This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 61986CO0121(01)
Order of the President of the Court of 20 February 1987. # Anonimos Eteria Epichirisseon Metalleftikon Viomichanikon kai Naftiliakon AE and others v Commission and Council of the European Communities. # Dumping - Application for measures of inquiry - Article 91 of the Rules of Procedure. # Joined cases 121/86 R and 122/86 R.
Διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 20ής Φεβρουαρίου 1987.
Ανώνυμος Εταιρία Επιχειρήσεων Μεταλλευτικών, Βιομηχανικών και Ναυτιλιακών AE και άλλοι κατά Συμβουλίου και Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
Ντάμπινγκ - Αίτηση διεξαγωγής αποδείξεων - Άρθρο 91 του κανονισμού διαδικασίας.
Συνεκδικασθείσες υποθέσεις 121/86 R και 122/86 R.
Διάταξη του Προέδρου του Δικαστηρίου της 20ής Φεβρουαρίου 1987.
Ανώνυμος Εταιρία Επιχειρήσεων Μεταλλευτικών, Βιομηχανικών και Ναυτιλιακών AE και άλλοι κατά Συμβουλίου και Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
Ντάμπινγκ - Αίτηση διεξαγωγής αποδείξεων - Άρθρο 91 του κανονισμού διαδικασίας.
Συνεκδικασθείσες υποθέσεις 121/86 R και 122/86 R.
Συλλογή της Νομολογίας 1987 -00833
ECLI identifier: ECLI:EU:C:1987:93
ΔΙΆΤΑΞΗ ΤΟΥ ΠΡΟΈΔΡΟΥ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ
της 20ής Φεβρουαρίου 1987 ( *1 )
Στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις 121 και 122/86 R,
— Ανώνυμος Εταιρία Επιχειρήσεων Μεταλλευτικών, Βιομηχανικών και Ναυτιλιακών ΑΕ,
— Μακεδονικοί Λευκόλιθοι, Μεταλλευτική, Βιομηχανική και Ναυτιλιακή Εταιρία ΑΕ,
— Ελληνικοί Λευκόλιθοι, Μεταλλευτική, Βιομηχανική, Ναυτιλιακή και Εμπορική Εταιρία ΑΕ,
— Magnomin, Γενική Μεταλλευτική Εταιρία ΑΕ, Μεταλλευτική, Εμπορική και Μεταποιητική,
εταιρίες ελληνικού δικαίου, εκπροσωπούμενες από τον Π. Μπερνίτσα, δικηγόρο Αθηνών, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον Aloyse May, 31, Grand-Rue,
αιτούσες,
κατά
Συμβουλίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενου από τους E. Stein και Κ. Μαυράκο, μέλη της νομικής του υπηρεσίας, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον J. Käser, διευθυντή της νομικής υπηρεσίας της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, 100, boulevard Konrad-Adenauer,
και
Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενης από τους J. Temple Lang και Δ. Γκουλούση, μέλη της νομικής της υπηρεσίας, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον Γεώργιο Κρεμλή, κτίριο Jean Monnet, Kirchberg,
καθών,
που έχει ως κύριο αντικείμενο την αίτηση με την οποία οι ενάγουσες ζητούν να επιτύχουν προσωρινή Διάταξη που να ορίζει στην Επιτροπή την 31η Δεκεμβρίου 1986 ως τελευταία προθεσμία για τη συμπλήρωση του μη εμπιστευτικού φακέλου της έρευνας. Εναλλακτικώς, οι ενάγουσες με την αίτηση ζητούν:
— |
είτε να τους δοθεί η δυνατότητα να συμβουλευτούν το φάκελο και να αντικρούσουν εκ νέου νέα και άγνωστα προσκομιζόμενα στοιχεία, |
— |
είτε να μη ληφθούν υπόψη τα νέα στοιχεία τα οποία η Επιτροπή ειδοποίησε ότι βρίσκονται στο μη εμπιστευτικό φάκελο και, συνεπώς, να μη ληφθούν υπόψη ως αποδεικτικά μέσα παρά τα στοιχεία του μη εμπιστευτικού φακέλου που τέθηκαν στη διάθεσή τους προ της 31ης Δεκεμβρίου 1986 και τα οποία αναφέρονται στο παράρτημα του απαντητικού τους υπομνήματος, |
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ
εκδίδει την ακόλουθη
Διάταξη
1 |
Με δικόγραφο που κατέθεσαν στη γραμματεία του Δικαστηρίου στις 23 Μάιου 1986, οι προαναφερθείσες τέσσερις ελληνικές επιχειρήσεις άσκησαν, δυνάμει του άρθρου 173, δεύτερη παράγραφος, της Συνθήκης ΕΟΚ, προσφυγή με την οποία ζητείται η ακύρωση της απόφασης 86/59 με την οποία το Συμβούλιο περάτωσε, στις 6 Μαρτίου 1986, τη διαδικασία αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές φυσικού μαγνησίτου, αδρανώς κεκαυμένου ( πεφρυγμένου ) καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και Βόρειας Κορέας ( ΕΕ L 70, σ. 41 ) και πάσης άλλης συναφούς προηγουμένης ή επομένης πράξεως. |
2 |
Με δικόγραφο που κατέθεσαν στη γραμματεία του Δικαστηρίου την ίδια ημέρα, οι ενάγουσες άσκησαν επίσης, δυνάμει των άρθρων 178 και 215, δεύτερη παράγραφος, της Συνθήκης ΕΟΚ, προσφυγή κατά των καθών θεσμικών οργάνων με την οποία ζητούν να τους επιδικαστεί το ποσό των 18397556 ECU εντόκως, από της ασκήσεως της προσφυγής και μέχρις εξοφλήσεως, προς αποκατάσταση της ζημίας που τους προκλήθηκε από τη θέσπιση της προαναφερθείσας απόφασης 86/59. |
3 |
Με δικόγραφο που κατέθεσαν στη γραμματεία του Δικαστηρίου στις 30 Ιανουαρίου 1987, οι ενάγουσες υπέβαλαν, δυνάμει του άρθρου 186 της Συνθήκης ΕΟΚ και του άρθρου 83 του κανονισμού διαδικασίας, αίτηση λήψεως προσωρινών μέτρων κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων με την οποία ζητείται, ως κύριο αίτημα, η έκδοση προσωρινής Διάταξης που να ορίζει στην Επιτροπή την 31η Δεκεμβρίου 1986 ως τελευταία προθεσμία για τη συμπλήρωση του μη εμπιστευτικού φακέλου της έρευνας. Εναλλακτικώς, οι ενάγουσες με την αίτηση τους ζητούν:
|
4 |
Οι καθών κατέθεσαν τις γραπτές τους παρατηρήσεις στις 12 Φεβρουαρίου 1987, δεδομένου ότι οι εκφρασθείσες εγγράφως απόψεις των διαδίκων περιέχουν όλες τις αναγκαίες πληροφορίες προς εκδίκαση της αιτήσεως λήψεως προσωρινών μέτρων. Δεν θεωρήθηκε χρήσιμο οι διάδικοι να αναπτύξουν προφορικώς τις απόψεις τους. |
5 |
Πριν εξεταστεί το βάσιμο της υπό κρίση αιτήσεως λήψεως προσωρινών μέτρων, θεωρείται χρήσιμο να υπομνηστεί ότι οι ενάγουσες ήδη, στις 23 Μαΐου 1986, υπέβαλαν αίτηση λήψεως προσωρινών μέτρων κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων σχετική με την υπόθεση 121/86 R με την οποία ζητούσαν την έκδοση Διατάξεως που θα διέτασσε, αφενός, το Συμβούλιο και την Επιτροπή να προσκομίσουν όλα τα σχετικά με την απόφαση 86/59 του Συμβουλίου έγγραφα και, αφετέρου, τους εκπροσώπους τους να δηλώσουν ενόρκως ότι δεν κατέχουν κανένα άλλο έγγραφο. Με Διάταξη της 27ης Ιουνίου 1986 (υπόθεση 121/86 R, Ανώνυμος Εταιρία Επιχειρήσεων Μεταλλευτικών, Βιομηχανικών και Ναυτιλιακών ΑΕ και λοιποί κατά Επιτροπής και Συμβουλίου, Συλλογή 1986, σ. 2063 ), ο πρόεδρος του Δικαστηρίου απέρριψε την εν λόγω αίτηση με την κύρια αιτιολογία ότι, εκτός εξαιρετικών περιστάσεων που πρέπει να αποδεικνύονται και που οι ενάγουσες δεν κατόρθωσαν να αποδείξουν στη συγκεκριμένη περίπτωση, η διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων δεν αποτελεί, καταρχήν, κατάλληλη διαδικασία για να επιτευχθεί η προσαγωγή εγγράφων όπως τα αιτούμενα. |
6 |
Κατά το άρθρο 186 της Συνθήκης ΕΟΚ, το Δικαστήριο δύναται να διατάσσει τα αναγκαία προσωρινά μέτρα στις υποθέσεις που εκκρεμούν ενώπιόν του. |
7 |
Για να εγκριθεί η λήψη προσωρινών μέτρων όπως τα αιτούμενα, το άρθρο 83, παράγραφος 2, του κανονισμού διαδικασίας ορίζει ότι οι αιτήσεις λήψεως προσωρινών μέτρων πρέπει να προσδιορίζουν τα περιστατικά από τα οποία προκύπτει το επείγον της υποθέσεως καθώς και τους' πραγματικούς και νομικούς ισχυρισμούς που δικαιολογούν, εκ πρώτης όψεως, τη λήψη του προσωρινού μέτρου το οποίο ζητείται. |
8 |
'Οπως προκύπτει από την πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, το επείγον αιτήσεως λήψεως προσωρινών μέτρων που αναφέρει το άρθρο 83, παράγραφος 2, του κανονισμού διαδικασίας πρέπει να εκτιμάται σε σχέση με την ανάγκη που υφίσταται για τη λήψη προσωρινών μέτρων προς αποφυγή προκλήσεως σοβαρής και ανεπανόρθωτης ζημίας στο διάδικο που ζητεί τα προσωρινά μέτρα. |
9 |
Οι αιτούσες προβάλλουν ότι δεν μπόρεσαν ακόμα να συμβουλευτούν το σύνολο των εγγράφων που περιέχονται στο μη εμπιστευτικό φάκελο της έρευνας που διεξήγαγε η Επιτροπή πριν από τη θέσπιση της προσβαλλόμενης απόφασης· η Επιτροπή, πράγματι, συμπληρώνει συνεχώς αυτό το φάκελο με νέα στοιχεία που δεν βρίσκονταν στο φάκελο όταν τον συμβουλεύτηκαν για πρώτη φορά. Αυτή η πρακτική έχει ως αποτέλεσμα την ατέρμονη παράταση της έγγραφης διαδικασίας λόγω του ότι αναγκάζει τις αιτούσες να ζητούν παράταση των προθεσμιών προς κατάθεση των υπομνημάτων τους αν επιθυμούν να είναι σε θέση να καταθέσουν παρατηρήσεις επί των νέων αυτών εγγράφων, πράγμα που καθυστερεί τη δικαστική διάγνωση της διαφοράς και συνιστά παράβαση του άρθρου 8 του κανονισμού 2176/84 του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1984, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ ή επιδοτήσεων από χώρες μη μέλη των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ( ΕΕ L 201, σ. 1 ) που επιβάλλει στους συμμετέχοντες στη διαδικασία να υποβάλλουν μη εμπιστευτικές περιλήψεις όλων των κατατιθέμενων εμπιστευτικών στοιχείων, ενώ, σε αντίθετη περίπτωση, δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη η εν λόγω πληροφορία. |
10 |
Προβάλλουν επίσης τον εξαιρετικά επείγοντα χαρακτήρα αυτής της δημιουργηθείσας κατάστασης δεδομένου ότι η τελευταία δυνατότητα που διαθέτουν να αμφισβητήσουν τους ισχυρισμούς της Επιτροπής στο πλαίσιο της έγγραφης διαδικασίας λήγει στις 30 Ιανουαρίου 1987, που είναι η τελευταία προθεσμία για την κατάθεση του υπομνήματός τους. Υφίσταται, επομένως, κίνδυνος ανεπανόρθωτης βλάβης των συμφερόντων τους, καθόσον τα καθών θεσμικά όργανα μπορούν να αντικρούσουν τα επιχειρήματα που προβάλλονται βάσει στοιχείων και εγγράφων των οποίων ουδέποτε οι ενάγουσες έλαβαν ή μπόρεσαν να λάβουν γνώση. |
11 |
Η Επιτροπή δήλωσε, στις παρατηρήσεις που κατέθεσε στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας ασφαλιστικών μέτρων, ότι δεν μπόρεσε μέχρι σήμερα να κοινοποιήσει στις αιτούσες εταιρίες το σύνολο των στοιχείων που περιέχονται στο φάκελο της έρευνας που διεξήγαγε πριν από τη θέσπιση της προβαλλόμενης απόφασης της. Αυτές οι καθυστερήσεις οφείλονται στην ποσότητα των εγγράφων των οποίων η προηγούμενη της κοινοποιήσεως στις ενδιαφερόμενες αρχειοθέτηση απαιτεί πολλές ημέρες εργασίας εκ μέρους των αρμοδίων υπαλλήλων της γενικής διευθύνσεως εξωτερικών σχέσεων. |
12 |
Τονίζει εξάλλου ότι δεν θεωρεί ότι στην προκειμένη περίπτωση παρέβη τις διατάξεις του άρθρου 8 του προαναφερθέντος κανονισμού 2176/84 του Συμβουλίου πράγματι, η παράγραφος 4 του εν λόγω άρθρου δεν δημιουργεί για την Επιτροπή παρά μόνο ευχέρεια και όχι υποχρέωση να μη λάβει υπόψη εμπιστευτικά έγγραφα τα οποία, χωρίς νόμιμο λόγο, δεν συνοδεύονται από μη εμπιστευτική περίληψη. |
13 |
Το Συμβούλιο είναι της γνώμης ότι η αίτηση λήψεως προσωρινών μέτρων πρέπει να απορριφθεί καθόσον το αφορά. Πράγματι, το αντικείμενο της εν λόγω αίτησης δεν έχει καμία σχέση με το Συμβούλιο, καθόσον η έρευνα είναι της αποκλειστικής αρμοδιότητας της Επιτροπής δυνάμει του άρθρου 7 του προαναφερθέντος κανονισμού 2176/84. |
14 |
Παρατηρείται εξάλλου ότι η Επιτροπή εκδήλωσε την πρόθεση της να μη στηρίξει την άποψη της επί εγγράφων που δεν θα έχουν προηγουμένως κοινοποιηθεί στις αιτούσες και δήλωσε ότι είναι έτοιμη να θέσει στη διάθεση τους, εντός της ταχθησόμενης από το Δικαστήριο προθεσμίας, τα έγγραφα που δεν μπόρεσαν να συμβουλευτούν μέχρι σήμερα, ώστε να τους επιτρέψει να υποστηρίξουν την άποψη τους. |
15 |
Πρέπει ωστόσο να γίνει δεκτό ότι, όπως προκύπτει από την ίδια τη φύση της διαδικασίας λήψεως προσωρινών μέτρων και τις προϋποθέσεις από τις οποίες εξαρτάται η λήψη τους, η εν λόγω διαδικασία δεν αποτελεί, καταρχήν, κατάλληλη διαδικασία για τη λήψη μέτρων όπως τα αιτούμενα από τις αιτούσες. Τα εν λόγω μέτρα συγγενεύουν, πράγματι, με αποδεικτικά μέσα που το Δικαστήριο μπορεί να διατάξει, είτε αυτεπαγγέλτως είτε κατόπιν αιτήσεως ενός των διαδίκων, σύμφωνα με το άρθρο 45 του κανονισμού διαδικασίας στο πλαίσιο της δίκης επί της ουσίας. |
16 |
Εξάλλου, οι ενάγουσες διαθέτουν επιπροσθέτως άλλο διαδικαστικό μέσο αν επιθυμούν να τους χορηγηθούν τα πιο πάνω αποδεικτικά μέσα. Μπορούν πράγματι να υποβάλουν, με χωριστό δικόγραφο, παρεμπίπτουσα αίτηση κατά την έννοια του άρθρου 91 του κανονισμού διαδικασίας αποβλέπουσα στο να τους χορηγηθούν τα αποδεικτικά μέσα που ζητούν. Στην περίπτωση που μια τέτοια αίτηση θα γινόταν δεκτή, θα προσέφερε στις αιτούσες, εν πάση περιπτώσει, αν το έκριναν αναγκαίο, τη δυνατότητα να καταθέσουν τις γραπτές τους παρατηρήσεις επί των νέων εγγράφων που θα τους κοινοποιούσε η Επιτροπή. |
17 |
Από τα προηγούμενα στοιχεία προκύπτει ότι η αίτηση των αιτουσών περί λήψεως προσωρινών μέτρων κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων δεν πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 83, παράγραφος 2, του κανονισμού διαδικασίας. |
Για τους λόγους αυτούς Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ, αποφαινόμενος επί προσωρινών μέτρων, διατάσσει: |
|
|
Λουξεμβούργο, 20 Φεβρουαρίου 1987. Ο γραμματέας Ρ. Heim Ο πρόεδρος Α. J. Mackenzie Stuart |
( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική.