EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 61992CJ0031

Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα) της 2ας Αυγούστου 1993.
Marius Larsy κατά Institut national d'assurances sociales pour travailleurs indépendants.
Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Tribunal du travail de Tournai - Βέλγιο.
Συντάξεις γήρατος - Εθνικοί και κοινοτικοί κανόνες απαγορεύοντες τη σώρευση.
Υπόθεση C-31/92.

Συλλογή της Νομολογίας 1993 I-04543

ECLI identifier: ECLI:EU:C:1993:340

61992J0031

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΗΣ 2ΑΣ ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 1993. - MARIUS LARSY ΚΑΤΑ INSTITUT NATIONAL D'ASSURANCES SOCIALES POUR TRAVAILLEURS INDEPENDANTS. - ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ: TRIBUNAL DU TRAVAIL DE TOURNAI - ΒΕΛΓΙΟ. - ΣΥΝΤΑΞΕΙΣ ΓΗΡΑΤΟΣ - ΕΘΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΟΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΕΡΙ ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΕΩΣ ΤΗΣ ΣΩΡΕΥΣΕΩΣ. - ΥΠΟΘΕΣΗ C-31/92.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1993 σελίδα I-04543


Περίληψη
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


++++

Κοινωνική ασφάλιση των διακινουμένων εργαζομένων * Ασφάλιση γήρατος και θανάτου * Υπολογισμός των παροχών * Κοινοτικοί κανόνες απαγορεύοντες τη σώρευση * Δεν ισχύουν έναντι του εργαζομένου, ο οποίος υποχρεώθηκε να καταβάλει εισφορές σε δύο κράτη μέλη για την ίδια περίοδο

(Κανονισμός 1408/71 του Συμβουλίου, άρθρα 12 PAR 2 και 46 PAR 3)

Περίληψη


Τα άρθρα 12, παράγραφος 2, και 46 του κανονισμού 1408/71 δεν απαγορεύουν την εφαρμογή, στα πλαίσια καθορισμού του ύψους συντάξεως υπολογιζομένης δυνάμει αποκλειστικώς και μόνον μιας εθνικής νομοθεσίας, εθνικού κανόνα περί απαγορεύσεως της σωρεύσεως. Αντίθετα, τα προαναφερθέντα άρθρα απαγορεύουν την εφαρμογή της εθνικής νομοθεσίας όταν το ύψος της συντάξεως καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 46.

Στα πλαίσια του καθορισμού του ύψους τής κατά το άρθρο 46 υπολογιζομένης συντάξεως, ο κανόνας του άρθρου 46, παράγραφος 3, περί απαγορεύσεως της σωρεύσεως, ο οποίος αποσκοπεί στην αποφυγή αδικαιολογήτων σωρεύσεων απορρεουσών, ιδίως, από τη χρονική σύμπτωση των περιόδων ασφαλίσεως και των εξομοιουμένων προς αυτές περιόδων, δεν εφαρμόζεται αν πρόκειται για πρόσωπο που εργάστηκε επί την ίδια περίοδο εντός δύο κρατών μελών και υποχρεώθηκε, για την ίδια αυτή περίοδο, να καταβάλει εισφορές ασφαλίσεως γήρατος σε αμφότερα τα κράτη μέλη. Στην περίπτωση αυτή δεν χωρεί μείωση της συντάξεως με το αιτιολογικό ότι εισπράττεται παράλληλα σύνταξη και σε άλλο κράτος μέλος.

Διάδικοι


Στην υπόθεση C-31/92,

που έχει ως αντικείμενο αίτηση του tribunal du travail de Tournai (Βέλγιο) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ

Marius Larsy

και

Institut national d' assurances sociales pour travailleurs independants (INASTI)

η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς την ερμηνεία των άρθρων 12 και 46 του κανονισμού (ΕΟΚ) 1408/71 του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1971, περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας, όπως κωδικοποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΟΚ) 2001/83 του Συμβουλίου, της 2ας Ιουνίου 1983 (ΕΕ L 230, σ. 6), καθώς και του άρθρου 51 της Συνθήκης ΕΟΚ,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έκτο τμήμα),

συγκείμενο από τους Κ. Ν. Κακούρη, πρόεδρο τμήματος, J. L. Murray, G. F. Mancini, F. A. Schockweiler και P. J. G. Kapteyn, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: C. O. Lenz

γραμματέας: H. A. Ruehl, κύριος υπάλληλος διοικήσεως,

λαμβάνοντας υπόψη τις γραπτές παρατηρήσεις που κατέθεσε

η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον Δημήτριο Γκουλούση, νομικό σύμβουλο, και τη Μαρία Πατακιά, μέλος της Νομικής Υπηρεσίας,

έχοντας υπόψη την έκθεση τoυ εισηγητή δικαστή,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 29ης Απριλίου 1993,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

Σκεπτικό της απόφασης


1 Με απόφαση της 28ης Ιανουαρίου 1992, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 6 Φεβρουαρίου 1992, το tribunal de travail de Tournai υπέβαλε, δυνάμει του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, δύο προδικαστικά ερωτήματα ως προς την ερμηνεία του άρθρου 51 της Συνθήκης ΕΟΚ και των άρθρων 12 και 46 του κανονισμού (ΕΟΚ) 1408/71 του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1971, περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας, όπως κωδικοποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΟΚ) 2001/83 του Συμβουλίου, της 2ας Ιουνίου 1983 (ΕΕ L 230, σ. 6).

2 Τα ερωτήματα αυτά ανέκυψαν στο πλαίσιο διαφοράς με αντικείμενο τη μείωση της συντάξεως που χορήγησε στον Larsy το εθνικό ίδρυμα κοινωνικών ασφαλίσεων των μη μισθωτών εργαζομένων (στο εξής: INASTI).

3 Ο Μ. Larsy, προσφεύγων της κύριας δίκης, είναι Βέλγος εγκατεστημένος στο Βέλγιο, πλησίον των γαλλικών συνόρων. Εργάστηκε ως ανεξάρτητος κηπουρός-φυτοκόμος τόσο στο Βέλγιο όσο και στη Γαλλία, το μεγαλύτερο όμως μέρος των εκτάσεων που εκμεταλλευόταν βρισκόταν στο Βέλγιο.

4 Ο Μ. Larsy κατέβαλε εισφορές στο προβλεπόμενο από τη βελγική νομοθεσία σύστημα συνταξιοδοτήσεως για το διάστημα από 1ης Ιανουαρίου 1944 έως 31 Δεκεμβρίου 1988. Κατά το διάστημα από 1ης Ιανουαρίου 1964 έως και 31 Δεκεμβρίου 1977 υποχρεώθηκε, παρά την αντίθεσή του, να καταβάλει εισφορές και στη Γαλλία. Εξάλλου, για μικρότερη περίοδο υποχρεώθηκε να καταβάλει κοινωνικές εισφορές, λόγω των προερχομένων από τη Γαλλία εισοδημάτων του, τόσο στο Βέλγιο όσο και στη Γαλλία.

5 Στις 20 Ιουνίου 1989 το INASTI χορήγησε στον Μ. Larsy πλήρη σύνταξη γήρατος (ως εκ της εργασίας του από 1.1.1944 έως 31.12.1988) ύψους 222 333 βελγικών φράγκων (ΒFR) ετησίως, καταβλητέα από 1ης Οκτωβρίου 1989. Στις 6 Μαρτίου 1991 το INASTI, στηριζόμενο στο άρθρο 19 του υπ' αριθ. 72 βελγικού διατάγματος, της 10ης Νοεμβρίου 1967, περί συντάξεως γήρατος και επιζώντων των μη μισθωτών εργαζομένων (Moniteur belge της 14ης Νοεμβρίου 1967), όπως τροποποιήθηκε κυρίως με τον νόμο της 6ης Φεβρουαρίου 1976 (Moniteur belge της 11ης Φεβρουαρίου 1976) και τον νόμο της 15ης Μαΐου 1984 (Moniteur belge της 22ας Μαΐου 1984), έκρινε ότι η χορήγηση γαλλικής συντάξεως στον ενδιαφερόμενο για την περίοδο ασφαλίσεως μεταξύ 1ης Ιανουαρίου 1964 και 31ης Δεκεμβρίου 1977 δικαιολογούσε μείωση της βελγικής συντάξεως, με αποτέλεσμα ο Larsy να δικαιούται μόνον ποσού ύψους 156 225 BFR ετησίως, καταβλητέου από 1ης Οκτωβρίου 1989.

6 Επιληφθέν προσφυγής κατά της από 6 Μαρτίου 1991 αποφάσεως του INASTI, το tribunal du travail de Tournai έκρινε ότι η διαφορά έθετε ζητήματα ερμηνείας του κοινοτικού δικαίου και, αναστέλλοντας τη διαδικασία, υπέβαλε στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

"1) Συμβιβάζεται με τον επιδιωκόμενο από το άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΟΚ) 2001/83, της 2ας Ιουνίου 1983, σκοπό το άρθρο 19 του υπ' αριθ. 72 βασιλικού διατάγματος, της 10ης Νοεμβρίου 1967, περί συντάξεως γήρατος και επιζώντων των μη μισθωτών εργαζομένων;

2) Συμβιβάζεται με το άρθρο 51 της Συνθήκης της Ρώμης το άρθρο 19 του υπ' αριθ. 72 βασιλικού διατάγματος της 10ης Νοεμβρίου 1967;"

7 Στην έκθεση του εισηγητή δικαστή αναπτύσσονται διεξοδικώς τα πραγματικά περιστατικά και το νομικό πλαίσιο της διαφοράς της κύριας δίκης καθώς και οι γραπτές παρατηρήσεις που κατατέθηκαν στο Δικαστήριο. Τα στοιχεία αυτά της δικογραφίας δεν επαναλαμβάνονται κατωτέρω παρά μόνον καθόσον απαιτείται για τη συλλογιστική του Δικαστηρίου.

8 Κατ' αρχάς, πρέπει να υπομνησθεί ότι, κατά πάγια νομολογία, καίτοι δεν εναπόκειται στο Δικαστήριο, στο πλαίσιο του άρθρου 177 της Συνθήκης, να αποφαίνεται επί του συμβιβαστού μιας εθνικής κανονιστικής ρυθμίσεως με το κοινοτικό δίκαιο, το Δικαστήριο είναι, πάντως, αρμόδιο να παρέχει στα εθνικά δικαστήρια όλα τα ερμηνευτικά στοιχεία που σχετίζονται με το δίκαιο αυτό και που τους επιτρέπουν να εκτιμούν το συμβιβαστό προκειμένου να εκδίδουν αποφάσεις επί των υποθέσεων που επιλαμβάνονται (βλ., π.χ., απόφαση της 18ης Ιουνίου 1991 στην υπόθεση C-369/89, Piageme, Συλλογή 1991, σ. Ι-2971, σκέψη 7).

9 Όπως προκύπτει από το σκεπτικό της αποφάσεως περί παραπομπής, με το πρώτο ερώτημα το εθνικό διαστήριο ερωτά κατ' ουσίαν αν τα άρθρα 12, παράγραφος 2, και 46 του κανονισμού 1408/71 απαγορεύουν τη μείωση της χορηγουμένης σε εργαζόμενο εντός κράτους μέλους συντάξεως με το αιτιολογικό ότι ο ενδιαφερόμενος εισπράττει παράλληλα σύνταξη και σε άλλο κράτος μέλος, στην περίπτωση που έχει καταβάλει για την ίδια περίοδο εισφορές συντάξεως γήρατος σε αμφότερα τα κράτη μέλη.

10 Προκειμένου να δοθεί απάντηση στο εν λόγω ερώτημα, πρέπει κατ' αρχάς να εξεταστούν οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες επιτρέπεται, βάσει των άρθρων 12, παράγραφος 2, και 46 του κανονισμού 1408/71, η εφαρμογή εθνικής διατάξεως περί απαγορεύσεως της σωρεύσεως.

11 Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι, κατά πάγια νομολογία (βλ. την πλέον πρόσφατη απόφαση της 11ης Ιουνίου 1992 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-90/91 και C-91/91, Di Crescenzo και Casagrande, Συλλογή 1992, σ. Ι-3851, σκέψη 15), όταν ο διακινούμενος εργαζόμενος λαμβάνει σύνταξη δυνάμει της νομοθεσίας ενός μόνον κράτους μέλους, οι διατάξεις του κανονισμού 1408/71 δεν απαγορεύουν την εφαρμογή στην περίπτωσή του της εθνικής αυτής νομοθεσίας στο σύνολό της, περιλαμβανομένων και των απαγορευουσών τη σώρευση διατάξεων.

12 Πάντως, όπως προκύπτει από την ίδια νομολογία (βλ. προαναφερθείσα απόφαση στην υπόθεση Di Crescenzo και Casagrande, σκέψη 16), αν η εφαρμογή αποκλειστικώς της νομοθεσίας του συγκεκριμένου κράτους μέλους αποδεικνύεται λιγότερο ευνοϊκή για τον εργαζόμενο από εκείνη του κοινοτικού συστήματος, όπως προβλέπει το άρθρο 46 του κανονισμού 1408/71, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου αυτού στο σύνολό τους.

13 Επομένως, εναπόκειται στον αρμόδιο φορέα να συγκρίνει τις παροχές που οφείλονται κατ' εφαρμογήν αποκλειστικώς του εθνικού δικαίου, περιλαμβανομένων και των απαγορευουσών τη σώρευση διατάξεών του, με εκείνες που θα οφείλονταν κατ' εφαρμογήν του κοινοτικού δικαίου, περιλαμβανομένου και του απαγορευτικού της σωρεύσεως κανόνα του άρθρου 46, παράγραφος 3, και να χορηγήσει στον διακινούμενο εργαζόμενο την υψηλότερη παροχή.

14 Δυνάμει του άρθρου 12, παράγραφος 2, του κανονισμού 1408/71, οι διατάξεις περί μειώσεως, που περιέχει η νομοθεσία κράτους μέλους σε περίπτωση σωρεύσεως μιας παροχής με άλλες παροχές κοινωνικής ασφαλίσεως κτηθείσες δυνάμει της νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους, δεν εφαρμόζονται οσάκις ο ενδιαφερόμενος λαμβάνει παροχές γήρατος της ιδίας φύσεως που εκκαθαρίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 46 του ίδιου κανονισμού.

15 Ο κατά το άρθρο 46, παράγραφοι 1 και 2, του κανονισμού 1408/71 υπολογισμός του ύψους των παροχών γίνεται σε τρία στάδια, όπως αυτά περιγράφονται στη σκέψη 19 της προαναφερθείσας αποφάσεως της 11ης Ιουνίου 1992.

16 Σε ένα τέταρτο στάδιο επιβάλλεται η εφαρμογή του απαγορεύοντος τη σώρευση κανόνα του άρθρου 46, παράγραφος 3, του κανονισμού 1408/71, σύμφωνα με τον οποίο το άθροισμα όλων των παροχών, αυτοτελών ή υπολογιζομένων κατόπιν αναλογικού επιμερισμού, δικαιούχος των οποίων είναι ο εργαζόμενος, δεν μπορεί να υπερβαίνει το ανώτατο όριο των παροχών που θα όφειλε να καταβάλει στον εργαζόμενο το ένα από τα κράτη μέλη αν ο ενδιαφερόμενος είχε διανύσει εντός αυτού το σύνολο του χρόνου της σταδιοδρομίας του.

17 Στην προκειμένη περίπτωση πρέπει να εξεταστεί αν η εφαρμογή του απαγορεύοντος τη σώρευση κανόνα καταλαμβάνει και την περίπτωση όπου, κατά τη διάρκεια μιας και της αυτής περιόδου, ο δικαιούχος της συντάξεως γήρατος κατέβαλε εισφορές εντός περισσοτέρων κρατών μελών.

18 Συναφώς, πρέπει να υπομνησθεί ότι ο κανόνας του άρθρου 46, παράγραφος 3, περί απαγορεύσεως της σωρεύσεως ανταποκρίνεται στον στόχο που παρατίθεται με την όγδοη αιτιολογική σκέψη του κανονισμού 1408/71, και συγκεκριμένα στην αποφυγή αδικαιολογήτων σωρεύσεων απορρεουσών, ιδίως, από τη χρονική σύμπτωση των περιόδων ασφαλίσεως και των εξομοιουμένων προς αυτές περιόδων.

19 Επομένως, αν ο εργαζόμενος υποχρεώθηκε να καταβάλει εισφορές για την ασφάλιση γήρατος σε δύο κράτη μέλη και για την ίδια περίοδο, η σώρευση των δύο συντάξεων που δικαιούται δυνάμει των εισφορών δεν μπορεί να θεωρηθεί αδικαιολόγητη.

20 Γεγονός είναι ότι το Δικαστήριο έκρινε ότι ο προβλεπόμενος στο άρθρο 46, παράγραφος 3, του κανονισμού 1408/71 κανόνας περί απαγορεύσεως της σωρεύσεως ισχύει σε όλες τις περιπτώσεις όπου το ύψος των υπολογιζομένων σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 παροχών υπερβαίνει το υψηλότερο θεωρητικό ποσό των συντάξεων, έστω και αν η υπέρβαση του ορίου αυτού δεν οφείλεται σε χρονική σύμπτωση των περιόδων ασφαλίσεως (απόφαση της 17ης Δεκεμβρίου 1987 στην υπόθεση 323/86, Collini, Συλλογή 1987, σ. 5489, σκέψη 13).

21 Πάντως, όπως διευκρίνισε στα σημεία 29 και 30 των προτάσεών του και ο γενικός εισαγγελέας, τα πραγματικά περιστατικά της διαφοράς επ' ευκαιρία της οποίας εκδόθηκε η εν λόγω απόφαση διακρίνονται σαφώς από αυτά της παρούσας υποθέσεως υπό την έννοια ότι εκείνα αφορούσαν ένα ζήτημα πλασματικών ετών ασφαλίσεως σε συνάρτηση με ασφαλιστικές περιόδους κατά την έννοια του δικαίου άλλου κράτους μέλους.

22 Κατόπιν αυτού, διαπιστώνεται ότι ο σκοπός του άρθρου 46, παράγραφος 3, του κανονισμού 1408/71 δεν επιτρέπει την εφαρμογή του απαγορεύοντος τη σώρευση κανόνα της εν λόγω διατάξεως κατά το μέτρο που ο ενδιαφερόμενος εργάστηκε επί την ίδια περίοδο εντός δύο κρατών μελών και υποχρεώθηκε να καταβάλει, για την ίδια αυτή περίοδο, εισφορές ασφαλίσεως γήρατος σε αμφότερα τα κράτη μέλη.

23 Επομένως, στο υποβληθέν από το αιτούν δικαστήριο ερώτημα προσήκει η απάντηση ότι τα άρθρα 12, παράγραφος 2, και 46 του κανονισμού 1408/71 δεν απαγορεύουν την εφαρμογή, στα πλαίσια καθορισμού του ύψους συντάξεως υπολογιζομένης δυνάμει αποκλειστικώς και μόνον μιας εθνικής νομοθεσίας, εθνικού κανόνα περί απαγορεύσεως της σωρεύσεως. Αντίθετα, τα προαναφερθέντα άρθρα απαγορεύουν την εφαρμογή της εθνικής νομοθεσίας όταν το ύψος της συντάξεως καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 46. Το άρθρο 46, παράγραφος 3, του κανονισμού έχει την έννοια ότι δεν εφαρμόζεται ο κανόνας περί απαγορεύσεως της σωρεύσεως που θεσπίζει η εν λόγω διάταξη κατά το μέτρο που ο ενδιαφερόμενος εργάστηκε επί την ίδια περίοδο εντός δύο κρατών μελών και υποχρεώθηκε να καταβάλει, για την ίδια αυτή περίοδο, εισφορές ασφαλίσεως γήρατος σε αμφότερα τα κράτη μέλη.

24 Ενόψει της ανωτέρω απαντήσεως, παρέλκει η απόφανση επί του δευτέρου προδικαστικού ερωτήματος.

Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


Επί των δικαστικών εξόδων

25 Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, η οποία κατέθεσε παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, δεν αποδίδονται. Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ' αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων.

Διατακτικό


Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έκτο τμήμα),

κρίνοντας επί των ερωτημάτων που του υπέβαλε με διάταξη της 28ης Ιανουαρίου 1992 το tribunal du travail de Tournai, αποφαίνεται:

Τα άρθρα 12, παράγραφος 2, και 46 του κανονισμού 1408/71 δεν απαγορεύουν την εφαρμογή, στα πλαίσια καθορισμού του ύψους συντάξεως υπολογιζομένης δυνάμει αποκλειστικώς και μόνον μιας εθνικής νομοθεσίας, εθνικού κανόνα περί απαγορεύσεως της σωρεύσεως. Αντίθετα, τα προαναφερθέντα άρθρα απαγορεύουν την εφαρμογή της εθνικής νομοθεσίας όταν το ύψος της συντάξεως καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 46. Το άρθρο 46, παράγραφος 3, του κανονισμού έχει την έννοια ότι δεν εφαρμόζεται ο κανόνας περί απαγορεύσεως της σωρεύσεως που θεσπίζει η εν λόγω διάταξη κατά το μέτρο που ο ενδιαφερόμενος εργάστηκε επί την ίδια περίοδο εντός δύο κρατών μελών και υποχρεώθηκε να καταβάλει, για την ίδια αυτή περίοδο, εισφορές ασφαλίσεως γήρατος σε αμφότερα τα κράτη μέλη.

Top