EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 61988CJ0323

Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 11ης Ιουλίου 1990.
SA Sermes κατά Directeur des services des douanes de Strasbourg.
Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Cour d'appel de Colmar - Γαλλία.
Δασμοί αντιντάμπινγκ επί των εισαγών ηλεκτρικών κινητήρων.
Υπόθεση C-323/88.

Συλλογή της Νομολογίας 1990 I-03027

ECLI identifier: ECLI:EU:C:1990:299

ΕΚΘΕΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠ' ΑΚΡΟΑΤΗΡΊΟΥ ΣΥΖΉΤΗΣΗ

στην υπόθεση C-323/88 ( *1 )

Ι — Πραγματικά περιστατικά και διαδικασία

1.

Τον Οκτώβριο του 1985, ο Groupement des industries de matériels d'équipement électrique et de l'électronique industrielle associée (στο εξής: Gimelec), υποστηριζόμενος από τις βιομηχανικές ομοσπονδίες τεσσάρων άλλων κρατών μελών, υπέβαλε στην Επιτροπή αίτηση επανεξετάσεως ορισμένων μέτρων αντιντάμπινγκ, σύμφωνα με το άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΟΚ) 2176/84 του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1984, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ ή επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας (ΕΕ L 201, σ. 1). Η αίτηση αυτή απέβλεπε στην επανεξέταση των αποφάσεων για την αποδοχή των αναλήψεων υποχρεώσεων ως προς τις τιμές που είχαν υπογράψει οι οικείοι εξαγωγείς στο πλαίσιο προγενέστερης διαδικασίας αντιντάμπινγκ σχετικά με τις εισαγωγές τυποποιημένων πολυφασικών ηλεκτρικών κινητήρων ισχύος μεγαλύτερης από 0,75 κιλοβάτ αλλά όχι μεγαλύτερης από 75 κιλοβάτ (στο εξής: ηλεκτρικοί κινητήρες), καταγωγής Βουλγαρίας, Πολωνίας, Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας, Ρουμανίας και Τσεχοσλοβακίας [ κανονισμός ( ΕΟΚ ) 2075/82 του Συμβουλίου, της 28ης Ιουλίου 1982, ΕΕ L 220, σ. 36 ], Ουγγαρίας [ κανονισμός ( ΕΟΚ ) 724/82 της Επιτροπής, της 30ής Μαρτίου 1982, ΕΕ L 85, σ. 9 ] και Σοβιετικής Ενώσεως ( απόφαση 84/189/ΕΟΚ της Επιτροπής, της 2ας Απριλίου 1984, ΕΕ L 95, σ. 28 ).

2.

Μετά την αίτηση επανεξετάσεως, η Επιτροπή δημοσίευσε, τον Νοέμβριο του 1985, ειδοποίηση για την εκ νέου έναρξη διαδικασίας αντιντάμπινγκ σχετικά με τις εισαγωγές ηλεκτρικών κινητήρων καταγωγής των ανωτέρω αναφερθεισών χωρών ( ΕΕ C 305, σ. 2 ) και άρχισε την έρευνα.

3.

Στις 30 Σεπτεμβρίου 1986, το Συμβούλιο, με τον κανονισμό (ΕΟΚ) 3018/86 κατήργησε τον κανονισμό του 2075/82, περί αποδοχής των υποχρεώσεων που ανέλαβαν αντιστοίχως οι εξαγωγείς της Βουλγαρίας, Πολωνίας, Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας, Ρουμανίας και Τσεχοσλοβακίας ( ΕΕ L 280, σ. 66 ). Με τον κανονισμό ( ΕΟΚ) 3019/86, της ίδιας ημερομηνίας, η Επιτροποή κατήργησε τον κανονισμό της 724/82, καθώς και την απόφαση της 84/189, για την αποδοχή των υποχρεώσεων που έχουν αναληφθεί αντίστοιχα από τους εξαγωγείς της Ουγγαρίας και της Σοβιετικής Ενώσεως, θέσπισε δε προσωρινό δασμό αντιντάμπινγκ έναντι των εισαγωγών ηλεκτρικών κινητήρων, καταγωγής Βουλγαρίας, Ουγγαρίας, Πολωνίας, Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας, Ρουμανίας, Τσεχοσλοβακίας και Σοβιετικής Ενώσεως ( ΕΕ L 280, σ. 68). Προκειμένου για εισαγωγές από χώρες χωρίς οικονομία της αγοράς, η κανονική αξία καθορίστηκε βάσει των τιμών που εφαρμόζονται στη σουηδική αγορά.

4.

Με δικόγραφο που κατέθεσε στη γραμματεία του Δικαστηρίου στις 17 Νοεμβρίου 1986, η ανώνυμη εταιρία Serines ( στο εξής: Sermes ), η οποία, μεταξύ άλλων, ασκεί τη δραστηριότητα του αποκλειστικού εισαγωγέα στη Γαλλία ηλεκτρικών κινητήρων καταγωγής της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας και εξαγομένων από την εταιρία AHB Elektrotechnik (στο εξής: Elektrotechnik), άσκησε, δυνάμει του άρθρου 173, δεύτερο εδάφιο, της Συνθήκης ΕΟΚ προσφυγή με την οποία ζήτησε την ακύρωση του κανονισμού 3019/86 της Επιτροπής (υπόθεση 279/86, Συλλογή 1987, σ. 3109).

5.

Με Διάταξη της 8ης Ιουλίου 1987, το Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή αυτή ως απαράδεκτη, κρίνοντας ότι η προσβαλλόμενη πράξη συνιστούσε, έναντι της προσφεύγουσας, κανονισμό γενικής ισχύος και όχι απόφαση κατά την έννοια του άρθρου 173, δεύτερο εδάφιο, της Συνθήκης, εφόσον δεν συνδέεται με τον οικείο εξαγωγέα.

6.

Το κύρος του προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ παρατάθηκε για περίοδο δύο μηνών με τον κανονισμό (ΕΟΚ) 254/87 του Συμβουλίου, της 26ης Ιανουαρίου 1987 ( ΕΕ L 26, σ. 1 ).

7.

Κατόπιν αιτήσεως των προαναφερθεισών κοινοτικών ενώσεων παραγωγών, η Επιτροπή επεξέτεινε, τον Νοέμβριο του 1986, τη διαδικασία αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ηλεκτρικών κινητήρων καταγωγής Γιουγκοσλαβίας ( ΕΕ C 282, σ. 2 ).

8.

Στις 23 Μαρτίου 1987, το Συμβούλιο εξέδωσε τον κανονισμό ( ΕΟΚ ) 864/87, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ηλεκτρικών κινητήρων, καταγωγής Βουλγαρίας, Ουγγαρίας, Πολωνίας, Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας, Τσεχοσλοβακίας και Σοβιετικής Ενώσεως, και για την οριστική είσπραξη των ποσών που έχουν κατατεθεί ως εγγύηση μέσω του προσωρινού δασμού ( ΕΕ L 83, σ. 1 ). Η κανονική αξία των οικείων εισαγωγών καθορίστηκε βάσει του μέσου σταθμισμένου όρου των εγχωρίων τιμών πωλήσεως των γιουγκοσλάβων παραγωγών.

9.

Ένας βούλγαρος εξαγωγέας καθώς και πολλοί εισαγωγείς εγκατεστημένοι εντός της Κοινότητας άσκησαν προσφυγή ακυρώσεως κατά του προαναφερθέντος κανονισμού ( υποθέσεις C-157/87, C-160/87, C-185/87 και C-188/87, Συλλογή 1990, σσ. I-3021, I-2945, I-2989, I-3013 ).

10.

Μετά την επιβολή του οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ, οι γαλλικές τελωνειακές αρχές ζήτησαν από τη Serines, για τις εισαγωγές ηλεκτρικών κινητήρων που πραγματοποιήθηκαν κατά τον μήνα Απρίλιο του 1987, δασμούς αντιντάμπινγκ των οποίων το ύψος ανέρχεται σε 419720 γαλλικά φράγκα ( FF).

11.

Αμφισβητώντας το κύρος του κανονισμού 864/87 του Συμβουλίου, η Seimes ενήγαγε, στις 7 Μαΐου 1987, τον διευθυντή των τελωνειακών υπηρεσιών του Στρασβούργου ενώπιον του Tribunal ď instance του Στρασβούργου ζητώντας την επιστροφή των αχρεωστήτως εισπραχθέντων.

12.

Επειδή η αγωγή της απορρίφθηκε με απόφαση της 16ης Ιουνίου 1987, η Sermes άσκησε έφεση ενώπιον του Cour ď appel του Colmar, το οποίο, με απόφαση της 5ης Σεπτεμβρίου 1988, ανέστειλε τη διαδικασία και υπέβαλε στο Δικαστήριο, δυνάμει του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

« Είναι έγκυρος, ενόψει του κοινοτικού δικαίου και ιδίως του βασικού κανονισμού 2176/84 του Συμβουλίου, καθώς και των θεμελιωδών αρχών του κοινοτικού δικαίου, ο κανονισμός ( ΕΟΚ ) 864/87 του Συμβουλίου, της 23ης Μαρτίου 1987, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές τυποποιημένων πολυφασικών ηλεκτρικών κινητήρων, ισχύος μεγαλύτερης από 0,75 κιλοβάτ έως και 75 κιλοβάτ, καταγωγής Βουλγαρίας, Ουγγαρίας, Πολωνίας, Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας, Τσεχοσλοβακίας και Σοβιετικής Ενώσεως, και για την οριστική είσπραξη των ποσών που έχουν κατατεθεί ως εγγύηση μέσω του προσωρινού δασμού; »

13.

Η απόφαση περί παραπομπής πρωτοκολλήθηκε στη γραμματεία του Δικαστηρίου στις 4 Νοεμβρίου 1988.

14.

Σύμφωνα με το άρθρο 20 του πρωτοκόλλου περί του οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, γραπτές παρατηρήσεις κατέθεσαν η Sermes, εκπροσωπούμενη από τον Jean-Pierre Spitzer, δικηγόρο Παρισιού, η Κυβέρνηση της Γαλλικής Δημοκρατίας, εκπροσωπούμενη από την Edwige Belliard και τον Géraud de Bergues, το Συμβούλιο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενο από τον νομικό του σύμβουλο Erik Stein, και η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τη νομική της σύμβουλο Marie-José Jonczy.

15.

Κατόπιν εκθέσεως του εισηγητή δικαστή και μετά από ακρόαση του γενικού εισαγγελέα, το Δικαστήριο αποφάσισε να προχωρήσει στην προφορική διαδικασία χωρίς προηγούμενη διεξαγωγή αποδείξεων, ανέθεσε δε την υπόθεση, σύμφωνα με το άρθρο 95, παράγραφος 1, του κανονισμού διαδικασίας, στο πέμπτο τμήμα.

II — Γραπτές παρατηρήσεις που κατατέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου

16.

7. Η Sermes ισχυρίζεται ότι ο κανονισμός 864/87 του Συμβουλίου είναι παράνομος για τον λόγο ότι παραβαίνει τον κανονισμό 2176/84 καθώς και ότι παραβιάζει ορισμένες θεμελιώδεις αρχές του κοινοτικού δικαίου.

α) Παράβαση τον άρθρον 14 τον κανονισμού 2176/84 καθώς και παραβίαση της αρχής της ασφάλειας τον όικαίον

17.

Η Sermes ισχυρίζεται ότι προβαίνοντας στην επανεξέταση των δεσμεύσεων ως προς τις τιμές που είχαν εγκριθεί προηγουμένως, η Επιτροπή και το Συμβούλιο παρέβησαν το άρθρο 14 του κανονισμού 2176/84. Πράγματι, δεν υπήρξε απόδειξη για τη μεταβολή των συνθηκών, απαραίτητη προϋπόθεση για την επανάληψη της διαδικασίας. Τα αποδεικτικά στοιχεία που αναφέρονται στην τέταρτη αιτιολογική σκέψη του προσβαλλόμενου κανονισμού δεν περιήλθαν ποτέ σε γνώση των οικείων εισαγωγέων και εξαγωγέων, ουδόλως δε αποδείχθηκαν. Οι δεσμεύσεις τιμών που έγιναν δεκτές από το Συμβούλιο το 1982 τηρήθηκαν, το δε επίπεδο τιμών που καθορίζεται εκεί αποτέλεσε το αντικείμενο προσαρμογής βάσει του κανονισμού (ΕΟΚ) 1275/84 του Συμβουλίου, της 7ης Μαΐου 1984 ( ΕΕ L 123, σ. 22 ).

18.

Προβαίνοντας στην επανεξέταση των προηγουμένως αναληφθεισών υποχρεώσεων και επιβάλλοντας οριστικό δασμό αντιντάμπινγκ, τα θεσμικά όργανα παραβίασαν επίσης την αρχή της ασφάλειας του δικαίου, εφόσον οι οικονομικές συνθήκες δεν υπέστησαν, από της εγκρίσεως των δεσμεύσεων κατά το 1982, καμία μεταβολή, παρά μόνο προς τα κάτω, η δε Κοινότητα δεν είχε κανένα γενικό συμφέρον για τη θέσπιση ενός δασμού αντιντάμπινγκ.

β) Παράβαση τον κανονισμού 2176/84 και παραβίαση ορισμένων γενικών αρχών τον κοινοτικού δίκαιον

19.

αα)

Εξάλλου, η Serines θεωρεί ότι τα θεσμικά όργανα δεν απέδειξαν δεόντως την ύπαρξη πρακτικής ντάμπινγκ ούτε από πραγματική ούτε από νομική άποψη.

20.

Χρησιμοποιώντας για τον καθορισμό της κανονικής αξίας τις τιμές πωλήσεως που εφαρμόστηκαν στη γιουγκοσλαβική αγορά, το Συμβούλιο παρέβη το άρθρο 2, παράγραφος 5, του κανονισμού 2176/84, παραβίασε δε και τις αρχές της ισότητας και της αντικειμενικότητας. Η Serines και η δανική εταιρία Pedersen πρότειναν, από της επαναλήψεως της διαδικασίας αντιντάμπινγκ, να εφαρμοστεί η μέθοδος του άρθρου 2, παράγραφος 5, στοιχείο γ ), του προαναφερθέντος κανονισμού, εφόσον η σουηδική αγορά, χρησιμοποιηθείσα για τον προσωρινό καθορισμό του ντάμπινγκ, δεν ανταποκρινόταν, για διαφόρους λόγους, στις προϋποθέσεις του άρθρου 2, παράγραφος 5, στοιχεία α ) και β ). Ούτε η γιουγκοσλαβική αγορά προσέφερε μία εύλογη και κατάλληλη βάση συγκρίσεως για τον οριστικό καθορισμό της κανονικής αξίας των οικείων προϊόντων, δεδομένου ότι δεν υφίστατο καμία ελευθερία τιμών στην αγορά. Αν η Επιτροπή είχε ενεργήσει κατά τον προτεινόμενο από τη Sennes τρόπο, θα είχε διαπιστώσει ότι η τιμή που πράγματι πληρώνεται εντός της Κοινότητας, και ιδίως στη γαλλική αγορά, μπορούσε να συγκριθεί με την τιμή πωλήσεως που εφάρμοζε η Sennes.

21.

Επιπλέον, το Συμβούλιο αντιφάσκει, απορρίπτοντας, στο σημείο 14 του προσβαλλόμενου κανονισμού, την προσαρμογή της κανονικής αξίας των σοβιετικών ηλεκτρικών κινητήρων προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι διαφορές ως προς την ορθολογική εκμετάλλευση και ως προς τις οικονομίες κλίμακα, για τον λόγο ότι οι όροι αυτοί δεν ισχύουν στις χώρες κρατικού εμπορίου. Η Serines αναφέρει στο πλαίσιο αυτό ότι στη Γιουγκοσλαβία οι τιμές καθορίζονται από το κράτος.

22.

ββ)

Η Sermes ισχυρίζεται, επικουρικώς, ότι τα θεσμικά όργανα δεν απέδειξαν ότι οι κοινοτικοί παραγωγοί υπέστησαν ζημία λόγω των συγκεκριμένων εισαγωγών.

23.

Συγκρίνοντας την τιμή κόστους στην κοινοτική αγορά με την τιμή πωλήσεως των κινητήρων καταγωγής ανατολικών χωρών, η Επιτροπή παρέβη το άρθρο 4, παράγραφος 2, στοιχείο β), του κανονισμού 2176/84, το οποίο προβλέπει ότι ενδεχόμενη προσφορά σημαντικά κατώτερης τιμής πρέπει να προσδιορίζεται σε σχέση με την τιμή ομοειδούς προϊόντος μέσα στην Κοινότητα. Ποτέ δεν αποδείχθηκε ότι σχεδόν όλοι οι κοινοτικοί παραγωγοί πωλούσαν με ζημία. Από τα στοιχεία των σημείων 23 και 24 του προσβαλλόμενου κανονισμού προκύπτει ότι τα περιθώρια προσφοράς σημαντικά κατώτερης τιμής έναντι των τιμών κόστους των ιταλών παραγωγών ήταν εξαιρετικά μικρά, ιδίως λαμβανομένων υπόψη των επιχειρήσεων με τις πλέον υψηλές επιδόσεις.

24.

Εξάλλου, το ίδιο το Συμβούλιο δήλωσε, στο σημείο 25 του κανονισμού, ότι οι εν λόγω εισαγωγές ηλεκτρικών κινητήρων δεν είχαν εμφανείς αρνητικές επιπτώσεις στους κοινοτικούς παραγωγούς. Κατά την υπό κρίση περίοδο, η κοινοτική παραγωγή μπόρεσε να ανακτήσει το 3 % της αγοράς και, επομένως, δεν υπέστη καμία ζημία λόγω των επίμαχων εισαγωγών. Εξάλλου, τα αποτελέσματα των διαφόρων κοινοτικών επιχειρήσεων υπήρξαν θετικά κατά το 1985, οι δε ελαττώσεις του προσωπικού οφείλονταν τουλάχιστον τόσο στις βιομηχανικές αναδιαρθρώσεις όσο και στις εισαγωγές.

25.

Επομένως, τα θεσμικά όργανα δεν απέδειξαν ότι οι εν λόγω εισαγωγές ήταν η αιτία της πωλήσεως με ζημία εκ μέρους των κοινοτικών παραγωγών. Στο πλαίσιο αυτό, η Serines αμφισβητεί επίσης τα δείγματα των ηλεκτρικών κινητήρων που χρησιμοποίησε η Επιτροπή και υποστηρίζει ότι αυτή δεν απευθυνόταν στην ίδια πελατεία με τους μεγάλους κοινοτικούς κατασκευαστές, οι οποίοι εξάλλου πωλούσαν σαφώς φθηνότερα απ' ό,τι αυτή στις αγορές των μεγάλων καταναλωτών.

26.

Η προκληθείσα από άλλους παράγοντες πλην του ντάμπινγκ ζημία, όπως από τον όγκο και τις τιμές των εισαγωγών άλλης καταγωγής ή από τον διακοινοτικό ανταγωνισμό, δεν πρέπει να αποδίδεται στις εν λόγω εισαγωγές. Αν η Επιτροπή είχε λάβει ως σημείο αναφοράς την τιμή ορισμένων σουηδικών, γιουγκοσλαβικών ή καταγωγής Χονγκ Κονγκ ηλεκτρικών κινητήρων στη γαλλική αγορά ή ακόμη τους ιταλικούς ηλεκτρικούς κινητήρες που επωλούντο εκεί, θα είχε διαπιστώσει παντελή έλλειψη ζημίας. Τέλος, οι ίδιες οι δηλώσεις του Συμβουλίου έδειχναν ότι τα εγκατεστημένα στην Κοινότητα το 1985 εργοστάσια δεν ήταν επαρκώς παραγωγικά για να αντιμετωπίσουν την παγκόσμια αγορά χωρίς, γι' αυτό, να μπορεί να γίνει λόγος περί ντάμπινγκ.

27.

γγ )

Ακόμη και στην περίπτωση κατά την οποία το ντάμπινγκ και η ζημία θα είχαν αποδειχθεί, τα θεσμικά όργανα δεν θα είχαν αποδείξει καμία αιτιώδη σχέση μεταξύ των δύο αυτών στοιχείων. Το ίδιο το Συμβούλιο ανέφερε στο σημείο 31 του προσβαλλόμενου κανονισμού τη σπουδαιότητα του ενδοκοινοτικού ανταγωνισμού και προσέθετε ότι το μερίδιο αγοράς των ανατολικών χωρών είχε ελαττωθεί κατά 3,4 ο/ο μεταξύ του 1982 και του 1985.

28.

δδ )

Τέλος, το Συμβούλιο δεν προσεκόμισε κανένα στοιχείο που να δικαιολογεί την ανάγκη επιβολής δασμού αντιντάμπινγκ. Αυτή η ανάγκη δεν υφίστατο λόγω της αποδοχής εκ μέρους της Κοινότητας των δεσμεύσεων ως προς τις τιμές πριν από δύο έτη.

γ) Κατάχρηση εξουσίας

29.

Τρίτον, η Sermes υπενθυμίζει τους σκοπούς του βασικού κανονισμού σε θέματα αντιντάμπινγκ 2176/84 που συνίστανται, ιδίως, στην καταπολέμηση του προστατευτισμού και των αθέμιτων μεθόδων. Αντίθετα προς τους σκοπούς αυτούς, η Επιτροπή δεν είχε προσπαθήσει να προσκομίσει την απόδειξη ότι υφίστατο ντάμπινγκ, αλλά είχε εκλάβει ως δεδομένους τους εσφαλμένους ισχυρισμούς των καταγγελλόντων. Η Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη ούτε το γραπτό υπόμνημα της Sermes στο πλαίσιο του κανονισμού 3019/86.

30.

Ομοίως, τα θεσμικά όργανα δεν καθοδηγήθηκαν από το κοινοτικό συμφέρον άλλα από το συμφέρον για την κατά τομέα προστασία μιας κοινοτικής βιομηχανίας και, ιδίως, μιας γαλλικής βιομηχανίας. Η κατάχρηση εξουσίας αποδείχθηκε με τις τιμές που εφάρμοσε ο γάλλος παραγωγός Leroy Somer κατά τη διάρκεια του έτους 1986, που αντιπροσώπευαν μόνο ποσοστό μεταξύ 80 και 100 ο/ο της τιμής αγοράς της Sermes του ίδιου κινητήρα καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας. Προσθέτοντας το καθαρό περιθώριο της Sermes περίπου 50%, στην τιμή αγοράς, μη εκτελωνισμένης, οι τελευταίοι αυτοί κινητήρες ήταν επομένως 50o/ο ακριβότεροι κατά μέσο όρο από τους κινητήρες που πωλούσε ο Leroy Somer.

δ) Παράβαση ονσιωόών τνπων και έλλειψη αιτιολογίας

31.

Η Sermes ισχυρίζεται ότι η αιτιολογία του προσβαλλόμενου κανονισμού δεν επαρκεί για να μπορέσει το Δικαστήριο να ασκήσει τον δικαιοδοτικό του έλεγχο. Ιδίως, τα θεσμικά όργανα δεν είχαν αναφέρει στην αιτιολογία τους τα στοιχεία που καθιστούν δυνατόν τον έλεγχο του εάν η κατατεθείσα από την Gimelec καταγγελία περιείχε επαρκή αποδεικτικά στοιχεία. Επίσης, δεν είχαν δικαιολογήσει τη δειγματοληψία των χρησιμοποιηθέντων κινητήρων, ενώ η Sennes είχε, εντούτοις, αμφισβητήσει τα εν λόγω δείγματα. Όσον αφορά τη ζημία, τα θεσμικά όργανα αρκέστηκαν στο να αναφερθούν στις απώλειες που είχαν υποστεί οι κοινοτικοί παραγωγοί στο πλαίσιο της δραστηριότητας τους των τυποποιημένων κινητήρων καθώς και στην ελάττωση του αριθμού των θέσεων απασχολήσεως, χωρίς πάντως να αναφέρουν τη χρησιμοποίηση του δυναμικού παραγωγής, τα αποθέματα, την απόδοση των επενδύσεων και την αφθονία ρευστού χρήματος. Όσον αφορά την αιτιώδη συνάφεια, το Συμβούλιο αρκέστηκε να επαναλάβει ορισμένα οικονομικά γεγονότα που, πάντως, ήταν εσφαλμένα. Όσον αφορά την ανάγκη επιβολής δασμού αντιντάμπινγκ για τη διαφύλαξη των συμφερόντων της Κοινότητας, τα θεσμικά όργανα περιορίστηκαν στο να παραπέμψουν στις οικονομικές απώλειες των κοινοτικών παραγωγών.

ε) Παράβαση τον άρθρον 7 τον κανονισμού 2176/84 και των δικαιωμάτων άμννας

32.

Η Sermes θεωρεί ότι η Επιτροπή παρέβη το άρθρο 7 του κανονισμού 2176/84 μη παρέχοντας ούτε στη Sermes ούτε στον εξαγωγέα της στη Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας, την Elektrotechnik, όλες τις πληροφορίες σχετικά με τον υπολογισμό της κανονικής αξίας στη σουηδική αγορά και τις απώλειες που υπέστησαν οι κοινοτικοί παραγωγοί. Εξάλλου, η Επιτροπή αρνήθηκε να παραχωρήσει ακρόαση στην Sermes, ενώ αυτή το είχε ζητήσει ρητώς με έγγραφο της 10ης Ιανουαρίου 1986. Κατά τη δεύτερη φάση της διαδικασίας αντιντάμπινγκ, η Επιτροπή είχε δεχθεί, εντούτοις, να δεχθεί επί μακρόν τη Sermes και την Elektrotechnik, αλλά εξακολουθούσε να αρνείται κάθε αντιπαράσταση προς τους καταγγέλλοντες.

στ) Παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως

33.

Η Sermes έχει τη γνώμη ότι η εφαρμογή ειδικών διατάξεων που διέπουν τις σχέσεις μεταξύ της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας επιφέρει διάκριση, που δεν δικαιολογείται από αντικειμενικές διαφορές, μεταξύ των εισαγωγέων που ευρίσκονται στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, αφενός, και των εισαγωγέων που ευρίσκονται στην υπόλοιπη Κοινότητα, αφετέρου.

34.

Επομένως, η Sermes προτείνει όπως το Δικαστήριο απαντήσει στο προδικαστικό ερώτημα υπό την έννοια ότι ο κανονισμός 864/87 του Συμβουλίου πρέπει να ακυρωθεί, τουλάχιστον όσον αφορά τις εισαγωγές που προέρχονται από τη Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας στο γαλλικό έδαφος.

35.

2. Η Γαλλική Κυβέρνηση υποστηρίζει τα πορίσματα του Συμβουλίου (βλέπε πιο κάτω σημείο 3), κατά τα οποία δεν προκύπτει τίποτε από την εξέταση του προδικαστικού ερωτήματος που να μπορεί να θίξει το κύρος του κανονισμού 864/87.

36.

Από την έρευνα αντιντάμπινγκ που διεξήγαγε η Επιτροπή προέκυψαν περιθώρια ντάμπινγκ που ποικίλλουν μεταξύ 121 και 164 ο/ο, τα οποία αντιπροσωπεύουν, με το εύρος τους, μία εκ νέου αμφισβήτηση των κανόνων κανονικού ανταγωνισμού στο πλαίσιο της διαδικασίας των διεθνών συναλλαγών και απειλούν την επιβίωση της οικείας κοινοτικής βιομηχανίας. Οι δασμοί, τους οποίους θέσπισε το Συμβούλιο, συνιστούν ένα πολύ μετριοπαθές μέτρο έναντι των αποδειχθέντων περιθωρίων ντάμπινγκ, λόγω του ότι υπολογίστηκαν βάσει των τιμών κόστους των παραγωγών με τις πλέον υψηλές επιδόσεις της Κοινότητας και όχι βάσει της μέσης τιμής κόστους. Αν είχε συντρέξει η δεύτερη περίπτωση, θα είχε καταστεί δυνατή η άνοδος των τιμών εισαγωγής κατά 60 ο/ο, ενώ ο οριστικός δασμός κατέληγε μόνο σε αύξηση των τιμών της τάξεως του 35 ο/ο. Εξάλλου, προκειμένου για έναν μεταβλητό δασμό αντιντάμπινγκ, υπολογιζόμενο βάσει των ελαχίστων τιμών, η είσπραξη του θα γινόταν μόνο σε περίπτωση μη τηρήσεως των εν λόγω κατωτάτων ορίων. Η Γαλλική Κυβέρνηση προσθέτει σχετικά ότι οι εισαγωγές στη Γαλλία κινητήρων καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας αυξήθηκαν κατά 26 0/0 σε όγκο όσον αφορά τους έξι πρώτους μήνες του 1988 σε σχέση προς την ίδια περίοδο του 1987.

37.

3. Το Συμβούλιο και η Επιτροπή διαπιστώνουν ότι το προδικαστικό ερώτημα τίθεται κατά τρόπο πολύ γενικό και ότι η απουσία διευκρινίσεως επιτρέπει μόνο μία γενική υπεράσπιση του κύρους του προσβαλλόμενου κανονισμού. Είναι μεν αληθές ότι στην απόφαση περί παραπομπής επισυνάπτεται η προσφυγή την οποία άσκησε η Sermes ενώπιον του Δικαστηρίου κατά του κανονισμού 3019/86 της Επιτροπής για την επιβολή προσωρινών δασμών, όμως η κριτική έναντι του κανονισμού αυτού δεν είναι δυνατό να μετατεθεί έναντι του κανονισμού του Συμβουλίου, λαμβανομένων υπόψη των διαφορών μεταξύ του προσωρινού και του οριστικού κανονισμού. Επομένως, το κύρος του κανονισμού 864/87 πρέπει να εξεταστεί μόνο υπό το φως των οριστικών διαπιστώσεων των θεσμικών οργάνων. Εκτός των παρατηρήσεων που κατέθεσαν στο πλαίσιο της παρούσας υπόθεσης, το Συμβούλιο και η Επιτροπή αναφέρονται στα υπομνήματα τους αντικρούσεως και ανταπαντήσεως που κατατέθηκαν στο πλαίσιο των προαναφερθεισών υποθέσεων C-157/87, C-160/87, C-185/87 και C-188/87.

38.

Το Συμβούλιο προσθέτει ότι η ισχύς των προσωρινών δασμών είχε παραταθεί για μία περίοδο δύο μηνών, επειδή η εξέταση των πραγματικών περιστατικών δεν. είχε ακόμη ολοκληρωθεί και επειδή πολλοί εξαγωγείς είχαν ζητήσει νέο καθορισμό της κανονικής αξίας, του περιθωρίου ντάμπινγκ και της ζημίας που προκλήθηκε στην κοινοτική βιομηχανία. Η Επιτροπή είχε εξετάσει τις παρατηρήσεις των ενδιαφερομένων ως προς τον προσωρινό κανονισμό και, όσον αφορά τον οριστικό κανονισμό, είχε λάβει υπόψη τα αιτήματα τους ή είχε παρουσιάσει τους λόγους για τους οποίους δεν ήταν δυνατό να τα αποδεχθεί.

39.

Όσον αφορά τον καθορισμό της κανονικής αξίας, το Συμβούλιο θεωρεί ότι η απόφαση να ληφθεί η Γιουγκοσλαβία ως ανάλογη χώρα για τον οριστικό κανονισμό, αντί της Σουηδίας που είχε ληφθεί υπόψη για τον προσωρινό κανονισμό, είχε επαρκώς αιτιολογηθεί στην έκτη, έβδομη και όγδοη αιτιολογική σκέψη του προσβαλλόμενου κανονισμού. Αποφασίζοντας να ληφθούν ως βάση για την κανονική αξία οι γιουγκοσλαβικές τιμές, διασφαλιζόταν μία ίση μεταχείριση για όλες τις ενδιαφερόμενες εξαγωγικές χώρες. Η αλλαγή της ανάλογης χώρας είχε εξάλλου ως συνέπεια την ελάττωση του περιθωρίου ντάμπινγκ για τις εξαγωγές καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας από 208 σε 137 ο/ο, πράγμα που σημαίνει κατώτερο συντελεστή του οριστικού δασμού σε σύγκριση προς τον προσωρινό δασμό.

40.

Εξάλλου, το Συμβούλιο υπογραμμίζει ότι η σύγκριση της κανονικής αξίας και της τιμής εξαγωγής καθώς και ο καθορισμός της ζημίας της κοινοτικής βιομηχανίας πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 2, παράγραφοι 9 και 10, καθώς και με το άρθρο 4, του κανονισμού 2176/84 και ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός είναι προσηκόντως αιτιολογημένος από αυτή την άποψη. Όσον αφορά την εκτίμηση των συμφερόντων της Κοινότητας, ο προσβαλλόμενος κανονισμός ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του κανονισμού 2176/84, θεσπίστηκε δε τηρουμένων των διαδικαστικών κανόνων βάσει αληθών πραγματικών περιστατικών και χωρίς την ύπαρξη σφαλμάτων κατά την εκτίμηση ή καταχρήσεως εξουσίας.

41.

Επομένως, το Συμβούλιο προτείνει να δοθεί στο προδικαστικό ερώτημα ως απάντηση ότι από την εξέταση του ερωτήματος που υπέβαλε το Cour ď appel του Colmar δεν προέκυψε τίποτε που να μπορεί να θίξει το κύρος του κανονισμού 864/87.

42. 4.

Η Επιτροπή υποστηρίζει ακόμη ότι η εκ νέου κίνηση της διαδικασίας διενεργήθηκε βάσει της υφιστάμενης μεταβολής των συνθηκών και ότι η ανακοίνωση για την εκ νέου κίνηση της διαδικασίας κοινοποιήθηκε στους προδήλως ενδιαφερόμενους διαδίκους. Αυτοί είχαν τη δυνατότητα να υποβάλουν παρατηρήσεις εντός ορισμένης προθεσμίας. Εξάλλου, κατόπιν αιτήσεως τους έτυχαν ακροάσεως και τους κοινοποιήθηκαν τα πραγματικά περιστατικά και οι σκέψεις επί των οποίων η Επιτροπή στήριξε τις προτάσεις της. Το Συμβούλιο έλαβε υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν οι διάδικοι προτού να θεσπίσει οριστικό δασμό αντιντάμπινγκ, όπως το επιβεβαιώνει και η λεπτομερής αιτιολογία του προσβαλλόμενου κανονισμού.

43.

Όσον αφορά τον καθορισμό μιας πρακτικής ντάμπινγκ, η Επιτροπή θεωρεί ότι η επιλογή των εφαρμοζομένων στη γιουγκοσλαβική αγορά τιμών ως βάσεως της κανονικής αξίας κατέστησε δυνατή την ίση μεταχείριση όλων των εξαγωγικών χωρών. Οι προσαρμογές της κανονικής αξίας και των τιμών εξαγωγής πραγματοποιήθηκαν εντός των ορίων του άρθρου 2, παράγραφοι 9 και 10, του κανονισμού 2176/84, εφόσον το βάσιμο των αιτήσεων είχε αποδειχθεί κατά τρόπο ικανοποιητικό.

44.

Το επιζήμιο αποτέλεσμα των εν λόγω εισαγωγών εκτιμήθηκε σωρευτικώς, το δε επίπεδο της προσφοράς σημαντικά κατώτερης τιμής προσδιορίστηκε εν αναφορά προς την τιμή κόστους των κοινοτικών παραγωγών με τις υψηλότερες επιδόσεις. Το Συμβούλιο μπορούσε να έχει συναγάγει ότι η κοινοτική βιομηχανία υπέστη σημαντική ζημία, ιδίως, λόγω του μεριδίου της αγοράς που καταλαμβάνουν οι εν λόγω εισαγωγές, του διαπιστωθέντος επιπέδου προσφοράς κατώτερης τιμής και των ουσιαστικών απωλειών των κοινοτικών παραγωγών. Το συμφέρον της Κοινότητας εξετάστηκε προσεκτικά και εκτιμήθηκε τόσο στο γενικό επίπεδο (σχέσεις μεταξύ της Κοινότητας και των χωρών κρατικού εμπορίου) όσο και στο ειδικό επίπεδο ( συμφέροντα των παραγωγών της Κοινότητας και των εισαγωγέων). Ο συντελεστής του θεσπισθέντος δασμού αντιντάμπινγκ ανταποκρίνεται στα όρια που καθορίζονται με το άρθρο 13, παράγραφος 3, του κανονισμού 2176/84, δεδομένου ότι είναι κατώτερος από τα διαπιστωθέντα περιθώρια ντάμπινγκ, εφόσον ο δασμός αυτός αρκεί για να εξαφανιστεί η ζημία.

45.

Τέλος, όσον αφορά τη φερομένη παραβίαση των θεμελιωδών αρχών του κοινοτικού δικαίου, η Επιτροπή αναφέρεται στην εξέλιξη της διαδικασίας που εκτέθηκε πιο πάνω και θεωρεί ότι από κανένα σημείο του προσβαλλόμενου κανονισμού δεν είναι δυνατό να συναχθεί παραβίαση των δικαιωμάτων άμυνας. Η αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων επίσης τηρήθηκε, εφόσον η Επιτροπή, κατόπιν των διατυπωθεισών παρατηρήσεων ορισμένων διαδίκων ως προς την αιτία της ζημίας και καθόσον τα κοινοποιηθέντα στοιχεία το δικαιολογούσαν, αποφάσισε να επεκτείνει τη διαδικασία αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές καταγωγής Γιουγκοσλαβίας, προκειμένου να αποφύγει μία εισάγουσα διακρίσεις εφαρμογή της ρυθμίσεως αντιντάμπινγκ.

46.

Συνεπώς, η Επιτροπή προτείνει να απαντήσει το Δικαστήριο στο προδικαστικό ερώτημα υπό την έννοια ότι από την εξέταση του κανονισμού 864/87 ως προς το κοινοτικό δίκαιο και ιδίως του βασικού κανονισμού 2176/84 καθώς και των θεμελιωδών αρχών του κοινοτικού δικαίου δεν προέκυψε κανένα στοιχείο που να μπορεί να θέσει υπό αμφισβήτηση το κύρος του εν λόγω κανονισμού.

Μ. Zuleeg

εισηγητής δικαστής


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική.

Top

ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ ( πέμπτο τμήμα )

της 11ης Ιουλίου 1990 ( *1 )

Στην υπόθεση C-323/88,

η οποία έχει ως αντικείμενο αίτηση του Cour d'appel του Colmar (τρίτο πολιτικό τμήμα) (Γαλλία) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαδικασίας που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ

SA Sennes, Στρασβούργο,

και

Directeur des services des douanes de Strasbourg,

η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς το κύρος του κανονισμού (ΕΟΚ) 864/87 του Συμβουλίου, της 23ης Μαρτίου 1987, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές τυποποιημένων πολυφασικών ηλεκτρικών κινητήρων, ισχύος μεγαλύτερης από 0,75 κιλοβάτ έως και 75 κιλοβάτ, καταγωγής Βουλγαρίας, Ουγγαρίας, Πολωνίας, Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας, Τσεχοσλοβακίας και Σοβιετικής Ενώσεως, και για την οριστική είσπραξη των ποσών που έχουν κατατεθεί ως εγγύηση μέσω του προσωρινού δασμού ( ΕΕ L 83, σ. 1 ),

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ( πέμπτο τμήμα ),

συγκείμενο από τους Sir Gordon Slynn, πρόεδρο τμήματος, Μ. Zuleeg, R. Joliét, J. C. Moitinho de Almeida και G. C. Rodríguez Iglesias, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: W. Van Gerven

γραμματέας: Β. Pastor, υπάλληλος διοικήσεως

λαμβάνοντας υπόψη τις γραπτές παρατηρήσεις που κατέθεσαν:

η εταιρία Serines, εκπροσωπούμενη από τον Jean-Pierre Spitzer, δικηγόρο Παρισιού,

η Κυβέρνηση της Γαλλικής Δημοκρατίας, εκπροσωπούμενη από την Edwige Bel-Hard, sous-directeur du droit économique στο Υπουργείο των Εξωτερικών, και τον Géraud de Bergues, κύριο βοηθό γραμματέα των εξωτερικών υποθέσεων στο Υπουργείο Εξωτερικών,

το Συμβούλιο, εκπροσωπούμενο από τον Erik Stein, νομικό σύμβουλο,

η Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τη Marie-José Jonczy, νομική σύμβουλο,

έχοντας υπόψη την έκθεση για την επ' ακροατηρίου συζήτηση,

αφού άκουσε τις προφορικές παρατηρήσεις της προσφεύγουσας της κύριας δίκης, εκπροσωπούμενης από τον δικηγόρο Jean-Pierre Spitzer, του Συμβουλίου, εκπροσωπούμενου από τον Erik Stein, νομικό σύμβουλο, και της Επιτροπής,

εκπροσωπούμενης από την Marie-José Jonczy, νομική σύμβουλο, επικουρούμενη από τον Marc de Pauw, ως εμπειρογνώμονα, κατά τη συνεδρίαση της 13ης Ιουνίου 1989,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 8ης Νοεμβρίου 1989,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1

Με απόφαση της 5ης Σεπτεμβρίου 1988, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 4 Νοεμβρίου 1988, το Cour d' appel του Colmar ( τρίτο πολιτικό τμήμα ) υπέβαλε, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, προδικαστικό ερώτημα ως προς το κύρος του κανονισμού ( ΕΟΚ) 864/87 του Συμβουλίου, της 23ης Μαρτίου 1987, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές τυποποιημένων πολυφασικών ηλεκτρικών κινητήρων, ισχύος μεγαλύτερης από 0,75 κιλοβάτ έως και 75 κιλοβάτ, καταγωγής Βουλγαρίας, Ουγγαρίας, Πολωνίας, Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας, Τσεχοσλοβακίας και Σοβιετικής Ενώσεως, και για την οριστική είσπραξη των ποσών που έχουν κατατεθεί ως εγγύηση μέσω του προσωρινού δασμού ( ΕΕ L 83, σ. 1, στο εξής: επίμαχος κανονισμός του Συμβουλίου ).

2

Το ερώτημα αυτό ανέκυψε στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ της ανώνυμης εταιρίας γαλλικού δικαίου Sennes (στο εξής: Sennes) και του directeur des services des douanes (διευθυντή τελωνείων) του Στρασβούργου ως προς το θέμα των δασμών αντιντάμπινγκ που απαιτήθηκαν βάσει του επιμάχου κανονισμού του Συμβουλίου.

3

Η Sennes είναι εταιρία της οποίας οι δραστηριότητες συνίστανται, μεταξύ άλλων, στην εισαγωγή ηλεκτρικών κινητήρων καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας, εξαγομένων από τη χώρα αυτή από την εταιρία AHB Elektrotechnik.

4

Τον Οκτώβριο του 1985, ο Groupement des industries de matériels d'équipement électrique et de l'électronique industrielle associée ( στο εξής: Gimelec ), υποστηριζόμενος από τέσσερις άλλες εθνικές ενώσεις του ηλεκτρονικού τομέα, υπέβαλε στην Επιτροπή αίτηση επανεξετάσεως ορισμένων μέτρων αντιντάμπινγκ, σύμφωνα με το άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΟΚ) 2176/84 του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1984, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ ή επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας ( ΕΕ L 201, σ. 1 ), βασικού κανονισμού που ίσχυε την εποχή εκείνη (στο εξής: βασικός κανονισμός). Η αίτηση αυτή απέβλεπε στην επανεξέταση των αποφάσεων με τις οποίες οι δεσμεύσεις ως προς τις τιμές, που είχαν αναληφθεί από τους οικείους εξαγωγείς, είχαν γίνει δεκτές από τα θεσμικά όργανα στο πλαίσιο προηγουμένης διαδικασίας αντιντάμπινγκ, σχετικά με τις εισαγωγές ηλεκτρικών κινητήρων καταγωγής Βουλγαρίας, Πολωνίας, Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας, Ρουμανίας, Τσεχοσλοβακίας, Ουγγαρίας και Σοβιετικής Ενώσεως.

5

Στις 30 Σεπτεμβρίου 1986, το Συμβούλιο και η Επιτροπή κατήγγειλαν τις προαναφερθείσες δεσμεύσεις και η-Επιτροπή επέβαλε, με τον κανονισμό (ΕΟΚ) 3019/86 της ίδιας ημέρας, προσωρινό δασμό αντιντάμπινγκ επί των εισαγωγών των τυποποιημένων πολυφασικών ηλεκτρικών κινητήρων ισχύος μεγαλύτερης από 0,75 κιλοβάτ έως και 75 κιλοβάτ, καταγωγής Βουλγαρίας, Ουγγαρίας, Πολωνίας, Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας, Ρουμανίας, Τσεχοσλοβακίας και Σοβιετικής Ενώσεως ( ΕΕ L 280, σ. 68 ).

6

Με δικόγραφο που κατέθεσε στη γραμματεία του Δικαστηρίου στις 17 Νοεμβρίου 1986, η Sennes ζήτησε, δυνάμει του άρθρου 173, δεύτερο εδάφιο, της Συνθήκης ΕΟΚ, την ακύρωση του προαναφερθέντος κανονισμού 3019/86 της Επιτροπής (υπόθεση 279/86).

7

Με Διάταξη της 8ης Ιουλίου 1987, το Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή αυτή ως απαράδεκτη, επειδή η προσβληθείσα πράξη συνιστούσε έναντι της προσφεύγουσας κανονισμό γενικής ισχύος και όχι απόφαση κατά την έννοια του άρθρου 173, δεύτερο εδάφιο, της Συνθήκης, εφόσον δεν συνδεόταν με τον οικείο εξαγωγέα.

8

Στις 23 Μαρτίου 1987, το Συμβούλιο εξέδωσε τον κανονισμό περί επιβολής οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ για τις προαναφερθείσες εισαγωγές και περί οριστικής εισπράξεως των ποσών που είχαν κατατεθεί ως εγγύηση μέσω του προσωρινού δασμού.

9

Εν συνεχεία της θεσπίσεως του οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ, η γαλλική τελωνειακή αρχή ζήτησε από τη Sermes, για τις εισαγωγές ηλεκτρικών κινητήρων καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας που πραγματοποιήθηκαν κατά τον Απραιο 1987, δασμούς αντιντάμπινγκ ύψους 419720 γαλλικών φράγκων ( FF).

10

Αμφισβητώντας το κύρος του κανονισμού του Συμβουλίου, η Sermes ενήγαγε, στις 7 Μαΐου 1987, τον διευθυντή των τελωνείων του Στρασβούργου, ζητώντας την επιστροφή των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών, ενώπιον του Tribunal d'instance της πόλεως αυτής.

11

Μετά την απόρριψη της αγωγής της, με απόφαση της 16ης Ιουνίου 1987, η Sermes άσκησε έφεση κατά της αποφάσεως αυτής ενώπιον του Cour ď appel του Colmar, το οποίο ανέστειλε τη διαδικασία και υπέβαλε στο Δικαστήριο, δυνάμει του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

« Είναι έγκυρος, ενόψει του κοινοτικού δικαίου και ιδίως του βασικού κανονισμού 2176/84 του Συμβουλίου, καθώς και των θεμελιωδών αρχών του κοινοτικού δικαίου, ο κανονισμός ( ΕΟΚ) 864/87 του Συμβουλίου, της 23ης Μαρτίου 1987, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές τυποποιημένων πολυφασικών ηλεκτρικών κινητήρων, ισχύος μεγαλύτερης από 0,75 κιλοβάτ έως και 75 κιλοβάτ, καταγωγής Βουλγαρίας, Ουγγαρίας, Πολωνίας, Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας, Τσεχοσλοβακίας και Σοβιετικής Ενώσεως, και για την οριστική είσπραξη των ποσών που έχουν κατατεθεί ως εγγύηση μέσω του προσωρινού δασμού; »

12

Στην έκθεση για την επ' ακροατηρίου συζήτηση αναπτύσσονται διεξοδικώς τα πραγματικά περιστατικά της διαφοράς της κύριας δίκης, η εξέλιξη της διαδικασίας καθώς και οι γραπτές παρατηρήσεις που κατατέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου. Τα στοιχεία αυτά της δικογραφίας δεν επαναλαμβάνονται κατωτέρω παρά μόνο καθόσον απαιτείται για τη συλλογιστική του Δικαστηρίου.

13

Πρέπει καταρχάς να αναγνωριστεί ότι η απόφαση περί παραπομπής, διατυπωθείσα κατά τρόπο γενικό, δεν αναφέρει καθόλου τους λόγους για τους οποίους το εθνικό δικαστήριο αμφιβάλλει για το κύρος του κανονισμού του Συμβουλίου. Με τις παρατηρήσεις της ενώπιον του Δικαστηρίου, η Sennes, εφεσείουσα της κύριας δίκης, διατύπωσε ορισμένες αντιρρήσεις ως προς το κύρος του κανονισμού αυτού. Επομένως, πρέπει να εξεταστεί το κύρος αυτού υπό το πρίσμα των εν λόγω παρατηρήσεων.

Επί της παραβάσεως τοο άρθρου 14 του βασικού κανονισμού καθώς και της αρχής της ασφάλειας του δικαίου

14

Η Sermes υποστηρίζει καταρχάς ότι ο επίμαχος κανονισμός του Συμβουλίου θα έπρεπε να κηρυχθεί άκυρος για τον λόγο ότι επέβαλε δασμό αντιντάμπινγκ εν συνεχεία επανεξετάσεως των δεσμεύσεων ως προς τις τιμές, που είχαν προηγουμένως αναληφθεί, η οποία πραγματοποιήθηκε χωρίς να αποδειχθεί επαρκώς η μεταβολή των συνθηκών, κατά παράβαση του άρθρου 14 του βασικού κανονισμού.

15

Κατά το άρθρο 14, παράγραφος 1, του βασικού κανονισμού, η απόφαση για την αποδοχή αναλήψεως δεσμεύσεων αποτελεί, εφόσον χρειάζεται, το αντικείμενο επανεξετάσεως, είτε κατόπιν αιτήσεως κράτους μέλους είτε κατόπιν πρωτοβουλίας της Επιτροπής. Η επανεξέταση γίνεται επίσης κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερομένου μέρους, το οποίο προσκομίζει αποδεικτικά στοιχεία της μεταβολής των συνθηκών αρκούντα για να δικαιολογήσουν την ανάγκη της επανεξετάσεως αυτής, υπό την προϋπόθεση ότι παρήλθε ένα τουλάχιστον έτος από την περάτωση της έρευνας.

16

Όπως αναφέρεται στην τέταρτη αιτιολογική σκέψη του επίμαχου κανονισμού, η εκ νέου κίνηση της διαδικασίας πραγματοποιήθηκε, στην παρούσα υπόθεση, βάσει μιας εκτιμήσεως, που συνοψίζεται ρητώς στην τέταρτη αιτιολογική σκέψη του εν λόγω κανονισμού, των αποδεικτικών στοιχείων που προσκόμισε ο Gimelec προς στήριξη της αιτήσεως του για την επανεξέταση των αναληφθεισών δεσμεύσεων. Η Επιτροπή και το Συμβούλιο έκριναν ότι από τα εν λόγω αποδεικτικά στοιχεία προέκυπτε μία μεταβολή των συνθηκών και εδικαιολογείτο η επανεξέταση των δεσμεύσεων ως προς τις τιμές που είχαν αναληφθεί κατά την προγενέστερη διαδικασία.

17

Ούτε από τα στοιχεία του φακέλου ούτε από τις ενώπιον του Δικαστηρίου συζητήσεις προκύπτει ότι η Επιτροπή και το Συμβούλιο υπέπεσαν σε σφάλμα κατά την εκτίμηση των αποδεικτικών στοιχείων που προσκομίστηκαν κατ' αυτόν τον τρόπο.

18

Εν συνεχεία, η Serines ισχυρίζεται ότι, αντικαθιστώντας μία δέσμευση ως προς τις τιμές με έναν δασμό αντιντάμπινγκ, ο επίμαχος κανονισμός εκδόθηκε κατά παραβίαση της αρχής της ασφάλειας του δικαίου, καθόσον οι οικονομικές συνθήκες δεν υπέστησαν, από της αποδοχής των δεσμεύσεων ως προς τις τιμές το 1982, καμία μεταβολή, παρά μόνο προς τα κάτω, και όπου, συνεπώς, κανένα γενικό κοινοτικό συμφέρον δεν δικαιολογούσε τη θέσπιση δασμού αντιντάμπινγκ.

19

Πρέπει να υπομνηστεί σχετικά ότι, δυνάμει του άρθρου 14 του βασικού κανονισμού οι δεσμεύσεις που έχουν γίνει αποδεκτές μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο επανεξετάσεως, η οποία, κατά την παράγραφο 3 της διατάξεως αυτής, μπορεί να καταλήξει στην τροποποίηση, την κατάργηση ή την ακύρωση των μέτρων που έχουν καθοριστεί στο πλαίσιο των δεσμεύσεων αυτών.

20

Επομένως, τα επιχειρήματα της Sermes σχετικά με την παράβαση του άρθρου 14 του βασικού κανονισμού καθώς και με την αρχή της ασφάλειας του δικαίου δεν είναι βάσιμα.

Επί της παραβάσεως των διατάξεων του βασικού κανονισμού σχετικά με τον υπολογισμό της κανονικής αξίας και τον καθορισμό της προκληθείσας ζημίας καθώς και επί του σφάλματος εκτιμήσεως

21

Η Sermes ισχυρίζεται, πρώτον, ότι η κανονική αξία δεν καθορίστηκε με τρόπο κατάλληλο και εύλογο, όπως επιβάλλεται από το άρθρο 2, παράγραφος 5, του βασικού κανονισμού, δεδομένου ότι η Γιουγκοσλαβία, η οποία επιλέχθηκε προς τούτο ως χώρα αναφοράς, δεν είναι χώρα με οικονομία της αγοράς λόγω του ότι δεν υφίσταται καμία ελευθέρια τιμών στην εν λόγω αγορά.

22

Πρέπει να αναγνωριστεί συναφώς ότι το άρθρο 2, παράγραφος 5, του βασικού κανονισμού προβλέπει ότι, στην περίπτωση εισαγωγών καταγωγής χωρών που δεν έχουν οικονομία της αγοράς, η κανονική αξία καθορίζεται, κατ' ουσίαν, βάσει της τιμής που πράγματι εφαρμόστηκε για το ομοειδές προϊόν σε χώρα με οικονομία της αγοράς

23

Πρέπει να υπομνηστεί ότι σκοπός της προαναφερθείσας διάταξης είναι να μη λαμβάνονται υπόψη οι τιμές και το κόστος χωρών που δεν έχουν οικονομία της αγοράς, για τον λόγον ότι οι τιμές αυτές και το εν λόγω κόστος δεν διαμορφώνονται Βάσει των δυνάμεων της αγοράς ( απόφαση της 5ης Οκτωβρίου 1988, Technointorg κατά Επιτροπής και Συμβουλίου, σκέψη 29, 294/86 και 77/87, Συλλογή 1988, σ. 6077 ).

24

Εντούτοις, όπως το Δικαστήριο έκρινε με την απόφαση της 11ης Ιουλίου 1990, Neotype κατά Επιτροπής και Συμβουλίου, σκέψεις 26 και 27 ( C-305/86 και C-160/87, Συλλογή 1990, σ. I-2945 ), η Γιουγκοσλαβία δεν μπορεί να θεωρηθεί ως χώρα που δεν έχει οικονομία της αγοράς. Κατά τη διάρκεια της υπό κρίση περιόδου, δεν υφίστατο πράγματι κανένα γενικό σύστημα καθορισμού των τιμών στη Γιουγκοσλαβία και, εν πάση περιπτώσει, αυτό το σύστημα ήταν ανύπαρκτο στον τομέα των ηλεκτρικών κινητήρων.

25

Επομένως, το επιχείρημα της Sennes, ότι η Γιουγκοσλαβία δεν είναι χώρα με οικονομία της αγοράς κατά την έννοια του άρθρου 2, παράγραφος 5, του βασικού κανονισμού, δεν είναι βάσιμο.

26

Η Sennes υποστηρίζει, δεύτερον, ότι τα θεσμικά όργανα δεν απέδειξαν ότι οι κοινοτικοί παραγωγοί υπέστησαν ζημία εξαιτίας των εν λόγω εισαγωγών. Ισχυρίζεται καταρχάς ότι, συγκρίνοντας την τιμή κόστους στην κοινοτική αγορά με την τιμή πωλήσεως των κινητήρων καταγωγής ανατολικών χωρών, τα θεσμικά όργανα παρέβησαν το άρθρο 4, παράγραφος 2, στοιχείο β ), του βασικού κανονισμού που προβλέπει ότι ενδεχόμενη προσφορά κατώτερης τιμής πρέπει να εκτιμάται σε συνάρτηση προς την τιμή ομοειδούς προϊόντος μέσα στην Κοινότητα. Εν συνεχεία, υπογραμμίζει ότι ουδέποτε αποδείχθηκε ότι όλοι σχεδόν οι κοινοτικοί παράγωγοι πωλούσαν τους ηλεκτρικούς κινητήρες τους με ζημία. Αντιθέτως, η κοινοτική παραγωγή είχε μάλλον ανακαταλάβει το 3 ο/ο της αγοράς κατά τη διάρκεια της υπό κρίση περιόδου.

27

Πρέπει να αναφερθεί ότι, κατά το άρθρο 4, παράγραφος 2, του βασικού κανονισμού, η εξέταση της ζημίας την οποία υπέστη η Κοινότητα πρέπει να περιλαμβάνει ένα σύνολο παραγόντων από τους οποίους κανένας, μόνος του, δεν μπορεί να αποτελέσει αποφασιστικό κριτήριο.

28

'Οπως το Δικαστήριο έκρινε με την προαναφερθείσα απόφαση της 11ης Ιουλίου 1990 (C-305/86 και C-160/87), το Συμβούλιο, αναγνωρίζοντας ότι το τμήμα της αγοράς των εισαγωγών ηλεκτρικών κινητήρων, καταγωγής των ιδίων ανατολικών χωρών με αυτές για τις οποίες πρόκειται στην κύρια δίκη, είχε μειωθεί από 23 ο/ο το 1982 σε 19,6 ο/ο το 1985, καθόρισε τη ζημία σε σχέση με πολλούς παράγοντες που απαριθμούνται στο άρθρο 4, παράγραφος 2, του βασικού κανονισμού. Πράγματι, όπως αναφέρει το σημείο 25 του προαναφερθέντος κανονισμού 3019/86, στο οποίο αναφέρεται το σημείο 19 του επίμαχου κανονισμού, ο όγκος των εισαγωγών ηλεκτρικών κινητήρων καταγωγής των εν λόγω χωρών αυξήθηκε από 716000 μονάδες το 1982 σε 784300 μονάδες το 1985 αφού έπεσε στις 604000 και 689000 μονάδες αντιστοίχως το 1983 και το 1984. Εξάλλου, στα σημεία 21 έως 24 του επίμαχου κανονισμού αναφέρεται μια σημαντικά κατώτερη προσφορά τιμών κόστους όπως και τιμών πωλήσεως των κοινοτικών παραγωγών σε σχέση προς τις τιμές της μεταπωλήσεως των εισαχθέντων ηλεκτρικών κινητήρων. Εν συνεχεία, το Συμβούλιο διαπιστώνει στα σημεία 25 και 26 του εν λόγω κανονισμού ότι, παρά την αύξηση των πωλήσεων και της παράγωγης που παρατηρείται από το 1982, οι κοινοτικοί παραγωγοί ηλεκτρικών κινητήρων υπέστησαν ζημίες όσον αφορά την εκμετάλλευση κυμαινόμενες μεταξύ του 2 ο/ο και 25 ο/ο της τιμής κόστους, εξαιρέσει δύο μόνο επιχειρήσεων, από τις οποίες η μία είναι εγκατεστημένη σε κράτος μέλος όπου οι εν λόγω εισαγωγές είναι πολύ χαμηλές. Γέλος, στο σημείο 26 του επίμαχου κανονισμού εκτίθεται ότι οι άμεσα θιγόμενες θέσεις εργασίας στον τομέα παραγωγής των ηλεκτρικών κινητήρων εντός της Κοινότητας συνέχισαν να σημειώνουν πτώση από το 1982 έως το 1985.

29

Η Serines υποστηρίζει, τέλος, ότι η δειγματοληψία των ηλεκτρικών κινητήρων που έλαβε υπόψη το Συμβούλιο δεν είναι αντιπροσωπευτική όσον αφορά τις δικές της πωλήσεις εντός της Γαλλίας ηλεκτρικών κινητήρων καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας. Οι εισαχθέντες από αυτήν κινητήρες επωλούντο σε διαφορετική πελατεία από αυτή των μεγάλων κοινοτικών κατασκευαστών και δεν υφίστατο, συνεπώς, καμία αιτιώδης συνάφεια μεταξύ των εισαγωγών καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας και των ζημιών των κοινοτικών παραγωγών.

30

Λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι το Συμβούλιο είχε, ορθώς, εκτιμήσει τη ζημία της κοινοτικής βιομηχανίας βασιζόμενο στην επίδραση του συνόλου των εισαγωγών ηλεκτρικών κινητήρων καταγωγής των εν λόγω χωρών, που αποτελούν το αντικείμενο ντάμπινγκ, το επιχείρημα σχετικά με τη δειγματοληψία δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη παρά μόνο αν αυτή εμφανιστεί ως μη αντιπροσωπευτική για το σύνολο των εισαγωγών. Όμως, κανένα στοιχείο του φακέλου δεν δικαιολογεί το βάσιμο της εκτιατισεως αυτής.

31

Επομένως, πρέπει να γίνει δεκτό ότι, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι υφίσταται σημαντική ζημία, που προκλήθηκε στους κοινοτικούς παραγωγούς από τις εν λόγω εισαγωγές, αυτό δε παρά τη μείωση του μεριδίου τους στην αγορά στον βαθμό που προαναφέρθηκε, το Συμβούλιο ουδόλως υπέπεσε σε σφάλμα εκτιμήσεως.

Επί της καταχρήσεως εξουσίας

32

Η Sermes υποστηρίζει ότι ο επίμαχος κανονισμός εκδόθηκε κατά κατάχρηση εξουσίας, καθόσον το Συμβούλιο δεν οδηγήθηκε από το κοινοτικό συμφέρον αλλά από το συμφέρον μιας κοινοτικής βιομηχανίας και, ιδίως, μιας γαλλικής βιομηχανίας.

33

Πρέπει να υπομνηστεί ότι μία απόφαση θεωρείται ως κατά κατάχρηση εξουσίας εκδοθείσα μόνον εάν φαίνεται, βάσει αντικειμενικών, προσφορών και συγκλινουσών ενδείξεων ότι έχει ληφθεί προκειμένου να επιτευχθούν άλλοι σκοποί εκτός αυτών που προβάλλονται (απόφαση της 4ης Ιουλίου 1989, Kerzmann κατά Ελεγκτικού Συνεδρίου, σκέψη 13, 198/87, Συλλογή 1989, σ. 2083 ).

34

Πρέπει να αναγνωριστεί ότι το Συμβούλιο, στα σημεία 33 έως 35 των αιτιολογικών σκέψεων του κανονισμού του Συμβουλίου, εξέθεσε τους λόγους που το οδήγησαν να θεωρήσει ότι τα συμφέροντα της Κοινότητας απαιτούσαν, σύμφωνα με τον βασικό κανονισμό, τη θέσπιση ενός μέτρου που να μπορεί να προστατεύσει τους κοινοτικούς παραγωγούς από εισαγωγές προϊόντων που αποτελούν το αντικείμενο ντάμπινγκ.

35

Εν συνεχεία, πρέπει να αναφερθεί ότι η Sermes, αμφισβητώντας την ύπαρξη κοινοτικού συμφέροντος, περιορίστηκε στη διατύπωση ισχυρισμών χωρίς να αποδείξει το βάσιμο τους.

36

Υπό τις συνθήκες αυτές και βάσει των πληροφοριών που διαθέτει, το Δικαστήριο δεν μπορεί να κρίνει ότι το επιχείρημα της Sermes που στηρίζεται σε κατάχρηση εξουσίας είναι βάσιμο.

Επί της παραβάσεως ουσιώδους τόπου και της ελλείψεως αιτιολογίας

37

Η Sermes ισχυρίζεται ότι η αιτιολογία του επίμαχου κανονισμού δεν αρκεί ώστε να μπορέσει το Δικαστήριο να ασκήσει τον δικαστικό του έλεγχο, όσον αφορά, ιδίως, τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκόμισε ο Gimelec και τα οποία δικαιολογούν την επανεξέταση των δεσμεύσεων, τη δειγματοληψία των κινητήρων που ελήφθησαν υπόψη καθώς και τη ζημία και τον αιτιώδη σύνδεσμο.

38

Πρέπει να υπομνηστεί σχετικά ότι, κατά πάγια νομολογία ( βλέπε ιδίως αποφάσεις της 7ης Μαΐου 1987, Nashi Fujikoshi κατά Συμβουλίου, σκέψη 39, 255/84, Συλλογή 1987, σ. 1861, και της 14ης Μαρτίου 1990, Gestetner κατά Επιτροπής, σκέψη 67, C-156/87, Συλλογή 1990, σ. I-781 ), από την αιτιολογία που απαιτείται βάσει του άρθρου 190 της Συνθήκης πρέπει να προκύπτει κατά τρόπο σαφή και αναμφισβήτητο η συλλογιστική του συντάκτη της έτσι ώστε να παρέχεται η δυνατότητα στους ενδιαφερόμενους να γνωρίζουν τους λόγους που οδήγησαν στη λήψη του μέτρου και να υπερασπίσουν τα δικαιώματα τους, στο δε Δικαστήριο να ασκήσει τον έλεγχο του.

39

Η προϋπόθεση αυτή πληρούται στην παρούσα υπόθεση. Η τέταρτη αιτιολογική σκέψη του επίμαχου κανονισμού αναφέρει όλες τις αποδείξεις που προσκομίστηκαν από τις καταγγέλλουσες οι οποίες, κατά το Συμβούλιο, δικαιολογούσαν την εκ νέου κίνηση της διαδικασίας αντιντάμπινγκ. Η δειγματοληψία των κινητήρων που χρησιμοποιήθηκε μνημονεύεται στην όγδοη αιτιολογική σκέψη του ίδιου κανονισμού, η οποία παραπέμπει στην ενδέκατη αιτιολογική σκέψη του προαναφερθέντος κανονισμού 3019/86 της Επιτροπής που περιέχει κατά τρόπο σαφή και εξαντλητικό όλες τις σχετικές χρήσιμες επεξηγήσεις. Το ίδιο ισχύει για τα σημεία 17 έως 32 των αιτιολογικών σκέψεων του κανονισμού του Συμβουλίου σχετικά με την ύπαρξη ζημίας και αιτιώδους συνδέσμου.

40

Επομένως, πρέπει να απορριφθεί το επιχείρημα της Sermes που στηρίζεται στην ανεπαρκή αιτιολογία του επίμαχου κανονισμού του Συμβουλίου.

Επί της παραβάσεως του άρθρου 7 του βασικού κανονισμού και των δικαιωμάτων άμυνας

41

Η Sermes θεωρεί ότι, στο πλαίσιο των προκαταρκτικών ερευνών που οδήγησαν στη έκδοση του επίμαχου κανονισμού του Συμβουλίου, τα κοινοτικά θεσμικά όργανα παρέβησαν το άρθρο 7 του βασικού κανονισμού και προσέβαλαν τα δικαιώματα άμυνας, καθόσον της αρνήθηκαν αντιπαράσταση με τις καταγγέλλουσες.

42

Κατά το άρθρο 7, παράγραφος 6, του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή οφείλει, μετά από αίτηση των άμεσα ενδιαφερομένων μερών, να τους δώσει την ευκαιρία να συναντηθούν προκειμένου να καταστεί δυνατή η αντιπαράθεση των θέσεων και ενδεχομένων αντιρρήσεων.

43

Πρέπει να υπογραμμιστεί ότι η φράση « άμεσα ενδιαφερόμενα μέρη » πρέπει να γίνει αντιληπτή υπό την έννοια που της αποδίδει το Δικαστήριο σχετικά με το παραδεκτό των προσφυγών που ασκούνται κατά κανονισμού αντιντάμπινγκ. Όπως προκύπτει από τη Διάταξη του Δικαστηρίου της 8ης Ιουλίου 1987, Sennes κατά Επιτροπής (279/86, Συλλογή 1987, σ. 3109), η Serines δεν συγκαταλέγεται σε καμία από τις κατηγορίες των επιχειρηματιών στις οποίες το Δικαστήριο έχει αναγνωρίσει δικαίωμα ασκήσεως προσφυγής κατά των κανονισμών που θεσπίζουν δασμό αντιντάμπινγκ έναντι εισαγωγών ορισμένων ηλεκτρικών κινητήρων καταγωγής ορισμένων χωρών κρατικού εμπορίου. Εξάλλου, η Sennes δεν προσκόμισε κανένα στοιχείο που να αποδεικνύει ότι είχε πράγματι ζητήσει αναπαράσταση.

44

Υπό τις συνθήκες αυτές, το επιχείρημα που στηρίζεται στο ότι τα κοινοτικά θεσμικά όργανα παρέβησαν το άρθρο 7 του βασικού κανονισμού και προσέβαλαν τα δικαιώματα άμυνας πρέπει να απορριφθεί.

Επί της παραβιάσεως της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως

45

Η Sennes ισχυρίζεται, τέλος, ότι η εφαρμογή των ειδικών διατάξεων σχετικά με το εσωτερικό γερμανικό εμπόριο, που καθιστούν δυνατή την εξακολούθηση της πραγματοποιήσεως των εξαγωγών της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας με προορισμό την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας στην τιμή πωλήσεως που υφίστατο πριν από την έναρξη της ισχύος του επίμαχου κανονισμού του Συμβουλίου, εισάγει διάκριση, που δεν δικαιολογείται από τις αντικειμενικές διαφορές, μεταξύ των εισαγωγέων που είναι εγκατεστημένοι στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, αφενός, και αυτών που είναι εγκατεστημένοι στα άλλα κράτη μέλη, αφετέρου.

46

Αρκεί να υπομνηστεί σχετικά ότι το Δικαστήριο αποφάνθηκε (απόφαση της 21ης Σεπτεμβρίου 1989, Schäfer Shop BV κατά Minister van Economische Zaken, σκέψη 14, 12/88, Συλλογή 1989, σ. 2937 ) ότι, δυνάμει του « πρωτοκόλλου περί του εσωτερικού γερμανικού εμπορίου και των συναφών προβλημάτων » της 25ης Μαρτίου 1957, που έχει προσαρτηθεί στη Συνθήκη ΕΟΚ, αφενός, η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας απαλλάσσεται από την υποχρέωση να εφαρμόζει τους κανόνες του κοινοτικού δικαίου στο εσωτερικό γερμανικό εμπόριο και, αφετέρου, η Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας, αν και δεν είναι μέλος της Κοινότητας, δεν έχει, έναντι της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, την ιδιότητα τρίτης χώρας.

47

Απ' αυτό συνάγεται ότι η διαφορετική μεταχείριση, την οποία προβάλλει η Serines, έχει νομοθετικό έρεισμα στο πρωτόκολλο αυτό, το οποίο αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της Συνθήκης και δεν μπορεί, συνεπώς, να θεωρηθεί ως διάκριση.

48

Κατόπιν αυτού, το επιχείρημα της Sermes που στηρίζεται στην παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως πρέπει να απορριφθεί.

49

Από όλες τις προαναπτυχθείσες σκέψεις προκύπτει ότι τα επιχειρήματα που προέβαλε η Sermes δεν αποκάλυψαν κανένα στοιχείο που να μπορεί να επηρεάσει το κύρος του επίμαχου κανονισμού του Συμβουλίου. Εξάλλου, πρέπει να αναγνωριστεί ότι από τη δικογραφία δεν προκύπτει κανένα άλλο στοιχείο που να μπορεί να θέσει υπό αμφισβήτηση το κύρος του κανονισμού αυτού.

50

Επομένως, στο εθνικό δικαστήριο πρέπει να δοθεί ως απάντηση ότι από την εξέταση του ερωτήματος δεν προέκυψε κανένα στοιχείο που να μπορεί να επηρεάσει το κύρος του κανονισμού 864/87 του Συμβουλίου, της 23ης Μαρτίου 1987, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές τυποποιημένων πολυφασικών ηλεκτρικών κινητήρων, ισχύος μεγαλύτερης από 0,75 κιλοβάτ έως και 75 κιλοβάτ, καταγωγής Βουλγαρίας, Ουγγαρίας, Πολωνίας, Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας, Τσεχοσλοβακίας και Σοβιετικής Ενώσεως, και για την οριστική είσπραξη των ποσών που έχουν κατατεθεί ως εγγύηση μέσω του προσωρινού δασμού.

Επί των δικαστικών εξόδων

51

Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν η Γαλλική Κυβέρνηση, το Συμβούλιο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, οι οποίες υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, δεν αποδίδονται. Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ' αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επι των δικαστικών εξόδων.

 

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ( πέμπτο τμήμα ),

κρίνοντας επί του ερωτήματος που του υπέβαλε με απόφαση της 5ης Σεπτεμβρίου 1988 το Cour d'appel του Colmar, αποφαίνεται:

 

Από την εξέταση του ερωτήματος δεν προέκυψε κανένα στοιχείο που να μπορεί να επηρεάσει το κύρος του κανονισμού 864/87 του Συμβουλίου, της 23ης Μαρτίου 1987, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές τυποποιημένων πολυφασικών ηλεκτρικών κινητήρων, ισχύος μεγαλύτερης από 0,75 κιλοβάτ έως και 75 κιλοβάτ, καταγωγής Βουλγαρίας, Ουγγαρίας, Πολωνίας, Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας, Τσεχοσλοβακίας και Σοβιετικής Ενώσεως, και για την οριστική είσπραξη των ποσών που έχουν κατατεθεί ως εγγύηση μέσω του προσωρινού δασμού.

 

Slynn

Zuleeg

Jouet

Moitinho de Almeida

Rodríguez Iglesias

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 11 Ιουλίου 1990.

Ο γραμματέας

J.-G. Giraud

Ο πρόεδρος του πέμπτου τμήματος

Gordon Slynn


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική.

Top