EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 61976CJ0015

Απόφαση του Δικαστηρίου της 7ης Φεβρουαρίου 1979.
Γαλλική κυβέρνηση κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
ΕΓΤΠΕ.
Συνεκδικασθείσες υποθέσεις 15 και 16/76.

Αγγλική ειδική έκδοση 1979:I 00141

ECLI identifier: ECLI:EU:C:1979:29

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

της 7ης Φεβρουαρίου 1979 ( *1 )

Στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις 15/76 και 16/76,

Γαλλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον Guy Ladreit de Lacharrière, με τόπο επιδόσεων την πρεσβεία της Γαλλίας στο Λουξεμβούργο, 2, rue Bertholet,

προσφεύγουσα,

κατά

Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενης από τους νομικούς της συμβούλους Jean Amphoux και Gotz zur Hausen (για την υπόθεση 15/76) και Bernard Paulin και Giuliano Marenco (για την υπόθεση 16/76), με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον νομικό της σύμβουλο Mario Cervino, κτίριο Jean Monnet, Kirchberg,

καθής,

που έχει ως αντικείμενο προσφυγή ακυρώσεως των αποφάσεων της Επιτροπής 76/142/ΕΟΚ και 76/148/ΕΟΚ της 2ας Δεκεμβρίου 1975, περί εκκαθαρίσεως των λογαριασμών που υπέβαλε η Γαλλική Δημοκρατία ως δαπάνες των οικονομικών ετών 1971 και 1972, που χρηματοδοτήθηκαν από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ΕΓΤΠΕ), Τμήμα Εγγυήσεων (JO L 27 της 2.2.1976, σ. 5 και 17), κατά το μέρος που η Επιτροπή δεν αναγνώρισε εις βάρος του ΕΓΤΠΕ τα ποσά των 1240514 γαλλικών φράγκων και 72590447,69 γαλλικών φράγκων που αφορούν αντίστοιχα την ενίσχυση για το αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη που προορίζεται για ζωοτροφές και εξήχθη στην Ιταλία και για την απόσταξη επιτραπεζιου οίνου,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ,

συγκείμενο από τους Η. Kutscher, πρόεδρο, J. Mertens de Wilmars και Mackenzie Stuart, προέδρους τμήματος, Α. Donner, P. Pescatore, Μ. Sørensen, A. O'Keeffe, G. Bosco και A. Touffait, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: F. Capotorti

γραμματέας: A. Van Houtte

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

(το μέρος που περιέχει τα περιστατικά παραλείπεται)

Σκεπτικό

1

Με δύο προσφυγές που ασκήθηκαν στις 13 Φεβρουαρίου 1976, η Κυβέρνηση της Γαλλικής Δημοκρατίας ζητεί τη μερική ακύρωση, δυνάμει του άρθρου 173, εδάφια 1 και 3, της Συνθήκης ΕΟΚ, των αποφάσεων της Επιτροπής 76/142 και 76/148, της 2ας Δεκεμβρίου 1975, περί εκκαθαρίσεως των λογαριασμών για τις δαπάνες των οικονομικών ετών 1971 και 1972 που χρηματοδοτήθηκαν από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (JO L 27 της 2.2.1976, σ. 5 και 17).

2

Εφόσον οι δύο υποθέσεις ενώθηκαν προς διευκόλυνση της διαδικασίας πρέπει να συνεκδικαστούν προς έκδοση κοινής αποφάσεως.

Ενισχύσεις για το αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη που χρησιμοποιείται για διατροφή ζώων

3

Η προσφεύγουσα Κυβέρνηση αιτιάται την Επιτροπή ότι αρνήθηκε να καταλογίσει στο ΕΓΤΠΕ, για το οικονομικό έτος 1971, το ποσό των 1240514 γαλλικών φράγκων που καταβλήθηκε από τις γαλλικές αρχές ως ενίσχυση για το αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη, που εξήχθη από τη Γαλλία στην Ιταλία και προοριζόταν για τη χρήση διατροφής ζώων, με την αιτιολογία ότι δεν τηρήθηκαν οι προβλεπόμενες επί του θέματος αυτού διατυπώσεις αποδείξεως που ορίζει η κοινοτική κανονιστική ρύθμιση.

4

Όπως προκύπτει από τον κανονισμό 986/68 του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 1968, περί θεσπίσεως των γενικών κανόνων σχετικά με τη χορήγηση ενισχύσεων για το αποκορυφωμένο γάλα και το αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη που προορίζεται για τη διατροφή ζώων (EE ειδ. έκδ. τόμ. 3/003, σ. 120), όπως τροποποιήθηκε από μεταγενέστερους κανονισμούς του Συμβουλίου, καθώς και από κανονισμούς της Επιτροπής περί των λεπτομερειών χορηγήσεως των ενισχύσεων,

το ύψος της ενισχύσεως καταβάλλεται, καταρχήν, από τον οργανισμό παρεμβάσεως του κράτους μέλους επί του εδάφους του οποίου βρίσκεται η εκμετάλλευση, η οποία μετουσίωσε το αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη ή η οποία το χρησιμοποίησε για την παρασκευή συνθέτων τροφών

υπό τύπο προσωρινού μέτρου, ισχύοντος μέχρι τις 30 Ιουνίου 1971, στις περιπτώσεις όπου η σκόνη που παρήχθη σ' ένα κράτος μέλος, αλλά μετουσιώθηκε ή χρησιμοποιήθηκε σε άλλο κράτος μέλος, το πρώτο κράτος μέλος εξουσιοδοτείται να καταβάλλει το ποσό της ενισχύσεως·

αποφασιστικό χρονικό σημείο για την καταβολή της ενισχύσεως από το κράτος αποστολής είναι η ημέρα υποβολής σε έλεγχο κάθε παρτίδας του εμπορεύματος επί του εδάφους του κράτους μέλους προορισμού

η υποβολή σε έλεγχο από το κράτος προορισμού δεν μπορεί να αποδειχθεί παρά με την προσκόμιση του αντιτύπου του ελέγχου του εγγράφου της κοινοτικής διαμετακομίσεως, ορισμένα τετραγωνίδια του οποίου πρέπει να συμπληρωθούν κατά ειδικό τρόπο.

5

Τα επίδικα ποσά αφορούν περιπτώσεις στις οποίες η Επιτροπή διαπίστωσε ότι οι ενισχύσεις καταβλήθηκαν από τον αρμόδιο γαλλικό οργανισμό μολονότι τα πρωτότυπα των αντιτύπων ελέγχου του εγγράφου κοινοτικής διαμετακομίσεως δεν είχαν υποβληθεί ή δεν είχαν συμπληρωθεί κατά τον οριζόμενο τρόπο.

6

Η προσφεύγουσα Κυβέρνηση αμφισβητεί τη νομιμότητα της αρνήσεως της Επιτροπής να αναλάβει το βάρος των ποσών αυτών, ισχυριζόμενη ότι οι διαπιστωθείσες ανωμαλίες παραβίαζαν επουσιώδεις διατυπώσεις, άλλωστε δε τακτοποιήθηκαν μεταγενεστέρως.

7

Όσον αφορά τη σημασία μιας μεταγενέστερης τακτοποιήσεως, πρέπει να παρατηρηθεί ότι, στο πλαίσιο προσφυγής ακυρώσεως δυνάμει του άρθρου 173 της Συνθήκης, η νομιμότητα της προσβαλλόμενης πράξης πρέπει να κρίνεται σε συνάρτηση με τα πραγματικά και νομικά στοιχεία που υφίστανται κατά τον χρόνο εκδόσεως της πράξεως.

8

Τακτοποιήσεις που γίνονται μετά την ημερομηνία αυτή δεν μπορούν επομένως να ληφθούν υπόψη κατά την κρίση αυτή.

9

Όσον αφορά ειδικότερα την κρίση της νομιμότητας των αποφάσεων της Επιτροπής περί εκκαθαρίσεως των λογαριασμών που υποβλήθηκαν από τα κράτη μέλη για δαπάνες που χρηματοδοτήθηκαν από το ΕΓΤΠΕ, πρέπει να υπομνηστεί ότι το αντικείμενο των αποφάσεων αυτών είναι η διαπίστωση και η αναγνώριση ότι οι δαπάνες διενεργήθηκαν από τις εθνικές αρχές σύμφωνα με τις κοινοτικές διατάξεις.

10

Στις περιπτώσεις που η κοινοτική κανονιστική ρύθμιση δεν επιτρέπει την καταβολή μιας ενισχύσεως παρά υπό την προϋπόθεση τηρήσεως ορισμένων διατυπώσεων αποδείξεως κατά τον χρόνο της καταβολής, η ενίσχυση που καταβάλλεται χωρίς να τηρηθεί αυτή η προϋπόθεση δεν είναι σύμφωνη προς το κοινοτικό δίκαιο και η δαπάνη που αναφέρεται σ' αυτή την ενίσχυση δεν μπορεί, επομένως, καταρχήν, να καταλογιστεί στο ΕΓΤΠΕ κατά την εκκαθάριση των λογαριασμών για το εν λόγω οικονομικό έτος, επιφυλλασσομένης όμως της ενδεχόμενης ευχέρειας της Επιτροπής να λάβει υπόψη της, για ένα άλλο οικονομικό έτος, τη μεταγενέστερη προσκόμιση της απαιτούμενης απόδειξης.

11

Από τις προηγούμενες σκέψεις προκύπτει ότι η τακτοποίηση των διατυπώσεων αποδείξεως που επήλθαν μετά την καταβολή της ενισχύσεως από τον αρμόδιο εθνικό οργανισμό δεν είναι στοιχείο ικανό να καταστήσει πλημμελή την άρνηση της Επιτροπής να καταλογίσει τη δαπάνη στο ΕΓΤΠΕ.

12

Πρέπει να ερευνηθεί επίσης ο ισχυρισμός της προσφεύγουσας Κυβέρνησης σύμφωνα με τον οποίο οι διαπιστωθείσες ανωμαλίες είναι επουσιώδεις και δεν μπορεί, επομένως, να γίνει επίκλησή τους για την άρνηση κοινοτικής χρηματοδοτήσεως των χορηγηθεισών ενισχύσεων.

13

Πρέπει να παρατηρηθεί σχετικά ότι, ανεξάρτητα με τη σημασία που έχει στο κοινοτικό δίκαιο η διάκριση μεταξύ ουσιωδών και επουσιωδών διοικητικών τύπων, η διάκριση αυτή δεν ισχύει για τις αποδείξεις που απαιτούνται στην προκειμένη περίπτωση.

14

Πράγματι, η κοινοτική κανονιστική ρύθμιση επί του θέματος αυτού είναι διατυπωμένη κατά τρόπο ώστε να μην αφήνει στις εθνικές αρχές καμιά ευχέρεια να δεχτούν για την υποβολή σε έλεγχο στο κράτος προορισμού άλλων αποδείξεων πλην της τυπικής αποδείξεως την οποία συνιστά το αντίτυπο ελέγχου του εγγράφου κοινοτικής διαμετακομίσεως, δεόντως συμπληρωμένου και σφραγισμένου.

15

Δεδομένου ότι ο στόχος των εν λόγω κανονιστικών διατάξεων είναι ο αποκλεισμός της δυνατότητας διπλής πληρωμής, καθώς και της δυνατότητας να επανέλθει το εμπόρευμα στο σύνηθες εμπορικό κύκλωμα, είναι απαραίτητη για τον σκοπό αυτό η αυστηρή τήρηση των διατυπώσεων αποδείξεως, ιδίως δε για να αποτραπεί κάθε πρακτική καταδολιεύσεως που θα απέβλεπε στην περιγραφή των μέτρων ελέγχου.

16

Χωρίς να χρειάζεται λεπτομερής ανάλυση των ανωμαλιών που έγιναν δεκτές από την Επιτροπή, μπορεί να διαπιστωθεί ότι όλες οι ανωμαλίες αυτές μπορούν να οδηγήσουν στη μη τήρηση των αυστηρών απαιτήσεων αποδείξεως που προβλέπονται από την κοινοτική κανονιστική ρύθμιση.

17

Πρέπει επομένως να γίνει δεκτό ότι η άρνηση της Επιτροπής να καταλογίσει στο ΕΓΤΠΕ τις επίδικες δαπάνες δεν είναι παράνομη.

Ενισχύσεις για την απόσταξη οίνου

18

Η προσφεύγουσα Κυβέρνηση αιτιάται την Επιτροπή ότι αρνήθηκε να καταλογίσει στο ΕΓΤΠΕ για το οικονομικό έτος 1972 το ποσό των 72590447,90 γαλλικών φράγκων που καταβλήθηκε από τις γαλλικές αρχές ως ενίσχυση για την απόσταξη οίνου, για τον λόγο ότι οι δαπάνες αυτές δεν διενεργήθηκαν σύμφωνα με τους κοινοτικούς κανόνες που διέπουν το θέμα αυτό.

19

Το άρθρο 7 του κανονισμού 816/70 του Συμβουλίου, της 28ης Απριλίου 1970, περί συμπληρωματικών διατάξεων για την κοινή οργάνωση της αμπελοοινικής αγοράς (JO L 99 της 5.5.1970, σ. 1) προβλέπει ότι μπορεί να αποφασιστεί η απόσταξη σε περιπτώσεις όπου μόνη η χορήγηση ενισχύσεων για την ιδιωτική αποθεματοποίηση επιτραπεζιων οίνων κινδυνεύει να είναι αναποτελεσματική για την επίτευξη ανόδου των τιμών.

20

Το Συμβούλιο, κρίνοντας ότι η προϋπόθεση αυτή πληρώθηκε κατόπιν της πλούσιας εσοδείας 1970-1971, αποφάσισε, με τον κανονισμό 766/72, της 17ης Απριλίου 1972, περί καθορισμού γενικών κανόνων σχετικά με την απόσταξη επιτραπεζιων οίνων κατά την περίοδο από 24 Απριλίου 1972 μέχρι 27 Μαΐου 1972 (JO L 91 της 18.4.1972, σ. 1), να παράσχει μια περίοδο αποστάξεως και να θεσπίσει ένα σύστημα ενισχύσεων για τον σκοπό αυτό.

21

Η Γαλλική Κυβέρνηση, θεωρώντας ανεπαρκή την ελάχιστη τιμή και το ύψος των ενισχύσεων που καθορίστηκαν στο πλαίσιο του συστήματος αυτού, θέσπισε, υπό τύπο εθνικού μέτρου, ένα συμπλήρωμα ενισχύσεων.

22

Η Επιτροπή θεώρησε το μέτρο αυτό ασυμβίβαστο προς την κοινοτική κανονιστική ρύθμιση του εν λόγω θέματος και κίνησε κατά της Γαλλίας, τον Ιούλιο 1972, τη διαδικασία παραβάσεως που προβλέπεται από το άρθρο 169 της Συνθήκης.

23

Τον Μάιο όμως του 1973 η Επιτροπή γνώρισε στη Γαλλική Κυβέρνηση ότι, αφού τα εν λόγω μέτρα αφορούσαν το παρελθόν, αποφάσισε να μη συνεχίσει τη διαδικασία παραβάσεως που είχε κινήσει, προσθέτοντας πάντως ότι η απόφαση αυτή δεν προδίκαζε το οριστικό κλείσιμο των λογαριασμών στους οποίους προβαίνει ετησίως η Επιτροπή για το ΕΓΤΠΕ.

24

Η Γαλλική Κυβέρνηση ισχυρίζεται, στο πλαίσιο της παρούσας δίκης, ότι η Επιτροπή καταστρατήγησε τη διαδικασία, ανοίγοντας εκ νέου τη συζήτηση με την ευκαιρία της εκκαθαρίσεως των λογαριασμών, μετά την άρνηση συνεχίσεως της διαδικασίας παραβάσεως.

25

Ο λόγος αυτός ακυρώσεως δεν μπορεί να γίνει δεκτός.

26

Πράγματι, οι δύο διαδικασίες είναι ανεξάρτητες η μία από την άλλη, διότι επιδιώκουν διαφορετικούς σκοπούς και διέπονται από διαφορετικούς κανόνες.

27

Η διαδικασία παραβάσεως δυνάμει του άρθρου 169 της Συνθήκης έχει ως σκοπό να διαπιστωθεί και να παύσει η συμπεριφορά ενός κράτους μέλους που παραβιάζει το κοινοτικό δίκαιο, η δε Επιτροπή παραμένει ελεύθερη, αν το κράτος μέλος σταμάτησε την προβαλλόμενη παράβαση, να παραιτηθεί από τη συνέχιση της διαδικασίας χωρίς, όμως, η εγκατάλειψη της διαδικασίας να ισοδυναμεί με αναγνώριση της νομιμότητας της αμφισβητούμενης συμπεριφοράς.

28

Η διαδικασία εκκαθαρίσεως των λογαριασμών, αφετέρου, αποβλέπει, υπό το κράτος του ισχύοντος κοινοτικού δικαίου, στη διαπίστωση όχι μόνο της πραγματοποιήσεως και του συννόμου των δαπανών, αλλά και της ορθής κατανομής μεταξύ των κρατών μελών και της Κοινότητας των οικονομικών βαρών που προκύπτουν από την κοινοτική γεωργική πολιτική· η Επιτροπή δε δεν διαθέτει στο σημείο αυτό εξουσία εκτιμήσεως που να της επιτρέπει να παρεκκλίνει από τους κανόνες που διέπουν αυτή την κατανομή βαρών.

29

Το επίδικο ποσό, το οποίο, κατά την άποψη της Γαλλικής Κυβερνήσεως, πρέπει να καταλογιστεί στο ΕΓΤΠΕ, αντιπροσωπεύει, για το σύνολο των ποσοτήτων οίνου που προορίζονται για απόσταξη, το τμήμα των καταβληθεισών ενισχύσεων που αντιστοιχεί στα ποσοστά που καθορίστηκαν από την κοινοτική κανονιστική ρύθμιση, ενώ το τμήμα που αντιστοιχεί στις συμπληρωματικές εθνικές ενισχύσεις πρέπει να παραμείνει εις βάρος της Γαλλίας.

30

Η Επιτροπή αντιτίθεται στον υπολογισμό αυτό, ισχυριζόμενη ότι το εθνικό μέτρο είχε ως αποτέλεσμα να εξαρθρώσει τις εργασίες αποστάξεως, επεκτείνοντας τις στη Γαλλία σε ποσότητες οίνου κατά πολύ ανώτερες από εκείνες που θα προσκομίζονταν για απόσταξη βάσει του κοινοτικού μόνο μέτρου.

31

Τα κράτη μέλη δεν μπορούν, κατά την εφαρμογή της κοινοτικής κανονιστικής ρυθμίσεως, να λαμβάνουν μονομερώς συμπληρωματικά μέτρα που μπορούν να διακυβεύσουν την ίση μεταχείριση των επιχειρηματιών μέσα σ' όλη την Κοινότητα και να νοθεύσουν έτσι τις προϋποθέσεις ανταγωνισμού μεταξύ των κρατών μελών.

32

Εφόσον το εν λόγω εθνικό γαλλικό μέτρο είναι, σύμφωνα με τα πιο πάνω, ασυμβίβαστο προς το κοινοτικό δίκαιο, είναι αδύνατο να εξακριβωθεί σε ποιο μέτρο το συνολικό αποτέλεσμα των συνδυασμένων κοινοτικών και εθνικών μέτρων οφείλεται στο ένα ή στο άλλο στοιχείο.

33

Είναι ιδίως αδύνατο να αποδειχθεί με βεβαιότητα ποιες ποσότητες οίνου θα προσάγονταν για απόσταξη στη Γαλλία στην περίπτωση που δεν θα είχε ληφθεί το εθνικό μέτρο.

34

Ούτε η μέθοδος υπολογισμού που χρησιμοποιήθηκε από τη Γαλλική Κυβέρνηση ούτε η μέθοδος που στηρίζεται στις προβλέψεις αποστάξεως που έγιναν δεκτές από την Επιτροπή κατά τη θέσπιση της ενέργειας αυτής επιτρέπουν, κατά συνέπεια, την κατανομή των δαπανών που πρέπει να καταλογιστούν στην Κοινότητα και στο κράτος μέλος αντίστοιχα.

35

Υπό τις προϋποθέσεις αυτές, η Επιτροπή δεν είχε άλλη επιλογή από το να αρνηθεί να καταλογιστούν στο ΕΓΤΠΕ οι δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν από τις γαλλικές αρχές.

36

Κατόπιν αυτών, η προσφυγή ακυρώσεως που ασκήθηκε από τη Γαλλική Κυβέρνηση πρέπει να απορριφθεί.

 

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ,

αποφασίζει:

 

Απορρίπτει τις προσφυγές.

 

Kutscher

Mertens de Wilmars

Mackenzie Stuart

Dormer

Pescatore

Sørensen

O'Keeffe

Bosco

Touffait

Δημοσιεύτηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 7 Φεβρουαρίου 1979.

Ο γραμματέας

Α. Van Houtte

Ο πρόεδρος

Η. Kutscher


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική.

Top