης Μαρτίου 1994,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 15ης Μαρτίου 1994,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

Σκεπτικό της απόφασης


1 Mε δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 13 Απριλίου 1992, η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων άσκησε, δυνάμει του άρθρου 169 της Συνθήκης ΕΟΚ, προσφυγή με την οποία ζητεί να αναγνωριστεί ότι το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου, στερώντας από εργαζόμενους που είναι υπήκοοι άλλων κρατών μελών το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι κατά τις διεξαγόμενες στα πλαίσια των λουξεμβουργιανών επαγγελματικών επιμελητηρίων εκλογές, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 48, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΟΚ και το άρθρο 8, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΟΚ) 1612/68 του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 1968, περί της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων στo εσωτερικό της Κοινότητας (ΕΕ ειδ. έκδ. 05/001, σ. 33).

2 Ο λουξεμβουργιανός νόμος της 4ης Απριλίου 1924, όπως ίσχυε κατά τη στιγμή ασκήσεως της παρούσας προσφυγής, προέβλεπε την ίδρυση επαγγελματικών επιμελητηρίων, ο σκοπός των οποίων συνίσταται, κυρίως, στη διαφύλαξη των συμφερόντων των μελών τους. Στα επιμελητήρια εγγράφονται υποχρεωτικώς όλοι οι εργαζόμενοι εντός του εδάφους του Μεγάλου Δουκάτου, ασχέτως ιθαγενείας. Τα τακτικά και αναπληρωματικά μέλη κάθε επιμελητηρίου είναι αιρετά. Στις αρχαιρεσίες αυτές έχουν δικαίωμα να συμμετάσχουν, τόσο ως εκλογείς όσο και ως υποψήφιοι, μόνο πρόσωπα με λουξεμβουργιανή ιθαγένεια.

3 Σύμφωνα με την προβλεπόμενη από το άρθρο 169 της Συνθήκης διαδικασία, η Επιτροπή, με επιστολή της 27ης Νοεμβρίου 1989, κάλεσε τη Λουξεμβουργιανή Κυβέρνηση να υποβάλει τις παρατηρήσεις της περί του αν ο νόμος του Μεγάλου Δουκάτου της 4ης Απριλίου 1924, στερώντας από τους εργαζομένους στο Λουξεμβούργο που είναι υπήκοοι άλλων κρατών μελών του δικαιώματος του εκλέγειν και εκλέγεσθαι στα πλαίσια των επαγγελματικών επιμελητηρίων, συμβιβάζεται με το κοινοτικό δίκαιο.

4 Μη έχοντας λάβει ουδεμία απάντηση εκ μέρους των λουξεμβουργιανών αρχών, η Επιτροπή, στις 23 Οκτωβρίου 1990, συνέταξε και κοινοποίησε την προβλεπόμενη από το άρθρο 169 της Συνθήκης αιτιολογημένη γνώμη, με την οποία καλούσε το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου να λάβει τα αναγκαία μέτρα συμμορφώσεως προς τη γνώμη αυτή μέσα σ' ένα μήνα από την κοινοποίησή της. Η αιτιολογημένη αυτή γνώμη έμεινε αναπάντητη και η Επιτροπή αποφάσισε να ασκήσει την παρούσα προσφυγή προς αναγνώριση της παραβάσεως.

5 Η Επιτροπή θεωρεί ότι η στέρηση από τους εργαζομένους στο Λουξεμβούργο που είναι υπήκοοι άλλων κρατών μελών του δικαιώματος του εκλέγειν και εκλέγεσθαι κατά τις διεξαγόμενες στα πλαίσια των επαγγελματικών επιμελητηρίων εκλογές εμποδίζει την εφαρμογή της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων και έρχεται σε αντίθεση προς την θεμελιώδη αρχή περί απαγορεύσεως των διακρίσεων λόγω ιθαγενείας. Στο πεδίο των συνδικαλιστικών δικαιωμάτων, η αρχή αυτή συνεπάγεται κυρίως τη συμμετοχή όλων των εργαζομένων, είτε είναι ημεδαποί είτε υπήκοοι άλλων κρατών μελών, στις εκλογές που διεξάγονται στα πλαίσια οργανώσεων όπως είναι τα επαγγελματικά επιμελητήρια του Λουξεμβούργου, τα οποία, μολονότι δεν είναι κατά κυριολεξία συνδικαλιστικές οργανώσεις, ασκούν πάντως ανάλογες προς αυτά λειτουργίες υπερασπίσεως και εκπροσωπήσεως των συμφερόντων των εργαζομένων. Η Επιτροπή αναφέρεται συναφώς στην απόφαση της 4ης Ιουλίου 1991, C-213/90, ASTI (Συλλογή 1991, σ. Ι-3507), στην οποία αμφισβητήθηκε επίσης ο νόμος της 4ης Απριλίου 1924.

6 Η Λουξεμβουργιανή Κυβέρνηση παραιτήθηκε από την επί της ουσίας υπεράσπισή της και ουδέποτε αμφισβήτησε την παράβαση που της αποδίδεται. Επισήμανε εντούτοις ότι εκκρεμούσε τροποποίηση της νομοθεσίας περί επαγγελματικών επιμελητηρίων προς την κατεύθυνση που υποδείκνυε η Επιτροπή.

7 Δεν αμφισβητείται ότι, κατά την ημερομηνία εκπνοής της προθεσμίας που έταξε η αιτιολογημένη γνώμη της Επιτροπής, η νομοθεσία του Μεγάλου Δουκάτου περί επαγγελματικών επιμελητηρίων δεν ήταν σύμφωνη προς τις απαιτήσεις του κοινοτικού δικαίου.

8 Υπ' αυτές τις συνθήκες, πρέπει να αναγνωρισθεί η παράβαση, σύμφωνα με τα αιτήματα της Επιτροπής.

Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


Επί των δικαστικών εξόδων

9 Κατά το άρθρο 69, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα. Επειδή το καθού ηττήθηκε, πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα.

Διατακτικό


Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

αποφασίζει:

1) Το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου, διατηρώντας εν ισχύι διατάξεις οι οποίες στερούν από τους εργαζομένους στη χώρα αυτή που είναι υπήκοοι άλλων κρατών μελών το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι κατά τις διεξαγόμενες στα πλαίσια των επαγγελματικών επιμελητηρίων εκλογές, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 48, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΟΚ και το άρθρο 8, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΟΚ) 1612/68 του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 1968, περί της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων στo εσωτερικό της Κοινότητας.

2) Kαταδικάζει το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου στα δικαστικά έξοδα.

Top