EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 61981CC0091

Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα VerLoren van Themaat της 28ης Απριλίου 1982.
Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιταλικής Δημοκρατίας.
Παράβαση κράτους - Οδηγία περί ομαδικών απολύσεων.
Υπόθεση 91/81.

Συλλογή της Νομολογίας 1982 -02133

ECLI identifier: ECLI:EU:C:1982:127

ΠΡΟΤΆΣΕΙΣ ΤΟῦ ΓΕΝΙΚΟΟ ΕΊΣΑΓΓΕΛΈΩΣ

PIETER VERLOREN VAN THEMAAT

ΠΟΫ ΆΝΕΠΤΫΧΘΗΣΑΝ ΣΤίΣ 28 'ΑΠΡΙΛΊΟΥ 1982 ( 1 )

Κύριε πρόεδρε,

Κύριοι δικαστές,

1. Εισαγωγή

Ἡ Ἐπιτροπή ζητεί ἀπό τό Δικαστήριο νά ἀναγνωρίσει ὅτι ἡ 'Ιταλική Δημοκρατία δέν ἐτήρησε υποχρέωση τήν ὁποία υπέχει ἐκ τῆς συνθήκης, διότι δέν έλαβε εμπροθέσμως τά ἀναγκαία μέτρα γιά τήν εφαρμογή της ὁδηγίας 75/129 τοῦ Συμβουλίου «περί προσεγγίσεως τῶν νομοθεσιῶν τῶν Κρατῶν μελών πού ἀφοροῦν τίς ὁμαδικές ἀπολύσεις».

2. 'Εξέλιξη καί ἀντικείμενο τῆς διαδικασίας

Κατά τήν παρούσα διαδικασία, ἡ ιταλική κυβέρνηση υποστηρίζει ιδίως, πρός υπεράσπιση της, ὅτι δέν ήταν ἀναγκαίο νά λάβει ὁποιοδήποτε εκτελεστικό κανονιστικό μέτρο, δεδομένου ὅτι ἐπί τοῦ θέματος οἱ στόχοι τῆς ὁδηγίας έκτος ὁρισμένων ελαχίστων κενών, εἶχαν ήδη επιτευχθεί χάρις σέ ένα σύνολο τριών νόμων καί ένα ὁρισμένο ἀριθμό συλλογικών συμβάσεων. Τό γεγονός πάντως ὅτι ἡ ιταλική κυβέρνηση υπέβαλε στό Κοινοβούλιο ένα νομοσχέδιο γιά τήν εκτέλεση τῆς ὁδηγίας δέν σημαίνει, κατά τήν ἄποψη της, ὅτι χωρίς τό νομοσχέδιο αυτό ἡ ὁδηγία θά παρέμενε ἀνεφάρμοστη. Τό νομοσχέδιο, πράγματι, ἀποβλέπει απλώς στην συστηματική ρύθμιση τοῦ θέματος. Ή ιταλική κυβέρνηση προσάπτει στην 'Επιτροπή ὅτι καταλήγει στό εσφαλμένο συμπέρασμα ὅτι ἡ 'Ιταλία, ἐφ᾽ ὅσον τό νομοσχέδιο δέν ἐψηφίσθη ἀκόμη, δέν ἐξεπλήρωσε τίς υποχρεώσεις, τίς όποιες υπέχει ἐκ τῆς συνθήκης. Κατά τήν άποψη της, ἡ 'Επιτροπή ἐκκινεί ἀπό μία τυπολατρική ἀντίληψη, κατά τήν οποία μία ὁδηγία δύναται νά εφαρμοσθεί μόνον διά τῆς λήψεως ἐκτελεστικών μέτρων, ἀνεξαρτήτως τοῦ ζητήματος ἐάν οἱ νομικοί κανόνες ενός Κράτους μέλους εἶναι ήδη σύμφωνοι πρός τήν ὁδηγία. Προσάπτει στην 'Επιτροπή ὅτι συνήγαγε ἁπλώς ἀπό τήν καθυστέρηση κατά τήν λήψη τῶν μέτρων εφαρμογής ὅτι ή 'Ιταλική Δημοκρατία δέν εἶχε εκπληρώσει τίς υποχρεώσεις, τίς όποιες τῆς επέβαλε ή ὁδηγία, χωρίς νά εξετάσει ἐάν οἱ επιδιωκόμενοι ἀπό τήν ὁδηγία στόχοι είχαν ήδη επιτευχθεί στην ιταλική έννομη τάξη. 'Εφ' ὅσον υφίσταται αυτή ἡ ἀντιδικία, θεωρώ ὅτι εἶναι ὀρθό νά εξετασθούν κατ' ἀρχάς ή εξέλιξη τῆς διαδικασίας καί τό ἀντικείμενο τῆς προσφυγής. Ὡς πρός τήν εξέλιξη τῆς διαδικασίας δάναμαι νά παραπέμψω στην έκθεση γιά τήν ἐπ᾽ ἀκροατηρίου συζήτηση.

'Από τήν αιτιολογημένη γνώμη πού ἡ Ἐπιτροπή ἀπηύθυνε τήν 23η 'Οκτωβρίου 1979 πρός τήν ιταλική κυβέρνηση συνάγεται κατ' ἀρχάς, ἀπό τό σημείο ΙΙΙ, ὅτι ἐκ τοῦ γεγονότος ὅτι ἡ ιταλική κυβέρνηση μέχρι τῆς ἡμερομηνίας εκείνης δέν τῆς εἶχε κοινοποιήσει ποιά μέτρα είχαν ληφθεί, ἡ 'Επιτροπή συνεπέρανε ὅτι δέν εἶχε ληφθεῖ κανένα μέτρο. Ἔτσι, ἡ 'Επιτροπή ἀναφέρει στό σημείο ΙV, ὅτι, στην ενεστώτα κατάσταση, ελλείπει στην Ιταλική έννομη τάξη μία ειδική κανονιστική ρύθμιση ἐπί τῶν ὁμαδικών ἀπολύσεων. 'Επί πλέον παρατηρεί ὅτι, ὅσον άφορᾶ τόν βιομηχανικό τομέα, υφίσταται μία συλλογική σύμβαση τῆς 5ης Μαΐου 1965 πού προβλέπει μία δια διαβουλεύσεων μέ τους εκπροσώπους τῶν εργαζομένων, καί ὅτι μία παρόμοια συμφωνία Ισχύει ἐπίσης γιά τόν τομέα των μεταφορῶν. Δέν υφίσταται πάντως γενική ὑποχρέωση ενημερώσεως τῶν δημοσίων άρχων, ισχύουσα καί γιά άλλους τομείς έκτός τῆς βιομηχανίας καί τῶν μεταφορών. Σχετικώς, ἡ Επιτροπή ἀναφέρεται στόν νόμο 675 τοῦ 1977, καί ειδικότερα στό άρθρο 25, πού ἄν καί προβλέπει τήν υποχρέωση ενημερώσεως τῶν δημοσίων ἀρχων, δέν ἀνταποκρίνεται ἐν τούτοις στίς ἀπαιτήσεις τῆς ὁδηγίας, καθ' ὅσον οἱ ἀνωτέρω ἀρχές δέν υποχρεούνται νά παρέμβουν ὡς μεσολαβητές πρός ἀναζήτηση δυνατών λύσεων, άλλά δύνανται νά τό πράξουν μόνον κατόπιν αιτήσεως τῶν μερών. Βάσει τῶν διαπιστώσεων αυτών, καταλήγει τέλος στό συμπέρασμα ὅτι ἡ ιταλική κανονιστική ρύθμιση δέν εἶναι σύμφωνη πρός τήν ὁδηγία καί ως τούτου ἡ Ἰταλική Δημοκρατία δέν ἐξεπλήρωσε τίς υποχρεώσεις της.

'Αλλά ούτε ἀπό τά ἀκολούθως υποβληθέντα στό Δικαστήριο υπομνήματα συνάγεται ὅτι ἡ 'Επιτροπή κατέληξε στό συμπέρασμα αυτό κατά διαφορετικό τρόπο. 'Αναφέρομαι ειδικότερα στην ἀπάντηση τῆς 'Επιτροπής στό συμπληρωματικό ερώτημα πού έθεσε τό Δικαστήριο, στην ὁποία, παραθέτοντας ὁρισμένες περαιτέρω λεπτομέρειες, επιβεβαιώνει τό συμπέρασμά της. Κατά τήν συνεδρίαση, ὁ εκπρόσωπος τῆς Ἐπιτροπής ἐδήλωσε ἐπί πλέον, ἀπαντώντας σέ ερώτηση τοῦ Δικαστηρίου, ὅτι ἡ 'Επιτροπή ἀντιπαρέβαλε ἀρκετά επιτυχώς τους ἰσχύοντες στην 'Ιταλία κανόνες πρός τίς υποχρεώσεις ἐκ τῆς ὁδηγίας. 'Αν είχε θεωρήσει ὅτι οἱ κανόνες αὐτοί ήταν σύμφωνοι πρός τίς υποχρεώσεις δέν θά είχε προσφύγει στό Δικαστήριο. Κατά τόν τρόπο αὐτό ἡ 'Επιτροπή ἐδέχθη ὅτι δέν εἶναι ἀφ᾿ ἑαυτών ἀναγκαία μέτρα εκτελέσεως γιά τήν συμμόρφωση πρός μία οδηγία. Σέ γενικές γραμμές συμφωνώ προς αυτή τήν άποψη. Τό τελικό άρθρο τῶν ὁδηγιών ὁρίζει κατά κανόνα ὅτι τά Κράτη μέλη ὀφείλουν νά λάβουν εντός ὁρισμένης προθεσμίας τά νομοθετικά καί διοικητικά μέτρα πού συνεπάγεται ἡ εφαρμογή τῶν ὁδηγιών. Σέ περίπτωση πού ἡ ἐθνική νομοθεσία εἶναι ἤδη σύμφωνη πρός τήν ὁδηγία, δέν δύνανται πλέον νά θεωρηθούν ἀναγκαία, επίσης κατά τήν άποψη μου, περαιτέρω μέτρα. Ἐπ᾿ αὐτοῦ παρατηρώ πάντως ὅτι οἱ απαιτήσεις τῆς ὁδηγίας πρέπει νά τηρούνται κατά τρόπο μή ἐπιτρέποντα ἀμφιβολίες δεδομένου ὅτι άλλως δέν θα ἐπιτυγχάνετο στίς διαφορετικές έννομες τάξεις τό ὁμοιόμορφο ἀποτέλεσμα πού επιδιώκει ἡ ὁδηγία τά Κράτη μέλη δύνανται νά καθορίσουν σχετικώς μόνον τόν τύπο καί τά μέσα εφαρμογής.

Ἐν πάση περιπτώσει, ἐκ τῶν ἀνωτέρω συνάγεται ὅτι ἡ 'Επιτροπή προσέφυγε ενώπιον τοῦ Δικαστηρίου επειδή κατά τήν άποψη της ἡ 'Ιταλική Δημοκρατία δέν ἔλαβε εγκαίρως τά ἀναγκαία μέτρα γιά τήν εφαρμογή τῆς ὁδηγίας, ἐφ᾿ ὅσον ὁ ιταλικός νόμος δέν ἀνταπεκρίνετο πρός τά ὁριζόμενα ἀπό τήν ὁδηγία.

3. Τό περιεχόμενο τῆς ὁδηγίας

Γιά νά δυνηθούμε νά κρίνουμε μέ μεγαλύτερη γνώση τῶν πραγμάτων τήν προσφυγή τῆς 'Επιτροπής, πρέπει νά ἐξετάσουμε τό περιεχόμενο τῆς ἐν λόγω ὁδηγίας καί τίς υποχρεώσεις πού περιέχει. Πρέπει κατά πρώτο νά τονισθεί ὅτι ἡ ὁδηγία εξεδόθη τήν 17η Φεβρουαρίου 1975 καί ὅτι ἡ προθεσμία γιά τήν εφαρμογή της, κατά τό άρθρο 6 παράγραφος 1, εξέπνευσε ἐν τῶ μεταξύ τήν 19η Φεβρουαρίου 1977, ἤτοι πρό πέντε ετών.

Ή ὁδηγία βασίζεται ἰδίως στό άρθρο 100 τῆς συνθήκης ΕΟΚ. Στην πρώτη αιτιολογική σκέψη τῆς ὁρίζεται ὅτι «ἐπιβάλλεται ή ενίσχυση τῆς προστασίας τῶν εργαζομένων σέ περίπτωση ομαδικών ἀπολύσεων». Στίς ἑπόμενες αιτιολογικές σκέψεις ἀναφέρεται μεταξύ άλλων ὅτι οἱ διαφορές μεταξύ τῶν ισχυόντων στά Κράτη μέλη κανόνων «δύνανται νά έχουν άμεση επίπτωση στην λειτουργία τῆς κοινῆς ἀγορᾶς».

Ή ὁδηγία ἀποτελείται ἀπό τέσσερα τμήματα, ήτοι:

τμήμα Ι: ὁρισμοί καί πεδίο εφαρμογής (άρθρο 1)

τμήμα ΙΙ: διαδικασία διαβουλεύσεων (άρθρο 2)

τμήμα III: διαδικασία τῆς ὁμαδικής ἀπολύσεως(άρθρα 3 καί 4)

τμήμα ΙV: τελικές διατάξεις.

Στό άρθρο 1 δίδεται ἀκριβής ὁρισμός τῆς εννοίας τῆς ὁμαδικής ἀπολύσεως, ήτοι τῆς ἀπολύσεως πού πραγματοποιείται ἀπό τόν εργοδότη γιά ἕνα ἡ περισσότερους λόγους πού δέν έχουν σχέση μέ τό πρόσωπο των εργαζομένων, ἐφ᾽ ὅσον πρόκειται γιά ένα ὁρισμένο ἀριθμό εργαζομένων εντός ὁρισμένης περιόδου. Τό άρθρο ἀναφέρει σχετικώς δύο δυνατότητες επιλογής των Κρατῶν μελών ὅσον άφορᾶ τόν ἀριθμό των ἀπολύσεων. Ἐν συνεχεία, προβλέπει στην παράγραφο 2 τέσσερις περιπτώσεις στίς όποιες ἡ ὁδηγία δέν εφαρμόζεται. Τό άρθρο 2 ὁρίζει ὅτι ὁ εργοδότης υποχρεούται νά προβεί σέ διαβουλεύσεις μέ τους εκπροσώπους τῶν εργαζομένων προκειμένου νά καταλήξουν σέ συμφωνία ὅταν προτίθεται νά προβεί σέ ὁμαδικές ἀπολύσεις. Θέτει συνεπώς τό ελάχιστο τῶν ἀπαιτήσεων ὡς πρός τίς διαβουλεύσεις αυτές. Τά άρθρα 3 καί 4 ορίζουν μεταξύ άλλων ὅτι ὁ εργοδότης υποχρεούται νά κοινοποιεί εγγράφως στην ἁρμοδία δημοσία ἀρχή κάθε σχεδιαζόμενη ὁμαδική ἀπόλυση. 'Η ἀπόλυση δύναται νά ισχύει μόνον μετά τήν παρέλευση ορισμένης περιόδου ἀπό τῆς κοινοποιήσεως. Κατά τήν διάρκεια τῆς περιόδου αυτής ἡ δημοσία ἀρχή ὀφείλει νά ἀναζητήσει λύση.

Τέλος, τά τελικά άρθρα (άρθρα 5 έως καί 8), έκτος ἀπό τίς διαδικαστικές υποχρεώσεις, ὁπως τῆς ενημερώσεως πού επιβάλλεται στην προκειμένη περίπτωση, καί ἐκτος τοῦ συνηθιζομένου καθορισμού τῆς προθεσμίας γιά τήν εφαρμογή τῆς ὁδηγίας, περιλαμβάνουν μία διάταξη στό άρθρο 5 πού παρέχει στά Κράτη μέλη τήν ευχέρεια νά θεσπίζουν διατάξεις περισσότερο ευνοϊκές γιά τους εργαζομένους.

Τέλος, τό περιεχόμενο τῆς ὁδηγίας δύναται νά συνοψισθεί ὡς έξῆς:

κατ' ἀρχάς, ὁρίζεται λεπτομερώς ή έννοια τῆς ομαδικής ἀπολύσεως καί καθορίζεται ἀρνητικώς τό πεδίο εφαρμογής τῆς ὁδηγίας μέ τήν ἀναφορά τῶν τεσσάρων περιπτώσεων, στίς όποιες ή ὁδηγία δέν ευρίσκει εφαρμογή

ἐν συνεχεία, προβλέπεται ἡ διπλή υποχρέωση τοῦ εργοδότου, ὅταν προτίθεται νά προβεί σέ ὁμαδική ἀπόλυση, νά έρχεται σέ διαβουλεύσεις μέ τους ἐκπροσώπους τῶν εργαζομένων καί νά ενημερώνει τίς δημόσιες ἀρχές.

4. Ή άμυνα τῆς ιταλικής κυβερνήσεως

Ὅσον άφορα τήν άμυνα τῆς ιταλικής κυβερνήσεως, παραπέμπω κυρίως στίς γραπτές παρατηρήσεις τῆς ἐπί τῆς αιτιολογημένης γνώμης. Κατά τήν προφορική διαδικασία, ἡ Ιταλική κυβέρνηση ἀνεφέρθη ιδίως στους ἐκεῖ εκτιθεμένους ισχυρισμούς.

Θεωρώ ἀποφασιστικό στην παροῦσα διαδικασία νά καθορισθεί ἐν πρώτοις κατά ποιό μέτρο υφίσταται στην ιταλική έννομη τάξη ή έννοια τῆς ομαδικής ἀπολύσεως, συμπεριλαμβανομένου καί τοῦ πεδίου εφαρμογής της, ὑπό τήν έννοια τῆς ὁδηγίας.

Στήν άμυνά της, ἡ ιταλική κυβέρνηση ἀναφέρεται στόν νόμο 604 τῆς 15ης Ιουλίου 1966, ἐπιγραφόμενο «Norme sui licenziamenti individuali» («κανόνες ἐπί τῶν ἀτομικών ἀπολύσεων»). Σχετικώς ἀναφέρει ὅτι τό Corte di Cassazione (Ἀκυρωτικό) έδωσε μία ἑρμηνεία τῆς εννοίας τῆς ομαδικῆς ἀπολύσεως, καθ' ὅσον τό άρθρο 11 ἀποκλείει ρητώς την ὁμαδική ἀπόλυση ἀπό τό πεδίο εφαρμογῆς τοῦ νόμου. Τό Ἀκυρωτικό έδωσε ἐν προκειμένω μία ερμηνεία τῆς εννοίας αυτής πού εἶναι σύμφωνη πρός εκείνη πού γίνεται δεκτή ἐπί τοῦ θέματος στίς συλλογικές συμβάσεις. Κατά συνέπεια, ορισμένες μορφές ὁμαδικής ἀπολύσεως πού δύνανται νά ὑπαχθοῦν στό άρθρο 3 τοῦ νόμου, δέν ἀποκλείονται τῆς εφαρμογής τοῦ νόμου. Ἐπί πλέον, ἡ προστασία των εργαζομένων εἶναι αποτελεσματικότερη ἀπό την προβλεπομένη στην ὁδηγία, καθ᾽ ὅσον αύτη ἡ κατηγορία απολύσεων ἀντιμετωπίζεται ὅπως οἱ ἀτομικές ἀπολύσεις. Κατά τά λοιπά, ἡ 'ίδια ἡ ιταλική κυβέρνηση ὁμιλεί περί «une catégorie déterminée de licenciements...» («μιᾶς ὁρισμένης κατηγορίας ἀπολύσεων ...»), στην σελίδα 4, δεύτερη παράγραφο τῶν γραπτῶν παρατηρήσεων τῆς ἐπί τῆς αιτιολογημένης γνώμης.

Ἀπό τά ἀνωτέρω συνάγεται, κατά τήν άποψη μου, ἀναμφιβόλως ὅτι ἡ ιταλική έννομη τάξη δέν γνωρίζει τήν ἔννοια τῆς ὁμαδικής ἀπολύσεως, ὅπως ὁρίζεται στην ὁδηγία. Στην καλλίτερη τῶν περιπτώσεων δύναται, κατά τήν γνώμη μου, νά λεχθεί ὅτι γνωρίζει αυτή τήν έννοια μόνον ὑπό ἀρνητική μορφή, ἐφ᾽ ὅσον τό 'Ακυρωτικό τήν ὁρίζει προφανώς κατά τρόπο ώστε νά τήν ἀποκλείσει ἀπό τό πεδίο εφαρμογής τοῦ νόμου.

Ή ιταλική κυβέρνηση δέν προέβαλε κανένα άλλο μέσο γιά νά πείσει τό Δικαστήριο ὅτι ή έννοια τῆς ὁμαδικής ἀπολύσεως υφίσταται πράγματι στην ιταλική έννομη τάξη.

Ή ἀξιοσημείωτη σπουδαιότης τῆς εισδοχής στην έννομη τάξη τοῦ ὅρού «ὁμαδική ἀπό-λυση», ὅπως αυτός εννοείται στην ὁδηγία, ἀπορρέει ἀπό τό γεγονός ὅτι ἀμφότερες οἱ υποχρεώσεις πού ἡ ὁδηγία επιβάλλει, ήτοι ή διαδικασία διαβουλεύσεων μέ τους εκπροσώπους τῶν εργαζομένων καί ἡ διαδικασία ενημερώσεως τῶν δημοσίων ἀρχων, ἀναφαίνονται μόνον ὅταν πρόκειται γιά ὁμαδική ἀπόλυση. Προσθέτω ἐπί πλέον, ὅτι οἱ συλλογικές συμβάσεις στίς όποιες ἀναφέρεται ἡ 'Ιταλία, δέν ισχύουν κατ' ἀρχάς γιά ὅλους τους εργοδότες τους ὁποίους άφορᾶ ἡ ὁδηγία, οὔτε περιλαμβάνουν ὅλες τίς υποχρεώσεις πού επιβάλλει ἀφ᾽ έτερου, λαμβανομένου ὑπ᾽ ὄψη τοῦ άρθρου 100 τῆς συνθήκης ΕΟΚ καί τοῦ άρθρου 6 τῆς ὁδηγίας, οἱ ὡς άνω συμβάσεις δέν θά ἠδύναντο επίσης νά θεωρηθούν ὡς «μέσα» ὑπό τήν έννοια τοῦ ἄρθρου 189 τῆς συνθήκης, ούτε ὡς «νομοθετικές, κανονιστικές καί διοικητικές διατάξεις» ὑπό τήν έννοια τοῦ ἄρθρου 6 τῆς ὁδηγίας.

Κατά τήν άποψη μου, γιά τους ἀνωτέρω λόγους θά έπρεπε ήδη νά περιττεύει κάθε περαιτέρω εξέταση τῶν δύο άλλων νόμων πού ἀνέφερε ἡ ιταλική κυβέρνηση γιά νά τονίσει ὅτι στην πραγματικότητα οἱ εκπρόσωποι τῶν εργαζομένων καί οἱ δημόσιες ἀρχές ενημερώνονται καταλλήλως ἀπό τους εργοδότες περί τῶν σχεδιαζόμενων ἀπολύσεων. Ή κυβέρνηση ἀναφέρει σχετικώς τόν νόμο 164 τῆς 20ής Μαΐου 1974 (provvedimenti per la garanzia del salario — μέτρα περί τῆς εγγυήσεως τῶν μισθών), ὁ όποιος σέ ὁρισμένες περιπτώσεις ἐπιβάλλει συμπλήρωση τοῦ μισθού, καί τόν νόμο 675 τής 12ης Αυγούστου 1977, ὁ όποιος περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, μέτρα περί τοῦ συντονισμοῦ τῆς βιομηχανικής πολιτικής καί τῆς ἀναδιαρθρώσεως. Πάντως, ἡ ἰταλική κυβέρνηση δεικνύει ήδη ὁρισμένους δισταγμούς ὅσον άφορᾶ τήν δεσμευτική φύση τῶν διαδικασιών αυτών, ἐφ᾽ ὅσον γράφει ὅτι ἡ υπουργική μεσολάβηση έχει τόσο υποχρεωτικό ὅσο καί προαιρετικό χαρακτήρα. Ἐπί πλέον, υφίσταται καί ένας άλλος λόγος πού ὁδηγεί στην διαπίστωση ὅτι ἡ ὁδηγία δέν ἐφηρμόσθη. Ή ιταλική κυβέρνηση υπογραμμίζει πράγματι, ὅτι σέ μή βιομηχανικούς τομείς, μεταξύ άλλων, στην γεωργία καί στό εμπόριο, υφίστανται ἐν μέρει κενά ἐν σχέσει πρός τό σύστημα πού θεσπίζει ἡ ὁδηγία. Αυτό έρχεται σέ ἀντίθεση πρός τίς σαφείς διατάξεις της ὁδηγίας ὅσον άφορᾶ τό πεδίο εφαρμογῆς της, ἐφ᾽ ὅσον οἱ ὡς άνω τομείς δέν περιλαμβάνονται στίς εξαιρέσεις πού ἀναφέρονται στό ἄρθρο 1.

5. Συμπέρασμα

Ἀπό ὅσα εξετέθησαν ἀνωτέρω συνάγεται, κατά την άποψη μου, τό ἀκόλουθο συμπέρασμα: στην ιταλική έννομη τάξη δέν υφίσταται ἡ έννοια τῆς ομαδικής ἀπολύσεως ὅπως ὁρίζεται στην ὁδηγία ἐπί πλέον, οἱ νόμοι, οἱ όποιοι επιβάλλουν μία ορισμένη υποχρέωση ενημερώσεως καί διαβουλεύσεων, δέν εφαρμόζονται πλήρως σέ ὅλους τους οικονομικούς τομείς, ὅπως ὁρίζεται ἀπό τήν ὁδηγία τέλος, ἡ υπουργική μεσολάβηση δέν παρουσιάζει ἀποκλειστικώς ὑποχρεωτικό χαρακτήρα.

Ἀπό τήν παγία νομολογία τοῦ Δικαστηρίου συνάγεται ὅτι οἱ υποχρεώσεις πού επιβάλλονται ἀπό τίς ὁδηγίες πρέπει νά εκπληρώνονται επακριβώς. 'Η ίδια ἡ ἐν λόγω ὁδηγία ἀναφέρει ὅτι οἱ διαφορές μεταξύ τῶν διατάξεων πού ισχύουν στά Κράτη μέλη δύνανται νά έχουν άμεση επίπτωση στην λειτουργία τῆς κοινῆς ἀγοράς.

Κατά τό άρθρο 189 τῆς συνθήκης ΕΟΚ, τά επιδιωκόμενα ἀποτελέσματα εἶναι δεσμευτικά γιά τά Κράτη μέλη. 'Εξαρτάται ἀπό τό περιεχόμενο τῆς οδηγίας ποιά ἀποτελέσματα πρέπει νά επιτευχθούν.

Ἡ ἐν λόγω ὁδηγία ἀποσκοπεί ἐν πάση περιπτώσει στην εφαρμογή, εντός τῆς έννόμου τάξεως τῶν Κρατών μελών, μιᾶς ἀκριβούς εννοίας τῆς ομαδικής ἀπολύσεως, πρός τήν οποία συνδέονται οἱ περαιτέρω υποχρεώσεις διαβουλεύσεων καί ενημερώσεως.

Ἀπό ὅσα ελέχθησαν προηγουμένως ἀποδεικνύεται, κατά τήν άποψη μου, ἡ μή τήρηση ἐκ μέρους τῆς 'Ιταλικής Δημοκρατίας των υποχρεώσεων αυτών πού επιβάλλονται ἀπό τήν ὁδηγία.

Δέν εἶναι συνεπώς ἀναγκαίο, κατά τήν παρούσα διαδικασία, νά εξετασθεί τό ζήτημα ἐάν ἡ 'Επιτροπή, βάσει τοῦ άρθρου 5 τῆς συνθήκης ΕΟΚ καί τῶν υποχρεώσεων ενημερώσεως πού ἀναφέρονται στά άρθρα 6 παράγραφος 2 καί 7 τῆς ὁδηγίας, κακώς θεωρεί ὅτι ὅταν ένα Κράτος μέλος διατείνεται ὅτι τό ισχύον δίκαιο του εἶναι σύμφωνο πρός μία ὁδηγία εναρμονίσεως, πρέπει νά τό ἀποδείξει εξ ιδίας του πρωτοβουλίας εντός τῶν τασσομένων ἀπό τήν οδηγία προθεσμιών, μέ λεπτομερή ἀνάλυση τοῦ ισχύοντος αὐτοῦ δικαίου.

Συμπεραίνω, κατά συνέπεια, ὅτι, βάσει τῶν ὅσων ελέχθησαν προηγουμένως, διε-πιστώθη ἀρκούντως ὅτι ἡ σημερινή ιταλική έννομη τάξη δέν ἀνταποκρίνεται στίς ἀπαιτήσεις τῆς ὁδηγίας περί ὁμαδικῶν ἀπολύσεων καί ὅτι κατά συνέπεια ή προσφυγή τῆς Επιτροπῆς πρέπει νά γίνει δεκτή. Ἐπί πλέον, ἡ 'Ιταλική Δημοκρατία πρέπει νά καταδικασθεί στά δικαστικά έξοδα.


( 1 ) Μετάφραση ἀπό τά ὀλλανδικά.

Top