This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 61987CJ0164
Judgment of the Court (Second Chamber) of 6 July 1988. # Luciano Simonella v Commission of the European Communities. # Officials - Internal competition. # Case 164/87.
Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 6ης Ιουλίου 1988.
Luciano Simonella κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
Υπάλληλοι - Εσωτερικός διαγωνισμός.
Υπόθεση 164/87.
Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 6ης Ιουλίου 1988.
Luciano Simonella κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
Υπάλληλοι - Εσωτερικός διαγωνισμός.
Υπόθεση 164/87.
Συλλογή της Νομολογίας 1988 -03807
ECLI identifier: ECLI:EU:C:1988:371
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΕΥΤΕΡΟ ΤΜΗΜΑ) ΤΗΣ 6ΗΣ ΙΟΥΛΙΟΥ 1988. - LUCIANO SIMONELLA ΚΑΤΑ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. - ΥΠΑΛΛΗΛΟΙ - ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ. - ΥΠΟΘΕΣΗ 164/87.
Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1988 σελίδα 03807
Περίληψη
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό
++++
1. Υπάλληλοι - Προσφυγή - 'Εννομο συμφέρον - Προσφυγή που αποβλέπει στην ακύρωση του συνόλου των ενεργειών ενός διαγωνισμού - Υποψήφιος που έγινε δεκτός στις δοκιμασίες, αλλά δεν περιελήφθη στον πίνακα επιτυχόντων - Παραδεκτό που περιορίζεται στην τελική απόφαση που βλάπτει τον προσφεύγοντα
(Κανονισμός υπηρεσιακής καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 91)
2. Υπάλληλοι - Προσφυγή - Προσφυγή κατά αποφάσεως εξεταστικής επιτροπής διαγωνισμού - Λόγοι ακυρώσεως περί πλημμελειών της προκηρύξεως του διαγωνισμού, η οποία δεν προσεβλήθη εμπροθέσμως - Απαράδεκτοι
(Κανονισμός υπηρεσιακής καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 91)
1. 'Οταν ένας διαγωνισμός συνίσταται σε σειρά διαφορετικών ενεργειών, οι οποίες δίνουν λαβή στην έκδοση πράξεων που μπορούν να προσβληθούν χωριστά, δεν μπορεί να προσβάλλει παραδεκτώς ένας υποψήφιος παρά μόνο τις αποφάσεις που τον βλάπτουν και δεν μπορεί, εφόσον δεν αποκλείστηκε από το διαγωνισμό παρά στο τελικό στάδιο της εγγραφής στον πίνακα επιτυχόντων, να ζητήσει την ακύρωση του συνόλου των ενεργειών του διαγωνισμού.
2. 'Ενας υπάλληλος δεν μπορεί, για να στηρίξει προσφυγή που στρέφεται κατά αποφάσεως εξεταστικής επιτροπής διαγωνισμού, να προβάλλει λόγους ακυρώσεως περί δήθεν πλημμελειών της προκηρύξεως του διαγωνισμού, εφόσον δεν έχει προσβάλλει εμπροθέσμως τις διατάξεις της προκηρύξεως την οποία θεωρεί ότι τον βλάπτει. Αλλιώς θα μπορούσε να αμφισβητηθεί το κύρος μιας προκηρύξεως διαγωνισμού πολύ μετά τη δημοσίευσή της και αφού θα είχαν διεξαχθεί οι περισσότερες ή όλες οι ενέργειες του διαγωνισμού, πράγμα που θα ήταν αντίθετο στις αρχές της ασφαλείας δικαίου, της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και της χρηστής διοικήσεως.
Διαφορετική είναι η περίπτωση εκείνου που προβάλλει πλημμέλειες, η προέλευση των οποίων μπορεί να βρεθεί στο κείμενο της προκηρύξεως του διαγωνισμού, οι οποίες όμως επήλθαν κατά τη διαδικασία του διαγωνισμού.
Στην υπόθεση 164/87,
Luciano Simonella, υπάλληλος της Επιτροπής, εκπροσωπούμενος από τον Carlo Revoldini, δικηγόρο Λουξεμβούργου, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον ίδιο δικηγόρο, 21, rue Aldringen,
προσφεύγων,
κατά
Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενης από το νομικό της σύμβουλο Peter Kalbe, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον Γ. Κρεμλή, μέλος της νομικής της υπηρεσίας, κτίριο Jean Monnet, Kirchberg,
καθής,
που έχει ως αντικείμενο την ακύρωση της αποφάσεως της εξεταστικής επιτροπής του εσωτερικού διαγωνισμού CΟΜ/Α/8/84 περί μη εγγραφής του προσφεύγοντος στον πίνακα επιτυχόντων,
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο τμήμα)
συγκείμενο από τους O. Due, πρόεδρο τμήματος, K. Bahlmann και T. F. O' Higgins, δικαστές,
γενικός εισαγγελέας: C. O. Lenz
γραμματέας: D. Louterman, υπάλληλος διοικήσεως
λαμβάνοντας υπόψη την έκθεση για την επ' ακροατηρίου συζήτηση και κατόπιν της προφορικής διαδικασίας της 19ης Απριλίου 1988,
αφού άκουσε το γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 5ης Μαΐου 1988,
εκδίδει την ακόλουθη
Απόφαση
1 Με δικόγραφο που κατέθεσε στη γραμματεία του Δικαστηρίου στις 4 Ιουνίου 1987, ο Luciano Simonella, υπάλληλος βαθμού Β 3 της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, άσκησε προσφυγή με την οποία ζητεί την ακύρωση του εσωτερικού διαγωνισμού CΟΜ/Α/8/84 ή, επικουρικώς, της αποφάσεως της εξεταστικής επιτροπής του διαγωνισμού αυτού με την οποία δεν εγγράφηκε στον πίνακα επιτυχόντων.
2 Ο εσωτερικός διαγωνισμός CΟΜ/Α/8/84 βάσει τίτλων και εξετάσεων διοργανώθηκε από την Επιτροπή για την κατάρτιση εφεδρικού πίνακα μελλοντικών προσλήψεων υπαλλήλων διοικήσεως (βαθμών 7 και 6 της κατηγορίας Α). Ο διαγωνισμός αυτός, στον οποίο είχαν δικαίωμα συμμετοχής μόνο οι υπάλληλοι που ανήκαν στους βαθμούς Β 3 έως Β 1 από το 1980, είχε ως σκοπό να καταστεί δυνατή η μετάβαση υπαλλήλων της κατηγορίας Β στην κατηγορία Α. 283 υποψήφιοι έγιναν δεκτοί στο διαγωνισμό αυτό.
3 Ο διαγωνισμός αυτός περιελάμβανε τρία στάδια: στάδιο προκαταρκτικής επιλογής, στάδιο εκπαιδεύσεως και, τέλος, προφορική δοκιμασία.
4 Μετά το πέρας του πρώτου σταδίου η εξεταστική επιτροπή όρισε τους υποψηφίους, των οποίων οι ικανότητες κρίθηκαν ως καλύτερες για να προχωρήσουν στο επόμενο στάδιο, στηριχθείσα στους ατομικούς φακέλους των υποψηφίων και στο αποτέλεσμα μιας εκθέσεως.
5 Οι 87 υποψήφιοι, μεταξύ των οποίων και ο προσφεύγων, που έγιναν έτσι δεκτοί για το δεύτερο στάδιο του διαγωνισμού, μετέσχαν σε υποχρεωτικά μαθήματα εκπαιδεύσεως, που διοργανώθηκαν και καθορίστηκαν από την εξεταστική επιτροπή, τα οποία κάλυψαν περίοδο τεσσάρων εβδομάδων.
6 Οι υποψήφιοι που συμπλήρωσαν τον κύκλο εκπαιδεύσεως έλαβαν κατόπιν μέρος σε προφορική εξέταση, η οποία, σύμφωνα με την προκήρυξη του διαγωνισμού, συνίστατο στην εξέταση των υποψηφίων από την εξεταστική επιτροπή για να κριθεί το επίπεδο των προσόντων και της ικανότητάς τους να εκτελέσουν καθήκοντα της κατηγορίας Α. Η δοκιμασία αυτή βαθμολογήθηκε μέχρι το βαθμό 50, ενώ 30 βαθμοί ήταν ο ελάχιστος αριθμός που απαιτούνταν για την εγγραφή στον πίνακα επιτυχόντων. Επί των 84 υποψηφίων, μεταξύ των οποίων και ο προσφεύγων, που μετέσχαν στην προφορική δοκιμασία, οι 38 εγγράφηκαν στον πίνακα επιτυχόντων.
7 Ο προσφεύγων ειδοποιήθηκε με έγγραφο της 17ης Ιουνίου 1986 ότι δεν εγγράφηκε στον πίνακα επιτυχόντων διότι έλαβε μόνο 24,7 βαθμούς.
8 Στις 10 Σεπτεμβρίου 1986 υπέβαλε ο προσφεύγων διοικητική ένσταση, κατ' εφαρμογή του άρθρου 90, παράγραφος 2, του κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως των υπαλλήλων, κατά της αποφάσεως αυτής. Στις 9 Μαρτίου 1987 του ανακοινώθηκε η απόφαση της Επιτροπής με την οποία απορρίφθηκε η διοικητική του ένσταση.
9 Στην έκθεση για την επ' ακροατηρίου συζήτηση αναπτύσσονται διεξοδικώς τα πραγματικά περιστατικά, οι λόγοι ακυρώσεως και οι ισχυρισμοί των διαδίκων. Τα στοιχεία αυτά του φακέλου δεν επαναλαμβάνονται πιο κάτω παρά μόνο καθόσον απαιτείται για να σχηματίσει κρίση το Δικαστήριο.
Επί του παραδεκτού
10 Η Επιτροπή προβάλλει ότι η προσφυγή είναι απαράδεκτη κατά το μέτρο που επιδιώκει την ακύρωση του διαγωνισμού CΟΜ/Α/8/84 στο σύνολό του.
11 Πρέπει να τονιστεί σχετικά, ότι ένας διαγωνισμός σαν τον προκείμενο συνίσταται σε σειρά χωριστών ενεργειών οι οποίες δίνουν λαβή στην έκδοση πράξεων που μπορούν να προσβληθούν χωριστά.
12 Εφόσον ο προσφεύγων, ο οποίος μετέσχε με επιτυχία στα δύο πρώτα στάδια του επίδικου διαγωνισμού, δεν αμφισβητεί την αρχή του διαγωνισμού αυτού, δεν μπορεί το σύνολο των ενεργειών του διαγωνισμού αυτού να τον βλάψει. Ο προσφεύγων δεν μπορεί, επομένως, να ζητήσει, κατ' εφαρμογή του άρθρου 91, παράγραφος 1, του κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως, κατά τρόπο γενικό και αόριστο την ακύρωση του συνόλου των ενεργειών του διαγωνισμού.
13 Από τις προηγούμενες σκέψεις προκύπτει ότι η προσφυγή δεν είναι παραδεκτή παρά μόνο κατά το μέτρο που, επικουρικά, επιδιώκει την ακύρωση της αποφάσεως της εξεταστικής επιτροπής περί μη εγγραφής του προσφεύγοντος στον πίνακα επιτυχόντων.
14 Η Επιτροπή ισχυρίζεται εξάλλου ότι οι λόγοι ακυρώσεως τους οποίους προβάλλει ο προσφεύγων κατά της προκηρύξεως του διαγωνισμού είναι απαράδεκτοι ως εκπρόθεσμοι.
15 Πρέπει σχετικώς να υπενθυμιστεί ότι, σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου (βλέπε απόφαση της 11ης Μαρτίου 1986, Adams και λοιποί κατά Επιτροπής, 294/84, Συλλογή 1986, σ. 977, ιδίως σ. 984), ο υπάλληλος που θεωρεί ότι μια προκήρυξη διαγωνισμού τον βλάπτει λόγω των πλημμελειών της πρέπει να την προσβάλλει εμπροθέσμως. Αλλιώς θα μπορούσε να αμφισβητήσει το κύρος μιας προκηρύξεως διαγωνισμού πολύ μετά τη δημοσίευσή της και αφού διεξήχθησαν εν τω μεταξύ οι περισσότερες ή όλες οι ενέργειες του διαγωνισμού, πράγμα που θα ήταν αντίθετο προς τις αρχές της ασφαλείας δικαίου, της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και της χρηστής διοικήσεως.
16 Εντούτοις, όπως προκύπτει επίσης από τη νομολογία του Δικαστηρίου (βλέπε απόφαση της 8ης Μαρτίου 1988, Sergio και λοιποί κατά Επιτροπής, 64, 71 έως 73 και 78/86, Συλλογή 1988, σ. 1399) το γεγονός ότι δεν προσεβλήθη εμπροθέσμως η προκήρυξη του διαγωνισμού δεν εμποδίζει έναν προσφεύγοντα να προβάλλει πλημμέλειες που συνέβησαν κατά τη διαδικασία του διαγωνισμού, ακόμη και αν η προέλευση των πλημμελειών αυτών μπορεί να βρίσκεται στο κείμενο της προκηρύξεως του διαγωνισμού.
17 Από τις προηγούμενες σκέψεις συνάγεται ότι αυτοί οι λόγοι ακυρώσεως πρέπει να αποκρουστούν κατά το μέρος που αναφέρονται σε πλημμέλειες της καθαυτό προκηρύξεως του διαγωνισμού, αλλά ότι πρέπει να εξεταστούν κατ' ουσίαν κατά το μέτρο που αναφέρονται σε πλημμέλειες που κατέστησαν άκυρη την ίδια την εξέλιξη του διαγωνισμού.
Επί της ουσίας
18 Ο προσφεύγων προβάλλει με τον πρώτο λόγο ακυρώσεως, κατ' ουσίαν, ότι με το να παραλείψει η προκήρυξη του διαγωνισμού, κατά παράβαση του άρθρου 1, παράγραφος 1, στοιχείο ε), του παραρτήματος ΙΙΙ του κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως, να καθορίσει τη βαθμολογία των τίτλων και της δοκιμασίας της εκθέσεως, καθώς και της εκπαιδευτικής ασκήσεως, η απόφαση της εξεταστικής επιτροπής δεν στηρίζεται παρά στο αποτέλεσμα της προφορικής δοκιμασίας, της μόνης διαδικασίας για την οποία η προκήρυξη του διαγωνισμού είχε ορίσει τη βαθμολογία.
19 Από τις πιο πάνω επί του παραδεκτού εκτεθείσες σκέψεις προκύπτει ότι αυτός ο λόγος ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί καθόσον στρέφεται κατά της παραλείψεως της προκηρύξεως του διαγωνισμού να καθορίσει τη βαθμολογία ορισμένων δοκιμασιών, αλλά ότι πρέπει να ερευνηθεί, καθόσον αφορά την αιτιολογία της προσβαλλομένης αποφάσεως.
20 Αρκεί, σχετικώς, να υπενθυμιστεί ότι ο επίδικος διαγωνισμός περιελάμβανε τρία διαφορετικά στάδια, δηλαδή στάδιο προκαταρκτικής επιλογής, κατά το οποίο η εξεταστική επιτροπή του διαγωνισμού θα έκανε δεκτούς εκείνους τους υποψηφίους, οι ικανότητες των οποίων θα κρίνονταν ως οι καλύτερες για να προχωρήσουν στο επόμενο στάδιο, στάδιο υποχρεωτικής εκπαιδεύσεως, που δεν έδινε λαβή σε καμιά αξιολόγηση των υποψηφίων, και, τέλος, προφορική δοκιμασία με βαθμολογία μέχρι 50, η οποία συνίστατο στην εξέταση των υποψηφίων από την εξεταστική επιτροπή για να εκτιμήσει το επίπεδο των προσόντων και της ικανότητάς τους να ασκήσουν καθήκοντα κατηγορίας Α.
21 Απ' αυτά προκύπτει ότι οι ενέργειες του διαγωνισμού που προηγούνται της προφορικής δοκιμασίας απέβλεπαν αποκλειστικά στην επιλογή και προετοιμασία των υποψηφίων γι' αυτή τη δοκιμασία και ότι η απόφαση εγγραφής ή μη εγγραφής ενός υποψηφίου στον πίνακα επιτυχόντων δεν μπορούσε να γίνει παρά μόνο με την αξιολόγηση της προφορικής δοκιμασίας. Επομένως, αυτός ο λόγος ακυρώσεως είναι σαφώς αλυσιτελής όσον αφορά την προσβαλλομένη απόφαση.
22 Ο προσφεύγων ισχυρίζεται με το δεύτερο λόγο ακυρώσεως, κατ' ουσίαν, ότι η εξεταστική επιτροπή, κατά την κατάρτιση του πίνακα επιτυχόντων, εφήρμοσε κριτήρια ξένα προς το διαγωνισμό. Στο σημείο αυτό ο προσφεύγων επιμένει επί του γεγονότος ότι, αντίθετα προς τους νόμους των πιθανοτήτων, η αναλογία μεταξύ των υποψηφίων που προέρχονται από υπηρεσίες εγκατεστημένες στο Λουξεμβούργο (26 %) και εκείνων που προέρχονται από υπηρεσίες εγκατεστημένες στις Βρυξέλλες (74 % ) παραμένει ακριβώς η ίδια τόσο για τους υποψήφιους που έγιναν δεκτοί στην προφορική δοκιμασία, όσο και για τους υποψήφιους που εγγράφηκαν στον πίνακα επιτυχόντων. Ο προσφεύγων τονίζει επίσης ότι, αντίθετα προς κάθε μαθηματική πιθανότητα, κανένας από τους υποψήφιους που ανήκουν, όπως αυτός, στην Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων δεν εγγράφηκε στον πίνακα επιτυχόντων, μολονότι έξι από τους 23 υποψηφίους του Λουξεμβούργου που έγιναν δεκτοί στην προφορική δοκιμασία ανήκαν στην υπηρεσία αυτή. Απ' αυτό συνάγει ο προσφεύγων ότι η εξεταστική επιτροπή προέβη σε δυσμενή διάκριση έναντι των υποψηφίων που υπηρετούν σ' αυτή την υπηρεσία ή ότι η εξεταστική επιτροπή, τουλάχιστον, διενήργησε την προφορική δοκιμασία κατά τρόπο ώστε να μην αποτραπούν οι ανισότητες που οφείλονταν μόνο στους διαφορετικούς τόπους υπηρεσίας των υποψηφίων.
23 Η Επιτροπή προβάλλει ότι οι αποφάσεις της εξεταστικής επιτροπής ελήφθησαν με πλήρη ανεξαρτησία και αμεροληψία, με εφαρμογή των κριτηρίων επιλογής που προέβλεπε η προκήρυξη του διαγωνισμού, χωρίς καμιά σκέψη γεωγραφικής φύσεως ή απασχολήσεως στη μια ή την άλλη υπηρεσία της Επιτροπής.
24 'Οσον αφορά το λόγο ακυρώσεως ότι η εξεταστική επιτροπή εφήρμοσε κριτήριο στηριζόμενο στον τόπο υπηρεσίας των υποψηφίων, πρέπει να γίνει δεκτό ότι, ελλείψει συγκεκριμένων στοιχείων, η σύμπτωση και μόνον των σχετικών στατιστικών δεδομένων μεταξύ δύο ενεργειών του διαγωνισμού δεν αρκεί για να αποδειχθεί ότι η εξεταστική επιτροπή εφήρμοσε τέτοιο κριτήριο.
25 'Οσον αφορά το λόγο ακυρώσεως περί δυσμενούς διακρίσεως των υποψηφίων που υπηρετούν σε ορισμένη υπηρεσία της Επιτροπής, αρκεί, επίσης, να τονιστεί ότι, ελλείψει συγκεκριμένων στοιχείων, δεν μπορεί να συναχθεί η ύπαρξη τέτοιας διακρίσεως από μόνο την κατανομή των υποψηφίων που έγιναν δεκτοί μεταξύ των διαφόρων υπηρεσιών της Επιτροπής.
26 'Οσον αφορά, τέλος, το λόγο ακυρώσεως περί ανίσων πιθανοτήτων των υποψηφίων ανάλογα με τον τόπο υπηρεσίας τους, πρέπει να υπενθυμιστεί ότι ο επίδικος διαγωνισμός αποσκοπούσε στην κατάρτιση εφεδρικού πίνακα μελλοντικών προσλήψεων υπαλλήλων της κατηγορίας Α, ικανών να ασκήσουν καθήκοντα αντίστοιχα της κατηγορίας αυτής στο σύνολο των υπηρεσιών της Επιτροπής.
27 Πρέπει, εξάλλου, να υπενθυμιστεί ότι, σύμφωνα με την προκήρυξη του διαγωνισμού, η προφορική δοκιμασία απέβλεπε στην εκτίμηση από την εξεταστική επιτροπή του επιπέδου των προσόντων και της ικανότητας των υποψηφίων να ασκήσουν καθήκοντα της κατηγορίας Α.
28 'Οπως προκύπτει από τα έγγραφα που αναφέρονται στις εργασίες της εξεταστικής επιτροπής, τα οποία κατατέθηκαν από την Επιτροπή κατόπιν αιτήσεως του Δικαστηρίου, η προφορική δοκιμασία περιελάμβανε τέσσερις φάσεις. Ο υποψήφιος απάντησε καταρχάς σε γενικής φύσεως ερώτηση η οποία κληρώθηκε. Κατόπιν εξέθεσε τα της μορφώσεώς του και της δραστηριότητάς του, προγενέστερης και τωρινής. Ακολούθως εξετάστηκε επί της εντάξεως της τωρινής δραστηριότητάς του στο πλαίσιο μιας κοινοτικής πολιτικής. Τέλος, ο υποψήφιος απάντησε σε ερώτηση σχετική με τις κοινοτικές πολιτικές πλην εκείνων που αφορούν την τωρινή του δραστηριότητα. Πρέπει να γίνει δεκτό ότι καταρχήν με τη διαδικασία αυτή εξασφαλίζονται ίσες πιθανότητες για όλους τους υποψηφίους.
29 Αντιθέτως, δεν μπορεί να αμφισβητηθεί ότι ο λίγο-πολύ εξειδικευμένος χαρακτήρας των καθηκόντων που ασκούν οι υποψήφιοι στις τωρινές τους θέσεις μπορούσε να επηρεάσει την ικανότητά τους να ασκήσουν καθήκοντα της κατηγορίας Α. 'Ετσι, τα εκπαιδευτικά μαθήματα που προβλέπονταν από το διαγωνισμό ήταν τέτοιας φύσεως ώστε να θεραπευθούν οι ανισότητες αυτές. Εν πάση περιπτώσει, δεν είχε αρμοδιότητα η εξεταστική επιτροπή να εξαλείψει τέτοιες ανισότητες κατά την προφορική δοκιμασία, σκοπός της οποίας ήταν ακριβώς να εκτιμήσει την ικανότητα των υποψηφίων να ασκήσουν καθήκοντα της κατηγορίας Α.
30 Από τις προηγούμενες σκέψεις προκύπτει ότι και ο λόγος αυτός είναι αβάσιμος και ότι, κατά συνέπεια, η προσφυγή είναι απορριπτέα.
Επί των δικαστικών εξόδων
31 Κατά το άρθρο 69, παράγραφος 2, του κανονισμού διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα. Σύμφωνα όμως με το άρθρο 70 του κανονισμού διαδικασίας, προκειμένου περί προσφυγών υπαλλήλων των Κοινοτήτων, τα όργανα φέρουν τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν.
Για τους λόγους αυτούς
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο τμήμα)
αποφασίζει:
1) Απορρίπτει την προσφυγή.
2) Κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά του έξοδα.