Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 61981CC0038

    Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Reischl της 3ης Δεκεμβρίου 1981.
    Effer SpA κατά Hans-Joachim Kantner.
    Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Bundesgerichtshof - Γερμανία.
    Σύμβαση Βρυξελλών.
    Υπόθεση 38/81.

    Συλλογή της Νομολογίας 1982 -00825

    ECLI identifier: ECLI:EU:C:1981:293

    ΠΡΟΤΆΣΕΙΣ ΤΟῦ ΓΕΝΙΚΟΫ ΕΊΣΑΓΓΕΛΈΩΣ GERHARD REISCHL

    ΠΟΫ ΆΝΕΠΤΫΧΘΗΣΑΝ ΣΤΊΣ 3 ΔΕΚΕΜΒΡΊΟΥ 1981 ( 1 )

    Κύριε πρόεδρε

    κύριοι δικαστές,

    Τό πρόβλημα, ἐπί τοῦ ὁποίου ἀναπτύσσω σήμερα τίς προτάσεις μου, άφορᾶ τό άρθρο 5 περίπτωση 1 τῆς συμβάσεως περί ἁρμοδιότητος τῶν δικαστηρίων καί εκτελέσεως των ἀποφάσεων ἐπί ἀστικών καί εμπορικῶν υποθέσεων, πού ἔχει ὡς έξῆς:

    «Τό πρόσωπο πού έχει τήν κατοικία του στό έδαφος συμβαλλομένου κράτους δύναται νά ἐναχθεῖ σέ άλλο συμβαλλόμενο κράτος:

    1.

    ἄν πρόκειται γιά διαφορά ἐκ συμβάσεως, ενώπιον τοῦ δικαστηρίου τοῦ τόπου ὅπού ἐξετελέσθη ἡ πρέπει νά εκτελεσθεί ἡ ένοχη πού συνιστά τήν βάση τῆς ἀγωγής ( 2 ).

    Τό Bundesgerichtshof επιθυμεί σχετικώς, νά πληροφορηθεί ἄν ὁ ενάγων δύναται νά επιλέξει ὡς κατά τόπο ἀρμόδιο δικαστήριο, τό δικαστήριο αυτό ἀκόμη καί ἄν ἡ κατάρτιση τῆς συμβάσεως πού ἀποτελεί τήν βάση τῆς ἀγωγής τελεί ὑπό ἀμφισβήτηση μεταξύ των διαδίκων.

    Ή ἀναιρεσείουσα στην κυρία δίκη είναι μία επιχείρηση πού έχει τήν έδρα τῆς στην 'Ιταλία καί ἡ ὁποία κατασκευάζει γερανούς. Οἱ γερανοί αυτοί διατίθενται στό εμπόριο στην Ὁμοσπονδιακή Δημοκρατία τῆς Γερμανίας ἀπό τήν ἑταιρία Hydraulikkran, μέ έδρα τήν Böblingen, ἡ ὁποία ὡς γνωστό, ἐκηρύχθη σέ κατάσταση πτωχεύσεως — τόν 'Οκτώβριο 1974. Προκειμένου νά καθορισθεί ἄν ἡ πώληση ενός μηχανήματος πού ἐπενόησε ἡ ενάγουσα προσέβαλλε κατοχυρωμένα δικαιώματα ευρεσιτεχνίας, έπρεπε νά γίνουν ὁρισμένες έρευνες στην Γερμανία ἀπό ένα μηχανικό-σύμβουλο ἐπί θεμάτων διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας. Γιά τόν σκοπό αυτό — έτσι ἀντιλαμβάνομαι τήν διάταξη περί παραπομπής — ἡ εταιρία Hydraulikkran, κατόπιν διαπραγματεύσεων μέ τήν ενάγουσα στην κυρία δίκη, ἀνέθεσε τό έργο αυτό στόν ἀναιρεσίβλητο στην ἴδια υπόθεση, μηχανικό-σύμβουλο πού έχει τό γραφείο του στην 'Ομοσπονδιακή Δημοκρατία τῆς Γερμανίας.

    Ό ἐν λόγω μηχανικός — σύμβουλος προβάλλει τώρα ἀξιώσεις ἀμοιβῆς κατά τῆς εταιρίας Effer καί ἤσκησε, σχετικῶς, ἀγωγή ενώπιον γερμανικοῦ δικαστηρίου τόν Δεκέμβριο 1974. Στην πραγματικότητα, ή εταιρία Effer ἀμφισβητεί ὅτι ἐδημιουργήθησαν συμβατικές σχέσεις μεταξύ αυτής καί τοῦ μηχανικοῦ συμβούλου. Δέχεται ὅτι ἀνέθεσε ένα έργο στην εταιρία Hydraulikkran, άλλα ἰσχυρίζεται ὅτι δέν εἶχε εξουσιοδοτήσει τήν ἑταιρία Hydraulikkran νά προσφύγει στίς ὑπηρεσίες τοῦ ἀναιρεσιβλήτου ἐν ὀνόματι τῆς ἀναιρεσιούσης ἐξ άλλου ἡ Hydraulikkran ἀνέθεσε τίς ἀναγκαίες έρευνες σέ άλλο μηχανικόσύμβουλο. Ό ἀναιρεσίβλητος ἐδικαιώθη, κατ᾿ ἀρχή, στην διαφορά αυτή ενώπιον τοῦ Landgericht τῆς Φραγκφούρτης. Πάντως, τό VΙ πολιτικό τμήμα τοῦ Oberlandesgericht τῆς Φραγκφούρτης — στηριζόμενο στην υπόθεση ὅτι τά γερμανικά δικαστήρια ήσαν ἀρμόδια σύμφωνα μέ τό άρθρο 5 περίπτωση 1 τῆς Συμβάσεως τῶν Βρυξελλών — ἀκύρωσε τήν ἀπόφαση αυτή μέ τήν αιτιολογία ὅτι τό Landgericht ήταν κατά τόπο ἀναρμόδιο καί παρέπεμψε τήν υπόθεση ενώπιον τοῦ Landgericht τοῦ Darmstadt μέ τήν αιτιολογία ὅτι δέν επρόκειτο, στην πραγματικότητα, γιά διαφορά ἐπί διπλώματος ευρεσιτεχνίας. Ὁπωσδήποτε, καί τό δικαστήριο αυτό ὑπεχρέωσε τήν εταιρία Effer στην καταβολή τῆς ἀμοιβής, ἡ δέ ἀσκηθείσα κατά τῆς ἀποφάσεως αὐτής έφεση ἀπερρίφθη, επειδή, μεταξύ άλλων λόγων, τό ΧΙΙΙ πολιτικό τμήμα τοῦ Oberlandesgericht τῆς Φραγκφούρτης έκρινε επίσης ὅτι τά γερμανικά δικαστήρια ήσαν ἁρμόδια δυνάμει τῆς ἀναφερθείσης ήδη διατάξεως τῆς συμβάσεως τῶν Βρυξελλών, καθ' ὅσον ἡ ύπαρξη ἡ μή διαφορᾶς ὡς πρός τήν σύναψη τῆς συμβάσεως, ἐπί τῆς ὁποίας στηρίζονται οἱ ἀξιώσεις, οὐδόλως επηρεάζει τήν διάταξη αύτη.

    Ἐν συνεχεία τό Bundesgerichtshof επελήφθη τής υποθέσεως κατόπιν ἀναιρέσεως. Ἐφ᾿ ὅσον ἡ υπόθεση παρεπέμφθη ενώπιον τοῦ δικαστηρίου τοῦ τόπου εκπληρώσεως, τό Bundesgerichtshof έκρινε ὅτι ὁ ἐν λόγω τόπος καθωρίζετο σύμφωνα μέ τό γερμανικό δίκαιο, διότι τό ουσιώδες μέρος τῆς συμβάσεως διήπετο ἀπό τό γερμανικό δίκαιο. Ἔτσι, γιά μία σύμβαση μηχανικοῦσυμβούλου ἐπί θεμάτων διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, ὁ τόπος ὅπου έπρεπε νά παρασχεθοῦν οἱ υπηρεσίες, δηλαδή ὁ τόπος ὅπου εὑρίσκετο τό γραφείο τοῦ μηχανικοῦσυμβούλου, ἐθεωρήθη ὡς μοναδικός τόπος εκπληρώσεως τῆς παροχής. Πάντως, κατά τό Bundesgerichtshof, λαμβανομένης ὑπ᾿ ὄψη τῆς επιχειρηματολογίας τῆς ἀναιρεσειούσης, δέν ήταν σαφές ὅτι πράγματι, σύμφωνα μέ τό άρθρο 5 περίπτωση 1 τῆς Συμβάσεως τῶν Βρυξελλών, αρμόδιο ήταν τό γερμανικό δικαστήριο καί ετέθη τό ζήτημα μήπως θά έπρεπε οἱ ἀξιώσεις νά προβληθοῦν μάλλον στόν τόπο ὅπού ή ἑταιρία Effer έχει τήν έδρα τῆς — γιά τόν λόγο ὅτι δέν πληροῦνται οἱ ὅροί τοῦ άρθρου 5 περίπτωση 1 τῆς Συμβάσεως τών Βρυξελλών. 'Έτσι ἀπεφάσισε μέ διάταξη τῆς 29ης 'Ιανουαρίου, νά ἀναβάλει τήν έκδοση ἀποφάσεως καί νά ζητήσει τήν έκδοση προδικαστικής αποφάσεως έπί τοϋ ερωτήματος πού ἀνέφερα.

    Μόνη ἡ ἀναιρεσείουσα στην κυρία δίκη υπεστήριξε τήν ἀρνητική ἀπάντηση στό ερώτημα αυτό, ἐνῶ ὅλοι οἱ άλλοι συμμετέχοντες στην διαδικασία, ὁ ἀναιρεσίβλητος στην κυρία δίκη, ἡ 'Επιτροπή καί ή κυβέρνηση τοῦ 'Ηνωμένου Βασιλείου εξεφράσθησαν υπέρ μιᾶς καταφατικής ἀπαντήσεως.

    Συμμερίζομαι τήν τελευταία αυτή γνώμη. Ἐξ άλλου, ἡ θεωρία αύτη τήν γνώμη υποστηρίζει (Bülow-Böckstiegel, Internationaler Rechtsverkehr in Zivil- und Handelssachen, Kommentar zum Vollstreckungsübereinkommen, σ. 57' Piltz, Der Gerichtsstand des Erfüllungsortes nach dem EuGVÜ, NJW 1981, σ. 1876' Spellenberg, Die Vereinbarung des Erfüllungsortes und Artikel 5 Nummer 1 des europäischen Gerichtsstands und Vollstreckungsübereinkommens, Praxis des internationalen Privat- und Verfahrensrechts 1981, σ. 75 ἑπ.) καί μερικά εθνικά δικαστήρια έχουν ήδη ἀποφανθεί κατά τήν ἴδια έννοια (OLG Bamberg, NJW 1977, σ. 505 OLG Hamm, Recht der Internationalen Wirtschaft, 1980, σ. 663).

    Τήν άποψη αυτή τήν στηρίζω ἐπί τῶν ἀκολούθων παρατηρήσεων:

    1. 

    Στηριζόμενος κατ' ἀρχήν στους ὅρους τοῦ ἄρθρου 5 περίπτωση 1, ἡ γερμανική διατύπωση («... wenn ein Vertrag oder Ansprüche aus einem Vertrag den Gegenstand des Verfahrens bilden») ἀναμφισβητήτως συνηγορεί υπέρ τῆς ἀπόψεως σύμφωνα μέ τήν ὁποία διαφορά ὡς πρός τήν ύπαρξη συμβάσεως δέν ἀποκλείει a priori τήν ἁρμοδιότητα τοῦ δικαστηρίου τοῦ τόπου εκπληρώσεως τῆς παροχής. Οἱ άλλες γλωσσικές ἀποδόσεις κυρίως ἡ γαλλική καί ή ιταλική, ἐπί τῶν ὁποίων προπαντός ἐστηρίχθη ἡ ἀναιρεσείουσα, δέν εἶναι τόσο σαφείς, άλλά, βεβαίως, δέν εἶναι δυνατό καί νά ἀγνοηθοῦν. Ἀφ' έτερου, δέν βλέπω γιατί ἡ διατύπωση πού έχει χρησιμοποιηθεί («en matière contractuelle», «in materia contrattuale») θά πρέπει κατ' ἀνάγκην νά συνεπάγεται ὅτι ἡ ύπαρξη τῆς συμβάσεως δέν δύναται νά ἀμφισβητείται καί ὅτι ἡ κατά τό άρθρο 5 περίπτωση 1 ἁρμοδιότης ἀποκλείεται σέ περίπτωση διαφοράς ὡς προς τήν ύπαρξη συμβάσεως.

    2. 

    Εἶναι βέβαιο ὅτι ἡ ἀπόφαση τῆς 14ης Δεκεμβρίου 1977 ἐπί τῆς υποθέσεως 73/77 (Theodorus Engelbertus Sanders κατά Ronald van der Putte, Slg. 1977, σ. 2383, καί ιδίως 2388 ἑπ. εντόνως συνηγορεί υπέρ μιᾶς καταφατικής ἀπαντήσεως. Στην διαδικασία αυτή ετίθετο ζήτημα ἑρμηνείας τοῦ άρθρου 16 περίπτωση 1 καί συμβάσεως των Βρυξελλών, τό όποιο ὁρίζει:

    'Αποκλειστική ἁρμοδιότητα, χωρίς νά λαμβάνεται ὑπ᾿ ὄψη ἡ κατοικία, έχουν:

    1.

    σέ διαφορές ἐπί εμπραγμάτων δικαιωμάτων ἐπί ἀκινήτων καί μισθώσεων ἀκινήτων, τά δικαστήρια τοῦ συμβαλλόμενου κράτους τῆς τοποθεσίας τοῦ ἀκινήτου ( 3 ).

    'Από τό ιστορικό δύναται νά συναχθεί ὅτι υπήρχε επίσης διαφορά περί τοῦ ἄν είχε συναφθεί σύμβαση μισθώσεως. Ή ἐφαρμογή, ὅμως τῆς ἀνωτέρω διατάξεως δέν ἀπεκλείσθη. Αυτό προκύπτει ἀπό τίς σκέψεις 12 έως 15, στίς όποιες ἀνευρίσκεται ή φράση:

    «... οἱ σκέψεις αυτές εξηγούν προκειμένου περί συμβάσεων μισθώσεως ἀκινήτων αυτῶν καθ' εαυτών, δηλαδή ἰδίως περί διαφορών μεταξύ εκμισθωτών καί μισθωτών ώς πρός τήν ύπαρξη ἡ τήν ἑρμηνεία τῶν συμβάσεων μισθώσεως ἡ τήν επανόρθωση ζημιών πού ἐπροξένησε ὁ μισθωτής καί τήν ἀπόδοση τῶν ἀκινήτων, τήν ἀναγνώριση ἀποκλειστικής ἁρμοδιότητος στά δικαστήρια τῆς χώρας ὅπου ευρίσκεται τό ἀκίνητο».

    3. 

    'Αν ἐγίνετο δεκτό ὅτι ἡ διαφορά ὡς πρός τήν ύπαρξη ἐξωσυμβατικῶν σχέσεων, ἀποκλείει ἀφ᾿ ἑαυτῆς τήν ἀγωγή σύμφωνα μέ τό άρθρο 5 περίπτωση 1 τῆς Συμβάσεως τῶν Βρυξελλών, ἡ ἀπλή ἀμφισβήτηση ἐκ μέρους τοῦ εναγομένου θά επέτρεπε νά στερηθεί ἡ διάταξη αυτή κάθε ἀποτελέσματος, ὅπως καί τό άρθρο 5 περίπτωση 3 — δικαστήριο τοῦ τόπου τῆς ἀδικοπραξίας— ἐνῶ κατά γενικό κανόνα ἡ θέση τοῦ εναγομένου συνίσταται ἀκριβώς στό νά ἀρνείται τήν ύπαρξη τῆς ἀδικοπραξίας. 'Ενα τέτοιο ἀποτέλεσμα δέν δύναται νά εἶναι ούτε πρακτικό ούτε ηθελημένο. 'Ακόμη καί ἄν πρέπει νά γίνει δεκτό ὅτι τό άρθρο 5 περίπτωση 1 ἀποτελεί εξαίρεση στόν γενικό κανόνα τοῦ ἄρθρου 2 — ἁρμοδιότης τῶν δικαστηρίων τῆς κατοικίας τοῦ εναγομένου — καί κατά συνέπεια δέν πρέπει νά αναζητείται έρεισμα στην διασταλτική ερμηνεία τῆς πρώτης διατάξεως, παρόμοιες σκέψεις κατ' οὐδένα λόγο πρέπει νά ὁδηγήσουν σέ ερμηνεία πού θά επέτρεπε πρακτικά, νά στερηθεί, ἀποτελέσματος μία διάταξη πού εισάγει εξαίρεση.

    4. 

    Ἐξ άλλου, ὅταν προβάλλεται ἡ ἁρμο-διότης τοῦ προβλεπομένου στό ἄρθρο 5 περίπτωση 1 τῆς συμβάσεως τῶν Βρυξελλών δικαστηρίου, δύσκολα δύναται νά ἀπαιτηθεί ἀπό τόν ενάγοντα άλλο πράγμα πλην τῆς σχετικῆς ἀναπτύξεως τῶν λόγων πού επικαλείται πρός στήριξη τῶν ἀξιώσεων του. Αυτό ἀκριβώς ήθελε επίσης νά εκφράσει ὁ εκπρόσωπος τῆς βρετανικής κυβερνήσεως, ὅταν υπεστήριξε ὅτι ὁ ενάγων έπρεπε νά προσβάλει τήν ύπαρξη συμβατικών σχέσεων πού διεμορφώθησαν καλῆ τη πίστει, δηλαδή βάσει πραγματικών περιστατικών πού ἐκ πρώτης ὄψεως συνηγορούν ὑπέρ τῆς υπάρξεως συμβάσεως.

    Δικαίως ἡ 'Επιτροπή ἐτόνισε, μέσα σ' αυτήν τήν ἀλληλουχία, ὅτι ἡ δυνατότης επικλήσεως τῶν κανόνων ἁρμοδιότητος πού εμπεριέχεται στήν σύμβαση δέν εξαρτᾶται κατ' ἀρχήν ἀπό προϋποθέσεις τύπου οὔτε ἀπό τήν τήρηση ελαχίστων απαιτήσεων ὡς πρός τά ἀποδεικτικά μέσα, καθ' ὅσον ή ἀπαίτηση προβλέπεται στό άρθρο 17 τῆς συμβάσεως γιά τίς συμφωνίες περί παρεκτάσεως τῆς αρμοδιότητος πρέπει νά θεωρηθεί μάλλον ὡς πραγματική εξαίρεση. 'Εξ άλλου, κατ' αυτή τήν έννοια ἡ ἀπόφαση τῆς 17ης 'Ιανουαρίου 1980 ἐπί τῆς ὑποθέσεως 56/79 (Siegfried Zeiger καί Sebastiano Salinitri, Slg. 1980, σ. 89 καί ιδίως 97) εδέχθη ὅτι ἤρκει, γιά τό άρθρο 5 περίπτωση 1, σύμβαση καταρτισθείσα ἀτύπως ὅσον άφορα τόν τόπο εκπληρώσεως.

    5. 

    Ένα ἐπί πλέον επιχείρημα κατά τῆς ἀπόψεως σύμφωνα μέ τήν ὁποία ἡ ἀμφισβήτηση περί τήν ύπαρξη συμβάσεως θά είχε ὡς ἀποτέλεσμα τόν ἀποκλεισμό τῆς ἀρμοδιότητος τοῦ δικαστηρίου τοῦ τόπου εκπληρώσεως παρέχεται ἀπό τό γεγονός ὅτι — ὅπως προκύπτει ἀπό τό άρθρο 20 τῆς συμβάσεως τό ἐπιλαμβανόμενο δικαστήριο δυνάμει διατάξεως τῆς ἐν λόγω συμβάσεως ὀφείλει νά ἐξετάσει αυτεπαγγέλτως τήν ἁρμοδιότητά του ὑπό τό φως τῶν διατάξεων τῆς συμβάσεως (πρβ. τήν έκθεση Jenard ὅσον άφορα τό άρθρο 19 τῆς συμβάσεως καί Bülow-Böckstiegel, ἀνωτέρω, παρατήρηση ΙΙΙ ἐπί τοῦ ἄρθρου 20 τῆς συμβάσεως). Οἱ διατάξεις αὐτές δύνανται νά έχουν μία μόνο σημασία, ὅτι πρέπει, δηλαδή, νά ερευνώνται όλες οἱ ἀπαραίτητες προϋποθέσεις πού θεμελιώνουν τήν προβαλλόμενη ἀρμοδιότητα καί νά εκτιμώνται ἐπίσης ἀπό νομικής πλευράς. Κατά συνέπεια, τό ίδιο πρέπει πρέπει νά συμβαίνει ὡς πρός τό πρόβλημα τοῦ ἄν πρέπει νά θεωρείται ὅτι υφίσταται σύμβαση καί, ἀπό τό γεγονός αυτό, τόπος εκτελέσεως τῆς συμβάσεως.

    Ἐπ' αὐτού, εἶναι ὀρθό νά θεωρηθεί ὅτι τό ενδεχόμενο νά ἀλληλοτέμνονται μερικώς ή ὁλικῶς ἡ εξέταση τῆς αρμοδιότητος καί ή εξέταση τῆς οὐσιαστικής βάσεως τῆς ἀξιώσεως εἶναι άνευ σημασίας. 'Υπάρχουν άλλες περιπτώσεις στίς όποιες είναι πιθανόν ἡ εξέταση τῶν περιστατικών πού θεμελιώνουν τήν ἁρμοδιότητα νά ἐπιδροῦν επίσης ἐπί τῆς εκτιμήσεως τῆς ἀξιώσεως τοῦ ενάγοντος. 'Αρκεί νά λεχθεί τό παράδειγμα τῆς 'Επιτροπής, τό ὁποἶο ἀναφέρεται σέ μία συμφωνία περί παρεκτάσεως τῆς ἁρμοδιότητος πού περιέχεται στους γενικούς ὅρους τῆς συμβάσεως, ὅπου ἡ εξέταση τοῦ ζητήματος ἄν ἡ σύμβαση αυτή έχει πράγματι συναφθεί δύναται νά ἀποτελέσει πρόκριμα ὡς πρός τίς ἀξιώσεις τοῦ ενάγοντος, καθ' ὅσον οἱ γενικοί ὅροι ρυθμίζουν επίσης πολλά άλλα ζητήματα. Στην αντίθετη περίπτωση θά έπρεπε νά γίνει διάκριση ἀναλόγως τοῦ ἄν ὑφίσταται ἡ μή χωριστή σύμβαση περί τοῦ τόπου εκπληρώσεως, πράγμα πού δυσκόλως δικαιολογείται. 'Η άποψη αὐτή κατά τήν ὁποία δέν δύναται νά γίνει δεκτή ἁρμοδιότης, δυνάμει τῆς συμβάσεως, ὅταν ἡ εξέταση τῆς ἁρμοδιότητος επικαλύπτει πλήρως ἡ μερικῶς τήν εξέταση τῶν πραγματικών περιστατικών πού θεμελιώνουν τίς ἀξιώσεις, θά εἶναι ἐπί πλέον ἀντίθετη πρός τήν ἀρχή τῆς διασταλτικής εφαρμογής τῆς συμβάσεως, ὅπως σαφώς εκφράζεται στην έκθεση Jenard.

    Είναι, βεβαίως, σαφές ὅτι ἡ εκτεθείσα ἀπό τήν 'Επιτροπή δικαστική πρακτική, ἡ ὁποία συνίσταται στό νά μήν ἀπαιτείται ἀπόδειξη τῶν περιστατικών πού θεμελιώνουν τήν αρμοδιότητα, ὅταν συνιστούν συγχρόνως περιστατικά τά όποια χαρακτηρίζουν τίς ἀξιώσεις τοῦ ενάγοντος ἐπί τῆς ουσίας, δέν ἀνταποκρίνεται στους κανόνες τῆς συμβάσεως, επειδή ἀκριβῶς οἱ κανόνες αυτοί επιτάσσουν αυτεπάγγελτη ἔρευνα τῆς ἀρμοδιότητος καί γι' αυτό τόν λόγο, ενδεχομένως, έλεγχο τῶν ἀποδείξεων, περιορισμένο στην έρευνα αύτη.

    6. 

    Τέλος, δέν πρέπει νά παρορᾶται τό γεγονός ὅτι οἱ ἀπόψεις πού μόλις υπεστήριξα δέν εἶναι ὑπερμέτρως επαχθείς γιά τους εναγομένους, πού εἶναι δυνατό νά υποχρεωθούν νά προβάλουν τήν υπεράσπιση τους ενώπιον ἀλλοδαπών δικαστηρίων. 'Εστί, ὁρίζοντας ὅτι τό δικαστήριο ὀφείλει νά ἀναβάλει τήν ἔκδοση ἀποφάσεως μέχρις ὅτου ἀποδειχθεί ὅτι ὁ εναγόμενος ήταν σέ θέση νά παραλάβει εμπροθέσμως τό εισαγωγικό τῆς δίκης δικόγραφο γιά νά προετοιμάσει τήν υπεράσπιση του, τό άρθρο 20 παράγραφος 2 τῆς συμβάσεως εξασφαλίζει στόν εναγόμενο τήν δυνατότητα νά προβάλει τήν άποψη του. Ἐξ άλλου, δέν εἶναι ὑποχρεωμένος νά παραστεί αυτοπροσώπως ούτε νά συμμετάσχει στην διαδικασία, ὅταν ἐνάγεται ενώπιον δικαστηρίων συμβαλλομένου κράτους, στό όποιο δέν έχει τήν κατοικία του. Στην περίπτωση αυτή τό άρθρο 20 παράγραφος 1 τῆς συμβάσεως προβλέπει αυτεπάγγελτη εξέταση τῆς αρμοδιότητος. Ἐπ' αὐτοῦ, δέν δύναται νά γίνει, λόγω μή εμφανίσεως τοῦ εναγομένου, δεκτό ένα προβαλλόμενο περιστατικό, ἀντιθέτως δέ στόν ενάγοντα εναπόκειται νά ἀποδείξει πλήρως τά περιστατικά πού θεμελιώνουν τήν ἀρμοδιότητα (πρβ. Bülow-Böckstiegel, ἀνωτέρω).

    7. 

    Χωρίς νά εἶναι ἀναγκαίο νά εξετασθεί περαιτέρω τό πρόβλημα, πού έθεσε ή βρετανική κυβέρνηση, ήτοι ἄν ἡ νομίμως προβαλλόμενη ἁρμοδιότης δυνάμει τοῦ άρθρου 5 περίπτωση 1 τῆς συμβάσεως διατηρείται, ἀκόμη καί ὅταν ἡ ἀμφισβήτηση τῆς ἀποδεικνύεται ἐν συνεχεία δικαιολογημένη, προτείνω, στό τεθέν ἀπό τό Bundesgerichtshof ερώτημα, νά δοθεί ἡ ἀκόλουθη ἀπάντηση :

    Ό ενάγων δύναται νά επιλέξει ὡς κατά τόπο ἁρμόδιο, τό δικαστήριο τοῦ τόπου εκτελέσεως τῆς συμβάσεως σύμφωνα μέ τό άρθρο 5 περίπτωση 1 τῆς συμβάσεως, ἀκόμη καί ἄν ἡ κατάρτιση τῆς συμβάσεως πού ἀποτελεῖ τήν βάση τῆς ἀγωγῆς τελεί ὑπό ἀμφισβήτηση μεταξύ τῶν διαδίκων.


    ( 1 ) Μετάφραση ἀπό τά γερμανικά.

    ( 2 ) 'Ανεπίσημη μετάφραση.

    ( 3 ) Ἀνεπίσημη μετάφραση.

    Top