Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 61983CJ0248

    Απόφαση του Δικαστηρίου της 21ης Μαΐου 1985.
    Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας.
    Ιση μεταχείριση ανδρών και γυναικών.
    Υπόθεση 248/83.

    Συλλογή της Νομολογίας 1985 -01459

    ECLI identifier: ECLI:EU:C:1985:214

    61983J0248

    ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΗΣ 21ΗΣ ΜΑΙΟΥ 1985. - ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΚΑΤΑ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ. - ΙΣΗ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗ ΑΝΔΡΩΝ ΚΑΙ ΓΥΝΑΙΚΩΝ. - ΥΠΟΘΕΣΗ 248/83.

    Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1985 σελίδα 01459
    Ισπανική ειδική έκδοση σελίδα 00565


    Περίληψη
    Διάδικοι
    Αντικείμενο της υπόθεσης
    Σκεπτικό της απόφασης
    Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
    Διατακτικό

    Λέξεις κλειδιά


    1 . Κοινωνική πολιτική — Άνδρες και γυναίκες εργαζόμενοι — Ίση μεταχείριση — Οδηγίες 76/207 και 75/117 — Καθ’ ύλην πεδίο εφαρμογής — Σχέσεις εργασίας στη δημόσια υπηρεσία — Εμπίπτουν

    ( Συνθήκη EOK , άρθρο 119· οδηγίες 76/207 και 75/117 του Συμβουλίου )

    2 . Κοινωνική πολιτική — Άνδρες και γυναίκες εργαζόμενοι — Πρόσβαση σε απασχόληση και συνθήκες εργασίας — Ίση μεταχείριση — Οδηγία 76/207 — Εφαρμογή — Τομείς της δημοσίας διοικήσεως και των ελευθέρων επαγγελμάτων — Εγγυήσεις που απορρέουν από το σύνταγμα και από το σύστημα ενδίκων βοηθημάτων — Πραγμάτωση της αρχής της ισότητας

    ( Οδηγία 76/207 του Συμβουλίου )

    3 . Κοινωνική πολιτική — Άνδρες και γυναίκες εργαζόμενοι — Πρόσβαση σε απασχόληση και συνθήκες εργασίας — Ίση μεταχείριση — Οδηγία 76/207 — Ευχέρεια αναγνωριζόμενη στα κράτη μέλη να αποκλείουν ορισμένες επαγγελματικές δραστηριότητες — Ελευθερία όσον αφορά την επιλογή του τύπου ασκήσεως της ευχέρειας αυτής — Υποχρέωση ενημερώσεως που υπέχουν τα κράτη μέλη

    ( Οδηγία του Συμβουλίου 76/207 , άρθρα 2 , παράγραφος 2 , και 9 , παράγραφος 2 )

    4 . Κοινωνική πολιτική — Άνδρες και γυναίκες εργαζόμενοι — Πρόσβαση σε απασχόληση και συνθήκες εργασίας — Ίση μεταχείριση — Οδηγία 76/207 — Εφαρμογή — Μη δεσμευτική διάταξη του δικαίου κράτους μέλους που προβλέπει την ουδετερότητα των προσφορών εργασίας από άποψη Παράβαση υποχρεώσεως που επιβάλλει η οδηγία — Δεν συντρέχει

    ( Οδηγία 76/207 του Συμβουλίου )

    Περίληψη


    1 . Οι οδηγίες 76/207 και 75/117 ισχύουν όσον αφορά τη δημοσιοϋπαλληλική σχέση εργα Οι οδηγίες αυτές , όπως και το άρθρο 119 της Συνθήκης EOK , έχουν γενικό περιε χόμενο , που ανταποκρίνεται στη φύση της αρχής που εκφράζουν : δεν επιτρέπεται δηλαδή η εισαγωγή νέων διακρίσεων , που θα εξαιρούν ορισμένες κατηγορίες από την εφαρμογή των διατάξεων που προορίζονται να εξασφαλίσουν την ίση μεταχείριση ανδρών και γυναικών στο σύνολο της επαγγελματικής

    2 . H ρητή αναφορά του συντάγματος κράτους μέλους στην ισότητα δικαιωμάτων ανδρών και γυναικών , όπως και ο ρητός αποκλεισμός κάθε διακρίσεως λόγω φύλου , καθώς και η βεβαίωση ότι οι θέσεις απασχολήσεως στη δημόσια υπηρεσία είναι εξίσου προσιτές σε όλους τους υπηκόους αυτού του κράτους μέλους και μάλιστα με διατύπωση που συνεπάγεται άμεση εφαρμογή , σε συνδυασμό με σύστημα εννόμου προστασίας που περιλαμβάνει τη δυνατότητα προσφυγής ενώπιον συνταγματικού δικαστηρίου , συνιστούν πρόσφορη εγγύηση όσον αφορά την εφαρμογή στη δημόσια υπηρεσία της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως που διακηρύσσει η οδηγία

    Το ίδιο ισχύει όσον αφορά την ελεύθερη είσοδο στα ελεύθερα επαγγέλματα , εφόσον έχει επιτευχθεί ανάλογος συνδυασμός συνταγματικών διατάξεων και ενδίκων μέσων που επιτρέπει την εξασφάλιση της τηρήσεως της εν λόγω

    3 . Το άρθρο 2 , παράγραφος 2 , της οδηγίας 76/207 , παρέχοντας στα κράτη μέλη την ευχέρεια να αποκλείουν ορισμένες επαγγελματικές δραστηριότητες από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας , δεν έχει ως αντικείμενο ούτε ως αποτέλεσμα να επιβάλει στα κράτη μέλη ορισμένο τύπο όσον αφορά την άσκηση αυτής της ευχέρειας

    Αντίθετα , το άρθρο 9 , παράγραφος 2 , επιβάλλει στα κράτη μέλη την υποχρέωση να καταγράφουν πλήρως και κατά οποιοδήποτε τρόπο που μπορεί να ελεγχθεί τα επαγγέλματα και τις δραστηριότητες που εξαιρούνται από την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως και να ανακοινώνουν το αποτέλεσμα στην Επιτροπή , η οποία πρέπει να ελέγχει την εφαρμογή αυτής της διατά

    4 . H διάταξη του δικαίου κράτους μέλους σύμφωνα με την οποία ο εργοδότης δεν πρέπει να δημοσιεύει προσφορές εργασίας που δεν είναι ουδέτερες από την άποψη του φύλου των εργαζομένων δεν αποτελεί την εκπλήρωση υποχρεώσεως που επιβάλλεται από την οδηγία 76/207 αλλά αυτόνομη νομοθετική ενέργεια που αποβλέπει στην πραγματοποίηση της αρχής της ίσης μετα Το γεγονός ότι η διάταξη αυτή δεν έχει δεσμευτικό χαρακτήρα δεν συνιστά συνεπώς παράβαση των υποχρεώσεων που επιβάλλει στα κράτη μέλη η

    Διάδικοι


    Στην υπόθεση 248/83 ,

    Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων , εκπροσωπούμενη από το νομικό της σύμβουλο Manfred Beschel , επικουρούμενο από τον καθηγητή Juergen Schwarze του Πανεπιστημίου του Αμβούργου , με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον Γεώργιο ρεμλή , μέλος της νομικής υπηρεσίας της , κτίριο Jean Monnet , Kirchberg ,

    προσφεύγουσα ,

    κατά

    Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας , εκπροσωπούμενης από τον Martin Seidel , Ministerialrat στο Ομοσπονδιακό Υπουργείο Οικονομικών , επικουρούμενο από τον Jochim Sedemund , δικηγόρο Κολωνίας , με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο την πρεσβεία της ,

    καθής ,

    Αντικείμενο της υπόθεσης


    που έχει ως αντικείμενο να αναγνωριστεί ότι η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας , μη εξασφαλίζοντας την πλήρη μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο της οδηγίας 76/207 του Συμβουλίου , της 9ης Φεβρουαρίου 1976 , περί εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως ανδρών και γυναικών όσον αφορά την πρόσβαση σε απασχόληση , την επαγγελματική εκπαίδευση και προώθηση και τις συνθήκες εργασίας , και της οδηγίας 75/117 του Συμβουλίου , της 10ης Φεβρουαρίου 1975 , περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών που αφορούν την εφαρμογή της αρχής της ισότητας των αμοιβών μεταξύ εργαζομένων ανδρών και γυναικών , παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τη Συνθήκη EOK ,

    Σκεπτικό της απόφασης


    1 Με δικόγραφο που κατατέθηκε στη γραμματεία του Δικαστηρίου στις 9 Νοεμβρίου 1983 , η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων άσκησε , δυνάμει του άρθρου 169 της Συνθήκης EOK , προσφυγή με την οποία ζητεί να αναγνωριστεί ότι η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας , μη εξασφαλίζοντας την πλήρη μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο της οδηγίας 76/207 του Συμβουλίου , της 9ης Φεβρουαρίου 1976 , περί εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως ανδρών και γυναικών όσον αφορά την πρόσβαση σε απασχόληση , την επαγγελματική εκπαίδευση και προώθηση και τις συνθήκες εργασίας ( EE ειδ . έκδ . 05/002 , σ . 70 ) και της οδηγίας 75/117 του Συμβουλίου , της 10ης Φεβρουαρίου 1975 , περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών που αφορούν την εφαρμογή της αρχής της ισότητας των αμοιβών μεταξύ εργαζομένων ανδρών και γυναικών ( EE ειδ . έκδ . 05/002 , σ . 42 ), παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τη Συνθήκη EOK .

    Επί του αντικειμένου και του νομικού πλαισίου της προσφυγής

    2 Από τη δικογραφία και ειδικότερα από τη γραπτή όχληση της 15ης Ιανουαρίου 1982 και την αιτιολογημένη γνώμη της 29ης Οκτωβρίου 1982 προκύπτει ότι η Επιτροπή κίνησε τη διαδικασία του άρθρου 169 κατόπιν της θέσεως σε εφαρμογή στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας του νόμου περί ίσης μεταχειρίσεως ανδρών και γυναικών στον τόπο εργασίας της 13ης Αυγούστου 1980 ( Arbeitsrechtliches EG-Anpassungsgesetz — Νόμος περί προσαρμογής του εργατικού δικαίου στο κοινοτικό δίκαιο — BGBl . 1980 , I , σ . 1308 ). Αντικείμενο του νόμου αυτού είναι ιδίως η εισαγωγή σειράς νέων άρθρων στο γερμανικό αστικό κώδικα , στο βιβλίο 2 , τίτλο 6 , που είναι αφιερωμένο στις συμβάσεις εργασίας . Το άρθρο 611 α ) απαγορεύει στον εργοδότη να μεταχειριστεί δυσμενέστερα έναν εργαζόμενο λόγω του φύλου του , όσον αφορά τη σύναψη συμβάσεως εργασίας , την επαγγελματική προαγωγή ή την απόλυση . Το ίδιο άρθρο ορίζει ότι η διαφορετική αμοιβή είναι εντούτοις δικαιολογημένη όταν το φύλο αποτελεί καθοριστική προϋπόθεση μιας επαγγελματικής δραστηριότητας . Το άρθρο 611 β ) προβλέπει ότι ο εργοδότης δεν πρέπει να δημοσιεύει προσφορές εργασίας που απευθύνονται αποκλειστικά είτε στους άνδρες είτε στις γυναίκες , εκτός αν το φύλο αποτελεί καθοριστική προϋπόθεση της οικείας Το άρθρο 612 συμπληρώθηκε με νέα παράγραφο , σύμφωνα με την οποία καμία σύμβαση εργασίας δεν μπορεί να προβλέπει άνισες αμοιβές , λόγω του φύλου , προσώπων διαφορετικού φύλου , για την ίδια ή παρόμοια

    3 Από τη δικογραφία προκύπτει ότι η Επιτροπή προσάπτει κατ’ ουσία στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας ότι περιόρισε τα μέτρα που έλαβε για την εκτέλεση των εν λόγω οδηγιών στις εργασιακές σχέσεις που διέπονται από το ιδιωτικό δίκαιο και επιπλέον ότι δεν προσέδωσε επαρκή νομική αποτελεσματικότητα σε ορισμένη διάταξη του ανωτέρω

    4 H Επιτροπή διατύπωσε κατά συνέπεια έναντι της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας πέντε αιτιάσεις , οι οποίες συνοψίζονται ως εξής :

    1 ) παράλειψη της δέουσας μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο της οδηγίας 76/207 , όσον αφορά τη σχέση εργασίας στη δημόσια υπηρεσία·

    2 ) παράλειψη της δέουσας μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο της οδηγίας 76/207 , όσον αφορά το καθεστώς των ελευθέρων επαγγελμάτων·

    3 ) παράλειψη δέοντος προσδιορισμού του πεδίου εφαρμογής των διατάξεων παρεκκλίσεως που περιλαμβάνονται στο άρθρο 2 , παράγραφος 2 , της οδηγίας 76/207·

    4 ) παράλειψη πλήρους συμμορφώσεως προς την οδηγία 76/207 , με τη θέσπιση των διατάξεων περί προσφορών εργασίας που προβλέπονται στο άρθρο 611 β , του αστικού κώδικα·

    5 ) παράλειψη της δέουσας μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο της οδηγίας 75/117 , όσον αφορά τις αμοιβές των δημοσίων υπαλλήλων .

    Πρέπει να σημειωθεί ότι μια έκτη αιτίαση όσον αφορά την άδεια λόγω μητρότητας που καθιερώνεται με το άρθρο 8 β ) του γερμανικού νόμου περί κοινωνικής προστασίας της μητέρας ( Mutterschutzgesetz ) αποσύρθηκε από την Επιτροπή , κατόπιν της αποφάσεως του Δικαστηρίου της 12ης Ιουλίου 1984 ( Hofmann κατά Barmer Ersatzkasse , 184/83 , Συλλογή 1984 , σ . 3047 ).

    5 Για να καθοριστεί ακριβέστερα η φύση των υποχρεώσεων , η μη εκπλήρωση των οποίων προσάπτεται στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας , ενδείκνυται να υπομνησθεί το αντικείμενο και το γενικό σύστημα των δύο οδηγιών βάσει των οποίων η Επιτροπή άσκησε την προσφυγή της , στο μέτρο που οι διατάξεις τους έχουν σχέση με τη διαφορά .

    6 H οδηγία 75/117 προσδιορίζει στο άρθρο της 1 το περιεχόμενο της « αρχής της ισότητας των αμοιβών » διευκρινίζοντας ότι η αρχή αυτή συνεπάγεται , για την ίδια εργασία ή για εργασία στην οποία αποδίδεται ίση αξία , την κατάργηση για το σύνολο των στοιχείων και όρων αμοιβής κάθε διακρίσεως βασιζόμενης στο φύλο . Το άρθρο 2 επιβάλλει στα κράτη μέλη την υποχρέωση να εισαγάγουν στην εσωτερική έννομη τάξη τους « τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να καταστεί δυνατό για κάθε εργαζόμενο , που θεωρεί ότι αδικείται από τη μη εφαρμογή της αρχής της ισότητας των αμοιβών , να διεκδικεί τα δικαιώματά του διά της δικαστικής οδού » . Σε επίρρωση της διατάξεως αυτής έρχεται το άρθρο 6 , κατά το οποίο τα κράτη μέλη λαμβάνουν , αναλόγως των εσωτερικών συνθηκών τους και σύμφωνα με το νομικό τους σύστημα , τα αναγκαία μέτρα για την εξασφάλιση της εφαρμογής της αρχής της ισότητας των αμοιβών .

    7 H οδηγία 76/207 είναι διαρθρωμένη κατά το ίδιο σύστημα με την οδηγία 75/117 . Το άρθρο 1 , σε συνδυασμό με την παράγραφο 1 του άρθρου 2 , προσδιορίζει το περιεχόμενο της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως ανδρών και γυναικών , υπό την έννοια ότι η αρχή αυτή συνεπάγεται « την απουσία κάθε διακρίσεως που βασίζεται στο φύλο , είτε άμεσα είτε έμμεσα» , όσον αφορά την πρόσβαση σε απασχόληση και τις συνθήκες εργασίας . Σύμφωνα με το άρθρο 2 , παράγραφος 2 , η οδηγία δεν θίγει την ευχέρεια των κρατών μελών να αποκλείουν από το πεδίο εφαρμογής της τις επαγγελματικές δραστηριότητες για τις οποίες , « λόγω της φύσεως ή των συνθηκών ασκήσεώς τους , το φύλο συνιστά παράγοντα αποφασιστικής σημασίας » . Σύμφωνα με την παράγραφο 3 του ίδιου άρθρου , η οδηγία δεν θίγει τις διατάξεις που αφορούν την προστασία της γυναίκας , ιδίως όσον αφορά την εγκυμοσύνη και τη μητρότητα . Σημειωτέον ότι το περιεχόμενο της τελευταίας αυτής διατάξεως αποσαφηνίστηκε από ορισμένες απόψεις με την ανωτέρω απόφαση της 12ης Ιουλίου 1984 .

    8 Για την εφαρμογή της αρχής της ισότητας , η οδηγία επιβάλλει στα κράτη μέλη δύο είδη υποχρεώσεων . Τα άρθρα 3 , 4 και 5 υποχρεώνουν τα κράτη μέλη να καταργήσουν κάθε μορφή διακρίσεως τόσο στις εθνικές τους νομοθεσίες όσο και στη διοικητική τους πρακτική και να δημιουργήσουν τα αναγκαία νομικά όργανα ώστε να εξασφαλιστεί η τήρηση της αρχής της ισότητας στις συλλογικές ή τις ατομικές συμβάσεις εργασίας , καθώς και στα καταστατικά των ελευθέρων

    9 Το άρθρο 6 υποχρεώνει τα κράτη μέλη να εισαγάγουν στην εσωτερική έννομη τάξη τους τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να καθίσταται δυνατό σε κάθε πρόσωπο που θεωρεί ότι θίγεται από τη μη εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως να διεκδικεί τα δικαιώματά του διά της δικαστικής οδού .

    10 Πρέπει να υπομνησθεί ότι με την απόφαση της 10ης Απριλίου 1984 ( υπόθεση 14/83 , von Colson και Kamann , Συλλογή 1984 , σ . 1891 ), το Δικαστήριο , ερμηνεύοντας την οδηγία 76/207 , υπογράμμισε σχετικά ότι « πραγματική ισότητα ευκαιριών δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς το ανάλογο σύστημα κυρώσεων . H συνέπεια αυτή απορρέει όχι μόνο από τον ίδιο το στόχο της οδηγίας , αλλά ειδικότερα από το άρθρο της 6 , το οποίο , παρέχοντας στους υποψηφίους για πρόσληψη σε ορισμένη θέση που υπέστησαν διάκριση , δικαίωμα προσφυγής στη δικαιοσύνη , τους αναγνωρίζει δικαιώματα που μπορούν να επικαλούνται ενώπιον των Η πλήρης εφαρμογή της οδηγίας δεν επιβάλλει συγκεκριμένη μορφή κυρώσεως σε περίπτωση παραβιάσεως της απαγορεύσεως των διακρίσεων , εξυπακούεται όμως ότι η κύρωση αυτή πρέπει να είναι τέτοιας φύσεως που να διασφαλίζει πραγματική και αποτελεσματική έννομη προστασία » .

    11 Υπό το φως των σκέψεων αυτών πρέπει να εξεταστούν οι πέντε αιτιάσεις που διατύπωσε η

    Επί της αιτιάσεως σχετικά με την παράλειψη εφαρμογής της αρχής της ισότητας στη δημόσια υπηρεσία

    12 Από τη δικογραφία προκύπτει ότι η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας είχε αρχικά αμφισβητήσει τη δυνατότητα εφαρμογής της οδηγίας 76/207 στη δημόσια υπηρεσία ( « Oeffentlicher Dienst » ). Κατά συνέπεια , η Επιτροπή εξετάζει πρώτον το ζήτημα αυτό στην προσφυγή της . Κατά την άποψή της , η οδηγία 76/207 έχει γενική ισχύ , πράγμα που εκφράζεται ιδίως στο άρθρο 3 , παράγραφος 1 , το οποίο αναφέρεται στην πρόσβαση « σε απασχόληση ή θέσεις εργασίας , ανεξάρτητα από τομέα ή κλάδο δραστηριότητας » . Επομένως , εφόσον η σχέση εργασίας στη δημόσια υπηρεσία εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας , η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας παρέλειψε να θεσπίσει νομοθετικές διατάξεις για να διασφαλίσει την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως στον εν λόγω H Επιτροπή αναγνωρίζει ότι η ίδια αρχή διατυπώνεται στο γερμανικό σύνταγμα , αλλά θεωρεί ότι οι διατάξεις αυτές έχουν ανάγκη συγκεκριμενοποιήσεως και εφαρμογής στο επίπεδο της κοινής νομοθεσίας , για να είναι πρακτικά Μόνο η κοινή νομοθεσία θα μπορούσε να δημιουργήσει στο θέμα αυτό τις προϋποθέσεις « σαφήνειας και ακρίβειας των νομικών καταστάσεων » που απαιτούνται για την ορθή εκτέλεση των οδηγιών , όπως διαπίστωσε το Δικαστήριο με την απόφαση της 6ης Μα ΐου 1980 ( υπόθεση 102/79 , Επιτροπή κατά Βελγίου , Slg . σ . 1473 , σημείο 11 ). Επιπλέον , η Επιτροπή υποστηρίζει ότι οι ανωτέρω συνταγματικές διατάξεις εγγυώνται την ισότητα προσβάσεως και μεταχειρίσεως ανδρών και γυναικών στη δημόσια υπηρεσία μόνο υπό την επιφύλαξη της « καταλληλότητας » των υποψηφίων , πράγμα που παρέχει τη δυνατότητα επανεισαγωγής προϋποθέσεων σχετικών με το H ίδια διαπίστωση ισχύει όσον αφορά τη νομοθεσία περί δημοσίων υπαλλήλων . Ανάλογες διατάξεις προς εκείνες του νόμου της 13ης Αυγούστου 1980 θα έπρεπε συνεπώς να είχαν θεσπιστεί και για τη δημοσιοϋπαλληλική σχέση

    13 Στο υπόμνημα αντικρούσεως , η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας υπενθυμίζει την επιφύλαξή της όσον αφορά τη δυνατότητα εφαρμογής της οδηγίας 76/207 στο δημοσιοϋπαλληλικό τομέα . Από τις μεταγενέστερες παρατηρήσεις που ανέπτυξε στην ανταπάντηση και κατά την προφορική διαδικασία προκύπτει εντούτοις ότι δεν επέμεινε τελικά στην επιφύλαξη H Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας προβάλλει επί της ουσίας ότι τόσο το σύνταγμα όσο και η κοινή νομοθεσία που διέπει τη δημοσιοϋπαλληλική σχέση εργασίας εγγυώνται ρητά την ίση πρόσβαση και μεταχείριση ανδρών και γυναικών στον τομέα της δημόσιας Έτσι , το άρθρο 3 , παράγραφοι 2 και 3 του συντάγματος ορίζει ότι :

    « 2 ) Άνδρες και γυναίκες έχουν τα ίδια δικαιώματα .

    3 ) Κανείς δεν πρέπει να υφίσταται επιζήμια ή προνομιακή μεταχείριση λόγω του φύλου του ... »

    Όσον αφορά τη δημόσια υπηρεσία , το άρθρο 33 , παράγραφος 2 , του συντάγματος ορίζει εξάλλου τα ακόλουθα :

    « 2 ) Κάθε δημόσια θέση είναι εξίσου προσιτή σε κάθε Γερμανό , σύμφωνα με την καταλληλότητα , την ικανότητα και τα επαγγελματικά του προσόντα . »

    Σύμφωνα με το άρθρο 1 , παράγραφος 3 , του συντάγματος :

    « 3 ) Τα ακόλουθα θεμελιώδη δικαιώματα δεσμεύουν , ως άμεσα ισχύον δίκαιο , τη νομοθετική , εκτελεστική και δικαστική εξουσία . »

    14 Επιπλέον , σύμφωνα με το άρθρο 7 του « Beamtenrechtsrahmengesetz » ( νόμου-πλαισίου περί δημοσίων υπαλλήλων ), της 1ης Ιουλίου 1957 ( BGBl . I , σ . 667 , όπως ισχύει από τις 3 Ιανουαρίου 1977 , BGBl . I , σ . 21 ),

    « Οι διορισμοί πρέπει να πραγματοποιούνται βάσει της καταλληλότητας , της ικανότητας και των επαγγελματικών προσόντων , χωρίς διάκριση »

    Το άρθρο 8 του « Bundesbeamtengesetz » ( ομοσπονδιακού νόμου περί δημοσίων υπαλλήλων ) της 14ης Ιουλίου 1953 ( BGBl . I , σ . 551 , όπως ισχύει από τις 3 Ιανουαρίου 1977 , BGBl . I , σ . 1 ), ορίζει τα εξής :

    « Οι υποψήφιοι εξευρίσκονται με προκήρυξη διαγωνισμού . H επιλογή τους πραγματοποιείται βάσει της καταλληλότητας , της ικανότητας και των επαγγελματικών τους προσόντων , χωρίς διάκριση »

    15 Όλες αυτές οι διατάξεις δημιουργούν δικαιώματα που απονέμονται απευθείας στους ιδιώτες και , σε περίπτωση προσβολής τους , παρέχουν τη δυνατότητα προσφυγής ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων και ενδεχομένως ενώπιον του συνταγματικού H θέσπιση νομοθετικών διατάξεων δυνάμει της οδηγίας 76/207 είναι επομένως περιττή , κατά μείζονα λόγο διότι τέτοιες διατάξεις θα χρησίμευαν απλώς για την επανάληψη των αρχών που διατυπώνονται ήδη στο σύνταγμα και στη νομοθεσία περί δημοσίας υπηρεσίας . Από την άποψη αυτή , η κατάσταση της δημοσιοϋπαλληλικής σχέσεως εργασίας είναι διαφορετική από την κατάσταση της σχέσεως εργασίας που διέπεται από το ιδιωτικό δίκαιο , δεδομένου ότι ήταν αβέβαιο , όσον αφορά την τελευταία , αν οι συνταγματικές διατάξεις περί ίσης μεταχειρίσεως ανδρών και γυναικών μπορούν να δημιουργήσουν απευθείας δικαιώματα στις σχέσεις μεταξύ ιδιωτών ( « Drittwirkung » , τριτενέργεια ). Για να εξαλείψουν την αβεβαιότητα αυτή , οι αρμόδιες αρχές αναγνώρισαν την ανάγκη λήψεως των μέτρων που αποτελούν το αντικείμενο του νόμου της 13ης Αυγούστου 1980 .

    16 Λαμβανομένης υπόψη της αμφισβητήσεως που διατύπωσε αρχικά η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας , πρέπει να γίνει δεκτό ότι η οδηγία 76/207 , όπως άλλωστε και η οδηγία 75/117 , ισχύει όσον αφορά τη δημοσιοϋπαλληλική σχέση εργασίας . Οι οδηγίες αυτές , όπως και το άρθρο 119 της Συνθήκης EOK , έχουν γενικό περιεχόμενο , που ανταποκρίνεται στη φύση της αρχής που εκφράζουν . Δεν επιτρέπεται δηλαδή η εισαγωγή νέων διακρίσεων , που θα εξαιρούν ορισμένες κατηγορίες από την εφαρμογή των διατάξεων που προορίζονται να εξασφαλίσουν την ίση μεταχείριση ανδρών και γυναικών στο σύνολο της επαγγελματικής ζωής .

    17 Επί της ουσίας , πρέπει να γίνει δεκτό καταρχάς ότι η Επιτροπή δεν απέδειξε , ούτε καν επιχείρησε να αποδείξει , ότι στη δημόσια υπηρεσία της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας υφίστανται νομικές ή πραγματικές διακρίσεις λόγω φύλου . H Επιτροπή προέβη αποκλειστικά στην εξέταση του προβλήματος σε επίπεδο αρχών , θέτοντας το ερώτημα αν οι συνταγματικές και νομοθετικές διατάξεις που εισήγαγε η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας αποτελούν πρόσφορη εγγύηση έναντι πιθανών διακρίσεων και αν , σύμφωνα με την οδηγία 76/207 , είναι αναγκαίες πρόσθετες νομοθετικές

    18 Πρέπει να σημειωθεί σχετικά ότι η ρητή αναφορά του συντάγματος στην ισότητα δικαιωμάτων ανδρών και γυναικών , όπως και ο ρητός αποκλεισμός κάθε διακρίσεως λόγω φύλου , καθώς και η βεβαίωση ότι κάθε Γερμανός γίνεται εξίσου δεκτός στη δημόσια υπηρεσία , και μάλιστα με διατύπωση που συνεπάγεται άμεση εφαρμογή , σε συνδυασμό με σύστημα εννόμου προστασίας που περιλαμβάνει τη δυνατότητα προσφυγής ενώπιον του ομοσπονδιακού συνταγματικού δικαστηρίου , συνιστούν πρόσφορη εγγύηση όσον αφορά την εφαρμογή στη δημόσια υπηρεσία της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως που διακηρύσσει η οδηγία Οι ίδιες εγγυήσεις υπάρχουν και στις νομοθετικές διατάξεις περί δημοσίων υπαλλήλων , στις οποίες προβλέπεται ρητά ότι η κατάληψη δημοσίων θέσεων πρέπει να πραγματοποιείται με αντικειμενικά κριτήρια , χωρίς διάκριση

    19 Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι ο επιδιωκόμενος με την οδηγία 76/207 στόχος είχε ήδη επιτευχθεί στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας , όσον αφορά τη σχέση εργασίας στη δημόσια υπηρεσία , κατά το χρόνο ενάρξεως της ισχύος της οδηγίας , και επομένως η εκτέλεση της οδηγίας δεν χρειαζόταν νέες νομοθετικές διατάξεις .

    20 H Επιτροπή παρατηρεί εντούτοις ότι τόσο το άρθρο 33 , παράγραφος 2 , του συντάγματος , όσο και οι νόμοι περί δημοσίων υπαλλήλων εξαρτούν την κατάληψη δημοσίων θέσεων από την « καταλληλότητα » των υποψηφίων , πράγμα που επιτρέπει την επανεισαγωγή διακρίσεων λόγω H κυβέρνηση της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας προβάλλει σχετικά ότι η λήψη υπόψη της καταλληλότητας αποτελεί αντικειμενικό κριτήριο επιλογής και ότι η απαγόρευση των διακρίσεων λόγω φύλου ισχύει επίσης όσον αφορά την εφαρμογή του κριτηρίου αυτού .

    21 Πρέπει καταρχάς να παρατηρηθεί επί του θέματος αυτού ότι το κριτήριο της καταλληλότητας για την κατάληψη δημοσίας θέσεως , όπως διατυπώνεται στο σύνταγμα και στη νομοθεσία της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας , αναφέρεται σε μεγάλη ποικιλία κριτηρίων εκτιμήσεως , λαμβανομένων υπόψη των πολλαπλών καθηκόντων που ασκεί η δημόσια διοίκηση , κριτηρίων ξένων προς το ζήτημα του ατά συνέπεια , η χρήση της εννοίας αυτής στο σύνταγμα και τη γερμανική νομοθεσία δεν μπορεί καταρχάς να

    22 Το ζήτημα που τίθεται προς λύση αναφέρεται απομένως αποκλειστικά στο αν το κριτήριο της καταλληλότητας που καθαυτό είναι αντικειμενικό κριτήριο , εφαρμόστηκε κατά τρόπο που οδήγησε σε διορισμούς στη δημόσια υπηρεσία στηριζόμενους σε διακρίσεις λόγω H Επιτροπή έπρεπε να αποδείξει ότι στη γερμανική διοίκηση ακολουθήθηκε τέτοια πρακτική , πράγμα όμως που δεν απέδειξε .

    23 Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι η πρώτη αιτίαση είναι απορριπτέα .

    Επί της αιτιάσεως περί μη εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως στη νομοθεσία περί ελευθέρων επαγγελμάτων

    24 Για τους ίδιους λόγους με εκείνους που εξέθεσε όσον αφορά τη δημοσιοϋπαλληλική σχέση εργασίας , η Επιτροπή θεωρεί ότι η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας όφειλε να θεσπίσει , προς το συμφέρον της ακρίβειας και της σαφήνειας των νομικών καταστάσεων , νομοθετικές διατάξεις για να εξασφαλίσει την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως , που διατυπώνεται στην οδηγία 76/207 , για την είσοδο στα ελεύθερα επαγγέλματα , κατά μείζονα λόγο διότι τα άρθρα 3 4 και 5 της οδηγίας αναφέρονται ρητά στα καταστατικά των επαγγελμάτων ατά την άποψη της Επιτροπής , η εφαρμογή των διατάξεων του συντάγματος και μόνο δεν δημιουργεί επαρκή ασφάλεια δικαίου στον τομέα των επαγγελμάτων Υπό τις συνθήκες αυτές , δεν είναι κατανοητό γιατί οι νομοθετικές διατάξεις που θεσπίστηκαν για την εκτέλεση της οδηγίας περιορίστηκαν στις εργασιακές σχέσεις και δεν επεκτάθηκαν και στα ελεύθερα Ως παράδειγμα δυσμενούς διακρίσεως στον τομέα των εν λόγω επαγγελμάτων η Επιτροπή αναφέρει το επάγγελμα της μαίας , το οποίο εξακολουθεί να μην είναι πλήρως προσιτό σε πρόσωπα ανδρικού

    25 H Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας αντιτείνει στην αιτίαση αυτή ότι οι σχετικές διατάξεις του συντάγματος αποτελούν πρόσφορη εγγύηση έναντι των διακρίσεων λόγω φύλου και στον τομέα των ελευθέρων Εκτός από τις ήδη εκτεθείσες γενικές διατάξεις όσον αφορά την ισότητα δικαιωμάτων ανδρών και γυναικών και την εξάλειψη των διακρίσεων λόγω φύλου , η γερμανική κυβέρνηση παραπέμπει στο άρθρο 12 , παράγραφος 1 , του συντάγματος , που ορίζει τα ακόλουθα :

    « Όλοι οι Γερμανοί έχουν το δικαίωμα να επιλέγουν ελεύθερα επάγγελμα , τόπο εργασίας και τόπο »

    26 Κατά την άποψη της γερμανικής κυβερνήσεως , οι σχετικές συνταγματικές διατάξεις ισχύουν άμεσα στον τομέα αυτό , για το λόγο ότι όπου για την είσοδο σε ελεύθερο επάγγελμα απαιτείται σχετική διαδικασία , η άδεια ασκήσεως του επαγγέλματος έχει το χαρακτήρα διοικητικής πράξεως που εκδίδεται από επαγγελματικό σύλλογο δημοσίου Από αυτό προκύπτει ότι η αρχή που διατυπώνεται στο άρθρο 1 , παράγραφος 3 , του συντάγματος ισχύει επίσης χωρίς εξαίρεση στο νομικό καθεστώς των διαφόρων ελευθέρων επαγγελμάτων , σύμφωνα προς τις απαιτήσεις της Από τη χωριστή εξέταση των καταστατικών των διαφόρων ελευθέρων επαγγελμάτων προκύπτει ότι στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας δεν υπάρχουν διατάξεις που έρχονται σε αντίθεση προς τις απαιτήσεις της Υπό την επιφύλαξη της κατοχής των απαιτούμενων επαγγελματικών προσόντων , η είσοδος σ’ όλα τα ελεύθερα επαγγέλματα είναι συνεπώς προσιτή και στα δύο

    27 Όσον αφορά ειδικότερα το επάγγελμα της μαίας , η γερμανική κυβέρνηση προβάλλει ότι η σχετική εκπαίδευση είναι προσιτή στους άνδρες από την 1η Ιανουαρίου 1983 , βάσει του κανονισμού περί εκπαιδεύσεως και εξετάσεως μαιών ( Ausbildungs-und Pruefungsordunung fuer Hebammen της 3ης Σεπτεμβρίου 1981 , BGBl . I , σ . 923 ). Κατά συνέπεια , κινήθηκε η διαδικασία τροποποιήσεως του νόμου περί μαιών της 21ης Δεκεμβρίου 1938 ( BGBl . I . σ . 1893 ). H ενέργεια αυτή των αρχών της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας ανταποκρίνεται πλήρως προς o,τι το Δικαστήριο αναγνώρισε ως σύμφωνο προς την οδηγία , με την απόφαση της 8ης Νοεμβρίου 1983 ( Επιτροπή κατά Ηνωμένου Βασιλείου , Συλλογή 1983 , σ . 3431 ).

    28 H Επιτροπή κατέστησε γνωστό στη συνέχεια της διαδικασίας ότι δεν επέμενε στο ζήτημα των μαιών και ότι η περίπτωση αυτή , της οποίας έγινε μνεία μόνον υπό τύπο παραδείγματος , δεν αποτελεί στην πραγματικότητα αντικείμενο της προσφυγής .

    29 Λαμβανομένης υπόψη της διευκρινίσεως αυτής , πρέπει να γίνει δεκτό ότι η Επιτροπή δεν παρέσχε κανένα στοιχείο βάσει του οποίου να μπορεί να υποστηριχθεί ότι στο καθεστώς των ελευθέρων επαγγελμάτων στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας υφίστανται πράγματι H προσφυγή ασκήθηκε ως προς το σημείο αυτό , όπως και ως προς το προηγούμενο σημείο , για λόγους αρχής , διότι η Επιτροπή είχε την άποψη ότι η υπάρχουσα νομική κατάσταση δεν προσφέρει επαρκή νομική ακρίβεια και σαφήνεια , που να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της

    30 Για τους λόγους που ήδη εκτέθηκαν όσον αφορά την πρώτη αιτίαση , και αυτό το αίτημα της προσφυγής παρίσταται επίσης αβάσιμο . Διότι αν ληφθούν υπόψη οι εγγυήσεις που απορρέουν από το σύνταγμα και από το ισχύον σύστημα παροχής εννόμου προστασίας σχετικά με την ελεύθερη είσοδο όλων των Γερμανών στα ελεύθερα επαγ γέλματα , υπό τη μόνη επιφύλαξη αντικειμενικά καθοριζόμενων προσόντων που δεν έχουν καμία σχέση με το φύλο , πρέπει να γίνει δεκτό ότι ο επιδιωκόμενος με την οδηγία 76/207 στόχος είχε ήδη επιτευχθεί στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας , όσον αφορά το καθεστώς των ελευθέρων επαγγελμάτων , κατά το χρόνο ενάρξεως της ισχύος της οδηγίας και επομένως η εκτέλεση της οδηγίας δεν καθιστούσε αναγκαία νέα νομοθετικά

    31 H αιτίαση αυτή είναι , επομένως , επίσης απορριπτέα .

    Επί της αιτιάσεως περί απουσίας προσδιορισμού του πεδίου εφαρμογής των εξαιρέσεων του άρθρου 2 , παράγραφος 2 , της οδηγίας 76/207

    32 H Επιτροπή προσάπτει , τρίτον , στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας ότι δεν προέβη στην εκτέλεση των διατάξεων του άρθρου 2 , παράγραφος 2 , και του άρθρου 9 , παράγραφος 2 , της οδηγίας 76/207 , οι οποίες αφορούν τις επαγγελματικές δραστηριότητες που λόγω της φύσεώς τους ή των συνθηκών ασκήσεώς τους , μπορούν να εξαιρεθούν από την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως . Δεν προκύπτει σαφώς από την προσφυγή αν η Επιτροπή απαιτεί να καθορίζονται νομοθετικά αυτές οι εξαιρέσεις ή να καταρτίζεται με άλλα μέσα πίνακας ή κατάλογος των εξαιρετικών αυτών ρυθμίσεων . Εν πάση περιπτώσει , η Επιτροπή έχει την άποψη ότι η διάταξη που περιλαμβάνεται στο άρθρο 611 α ) του αστικού κώδικα , η οποία επιτρέπει παρεκκλίσεις από την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως όταν το φύλο αποτελεί προϋπόθεση για ορισμένες επαγγελματικές δραστηριότητες , είναι ανεπαρκής , δεδομένου ότι δεν περιλαμβάνει ακριβή κατάλογο των επιτρεπόμενων Επιπλέον , προσάπτεται στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας ότι δεν δημιούργησε επαρκή βάση ώστε να καταστεί δυνατή η άσκηση του ελέγχου που ανατίθεται στην Επιτροπή από το άρθρο 9 , παράγραφος 2 , της H Επιτροπή παρατηρεί ότι η έρευνα συγκριτικού δικαίου αποδεικνύει ότι τα περισσότερα από τα άλλα κράτη μέλη προέβησαν σε κανονιστικό καθορισμό των εξαιρέσεων που θεωρούν δικαιολογημένες βάσει του άρθρου 2 , παράγραφος 2 , της

    33 H Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας αντιτείνει επί του σημείου αυτού ότι το άρθρο 2 , παράγραφος 2 , της οδηγίας 76/207 δεν περιλαμβάνει καμία ένδειξη υπέρ της απόψεως ότι τα κράτη μέλη είναι υποχρεωμένα να καθορίσουν περιοριστικά , διά της νομοθετικής οδού , τις εξαιρέσεις που επιτρέπονται σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη . Θεωρεί ότι η διάταξη που περιελήφθη προς το σκοπό αυτό στο άρθρο 611 α ) του αστικού κώδικα ανταποκρίνεται πλήρως προς τις απαιτήσεις της οδηγίας . H διά νόμου κατάρτιση σχετικού πίνακα δεν αποτελεί προϋπόθεση όσον αφορά τη δυνατότητα ασκήσεως του δικαιώματος ελέγχου της Επιτροπής . Επιπλέον , η απαίτηση της Επιτροπής δεν είναι εφαρμόσιμη , δεδομένου ότι οι επαγγελματικές δραστηριότητες που εξαιρούνται από την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως δυνάμει του άρθρου 2 , παράγραφος 2 , της οδηγίας προκύπτουν κατά μεγάλο μέρος από συγκεκριμένες απαγορεύσεις απασχολήσεως που έχουν προστατευτικό σκοπό και συνδέονται με τη φύση της ασκούμενης δραστηριότητας , σύμφωνα με το άρθρο 2 , παράγραφος Τέλος , η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας αμφισβητεί τις διαπιστώσεις της Επιτροπής όσον αφορά την εφαρμογή της οδηγίας σε άλλα κράτη μέλη , κατά μείζονα λόγο διότι δεν είναι βέβαιο αν οι ρυθμίσεις που εισήγαγαν τα κράτη αυτά στηρίζονται στην εκπλήρωση νομικής υποχρεώσεως ή αν εκδόθηκαν στα πλαίσια της διακριτικής εξουσίας αυτών των κρατών μελών όσον αφορά την

    34 Για τη διαλεύκανση του αμφισβητούμενου αυτού σημείου , το Δικαστήριο ζήτησε από την Επιτροπή να του υποβάλει περιληπτικά τα αποτελέσματα των ερευνών της όσον αφορά την εκτέλεση του άρθρου 2 , παράγραφος 2 , της οδηγίας 76/207 από τα διάφορα κράτη μέλη και να του γνωρίσει αν , βάσει των σχετικών πληροφοριών , μπόρεσε να καταρτίσει ισχύοντα για όλη την Κοινότητα κατάλογο των επαγγελματικών δραστηριοτήτων που εξαιρούνται σύμφωνα με την εν λόγω H Επιτροπή δεν απάντησε στην τελευταία αυτή ερώτηση . Από τα παρασχεθέντα στοιχεία σχετικά με την πρακτική των κρατών μελών προκύπτει ότι ναι μεν οι νόμοι και η πρακτική των διαφόρων κρατών μελών συμπίπτουν όσον αφορά ορισμένα επαγγέλματα ( όπως των τραγουδιστών και τραγουδιστριών , ηθοποιών , χορευτών και χορευτριών , καλλιτεχνικών μοντέλων , μανεκέν ), τα κράτη μέλη όμως διατηρούν μεγάλη ποικιλία άλλων εξαιρέσεων , που βασίζονται σε εκτιμήσεις κοινωνικού , ηθικού ή — σε ορισμένες περιπτώσεις — θρησκευτικού χαρακτήρα· σημαντικό μέρος των εξαιρέσεων αυτών συνδέεται με τη φυσική και ηθική προστασία της γυναίκας , τέλος δε , σημαντικές εξαιρέσεις συνδέονται με το ζήτημα της στρατιωτικής θητείας καθώς και με την οργάνωση της αστυνομίας και παρόμοιων Διαφορετικές είναι επίσης και οι βάσεις των εξαιρέσεων , στο μέτρο που ορισμένες στηρίζονται σε προαιρετικά και άγραφα ήθη , άλλες σε νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις και άλλες σε διεθνείς Φαίνεται τέλος , ότι οι νομοθεσίες ορισμένων κρατών μελών περιορίζονται στη διατύπωση γενικών ρητρών , παρόμοιων με το άρθρο 2 , παράγραφος 2 , της οδηγίας H Επιτροπή ανακοίνωσε ότι προτίθεται να ασκήσει προσφυγή λόγω παραβάσεως της Συνθήκης κατά περισσοτέρων κρατών

    35 Για να μπορέσει το Δικαστήριο να κρίνει το περιεχόμενο και το βάσιμο της αιτιάσεως της Επιτροπής , πρέπει να υπομνησθούν καταρχάς οι σχετικές διατάξεις της οδηγίας 76/207 . Το άρθρο 2 , παράγραφος 2 , ορίζει τα εξής :

    « H παρούσα οδηγία δεν θίγει την ευχέρεια που έχουν τα κράτη μέλη να αποκλείουν από το πεδίο εφαρμογής της τις επαγγελματικές δραστηριότητες , και , ενδεχομένως , την εκπαίδευση που απαιτείται για την πρόσβαση σ’ αυτές , εφόσον λόγω της φύσεως ή των συνθηκών ασκήσεώς τους , το φύλο συνιστά παράγοντα αποφασιστικής σημα »

    Σύμφωνα με την παράγραφο 3 του ίδιου άρθρου ,

    « η παρούσα οδηγία δεν θίγει τις διατάξεις που αφορούν την προστασία της γυναίκας , ιδίως όσον αφορά την εγκυμοσύνη και τη »

    Το άρθρο 9 , παράγραφος 2 , ορίζει τα ακόλουθα :

    « Τα κράτη μέλη προβαίνουν περιοδικά στην εξέταση των επαγγελματικών δραστηριοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 2 , παράγραφος 2 , προκειμένου να κρίνουν , λαμβάνοντας υπόψη την κοινωνική εξέλιξη , αν δικαιολογείται η διατήρηση των εν λόγω Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το αποτέλεσμα της εξετάσεως »

    36 Πρέπει καταρχάς να παρατηρηθεί σχετικά ότι το άρθρο 2 , παράγραφος 2 , δεν έχει ως αντικείμενο να επιβάλει υποχρέωση στα κράτη μέλη , αλλά να τους παράσχει την ευχέρεια να αποκλείουν ορισμένες επαγγελματικές δραστηριότητες από το πεδίο εφαρμογής της H διάταξη αυτή δεν έχει ως αντικείμενο ούτε ως αποτέλεσμα να επιβάλει στα κράτη μέλη ορισμένο τύπο όσον αφορά την άσκηση της ευχερείας τους να θεσπίζουν εξαιρετικές ρυθμίσεις , κατά μείζονα λόγο εφόσον οι επίμαχες εξαιρετικές ρυθμίσεις , όπως προκύπτει από τα πορίσματα της μελέτης συγκριτικού δικαίου που υπέβαλε η Επιτροπή , βασίζονται σε εντελώς διαφορετικούς λόγους και πολλές από αυτές συνδέονται στενά με τις ρυθμίσεις που διέπουν ορισμένα επαγγέλματα ή δρα

    37 Αντίθετα , τίθεται το ζήτημα των υποχρεώσεων που απορρέουν για τα κράτη μέλη από το άρθρο 9 , παράγραφος 2 , της οδηγίας . H διάταξη αυτή προβλέπει δύο φάσεις ελέγχου , δηλαδή την εκ μέρους των κρατών μελών περιοδική εξέταση του αν δικαιολογούνται οι παρεκκλίσεις από την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως και τον έλεγχο της Επιτροπής , που στηρίζεται στην ανακοίνωση των πορισμάτων της ανωτέρω Σκοπός του διπλού αυτού ελέγχου είναι η σταδιακή εξάλειψη εκείνων από τις ακόμη υπάρχουσες εξαιρέσεις που δεν φαίνονται πλέον να δικαιολογούνται βάσει των κριτηρίων του άρθρου 2 , παράγραφος 2 , σε συνδυασμό ενδεχομένως με την παράγραφο 3 του ίδιου

    38 Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι απόκειται καταρχάς στα κράτη μέλη να καταγράφουν πλήρως και κατά οποιοδήποτε τρόπο που μπορεί να ελεγχθεί τα επαγγέλ ματα και τις δραστηριότητες που εξαιρούνται από την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως και να ανακοινώνουν το αποτέλεσμα στην H Επιτροπή από την πλευρά της έχει το δικαίωμα και το καθήκον , δυνάμει των εξουσιών που της απονέμει το άρθρο 155 της Συνθήκης EOK , να λαμβάνει τα μέτρα που είναι αναγκαία για να ελέγχει την εφαρμογή αυτής της διατάξεως της οδηγίας .

    39 Κατά τη διαδικασία προέκυψε ότι η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας δεν έλαβε ποτέ , από την έναρξη της ισχύος της οδηγίας , τα αναγκαία μέτρα για να δημιουργήσει την ελάχιστη έστω διαφάνεια όσον αφορά την εφαρμογή των άρθρων 2 , παράγραφοι 2 και 3 , και 9 , παράγραφος 2 , της οδηγίας 76/207 . Εμπόδισε έτσι την άσκηση ουσιαστικού ελέγχου από την Επιτροπή και κατέστησε δυσχερέστερη την προάσπιση των δικαιωμάτων των προσώπων που ενδεχομένως θίγονται από μέτρα που εισάγουν δυσμενείς διακρίσεις .

    40 Πρέπει συνεπώς να γίνει δεκτό ότι η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας , παραλείποντας να λάβει τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή του άρθρου 9 , παράγραφος 2 , της οδηγίας 76/207 όσον αφορά τις επαγγελματικές δραστηριότητες που αποκλείονται από το πεδίο εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως δυνάμει του άρθρου 2 , παράγραφος 2 , της ίδιας οδηγίας , παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τη Συνθήκη EOK .

    Επί της αιτιάσεως περί ελλείψεως νομικής αποτελεσματικότητας των διατάξεων περί προσφοράς εργασίας

    41 H αιτίαση αυτή στρέφεται κατά του άρθρου 611 α ) του αστικού κώδικα , σύμφωνα με το οποίο ο εργοδότης δεν πρέπει να δημοσιεύει προσφορές εργασίας που δεν είναι « ουδέτερες » από την άποψη του φύλου των εργαζομένων . H Επιτροπή υποστηρίζει ότι οι προσφορές εργασίας , ως προϋπόθεση της αναλήψεως εργασίας , εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 76/207 , προσάπτει δε στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας ότι δεν προσέδωσε στο άρθρο 611 β ) δεσμευτικό χαρακτήρα . H Επιτροπή έχει την άποψη ότι η επίμαχη διάταξη , η οποία στερείται νομικής αποτελεσματικότητας , δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του άρθρου 6 της οδηγίας , σύμφωνα με το οποίο κάθε πρόσωπο που θεωρεί ότι θίγεται από τη μη εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως πρέπει να έχει τη δυνατότητα να διεκδικεί δικαστικώς τα δικαιώματά

    42 H Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας αντιτείνει επί του σημείου αυτού ότι οι προσφορές εργασίας , εφόσον προηγούνται της αναλήψεως εργασίας , δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας . Σε καμία διάταξη της οδηγίας δεν γίνεται μνεία των προσφορών εργασίας . Μόνο κατά τη φάση της αναλήψεως εργασίας διέπεται το ζήτημα από την οδηγία , επιβάλλονται στα κράτη μέλη υποχρεώσεις και όσοι αναζητούν εργασία μπορούν να προβάλουν δικαίωμα προς ίση Δεν μπορεί συνεπώς να προσαφθεί στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας ότι προσέδωσε στη διάταξη του άρθρου 611 α ) του αστικού κώδικα μη δεσμευτικό

    43 Πρέπει καταρχάς να παρατηρηθεί έναντι των επιχειρημάτων αυτών ότι το ζήτημα των προσφορών εργασίας δεν μπορεί να αποκλειστεί a priori από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 76/207 , εφόσον οι προσφορές αυτές συνδέονται στενά με την ανάληψη εργασίας και μπορούν να έχουν περιοριστική επίπτωση σ’ Αλλά πρέπει επίσης να αναγνωριστεί ότι η οδηγία δεν δημιουργεί καμία υποχρέωση στα κράτη μέλη να θεσπίσουν νομοθετικές διατάξεις γενικής ισχύος όσον αφορά τις προσφορές εργασίας , κατά μείζονα λόγο διότι το ζήτημα αυτό συνδέεται στενά με το ζήτημα των εξαιρέσεων που επιτρέπονται δυνάμει του άρθρου 2 , παράγραφος 2 , της οδηγίας , εξυπακούεται δε ότι η πλήρης εφαρμογή του άρθρου 9 , παράγραφος 2 , θα έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία της αναγκαίας διαφάνειας και στον τομέα των προσφορών

    44 Από τις πιο πάνω σκέψεις προκύπτει ότι η παρεμβολή του άρθρου 611 α ) του αστικού κώδικα δεν μπορεί να θεωρηθεί ως εκπλήρωση υποχρεώσεως που επιβάλλεται από την οδηγία 76/207 , αλλά ότι η διάταξη αυτή πρέπει να εκληφθεί ως αυτόνομος νομοθετικός κανόνας , που θεσπίστηκε για την πραγματοποίηση της αρχής της ίσης μεταχειρί

    45 H αιτίαση αυτή είναι συνεπώς απορριπτέα .

    Επί της αιτιάσεως περί παραλείψεως μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο της οδηγίας 75/117 όσον αφορά τις αποδοχές των δημοσίων υπαλλήλων

    46 H Επιτροπή προβάλλει τέλος ότι η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας παρέλειψε να μεταφέρει στο δημοσιοϋπαλληλικό δίκαιο τις διατάξεις της οδηγίας 75/117 όσον αφορά την ισότητα αποδοχών των αρρένων και θηλέων δημοσίων H Επιτροπή έχει συνεπώς την άποψη ότι η απαραίτητη για την αποτελεσματική εκτέλεση της οδηγίας νομική σαφήνεια ελλείπει επίσης από τη νομοθεσία της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας που διέπει το εν λόγω

    47 Τα μέσα που προβάλλει η κυβέρνηση της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας για την άμυνά της επί του σημείου αυτού συνδέονται με όσα προέβαλε επί της πρώτης αιτιάσεως . Προβάλλει ιδίως ότι οι αποδοχές των δημοσίων υπαλλήλων και των δικαστών καθορίζονται βάσει των θέσεων και των βαθμών , χωρίς να λαμβάνεται καθόλου υπόψη το φύλο του κατόχου της δημοσίας θέσεως .

    48 Αυτός ο ισχυρισμός της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας πρέπει να γίνει δεκτός . H Επιτροπή δεν κατόρθωσε να προσκομίσει την ελάχιστη ένδειξη δυσμενούς διακρίσεως λόγω φύλου στο σύστημα αποδοχών των δημοσίων υπαλλήλων στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας· οι αποδοχές αυτές είναι συνάρτηση των θέσεων και των βαθμών , όπως ορθά προέβαλε η καθής , χωρίς να λαμβάνεται καθόλου υπόψη το φύλο του κατόχου της δημοσίας

    49 Συνεπώς , ο επιδιωκόμενος με την οδηγία 75/117 στόχος είχε ήδη επιτευχθεί στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας , όσον αφορά τον ανωτέρω τομέα , κατά το χρόνο ενάρξεως της ισχύος της οδηγίας , και επομένως η εκτέλεσή της δεν καθιστούσε αναγκαία τη λήψη κανενός ιδιαίτερου μέτρου

    50 Κατά συνέπεια , η αιτίαση αυτή είναι επίσης απορριπτέα .

    51 Από τις ανωτέρω σκέψεις προκύπτει ότι η προσφυγή της Επιτροπής είναι απορριπτέα όσον αφορά την πρώτη , τη δεύτερη , την τέταρτη και την πέμπτη αιτίαση , ενώ όσον αφορά την τρίτη αιτίαση πρέπει να γίνει δεκτή η τέλεση παραβάσεως .

    Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


    Επί των δικαστικών εξόδων

    52 Σύμφωνα με το άρθρο 69 , παράγραφος 2 , του κανονισμού διαδικασίας , ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά Επειδή η Επιτροπή κατ’ ουσία ηττήθη , πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά

    Διατακτικό


    Για τους λόγους αυτούς

    ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

    αποφασίζει :

    1 ) Παραλείποντας να λάβει τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή του άρθρου 9 , παράγραφος 2 , της οδηγίας 76/207 του Συμβουλίου , της 9ης Φεβρουαρίου 1976 , περί της εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως ανδρών και γυναικών όσον αφορά την πρόσβαση σε απασχόληση , την επαγγελματική εκπαίδευση και προώθηση και τις συνθήκες εργασίας , επί των επαγγελματικών δραστηριοτήτων που αποκλείονται του πεδίου εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως δυνάμει του άρθρου 2 , παράγραφος 2 , της ίδιας οδηγίας , η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τη Συνθήκη EOK .

    2 ) Απορρίπτει την προσφυγή κατά τα λοιπά .

    3 ) Καταδικάζει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα .

    Top