This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 52022AE4922
Opinion of the European Economic and Social Committee on ‘Proposal for a directive of the European Parliament and of the Council on liability for defective products’ (COM(2022) 495 final — 2022/0302 (COD))
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την ευθύνη λόγω ελαττωματικών προϊόντων» [COM(2022) 495 final — 2022/0302 (COD)]
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την ευθύνη λόγω ελαττωματικών προϊόντων» [COM(2022) 495 final — 2022/0302 (COD)]
EESC 2022/04922
ΕΕ C 140 της 21.4.2023, p. 34–38
(BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, GA, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)
21.4.2023 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 140/34 |
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την ευθύνη λόγω ελαττωματικών προϊόντων»
[COM(2022) 495 final — 2022/0302 (COD)]
(2023/C 140/06)
Γενική εισηγήτρια: η κ. |
Émilie PROUZET |
Αίτηση γνωμοδότησης |
Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, 17.10.2022 Συμβούλιο, 28.10.2022 |
Νομική βάση |
Άρθρο 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
Αρμόδιο τμήμα |
Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση |
Απόφαση του Προεδρείου |
20.9.2022 |
Υιοθετήθηκε από την ολομέλεια |
24.1.2023 |
Σύνοδος ολομέλειας αριθ. |
575 |
Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας (υπέρ/κατά/αποχές) |
156/0/2 |
1. Συμπεράσματα και συστάσεις
1.1. |
Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (ΕΟΚΕ) αναγνωρίζει τη σημασία του καθεστώτος αστικής ευθύνης που προβλέπεται στην πρόταση της Επιτροπής, το οποίο παρέχει σε κάθε πολίτη τα απαιτούμενα μέσα ώστε να λάβει αποζημίωση για ζημία που υπέστη λόγω ελαττώματος ενός προϊόντος. Το καθεστώς αυτό αποκτά ακόμη μεγαλύτερη σημασία ενόψει της αύξησης της δικαστικής αντιμετώπισης των συνεπειών των αναδυόμενων κινδύνων. |
1.2. |
Ένα καθεστώς ευθύνης άνευ πταίσματος αποβλέπει, από τη φύση του, στην αποκατάσταση της ισορροπίας μεταξύ των δικαιωμάτων του κατασκευαστή και των δικαιωμάτων του δυνητικού θύματος. Η ΕΟΚΕ καλεί τους συννομοθέτες και τις εθνικές αρχές να διατηρήσουν την ισορροπία που έχει επιτευχθεί στην υπό εξέταση πρόταση κατά την έγκρισή της και τη μεταφορά της στο εθνικό δίκαιο. |
1.3. |
Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ υποστηρίζει την ανάγκη εξασφάλισης της ασφάλειας δικαίου σε όλους: στον ενάγοντα, παρέχοντάς του πρόσβαση σε ένα απλουστευμένο νομικό πλαίσιο ώστε να λάβει αποζημίωση, και στον κατασκευαστή, ώστε να μπορεί να συνεχίσει να καινοτομεί έχοντας επίγνωση των ευθυνών του και προϋπολογίζοντας τους κινδύνους που αναλαμβάνει. |
1.4. |
Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει ότι η αναθεώρηση της εν λόγω οδηγίας ανταποκρίνεται σε πολλά από τα αιτήματα των καταναλωτών, είτε πρόκειται για τον προσδιορισμό του υπεύθυνου προσώπου, την πρόσβαση σε πληροφορίες και σε αποζημίωση είτε για την επέκταση της κάλυψης στις ψηφιακές και ψυχολογικές βλάβες. |
1.5. |
Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει την ανάγκη προσαρμογής αυτού του καθεστώτος στις ψηφιακές προκλήσεις και στηρίζει τα μέτρα που προτείνονται στην υπό εξέταση πρόταση για την αντιμετώπισή τους. Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ της απόφασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να συμπεριλάβει την τεχνητή νοημοσύνη (ΤΝ) στην υπό εξέταση πρόταση μέσω ενός καθεστώτος ευθύνης άνευ πταίσματος, καθώς και στην παράλληλη πρόταση οδηγίας, μέσω ενός καθεστώτος ευθύνης λόγω πταίσματος. Τονίζει επίσης την ανάγκη υιοθέτησης τεχνολογικά ουδέτερης προσέγγισης κατά τη νομική ρύθμιση των ευθυνών για τα προϊόντα. |
1.6. |
Η ΕΟΚΕ ζητεί την ευθυγράμμιση της πρότασης με το κοινοτικό κεκτημένο όσον αφορά τους ορισμούς και την ιεράρχηση των ευθυνών, αλλά και την απλοποίησή της κατά τρόπο συνεπή με την υπό έγκριση νομοθεσία. |
1.7. |
Επιπροσθέτως, η ΕΟΚΕ ζητεί μεγαλύτερη συνέπεια στη διατύπωση μίας και της αυτής υποχρέωσης, η οποία παρουσιάζεται με διαφορετικό τρόπο στα διάφορα νομικά κείμενα. Η ΕΟΚΕ συνιστά την απλούστευση και όχι την αναπαραγωγή των μέτρων, ιδίως με την αναφορά σε ήδη υφιστάμενες υποχρεώσεις ή με την επέκτασή τους. |
2. Πλαίσιο
2.1. |
Η πρόταση αναθεώρησης της οδηγίας για την ευθύνη λόγω ελαττωματικών προϊόντων και η πρόταση οδηγίας περί ευθύνης για την τεχνητή νοημοσύνη στόχο έχουν την επικαιροποίηση του ευρωπαϊκού καθεστώτος ευθύνης άνευ πταίσματος, που χρονολογείται από το 1985. Στόχος αμφότερων των προτάσεων είναι η προσαρμογή αυτού του πλαισίου στις μεταβάσεις προς την ψηφιοποίηση και την αειφορία. Ως εκ τούτου, οι νέοι κανόνες έχουν ως στόχο να παράσχουν στους παραγωγούς την απαιτούμενη ασφάλεια δικαίου για καινοτομία και στον ενάγοντα την κάλυψη νέων ζημιών και ελαττωμάτων, και τη διασφάλιση ότι θα βρει ένα υπεύθυνο πρόσωπο στην Ευρώπη και, συνεπώς, θα μπορεί να διεκδικήσει αποζημίωση ενώπιον δικαστηρίου. |
2.2. |
Στην πράξη, η οδηγία απαιτεί από τα κράτη μέλη να θεσπίσουν ειδικό καθεστώς για την αστική ευθύνη. Στο πλαίσιο αυτό, κάθε φυσικό πρόσωπο μπορεί να διεκδικεί αποζημίωση σε περίπτωση υλικής ζημίας συνδεόμενης με ζημία που προκλήθηκε λόγω ελαττωματικού προϊόντος. Εκ πρώτης όψεως, η συντριπτική πλειονότητα των καταγγελιών που υποβάλλονται βάσει της οδηγίας για την ευθύνη λόγω ελαττωματικών προϊόντων αφορά σωματικές βλάβες και, σε ορισμένες περιπτώσεις, σοβαρές υλικές ζημίες. Οι αξιώσεις ήσσονος σημασίας διεκπεραιώνονται συνήθως με φιλικό διακανονισμό. Ως εκ τούτου, οι διατάξεις της οδηγίας για την ευθύνη λόγω ελαττωματικών προϊόντων εφαρμόζονται με φιλική συμφωνία, με διαδικασία εξώδικης διευθέτησης των διαφορών ή ηλεκτρονικής επίλυσης διαφορών (alternative dispute resolution/online dispute resolution) ή με νομική διαδικασία (1). Για την καλύτερη αξιολόγηση των υποθέσεων που εξετάζονται, η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή να λαμβάνει περισσότερες πληροφορίες και στατιστικά στοιχεία σχετικά με τις υποθέσεις που διεκπεραιώνονται με εξώδικη διευθέτηση των διαφορών ή με ηλεκτρονική επίλυση διαφορών. |
2.3. |
Οι αγωγές για αστική ευθύνη λόγω ελαττωματικών προϊόντων συγκαταλέγονται μεταξύ των ταχύτερα αυξανόμενων αγωγών στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ). Με βάση τις αποφάσεις των δικαστηρίων που βασίζονται σε αυτό το είδος διαδικασίας, καθώς και τις πρόσφατες συζητήσεις σχετικά με τους αναδυόμενους κινδύνους, είναι δυνατόν να απαριθμηθούν τα προϊόντα και οι ζημίες που αναφέρονται σήμερα: ο αμίαντος, τα εμβόλια, τα φυτοφάρμακα, η δισφαινόλη Α, τα οπιοειδή (2), αλλά και τα ηλεκτρομαγνητικά κύματα για τα ηλεκτροευαίσθητα άτομα ή ακόμη ο φόβος εκδήλωσης καρκίνου λόγω έκθεσης σε επικίνδυνη ουσία (3). Η αύξηση των αναδυόμενων κινδύνων τα τελευταία χρόνια καθιστά απαραίτητο ένα τέτοιο καθεστώς. Η ΕΟΚΕ, έχοντας επίγνωση των μελλοντικών προκλήσεων στις οποίες θα μπορούσε να εφαρμοστεί αυτό το καθεστώς, καλεί όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη για την εν λόγω νομοθεσία να λάβουν υπόψη το πλαίσιο αυτό. |
2.4. |
Ένα άλλο σημαντικό μέλημα έγκειται στο γεγονός ότι αυτό το νέο κείμενο πρέπει να επιτύχει να διατηρήσει ένα νομικό πλαίσιο που θα παρέχει ασφάλεια δικαίου σε όλους τους παράγοντες (ενάγοντες και εναγομένους). Θα πρέπει να εξασφαλιστεί ότι τα θεμέλια του κοινοτικού μας κεκτημένου δεν θα τεθούν υπό αμφισβήτηση (ορισμός, αστικό δίκαιο κ.λπ.). |
2.5. |
Πρέπει επίσης να διασφαλίσουμε ότι η διαδικασία θα προσφέρει ισορροπία ανάμεσα στους ευρωπαϊκούς μας στόχους για τη στήριξη της βιομηχανικής και τεχνολογικής καινοτομίας, αφενός, και αφετέρου την προστασία των καταναλωτών και το δικαίωμά τους στη δίκαιη αποκατάσταση της προκληθείσας ζημίας. Όπως υπενθυμίζει η Επιτροπή (4), το προτεινόμενο πλαίσιο δεν θα πρέπει να παρεμποδίζει την εφαρμογή της πρόσφατα εγκριθείσας βιομηχανικής στρατηγικής της ΕΕ. Παράλληλα, η ΕΕ οφείλει επίσης να προσφέρει στους καταναλωτές και, ευρύτερα, στους Ευρωπαίους πολίτες, το υψηλότερο δυνατό επίπεδο προστασίας. |
2.6. |
Τέλος, στόχος της υπό εξέταση οδηγίας είναι η εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών. Η εναρμόνιση αυτή είναι ιδιαίτερα σημαντική δεδομένου ότι οι καταστάσεις που καλύπτονται από το συγκεκριμένο καθεστώς ευθύνης συνήθως δεν σταματούν στα σύνορα μεταξύ των κρατών μελών. Ως εκ τούτου, η μέγιστη εναρμόνιση αποτελεί αναγκαιότητα η οποία, προκειμένου να είναι η βέλτιστη δυνατή, πρέπει να αφορά σαφή και σαφώς καθορισμένα μέτρα. |
3. Γενικές παρατηρήσεις σχετικά με την ανάγκη διασφάλισης της συνέπειας μεταξύ της πρότασης και του κοινοτικού κεκτημένου
3.1. |
Ένα ευρύτατο πεδίο εφαρμογής που χρήζει συνεπούς εφαρμογής σε εθνικό επίπεδο. Η πρόταση οδηγίας ωφελεί κάθε φυσικό πρόσωπο που έχει υποστεί ζημία λόγω ελαττωματικού προϊόντος και το οποίο επιθυμεί να διεκδικήσει αποζημίωση από τον κατασκευαστή του προϊόντος. Συνεπώς, εν προκειμένω, δεν τίθεται ζήτημα καταναλωτών ή τελικών χρηστών, μεταξύ επιχειρήσεων (Β2Β) ή επιχειρήσεων προς καταναλωτές. Ωστόσο, η οδηγία, στην αρχική της μορφή, χρησιμοποιήθηκε από ορισμένα κράτη σε περιπτώσεις διαφορών μεταξύ εργαζομένων και εργοδοτών ή επαγγελματιών και επαγγελματιών, οι οποίες υπάγονται σε άλλα καθεστώτα και όχι στο καθεστώς της ευθύνης άνευ πταίσματος. Η ΕΟΚΕ εφιστά την προσοχή των αρχών στην εφαρμογή και την ορθή μεταφορά στο εθνικό δίκαιο του συγκεκριμένου καθεστώτος. |
3.2. |
Ορισμένοι ορισμοί πρέπει να αποσαφηνιστούν ώστε να υπάρχει συνοχή στο σύστημα. Στο άρθρο 4, οι ορισμοί του συστατικού, του κατασκευαστή και του προϊόντος πρέπει να συνδέονται, δεδομένου ότι όλοι αυτοί οι όροι αναφέρονται στο άρθρο 7 που ορίζει την ευθύνη του φορέα. Στο άρθρο 4 σημείο 10, ο ορισμός της θέσης σε λειτουργία θα πρέπει να αναφέρεται στην πρώτη χρήση από τον τελικό χρήστη, όπως στον Γαλάζιο Οδηγό σχετικά με την εφαρμογή των κανόνων της ΕΕ για τα προϊόντα και σε άλλες νομοθετικές διατάξεις εναρμόνισης. Η ημερομηνία της πρώτης χρήσης είναι σημαντική διότι καθορίζει τις προθεσμίες παραγραφής. Τέλος, στο άρθρο 6, η έννοια της χρήσης του προϊόντος πρέπει να ευθυγραμμιστεί με τη νομοθεσία της ΕΕ. Πράγματι, δεν πρέπει να γίνεται επίκληση της εσφαλμένης χρήσης του προϊόντος προκειμένου να αξιολογείται και να αποδεικνύεται ότι είναι ελαττωματικό. Δεν μπορεί να γίνεται επίκλησή της για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης και της ασφάλειας των προϊόντων που καλύπτονται από την ενωσιακή νομοθεσία εναρμόνισης, για τα παιχνίδια λόγου χάρη. Όπως υπενθυμίζεται στον Γαλάζιο Οδηγό, η «ενωσιακή νομοθεσία εναρμόνισης εφαρμόζεται όταν τα προϊόντα που καθίστανται διαθέσιμα ή τίθενται σε λειτουργία στην αγορά χρησιμοποιούνται σύμφωνα με την προβλεπόμενη χρήση τους». Σε κάθε περίπτωση, ο κατασκευαστής δεν μπορεί να θεωρείται υπεύθυνος για ζημίες που προκαλούνται από τη μη ενδεδειγμένη χρήση ενός προϊόντος. |
3.3. |
Η ιεράρχηση των ευθυνών μεταξύ των οικονομικών φορέων πρέπει να είναι ανάλογη του ρόλου τους στην αλυσίδα. Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για το γεγονός ότι η πρόταση περιλαμβάνει τους διάφορους φορείς που είναι υπεύθυνοι για τη συμμόρφωση και την ασφάλεια, όπως αυτοί ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2019/1020 (5) και στην πρόταση κανονισμού για τις ψηφιακές υπηρεσίες (6). Η πρόταση ευθυγραμμίζει, συνεπώς, την ευθύνη για τη συμμόρφωση και την ασφάλεια των προϊόντων με το καθεστώς ευθύνης λόγω ελαττωματικών προϊόντων. Ωστόσο, το άρθρο 7 παράγραφος 2 δεν σέβεται την ιεράρχηση των ρόλων και των αρμοδιοτήτων που καθορίζονται στο ευρωπαϊκό πλαίσιο για τα εναρμονισμένα προϊόντα (7). Για λόγους συνέπειας, η παράγραφος αυτή θα πρέπει να αναθεωρηθεί ώστε να εκφράζει σαφώς την προκαθορισμένη ιεραρχία των φορέων και όχι την από κοινού ευθύνη τους. |
4. Αξιολόγηση των μέτρων που ανταποκρίνονται στις αξιώσεις των δυνητικών θυμάτων
4.1. |
Η αναζήτηση του υπεύθυνου οικονομικού φορέα για τη διεκδίκηση αποζημίωσης διασφαλίζεται πλέον με πολλά μέτρα. Πρώτον, ο κατασκευαστής του προϊόντος και ο κατασκευαστής του συστατικού που προκάλεσε το ελάττωμα στο προϊόν μπορούν να ευθύνονται από κοινού. Η ΕΟΚΕ εκτιμά το γεγονός ότι αυτή η διπλή ευθύνη αποτελεί μέρος των συστάσεων του ΕΓΕΚ (8). Δεύτερον, εφαρμόζεται η ιεράρχηση της ευθύνης μεταξύ των οικονομικών φορέων, οι οποίοι εμπλέκονται στην αλυσίδα εφοδιασμού του ελαττωματικού προϊόντος. Εάν ο πρώτος υπεύθυνος απουσιάζει, εκείνος που βρίσκεται σε επόμενο στάδιο στην αλυσίδα εφοδιασμού φέρει την ευθύνη του. Εάν δεν υπάρχει κατασκευαστής στην ΕΕ, ο εισαγωγέας ή, ελλείψει αυτού, ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος μπορεί να θεωρηθεί υπεύθυνος. Ομοίως, η ευθύνη του διανομέα και της διαδικτυακής αγοράς εξαρτάται από την ικανότητά τους να παρέχουν πληροφορίες σχετικά με τους προμηθευτές/εμπόρους τους. |
4.2. |
Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει ότι τα δύο αυτά μέτρα διευκολύνουν τον προσδιορισμό του υπευθύνου στην ευρωπαϊκή αγορά και, ως εκ τούτου, δίνουν πρόσβαση σε αποζημίωση. |
4.3. |
Επιπλέον, οι υποχρεώσεις του διανομέα συνδέονται με εκείνες που περιγράφονται στην αναθεωρημένη οδηγία για τη γενική ασφάλεια των προϊόντων (9) και τις αναθεωρημένες νομοθετικές διατάξεις για τα εναρμονισμένα προϊόντα (κανόνες ιχνηλασιμότητας). |
4.4. |
Το ίδιο ισχύει και για τις διαδικτυακές αγορές. Η πράξη για τις ψηφιακές υπηρεσίες θεσπίζει την υποχρέωση για «πληρέστερη γνώση των εμπόρων», που σημαίνει κυρίως ότι οι διαδικτυακές αγορές πρέπει να διαθέτουν τα στοιχεία επικοινωνίας του κατασκευαστή και του υπεύθυνου προσώπου στην ΕΕ. Επιπλέον, το άρθρο 5 παράγραφος 3 της ίδιας οδηγίας —δηλαδή η αρχική νομοθετική πρόταση για τις ψηφιακές υπηρεσίες— καθορίζει επίσης τις προϋποθέσεις απώλειας της απαλλαγής των πλατφορμών από την ευθύνη σε περίπτωση έλλειψης πληροφοριών σχετικά με τον πωλητή. Παρόμοια υποχρέωση προβλέπεται στην οδηγία omnibus: αν οι πληροφορίες που απαιτούνται από την οδηγία για την προστασία των καταναλωτών [(EE) 2019/2161 (10)] δεν παρέχονται, η πλατφόρμα αναλαμβάνει την ευθύνη για την προστασία των καταναλωτών που συνήθως βαρύνει τον πωλητή. Μολονότι οι υποχρεώσεις είναι συγκρίσιμες, δεν αναπαράγονται αυτούσιες στην υπό εξέταση πρόταση. Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ ζητεί μεγαλύτερη συνέπεια στη διατύπωση μίας και της αυτής υποχρέωσης. |
4.5. |
Η αποζημίωση για ζημίες που προκύπτουν από ελαττωματικές ψηφιακές υπηρεσίες είναι πλέον δυνατή και στο πλαίσιο αυτού του νέου καθεστώτος. Κατ’ αρχάς, προτείνοντας παράλληλη πρόταση για την ευθύνη σε θέματα τεχνητής νοημοσύνης, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρέχει συγκεκριμένη απάντηση. Παράλληλα, στην πρότασή της, η Επιτροπή απαντά στους χρήστες σχετικά με το ελάττωμα ενός «ψηφιακού συστατικού», με πολυάριθμα μέτρα:
|
4.6. |
Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει τα μέτρα που αποσκοπούν στη ρύθμιση των ψηφιακών τεχνολογιών στο πλαίσιο της υπό εξέταση πρότασης. Ωστόσο, καλεί τους συννομοθέτες να λάβουν υπόψη παράλληλες νομοθετικές πράξεις που έχουν εγκριθεί πρόσφατα ή βρίσκονται υπό διαπραγμάτευση, ιδίως δε τον γενικό κανονισμό για την προστασία δεδομένων (ΓΚΠΔ) (11), την πρόταση περί ευθύνης για την τεχνητή νοημοσύνη, την πράξη για την τεχνητή νοημοσύνη, την πράξη για τα δεδομένα, τον κανονισμό για τη γενική ασφάλεια των προϊόντων, την οδηγία NIS 2 (12) και την πράξη για την κυβερνοανθεκτικότητα. Πρέπει να διασφαλιστεί η συνέπεια και να αποφευχθεί η αλληλεπικάλυψη των νομικών μέτρων. |
4.7. |
Η πρόταση ανταποκρίνεται στις δυσκολίες που αντιμετωπίζονται για την απόκτηση ή την κατανόηση των τεχνικών πληροφοριών με διάφορους τρόπους. Το σχετικό νομικό πλαίσιο εφαρμόζεται όταν ένα προϊόν έχει προκαλέσει υλική ζημία σε ένα πρόσωπο ή στην περιουσία του. Τα προϊόντα αυτά είναι συχνά πολύπλοκα από επιστημονική ή τεχνολογική άποψη. Το 1985, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανταποκρίθηκε στην πολυπλοκότητα των σχετικών προϊόντων εισάγοντας την ευθύνη άνευ πταίσματος στο αστικό δίκαιο. Στο πλαίσιο αυτό, ο ενάγων πρέπει να αποδείξει το ελάττωμα του προϊόντος, τη ζημία και την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ των δύο, προκειμένου να λάβει δίκαιη αποζημίωση για τη ζημία που υπέστη. Η υπαιτιότητα του παραγωγού δεν χρειάζεται να αποδειχθεί. Ήδη από το προοίμιο, η Ευρωπαϊκή Ένωση αναγνωρίζει ότι η ευθύνη άνευ πταίσματος είναι αναγκαία για την αντιμετώπιση της ολοένα επιτεινόμενης τεχνοκρατικής φύσης της εποχής μας. Αυτή η παρέκκλιση από το αστικό δίκαιο αποτελούσε ήδη σημαντική απλούστευση για τον ενάγοντα. Ωστόσο, κατά την υπό εξέλιξη διαδικασία νομοθετικής αναθεώρησης, οι οργανώσεις καταναλωτών ζήτησαν να προχωρήσουμε περαιτέρω και να αντιστραφεί το βάρος της απόδειξης ή να αποκλειστεί η απαλλαγή από την ευθύνη λόγω επιπέδου επιστημονικών γνώσεων. Η Επιτροπή δεν υιοθέτησε τα δύο τελευταία μέτρα, αλλά υπέβαλε νέες προτάσεις προκειμένου να ανταποκριθεί στις αξιώσεις των καταναλωτών. |
4.8. |
Ως εκ τούτου, η υπό εξέταση πρόταση περιλαμβάνει νέα μέτρα σχετικά με την κοινοποίηση των αποδεικτικών στοιχείων και το τεκμήριο του ελαττώματος ή της αιτιώδους συνάφειας. Όσον αφορά το πρώτο σημείο, πρόκειται πρωτίστως για τη δημιουργία αυτού του δικαιώματος σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Σήμερα, τα περισσότερα κράτη μέλη έχουν παρόμοιους κανόνες. Το δεύτερο σημείο αφορά την κωδικοποίηση της νομολογίας, η οποία θεωρείται ευνοϊκή για τον ενάγοντα και την οποία εξετάζουμε στην ενότητα 5. |
4.9. |
Η πρόταση της Επιτροπής ανταποκρίνεται επίσης στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η ζημία επέρχεται έτη ή δεκαετίες μετά την αγορά του προϊόντος ή τη διάθεσή του στην αγορά. Τις αντιμετωπίζει με δύο διαφορετικούς τρόπους. Για τις ψηφιακές υπηρεσίες, δεν γίνεται εξαίρεση με βάση την πιθανότητα να μην υπήρχε το ελάττωμα κατά τη στιγμή της διάθεσης στην αγορά ή της θέσης σε λειτουργία. Επιπλέον, φαίνεται αρκετά περίπλοκο να υποστηριχθεί η απαλλαγή με βάση το επίπεδο τεχνολογικής εξέλιξης. Τέλος, για τις επικίνδυνες ουσίες που προκαλούν λανθάνουσα σωματική βλάβη, η προθεσμία παραγραφής παρατείνεται στα 15 έτη. |
5. Αξιολόγηση των μέτρων που ανταποκρίνονται στις αξιώσεις των επιχειρήσεων
5.1. |
Η έννοια της σημαντικής τροποποίησης είναι ουσιώδης σε αυτό το καθεστώς και πρέπει να οριστεί και να αποσαφηνιστεί. Η σημαντική τροποποίηση ενός προϊόντος συνεπάγεται την ευθύνη του φορέα που προέβη στην τροποποίηση και την παράταση της προθεσμίας παραγραφής. Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ ζητεί να αποσαφηνιστεί η έννοια αυτή με βάση τον Γαλάζιο Οδηγό (13). |
5.2. |
Αξιολόγηση των περιπτώσεων στις οποίες δεν χρειάζεται να αποδειχθεί ένα μέρος του τριπτύχου (ελάττωμα/ζημία/αιτιώδης συνάφεια). Το άρθρο 9 ορίζει ότι τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ο ενάγων φέρει το βάρος της απόδειξης του ελαττώματος, της ζημίας και της αιτιώδους συνάφειας. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να αποδειχθεί η υλική ζημία που συνδέεται με υλική ή ηθική βλάβη στο πρόσωπο ή την προσωπική περιουσία ή με την απώλεια/αλλοίωση δεδομένων ΚΑΙ το ελάττωμα του προϊόντος ή ενός από τα συστατικά του (αντικείμενο/υπηρεσία) ΚΑΙ η συνάφεια μεταξύ τους, εκτός από δύο περιπτώσεις. Σημειωτέον ότι το βάρος της απόδειξης καθορίζεται στο πλαίσιο μιας νομικής διαδικασίας που έχει ήδη κινηθεί. Συνεπώς, η καταγγελία κρίθηκε επαρκώς παραδεκτή και η ζημία αρκούντως σημαντική ώστε ο ιδιώτης να θελήσει να ασκήσει δικαστική προσφυγή, η οποία είναι εκ πρώτης όψεως οικονομικά δαπανηρή για τον ενάγοντα. |
5.2.1. |
Πρώτον, το άρθρο 9, σχετικά με το βάρος της απόδειξης, διευκρινίζει, στην παράγραφο 3, τις περιπτώσεις στις οποίες τεκμαίρεται η αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της ζημίας και του ελαττώματος, δηλαδή όταν έχει διαπιστωθεί ότι το προϊόν είναι ελαττωματικό και η ζημία που προκλήθηκε είναι τέτοιας φύσεως που συνάδει κατά κανόνα με το σχετικό ελάττωμα. Στην περίπτωση αυτή, εφόσον αποδειχθεί το ελάττωμα, πρέπει να καθοριστεί μόνον η υλική ζημία που συνδέεται με τη ζημία. Η απόδειξη αιτιώδους συνάφειας επιτρέπεται βάσει τεκμηρίων. Η διάταξη αυτή προσομοιάζει και με την αναγνώριση της πιθανότητας ελαττώματος. Στο πλαίσιο αυτό, ο κατασκευαστής που εντοπίζει ελάττωμα σε ένα προϊόν θα πρέπει να ανακαλέσει ή να αποσύρει από την αγορά όλα τα προϊόντα της ίδιας παρτίδας. Η διαχείριση αυτού του είδους θα οδηγούσε σε σημαντική σπατάλη. |
5.2.2. |
Δεύτερον, το άρθρο 9 παράγραφος 4 προσδιορίζει τις περιπτώσεις στις οποίες η απόδειξη της ελαττωματικότητας και της αιτιώδους συνάφειας βασίζεται σε πιθανότητες. Αυτό μπορεί να συμβεί σε υποθέσεις στις οποίες το δικαστήριο κρίνει ότι ο ενάγων αντιμετωπίζει υπέρμετρες δυσκολίες διότι η απόδειξη των στοιχείων είναι τεχνολογικά ή επιστημονικά πολύπλοκη. Κατά συνέπεια, ο ενάγων πρέπει να αποδείξει ότι το προϊόν συνέβαλε στη ζημία ΚΑΙ την πιθανότητα του ελαττώματος ή της συνάφειας μεταξύ του ελαττώματος και της ζημίας. Στην περίπτωση αυτή, ούτε το ελάττωμα ούτε η αιτιώδης συνάφεια δεν χρειάζεται να αποδεικνύονται επιστημονικά. |
5.2.3. |
Προκειμένου να αξιολογηθεί η διάταξη αυτή, πρέπει να ληφθεί υπόψη η νομολογία στην οποία στηρίζεται. Για παράδειγμα, στην υπόθεση Sanofi Pasteur (14), τα δικαστήρια εκτιμούν ότι, ελλείψει ομοφωνίας στην επιστημονική κοινότητα, η απόδειξη του ελαττώματος ενός εμβολίου και της αιτιώδους συνάφειας μεταξύ του ελαττώματος και της ασθένειας μπορεί να επιτευχθεί με σοβαρά, ακριβή και συγκλίνοντα αποδεικτικά στοιχεία. Η διαδικασία απλουστεύεται σε μεγάλο βαθμό για τον ενάγοντα, ο οποίος πρέπει τελικά να προσκομίσει ένα σύνολο πραγματικών και όχι επιστημονικών στοιχείων. Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει ότι, για ορισμένες πολύπλοκες υποθέσεις, η έννοια της «πιθανότητας ελαττώματος» πρέπει να αξιολογείται από τον δικαστή, χωρίς από αυτήν να τεκμαίρεται αυτομάτως η ύπαρξη της αιτιώδους συνάφειας. |
Βρυξέλλες, 24 Ιανουαρίου 2023.
Η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Christa SCHWENG
(1) Βλέπε τις εκτιμήσεις που έγιναν στο πλαίσιο της εκτίμησης επιπτώσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
(2) Η ουσία αυτή αποτελεί αντικείμενο συζητήσεων, ιδίως στη Σουηδία. Σημειωτέον ότι στη Γαλλία, κατά τη δεκαετία που προηγήθηκε της πανδημίας COVID-19, η κατανάλωση οπιοειδών αυξήθηκε κατά 150 % και πλέον.
(3) Η Γαλλία αναγνωρίζει την αποζημίωση σε περίπτωση ζημίας που προκαλείται από το άγχος λόγω της ανησυχίας ενός ατόμου για μελλοντική εκδήλωση μιας ασθένειας. Η Ισπανία και η Ιταλία φαίνεται να θέλουν να ακολουθήσουν το παράδειγμα της Γαλλίας. Η αναγνώριση αυτή θεσπίστηκε το 2019 για τις περιπτώσεις έκθεσης στον αμίαντο και επεκτάθηκε σε όλες τις επικίνδυνες ουσίες ή προϊόντα λίγο αργότερα. Συνεπώς, ο αμίαντος απαγορεύτηκε το 1997 και, είκοσι χρόνια αργότερα, εξακολουθεί να υπάρχει σημαντικός κίνδυνος αποζημίωσης για τις επιχειρήσεις μας.
(4) Τον Ιανουάριο του 2020, σε ακρόαση που διοργάνωσε σχετικά με την αναθεώρηση της οδηγίας για την ευθύνη λόγω ελαττωματικών προϊόντων, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπενθύμισε ότι το θέμα αυτό είναι υψίστης σημασίας για την ενίσχυση της βιομηχανικής ικανότητας της ΕΕ, ώστε να είναι τεχνολογικά κυρίαρχη, και για την προσφορά ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος στους παραγωγούς, ώστε να καινοτομούν και να ανταγωνίζονται την Κίνα και τις ΗΠΑ.
(5) Κανονισμός (ΕΕ) 2019/1020 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2019, για την εποπτεία της αγοράς και τη συμμόρφωση των προϊόντων και για την κατάργηση της οδηγίας 2004/42/ΕΚ και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 765/2008 και (ΕΕ) αριθ. 305/2011 (ΕΕ L 169 της 25.6.2019, σ. 1).
(6) COM(2020)825 final — 2020/0361 (COD).
(7) i) Kατασκευαστής που είναι εγκατεστημένος στην Ένωση· ii) εισαγωγέας (εξ ορισμού εγκατεστημένος στην Ένωση), όταν ο κατασκευαστής δεν είναι εγκατεστημένος στην Ένωση· iii) εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος (εξ ορισμού εγκατεστημένος στην Ένωση), ο οποίος διαθέτει γραπτή εντολή από τον κατασκευαστή να εκτελεί καθήκοντα εξ ονόματος του κατασκευαστή· ή iv) πάροχος υπηρεσιών διεκπεραίωσης εγκατεστημένος στην Ένωση, όταν δεν υπάρχει κατασκευαστής, εισαγωγέας ή εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος εγκατεστημένος στην Ένωση.
(8) Ευρωπαϊκό Γραφείο Ενώσεων Καταναλωτών — www.beuc.eu.
(9) Οδηγία 2001/95/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 3ης Δεκεμβρίου 2001, για τη γενική ασφάλεια των προϊόντων (ΕΕ L 11 της 15.1.2002, σ. 4).
(10) Οδηγία (ΕΕ) 2019/2161 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου 2019 για την τροποποίηση της οδηγίας 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου, και των οδηγιών 98/6/ΕΚ, 2005/29/ΕΚ και 2011/83/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά την καλύτερη επιβολή και τον εκσυγχρονισμό των κανόνων της Ένωσης για την προστασία των καταναλωτών (ΕΕ L 328 της 18.12.2019, σ. 7).
(11) Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1).
(12) Οδηγία (ΕΕ) 2022/2555 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 14ης Δεκεμβρίου 2022 σχετικά με μέτρα για υψηλό κοινό επίπεδο κυβερνοασφάλειας σε ολόκληρη την Ένωση, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 910/2014 και της οδηγίας (ΕΕ) 2018/1972, και για την κατάργηση της οδηγίας (ΕΕ) 2016/1148 (οδηγία NIS 2) (ΕΕ L 333 της 27.12.2022, σ. 80).
(13) Προϊόν το οποίο έχει υποστεί σημαντικές αλλαγές ή επισκευές αφού έχει τεθεί σε λειτουργία πρέπει να θεωρείται νέο προϊόν αν: i) οι αρχικές του επιδόσεις ή ο αρχικός του προορισμός ή τύπος τροποποιούνται, χωρίς αυτό να έχει προβλεφθεί στην αρχική εκτίμηση κινδύνου· ii) η φύση της πηγής κινδύνου έχει μεταβληθεί ή το επίπεδο του κινδύνου έχει αυξηθεί σε σχέση με τη σχετική ενωσιακή νομοθεσία εναρμόνισης· και iii) το προϊόν καθίσταται διαθέσιμο (ή τίθεται σε λειτουργία εάν το πεδίο εφαρμογής της ισχύουσας νομοθεσίας καλύπτει επίσης τη θέση σε λειτουργία). Αυτό πρέπει να αξιολογείται κατά περίπτωση και ιδίως σε σχέση με τον σκοπό της νομοθεσίας και τον τύπο των προϊόντων που καλύπτονται από την εν λόγω νομοθεσία.
(14) Απόφαση του Δικαστηρίου της 21ης Ιουνίου 2017, N. W κ.λπ. κατά Sanofi Pasteur MSD SNC κ.λπ., C-621/15, ECLI:EU:C:2017:484.