Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 61981CJ0211

    Απόφαση του Δικαστηρίου της 15ης Δεκεμβρίου 1982.
    Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Βασιλείου της Δανίας.
    Υπόθεση 211/81.

    Συλλογή της Νομολογίας 1982 -04547

    ECLI identifier: ECLI:EU:C:1982:437

    Στην υπόθεση 211/81

    Επιτροπη τῶν Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπουμένη ἀπό τόν νομικό τῆς σύμβουλο Rolf Wägenbaur, επικουρούμενο ἀπό τόν Hans Peter Hartvig, μέλος τῆς νομικῆς τῆς υπηρεσίας, μέ ἀντίκλητο στό Λουξεμβοῦργο τόν Oreste Montako, κτίριο Jean Monnet, Kirchberg, Λουξεμβούργο,

    προσφεύγουσα,

    κατά

    Βασιλειου τῆς Δανιας, ἐκπροσωπουμένου ἀπό τόν Laurids Mikaelsen, νομικό σύμβουλο στό υπουργείο εξωτερικών, μέ ἀντίκλητο στό Λουξεμβοθργο τόν Ib Bodenhagen, Ministerråd, ἐπιτετραμένο ad interim στην πρεσβεία τῆς Δανίας, 1 lb, boulevard Joseph-Il, Λουξεμβοῦργο,

    καθ᾿ οὗ,

    πού ἔχει ὡς ἀντικείμενο νά αναγνωρισθεί ὅτι τό Βασίλειο τῆς Δανίας παρέβη τίς έκ τῆς συνθήκης υποχρεώσεις του, επειδή δέν εφήρμοσε εντός τῆς ὁρισθείσης προθεσμίας τήν οδηγία 76/891/ΕΟΚ τοῦ Συμβουλίου, τῆς 4ης Νοεμβρίου 1976, περί προσεγγίσεως τῶν νομοθεσιῶν τῶν κρατών μελών τῶν ἀναφερομένων στους μετρητές ηλεκτρικής ενεργείας (ΕΕ εἰδ. ἔκδ. 13/004, σ. 226),

    ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

    συγκείμενο ἀπό τους J. Mertens de Wilmars, πρόεδρο, Ρ. Pescatore καί U. Everling, προέδρους τμήματος, Mackenzie Stuart, Ο. Due, Κ. Bahlmann καί Υ. Galmot, δικαστές,

    γενικός εἰσαγγελεύς: G. F. Mancini

    γραμματεύς: P. Heim

    εκδίδει την ακόλουθη

    ΑΠΟΦΑΣΗ

    Περιστατικά

    Τά πραγματικά περιστατικά τῆς υποθέσεως, ἡ εξέλιξη τῆς διαδικασίας, τά αἰτή-ματα, οἱ Ισχυρισμοί καί τά ἐπιχειρήματα των διαδίκων έχουν συνοπτικῶς ὡς έξης:

    Ι — Πραγματικά περιστατικά καί διαδικασία

    Προκειμένου νά εξαλείψει τά τεχνικά εμπόδια στό ενδοκοινοτικό εμπόριο των ὀργάνων μετρήσεως, τό Συμβούλιο ἐθέσπισε στίς 26 Ἰουλίου 1971 τήν ὁδηγία 71/316, περί προσεγγίσεως τῶν νομοθεσιών των κρατών μελῶν τῶν σχετικών μέ τίς κοινές διατάξεις γιά τά όργανα μετρήσεως καί γιά τίς μεθόδους μετρολογικοῦ έλεγχου (ΕΕ εἰδ. ἔκδ. 13/001, σ. 138). Ή ὁδηγία αύτη προβλέπςι τόν καθορισμό, μέ εἰδικές ὁδηγίες, καί γιά κάθε κατηγορία ὀργάνων μετρήσεως, τῶν μετρολογικῶν ιδιοτήτων καί τῶν προδιαγραφών τεχνικοῦ σχεδιασμοῦ καί λειτουργίας. Ή ὁδηγία 76/891 τοῦ Συμβουλίου, τῆς 4ης Νοεμβρίου 1976, περί μετρητῶν ηλεκτρικῆς ενεργείας ἀποτελεί μία ἀπό αυτές τίς ειδικές ὁδηγίες εφαρμογῆς.

    Σύμφωνα μέ τό άρθρο 4 τῆς οδηγίας 76/891 τοῦ Συμβουλίου «τά κράτη μέλη θέτουν σέ ἰσχύ τίς νομοθετικές, κανονιστικές καί διοικητικές διατάξεις πού εἶναι ἀναγκαίες γιά νά συμμορφωθούν πρός τήν παρούσα ὁδηγία εντός δεκαοχτώ μηνών ἀπό τῆς κοινοποιήσεως τῆς καί ενημερώνουν ἐπ᾽ αὐτοῦ ἀμέσως τήν Ἐπιτροπή».

    Δεδομένου ὅτι ἡ ὁδηγία ἐκοινοποιήθη στό Βασίλειο τῆς Δανίας στίς 9 Νοεμβρίου 1976, ἡ προθεσμία αύτη έληξε στίς 9 Μαΐου 1978.

    Στίς 30 Μαρτίου 1978, ἀπαντώντας στό ἀπό 18ης 'Ιανουαρίου 1978 έγγραφο της 'Επιτροπής, ἡ μόνιμη αντιπροσωπεία της Δανίας γνωστοποίησε ὅτι δέν ὑπῆρχε δανική ρύθμιση ὡς πρός τους μετρητές ηλεκτρικής ενεργείας. Ἑπομένως, ἡ Δανία ἀνταποκρίνεται στίς ἐκ τῆς ὁδηγίας 76/891 υποχρεώσεις τῆς ἐφ᾽ ὅσον, σύμφωνα μέ τό άρθρο 3, παράγραφος 1, αὐτῆς, οἱ δανικές ἀρχές δέν δύνανται «νά ἀρνηθοῦν, νά ἀπαγορεύσουν ἤ νά περιορίσουν τήν διάθεση στην ἀγορά ἡ τήν χρησιμοποίηση μετρητών ἠλεκτρικής ἐνεργείας ἄν οἱ ἐν λόγω μετρητές φέρουν τήν ένδειξη εγκρίσεως προτύπου ΕΟΚ καί τό σήμα ἀρχικοῦ ἐλεγχου ΕΟΚ». Γιά τόν λόγο αυτόν, οἱ δανικές ἀρχές φρονοῦν ὅτι ἡ ὁδηγία 76/891 δέν ἀπαιτεί κανένα ειδικό μέτρο εφαρμογής στην Δανία.

    Μέ έγγραφο τῆς 7ης 'Ιουνίου 1978, ἡ 'Επιτροπή ἐξέθεσε στην δανική κυβέρνηση ὅτι οἱ ἐκ τῆς ὁδηγίας 76/891 υποχρεώσεις τῶν κρατών μελών δέν περιορίζονται στίς ἀναφερόμενες στό άρθρο 3 τῆς ὁδηγίας αυτής, πού ἀφοροῦν την κυκλοφορία στό δανικό έδαφος τῶν μετρητών ηλεκτρικής ἐνεργείας στους ὁποίους ἀναφέρεται ἡ οδηγία. Ή ὁδηγία 76/891 τους ἐπιβάλλει ἐπί πλέον, κατά τήν άποψη τῆς 'Επιτροπής, την υποχρέωση νά θεσπίσουν διατάξεις ὅτι οἱ παρασκευαζόμενοι στην Δανία μετρητές δύνανται νά φέρουν, στην χώρα αύτη, ενδείξεις καί σήματα ΕΟΚ, κατόπιν τῶν προβλεπομένων στην ὁδηγία έλεγχων.

    'Επειδή ἡ 'Επιτροπή δέν έλαβε καμμία πληροφορία ὅτι τό Βασίλειο τῆς Δανίας εἶχε θεσπίσει τά ἀναγκαία μέτρα προκειμένου νά συμμορφωθεί πρός τήν ὁδηγία, ἐκάλεσε τήν δανική κυβέρνηση, μέ έγγραφο τῆς 23ης Μαΐου 1979 καί δυνάμει τοῦ άρθρου 169, πρώτη παράγραφος, τῆς συνθήκης, νά διατυπώσει τίς παρατηρήσεις της εντός προθεσμίας δύο μηνῶν.

    Στην ἀπό 22ας Αυγούστου 1979 ἀπάντηση τους, οἱ δανικές ἀρχές, ἀναφερόμενες στό έγγραφό τους τῆς 30ής Μαρτίου 1978, ἐδήλωσαν, κυρίως, ὅτι ἐθεώρουν ὅτι ή ὁδηγία, ἀφ᾽ ἑνός, δέν επέβαλε στά κράτη μέλη καμμία υποχρέωση νά συστήσουν υπηρεσίες, ἁρμόδιες νά χορηγούν τήν έγκριση προτύπου ΕΟΚ καί νά προβαίνουν στόν ἀρχικό έλεγχο ΕΟΚ καί ἀφ᾽ έτερου, δέν προέβλεπε ὅτι οἱ ὁριζόμενοι έλεγχοι πρέπει κατ' ἀνάγκη νά διενεργοῦνται στό έδαφος τοῦ κράτους μέλους, στό όποιο έχουν κατασκευασθεί οἱ μετρητές ηλεκτρικής ενεργείας. Κατά τήν γνώμη τῶν δανικών ἀρχων, ἡ άποψη αύτη ενισχύεται ἀπό τήν δήλωση τοῦ Συμβουλίου καί τῆς 'Επιτροπής, πού έχει καταχωρηθεί στά πρακτικά τῆς κατά τήν θέσπιση τῆς ὁδηγίας συνόδου τοῦ Συμβουλίου. Σύμφωνα μέ τήν δήλωση αὐτή, «τό Συμβούλιο καί ή 'Επιτροπή θεωροῦν ὅτι ἡ δεύτερη περίοδος τοῦ ἄρθρου 2 άφορᾶ μόνο τους μετρητές ηλεκτρικής ενεργείας πού ἀναφέρονται στην πρώτη περίοδο τοῦ ἄρθρου αὐτοῦ, καί ὅτι, ἑπομένως, ἡ ὁδηγία δέν επιβάλλει στά κράτη μέλη τήν υποχρέωση, ὅσον άφορᾶ τους μετρητές ηλεκτρικής ενεργείας, ούτε τῆς εγκρίσεως προτύπου ΕΟΚ ούτε τῆς διενεργείας τοῦ ἀρχικοῦ έλεγχου ΕΟΚ, ἐφ᾽ ὅσον δέν προβλέπονται ἀνάλογοι έλεγχοι σέ εθνικό επίπεδο».

    Δεδομένου ὅτι οἱ παρατηρήσεις τῆς δανικής κυβερνήσεως δέν ἠδυνήθησαν νά κάνουν τήν 'Επιτροπή νά μεταβάλει τήν άποψη τῆς ὅτι, δηλαδή, ἡ Δανία δέν εἶχε θεσπίσει τά ἀναγκαία μέτρα γιά νά συμμορφωθεί πρός τήν ὁδηγία 76/891, ἡ 'Επιτροπή διετύπωσε αιτιολογημένη γνώμη στίς 6 'Οκτωβρίου 1980, ἡ ὁποία διεβιβάσθη στίς δανικές ἀρχές μέ έγγραφο τῆς 8ης 'Οκτωβρίου 1980.

    Στίς 2 Φεβρουαρίου 1981, ἡ δανική κυβέρνηση, ἀπαντώντας στην αιτιολογημένη γνώμη τῆς Ἐπιτροπῆς ἐδήλωσε ὅτι εμμένει στην άποψη ὅτι οἱ ἐκ τῆς ὁδηγίας 76/891 υποχρεώσεις τῶν κρατών μελών περιορίζονται στίς διατυπούμενες στό άρθρο 3 τῆς ὁδηγίας αυτής. Ή ἑρμηνεία τῆς 'Επιτροπής ἀντιφάσκει πρός τήν ὁδηγία-πλαίσιο 71/316 τοῦ Συμβουλίου, συγκεκριμένα πρός τά άρθρα 2, παράγραφος 2 καί 8 παράγραφος 2, ἀπό τά όποια προκύπτει ὅτι ή Δανία δέν υποχρεούται καθόλου νά εγκαταστήσει στό έδαφός τῆς εξοπλισμούς έλεγχου. Ή δανική κυβέρνηση υπογραμμίζει, τέλος, ὅτι ἡ 'Επιτροπή καί τό Συμβούλιο προέβησαν στην ἀνωτέρω δήλωση επειδή ἡ Δανία είχε διευκρινίσει σαφώς κατά τίς διαπραγματεύσεις ὅτι δέν ἠδύνατο νά δεχθεί μία ὁδηγία πού επιβάλλει τήν υποχρέωση θεσπίσεως έλεγχων στό έδαφός της.

    Ή Ἐπιτροπή ἤσκησε τήν παρουσία προσφυγή, ἡ ὁποία ἐπρωτοκολλήθη στην γραμματεία τοῦ Δικαστηρίου στίς 13 'Ιουλίου 1981.

    Κατόπιν εκθέσεως τοῦ εἰσηγητοθ δικαστοῦ καί μετ' ἀκρόαση τοῦ γενικοῦ εἰσαγγελέως, τό Δικαστήριο ἀπεφάσισε τήν έναρξη της προφορικῆς διαδικασίας χωρίς προηγουμένη διεξαγωγή ἀποδείξεων.

    ΙΙ — Αἰτήματα τῶν διαδίκων

    Ή 'Επιτροπή ζητεί ἀπό τό Δικαστήριο:

    1.

    νά κρίνει ὅτι, μή θεσπίζοντας, εντός τῆς ὁριζόμενης προθεσμίας τίς ἀναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές καί διοικητικές διατάξεις προκειμένου νά συμμορφωθεί πρός τήν ὁδηγία 76/891 τοῦ Συμβουλίου, περί προσεγγίσεως τῶν νομοθεσιῶν τῶν κρατῶν μελών τῶν ἀναφερομένων στους μετρητές ηλεκτρικῆς ενεργείας, τό Βασίλειο τῆς Δανίας παρέβη τίς ἐκ τῆς συνθήκης ΕΟΚ υποχρεώσεις του

    2.

    νά καταδικάσει τό Βασίλειο τῆς Δανίας στά δικαστικά ἔξοδα.

    Τό Βασίλειο τῆς Δανίας ζητεί ἀπό τό Δικαστήριο:

    1.

    ὡς κύριο αίτημα, νά κρίνει τήν προσφυγή ἀπαράδεκτη

    2.

    ἐπικουρικώς, νά κρίνει τήν προσφυγή ἀβάσιμη

    3.

    ἐν πάση περιπτώσει, νά καταδικάσει τήν 'Επιτροπή στά δικαστικά έξοδα.

    ΙΙΙ — Ἰσχυρισμοί καί επιχειρήματα τῶν διαδίκων

    Α — 'Επί τοῦ παραδεκτοῦ

    δανική κυβέρνηση αντιτάσσει, στην προσφυγή τῆς 'Επιτροπής, ένσταση ἀπαρα- δέκτου, θεμελιουμένη στό ὅτι ἡ 'Επιτροπή, ἀφ' ενός, διετύπωσε αιτιολογημένη γνώμη χωρίς προηγουμένως νά τῆς παράσχει τήν δυνατότητα νά διατυπώσει τίς παρατηρήσεις της, ἀφ' ἑτερου δέ, ἡ προσφυγή ἀποκλίνει ἀπό τήν αιτιολογημένη γνώμη.

    Σύμφωνα μέ τήν δανική κυβέρνηση, ἡ 'Επιτροπή παρέβη τό καθήκον φροντίδος πού συνεπάγεται ἡ εφαρμογή τοῦ ἄρθρου 169. Σκοπός τῆς διαδικασίας τοῦ ἄρθρου 169 δέν εἶναι ἡ άσκηση ὅσο τό δυνατόν περισσοτέρων προσφυγών, άλλά ἡ προσπάθεια φιλικού διακανονισμού χάρη σέ γόνιμο διάλογο τῆς Ἐπιτροπῆς μέ τό συγκεκριμένο κράτος μέλος. Στην προκειμένη περίπτωση ὅμως, ἀπό τήν προδικασία ἀφήνεται νά εννοηθεί ὅτι ἡ Ἐπιτροπή δέν ἐσχημάτισε σαφή ιδέα τῶν υποχρεώσεων πού ἐπιβάλλουν στά κράτη μέλη οἱ συνδυασμένες διατάξεις τῆς ὁδηγίας-πλαισίου 71/316 καί τῆς εἰδικῆς ὁδηγίας 76/891 τοῦ Συμβουλίου, παρά μόνο στό στάδιο τῆς συντάξεως τῆς προσφυγής.

    Ή δανική κυβέρνηση φρονεῖ ὅτι, ἐφ' ὅσον υπήρχε διαφορά ὡς πρός τήν ερμηνεία τῶν διατάξεων τῶν κειμένων καί τόν ὁρισμό τῆς παραβάσεως, ἡ 'Επιτροπή ὄφείλε νά χαρακτηρίσει νομικώς καί νά αιτιολογήσει τήν φερομένη παράβαση μέ τό ἀπό 23ης Μαΐου 1979 έγγραφο, μέ τό όποιο τῆς ζήτησε νά διατυπώσει τίς παρατηρήσεις της, προκειμένου νά καταστεί δυνατός ὁ γόνιμος διάλογος μέ τίς δανικές ἀρχές. Τό έγγραφο αυτό, διατυπωμένο ὡς ἁπλή επιστολή ὑπομνήσεως τῆς φερομένης παραβάσεως, καί χωρίς νά λαμβάνει ὑπ' ὄψη τήν εξέλιξη τῶν συζητήσεων μεταξύ τῶν δανικών άρχων καί τῶν ὑπηρεσιών τῆς 'Επιτροπής, ἐξετράπη τοῦ ἀντικειμένου του καί ἀντιβαίνει πρός τόν ἁπλώς προπαρασκευαστικοῦ χαρακτήρα σκοπό τῆς διαδικασίας τοῦ ἄρθρου 169. Κατά τήν γνώμη τῆς δανικής κυβερνήσεως, ἡ 'Επιτροπή δέν ἠδύνατο ὑπό τίς συνθήκες αυτές, νά διατυπώσει αιτιολογημένη γνώμη, ἡ ὁποία προϋποθέτει ὅτι τό ενδιαφερόμενο κράτος μέλος εἶχε τήν δυνατότητα νά διατυπώσει παρατηρήσεις βάσει σαφών στοιχείων.

    Κατά την άποψη τῆς δανικῆς κυβερνήσεως, ή αιτιολογημένη γνώμη καί τό δικόγραφο της προσφυγής έχουν διαφορετική διατύπωση, τόσο ὡς πρός τό περιεχόμενο τῆς φερομένης παραβάσεως ὅσο καί ὡς προς τήν αιτιολογία:

    Μόνο κατά τό στάδιο τῆς προσφυγής ή Επιτροπή ἐθεμελίωσε τήν ερμηνεία τῆς στίς συνδυασμένες διατάξεις τῆς ὁδηγίας-πλαι-σίου 71/316 καί τῆς ειδικής ὁδηγίας 76/891, τοῦ Συμβουλίου, πράγμα πού ὤφειλε νά πράξει ήδη κατά τήν έναρξη τῆς διαδικασίας πού προηγείται τῆς ἀσκήσεως τῆς προσφυγής.

    Ή δανική κυβέρνηση παρατηρεί ὅτι, στην ἀπό 6ης 'Οκτωβρίου 1980 αιτιολογημένη γνώμη της, ἡ 'Επιτροπή ἀνέφερε ὅτι ή ὁδηγία 76/891 τοῦ Συμβουλίου επέβαλε στά κράτη μέλη τήν ὑποχρέωση «νά δημιουργήσουν τήν δυνατότητα, γιά τόν κατασκευαστή ἡ τόν εισαγωγέα, πού επιθυμεί νά λάβει τά σήματα καί τίς ἐνδείξεις ΕΟΚ, πού προβλέπονται ἀπό τήν ὁδηγία νά υποβάλλει τά προϊόντα του γιά έγκριση καί σήματα». Κατά τήν δανική κυβέρνηση, ἀπό τήν διατύπωση τῆς Ἐπιτροπῆς προκύπτει ὅτι τά κράτη μέλη ὤφειλαν νά εγκαταστήσουν τους κατάλληλους εξοπλισμούς έλεγχου. Στό ἀπό 3ης 'Ιουλίου 1981 έγγραφο της, ὅμως, ἡ 'Επιτροπή παρουσίασε τά πράγματα κατά τρόπο διαφορετικό ἀναφέροντας ἰδίως ὅτι οἱ δανικές ἀρχές «δέν υποχρεούνται νά εγκαταστήσουν εξοπλισμούς έλεγχου ὑπό μορφή εργαστηρίων ἡ προσκομίσεως τεχνικού υλικού» καί ὅτι ἀρκεῖ νά «εγκρίνουν τους έλεγχους πού γίνονται σέ ὁρισμένα εργαστήρια εἴτε στην Δανία εἴτε σέ άλλα κράτη μέλη ἡ νά ἀπαιτοῦν, ὁ ίδιος ὁ αἰτῶν νά εξασφαλίζει τό ἀναγκαίο γιά τους έλεγχους προσωπικό καί υλικό, παραδείγματος χάρη, στον τόπο τῆς κατασκευής».

    Ή δανική κυβέρνηση φρονεί ὅτι ναί μέν οἱ παρατηρήσεις ενός κράτους μέλους εἶναι δυνατόν νά ὁδηγήσουν τήν 'Επιτροπή νά τροποποιήσει, στην αιτιολογημένη γνώμη, τήν άποψη τῆς τόσο ὅσον άφορᾶ τήν έκταση τῆς παραβάσεως τῆς συνθήκης ὅσο καί ὡς πρός τούς νομικούς λόγους πού ἐπιρρωνύουν τήν άποψη της, αυτό ὅμως δέν ισχύει κατά τό στάδιο ἀσκήσεως τῆς προσφυγής. "Αν ἡ 'Επιτροπή επιθυμεί νά τροποποιήσει τήν προσφυγή σέ ἀποφασιστικά σημεῖα, ὀφείλει νά κοινοποιήσει μία ἀναθεωρημένη αιτιολογημένη γνώμη στό ενδιαφερόμενο κράτος μέλος. Κατά τήν δανική κυβέρνηση, ἡ άσκηση προσφυγής λόγω παραβάσεως ἀποτελεί ενέργεια τόσο σοβαρή γιά τήν 'Επιτροπή ώστε ἀπαιτείται προηγουμένη διενέργεια εξαντλητικής ἐρεύνης. Τό Δικαστήριο έχει υπογραμμίσει τήν σπουδαιότητα τῆς ἀλληλογραφίας πού γίνεται πρό τῆς ἐνώπιον αυτού φάσεως τῆς διαδικασίας, στίς υποθέσεις 45/64 (Sml. 1965, σ. 129), 7/69 (Sml. 1970, σ. 219) καί 31/69 (Sml. 1970, σ. 3), την έχει δέ ἀναγνωρίσει καί ἡ 'Επιτροπή μέ τήν ἀπάντηση της στην γραπτή ερώτηση ὑπ᾽ ἀριθ. 557/76 τοῦ Fletcher, μέλους τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Κοινοβουλίου (EFT C 300, 1976, σ. 39).

    'Επιτροπή φρονεί ὅτι τό άρθρο 169 προβλέπει διάλογο μεταξύ τῆς Ἐπιτροπῆς καί τοῦ κράτους μέλους μέ σκοπό τήν διαφώτιση τῆς υποθέσεως. Θεωρεί πάντως ὅτι ή νομική διαμάχη πού προκύπτει ἀπό τήν φερομένη παράβαση πρέπει νά διεξάγεται ελεύθερα έτσι ώστε νά δύνανται ἡ Ἐπιτροπή καί τό ενδιαφερόμενο κράτος μέλος νά ἀναπτύσσουν τά νομικά τους επιχειρήματα καί νά διευκρινίζουν τίς ἀπόψεις τους, ἰδίως μέ τήν προβολή νέων ἑρμηνευτικών στοιχείων.

    Ή 'Επιτροπή προβάλλει, κατόπιν, ὅτι τό ἀνωτέρω έγγραφο τῆς 23ης Μαΐου 1979 ήταν σύντομο επειδή ἀκριβῶς ἡ δανική κυβέρνηση ἐγνώριζε τό ἀντικείμενο καί τους λόγους τῆς παραβάσεως, πού τῆς ἀποδίδεται, χάρη στην ἀλληλογραφία πού εἶχε προηγηθεί. Μέ έγγραφο τῆς 7ης 'Ιουνίου 1978, ἡ 'Επιτροπή είχε προβάλει ὅτι ἡ ἐν λόγω οδηγία επέβαλε στην Δανία τήν ὑποχρέωση νά δημιουργήσει τους μηχανισμούς πού θά επέτρεπαν στις δανικές ἀρχές νά χορηγοῦν την έγκριση προτύπου ΕΟΚ καί νά προβαίνουν στόν ἀρχικό ἕλεγχο ΕΟΚ. Κατά τήν γνώμη τῆς 'Επιτροπῆς, δέν ήταν ἀναγκαία ἡ παροχή περαιτέρω λεπτομερειών ὡς πρός τόν τρόπο ἐκτελέσεως τῆς ὁδηγίας, δεδομένου ὅτι ἡ σχετική επιλογή ἀνήκει στην αρμοδιότητα τῶν κρατών μελών.

    Ή 'Επιτροπή υπογραμμίζει ὅτι, οὔτε στην αἰτιολογημένη γνώμη οὔτε στίς προηγούμενες φάσεις τῆς διαδικασίας, εἶχε δηλώσει ὅτι τά κράτη μέλη εἶχαν τήν υποχρέωση νά συστήσουν, αυτά τά ίδια, τίς εφοδιασμένες μέ τόν ἀναγκαῖο τεχνικό εξοπλισμό ὑπηρεσίες, υποχρέωση ἡ ὁποία θά έβαινε πέρα των ὁριζομένων στά παραρτήματα Ι καί ΙΙ τῆς ὁδηγίας-πλαισίου 71/316 τοῦ Συμβουλίου, ὅπως ἐτροποποιήθη ἀπό τήν πράξη προσχωρήσεως τοῦ 1972, παράρτημα Ι, παράγραφος Χ, σημείο 12, στό όποιο παραπέμπει ἡ 'Επιτροπή μέ τήν προσφυγή της.

    Ή Ἐπιτροπή ὑπογραμμίζει ὅτι οἱ σκέψεις πού διατυπώνει στην προσφυγή της, ὅσον άφορα τήν ὁδηγία-πλαίσιο, εἶχαν ὡς μόνο σκοπό νά δοθεί ἀπάντηση στίς παρατηρήσεις πού διετύπωσε σχετικώς ἡ δανική κυβέρνηση, τό πρώτον, στην ἀπάντηση της ἐπί τῆς αιτιολογημένης γνώμης. Αυτό δέν περιόρισε καθόλου τήν δυνατότητα ἀμύνης τῆς δανικῆς κυβερνήσεως.

    Β — 'Επί τῆς ουσίας

    'Επιτροπή, ἀφοῦ ἀνέφερε ὅτι, σύμφωνα μέ παγία νομολογία τοῦ Δικαστηρίου, ὁ δεσμευτικός χαρακτήρας τῆς ὁδηγίας ὑποχρεώνει τά συγκεκριμένα κράτη μέλη νά συμμορφοῦνται σχετικώς ἐντός τῶν ὁριζομένων προθεσμιών, εκθέτει ὅτι οἱ συνδυασμένες διατάξεις τῆς ὁδηγίας 76/891 καί τῆς ὁδηγίας-πλαισίου 71/316 έχουν μεγαλύτερη έκταση ἀπό ὅ,τι υποθέτουν οἱ δανικές ἀρχές.

    Ή 'Επιτροπή υπογραμμίζει ὅτι σύμφωνα μέ τήν πρώτη αιτιολογική σκέψη τῆς ὁδηγίας 76/891 καί τήν πρώτη καί δεύτερη αιτιολογική σκέψη τῆς ὁδηγίας-πλαισίου 71/316, πρόκειται γιά τήν εναρμόνιση τῶν νομοθεσιών προκειμένου νά ἐξαλειφθούν τά εμπόδια στίς ενδοκοινοτικές ἀνταλλαγές γιά τά ἐν λόγω προϊόντα. Τό γεγονός, ὅμως, ὅτι δέν υπάρχουν δανικές διατάξεις πού ἐμποδίζουν τήν διάθεση στην ἀγορά καί τήν λειτουργία μετρητών ηλεκτρικής ενεργείας, μόνο ἐν μέρει ἀνταποκρίνεται προς τόν σκοπό τῆς ὁδηγίας.

    Κατά τήν γνώμη τῆς 'Επιτροπῆς, τά τεχνικά εμπόδια στίς συναλλαγές δύνανται νά ἐξαλειφθοῦν μόνο ἐφ' ὅσον παρέχεται σέ κάθε κράτος μέλος, ἡ δυνατότης παροχής τῆς εγκρίσεως προτύπου ΕΟΚ καί διενεργείας τοῦ ἀρχικοῦ έλεγχου ΕΟΚ. Διαφορετικά, οἱ παραγωγοί καί έμποροι τοῦ κράτους, πού δέν έχει προβλέψει αυτήν τήν δυνατότητα, θά πρέπει, ἄν θέλουν νά διαθέσουν στό εμπόριο σέ άλλα κράτη μέλη, τους μετρητές ηλεκτρικής ἐνεργείας, στους ὁποίους ἀναφέρεται ἡ ὁδηγία, νά ζητήσουν ἀπό τίς υπηρεσίες ενός τῶν άλλων κρατών μελών, τήν διενέργεια τῆς εγκρίσεως προτύπου ΕΟΚ καί τοῦ ἀρχικοῦ έλέγχου ΕΟΚ. Οἱ πρακτικές δυσχέρειες καί τά πρόσθετα έξοδα πού θά προέκυπταν έτσι, ἀποτελοῦν περιορισμό τῶν ἀνταλλαγών πού οἱ ὁδηγίες έχουν, ἀκριβώς, ὡς σκοπό νά ἐξαλείψουν.

    Τήν άποψη τῆς Ἐπιτροπῆς ἐπιβεβαιώνουν οἱ διατάξεις καί τῆς ὁδηγίας 76/891 καί τῆς ὁδηγίας-πλαισίου 71/316.

    Τό άρθρο 2, παράγραφος 2, τῆς ὁδηγίας 76/891 προβλέπει, γενικώς, ὅτι οἱ ἀναφερόμενοι στην ὁδηγία μετρητές ηλεκτρικής ενεργείας υπόκεινται στην έγκριση προτύπου ΕΟΚ καί ὑποβάλλονται στόν ἀρχικό έλεγχο ΕΟΚ. Τά παραρτήματα Ι καί ΙΙ τῆς ὁδηγίας-πλαισίου 71/316, ὅπως ἐτροποποιήθησαν ἀπό τήν πράξη προσχωρήσεως τοῦ 1972, παράρτημα Ι, παράγραφος Χ, ψηφίο 12, ὁρίζουν ὅτι ἡ ένδειξη εγκρίσεως ΕΟΚ καί τό σῆμα έλεγχου ΕΟΚ περιέχουν στό άνω μέρος τό διακριτικό τοῦ κράτους κεφαλαίο γράμμα, δηλαδή DK γιά την Δανία.

    Κατά την Ἐπιτροπή, ἀπό τήν διάταξη αὐτή προκύπτει ὅτι ἡ δανική κυβέρνηση υποχρεούται νά θεσπίσει τά μέτρα πού θά καταστήσουν δυνατή τήν χορήγηση τῶν ἐν λόγω ενδείξεων καί σημάτων ἀπό τίς δανικές ἀρχές.

    Ή 'Επιτροπή εἶναι τῆς γνώμης ὅτι ή καταχωρημένη στά πρακτικά τῆς συνόδου τοῦ Συμβουλίου δήλωση τοῦ Συμβουλίου καί τῆς 'Επιτροπής, στην ὁποία ἀνεφέρθη ή δανική κυβέρνηση, άφορᾶ μόνο τό ζήτημα, ἄν ἡ ὁδηγία εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα ὅτι προϋπόθεση γιά τήν διάθεση στην ἀγορά των μετρητών ηλεκτρικής ενεργείας, στους ὁποίους ἀναφέρεται ἡ πρόταση, ήταν ὅτι τά ὄργανα αυτά ἔπρεπε νά ἔχουν τύχει τῆς εγκρίσεως προτύπου ΕΟΚ καί νά έχουν υποβληθεί στον ἀρχικό έλεγχο ΕΟΚ.

    Ή 'Επιτροπή συμφωνεί μέ τήν άποψη της δανικῆς κυβερνήσεως, ὅτι δηλαδή ἡ ὁδηγία-πλαίσιο 71/316 εἶναι καθοριστική γιά τήν ερμηνεία πού πρέπει νά δοθεί στην ειδική ὁδηγία 76/891. Πιστεύει, ἐν τούτοις, ὅτι ή ἑρμηνεία πού δίνει ἡ δανική κυβέρνηση στό άρθρο 2, παράγραφος 2 καί στό άρθρο 8, παράγραφος 2, τῆς ὁδηγίας-πλαισίου είναι πολύ στενή. Τά άρθρα αὐτά ορίζουν ἀντιστοίχως ὅτι: «ὅταν οἱ εξοπλισμοί έλεγχου πού διαθέτουν τό επιτρέπουν, τά κράτη μέλη παραχωροῦν, κατόπιν αιτήσεως τοῦ κατασκευαστοῦ ἡ τοῦ εντολοδόχου του, τήν έγκριση προτύπου ΕΟΚ ...» καί «... προβαίνουν στόν ἀρχικό έλεγχο ΕΟΚ».

    Ή έκφραση «πού διαθέτουν», ἡ ὁποία κατά τήν γνώμη τῆς Ἐπιτροπῆς πρέπει νά ἀντιπαραβληθεῖ μέ τίς διατάξεις των παραρτημάτων Ι καί II τῆς ὁδηγίας-πλαι-σίου έχει εὐρύτάτη έννοια καί περιλαμβάνει ὄχι μόνο τήν δυνατότητα διενεργείας των ἀναγκαίων έλεγχων μέσω τῶν υπηρεσιών τῶν κρατών μελών άλλά καί άλλες δυνατότητες πού δέν προϋποθέτουν ὅτι τό κράτος μέλος διαθέτει, αυτό τό ἴδιο, τόν ἀναγκαίο εξοπλισμό. Κατά τήν 'Επιτροπή, οἱ διατάξεις τῆς ὁδηγίας δέν υποχρεώνουν τά κράτη μέλη νά θεσπίσουν έλεγχους. Οἱ δανικές ἀρχές δύνανται νά εγκρίνουν τίς εξετάσεις πού γίνονται εἴτε στην Δανία εἴτε σέ άλλα κράτη μέλη, ἡ νά ἀπαιτοῦν ὁ 'ίδιος ὁ αἰτών νά διαθέτει τό ἀναγκαίο γιά τίς δοκιμές υλικό καί προσωπικό, παραδείγματος χάριν, στόν τόπο τῆς κατασκευής.

    Ή 'Επιτροπή προσθέτει ὅτι οἱ επίδικες κοινοτικές διατάξεις ισχύουν καί γιά τους έμπόρους πού ἐπιθυμοῦν νά εξαγάγουν, σέ άλλα κράτη μέλη, μετρητές ηλεκτρικής ενεργείας πού έχουν εἴτε κατασκευασθεί στην Δανία εἴτε εισαχθεί ἀπό άλλες χώρες, περιλαμβανομένων καί τῶν τρίτων χωρών. Οἱ ἐν λόγω ὁδηγίες ενδιαφέρουν ἑπομένως τόσο τους υπάρχοντες ὅσο καί ενδεχομένους, νέους παραγωγούς. Ἔτσι, κατά τήν γνώμη τῆς 'Επιτροπής, τά ἐπιχειρήματα τῆς δανικής κυβερνήσεως ὅτι δηλαδή μόνο ὁ δανός παραγωγός μετρητών ηλεκτρικής ενεργείας δέν εκδηλώνει κανένα ενδιαφέρον γιά τήν έγκριση προτύπου ΕΟΚ καί τόν ἀρχικό έλεγχο ΕΟΚ τῶν προϊόντων του ἡ ὅτι οἱ ἀνταλλαγές μέ τήν Δανία, ὅπου οἱ ἀλλοδαπής προελεύσεως μετρητές ἠλεκτρικής ενεργείας καλύπτουν περίπου τό 40 % τῆς συνολικής καταναλώσεως στην χώρα αύτη, διενεργοῦνται κατά τρόπο ικανοποιητικό, δέν δύνανται νά γίνουν δεκτά προκειμένου νά δικαιολογηθεί ἡ μή εκτέλεση τῶν διατάξεων τῆς ὁδηγίας 76/891 τοῦ Συμβουλίου.

    Κατά τήν δανική κυβέρνηση, ἀπό τό άρθρο 2, παράγραφος 2 καί ἀπό τό άρθρο 8, παράγραφος 2, τῆς ὁδηγίας-πλαισίου 71/316 προκύπτει σαφῶς ὅτι τά κράτη μέλη ὑπο-χρεοῦνται νά χορηγοῦν τήν έγκριση προτύπου ΕΟΚ καί νά διενεργοῦν τόν ἀρχικό έλεγχο ΕΟΚ μόνο ἐφ᾽ ὅσον διαθέτουν, αυτά τά ἴδια, τόν πρός τοῦτο ἀναγκαίο εξοπλισμό.

    Ή 'Επιτροπή προσπαθεί νά συσκοτίσει την σημασία τῶν διατάξεων αυτών υποστηρίζοντας, στην προσφυγή της, ὅτι γιά νά εκπληρώσουν τίς ἐκ τῆς ὁδηγίας υποχρεώσεις τους τά κράτη μέλη ἀρκεῖ νά προβλέψουν τήν δυνατότητα γιά τίς οικείες εθνικές ἀρχές, νά καταφεύγουν στόν τεχνικό εξοπλισμό τῶν ιδιωτικών εργαστηρίων, πού ευρίσκονται ενδεχομένως σέ άλλα κράτη μέλη. Κατά τήν γνώμη τῆς δανικής κυβερνήσεως, ἄν ἡ ερμηνεία αυτή ευσταθούσε, θά ήταν ἀρκετό ἕνα καί μόνο κατάλληλο κέντρο γιά νά ἐξασφαλισθεί ή εκτέλεση τῶν δύο ὁδηγιών σέ ὅλα τά κράτη μέλη.

    Κατά τήν γνώμη τῆς δανικής κυβερνήσεως, δέν υπάρχει καμμία ἀμφιβολία ὅτι οἱ ἀνωτέρω διατάξεις πρέπει νά ερμηνευθούν ἀβίαστα, ὅτι δηλαδή οἱ 'ίδιες οἱ ἀρχές πρέπει πράγματι νά διαθέτουν τά ἀναγκαία γιά τον τεχνικό έλεγχο όργανα. Αυτό σημαίνει, a contrario, ὅτι τά κράτη μέλη πού δέν διαθέτουν τέτοια υποδομή δέν υποχρεούνται νά χορηγούν έγκριση προτύπου ΕΟΚ καί νά διεξάγουν τόν αρχικό έλεγχο ΕΟΚ.

    Κατά τήν δανική κυβέρνηση, ἡ ερμηνεία των σχετικῶν διατάξεων πού προτείνει ή 'Επιτροπή στηρίζεται σέ ἀνασφαλή στοιχεία.

    Αυτό συμβαίνει ἰδίως μέ τό άρθρο 2, παράγραφος 2, τῆς ὁδηγίας 76/891 πού, κατά τήν γνώμη τῆς δανικής κυβερνήσεως, σημαίνει ἁπλώς ὅτι γιά νά δύνανται νά φέρουν τίς ενδείξεις καί τά σήματα ΕΟΚ οἱ μετρητές ηλεκτρικής ενεργείας πρέπει νά υποβληθοῦν στους έλεγχους πού ὁρίζει ή ὁδηγία. Ἐξ άλλου, τό γεγονός ὅτι τό σύμβολο πού εφαρμόζεται γιά τήν Δανία ὁρίζεται στό παράρτημα Ι, τμήμα Χ, ψηφίο 12, τῆς πράξεως προσχωρήσεως τοῦ 1972 δέν ἀσκεῖ καμμία επιρροή ἐπί τοῦ περιεχομένου τῶν υποχρεώσεων τῶν κρατών μελών, τό ὁποίο ὁρίζεται σαφώς στό άρθρο 2, παράγραφος 2 καί στό άρθρο 8, παράγραφος 2, τῆς ὁδηγίας-πλαισίου 71/316. Τό σύμβολο αυτό υἱοθετήθη ἀπό τήν ὁδηγία-πλαίσιο γιά τήν περίπτωση πού ἡ Δανία θά ἀπεφά-σιζε νά θεσπίσει τήν έγκριση προτύπου ΕΟΚ καί τόν ἀρχικό έλεγχο ΕΟΚ γιά τά ἐν λόγω προϊόντα.

    Κατά τήν γνώμη τῆς δανικῆς κυβερνήσεως, δέν υπάρχει κανένα στοιχείο πού νά ενισχύει τήν άποψη τῆς Ἐπιτροπής, ὅτι ἡ υποχρέωση δημιουργίας τῶν μέσων πού θά επιτρέψουν τήν χορήγηση στους Ιδιώτες τῆς ἐγκρίσεως προτύπου ΕΟΚ καί τήν διεξαγωγή τοῦ ἀρχικοῦ έλεγχου ΕΟΚ, περιέχεται στους στόχους τῆς ὁδηγίας.

    Σκοπός τῆς ὁδηγίας εἶναι νά εξαλείψει τά τεχνικά εμπόδια πού δυσχεραίνουν τήν διάθεση στό εμπόριο εντός τῆς Κοινότητας, τῶν μετρητών ηλεκτρικής ενεργείας, στους ὁποίους ἀναφέρεται ἡ ὁδηγία. Ή 'Επιτροπή ὅμως έχει διαπιστώσει ὅτι ουδέποτε υπήρξαν τέτοια εμπόδια στην Δανία. Κατά τήν γνώμη τῆς δανικής κυβερνήσεως, δέν δύναται νά θεωρηθεί ὅτι περιέχεται στους στόχους τῆς ὁδηγίας τό καθήκον ἐνεργοῦ συμβολής στην προώθηση τῶν ἐξαγωγῶν μετρητών ενεργείας δανικής κατασκευής πρός άλλα κράτη μέλη.

    Κατά τήν δανική κυβέρνηση, πρέπει νά σημειωθεί ὅτι, ἀνεξάρτητα ἀπό τήν νομική ἀξία τῆς δηλώσεως τῆς Ἐπιτροπῆς καί τοῦ Συμβουλίου πού επισυνάπτεται στά πρακτικά τῆς συνόδου τοῦ Συμβουλίου σέ συνάρτηση μέ τήν θέσπιση τῆς ὁδηγίας 76/891, ἡ 'Επιτροπή εγκατέλειψε, κατά τήν διάρκεια τῆς διαδικασίας τήν νομική άποψη πού εἶχε διατυπώσει καί τῆς ὁποίας ἐγνώριζε τήν ἀποφασιστική σημασία γιά τήν δανική κυβέρνηση. Αυτό μόνο ἀρνητικά ἀποτελέσματα δύναται νά έχει ἐπί τῶν προσεχών εργασιών στό πλαίσιο τοῦ Συμβουλίου σχετικά μέ τήν εναρμόνιση.

    ΙV — Προφορική διαδικασία

    Ἡ 'Επιτροπή τῶν Εὐρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη ἀπό τόν Η. Ρ. Hartvig, μέλος τῆς νομικής τῆς υπηρεσίας καί ή κυβέρνηση τοῦ Βασιλείου τῆς Δανίας, εκπροσωπουμενη ἀπό τόν L. Mikaelsen ἀγόρευσαν κατά την συνεδρίαση τῆς 12ης Ὀκτωβρίου 1982.

    Ὁ γενικός εἰσαγγελεύς ἀνέπτυξε τίς προτάσεις του κατά τήν συνεδρίαση τῆς 10ης Νοεμβρίου 1982.

    Κατά τήν συνεδρίαση τῆς 12ης 'Οκτωβρίου 1982 τό Δικαστήριο συνέκειτο ἀπό τους J. Mertens de Wilmars, πρόεδρο, U. Everling, Α. Χλωρό, προέδρους τμήματος, Ρ. Pescatore, Ο. Due, Κ. Bahlmann καί Υ. Galmot, δικαστές.

    Σύμφωνα μέ τό άρθρο 27, παράγραφος 2, τοῦ κανονισμοῦ διαδικασίας, στήν διάσκεψη λαμβάνουν μέρος μόνο οἱ δικαστές πού μετείχαν στην προφορική διαδικασία. Λόγω τοῦ θανάτου τοῦ δικαστού Χλωρού, τό Δικαστήριο, ἀπεφάσισε μέ διάταξη τῆς 16ης Νοεμβρίου 1982, τήν επανάληψη τῆς προφορικής διαδικασίας ενώπιον τοῦ Δικαστηρίου μέ τήν νέα του σύνθεση.

    Ή 'Επιτροπή, μέ τηλετύπημα τῆς 1ης Δεκεμβρίου 1982, καί ἡ δανική κυβέρνηση, μέ ἔγγραφο τῆς 2ας Δεκεμβρίου 1982, ἐδήλωσαν ὅτι παραιτοῦνται τῆς παραστάσεως κατά τήν συνεδρίαση πού εἶχε ὁρισθεί γιά τήν 9η Δεκεμβρίου καί ἀνεφέρθησαν στους ισχυρισμούς καί τά επιχειρήματα πού είχαν ἀναπτύξει κατά τήν συνεδρίαση τῆς 12ης 'Οκτωβρίου 1982.

    Κατά τήν συνεδρίαση τῆς 9ης Δεκεμβρίου 1982, ὁ γενικός εἰσαγγελεύς ἐδήλωσε ὅτι ἀναφέρεται στίς προτάσεις πού εἶχε ἀναπτύξει στην συνεδρίαση τῆς 10ης Νοεμβρίου 1982.

    Σκεπτικό

    1

    Μέ δικόγραφο πού κατετέθη στην γραμματεία τοῦ Δικαστηρίου, στίς 13 'Ιουλίου 1981, ἡ 'Επιτροπή τῶν Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ἤσκησε προσφυγή, δυνάμει τοῦ ἄρθρου 169 τῆς συνθήκης ΕΟΚ, μέ την ὁποία ζητεί νά αναγνωρισθεί ὅτι τό Βασίλειο τῆς Δανίας παρέβη τίς ἐκ τοῦ ἄρθρου 189, παράγραφος 3, τῆς συνθήκης υποχρεώσεις του, παραλείποντας νά θεσπίσει έκτός τῆς ὁρισθείσης προθεσμίας τίς ἀναγκαίες διατάξεις προκειμένου νά συμμορφωθεί πρός τήν ὁδηγία 76/891 τοῦ Συμβουλίου, τῆς 4ης Νοεμβρίου 1976, περί προσεγγίσεως τῶν νομοθεσιῶν των κρατών μελών τῶν ἀναφερομένων στους μετρητές ηλεκτρικῆς ενεργείας (ΕΕ εἰδ. ἔκδ. 13/004, σ. 226).

    2

    Ή ὁδηγία 76/891 ἀποτελεί μία ἀπό τίς ὁδηγίες εφαρμογής τῆς ὁδηγίας 71/316 τοῦ Συμβουλίου, τῆς 26ης 'Ιουλίου 1971, περί προσεγγίσεως τῶν νομοθεσιών τῶν κρατών μελών τῶν σχετικών μέ τίς κοινές διατάξεις γιά τά ὄργανα μετρήσεως καί γιά τίς μεθόδους μετρολογικοῦ έλεγχου (ΕΕ εἰδ. ἔκδ. 13/001, σ. 138).'Η ὁδηγία 71/316, ἡ ὁποία ἐθεσπίσθη γιά νά εξαλειφθούν τά τεχνικά εμπόδια στό ενδοκοινοτικό εμπόριο τῶν ὀργάνων μετρήσεως καί οἱ κίνδυνοι ἀνισότητος ὅσον άφορᾶ τους ὅρούς τοῦ ἀνταγωνισμοῦ καί ἡ ὁποία 'έχει τόν χαρακτήρα ὁδηγίας-πλαισίου, προβλέπει ὅτι γιά κάθε κατηγορία ὀργάνων μετρήσεως, τά μετρολογικά χαρακτηριστικά καί οἱ προδιαγραφές τεχνικοῦ σχεδιασμοῦ καί λειτουργίας θά καθορισθοῦν μέ ειδικές ὁδηγίες.

    3

    Σύμφωνα μέ τό άρθρο 4 τῆς ὁδηγίας 76/891, περί μετρητών ηλεκτρικῆς ενεργείας, τά κράτη μέλη ὄφειλαν νά θέσουν σέ ἰσχύ τά μέτρα πού εἶναι ἀναγκαία γιά νά συμμορφωθούν πρός την ὁδηγία εντός 18 μηνῶν ἀπό τῆς κοινοποιήσεως της, προθεσμία ἡ ὁποία έληξε, ἐν προκειμένω, στίς 9 Μαίου 1978.

    4

    Ή δανική κυβέρνηση ζητεῖ, κατά κύριο λόγο νά κριθεί ἀπαράδεκτη ἡ προσφυγή τῆς 'Επιτροπής, επικουρικῶς δέ ἀβάσιμη.

    Ἐπί τοῦ παραδεκτού

    5

    Ή δανική κυβέρνηση υποστηρίζει ὅτι ἡ προσφυγή εἶναι ἀπαράδεκτη διότι ἡ Ἐπιτροπή, κατά παράβαση τοῦ ἄρθρου 169 τῆς συνθήκης, ἀφ' ενός, διετύπωσε αιτιολογημένη γνώμη, χωρίς προηγουμένως νά τῆς δώσει τήν δυνατότητα νά διατυπώσει παρατηρήσεις ὅσον άφορᾶ μία σαφώς καθορισμένη υποχρέωση, ἀφ' έτερου δέ, διετύπωσε τήν προσφυγή κατά τρόπο διάφορο τῆς αιτιολογημένης γνώμης.

    6

    Ή δανική κυβέρνηση προβάλλει πρώτον, ὅτι τό έγγραφο, μέ τό όποιο τῆς ἐζητήθη νά διατυπώσει τίς παρατηρήσεις τῆς ήταν πολύ ἀσαφώς διατυπωμένο γιά νά ἀποτελεί έγγραφο ενάρξεως τῆς διαδικασίας περί παραβάσεως, κατά τήν έννοια τοῦ ἄρθρου 169 τῆς συνθήκης.

    7

    Πρέπει νά σημειωθεί ὅτι, δυνάμει τοῦ ἄρθρου 169 τῆς συνθήκης, ἡ 'Επιτροπή δέν δύναται νά ἀσκήσει ενώπιον τοῦ Δικαστηρίου προσφυγή περί παραβάσεως, παρά μόνο ἀφοῦ παράσχει στό ενδιαφερόμενο κράτος μέλος τήν δυνατότητα νά διατυπώσει τίς παρατηρήσεις του.

    8

    "Οπως προκύπτει ἀπό τόν σκοπό τῆς διαδικασίας πού προηγεἶται τῆς ἀσκήσεως τῆς προσφυγής λόγω παραβάσεως, τό ἀνωτέρω έγγραφο έχει ὡς σκοπό νά καθορίσει τό αντικείμενο τῆς διαφοράς καί νά δώσει στό κράτος μέλος, πού καλείται νά διατυπώσει τίς παρατηρήσεις του, τά ἀναγκαία στοιχεία γιά νά προετοιμάσει τήν άμυνά του.

    9

    Όπως εδέχθη τό Δικαστήριο μέ τήν ἀπόφαση τῆς 17ης Φεβρουαρίου 1970 (υπόθεση 31/69, 'Επιτροπή κατά 'Ιταλίας, Sml. 1970, σ. 3), επειδή ἡ δυνατότης τοῦ κράτους μέλους νά διατυπώσει τίς παρατηρήσεις του (ἀκόμα καί ἄν δέν κρίνει σκόπιμο νά τό κάνει) ἀποτελεί ουσιώδη κατά την συνθήκη εγγύηση, ἡ τήρηση της ἀποτελεί προϋπόθεση τῆς νομιμότητος τῆς διαδικασίας τῆς προσφυγῆς λόγω παραβάσεως κράτους μέλους.

    10

    'Από τά στοιχεία τῆς δικογραφίας προκύπτει ὅτι, μέ τό ἀνωτέρω έγγραφο τῆς 23ης Μαΐου 1979 ἡ 'Επιτροπή ἠρκέσθη νά ἀναφέρει ὅτι, κατά τήν ἄποψή της, ή δανική κυβέρνηση δέν εἶχε θέσει σέ ἰσχύ τίς ἀναγκαίες διατάξεις γιά τήν μεταφορά τῆς ὁδηγίας 76/891 στό εθνικό δίκαιο, ἀλλα δέν διευκρίνησε τίς υποχρεώσεις πού υπείχε, κατά τήν γνώμη της, τό κράτος αυτό ἀπό τήν ἐν λόγω ὁδηγία, καί οἱ όποιες δέν ἐτηρήθησαν.

    11

    Ἐν προκειμένω, ὅμως, αυτό δέν είχε ὡς ἀποτέλεσμα νά στερήσει ἀπό τήν δανική κυβέρνηση τήν δυνατότητα νά διατυπώσει ἀποτελεσματικῶς τίς παρατηρήσεις της. Πράγματι, στίς 7 'Ιουνίου 1978, ἡ 'Επιτροπή ἀπηύθυνε στην δανική κυβέρνηση έγγραφο, στό ὁποῖο ἀνέφερε λεπτομερῶς τους λόγους πού ἐθεμελίωναν τήν πεποίθησή τῆς ὅτι τό Βασίλειο τῆς Δανίας εἶχε παραβεί μία των ὑποχρεώσεων πού ὑπείχε ἐκ τῆς ὁδηγίας 76/891. Ή δέ δανική κυβέρνηση διετύπωσε τίς παρατηρήσεις τῆς στίς 22 Αυγούστου 1979 ἀναφερομένη σ᾽ αυτήν ἀκριβῶς τήν άποψη πού εἶχε εκφράσει ἡ 'Επιτροπή στό ἔγγραφο αυτό τῆς 7ης 'Ιουνίου 1978.

    12

    Κατά συνέπεια, αυτός ὁ ισχυρισμός εἶναι ἀπορριπτέος.

    13

    Ή δανική κυβέρνηση προβάλλει, κατά δεύτερο λόγο ὅτι ἡ αιτιολογημένη γνώμη καί τό δικόγραφο τῆς προσφυγής δέν ταυτίζονται.

    14

    Πρέπει νά σημειωθεί ὅτι, επειδή τό ἀντικείμενο τῆς ἀσκούμενης βάσει τοῦ άρθρου 169 προσφυγῆς προσδιορίζεται ἀπό τήν αιτιολογημένη γνώμη τῆς 'Επιτροπῆς, οἱ δύο αυτές πράξεις πρέπει νά στηρίζονται στους 'ίδιους λόγους καί ισχυρισμούς.

    15

    'Από τήν δικογραφία προκύπτει ὅτι ἡ ἀπαίτηση αυτή ἐτηρήθη. Πράγματι, ἡ διατύπωση τοῦ δικογράφου τῆς προσφυγής ἀντιστοιχεί μέ τήν διατύπωση τῆς αιτιολογημένης γνώμης τῆς 6ης 'Οκτωβρίου 1980. Καί στίς δύο πράξεις, ἡ 'Επιτροπή, ἀφοῦ ἀνέφερε τήν άποψη τῶν δανικών άρχων περιγράφει κατά παρόμοιο καί επαρκώς σαφή τρόπο την φερομένη παράβαση καί τους λόγους, γιά τους ὁποιους φρονεί ὅτι τό Βασίλειο τῆς Δανίας παρέβη τίς ἐκ τῆς συνθήκης υποχρεώσεις του.

    16

    Ἐπικαλούμενη, τό πρώτον μέ τό δικόγραφο τῆς προσφυγῆς, τίς διατάξεις της ὁδηγίας-πλαισίου 71/316, ἡ 'Επιτροπή περιωρίσθη νά ἀπαντήσει έτσι σέ ἕνα ισχυρισμό πού εἶχε προβάλει ἡ δανική κυβέρνηση ἀπαντώντας στην αιτιολογημένη γνώμη, μέ αυτό δέ οὔτε μετέβαλε τόν χαρακτηρισμό οὔτε την θεμελίωση της φερομένης παραβάσεως.

    17

    Κατά συνέπεια, ὁ δεύτερος ισχυρισμός ἀντικρούσεως τῆς δανικῆς κυβερνήσεως εἶναι ἀπορριπτέος.

    'Επί τῆς ουσίας

    18

    Ή διαφορά ἀναφέρεται στό περιεχόμενο καί στην έκταση τῶν ὑποχρεώσεων πού ἀπορρέουν ἀπό τίς συνδυασμένες διατάξεις τῆς ὁδηγίας-πλαισίου 71/316 καί τῆς ὁδηγίας 76/891 περί μετρητῶν ηλεκτρικής ενεργείας.

    19

    Κατά την γνώμη τῆς 'Επιτροπής, ἀπό τίς διατάξεις αυτές προκύπτει ὅτι τά κράτη μέλη δέν ἔχουν μέν τήν ὑποχρέωση νά εγκαταστήσουν εξοπλισμούς έλεγχου, υποχρεοῦνται ὅμως ὅλα νά δημιουργήσουν τήν δυνατότητα χορηγήσεως τῶν ενδείξεων καί σημάτων ΕΟΚ, κατόπιν αιτήσεως τῶν παραγωγών ἡ τῶν εισαγωγέων. Ή υποχρέωση αύτη ἀνταποκρίνεται πρός τό ἀντικείμενο τῶν ὁδηγιών, οἱ όποιες θεσπισθείσες ἐν ὄψει τῆς εξαλείψεως τῶν τεχνικών εμποδίων στίς ἀνταλλαγές, σκοποῦν νά καταστήσουν δυνατή τήν ελεύθερη διάθεση στην ἀγορά καί τήν χρησιμοποίηση σέ ὁλόκληρη τήν Κοινότητα τῶν μετρητών ηλεκτρικής ενεργείας πού φέρουν τίς ενδείξεις καί τά σήματα ΕΟΚ.

    20

    Ή Ἐπιτροπή ὑπογραμμίζει ὅτι γιά νά εκπληρώσει τήν υποχρέωση τῆς ἡ Δανία δύναται, σύμφωνα μέ τά παραρτήματα Ι καί ΙΙ τῆς ὁδηγίας-πλαισίου, εἴτε νά δεχθεί τίς εξετάσεις πού γίνονται στό ἔδαφός τῆς ἡ σέ άλλα κράτη μέλη, εἴτε νά ἀπαιτήσει νά διαθέτει ὁ αἴτών τό ἀναγκαίο γιά τίς εξετάσεις υλικό καί προσωπικό. Τό ὅτι ἡ Δανία βαρύνεται μέ τήν υποχρέωση αὐτή, ἐπιβεβαιώνεται ἀπό τήν πράξη προσχωρήσεως τοῦ 1972, παράρτημα Ι, παράγραφος Χ, πού στό ψηφίο 12 καθορίζει γιά τήν Δανία τά ἀρχικά DK ὡς διακριτικό πού πρέπει νά προστίθεται στίς ενδείξεις εγκρίσεως ΕΟΚ καί στά σήματα ἀρχικοῦ έλεγχου ΕΟΚ πού χορηγοῦνται ἀπό τό κράτος αὐτό.

    21

    Κατά τήν γνώμη τῆς δανικῆς κυβερνήσεως, ἀπό τίς συνδυασμένες διατάξεις της ὁδηγίας-πλαισίου 71/316 καί τῆς ὁδηγίας 76/891 προκύπτει σαφώς ὅτι δέν ἀπαιτείται κανένα ειδικό μέτρο εφαρμογής στην Δανία, δεδομένου ὅτι ἡ χώρα αυτή δέν διαθέτει εξοπλισμό γιά την διενέργεια έλεγχων εγκρίσεως προτύπου καί ἀρχικοῦ έλεγχου. Κατά τήν δανική κυβέρνηση, δέν δύναται νά θεωρηθεί ὅτι περιέχεται στους στόχους μιας ὁδηγίας, πού σκοπεί τήν εξάλειψη τῶν τεχνικῶν ἐμποδίων στίς ἀνταλλαγές γιά μετρητές ηλεκτρικής ενεργείας, ἡ υποχρέωση δημιουργίας τοῦ διοικητικοῦ μηχανισμοῦ πού θά καταστήσει δυνατή τήν χορήγηση, κατόπιν αιτήσεως, τῶν ενδείξεων καί σημάτων ΕΟΚ καί τήν λειτουργία ενός συστήματος ἀμοιβαίας ἀναγνωρίσεως τῶν έλεγχων, ἀφοῦ δέν υπάρχει ἀντίστοιχος ἔλεγχος σέ εθνικό επίπεδο.

    22

    Ή δανική κυβέρνηση θεωρεί, κατά συνέπεια, ὅτι οἱ διατάξεις τῶν παραρτημάτων Ι καί ΙΙ τῆς ὁδηγίας-πλαισίου 71/316, σέ συνδυασμό μέ εκείνες τοῦ ἄρθρου 2, παράγραφος 2 καί τοῦ ἄρθρου 8, παράγραφος 2, ἐθεσπίσθησαν ἀποκλειστικά γιά τήν περίπτωση πού ἡ Δανία θά ἀπεφάσιζε νά θεσπίσει στό ἔδαφός της σύστημα μετρολογικοῦ έλεγχου τῶν ὀργάνων μετρήσεως.

    23

    Γιά τήν επίλυση τῆς διαφορᾶς τό Δικαστήριο πρέπει νά ἀναλύσει τίς συνδυασμένες διατάξεις τῆς ὁδηγίας-πλαισίου 71/316 περί προσεγγίσεως τῶν νομοθεσιών τῶν κρατών μελών τῶν σχετικών μέ τά όργανα μετρήσεως καί τίς μεθόδους μετρολογικοῦ έλεγχου καί τῆς ειδικής ὁδηγίας 76/891 περί μετρητών ηλεκτρικής ενεργείας.

    24

    Σύμφωνα μέ τά άρθρα 2, παράγραφος 2 καί 8, παράγραφος 2, τῆς ὁδηγίας-πλαισίου 71/316, τά κράτη μέλη έχουν τήν υποχρέωση νά χορηγούν, κατόπιν αιτήσεως τοῦ κατασκευαστοῦ ἡ τοῦ εντολοδόχου του, τήν έγκριση προτύπου ΕΟΚ ή νά προβαίνουν στόν ἀρχικό έλεγχο τῶν σχετικών ὀργάνων μόνο «ὅταν οἱ εξοπλισμοί έλεγχου πού διαθέτουν, τό επιτρέπουν». Σημειωτέον δέ, ὅτι καμμία διάταξη τῆς ὁδηγίας-πλαισίου δέν επιβάλλει στά κράτη μέλη νά ἀποκτήσουν εντός ὁρισμένης προθεσμίας τόν εξοπλισμό αυτό, τόν όποιο δέν διαθέτουν καί ἀπό τον όποιο εξαρτᾶται ἡ χορήγηση τῶν σημάτων καί ἐνδείξεων ΕΟΚ ἀπό τά κράτη αυτά.

    25

    Δέν δύναται νά γίνει δεκτό, ὅπως υποστηρίζει ἡ Ἐπιτροπή, ὅτι τά παραρτήματα Ι καί II τῆς ὁδηγίας-πλαισίου έχουν ὡς ἀντικείμενο καί δύνανται νά έχουν ὡς συνέπεια τήν μεταβολή τῆς εκτάσεως τῶν υποχρεώσεων πού επιβάλλουν στά κράτη μέλη τά ἀνωτέρω ἄρθρα 2 καί 8. Οἱ διατάξεις τῶν παραρτημάτων αὐτῶν περιορίζονται νά διευκρινήσουν τίς πρακτικές λεπτομέρειες τῆς εγκρίσεως προτύπου ΕΟΚ καί ἀρχικοῦ έλεγχου ΕΟΚ, οἱ δέ κανόνες πού περιέχουν εφαρμόζονται ἑπομένως μόνο στά κράτη μέλη πού διαθέτουν ἤ θά ἀποκτήσουν εξοπλισμούς έλεγχου, πού θά τους επιτρέπουν νά χορηγούν τά σήματα καί τίς ενδείξεις ΕΟΚ μέ δική τους φροντίδα.

    26

    Πρέπει λοιπόν νά γίνει δεκτό ὅτι ἡ ὁδηγία-πλαίσιο 71/316, αύτη καθ' εαυτή δέν συνιστᾶ εἰς βάρος τῶν κρατών μελών παρά μία ὑπό αίρεση υποχρέωση χορηγήσεως τῶν σημάτων καί ενδείξεων ΕΟΚ πού εξαρτάται ἀπό τό ἄν διαθέτουν τους πρός τοῦτο εξοπλισμούς έλέγχου.

    27

    Είναι, ἐν τούτοις, ἀληθές ὅτι τό ἄρθρο 1, παράγραφος 4, τῆς ὁδηγίας-πλαισίου 71/316 προβλέπει ὅτι οἱ ειδικές ὁδηγίες δύνανται νά καθορίζουν ὅτι οἱ κατηγορίες ὀργάνων, τίς όποιες ἀφοροῦν «πρέπει νά υποβληθούν σέ ὅλα τά κράτη μέλη, στην έγκριση προτύπου ΕΟΚ καί στον ἀρχικό έλεγχο ΕΟΚ ἤ σέ ένα ἀπό αυτούς τους έλεγχους». Ἑπομένως, σύμφωνα μέ τίς διατάξεις αυτές, εἶναι δυνατό, μία ειδική ὁδηγία πού άφορᾶ ὁρισμένη κατηγορία ὀργάνων νά μεταβάλει γιά τήν κατηγορία αυτή τήν ὑπό αἵρεση υποχρέωση χορηγήσεως των σημάτων καί ενδείξεων ΕΟΚ σέ μία ἀπηλλαγμένη αἱρέσεως υποχρέωση εἰς βάρος κάθε κράτους μέλους, άνευ ουδεμίας διακρίσεως. Πρέπει λοιπόν νά εξετασθεί ἄν ἡ ειδική ὁδηγία 76/891 περί μετρητών ηλεκτρικής ενεργείας ηθέλησε νά μεταβάλει κατ᾽ αυτόν τόν τρόπο, γιά αυτήν τήν κατηγορία ὀργάνων, τήν έκταση τῶν υποχρεώσεων πού επιβάλλει στά κράτη μέλη ἡ ὁδηγία-πλαίσιο.

    28

    Σύμφωνα μέ τό άρθρο 2 τῆς ὁδηγίας 76/891, «οἱ μετρητές ηλεκτρικῆς ενεργείας, στους ὁποίους επιτρέπεται ἡ χρησιμοποίηση τῶν σημάτων καί ενδείξεων ΕΟΚ περιγράφονται στό παράρτημα τῆς παρούσης ὁδηγίας. Οἱ μετρητές υπόκεινται στην έγκριση προτύπου ΕΟΚ καί υποβάλλονται στον ἀρχικό έλεγχο ΕΟΚ». Ή πολύ γενική αυτή διάταξη πρέπει νά θεωρηθεί ὅτι έχει ὡς μόνο σκοπό νά υπαγάγει τους μετρητές ηλεκτρικῆς ενεργείας στό σύστημα τῆς εγκρίσεως προτύπου ΕΟΚ καί τοῦ ἀρχικοῦ έλεγχου ΕΟΚ πού θεσπίζει ἡ ὁδηγία-πλαίσιο. Πράγματι, δέν δύναται νά γίνει δεκτό ὅτι ἡ ὑπό αἵρεση υποχρέωση πού καθορίζει αυτή ή ὁδηγία-πλαίσιο μετεβλήθη σέ άνευ αἱρέσεως υποχρέωση, ἐφ᾽ ὅσον ούτε ἀπό τήν αιτιολογία τῆς ὁδηγίας 76/891 ούτε ἀπό κανένα ἀπό τά στοιχεία τῆς δικογραφίας ἤ ἀπό τήν προφορική διαδικασία προκύπτει ὅτι υπάρχουν ιδιαίτεροι λόγοι, νά καταστούν βαρύτερες οἱ υποχρεώσεις πού επιβάλλει στά κράτη μέλη ή ὁδηγία-πλαίσιο, ὅσον άφορᾶ τήν χορήγηση τῶν ενδείξεων καί σημάτων ΕΟΚ γιά τους μετρητές ηλεκτρικής ενεργείας.

    29

    Ή ἄποψη τῆς 'Επιτροπῆς, ὅτι ὁ σκοπός τῆς ὁδηγίας δέν δύναται νά ἐπιτευχθεί παρά ἄν ὅλα τά κράτη μέλη φέρουν την υποχρέωση νά χορηγοῦν, κατόπιν αιτήσεως, τίς ἐνδείξεις καί τά σήματα ΕΟΚ, δέν δύναται νά γίνει δεκτή.

    30

    Ή ὁδηγία 76/891 επέβαλε, ἐν πρώτοις, μέ τό άρθρο 3 σέ ὅλα τά κράτη μέλη, χωρίς εξαίρεση, τήν υποχρέωση νά μή «ἀρνοῦνται, ἀπαγορεύουν ἡ περιορίζουν τήν διάθεση στην ἀγορά καί τήν χρησιμοποίηση μετρητῶν ηλεκτρικής ενεργείας ἄν οἱ ἐν λόγω μετρητές φέρουν τήν ένδειξη εγκρίσεως προτύπου ΕΟΚ καί τό σήμα ἀρχικοῦ έλεγχου ΕΟΚ». Κάθε εθνική νομοθετική ἡ κανονιστική ρύθμιση πού εἶναι ἀντίθετη πρός τίς ἐπιταγές αυτές πρέπει νά προσαρμοσθεί ἀναλόγως. Όσον άφορᾶ τήν δημιουργία εθνικών ὀργάνων, πού θα δύνανται νά χορηγούν τά σήματα καί τίς ενδείξεις ΕΟΚ, ἀπό τό σύστημα τῶν ἐν λόγω ὁδηγιών προκύπτει ὅτι αυτές ἀρκέσθησαν, σ' ἕνα πρῶτο στάδιο, σέ ένα σχήμα ἁπλώς «επιλεκτικής εναρμονίσεως» πού ἀπαλλάσσει τά κράτη μέλη, τά όποια στεροῦνται τῶν ἀναγκαίων εξοπλισμών έλεγχου, ἀπό τήν υποχρέωση νά χορηγοῦν, αυτά τά 'ίδια, τά σήματα καί τίς ενδείξεις ΕΟΚ. Στά κράτη μέλη πού βρίσκονται στην κατάσταση αυτή εναπόκειται νά εκτιμήσουν, λαμβάνοντας ὑπ' όψη ιδίως τό συμφέρον τῶν εγκατεστημένων στό ἔδαφός τους επιχειρηματιών, ἄν πρέπει νά ἀποκτήσουν τους εξοπλισμούς αυτούς καί νά ὑπαχθοῦν έτσι στίς υποχρεώσεις πού θεσπίζουν τά άρθρα 2 καί 8 τῆς ὁδηγίας 71/316.

    31

    Ή 'Επιτροπή δέν ἀμφισβητεί ὅτι, ελλείψει δανικών κανόνων περί μετρητών ηλεκτρικής ενεργείας, τό Βασίλειο τῆς Δανίας δέν χρειάζεται νά θεσπίσει κανένα μέτρο γιά νά συμμορφωθεί πρός τό άρθρο 3 τῆς οδηγίας 76/891 καί ὅτι εξασφαλίζεται ἡ ἐλεύθερη διάθεση στην δανική ἀγορά τῶν μετρητών ηλεκτρικής ἐνεργείας προελεύσεως άλλων κρατών μελών, εἴτε φέρουν τά σήματα καί τίς ἐνδείξεις ΕΟΚ εἴτε ὄχι. Οὔτε ἀμφισβητεί τό γεγονός ὅτι τό Βασίλειο τῆς Δανίας δέν διαθέτει τους ἀναγκαίους εξοπλισμούς έλεγχου γιά τήν χορήγηση τῆς εγκρίσεως προτύπου ΕΟΚ καί τήν διενέργεια τοῦ ἀρχικοῦ έλεγχου ΕΟΚ ὡς πρός τους μετρητές ηλεκτρικής ενεργείας. 'Από τά ἀνωτέρω προκύπτει επομένως ὅτι οἱ συνδυασμένες διατάξεις τῶν ὁδηγιών 71/316 καί 76/891 δέν επιβάλλουν στό Βασίλειο τῆς Δανίας καμμία υποχρέωση νά δημιουργήσει τίς ἀναγκαίες δομές γιά τήν χορήγηση, κατόπιν αιτήσεως τῶν ενδιαφερομένων παραγωγών ἡ έμπόρων, τῶν σημάτων καί ενδείξεων ΕΟΚ γιά τους μετρητές ἠλεκτρικής ἐνεργείας.

    32

    Ἑπομένως, τό Βασίλειο τῆς Δανίας δέν παρέβη τίς έκ τῶν ἀνωτέρω ὁδηγιών υποχρεώσεις του.

    33

    Ή προσφυγή τῆς Ἐπιτροπῆς πρέπει, ἑπομένως, νά ἀπορριφθεί.

    Ἐπί τῶν δικαστικῶν ἐξόδων

    34

    Σύμφωνα μέ τό άρθρο 69, παράγραφος 2, τοῦ κανονισμοῦ διαδικασίας, ὁ ἡττηθείς διάδικος καταδικάζεται στά δικαστικά ἔξοδα. Δεδομένου ὅτι ἡ 'Επιτροπή τῶν Ευρωπαϊκῶν Κοινοτήτων ἡττήθη, πρέπει νά καταδικασθεί στά δικαστικά έξοδα.

     

    Διά ταῦτα

    ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

    κρίνει καί ἀποφασίζει:

     

    1)

    'Απορρίπτει τήν προσφυγή.

     

    2)

    Καταδικάζει τήν προσφεύγουσα στά δικαστικά έξοδα.

     

    Menens de Wilmars

    Pescatore

    Everling

    Mackenzie Stuart

    Due

    Bahlmann

    Galmot

    Έδημοσιεύθη σέ δημοσία συνεδρίαση στό Λουξεμβοῦργο στίς 15 Δεκεμβρίου 1982.

    Ὁ γραμματεύς

    κ.ἀ.α.

    J. Α. Pompe

    Βοηθός γραμματεύς

    Ὁ πρόεδρος

    J. Mertens de Wilmars

    Top