EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 61986CJ0312

Απόφαση του Δικαστηρίου της 25ης Οκτωβρίου 1988.
Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Γαλλικής Δημοκρατίας.
Ίση μεταχείριση ανδρών και γυναικών - Μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο της οδηγίας 76/207.
Υπόθεση 312/86.

Συλλογή της Νομολογίας 1988 -06315

ECLI identifier: ECLI:EU:C:1988:485

61986J0312

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΗΣ 25ΗΣ ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1988. - ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΚΑΤΑ ΓΑΛΛΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ. - ΙΣΗ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗ ΜΕΤΑΞΥ ΑΝΔΡΩΝ ΚΑΙ ΓΥΝΑΙΚΩΝ - ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΣΤΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 76/207. - ΥΠΟΘΕΣΗ 312/86

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1988 σελίδα 06315


Περίληψη
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


++++

1. Κοινωνική πολιτική - Εργαζόμενοι άνδρες και εργαζόμενες γυναίκες - Πρόσβαση στην απασχόληση και συνθήκες εργασίας - 'Ιση μεταχείριση - Παρεκκλίσεις - Προστασία της γυναίκας - Μέτρα που σκοπούν στην προώθηση της ισότητας των ευκαιριών μεταξύ ανδρών και γυναικών - Περιεχόμενο - Διατήρηση όλων των αναγνωριζομένων υπέρ των γυναικών, στις συλλογικές συμβάσεις, ειδικών δικαιωμάτων - Αποκλείεται

((Οδηγία 76/207 του Συμβουλίου, άρθρα 2, παράγραφοι 3 και 4, και 5, παράγραφος 2, στοιχείο β) ))

2. Κοινωνική πολιτική - Εργαζόμενοι άνδρες και εργαζόμενες γυναίκες - Πρόσβαση στην απασχόληση και συνθήκες εργασίας - 'Ιση μεταχείριση - Εφαρμογή από τα κράτη μέλη - Ανάθεση σε κοινωνικούς εταίρους - Ανεπάρκεια

((Οδηγία 76/207 του Συμβουλίου, άρθρα 5, παράγραφος 2, στοιχείο β), και 9, παράγραφος 1))

Περίληψη


1. Η εξαίρεση την οποία προβλέπει το άρθρο 2, παράγραφος 3, της οδηγίας 76/207, περί της εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως ανδρών και γυναικών, όσον αφορά τα μέτρα προστασίας της γυναίκας, ιδίως όσον αφορά την εγκυμοσύνη και τη μητρότητα, δεν μπορεί να δικαιολογήσει μέτρα που σκοπούν στην προστασία των γυναικών βάσει ιδιοτήτων, όπως είναι η ιδιότητα του ηλικιωμένου εργαζομένου ή του γονέα, που δεν είναι αποκλειστικά ιδιότητες των γυναικών.

Ως προς την προβλεπόμενη με το άρθρο 2, παράγραφος 4, εξαίρεση της ιδίας οδηγίας, αυτή έχει ως σαφή και περιορισμένο σκοπό να επιτρέψει μέτρα τα οποία, παρόλον ότι κατά τα φαινόμενά τους εισάγουν διακρίσεις, σκοπούν στην πραγματικότητα στην κατάργηση ή τη μείωση των ανισοτήτων που εκδηλώνονται στην πράξη και μπορούν να υφίστανται στην πραγματικότητα της κοινωνικής ζωής.

Αυτές οι διατάξεις δεν αντιμετωπίζουν παρά ειδικές παρεκκλίσεις από την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως, δεν μπορούν να δικαιολογήσουν εθνική νομοθεσία που επιτρέπει, κατά γενικό τρόπο, τη διατήρηση ειδικών δικαιωμάτων που αναγνωρίζονται υπέρ των γυναικών στις προγενέστερες της θέσεως σε ισχύ της οδηγίας συλλογικές συμβάσεις.

2. Δεν διασφαλίζει την ορθή εκτέλεση της οδηγίας 76/207 εθνική νομοθεσία η οποία, πολλά έτη μετά τη λήξη της προβλεπόμενης για την εφαρμογή της οδηγίας προθεσμίας, αναθέτει την κατάργηση ορισμένων ανισοτήτων στους κοινωνικούς εταίρους χωρίς να τους τάσσει προθεσμία για την εκπλήρωση αυτής της υποχρεώσεως.

Διάδικοι


Στην υπόθεση 312/86,

Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον Joseph Griesmar, μέλος της νομικής της υπηρεσίας, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον Γεώργιο Κρεμλή, μέλος της νομικής της υπηρεσίας, κτίριο Jean Monnet, Kirchberg,

προσφεύγουσα,

κατά

Γαλλικής Δημοκρατίας, εκπροσωπούμενης από τον Gilbert Guillaume, επικουρούμενο από τον Claude Chavance, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο την πρεσβεία της Γαλλίας,

καθής,

που έχει ως αντικείμενο να αναγνωριστεί ότι η Γαλλική Δημοκρατία, μη θεσπίσασα εντός της ταχθείσας με το άρθρο 9, παράγραφος 1, της οδηγίας 76/207/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 9ης Φεβρουαρίου 1976, προθεσμίας, όλα τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσει την πλήρη και ορθή εφαρμογή αυτής της οδηγίας, και, θεσπίζοντας, αντιθέτως, το άρθρο 19 του νόμου 83-635, της 13ης Ιουλίου 1983, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τη Συνθήκη,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

συγκείμενο από τους O. Due, πρόεδρο, T. Koopmans, R. Joliet και T. F. O' Higgins, προέδρους τμήματος, F. A. Schockweiler, J. C. Moitinho de Almeida και G. C. Rodriguez Iglesias, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: Sir Gordon Slynn

γραμματέας: B. Pastor, υπάλληλος διοικήσεως

έχοντας υπόψη την έκθεση για την επ' ακροατηρίου συζήτηση και κατόπιν της προφορικής διαδικασίας της 22ας Ιουνίου 1988,

αφού άκουσε το γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του στη συνεδρίαση της 21ης Σεπτεμβρίου 1988,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

Σκεπτικό της απόφασης


1 Με δικόγραφο που κατέθεσε στη γραμματεία του Δικαστηρίου στις 12 Δεκεμβρίου 1986, η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων άσκησε, δυνάμει του άρθρου 169 της Συνθήκης ΕΟΚ, προσφυγή με την οποία ζητείται να αναγνωριστεί ότι η Γαλλική Δημοκρατία, μη θεσπίσασα εντός της ταχθείσας προθεσμίας όλα τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσει την πλήρη και ορθή εφαρμογή της οδηγίας 76/207 του Συμβουλίου, της 9ης Φεβρουαρίου 1976, περί της εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως ανδρών και γυναικών, όσον αφορά την πρόσβαση σε απασχόληση, την επαγγελματική εκπαίδευση και προώθηση και τις συνθήκες εργασίας (ΕΕ ειδ. έκδ. 05/002, σ. 70 και επ.), παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τη Συνθήκη.

2 Δυνάμει του άρθρου 5, παράγραφος 2, στοιχείο β), της οδηγίας 76/207 που προαναφέρθηκε (στο εξής: η οδηγία), τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε "να ακυρωθούν, να δύνανται να κηρυχθούν άκυρες ή να δύνανται να τροποποιηθούν οι αντίθετες προς την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως διατάξεις που περιλαμβάνονται στις συλλογικές συμβάσεις". Το άρθρο 9 της οδηγίας προβλέπει ότι τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι αναγκαίες για να συμμορφωθούν προς την οδηγία εντός τριάντα μηνών από της κοινοποιήσεώς της. Για τη Γαλλία, η εν λόγω προθεσμία έληξε στις 12 Αυγούστου 1978.

3 Για να διασφαλίσει την εφαρμογή της οδηγίας στη Γαλλία, ο νόμος 83-635, της 13ης Ιουλίου 1983, περί τροποποιήσεως του εργατικού κώδικα και του ποινικού κώδικα, καθόσον αφορά την επαγγελματική ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών (JΟRF της 14.7.1983, σ. 2176) τέθηκε σε ισχύ. Το άρθρο 1 του εν λόγω νόμου εισήγαγε νέα διατύπωση του άρθρου L 123-2 του εργατικού κώδικα, κατά την οποία καμιά διάταξη επιφυλάσσουσα το ευεργέτημα οποιουδήποτε μέτρου σε μισθωτούς, λαμβανομένου υπόψη του φύλου τους, δεν μπορεί, επί ποινή ακυρότητας, να περιληφθεί σε συλλογική σύμβαση ή σε συλλογική συμφωνία, εκτός αν αυτή η διάταξη έχει ως αντικείμενο την εφαρμογή διατάξεων σχετικών με την εγκυμοσύνη, το θηλασμό των τέκνων ή την ανάπαυση πριν και μετά τον τοκετό.

4 Το άρθρο 19, πρώτο εδάφιο, του ιδίου νόμου προβλέπει, ωστόσο, ότι η προαναφερθείσα διάταξη του εργατικού κώδικα δεν εμποδίζει την εφαρμογή των εθίμων, των ρητρών συμβάσεων εργασίας, των συλλογικών συμβάσεων ή συλλογικών συμφωνιών που ισχύουν κατά την ημερομηνία δημοσιεύσεως αυτού του νόμου, και που παρέχουν ειδικά δικαιώματα στις γυναίκες. Κατά το δεύτερο εδάφιο του εν λόγω άρθρου, οι εργοδότες, οι οργανώσεις εργοδοτών και οι οργανώσεις μισθωτών "φροντίζουν, με συλλογική διαπραγμάτευση, να καταστήσουν τις εν λόγω διατάξεις σύμφωνες" με τις διατάξεις του εργατικού κώδικα που αναφέρονται στο νόμο.

5 Η Επιτροπή θεωρεί ότι η παρέκκλιση από το σύστημα του νόμου 83-635, η περιλαμβανόμενη στο άρθρο 19, αποδεικνύει παραγνώριση εκ μέρους των γαλλικών αρχών των υποχρεώσεων που απορρέουν γι' αυτές από την οδηγία. Η γαλλική κυβέρνηση υποστηρίζει, αντιθέτως, ότι η εν λόγω παρέκκλιση συμβιβάζεται με τις διατάξεις της οδηγίας.

6 Στην έκθεση για την επ' ακροατηρίου συζήτηση αναπτύσσονται διεξοδικώς το νομικό πλαίσιο και το ιστορικό της διαφοράς, καθώς και οι ισχυρισμοί και τα επιχειρήματα των διαδίκων. Τα στοιχεία αυτά του φακέλου δεν επαναλαμβάνονται πιο κάτω παρά μόνο καθόσον απαιτείται για να σχηματίσει κρίση το Δικαστήριο.

7 Η άμυνα της γαλλικής κυβερνήσεως στηρίζεται στην ουσία σε δύο θέσεις. Υποστηρίζει, καταρχάς, ότι τα ειδικά δικαιώματα των γυναικών που διασφαλίζονται με το άρθρο 19 του γαλλικού νόμου 83-635, εμπνέονται από τη μέριμνα να προστατευθούν και να τους εξασφαλιστεί η ισότητα στην πράξη με τους άνδρες και, επομένως, δεν συνεπάγονται εισάγουσες διακρίσεις συνθήκες εργασίας. Υποστηρίζει, περαιτέρω, ότι ο προβλεπόμενος για την αναθεώρηση των σχετικών με τα ειδικά δικαιώματα της γυναίκας μηχανισμός είναι σύμφωνος προς την οδηγία και ότι συνιστά τη μόνη μέθοδο που είναι πρόσφορη στο πλαίσιο του γαλλικού εργατικού δικαίου. Πρέπει να εξεταστούν διαδοχικά οι δύο αυτές θέσεις.

Επί των ειδικών δικαιωμάτων της γυναίκας

8 Κατά την Επιτροπή, της οποίας οι ισχυρισμοί δεν αμφισβητήθηκαν επ' αυτού του σημείου από τη γαλλική κυβέρνηση, τα ειδικά δικαιώματα των εργαζομένων γυναικών που αναφέρονται στις συλλογικές συμβάσεις αφορούν, ιδίως: την επιμήκυνση των αδειών μητρότητας, τη μείωση του χρόνου εργασίας, για παράδειγμα, για τις ηλικίας 59 ετών γυναίκες τη μείωση της ηλικίας συνταξιοδοτήσεως, τη χορήγηση αδειών λόγω ασθενείας τέκνου, τη χορήγηση συμπληρωματικών ημερών ετήσιας αδείας λόγω τέκνου, τη χορήγηση ημερήσιας αδείας, την ημέρα ενάρξεως του σχολικού έτους, τη χορήγηση ωρών αδείας με την ευκαιρία της εορτής της μητέρας, ημερήσιες διακοπές εργασίας για τις χειριζόμενες μηχανογραφικό υλικό γυναίκες ή τις απασχολούμενες ως δακτυλογράφοι ή τηλεφωνήτριες την αναγνώριση πλασματικών ετών προϋπηρεσίας για τον υπολογισμό της συντάξεως, από του δευτέρου τέκνου και εφεξής, την καταβολή δώρων στις μητέρες που έχουν να αντιμετωπίσουν έξοδα βρεφοκομικού σταθμού ή φυλάξεως τέκνου.

9 Η Επιτροπή θεωρεί ότι ορισμένα από τα εν λόγω ειδικά δικαιώματα μπορούν να υπαχθούν σε εξαιρέσεις από την εφαρμογή της οδηγίας οι οποίες, προβλεπόμενες στο άρθρο 2, παράγραφοι 3 και 4, της οδηγίας, αφορούν, αντιστοίχως, τα σχετικά με την προστασία της γυναίκας μέτρα, ιδίως όσον αφορά την εγκυμοσύνη και τη μητρότητα, και τα μέτρα που σκοπούν στην προώθηση της ισότητας των ευκαιριών μεταξύ ανδρών και γυναικών. Εντούτοις, θεωρεί ότι, με τη γενικότητά της, η γαλλική νομοθεσία επιτρέπει τη διατήρηση, για απροσδιόριστη περίοδο, ανισοτήτων μεταχειρίσεως ανδρών και γυναικών που είναι αντίθετες προς την οδηγία.

10 Η γαλλική κυβέρνηση παρατηρεί, καταρχάς, ότι, κατά το γαλλικό συνταγματικό δίκαιο, ο νόμος πρέπει να εγγυάται στη γυναίκα, σε όλους τους τομείς, δικαιώματα ίσα προς τα δικαιώματα του ανδρός. Εντούτοις, η ύπαρξη ειδικών δικαιωμάτων υπέρ των γυναικών θεωρείται ότι συμβιβάζεται με την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως όταν αυτά τα ειδικά δικαιώματα εμπνέονται από τη μέριμνα προστασίας. Η γαλλική κυβέρνηση θεωρεί ότι η οδηγία έχει την ίδια έννοια και ότι αυτή η άποψη ενισχύεται από τις διατάξεις του άρθρου 2, παράγραφοι 3 και 4, της οδηγίας.

11 Η γαλλική κυβέρνηση θεωρεί, εξάλλου, ότι ούτε η οδηγία ούτε η αρχή της ίσης μεταχειρίσεως γυναικών και ανδρών σκοπούν στην τροποποίηση της οργανώσεως της οικογενείας και των ευθυνών στην πράξη μεταξύ συζύγων. Και, τα ειδικά δικαιώματα των εργαζομένων γυναικών, όπως προβλέπονται από τις συλλογικές συμβάσεις, έχουν ακριβώς ως αντικείμενο να λαμβάνονται υπόψη οι πραγματικές καταστάσεις που υφίστανται στα περισσότερα νοικοκυριά στη Γαλλία. Εξάλλου, τα κράτη μέλη διαθέτουν, επ' αυτού του σημείου, εξουσία διακρίσεως για την εφαρμογή της οδηγίας.

12 Πρέπει να υπομνησθεί ότι η αρχή της ίσης μεταχειρίσεως η οποία, δυνάμει του άρθρου 5, παράγραφος 2, στοιχείο β), της οδηγίας, πρέπει να υλοποιηθεί στο πλαίσιο των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, περιλαμβάνει, κατά το άρθρο 2, παράγραφος 1, της οδηγίας "την απουσία κάθε διακρίσεως που βασίζεται στο φύλο". Οι παράγραφοι 3 και 4 του άρθρου 2 διευκρινίζουν ότι η οδηγία δεν θίγει ούτε τα μέτρα που αφορούν την προστασία της γυναίκας, ιδίως όσον αφορά την εγκυμοσύνη και τη μητρότητα ούτε τα μέτρα που αποσκοπούν στην προώθηση της ισότητος των ευκαιριών μεταξύ ανδρών και γυναικών, ιδίως διά της άρσεως των ανισοτήτων που εκδηλώνονται στην πράξη και οι οποίες θίγουν τις ευκαιρίες των γυναικών στους καλυπτόμενους από την οδηγία τομείς.

13 Ως προς την προβλεπόμενη με το άρθρο 2, παράγραφος 3, εξαίρεση, αυτή αφορά ιδίως τις καταστάσεις εγκυμοσύνης και μητρότητας. Το Δικαστήριο έκρινε, με την απόφαση της 12ης Ιουλίου 1984 (Hofmann, 184/83, Συλλογή 1984, σ. 3047), ότι η προστασία της γυναίκας όσον αφορά τη μητρότητα έχει ως σκοπό να εξασφαλίσει την προστασία των ειδικών σχέσεων μεταξύ της γυναίκας και του τέκνου της κατά τη διάρκεια της περιόδου που έπεται της εγκυμοσύνης και του τοκετού, αποφεύγοντας οι σχέσεις αυτές να διαταραχθούν από τη σώρρευση των βαρών που προκύπτουν από την ταυτόχρονη άσκηση επαγγέλματος.

14 'Οπως προκύπτει, τόσο από τη γενικότητα των χρησιμοποιούμενων από τη γαλλική νομοθεσία όρων, που αφορούν τη διατήρηση οποιασδήποτε διατάξεως παρέχουσας "ειδικά δικαιώματα στις γυναίκες", όσο και από παραδείγματα τέτοιων ειδικών δικαιωμάτων, μνημονευθέντων στα σχετικά της δικογραφίας, οι ένδικες διατάξεις δεν μπορούν να δικαιολογηθούν βάσει του άρθρου 2, παράγραφος 3. Πράγματι, όπως αποδεικνύεται από ορισμένα εξ αυτών των παραδειγμάτων, τα διατηρηθέντα εν ισχύι ειδικά δικαιώματα αφορούν ενίοτε την προστασία των γυναικών, υπό την ιδιότητα ηλικιωμένων εργαζομένων ή γονέων, ιδιότητα που μπορούν να έχουν συγχρόνως οι εργαζόμενοι άρρενες και οι εργαζόμενες θήλεις.

15 Ως προς την προβλεπόμενη με το άρθρο 2, παράγραφος 4, εξαίρεση, αυτή έχει ως σαφή και περιορισμένο σκοπό να επιτρέψει μέτρα τα οποία, παρόλον ότι κατά τα φαινόμενά τους εισάγουν διακρίσεις, σκοπούν πράγματι στην κατάργηση ή τη μείωση των ανισοτήτων που εκδηλώνονται στην πράξη και οι οποίες μπορούν να υφίστανται στην πραγματικότητα της κοινωνικής ζωής. Κανένα στοιχείο της δικογραφίας δεν επιτρέπει, ωστόσο, να συναχθεί το συμπέρασμα ότι η γενική διατήρηση των ειδικών δικαιωμάτων των γυναικών στις συλλογικές συμβάσεις μπορεί να ανταποκρίνεται στην αντιμετωπιζόμενη από την εν λόγω διάταξη κατάσταση.

16 Συνεπώς, η γαλλική κυβέρνηση δεν επέτυχε να αποδείξει ότι η άνιση μεταχείριση, η οποία αποτελεί το αντικείμενο της υπό κρίση διαφοράς, και που αναγνωρίζει, παραμένει εντός των χαρασσομένων από την οδηγία ορίων.

Επί της συλλογικής διαπραγματεύσεως

17 Η Επιτροπή ισχυρίζεται ότι το άρθρο 19, εδάφιο 2, του προαναφερθέντος γαλλικού νόμου 83-635, επιτρέπει τη διατήρηση εισαγουσών διακρίσεις διατάξεων για αόριστη διάρκεια και επαφίεται για την κατάργησή τους στη διάκριση των κοινωνικών εταίρων. Ο νόμος δεν περιλαμβάνει κανένα μηχανισμό ικανό να αντιμετωπίσει την ενδεχόμενη ανεπάρκεια των επιτυγχανομένων στο επίπεδο της συλλογικής διαπραγματεύσεως αποτελεσμάτων.

18 Η γαλλική κυβέρνηση υποστηρίζει, πρώτον, ότι είναι δύσκολο, στη γαλλική κοινωνική πραγματικότητα, να προβεί στην άμεση κατάργηση, με νομοθετικό μέτρο, δικαιωμάτων που κτήθηκαν από τους κοινωνικούς εταίρους κατά τη διάρκεια προηγουμένων διαπραγματεύσεων. Η οδός της διαπραγματεύσεως είναι η πλέον ενδεδειγμένη για να καταστούν οι εν λόγω διατάξεις σύμφωνες με την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως, διότι είναι πιο κατάλληλη από νομοθετικό μέτρο, για να επηρεάσει την πραγματική συμπεριφορά των ενδιαφερομένων και για να θέσει, έτσι, τέλος σε κάθε διάκριση.

19 Η γαλλική κυβέρνηση ισχυρίζεται, δεύτερον, ότι κατά το γαλλικό εργατικό δίκαιο, οι εθνικές συλλογικές συμβάσεις επαγγελματικού κλάδου αποτελούν το αντικείμενο εγκρίσεως και ότι η έγκριση αυτή επιτρέπει την επέκταση της συμφωνίας στο σύνολο του κλάδου δραστηριότητας για τον οποίο πρόκειται. Μ' αυτό τον τρόπο, είναι δυνατό να αποφεύγεται η διατήρηση μέτρων που εισάγουν διακρίσεις.

20 Κατόπιν αιτήσεως του Δικαστηρίου, η γαλλική κυβέρνηση ανέφερε σε ποιο μέτρο στην πράξη, οι συλλογικές συμβάσεις αποτέλεσαν το αντικείμενο νέας διαπραγματεύσεως δυνάμει του άρθρου 19, εδάφιο 2, του νόμου 83-635. 'Οπως προκύπτει από τις εν λόγω πληροφορίες, κατά τη διάρκεια της περιόδου 1983 έως 1987 δεκαέξι συλλογικές συμβάσεις, από τις οποίες ένδεκα εθνικές, αποτέλεσαν το αντικείμενο νέας διαπραγματεύσεως επ' αυτής της βάσεως. Αυτοί οι αριθμοί είναι πολύ ασήμαντοι σε σχέση με τον αριθμό των συλλογικών συμβάσεων που συνάπτονται ετησίως στη Γαλλία (το 1983: 1 050 συμβάσεις επαγγελματικού κλάδου και 2 400 συμφωνίες επιχειρήσεων). Η απαίτηση εγκρίσεως των συλλογικών συμβάσεων και η δυνατή επέκτασή τους από τις δημόσιες αρχές δεν οδήγησαν, επομένως, σε ταχεία διαδικασία νέας διαπραγματεύσεως.

21 Υπό το πρίσμα αυτής της διαπιστώσεως πρέπει να εκτιμηθεί η άποψη της γαλλικής κυβερνήσεως, κατά την οποία η συλλογική διαπραγμάτευση είναι ο μόνος ενδεικνυόμενος τρόπος για την κατάργηση των εν λόγω ειδικών δικαιωμάτων.

22 Σχετικώς, αρκεί να διαπιστωθεί ότι, ακόμα και αν αυτή η άποψη έπρεπε να θεωρηθεί ορθή, δεν μπορεί να δικαιολογήσει εθνική νομοθεσία η οποία, πολλά έτη μετά τη λήξη της προβλεπόμενης για την εφαρμογή της οδηγίας προθεσμίας, αναθέτει την κατάργηση ορισμένων ανισοτήτων στους κοινωνικούς εταίρους, χωρίς να τους τάσσει προθεσμία προς εκπλήρωση αυτής της υποχρεώσεως.

23 'Οπως προκύπτει από αυτές τις σκέψεις, το επιχείρημα της γαλλικής κυβερνήσεως που στηρίζεται στην ανάγκη να επαφεθεί στους κοινωνικούς εταίρους η μέριμνα καταργήσεως των ειδικών δικαιωμάτων των γυναικών, με τη συλλογική διαπραγμάτευση, δεν μπορεί να γίνει δεκτό.

24 Συνεπώς, πρέπει να αναγνωριστεί ότι η Γαλλική Δημοκρατία, μη θεσπίσασα εντός της ορισθείσας προθεσμίας όλα τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσει την πλήρη εφαρμογή της οδηγίας 76/207, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τη Συνθήκη.

Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


Επί των δικαστικών εξόδων

25 Κατά το άρθρο 69, παράγραφος 2, του κανονισμού διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα. Δεδομένου ότι η καθής ηττήθη, πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα.

Διατακτικό


Για τους λόγους αυτούς

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

αποφασίζει:

1)Η Γαλλική Δημοκρατία, μη θεσπίσασα εντός της ορισθείσας προθεσμίας όλα τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσει την πλήρη εφαρμογή της οδηγίας 76/207, περί της εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως ανδρών και γυναικών, όσον αφορά τη πρόσβαση σε απασχόληση, την επαγγελματική εκπαίδευση και προώθηση και τις συνθήκες εργασίας, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τη Συνθήκη.

2) Καταδικάζει τη Γαλλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

Top