Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52021PC0423

    Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με τους μηχανισμούς που πρέπει να συγκροτήσουν τα κράτη μέλη για την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τους σκοπούς της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και για την κατάργηση της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849

    COM/2021/423 final

    Βρυξέλλες, 20.7.2021

    COM(2021) 423 final

    2021/0250(COD)

    Πρόταση

    ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

    σχετικά με τους μηχανισμούς που πρέπει να συγκροτήσουν τα κράτη μέλη για την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τους σκοπούς της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και για την κατάργηση της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849

    (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

    {SWD(2021) 190, 191}
    {SEC(2021) 391}


    ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

    1.ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

    Αιτιολόγηση και στόχοι της πρότασης

    Η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και η χρηματοδότηση της τρομοκρατίας αποτελούν σοβαρή απειλή για την ακεραιότητα της οικονομίας και του χρηματοπιστωτικού συστήματος της ΕΕ, καθώς και για την ασφάλεια των πολιτών της. Η Ευρωπόλ υπολόγισε ότι περίπου το 1 % του ετήσιου ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος της ΕΕ «διαπιστώνεται ότι σχετίζεται με ύποπτες χρηματοοικονομικές δραστηριότητες» 1 . Τον Ιούλιο του 2019, μετά από μια σειρά από σοβαρές περιπτώσεις εικαζόμενης νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες που αφορούσαν πιστωτικά ιδρύματα στην Ένωση, η Επιτροπή ενέκρινε μία δέσμη 2 που αναλύει την αποτελεσματικότητα του καθεστώτος της ΕΕ για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες/χρηματοδότησης της τρομοκρατίας (ΚΞΧ/ΧΤ) εκείνη την περίοδο και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι μεταρρυθμίσεις ήταν απαραίτητες. Στο πλαίσιο αυτό, η Στρατηγική της ΕΕ για την Ένωση Ασφάλειας 3 για την περίοδο 2020-2025 τόνισε τη σημασία της ενίσχυσης του πλαισίου της ΕΕ για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και την καταπολέμηση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, για την προστασία των Ευρωπαίων από την τρομοκρατία και το οργανωμένο έγκλημα.

    Στις 7 Μαΐου 2020 η Επιτροπή υπέβαλε σχέδιο δράσης για ολοκληρωμένη ενωσιακή πολιτική με σκοπό την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας 4 . Στο εν λόγω σχέδιο δράσης, η Επιτροπή δεσμεύτηκε να λάβει μέτρα για την ενίσχυση των κανονισμών της ΕΕ για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, καθώς και για την εφαρμογή τους, και όρισε έξι προτεραιότητες ή πυλώνες:

    1.    Διασφάλιση της αποτελεσματικής εφαρμογής του υφιστάμενου πλαισίου ΚΞΧ/ΧΤ της ΕΕ,

    2.    Θέσπιση ενός ενιαίου εγχειριδίου κανόνων ΚΞΧ/ΧΤ της ΕΕ,

    3.    Επίτευξη εποπτείας ΚΞΧ/ΧΤ στο επίπεδο της ΕΕ,

    4.    Θέσπιση μηχανισμού στήριξης και συνεργασίας για τις μονάδες χρηματοοικονομικών πληροφοριών (ΜΧΠ),

    5.    Επιβολή σε ενωσιακό επίπεδο των διατάξεων του ποινικού δικαίου και ανταλλαγή πληροφοριών,

    6.    Ενίσχυση της διεθνούς διάστασης του πλαισίου ΚΞΧ/ΧΤ της ΕΕ.

    Ενώ οι πυλώνες 1, 5 και 6 του σχεδίου δράσης εφαρμόζονται, οι άλλοι πυλώνες απαιτούν νομοθετικές ενέργειες. Αυτή η πρόταση κανονισμού αποτελεί μέρος μιας δέσμης τεσσάρων νομοθετικών προτάσεων για την ΚΞΧ/ΧΤ που θεωρείται ως ένα συνεκτικό σύνολο, σε εφαρμογή του σχεδίου δράσης της Επιτροπής, της 7ης Μαΐου 2020, δημιουργώντας ένα νέο και πιο συνεκτικό ρυθμιστικό και θεσμικό πλαίσιο για την ΚΞΧ/ΧΤ εντός της ΕΕ. Η δέσμη περιλαμβάνει:

    πρόταση κανονισμού σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας 5 ·

    την παρούσα πρόταση οδηγίας για τη θέσπιση των μηχανισμών που πρέπει να εφαρμόζουν τα κράτη μέλη προκειμένου να αποτραπεί η χρησιμοποίηση του χρηματοπιστωτικού συστήματος για σκοπούς νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, και για την κατάργηση της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 6 ·

    πρόταση κανονισμού για τη δημιουργία αρχής της ΕΕ για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας (στο εξής: AMLA) 7 , και

    πρόταση αναδιατύπωσης του κανονισμού (ΕΕ) 2015/847 για την επέκταση των απαιτήσεων ιχνηλασιμότητας στα κρυπτοστοιχεία 8 .

    Η παρούσα νομοθετική πρόταση, μαζί με μια πρόταση κανονισμού ΚΞΧ/ΧΤ και μια πρόταση αναδιατύπωσης του κανονισμού (ΕΕ) 2015/847, ανταποκρίνεται στον στόχο της δημιουργίας ενός ενιαίου εγχειριδίου κανόνων της ΕΕ (πυλώνας 2).

    Τόσο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο όσο και το Συμβούλιο τάχθηκαν υπέρ του σχεδίου που πρότεινε η Επιτροπή στο πλαίσιο του σχεδίου δράσης του Μαΐου του 2020. Στο ψήφισμά της 10ης Ιουλίου 2020, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ζήτησε την ενίσχυση των ενωσιακών κανόνων και εξέφρασε την ικανοποίησή του για τα σχέδια σχετικά με την αναθεώρηση του θεσμικού πλαισίου της ΕΕ για την ΚΞΧ/ΧΤ 9 . Στις 4 Νοεμβρίου 2020 το Συμβούλιο Οικονομικών και Δημοσιονομικών Θεμάτων (ECOFIN) εξέδωσε συμπεράσματα που υποστηρίζουν κάθε πυλώνα του σχεδίου δράσης της Επιτροπής 10 .

    Η ανάγκη για συνδυασμό εναρμονισμένων κανόνων μέσω ενός κανονισμού ΚΞΧ/ΧΤ και αυστηρότερων κανόνων για τα εθνικά συστήματα ΚΞΧ/ΧΤ μέσω μιας οδηγίας ΚΞΧ/ΧΤ επιβεβαιώνεται με βάση τα στοιχεία που παρέχονται στις εκθέσεις που εξέδωσε η Επιτροπή το 2019. Στις εν λόγω εκθέσεις διαπιστώθηκε έλλειψη συνεπών προσεγγίσεων σχετικά με την εποπτεία των υπόχρεων οντοτήτων, με αποκλίνοντα αποτελέσματα για τους φορείς που παρέχουν υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά. Επισημαίνεται επίσης η άνιση πρόσβαση των ΜΧΠ σε πληροφορίες, γεγονός που περιορίζει την ικανότητά τους να συνεργάζονται μεταξύ τους και το γεγονός ότι οι ΜΧΠ δεν διαθέτουν κοινά εργαλεία. Όλα αυτά τα στοιχεία περιόρισαν την ανίχνευση διασυνοριακών περιπτώσεων νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Τέλος, λόγω έλλειψης νομικής βάσης, δεν ήταν εφικτό μέχρι τώρα να διασυνδεθούν τα μητρώα τραπεζικών λογαριασμών και τα συστήματα ανάκτησης δεδομένων, που συνιστούν βασικά εργαλεία για τις ΜΧΠ και τις αρμόδιες αρχές.

    Προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα παραπάνω ζητήματα και να αποφευχθούν οι ρυθμιστικές αποκλίσεις, όλοι οι κανόνες που ισχύουν για τον ιδιωτικό τομέα έχουν μεταφερθεί σε πρόταση κανονισμού για την ΚΞΧ/ΧΤ. Ωστόσο, επειδή αναγνωρίζεται η ανάγκη ευελιξίας των κρατών μελών στον εν λόγω τομέα, η οργάνωση του θεσμικού συστήματος ΚΞΧ/ΧΤ σε εθνικό επίπεδο επαφίεται στην παρούσα πρόταση οδηγίας.

    Ωστόσο, η παρούσα πρόταση δεν μεταφέρει απλώς διατάξεις από την τρέχουσα οδηγία σε μελλοντική οδηγία· πραγματοποιούνται διάφορες ουσιαστικές αλλαγές προκειμένου να επιτευχθεί μεγαλύτερο επίπεδο σύγκλισης στις πρακτικές των εποπτικών φορέων και των ΜΧΠ και σε σχέση με τη συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων αρχών:

    για να αποφευχθεί η επίδραση της διοικητικής συγκρότησης των ΜΧΠ στην αναλυτική τους λειτουργία και στην ικανότητά τους να συνεργάζονται με τους ομολόγους τους, διευκρινίζονται οι εξουσίες και τα καθήκοντά τους, καθώς και το ελάχιστο σύνολο πληροφοριών στις οποίες οι ΜΧΠ θα πρέπει να έχουν πρόσβαση·

    για να διασφαλιστεί ότι οι ΜΧΠ είναι σε θέση να συνεργαστούν αποτελεσματικά, καθορίζεται ένα πλαίσιο κοινών αναλύσεων. Παρέχεται επίσης νομική βάση για το σύστημα FIU.net·

    για την κατανόηση του κινδύνου από τις υπόχρεες οντότητες, καθορίζονται σαφείς κανόνες σχετικά με την ανατροφοδότηση από τις ΜΧΠ. Ομοίως, προβλέπονται σαφείς κανόνες σχετικά με την ανατροφοδότηση προς τις ΜΧΠ για να διασφαλιστεί ότι οι ΜΧΠ έχουν επίγνωση της χρήσης των οικονομικών πληροφοριών που παρέχουν,

    διευκρινίζονται οι εξουσίες και τα καθήκοντα των εποπτικών φορέων για να διασφαλιστεί ότι όλοι οι εποπτικοί φορείς έχουν τα μέσα για να λάβουν κατάλληλα διορθωτικά μέτρα. Εισάγεται το καθήκον της εποπτείας των αυτορρυθμιζόμενων φορέων που ενεργούν ως εποπτικοί φορείς από μια δημόσια αρχή, με σαφή καθήκοντα καθορισμένα για την εν λόγω δημόσια αρχή·

    η προσέγγιση της εποπτείας βάσει κινδύνου εναρμονίζεται μέσω ενός κοινού εργαλείου κατηγοριοποίησης κινδύνου προκειμένου να αποφευχθεί η αποκλίνουσα κατανόηση του κινδύνου σε συγκρίσιμες καταστάσεις,

    για τη βελτίωση της συνεργασίας μεταξύ των εποπτικών φορέων, δημιουργούνται συλλογικά όργανα ΚΞΧ/ΧΤ και μηχανισμοί για τη διασφάλιση εποπτικής συνεργασίας σε σχέση με φορείς που παρέχουν διασυνοριακές υπηρεσίες,

    η συνεργασία με άλλες αρχές αποσαφηνίζεται με την πρόβλεψη συγκεκριμένων περιπτώσεων στις οποίες προκύπτει υποχρέωση συνεργασίας προκειμένου να αποφευχθεί η αναποτελεσματικότητα λόγω μεμονωμένων προσεγγίσεων,

    αποσαφηνίζονται οι εξουσίες των μητρώων πραγματικών δικαιούχων για να διασφαλιστεί ότι μπορούν να λαμβάνουν επικαιροποιημένες, επαρκείς και ακριβείς πληροφορίες·

    για την αποκατάσταση της τρέχουσας αδυναμίας στη νομοθεσία, προβλέπεται διασύνδεση των μητρώων τραπεζικών λογαριασμών·

    προκειμένου να διασφαλιστεί η πλήρης συνοχή με τους κανόνες της ΕΕ για την προστασία των δεδομένων, εισάγονται απαιτήσεις για την επεξεργασία ορισμένων κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

    Από την άλλη πλευρά, οι διατάξεις σχετικά με την εκτίμηση κινδύνου ή τη συλλογή στατιστικών στοιχείων παραμένουν σε μεγάλο βαθμό αμετάβλητες και επανεξετάζονται μόνο για να ληφθούν υπόψη οι τρέχουσες ελλείψεις που εντοπίστηκαν, όπως η υπερβολική συχνότητα της υπερεθνικής εκτίμησης κινδύνου και η απαίτηση συλλογής στατιστικών στοιχείων σχετικά με παράνομες δραστηριότητες.

    Συνέπεια με τις ισχύουσες διατάξεις στον τομέα πολιτικής

    Η παρούσα πρόταση καταργεί και αντικαθιστά την υπάρχουσα οδηγία (ΕΕ) 2015/849, όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία (ΕΕ) 2018/843 11 . Όπως αναφέρθηκε, η παρούσα πρόταση συνιστά μέρος μιας δέσμης ΚΞΧ/ΧΤ, που περιλαμβάνει πρόταση κανονισμού για την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, κανονισμό για τη δημιουργία της AMLA και αναδιατύπωση του κανονισμού (ΕΕ) 2015/847. Η εν λόγω δέσμη τεσσάρων νομοθετικών προτάσεων θεωρείται ως ένα συνεκτικό σύνολο, σε εφαρμογή του σχεδίου δράσης της Επιτροπής σχετικά με την ΚΞΧ/ΧΤ, της 7ης Μαΐου 2020, με το οποίο δημιουργείται ένα νέο και πιο συνεκτικό ρυθμιστικό και θεσμικό πλαίσιο για την ΚΞΧ/ΧΤ εντός της ΕΕ. Παράλληλα με την έγκριση της εν λόγω δέσμης, η Επιτροπή προτείνει επίσης τροποποιήσεις στην οδηγία 2019/1153 12 προκειμένου να παρασχεθεί στις αρμόδιες αρχές για την πρόληψη, τον εντοπισμό, τη διερεύνηση ή τη δίωξη ποινικών αδικημάτων, πρόσβαση στο σύστημα διασύνδεσης των κεντρικών μητρώων των τραπεζικών λογαριασμών.

    Η παρούσα πρόταση, δεδομένου ότι βασίζεται στην οδηγία (ΕΕ) 2015/849, συνάδει με τις συστάσεις της ομάδας χρηματοοικονομικής δράσης (FATF). Σε σύγκριση με την ισχύουσα οδηγία, αυξάνεται η συνέπεια καθώς διασφαλίζεται ότι όταν η εποπτεία διενεργείται από αυτορρυθμιζόμενους οργανισμούς, οι εν λόγω αυτορρυθμιζόμενοι οργανισμοί υπόκεινται σε εποπτεία από δημόσια αρχή. Η συχνότητα της υπερεθνικής εκτίμησης κινδύνου ευθυγραμμίζεται επίσης με τις βέλτιστες πρακτικές που αναγνωρίζονται από την ομάδα χρηματοοικονομικής δράσης (κάθε 4 έτη). Η παρούσα πρόταση ενσωματώνει επίσης τις αλλαγές που επέφεραν οι πρόσφατες αναθεωρήσεις των συστάσεων της ομάδας χρηματοοικονομικής δράσης σε σχέση με την εκτίμηση και τον μετριασμό των κινδύνων αποφυγής στοχευμένων οικονομικών κυρώσεων.

    Η αποτελεσματική επιβολή του νόμου είναι ζωτικής σημασίας για την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Η Επιτροπή θα εξακολουθήσει να χρησιμοποιεί όλο το φάσμα των μέσων και των μηχανισμών για να μπορεί να ελέγχει όχι μόνο τη σωστή μεταφορά των απαιτήσεων της Ένωσης στο εθνικό δίκαιο, αλλά και την αποτελεσματική εφαρμογή τους από τα κράτη μέλη στην καθημερινή πρακτική.

    Συνέπεια με άλλες πολιτικές και νομικές πράξεις της Ένωσης

    Η παρούσα πρόταση συνάδει με τους στόχους πολιτικής που επιδιώκονται σε επίπεδο Ένωσης, και ιδίως την οδηγία σχετικά με την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες μέσω του ποινικού δικαίου 13 , την οδηγία για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας 14 και την οδηγία για την πρόσβαση σε χρηματοοικονομικές πληροφορίες 15 , καθώς και την προτεινόμενη τροποποίησή της, που εγκρίθηκε από κοινού με την εν λόγω δέσμη. Η αντιμετώπιση των κινδύνων ΚΞΧ/ΧΤ δεν είναι αποτελεσματική μόνο μέσω της νομοθεσίας ΚΞΧ/ΧΤ της ΕΕ· Η εν λόγω νομοθεσία αλληλεπιδρά με πολλές νομοθεσίες της ΕΕ στους τομείς των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών και του ποινικού δικαίου. Σε αυτές συμπεριλαμβάνεται η νομοθεσία της ΕΕ σχετικά με τις πληρωμές και τις μεταφορές κεφαλαίων (οδηγία για τις υπηρεσίες πληρωμών στην εσωτερική αγορά, οδηγία για τους λογαριασμούς πληρωμών, οδηγία για το ηλεκτρονικό χρήμα 16 ). Στην παρούσα δέσμη προτάσεων δόθηκε προσοχή στη διασφάλιση της συνέπειας με όλες τις εν λόγω νομικές πράξεις.

    2.ΝΟΜΙΚΗ ΒΑΣΗ, ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑ

    Νομική βάση

    Η παρούσα πρόταση οδηγίας βασίζεται στο άρθρο 114 της ΣΛΕΕ, στην ίδια νομική βάση με το ισχύον νομικό πλαίσιο ΚΞΧ/ΧΤ της ΕΕ. Το άρθρο 114 είναι κατάλληλο λαμβανομένης υπόψη της σημαντικής απειλής για την εσωτερική αγορά που προκαλείται από τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, καθώς και των οικονομικών απωλειών και διαταραχών σε διασυνοριακό επίπεδο που ενδέχεται να δημιουργήσει.

    Επικουρικότητα

    Σύμφωνα με τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, όπως αυτές διατυπώνονται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, οι στόχοι της πρότασης είναι αδύνατον να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και μπορούν, ως εκ τούτου, να επιτευχθούν καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο. Η πρόταση δεν υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη των εν λόγω στόχων.

    Η δέσμη της Επιτροπής για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες του 2019 επισήμανε τον τρόπο με τον οποίο οι εγκληματίες μπόρεσαν να εκμεταλλευτούν τις διαφορές μεταξύ των καθεστώτων ΚΞΧ/ΧΤ των κρατών μελών. Οι ροές παράνομου χρήματος και η χρηματοδότηση της τρομοκρατίας μπορούν να βλάψουν τη σταθερότητα και τη φήμη του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Ένωσης και να απειλήσουν την ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Τα μέτρα που λαμβάνονται αποκλειστικά σε εθνικό επίπεδο θα μπορούσαν να έχουν δυσμενείς επιπτώσεις στην εσωτερική αγορά και να συμβάλουν στον κατακερματισμό. Η λήψη μέτρων από την ΕΕ δικαιολογείται για τη διατήρηση ίσων όρων ανταγωνισμού σε ολόκληρη την Ένωση —με τις οντότητες σε όλα τα κράτη μέλη να υπόκεινται σε ένα συνεπές σύνολο υποχρεώσεων για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Ο διασυνοριακός χαρακτήρας της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας καθιστά απαραίτητη την καλή συνεργασία μεταξύ εθνικών εποπτικών φορέων και ΜΧΠ για την πρόληψη των εν λόγω εγκλημάτων. Πολλές οντότητες που υπόκεινται σε υποχρεώσεις όσον αφορά την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες έχουν διασυνοριακές δραστηριότητες και οι διαφορετικές προσεγγίσεις των εθνικών εποπτικών φορέων και των ΜΧΠ παρακωλύουν την επίτευξη βέλτιστων πρακτικών ΚΞΧ/ΧΤ σε επίπεδο ομίλων.

    Αναλογικότητα

    Η αναλογικότητα αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της εκτίμησης επιπτώσεων που συνοδεύει την πρόταση και όλες οι προτεινόμενες επιλογές σε διαφορετικούς κανονιστικούς τομείς αξιολογήθηκαν με βάση τον στόχο της αναλογικότητας. Ο διασυνοριακός χαρακτήρας μεγάλου μέρους της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας απαιτεί μια συνεκτική και συντονισμένη προσέγγιση μεταξύ των κρατών μελών βασισμένη σε ένα συνεκτικό σύνολο κανόνων με τη μορφή ενός ενιαίου εγχειριδίου κανόνων. Ωστόσο, η παρούσα πρόταση δεν υιοθετεί μια προσέγγιση που ευνοεί τη μέγιστη εναρμόνιση, καθώς είναι ασυμβίβαστη με τον θεμελιώδη χαρακτήρα του συστήματος ΚΞΧ/ΧΤ της ΕΕ που βασίζεται στον κίνδυνο και στους ειδικούς εθνικούς κανόνες που μπορεί να ισχύουν για τις αρμόδιες αρχές στον τομέα αυτό. Τα κράτη μέλη διατηρούν την ευχέρεια να θεσπίσουν κανόνες που υπερβαίνουν εκείνους που προβλέπονται στη δέσμη προτάσεων της οποίας αποτελεί μέρος το παρόν σχέδιο οδηγίας, αλλά μόνο εάν δικαιολογούνται σύμφωνα με την προσέγγιση βάσει κινδύνου.

    Επιλογή της νομικής πράξης

    Μια οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου είναι τη κατάλληλη νομική πράξη για την ανανέωση, με τροποποιήσεις, των διατάξεων της τρέχουσας οδηγίας για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες οι οποίες δεν είναι κατάλληλες για άμεση εφαρμογή υπό τη μορφή κανονισμού, ιδίως όσον αφορά εξουσίες και καθήκοντα των αρμόδιων αρχών και τη δημιουργία και πρόσβαση σε μητρώα πραγματικών δικαιούχων και τραπεζικών λογαριασμών άλλες διατάξεις από την τρέχουσα οδηγία για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες έχουν συμπεριληφθεί (με τροποποιήσεις, ανάλογα με την περίπτωση), στη συνοδευτική πρόταση κανονισμού για την ΚΞΧ/ΧΤ.

    3.ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΕΚ ΤΩΝ ΥΣΤΕΡΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΕΩΝ, ΤΩΝ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΩΝ ΜΕ ΤΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΚΤΙΜΗΣΕΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ

    Εκ των υστέρων αξιολογήσεις / έλεγχοι καταλληλότητας της ισχύουσας νομοθεσίας

    Δεν έχει πραγματοποιηθεί ακόμη πλήρης εκ των υστέρων αξιολόγηση του ισχύοντος καθεστώτος ΚΞΧ/ΧΤ της ΕΕ, στο πλαίσιο σειράς πρόσφατων νομοθετικών εξελίξεων. Η τέταρτη οδηγία για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες εκδόθηκε στις 20 Μαΐου 2015, με προθεσμία μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο για τα κράτη μέλη στις 26 Ιουνίου 2017. Η πέμπτη οδηγία για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες 17 εκδόθηκε στις 30 Μαΐου 2018, με προθεσμία μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο στις 10 Ιανουαρίου 2020. Ο έλεγχος μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο εξακολουθεί να βρίσκεται σε εξέλιξη. Ωστόσο, η ανακοίνωση της Επιτροπής του Ιουλίου του 2019 και οι συνοδευτικές εκθέσεις που αναφέρονται παραπάνω λειτουργούν ως αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας του καθεστώτος ΚΞΧ/ΧΤ της ΕΕ, ως είχε εκείνη τη χρονική στιγμή.

    Διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη

    Η στρατηγική διαβούλευσης που υποστηρίζει την παρούσα πρόταση αποτελείται από μια σειρά στοιχείων:

    διαβούλευση σχετικά με τον χάρτη πορείας για την ανακοίνωση του σχεδίου δράσης της Επιτροπής. Η διαβούλευση διεξήχθη στην πύλη της Επιτροπής Have Your Say μεταξύ 11 Φεβρουαρίου και 12 Μαρτίου 2020 και στο πλαίσιό της ελήφθησαν 42 παρατηρήσεις από ευρύ φάσμα ενδιαφερομένων·

    δημόσια διαβούλευση για τις δράσεις που προτείνονται στο σχέδιο δράσης, ανοικτή στο ευρύ κοινό και σε όλες τις ομάδες ενδιαφερομένων, που ξεκίνησε στις 7 Μαΐου 2020 και παρέμεινε ανοικτή έως τις 26 Αυγούστου. Στο πλαίσιο της διαβούλευσης ελήφθησαν 202 επίσημες συνεισφορές·

    στοχευμένη διαβούλευση των κρατών μελών και των αρμόδιων αρχών για την αντιμετώπιση της ΚΞΧ/ΧΤ. Τα κράτη μέλη είχαν την ευκαιρία να εκφράσουν τις απόψεις τους σε διάφορες συνεδριάσεις της ομάδας εμπειρογνωμόνων για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας και οι ΜΧΠ της ΕΕ συνέβαλαν στις συνεδριάσεις της πλατφόρμας ΜΧΠ και μέσω εγγράφων. Οι συζητήσεις υποστηρίχθηκαν από στοχευμένες διαβουλεύσεις με τα κράτη μέλη και τις αρμόδιες αρχές με τη χρήση ερωτηματολογίων·

    αίτημα παροχής συμβουλών από την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών, που υποβλήθηκε τον Μάρτιο του 2020· η ΕΑΤ γνωμοδότησε στις 10 Σεπτεμβρίου·

    στις 23 Ιουλίου 2020 ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων εξέδωσε γνωμοδότηση σχετικά με το σχέδιο δράσης της Επιτροπής·

    στις 30 Σεπτεμβρίου 2020 η Επιτροπή οργάνωσε διάσκεψη υψηλού επιπέδου, η οποία συγκέντρωσε εκπροσώπους από τις εθνικές αρχές και τις αρχές της ΕΕ, ευρωβουλευτές, εκπροσώπους του ιδιωτικού τομέα και της κοινωνίας των πολιτών και τον πανεπιστημιακό χώρο.

    Η συμβολή των ενδιαφερόμενων μερών στο σχέδιο δράσης ήταν σε γενικές γραμμές θετική.

    Συλλογή και χρήση εμπειρογνωσίας

    Κατά την κατάρτιση της παρούσας πρότασης, η Επιτροπή βασίστηκε σε ποιοτικά και ποσοτικά στοιχεία που συλλέχθηκαν από αναγνωρισμένες πηγές, συμπεριλαμβανομένων τεχνικών γνωμοδοτήσεων της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών. Πληροφορίες σχετικά με την επιβολή των κανόνων για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ελήφθησαν επίσης από τα κράτη μέλη μέσω στοχευμένων ερωτηματολογίων.

    Εκτίμηση επιπτώσεων

    Η παρούσα πρόταση συνοδεύεται από εκτίμηση επιπτώσεων 18 , η οποία υποβλήθηκε στην επιτροπή ρυθμιστικού ελέγχου στις 6 Νοεμβρίου 2020 και εγκρίθηκε στις 4 Δεκεμβρίου 2020. Η ίδια εκτίμηση επιπτώσεων συνοδεύει επίσης τις άλλες νομοθετικές προτάσεις που παρουσιάζονται σε δέσμη μαζί με την παρούσα πρόταση. Η επιτροπή ρυθμιστικού ελέγχου πρότεινε διάφορες βελτιώσεις ως προς την παρουσίαση στην εκτίμηση επιπτώσεων με τη θετική της γνωμοδότηση· οι βελτιώσεις αυτές έχουν πραγματοποιηθεί.

    Στην εκτίμηση επιπτώσεων η Επιτροπή εξέτασε τρία προβλήματα: έλλειψη σαφών και συνεπών κανόνων, ασυνεπής εποπτεία στην εσωτερική αγορά και ανεπαρκής συντονισμός και ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των ΜΧΠ. Το πρώτο από τα εν λόγω προβλήματα αφορά την παρούσα πρόταση· για το εν λόγω πρόβλημα εξετάστηκαν οι εξής εναλλακτικές επιλογές:

    οι κανόνες της ΕΕ θα παραμείνουν ως έχουν χωρίς τροποποιήσεις·

    εξασφάλιση μεγαλύτερου επιπέδου εναρμόνισης των κανόνων που ισχύουν για τις υπόχρεες οντότητες, ενώ θα εναπόκειται στα κράτη μέλη να καθορίσουν λεπτομερώς τις εξουσίες και τις υποχρεώσεις των αρμόδιων αρχών·

    εξασφάλιση μεγαλύτερου επιπέδου εναρμόνισης των κανόνων που ισχύουν για τις οντότητες που υπόκεινται σε υποχρεώσεις ΚΞΧ/ΧΤ και των εξουσιών και των υποχρεώσεων των εποπτικών φορέων και των ΜΧΠ.

    Με βάση το αποτέλεσμα της εκτίμησης αντικτύπου, η επιλογή 3 είναι η προτιμώμενη επιλογή. Η εισαγωγή μιας συνεπούς και πιο λεπτομερούς προσέγγισης των ανωτέρω κανόνων σε επίπεδο ΕΕ θα επέτρεπε την κατάργηση του τρέχοντος κατακερματισμού τόσο όσον αφορά τις υποχρεώσεις ΚΞΧ/ΧΤ για τις υπόχρεες οντότητες όσο και τις δραστηριότητες των αρμόδιων αρχών. Οι σαφέστεροι κανόνες σχετικά με τα καθήκοντα και τις εξουσίες των αρμόδιων αρχών θα βελτιώσουν τη συνέπεια της εφαρμογής του πλαισίου ΚΞΧ/ΧΤ σε όλη την ΕΕ, θα διευκολύνουν τη δημιουργία ενός ολοκληρωμένου εποπτικού μηχανισμού στην ΕΕ και θα βελτιώσουν τον εντοπισμό ύποπτων ροών και δραστηριοτήτων.

    Καταλληλότητα και απλούστευση του κανονιστικού πλαισίου

    Παρόλο που, όπως σημειώθηκε παραπάνω, δεν έχει πραγματοποιηθεί ακόμη επισήμως εκ των υστέρων αξιολόγηση ή έλεγχος καταλληλότητας της υπάρχουσας νομοθεσίας της ΕΕ για την ΚΞΧ/ΧΤ, ορισμένα σημεία μπορούν να επισημανθούν όσον αφορά στοιχεία της προτεινόμενης συνολικής δέσμης μέτρων που θα βελτιώσουν την απλοποίηση και την αποδοτικότητα. Πρώτον, η αντικατάσταση ορισμένων κανόνων μιας οδηγίας με πιο εναρμονισμένους και άμεσα εφαρμοστέους κανόνες ενός κανονισμού θα εξαλείψει την ανάγκη μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο στα κράτη μέλη και θα διευκολύνει την επιχειρηματική δραστηριότητα για διασυνοριακές οντότητες στην ΕΕ. Επιπλέον, η εξαίρεση των εμπόρων αγαθών από το πεδίο εφαρμογής του πλαισίου για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες της ΕΕ, που συνδέεται με την προτεινόμενη απαγόρευση των συναλλαγών σε μετρητά άνω των 10 000 EUR, θα αποδεσμεύσει τους εν λόγω εμπόρους από τον διοικητικό φόρτο της υποβολής αναφορών για συναλλαγές σε μετρητά που υπερβαίνουν τις 10 000 ευρώ στις ΜΧΠ. Τέλος, ο μεγαλύτερος βαθμός εναρμόνισης των κανόνων ΚΞΧ/ΧΤ σε ορισμένους ειδικούς τομείς θα απλοποιήσει τη συνεργασία μεταξύ των εποπτικών φορέων και των ΜΧΠ, λόγω της μείωσης των αποκλίσεων μεταξύ των κανόνων και των πρακτικών τους. Το παρόν σχέδιο οδηγίας περιέχει μόνο ορισμένες διατάξεις που απαιτούν μεταφορά στο εθνικό δίκαιο και επομένως είναι συντομότερο από την οδηγία που αντικαθιστά· τα περισσότερα θέματα που καλύπτονται από την οδηγία (ΕΕ) 2015/849 περιλαμβάνονται πλέον στον προτεινόμενο κανονισμό που συνοδεύει την παρούσα προτεινόμενη οδηγία.

    Θεμελιώδη δικαιώματα

    Η ΕΕ είναι προσηλωμένη στη διασφάλιση υψηλών προτύπων προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Ειδικότερα, όλοι οι εποπτικοί φορείς ΚΞΧ/ΧΤ σε εθνικό επίπεδο και σε επίπεδο ΕΕ, καθώς και οι μονάδες χρηματοοικονομικών πληροφοριών, θα υπόκεινται στον σχετικό κανονισμό προστασίας δεδομένων 19 , στον βαθμό που μπορούν να χειρίζονται τυχόν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα.

    4.ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ

    Το παρόν σχέδιο οδηγίας δεν έχει δημοσιονομικές επιπτώσεις.

    5.ΛΟΙΠΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

    Σχέδια εφαρμογής και ρυθμίσεις παρακολούθησης, αξιολόγησης και υποβολής εκθέσεων

    Η πρόταση περιλαμβάνει ένα γενικό σχέδιο για την παρακολούθηση και την αξιολόγηση των επιπτώσεων στους ειδικούς στόχους, βάσει του οποίου η Επιτροπή υποχρεούται να προβεί σε πρώτη επανεξέταση έπειτα από πέντε έτη και τουλάχιστον τρία έτη μετά την έναρξη ισχύος της οδηγίας και να υποβάλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση σχετικά με τα κύρια πορίσματά της. Η πρόταση κανονισμού για την ΚΞΧ/ΧΤ που συνδέεται με την παρούσα πρόταση περιλαμβάνει τις ίδιες διατάξεις αξιολόγησης, η δε αξιολόγηση των δύο νομικών πράξεων μπορεί να συνδυαστεί σε μία έκθεση. Η επανεξέταση πρέπει να διενεργηθεί σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής για τη βελτίωση της νομοθεσίας.

    Αναλυτική επεξήγηση των επιμέρους διατάξεων της πρότασης

    Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

    Οι περισσότεροι ισχύοντες ορισμοί για το παρόν σχέδιο οδηγίας περιέχονται στο σχέδιο κανονισμού που το συνοδεύει (όταν οι ορισμοί είναι σχετικοί και για τις δύο νομικές πράξεις)· ωστόσο, ορισμένοι όροι ορίζονται στο παρόν σχέδιο οδηγίας, εφόσον δεν αφορούν τον συνοδευτικό κανονισμό.

    Το παρόν σχέδιο οδηγίας επιτρέπει στα κράτη μέλη να επεκτείνουν τις απαιτήσεις του συνοδευτικού σχεδίου κανονισμού σε άλλους τομείς που δεν καλύπτονται από το πεδίο εφαρμογής του εν λόγω κανονισμού· ωστόσο, πρέπει να κοινοποιήσουν και να εξηγήσουν την πρόθεσή τους στην Επιτροπή, η οποία θα έχει στη διάθεσή της προθεσμία έξι μηνών για να εκδώσει γνώμη σχετικά με τα σχέδια (έπειτα από διαβούλευση με την AMLA) και μπορεί να επιλέξει να προτείνει νομοθεσία σε επίπεδο ΕΕ. Μεταβατικές διατάξεις θεσπίζονται για επιπρόσθετους τομείς που καλύπτονται ήδη από την εθνική νομοθεσία για την ΚΞΧ/ΧΤ, αλλά όχι από τη νομοθεσία της ΕΕ. Ο ενοποιημένος κατάλογος των τομέων στους οποίους τα κράτη μέλη έχουν επεκτείνει τον κατάλογο των υπόχρεων οντοτήτων θα δημοσιεύεται από την Επιτροπή στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε ετήσια βάση.

    Το παρόν σχέδιο οδηγίας καθορίζει επίσης ειδικές κανονιστικές απαιτήσεις που πρέπει να εφαρμόζουν τα κράτη μέλη στην εθνική νομοθεσία για ορισμένους τομείς. Συγκεκριμένα, τα ανταλλακτήρια συναλλάγματος και οι υπηρεσίες ρευστοποίησης επιταγών, καθώς και οι φορείς παροχής υπηρεσιών σε εμπιστεύματα ή επιχειρήσεις πρέπει να υπόκεινται σε απαιτήσεις αδειοδότησης ή εγγραφής· οι πάροχοι υπηρεσιών τυχερών παιχνιδιών πρέπει να υπόκεινται σε ρυθμίσεις.

    Το παρόν σχέδιο οδηγίας επιτρέπει στους εποπτικές αρχές των κρατών μελών όπου δραστηριοποιούνται οι εκδότες ηλεκτρονικού χρήματος, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών και οι πάροχοι υπηρεσιών κρυπτοστοιχείων μέσω της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών να ορίζουν σημεία επαφής στα εν λόγω κράτη μέλη· Η AMLA προτείνει ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για να διευκρινίσει πότε πρέπει να συμβαίνει αυτό.

    Το παρόν σχέδιο οδηγίας επιβεβαιώνει τις απαιτήσεις σχετικά με την εντιμότητα για τα ανώτερα στελέχη σε ορισμένες υπόχρεες οντότητες, όπως στο τρέχον πλαίσιο, συμπληρώνοντας τις ορθές και κατάλληλες απαιτήσεις σε άλλες πράξεις της Ένωσης, και διευκρινίζει ότι ορισμένες απαιτήσεις ισχύουν και για τους πραγματικούς δικαιούχους των εν λόγω υπόχρεων οντοτήτων. Για άλλες υπόχρεες οντότητες επιβεβαιώνεται η απαγόρευση εκμετάλλευσής τους από άτομα που έχουν καταδικαστεί για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, βασικά αδικήματά της ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Το παρόν σχέδιο οδηγίας παρέχει ορισμένες εξουσίες στους εθνικούς εποπτικούς φορείς έναντι ανώτερων διοικητικών στελεχών ορισμένων υπόχρεων οντοτήτων, ιδίως σε περίπτωση καταδίκης για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας.

    Εκτιμήσεις κινδύνου

    Διατηρείται η απαίτηση από την Επιτροπή να διενεργεί περιοδικά εκτίμηση κινδύνου ΚΞΧ/ΧΤ σε επίπεδο ΕΕ, η οποία περιλαμβάνεται στο τρέχον πλαίσιο ΚΞΧ/ΧΤ, ωστόσο η συχνότητα της εκτίμησης επεκτείνεται στα τέσσερα έτη. Η εκτίμηση θα βασίζεται σε στοιχεία που θα υποβάλλει η AMLA με τη μορφή γνώμης και θα συνοδεύεται από συστάσεις προς τα κράτη μέλη σχετικά με τα μέτρα που είναι κατάλληλα για την αντιμετώπιση των εντοπισθέντων κινδύνων. Η Επιτροπή θα υποβάλλει επίσης έκθεση κάθε τέσσερα έτη στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με τις ενέργειες που αναλαμβάνονται ως απάντηση στα πορίσματα της εκτίμησης.

    Οι εθνικές εκτιμήσεις κινδύνου θα εξακολουθήσουν να διενεργούνται από τα κράτη μέλη, αλλά με ελάχιστη συχνότητα τεσσάρων ετών, και με ορισμένες προσθήκες στους στόχους και στις λεπτομέρειες των εν λόγω εκτιμήσεων. Τα κράτη μέλη πρέπει επίσης να εξακολουθήσουν να τηρούν ολοκληρωμένα στατιστικά στοιχεία σχετικά με την ΚΞΧ/ΧΤ και να τα διαβιβάζουν στην Επιτροπή ετησίως. Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει εκτελεστική πράξη σχετικά με τη μεθοδολογία που εφαρμόζεται για τα των εν λόγω στατιστικά στοιχεία.

    Μητρώα και μηχανισμοί για τους πραγματικούς δικαιούχους, τραπεζικοί λογαριασμοί και ακίνητα

    Διατηρείται η υποχρέωση των κρατών μελών να δημιουργούν και να τηρούν μητρώα πραγματικών δικαιούχων των νομικών οντοτήτων και των νομικών μορφωμάτων, που περιέχονται στην ισχύουσα οδηγία για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Συμπεριλαμβάνονται διατάξεις σχετικά με την πρόσβαση στα εν λόγω μητρώα, συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης του κοινού, και πιθανές εξαιρέσεις από την πρόσβαση σε δικαιολογημένες περιπτώσεις. Διατηρείται η διασυνοριακή διασύνδεση των εν λόγω μητρώων, μέσω του συστήματος διασύνδεσης των μητρώων πραγματικών δικαιούχων.

    Οι νέες διατάξεις της παρούσας πρότασης, που δεν αποτελούν ήδη μέρος του τρέχοντος πλαισίου, είναι: εκτελεστική πράξη της Επιτροπής σχετικά με τον μορφότυπο υποβολής πληροφοριών για τους πραγματικούς δικαιούχους στα μητρώα· διατάξεις για περιπτώσεις αμφιβολιών σε σχέση με την ακρίβεια των πληροφοριών για τους πραγματικούς δικαιούχους ή στις οποίες ο πραγματικός δικαιούχος δεν μπορεί να προσδιοριστεί· περαιτέρω διατάξεις σε περίπτωση διαπιστωμένων αναντιστοιχιών στις πληροφορίες· εξουσίες των οντοτήτων που διαχειρίζονται τα μητρώα· απαίτηση από τα κράτη μέλη να κοινοποιούν στην Επιτροπή τις αρμόδιες αρχές στις οποίες έχει χορηγηθεί πρόσβαση και το είδος της πρόσβασης· ελάχιστη διάρκεια πέντε ετών κατά την οποία πρέπει να διατηρούνται οι πληροφορίες στα μητρώα.

    Εξακολουθεί να υφίσταται η υποχρέωση των κρατών μελών να δημιουργούν και να διατηρούν μηχανισμούς, όπως ένα κεντρικό μητρώο ή ένα κεντρικό ηλεκτρονικό σύστημα ανάκτησης δεδομένων, ώστε να επιτρέπεται η ταυτοποίηση των κατόχων τραπεζικών λογαριασμών και θυρίδων ασφαλείας, η οποία περιέχεται στην τρέχουσα οδηγία για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Τα κράτη μέλη πρέπει να κοινοποιούν στην Επιτροπή όχι μόνο τα χαρακτηριστικά αυτών των μηχανισμών, αλλά και τα κριτήρια που διέπουν τις πληροφορίες που περιλαμβάνονται στα εν λόγω μητρώα. Η πρόταση προβλέπει επίσης τη δημιουργία διασυνοριακής διασύνδεσης μεταξύ τέτοιων μηχανισμών, με εκτελεστικές πράξεις της Επιτροπής σχετικά με τις τεχνικές προδιαγραφές και τις διαδικασίες για τη διασύνδεση τέτοιων μηχανισμών σε ενιαίο σημείο πρόσβασης, το οποίο θα αναπτύξει και θα διαχειρίζεται η Επιτροπή. Τα κράτη μέλη πρέπει να διασφαλίσουν ότι οι πληροφορίες που περιέχονται στους εθνικούς μηχανισμούς είναι επικαιροποιημένες και προσβάσιμες μέσω της διασυνοριακής διασύνδεσης. Οι ΜΧΠ πρέπει να έχουν πρόσβαση στους μηχανισμούς, συμπεριλαμβανομένων των διασυνδεδεμένων μηχανισμών άλλων κρατών μελών.

    Εξακολουθεί να υφίσταται η απαίτηση από τα κράτη μέλη να παρέχουν στις ΜΧΠ και σε άλλες αρμόδιες αρχές πρόσβαση στο περιεχόμενο των εθνικών μητρώων ακινήτων, που περιέχονται στην τρέχουσα οδηγία για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, και ορίζεται ο ελάχιστος βαθμός της εν λόγω πρόσβασης. Τα κράτη μέλη υποχρεούνται να κοινοποιούν στην Επιτροπή τις αρμόδιες αρχές στις οποίες παρέχεται πρόσβαση σε τέτοια μητρώα και τον βαθμό της εν λόγω πρόσβασης.

    Μονάδες Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών

    Η πρόταση βασίζεται στις διατάξεις που περιέχονται στο τρέχον πλαίσιο για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, το οποίο απαιτεί από τα κράτη μέλη να δημιουργήσουν λειτουργικά ανεξάρτητες ΜΧΠ σε εθνικό επίπεδο, να λαμβάνουν και να αναλύουν αναφορές ύποπτων συναλλαγών και αναφορές ύποπτων δραστηριοτήτων από υπόχρεες οντότητες· οι εν λόγω υπάρχουσες διατάξεις περιλαμβάνουν τη συνεργασία και την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ ΜΧΠ, τις χρήσεις των ανταλλασσόμενων πληροφοριών και την περαιτέρω διάδοση των ανταλλασσόμενων πληροφοριών.

    Οι νέες διατάξεις σχετικά με τις ΜΧΠ αφορούν: διευκρινίσεις σχετικά με τη λειτουργία χρηματοοικονομικής ανάλυσης των ΜΧΠ και τη λειτουργική τους ανεξαρτησία, τους πόρους και την ασφάλειά τους· κατάλογο των ελάχιστων κατηγοριών πληροφοριών στις οποίες πρέπει να έχουν πρόσβαση οι ΜΧΠ· διατάξεις σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ ΜΧΠ και άλλων αρμόδιων αρχών, συμπεριλαμβανομένης της υποχρέωσης παροχής ανατροφοδότησης σχετικά με τον τρόπο χρήσης των πληροφοριών· διευκρινίσεις σχετικά με τις εξουσίες των ΜΧΠ για αναστολή συναλλαγών, η οποία πρέπει να πραγματοποιείται εντός 48 ωρών από τη λήψη αναφορών ύποπτων συναλλαγών και αναφορών ύποπτων δραστηριοτήτων, και επέκταση των εξουσιών αυτών στην αναστολή της χρήσης τραπεζικών λογαριασμών υπό αιτιολογημένες συνθήκες. Καθορίζονται περαιτέρω λεπτομέρειες σχετικά με τους τρόπους ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ ΜΧΠ· οι εν λόγω ανταλλαγές πρέπει να πραγματοποιούνται μέσω του δικτύου FIU.net· τυχόν εξαιρέσεις όσον αφορά πληροφορίες που μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο ανταλλαγής πρέπει να κοινοποιούνται στην Επιτροπή από τα κράτη μέλη. Η AMLA θα καταρτίσει σχέδιο εκτελεστικών τεχνικών προτύπων με το οποίο θα εναρμονίζονται οι μορφότυποι ανταλλαγής πληροφοριών· θα εκδώσει επίσης κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τα κριτήρια βάσει των οποίων θα καθορίζεται εάν κάποια αναφορά ύποπτων συναλλαγών και αναφορά ύποπτων δραστηριοτήτων ενδιαφέρει τις ΜΧΠ άλλων κρατών μελών. Οι ΜΧΠ θα καταρτίζουν ετήσιες εκθέσεις για τις δραστηριότητές τους και θα παρέχουν ανατροφοδότηση στις υπόχρεες οντότητες σχετικά με τη χρήση των αναφορών ύποπτων συναλλαγών και των αναφορών ύποπτων δραστηριοτήτων, καθώς και ανατροφοδότηση στις τελωνειακές αρχές για πληροφορίες που υποβάλλονται σε ΜΧΠ σχετικά με ποσά μετρητών που εισέρχονται ή εξέρχονται φυσικά από την Ένωση. Άλλη νέα διάταξη διευκρινίζει την έννοια των κοινών αναλύσεων που πρέπει να διεξάγονται από τις ΜΧΠ και καθορίζει τις διαδικασίες για την πραγματοποίησή τους.

    Εποπτεία καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες

    Η πρόταση βασίζεται στις διατάξεις που περιέχονται στο τρέχον πλαίσιο ΚΞΧ/ΧΤ, απαιτώντας από τα κράτη μέλη να δημιουργήσουν εθνικούς εποπτικούς φορείς ΚΞΧ/ΧΤ με σκοπό την επίβλεψη των υπόχρεων οντοτήτων, συμπεριλαμβανομένων των καθηκόντων, των εξουσιών και των αρμοδιοτήτων αυτών των εποπτικών φορέων, καθώς και τη συνεργασία μεταξύ αυτών και των ΜΧΠ και μεταξύ αυτών και των εποπτικών φορέων τρίτων χωρών.

    Οι νέες διατάξεις περιλαμβάνουν: διευκρινίσεις σχετικά με τα καθήκοντα και τις εξουσίες των εποπτικών φορέων· απαίτηση παροχής πληροφοριών από εθνικούς εποπτικούς φορείς σε υπόχρεες οντότητες· διευκρινίσεις σχετικά με την εποπτεία βάσει κινδύνου, συμπεριλαμβανομένων των κατευθυντήριων γραμμών που πρέπει να εκπονηθούν από την AMLA σχετικά με τα χαρακτηριστικά μιας προσέγγισης βάσει κινδύνου και των ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων σχετικά με μια μεθοδολογία για την αξιολόγηση και την ταξινόμηση του προφίλ εγγενούς και υπολειπόμενου κινδύνου των υπόχρεων οντοτήτων και τη συχνότητα επανεξέτασης. Παρέχονται διευκρινίσεις σχετικά με τις αρμοδιότητες των εποπτικών φορέων σε περιπτώσεις υπόχρεων οντοτήτων που δραστηριοποιούνται στο πλαίσιο της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, καθώς και στο πλαίσιο της εποπτείας του ομίλου· εν προκειμένω, θα εκπονούνται ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα από την AMLA, τα οποία θα περιγράφουν λεπτομερώς τα αντίστοιχα καθήκοντα των εποπτικών φορέων καταγωγής και υποδοχής, καθώς και τους τρόπους συνεργασίας μεταξύ τους.

    Για διασυνοριακά πιστωτικά ή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που δραστηριοποιούνται σε πολλά κράτη μέλη, πρέπει να δημιουργηθεί εποπτικό σώμα ΚΞΧ/ΧΤ όταν πληρούνται ορισμένα κριτήρια· η AMLA θα καταρτίσει ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για τους γενικούς όρους λειτουργίας των εποπτικών σωμάτων ΚΞΧ/ΧΤ. Προβλέπονται διατάξεις για συνεργασία με αρχές χρηματοπιστωτικής εποπτείας σε τρίτες χώρες.

    Αυτορρυθμιζόμενοι φορείς

    Ένα νέο τμήμα, σε σύγκριση με το παρόν πλαίσιο ΚΞΧ/ΧΤ, αφορά τους αυτορρυθμιζόμενους φορείς. Όταν ένα κράτος μέλος παραχωρεί σε αυτορρυθμιζόμενο φορέα την εποπτεία ΚΞΧ/ΧΤ ορισμένων υπόχρεων οντοτήτων, πρέπει να υπάρχει εποπτεία του αυτορρυθμιζόμενου φορέα από δημόσια αρχή, με στόχο να διασφαλιστεί ότι ο αυτορρυθμιζόμενος φορέας εκτελεί τα καθήκοντά του στο υψηλότερο επίπεδο. Ο φορέας εποπτείας πρέπει να διαθέτει επαρκείς εξουσίες, συμπεριλαμβανομένης της εξουσίας λήψης πληροφοριών, και θα δημοσιεύει ετήσια έκθεση σχετικά με τη δραστηριότητά του και τις εποπτικές δραστηριότητες των αυτορρυθμιζόμενων φορέων υπό την εποπτεία του.

    Διοικητικά μέτρα και κυρώσεις

    Οι διατάξεις σχετικά με τις κυρώσεις βασίζονται στο ισχύον πλαίσιο ΚΞΧ/ΧΤ καθώς υποχρεώνει τα κράτη μέλη να προβλέπουν διοικητικά μέτρα και κυρώσεις για σοβαρές επαναλαμβανόμενες ή συστηματικές παραβάσεις των βασικών απαιτήσεων του πλαισίου από τις υπόχρεες οντότητες, με διευκρινίσεις για τα ελάχιστα και τα μέγιστα ποσά των χρηματικών κυρώσεων, και προβλέπει τη δημοσίευση των επιβαλλόμενων κυρώσεων, την προστασία των πληροφοριοδοτών και την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τις κυρώσεις.

    Οι νέες διατάξεις περιλαμβάνουν: αποσαφήνιση διοικητικών μέτρων εκτός από τις κυρώσεις για λιγότερο σοβαρές παραβάσεις και απαίτηση από τα κράτη μέλη να κοινοποιούν στην Επιτροπή και την AMLA τις ρυθμίσεις τους σχετικά με την επιβολή διοικητικών κυρώσεων ή μέτρων. Διευκρινίζονται οι συνθήκες που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά τον καθορισμό του είδους και του επιπέδου των διοικητικών κυρώσεων ή μέτρων. Θα καταρτιστούν ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα από την AMLA τα οποία θα καθορίζουν δείκτες για την ταξινόμηση του επιπέδου σοβαρότητας των παραβάσεων και κριτήρια που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά τον καθορισμό του επιπέδου των διοικητικών κυρώσεων ή τη λήψη διοικητικών μέτρων.

    Συνεργασία

    Οι διατάξεις σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ εποπτικών φορέων, ΜΧΠ και άλλων αρμόδιων αρχών βασίζονται στο τρέχον πλαίσιο για την ΚΞΧ/ΧΤ, συμπεριλαμβανομένης της συνεργασίας μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών και διατάξεων για τις περιπτώσεις στις οποίες οι αρχές δεσμεύονται από επαγγελματικό απόρρητο.

    Οι νέες διατάξεις της παρούσας πρότασης περιλαμβάνουν την προσθήκη αναφορών στην AMLA και την υποχρέωση άλλων φορέων να συνεργάζονται με αυτήν. Οι υφιστάμενες διατάξεις για τη διασφάλιση καλής συνεργασίας με τους φορείς προληπτικής εποπτείας των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων ενισχύονται με πρόσθετες διευκρινίσεις, συμπεριλαμβανομένης της συνεργασίας με τις αρχές εξυγίανσης, καθώς και με τις αρχές που είναι υπεύθυνες για την εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων σύμφωνα με την οδηγία για τους λογαριασμούς πληρωμών και τη δεύτερη οδηγία για τις υπηρεσίες πληρωμών. Οι αρχές χρηματοπιστωτικής εποπτείας και οι ΜΧΠ θα υποβάλλουν ετήσια έκθεση στην AMLA για τη συνεργασία τους με τις εν λόγω αρχές. Προστίθενται διατάξεις σχετικά με τη συνεργασία όσον αφορά τους ελεγκτές, για την οποία η AMLA θα εκδώσει κατευθυντήριες γραμμές.

    Τελικές διατάξεις

    Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο της παρούσας πρότασης, όπως στην περίπτωση του ισχύοντος πλαισίου ΚΞΧ/ΧΤ, υπόκειται στον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 ή στον κανονισμό (ΕΕ) 2018/1725, εάν πραγματοποιείται από θεσμικά και λοιπά όργανα και οργανισμούς της Ένωσης.

    Η Επιτροπή θα επικουρείται από επιτροπή, ιδίως κατά την κατάρτιση εκτελεστικών πράξεων.

    Περιλαμβάνονται διατάξεις για τη μεταβίβαση της φιλοξενίας του FIU.net από την Επιτροπή στην AMLA.

    Η οδηγία 2015/849 όπως τροποποιήθηκε (το τρέχον πλαίσιο ΚΞΧ/ΧΤ) καταργείται. Η προτεινόμενη οδηγία θα τεθεί σε ισχύ την εικοστή ημέρα μετά τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης· η προθεσμία μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο είναι δύο έτη από την έναρξη ισχύος της οδηγίας. Η Επιτροπή πρέπει πρώτα να επανεξετάσει και να αξιολογήσει την παρούσα οδηγία εντός 5 ετών από την εφαρμογή της και στη συνέχεια κάθε τρία έτη.

    2021/0250 (COD)

    Πρόταση

    ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

    σχετικά με τους μηχανισμούς που πρέπει να συγκροτήσουν τα κράτη μέλη για την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τους σκοπούς της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και για την κατάργηση της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849

    (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

    ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 114,

    Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

    Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

    Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας 20 ,

    Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής 21 ,

    Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία,

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    (1)Η οδηγία (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 22 αποτελεί το βασικό νομικό μέσο για την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Ένωσης για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Η εν λόγω οδηγία καθορίζει ένα ολοκληρωμένο νομικό πλαίσιο, το οποίο η οδηγία (ΕΕ) 2018/843 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 23 ενίσχυσε περαιτέρω αντιμετωπίζοντας τους αναδυόμενους κινδύνους και αυξάνοντας τη διαφάνεια ως προς τον πραγματικό δικαιούχο. Παρά τα επιτεύγματά της, η εμπειρία έχει δείξει ότι η οδηγία (ΕΕ) 2015/849 θα πρέπει να βελτιωθεί περαιτέρω για τον επαρκή μετριασμό των κινδύνων και τον αποτελεσματικό εντοπισμό εγκληματικών προσπαθειών κατάχρησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Ένωσης για εγκληματικούς σκοπούς.

    (2)Από την έναρξη ισχύος της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 έχουν εντοπιστεί ορισμένοι τομείς στους οποίους θα χρειαστούν τροποποιήσεις για να διασφαλιστούν η απαραίτητη ανθεκτικότητα και ικανότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Ένωσης για την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.

    (3)Κατά την εφαρμογή της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 εντοπίστηκαν σημαντικές διαφορές στις πρακτικές και στις προσεγγίσεις των αρμόδιων αρχών σε ολόκληρη την Ένωση, καθώς και η έλλειψη επαρκώς αποτελεσματικών ρυθμίσεων για διασυνοριακή συνεργασία. Επομένως, είναι σκόπιμο να καθοριστούν σαφέστερες απαιτήσεις, οι οποίες θα συμβάλουν στην ομαλή συνεργασία σε ολόκληρη την Ένωση, επιτρέποντας παράλληλα στα κράτη μέλη να λαμβάνουν υπόψη τις ιδιαιτερότητες των εθνικών τους συστημάτων.

    (4)Η παρούσα νέα νομοθετική πράξη αποτελεί μέρος μιας ολοκληρωμένης δέσμης μέτρων που αποσκοπεί στην ενίσχυση του πλαισίου ΚΞΧ/ΧΤ της Ένωσης. Από κοινού, η εν λόγω νομική πράξη, ο κανονισμός [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final], ο κανονισμός [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση αναδιατύπωσης του κανονισμού (ΕΕ) 2015/847 — COM(2021) 422 final] και ο κανονισμός [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση για τη σύσταση αρχής για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 421 final] θα αποτελέσουν το νομικό πλαίσιο που διέπει τις απαιτήσεις ΚΞΧ/ΧΤ που πρέπει να πληρούν οι υπόχρεες οντότητες και που στηρίζει το θεσμικό πλαίσιο ΚΞΧ/ΧΤ, συμπεριλαμβανομένης της σύστασης αρχής για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και την καταπολέμηση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας (στο εξής: AMLA).

    (5)Η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και η χρηματοδότηση της τρομοκρατίας διεξάγονται συχνά σε διεθνές επίπεδο. Τα μέτρα που λαμβάνονται σε ενωσιακό επίπεδο, χωρίς να λαμβάνεται υπ’ όψιν ο διεθνής συντονισμός και η διεθνής συνεργασία, έχουν πολύ περιορισμένα αποτελέσματα. Τα μέτρα που θεσπίζονται από την Ένωση στον τομέα αυτόν θα πρέπει συνεπώς να είναι συμβατά με άλλες δράσεις που αναλαμβάνονται σε διεθνές πλαίσιο, και τουλάχιστον εξίσου αυστηρά με αυτές. Η δράση της Ένωσης θα πρέπει να συνεχίσει να λαμβάνει ιδιαίτερα υπόψη τις συστάσεις της ομάδας χρηματοοικονομικής δράσης (FATF), καθώς και μέσα άλλων διεθνών φορέων που δραστηριοποιούνται στην καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Προκειμένου να ενισχυθεί η αποτελεσματικότητα της καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, οι σχετικές ενωσιακές νομικές πράξεις θα πρέπει, όπου κρίνεται σκόπιμο, να ευθυγραμμιστούν με τα διεθνή πρότυπα για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και της διάδοσης όπλων μαζικής καταστροφής που εγκρίθηκαν από την FATF τον Φεβρουάριο του 2012 («αναθεωρημένες συστάσεις FATF») και με τις επακόλουθες τροποποιήσεις των εν λόγω προτύπων.

    (6)Ειδικές απειλές νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, κίνδυνοι και τρωτά σημεία που επηρεάζουν ορισμένους οικονομικούς τομείς σε εθνικό επίπεδο μειώνουν με διαφορετικούς τρόπους την ικανότητα των κρατών μελών να συμβάλουν στην ακεραιότητα και στην ευρωστία του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Ένωσης. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να επιτραπεί στα κράτη μέλη, μετά τον προσδιορισμό αυτών των τομέων και ειδικών κινδύνων, να αποφασίσουν να εφαρμόσουν τις απαιτήσεις ΚΞΧ/ΧΤ σε τομείς πέραν αυτών που καλύπτονται από τον κανονισμό [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες]. Με σκοπό τη διαφύλαξη της αποτελεσματικότητας της εσωτερικής αγοράς και του ενωσιακού συστήματος ΚΞΧ/ΧΤ, η Επιτροπή θα πρέπει να είναι σε θέση, με την υποστήριξη της AMLA, να αξιολογήσει εάν δικαιολογούνται οι προβλεπόμενες αποφάσεις των κρατών μελών για την εφαρμογή των απαιτήσεων ΚΞΧ/ΧΤ σε πρόσθετους τομείς. Σε περιπτώσεις όπου το καλύτερο συμφέρον της Ένωσης θα επιτευχθεί σε επίπεδο Ένωσης όσον αφορά συγκεκριμένους τομείς, η Επιτροπή θα πρέπει να ενημερώσει το εν λόγω κράτος μέλος ότι προτίθεται να αναλάβει δράση σε επίπεδο Ένωσης και το κράτος μέλος θα πρέπει να απέχει από τη λήψη των προβλεπόμενων εθνικών μέτρων.

    (7)Λαμβάνοντας υπόψη τα συγκεκριμένα τρωτά σημεία της καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες που έχουν διαπιστωθεί στην έκδοση ηλεκτρονικού χρήματος, στις υπηρεσίες πληρωμών και στη βιομηχανία παροχής υπηρεσιών κρυπτοστοιχείων, θα πρέπει να είναι δυνατό για τα κράτη μέλη να απαιτούν από τους εν λόγω παρόχους που είναι εγκατεστημένοι στο έδαφός τους σε μορφές εκτός του υποκαταστήματος και η έδρα των οποίων βρίσκεται σε άλλο κράτος μέλος, να ορίζουν κεντρικό σημείο επαφής. Το εν λόγω κεντρικό σημείο επαφής, ενεργώντας για λογαριασμό του φορέα που το όρισε, θα πρέπει να διασφαλίζει τη συμμόρφωση των εγκαταστάσεων με τους κανόνες ΚΞΧ/ΧΤ.

    (8)Οι εποπτικοί φορείς θα πρέπει να εξασφαλίζουν, όσον αφορά τα ανταλλακτήρια συναλλάγματος, τις υπηρεσίες ρευστοποίησης επιταγών, τους φορείς παροχής υπηρεσιών σε εμπιστεύματα ή επιχειρήσεις ή τους παρόχους υπηρεσιών τυχερών παιχνιδιών σε εθνικό επίπεδο, ότι τα πρόσωπα που πράγματι διευθύνουν τις επιχειρηματικές δραστηριότητες αυτών των οντοτήτων, καθώς και οι πραγματικοί δικαιούχοι τους, χαρακτηρίζονται από εντιμότητα και ακεραιότητα και διαθέτουν γνώσεις και τεχνογνωσία απαραίτητες για την εκτέλεση των καθηκόντων τους. Τα κριτήρια για την εκτίμηση του κατά πόσον ένα άτομο συμμορφώνεται με τις εν λόγω απαιτήσεις θα πρέπει, τουλάχιστον, να αντανακλούν την ανάγκη προστασίας των εν λόγω οντοτήτων από καταχρήσεις για εγκληματικούς σκοπούς από πλευράς των διοικητικών στελεχών ή των πραγματικών δικαιούχων τους.

    (9)Για την αξιολόγηση της καταλληλότητας των προσώπων που κατέχουν διευθυντική θέση ή κατ’ άλλον τρόπο ελέγχουν υπόχρεες οντότητες, οποιαδήποτε ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με ποινικές καταδικαστικές αποφάσεις θα πρέπει να γίνεται σύμφωνα με την απόφαση-πλαίσιο 2009/315/ΔΕΥ 24 του Συμβουλίου και την απόφαση 2009/316/ΔΕΥ 25 .

    (10)Η Επιτροπή είναι στην κατάλληλη θέση ώστε να εξετάζει συγκεκριμένες διασυνοριακές απειλές που ενδέχεται να θίξουν την εσωτερική αγορά και που δεν μπορούν να προσδιοριστούν και να καταπολεμηθούν αποτελεσματικά από μεμονωμένα κράτη μέλη. Ως εκ τούτου, κρίνεται σκόπιμο να της ανατεθεί η ευθύνη συντονισμού της εκτίμησης των κινδύνων που συνδέονται με διασυνοριακές δραστηριότητες. Η συμμετοχή των σχετικών εμπειρογνωμόνων, όπως της ομάδας εμπειρογνωμόνων για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, και εκπρόσωπων των ΜΧΠ, καθώς επίσης, κατά περίπτωση, εκπροσώπων άλλων οργανισμών επιπέδου Ένωσης, έχει ουσιαστική σημασία για την αποτελεσματικότητα της διαδικασίας εκτίμησης κινδύνου. Οι εθνικές εκτιμήσεις κινδύνου και εμπειρίες αποτελούν επίσης σημαντική πηγή πληροφοριών για την εν λόγω διαδικασία. Η εν λόγω εκτίμηση των διασυνοριακών κινδύνων από την Επιτροπή δεν θα πρέπει να περιλαμβάνει την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Σε κάθε περίπτωση, τα δεδομένα θα πρέπει να είναι πλήρως ανωνυμοποιημένα. Οι εθνικές και οι ενωσιακές εποπτικές αρχές που είναι αρμόδιες για την προστασία των δεδομένων θα πρέπει να συμμετέχουν μόνο αν η εκτίμηση του κινδύνου νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας έχει αντίκτυπο στην ιδιωτικότητα και την προστασία των δεδομένων φυσικών προσώπων.

    (11)Τα πορίσματα της εκτίμησης κινδύνου σε επίπεδο Ένωσης μπορούν να συνδράμουν τις αρμόδιες αρχές και τις υπόχρεες οντότητες στον εντοπισμό, στην κατανόηση, στη διαχείριση και στον μετριασμό του κινδύνου νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, καθώς και κινδύνων μη εφαρμογής και αποφυγής στοχευμένων οικονομικών κυρώσεων. Είναι συνεπώς σημαντικό να δημοσιοποιούνται τα πορίσματα της εκτίμησης κινδύνου.

    (12)Τα κράτη μέλη εξακολουθούν να είναι τα πλέον κατάλληλα να εντοπίζουν, να αξιολογούν, να κατανοούν και να αποφασίζουν τον τρόπο μετριασμού των κινδύνων της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας που τα επηρεάζουν άμεσα. Ως εκ τούτου, κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να λάβει τα κατάλληλα μέτρα σε μια προσπάθεια σωστής ταυτοποίησης, εκτίμησης και κατανόησης των οικείων κινδύνων νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, καθώς και των κινδύνων μη εφαρμογής και αποφυγής στοχευμένων οικονομικών κυρώσεων και να καθορίσει μια συνεκτική εθνική στρατηγική για τη λήψη μέτρων μετριασμού των εν λόγω κινδύνων. Η εν λόγω εθνική εκτίμηση κινδύνου θα πρέπει να ενημερώνεται τακτικά και θα πρέπει να περιλαμβάνει περιγραφή της θεσμικής δομής και των ευρέων διαδικασιών του καθεστώτος ΚΞΧ/ΧΤ των κρατών μελών, καθώς και τους ανθρώπινους και οικονομικούς πόρους που έχουν διατεθεί, στον βαθμό που είναι διαθέσιμες αυτές οι πληροφορίες.

    (13)Τα αποτελέσματα των εκτιμήσεων κινδύνου θα πρέπει, εφόσον ενδείκνυται, να τίθενται εγκαίρως στη διάθεση των υπόχρεων οντοτήτων, ούτως ώστε αυτές να είναι σε θέση να εντοπίσουν, να κατανοήσουν, να διαχειριστούν και να μετριάσουν τους δικούς τους κινδύνους.

    (14)Επιπλέον, για τον εντοπισμό, την κατανόηση, τη διαχείριση και τον μετριασμό των κινδύνων σε επίπεδο Ένωσης σε ακόμη μεγαλύτερο βαθμό, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διαθέτουν τα αποτελέσματα των εκτιμήσεων κινδύνου στα άλλα κράτη μέλη, στην Επιτροπή και στην AMLA.

    (15)Για να είναι δυνατή η επανεξέταση των συστημάτων τους για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να τηρούν και να βελτιώνουν την ποιότητα των σχετικών στατιστικών. Προκειμένου να βελτιωθεί περαιτέρω η ποιότητα και η συνεκτικότητα των στατιστικών δεδομένων που συλλέγονται σε επίπεδο Ένωσης, η Επιτροπή και η AMLA θα πρέπει να παρακολουθούν την κατάσταση σε κλίμακα Ένωσης όσον αφορά την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, και να δημοσιεύουν τακτικές επισκοπήσεις.

    (16)Η FATF έχει καταρτίσει πρότυπα για τις περιοχές δικαιοδοσίας προκειμένου να εντοπίζονται και να εκτιμώνται οι κίνδυνοι ενδεχόμενης μη εφαρμογής ή αποφυγής των στοχευμένων οικονομικών κυρώσεων που συνδέονται με τη χρηματοδότηση της διάδοσης των όπλων μαζικής καταστροφής και να λαμβάνονται μέτρα για τον μετριασμό τους. Τα εν λόγω νέα πρότυπα που εισήγαγε η FATF δεν υποκαθιστούν ούτε υπονομεύουν τις υφιστάμενες αυστηρές υποχρεώσεις των χωρών να εφαρμόζουν στοχευμένες οικονομικές κυρώσεις ώστε να συμμορφώνονται με τους σχετικούς κανονισμούς του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών σχετικά με την πρόληψη, την καταστολή και τη διακοπή της διάδοσης των όπλων μαζικής καταστροφής και της χρηματοδότησής της. Οι εν λόγω υφιστάμενες υποχρεώσεις, όπως εφαρμόζονται σε επίπεδο Ένωσης με τις αποφάσεις του Συμβουλίου 2010/413/ΚΕΠΠΑ 26 και (ΚΕΠΠΑ) 2016/849 27 καθώς και με τους κανονισμούς του Συμβουλίου (ΕΕ) 267/2012 28 και (ΕΕ) 2017/1509 29 , εξακολουθούν να αποτελούν αυστηρές υποχρεώσεις βάσει κανόνων που δεσμεύουν όλα τα φυσικά και νομικά πρόσωπα εντός της Ένωσης.

    (17)Προκειμένου να αποτυπωθούν οι τελευταίες εξελίξεις σε διεθνές επίπεδο, εισάγεται στην παρούσα οδηγία απαίτηση για τον εντοπισμό, την κατανόηση, τη διαχείριση και τον μετριασμό των κινδύνων ενδεχόμενης μη εφαρμογής ή αποφυγής στοχευμένων χρηματοδοτικών κυρώσεων που συνδέονται με τη χρηματοδότηση της διάδοσης των όπλων μαζικής καταστροφής σε επίπεδο Ένωσης και σε επίπεδο κρατών μελών.

    (18)Τα κεντρικά μητρώα πληροφοριών για τους πραγματικούς δικαιούχους είναι ζωτικής σημασίας για την καταπολέμηση της κατάχρησης των νομικών οντοτήτων. Για να διασφαλιστεί ότι τα μητρώα πληροφοριών για τους πραγματικούς δικαιούχους είναι εύκολα προσβάσιμα και περιέχουν δεδομένα υψηλής ποιότητας, θα πρέπει να θεσπιστούν συνεπείς κανόνες για τη συλλογή και την αποθήκευση αυτών των πληροφοριών.

    (19)Προκειμένου να βελτιωθεί η διαφάνεια με σκοπό την καταπολέμηση της εκμετάλλευσης των νομικών οντοτήτων, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες για τους πραγματικούς δικαιούχους αποθηκεύονται σε κεντρικό μητρώο που βρίσκεται εκτός της εταιρείας, σε πλήρη συμμόρφωση με το ενωσιακό δίκαιο. Τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιούν για τον σκοπό αυτό κεντρική βάση δεδομένων όπου συγκεντρώνονται οι πληροφορίες για τους πραγματικούς δικαιούχους ή το μητρώο επιχειρήσεων ή άλλο κεντρικό μητρώο. Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν ότι οι υπόχρεες οντότητες είναι υπεύθυνες για τη συμπλήρωση του μητρώου. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξασφαλίσουν ότι οι εν λόγω πληροφορίες καθίστανται διαθέσιμες στις αρμόδιες αρχές και τις ΜΧΠ, καθώς και ότι παρέχονται στις υπόχρεες οντότητες όταν αυτές λαμβάνουν μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη.

    (20)Οι πληροφορίες για τους πραγματικούς δικαιούχους εμπιστευμάτων και παρεμφερών νομικών μορφωμάτων θα πρέπει να καταχωρίζονται εκεί όπου είναι εγκατεστημένοι ή διαμένουν οι εμπιστευματοδόχοι και τα πρόσωπα που κατέχουν ισοδύναμες θέσεις σε παρεμφερή νομικά μορφώματα. Για να διασφαλιστεί η αποτελεσματική παρακολούθηση και καταχώριση πληροφοριών για τους πραγματικούς δικαιούχους των εμπιστευμάτων και παρεμφερών νομικών μορφωμάτων, είναι επίσης απαραίτητη η συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών. Η διασύνδεση των μητρώων πραγματικών δικαιούχων των εμπιστευμάτων και παρεμφερών νομικών μορφωμάτων των κρατών μελών θα καθιστούσε τις πληροφορίες αυτές προσιτές, και επίσης θα διασφάλιζε ότι αποφεύγεται η πολλαπλή καταχώριση των ίδιων εμπιστευμάτων και παρεμφερών νομικών μορφωμάτων εντός της Ένωσης.

    (21)Η έγκαιρη πρόσβαση σε πληροφορίες για τους πραγματικούς δικαιούχους θα πρέπει να εξασφαλίζεται με τρόπο που να μην γίνεται αντιληπτή από την ερευνώμενη εταιρεία.

    (22)Η ακρίβεια των δεδομένων που περιλαμβάνονται στα μητρώα πραγματικών δικαιούχων είναι θεμελιώδης για όλες τις αρμόδιες αρχές και τα άλλα πρόσωπα στα οποία επιτρέπεται η πρόσβαση σε αυτά τα δεδομένα και για τη λήψη έγκυρων, νόμιμων αποφάσεων βάσει αυτών των δεδομένων. Επομένως, όταν προκύπτουν επαρκείς λόγοι αμφιβολίας, έπειτα από προσεκτική ανάλυση από τους καταχωρητές, όσον αφορά την ακρίβεια των πληροφοριών για τους πραγματικούς δικαιούχους που τηρούνται στα μητρώα, θα πρέπει να απαιτείται από τις νομικές οντότητες και τα νομικά μορφώματα η παροχή πρόσθετων πληροφοριών ανάλογα με τον βαθμό κινδύνου. Επιπλέον, είναι σημαντικό τα κράτη μέλη να αναθέτουν στην οντότητα που είναι υπεύθυνη για τη διαχείριση των μητρώων επαρκείς εξουσίες για να εξακριβώνει τον πραγματικό δικαιούχο και να επαληθεύει την ακρίβεια των πληροφοριών που της παρέχονται, καθώς και να αναφέρει κάθε υποψία στη ΜΧΠ τους. Οι εξουσίες αυτές θα πρέπει να επεκτείνονται στη διενέργεια επιθεωρήσεων στις εγκαταστάσεις των νομικών προσώπων.

    (23)Επιπλέον, η αναφορά αναντιστοιχιών μεταξύ των πληροφοριών για τους πραγματικούς δικαιούχους που τηρούνται στα κεντρικά μητρώα και των πληροφοριών για τους πραγματικούς δικαιούχους που διατίθενται στις υπόχρεες οντότητες και, κατά περίπτωση, στις αρμόδιες αρχές, αποτελεί αποτελεσματικό μηχανισμό για την επαλήθευση της ακρίβειας των πληροφοριών. Οποιαδήποτε τέτοια αναντιστοιχία θα πρέπει να εντοπίζεται γρήγορα, να αναφέρεται και να διορθώνεται.

    (24)Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι ο μηχανισμός αναφοράς αναντιστοιχιών είναι αναλογικός και επικεντρώνεται στην ανίχνευση περιπτώσεων ανακριβών πληροφοριών για τους πραγματικούς δικαιούχους, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέψουν στις υπόχρεες οντότητες να ζητήσουν από τον πελάτη να διορθώσει τις αναντιστοιχίες τεχνικής φύσης σε απευθείας συνεννόηση με την οντότητα που είναι αρμόδια για τα κεντρικά μητρώα. Αυτή η επιλογή ισχύει μόνο για πελάτες χαμηλού κινδύνου και για σφάλματα τεχνικής φύσης, όπως ήσσονος σημασίας περιπτώσεις πληροφοριών με λανθασμένη ορθογραφία, στις οποίες είναι προφανές ότι οι εν λόγω πληροφορίες δεν εμποδίζουν τον προσδιορισμό του/των πραγματικού/-ών δικαιούχου/-ων και την ακρίβεια των πληροφοριών.

    (25)Σε περιπτώσεις που η αναφορά αναντιστοιχιών από τις ΜΧΠ και άλλες αρμόδιες αρχές θα έθετε σε κίνδυνο διεξαγόμενη ποινική έρευνα, οι ΜΧΠ ή άλλες αρμόδιες αρχές θα πρέπει να καθυστερούν την αναφορά της αναντιστοιχίας μέχρι τη στιγμή κατά την οποία οι λόγοι της μη αναφοράς παύουν να υφίστανται. Επιπλέον, οι ΜΧΠ και οι αρμόδιες αρχές δεν θα πρέπει να γνωστοποιούν αναντιστοιχίες όταν κάτι τέτοιο θα ήταν αντίθετο προς κάθε διάταξη εμπιστευτικότητας του εθνικού δικαίου ή θα συνιστούσε αδίκημα πληροφόρησης.

    (26)Για να διασφαλιστούν ίσοι όροι ανταγωνισμού στην εφαρμογή της έννοιας του πραγματικού δικαιούχου, είναι εξαιρετικά σημαντικό οι νομικές οντότητες να ωφελούνται από ενιαίους διαύλους και μέσα αναφοράς σε ολόκληρη την Ένωση. Προς τον σκοπό αυτό, ο μορφότυπος υποβολής πληροφοριών για τους πραγματικούς δικαιούχους στα σχετικά εθνικά μητρώα θα πρέπει να είναι ενιαίος και να προσφέρει εγγυήσεις διαφάνειας και ασφάλειας δικαίου.

    (27)Προκειμένου να διασφαλισθούν ίσοι όροι ανταγωνισμού μεταξύ των διαφόρων νομικών μορφών, οι εμπιστευματοδόχοι θα πρέπει επίσης να υποχρεούνται να αποκτούν και να διατηρούν πληροφορίες για τους πραγματικούς δικαιούχους, καθώς και να κοινοποιούν τις εν λόγω πληροφορίες σε κεντρικό μητρώο ή σε κεντρική βάση δεδομένων.

    (28)Η δημόσια πρόσβαση σε πληροφορίες για τους πραγματικούς δικαιούχους επιτρέπει μεγαλύτερο έλεγχο των πληροφοριών από την κοινωνία των πολιτών, συμπεριλαμβανομένου του Τύπου και των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, και συμβάλλει στη διατήρηση της εμπιστοσύνης στην ακεραιότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Μπορεί να συμβάλει στην καταπολέμηση της κατάχρησης των εταιρικών και άλλων νομικών οντοτήτων και νομικών μορφωμάτων για σκοπούς νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, τόσο βοηθώντας τις έρευνες όσο και μέσω αποτελεσμάτων που συνδέονται με τη φήμη, δεδομένου ότι οποιοσδήποτε θα μπορούσε να συνάψει επιχειρηματική σχέση γνωρίζει την ταυτότητα των πραγματικών δικαιούχων. Μπορεί να διευκολύνει επίσης την έγκαιρη και αποτελεσματική διάθεση πληροφοριών στις υπόχρεες οντότητες, καθώς και στις αρχές τρίτων χωρών που συμμετέχουν στην καταπολέμηση αυτών των αδικημάτων. Η πρόσβαση στις πληροφορίες αυτές θα βοηθούσε επίσης τις έρευνες σχετικά με νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, συναφή βασικά αδικήματα και χρηματοδότηση της τρομοκρατίας.

    (29)Η εμπιστοσύνη στις χρηματοπιστωτικές αγορές από τους επενδυτές και το ευρύ κοινό εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την ύπαρξη ακριβούς καθεστώτος γνωστοποίησης που παρέχει διαφάνεια στις δομές του πραγματικού δικαιούχου και του ελέγχου των εταιρειών. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τα συστήματα εταιρικής διακυβέρνησης που χαρακτηρίζονται από συγκεντρωμένη ιδιοκτησία, όπως εκείνη στην Ένωση. Αφενός, οι μεγάλοι επενδυτές με σημαντικά δικαιώματα ψήφου και ταμειακών ροών ενδέχεται να ενθαρρύνουν τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη και απόδοση της επιχείρησης. Αφετέρου, ωστόσο, οι ελέγχοντες πραγματικοί δικαιούχοι με μεγάλες ομάδες ψηφοφορίας ενδέχεται να έχουν κίνητρα για να εκτρέπουν τα εταιρικά περιουσιακά στοιχεία και ευκαιρίες για προσωπικό όφελος σε βάρος των επενδυτών μειοψηφίας. Η δυνητική ενίσχυση της εμπιστοσύνης στις χρηματοπιστωτικές αγορές θα πρέπει να θεωρείται θετική παρενέργεια και όχι σκοπός της αύξησης της διαφάνειας, ο οποίος είναι η δημιουργία ενός περιβάλλοντος λιγότερο πιθανού να χρησιμοποιηθεί για τους σκοπούς της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.

    (30)Η εμπιστοσύνη στις χρηματοπιστωτικές αγορές από τους επενδυτές και το ευρύ κοινό εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την ύπαρξη ακριβούς καθεστώτος γνωστοποίησης που παρέχει διαφάνεια όσον αφορά τον πραγματικό δικαιούχο και τις δομές ελέγχου των εταιρικών και άλλων νομικών οντοτήτων και ορισμένων τύπων εμπιστευμάτων και παρεμφερών νομικών μορφωμάτων. Ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη θα πρέπει να επιτρέπουν την πρόσβαση σε πληροφορίες για τους πραγματικούς δικαιούχους με αρκετά συνεκτικό και συντονισμένο τρόπο, θεσπίζοντας κανόνες εμπιστοσύνης για την πρόσβαση του κοινού, ούτως ώστε οι τρίτοι να είναι σε θέση να εξακριβώνουν, σε όλη την Ένωση, ποιοι είναι οι πραγματικοί δικαιούχοι εταιρικών και άλλων νομικών οντοτήτων καθώς και, υπό την προϋπόθεση ότι υπάρχει έννομο συμφέρον, ορισμένων τύπων εμπιστευμάτων και παρεμφερών νομικών μορφωμάτων.

    (31)Όσον αφορά τις εταιρικές και άλλες νομικές οντότητες, θα πρέπει να αναζητηθεί δίκαιη ισορροπία μεταξύ αφενός του γενικού δημόσιου συμφέροντος για την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και αφετέρου των θεμελιωδών δικαιωμάτων των υποκειμένων των δεδομένων. Το σύνολο των δεδομένων που πρέπει να τίθενται στη διάθεση του κοινού θα πρέπει να περιορίζεται, να ορίζεται σαφώς και αναλυτικά και να είναι γενικού χαρακτήρα, ούτως ώστε να ελαχιστοποιείται η δυνητική βλάβη των πραγματικών δικαιούχων. Ταυτόχρονα, οι πληροφορίες που καθίστανται προσβάσιμες στο κοινό δεν θα πρέπει να διαφέρουν σημαντικά από τα δεδομένα που συλλέγονται επί του παρόντος. Για να περιοριστεί η παρέμβαση στο δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής ζωής τους, γενικά, και στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τους, ειδικότερα, οι εν λόγω πληροφορίες θα πρέπει να αφορούν ουσιαστικά την κατάσταση των πραγματικών δικαιούχων των εταιρικών και άλλων νομικών οντοτήτων και θα πρέπει να αφορούν αυστηρά τη σφαίρα της οικονομικής δραστηριότητας στην οποία λειτουργούν οι πραγματικοί δικαιούχοι. Αν ένα ανώτατο διοικητικό στέλεχος έχει ταυτοποιηθεί ως ο πραγματικός δικαιούχος εκ μόνου του γεγονότος ότι κατέχει αυτή τη θέση και όχι μέσω ιδιοκτησιακού δικαιώματος που κατέχει ή ελέγχου που ασκεί με άλλα μέσα, τούτο θα πρέπει να εμφαίνεται σαφώς στα μητρώα.

    (32)Σε περίπτωση ρητών εμπιστευμάτων και παρόμοιων νομικών μορφωμάτων, οι πληροφορίες θα πρέπει να είναι προσβάσιμες σε οποιοδήποτε μέλος του ευρύτερου κοινού, υπό την προϋπόθεση ότι μπορεί να αποδειχθεί το έννομο συμφέρον. Αυτό θα πρέπει να περιλαμβάνει καταστάσεις στις οποίες φυσικά ή νομικά πρόσωπα υποβάλλουν αίτημα που αφορά εμπίστευμα ή παρεμφερές νομικό μόρφωμα το οποίο κατέχει ή έχει στην κυριότητά του ελέγχουσα συμμετοχή σε νομική οντότητα που έχει συσταθεί ή δημιουργηθεί εκτός της Ένωσης, μέσω άμεσης ή έμμεσης κυριότητας, μεταξύ άλλων μέσω μετοχών στον κομιστή ή μέσω ελέγχου με άλλα μέσα. Η ερμηνεία του έννομου συμφέροντος από τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να περιορίζουν την έννοια του έννομου συμφέροντος σε υποθέσεις εκκρεμών διοικητικών ή νομικών διαδικασιών, και θα πρέπει να επιτρέπουν να λαμβάνεται υπόψη η προληπτική δράση στον τομέα της καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και των βασικών αδικημάτων της και της καταπολέμησης της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, η οποία αναλαμβάνεται από μη κυβερνητικές οργανώσεις και ερευνητικούς δημοσιογράφους. Ενώ τα εμπιστεύματα και άλλα νομικά μορφώματα μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε πολύπλοκες εταιρικές δομές, ο πρωταρχικός στόχος τους εξακολουθεί να είναι η διαχείριση του ατομικού πλούτου. Προκειμένου να εξισορροπηθεί επαρκώς ο θεμιτός στόχος της πρόληψης της χρήσης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τους σκοπούς της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, τον οποίο ενισχύει ο δημόσιος έλεγχος, και η προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων των ατόμων, ιδίως το δικαίωμα στην ιδιωτικότητα και στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, είναι απαραίτητο να προβλεφθεί η απόδειξη έννομου συμφέροντος για την πρόσβαση σε πληροφορίες για τους πραγματικούς δικαιούχους εμπιστευμάτων και άλλων νομικών μορφωμάτων.

    (33)Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι πληροφορίες που είναι διαθέσιμες στο κοινό επιτρέπουν τη σωστή ταυτοποίηση του πραγματικού δικαιούχου, ένα ελάχιστο σύνολο δεδομένων θα πρέπει να είναι προσβάσιμο στο κοινό. Τα εν λόγω δεδομένα θα πρέπει να επιτρέπουν την αδιαμφισβήτητη ταυτοποίηση του πραγματικού δικαιούχου, ελαχιστοποιώντας ταυτόχρονα τον αριθμό των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που είναι προσβάσιμα στο κοινό. Ελλείψει πληροφοριών σχετικά με το όνομα, τον μήνα και το έτος γέννησης και τη χώρα διαμονής και υπηκοότητας του πραγματικού δικαιούχου, δεν θα ήταν εφικτό να προσδιοριστεί με βεβαιότητα ποιο φυσικό πρόσωπο είναι ο πραγματικός δικαιούχος. Ομοίως, η απουσία πληροφοριών σχετικά με το εμπράγματο δικαίωμα που κατέχει θα καθιστούσε αδύνατο τον προσδιορισμό των λόγων για τους οποίους το εν λόγω φυσικό πρόσωπο θα πρέπει να προσδιοριστεί ως ο πραγματικός δικαιούχος. Ως εκ τούτου, προκειμένου να αποφευχθούν παρερμηνείες των πληροφοριών για τους πραγματικούς δικαιούχους που είναι προσβάσιμες στο κοινό και να διασφαλιστεί η αναλογική και συνεπής σε ολόκληρη την Ένωση γνωστοποίηση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, είναι σκόπιμο να καθοριστεί το ελάχιστο σύνολο δεδομένων στα οποία μπορεί να έχει πρόσβαση το κοινό.

    (34)Ο ενισχυμένος δημόσιος έλεγχος μπορεί να συμβάλει στην πρόληψη της κατάχρησης των νομικών οντοτήτων και των νομικών μορφωμάτων, συμπεριλαμβανομένης της φοροαποφυγής. Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό οι πληροφορίες για τους πραγματικούς δικαιούχους να παραμένουν διαθέσιμες μέσω των εθνικών μητρώων και μέσω του συστήματος διασύνδεσης των μητρώων πραγματικών δικαιούχων για τουλάχιστον πέντε έτη από τότε που οι λόγοι εγγραφής των πληροφοριών αυτών, όσον αφορά το εμπίστευμα ή ένα παρεμφερές νομικό μόρφωμα, έπαυσαν να υφίστανται. Ωστόσο, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να παρέχουν βάσει του νόμου την επεξεργασία των πληροφοριών για τους πραγματικούς δικαιούχους, συμπεριλαμβανομένων των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για άλλους σκοπούς, αν η εν λόγω επεξεργασία ανταποκρίνεται σε σκοπό δημοσίου συμφέροντος και αποτελεί απαραίτητο και αναλογικό μέτρο σε μια δημοκρατική κοινωνία για τον νόμιμο επιδιωκόμενο στόχο.

    (35)Επιπλέον, με τον στόχο της εξασφάλισης αναλογικής και ισορροπημένης προσέγγισης και της εγγύησης των δικαιωμάτων στην ιδιωτικότητα και της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να εισάγουν εξαιρέσεις από τη γνωστοποίηση των προσωπικών πληροφοριών του πραγματικού δικαιούχου μέσω των μητρώων πληροφοριών για τους πραγματικούς δικαιούχους και από την πρόσβαση σε αυτές, σε εξαιρετικές περιστάσεις, όταν οι πληροφορίες αυτές θα εξέθεταν τον πραγματικό δικαιούχο σε δυσανάλογο κίνδυνο εξαπάτησης, απαγωγής, εκβιασμού, εκβίασης, παρενόχλησης, βίας ή εκφοβισμού. Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να έχουν τη δυνατότητα να απαιτούν επιγραμμική εγγραφή, προκειμένου να ταυτοποιούν κάθε πρόσωπο που ζητεί πληροφορίες από το μητρώο, καθώς και την καταβολή τέλους για την πρόσβαση στις πληροφορίες του μητρώου.

    (36)Με την οδηγία (ΕΕ) 2018/843 επιτεύχθηκε η διασύνδεση των κεντρικών μητρώων των κρατών μελών που περιέχουν πληροφορίες σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο μέσω της ευρωπαϊκής κεντρικής πλατφόρμας που συστάθηκε με την οδηγία (ΕΕ) 2017/1132 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 30 . Η συνεχής συμμετοχή των κρατών μελών στη λειτουργία του όλου συστήματος θα πρέπει να εξασφαλίζεται με τακτικό διάλογο μεταξύ της Επιτροπής και των αντιπροσώπων των κρατών μελών σχετικά με τα θέματα που αφορούν τη λειτουργία του συστήματος και σχετικά με τη μελλοντική του ανάπτυξη.

    (37)Μέσω της διασύνδεσης των μητρώων πραγματικών δικαιούχων των κρατών μελών, θα πρέπει να χορηγείται πρόσβαση τόσο εθνική όσο και διασυνοριακή σε πληροφορίες για τους πραγματικούς δικαιούχους των νομικών μορφωμάτων που περιέχονται στο μητρώο κάθε κράτους μέλους βάσει του ορισμού του έννομου συμφέροντος, δυνάμει απόφασης που λαμβάνεται από τη σχετική οντότητα του εν λόγω κράτους μέλους. Προκειμένου να αποφευχθεί η επανεξέταση των αποφάσεων σχετικά με τον περιορισμό της πρόσβασης σε πληροφορίες για τους πραγματικούς δικαιούχους, θα πρέπει να συσταθούν μηχανισμοί προσφυγής κατά των αποφάσεων αυτών. Για να εξασφαλισθεί η συνεκτική και αποτελεσματική καταχώριση και ανταλλαγή πληροφοριών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι οντότητές τους που είναι επιφορτισμένες με το μητρώο συνεργάζονται με τους ομολόγους τους σε άλλα κράτη μέλη, ανταλλάσσοντας πληροφορίες σχετικά με εμπιστεύματα και παρεμφερή νομικά μορφώματα που διέπονται από το δίκαιο ενός κράτους μέλους ενώ η διοίκησή τους γίνεται σε άλλο κράτος μέλος.

    (38)Ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 31 εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας. Τα φυσικά πρόσωπα των οποίων τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα διατηρούνται στα εθνικά μητρώα ως δεδομένα πραγματικών δικαιούχων θα πρέπει να ενημερώνονται για τους ισχύοντες κανόνες προστασίας δεδομένων. Επιπλέον, θα πρέπει να διατίθενται μόνο δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που είναι επικαιροποιημένα και αντιστοιχούν όντως στους πραγματικούς δικαιούχους και οι δικαιούχοι θα πρέπει να ενημερώνονται σχετικά με τα δικαιώματά τους εντός του ενωσιακού νομικού πλαισίου προστασίας των δεδομένων και τις ισχύουσες διαδικασίες άσκησης των εν λόγω δικαιωμάτων. Επιπλέον, προκειμένου να αποφευχθεί η κατάχρηση των πληροφοριών που περιέχονται στα μητρώα και να εξισορροπηθούν τα δικαιώματα των πραγματικών δικαιούχων, τα κράτη μέλη μπορεί να θεωρήσουν σκόπιμο να θέτουν στη διάθεση του πραγματικού δικαιούχου τις πληροφορίες σχετικά με τον αιτούντα μαζί με τη νομική βάση του αιτήματος.

    (39)Η καθυστερημένη πρόσβαση στις πληροφορίες από ΜΧΠ και άλλες αρμόδιες αρχές σχετικά με την ταυτότητα των κατόχων τραπεζικών λογαριασμών και λογαριασμών πληρωμών και θυρίδων ασφαλείας, ειδικά ανώνυμων, δυσχεραίνει την ανίχνευση των μεταφορών χρηματικών ποσών που αφορούν τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Τα εθνικά δεδομένα που επιτρέπουν την εξακρίβωση των τραπεζικών λογαριασμών και των λογαριασμών πληρωμών και των θυρίδων ασφαλείας που ανήκουν σε ένα άτομο είναι κατακερματισμένα και, ως εκ τούτου, δεν είναι προσβάσιμα εγκαίρως στις ΜΧΠ και τις άλλες αρμόδιες αρχές. Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητο να ιδρυθούν κεντρικοί αυτοματοποιημένοι μηχανισμοί, όπως μητρώο ή σύστημα ανάκτησης δεδομένων, σε όλα τα κράτη μέλη ως αποτελεσματικό μέσο για την απόκτηση έγκαιρης πρόσβασης στις πληροφορίες σχετικά με την ταυτότητα των κατόχων τραπεζικών λογαριασμών και λογαριασμών πληρωμών και των κατόχων θυρίδων ασφαλείας, των πληρεξουσίων και των πραγματικών δικαιούχων τους. Κατά την εφαρμογή των διατάξεων για την πρόσβαση, είναι σκόπιμο να χρησιμοποιούνται προϋπάρχοντες μηχανισμοί υπό τον όρο ότι οι εθνικές ΜΧΠ μπορούν να έχουν πρόσβαση άμεσα και χωρίς παρεμβολές στα δεδομένα που ζητούν. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξετάσουν την τροφοδότηση στον εν λόγω μηχανισμό άλλων πληροφοριών που κρίνονται αναγκαίες και αναλογικές για τον αποτελεσματικότερο μετριασμό των κινδύνων σχετικά με τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Θα πρέπει να εξασφαλίζεται η απόλυτη εμπιστευτικότητα σχετικά με τις έρευνες αυτές και τα αιτήματα για συναφείς πληροφορίες από τις ΜΧΠ και τις αρμόδιες αρχές πλην των αρχών που είναι αρμόδιες για την άσκηση ποινικής δίωξης.

    (40)Για να γίνει σεβαστή η ιδιωτική ζωή και να προστατευτούν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, τα ελάχιστα δεδομένα που είναι απαραίτητα για τη διενέργεια ερευνών για ΚΞΧ/ΧΤ θα πρέπει να αποθηκεύονται σε κεντρικούς αυτοματοποιημένους μηχανισμούς για λογαριασμούς τραπεζών και πληρωμών, όπως μητρώα ή συστήματα ανάκτησης δεδομένων. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να καθορίσουν ποια δεδομένα είναι χρήσιμο και αναλογικό να συγκεντρώνουν, λαμβάνοντας υπόψη τα ισχύοντα συστήματα και τις νομικές παραδόσεις ώστε να καθίσταται δυνατή η ουσιαστική ταυτοποίηση των πραγματικών δικαιούχων. Κατά τη μεταφορά των διατάξεων σχετικά με αυτούς τους μηχανισμούς στο εθνικό δίκαιο, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ορίζουν περιόδους διατήρησης ισοδύναμες προς την περίοδο για τη διατήρηση των εγγράφων και των πληροφοριών που αποκτούν στο πλαίσιο εφαρμογής των μέτρων δέουσας επιμέλειας. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να παρατείνουν την περίοδο διατήρησης σε γενική βάση μέσω της νομοθεσίας, χωρίς να απαιτούνται αποφάσεις ανά περίπτωση. Το διάστημα επιπρόσθετης διατήρησης δεν θα πρέπει να υπερβαίνει τα πέντε επιπρόσθετα έτη. Αυτό το διάστημα δεν θα πρέπει να εμποδίζει το εθνικό δίκαιο να θεσπίζει άλλες απαιτήσεις διατήρησης δεδομένων επιτρέποντας κατά περίπτωση αποφάσεις προκειμένου να διευκολύνονται οι ποινικές ή διοικητικές διαδικασίες. Η πρόσβαση στους μηχανισμούς αυτούς θα πρέπει να βασίζεται στην αρχή «ανάγκη γνώσης».

    (41)Μέσω της διασύνδεσης των κεντρικών αυτοματοποιημένων μηχανισμών των κρατών μελών, οι εθνικές ΜΧΠ θα λαμβάνουν γρήγορα διασυνοριακές πληροφορίες σχετικά με την ταυτότητα των κατόχων τραπεζικών λογαριασμών και λογαριασμών πληρωμών και θυρίδων ασφαλείας σε άλλα κράτη μέλη, γεγονός που ενισχύει την ικανότητά τους να διενεργούν αποτελεσματική οικονομική ανάλυση και να συνεργάζονται με τους ομολόγους τους από άλλα κράτη μέλη. Η άμεση διασυνοριακή πρόσβαση σε πληροφορίες για τραπεζικούς λογαριασμούς και λογαριασμούς πληρωμών και θυρίδες ασφαλείας θα επέτρεπε στις μονάδες χρηματοοικονομικών πληροφοριών να καταρτίζουν οικονομική ανάλυση εντός χρονικού διαστήματος επαρκούς για τον εντοπισμό πιθανών υποθέσεων νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και την εξασφάλιση ταχείας δράσης επιβολής του νόμου.

    (42)Προκειμένου να τηρηθεί το δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και το δικαίωμα στην ιδιωτικότητα και να περιοριστεί ο αντίκτυπος της διασυνοριακής πρόσβασης στις πληροφορίες που περιέχονται στους εθνικούς κεντρικούς αυτοματοποιημένους μηχανισμούς, το εύρος των πληροφοριών που είναι προσβάσιμες μέσω του κεντρικού σημείου πρόσβασης για τα μητρώα τραπεζικών λογαριασμών θα περιορίζεται στο ελάχιστο απαραίτητο σύμφωνα με την αρχή της ελαχιστοποίησης των δεδομένων, ώστε να επιτρέπεται η ταυτοποίηση φυσικών ή νομικών προσώπων που κατέχουν ή ελέγχουν λογαριασμούς πληρωμών και τραπεζικούς λογαριασμούς προσδιοριζόμενους από αριθμό IBAN και θυρίδες ασφαλείας. Επιπλέον, μόνο οι ΜΧΠ θα πρέπει να έχουν άμεση και χωρίς παρεμβολές πρόσβαση στο κεντρικό σημείο πρόσβασης. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι το προσωπικό των ΜΧΠ διατηρεί υψηλό επαγγελματικό επίπεδο σε ζητήματα εμπιστευτικότητας και προστασίας των δεδομένων, διακρίνεται για την ακεραιότητά του και διαθέτει τα απαιτούμενα προσόντα. Επιπλέον, τα κράτη μέλη πρέπει να θεσπίσουν τεχνικά και οργανωτικά μέτρα που εγγυώνται την ασφάλεια των δεδομένων σύμφωνα με υψηλά τεχνολογικά πρότυπα.

    (43)Η διασύνδεση των κεντρικών αυτοματοποιημένων μηχανισμών των κρατών μελών (κεντρικά μητρώα ή κεντρικά ηλεκτρονικά συστήματα ανάκτησης δεδομένων) που περιέχουν πληροφορίες για τραπεζικούς λογαριασμούς και πληρωμές και θυρίδες μέσω του ενιαίου σημείου πρόσβασης για τα μητρώα τραπεζικών λογαριασμών απαιτεί τον συντονισμό των εθνικών συστημάτων με διαφορετικά τεχνικά χαρακτηριστικά. Για τον σκοπό αυτόν, θα πρέπει να αναπτυχθούν τεχνικά μέτρα και προδιαγραφές που λαμβάνουν υπόψη τις διαφορές μεταξύ των εθνικών κεντρικών αυτοματοποιημένων μηχανισμών.

    (44)Η ακίνητη περιουσία είναι ένα ελκυστικό εμπόρευμα για τους εγκληματίες για να νομιμοποιούν τα έσοδα των παράνομων δραστηριοτήτων τους, καθώς επιτρέπει τη συγκάλυψη της πραγματικής πηγής των κεφαλαίων και της ταυτότητας του πραγματικού δικαιούχου. Η σωστή και έγκαιρη ταυτοποίηση φυσικού ή νομικού προσώπου που κατέχει ακίνητη περιουσία από τις ΜΧΠ και άλλες αρμόδιες αρχές είναι σημαντική τόσο για τον εντοπισμό συστημάτων νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες όσο και για τη δέσμευση και τη δήμευση περιουσιακών στοιχείων. Επομένως, είναι σημαντικό τα κράτη μέλη να παρέχουν στις ΜΧΠ και στις αρμόδιες αρχές πρόσβαση σε πληροφορίες που επιτρέπουν την έγκαιρη ταυτοποίηση φυσικού ή νομικού προσώπου που κατέχει ακίνητη περιουσία και πληροφορίες σχετικές με τον εντοπισμό του κινδύνου και του ύποπτου χαρακτήρα της συναλλαγής.

    (45)Όλα τα κράτη μέλη έχουν συγκροτήσει, ή θα πρέπει να συγκροτήσουν, λειτουργικά ανεξάρτητες και αυτόνομες ΜΧΠ, με αποστολή να συγκεντρώνουν και να αναλύουν τις πληροφορίες που λαμβάνουν, προκειμένου να διαπιστώνουν σχέσεις μεταξύ ύποπτων συναλλαγών και συναφών εγκληματικών δραστηριοτήτων, ώστε να προλαμβάνεται και να καταπολεμείται η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και η χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Η ΜΧΠ θα πρέπει να είναι η ενιαία κεντρική εθνική μονάδα που είναι υπεύθυνη για την παραλαβή και την ανάλυση αναφορών ύποπτων συναλλαγών, αναφορών για διασυνοριακές φυσικές κινήσεις μετρητών και πληρωμές σε μετρητά που υπερβαίνουν ένα ορισμένο όριο, καθώς και άλλες πληροφορίες σχετικές με τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, τα βασικά αδικήματά της ή τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας που υποβάλλονται από υπόχρεες οντότητες. Η λειτουργική ανεξαρτησία και αυτονομία της ΜΧΠ θα πρέπει να διασφαλίζεται με την παροχή στη ΜΧΠ της εξουσίας και της ικανότητας να εκτελεί ελεύθερα τα καθήκοντά της, συμπεριλαμβανομένης της ικανότητας να λαμβάνει αυτόνομες αποφάσεις, όσον αφορά την ανάλυση, τα αιτήματα και τη δημοσίευση συγκεκριμένων πληροφοριών. Σε όλες τις περιπτώσεις, η ΜΧΠ θα πρέπει να έχει το αυτοτελές δικαίωμα να διαβιβάζει ή να διαδίδει πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές. Η ΜΧΠ θα πρέπει να διαθέτει επαρκείς οικονομικούς, ανθρώπινους και τεχνικούς πόρους, με τρόπο που να εξασφαλίζει την αυτονομία και την ανεξαρτησία της και να της επιτρέπει να ασκεί αποτελεσματικά την εντολή της. Η ΜΧΠ θα πρέπει να είναι σε θέση να αποκτά και να χρησιμοποιεί τους πόρους που είναι αναγκαίοι για την εκτέλεση των καθηκόντων της, σε μεμονωμένη ή τακτική βάση, απαλλαγμένη από κάθε αδικαιολόγητη πολιτική, κυβερνητική ή βιομηχανική επιρροή ή παρέμβαση που θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο τη λειτουργική της ανεξαρτησία.

    (46)Οι ΜΧΠ διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στον προσδιορισμό των χρηματοπιστωτικών πράξεων των τρομοκρατικών δικτύων, ιδίως των διασυνοριακών, και στον εντοπισμό των χρηματοδοτών τους. Οι οικονομικές πληροφορίες μπορούν να αποδειχθούν καίριας σημασίας στην προσπάθεια να έρθουν στο φως οι μέθοδοι διευκόλυνσης των τρομοκρατικών πράξεων και τα δίκτυα και τα σχέδια των τρομοκρατικών οργανώσεων. Οι ΜΧΠ διατηρούν σημαντικές διαφορές όσον αφορά τις λειτουργίες, τις αρμοδιότητες και τις εξουσίες τους. Ωστόσο, οι τρέχουσες διαφορές δεν θα πρέπει να επηρεάζουν τη δραστηριότητα μιας ΜΧΠ, ιδίως την ικανότητά της να αναπτύσσει προληπτικές αναλύσεις για την υποστήριξη όλων των αρχών που είναι επιφορτισμένες με δραστηριότητες παροχής πληροφοριών, ερευνητικές και δικαστικές δραστηριότητες, καθώς και με τη διεθνή συνεργασία. Είναι πλέον ουσιώδες να προσδιοριστεί το ελάχιστο σύνολο δεδομένων στα οποία θα πρέπει να έχουν ταχεία πρόσβαση οι ΜΧΠ και τα οποία θα πρέπει να μπορούν να ανταλλάσσουν χωρίς εμπόδια με τους ομολόγους τους από άλλα κράτη μέλη κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Σε όλες τις περιπτώσεις όπου υπάρχει υποψία νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και των βασικών αδικημάτων της και σε υποθέσεις που αφορούν τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, οι πληροφορίες θα πρέπει να ρέουν άμεσα και γρήγορα, χωρίς αδικαιολόγητες καθυστερήσεις. Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητο να ενισχυθεί περαιτέρω η αποτελεσματικότητα και η αποδοτικότητα των ΜΧΠ, μέσω αποσαφήνισης των εξουσιών και της συνεργασίας μεταξύ των ΜΧΠ.

    (47)Στις εξουσίες των ΜΧΠ περιλαμβάνεται το δικαίωμα άμεσης ή έμμεσης πρόσβασης σε «χρηματοοικονομικές», «διοικητικές» πληροφορίες και πληροφορίες «σχετικές με την επιβολή του νόμου» τις οποίες οι μονάδες χρειάζονται για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, των βασικών αδικημάτων της και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Η έλλειψη ορισμού σχετικά με τους τύπους πληροφοριών που περιλαμβάνουν αυτές οι γενικές κατηγορίες έχει ως αποτέλεσμα οι ΜΧΠ να λαμβάνουν πρόσβαση σε σημαντικά διαφοροποιημένα σύνολα πληροφοριών που έχουν αντίκτυπο στα καθήκοντα ανάλυσης των ΜΧΠ καθώς και στην ικανότητά τους να συνεργάζονται αποτελεσματικά με τους ομολόγους τους από άλλα κράτη μέλη. Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητο να οριστούν τα ελάχιστα σύνολα «χρηματοοικονομικών», «διοικητικών» και «σχετικών με την επιβολή του νόμου» πληροφοριών που θα πρέπει να τεθούν, άμεσα ή έμμεσα, στη διάθεση κάθε ΜΧΠ σε ολόκληρη την Ένωση. Επιπλέον, οι ΜΧΠ θα πρέπει να είναι σε θέση να λαμβάνουν γρήγορα από οποιαδήποτε υπόχρεη οντότητα όλες τις απαραίτητες πληροφορίες σχετικά με τα καθήκοντά τους. Μια ΜΧΠ θα πρέπει επίσης να μπορεί να αποκτήσει τις εν λόγω πληροφορίες κατόπιν αιτήματος που υποβάλλεται από άλλη ΜΧΠ και να ανταλλάσσει τις πληροφορίες με την αιτούσα ΜΧΠ.

    (48)Οι ΜΧΠ, στη συντριπτική πλειονότητά τους, έχουν την εξουσία να λαμβάνουν επειγόντως μέτρα και να αναστέλλουν μια συναλλαγή ή να μη συγκατατίθενται στην εκτέλεσή της προκειμένου να την αναλύσουν, να επιβεβαιώσουν την υποψία και να διαβιβάσουν τα αποτελέσματα των αναλυτικών δραστηριοτήτων στις αρμόδιες αρχές. Ωστόσο, υπάρχουν ορισμένες διαφοροποιήσεις σε σχέση με τη διάρκεια των εξουσιών αναβολής στα διάφορα κράτη μέλη, με αντίκτυπο όχι μόνο στην αναβολή δραστηριοτήτων που έχουν διασυνοριακό χαρακτήρα μέσω της συνεργασίας μεταξύ ΜΧΠ, αλλά και στα ατομικά θεμελιώδη δικαιώματα. Επιπλέον, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι ΜΧΠ έχουν την ικανότητα να περιορίζουν άμεσα τα κεφάλαια ή περιουσιακά στοιχεία που προέρχονται από εγκληματικές δραστηριότητες και να αποτρέπουν την εξαφάνισή τους, επίσης για τους σκοπούς της κατάσχεσης, οι ΜΧΠ θα πρέπει να έχουν την εξουσία να αναστέλλουν τη χρήση τραπεζικού λογαριασμού ή λογαριασμού πληρωμών προκειμένου να αναλύσουν τις συναλλαγές που πραγματοποιούνται μέσω του λογαριασμού, να επιβεβαιώσουν τις υποψίες και να διαβιβάσουν τα αποτελέσματα της ανάλυσης στις αρμόδιες αρχές. Δεδομένου ότι οι εξουσίες αναβολής έχουν αντίκτυπο στο δικαίωμα ιδιοκτησίας, θα πρέπει να διασφαλίζεται η διαφύλαξη των θεμελιωδών δικαιωμάτων των επηρεαζόμενων προσώπων.

    (49)Για τη βελτίωση της διαφάνειας και λογοδοσίας και για την αύξηση της ευαισθητοποίησης σχετικά με τις δραστηριότητές τους, οι ΜΧΠ θα πρέπει να εκδίδουν εκθέσεις δραστηριοτήτων σε ετήσια βάση. Αυτές οι εκθέσεις θα πρέπει να παρέχουν τουλάχιστον στατιστικά στοιχεία σε σχέση με τις ύποπτες αναφορές συναλλαγών που ελήφθησαν, τον αριθμό των περιπτώσεων διάδοσης στις εθνικές αρμόδιες αρχές, τον αριθμό των αιτημάτων που υποβλήθηκαν και ελήφθησαν από άλλες ΜΧΠ, καθώς και πληροφορίες σχετικά με τις τάσεις και τις τυπολογίες που εντοπίστηκαν. Η εν λόγω έκθεση θα πρέπει να δημοσιοποιείται εκτός από τα στοιχεία που περιέχουν ευαίσθητες και διαβαθμισμένες πληροφορίες. Τουλάχιστον μία φορά ετησίως, η ΜΧΠ πρέπει να παρέχει στις υπόχρεες οντότητες ανατροφοδότηση σχετικά με την ποιότητα των αναφορών ύποπτων συναλλαγών, την επικαιρότητά τους, την περιγραφή της υποψίας και τυχόν πρόσθετα έγγραφα που παρέχονται. Η εν λόγω ανατροφοδότηση μπορεί να παρέχεται σε μεμονωμένες υπόχρεες οντότητες ή ομίλους υπόχρεων οντοτήτων και θα πρέπει να στοχεύει στην περαιτέρω βελτίωση της ικανότητας των υπόχρεων οντοτήτων να εντοπίζουν και να προσδιορίζουν ύποπτες συναλλαγές και δραστηριότητες και να ενισχύουν τους γενικούς μηχανισμούς αναφοράς.

    (50)Αποστολή των ΜΧΠ είναι να συγκεντρώνουν και να αναλύουν τις πληροφορίες που λαμβάνουν, προκειμένου να διαπιστώνουν σχέσεις μεταξύ ύποπτων συναλλαγών και συναφών εγκληματικών δραστηριοτήτων, ώστε να προλαμβάνεται και να καταπολεμείται η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και η χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, και επίσης να διαδίδουν τα αποτελέσματα των αναλύσεών τους και κάθε άλλη συμπληρωματική σχετική πληροφορία στις αρμόδιες αρχές όταν υπάρχουν υπόνοιες για νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, συναφή βασικά αδικήματα ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Μια ΜΧΠ δεν θα πρέπει να αποφεύγει ή να αρνείται την ανταλλαγή πληροφοριών με άλλη ΜΧΠ, αυτεπάγγελτα ή κατόπιν αιτήματος, για λόγους όπως η έλλειψη εντοπισμού συναφών βασικών αδικημάτων, τα χαρακτηριστικά των εθνικών ποινικών νόμων και οι διαφορές μεταξύ των ορισμών των συναφών βασικών αδικημάτων ή η έλλειψη αναφοράς σε συγκεκριμένα συναφή βασικά αδικήματα. Παρομοίως, μια ΜΧΠ θα πρέπει να χορηγεί εκ των προτέρων τη συγκατάθεσή της σε άλλη ΜΧΠ για να διαβιβάσει τις πληροφορίες σε άλλες αρμόδιες αρχές, ανεξάρτητα από τον τύπο των ενδεχόμενων συναφών βασικών αδικημάτων, προκειμένου να καταστεί δυνατό να διενεργηθεί αποτελεσματικά η λειτουργία της διάδοσης. Οι ΜΧΠ έχουν αναφέρει δυσκολίες στην ανταλλαγή πληροφοριών λόγω διαφορών στον κατά το εθνικό δίκαιο ορισμό μερικών βασικών αδικημάτων, όπως τα φορολογικά, που δεν έχουν εναρμονισθεί από την ενωσιακή νομοθεσία. Οι διαφορές αυτές δεν θα πρέπει να παρεμποδίζουν την αμοιβαία ανταλλαγή, τη διάδοση σε άλλες αρμόδιες αρχές, καθώς και τη χρήση των εν λόγω πληροφοριών. Οι ΜΧΠ θα πρέπει να εξασφαλίζουν ταχέως, εποικοδομητικά και αποτελεσματικά την ευρύτερη δυνατή διεθνή συνεργασία με ΜΧΠ τρίτων χωρών σε σχέση με νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, συναφή βασικά αδικήματα και χρηματοδότηση της τρομοκρατίας σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες προστασίας δεδομένων για τις διαβιβάσεις δεδομένων, τις συστάσεις της FATF και τις αρχές της ομάδας Egmont για ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των μονάδων χρηματοοικονομικών πληροφοριών.

    (51)Οι ΜΧΠ θα πρέπει να χρησιμοποιούν ασφαλείς εγκαταστάσεις, συμπεριλαμβανομένων προστατευμένων διαύλων επικοινωνίας, για να συνεργάζονται και να ανταλλάσσουν πληροφορίες μεταξύ τους. Στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει να δημιουργηθεί ένα σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των ΜΧΠ των κρατών μελών (στο εξής: FIU.net). Το σύστημα θα πρέπει να διαχειρίζεται και να φιλοξενεί η AMLA. Το FIU.net θα πρέπει να χρησιμοποιείται από τις ΜΧΠ για τη συνεργασία και την ανταλλαγή πληροφοριών και μπορεί επίσης να χρησιμοποιείται, όπου απαιτείται, για την ανταλλαγή πληροφοριών με ΜΧΠ τρίτων χωρών και με άλλες αρχές και φορείς της Ένωσης. Οι λειτουργίες του FIU.net θα πρέπει να χρησιμοποιούνται από τις ΜΧΠ στο μέγιστο των δυνατοτήτων τους. Οι εν λόγω λειτουργίες θα πρέπει να επιτρέπουν στις ΜΧΠ να συγκρίνουν τα δεδομένα τους με δεδομένα άλλων ΜΧΠ με ανώνυμο τρόπο, με σκοπό τον εντοπισμό προσώπων που ενδιαφέρουν τις ΜΧΠ σε άλλα κράτη μέλη και τον προσδιορισμό των εσόδων και των κεφαλαίων τους, με πλήρη διασφάλιση, ταυτόχρονα, της πλήρους προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

    (52)Είναι σημαντικό οι ΜΧΠ να συνεργάζονται και να ανταλλάσσουν πληροφορίες αποτελεσματικά. Εν προκειμένω, η AMLA θα πρέπει να παρέχει την απαραίτητη συνδρομή, όχι μόνο μέσω του συντονισμού κοινών αναλύσεων διασυνοριακών αναφορών ύποπτων συναλλαγών, αλλά και με την ανάπτυξη σχεδίων ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων σχετικά με τον μορφότυπο που πρέπει να χρησιμοποιείται για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ ΜΧΠ και κατευθυντήριων γραμμών σε σχέση με τους σχετικούς παράγοντες που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όταν προσδιορίζεται εάν μια αναφορά ύποπτης συναλλαγής αφορά άλλο κράτος μέλος, καθώς και με τη φύση, τα χαρακτηριστικά και τους στόχους της επιχειρησιακής και στρατηγικής ανάλυσης.

    (53)Τα χρονικά όρια για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ ΜΧΠ είναι απαραίτητα προκειμένου να διασφαλιστεί η γρήγορη, αποτελεσματική και συνεπής συνεργασία. Θα πρέπει να οριστούν προθεσμίες ώστε να εξασφαλίζεται η αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών εντός εύλογου χρονικού διαστήματος ή η τήρηση των διαδικαστικών περιορισμών. Θα πρέπει να προβλέπονται συντομότερες προθεσμίες σε εξαιρετικές, αιτιολογημένες και επείγουσες περιπτώσεις στις οποίες η ερωτώμενη ΜΧΠ είναι σε θέση να έχει άμεση πρόσβαση στις βάσεις δεδομένων όπου φυλάσσονται οι ζητούμενες πληροφορίες. Στις περιπτώσεις στις οποίες η ερωτώμενη ΜΧΠ δεν είναι σε θέση να παράσχει τις πληροφορίες εντός των καθορισμένων προθεσμιών, θα πρέπει να ενημερώνει σχετικά τον ομόλογό της.

    (54)Η διακίνηση παράνομου χρήματος διασχίζει σύνορα και μπορεί να επηρεάσει διαφορετικά κράτη μέλη. Οι διασυνοριακές υποθέσεις, που περιλαμβάνουν πολλαπλές δικαιοδοσίες, γίνονται ολοένα και πιο συχνές και πιο σημαντικές, επίσης λόγω των δραστηριοτήτων που εκτελούνται από υπόχρεες οντότητες σε διασυνοριακή βάση. Προκειμένου να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά οι περιπτώσεις που αφορούν πολλά κράτη μέλη, οι ΜΧΠ θα πρέπει να μπορούν να υπερβαίνουν την απλή ανταλλαγή πληροφοριών για τον εντοπισμό και την ανάλυση ύποπτων συναλλαγών και δραστηριοτήτων και να ανταλλάσσουν την ίδια την αναλυτική δραστηριότητα. Οι ΜΧΠ έχουν αναφέρει ορισμένα σημαντικά ζητήματα που περιορίζουν ή προϋποθέτουν την ικανότητα των ΜΧΠ να συμμετέχουν σε κοινή ανάλυση. Η κοινή ανάλυση ύποπτων συναλλαγών και δραστηριοτήτων θα επιτρέψει στις ΜΧΠ να εκμεταλλευτούν πιθανές συνέργειες, να χρησιμοποιήσουν πληροφορίες από διαφορετικές πηγές, να αποκτήσουν πλήρη εικόνα των αντικανονικών δραστηριοτήτων και να εμπλουτίσουν την ανάλυση. Οι ΜΧΠ θα πρέπει να είναι σε θέση να πραγματοποιούν κοινές αναλύσεις ύποπτων συναλλαγών και δραστηριοτήτων και να δημιουργούν και να συμμετέχουν σε κοινές ομάδες ανάλυσης για συγκεκριμένους σκοπούς και περιορισμένο χρονικό διάστημα με τη βοήθεια της AMLA. Η συμμετοχή τρίτων μπορεί να συμβάλει σημαντικά στην επιτυχή έκβαση κοινών αναλύσεων. Επομένως, οι ΜΧΠ μπορούν να καλέσουν τρίτα μέρη να λάβουν μέρος στην κοινή ανάλυση, όταν η συμμετοχή αυτή εμπίπτει στις αντίστοιχες εντολές των εν λόγω τρίτων.

    (55)Η αποτελεσματική εποπτεία όλων των υπόχρεων οντοτήτων είναι απαραίτητη για την προστασία της ακεραιότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Ένωσης και της εσωτερικής αγοράς. Προς τον σκοπό αυτόν, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εφαρμόσουν αποτελεσματική και αμερόληπτη εποπτεία για την ΚΞΧ/ΧΤ και να θέσουν τις προϋποθέσεις για αποτελεσματική, έγκαιρη και διαρκή συνεργασία μεταξύ των εποπτικών φορέων.

    (56)Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν την αποτελεσματική, αμερόληπτη και βάσει κινδύνου εποπτεία όλων των υπόχρεων οντοτήτων, κατά προτίμηση από δημόσιες αρχές μέσω χωριστού και ανεξάρτητου εθνικού εποπτικού φορέα. Οι εθνικοί εποπτικοί φορείς θα πρέπει να είναι σε θέση να εκτελούν ένα ευρύ φάσμα καθηκόντων προκειμένου να ασκούν αποτελεσματική εποπτεία όλων των υπόχρεων οντοτήτων.

    (57)Η Ένωση έχει επανειλημμένα παρατηρήσει μια χαλαρή προσέγγιση ως προς την εποπτεία των καθηκόντων των υπόχρεων οντοτήτων όσον αφορά την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Ως εκ τούτου, είναι πλέον εξαιρετικά σημαντικό οι αρμόδιοι εθνικοί εποπτικοί φορείς, στο πλαίσιο του ολοκληρωμένου εποπτικού μηχανισμού που θεσπίζεται με την παρούσα οδηγία και τον κανονισμό [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση για τη σύσταση αρχής για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 421 final], να γνωρίζουν με σαφήνεια τα αντίστοιχα δικαιώματα και υποχρεώσεις τους.

    (58)Προκειμένου να αξιολογούνται και να παρακολουθούνται αποτελεσματικότερα και τακτικά οι κίνδυνοι στους οποίους εκτίθενται οι υπόχρεες οντότητες και ο τρόπος με τον οποίο εφαρμόζουν στοχευμένες οικονομικές κυρώσεις, είναι απαραίτητο να διευκρινιστεί ότι οι εθνικοί εποπτικοί φορείς δικαιούνται και υποχρεούνται να διεξάγουν όλες τις απαραίτητες μη επιτόπιες, επιτόπιες και θεματικές έρευνες και οποιεσδήποτε άλλες έρευνες και αξιολογήσεις κρίνουν αναγκαίες. Αυτό όχι μόνο θα συνδράμει τους εποπτικούς φορείς να αποφασίζουν για τις περιπτώσεις στις οποίες οι συγκεκριμένοι εγγενείς κίνδυνοι σε έναν τομέα είναι σαφείς και κατανοητοί, αλλά θα τους παράσχει και τα εργαλεία που απαιτούνται για τη περαιτέρω διάδοση των σχετικών πληροφοριών σε υπόχρεες οντότητες, προκειμένου να κατανοήσουν τους κινδύνους που σχετίζονται με τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας.

    (59)Οι δραστηριότητες προβολής, συμπεριλαμβανομένης της διάδοσης πληροφοριών από τους εποπτικούς φορείς στις υπόχρεες οντότητες υπό την εποπτεία τους, είναι ουσιώδεις για να διασφαλιστεί ότι ο ιδιωτικός τομέας έχει επαρκή κατανόηση της φύσης και του επιπέδου νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας στα οποία εκτίθεται.

    (60)Οι εποπτικοί φορείς θα πρέπει να υιοθετήσουν μια προσέγγιση βάσει κινδύνου στο έργο τους, η οποία θα τους επιτρέψει να επικεντρώσουν τους πόρους τους εκεί όπου οι κίνδυνοι είναι υψηλότεροι, εξασφαλίζοντας παράλληλα ότι κανένας τομέας ή οντότητα δεν θα παραμείνουν εκτεθειμένοι σε εγκληματικές προσπάθειες νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Η AMLA θα πρέπει να διαδραματίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στην προώθηση μιας κοινής κατανόησης των κινδύνων και, ως εκ τούτου, θα πρέπει να της ανατεθεί η ανάπτυξη των κριτηρίων αναφοράς και μιας μεθοδολογίας για την εκτίμηση και την ταξινόμηση του προφίλ εγγενούς και υπολειπόμενου κινδύνου των υπόχρεων οντοτήτων, καθώς και η συχνότητα με την οποία θα πρέπει να επανεξετάζεται ένα τέτοιο προφίλ κινδύνου.

    (61)Η γνωστοποίηση, από τους εποπτικούς φορείς στις ΜΧΠ, γεγονότων που θα μπορούσαν να σχετίζονται με τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας είναι ένας από τους ακρογωνιαίους λίθους της αποδοτικής και αποτελεσματικής εποπτείας των κινδύνων νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Συνεπώς, είναι απαραίτητο τα κράτη μέλη να θεσπίσουν ένα σύστημα που να διασφαλίζει ότι οι ΜΧΠ ενημερώνονται σωστά και άμεσα.

    (62)Η συνεργασία μεταξύ εθνικών εποπτικών φορέων είναι απαραίτητη για τη διασφάλιση μιας κοινής εποπτικής προσέγγισης σε ολόκληρη την Ένωση. Προκειμένου να καταστεί αποτελεσματική αυτή η συνεργασία, θα πρέπει να αξιοποιηθεί στον μέγιστο δυνατό βαθμό και ανεξάρτητα από την αντίστοιχη φύση ή καθεστώς των εποπτικών φορέων. Εκτός από την παραδοσιακή συνεργασία —όπως η δυνατότητα διεξαγωγής ερευνών για λογαριασμό αιτούσας εποπτικής αρχής— είναι σκόπιμο να επιβληθεί η σύσταση εποπτικών σωμάτων για την ΚΞΧ/ΧΤ σε σχέση με τις υπόχρεες οντότητες που δραστηριοποιούνται στο πλαίσιο της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών ή της ελευθερίας εγκατάστασης και σε σχέση με τις υπόχρεες οντότητες που αποτελούν μέρος ενός ομίλου.

    (63)Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες υπόχρεη οντότητα λειτουργεί εγκαταστάσεις σε άλλο κράτος μέλος, μεταξύ άλλων και μέσω δικτύου πρακτόρων, ο εποπτικός φορέας του κράτους μέλους καταγωγής θα πρέπει να είναι υπεύθυνος για την εποπτεία της εφαρμογής των πολιτικών και διαδικασιών ΚΞΧ/ΧΤ από την υπόχρεη οντότητα σε επίπεδο ομίλου. Αυτή θα μπορούσε να περιλαμβάνει επιτόπου επισκέψεις σε εγκαταστάσεις εδρεύουσες σε άλλο κράτος μέλος. Ο εποπτικός φορέας του κράτους μέλους καταγωγής θα πρέπει να συνεργάζεται στενά με τον εποπτικό φορέα του κράτους μέλους υποδοχής και θα πρέπει να ενημερώνει τον τελευταίο για κάθε θέμα που θα μπορούσε να επηρεάσει την αξιολόγηση της συμμόρφωσης της εγκατάστασης προς τους κανόνες ΚΞΧ/ΧΤ της χώρας υποδοχής.

    (64)Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες υπόχρεη οντότητα λειτουργεί εγκαταστάσεις σε άλλο κράτος μέλος, μεταξύ άλλων και μέσω δικτύου πρακτόρων, ο εποπτικός φορέας του κράτους μέλους υποδοχής διατηρεί την ευθύνη για την επιβολή της συμμόρφωσης της εγκατάστασης προς τους κανόνες ΚΞΧ/ΧΤ, συμπεριλαμβάνοντας, εφόσον απαιτείται, τη διενέργεια επιτόπιων επιθεωρήσεων και τη μη επιτόπια παρακολούθηση και λαμβάνοντας κατάλληλα και αναλογικά μέτρα για την αντιμετώπιση σοβαρών παραβάσεων των απαιτήσεων αυτών. Ο εποπτικός φορέας του κράτους μέλους υποδοχής θα πρέπει να συνεργάζεται στενά με τον εποπτικό φορέα του κράτους μέλους καταγωγής και θα πρέπει να ενημερώνει τον τελευταίο για τυχόν ζητήματα που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την αξιολόγηση, από τον πρώτο, της εφαρμογής της πολιτικής και των διαδικασιών ΚΞΧ/ΧΤ από την υπόχρεη οντότητα σε επίπεδο ομίλου. Προς θεραπεία των σοβαρών παραβάσεων των κανόνων ΚΞΧ/ΧΤ που επιβάλλουν τη λήψη άμεσων διορθωτικών μέτρων, ο εποπτικός φορέας του κράτους μέλους υποδοχής θα πρέπει να μπορεί να εφαρμόσει προσωρινά προσήκοντα και αναλογικά διορθωτικά μέτρα, εφαρμοστέα υπό παρόμοιες συνθήκες στις υπόχρεες οντότητες του τομέα ευθύνης τους, προκειμένου να αντιμετωπισθούν οι σοβαρές ελλείψεις, κατά περίπτωση, με τη βοήθεια ή τη συνεργασία του εποπτικού φορέα του κράτους μέλους καταγωγής.

    (65)Για τη διασφάλιση καλύτερου συντονισμού των προσπαθειών και την αποτελεσματική συμβολή στις ανάγκες του ολοκληρωμένου εποπτικού μηχανισμού, θα πρέπει να αποσαφηνιστούν τα αντίστοιχα καθήκοντα των εποπτικών φορέων σε σχέση με αυτές τις υπόχρεες οντότητες και να προβλεφθούν ειδικοί, αναλογικοί μηχανισμοί συνεργασίας.

    (66)Οι διασυνοριακοί όμιλοι πρέπει να εφαρμόσουν εκτεταμένες πολιτικές και διαδικασίες σε επίπεδο ομίλου. Για να διασφαλιστεί ότι οι διασυνοριακές πράξεις αντιστοιχούν σε επαρκή εποπτεία, είναι αναγκαίο να καθοριστούν λεπτομερείς κανόνες εποπτείας, που θα επιτρέπουν στους εποπτικούς φορείς του κράτους μέλους καταγωγής και του κράτους μέλους υποδοχής να συνεργάζονται μεταξύ τους στον μέγιστο δυνατό βαθμό, ανεξάρτητα από την εκάστοτε φύση ή το καθεστώς τους, καθώς και με την AMLA, για την εκτίμηση των κινδύνων, την παρακολούθηση των εξελίξεων που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τις διάφορες οντότητες που αποτελούν μέρος του ομίλου και τον συντονισμό της εποπτικής δράσης. Δεδομένου του συντονιστικού της ρόλου, πρέπει να ανατεθεί στην AMLA το καθήκον να αναπτύξει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που καθορίζουν τα λεπτομερή αντίστοιχα καθήκοντα των εποπτικών φορέων καταγωγής και των εποπτικών φορέων υποδοχής, καθώς και τους τρόπους συνεργασίας μεταξύ τους. Η εποπτεία της αποτελεσματικής εφαρμογής της πολιτικής του ομίλου σχετικά με την ΚΞΧ/ΧΤ θα πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τις αρχές και τις λεπτομέρειες εφαρμογής της ενοποιημένης εποπτείας όπως ορίζεται στη σχετική ευρωπαϊκή τομεακή νομοθεσία.

    (67)Η οδηγία (ΕΕ) 2015/849 περιλάμβανε μια γενική απαίτηση για τη συνεργασία των εποπτικών φορέων των κρατών μελών καταγωγής και των κρατών μελών υποδοχής. Οι εν λόγω απαιτήσεις στη συνέχεια ενισχύθηκαν για να αποφευχθεί η απαγόρευση ή ο αδικαιολόγητος περιορισμός της ανταλλαγής πληροφοριών και της συνεργασίας μεταξύ εποπτικών αρχών. Ωστόσο, ελλείψει σαφούς νομικού πλαισίου, η σύσταση εποπτικών σωμάτων ΚΞΧ/ΧΤ βασίστηκε σε μη δεσμευτικές κατευθυντήριες γραμμές. Συνεπώς, είναι απαραίτητο να θεσπιστούν σαφείς κανόνες για την οργάνωση σωμάτων ΚΞΧ/ΧΤ και να προβλεφθεί μια συντονισμένη, νομικά ορθή προσέγγιση, η οποία να αναγνωρίζει την ανάγκη για δομημένη αλληλεπίδραση μεταξύ εποπτικών αρχών σε ολόκληρη την Ένωση. Σύμφωνα με τον συντονιστικό και εποπτικό της ρόλο, πρέπει να ανατεθεί στην AMLA η ανάπτυξη σχεδίων ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που καθορίζουν τις γενικές συνθήκες που επιτρέπουν την ορθή λειτουργία των εποπτικών σωμάτων ΚΞΧ/ΧΤ.

    (68)Η ανταλλαγή πληροφοριών και η συνεργασία μεταξύ εποπτικών αρχών είναι ουσιαστικής σημασίας στο πλαίσιο ολοένα και πιο ολοκληρωμένων παγκόσμιων χρηματοπιστωτικών συστημάτων. Αφενός, οι εποπτικές αρχές της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένης της AMLA, θα πρέπει να αλληλοενημερώνονται για περιπτώσεις στις οποίες το δίκαιο τρίτης χώρας δεν επιτρέπει την εφαρμογή των πολιτικών και διαδικασιών που απαιτούνται από τον κανονισμό [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες]. Αφετέρου, θα πρέπει να δοθεί η δυνατότητα στα κράτη μέλη να εξουσιοδοτούν τους εποπτικούς φορείς να συνάπτουν συμφωνίες συνεργασίας που προβλέπουν συνεργασία και ανταλλαγή εμπιστευτικών πληροφοριών με τους ομολόγους τους σε τρίτες χώρες, σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες για τις διαβιβάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Λαμβανομένου υπόψη του εποπτικού της ρόλου, η AMLA θα πρέπει να παρέχει τη συνδρομή της εφόσον είναι απαραίτητη για την αξιολόγηση της ισοδυναμίας των απαιτήσεων επαγγελματικού απορρήτου που ισχύουν για τον ομόλογο της τρίτης χώρας.

    (69)Η οδηγία (ΕΕ) 2015/849 επέτρεψε στα κράτη μέλη να αναθέσουν την εποπτεία ορισμένων υπόχρεων οντοτήτων σε αυτορρυθμιζόμενους φορείς. Ωστόσο, η ποιότητα και η ένταση της εποπτείας που διενεργείται από τέτοιους αυτορρυθμιζόμενους φορείς ήταν ανεπαρκείς και υπό καθόλου ή σχεδόν καθόλου δημόσιο έλεγχο. Όταν ένα κράτος μέλος αποφασίζει να αναθέσει την εποπτεία σε έναν αυτορρυθμιζόμενο φορέα, θα πρέπει επίσης να ορίζει μια δημόσια αρχή που θα επιβλέπει τις δραστηριότητες του φορέα για να διασφαλίζει ότι η εκτέλεση των εν λόγω δραστηριοτήτων είναι σύμφωνη με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

    (70)Η σημασία της καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας θα πρέπει να οδηγήσει τα κράτη μέλη στη θέσπιση αποτελεσματικών, αναλογικών και αποτρεπτικών κυρώσεων και διοικητικών μέτρων στην εθνική νομοθεσία για τις περιπτώσεις αδυναμίας τήρησης των απαιτήσεων του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς–πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες]. Οι εθνικές εποπτικές αρχές θα πρέπει να εξουσιοδοτηθούν από τα κράτη μέλη να επιβάλλουν τέτοια μέτρα σε υπόχρεες οντότητες για να διορθώσουν την κατάσταση σε περίπτωση παραβιάσεων και, όταν η παράβαση το δικαιολογεί, να επιβάλλουν χρηματικές κυρώσεις. Το σύνολο κυρώσεων και μέτρων θα πρέπει να είναι αρκούντως ευρύ, ώστε τα κράτη μέλη και οι αρμόδιες αρχές να μπορούν να λαμβάνουν υπόψη τις διαφορές μεταξύ των υπόχρεων οντοτήτων, ιδίως μεταξύ των πιστωτικών ιδρυμάτων και των χρηματοπιστωτικών οργανισμών και άλλων υπόχρεων οντοτήτων, όσον αφορά το μέγεθος, τα χαρακτηριστικά και τη φύση της δραστηριότητάς τους.

    (71)Τα κράτη μέλη διαθέτουν επί του παρόντος ένα ευρύ φάσμα διοικητικών κυρώσεων και μέτρων για παραβιάσεις των βασικών διατάξεων πρόληψης και ασυνεπή προσέγγιση στη διερεύνηση και επιβολή κυρώσεων για παραβιάσεις των απαιτήσεων καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, ενώ δεν υπάρχει κοινή κατανόηση μεταξύ των εποπτικών φορέων ως προς τι θα πρέπει να συνιστά «σοβαρή» παράβαση ώστε να μπορούν να διακρίνουν πότε πρέπει να επιβληθεί διοικητική κύρωση. Η ποικιλομορφία αυτή είναι επιζήμια για τις προσπάθειες που καταβάλλονται για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, και η απάντηση της Ένωσης είναι κατακερματισμένη. Επομένως, θα πρέπει να καθοριστούν κοινά κριτήρια για τον καθορισμό της καταλληλότερης εποπτικής αντίδρασης σε παραβάσεις και θα πρέπει να προβλεφθεί μια σειρά διοικητικών μέτρων που θα μπορούσαν να επιβάλλουν οι εποπτικοί φορείς όταν οι παραβάσεις δεν είναι αρκετά σοβαρές για να τιμωρηθούν με διοικητική κύρωση. Προκειμένου να δοθούν κίνητρα στις υπόχρεες οντότητες να συμμορφωθούν με τις διατάξεις του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες], είναι απαραίτητο να ενισχυθεί ο αποτρεπτικός χαρακτήρας των διοικητικών κυρώσεων. Συνεπώς, θα πρέπει να αυξηθεί το ελάχιστο ποσό της μέγιστης ποινής που μπορεί να επιβληθεί σε περίπτωση σοβαρών παραβάσεων του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες]. Κατά τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι η επιβολή διοικητικών κυρώσεων και μέτρων και ποινικών κυρώσεων, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, δεν παραβιάζει την αρχή ne bis in idem.

    (72)Οι υπόχρεες οντότητες μπορούν να ωφελούνται από την ελευθερία παροχής υπηρεσιών και εγκατάστασης στην εσωτερική αγορά για να προσφέρουν τα προϊόντα και τις υπηρεσίες τους σε ολόκληρη την Ένωση. Ένα αποτελεσματικό σύστημα εποπτείας απαιτεί από τους εποπτικούς φορείς να γνωρίζουν τις αδυναμίες της συμμόρφωσης των υπόχρεων οντοτήτων με τους κανόνες ΚΞΧ/ΧΤ. Είναι επομένως σημαντικό οι εποπτικοί φορείς να είναι σε θέση να αλληλοενημερώνονται για τις διοικητικές κυρώσεις και μέτρα που επιβάλλονται στις υπόχρεες οντότητες, όταν αυτές οι πληροφορίες θα ήταν συναφείς και για άλλους εποπτικούς φορείς.

    (73)Η δημοσίευση διοικητικής κύρωσης ή μέτρου για παράβαση του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες] μπορεί να έχει ισχυρό αποτρεπτικό αποτέλεσμα έναντι της επανάληψης μιας τέτοιας παράβασης. Ενημερώνει επίσης άλλες οντότητες για τους κινδύνους νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας που συνδέονται με την υπόχρεη οντότητα στην οποία επιβάλλονται κυρώσεις πριν από τη σύναψη επιχειρηματικής σχέσης και βοηθά τους εποπτικούς φορείς σε άλλα κράτη μέλη όσον αφορά τους κινδύνους που συνδέονται με μια υπόχρεη οντότητα όταν δραστηριοποιείται στο κράτος μέλος τους σε διασυνοριακή βάση. Για αυτούς τους λόγους, θα πρέπει να επιβεβαιωθεί η απαίτηση δημοσίευσης των μη υποκείμενων σε προσφυγή αποφάσεων επιβολής κυρώσεων. Ωστόσο, κάθε τέτοια δημοσίευση θα πρέπει να είναι αναλογική και, κατά τη λήψη απόφασης σχετικά με τη δημοσίευση διοικητικής κύρωσης ή μέτρου, οι εποπτικοί φορείς θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τη σοβαρότητα της παράβασης και το αποτρεπτικό αποτέλεσμα που είναι πιθανό να επιτύχει η δημοσίευση.

    (74)Υπήρξαν περιπτώσεις κατά τις οποίες οι εργαζόμενοι που ανέφεραν τις υποψίες τους για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες απειλήθηκαν ή εκτέθηκαν σε εχθρικές ενέργειες. Είναι ζωτικής σημασίας να αντιμετωπιστεί αυτό το ζήτημα για να διασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα του συστήματος ΚΞΧ/ΧΤ. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν επίγνωση του εν λόγω προβλήματος και να καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για την προστασία των φυσικών προσώπων, συμπεριλαμβανομένων υπαλλήλων και εκπροσώπων της υπόχρεης οντότητας, από απειλές και εχθρικές ενέργειες αυτού του είδους, καθώς και να παρέχουν, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, την κατάλληλη προστασία στα εν λόγω πρόσωπα, ιδίως σε ό,τι αφορά την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και τα δικαιώματά τους στην αποτελεσματική έννομη προστασία και εκπροσώπηση.

    (75)Η νέα πλήρως ενοποιημένη και συνεκτική πολιτική για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας σε επίπεδο Ένωσης, με καθορισμένους ρόλους τόσο για τις αρμόδιες αρχές της Ένωσης όσο και για τις εθνικές αρμόδιες αρχές, αποσκοπεί στην εξασφάλιση της ομαλής και διαρκούς συνεργασίας τους. Στο πλαίσιο αυτό, η συνεργασία μεταξύ όλων των εθνικών αρχών και των αρχών της Ένωσης για την ΚΞΧ/ΧΤ είναι υψίστης σημασίας και θα πρέπει να αποσαφηνιστεί και να ενισχυθεί. Εσωτερικά, εξακολουθεί να είναι καθήκον των κρατών μελών να προβλέπουν τους απαραίτητους κανόνες για να διασφαλίσουν ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής, οι ΜΧΠ, οι εποπτικοί φορείς, συμπεριλαμβανομένης της AMLA και άλλες αρμόδιες αρχές που εμπλέκονται στην ΚΞΧ/ΧΤ, καθώς και οι φορολογικές αρχές και οι αρχές επιβολής του νόμου όταν ενεργούν στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας, διαθέτουν αποτελεσματικούς μηχανισμούς που τους επιτρέπουν να συνεργάζονται και να συντονίζονται, μεταξύ άλλων μέσω μιας περιοριστικής προσέγγισης όσον αφορά την άρνηση των αρμόδιων αρχών για συνεργασία και ανταλλαγή πληροφοριών κατόπιν αιτήματος άλλης αρμόδιας αρχής.

    (76)Προκειμένου να διευκολυνθεί και να προωθηθεί η αποτελεσματική συνεργασία, και ιδίως η ανταλλαγή πληροφοριών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να υποχρεούνται να διαβιβάζουν στην Επιτροπή και στην AMLA τον κατάλογο των αρμοδίων αρχών και των αντίστοιχων στοιχείων επικοινωνίας τους.

    (77)Ο κίνδυνος νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας μπορεί να εντοπιστεί από όλους τους εποπτικούς φορείς που είναι υπεύθυνοι για τα πιστωτικά ιδρύματα. Οι πληροφορίες προληπτικού χαρακτήρα που αφορούν τα πιστωτικά και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, όπως οι σχετιζόμενες με την καταλληλότητα και την αξιοπιστία των διευθυντών και των μετόχων, τους μηχανισμούς εσωτερικού ελέγχου, τη διοίκηση ή τη συμμόρφωση και τη διαχείριση κινδύνου, είναι συχνά απαραίτητες για την επαρκή εποπτεία ΚΞΧ/ΧΤ αυτών των ιδρυμάτων. Παρομοίως, οι πληροφορίες ΚΞΧ/ΧΤ είναι επίσης σημαντικές για την προληπτική εποπτεία αυτών των ιδρυμάτων. Συνεπώς, η συνεργασία και η ανταλλαγή πληροφοριών με τους εποπτικούς φορείς της ΚΞΧ/ΧΤ και τη ΜΧΠ θα πρέπει να επεκταθούν σε όλες τις αρμόδιες αρχές που είναι επιφορτισμένες με την εποπτεία των εν λόγω υπόχρεων οντοτήτων σύμφωνα με άλλα νομικά μέσα της Ένωσης, όπως η οδηγία (ΕΕ) 2013/36 32 , η οδηγία (ΕΕ) 2014/49 33 , η οδηγία (ΕΕ) 2014/59 34 , η οδηγία (ΕΕ) 2014/92 35 και η οδηγία (ΕΕ) 2015/2366 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 36 . Για να διασφαλιστεί η αποτελεσματική εφαρμογή αυτής της συνεργασίας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενημερώνουν την AMLA ετησίως για τις ανταλλαγές που πραγματοποιούνται.

    (78)Η συνεργασία με άλλες αρχές που είναι αρμόδιες για την εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2014/92 και την οδηγία (ΕΕ) 2015/2366 έχει τη δυνατότητα να μειώσει τις ακούσιες συνέπειες των απαιτήσεων για την ΚΞΧ/ΧΤ. Τα πιστωτικά ιδρύματα μπορούν να επιλέξουν να τερματίσουν ή να περιορίσουν τις επιχειρηματικές σχέσεις με πελάτες ή κατηγορίες πελατών προκειμένου να αποφύγουν, αντί να διαχειριστούν, τον κίνδυνο. Τέτοιες πρακτικές ελαχιστοποίησης των κινδύνων ενδέχεται να αποδυναμώσουν το πλαίσιο ΚΞΧ/ΧΤ και τον εντοπισμό ύποπτων συναλλαγών, καθώς ωθούν τους επηρεαζόμενους πελάτες να καταφύγουν σε λιγότερο ασφαλείς ή μη ρυθμιζόμενους διαύλους πληρωμών για να καλύψουν τις οικονομικές τους ανάγκες. Ταυτόχρονα, οι ευρέως διαδεδομένες πρακτικές ελαχιστοποίησης των κινδύνων στον τραπεζικό τομέα μπορεί να οδηγήσουν σε οικονομικό αποκλεισμό για ορισμένες κατηγορίες φορέων πληρωμών ή καταναλωτών. Οι αρχές χρηματοπιστωτικής εποπτείας είναι οι πλέον κατάλληλες για τον εντοπισμό καταστάσεων στις οποίες ένα πιστωτικό ίδρυμα έχει αρνηθεί να συνάψει επιχειρηματική σχέση παρά το ότι ενδεχομένως υποχρεούται να το πράξει βάσει της εθνικής νομοθεσίας για την εφαρμογή της οδηγίας (ΕΕ) 2014/92 ή της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366, και χωρίς αιτιολόγηση που βασίζεται στην τεκμηριωμένη διαδικασία δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη. Οι αρχές χρηματοπιστωτικής εποπτείας θα πρέπει να ειδοποιούν τις αρχές που είναι υπεύθυνες για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων με την οδηγία (ΕΕ) 2014/92 ή την οδηγία (ΕΕ) 2015/2366, όταν προκύπτουν τέτοιες περιπτώσεις.

    (79)Η συνεργασία μεταξύ αρχών χρηματοπιστωτικής εποπτείας και αρχών που είναι υπεύθυνες για τη διαχείριση κρίσεων πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, όπως ιδίως οι ορισθείσες αρχές του συστήματος εγγύησης των καταθέσεων και οι αρχές εξυγίανσης, είναι αναγκαία για να συνδυαστούν οι στόχοι για την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες σύμφωνα με την παρούσα οδηγία και την προστασία της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και των καταθετών σύμφωνα με τις οδηγίες 2014/49/ΕΕ και 2014/59/ΕΕ. Οι αρχές χρηματοπιστωτικής εποπτείας θα πρέπει να επιβλέπουν την άσκηση της διαδικασίας δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη όταν έχει διαπιστωθεί ότι το πιστωτικό ίδρυμα τελεί υπό πτώχευση ή ενδέχεται να πτωχεύσει ή όταν οι καταθέσεις ορίζονται ως μη διαθέσιμες, και την αναφορά τυχόν ύποπτων συναλλαγών στη ΜΧΠ. Οι αρχές χρηματοπιστωτικής εποπτείας θα πρέπει να ενημερώνουν τις αρχές που είναι υπεύθυνες για τη διαχείριση κρίσεων πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων για κάθε σχετικό αποτέλεσμα της διαδικασία δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη και για κάθε λογαριασμό που έχει ανασταλεί από τη ΜΧΠ.

    (80)Για τη διευκόλυνση αυτής της συνεργασίας σε σχέση με τα πιστωτικά ιδρύματα, η AMLA, σε διαβούλευση με την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών, θα πρέπει να εκδώσει κατευθυντήριες γραμμές που θα καθορίζουν τα κύρια στοιχεία αυτής της συνεργασίας, συμπεριλαμβανομένου του τρόπου ανταλλαγής πληροφοριών.

    (81)Οι μηχανισμοί συνεργασίας θα πρέπει επίσης να επεκταθούν στις αρχές που είναι επιφορτισμένες με την εποπτεία των ελεγκτών, καθώς η συνεργασία αυτή μπορεί να ενισχύσει την αποτελεσματικότητα του πλαισίου της Ένωσης για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.

    (82)Η ανταλλαγή πληροφοριών και η παροχή συνδρομής μεταξύ αρμόδιων αρχών των κρατών μελών είναι κεφαλαιώδης για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας. Τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να απαγορεύουν ή να θέτουν παράλογους ή υπερβολικά περιοριστικούς όρους σε αυτή την ανταλλαγή πληροφοριών και την παροχή συνδρομής.

    (83)Οι εποπτικοί φορείς θα πρέπει να είναι σε θέση να συνεργάζονται και να ανταλλάσσουν εμπιστευτικές πληροφορίες, ανεξάρτητα από την εκάστοτε φύση ή το καθεστώς τους. Για τον σκοπό αυτόν, θα πρέπει να έχουν κατάλληλη νομική βάση για την ανταλλαγή εμπιστευτικών πληροφοριών και για τη συνεργασία. Η ανταλλαγή πληροφοριών και η συνεργασία με άλλες αρχές που είναι αρμόδιες για την εποπτεία των υπόχρεων οντοτήτων βάσει άλλων πράξεων της Ένωσης δεν πρέπει να παρεμποδίζονται ακούσια από νομική αβεβαιότητα, η οποία μπορεί να οφείλεται στην έλλειψη ρητών διατάξεων σε αυτόν τον τομέα. Η αποσαφήνιση του νομικού πλαισίου είναι ακόμη πιο σημαντική καθώς η προληπτική εποπτεία έχει, σε ορισμένες περιπτώσεις, ανατεθεί σε εποπτικούς φορείς που δεν ανήκουν στον τομέα ΚΞΧ/ΧΤ, όπως η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ).

    (84)Η αποτελεσματικότητα του ενωσιακού πλαισίου ΚΞΧ/ΧΤ βασίζεται στη συνεργασία μεταξύ ευρέος φάσματος αρμόδιων αρχών. Προκειμένου να διευκολυνθεί η εν λόγω συνεργασία, θα πρέπει να ανατεθεί στην AMLA να αναπτύξει κατευθυντήριες γραμμές σε συντονισμό με την ΕΚΤ, τις Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές, την Ευρωπόλ, τη Eurojust και την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία για τη συνεργασία μεταξύ όλων των αρμόδιων αρχών. Οι εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές θα πρέπει επίσης να περιγράφουν τον τρόπο με τον οποίο οι αρχές που είναι αρμόδιες για την εποπτεία ή την επίβλεψη των υπόχρεων οντοτήτων βάσει άλλων πράξεων της Ένωσης θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις ανησυχίες σχετικά με τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους.

    (85)Ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας. Ο κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 37 εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας. Η καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας αναγνωρίζεται από όλα τα κράτη μέλη ως ζήτημα σημαντικού δημοσίου συμφέροντος. Ωστόσο, οι αρμόδιες αρχές που είναι υπεύθυνες για τη διερεύνηση ή τη δίωξη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, των βασικών αδικημάτων της ή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας ή εκείνες που έχουν το καθήκον του εντοπισμού, της κατάσχεσης ή της δέσμευσης και της δήμευσης περιουσιακών στοιχείων προερχόμενων από εγκληματικές δραστηριότητες θα πρέπει να τηρούν τους κανόνες που αφορούν την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία στο πλαίσιο της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις, συμπεριλαμβανομένης της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 38 .

    (86)Είναι ουσιώδους σημασίας η ευθυγράμμιση της παρούσας οδηγίας με τις αναθεωρημένες συστάσεις της FATF να πραγματοποιηθεί με πλήρη σεβασμό της ενωσιακής νομοθεσίας, ιδίως σε ό,τι αφορά την ενωσιακή νομοθεσία για την προστασία των δεδομένων συμπεριλαμβανομένων των κανόνων για τις διαβιβάσεις δεδομένων, καθώς και την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων όπως αυτά κατοχυρώνονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: Χάρτης). Ορισμένες πτυχές της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας περιλαμβάνουν τη συλλογή, την ανάλυση, την αποθήκευση και την ανταλλαγή δεδομένων εντός της Ένωσης και με τρίτες χώρες. Η εν λόγω επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα θα πρέπει να επιτρέπεται, με πλήρη σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων, μόνο για τους σκοπούς που ορίζονται στην παρούσα οδηγία και για τις δραστηριότητες που απαιτούνται βάσει της παρούσας οδηγίας, όπως η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων αρχών.

    (87)Τα δικαιώματα πρόσβασης στα δεδομένα του υποκειμένου των δεδομένων ισχύουν για τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που τυγχάνουν επεξεργασίας για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας. Ωστόσο, η πρόσβαση του υποκειμένου των δεδομένων σε οποιεσδήποτε πληροφορίες σχετίζονται με αναφορά ύποπτης συναλλαγής θα υπονόμευε σοβαρά την αποτελεσματικότητα της καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Επομένως μπορούν να δικαιολογηθούν εξαιρέσεις και περιορισμοί του δικαιώματος αυτού σύμφωνα με το άρθρο 23 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 και, κατά περίπτωση, το άρθρο 25 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725. Το υποκείμενο των δεδομένων έχει το δικαίωμα να ζητήσει τον έλεγχο της νομιμότητας της επεξεργασίας από εποπτική αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 51 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 ή, κατά περίπτωση, από τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, καθώς και το δικαίωμα να προσφύγει ενώπιον δικαστηρίου όπως αναφέρεται στο άρθρο 79 του εν λόγω κανονισμού. Η εποπτική αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 51 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 μπορεί επίσης να ενεργήσει αυτεπάγγελτα. Με την επιφύλαξη των περιορισμών στο δικαίωμα πρόσβασης, η εποπτική αρχή θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να ενημερώσει το υποκείμενο των δεδομένων ότι όλες οι απαραίτητες επαληθεύσεις έχουν πραγματοποιηθεί από την εποπτική αρχή, καθώς και όσον αφορά τη νομιμότητα της σχετικής επεξεργασίας.

    (88)Προκειμένου να διασφαλιστεί η συνεχής ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ ΜΧΠ κατά την περίοδο σύστασης της AMLA, η Επιτροπή θα πρέπει να συνεχίσει να φιλοξενεί το FIU.net σε προσωρινή βάση. Προκειμένου να διασφαλιστεί η πλήρης συμμετοχή των ΜΧΠ στη λειτουργία του συστήματος, η Επιτροπή θα πρέπει να ανταλλάσσει τακτικά απόψεις με την πλατφόρμα μονάδων χρηματοοικονομικών πληροφοριών της ΕΕ (στο εξής: πλατφόρμα ΜΧΠ της ΕΕ), μια άτυπη ομάδα η οποία αποτελείται από εκπροσώπους των ΜΧΠ, είναι ενεργή από το 2006 και χρησιμοποιείται για τη διευκόλυνση της συνεργασίας μεταξύ των ΜΧΠ και την ανταλλαγή απόψεων σε θέματα που σχετίζονται με τη συνεργασία.

    (89)Τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα πρέπει να εξασφαλίζουν συνεπή εναρμόνιση σε ολόκληρη την Ένωση. Δεδομένου ότι η AMLA είναι όργανο με υψηλό βαθμό εξειδικευμένης πείρας στον τομέα της ΚΞΧ/ΧΤ, θα ήταν σκόπιμο να της ανατεθεί η εκπόνηση σχεδίων ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που δεν ενέχουν επιλογές πολιτικής, προς υποβολή στην Επιτροπή.

    (90)Προκειμένου να διασφαλιστούν συνεπείς προσεγγίσεις μεταξύ των ΜΧΠ και μεταξύ των εποπτικών φορέων, η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή για να συμπληρώνει την παρούσα οδηγία με την έκδοση των ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που καθορίζουν τα κριτήρια όσον αφορά τον διορισμό και τις λειτουργίες ενός κεντρικού σημείου επαφής ορισμένων παρόχων υπηρεσιών, καθορίζοντας τα κριτήρια αναφοράς και τη μεθοδολογία για την αξιολόγηση και την ταξινόμηση του προφίλ εγγενούς και υπολειπόμενου κινδύνου των υπόχρεων οντοτήτων και τη συχνότητα επανεξέτασης του προφίλ κινδύνου, καθορίζοντας τις λεπτομέρειες των καθηκόντων των εποπτικών φορέων καταγωγής και υποδοχής και τους τρόπους συνεργασίας μεταξύ τους, προσδιορίζοντας τις γενικές προϋποθέσεις για τη λειτουργία των εποπτικών σωμάτων ΚΞΧ/ΧΤ και την αποτελεσματική λειτουργία των εν λόγω σωμάτων, ορίζοντας δείκτες για την ταξινόμηση του επιπέδου σοβαρότητας των παραβάσεων της παρούσας οδηγίας και τα κριτήρια που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά τον καθορισμό του επιπέδου διοικητικών κυρώσεων ή τη λήψη διοικητικών μέτρων. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό η Επιτροπή να διεξάγει, κατά τις προπαρασκευαστικές της εργασίες, τις κατάλληλες διαβουλεύσεις, μεταξύ άλλων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, και οι διαβουλεύσεις αυτές να πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στη διοργανική συμφωνία της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου. Πιο συγκεκριμένα, προκειμένου να εξασφαλιστεί η ίση συμμετοχή στην προετοιμασία των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο λαμβάνουν όλα τα έγγραφα κατά τον ίδιο χρόνο με τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών, και οι εμπειρογνώμονές τους έχουν συστηματικά πρόσβαση στις συνεδριάσεις των ομάδων εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής που ασχολούνται με την προετοιμασία κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

    (91)Προκειμένου να διασφαλιστούν ενιαίες προϋποθέσεις για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή με σκοπό να καθοριστεί μια μεθοδολογία για τη συλλογή στατιστικών, να θεσπιστεί ο μορφότυπος υποβολής των πληροφοριών για τους πραγματικούς δικαιούχους, να καθοριστούν οι τεχνικοί όροι για τη διασύνδεση μητρώων πραγματικών δικαιούχων και μητρώων τραπεζικών λογαριασμών και μηχανισμών ανάκτησης δεδομένων, καθώς και να εκδοθούν εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα για τον καθορισμό του μορφοτύπου που πρέπει να χρησιμοποιείται για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ ΜΧΠ των κρατών μελών. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 39 .

    (92)Η παρούσα οδηγία σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται στον Χάρτη, και ιδίως το δικαίωμα στον σεβασμό της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής (άρθρο 7 του Χάρτη), το δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (άρθρο 8 του Χάρτη) και την επιχειρηματική ελευθερία (άρθρο 16 του Χάρτη).

    (93)Κατά την εκπόνηση έκθεσης αξιολόγησης της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή θα πρέπει να αποδίδει τη δέουσα προσοχή στον σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των αρχών που αναγνωρίζονται από τον Χάρτη.

    (94)Δεδομένου ότι οι στόχοι της παρούσας οδηγίας, δηλαδή η δημιουργία συντονισμένου και συνεκτικού μηχανισμού για την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, δεν μπορούν να επιτευχθούν ικανοποιητικά από τα κράτη μέλη, μπορούν όμως, λόγω της κλίμακας και των αποτελεσμάτων της προτεινόμενης δράσης, να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση δύναται να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, που διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη αυτών των στόχων.

    (95)Σύμφωνα με την κοινή πολιτική δήλωση, της 28ης Σεπτεμβρίου 2011, των κρατών μελών και της Επιτροπής σχετικά με τα επεξηγηματικά έγγραφα 40 , τα κράτη μέλη ανέλαβαν να συνοδεύουν, όταν αυτό δικαιολογείται, την κοινοποίηση των μέτρων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο με ένα ή περισσότερα έγγραφα στα οποία θα επεξηγείται η σχέση μεταξύ των επιμέρους διατάξεων της οδηγίας που μεταφέρεται στο εθνικό δίκαιο και των αντίστοιχων διατάξεων των πράξεων μεταφοράς. Όσον αφορά την παρούσα οδηγία, ο νομοθέτης θεωρεί ότι η διαβίβαση τέτοιων εγγράφων είναι δικαιολογημένη.

    (96)Πραγματοποιήθηκε διαβούλευση, σύμφωνα με το άρθρο 42 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725, με τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, [ο οποίος γνωμοδότησε στις ... 41 ].

    (97)Συνεπώς, η οδηγία (ΕΕ) 2015/849 θα πρέπει να καταργηθεί,

    ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

    ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

    Τμήμα 1

    Αντικείμενο, πεδίο εφαρμογής και ορισμοί

    Άρθρο 1

    Αντικείμενο

    Η παρούσα οδηγία θεσπίζει κανόνες σχετικά:

    α)με μέτρα που εφαρμόζονται σε τομείς που είναι εκτεθειμένοι σε νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότηση της τρομοκρατίας σε εθνικό επίπεδο·

    β)με τον προσδιορισμό των κινδύνων νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας σε επίπεδο Ένωσης και κρατών μελών·

    γ)με τη σύσταση μητρώων πραγματικών δικαιούχων, τραπεζικών λογαριασμών και ακινήτων και την πρόσβαση σε αυτά·

    δ)με τις ευθύνες και τα καθήκοντα των μονάδων χρηματοοικονομικών πληροφοριών (ΜΧΠ)·

    ε)με τις ευθύνες και τα καθήκοντα των φορέων που συμμετέχουν στην εποπτεία των υπόχρεων οντοτήτων,

    στ)με τη συνεργασία μεταξύ αρμόδιων αρχών και τη συνεργασία με αρχές που καλύπτονται από άλλες πράξεις της Ένωσης.

    Άρθρο 2

    Ορισμοί

    Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι ορισμοί που ορίζονται στο άρθρο 2 του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final].

    Ισχύουν επίσης οι ακόλουθοι ορισμοί:

    1)«αρχή χρηματοπιστωτικής εποπτείας»: εποπτικός φορέας υπεύθυνος για πιστωτικά και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα·

    2)«υπόχρεες οντότητες»: τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που απαριθμούνται στο άρθρο 3 του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final] τα οποία δεν εξαιρούνται σύμφωνα με τα άρθρα 4, 5, 6 του εν λόγω κανονισμού·

    3)«κράτος μέλος καταγωγής»: το κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται η καταστατική έδρα της υπόχρεης οντότητας ή, εάν η υπόχρεη οντότητα δεν έχει καταστατική έδρα, το κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται η έδρα της·

    4)«κράτος μέλος υποδοχής»: το κράτος μέλος, εκτός από το κράτος μέλος καταγωγής, στο οποίο η υπόχρεη οντότητα διαθέτει θυγατρική ή υποκατάστημα ή παρέχει υπηρεσίες·

    5)«τελωνειακές αρχές»: οι τελωνειακές αρχές όπως ορίζονται στο άρθρο 5 σημείο 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 42 και οι αρμόδιες αρχές όπως ορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο ζ) του Κανονισμού (ΕΕ) 2018/1672 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 43 ·

    6)«εποπτικό σώμα για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες/χρηματοδότησης της τρομοκρατίας» ή «εποπτικό σώμα ΚΞΧ/ΧΤ»: μόνιμη δομή συνεργασίας και ανταλλαγής πληροφοριών με σκοπό την εποπτεία ομίλου ή οντότητας που λειτουργεί σε διασυνοριακή βάση·

    7)«οντότητα που λειτουργεί σε διασυνοριακή βάση»: υπόχρεη οντότητα που έχει τουλάχιστον μία εγκατάσταση σε άλλο κράτος μέλος ή σε τρίτη χώρα·

    8)«εγκατάσταση»: υποκατάστημα ή οποιαδήποτε άλλη μορφή εγκατάστασης υπόχρεης οντότητας που λειτουργεί σε κράτος μέλος ή τρίτη χώρα διαφορετική από τη χώρα στην οποία έχει την έδρα της ή η θυγατρική μητρικής επιχείρησης εγκατεστημένη σε χώρα διαφορετική από τη χώρα στην οποία έχει συσταθεί η μητρική επιχείρηση.

    Τμήμα 2

    Εθνικά μέτρα σε τομείς που εκτίθενται σε νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότηση της τρομοκρατίας

    Άρθρο 3

    Προσδιορισμός εκτεθειμένων τομέων σε εθνικό επίπεδο

    1.Όταν η εθνική εκτίμηση κινδύνου που διενεργείται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 8 προσδιορίζει ότι, εκτός από τις υπόχρεες οντότητες, οι οντότητες άλλων τομέων εκτίθενται σε κινδύνους νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίζουν να εφαρμόσουν τις απαιτήσεις του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final] σε αυτές τις πρόσθετες οντότητες.

    2.Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή την πρόθεσή τους να εφαρμόσουν τις απαιτήσεις του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς–πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final] σε οντότητες πρόσθετων τομέων, η οποία συνοδεύεται από:

    α)αιτιολόγηση των κινδύνων νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας που στηρίζουν αυτήν την πρόθεση·

    β)εκτίμηση του αντίκτυπου που θα έχει αυτή η επέκταση στην παροχή υπηρεσιών εντός της εσωτερικής αγοράς·

    γ)το κείμενο των εθνικών μέτρων που προτίθεται να λάβει το κράτος μέλος.

    3.Τα κράτη μέλη αναστέλλουν τη λήψη των εθνικών μέτρων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο γ) για 6 μήνες από την ημερομηνία της κοινοποίησης που αναφέρεται στην παράγραφο 2.

    4.Πριν από το τέλος της περιόδου που αναφέρεται στην παράγραφο 3, η Επιτροπή, κατόπιν διαβούλευσης με την αρχή για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας που θεσπίστηκε με τον κανονισμό [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς–πρόταση κανονισμού για τη σύσταση αρχής για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 421 final] (AMLA), εκδίδει λεπτομερή γνωμοδότηση σχετικά με το κατά πόσον το προβλεπόμενο μέτρο:

    α)είναι επαρκές για την αντιμετώπιση των εντοπισθέντων κινδύνων, ιδίως όσον αφορά το κατά πόσον οι κίνδυνοι που προσδιορίζονται από το κράτος μέλος αφορούν την εσωτερική αγορά·

    β)μπορεί να δημιουργήσει εμπόδια στην ελεύθερη κυκλοφορία υπηρεσιών ή κεφαλαίων ή στην ελευθερία εγκατάστασης φορέων παροχής υπηρεσιών εντός της εσωτερικής αγοράς, τα οποία δεν είναι αναλογικά προς τους κινδύνους νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας που πρέπει να μετριαστούν.

    Η λεπτομερής γνωμοδότηση αναφέρει επίσης εάν η Επιτροπή προτίθεται να προτείνει δράση σε επίπεδο Ένωσης.

    5.Όταν η Επιτροπή δεν θεωρεί σκόπιμο να προτείνει δράση σε ενωσιακό επίπεδο, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, εντός δύο μηνών από τη λήψη της λεπτομερούς γνωμοδότησης που αναφέρεται στην παράγραφο 4, υποβάλλει έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με τη δράση που προτίθεται να αναλάβει σχετικά με την εν λόγω λεπτομερή γνωμοδότηση. Η Επιτροπή σχολιάζει τη δράση που προτείνει το κράτος μέλος.

    6.Όταν η Επιτροπή δηλώνει την πρόθεσή της να προτείνει δράση σε ενωσιακό επίπεδο, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος απέχει από τη λήψη των εθνικών μέτρων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο γ).

    7.Όταν, στις [να προστεθεί η ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας], τα κράτη μέλη έχουν ήδη εφαρμόσει εθνικές διατάξεις που μεταφέρουν την οδηγία (ΕΕ) 2015/849 στο εσωτερικό δίκαιο σε άλλους τομείς εκτός των υπόχρεων οντοτήτων, μπορούν να εφαρμόσουν τις απαιτήσεις του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final] στους εν λόγω τομείς.

    Έως [6 μήνες μετά την ημερομηνία μεταφοράς της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο], τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τους τομείς που προσδιορίζονται σε εθνικό επίπεδο σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο στους οποίους εφαρμόζονται οι απαιτήσεις του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final], μαζί με αιτιολόγηση της έκθεσης αυτών των τομέων σε κινδύνους νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Εντός 6 μηνών από την εν λόγω κοινοποίηση, η Επιτροπή, μετά από διαβούλευση με την AMLA, εκδίδει λεπτομερή γνώμη που καλύπτει την παράγραφο 4 στοιχεία α) και β) και αναφέρει εάν η Επιτροπή προτίθεται να προτείνει δράση σε επίπεδο Ένωσης. Όταν η Επιτροπή δεν θεωρεί σκόπιμο να προτείνει δράση σε επίπεδο Ένωσης, ισχύει η παράγραφος 5.

    8.Έως [1 έτος μετά την ημερομηνία μεταφοράς της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο] και έπειτα κάθε χρόνο, η Επιτροπή δημοσιεύει έναν ενοποιημένο κατάλογο των τομέων στους οποίους τα κράτη μέλη έχουν αποφασίσει να εφαρμόσουν τις απαιτήσεις του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final] στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Άρθρο 4

    Απαιτήσεις που αφορούν συγκεκριμένους παρόχους υπηρεσιών

    1.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα ανταλλακτήρια συναλλάγματος και οι υπηρεσίες ρευστοποίησης επιταγών, καθώς και οι φορείς παροχής υπηρεσιών σε εμπιστεύματα ή επιχειρήσεις έχουν λάβει άδεια ή έχουν εγγραφεί σε μητρώο.

    2.Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε όλοι οι πάροχοι υπηρεσιών τυχερών παιχνιδιών να υπόκεινται σε ρυθμίσεις.

    Άρθρο 5

    Σημεία επαφής

    1.Τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν από τους εκδότες ηλεκτρονικού χρήματος όπως ορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 3 της οδηγίας 2009/110/ΕΚ 44 , τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών όπως ορίζονται στο άρθρο 4 σημείο 11 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2366 και τους παρόχους υπηρεσιών κρυπτοστοιχείων που λειτουργούν μέσω πρακτόρων που βρίσκονται στο κράτος μέλος υποδοχής και λειτουργούν στο πλαίσιο είτε του δικαιώματος εγκατάστασης είτε του δικαιώματος ελεύθερης παροχής υπηρεσιών και των οποίων η έδρα βρίσκεται σε άλλο κράτος μέλος, να ορίσουν ένα κεντρικό σημείο επαφής στο έδαφός τους. Το κεντρικό αυτό σημείο επαφής διασφαλίζει, εξ ονόματος της οντότητας που λειτουργεί σε διασυνοριακή βάση, τη συμμόρφωση με τους κανόνες για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και διευκολύνει την εποπτεία από τους εποπτικούς φορείς, μεταξύ άλλων παρέχοντας στις εποπτικές αρχές έγγραφα και πληροφορίες κατόπιν αιτήματος.

    2.Έως [δύο έτη μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας], η AMLA καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων και τα υποβάλλει στην Επιτροπή για έγκριση. Τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων ορίζουν τα κριτήρια για τον προσδιορισμό των περιστάσεων υπό τις οποίες ενδείκνυται ο καθορισμός ενός κεντρικού σημείου επαφής, σύμφωνα με την παράγραφο 1, καθώς και τα καθήκοντα που θα πρέπει να αναλάβουν τα κεντρικά σημεία επαφής.

    3.Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να συμπληρώνει την παρούσα οδηγία με την έκδοση των ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου σύμφωνα με τα άρθρα 38 έως 41 του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για τη σύσταση αρχής για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 421 final].

    Άρθρο 6

    Έλεγχοι στα ανώτερα διοικητικά στελέχη και στους πραγματικούς δικαιούχους ορισμένων υπόχρεων οντοτήτων

    1.Τα κράτη μέλη απαιτούν από τους εποπτικούς φορείς να επαληθεύουν ότι τα ανώτερα διοικητικά στελέχη στις υπόχρεες οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 4 και οι πραγματικοί δικαιούχοι των εν λόγω οντοτήτων ενεργούν με ειλικρίνεια και ακεραιότητα. Τα ανώτερα διοικητικά στελέχη τέτοιων οντοτήτων θα πρέπει επίσης να διαθέτουν γνώσεις και εμπειρογνωσία που είναι απαραίτητες για την εκτέλεση των καθηκόντων τους.

    2.Όσον αφορά τις υπόχρεες οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 3 σημείο 3) στοιχεία α), β), δ), ε) και η) έως ιβ) του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final], τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εποπτικοί φορείς λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα για να εμποδίσουν τα άτομα που έχουν καταδικαστεί για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, για οποιοδήποτε βασικό αδίκημά της ή για χρηματοδότηση της τρομοκρατίας ή τους συνεργάτες τους να λάβουν επαγγελματική διαπίστευση, να κατέχουν διοικητική θέση ή να είναι πραγματικοί δικαιούχοι των εν λόγω υπόχρεων οντοτήτων.

    3.Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι εποπτικοί φορείς να επαληθεύουν σε τακτά χρονικά διαστήματα και ανάλογα με τον βαθμό κινδύνου εάν οι απαιτήσεις των παραγράφων 1 και 2 εξακολουθούν να πληρούνται. Συγκεκριμένα, επαληθεύουν εάν τα ανώτερα διοικητικά στελέχη ενεργούν με ειλικρίνεια και ακεραιότητα και διαθέτουν γνώσεις και εμπειρογνωσία που είναι απαραίτητες για την εκτέλεση των καθηκόντων τους σε περιπτώσεις στις οποίες έχουν βάσιμους λόγους να υποπτεύονται ότι έχει διαπραχθεί ή επιχειρηθεί νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας ή υπάρχει αυξημένος τέτοιος κίνδυνος σε μια υπόχρεη οντότητα.

    4.Οι εποπτικοί φορείς έχουν την εξουσία να ζητούν την απομάκρυνση οποιουδήποτε προσώπου έχει καταδικαστεί για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, για οποιοδήποτε βασικό αδίκημά της ή για χρηματοδότηση της τρομοκρατίας από τα διοικητικά του καθήκοντα εντός των υπόχρεων οντοτήτων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2. Οι εποπτικοί φορείς έχουν την εξουσία να απομακρύνουν ανώτερα διοικητικά στελέχη για τα οποία δεν θεωρείται ότι ενεργούν με ειλικρίνεια και ακεραιότητα και ότι διαθέτουν γνώσεις και τεχνογνωσία που είναι απαραίτητες για την εκτέλεση των καθηκόντων τους.

    5.Όταν το πρόσωπο που έχει καταδικαστεί για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, για οποιοδήποτε βασικό αδίκημά της ή για χρηματοδότηση της τρομοκρατίας είναι ο πραγματικός δικαιούχος μιας υπόχρεης οντότητας που αναφέρεται στην παράγραφο 2, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα πρόσωπα αυτά μπορούν να αποσυνδεθούν από οποιαδήποτε υπόχρεη οντότητα, μεταξύ άλλων με την ανάθεση στους εποπτικούς φορείς της εξουσίας να αιτούνται την εκποίηση της συμμετοχής του πραγματικού δικαιούχου στην υπόχρεη οντότητα.

    6.Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο, οι εποπτικοί φορείς ή οποιαδήποτε άλλη αρχή αρμόδια σε εθνικό επίπεδο για την αξιολόγηση της καταλληλότητας των προσώπων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 ελέγχουν την ύπαρξη σχετικής καταδίκης στο ποινικό μητρώο του ενδιαφερομένου. Οποιαδήποτε ανταλλαγή πληροφοριών για τον σκοπό αυτό γίνεται σύμφωνα με την απόφαση-πλαίσιο 2009/315/ΔΕΥ και την απόφαση 2009/316/ΔΕΥ, όπως εφαρμόζονται στο εθνικό δίκαιο.

    Τμήμα 2

    Εκτιμήσεις κινδύνου

    Άρθρο 7

    Υπερεθνική εκτίμηση κινδύνου

    1.Η Επιτροπή προβαίνει σε εκτίμηση των κινδύνων νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας που επηρεάζουν την εσωτερική αγορά και σχετίζονται με διασυνοριακές δραστηριότητες.

    Προς τον σκοπό αυτόν, η Επιτροπή, το αργότερο έως [4 έτη μετά την ημερομηνία μεταφοράς της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο], συντάσσει έκθεση που προσδιορίζει, αναλύει και αξιολογεί αυτούς τους κινδύνους σε επίπεδο Ένωσης. Στη συνέχεια, η Επιτροπή επικαιροποιεί την έκθεσή της κάθε τέσσερα έτη. Η Επιτροπή μπορεί να επικαιροποιεί τμήματα της έκθεσης συχνότερα, εάν κρίνεται σκόπιμο.

    2.Η έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 καλύπτει τουλάχιστον τα ακόλουθα:

    α)τους τομείς και τα πεδία της εσωτερικής αγοράς που εκτίθενται σε κινδύνους νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας·

    β)τη φύση και το επίπεδο των κινδύνων που σχετίζονται με κάθε τομέα και πεδίο·

    γ)τα πιο συνηθισμένα μέσα που χρησιμοποιούνται για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, περιλαμβανομένων, κατά περίπτωση, όσων χρησιμοποιούνται ιδίως στις συναλλαγές μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών, ανεξάρτητα από τον χαρακτηρισμό των τελευταίων σύμφωνα με το τμήμα 2 του κεφαλαίου ΙΙΙ του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final]·

    δ)τους κινδύνους μη εφαρμογής και αποφυγής των στοχευμένων οικονομικών κυρώσεων που σχετίζονται με τη χρηματοδότηση της διάδοσης.

    3.Η Επιτροπή απευθύνει στα κράτη μέλη συστάσεις σχετικά με τα μέτρα που είναι κατάλληλα για την αντιμετώπιση των εντοπιζόμενων κινδύνων. Σε περίπτωση που τα κράτη μέλη αποφασίσουν να μην εφαρμόσουν κάποια από τις συστάσεις στα εθνικά τους συστήματα ΚΞΧ/ΧΤ, ενημερώνουν σχετικά την Επιτροπή και αιτιολογούν αυτή τους την απόφαση.

    4.Έως [3 έτη μετά την ημερομηνία μεταφοράς της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο], η AMLA εκδίδει γνώμη που απευθύνεται στην Επιτροπή σχετικά με τους κινδύνους νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας που επηρεάζουν την Ένωση. Η AMLA εκδίδει στη συνέχεια γνώμη κάθε δύο έτη.

    5.Κατά την πραγματοποίηση της εκτίμησης που αναφέρεται στην παράγραφο 1, η Επιτροπή οργανώνει τις εργασίες σε επίπεδο Ένωσης, λαμβάνει υπόψη τις γνώμες που αναφέρονται στην παράγραφο 4 καθώς και τις συμβολές των εμπειρογνωμόνων των κρατών μελών στον τομέα ΚΞΧ/ΧΤ, των εκπροσώπων των εθνικών εποπτικών αρχών και των ΜΧΠ των κρατών μελών, καθώς και της AMLA και άλλων οργανισμών της Ένωσης όπου κρίνεται απαραίτητο.

    6.Εντός 2 ετών από την έκδοση της έκθεσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1, και στη συνέχεια κάθε τέσσερα έτη, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με τις ενέργειες που αναλαμβάνονται με βάση τα πορίσματα της εν λόγω έκθεσης.

    Άρθρο 8

    Εθνική εκτίμηση κινδύνου

    1.Κάθε κράτος μέλος διενεργεί εθνική εκτίμηση κινδύνου για τον εντοπισμό, την εκτίμηση, την κατανόηση και τον μετριασμό των κινδύνων νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας που το επηρεάζουν. Επικαιροποιεί την εν λόγω εκτίμηση κινδύνου και την αναθεωρεί τουλάχιστον κάθε τέσσερα έτη.

    Κάθε κράτος μέλος λαμβάνει επίσης τα κατάλληλα μέτρα για τον εντοπισμό, την αξιολόγηση, την κατανόηση και τον μετριασμό των κινδύνων μη εφαρμογής και αποφυγής στοχευμένων οικονομικών κυρώσεων που σχετίζονται με τη χρηματοδότηση της διάδοσης όπλων μαζικής καταστροφής.

    2.Κάθε κράτος μέλος ορίζει αρχή ή θεσπίζει μηχανισμό για τον συντονισμό της αντιμετώπισης των κινδύνων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 σε εθνικό επίπεδο. Τα στοιχεία της εν λόγω αρχής ή η περιγραφή του μηχανισμού κοινοποιούνται στην Επιτροπή, στην AMLA, καθώς και στα άλλα κράτη μέλη.

    3.Κατά την πραγματοποίηση των εθνικών εκτιμήσεων κινδύνου της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη τα πορίσματα της έκθεσης που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 1.

    4.Κάθε κράτος μέλος χρησιμοποιεί την εθνική εκτίμηση κινδύνου για να:

    α)βελτιώνει το εθνικό του σύστημα ΚΞΧ/ΧΤ, ιδίως εντοπίζοντας τους ενδεχόμενους τομείς στους οποίους οι υπόχρεες οντότητες πρέπει να εφαρμόσουν ενισχυμένα μέτρα και, κατά περίπτωση, προσδιορίζοντας τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν·

    β)εντοπίζει, κατά περίπτωση, τομείς ή πεδία που εκτίθενται σε χαμηλότερο ή υψηλότερο κίνδυνο νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας·

    γ)αξιολογεί τους κινδύνους νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας που συνδέονται με κάθε τύπο νομικού προσώπου και νομικού μορφώματος στην επικράτειά τους και κατανοεί την έκθεση σε κινδύνους που προέρχονται από αλλοδαπά νομικά πρόσωπα και νομικά μορφώματα·

    δ)αποφασίζει για την κατανομή και την ιεράρχηση των πόρων για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, καθώς και της μη εφαρμογής και της αποφυγής στοχευμένων οικονομικών κυρώσεων που σχετίζονται με τη χρηματοδότηση της διάδοσης των όπλων μαζικής καταστροφής·

    ε)διασφαλίζει ότι θεσπίζονται κατάλληλοι κανόνες για κάθε τομέα ή πεδίο, ανάλογα με τους κινδύνους νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας·

    στ)διαθέτουν άμεσα τις κατάλληλες πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές και στις υπόχρεες οντότητες για να διευκολύνουν τη διενέργεια των δικών τους εκτιμήσεων κινδύνου νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, καθώς και την εκτίμηση των κινδύνων αποφυγής στοχευμένων οικονομικών κυρώσεων που σχετίζονται με τη χρηματοδότηση της διάδοσης των όπλων μαζικής καταστροφής και αναφέρονται στο άρθρο 8 του κανονισμού[να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final].

    Στην εθνική εκτίμηση κινδύνου, τα κράτη μέλη περιγράφουν τη θεσμική δομή και τις γενικές διαδικασίες του οικείου συστήματος ΚΞΧ/ΧΤ, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, των ΜΧΠ, των φορολογικών αρχών και των εισαγγελέων, καθώς και των ανθρώπινων και οικονομικών πόρων που έχουν διατεθεί, στον βαθμό που οι εν λόγω πληροφορίες είναι διαθέσιμες.

    5.Τα κράτη μέλη θέτουν τα αποτελέσματα των εθνικών εκτιμήσεων κινδύνου που διενεργούν, συμπεριλαμβανομένων των επικαιροποιήσεών τους, στη διάθεση της Επιτροπής, της AMLA και των άλλων κρατών μελών. Κάθε κράτος μέλος μπορεί να παρέχει σχετικές επιπρόσθετες πληροφορίες, όπου είναι σκόπιμο, στο κράτος μέλος που διενεργεί την εθνική εκτίμηση κινδύνου. Δημοσιοποιείται περίληψη της εκτίμησης. Η περίληψη αυτή δεν περιέχει διαβαθμισμένες πληροφορίες. Οι πληροφορίες που περιέχει δεν επιτρέπουν την ταυτοποίηση οποιουδήποτε φυσικού ή νομικού προσώπου.

    Άρθρο 9

    Στατιστικά στοιχεία

    1.Τα κράτη μέλη τηρούν ολοκληρωμένα στατιστικά στοιχεία για θέματα που αφορούν την αποτελεσματικότητα των πλαισίων ΚΞΧ/ΧΤ που διαθέτουν με σκοπό την επανεξέταση των εν λόγω πλαισίων.

    2.Τα στατιστικά στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνουν:

    α)μετρήσιμα δεδομένα σχετικά με το μέγεθος και τη σημασία των διαφόρων τομέων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένου του αριθμού των φυσικών προσώπων και των οντοτήτων, καθώς και της οικονομικής σημασίας εκάστου τομέα·

    β)μετρήσιμα δεδομένα σχετικά με τις φάσεις αναφοράς, διερεύνησης και δικαστικής διαδικασίας του εθνικού συστήματος ΚΞΧ/ΧΤ, όπου συμπεριλαμβάνονται ο αριθμός αναφορών για ύποπτες συναλλαγές που υποβλήθηκαν στη ΜΧΠ, η συνέχεια που δόθηκε σε αυτές τις αναφορές, οι πληροφορίες για διασυνοριακές φυσικές μεταφορές μετρητών που υποβλήθηκαν στη ΜΧΠ σύμφωνα με το άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1672 μαζί με τη συνέχεια που δόθηκε στις υποβληθείσες πληροφορίες και, σε ετήσια βάση, ο αριθμός των υποθέσεων που διερευνήθηκαν, ο αριθμός των προσώπων που διώχθηκαν, ο αριθμός των προσώπων που καταδικάστηκαν για αδικήματα νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, τα είδη των βασικών αδικημάτων σύμφωνα με το άρθρο 2 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/1673 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 45 , όπου διατίθενται οι σχετικές πληροφορίες, και η αξία, σε ευρώ, των περιουσιακών στοιχείων που δεσμεύθηκαν, κατασχέθηκαν ή δημεύθηκαν·

    γ)εφόσον διατίθενται, δεδομένα που προσδιορίζουν τον αριθμό και το ποσοστό αναφορών οι οποίες οδήγησαν σε περαιτέρω έρευνα, μαζί με την ετήσια έκθεση που συντάσσεται από τις ΜΧΠ σύμφωνα με το άρθρο 21·

    δ)δεδομένα όσον αφορά τον αριθμό των διασυνοριακών αιτήσεων παροχής πληροφοριών που υποβλήθηκαν, απορρίφθηκαν και απαντήθηκαν πλήρως ή εν μέρει από τη ΜΧΠ, ανά αντισυμβαλλόμενη χώρα·

    ε)τον αριθμό αιτημάτων αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής ή άλλων διεθνών αιτημάτων για πληροφορίες για τους πραγματικούς δικαιούχους και πληροφορίες τραπεζικών λογαριασμών όπως αναφέρονται στο κεφάλαιο IV του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final] και στα τμήματα 1 και 2 του κεφαλαίου ΙΙ της παρούσας οδηγίας, τα οποία ελήφθησαν από ή υποβλήθηκαν σε ομολόγους εκτός της Ένωσης, κατανεμημένα ανά αρμόδια αρχή και αντίστοιχη χώρα·

    στ)τους ανθρώπινους πόρους που έχουν διατεθεί στους εποπτικούς φορείς καθώς και τους ανθρώπινους πόρους που έχουν διατεθεί στις ΜΧΠ για την εκπλήρωση των καθηκόντων που αναφέρονται στο άρθρο 17·

    ζ)τον αριθμό των επιτόπιων και μη εποπτικών δράσεων, τον αριθμό των παραβάσεων που διαπιστώθηκαν βάσει εποπτικών δράσεων και τις κυρώσεις ή τα διοικητικά μέτρα που εφαρμόστηκαν από τις εποπτικές αρχές και τους αυτορρυθμιζόμενους οργανισμούς σύμφωνα με το τμήμα 4 του κεφαλαίου IV·

    η)τον αριθμό και το είδος των παραβάσεων που εντοπίστηκαν σε σχέση με τις υποχρεώσεις του κεφαλαίου IV του κανονισμού[να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final] και τις κυρώσεις ή τα διοικητικά μέτρα που εφαρμόζονται σε σχέση με τις εν λόγω παραβάσεις, καθώς και τον αριθμό των επιθεωρήσεων που διενεργούνται από την οντότητα που είναι υπεύθυνη για το κεντρικό μητρώο σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 8 της παρούσας οδηγίας.

    3.Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα στατιστικά στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 2 να συλλέγονται και να διαβιβάζονται στην Επιτροπή σε ετήσια βάση. Τα στατιστικά στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχεία α), γ), δ) και στ) διαβιβάζονται επίσης στην AMLA.

    Η AMLA αποθηκεύει τα εν λόγω στατιστικά στοιχεία στη βάση δεδομένων της σύμφωνα με το άρθρο 11 του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για τη σύσταση αρχής για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 421 final].

    4.Έως [3 έτη μετά την ημερομηνία μεταφοράς της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο], η AMLA εκδίδει γνώμη που απευθύνεται στην Επιτροπή σχετικά με τη μεθοδολογία συλλογής των στατιστικών που αναφέρεται στην παράγραφο 2 στοιχεία α), γ), δ) και στ).

    5.Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις που καθορίζουν τη μεθοδολογία για τη συλλογή των στατιστικών που αναφέρονται στην παράγραφο 2 και τους τρόπους διαβίβασής τους στην Επιτροπή και στην AMLA. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 54 παράγραφος 2.

    6.H Επιτροπή δημοσιεύει διετή έκθεση στην οποία συνοψίζονται και εξηγούνται οι στατιστικές που αναφέρονται στην παράγραφο 2, η οποία διατίθεται στον ιστότοπό της.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

    ΜΗΤΡΩΑ

    Τμήμα I

    Μητρώα πραγματικών δικαιούχων

    Άρθρο 10

    Μητρώα πραγματικών δικαιούχων

    1.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες για τους πραγματικούς δικαιούχους που αναφέρονται στο άρθρο 44 του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final] και οι πληροφορίες σχετικά με τις ρυθμίσεις ασκούντων καθήκοντα εξ ονόματος άλλου προσώπου που αναφέρονται στο άρθρο 47 του εν λόγω κανονισμού τηρούνται σε κεντρικό μητρώο στο κράτος μέλος στο οποίο έχει συσταθεί η νομική οντότητα ή όπου είναι εγκατεστημένος ή διαμένει ο εμπιστευματοδόχος ή το πρόσωπο που κατέχει ισοδύναμη θέση σε παρεμφερές νομικό μόρφωμα. Η εν λόγω απαίτηση δεν ισχύει για εταιρείες εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά που υπόκεινται σε απαιτήσεις γνωστοποίησης ισοδύναμες με τις απαιτήσεις που ορίζονται στην παρούσα οδηγία ή που υπόκεινται σε ισοδύναμα διεθνή πρότυπα.

    Οι πληροφορίες για τους πραγματικούς δικαιούχους που περιέχονται στα κεντρικά μητρώα μπορούν να συλλέγονται σύμφωνα με τα εθνικά συστήματα.

    2.Σε περίπτωση που υπάρχουν λόγοι αμφιβολίας για την ακρίβεια των πληροφοριών για τους πραγματικούς δικαιούχους που τηρούνται στα κεντρικά μητρώα, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι απαιτείται από τις νομικές οντότητες και τα νομικά μορφώματα η παροχή πρόσθετων πληροφοριών ανάλογα µε τον βαθµό κινδύνου, συμπεριλαμβανομένων των αποφάσεων του διοικητικού συμβουλίου και των πρακτικών των συναντήσεών τους, των συμφωνιών εταιρικής σχέσης, των πράξεων καταπίστευσης, των πληρεξούσιων ή άλλων συμβατικών συμφωνιών και εγγράφων.

    3.Όταν κανένα πρόσωπο δεν προσδιορίζεται ως πραγματικός δικαιούχος σύμφωνα με το άρθρο 45 παράγραφοι 2 και 3 του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final] το κεντρικό μητρώο περιλαμβάνει:

    α)δήλωση συνοδευόμενη από αιτιολόγηση ότι δεν υπάρχει πραγματικός δικαιούχος ή ότι δεν ήταν δυνατός ο προσδιορισμός και η εξακρίβωση του/των πραγματικού/-ών) δικαιούχου/-ων)·

    β)τα στοιχεία του/των φυσικού/-ών προσώπου/-ων που κατέχουν τη θέση ανώτερου διευθυντικού στελέχους σε εταιρική ή νομική οντότητα ισοδύναμα με τις πληροφορίες που απαιτούνται σύμφωνα με το άρθρο 44 παράγραφος 1 σημείο α) του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητεςCOM(2021) 420 final].

    4.Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εγκρίνει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, τον μορφότυπο υποβολής των πληροφοριών για τους πραγματικούς δικαιούχους στο κεντρικό μητρώο. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 54 παράγραφος 2.

    5.Τα κράτη μέλη απαιτούν οι πληροφορίες για τους πραγματικούς δικαιούχους που φυλάσσονται στο κεντρικό μητρώο να είναι επαρκείς, ακριβείς και επικαιροποιημένες. Για τον σκοπό αυτόν, το κράτος μέλος εφαρμόζει τουλάχιστον τις ακόλουθες απαιτήσεις:

    α)οι υπόχρεες οντότητες αναφέρουν στην οντότητα που είναι υπεύθυνη για τα κεντρικά μητρώα οποιαδήποτε αναντιστοιχία που διαπιστώνουν μεταξύ των πληροφοριών για τους πραγματικούς δικαιούχους που διατίθενται στα κεντρικά μητρώα και των πληροφοριών για τους πραγματικούς δικαιούχους που διατίθενται σύμφωνα με το άρθρο 18 του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες]·

    β)οι αρμόδιες αρχές, εφόσον κρίνεται σκόπιμο και στον βαθμό που η απαίτηση αυτή δεν παρεμβαίνει αδικαιολόγητα στα καθήκοντά τους, αναφέρουν στην οντότητα που είναι υπεύθυνη για τα κεντρικά μητρώα οποιαδήποτε αναντιστοιχία εντοπίζουν μεταξύ των πληροφοριών για τους πραγματικούς δικαιούχους που διατίθενται στα κεντρικά μητρώα και των πληροφοριών για τους πραγματικούς δικαιούχους που τίθενται στη διάθεσή τους.

    6.Τα κράτη μέλη απαιτούν η αναφορά των αναντιστοιχιών που αναφέρονται στην παράγραφο 5 να πραγματοποιείται εντός 14 ημερολογιακών ημερών από τη διαπίστωση της αναντιστοιχίας. Σε περιπτώσεις χαμηλότερου κινδύνου για τις οποίες ισχύουν μέτρα σύμφωνα με το τμήμα 3 του κεφαλαίου ΙΙΙ του κανονισμού[να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέψουν στις υπόχρεες οντότητες να ζητήσουν από τον πελάτη να διορθώσει αναντιστοιχίες τεχνικής φύσης που δεν εμποδίζουν την ταυτοποίηση του/των πραγματικού/-ών δικαιούχου/-ων σε απευθείας συνεννόηση με την οντότητα που είναι υπεύθυνη για τα κεντρικά μητρώα.

    7.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η οντότητα που είναι υπεύθυνη για τα κεντρικά μητρώα προβαίνει στις κατάλληλες ενέργειες για να σταματήσει τις αναντιστοιχίες, συμπεριλαμβανομένης της τροποποίησης των πληροφοριών που περιλαμβάνονται στα κεντρικά μητρώα, όταν η οντότητα είναι σε θέση να εντοπίσει και να επαληθεύσει τις πληροφορίες για τους πραγματικούς δικαιούχους. Ειδική μνεία του γεγονότος ότι υπάρχουν αναφορές για αναντιστοιχίες περιλαμβάνεται στα κεντρικά μητρώα και είναι ορατή τουλάχιστον στις αρμόδιες αρχές και στις υπόχρεες οντότητες.

    8.Στην περίπτωση εταιρικών και άλλων νομικών οντοτήτων, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η οντότητα που είναι υπεύθυνη για το κεντρικό μητρώο πραγματικών δικαιούχων εξουσιοδοτείται να διενεργεί ελέγχους, συμπεριλαμβανομένων επιτόπιων ερευνών στις εγκαταστάσεις ή στην καταστατική έδρα της νομικής οντότητας, προκειμένου να διαπιστωθεί ο τρέχων πραγματικός δικαιούχος της οντότητας και να επαληθευτεί ότι οι πληροφορίες που υποβάλλονται στο κεντρικό μητρώο είναι ακριβείς, επαρκείς και επικαιροποιημένες. Το δικαίωμα του κεντρικού μητρώου να επαληθεύει αυτές τις πληροφορίες δεν περιορίζεται, δεν εμποδίζεται ούτε αποκλείεται με οποιονδήποτε τρόπο.

    9.Τα κράτη μέλη μεριμνούν διασφαλίζουν ότι η οντότητα που είναι υπεύθυνη για το κεντρικό μητρώο εξουσιοδοτείται να επιβάλλει αποτελεσματικά, αναλογικά και αποτρεπτικά μέτρα ή κυρώσεις σε περίπτωση αδυναμίας παροχής στο μητρώο ακριβών, επαρκών και επικαιροποιημένων πληροφοριών για τους πραγματικούς δικαιούχους.

    10.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι αν, κατά τη διάρκεια των ελέγχων που διενεργούνται σύμφωνα με το παρόν άρθρο, ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο, οι οντότητες που είναι υπεύθυνες για τα μητρώα πραγματικών δικαιούχων ανακαλύψουν γεγονότα που θα μπορούσαν να συνδέονται με νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, ενημερώνουν αμελλητί τη ΜΧΠ.

    11.Τα κεντρικά μητρώα διασυνδέονται μέσω της ευρωπαϊκής κεντρικής πλατφόρμας που έχει συσταθεί με το άρθρο 22 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2017/1132.

    12.Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 καθίστανται διαθέσιμες μέσω των εθνικών μητρώων και μέσω του συστήματος διασύνδεσης των κεντρικών μητρώων πραγματικών δικαιούχων τουλάχιστον επί πέντε έτη και το πολύ για 10 έτη μετά τη διαγραφή της εταιρικής ή άλλης νομικής οντότητας από το μητρώο.

    Άρθρο 11

    Γενικοί κανόνες σχετικά με την πρόσβαση στα μητρώα πραγματικών δικαιούχων από τις αρμόδιες αρχές, τους αυτορρυθμιζόμενους οργανισμούς και τις υπόχρεες οντότητες

    1.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές διαθέτουν έγκαιρη, απεριόριστη και ελεύθερη πρόσβαση σε όλες τις πληροφορίες που διατηρούνται στα διασυνδεδεμένα κεντρικά μητρώα του άρθρου 10, χωρίς να ειδοποιείται η οικεία οντότητα ή το οικείο μόρφωμα.

    2.Η πρόσβαση στα κεντρικά μητρώα, όπως αναφέρονται στο άρθρο 10, παρέχεται σε ΜΧΠ, εποπτικές αρχές, δημόσιες αρχές με καθορισμένες αρμοδιότητες για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, καθώς και σε φορολογικές αρχές και αρχές που ασκούν καθήκοντα διερεύνησης ή δίωξης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, των βασικών αδικημάτων της και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, εντοπισμού και κατάσχεσης ή δέσμευσης και δήμευσης περιουσιακών στοιχείων που προέρχονται από εγκληματικές δραστηριότητες. Παρέχεται στους αυτορρυθμιζόμενους φορείς πρόσβαση στα μητρώα κατά την εκτέλεση εποπτικών καθηκόντων.

    3.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, όταν λαμβάνουν μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη σύμφωνα με το κεφάλαιο III του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες], οι υπόχρεες οντότητες έχουν έγκαιρη πρόσβαση στις πληροφορίες που τηρούνται στα διασυνδεδεμένα κεντρικά μητρώα που αναφέρονται στο άρθρο 10.

    4.Έως [3 μήνες μετά την ημερομηνία μεταφοράς της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο], τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τον κατάλογο των αρμόδιων αρχών και αυτορρυθμιζόμενων φορέων και τις κατηγορίες των υπόχρεων οντοτήτων στις οποίες χορηγήθηκε πρόσβαση στα μητρώα και το είδος των πληροφοριών που διατίθενται στις υπόχρεες οντότητες, καθώς και τις πληροφορίες για τους πραγματικούς δικαιούχους στις οποίες έχει πρόσβαση το κοινό σύμφωνα με το άρθρο 12. Τα κράτη μέλη επικαιροποιούν την εν λόγω κοινοποίηση όταν πραγματοποιούνται αλλαγές στον κατάλογο των αρμόδιων αρχών ή κατηγοριών υπόχρεων οντοτήτων ή στον βαθμό πρόσβασης που χορηγείται στις υπόχρεες οντότητες ή στο κοινό. Η Επιτροπή θέτει στη διάθεση των άλλων κρατών μελών τις πληροφορίες σχετικά με την πρόσβαση των αρμόδιων αρχών και των υπόχρεων οντοτήτων, συμπεριλαμβανομένων τυχόν αλλαγών σε αυτήν.

    Άρθρο 12

    Ειδικοί κανόνες πρόσβασης σε μητρώα πραγματικών δικαιούχων για το κοινό

    1.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι κάθε μέλος του κοινού έχει πρόσβαση στις ακόλουθες πληροφορίες που περιέχονται στα διασυνδεδεμένα κεντρικά μητρώα που αναφέρονται στο άρθρο 10:

    α)στην περίπτωση νομικών οντοτήτων, τουλάχιστον στο όνομα, στον μήνα και στο έτος γέννησης, στη χώρα διαμονής και στην υπηκοότητα του πραγματικού δικαιούχου, καθώς επίσης και στο είδος και στην έκταση των δικαιωμάτων που κατέχει·

    β)στην περίπτωση ρητών εμπιστευμάτων ή παρεμφερών νομικών μορφωμάτων, στο όνομα, στον μήνα και στο έτος γέννησης, στη χώρα διαμονής και στην υπηκοότητα του πραγματικού δικαιούχου, καθώς επίσης και στο είδος και στην έκταση των δικαιωμάτων που κατέχει, υπό την προϋπόθεση ότι μπορεί να αποδειχθεί έννομο συμφέρον.

    Εκτός από τις πληροφορίες που παρατίθενται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο α), τα κράτη μέλη μπορούν, υπό προϋποθέσεις που θα καθορίζονται στο εθνικό δίκαιο, να προβλέπουν πρόσβαση σε επιπρόσθετες πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την ταυτοποίηση του πραγματικού δικαιούχου. Οι εν λόγω επιπρόσθετες πληροφορίες περιλαμβάνουν τουλάχιστον την ημερομηνία γέννησης ή στοιχεία επικοινωνίας σύμφωνα με τους κανόνες προστασίας δεδομένων της Ένωσης και των κρατών μελών.

    2.Τα κράτη μέλη μπορούν να επιλέξουν να θέσουν τη διάθεση του κοινού πληροφορίες για τους πραγματικούς δικαιούχους που τηρούνται στα κεντρικά τους μητρώα, υπό τον όρο της επαλήθευσης ταυτότητας με τη χρήση μέσων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης και σχετικών υπηρεσιών εμπιστοσύνης, όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 910/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 46 και της καταβολής τέλους, το οποίο δεν υπερβαίνει το διοικητικό κόστος για τη διάθεση των πληροφοριών, συμπεριλαμβανομένων των δαπανών συντήρησης και ανάπτυξης του μητρώου.

    Άρθρο 13

    Εξαιρέσεις από τους κανόνες πρόσβασης σε μητρώα πραγματικών δικαιούχων

    Σε εξαιρετικές περιπτώσεις που θα καθοριστούν από το εθνικό δίκαιο, όταν η πρόσβαση που αναφέρεται στο άρθρο 11 παράγραφος 3 και στο άρθρο 12 παράγραφος 1 θα εξέθετε τον πραγματικό δικαιούχο σε δυσανάλογο κίνδυνο εξαπάτησης, απαγωγής, εκβιασμού, εκβίασης, παρενόχλησης, βίας ή εκφοβισμού ή εάν ο πραγματικός δικαιούχος είναι ανήλικος ή άλλως νομικά ανίκανος, τα κράτη μέλη δύνανται να προβλέπουν κατά περίπτωση εξαίρεση από την πρόσβαση στο σύνολο ή σε μέρος των προσωπικών πληροφοριών σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εν λόγω εξαιρέσεις χορηγούνται κατόπιν λεπτομερούς αξιολόγησης της εξαιρετικής φύσης των περιστάσεων. Τα δικαιώματα σε διοικητική επανεξέταση της απόφασης χορήγησης εξαίρεσης και σε αποτελεσματική δικαστική προσφυγή είναι εξασφαλισμένα. Τα κράτη μέλη που έχουν χορηγήσει εξαιρέσεις δημοσιοποιούν ετήσια στατιστικά στοιχεία σχετικά με τον αριθμό των εξαιρέσεων που χορηγήθηκαν και τους λόγους που δηλώθηκαν, και υποβάλλουν τα δεδομένα στην Επιτροπή.

    Οι εξαιρέσεις που χορηγούνται δυνάμει του παρόντος άρθρου δεν ισχύουν για τις υπόχρεες οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 3 σημείο 3) στοιχείο β) του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες] που είναι δημόσιοι υπάλληλοι.

    Τμήμα 2

    Πληροφορίες τραπεζικών λογαριασμών

    Άρθρο 14

    Μητρώα τραπεζικών λογαριασμών και ηλεκτρονικά συστήματα ανάκτησης δεδομένων

    1.Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν κεντρικούς αυτοματοποιημένους μηχανισμούς, όπως κεντρικά μητρώα ή κεντρικά ηλεκτρονικά συστήματα ανάκτησης δεδομένων, που επιτρέπουν την ταυτοποίηση, εγκαίρως, οποιωνδήποτε φυσικών ή νομικών προσώπων που κατέχουν ή ελέγχουν λογαριασμούς πληρωμών, τραπεζικούς λογαριασμούς προσδιοριζόμενους από αριθμό ΙΒΑΝ, όπως ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 260/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 47 , και θυρίδες ασφαλείας που τηρούνται από πιστωτικό ίδρυμα εντός της επικράτειάς τους.

    Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τα χαρακτηριστικά των εν λόγω εθνικών μηχανισμών καθώς και τα κριτήρια βάσει των οποίων οι πληροφορίες περιλαμβάνονται στους εν λόγω εθνικούς μηχανισμούς.

    2.Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες που διατηρούνται στους κεντρικούς μηχανισμούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 είναι άμεσα προσβάσιμες, απευθείας και χωρίς παρεμβολές, στις εθνικές ΜΧΠ. Οι πληροφορίες είναι επίσης προσβάσιμες στις εθνικές αρμόδιες αρχές για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους βάσει της παρούσας οδηγίας.

    3.Οι ακόλουθες πληροφορίες είναι προσβάσιμες και αναζητήσιμες μέσω των κεντρικών μηχανισμών που αναφέρονται στην παράγραφο 1:

    α)για τον κάτοχο λογαριασμού-πελάτη και για κάθε πρόσωπο το οποίο ισχυρίζεται ότι ενεργεί για λογαριασμό του πελάτη: το ονοματεπώνυμο, συμπληρωμένο είτε με άλλα δεδομένα εξακρίβωσης που απαιτούνται σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 1 του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες] είτε με έναν μοναδικό αριθμό ταυτοποίησης·

    β)για τον πραγματικό δικαιούχο του κατόχου λογαριασμού πελάτη: το όνομα, συνοδευόμενο είτε από άλλα δεδομένα εξακρίβωσης που απαιτούνται σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 1 του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες] είτε από έναν μοναδικό αριθμό ταυτοποίησης·

    γ)για τον τραπεζικό λογαριασμό ή τον λογαριασμό πληρωμών: τον αριθμό IBAN και την ημερομηνία ανοίγματος και κλεισίματος του λογαριασμού·

    δ)για τη θυρίδα ασφαλείας: το όνομα του μισθωτή, συνοδευόμενο είτε από άλλα δεδομένα εξακρίβωσης που απαιτούνται σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 1 του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες] είτε από έναν μοναδικό αριθμό ταυτοποίησης και τη διάρκεια της περιόδου μίσθωσης.

    4.Τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτήσουν να είναι προσβάσιμες και αναζητήσιμες μέσω των κεντρικών μηχανισμών και άλλες πληροφορίες που θεωρούνται ζωτικής σημασίας για τις ΜΧΠ και τις άλλες αρμόδιες αρχές για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους βάσει της παρούσας οδηγίας.

    5.Οι κεντρικοί αυτοματοποιημένοι μηχανισμοί που αναφέρονται στην παράγραφο 1 διασυνδέονται μέσω του ενιαίου σημείου πρόσβασης για τα μητρώα τραπεζικών λογαριασμών το οποίο θα αναπτύξει και θα διαχειρίζεται η Επιτροπή.

    Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, τις τεχνικές προδιαγραφές και διαδικασίες για τη σύνδεση των κεντρικών αυτοματοποιημένων μηχανισμών των κρατών μελών στο ενιαίο σημείο πρόσβασης. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 54 παράγραφος 2.

    6.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 3 είναι διαθέσιμες μέσω του ενιαίου σημείου πρόσβασης που διασυνδέει τους κεντρικούς αυτοματοποιημένους μηχανισμούς. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν επαρκή μέτρα ώστε να εξασφαλίζουν ότι μόνον οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 3, οι οποίες είναι επικαιροποιημένες και αντιστοιχούν στις πραγματικές πληροφορίες των τραπεζικών λογαριασμών, διατίθενται μέσω των κεντρικών αυτοματοποιημένων μηχανισμών τους και μέσω του ενιαίου σημείου πρόσβασης που διασυνδέει τους κεντρικούς αυτοματοποιημένους μηχανισμούς που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο. Η πρόσβαση στις εν λόγω πληροφορίες παρέχεται σύμφωνα με τους κανόνες προστασίας δεδομένων.

    Οι άλλες πληροφορίες τις οποίες τα κράτη μέλη θεωρούν απαραίτητες για τις ΜΧΠ και τις άλλες αρμόδιες αρχές σύμφωνα με την παράγραφο 4 δεν είναι προσβάσιμες και αναζητήσιμες μέσω του ενιαίου σημείου πρόσβασης που διασυνδέει τους κεντρικούς αυτοματοποιημένους μηχανισμούς.

    7.Οι εθνικές ΜΧΠ παρέχουν άμεση πρόσβαση χωρίς παρεμβολές στις πληροφορίες σχετικά με τους λογαριασμούς πληρωμών και τους τραπεζικούς λογαριασμούς και τις θυρίδες ασφαλείας σε άλλα κράτη μέλη οι οποίες διατίθενται μέσω του ενιαίου σημείου πρόσβασης που διασυνδέει τους κεντρικούς αυτοματοποιημένους μηχανισμούς. Τα κράτη μέλη συνεργάζονται μεταξύ τους και με την Επιτροπή για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.

    Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι το προσωπικό των εθνικών ΜΧΠ διατηρεί υψηλό επαγγελματικό επίπεδο σε ζητήματα εμπιστευτικότητας και προστασίας των δεδομένων, διακρίνεται για την ακεραιότητά του και διαθέτει τα απαιτούμενα προσόντα.

    8.Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να λαμβάνονται τεχνικά και οργανωτικά μέτρα για τη διασφάλιση της ασφάλειας των δεδομένων σύμφωνα με υψηλά τεχνολογικά πρότυπα για τους σκοπούς της άσκησης, από τις ΜΧΠ, της εξουσίας πρόσβασης και αναζήτησης των διαθέσιμων πληροφοριών μέσω του ενιαίου σημείου πρόσβασης που διασυνδέει τους κεντρικούς αυτοματοποιημένους μηχανισμούς σύμφωνα με τις παραγράφους 5 και 6.

    Άρθρο 15

    Εκτελεστικές πράξεις για τη διασύνδεση των μητρώων

    1.Όπου απαιτείται, ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, τεχνικές προδιαγραφές και διαδικασίες που είναι απαραίτητες για τη διασύνδεση των κεντρικών μητρώων των κρατών μελών σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 11 όσον αφορά:

    α)τις τεχνικές προδιαγραφές για τον καθορισμό της δέσμης τεχνικών δεδομένων που είναι αναγκαία για να επιτελέσει η πλατφόρμα τις λειτουργίες της καθώς και της μεθόδου αποθήκευσης, χρήσης και προστασίας αυτών των δεδομένων·

    β)τα κοινά κριτήρια σύμφωνα με τα οποία οι πληροφορίες για τους πραγματικούς δικαιούχους διατίθενται μέσω του συστήματος διασύνδεσης των μητρώων, ανάλογα με το επίπεδο πρόσβασης που χορηγείται από τα κράτη μέλη·

    γ)τις τεχνικές λεπτομέρειες σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο πρόκειται να καθίστανται διαθέσιμες οι πληροφορίες για τους πραγματικούς δικαιούχους·

    δ)τους τεχνικούς όρους διαθεσιμότητας των υπηρεσιών που παρέχει το σύστημα διασύνδεσης των μητρώων·

    ε)τις τεχνικές λεπτομέρειες εφαρμογής των διαφόρων τύπων πρόσβασης σε πληροφορίες για τους πραγματικούς δικαιούχους σύμφωνα με τα άρθρα 11 και 12 της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένης της επαλήθευσης της ταυτότητας των χρηστών με τη χρήση μέσων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης και σχετικών υπηρεσιών εμπιστοσύνης, όπως ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 910/2014·

    στ)τους όρους πληρωμής, όταν η πρόσβαση σε πληροφορίες για τους πραγματικούς δικαιούχους υπόκειται στην καταβολή τέλους σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 2 λαμβανομένων υπόψη των διαθέσιμων δυνατοτήτων πληρωμής, όπως οι συναλλαγές πληρωμής εξ αποστάσεως.

    Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 54 παράγραφος 2.

    2.Όπου απαιτείται, ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να θεσπίζει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, τεχνικές προδιαγραφές και διαδικασίες που είναι απαραίτητες για τη διασύνδεση των κεντρικών μηχανισμών των κρατών μελών, όπως αναφέρεται στο άρθρο 14 παράγραφος 5, όσον αφορά:

    α)τις τεχνικές προδιαγραφές που καθορίζουν τις ηλεκτρονικές μεθόδους επικοινωνίας για τους σκοπούς του ενιαίου σημείου πρόσβασης για τα μητρώα τραπεζικών λογαριασμών·

    β)τις τεχνικές προδιαγραφές των πρωτοκόλλων επικοινωνίας·

    γ)τις τεχνικές προδιαγραφές που καθορίζουν την ασφάλεια των δεδομένων, τις εγγυήσεις προστασίας των δεδομένων, τη χρήση και την προστασία των πληροφοριών που είναι αναζητήσιμες και προσβάσιμες μέσω του ενιαίου σημείου πρόσβασης για τα μητρώα τραπεζικών λογαριασμών που διασυνδέει τους κεντρικούς αυτοματοποιημένους μηχανισμούς·

    δ)τα κοινά κριτήρια σύμφωνα με τα οποία είναι δυνατή η αναζήτηση πληροφοριών τραπεζικών λογαριασμών μέσω του ενιαίου σημείου πρόσβασης που διασυνδέει τους κεντρικούς αυτοματοποιημένους μηχανισμούς·

    ε)τις τεχνικές λεπτομέρειες σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο διατίθενται οι πληροφορίες μέσω του ενιαίου σημείου πρόσβασης που διασυνδέει τους κεντρικούς αυτοματοποιημένους μηχανισμούς, συμπεριλαμβανομένης της επαλήθευσης της ταυτότητας των χρηστών με τη χρήση μέσων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης και των σχετικών υπηρεσιών εμπιστοσύνης όπως ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 910/2014·

    στ)τους τεχνικούς όρους διαθεσιμότητας των υπηρεσιών που παρέχονται από το ενιαίο σημείο πρόσβασης που διασυνδέει τους κεντρικούς αυτοματοποιημένους μηχανισμούς.

    Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 54 παράγραφος 2.

    3.Κατά την έκδοση των εκτελεστικών πράξεων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τη δοκιμασμένη τεχνολογία και τις υπάρχουσες πρακτικές. Η Επιτροπή διασφαλίζει ότι το ενιαίο σημείο πρόσβασης που θα αναπτυχθεί και θα λειτουργήσει δεν συνεπάγεται δαπάνες πέρα από τον βαθμό που είναι απολύτως αναγκαίος για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.

    Τμήμα 3

    Μητρώα ακινήτων

    Άρθρο 16

    Μητρώα ακινήτων

    1.Τα κράτη μέλη παρέχουν στις αρμόδιες αρχές πρόσβαση σε πληροφορίες που επιτρέπουν την έγκαιρη ταυτοποίηση οποιωνδήποτε φυσικών ή νομικών προσώπων κατέχουν ακίνητη περιουσία, μεταξύ άλλων μέσω μητρώων ή ηλεκτρονικών συστημάτων ανάκτησης δεδομένων, εφόσον είναι διαθέσιμα τέτοια μητρώα ή συστήματα. Οι αρμόδιες αρχές έχουν επίσης πρόσβαση σε πληροφορίες που επιτρέπουν τον εντοπισμό και την ανάλυση των συναλλαγών που αφορούν ακίνητα, συμπεριλαμβανομένης της οικονομικής τους αξίας και των στοιχείων των φυσικών ή νομικών προσώπων που εμπλέκονται σε αυτές τις συναλλαγές, καθώς και πληροφοριών, όπου διατίθενται, σχετικά με το εάν το φυσικό ή νομικό πρόσωπο κατέχει, πωλεί ή αποκτά ακίνητη περιουσία για λογαριασμό νομικού μορφώματος.

    Οι ΜΧΠ λαμβάνουν απευθείας και άμεση πρόσβαση στις πληροφορίες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο.

    2.Έως [3 μήνες μετά την ημερομηνία μεταφοράς της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο], τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τον κατάλογο των αρμόδιων αρχών στις οποίες χορηγήθηκε πρόσβαση στα μητρώα ή τα συστήματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και το είδος των διαθέσιμων πληροφοριών. Τα κράτη μέλη επικαιροποιούν την εν λόγω κοινοποίηση όταν πραγματοποιούνται αλλαγές στον κατάλογο των αρμόδιων αρχών ή στον βαθμό πρόσβασης στις παρεχόμενες πληροφορίες. Η Επιτροπή θέτει στη διάθεση των άλλων κρατών μελών τις πληροφορίες αυτές, συμπεριλαμβανομένων τυχόν αλλαγών σε αυτές.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

    ΜΧΠ

    Άρθρο 17

    Σύσταση των ΜΧΠ

    1.Κάθε κράτος μέλος συστήνει μια Μονάδα Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών (ΜΧΠ) για την πρόληψη, ανίχνευση και αποτελεσματική καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.

    2.Η ΜΧΠ είναι η ενιαία κεντρική εθνική μονάδα που είναι υπεύθυνη για τη λήψη και την ανάλυση ύποπτων συναλλαγών και άλλων πληροφοριών σχετικών με τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, τα βασικά αδικήματά της ή τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας που υποβάλλονται από υπόχρεες οντότητες σύμφωνα με το άρθρο 50 ή αναφορές που υποβάλλονται από υπόχρεες οντότητες σύμφωνα με άρθρο 59 παράγραφος 4, στοιχείο β), του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final] και από τις τελωνειακές αρχές σύμφωνα με το άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1672.

    3.Η ΜΧΠ είναι υπεύθυνη να διαβιβάζει τα αποτελέσματα των αναλύσεών της και κάθε άλλη συμπληρωματική σχετική πληροφορία στις άλλες αρμόδιες αρχές όταν υπάρχουν υπόνοιες για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, βασικά αδικήματά της ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Μπορεί να λαμβάνει συμπληρωματικές πληροφορίες από υπόχρεες οντότητες.

    Τα καθήκοντα χρηματοοικονομικής ανάλυσης της ΜΧΠ συνίστανται στα εξής:

    α)σε επιχειρησιακή ανάλυση, η οποία εστιάζεται σε συγκεκριμένες περιπτώσεις και ειδικούς στόχους ή σε κατάλληλα επιλεγμένες πληροφορίες, ανάλογα με το είδος και τον όγκο των κοινοποιηθεισών πληροφοριών και της αναμενόμενης χρήσης τους μετά την κοινοποίηση·

    β)σε στρατηγική ανάλυση των τάσεων και των συνήθων πρακτικών της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.

    Έως [1 έτος μετά την ημερομηνία μεταφοράς της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο], η AMLA εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές που απευθύνονται στις ΜΧΠ σχετικά με τη φύση, τα χαρακτηριστικά και τους στόχους της επιχειρησιακής και στρατηγικής ανάλυσης.

    4.Κάθε ΜΧΠ είναι λειτουργικά ανεξάρτητη και αυτόνομη, που σημαίνει ότι έχει την εξουσία και την ικανότητα να εκτελεί ελεύθερα τα καθήκοντά της, συμπεριλαμβανομένης της ικανότητας να λαμβάνει αυτόνομες αποφάσεις να αναλύει, να ζητεί και να δημοσιεύει συγκεκριμένες πληροφορίες. Δεν υπόκειται σε οποιαδήποτε αδικαιολόγητη πολιτική, κυβερνητική ή βιομηχανική επιρροή ή παρέμβαση.

    Όταν μια ΜΧΠ βρίσκεται εντός της υπάρχουσας δομής μιας άλλης αρχής, οι βασικές λειτουργίες της ΜΧΠ πρέπει να είναι ανεξάρτητες και λειτουργικά διαχωρισμένες από τις άλλες λειτουργίες της αρχής υποδοχής.

    5.Τα κράτη μέλη παρέχουν στις ΜΧΠ τους επαρκείς οικονομικούς, ανθρώπινους και τεχνικούς πόρους προκειμένου να είναι σε θέση να φέρουν εις πέρας τα καθήκοντά τους. Οι ΜΧΠ μπορούν να αποκτούν και να διαθέτουν τους πόρους που απαιτούνται για την εκτέλεση των καθηκόντων τους. Το προσωπικό τους διακρίνεται από υψηλή ακεραιότητα, διαθέτει τα κατάλληλα προσόντα και διατηρεί υψηλό επαγγελματικό επίπεδο.

    6.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ΜΧΠ έχουν θεσπίσει κανόνες που διέπουν την ασφάλεια και την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών.

    7.Κάθε κράτος μέλος διασφαλίζει ότι η ΜΧΠ του είναι σε θέση να προβαίνει σε ρυθμίσεις ή να συνεργάζεται ανεξάρτητα με άλλες αρμόδιες εθνικές αρχές σύμφωνα με το άρθρο 45 σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών.

    Άρθρο 18

    Πρόσβαση στις πληροφορίες

    1.Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι ΜΧΠ τους έχουν:

    α)άμεση και, με εξαίρεση το σημείο ii), απευθείας πρόσβαση τουλάχιστον στις ακόλουθες οικονομικές πληροφορίες:

    i) πληροφορίες που περιέχονται στους εθνικούς κεντρικούς αυτοματοποιημένους μηχανισμούς σύμφωνα με το άρθρο 14·

    ii) πληροφορίες σχετικά με τις ηλεκτρονικές μεταφορές χρηματικών ποσών·

    iii) πληροφορίες από υπόχρεες οντότητες·

    iv) πληροφορίες για υποθήκες και δάνεια·

    v) πληροφορίες που περιέχονται στις εθνικές βάσεις δεδομένων για τα νομίσματα και το συνάλλαγμα·

    vi) πληροφορίες για χρεόγραφα·

    β)άμεση και, με εξαίρεση το σημείο xiv), απευθείας πρόσβαση τουλάχιστον στις ακόλουθες διοικητικές πληροφορίες:

    i) φορολογικά δεδομένα, συμπεριλαμβανομένων των δεδομένων που τηρούν οι φορολογικές αρχές·

    ii) εθνικά μητρώα ακινήτων ή ηλεκτρονικά συστήματα ανάκτησης δεδομένων και μητρώα έγγειας ιδιοκτησίας και κτηματολογίου·

    iii) εθνικά μητρώα ιθαγένειας και πληθυσμού φυσικών προσώπων·

    iv) εθνικά μητρώα διαβατηρίων και θεωρήσεων·

    v) βάσεις δεδομένων διασυνοριακών ταξιδιών·

    vi) εμπορικές βάσεις δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων μητρώων επιχειρήσεων και εταιρειών και βάσεις δεδομένων για τα πολιτικά εκτεθειμένα πρόσωπα·

    vii) εθνικά μητρώα μηχανοκίνητων οχημάτων, αεροσκαφών και σκαφών·

    viii) εθνικά μητρώα κοινωνικής ασφάλισης·

    ix) τελωνειακά δεδομένα, συμπεριλαμβανομένων διασυνοριακών φυσικών μεταφορών μετρητών·

    x) εθνικά μητρώα όπλων·

    xi) εθνικά μητρώα πραγματικών δικαιούχων·

    xii) δεδομένα διαθέσιμα μέσω της διασύνδεσης των μητρώων πραγματικών δικαιούχων σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 11·

    xiii) μητρώα σχετικά με μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς·

    xiv) πληροφορίες που τηρούνται από εθνικές αρχές χρηματοπιστωτικής εποπτείας και ρυθμιστικές αρχές, σύμφωνα με το άρθρο 45 και το άρθρο 50 παράγραφος 2·

    xv) βάσεις δεδομένων στις οποίες αποθηκεύονται δεδομένα σχετικά με την εμπορία εκπομπών CO2 που δημιουργήθηκαν σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 389/2013 της Επιτροπής 48 ·

    xvi) πληροφορίες για τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις από εταιρείες·

    xvii) εθνικά μητρώα μετανάστευσης·

    xviii) πληροφορίες που τηρούνται από εμπορικά δικαστήρια·

    xix) πληροφορίες που τηρούνται σε βάσεις δεδομένων αφερεγγυότητας και από διαχειριστές αφερεγγυότητας·

    γ)άμεση ή έμμεση πρόσβαση στις ακόλουθες πληροφορίες σχετικά με την επιβολή του νόμου:

    i) κάθε είδους πληροφορία ή δεδομένα που κατέχουν ήδη οι αρμόδιες αρχές στο πλαίσιο της πρόληψης, ανίχνευσης, διερεύνησης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων·

    ii) κάθε είδους πληροφορίες ή δεδομένα που κατέχουν δημόσιες αρχές ή ιδιωτικές οντότητες στο πλαίσιο της πρόληψης, διερεύνησης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων και μπορούν να τεθούν στη διάθεση των αρμόδιων αρχών χωρίς να ληφθούν καταναγκαστικά μέτρα βάσει του εθνικού δικαίου.

    Οι πληροφορίες που αναφέρονται στο στοιχείο γ) μπορεί να περιλαμβάνουν ποινικά μητρώα, πληροφορίες σχετικά με έρευνες, πληροφορίες σχετικά με τη δέσμευση ή κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων ή άλλα ερευνητικά ή προσωρινά μέτρα, και πληροφορίες σχετικά με καταδίκες και δημεύσεις.

    2.Όταν οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α), β) και γ) δεν αποθηκεύονται σε βάσεις δεδομένων ή μητρώα, τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα για να διασφαλίσουν ότι οι ΜΧΠ μπορούν να λάβουν τις πληροφορίες αυτές με άλλα μέσα

    3.Στις περιπτώσεις στις οποίες παρέχεται στις ΜΧΠ έμμεση πρόσβαση στις πληροφορίες, η αρχή στην οποία υποβάλλεται το αίτημα απαντά εγκαίρως.

    4.Στο πλαίσιο των καθηκόντων της, κάθε ΜΧΠ μπορεί να ζητεί, να λαμβάνει και να χρησιμοποιεί πληροφορίες από οποιαδήποτε υπόχρεη οντότητα για την εκτέλεση των καθηκόντων της σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 3, ακόμη και αν δεν έχει υποβληθεί προηγούμενη αναφορά σύμφωνα με το άρθρο 50 παράγραφος 1, σημείο α) ή άρθρο 51 παράγραφος 1 του κανονισμού [να προστεθούν τα σημεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final]. Οι υπόχρεες οντότητες δεν υποχρεούνται να συμμορφώνονται με αιτήματα παροχής πληροφοριών που υποβάλλονται σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, όταν αυτά αφορούν πληροφορίες οι οποίες λαμβάνονται στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 51 παράγραφος 2 του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final].

    Άρθρο 19

    Απαντήσεις σε αιτήματα παροχής πληροφοριών

    1.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ΜΧΠ ανταποκρίνονται εγκαίρως σε αιτιολογημένα αιτήματα παροχής πληροφοριών από άλλες αρμόδιες αρχές στα αντίστοιχα κράτη μέλη ή από αρχές της Ένωσης που είναι αρμόδιες για τη διερεύνηση ή τη δίωξη εγκληματικών δραστηριοτήτων, όταν αυτά τα αιτήματα παροχής πληροφοριών βασίζονται σε ανησυχίες που σχετίζονται με τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, τα βασικά αδικήματά της ή τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας ή όταν αυτές οι πληροφορίες είναι απαραίτητες για την αρμόδια αρχή για την εκτέλεση των καθηκόντων της βάσει της παρούσας οδηγίας. Η απόφαση για τη διαβίβαση των πληροφοριών εναπόκειται στη ΜΧΠ.

    Εάν υπάρχουν αντικειμενικοί λόγοι να υποτεθεί ότι η παροχή αυτών των πληροφοριών θα μπορούσε να έχει αρνητική επίπτωση στις διεξαγόμενες έρευνες ή αναλύσεις ή, σε εξαιρετικές περιστάσεις, στην περίπτωση που η γνωστοποίηση των πληροφοριών θα ήταν σαφώς δυσανάλογη προς τα έννομα συμφέροντα ενός φυσικού ή νομικού προσώπου ή άσχετη με τους σκοπούς για τους οποίους ζητήθηκαν, η ΜΧΠ δεν είναι υποχρεωμένη να ανταποκριθεί στο αίτημα παροχής πληροφοριών.

    2.Οι αρμόδιες αρχές παρέχουν ανατροφοδότηση στη ΜΧΠ σχετικά με τη χρήση των πληροφοριών που παρέχονται σύμφωνα με το παρόν άρθρο. Η εν λόγω ανατροφοδότηση παρέχεται το συντομότερο δυνατό και σε κάθε περίπτωση, τουλάχιστον σε ετήσια βάση, κατά τρόπο που να ενημερώνει τη ΜΧΠ για τις ενέργειες στις οποίες προέβησαν οι αρμόδιες αρχές βάσει των πληροφοριών που παρέχει η ΜΧΠ και να επιτρέπει στη ΜΧΠ την εκτέλεση του καθήκοντος της επιχειρησιακής ανάλυσης.

    Άρθρο 20

    Αναστολή ή άρνηση συγκατάθεσης για τη εκτέλεση συναλλαγής και αναστολή λογαριασμού

    1.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ΜΧΠ είναι εξουσιοδοτημένες να αναλάβουν επείγουσα δράση, είτε άμεσα είτε έμμεσα, όταν υπάρχει υπόνοια ότι μια συναλλαγή σχετίζεται με νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή με χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, ώστε να αναστείλουν την εκτέλεση μιας συναλλαγής ή να μην συγκατατεθούν στην εκτέλεσή της. Η αναστολή αυτή επιβάλλεται στην υπόχρεη οντότητα εντός 48 ωρών από τη λήψη της αναφοράς ύποπτης συναλλαγής, προκειμένου να αναλυθεί η συναλλαγή, να επιβεβαιωθεί η υποψία και να διαδοθούν τα αποτελέσματα της ανάλυσης στις αρμόδιες αρχές. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, υπό την επιφύλαξη εθνικών διαδικαστικών εγγυήσεων, η συναλλαγή αναστέλλεται για περίοδο κατ’ ανώτατο όριο 15 ημερολογιακών ημερών από την ημέρα επιβολής αυτής της αναστολής στην υπόχρεη οντότητα.

    Η ΜΧΠ είναι εξουσιοδοτημένη να επιβάλει τέτοια αναστολή, είτε άμεσα είτε έμμεσα, κατόπιν αιτήματος ΜΧΠ άλλου κράτους μέλους για τις περιόδους και υπό τους όρους που καθορίζονται στην εθνική νομοθεσία της ΜΧΠ στην οποία υποβάλλεται το αίτημα.

    2.Όταν υπάρχει υποψία ότι πολλές συναλλαγές που αφορούν τραπεζικό λογαριασμό ή λογαριασμό πληρωμών σχετίζονται με νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η ΜΧΠ εξουσιοδοτείται να λάβει επειγόντως μέτρα, άμεσα ή έμμεσα, για την αναστολή της χρήσης ενός τραπεζικού λογαριασμού ή λογαριασμού πληρωμών προκειμένου να αναλυθούν οι συναλλαγές που πραγματοποιούνται μέσω του λογαριασμού, να επιβεβαιωθεί η υποψία και να διαδοθούν τα αποτελέσματα της ανάλυσης στις αρμόδιες αρχές.

    Η αναστολή αυτή επιβάλλεται στην υπόχρεη οντότητα εντός 48 ωρών από τη λήψη της αναφοράς ύποπτης συναλλαγής και κοινοποιείται αμέσως στην αρμόδια δικαστική αρχή. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η χρήση του εν λόγω τραπεζικού λογαριασμού ή του λογαριασμού πληρωμών αναστέλλεται για περίοδο κατ’ ανώτατο όριο 5 ημερών από την ημέρα της επιβολής της αναστολής. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι κάθε παράταση της αναστολής αυτής εγκρίνεται από την αρμόδια δικαστική αρχή.

    3.Τα κράτη μέλη προβλέπουν δυνατότητα πραγματικής προσβολής ενώπιον δικαστηρίου της απόφασης αναστολής εκ μέρους του προσώπου του οποίου επηρεάζεται ο τραπεζικός λογαριασμός ή ο λογαριασμός πληρωμών, σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπει το εθνικό δίκαιο.

    4.Η ΜΧΠ είναι εξουσιοδοτημένη να επιβάλει τις αναστολές που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, είτε άμεσα είτε έμμεσα, κατόπιν αιτήματος ΜΧΠ άλλου κράτους μέλους υπό τους όρους που καθορίζονται στην εθνική νομοθεσία της ΜΧΠ στην οποία υποβάλλεται το αίτημα.

    Άρθρο 21

    Ανατροφοδότηση από τις ΜΧΠ

    1.Κάθε κράτος μέλος εξασφαλίζει ότι η ΜΧΠ του εκδίδει ετήσια έκθεση για τις δραστηριότητές της. Η έκθεση περιέχει στατιστικά στοιχεία για:

    α)αναφορές ύποπτων συναλλαγών που υποβάλλονται από υπόχρεες οντότητες·

    β)γνωστοποιήσεις από εποπτικούς φορείς και μητρώα πραγματικών δικαιούχων·

    γ)τη διάδοση σε αρμόδιες αρχές·

    δ)αιτήματα που υποβάλλονται προς και λαμβάνονται από άλλες ΜΧΠ·

    ε)δεδομένα για διασυνοριακές φυσικές μεταφορές μετρητών που υποβάλλονται από τις τελωνειακές αρχές.

    Η έκθεση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο περιέχει επίσης πληροφορίες σχετικά με τις τάσεις και τις τυπολογίες που προσδιορίζονται στα αρχεία που διαβιβάζονται σε άλλες αρμόδιες αρχές.

    Οι ΜΧΠ διαδίδουν την έκθεση στις υπόχρεες οντότητες. Η έκθεση αυτή δημοσιοποιείται εντός τεσσάρων μηνών από τη διάδοσή της, εκτός από τα στοιχεία της έκθεσης που περιέχουν διαβαθμισμένες πληροφορίες. Οι πληροφορίες που περιέχονται στην έκθεση αυτή δεν επιτρέπουν την ταυτοποίηση οποιουδήποτε φυσικού ή νομικού προσώπου.

    2.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ΜΧΠ παρέχουν στις υπόχρεες οντότητες ανατροφοδότηση σχετικά με τις αναφορές για υποψία νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Η εν λόγω ανατροφοδότηση καλύπτει τουλάχιστον την ποιότητα των παρεχόμενων πληροφοριών, την έγκαιρη υποβολή της αναφοράς, την περιγραφή της υποψίας και την τεκμηρίωση που παρέχεται στο στάδιο της υποβολής.

    Η ΜΧΠ παρέχει τέτοια ανατροφοδότηση τουλάχιστον μία φορά το χρόνο, είτε στη μεμονωμένη υπόχρεη οντότητα είτε σε ομάδες υπόχρεων οντοτήτων, λαμβάνοντας υπόψη τον συνολικό αριθμό ύποπτων συναλλαγών που αναφέρονται από τις υπόχρεες οντότητες.

    Τέτοια ανατροφοδότηση τίθεται επίσης στη διάθεση των εποπτικών φορέων ώστε να τους επιτρέπεται να διενεργούν εποπτεία βάσει κινδύνων σύμφωνα με το άρθρο 31.

    Η υποχρέωση παροχής ανατροφοδότησης δεν θέτει σε κίνδυνο οποιαδήποτε τρέχουσα αναλυτική εργασία που εκτελείται από τη ΜΧΠ ή οποιαδήποτε έρευνα ή διοικητική ενέργεια μετά τη διάδοση από τη ΜΧΠ και δεν επηρεάζει τη δυνατότητα εφαρμογής των απαιτήσεων προστασίας δεδομένων και εμπιστευτικότητας.

    3.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ΜΧΠ παρέχουν στις τελωνειακές αρχές έγκαιρη ανατροφοδότηση σχετικά με την αποτελεσματικότητα και τη συνέχεια των πληροφοριών που υποβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1672.

    Άρθρο 22

    Συνεργασία μεταξύ των ΜΧΠ

    Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ΜΧΠ συνεργάζονται μεταξύ τους και με τους ομολόγους τους σε τρίτες χώρες στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, ανεξαρτήτως οργανωτικού καθεστώτος.

    Άρθρο 23

    Προστατευμένοι δίαυλοι επικοινωνίας

    1.Δημιουργείται ένα σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των ΜΧΠ των κρατών μελών (στο εξής: FIU.net). Το σύστημα εγγυάται την ασφαλή επικοινωνία και είναι σε θέση να παράγει γραπτή τεκμηρίωση κατά τρόπο που καθιστά δυνατή την πιστοποίηση της γνησιότητάς της. Το εν λόγω σύστημα μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί για επικοινωνίες με ομολόγους των ΜΧΠ σε τρίτες χώρες και με άλλες αρχές και φορείς της Ένωσης. Το σύστημα FIU.net διαχειρίζεται η AMLA.

    2.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι κάθε ανταλλαγή πληροφοριών σύμφωνα με το άρθρο 24 διαβιβάζεται με τη χρήση του FIU.net. Σε περίπτωση τεχνικής βλάβης του FIU.net, οι πληροφορίες διαβιβάζονται με οποιοδήποτε άλλο κατάλληλο μέσο που διασφαλίζει υψηλό επίπεδο ασφάλειας δεδομένων.

    Οι ανταλλαγές πληροφοριών μεταξύ ΜΧΠ και των ομολόγων τους σε τρίτες χώρες πραγματοποιούνται επίσης μέσω προστατευμένων διαύλων επικοινωνίας.

    3.Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι οικείες ΜΧΠ, προς εκπλήρωση των καθηκόντων τους που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία, να συνεργάζονται για την εφαρμογή τεχνολογιών αιχμής σύμφωνα με την οικεία εθνική νομοθεσία.

    Άρθρο 24

    Ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ ΜΧΠ

    1.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ΜΧΠ ανταλλάσσουν, αυθόρμητα ή κατόπιν αιτήματος, κάθε πληροφορία που μπορεί να είναι χρήσιμη για την επεξεργασία ή την ανάλυση πληροφοριών από τη ΜΧΠ όσον αφορά τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, τα βασικά αδικήματά της ή τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, καθώς και το εμπλεκόμενο φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ακόμη κι αν το είδος των βασικών αδικημάτων στα οποία μπορεί να εμπλέκεται δεν προσδιορίζεται κατά την ανταλλαγή.

    Το αίτημα περιλαμβάνει τα πραγματικά περιστατικά και το σχετικό πλαίσιο, τους λόγους υποβολής του αιτήματος και τον τρόπο με τον οποίο θα χρησιμοποιηθούν οι ζητούμενες πληροφορίες.

    Όταν μια ΜΧΠ λαμβάνει αναφορά σύμφωνα με το άρθρο 50 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο α) του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final] η οποία αφορά άλλο κράτος μέλος, διαβιβάζει αμέσως την αναφορά, ή όλες τις σχετικές πληροφορίες που λαμβάνονται από αυτήν, στη ΜΧΠ του εν λόγω κράτους μέλους.

    2.Έως [2 έτη μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας], η AMLA καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων και τα υποβάλλει στην Επιτροπή για έγκριση. Τα εν λόγω σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων καθορίζουν τον μορφότυπο που θα χρησιμοποιηθεί για την ανταλλαγή των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

    3.Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου σύμφωνα με το άρθρο 42 του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για τη σύσταση αρχής για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 421 final].

    4.Έως [1 έτος μετά την ημερομηνία μεταφοράς της παρούσας οδηγίας], η AMLA εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές που απευθύνονται στις ΜΧΠ σχετικά με τους σχετικούς παράγοντες που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά τον προσδιορισμό του κατά πόσον μια αναφορά σύμφωνα με το άρθρο 50 παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, σημείο α) του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για τη σύσταση αρχής για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final] αφορά άλλο κράτος μέλος, τις διαδικασίες που πρέπει να θεσπιστούν κατά την προώθηση και τη λήψη αυτής της αναφοράς και τη συνέχεια που πρέπει να δοθεί.

    5.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η ΜΧΠ στην οποία απευθύνεται το αίτημα οφείλει να χρησιμοποιεί όλες τις διαθέσιμες εξουσίες της που θα χρησιμοποιούσε υπό κανονικές συνθήκες σε εθνικό επίπεδο για τη λήψη και την ανάλυση πληροφοριών, όταν απαντά σε αίτημα για πληροφορίες, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1, από άλλη ΜΧΠ.

    Όταν μια ΜΧΠ θέλει να λάβει επιπρόσθετες πληροφορίες από υπόχρεη οντότητα που εδρεύει σε άλλο κράτος μέλος και που δραστηριοποιείται στο έδαφος του κράτους μέλους της, το αίτημα απευθύνεται στη ΜΧΠ του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου εδρεύει η υπόχρεη οντότητα. Η εν λόγω ΜΧΠ λαμβάνει πληροφορίες σύμφωνα με το άρθρο 50 παράγραφος 1 του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final] και διαβιβάζει χωρίς καθυστέρηση τις απαντήσεις.

    6.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι όταν ζητείται από μια ΜΧΠ να παράσχει πληροφορίες σύμφωνα με την παράγραφο 1, θα απαντήσει στο αίτημα το συντομότερο δυνατό και σε κάθε περίπτωση το αργότερο εντός επτά ημερών από την παραλαβή του αιτήματος. Σε εξαιρετικές και δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, η προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί κατά 14 ημερολογιακές ημέρες το ανώτερο. Σε περίπτωση που η ερωτώμενη ΜΧΠ δεν είναι σε θέση να λάβει τις ζητούμενες πληροφορίες, ενημερώνει σχετικά την αιτούσα ΜΧΠ.

    7.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι σε εξαιρετικές, αιτιολογημένες και επείγουσες περιπτώσεις και, κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 6, όταν, σύμφωνα με την παράγραφο 1, ζητείται από μια ΜΧΠ να παράσχει πληροφορίες που βρίσκονται είτε σε βάση δεδομένων είτε σε μητρώο στα οποία έχει άμεση πρόσβαση η ερωτώμενη ΜΧΠ ή που βρίσκονται ήδη στην κατοχή της, η ερωτώμενη ΜΧΠ παρέχει τις πληροφορίες αυτές το αργότερο 24 ώρες μετά την παραλαβή του αιτήματος.

    Εάν η ερωτώμενη ΜΧΠ δεν μπορεί να απαντήσει εντός 24 ωρών ή δεν μπορεί να έχει άμεση πρόσβαση στις πληροφορίες, παρέχει αιτιολόγηση. Όταν η παροχή των ζητούμενων πληροφοριών εντός 24 ωρών ενδέχεται να επιβαρύνει δυσανάλογα την ερωτώμενη ΜΧΠ, η ερωτώμενη ΜΧΠ μπορεί να αναβάλει την παροχή των πληροφοριών. Στην περίπτωση αυτή, η ερωτώμενη ΜΧΠ ενημερώνει αμέσως την αιτούσα ΜΧΠ για την αναβολή αυτή και παρέχει τις ζητούμενες πληροφορίες το συντομότερο δυνατό, αλλά το αργότερο εντός τριών ημερολογιακών ημερών.

    8.Η ΜΧΠ μπορεί να αρνηθεί την ανταλλαγή πληροφοριών μόνο σε εξαιρετικές περιστάσεις όπου η ανταλλαγή θα μπορούσε να αντίκειται σε θεμελιώδεις αρχές του εθνικού της δικαίου. Οι εν λόγω εξαιρετικές περιστάσεις προσδιορίζονται κατά τρόπον ώστε να προλαμβάνονται η κατάχρηση και οι αδικαιολόγητοι περιορισμοί της ελεύθερης ανταλλαγής πληροφοριών για σκοπούς ανάλυσης.

    Έως [1 έτος μετά την ημερομηνία μεταφοράς της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο], τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τις εξαιρετικές περιστάσεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο. Τα κράτη μέλη επικαιροποιούν τις κοινοποιήσεις αυτές όταν επέρχονται αλλαγές στις εξαιρετικές περιστάσεις που προσδιορίζονται σε εθνικό επίπεδο.

    Άρθρο 25

    Κοινές αναλύσεις

    1.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ΜΧΠ τους είναι σε θέση να διενεργούν κοινές αναλύσεις ύποπτων συναλλαγών και δραστηριοτήτων.

    2.Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, οι σχετικές ΜΧΠ, επικουρούμενες από την AMLA σύμφωνα με το άρθρο 33 του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς–πρόταση κανονισμού για τη σύσταση αρχής για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 421 final] συστήνουν κοινή ομάδα ανάλυσης για συγκεκριμένο σκοπό και περιορισμένο χρονικό διάστημα, η οποία μπορεί να παραταθεί με αμοιβαία συναίνεση, για τη διενέργεια επιχειρησιακών αναλύσεων ύποπτων συναλλαγών ή δραστηριοτήτων που αφορούν μία ή περισσότερες ΜΧΠ που συγκροτούν την ομάδα.

    3.Μπορεί να συσταθεί κοινή ομάδα ανάλυσης όταν:

    α)οι επιχειρησιακές αναλύσεις της ΜΧΠ απαιτούν δύσκολες και απαιτητικές αναλύσεις που συνδέονται με άλλα κράτη μέλη·

    β)ορισμένες ΜΧΠ διεξάγουν επιχειρησιακές αναλύσεις στις οποίες οι περιστάσεις της υπόθεσης απαιτούν συντονισμένη και εναρμονισμένη δράση στα εμπλεκόμενα κράτη μέλη.

    Το αίτημα για τη σύσταση κοινής ομάδας ανάλυσης μπορεί να υποβληθεί από οποιαδήποτε από τις σχετικές ΜΧΠ.

    4.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι το μέλος της ΜΧΠ τους που έχει οριστεί να συμμετάσχει στην κοινή ομάδα ανάλυσης είναι σε θέση, σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο και εντός των ορίων της αρμοδιότητάς του, να παρέχει στην ομάδα πληροφορίες που διαθέτει η ΜΧΠ του για τους σκοπούς της ανάλυσης που διεξάγεται από την ομάδα.

    5.Όταν η κοινή ομάδα ανάλυσης χρειάζεται τη βοήθεια μιας ΜΧΠ διαφορετικής από εκείνη που αποτελεί μέρος της ομάδας, μπορεί να ζητήσει από την εν λόγω ΜΧΠ:

    α)να συμμετάσχει στην κοινή ομάδα ανάλυσης·

    β)να υποβάλει χρηματοοικονομικές πληροφορίες στην κοινή ομάδα ανάλυσης.

    Άρθρο 26

    Χρήση, από τις ΜΧΠ, των πληροφοριών που ανταλλάσσονται μεταξύ τους

    Πληροφορίες και έγγραφα που λαμβάνονται δυνάμει των άρθρων 22 και 24 χρησιμοποιούνται για την εκπλήρωση των καθηκόντων των ΜΧΠ, όπως ορίζονται στην παρούσα οδηγία. Κατά την ανταλλαγή πληροφοριών και εγγράφων σύμφωνα με τα άρθρα 22 και 24, η ΜΧΠ που τα διαβιβάζει μπορεί να επιβάλλει περιορισμούς και προϋποθέσεις ως προς τη χρήση των πληροφοριών αυτών. Η παραλήπτρια ΜΧΠ συμμορφώνεται με τους εν λόγω περιορισμούς και προϋποθέσεις.

    Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι ΜΧΠ ορίζουν τουλάχιστον έναν υπεύθυνο ή σημείο επικοινωνίας που λαμβάνει αιτήματα παροχής πληροφοριών από ΜΧΠ σε άλλα κράτη μέλη.

    Άρθρο 27

    Συγκατάθεση για περαιτέρω διάδοση πληροφοριών που ανταλλάσσονται μεταξύ των ΜΧΠ

    1.Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι πληροφορίες που αποτελούν αντικείμενο ανταλλαγής δυνάμει των άρθρων 22 και 24 να χρησιμοποιούνται μόνο για τον σκοπό για τον οποίο ζητήθηκαν ή παρασχέθηκαν, και οιαδήποτε διάδοση των εν λόγω πληροφοριών από την παραλήπτρια ΜΧΠ σε οιαδήποτε άλλη αρχή, οργανισμό ή υπηρεσία, ή οιαδήποτε χρήση των πληροφοριών αυτών για σκοπούς πέραν των αρχικώς εγκριθέντων, να υπόκειται σε εκ των προτέρων συγκατάθεση από τη ΜΧΠ που παρέχει τις πληροφορίες.

    2.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η εκ των προτέρων συγκατάθεση της ερωτώμενης ΜΧΠ για τη διάδοση των πληροφοριών στις αρμόδιες αρχές παρέχεται αμελλητί και στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, ανεξάρτητα από τον τύπο των βασικών αδικημάτων. Η ερωτώμενη ΜΧΠ δεν αρνείται να δώσει τη συγκατάθεσή της για τη διάδοση των πληροφοριών, εκτός εάν αυτό δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεών της για την ΚΞΧ/ΧΤ ή θα μπορούσε να παρακωλύσει τη διενέργεια ποινικής έρευνας ή διαφορετικά δεν θα συμμορφωνόταν με θεμελιώδεις αρχές του εθνικού δικαίου του εν λόγω κράτους μέλους. Οποιαδήποτε τέτοια άρνηση συγκατάθεσης επεξηγείται δεόντως. Οι περιπτώσεις άρνησης συγκατάθεσης από τις ΜΧΠ προσδιορίζονται κατά τρόπο ώστε να προλαμβάνονται η κατάχρηση και οι αδικαιολόγητοι περιορισμοί της διάδοσης πληροφοριών προς τις αρμόδιες αρχές.

    Άρθρο 28

    Αποτέλεσμα των διατάξεων ποινικού δικαίου

    Οι διαφορές μεταξύ των κατά το εθνικό δίκαιο ορισμών των βασικών αδικημάτων δεν εμποδίζουν την ικανότητα των ΜΧΠ να παρέχουν συνδρομή σε άλλη ΜΧΠ και δεν περιορίζουν την ανταλλαγή, τη διάδοση και τη χρήση πληροφοριών σύμφωνα με τα άρθρα 24, 26 και 27.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

    ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗΣ ΕΣΟΔΩΝ ΑΠΟ ΠΑΡΑΝΟΜΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ

    Τμήμα 1

    Γενικές διατάξεις

    Άρθρο 29

    Εξουσίες και πόροι των εθνικών εποπτικών φορέων

    1.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι όλες οι υπόχρεες οντότητες υπόκεινται σε επαρκή εποπτεία. Προς τον σκοπό αυτόν, τα κράτη μέλη ορίζουν εποπτικούς φορείς για την αποτελεσματική παρακολούθηση και τη λήψη των αναγκαίων μέτρων για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης των υπόχρεων οντοτήτων προς τις απαιτήσεις που ορίζονται στον κανονισμό [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για τη σύσταση αρχής για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021)420 final] και προς την απαίτηση εφαρμογής στοχευμένων οικονομικών κυρώσεων.

    2.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εποπτικοί φορείς διαθέτουν επαρκείς οικονομικούς, ανθρώπινους και τεχνικούς πόρους για την εκτέλεση των καθηκόντων τους όπως αναφέρονται στην παράγραφο 4. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι το προσωπικό των εν λόγω αρχών διαθέτει υψηλή ακεραιότητα και τα απαιτούμενα προσόντα, και διατηρεί υψηλό επαγγελματικό επίπεδο, μεταξύ άλλων και σε ζητήματα εμπιστευτικότητας, προστασίας των δεδομένων και κανόνων για την αντιμετώπιση της σύγκρουσης συμφερόντων.

    3.Στην περίπτωση των υπόχρεων οντοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 3 σημεία 3) στοιχεία α), β) και δ), του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final], τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέψουν την εκτέλεση των καθηκόντων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου από αυτορρυθμιζόμενους φορείς, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω αυτορρυθμιζόμενοι φορείς διαθέτουν τις εξουσίες που αναφέρονται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου και διαθέτουν επαρκείς οικονομικούς, ανθρώπινους και τεχνικούς πόρους για την εκτέλεση των καθηκόντων τους. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι το προσωπικό των εν λόγω φορέων διαθέτει υψηλή ακεραιότητα και τα απαιτούμενα προσόντα, και διατηρεί υψηλό επαγγελματικό επίπεδο, μεταξύ άλλων και σε ζητήματα εμπιστευτικότητας, προστασίας των δεδομένων και κανόνων για την αντιμετώπιση της σύγκρουσης συμφερόντων.

    4.Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εθνικοί εποπτικοί φορείς εκτελούν τα ακόλουθα καθήκοντα:

    α)διαδίδουν σχετικές πληροφορίες σε υπόχρεες οντότητες σύμφωνα με το άρθρο 30·

    β)αποφασίζουν για τις περιπτώσεις στις οποίες οι συγκεκριμένοι εγγενείς κίνδυνοι σε έναν τομέα είναι σαφείς και κατανοητοί και δεν απαιτούνται επιμέρους τεκμηριωμένες εκτιμήσεις κινδύνου σύμφωνα με το άρθρο 8 του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς–πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final]·

    γ)ελέγχουν την επάρκεια και την εφαρμογή των εσωτερικών πολιτικών, ελέγχων και διαδικασιών των υπόχρεων οντοτήτων σύμφωνα με το κεφάλαιο II του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς–πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final] και των ανθρώπινων πόρων που διατίθενται για την εκτέλεση των καθηκόντων που απαιτούνται βάσει του εν λόγω κανονισμού·

    δ)αξιολογούν και παρακολουθούν τακτικά τους κινδύνους νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας στις οποίες εκτίθενται οι υπόχρεες οντότητες·

    ε)παρακολουθούν τη συμμόρφωση των υπόχρεων οντοτήτων όσον αφορά τις υποχρεώσεις τους σε σχέση με στοχευμένες οικονομικές κυρώσεις·

    στ)διεξάγουν όλες τις απαραίτητες μη επιτόπιες, επιτόπιες και θεματικές έρευνες και τυχόν άλλες έρευνες, εκτιμήσεις και αναλύσεις που είναι απαραίτητες για να επαληθευτεί ότι οι υπόχρεες οντότητες συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final], με την απαίτηση εφαρμογής στοχευμένων οικονομικών κυρώσεων και με τυχόν διοικητικά μέτρα που λαμβάνονται σύμφωνα με το άρθρο 41·

    ζ)λαμβάνουν κατάλληλα εποπτικά μέτρα για την αντιμετώπιση τυχόν παραβιάσεων των εφαρμοστέων απαιτήσεων από τις υπόχρεες οντότητες οι οποίες εντοπίζονται κατά τη διαδικασία των εποπτικών αξιολογήσεων και για την παρακολούθηση της εφαρμογής των εν λόγω μέτρων.

    5.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εποπτικοί φορείς διαθέτουν επαρκείς εξουσίες για την εκτέλεση των καθηκόντων τους όπως αναφέρονται στην παράγραφο 4, συμπεριλαμβανομένης της εξουσίας:

    α)να απαιτούν την προσκόμιση οποιασδήποτε πληροφορίας από υπόχρεες οντότητες που είναι σχετική για την παρακολούθηση και την επαλήθευση της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final] και για τη διενέργεια ελέγχων, μεταξύ άλλων από πράκτορες ή εξωτερικούς παρόχους υπηρεσιών στους οποίους η υπόχρεη οντότητα έχει αναθέσει μέρος των καθηκόντων της για να εκπληρώσει τις απαιτήσεις του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final]·

    β)να επιβάλλουν κατάλληλα και αναλογικά διοικητικά μέτρα για την επανόρθωση της κατάστασης σε περίπτωση παραβιάσεων, μεταξύ άλλων μέσω της επιβολής διοικητικών κυρώσεων σύμφωνα με το τμήμα 4 του παρόντος κεφαλαίου.

    6.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρχές χρηματοπιστωτικής εποπτείας και οι εποπτικοί φορείς που είναι υπεύθυνοι για τους φορείς εκμετάλλευσης τυχερών παιχνιδιών έχουν εξουσίες επιπλέον αυτών που αναφέρονται στην παράγραφο 5, συμπεριλαμβανομένης της εξουσίας να ερευνούν τους επαγγελματικούς χώρους της υπόχρεης οντότητας χωρίς προειδοποίηση, όταν η ορθή διεξαγωγή και αποτελεσματικότητα του ελέγχου το απαιτούν, και ότι διαθέτουν όλα τα απαραίτητα μέσα για τη διεξαγωγή μιας τέτοιας έρευνας.

    Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου, οι εποπτικοί φορείς είναι τουλάχιστον σε θέση:

    α)να εξετάζουν τα βιβλία και τα αρχεία της υπόχρεης οντότητας και να λαμβάνουν αντίγραφα ή αποσπάσματα από τα εν λόγω βιβλία και αρχεία·

    β)να αποκτούν πρόσβαση σε οποιοδήποτε λογισμικό, βάσεις δεδομένων, εργαλεία πληροφορικής ή άλλα ηλεκτρονικά μέσα καταγραφής πληροφοριών που χρησιμοποιούνται από την υπόχρεη οντότητα·

    γ)να λαμβάνουν γραπτές ή προφορικές εξηγήσεις από οποιοδήποτε πρόσωπο υπεύθυνο για τις εσωτερικές πολιτικές και ελέγχους στο πλαίσιο της ΚΞΧ/ΧΤ ή από τους εκπροσώπους ή το προσωπικό τους, καθώς και από κάθε εκπρόσωπο ή προσωπικό οντοτήτων στις οποίες η υπόχρεη οντότητα έχει αναθέσει καθήκοντα σύμφωνα με το άρθρο 40 του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final] και να εξετάζουν κάθε άλλο πρόσωπο που συναινεί να ερωτηθεί με σκοπό τη συγκέντρωση πληροφοριών σχετικά με το αντικείμενο μιας έρευνας.

    Άρθρο 30

    Παροχή πληροφοριών σε υπόχρεες οντότητες

    1.Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι εποπτικοί φορείς να θέτουν στη διάθεση των υπόχρεων οντοτήτων που υπάγονται στην εποπτεία τους τις πληροφορίες που αφορούν τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας.

    2.Οι πληροφορίες της παραγράφου 1 περιλαμβάνουν τα εξής:

    α)την υπερεθνική εκτίμηση κινδύνου που έχει εκπονήσει η Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 7 και κάθε σχετική σύσταση της Επιτροπής βάσει του εν λόγω άρθρου·

    β)τις εθνικές ή τομεακές εκτιμήσεις κινδύνου που έχουν εκπονηθεί σύμφωνα με το άρθρο 8·

    γ)τις σχετικές κατευθυντήριες γραμμές, συστάσεις και γνώμες που εκδίδονται από την AMLA σύμφωνα με τα άρθρα 43 και 44 του κανονισμού [να προτεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για τη σύσταση αρχής για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 421 final

    δ)πληροφορίες για τρίτες χώρες που προσδιορίζονται σύμφωνα με το τμήμα 2 του κεφαλαίου III του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final]·

    ε)κάθε καθοδήγηση και έκθεση που εκπονείται από την AMLA και άλλους εποπτικούς φορείς και, κατά περίπτωση, τη δημόσια αρχή που εποπτεύει αυτορρυθμιζόμενους οργανισμούς, τη ΜΧΠ ή οποιαδήποτε άλλη αρμόδια αρχή ή διεθνείς οργανισμούς και φορείς καθορισμού προτύπων σχετικά με τις μεθόδους νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας που ενδέχεται να εφαρμόζονται σε έναν τομέα και τις ενδείξεις που ενδέχεται να διευκολύνουν τον εντοπισμό συναλλαγών ή δραστηριοτήτων που κινδυνεύουν να συνδεθούν με τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας σε αυτόν τον τομέα, καθώς και τις υποχρεώσεις των υπόχρεων οντοτήτων σε σχέση με στοχευμένες οικονομικές κυρώσεις.

    3.Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι εποπτικοί φορείς να θέτουν αμέσως στη διάθεση των υπόχρεων οντοτήτων υπό την εποπτεία τους πληροφορίες για τα πρόσωπα ή τις οντότητες που έχουν οριστεί σε σχέση με στοχευμένες οικονομικές κυρώσεις.

    Άρθρο 31

    Εποπτεία βάσει κινδύνου

    1.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εποπτικοί φορείς εφαρμόζουν προσέγγιση εποπτείας βάσει κινδύνου. Για τον σκοπό αυτόν, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι:

    α) έχουν σαφή κατανόηση των κινδύνων νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, οι οποίοι υπάρχουν στο κράτος μέλος τους·

    β) αξιολογούν όλες τις πληροφορίες τις σχετικές με τους συγκεκριμένους εγχώριους και διεθνείς κινδύνους που συνδέονται με τους πελάτες, τα προϊόντα και τις υπηρεσίες των υπόχρεων οντοτήτων·

    γ) βασίζουν τη συχνότητα και την ένταση της επιτόπου, εκτός τόπου και θεματικής εποπτείας στο προφίλ κινδύνου των υπόχρεων οντοτήτων, και στους κινδύνους νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, οι οποίοι υπάρχουν στο εν λόγω κράτος μέλος. Για τον σκοπό αυτόν, οι εποπτικοί φορείς καταρτίζουν ετήσια προγράμματα εποπτείας.

    2.Έως [2 έτη μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας], η AMLA καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων και τα υποβάλλει στην Επιτροπή για έγκριση. Τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων καθορίζουν τα κριτήρια αναφοράς και μια μεθοδολογία για την αξιολόγηση και την ταξινόμηση του προφίλ εγγενούς και υπολειπόμενου κινδύνου των υπόχρεων οντοτήτων, καθώς και τη συχνότητα με την οποία θα επανεξετάζεται το προφίλ κινδύνου. Η συχνότητα αυτή λαμβάνει υπόψη τυχόν σημαντικά γεγονότα ή εξελίξεις στη διαχείριση και στις δραστηριότητες της υπόχρεης οντότητας, καθώς και τη φύση και το μέγεθος της επιχείρησης.

    3.Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να συμπληρώνει την παρούσα οδηγία με την έκδοση των ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου σύμφωνα με τα άρθρα 38 έως 41 του κανονισμού[να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για τη σύσταση αρχής για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 421 final].

    4.Έως [1 έτος μετά την ημερομηνία μεταφοράς της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο], η AMLA εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές, που απευθύνονται στους εποπτικούς φορείς, σχετικά με τα χαρακτηριστικά μιας προσέγγισης εποπτείας βάσει κινδύνου και τα βήματα που πρέπει να ακολουθούνται κατά τη διενέργεια εποπτείας ανάλογα με τον βαθμό κινδύνου.

    5.Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι εποπτικοί φορείς να λαμβάνουν υπόψη τον βαθμό διακριτικής ευχέρειας που παραχωρείται στην υπόχρεη οντότητα, και να εξετάζουν δεόντως τις εκτιμήσεις κινδύνου, που αποτελούν τη βάση αυτής της ευχέρειας, καθώς και την επάρκεια των πολιτικών, των εσωτερικών ελέγχων και διαδικασιών της υπόχρεης οντότητας.

    6.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα αποτελέσματα των εκτιμήσεων κινδύνου που διενεργούνται από εποπτικούς φορείς σύμφωνα με το παρόν άρθρο διατίθενται σε συγκεντρωτική μορφή στη ΜΧΠ.

    Άρθρο 32

    Γνωστοποίηση στις ΜΧΠ

    1.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι εάν οι εποπτικοί φορείς κατά τη διάρκεια των ελέγχων που πραγματοποιούν στις υπόχρεες οντότητες, ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο, ανακαλύψουν γεγονότα που θα μπορούσαν να συνδέονται με νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, ενημερώνουν αμελλητί τη ΜΧΠ.

    2.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εποπτικοί φορείς που είναι επιφορτισμένοι με την εποπτεία των αγορών μετοχών, συναλλάγματος και χρηματοοικονομικών παραγώγων, ενημερώνουν τη ΜΧΠ, εάν ανακαλύψουν γεγονότα που θα μπορούσαν να συνδέονται με νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας.

    Άρθρο 33

    Εποπτεία υπόχρεων οντοτήτων που λειτουργούν στο πλαίσιο της ελευθερίας εγκατάστασης και της ελευθερίας παροχής υπηρεσιών

    1.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εποπτικοί φορείς συνεργάζονται μεταξύ τους στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, ανεξαρτήτως φύσης ή καθεστώτος. Αυτή η συνεργασία περιλαμβάνει επίσης τη διενέργεια, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του ερωτώμενου εποπτικού φορέα, ερευνών για λογαριασμό αιτούντος εποπτικού φορέα, και την επακόλουθη ανταλλαγή των πληροφοριών που λαμβάνονται μέσω αυτών των ερευνών.

    2.Επιπλέον του άρθρου 5, οι υπόχρεες οντότητες που επιθυμούν να ασκήσουν, για πρώτη φορά, τις δραστηριότητές τους στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, στο πλαίσιο της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, κοινοποιούν στους εποπτικούς φορείς του κράτους μέλους καταγωγής τις δραστηριότητες που σκοπεύουν να ασκήσουν. Η εν λόγω κοινοποίηση απαιτείται επίσης όταν η παροχή διασυνοριακών υπηρεσιών πραγματοποιείται από πράκτορες της υπόχρεης οντότητας.

    3.Οι εποπτικοί φορείς του κράτους μέλους καταγωγής διαβιβάζουν στους εποπτικούς φορείς του κράτους μέλους υποδοχής την κοινοποίηση που προβλέπεται στην παράγραφο 2 εντός προθεσμίας ενός μηνός από την παραλαβή της.

    4.Στις περιπτώσεις που καλύπτονται από την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου και από το άρθρο 5, οι εποπτικοί φορείς του κράτους μέλους υποδοχής συνεργάζονται με τους εποπτικούς φορείς του κράτους μέλους καταγωγής και παρέχουν τη συνδρομή τους για να διασφαλιστεί η επαλήθευση της συμμόρφωσης της υπόχρεης οντότητας με τις απαιτήσεις του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final] και του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση αναδιατύπωσης του κανονισμού (ΕΕ) 2015/847COM(2021) 422 final] και να ληφθούν τα κατάλληλα και αναλογικά μέτρα για την αντιμετώπιση των παραβιάσεων.

    Στις περιπτώσεις που καλύπτονται από το άρθρο 5, επιτρέπεται στους εποπτικούς φορείς του κράτους μέλους υποδοχής να λαμβάνουν με δική τους πρωτοβουλία τα κατάλληλα και αναλογικά μέτρα για την αντιμετώπιση σοβαρών ελλείψεων που απαιτούν άμεσα διορθωτικά μέτρα. Τα εν λόγω μέτρα είναι προσωρινά και λήγουν όταν αντιμετωπισθούν οι ελλείψεις που έχουν επισημανθεί, μεταξύ άλλων, με τη συνδρομή ή τη συνεργασία των εποπτικών φορέων του κράτους μέλους καταγωγής της υπόχρεης οντότητας.

    5.Όταν οι εποπτικοί φορείς του κράτους μέλους καταγωγής και του κράτους μέλους υποδοχής διαφωνούν σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν σε σχέση με μια υπόχρεη οντότητα, μπορούν να παραπέμψουν το θέμα στην AMLA και να ζητήσουν τη συνδρομή της σύμφωνα με τα άρθρα 5 και 10 του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για τη σύσταση αρχής για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 421 final]. Η AMLA παρέχει τις συμβουλές της σχετικά με το θέμα της διαφωνίας εντός ενός μηνός.

    Άρθρο 34

    Διατάξεις που σχετίζονται με τη συνεργασία στο πλαίσιο της ομαδικής εποπτείας

    1.Στην περίπτωση πιστωτικών και χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων που ανήκουν σε όμιλο, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, για τους σκοπούς που ορίζονται στο άρθρο 29 παράγραφος 1, οι αρχές χρηματοπιστωτικής εποπτείας του κράτους μέλους καταγωγής και εκείνες του κράτους μέλους υποδοχής συνεργάζονται μεταξύ τους στον μέγιστο δυνατό βαθμό, ανεξάρτητα από την αντίστοιχη φύση τους ή το αντίστοιχο καθεστώς τους. Συνεργάζονται επίσης με την AMLA όταν ασκεί εποπτικά καθήκοντα σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 2 του κανονισμού [να προτεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για τη σύσταση αρχής για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 421 final]

    2.Εκτός από τις περιπτώσεις όπου η AMLA ασκεί εποπτικά καθήκοντα σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 2 του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για τη σύσταση αρχής για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 421 final], τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρχές χρηματοπιστωτικής εποπτείας του κράτους μέλους καταγωγής εποπτεύουν την αποτελεσματική εφαρμογή των πολιτικών, των ελέγχων και των διαδικασιών σε επίπεδο ομίλου που αναφέρονται στο άρθρο 13 του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final]. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν επίσης ότι οι αρχές χρηματοπιστωτικής εποπτείας του κράτους μέλους υποδοχής εποπτεύουν τη συμμόρφωση των εγκαταστάσεων που βρίσκονται στο έδαφος του κράτους μέλους με τις απαιτήσεις του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final].

    3.Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, και εκτός από τις περιπτώσεις στις οποίες τα εποπτικά σώματα ΚΞΧ/ΧΤ έχουν συσταθεί σύμφωνα με το άρθρο 36, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρχές χρηματοπιστωτικής εποπτείας παρέχουν αμοιβαία τις πληροφορίες που απαιτούνται για την άσκηση των εποπτικών τους καθηκόντων, είτε κατόπιν αιτήματος είτε με δική τους πρωτοβουλία. Ειδικότερα, οι αρχές χρηματοπιστωτικής εποπτείας ανταλλάσσουν κάθε πληροφορία που θα μπορούσε να επηρεάσει σημαντικά την εκτίμηση της έκθεσης σε εγγενή ή υπολειπόμενο κίνδυνο ενός πιστωτικού ή χρηματοπιστωτικού ιδρύματος σε άλλο κράτος μέλος, συμπεριλαμβανομένων:

    α)του προσδιορισμού της νομικής δομής, της διακυβέρνησης και της οργανωτικής δομής του ομίλου, που καλύπτει όλες τις θυγατρικές και όλα τα υποκαταστήματα·

    β)των εσωτερικών ελέγχων, πολιτικών και διαδικασιών που ισχύουν εντός του ομίλου·

    γ)των δυσμενών εξελίξεων σε σχέση με τη μητρική επιχείρηση, τις θυγατρικές ή τα υποκαταστήματα, οι οποίες θα μπορούσαν να επηρεάσουν σοβαρά άλλα μέρη του ομίλου·

    δ)των διοικητικών μέτρων και κυρώσεων που ελήφθησαν από αρχές χρηματοπιστωτικής εποπτείας σύμφωνα με το τμήμα 4 του παρόντος κεφαλαίου.

    Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν επίσης ότι οι αρχές χρηματοπιστωτικής εποπτείας είναι σε θέση να διεξάγουν, στο πλαίσιο των εξουσιών τους, έρευνες για λογαριασμό αιτούντος εποπτικού φορέα και να μοιράζονται τις πληροφορίες που λαμβάνονται μέσω τέτοιων ερευνών.

    4.Έως [2 έτη μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας], η AMLA καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων και τα υποβάλλει στην Επιτροπή για έγκριση. Τα εν λόγω ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα περιγράφουν λεπτομερώς τα αντίστοιχα καθήκοντα των εποπτικών φορέων καταγωγής και υποδοχής, καθώς και τους τρόπους συνεργασίας μεταξύ τους.

    Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να συμπληρώνει την παρούσα οδηγία με την έκδοση των ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 38 έως 41 του κανονισμού[να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για τη σύσταση αρχής για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 421 final].

    5.Οι αρχές χρηματοπιστωτικής εποπτείας μπορούν να παραπέμπουν στην AMLA οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

    α)όταν μια αρχή χρηματοπιστωτικής εποπτείας δεν έχει κοινοποιήσει τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 3·

    β)όταν ένα αίτημα για συνεργασία έχει απορριφθεί ή δεν έχει διεκπεραιωθεί εντός εύλογου διαστήματος.

    Η AMLA μπορεί να ενεργεί σύμφωνα με τις εξουσίες που της ανατίθενται βάσει των άρθρων 5 και 10 του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για τη σύσταση αρχής για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 421 final]. Όταν ενεργεί σύμφωνα με τις εξουσίες αυτές, η AMLA διατυπώνει τη γνώμη της σχετικά με το αντικείμενο του αιτήματος εντός ενός μηνός.

    6.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται επίσης στην εποπτεία ομίλων υπόχρεων οντοτήτων εκτός των πιστωτικών ή χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν επίσης ότι σε περιπτώσεις κατά τις οποίες υπόχρεες οντότητες εκτός των πιστωτικών και χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων αποτελούν μέρος δομών που διαθέτουν κοινή κυριότητα, διοίκηση ή έλεγχο συμμόρφωσης, συμπεριλαμβανομένων δικτύων ή εταιρικών σχέσεων, διευκολύνεται η συνεργασία και η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των εποπτικών φορέων.

    Άρθρο 35

    Ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με την εφαρμογή των πολιτικών του ομίλου σε τρίτες χώρες

    Οι εποπτικοί φορείς της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένης της AMLA, αλληλοενημερώνονται για τις περιπτώσεις στις οποίες το δίκαιο τρίτης χώρας δεν επιτρέπει την εφαρμογή των πολιτικών, ελέγχων και διαδικασιών που απαιτούνται από το άρθρο 13 του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final]. Σε αυτές τις περιπτώσεις, μπορεί να αναληφθεί συντονισμένη δράση από τους εποπτικούς φορείς προκειμένου να επιτευχθεί λύση. Όταν εκτιμούν ποιες τρίτες χώρες δεν επιτρέπουν την εφαρμογή των πολιτικών, των ελέγχων και των διαδικασιών που απαιτούνται βάσει του άρθρου 13 του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final] οι εποπτικοί φορείς λαμβάνουν υπόψη τυχόν νομικούς περιορισμούς που μπορεί να παρεμποδίζουν την ορθή εφαρμογή αυτών των πολιτικών και διαδικασιών, μεταξύ των οποίων το επαγγελματικό απόρρητο, το ανεπαρκές επίπεδο προστασίας δεδομένων και άλλοι περιορισμοί που περιορίζουν την ανταλλαγή των πληροφοριών που μπορεί να είναι χρήσιμες γι’ αυτόν τον σκοπό.

    Τμήμα 2

    Ειδικές διατάξεις που εφαρμόζονται στον χρηματοπιστωτικό τομέα

    Άρθρο 36

    Εποπτικά σώματα ΚΞΧ/ΧΤ

    1.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν τη δημιουργία ειδικών εποπτικών σωμάτων ΚΞΧ/ΧΤ σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

    α)όταν ένα πιστωτικό ή χρηματοπιστωτικό ίδρυμα έχει αποκτήσει εγκαταστάσεις σε τουλάχιστον δύο διαφορετικά κράτη μέλη εκτός από το κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται η έδρα του·

    β)όταν ένα πιστωτικό ή χρηματοπιστωτικό ίδρυμα τρίτης χώρας έχει αποκτήσει εγκαταστάσεις σε τουλάχιστον τρία κράτη μέλη.

    2. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρχές χρηματοπιστωτικής εποπτείας προσδιορίζουν:

    α)όλα τα πιστωτικά και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που λειτουργούν σε διασυνοριακή βάση και έχουν λάβει άδεια στο κράτος μέλος τους·

    β)όλες τις εγκαταστάσεις που έχουν συσταθεί από αυτά τα ιδρύματα σε άλλες δικαιοδοσίες·

    γ)εγκαταστάσεις που έχουν συσταθεί στο έδαφός τους από πιστωτικά και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα άλλων κρατών μελών ή τρίτων χωρών.

    3. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέψουν τη σύσταση εποπτικών σωμάτων ΚΞΧ/ΧΤ όταν ένα πιστωτικό ή χρηματοπιστωτικό ίδρυμα εγκατεστημένο στην Ένωση έχει αποκτήσει εγκαταστάσεις σε τουλάχιστον δύο τρίτες χώρες. Οι αρχές χρηματοπιστωτικής εποπτείας μπορούν να καλέσουν τους ομολόγους τους στις εν λόγω τρίτες χώρες να συστήσουν ένα τέτοιο σώμα. Οι αρχές χρηματοπιστωτικής εποπτείας που συμμετέχουν στο σώμα συνάπτουν γραπτή συμφωνία που περιγράφει λεπτομερώς τους όρους και τις διαδικασίες της συνεργασίας και της ανταλλαγής πληροφοριών.

    4. Τέτοια σώματα μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την ανταλλαγή πληροφοριών, την παροχή αμοιβαίας συνδρομής ή τον συντονισμό της προσέγγισης εποπτείας του ιδρύματος, συμπεριλαμβανομένης, όπου απαιτείται, της λήψης κατάλληλων και αναλογικών μέτρων για την αντιμετώπιση σοβαρών παραβιάσεων των απαιτήσεων του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final] που εντοπίζονται σε όλες τις εγκαταστάσεις που έχουν συσταθεί από το ίδρυμα στη δικαιοδοσία ενός εποπτικού φορέα που συμμετέχει στο σώμα.

    5. Η AMLA παρίσταται στις συνεδριάσεις των εποπτικών σωμάτων ΚΞΧ/ΧΤ και διευκολύνει το έργο τους σύμφωνα με το άρθρο 29 του κανονισμού[να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για τη σύσταση αρχής για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 421 final].

    6. Έως [2 έτη μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας], η AMLA καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων και τα υποβάλλει στην Επιτροπή για έγκριση. Τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων καθορίζουν τους γενικούς όρους για τη λειτουργία των εποπτικών σωμάτων ΚΞΧ/ΧΤ, συμπεριλαμβανομένων των όρων συνεργασίας μεταξύ των συμμετεχόντων και της επιχειρησιακής λειτουργίας αυτών των σωμάτων.

    Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να συμπληρώνει την παρούσα οδηγία με την έκδοση των ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 38 έως 41 του κανονισμού[να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για τη σύσταση αρχής για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 421 final].

    Άρθρο 37

    Συνεργασία με αρχές χρηματοπιστωτικής εποπτείας σε τρίτες χώρες.

    1. Τα κράτη μέλη μπορούν να εξουσιοδοτούν τις αρχές χρηματοπιστωτικής εποπτείας να συνάπτουν συμφωνίες συνεργασίας που προβλέπουν συνεργασία και ανταλλαγή εμπιστευτικών πληροφοριών με τους ομολόγους τους σε τρίτες χώρες. Οι εν λόγω συμφωνίες συνεργασίας συμμορφώνονται με τους ισχύοντες κανόνες προστασίας δεδομένων για τις διαβιβάσεις δεδομένων και συνάπτονται με βάση την αμοιβαιότητα και μόνο εφόσον οι πληροφορίες που παρέχονται καλύπτονται από απαιτήσεις επαγγελματικού απορρήτου τουλάχιστον ισοδύναμες με αυτές που αναφέρονται στο άρθρο 50 παράγραφος 1. Οι εμπιστευτικές πληροφορίες που γίνονται αντικείμενο ανταλλαγής σύμφωνα με αυτές τις συμφωνίες συνεργασίας χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για τον σκοπό της εκτέλεσης των εποπτικών καθηκόντων των εν λόγω αρχών.

    Όταν οι πληροφορίες που γίνονται αντικείμενο ανταλλαγής προέρχονται από άλλο κράτος μέλος, γνωστοποιούνται μόνο έπειτα από ρητή συμφωνία της αρχής χρηματοπιστωτικής εποπτείας που τις γνωστοποίησε και, κατά περίπτωση, μόνο για τους σκοπούς για τους οποίους έδωσε τη συγκατάθεσή της η αρχή αυτή.

    2. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, η AMLA ενδέχεται να παρέχει τη συνδρομή της εφόσον είναι απαραίτητη για την αξιολόγηση της ισοδυναμίας των απαιτήσεων επαγγελματικού απορρήτου που ισχύουν για τον ομόλογο της τρίτης χώρας.

    3. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρχές χρηματοπιστωτικής εποπτείας κοινοποιούν στην AMLA κάθε συμφωνία που υπογράφεται σύμφωνα με το παρόν άρθρο εντός ενός μηνός από την υπογραφή της.

    Τμήμα 3

    Ειδικές διατάξεις σχετικά με τους αυτορρυθμιζόμενους φορείς

    Άρθρο 38

    Εποπτεία αυτορρυθμιζόμενων φορέων

    1. Όταν τα κράτη μέλη αποφασίζουν, σύμφωνα με το άρθρο 29 παράγραφος 3, να επιτρέψουν στους αυτορρυθμιζόμενους φορείς να ασκούν την εποπτεία των οντοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 3 σημείο 3) στοιχεία α), β) και δ) του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final] διασφαλίζουν ότι οι δραστηριότητες των εν λόγω αυτορρυθμιζόμενων φορέων κατά την εκτέλεση τέτοιων λειτουργιών υπόκεινται σε εποπτεία από δημόσια αρχή.

    2. Η αρχή που εποπτεύει τους αυτορρυθμιζόμενους φορείς είναι υπεύθυνη για τα εξής:

    α)εξακρίβωση ότι οποιοσδήποτε αυτορρυθμιζόμενος φορέας που εκτελεί τα καθήκοντα ή φιλοδοξεί να εκτελέσει τα καθήκοντα που αναφέρονται στο άρθρο 29 παράγραφος 1 πληροί τις απαιτήσεις της παραγράφου 3 του εν λόγω άρθρου·

    β)έκδοση εγγράφων καθοδήγησης όσον αφορά την εκτέλεση των καθηκόντων που αναφέρονται στο άρθρο 29 παράγραφος 1·

    γ)διασφάλιση ότι οι αυτορρυθμιζόμενοι φορείς εκτελούν τα καθήκοντά τους σύμφωνα με το τμήμα 1 του παρόντος κεφαλαίου τηρώντας τα υψηλότερα πρότυπα·

    δ)επανεξέταση των εξαιρέσεων από την υποχρέωση σύνταξης επιμέρους τεκμηριωμένης εκτίμησης κινδύνου σύμφωνα με το άρθρο 29 παράγραφος 4 στοιχείο β), οι οποίες χορηγούνται από τους αυτορρυθμιζόμενους φορείς.

    3.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ανατίθενται στην αρχή που εποπτεύει τους αυτορρυθμιζόμενους φορείς επαρκείς εξουσίες για την εκπλήρωση των αρμοδιοτήτων της σύμφωνα με την παράγραφο 2. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν, τουλάχιστον, ότι η αρχή έχει την εξουσία:

    α)να απαιτεί την προσκόμιση κάθε πληροφορίας που σχετίζεται με την παρακολούθηση της συμμόρφωσης και τη διενέργεια ελέγχων, εκτός από τις πληροφορίες που συλλέγονται από τις υπόχρεες οντότητες που αναφέρονται στο άρθρο 3 σημείο 3) στοιχεία α), β) και δ) του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final] κατά τη διαπίστωση της νομικής θέσης του πελάτη τους ή για την εκτέλεση του καθήκοντος υπεράσπισης ή εκπροσώπησης του εν λόγω πελάτη σε δικαστική διαδικασία ή σχετικά με δικαστική διαδικασία, συμπεριλαμβανομένης της παροχής συμβουλών σχετικά με την κίνηση ή την αποφυγή τέτοιας διαδικασίας ανεξαρτήτως αν οι πληροφορίες συλλέγονται πριν, κατά τη διάρκεια ή μετά την εν λόγω διαδικασία·

    β)να εκδίδει οδηγίες προς αυτορρυθμιζόμενο φορέα με σκοπό την αποκατάσταση της μη εκτέλεσης των καθηκόντων του σύμφωνα με το άρθρο 29 παράγραφος 1 ή της μη συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις της παραγράφου 6 του εν λόγω άρθρου ή την πρόληψη τυχόν τέτοιων περιπτώσεων μη εκτέλεσης ή μη συμμόρφωσης. Κατά την έκδοση τέτοιων οδηγιών, η αρχή εξετάζει κάθε σχετική καθοδήγηση την οποία παρείχε η ίδια ή η AMLA.

    4. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η αρχή που εποπτεύει τους αυτορρυθμιζόμενους φορείς ενημερώνει τις αρχές που είναι αρμόδιες για τη διερεύνηση και τη δίωξη εγκληματικών δραστηριοτήτων έγκαιρα, άμεσα ή μέσω της ΜΧΠ, για τυχόν παραβάσεις που υπόκεινται σε ποινικές κυρώσεις τις οποίες διαπιστώνει κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της.

    5. Η αρχή που εποπτεύει τους αυτορρυθιζόμενους φορείς δημοσιεύει ετήσια έκθεση η οποία περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με:

    α)τον αριθμό και τη φύση των παραβιάσεων που εντοπίστηκαν από κάθε αυτορρυθμιζόμενο φορέα και τα διοικητικά μέτρα ή κυρώσεις που επιβλήθηκαν σε υπόχρεες οντότητες·

    β)τον αριθμό των ύποπτων συναλλαγών που ανέφεραν οι οντότητες που υπόκεινται σε εποπτεία από κάθε αυτορρυθμιζόμενο φορέα στη ΜΧΠ, είτε υποβλήθηκαν απευθείας σύμφωνα με το άρθρο 50 παράγραφος 1 του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final], είτε διαβιβάστηκαν από κάθε αυτορρυθμιζόμενο φορέα στη ΜΧΠ σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 1 του εν λόγω κανονισμού·

    γ)τον αριθμό και την περιγραφή των μέτρων που ελήφθησαν βάσει του άρθρου 40 από κάθε αυτορρυθμιζόμενο φορέα για την παρακολούθηση της συμμόρφωσης των υπόχρεων οντοτήτων προς τις απαιτήσεις του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final] που αναφέρονται στο άρθρο 40 παράγραφος 1·

    δ)τον αριθμό και την περιγραφή των μέτρων που ελήφθησαν από την αρχή που εποπτεύει τους αυτορρυθμιζόμενους φορείς βάσει του παρόντος άρθρου και τον αριθμό των οδηγιών που εκδίδονται προς τους αυτορρυθμιζόμενους φορείς.

    Η έκθεση αυτή διατίθεται στον ιστότοπο της αρχής που εποπτεύει τους αυτορρυθμιζόμενους φορείς και υποβάλλεται στην Επιτροπή και στην AMLA.

    Τμήμα 4

    Διοικητικές κυρώσεις και μέτρα

    Άρθρο 39

    Γενικές διατάξεις

    1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι υπόχρεες οντότητες μπορούν να θεωρηθούν υπεύθυνες για παραβάσεις του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final] σύμφωνα με το παρόν τμήμα.

    2. Με την επιφύλαξη του δικαιώματος των κρατών μελών να προβλέπουν και να επιβάλλουν ποινικές κυρώσεις, τα κράτη μέλη θεσπίζουν κανόνες σχετικά με τις διοικητικές κυρώσεις και μέτρα και διασφαλίζουν ότι οι εποπτικοί φορείς μπορούν να επιβάλλουν τέτοιες κυρώσεις και μέτρα σε περίπτωση παράβασης της παρούσας οδηγίας και διασφαλίζουν την εφαρμογή τους. Οι τυχόν σχετικές κυρώσεις ή μέτρα που επιβάλλονται σύμφωνα με το παρόν τμήμα πρέπει να είναι αποτελεσματικά, αναλογικά και αποτρεπτικά.

    3. Σε περίπτωση παράβασης του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final], τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, όπου ισχύουν υποχρεώσεις των νομικών προσώπων, μπορούν να επιβάλλονται διοικητικές κυρώσεις και μέτρα στα ανώτερα διοικητικά στελέχη και σε άλλα φυσικά πρόσωπα τα οποία, βάσει της εθνικής νομοθεσίας, ευθύνονται για την παράβαση.

    Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, όταν οι εποπτικοί φορείς εντοπίζουν παραβάσεις που υπόκεινται σε ποινικές κυρώσεις, ενημερώνουν εγκαίρως τις αρχές που είναι αρμόδιες για τη διερεύνηση και τη δίωξη εγκληματικών δραστηριοτήτων.

    4. Οι εποπτικοί φορείς ασκούν τις εξουσίες επιβολής διοικητικών κυρώσεων και μέτρων σύμφωνα με την παρούσα οδηγία και το εθνικό δίκαιο, με οποιονδήποτε από τους ακόλουθους τρόπους:

    α)άμεσα·

    β)σε συνεργασία με άλλες αρχές·

    γ)υπό την ευθύνη τους με ανάθεση καθηκόντων στις εν λόγω άλλες αρχές·

    δ)με αίτηση προς τις αρμόδιες δικαστικές αρχές.

    Έως [3 μήνες μετά την προθεσμία μεταφοράς της παρούσας οδηγίας], τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή και στην AMLA τις πληροφορίες σχετικά με τις ρυθμίσεις που αφορούν την επιβολή διοικητικών κυρώσεων ή μέτρων σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, πληροφοριών σχετικά με το αν ορισμένες κυρώσεις ή μέτρα απαιτούν προσφυγή σε ειδική διαδικασία.

    5.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, κατά τον καθορισμό του είδους και του επιπέδου των διοικητικών κυρώσεων ή μέτρων, οι εποπτικοί φορείς λαμβάνουν υπόψη όλες τις σχετικές περιστάσεις, στις οποίες περιλαμβάνονται κατά περίπτωση:

    α)η σοβαρότητα και η διάρκεια της παράβασης·

    β)ο βαθμός ευθύνης του υπαίτιου φυσικού ή νομικού προσώπου·

    γ)η οικονομική ευρωστία του υπαίτιου φυσικού ή νομικού προσώπου, λαμβανομένου υπόψη, μεταξύ άλλων, του συνολικού κύκλου εργασιών του ή του ετήσιου εισοδήματός του·

    δ)το κέρδος που αποκόμισε από την παράβαση το υπαίτιο φυσικό ή νομικό πρόσωπο, στον βαθμό που μπορεί να προσδιοριστεί·

    ε)οι ζημίες τρίτων που προκλήθηκαν από την παράβαση, στον βαθμό που μπορούν να προσδιοριστούν·

    στ)ο βαθμός συνεργασίας του υπαίτιου φυσικού ή νομικού προσώπου με την αρμόδια αρχή·

    ζ)προηγούμενες παραβάσεις του υπαίτιου φυσικού ή νομικού προσώπου.

    6. Όταν ασκούν τις εξουσίες τους για την επιβολή διοικητικών κυρώσεων και μέτρων, οι εποπτικοί φορείς συνεργάζονται στενά, προκειμένου να διασφαλίσουν ότι οι εν λόγω διοικητικές κυρώσεις ή μέτρα θα φέρουν τα επιθυμητά αποτελέσματα και συντονίζουν τις ενέργειές τους όταν ασχολούνται με διασυνοριακές υποθέσεις.

    7. Έως [2 έτη μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας], η AMLA καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων και τα υποβάλλει στην Επιτροπή για έγκριση. Τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων ορίζουν δείκτες για να ταξινομείται το επίπεδο σοβαρότητας των παραβάσεων και κριτήρια που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά τον καθορισμό του επιπέδου των διοικητικών κυρώσεων ή τη λήψη διοικητικών μέτρων σύμφωνα με το παρόν τμήμα.

    Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να συμπληρώνει την παρούσα οδηγία με την έγκριση των ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 38 έως 41 του κανονισμού [να προτεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για τη σύσταση αρχής για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 421 final].

    Άρθρο 40

    Διοικητικές κυρώσεις

    1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι εφαρμόζονται διοικητικές κυρώσεις σε υπόχρεες οντότητες για σοβαρές, επαναλαμβανόμενες ή συστηματικές παραβάσεις των απαιτήσεων που καθορίζονται στις ακόλουθες διατάξεις του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final]:

    α)κεφάλαιο III (δέουσα επιμέλεια ως προς τον πελάτη)·

    β)κεφάλαιο IV (υποχρεώσεις αναφοράς)·

    γ)άρθρο 56 (τήρηση αρχείων)·

    δ)τμήμα 1 του κεφαλαίου II (εσωτερικοί έλεγχοι).

    2. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, οι μέγιστες χρηματικές κυρώσεις που μπορούν να εφαρμοστούν ανέρχονται τουλάχιστον στο διπλάσιο του κέρδους που προκύπτει από την παράβαση, όταν αυτό το κέρδος μπορεί να προσδιοριστεί, ή τουλάχιστον σε 1 000 000 EUR.

    3. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2, όταν η υπόχρεη οντότητα είναι πιστωτικό ίδρυμα ή χρηματοπιστωτικό ίδρυμα, μπορούν να εφαρμοστούν επίσης οι ακόλουθες κυρώσεις:

    α)σε περιπτώσεις νομικών προσώπων, ανώτατες διοικητικές χρηματικές κυρώσεις τουλάχιστον 10 000 000 EUR ή το 10 % του συνολικού ετήσιου κύκλου εργασιών σύμφωνα με τους τελευταίους διαθέσιμους λογαριασμούς που έχει εγκρίνει το διοικητικό όργανο. Εάν η υπόχρεη οντότητα είναι μητρική επιχείρηση ή θυγατρική μιας μητρικής επιχείρησης που οφείλει να καταρτίζει ενοποιημένους χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς σύμφωνα με το άρθρο 22 της οδηγίας 2013/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 49 , ο σχετικός συνολικός ετήσιος κύκλος εργασιών ισούται με τον συνολικό ετήσιο κύκλο εργασιών ή το αντίστοιχο είδος εισοδημάτων σύμφωνα με το σχετικό λογιστικό καθεστώς και τους πιο πρόσφατους ενοποιημένους λογαριασμούς που έχουν εγκριθεί από το διοικητικό όργανο της τελικής μητρικής επιχείρησης·

    β)σε περιπτώσεις φυσικών προσώπων, ανώτατες διοικητικές χρηματικές κυρώσεις ύψους τουλάχιστον 5 000 000 EUR ή, στα κράτη μέλη των οποίων νόμισμα δεν είναι το ευρώ, αντίστοιχης αξίας στο εθνικό νόμισμα στις [να προστεθεί η ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας].

    4. Τα κράτη μέλη μπορούν να εξουσιοδοτούν τις αρμόδιες αρχές να επιβάλλουν διοικητικές χρηματικές κυρώσεις που υπερβαίνουν τα ποσά που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3.

    Άρθρο 41

    Διοικητικά μέτρα πλην των κυρώσεων

    1. Όταν οι εποπτικοί φορείς εντοπίζουν παραβιάσεις των απαιτήσεων του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final] οι οποίες δεν θεωρούνται αρκετά σοβαρές για να τιμωρηθούν με διοικητική κύρωση, μπορούν να αποφασίσουν να επιβάλουν διοικητικά μέτρα στην υπόχρεη οντότητα. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εποπτικοί φορείς είναι σε θέση τουλάχιστον:

    α)να εκδίδουν συστάσεις,

    β)να διατάσσουν τις υπόχρεες οντότητες να συμμορφωθούν και, μεταξύ άλλων, να εφαρμόσουν συγκεκριμένα διορθωτικά μέτρα·

    γ)να εκδίδουν δημόσια δήλωση η οποία αναφέρει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο και τη φύση της παράβασης·

    δ)να εκδίδουν εντολή βάσει της οποίας το φυσικό ή νομικό πρόσωπο υποχρεούται να διακόψει τη συμπεριφορά του και να μην την επαναλάβει·

    ε)όταν η υπόχρεη οντότητα υπόκειται σε χορήγηση άδειας λειτουργίας, να ανακαλούν ή να αναστέλλουν την άδεια·

    στ)να επιβάλλουν προσωρινή απαγόρευση σε πρόσωπα που ασκούν διοικητικά καθήκοντα σε υπόχρεη οντότητα, ή σε κάθε άλλο φυσικό πρόσωπο που θεωρείται υπαίτιο για την παράβαση, της άσκησης διοικητικών καθηκόντων σε υπόχρεες οντότητες.

    2. Κατά τη λήψη των διοικητικών μέτρων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, οι εποπτικοί φορείς πρέπει να είναι σε θέση:

    α)να αιτούνται ad-hoc ή τακτική υποβολή οποιουδήποτε εγγράφου είναι απαραίτητο για την εκτέλεση των καθηκόντων τους, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που δικαιολογούν τη διαδικασία εφαρμογής των διοικητικών μέτρων που απαιτούνται·

    β)να απαιτούν την ενίσχυση των ρυθμίσεων, διαδικασιών, μηχανισμών και στρατηγικών·

    γ)να απαιτούν από την υπόχρεη οντότητα να εφαρμόσει συγκεκριμένη πολιτική ή απαιτήσεις σχετικά με μεμονωμένους πελάτες, συναλλαγές ή δραστηριότητες που ενέχουν υψηλούς κινδύνους·

    δ)να απαιτούν την εφαρμογή μέτρων για τη μείωση των κινδύνων νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας που ενέχουν εγγενώς οι δραστηριότητες και τα προϊόντα της υπόχρεης οντότητας.

    3. Τα διοικητικά μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 συνοδεύονται από δεσμευτική προθεσμία για την αποτελεσματική εφαρμογή τους. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εποπτικοί φορείς παρακολουθούν και αξιολογούν την αποτελεσματική εφαρμογή των ζητούμενων ενεργειών από την υπόχρεη οντότητα.

    4. Τα κράτη μέλη μπορούν να εξουσιοδοτούν τους εποπτικούς φορείς να επιβάλλουν τύπους διοικητικών μέτρων επιπλέον αυτών που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

    Άρθρο 42

    Δημοσίευση διοικητικών κυρώσεων και μέτρων

    1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εποπτικοί φορείς δημοσιεύουν στον επίσημο ιστότοπό τους τις μη υποκείμενες σε προσφυγή αποφάσεις επιβολής διοικητικής κύρωσης ή μέτρου για παράβαση του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final] αμέσως μετά την κοινοποίηση της εν λόγω απόφασης στο πρόσωπο κατά του οποίου επιβλήθηκε η κύρωση. Η δημοσίευση περιλαμβάνει, κατ’ ελάχιστον, πληροφορίες σχετικά με τη μορφή και τη φύση της παράβασης και την ταυτότητα των υπαίτιων προσώπων. Τα κράτη μέλη δεν υποχρεούνται να εφαρμόζουν το παρόν εδάφιο όταν οι αποφάσεις επιβολής μέτρων λαμβάνονται στο πλαίσιο έρευνας.

    Σε περίπτωση που οι εποπτικοί φορείς θεωρήσουν, κατόπιν αξιολόγησης κατά περίπτωση, ότι η δημοσίευση της ταυτότητας των υπαίτιων προσώπων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο ή των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα αυτών των προσώπων είναι δυσανάλογη ή σε περίπτωση που η δημοσίευση θέτει σε κίνδυνο τη σταθερότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών ή την έκβαση έρευνας που βρίσκεται σε εξέλιξη, οι εποπτικοί φορείς:

    α)αναβάλλουν τη δημοσίευση της απόφασης για την επιβολή διοικητικής κύρωσης ή μέτρου μέχρις ότου εκλείψουν οι λόγοι μη δημοσίευσης·

    β)δημοσιεύουν την απόφαση επιβολής διοικητικής κύρωσης ή μέτρου χωρίς παράθεση ονομάτων και με τρόπο σύμφωνο προς την εθνική νομοθεσία, εφόσον η ανώνυμη δημοσίευση εξασφαλίζει αποτελεσματική προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα· στην περίπτωση αυτή, η δημοσίευση των σχετικών δεδομένων μπορεί να αναβληθεί για εύλογο χρονικό διάστημα, εφόσον προβλέπεται ότι εντός της περιόδου αυτής θα εκλείψουν οι λόγοι της ανώνυμης δημοσίευσης·

    γ)δεν δημοσιεύουν την απόφαση επιβολής διοικητικής κύρωσης ή μέτρου, στην περίπτωση που θεωρείται ότι οι επιλογές που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β) δεν επαρκούν για να διασφαλιστεί ένα από τα ακόλουθα:

    i) ότι δεν θα τεθεί σε κίνδυνο η σταθερότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών·

    ii) ο αναλογικός χαρακτήρας της δημοσίευσης της απόφασης σε σχέση με μέτρα που θεωρούνται ήσσονος σημασίας.

    2. Σε περίπτωση που τα κράτη μέλη επιτρέπουν τη δημοσίευση αποφάσεων κατά των οποίων έχει ασκηθεί προσφυγή, οι εποπτικοί φορείς πρέπει επίσης να δημοσιεύουν, χωρίς καθυστέρηση, στον επίσημο ιστότοπό τους τις σχετικές πληροφορίες και μεταγενέστερες πληροφορίες για την έκβαση της προσφυγής. Επιπλέον, δημοσιεύεται κάθε απόφαση που ακυρώνει προηγούμενη απόφαση επιβολής διοικητικής κύρωσης ή μέτρου.

    3. Οι εποπτικοί φορείς εξασφαλίζουν ότι κάθε δημοσίευση σύμφωνα με το παρόν άρθρο θα παραμείνει στον επίσημο ιστότοπό τους για διάστημα πέντε ετών από την ημερομηνία ανάρτησής της. Ωστόσο, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που περιέχονται στη δημοσίευση διατηρούνται στον επίσημο ιστότοπο της αρμόδιας αρχής μόνο για το χρονικό διάστημα που απαιτείται σύμφωνα με τους εφαρμοστέους κανόνες προστασίας δεδομένων και σε κάθε περίπτωση όχι περισσότερο από 5 έτη.

    4. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα νομικά πρόσωπα μπορούν να υπέχουν ευθύνη για τις παραβάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 40 παράγραφος 1 και οι οποίες διαπράττονται προς όφελός τους από οποιοδήποτε πρόσωπο ενεργεί είτε ατομικώς είτε ως μέλος οργάνου του εν λόγω νομικού προσώπου και κατέχει διευθυντική θέση εντός αυτού, βάσει οποιουδήποτε από τα εξής:

    α)εξουσίας εκπροσώπησης του νομικού προσώπου·

    β)εξουσίας λήψης αποφάσεων εξ ονόματος του νομικού προσώπου·

    γ)εξουσίας άσκησης ελέγχου εντός του νομικού προσώπου.

    5. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι νομικά πρόσωπα είναι δυνατό να υπέχουν ευθύνη όταν η έλλειψη εποπτείας ή ελέγχου από πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου κατέστησε δυνατή τη διάπραξη μιας από τις παραβάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 40 παράγραφος 1 προς όφελος του εν λόγω νομικού προσώπου από πρόσωπο το οποίο τελεί υπό την εξουσία του.

    Άρθρο 43

    Προστασία των πληροφοριοδοτών δημοσίου συμφέροντος

    1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εποπτικές αρχές, καθώς και, κατά περίπτωση, οι αυτορρυθμιζόμενοι φορείς, θεσπίζουν αποτελεσματικούς και αξιόπιστους μηχανισμούς για την ενθάρρυνση της καταγγελίας πιθανών και πραγματικών παραβάσεων του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final].

    Για τον σκοπό αυτό, παρέχουν έναν ή περισσότερους ασφαλείς διαύλους επικοινωνίας για τις καταγγελίες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο. Τέτοιου είδους δίαυλοι εξασφαλίζουν ότι η ταυτότητα των προσώπων που παρέχουν πληροφορίες είναι γνωστή μόνο στην εποπτική αρχή καθώς και, όπου αρμόζει, στους αυτορρυθμιζόμενους φορείς.

    2. Οι μηχανισμοί της παραγράφου 1 περιλαμβάνουν τουλάχιστον:

    α)ειδικές διαδικασίες για την παραλαβή καταγγελιών για παραβάσεις, και την παρακολούθηση της έκβασής τους·

    β)κατάλληλη προστασία των υπαλλήλων ή των προσώπων με παρόμοιο καθεστώς των υπόχρεων οντοτήτων που καταγγέλλουν παραβάσεις που διεπράχθησαν εντός της υπόχρεης οντότητας·

    γ)κατάλληλη προστασία του κατηγορούμενου προσώπου·

    δ)προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τόσο του προσώπου που καταγγέλλει τις παραβάσεις, όσο και του φυσικού προσώπου που φέρεται ότι διέπραξε παράβαση, σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679·

    ε)σαφείς κανόνες ώστε να διασφαλίζεται η εμπιστευτικότητα σε όλες τις περιπτώσεις σχετικά με το πρόσωπο που καταγγέλλει τις παραβάσεις οι οποίες έχουν διαπραχθεί εντός της υπόχρεης οντότητας, εκτός εάν η αποκάλυψη της ταυτότητάς του απαιτείται από το εθνικό δίκαιο στο πλαίσιο περαιτέρω ερευνών ή επακόλουθης δικαστικής διαδικασίας.

    3. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα πρόσωπα, συμπεριλαμβανομένων των εργαζομένων και των αντιπροσώπων της υπόχρεης οντότητας, τα οποία καταγγέλλουν πιθανές ή πραγματικές παραβάσεις του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final], είτε εσωτερικά είτε στη ΜΧΠ, να τυγχάνουν νομικής προστασίας από την έκθεσή τους σε απειλές, αντίποινα ή εχθρικές ενέργειες, ιδίως δε από εργασιακές ενέργειες που είναι δυσμενείς ή που εισάγουν διακρίσεις.

    Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα άτομα που εκτίθενται σε απειλές, εχθρικές ενέργειες ή εργασιακές ενέργειες που είναι δυσμενείς ή που εισάγουν διακρίσεις επειδή καταγγέλλουν πιθανές ή πραγματικές παραβάσεις του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final], είτε εσωτερικά είτε στη ΜΧΠ, έχουν δικαίωμα να υποβάλλουν καταγγελία κατά τρόπο ασφαλή στις αντίστοιχες αρμόδιες αρχές. Χωρίς να θίγεται ο εμπιστευτικός χαρακτήρας των συλλεγόμενων από τις ΜΧΠ πληροφοριών, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα οικεία άτομα θα έχουν το δικαίωμα αποτελεσματικής προσφυγής για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων τους βάσει της παρούσας παραγράφου.

    Άρθρο 44

    Ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τις κυρώσεις

    1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εποπτικοί φορείς τους και, κατά περίπτωση, η εθνική αρχή που εποπτεύει τους αυτορρυθμιζόμενους φορείς κατά την άσκηση των εποπτικών καθηκόντων τους, ενημερώνουν την AMLA για όλες τις διοικητικές κυρώσεις και τα μέτρα που επιβάλλονται σύμφωνα με το παρόν τμήμα, συμπεριλαμβανομένης κάθε προσφυγής που έχει ασκηθεί και της έκβασής της. Οι πληροφορίες αυτές κοινοποιούνται επίσης σε άλλους εποπτικούς φορείς όταν η διοικητική κύρωση ή μέτρο αφορά οντότητα που δραστηριοποιείται σε δύο ή περισσότερα κράτη μέλη.

    2. Η AMLA διατηρεί ιστότοπο με συνδέσμους προς τις δημοσιεύσεις που αναρτά κάθε εποπτικός φορέας σχετικά με τις διοικητικές κυρώσεις και τα μέτρα που έχουν επιβληθεί κατ’ εφαρμογή του άρθρου 42 και δίνει πληροφορίες σχετικά με το χρονικό διάστημα κατά το οποίο κάθε κράτος μέλος διατηρεί τις δημοσιεύσεις των διοικητικών κυρώσεων και μέτρων.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

    ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ

    Τμήμα 1

    Συνεργασία για την ΚΞΧ/ΧΤ

    Άρθρο 45

    Γενικές διατάξεις

    1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής, οι ΜΧΠ, οι εποπτικοί φορείς, συμπεριλαμβανομένης της AMLA, άλλες αρμόδιες αρχές, καθώς και οι φορολογικές αρχές να διαθέτουν αποτελεσματικούς μηχανισμούς που να τους επιτρέπουν να συνεργάζονται και να συντονίζονται σε εθνικό επίπεδο όσον αφορά την ανάπτυξη και την εφαρμογή πολιτικών και δραστηριοτήτων για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, καθώς και την πρόληψη της μη εφαρμογής και της αποφυγής στοχευμένων οικονομικών κυρώσεων που σχετίζονται με τη χρηματοδότηση της διάδοσης των όπλων μαζικής καταστροφής, μεταξύ άλλων με σκοπό την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους δυνάμει του άρθρου 8.

    2. Όσον αφορά τις πληροφορίες για τους πραγματικούς δικαιούχους τις οποίες έλαβαν οι αρμόδιες αρχές σύμφωνα με το κεφάλαιο IV του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final] και το τμήμα Ι του κεφαλαίου II της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές είναι σε θέση να παρέχουν τέτοιες πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές άλλων κρατών μελών ή τρίτων χωρών εγκαίρως και δωρεάν.

    3. Τα κράτη μέλη δεν απαγορεύουν ή θέτουν παράλογους ή υπερβολικά περιοριστικούς όρους στην ανταλλαγή πληροφοριών ή τη συνδρομή μεταξύ αρμόδιων αρχών για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές δεν απορρίπτουν αίτημα για συνδρομή με την αιτιολόγηση ότι:

    α)το αίτημα θεωρείται επίσης ότι περιλαμβάνει φορολογικά θέματα·

    β)η εθνική νομοθεσία απαιτεί από τις υπόχρεες οντότητες να τηρούν απόρρητο ή εμπιστευτικότητα, εκτός από τις περιπτώσεις κατά τις οποίες οι πληροφορίες που ζητούνται προστατεύονται από νομικό προνόμιο ή επαγγελματικό απόρρητο, όπως προβλέπεται στο άρθρο 51 παράγραφος 2 του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητεςCOM(2021) 420 final]·

    γ)βρίσκεται σε εξέλιξη έρευνα, διερεύνηση ή διαδικασία στο κράτος μέλος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα, εκτός εάν η συνδρομή θα παρεμπόδιζε την εν λόγω έρευνα, διερεύνηση ή διαδικασία·

    δ)η φύση ή η κατάσταση της αιτούσας ομολόγου αρμόδιας αρχής είναι διαφορετική από εκείνη της αρμόδιας αρχής προς την οποία απευθύνεται το αίτημα.

    Άρθρο 46

    Κοινοποίηση του καταλόγου των αρμόδιων αρχών

    1. Προκειμένου να διευκολυνθεί και να προωθηθεί η αποτελεσματική συνεργασία, και ιδίως η ανταλλαγή πληροφοριών, τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή και στην AMLA:

    α)τον κατάλογο των εποπτικών φορέων που είναι υπεύθυνοι για την εποπτεία της συμμόρφωσης των υπόχρεων οντοτήτων με τις απαιτήσεις του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final], καθώς και, κατά περίπτωση, το όνομα της δημόσιας αρχής που εποπτεύει τους αυτορρυθμιζόμενους φορείς κατά την εκτέλεση των εποπτικών καθηκόντων τους σύμφωνα με την παρούσα οδηγία και τα στοιχεία επικοινωνίας τους·

    β)τα στοιχεία επικοινωνίας της οικείας ΜΧΠ·

    γ)τον κατάλογο άλλων αρμόδιων εθνικών αρχών.

    2. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, παρέχονται τα ακόλουθα στοιχεία επικοινωνίας:

    α)το όνομα και η ιδιότητα του υπευθύνου επικοινωνίας·

    β)την επαγγελματική διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και τον αριθμό τηλεφώνου του υπευθύνου επικοινωνίας.

    3. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι πληροφορίες που παρέχονται στην Επιτροπή και στην AMLA σύμφωνα με την παράγραφο 1 να επικαιροποιούνται μόλις πραγματοποιηθεί αλλαγή.

    4. Η AMLA δημοσιεύει μητρώο των αρχών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στον ιστότοπό της και διευκολύνει την ανταλλαγή πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 2 μεταξύ των αρμόδιων αρχών. Οι αρχές που καταχωρίζονται στο μητρώο χρησιμεύουν, εντός του πεδίου των αρμοδιοτήτων τους, ως σημείο επαφής για τις αντίστοιχες αρμόδιες αρχές. Οι ΜΧΠ και οι εποπτικές αρχές χρησιμεύουν επίσης ως σημείο επαφής για την AMLA.

    Άρθρο 47

    Συνεργασία με την AMLA

    Η ΜΧΠ και οι εποπτικές αρχές συνεργάζονται με την AMLA και της παρέχουν όλες τις πληροφορίες που της είναι απαραίτητες για την εκτέλεση των καθηκόντων της βάσει της παρούσας οδηγίας, σύμφωνα με τον κανονισμό [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final] και βάσει του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για τη σύσταση αρχής για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 421 final].

    Τμήμα 2

    Συνεργασία με άλλες αρχές και ανταλλαγή εμπιστευτικών πληροφοριών

    Άρθρο 48

    Συνεργασία σε σχέση με πιστωτικά ιδρύματα

    1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρχές χρηματοπιστωτικής εποπτείας, οι ΜΧΠ και οι αρχές που είναι αρμόδιες για την εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων βάσει άλλων νομικών πράξεων συνεργάζονται στενά μεταξύ τους εντός των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων τους και παρέχουν αμοιβαία πληροφορίες σχετικές με την εκτέλεση των αντίστοιχων καθηκόντων τους. Η εν λόγω συνεργασία και ανταλλαγή πληροφοριών δεν επηρεάζουν έρευνα, διερεύνηση ή διαδικασία που βρίσκεται σε εξέλιξη σύμφωνα με το ποινικό ή διοικητικό δίκαιο του κράτους μέλους όπου βρίσκεται η αρχή χρηματοπιστωτικής εποπτείας ή η αρχή στην οποία έχουν ανατεθεί αρμοδιότητες για την εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων βάσει άλλων νομικών πράξεων και δεν επηρεάζουν τις υποχρεώσεις επαγγελματικού απορρήτου, όπως προβλέπονται στο άρθρο 50 παράγραφος 1.

    2. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι όταν οι αρχές χρηματοπιστωτικής εποπτείας εντοπίζουν, σε ένα πιστωτικό ίδρυμα, αδυναμίες στο σύστημα εσωτερικού ελέγχου ΚΞΧ/ΧΤ και στην εφαρμογή των απαιτήσεων του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final] οι οποίες αυξάνουν σημαντικά τους κινδύνους στους οποίους εκτίθεται ή ενδέχεται να εκτεθεί το ίδρυμα, η αρχή χρηματοπιστωτικής εποπτείας ειδοποιεί αμέσως την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΑΤ) και την αρχή ή τον φορέα που εποπτεύει το πιστωτικό ίδρυμα σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2013/36, συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ όταν ενεργεί σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 του Συμβουλίου 50 .

    Σε περίπτωση δυνητικού αυξημένου κινδύνου, οι αρχές χρηματοπιστωτικής εποπτείας είναι σε θέση να επικοινωνούν με τις αρχές που εποπτεύουν το ίδρυμα σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2013/36 και να συντάσσουν κοινή αξιολόγηση που κοινοποιείται στην ΕΑΤ. Η AMLA τηρείται ενήμερη για τυχόν τέτοιες κοινοποιήσεις.

    3. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, όταν οι αρχές χρηματοπιστωτικής εποπτείας διαπιστώνουν ότι ένα πιστωτικό ίδρυμα έχει αρνηθεί να συνάψει επιχειρηματική σχέση, αλλά η τεκμηριωμένη διαδικασία δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 2 δεν δικαιολογεί την άρνηση αυτή, ενημερώνουν την αρχή που είναι αρμόδια για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης του εν λόγω ιδρύματος με την οδηγία (ΕΕ) 2014/92 ή την οδηγία (ΕΕ) 2015/2366.

    4. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρχές χρηματοπιστωτικής εποπτείας συνεργάζονται με τις αρχές εξυγίανσης όπως ορίζονται στο άρθρο 3 σημείο 18 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ ή με τις ορισθείσες αρχές όπως ορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 18) της οδηγίας 2014/49/ΕΕ. Οι αρχές χρηματοπιστωτικής εποπτείας ενημερώνουν τις εν λόγω τις αρχές για το αποτέλεσμα των μέτρων της διαδικασίας δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη που εφαρμόζονται σύμφωνα με το κεφάλαιο III του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final] και για κάθε λογαριασμό που έχει ανασταλεί από τη ΜΧΠ σύμφωνα με το άρθρο 20.

    5. Οι αρχές χρηματοπιστωτικής εποπτείας και οι ΜΧΠ υποβάλλουν ετήσια έκθεση στην AMLA σχετικά με τη συνεργασία τους με άλλες αρχές σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

    6. Έως [2 έτη μετά την ημερομηνία μεταφοράς της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο], η AMLA, σε διαβούλευση με την ΕΑΤ, εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές για τη συνεργασία μεταξύ των αρχών χρηματοπιστωτικής εποπτείας και των αρχών που αναφέρονται στις παραγράφους 2, 3 και 4, συμπεριλαμβανομένου του επιπέδου συμμετοχής των ΜΧΠ σε μια τέτοια συνεργασία.

    Άρθρο 49

    Συνεργασία σε σχέση με τους ελεγκτές

    1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εποπτικοί φορείς που είναι υπεύθυνοι για τους ελεγκτές και, κατά περίπτωση, οι δημόσιες αρχές που εποπτεύουν αυτορρυθμιζόμενους φορείς σύμφωνα με το κεφάλαιο IV της παρούσας οδηγίας, η ΜΧΠ τους και οι δημόσιες αρχές που είναι αρμόδιες για την εποπτεία των νόμιμων ελεγκτών και των ελεγκτικών γραφείων σύμφωνα με το άρθρο 32 της οδηγίας 2006/43/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 51 και του άρθρου 20 του κανονισμού (ΕΕ) 537/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 52 συνεργάζονται στενά μεταξύ τους στο πλαίσιο των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων τους και ανταλλάσσουν μεταξύ τους πληροφορίες σχετικές με την εκτέλεση των αντίστοιχων καθηκόντων τους.

    Οι εμπιστευτικές πληροφορίες που ανταλλάσσονται σύμφωνα με το παρόν άρθρο χρησιμοποιούνται από τις αρχές που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο μόνο για την άσκηση των καθηκόντων τους στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας ή των άλλων πράξεων της Ένωσης που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο και στο πλαίσιο διοικητικών ή δικαστικών διαδικασιών που σχετίζονται ειδικά με την άσκηση αυτών των καθηκόντων.

    2. Τα κράτη μέλη μπορούν να απαγορεύουν στις αρχές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 να συνεργάζονται όταν μια τέτοια συνεργασία, συμπεριλαμβανομένης της ανταλλαγής πληροφοριών, θα μπορούσε να επηρεάσει τη διεξαγωγή έρευνας, διερεύνησης ή διαδικασίας σύμφωνα με το ποινικό ή διοικητικό δίκαιο του κράτους μέλους όπου βρίσκονται οι αρχές.

    Άρθρο 50

    Ανταλλαγή πληροφοριών σε σχέση με πιστωτικά και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα μεταξύ οντοτήτων που δεσμεύονται από επαγγελματικό απόρρητο

    1.Τα κράτη μέλη απαιτούν όλα τα πρόσωπα που ασκούν ή έχουν ασκήσει δραστηριότητα για λογαριασμό των αρχών χρηματοπιστωτικής εποπτείας και οι εντεταλμένοι από τις αρχές χρηματοπιστωτικής εποπτείας ελεγκτές ή εμπειρογνώμονες υποχρεούνται στην τήρηση του επαγγελματικού απορρήτου.

    Με την επιφύλαξη των υποθέσεων που καλύπτονται από ποινικές έρευνες και διώξεις δυνάμει του δικαίου των κρατών μελών και της Ένωσης και των πληροφοριών που παρέχονται στη ΜΧΠ σύμφωνα με το άρθρο 32, οι εμπιστευτικές πληροφορίες που λαμβάνουν τα πρόσωπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο κατά την άσκηση των καθηκόντων τους δυνάμει της παρούσας οδηγίας μπορούν να γνωστοποιούνται μόνο με συνοπτική ή συγκεντρωτική μορφή, με τέτοιο τρόπο ώστε να μην μπορεί να προσδιοριστεί η ταυτότητα μεμονωμένων πιστωτικών και χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.

    2. Η παράγραφος 1 δεν εμποδίζει την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ:

    α)αρχών χρηματοπιστωτικής εποπτείας, είτε εντός κράτους μέλους είτε σε διαφορετικά κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένης της AMLA όταν ενεργεί σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 2 του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για τη σύσταση αρχής για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 421 final

    β)αρχών χρηματοπιστωτικής εποπτείας και ΜΧΠ·

    γ)αρχών χρηματοπιστωτικής εποπτείας που είναι υπεύθυνες για τα πιστωτικά και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα σύμφωνα άλλες νομοθετικές πράξεις που συνδέονται με την εποπτεία των πιστωτικών και χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ όταν ενεργεί σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013, είτε εντός ενός κράτους μέλους είτε σε διαφορετικά κράτη μέλη.

    Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου στοιχείο γ) η ανταλλαγή πληροφοριών υπόκειται στις απαιτήσεις επαγγελματικού απορρήτου που προβλέπονται στην παράγραφο 1.

    3. Κάθε αρχή που λαμβάνει εμπιστευτικές πληροφορίες σύμφωνα με την παράγραφο 2 χρησιμοποιεί αυτές τις πληροφορίες μόνο στις ακόλουθες περιπτώσεις:

    α)κατά την άσκηση των καθηκόντων της σύμφωνα με την παρούσα οδηγία ή σύμφωνα με άλλες νομοθετικές πράξεις στον τομέα ΚΞΧ/ΧΤ, προληπτικής ρύθμισης και εποπτείας πιστωτικών και χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, συμπεριλαμβανομένης της επιβολής κυρώσεων·

    β)στο πλαίσιο προσφυγής εναντίον απόφασης της αρχής, συμπεριλαμβανομένων δικαστικών διαδικασιών·

    γ)στο πλαίσιο δικαστικών διαδικασιών που έχουν κινηθεί δυνάμει ειδικών διατάξεων που προβλέπονται από το δίκαιο της Ένωσης που έχει εκδοθεί στον τομέα της παρούσας οδηγίας ή στον τομέα της προληπτικής ρύθμισης και της εποπτείας των πιστωτικών και χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.

    Άρθρο 51

    Ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ εποπτικών φορέων και με άλλες αρχές

    1. Με εξαίρεση τις περιπτώσεις που καλύπτονται από το άρθρο 51 παράγραφος 2 του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final], τα κράτη μέλη επιτρέπουν την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ:

    α)των εποπτικών φορέων και των δημόσιων αρχών που εποπτεύουν αυτορρυθμιζόμενους φορείς σύμφωνα με το κεφάλαιο IV της παρούσας οδηγίας, είτε στο ίδιο κράτος μέλος είτε σε διαφορετικά κράτη μέλη·

    β)των εποπτικών φορέων και των αρχών που είναι κατά νόμον υπεύθυνες για την εποπτεία των χρηματοπιστωτικών αγορών κατά την εκτέλεση των αντίστοιχων εποπτικών καθηκόντων τους·

    γ)των εποπτικών φορέων που είναι υπεύθυνοι για τους ελεγκτές και, κατά περίπτωση, των δημόσιων αρχών που εποπτεύουν αυτορρυθμιζόμενους φορείς σύμφωνα με το κεφάλαιο IV της παρούσας οδηγίας, και των δημόσιων αρχών που είναι αρμόδιες για την εποπτεία των νόμιμων ελεγκτών και των ελεγκτικών γραφείων σύμφωνα με το άρθρο 32 της οδηγίας 2006/43/ΕΚ και το άρθρο 20 του κανονισμού (ΕΕ) 537/2014, συμπεριλαμβανομένων των αρχών σε διαφορετικά κράτη μέλη.

    Οι απαιτήσεις επαγγελματικού απορρήτου που ορίζονται στο άρθρο 50 παράγραφοι 1 και 3 δεν παρεμποδίζουν την εν λόγω ανταλλαγή πληροφοριών.

    Οι εμπιστευτικές πληροφορίες που ανταλλάσσονται σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο χρησιμοποιούνται μόνο για την εκπλήρωση των καθηκόντων των σχετικών αρχών και στο πλαίσιο διοικητικών ή δικαστικών διαδικασιών που σχετίζονται ειδικά με την άσκηση αυτών των καθηκόντων. Οι λαμβανόμενες πληροφορίες σε κάθε περίπτωση υπόκεινται σε απαιτήσεις επαγγελματικού απορρήτου που είναι τουλάχιστον ισοδύναμες με εκείνες που αναφέρονται στο άρθρο 50 παράγραφος 1.

    2. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν, δυνάμει διατάξεων που προβλέπονται στο εθνικό δίκαιο, τη γνωστοποίηση ορισμένων πληροφοριών σε άλλες εθνικές αρχές που είναι κατά νόμον αρμόδιες επί θεμάτων εποπτείας των χρηματοπιστωτικών αγορών, ή έχουν καθορισμένες αρμοδιότητες στο πεδίο της καταπολέμησης ή της διερεύνησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, των βασικών αδικημάτων της και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Οι απαιτήσεις επαγγελματικού απορρήτου που ορίζονται στο άρθρο 50 παράγραφοι 1 και 3 δεν εμποδίζουν την εν λόγω γνωστοποίηση.

    Ωστόσο, οι εμπιστευτικές πληροφορίες που ανταλλάσσονται σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο χρησιμοποιούνται μόνο για τον σκοπό της εκτέλεσης των νόμιμων καθηκόντων των οικείων αρχών. Τα πρόσωπα που έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες αυτές υπόκεινται σε απαιτήσεις επαγγελματικού απορρήτου τουλάχιστον ισοδύναμες με εκείνες που αναφέρονται στο άρθρο 50 παράγραφος 1.

    3. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν τη γνωστοποίηση ορισμένων πληροφοριών για την εποπτεία υπόχρεων οντοτήτων, όσον αφορά τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες — COM(2021) 420 final], προς κοινοβουλευτικές εξεταστικές επιτροπές, εθνικά ελεγκτικά συνέδρια και άλλες οντότητες των κρατών μελών που αναλαμβάνουν τη διενέργεια ερευνών, υπό τις εξής προϋποθέσεις:

    α)οι οντότητες έχουν ακριβή εντολή βάσει του εθνικού δικαίου να ερευνούν ή να ελέγχουν τις ενέργειες των εποπτικών φορέων ή των αρχών που είναι επιφορτισμένες με τη θέσπιση δικαίου που διέπει αυτή την εποπτεία·

    β)οι πληροφορίες είναι απολύτως αναγκαίες για την εκπλήρωση της εντολής που αναφέρεται στο στοιχείο α)·

    γ)τα πρόσωπα που έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες υπόκεινται σε απαιτήσεις επαγγελματικού απορρήτου βάσει του εθνικού δικαίου τουλάχιστον ισοδύναμες προς εκείνες που προβλέπονται στην παράγραφο 1·

    δ)όταν οι πληροφορίες προέρχονται από άλλο κράτος μέλος, γνωστοποιούνται μόνο με τη ρητή συγκατάθεση του εποπτικού φορέα που τις γνωστοποίησε και μόνο για τους σκοπούς για τους οποίους έδωσε τη συγκατάθεσή του ο εν λόγω εποπτικός φορέας.

    Τμήμα 3

    Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τη συνεργασία

    Άρθρο 52

    Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τη συνεργασία για την ΚΞΧ/ΧΤ

    Έως [2 έτη μετά την ημερομηνία μεταφοράς της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο], η AMLA, σε συνεργασία με την ΕΚΤ, τις Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές, την Ευρωπόλ, τη Eurojust και την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τα εξής:

    α)τη συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων αρχών σύμφωνα με το τμήμα 1 του παρόντος κεφαλαίου, καθώς και με τις αρχές που αναφέρονται στο τμήμα 2 του παρόντος κεφαλαίου και τις αρχές που είναι υπεύθυνες για τα μητρώα που αναφέρονται στο τμήμα 1 του κεφαλαίου ΙΙ της παρούσας οδηγίας, για την αποτροπή της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας·

    β)τις διαδικασίες που χρησιμοποιούνται από τις αρχές που είναι αρμόδιες για την εποπτεία ή την επίβλεψη των υπόχρεων οντοτήτων βάσει άλλων πράξεων της Ένωσης, προκειμένου να λαμβάνουν υπόψη τις ανησυχίες σχετικά με τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

    ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

    Άρθρο 53

    Επεξεργασία ορισμένων κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

    1. Στον βαθμό που είναι απολύτως αναγκαίο για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να επεξεργάζονται ειδικές κατηγορίες δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 και δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που σχετίζονται με ποινικές καταδίκες και αδικήματα που αναφέρονται στο άρθρο 10 του εν λόγω κανονισμού, με την επιφύλαξη των κατάλληλων διασφαλίσεων για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες του υποκειμένου των δεδομένων και των ακόλουθων επιπρόσθετων διασφαλίσεων:

    α)η επεξεργασία των εν λόγω δεδομένων πραγματοποιείται μόνο κατά περίπτωση από το προσωπικό κάθε αρμόδιας αρχής που έχει οριστεί και εξουσιοδοτηθεί ειδικά για την εκτέλεση των εν λόγω καθηκόντων·

    β)το προσωπικό των αρμόδιων αρχών διατηρεί υψηλό επαγγελματικό επίπεδο σε ζητήματα εμπιστευτικότητας και προστασίας των δεδομένων, διακρίνεται για την ακεραιότητά του και διαθέτει τα απαιτούμενα προσόντα·

    γ)λαμβάνονται τεχνικά και οργανωτικά μέτρα προκειμένου να διασφαλιστεί η ασφάλεια των δεδομένων σύμφωνα με υψηλά τεχνολογικά πρότυπα.

    2. Οι διασφαλίσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 εφαρμόζονται επίσης στην επεξεργασία, για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ειδικών κατηγοριών δεδομένων που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725 και δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που σχετίζονται με ποινικές καταδίκες και αδικήματα που αναφέρονται στο άρθρο 11 του εν λόγω κανονισμού από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και οργανισμούς της Ένωσης.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

    ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

    Άρθρο 54

    Επιτροπή

    1. Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή για την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, που συστάθηκε με το άρθρο 28 του κανονισμού [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς – πρόταση αναδιατύπωσης του κανονισμού (ΕΕ) 2015/847 — COM(2021) 422 final]. Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

    2. Όταν γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

    Άρθρο 55

    Μεταβατική διαχείριση του FIU.net

    Το αργότερο έως [3 έτη μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας], η Επιτροπή μεταβιβάζει στην AMLA τη διαχείριση του FIU.net.

    Μέχρι να ολοκληρωθεί η μεταβίβαση αυτή, η Επιτροπή παρέχει την απαραίτητη συνδρομή για τη λειτουργία του FIU.net και την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ ΜΧΠ εντός της Ένωσης. Προς τον σκοπό αυτό, η Επιτροπή συγκαλεί τακτικά συνεδριάσεις της πλατφόρμας ΜΧΠ της ΕΕ, που αποτελείται από εκπροσώπους των ΜΧΠ των κρατών μελών, ώστε να επιβλέπει τη λειτουργία του FIU.net.

    Άρθρο 56

    Επανεξέταση

    Έως [5 έτη από την ημερομηνία μεταφοράς της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο], και στη συνέχεια κάθε τρία έτη, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.

    Άρθρο 57

    Κατάργηση

    Η οδηγία (ΕΕ) 2015/849 του Συμβουλίου καταργείται με ισχύ από τις [ημερομηνία μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο].

    Οι παραπομπές στην καταργούμενη οδηγία νοούνται ως παραπομπές στην παρούσα οδηγία και στον κανονισμό [να προστεθούν τα στοιχεία αναφοράς — πρόταση κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες] σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος.

    Άρθρο 58

    Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

    1. Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία το αργότερο έως τις [να προστεθεί η ημερομηνία – 3 έτη μετά την έναρξη ισχύος]. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων.

    Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς αποφασίζεται από τα κράτη μέλη.

    2. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εθνικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

    Άρθρο 59

    Έναρξη ισχύος

    Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Άρθρο 60

    Αποδέκτες

    Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

    Βρυξέλλες,

    Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο    Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος    Ο Πρόεδρος

    (1)    Ευρωπόλ, «From suspicion to action: Converting financial intelligence into greater operational impact (Από την καχυποψία στη δράση: μετουσίωση των οικονομικών πληροφοριών σε μεγαλύτερο επιχειρησιακό αντίκτυπο)», 2017.
    (2)    Ανακοίνωση της Επιτροπής – Προς την καλύτερη εφαρμογή του ενωσιακού πλαισίου για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας [COM(2019) 360 final], έκθεση της Επιτροπής για την αξιολόγηση των πρόσφατων υποθέσεων εικαζόμενης νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες με την εμπλοκή πιστωτικών ιδρυμάτων της ΕΕ, [COM(2019) 373 final], Έκθεση της Επιτροπής για την αξιολόγηση του πλαισίου συνεργασίας μεταξύ των μονάδων χρηματοοικονομικών πληροφοριών [COM(2019) 371 final)· έκθεση υπερεθνικής εκτίμησης των κινδύνων [COM(2019) 370 final].
    (3)    COM(2020) 605 final
    (4)    Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με σχέδιο δράσης για ολοκληρωμένη ενωσιακή πολιτική με σκοπό την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας [C(2020) 2800), ΕΕ C 164 της 13.5.2020, σ. 21].
    (5)    COM(2021) 420 final.
    (6)    Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2015, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και την κατάργηση της οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της οδηγίας 2006/70/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 141 της 5.6.2015, σ. 73).
    (7)    COM(2021) 421 final.
    (8)    COM(2021) 422 final.
    (9)    Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 10ης Ιουλίου 2020, σχετικά με μια ολοκληρωμένη πολιτική της Ένωσης για την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας — το σχέδιο δράσης της Επιτροπής και άλλες πρόσφατες εξελίξεις [2020/2686(RSP)], P9 TA(2020)0204.
    (10)    Συμπεράσματα του Συμβουλίου σχετικά με την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, 12608/20.
    (11)    Όλες οι παραπομπές στην «τρέχουσα νομοθεσία ΚΞΧ/ΧΤ της ΕΕ» στην παρούσα αιτιολογική έκθεση θα πρέπει να θεωρούνται ότι αναφέρονται στην παρούσα οδηγία.
    (12)    Οδηγία (ΕΕ) 2019/1153 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2019, για τη θέσπιση κανόνων με σκοπό τη διευκόλυνση της χρήσης χρηματοοικονομικών και άλλων πληροφοριών για την πρόληψη, την ανίχνευση, τη διερεύνηση ή τη δίωξη ορισμένων ποινικών αδικημάτων και την κατάργηση της απόφασης 2000/642/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 186 της 11.7.2019, σ. 122).
    (13)    Οδηγία (ΕΕ) 2018/1673 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Νοεμβρίου 2018, σχετικά με την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες μέσω του ποινικού δικαίου.
    (14)    Οδηγία (ΕΕ) 2017/541 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2017, για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και την αντικατάσταση της απόφασης-πλαισίου 2002/475/ΔΕΥ του Συμβουλίου και για την τροποποίηση της απόφασης 2005/671/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 88 της 31.3.2017, σ. 6).
    (15)    Οδηγία (ΕΕ) 2019/1153 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Ιουλίου 2019, για τη θέσπιση κανόνων με σκοπό τη διευκόλυνση της χρήσης χρηματοοικονομικών και άλλων πληροφοριών για την πρόληψη, την ανίχνευση, τη διερεύνηση ή τη δίωξη ορισμένων ποινικών αδικημάτων και την κατάργηση της απόφασης 2000/642/ΔΕΥ του Συμβουλίου.
    (16)    Οδηγίες (ΕΕ) 2015/2366, 2014/92 και 2009/110 αντίστοιχα.
    (17)    Οδηγία (ΕΕ) 2018/843 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2018, για την τροποποίηση της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας.
    (18)    Έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής — Εκτίμηση επιπτώσεων που συνοδεύει τη δέσμη νομοθετικών προτάσεων της Επιτροπής σχετικά με την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας (ΚΞΧ/ΧΤ) και την επιβολή του νόμου, η οποία περιλαμβάνει:
    (19)    Γενικός κανονισμός για την προστασία δεδομένων [κανονισμός (ΕΕ) 2016/679], και εσωτερικός κανονισμός για την προστασία δεδομένων για τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης [κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725].
    (20)    ΕΕ C […] της […], σ.[…].
    (21)    ΕΕ C […] της […], σ.[…].
    (22)    Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2015, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και την κατάργηση της οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της οδηγίας 2006/70/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 141 της 5.6.2015, σ. 73).
    (23)    Οδηγία (ΕΕ) 2018/843 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2018, για την τροποποίηση της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, και για την τροποποίηση των οδηγιών 2009/138/ΕΚ και 2013/36/ΕΕ (ΕΕ L 156 της 19.6.2018, σ. 43)
    (24)    Απόφαση 2009/316/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 6ης Απριλίου 2009, σχετικά με τη δημιουργία του Ευρωπαϊκού Συστήματος Πληροφοριών Ποινικού Μητρώου (ECRIS) κατ’ εφαρμογή του άρθρου 11 της απόφασης-πλαισίου 2009/315/ΔΕΥ (ΕΕ L 93 της 7.4. 2009, σ. 33).
    (25)    Απόφαση-πλαίσιο 2009/315/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, σχετικά με τη διοργάνωση και το περιεχόμενο της ανταλλαγής πληροφοριών που προέρχονται από το ποινικό μητρώο μεταξύ των κρατών μελών (ΕΕ L 93 της 7.4. 2009, σ.23).
    (26)    2010/413/CFSP: Απόφαση του Συμβουλίου, της 26ης Ιουλίου 2010, για περιοριστικά μέτρα κατά του Ιράν και για την κατάργηση της κοινής θέσης 2007/140/ΚΕΠΠΑ (ΕΕ L 195 της 27.7.2010, σ. 39).
    (27)    Απόφαση (ΚΕΠΠΑ) 2016/849 του Συμβουλίου, της 27ης Μαΐου 2016, για την επιβολή περιοριστικών μέτρων κατά της Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Κορέας και για την κατάργηση της απόφασης 2013/183/ΚΕΠΠΑ (ΕΕ L 141, 28.5.2016, σ. 79).
    (28)    Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 267/2012 του Συμβουλίου, της 23ης Μαρτίου 2012, σχετικά με περιοριστικά μέτρα κατά του Ιράν και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 961/2010 (ΕΕ L 88 της 24.3.2012, σ. 1).
    (29)    Κανονισμός (ΕΕ) 2017/1509 του Συμβουλίου, της 30ής Αυγούστου 2017, για την επιβολή περιοριστικών μέτρων κατά της Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Κορέας και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 329/2007 (ΕΕ L 224 της 31.8.2017, σ. 1).
    (30)    Οδηγία (ΕΕ) 2017/1132 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2017, σχετικά με ορισμένες πτυχές του εταιρικού δίκαιου (ΕΕ L 169 της 30.6.2017, σ. 46).
    (31)    Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1).
    (32)    Οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013 σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 338).
    (33)    Οδηγία 2014/49/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Απριλίου 2014, περί των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 149).
    (34)    Οδηγία 2014/59/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τη θέσπιση πλαισίου για την ανάκαμψη και την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων και για την τροποποίηση της οδηγίας 82/891/ΕΟΚ του Συμβουλίου, και των οδηγιών 2001/24/ΕΚ, 2002/47/ΕΚ, 2004/25/ΕΚ, 2005/56/ΕΚ, 2007/36/ΕΚ, 2011/35/ΕΕ, 2012/30/ΕΕ και 2013/36/ΕΕ, καθώς και των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 και (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 190).
    (35)    Οδηγία 2014/92/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 2014, για τη συγκρισιμότητα των τελών που συνδέονται με λογαριασμούς πληρωμών, την αλλαγή λογαριασμού πληρωμών και την πρόσβαση σε λογαριασμούς πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά (ΕΕ L 257 της 28.8.2014, σ. 214).
    (36)    Οδηγία (ΕΕ) 2015/2366 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2015, σχετικά με υπηρεσίες πληρωμών στην εσωτερική αγορά, την τροποποίηση των οδηγιών 2002/65/ΕΚ, 2009/110/ΕΚ, 2013/36/ΕΕ και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 και την κατάργηση της οδηγίας 2007/64/ΕΚ (ΕΕ L 337 της 23.12.2015, σ. 35).
    (37)    Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2018, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης και την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και της απόφασης αριθ. 1247/2002/ΕΚ (ΕΕ L 295 της 21.11.2018, σ. 39).
    (38)    Οδηγία (EE) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, διερεύνησης, ανίχνευσης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της απόφασης-πλαίσιο 2008/977/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 89).
    (39)    Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).
    (40)    ΕΕ C 369 της 17.12.2011, σ. 14.
    (41)    ΕΕ C της , σ. […].
    (42)    Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Οκτωβρίου 2013, για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 269 της 10.10.2013, σ. 1).
    (43)    Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1672 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2018, σχετικά με τους ελέγχους ρευστών διαθεσίμων που εισέρχονται ή εξέρχονται από την Ένωση και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1889/2005 (ΕΕ L 284 της 12.11.2018, σ. 6).
    (44)    Οδηγία 2009/110/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, για την ανάληψη, άσκηση και προληπτική εποπτεία της δραστηριότητας ιδρύματος ηλεκτρονικού χρήματος, την τροποποίηση των οδηγιών 2005/60/ΕΚ και 2006/48/ΕΚ και την κατάργηση της οδηγίας 2000/46/ΕΚ (ΕΕ L 267 της 10.10.2009, σ. 7)
    (45)    Οδηγία (ΕΕ) 2018/1673 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2018, σχετικά με την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες μέσω του ποινικού δικαίου (ΕΕ L 284 της 12.11.2018, σ. 22).
    (46)    Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 910/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 2014, σχετικά με την ηλεκτρονική ταυτοποίηση και τις υπηρεσίες εμπιστοσύνης για τις ηλεκτρονικές συναλλαγές στην εσωτερική αγορά και την κατάργηση της οδηγίας 1999/93/ΕΚ (ΕΕ L 257 της 28.8.2014, σ. 73).
    (47)    Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 260/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Μαρτίου 2012, για την καθιέρωση τεχνικών απαιτήσεων και επιχειρηματικών κανόνων για τις μεταφορές πίστωσης και τις άμεσες χρεώσεις σε ευρώ και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 924/2009 (ΕΕ L 94 της 30.3.2012, σ. 22).
    (48)    Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 389/2013 της Επιτροπής, της 2ας Μαΐου 2013, για τη σύσταση ενωσιακού μητρώου δυνάμει της οδηγίας 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και των αποφάσεων αριθ. 280/2004/ΕΚ και αριθ. 406/2009/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και για την κατάργηση των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 920/2010 και αριθ. 1193/2011 της Επιτροπής (ΕΕ L 122 της 3.5.2013, σ. 1).
    (49)    Οδηγία 2013/34/EE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις, τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις και συναφείς εκθέσεις επιχειρήσεων ορισμένων μορφών, την τροποποίηση της οδηγίας 2006/43/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση των οδηγιών 78/660/ΕΟΚ και 83/349/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 182 της 29.6.2013, σ. 19).
    (50)    Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 2013, για την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σχετικά με τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων (ΕΕ L 287 της 29.10.2013, σ. 63).
    (51)    Οδηγία 2006/43/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 2006, για τους υποχρεωτικούς ελέγχους των ετήσιων και των ενοποιημένων λογαριασμών, για την τροποποίηση των οδηγιών 78/660/ΕΟΚ και 83/349/ΕΟΚ του Συμβουλίου και για την κατάργηση της οδηγίας 84/253/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 157 της 9.6.2006, σ. 87).
    (52)    Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 537/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Απριλίου 2014, σχετικά με ειδικές απαιτήσεις όσον αφορά τον υποχρεωτικό έλεγχο οντοτήτων δημοσίου συμφέροντος και την κατάργηση της απόφασης 2005/909/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 158 της 27.5.2014, σ. 77).
    Top

    Βρυξέλλες, 20.7.2021

    COM(2021) 423 final

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

    της πρότασης

    ΟΔΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

    σχετικά με τους μηχανισμούς που πρέπει να συγκροτήσουν τα κράτη μέλη για την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τους σκοπούς της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και για την κατάργηση της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849









    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ […]

    Πίνακας αντιστοιχίας

    Οδηγία (ΕΕ) 2015/849

    Παρούσα οδηγία

    Κανονισμός (ΕΕ) XXXX/XX [να προστεθoύν τα στοιχεία αναφοράς της πρότασης κανονισμού για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες]

    Άρθρο 1 παράγραφος 1

    -

    -

    Άρθρο 1 παράγραφος 2

    -

    -

    Άρθρο 1 παράγραφος 3

    Άρθρο 2 σημείο 1

    Άρθρο 1 παράγραφος 4

    Άρθρο 2 σημείο 1

    Άρθρο 1 παράγραφος 5

    Άρθρο 2 σημείο 2

    Άρθρο 1 παράγραφος 6

    Άρθρο 2 σημεία 1) και 2)

    Άρθρο 2 παράγραφος 1

    Άρθρο 3

    Άρθρο 2 παράγραφος 2

    Άρθρο 4

    Άρθρο 2 παράγραφος 3

    Άρθρο 5 παράγραφος 1

    Άρθρο 2 παράγραφος 4

    Άρθρο 5 παράγραφος 2

    Άρθρο 2 παράγραφος 5

    Άρθρο 5 παράγραφος 3

    Άρθρο 2 παράγραφος 6

    Άρθρο 5 παράγραφος 4

    Άρθρο 2 παράγραφος 7

    Άρθρο 5 παράγραφος 5

    Άρθρο 2 παράγραφος 8

    Άρθρο 6

    Άρθρο 2 παράγραφος 9

    Άρθρο 4 παράγραφος 3 και άρθρο 5 παράγραφος 6

    Άρθρο 3 σημείο 1

    Άρθρο 2 σημείο 5

    Άρθρο 3 σημείο 2

    Άρθρο 2 σημείο 6

    Άρθρο 3 σημείο 3

    Άρθρο 2 σημείο 4

    Άρθρο 3 σημείο 4

    Άρθρο 2 σημείο 3

    Άρθρο 3 σημείο 5

    Άρθρο 2 σημείο 35

    Άρθρο 3 σημείο 6

    Άρθρο 2 σημείο 22

    Άρθρο 3 σημείο 6 στοιχείο α)

    Άρθρο 42 παράγραφος 1

    Άρθρο 3 σημείο 6 στοιχείο β)

    Άρθρο 43

    Άρθρο 3 σημείο 6 στοιχείο γ)

    Άρθρο 42 παράγραφος 2

    Άρθρο 3 σημείο 7

    Άρθρο 2 σημείο 7

    Άρθρο 3 σημείο 8

    Άρθρο 2 σημείο 19

    Άρθρο 3 σημείο 9

    Άρθρο 2 σημείο 25

    Άρθρο 3 σημείο 10

    Άρθρο 2 σημείο 26

    Άρθρο 3 σημείο 11

    Άρθρο 2 σημείο 27

    Άρθρο 3 σημείο 12

    Άρθρο 2 σημείο 28

    Άρθρο 3 σημείο 13

    Άρθρο 2 σημείο 16

    Άρθρο 3 σημείο 14

    Άρθρο 2 σημείο 8

    Άρθρο 3 σημείο 15

    Άρθρο 2 σημείο 29

    Άρθρο 3 σημείο 16

    Άρθρο 2 σημείο 15

    Άρθρο 3 σημείο 17

    Άρθρο 2 σημείο 20

    Άρθρο 3 σημείο 18

    Άρθρο 2 σημείο 13

    Άρθρο 3 σημείο 19

    -

    -

    Άρθρο 4

    Άρθρο 3

    Άρθρο 5

    -

    -

    Άρθρο 6

    Άρθρο 7

    Άρθρο 7

    Άρθρο 8

    Άρθρο 8 παράγραφος 1

    Άρθρο 8 παράγραφος 1

    Άρθρο 8 παράγραφος 2

    Άρθρο 8 παράγραφοι 2 και 3

    Άρθρο 8 παράγραφος 3

    Άρθρο 7 παράγραφος 1

    Άρθρο 8 παράγραφος 4

    Άρθρο 7 παράγραφος 2

    Άρθρο 8 παράγραφος 5

    Άρθρο 7 παράγραφοι 2 και 3

    Άρθρο 9

    Άρθρο 23

    Άρθρο 10

    Άρθρο 58

    Άρθρο 11

    Άρθρο 15

    Άρθρο 12

    -

    -

    Άρθρο 13 παράγραφος 1

    Άρθρο 16 παράγραφος 1

    Άρθρο 13 παράγραφος 2

    Άρθρο 16 παράγραφος 2

    Άρθρο 13 παράγραφος 3

    Άρθρο 16 παράγραφος 2

    Άρθρο 13 παράγραφος4

    Άρθρο 16 παράγραφος4

    Άρθρο 13 παράγραφος 5

    Άρθρο 37

    Άρθρο 13 παράγραφος 6

    Άρθρο 18 παράγραφος 3

    Άρθρο 14 παράγραφος 1

    Άρθρο 19 παράγραφος 1

    Άρθρο 14 παράγραφος 2

    Άρθρο 19 παράγραφος 2

    Άρθρο 14 παράγραφος 3

    Άρθρο 19 παράγραφος 3

    Άρθρο 14 παράγραφος 4

    Άρθρο 17

    Άρθρο 14 παράγραφος 5

    Άρθρο 21 παράγραφοι 2 και 3

    Άρθρο 15

    Άρθρο 27

    Άρθρο 16

    Άρθρο 27 παράγραφος 1

    Άρθρο 17

    -

    -

    Άρθρο 18 παράγραφος 1

    Άρθρο 28 παράγραφος 1

    Άρθρο 18 παράγραφος 2

    Άρθρο 28 παράγραφος 2

    Άρθρο 18 παράγραφος 3

    -

    Άρθρο 28 παράγραφος 3

    Άρθρο 18 παράγραφος 4

    -

    -

    Άρθρο 18α παράγραφος 1

    Άρθρο 23 παράγραφος 4 και άρθρο 28 παράγραφος 4

    Άρθρο 18α παράγραφος 2

    -

    Άρθρο 23 παράγραφος 5 και Άρθρο 29, στοιχείο α)

    Άρθρο 18α παράγραφος 3

    Άρθρο 23 παράγραφος 5 και άρθρο 29 στοιχείο β)

    Άρθρο 18α παράγραφος 4

    -

    -

    Άρθρο 18α παράγραφος 5

    Άρθρο 29 παράγραφος 3

    Άρθρο 19

    Άρθρο 30

    Άρθρο 20

    Άρθρο 32

    Άρθρο 20α

    Άρθρο 33

    Άρθρο 21

    Άρθρο 34

    Άρθρο 22

    Άρθρο 35

    Άρθρο 23

    Άρθρο 36

    Άρθρο 24

    Άρθρο 31

    Άρθρο 25

    Άρθρο 38 παράγραφος 1

    Άρθρο 26

    Άρθρο 38

    Άρθρο 27

    Άρθρο 39

    Άρθρο 28

    Άρθρο 38 παράγραφος 3

    Άρθρο 29

    -

    -

    Άρθρο 30 παράγραφος 1

    Άρθρο 45 παράγραφοι 1 και 3 και άρθρο 49

    Άρθρο 30 παράγραφος 2

    Άρθρο 45 παράγραφος 4

    Άρθρο 30 παράγραφος 3

    Άρθρο 10 παράγραφος 1

    Άρθρο 30 παράγραφος 4

    Άρθρο 10 παράγραφος 5

    Άρθρο 30 παράγραφος 5

    Άρθρο 11 και άρθρο 12 παράγραφος 1

    Άρθρο 30 παράγραφος 5α

    Άρθρο 12 παράγραφος 2

    Άρθρο 30 παράγραφος 6

    Άρθρο 11 παράγραφοι 1, 2 και 3

    Άρθρο 30 παράγραφος 7

    Άρθρο 45 παράγραφος 2

    Άρθρο 30 παράγραφος 8

    Άρθρο 18 παράγραφος 4

    Άρθρο 30 παράγραφος 9

    Άρθρο 13

    Άρθρο 30 παράγραφος 10

    Άρθρο 10 παράγραφοι 11 και 12

    Άρθρο 31 παράγραφος 1

    Άρθρο 43 παράγραφος 1 και άρθρο 46 παράγραφος 1 και άρθρο 49

    Άρθρο 31 παράγραφος 2

    Άρθρο 46 παράγραφος 2

    Άρθρο 31 παράγραφος 3

    Άρθρο 46 παράγραφος 3

    Άρθρο 31 παράγραφος 3α

    Άρθρο 10 παράγραφος 1

    Άρθρο 48

    Άρθρο 31 παράγραφος 4

    Άρθρο 11 και άρθρο 12 παράγραφος 1

    Άρθρο 31 παράγραφος 4α

    Άρθρο 12 παράγραφος 2

    Άρθρο 31 παράγραφος 5

    Άρθρο 10 παράγραφος 5

    Άρθρο 31 παράγραφος 6

    Άρθρο 18 παράγραφος 4

    Άρθρο 31 παράγραφος 7

    Άρθρο 45 παράγραφος 2

    Άρθρο 31 παράγραφος 7α

    Άρθρο 13

    Άρθρο 31 παράγραφος 9

    Άρθρο 10 παράγραφοι 11 και 12

    Άρθρο 31 παράγραφος 10

    Άρθρο 43 παράγραφος 2

    Άρθρο 31α

    Άρθρο 15 παράγραφος 1

    Άρθρο 32 παράγραφος 1

    Άρθρο 17 παράγραφος 1

    Άρθρο 32 παράγραφος 2

    Άρθρο 46 παράγραφος 1

    Άρθρο 32 παράγραφος 3

    Άρθρο 17 παράγραφοι 2, 4 και 5

    Άρθρο 32 παράγραφος 4

    Άρθρο 18 παράγραφος 1 και άρθρο 19 παράγραφος 1

    Άρθρο 32 παράγραφος 5

    Άρθρο 19 παράγραφος 1

    Άρθρο 32 παράγραφος 6

    Άρθρο 19 παράγραφος 2

    Άρθρο 32 παράγραφος 7

    Άρθρο 20 παράγραφος 1

    Άρθρο 32 παράγραφος 8

    Άρθρο 17 παράγραφος 3

    Άρθρο 32 παράγραφος 9

    Άρθρο 18 παράγραφος 4

    Άρθρο 32α παράγραφος 1

    Άρθρο 14 παράγραφος 1

    Άρθρο 32α παράγραφος 2

    Άρθρο 14 παράγραφος 2

    Άρθρο 32α παράγραφος 3

    Άρθρο 14 παράγραφος 3

    Άρθρο 32α παράγραφος 4

    Άρθρο 14 παράγραφος 4

    Άρθρο 32β

    Άρθρο 16

    Άρθρο 33 παράγραφος 1

    Άρθρο 50 παράγραφος 1

    Άρθρο 33 παράγραφος 2

    Άρθρο 50 παράγραφος 6

    Άρθρο 34 παράγραφος 1

    Άρθρο 51 παράγραφος 1

    Άρθρο 34 παράγραφος 2

    Άρθρο 51 παράγραφος 2

    Άρθρο 34 παράγραφος 3

    -

    -

    Άρθρο 35

    Άρθρο 52

    Άρθρο 36

    Άρθρο 32

    Άρθρο 37

    Άρθρο 53

    Άρθρο 38

    Άρθρο 43 παράγραφος 3

    Άρθρο 11 παράγραφος 3

    Άρθρο 39

    Άρθρο 54

    Άρθρο 40

    Άρθρο 56

    Άρθρο 41

    Άρθρο 55

    Άρθρο 42

    Άρθρο 57

    Άρθρο 43

    -

    -

    Άρθρο 44 παράγραφος 1

    Άρθρο 9 παράγραφος 1

    Άρθρο 44 παράγραφος 2

    Άρθρο 9 παράγραφος 2

    Άρθρο 44 παράγραφος 3

    Άρθρο 9 παράγραφος 3

    Άρθρο 44 παράγραφος 4

    Άρθρο 9 παράγραφος 6

    Άρθρο 45 παράγραφος 1

    Άρθρο 13 παράγραφος 1

    Άρθρο 45 παράγραφος 2

    -

    -

    Άρθρο 45 παράγραφος 3

    Άρθρο 14 παράγραφος 1

    Άρθρο 45 παράγραφος 4

    Άρθρο 35

    Άρθρο 45 παράγραφος 5

    Άρθρο 14 παράγραφος 2

    Άρθρο 45 παράγραφος 6

    Άρθρο 14 παράγραφος 3

    Άρθρο 45 παράγραφος 7

    Άρθρο 14 παράγραφος 4

    Άρθρο 45 παράγραφος 8

    Άρθρο 13 παράγραφος 2

    Άρθρο 45 παράγραφος 9

    Άρθρο 5 παράγραφος 1

    Άρθρο 45 παράγραφος 10

    Άρθρο 5 παράγραφος 2

    Άρθρο 45 παράγραφος 11

    Άρθρο 5 παράγραφος 3

    Άρθρο 46 παράγραφος 1

    Άρθρο 10

    Άρθρο 46 παράγραφος 2

    -

    -

    Άρθρο 46 παράγραφος 3

    Άρθρο 21

    Άρθρο 46 παράγραφος 4

    Άρθρο 9

    Άρθρο 47 παράγραφος 1

    Άρθρο 4

    Άρθρο 47 παράγραφος 2

    Άρθρο 6 παράγραφος 1

    Άρθρο 47 παράγραφος 3

    Άρθρο 6 παράγραφος 2

    Άρθρο 48 παράγραφος 1

    Άρθρο 29 παράγραφος 1

    Άρθρο 48 παράγραφος 1α

    Άρθρο 29 παράγραφος 5 και άρθρο 46

    Άρθρο 48 παράγραφος 2

    Άρθρο 29 παράγραφοι 2 και 5

    Άρθρο 48 παράγραφος 3

    Άρθρο 29 παράγραφος 6

    Άρθρο 48 παράγραφος 4

    Άρθρο 33 και άρθρο 34

    Άρθρο 48 παράγραφος 5

    Άρθρο 33 παράγραφος 4 και άρθρο 34 παράγραφος 2

    Άρθρο 48 παράγραφος 6

    Άρθρο 31 παράγραφος 1

    Άρθρο 48 παράγραφος 7

    Άρθρο 31 παράγραφος 2

    Άρθρο 48 παράγραφος 8

    Άρθρο 31 παράγραφος 5

    Άρθρο 48 παράγραφος 9

    Άρθρο 29 παράγραφος 3

    Άρθρο 48 παράγραφος 10

    Άρθρο 31 παράγραφος 4

    Άρθρο 49

    Άρθρο 45 παράγραφος 1

    Άρθρο 50

    Άρθρο 47

    Άρθρο 50α

    Άρθρο 45 παράγραφος 3

    Άρθρο 51

    -

    -

    Άρθρο 52

    Άρθρο 22

    Άρθρο 53

    Άρθρο 24

    Άρθρο 54

    Άρθρο 26

    Άρθρο 55

    Άρθρο 27

    Άρθρο 56

    Άρθρο 23 παράγραφοι 2 και 3

    Άρθρο 57

    Άρθρο 28

    Άρθρο 57α παράγραφος 1

    Άρθρο 50 παράγραφος 1

    Άρθρο 57α παράγραφος 2

    Άρθρο 50 παράγραφος 2

    Άρθρο 57α παράγραφος 3

    Άρθρο 50 παράγραφος 3

    Άρθρο 57α παράγραφος 4

    Άρθρο 33 παράγραφος 1 και άρθρο 34 παράγραφοι 1 και 3

    Άρθρο 57α παράγραφος 5

    Άρθρο 37

    Άρθρο 57β

    Άρθρο 51

    Άρθρο 58 παράγραφος 1

    Άρθρο 39 παράγραφος 1

    Άρθρο 58 παράγραφος 2

    Άρθρο 39 παράγραφος 2

    Άρθρο 58 παράγραφος 3

    Άρθρο 39 παράγραφος 3

    Άρθρο 58 παράγραφος 4

    -

    -

    Άρθρο 58 παράγραφος 5

    Άρθρο 39 παράγραφος 4

    Άρθρο 59 παράγραφος 1

    Άρθρο 40 παράγραφος 1

    Άρθρο 59 παράγραφος 2

    Άρθρο 40 παράγραφος.2 και άρθρο 41 παράγραφος 1

    Άρθρο 59 παράγραφος 3

    Άρθρο 40 παράγραφος 3

    Άρθρο 59 παράγραφος 4

    Άρθρο 40 παράγραφος 4

    Άρθρο 60 παράγραφος 1

    Άρθρο 42 παράγραφος 1

    Άρθρο 60 παράγραφος 2

    Άρθρο 42 παράγραφος 2

    Άρθρο 60 παράγραφος 3

    Άρθρο 42 παράγραφος 3

    Άρθρο 60 παράγραφος 4

    Άρθρο 39 παράγραφος 5

    Άρθρο 60 παράγραφος 5

    Άρθρο 42 παράγραφος 4

    Άρθρο 60 παράγραφος 6

    Άρθρο 42 παράγραφος 5

    Άρθρο 61

    Άρθρο 43

    Άρθρο 62 παράγραφος 1

    Άρθρο 44 παράγραφος 1

    Άρθρο 62 παράγραφος 2

    Άρθρο 6 παράγραφος 6

    Άρθρο 62 παράγραφος 3

    Άρθρο 44 παράγραφος 2

    Άρθρο 63

    -

    -

    Άρθρο 64

    Άρθρο 60

    Άρθρο 64α

    Άρθρο 54

    Άρθρο 61

    Άρθρο 65

    -

    -

    Άρθρο 66

    -

    -

    Άρθρο 67

    -

    -

    Άρθρο 68

    -

    -

    Άρθρο 69

    -

    -

    Παράρτημα I

    Παράρτημα I

    Παράρτημα II

    Παράρτημα II

    Παράρτημα III

    Παράρτημα III

    Παράρτημα IV

    -

    -

    Top