EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52017PC0331(01)

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών) και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 όσον αφορά τις διαδικασίες για την αδειοδότηση κεντρικών αντισυμβαλλομένων και τις αρχές που συμμετέχουν καθώς και τις απαιτήσεις για την αναγνώριση κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών

COM/2017/0331 final/2 - 2017/0136 (COD)

Βρυξέλλες, 20.9.2017

COM(2017) 331 final/2

2017/0136(COD)

Modified Commission proposal following the adoption of COM(2017)539 of 20.9.2017.
Consolidated version to be read together with the explanatory memorandum contained in COM(2017)539.
The text should read as follows:

Πρόταση

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών) και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 όσον αφορά τις διαδικασίες για την αδειοδότηση κεντρικών αντισυμβαλλομένων και τις αρχές που συμμετέχουν καθώς και τις απαιτήσεις για την αναγνώριση κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών


ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1.ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

1.1.Αιτιολόγηση και στόχοι της πρότασης

Οι συμβάσεις παραγώγων αποτελούν βασικό εργαλείο για τις τράπεζες και τις επιχειρήσεις της Ευρώπης προκειμένου να διαχειρίζονται τους κινδύνους τους, είτε οι κίνδυνοι αυτοί αφορούν αλλαγές στα επιτόκια, διακυμάνσεις στις νομισματικές ισοτιμίες ή την αθέτηση υποχρεώσεων ενός αντισυμβαλλομένου στις επιχειρηματικές δραστηριότητες. Ωστόσο, οι αδιαφανείς αγορές παραγώγων λειτούργησαν, επίσης, ως ένας ανεπιθύμητος δίαυλος μετάδοσης. Οι αγορές παραγώγων πρέπει, συνεπώς, να ρυθμίζονται και να εποπτεύονται αποτελεσματικά για τη διαφύλαξη της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας.

Δεδομένου του παγκόσμιου χαρακτήρα των αγορών παραγώγων και σύμφωνα με τη Συμφωνία της G20 στο Πίτσμπουργκ 1 , του 2009, για τη μείωση του συστημικού κινδύνου που συνδέεται με την υπερβολική χρήση παραγώγων, η ΕΕ εξέδωσε τον κανονισμό για τις υποδομές των ευρωπαϊκών αγορών (EMIR), το 2012 2 . Ως βασικός πυλώνας του κανονισμού EMIR, οι τυποποιημένες συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων πρέπει να εκκαθαρίζονται μέσω ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου (CCP). O κεντρικός αντισυμβαλλόμενος αποτελεί μια υποδομή της αγοράς που μειώνει τον συστημικό κίνδυνο και ενισχύει τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, παίρνοντας θέση ανάμεσα σε δύο αντισυμβαλλομένους σε μια σύμβαση παραγώγων (δηλαδή, ενεργώντας ως αγοραστής στον πωλητή και ως πωλητής στον αγοραστή κινδύνου) και, συνεπώς, μειώνοντας τον κίνδυνο για αμφότερα τα μέρη. Ο κανονισμός ΕMIR θέσπισε, επίσης, αυστηρές απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας, οργάνωσης και επιχειρηματικής συμπεριφοράς για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και καθιέρωσε ρυθμίσεις για την προληπτική τους εποπτεία, προκειμένου να ελαχιστοποιήσει τον οποιονδήποτε κίνδυνο για τους χρήστες ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου και να στηρίξει τη συστημική σταθερότητα.

Από το 2012 που εκδόθηκε ο κανονισμός EMIR, η κεντρική εκκαθάριση έχει επεκταθεί σημαντικά και οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι έχουν καταστεί όλο και περισσότερο συγκεντρωμένοι και ενοποιημένοι σε ολόκληρη την ΕΕ και με τρίτες χώρες.

Η παρούσα πρόταση διασφαλίζει ότι οι εποπτικές ρυθμίσεις συμβαδίζουν με αυτές τις εξελίξεις. Προτείνεται να εξοπλίσει η ΕΕ την Ένωση Κεφαλαιαγορών με ένα πιο αποτελεσματικό και συνεπές εποπτικό σύστημα για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, προς όφελος της περαιτέρω ολοκλήρωσης της αγοράς, της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και των ισότιμων όρων ανταγωνισμού.

Οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι απέκτησαν περισσότερη σημασία από τότε που εκδόθηκε ο κανονισμός EMIR και θα επεκταθούν περαιτέρω κατά τα επόμενα έτη

Εντός των πέντε ετών από την έκδοση του κανονισμού EMIR, ο όγκος της δραστηριότητας των κεντρικών αντισυμβαλλομένων – στην ΕΕ και παγκοσμίως – έχει αυξηθεί ραγδαίως, τόσο σε κλίμακα όσο και σε εμβέλεια. Αυτό αποτελεί ένδειξη ότι η νομοθεσία λειτουργεί και εκπληρώνει τον σκοπό της.

Στο τέλος Ιουνίου του 2016, περίπου 62% της παγκόσμιας αξίας όλων των συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων και κατηγοριών στοιχείων ενεργητικού (επιτόκια, κίνδυνος αθέτησης, συνάλλαγμα, κ.λπ.) εκκαθαρίστηκαν κεντρικά από κεντρικούς αντισυμβαλλομένους 3 , με αξία ίση με 337 τρισεκατομμύρια δολάρια. Περίπου 97% (328 τρισεκατομμύρια δολάρια) όλων των κεντρικά εκκαθαρισμένων συμβάσεων παραγώγων είναι παράγωγα επιτοκίου.

Στο τέλος του 2015, περίπου 60% όλων των εξωχρηματιστηριακών παραγώγων επιτοκίου εκκαθαρίστηκαν κεντρικά, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό μέχρι το τέλος του 2009 ήταν 36% 4 . Η κεντρική εκκαθάριση παρομοίως απέκτησε μεγαλύτερη σημασία στην αγορά πιστωτικών παραγώγων (των αποκαλούμενων CDS), με σταθερή αύξηση της αναλογίας των εκκρεμών CDS που εκκαθαρίζονται από κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, από την πρώτη αναφορά αυτών των δεδομένων, δηλαδή 37% στα τέλη Ιουνίου του 2016, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 10% στα τέλη Ιουνίου του 2010 5 .

Ο ραγδαίως επεκτεινόμενος ρόλος των κεντρικών αντισυμβαλλομένων στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα δεν αντανακλά μόνο την καθιέρωση των υποχρεώσεων κεντρικής εκκαθάρισης στις διάφορες κατηγορίες στοιχείων του ενεργητικού 6 , αλλά, επίσης, ενίσχυσε την εθελοντική χρήση της κεντρικής εκκαθάρισης εν μέσω της αυξανόμενης επίγνωσης των ωφελημάτων της κεντρικής εκκαθάρισης, που έχουν αποκτήσει οι συμμετέχοντες στην αγορά (οι υποχρεώσεις εκκαθάρισης εφαρμόζονται μόλις από τον Ιούνιο του 2016) 7 . Βάσει του κανονισμού EMIR απαιτείται να εκκαθαρίζονται κεντρικά ορισμένα παράγωγα επιτοκίου και CDS, σύμφωνα με παρόμοιες απαιτήσεις σε άλλες χώρες της G20 8 . Οι κανόνες τραπεζικών κεφαλαίων έχουν αλλάξει, ώστε να δημιουργηθούν κίνητρα για την κεντρική εκκαθάριση και να καταστεί η διμερής εκκαθάριση πιο δαπανηρή επιλογή σε σχετικούς όρους 9 , ενώ οι διμερείς συναλλαγές υπόκεινται σε πρόσθετες απαιτήσεις παροχής ασφάλειας, από τον Μάρτιο του 2017 10 .

Η επέκταση της δραστηριότητας των κεντρικών αντισυμβαλλομένων αναμένεται να συνεχιστεί τα προσεχή έτη. Είναι πιθανόν να προβλεφθούν δεσμευτικές υποχρεώσεις εκκαθάρισης για πρόσθετες κατηγορίες στοιχείων του ενεργητικού 11 , και τα κίνητρα για να μετριαστούν οι κίνδυνοι και το κόστος είναι πιθανόν να οδηγήσουν σε ακόμη περισσότερη εθελοντική εκκαθάριση. Η πρόταση του Μαΐου 2017 για την τροποποίηση του κανονισμού EMIR με στοχευμένο τρόπο, προκειμένου να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα και η αναλογικότητά του, θα ενισχύει αυτήν την τάση, μέσω της δημιουργίας περαιτέρω κινήτρων για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους ώστε να προσφέρουν κεντρική εκκαθάριση των παραγώγων στους αντισυμβαλλομένους 12 . Τέλος, οι βαθύτερες και πιο ολοκληρωμένες κεφαλαιαγορές ως αποτέλεσμα της Ένωσης Κεφαλαιαγορών θα ενισχύσουν περαιτέρω την ανάγκη για διασυνοριακή εκκαθάριση στην ΕΕ, και θα ενισχύσουν, συνεπώς, τη σημασία και τη διασυνδεσιμότητα των κεντρικών αντισυμβαλλομένων εντός του χρηματοοικονομικού συστήματος.

Ο επεκτεινόμενος ρόλος των κεντρικών αντισυμβαλλομένων εγείρει ανησυχίες ως προς την ανάγκη αναβάθμισης των εποπτικών ρυθμίσεων στο πλαίσιο του κανονισμού EMIR, επίσης, υπό το πρίσμα της δημιουργίας της Ένωσης Κεφαλαιαγορών

Η αυξανόμενη σημασία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων στο χρηματοπιστωτικό σύστημα και η συνδεδεμένη συγκέντρωση πιστωτικού κινδύνου σε αυτές τις υποδομές έχει ελκύσει την προσοχή των κυβερνήσεων, των ρυθμιστικών αρχών, των εποπτικών αρχών, των κεντρικών τραπεζών και των συμμετεχόντων στην αγορά.

Ενώ η κλίμακα και η εμβέλεια των κεντρικά εκκαθαριζόμενων συναλλαγών έχει επεκταθεί, ο αριθμός των κεντρικών αντισυμβαλλομένων έχει παραμείνει σχετικά περιορισμένος. Υπάρχουν επί του παρόντος 17 κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι στην ΕΕ, που όλοι είναι αδειοδοτημένοι, στο πλαίσιο του κανονισμού EMIR, για να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους εντός της Ένωσης – αν και δεν είναι όλοι οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι αδειοδοτημένοι να εκκαθαρίζουν όλες τις κατηγορίες στοιχείων του ενεργητικού (π.χ. μόνον 2 κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι εκκαθαρίζουν πιστωτικά παράγωγα, μόνον 2 κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι εκκαθαρίζουν παράγωγα πληθωρισμού 13 ) 14 . Επιπλέον, 28 κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι τρίτων χωρών έχουν αναγνωριστεί στο πλαίσιο των διατάξεων ισοδυναμίας του κανονισμού EMIR και διαθέτουν τη δυνατότητα να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους εντός της ΕΕ 15 . Συνεπώς, οι αγορές εκκαθάρισης είναι ενοποιημένες σε όλη την ΕΕ και παρουσιάζουν υψηλή συγκέντρωση σε ορισμένες κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων. Είναι, επίσης, διασυνδεδεμένες σε υψηλό βαθμό 16 .

Παρότι η αυξημένη εκκαθάριση μέσω δεόντως ρυθμιζόμενων και εποπτευόμενων κεντρικών αντισυμβαλλομένων ενισχύει τη συνολική συστημική σταθερότητα, η συγκέντρωση του κινδύνου καθιστά την αθέτηση ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου γεγονός με χαμηλή πιθανότητα, αλλά με ενδεχομένως εξαιρετικά υψηλό αντίκτυπο. Δεδομένου του κεντρικού ρόλου των κεντρικών αντισυμβαλλομένων στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, η αυξανόμενη συστημική σημασία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων δημιουργεί ανησυχίες. Οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι έχουν καταστεί οι ίδιοι πηγή μακροπροληπτικού κινδύνου, καθώς η πτώχευσή τους θα μπορούσε να προκαλέσει σημαντική διαταραχή στο χρηματοπιστωτικό σύστημα και θα είχε συστημικές συνέπειες. Για παράδειγμα, η μεγάλης κλίμακας και ανεξέλεγκτη λήξη και εκκαθάριση συμβάσεων, οι οποίες εκκαθαρίζονται από κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, θα μπορούσε να οδηγήσει σε πιέσεις στη ρευστότητα και στις εξασφαλίσεις σε όλη την αγορά και να δημιουργήσει αστάθεια στην υποκείμενη αγορά στοιχείων του ενεργητικού και στο ευρύτερο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Όπως και κάποιοι άλλοι χρηματοοικονομικοί διαμεσολαβητές, οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι είναι, επίσης, επιρρεπείς σε μαζικές αποσύρσεις, λόγω της απώλειας εμπιστοσύνης των εκκαθαριστικών μελών στη φερεγγυότητα ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου. Αυτό ενδέχεται να δημιουργήσει κρίση ρευστότητας για τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, καθώς επιχειρεί να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του να επιστρέψει την κύρια εξασφάλιση (δηλαδή, το αρχικό περιθώριο). Ο αντίκτυπος της πτώχευσης ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου, λόγω της αυξημένης συγκέντρωσης κινδύνου, θα ενισχυόταν μέσω της αυξανόμενης διασυνδεσιμότητας μεταξύ των κεντρικών αντισυμβαλλομένων, τόσο άμεσα όσο και έμμεσα μέσω των μελών τους (συνήθως, μεγάλες παγκόσμιες τράπεζες) και των πελατών τους.

Έναντι αυτού του κινδύνου και σύμφωνα με τη συναίνεση της G20 17 , η Επιτροπή εξέδωσε πρόταση κανονισμού για την ανάκαμψη και την εξυγίανση κεντρικών αντισυμβαλλομένων, τον Νοέμβριο του 2016 18 . Ο στόχος της πρότασης είναι να διασφαλιστεί ότι οι αρχές είναι δεόντως προετοιμασμένες να αντιμετωπίσουν έναν προβληματικό κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, διαφυλάσσοντας τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και μειώνοντας το κόστος για τους φορολογουμένους. Η πρόταση για την ανάκαμψη και την εξυγίανση κεντρικών αντισυμβαλλομένων επανεστίασε την προσοχή στις εποπτικές ρυθμίσεις για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους της ΕΕ και τρίτων χωρών, τις οποίες περιλαμβάνει ο κανονισμός EMIR, και στον βαθμό στον οποίο αυτές οι ρυθμίσεις μπορούν να καταστούν πιο αποτελεσματικές, πέντε έτη μετά την έκδοση του κανονισμού EMIR. Η πρόταση βρίσκεται επί του παρόντος στο στάδιο των διαπραγματεύσεων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. Η εν λόγω συνεχιζόμενη ροή εργασίας χρειάζεται να συντονιστεί και να είναι συνεπής με την παρούσα πρόταση.

Εποπτικές ρυθμίσεις για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους της ΕΕ

Στο πλαίσιο του κανονισμού EMIR, οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι της ΕΕ υπόκεινται σε εποπτεία από σώματα εθνικών εποπτικών αρχών, την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ), τα σχετικά μέλη του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ), καθώς και από άλλες σχετικές αρχές (π.χ. εποπτικές αρχές των μεγαλύτερων εκκαθαριστικών μελών, εποπτικές αρχές ορισμένων τόπων διαπραγμάτευσης και κεντρικών αποθετηρίων τίτλων). Αυτά τα σώματα είναι δυνατόν να περιλαμβάνουν περισσότερες από 20 αρχές μέλη και επαφίενται στον συντονισμό από την αρχή της χώρας καταγωγής. Αυτές οι ρυθμίσεις εγείρουν ορισμένες ανησυχίες, υπό το πρίσμα της υφιστάμενης κατάστασης ολοκλήρωσης στην αγορά, που θα πρέπει να αντανακλάται στις εποπτικές ρυθμίσεις. Αυτό είναι, επίσης, σημαντικό προκειμένου να προχωρήσει η Ένωση Κεφαλαιαγορών.

Πρώτον, η αυξανόμενη συγκέντρωση εκκαθαριστικών υπηρεσιών σε έναν περιορισμένο αριθμό κεντρικών αντισυμβαλλομένων, και η συνεπαγόμενη αύξηση στη διασυνοριακή δραστηριότητα, σημαίνει ότι οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι σε έναν περιορισμένο αριθμό επιμέρους κρατών μελών είναι όλο και πιο σημαντικοί για το χρηματοπιστωτικό σύστημα της ΕΕ στο σύνολό του. Ενάντια σε αυτήν την τάση, οι υφιστάμενες εποπτικές ρυθμίσεις, που στηρίζονται κυρίως στην αρχή της χώρας καταγωγής (για παράδειγμα, η αρχή της χώρας καταγωγής είναι τελικά υπεύθυνη για σημαντικές αποφάσεις, όπως η επέκταση της άδειας λειτουργίας ή η έγκριση των ρυθμίσεων διαλειτουργικότητας και εξωτερικής ανάθεσης), χρειάζεται να επανεκτιμηθούν.

Δεύτερον, οι αποκλίνουσες εποπτικές πρακτικές για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους (για παράδειγμα, οι διαφορετικοί όροι για την αδειοδότηση ή τις διαδικασίες επικύρωσης μοντέλων) σε ολόκληρη την ΕΕ μπορούν να δημιουργήσουν κινδύνους ρυθμιστικού και εποπτικού αρμπιτράζ για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, και εμμέσως για τα εκκαθαριστικά τους μέλη ή τους πελάτες τους. Η Επιτροπή επέστησε την προσοχή ως προς αυτούς τους αναδυόμενους κινδύνους και την ανάγκη για περισσότερη εποπτική σύγκλιση, στην ανακοίνωσή της για την Ένωση Κεφαλαιαγορών, του Σεπτεμβρίου 2016 19 , και στη δημόσια διαβούλευση σχετικά με τη λειτουργία των Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών (ΕΕΑ) 20 , σε αμφότερες εκ των οποίων τονίστηκαν οι προκλήσεις που τίθενται από τις ετερογενείς εποπτικές πρακτικές.

Τρίτον, ο ρόλος των κεντρικών τραπεζών –ως εκδοτών νομίσματος– δεν αντανακλάται επαρκώς στα σώματα των κεντρικών αντισυμβαλλομένων. Ενώ οι εντολές των κεντρικών τραπεζών και των εποπτικών αρχών μπορεί να αλληλεπικαλύπτονται (ιδίως σε τομείς όπως η διαλειτουργικότητα, οι έλεγχοι κινδύνου ρευστότητας κ.λπ.), υπάρχει πιθανότητα αναντιστοιχίας, όταν οι εποπτικές ενέργειες έχουν αντίκτυπο σε βασικές αρμοδιότητες των κεντρικών τραπεζών, σε τομείς όπως η σταθερότητα των τιμών, η νομισματική πολιτική και τα συστήματα πληρωμών. Σε καταστάσεις κρίσης, οι αναντιστοιχίες μεταξύ τους μπορεί να ενισχύσουν τους κινδύνους για την χρηματοπιστωτική σταθερότητα, εάν η ανάθεση αρμοδιοτήτων μεταξύ των αρχών παραμένει ασαφής.

Εποπτικές ρυθμίσεις για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών

Σήμερα, ένα σημαντικό ποσό χρηματοδοτικών μέσων εκφρασμένων σε νομίσματα των κρατών μελών εκκαθαρίζονται από αναγνωρισμένους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών. Για παράδειγμα, το ονομαστικό ποσό σε εκκρεμότητα στο χρηματιστήριο εμπορευμάτων του Σικάγο (Chicago Mercantile Exchange – CME) στις ΗΠΑ. είναι 1,8 τρισ. EUR για παράγωγα επιτοκίου εκφρασμένα σε ευρώ και 348 δισ. SEK για παράγωγα επιτοκίου εκφρασμένα σε SEK. Αυτό, επίσης, εγείρει μια σειρά ανησυχιών.

Πρώτον, η εφαρμογή του συστήματος ισοδυναμίας και αναγνώρισης, του κανονισμού EMIR, έχει καταδείξει συγκεκριμένες ελλείψεις, ιδίως όσον αφορά τη συνεχή εποπτεία. Ειδικότερα, αφότου έχει αναγνωριστεί ένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας, η ΕΑΚΑΑ έχει συναντήσει δυσκολίες ως προς την πρόσβαση σε πληροφορίες από τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, τη διενέργεια επιτόπιων επιθεωρήσεων του κεντρικού αντισυμβαλλομένου, και τη διαμοίραση πληροφοριών στις σχετικές ρυθμιστικές αρχές, εποπτικές αρχές και κεντρικές τράπεζες. Ως αποτέλεσμα, υπάρχει κίνδυνος να μην ανιχνευτούν και/ή να μην αντιμετωπιστούν οι πρακτικές και/ή οι προσαρμογές στα μοντέλα διαχείρισης κινδύνου του κεντρικού αντισυμβαλλομένου τρίτης χώρας, πράγμα το οποίο ενδέχεται να έχει σημαντικές επιπτώσεις στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα για τις οντότητες της ΕΕ.

Δεύτερον, η πιθανότητα αναντιστοιχιών μεταξύ των στόχων των εποπτικών αρχών και των κεντρικών τραπεζών εντός των σωμάτων αποκτά μια πρόσθετη διάσταση στο πλαίσιο των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών, όταν εμπλέκονται αρχές εκτός της ΕΕ.

Τρίτον, υπάρχει κίνδυνος οι αλλαγές στους κανόνες ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου και/ή στο ρυθμιστικό πλαίσιο μιας τρίτη χώρας να επηρεάσουν αρνητικά τα ρυθμιστικά ή εποπτικά αποτελέσματα, και να οδηγήσουν σε ανισότιμους όρους ανταγωνισμού μεταξύ των κεντρικών αντισυμβαλλομένων της ΕΕ και της τρίτης χώρας, καθώς και να δημιουργήσουν πεδίο για ρυθμιστικό ή εποπτικό αρμπιτράζ. Δεν υφίσταται επί του παρόντος μηχανισμός που να διασφαλίζει ότι η ΕΕ πληροφορείται αυτόματα όσον αφορά τέτοιου είδους αλλαγές και μπορεί να λάβει τα κατάλληλα μέτρα.

Τέτοιες ανησυχίες ενδέχεται να καταστούν πιο σημαντικές τα επόμενα έτη, επειδή ο παγκόσμιος χαρακτήρας των κεφαλαιαγορών συνεπάγεται ότι ο ρόλος που διαδραματίζουν οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι τρίτων χωρών πρόκειται να επεκταθεί. Επιπλέον των 28 κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών που έχουν ήδη αναγνωριστεί από την ΕΑΚΑΑ, 12 περαιτέρω κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι από 10 περιοχές δικαιοδοσίας έχουν υποβάλει αίτηση αναγνώρισης 21 και αναμένουν απόφαση της Επιτροπής για την ισοδυναμία των οικείων ρυθμιστικών και εποπτικών καθεστώτων.

Εξάλλου, σημαντικός όγκος συναλλαγών σε παράγωγα εκφρασμένα σε ευρώ (και άλλων συναλλαγών που υπόκεινται στην υποχρέωση εκκαθάρισης της ΕΕ) εκκαθαρίζεται επί του παρόντος σε κεντρικούς αντισυμβαλλομένους στο Ηνωμένο Βασίλειο. Όταν το Ηνωμένο Βασίλειο αποχωρήσει από την ΕΕ, θα υπάρξει, συνεπώς, διακριτική μετατόπιση στην αναλογία αυτού του είδους συναλλαγών που εκκαθαρίζονται σε κεντρικούς αντισυμβαλλομένους εκτός της δικαιοδοσίας της ΕΕ, και θα επιδεινωθούν οι ανησυχίες που εκτίθενται ανωτέρω. Αυτό συνεπάγεται σημαντικές προκλήσεις για τη διαφύλαξη της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας στην ΕΕ, οι οποίες χρειάζεται να αντιμετωπιστούν.

Υπό το πρίσμα αυτών των εκτιμήσεων, η Επιτροπή εξέδωσε ανακοίνωση, στις 4 Μαΐου 2017, για την αντιμετώπιση των προκλήσεων για κρίσιμες υποδομές των χρηματοπιστωτικών αγορών και την περαιτέρω ανάπτυξη της Ένωσης Κεφαλαιαγορών 22 . Στην ανακοίνωση επισημαίνεται ότι «θα χρειαστούν περαιτέρω αλλαγές [στον κανονισμό EMIR] για τη βελτίωση του ισχύοντος πλαισίου που εξασφαλίζει τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και στηρίζει την περαιτέρω ανάπτυξη και εμβάθυνση της Ένωσης Κεφαλαιαγορών».

Ανάγκη βελτίωσης των υφιστάμενων εποπτικών ρυθμίσεων

Καθώς το τοπίο όσον αφορά την εκκαθάριση στην ΕΕ συνεχίζει να εξελίσσεται, οι ρυθμίσεις για την πρόληψη κρίσεων και τη διαχείριση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων πρέπει να είναι όσο το δυνατόν αποτελεσματικότερες. Ο κανονισμός EMIR και η πρόταση της Επιτροπής για κανονισμό σχετικά με την ανάκαμψη και την εξυγίανση κεντρικών αντισυμβαλλομένων αποτελούν σημαντικά βήματα εν προκειμένω. Ωστόσο, πέντε έτη μετά την έκδοση του κανονισμού EMIR, το αυξανόμενο μέγεθος, η πολυπλοκότητα και η διασυνοριακή διάσταση της εκκαθάρισης, στην ΕΕ και παγκοσμίως, έχουν φέρει στο προσκήνιο τις ελλείψεις στις εποπτικές ρυθμίσεις για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους της ΕΕ και τρίτων χωρών. Η παρούσα πρόταση, συνεπώς, προβλέπει συγκεκριμένες τροποποιήσεις στους κανονισμούς EMIR και ΕΑΚΑΑ 23 , ιδίως ως προς την καθιέρωση σαφών και συνοχικών εποπτικών ρυθμίσεων για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τόσο της ΕΕ όσο και τρίτων χωρών.

Στην έκθεση εκτίμησης των επιπτώσεων, που συνοδεύει την παρούσα πρόταση, εκτιμώνται το κόστος και τα οφέλη των εν λόγω τροποποιήσεων. Παρουσιάζονται ορισμένες επιλογές προκειμένου να ενισχυθεί η εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων σε επίπεδο ΕΕ, να εμπλακούν περαιτέρω οι κεντρικές τράπεζες έκδοσης και να ενδυναμωθεί η ικανότητα της ΕΕ να παρακολουθεί, να εντοπίζει και να μετριάζει τους κινδύνους των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών.

Η εκτίμηση επιπτώσεων παρέχει εμπεριστατωμένα αποδεικτικά στοιχεία ως προς το ότι οι προτεινόμενες τροποποιήσεις συμβάλλουν αποτελεσματικά στην ενίσχυση της συνολικής σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος της ΕΕ και στην περαιτέρω μείωση του ήδη χαμηλής πιθανότητας (αλλά με εξαιρετικά υψηλό αντίκτυπο) κινδύνου πτώχευσης ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου, ενώ διατηρείται το κόστος στο ελάχιστο για τους συμμετέχοντες στην αγορά. Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις συνεισφέρουν, επίσης, στην περαιτέρω ανάπτυξη και εμβάθυνση της Ένωσης Κεφαλαιαγορών, σύμφωνα με τις πολιτικές προτεραιότητες της Επιτροπής.

1.2.Συνεκτικότητα με ισχύουσες διατάξεις στον τομέα πολιτικής

Η παρούσα πρόταση είναι σχετική και συνεπής με ορισμένες άλλες πολιτικές της ΕΕ και τρέχουσες πρωτοβουλίες που αποσκοπούν: i) στην αντιμετώπιση της συστημικής σημασίας των κεντρικών αντισυμβαλλομένων· ii) στην προώθηση της χρήσης της κεντρικής εκκαθάρισης· και iii) στην ενίσχυση της αποδοτικότητας και της αποτελεσματικότητας της εποπτείας σε επίπεδο ΕΕ, τόσο εντός όσο και εκτός της ΕΕ.

Πρώτον, η παρούσα πρόταση είναι συνεπής με την πρόταση της Επιτροπής 24 για κανονισμό για την ανάκαμψη και την εξυγίανση κεντρικών αντισυμβαλλομένων, που εγκρίθηκε τον Νοέμβριο του 2016. Η πρόταση αυτή αποσκοπεί να διασφαλίσει ότι οι αρχές της ΕΕ και οι εθνικές αρχές είναι κατάλληλα προετοιμασμένες για να αντιμετωπίσουν έναν προβληματικό κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, να διατηρήσουν τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και να αποφύγουν την επιβάρυνση των φορολογουμένων με το κόστος που συνδέεται με την αναδιάρθρωση και την εξυγίανση προβληματικών κεντρικών αντισυμβαλλομένων. Η πρόταση της Επιτροπής έχει ως στόχο να διασφαλίσει ότι, στο απίθανο σενάριο όπου οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι αντιμετωπίζουν σοβαρές δυσχέρειες ή πτώχευση, διατηρούνται οι κρίσιμες λειτουργίες των κεντρικών αντισυμβαλλομένων, ενώ διατηρείται η χρηματοπιστωτική σταθερότητα και αποφεύγεται η επιβάρυνση των φορολογουμένων με τις δαπάνες που συνδέονται με την αναδιάρθρωση και την εξυγίανση προβληματικών κεντρικών αντισυμβαλλομένων. Οι ρυθμίσεις διαχείρισης κρίσεων για την ανάκαμψη και την εξυγίανση κεντρικών αντισυμβαλλομένων, που περιλαμβάνονται στην εν λόγω πρόταση, βασίζονται στην ύπαρξη ρυθμίσεων άριστης ποιότητας για την πρόληψη κρίσεων (δηλαδή, για τη ρύθμιση και την εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων), στο πλαίσιο του EMIR. Με την περαιτέρω ενίσχυση της εποπτείας των κεντρικών αντισυμβαλλομένων στο πλαίσιο του EMIR, αναμένεται να μειωθεί ακόμη περισσότερο η πιθανότητα, έστω και μικρή, να υπάρξει ανάγκη καταφυγής σε μέτρα ανάκαμψης και εξυγίανσης. Οι προσαρμογές και βελτιώσεις της εποπτείας που επιφέρει η παρούσα πρόταση θα πρέπει, επίσης, να αντανακλώνται δεόντως στην εκκρεμούσα νομοθετική πρόταση σχετικά με την ανάκαμψη και την εξυγίανση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων. Ενδέχεται να είναι αναγκαίες στοχευμένες τροποποιήσεις, για να ληφθεί υπόψη ο νέος ρόλος της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους σε σώματα στο πλαίσιο του κανονισμού EMIR, και στη συνέχεια στα σώματα εξυγίανσης.

Δεύτερον, η παρούσα πρόταση συνδέεται με την πρόταση της Επιτροπής 25 για τροποποίηση του κανονισμού για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις (ΚΚΑ) 26 , που εγκρίθηκε τον Νοέμβριο του 2016. Η πρόταση αποσκοπεί στο να εξαιρέσει από τον υπολογισμό των κατώτατων ορίων του δείκτη μόχλευσης τα αρχικά περιθώρια για τις κεντρικά εκκαθαρισμένες συναλλαγές παραγώγων, τα οποία εισπράττονται από τα εκκαθαριστικά μέλη σε μετρητά από τους πελάτες τους και μεταβιβάζονται στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους. Ως εκ τούτου, θα διευκολύνει την πρόσβαση στην εκκαθάριση – καθώς θα μειωθούν οι κεφαλαιακές απαιτήσεις για την παροχή υπηρεσιών πελάτη ή έμμεσης εκκαθάρισης – ενισχύοντας και πάλι τη σημασία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων εντός του χρηματοπιστωτικού συστήματος.

Τρίτον, η παρούσα πρόταση συμπληρώνει την πρόταση της Επιτροπής για στοχευμένες τροποποιήσεις στον κανονισμό EMIR 27 , που εγκρίθηκε τον Μάιο του 2017. Με την πρόταση επιδιώκεται να απλοποιηθούν ορισμένες απαιτήσεις του κανονισμού EMIR και να καταστούν πιο αναλογικές, προκειμένου να μειωθεί το υπερβολικό κόστος για τους συμμετέχοντες στην αγορά, χωρίς να διακυβεύεται η χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Η παρούσα πρόταση αναμένεται, συνεπώς, να παρέχει περαιτέρω κίνητρα στους συμμετέχοντες στην αγορά, προκειμένου να χρησιμοποιούν την κεντρική εκκαθάριση – ενισχύοντας και πάλι τη σημασία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων εντός του χρηματοπιστωτικού συστήματος.

Τέταρτον, η παρούσα πρόταση είναι συνεπής με τη διαβούλευση που δρομολογήθηκε, τον Μάρτιο του 2017, σχετικά με τη λειτουργία των Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών (ΕΕΑ) 28 , με σκοπό την ενίσχυση και τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας των ΕΕΑ.

Πέμπτον, είναι συνεπής με τις εμπειρίες όσον αφορά την εφαρμογή και την επιβολή των διατάξεων τρίτων χωρών στη χρηματοοικονομική νομοθεσία της ΕΕ, όπως αναφέρεται στο οικείο έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής σχετικά με την ισοδυναμία 29 . Το έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής παρέχει μια τεκμηριωμένη επισκόπηση της διαδικασίας ισοδυναμίας με τρίτες χώρες στη νομοθεσία της ΕΕ για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες. Αναφέρει την εμπειρία όσον αφορά την εφαρμογή και την επιβολή των διατάξεων τρίτων χωρών στη χρηματοοικονομική νομοθεσία της ΕΕ. Παρουσιάζει, επίσης, τις βασικές πτυχές της ισοδυναμίας (π.χ. άσκηση εξουσιών, αξιολόγηση, εκ των υστέρων παρακολούθηση) και παρέχει περισσότερη σαφήνεια ως προς τον τρόπο με τον οποίο προσεγγίζονται αυτά τα καθήκοντα στην πράξη.

Έκτον, η παρούσα πρόταση συνάδει με το συνεχιζόμενο έργο σε παγκόσμιο επίπεδο στο πλαίσιο του Συμβουλίου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΣΧΣ) και στοχεύει, μεταξύ άλλων: i) στην προώθηση της χρήσης της κεντρικής εκκαθάρισης και των διασυνοριακών ρυθμίσεων μεταξύ των περιοχών δικαιοδοσίας, ώστε να ενισχυθεί η σταθερότητα της αγοράς εξωχρηματιστηριακών παραγώγων· ii) στην επίτευξη της συνεπούς εφαρμογής των αρχών για τις υποδομές των χρηματοπιστωτικών αγορών (PFMI), που καταρτίστηκαν από την Επιτροπή για τις Υποδομές Πληρωμών και Αγορών (CPMI) και τον Διεθνή Οργανισμό Επιτροπών Κεφαλαιαγοράς (IOSCO)· iii) στην παρακολούθηση και εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων της G20 όσον αφορά τις αγορές παραγώγων (μέσω της ομάδας εργασίας του ΣΧΣ για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα)· και iv) στην κατάρτιση περαιτέρω κατευθυντήριων γραμμών για την εξυγίανση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων (ομάδα του ΣΧΣ για την εξυγίανση).

1.3.Συνεκτικότητα με άλλες πολιτικές της Ένωσης

Η παρούσα πρόταση αφορά, επίσης, τις συνεχιζόμενες προσπάθειες της Επιτροπής για περαιτέρω ανάπτυξη της Ένωσης Κεφαλαιαγορών – και συνάδει με αυτήν. Η ανάγκη περαιτέρω ανάπτυξης και ολοκλήρωσης των κεφαλαιαγορών της ΕΕ τονίστηκε στην ανακοίνωση για την Ένωση Κεφαλαιαγορών, του Σεπτεμβρίου 2016 30 . Η περαιτέρω εποπτική σύγκλιση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων σε επίπεδο ΕΕ μπορεί να στηρίξει την ανάπτυξη βαθύτερων και καλύτερα ολοκληρωμένων κεφαλαιαγορών, καθώς οι πιο αποτελεσματικοί και ανθεκτικοί κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι αποτελούν απαραίτητα στοιχεία για την εύρυθμη λειτουργία της Ένωσης Κεφαλαιαγορών. Για να γίνει αυτό, στην ανακοίνωση σχετικά με την ενδιάμεση επανεξέταση της Ένωσης Κεφαλαιαγορών 31 , την οποία εξέδωσε η Επιτροπή, στις 8 Ιουνίου 2017, ζητείται ενίσχυση των εξουσιών της ΕΑΚΑΑ, προκειμένου να προωθηθεί η αποτελεσματικότητα της συνεπούς εποπτείας σε ολόκληρη την ΕΕ και πέραν αυτής. Αντιστρόφως, ως αποτέλεσμα, η διαμόρφωση μεγαλύτερων χρηματοπιστωτικών αγορών με περισσότερη ρευστότητα, που θα προκύψουν από την Ένωση Κεφαλαιαγορών, θα οδηγήσει στην εκκαθάριση ακόμη περισσότερων συναλλαγών μέσω των κεντρικών αντισυμβαλλομένων, και θα αυξήσει τη συστημική τους σημασία. Δεδομένης της δυνατότητας αύξησης του όγκου, καθώς και των υφιστάμενων ευκαιριών ρυθμιστικού και εποπτικού αρμπιτράζ, απαιτούνται περαιτέρω βελτιώσεις του εποπτικού πλαισίου, προκειμένου να διασφαλιστεί μια ισχυρή και σταθερή Ένωση Κεφαλαιαγορών.

Επιπλέον, η παρούσα πρόταση είναι συνεπής με το έγγραφο προβληματισμού της Επιτροπής σχετικά με την εμβάθυνση της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης, που εκδόθηκε στις 31 Μαΐου 2017 32 . Συγκεκριμένα, το έγγραφο προβληματισμού αναφέρει ότι η ολοκλήρωση μιας γνήσιας χρηματοοικονομικής Ένωσης έχει θεμελιώδη σημασία για μια αποτελεσματική και σταθερή Οικονομική και Νομισματική Ένωση. Σύμφωνα με το έγγραφο, η προσπάθεια αυτή περιλαμβάνει την πρόοδο με βάση στοιχεία που είναι ήδη διαθέσιμα, συμπεριλαμβανομένης της υλοποίησης της Ένωσης Κεφαλαιαγορών. Η πρόταση θα βοηθήσει τη στήριξη της ανάπτυξης βαθύτερα ολοκληρωμένων κεφαλαιαγορών, με τη διασφάλιση περαιτέρω εποπτικής σύγκλισης των κεντρικών αντισυμβαλλομένων σε επίπεδο ΕΕ.

Μέσω της αντιμετώπισης των νεοεμφανιζόμενων απειλών για την ομαλή λειτουργία του χρηματοπιστωτικού συστήματος, η πρόταση διασφαλίζει, επίσης, ότι οι χρηματοπιστωτικές αγορές μπορούν να συνεχίσουν να διαδραματίζουν τον ρόλο τους, με τη συνεισφορά τους στη βιώσιμη, μακροπρόθεσμη ανάπτυξη, προκειμένου να εμβαθυνθεί περαιτέρω η εσωτερική αγορά, προς όφελος των καταναλωτών και των επιχειρήσεων, ως μέρος των προσπαθειών της Επιτροπής για τη στήριξη των επενδύσεων, της ανάπτυξης και της δημιουργίας θέσεων εργασίας. 

2.ΝΟΜΙΚΗ ΒΑΣΗ, ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑ

2.1.Νομική βάση

Η νομική βάση για την παρούσα πρόταση είναι το άρθρο 114 της ΣΛΕΕ, που είναι η νομική βάση για τον κανονισμό EMIR και τον κανονισμό ΕΑΚΑΑ. Στην ανάλυση που διενεργήθηκε ως μέρος της έκθεσης εκτίμησης επιπτώσεων επισημαίνονται τα στοιχεία του κανονισμού EMIR που θα πρέπει να τροποποιηθούν, προκειμένου να ενισχυθεί η συνολική σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος της ΕΕ και να μειωθεί περαιτέρω η ήδη χαμηλή πιθανότητα (αλλά με εξαιρετικά υψηλό αντίκτυπο) κινδύνου πτώχευσης ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου, ενώ διατηρείται το κόστος στο ελάχιστο για τους συμμετέχοντες στην αγορά. Μόνον οι συννομοθέτες έχουν την αρμοδιότητα να προβούν στις αναγκαίες τροποποιήσεις. Οι αλλαγές στον κανονισμό ΕΑΚΑΑ είναι αναγκαίες, για να δημιουργηθεί η εκτελεστική σύνοδος για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, στην οποία θα ανατεθούν σημαντικά καθήκοντα στο πλαίσιο του κανονισμού EMIR.

2.2.Επικουρικότητα (σε περίπτωση μη αποκλειστικής αρμοδιότητας)

Ο κανονισμός EMIR είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος. O κανονισμός EMIR θέτει το εποπτικό πλαίσιο που εφαρμόζεται τόσο για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους εγκατεστημένους στην ΕΕ όσο και για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών, που παρέχουν υπηρεσίες εκκαθάρισης σε εκκαθαριστικά μέλη ή τόπους διαπραγμάτευσης που είναι εγκατεστημένα/οι στην ΕΕ. Στο πλαίσιο του κανονισμού EMIR, το κράτος μέλος εγκατάστασης του κεντρικού αντισυμβαλλομένου διαδραματίζει μείζονα ρόλο στις εποπτικές ρυθμίσεις. Ωστόσο, τα κράτη μέλη και οι εθνικές εποπτικές αρχές δεν μπορούν μονομερώς να επιλύσουν τα προβλήματα συστημικών κινδύνων που τίθενται από σε υψηλό βαθμό ενοποιημένους και διασυνδεδεμένους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, που λειτουργούν σε διασυνοριακή βάση πέραν της εμβέλειας της εθνικής δικαιοδοσίας. Επιπλέον, τα κράτη μέλη δεν μπορούν να μετριάσουν τους δικούς τους κινδύνους, που προκύπτουν από αποκλίνουσες εθνικές εποπτικές πρακτικές. Τα κράτη μέλη και οι εθνικές αρχές δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν μεμονωμένα τους συστημικούς κινδύνους που μπορούν να θέσουν οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι τρίτων χωρών στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της ΕΕ στο σύνολό της.

Οι στόχοι του κανονισμού EMIR, ήτοι να αυξηθεί η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα των κεντρικών αντισυμβαλλομένων, με τη θέσπιση ομοιόμορφων απαιτήσεων για την άσκηση των δραστηριότητών τους, δεν μπορούν να επιτευχθούν ικανοποιητικά από τα κράτη μέλη μεμονωμένα, αλλά μπορούν συνεπώς, λόγω της διάστασης των δράσεων, να επιτευχθούν καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της ΣΛΕΕ.

2.3.Αναλογικότητα

Η πρόταση στοχεύει να διασφαλίσει ότι οι εποπτικές ρυθμίσεις του κανονισμού EMIR ανταποκρίνονται στον στόχο της μείωσης του συστημικού κινδύνου στις αγορές παραγώγων με περισσότερο αναλογικό και αποτελεσματικό τρόπο, με ελάχιστο κόστος για τους συμμετέχοντες στην αγορά. H πρόταση καθορίζει ένα εξορθολογισμένο πλαίσιο για την εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε επίπεδο ΕΕ, με ευκρινώς προσδιορισμένους ρόλους και αρμοδιότητες για όλες τις διάφορες εθνικές και ευρωπαϊκές αρχές, ιδρύματα και όργανα που συμμετέχουν. Μέσω του επαναπροσδιορισμού των εποπτικών ρυθμίσεων, η πρόταση συνεισφέρει στην αντιμετώπιση του αυξανόμενου διασυνοριακού συστημικού χαρακτήρα των κεντρικών αντισυμβαλλομένων, ενώ διατηρεί τις δημοσιονομικές αρμοδιότητες των αρχών του κράτους μέλους εγκατάστασης. Επιπλέον, η πρόταση καθιερώνει μια προσέγγιση που επιτρέπει στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών να συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις του κανονισμού EMIR, μέσω της συμμόρφωσης με τους δικούς τους εθνικούς συγκρίσιμους κανόνες, πράγμα το οποίο επιτρέπει μια αναλογική προσέγγιση εστιασμένη στη συστημική σημασία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών για τις αγορές της ΕΕ. Ταυτόχρονα, η πρόταση δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου του κανονισμού EMIR να μειωθεί ο συστημικός κίνδυνος, μέσω του καθορισμού διαφανών και αντικειμενικών κριτηρίων, προκειμένου να εντοπίζονται, να παρακολουθούνται και να μετριάζονται οι κίνδυνοι για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της ΕΕ από τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών. Η πρόταση, συνεπώς, συμβάλλει άμεσα ώστε να καταστούν οι εποπτικές ρυθμίσεις του κανονισμού EMIR συνολικά αναλογικότερες. Ομοίως, η πρόταση επιφέρει μόνον στοχευμένες τροποποιήσεις στον κανονισμό ΕΑΚΑΑ, που δεν υπερβαίνουν τα αναγκαία όρια, ώστε να είναι σε θέση η ΕΑΚΑΑ να επιτελεί τα καθήκοντα που προβλέπονται στον κανονισμό EMIR.

2.4.Επιλογή του νομικού μέσου

Τόσο ο κανονισμός EMIR όσο και η νομική πράξη για τη σύσταση της ΕΑΚΑΑ αποτελούν κανονισμούς και, συνεπώς, θα πρέπει να τροποποιηθούν με ένα νομοθετικό μέσο ίδιας φύσης.

3.ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΚ ΤΩΝ ΥΣΤΕΡΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΕΩΝ, ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΙΣ ΜΕ ΤΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ ΚΑΙ ΕΚΤΙΜΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ

3.1.Εκ των υστέρων αξιολογήσεις / έλεγχοι καταλληλότητας ισχύουσας νομοθεσίας

Η έκθεση εκτίμησης επιπτώσεων που συνοδεύει την παρούσα πρόταση παρέχει ανάλυση του βαθμού στον οποίο οι υφιστάμενες εποπτικές ρυθμίσεις του κανονισμού EMIR για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους εγκατεστημένους εντός και εκτός της ΕΕ έχουν επιτύχει τον στόχο τους να διασφαλίζουν ισότιμους όρους ανταγωνισμού για την παροχή υπηρεσιών κεντρικών αντισυμβαλλομένων με αποτελεσματικό και αποδοτικό τρόπο, ενώ παράλληλα είναι συνοχικές, συναφείς και προσφέρουν ευρωπαϊκή προστιθέμενη αξία. Η ανάλυση αποτυπώνει, επίσης, τα αποτελέσματα δύο αξιολογήσεων από ομοτίμους σχετικά με τη λειτουργία των σωμάτων εποπτών βάσει του κανονισμού EMIR, που διενεργήθηκαν από την ΕΑΚΑΑ, το 2015 33 και το 2016 34 . Επιπλέον, η ανάλυση αξιοποιεί τα στοιχεία που υποβλήθηκαν από την ΕΑΚΑΑ, τα οποία προέκυψαν από την αξιολόγηση του υφιστάμενου καθεστώτος ισοδυναμίας και αναγνώρισης τρίτων χωρών στον EMIR, ως μέρος μιας έκθεσης που συντάχθηκε για την Επιτροπή στο πλαίσιο της επανεξέτασης του κανονισμού EMIR 35 .

Όσον αφορά την αποτελεσματικότητα των εποπτικών ρυθμίσεων του κανονισμού EMIR που εφαρμόζονται σε κεντρικούς αντισυμβαλλομένους εγκατεστημένους στην ΕΕ, η πρακτική εμπειρία καταδεικνύει ότι η συνεργασία μεταξύ των μελών των σωμάτων, στην υφιστάμενη δομή τους, έχει επιτρέψει την εκπροσώπηση των απόψεων των εποπτικών αρχών των διαφόρων συμμετεχόντων στην κεντρική εκκαθάριση και, συνεπώς, συνεισφέρει στους στόχους της εποπτικής σύγκλισης και των ισότιμων όρων ανταγωνισμού μεταξύ των κεντρικών αντισυμβαλλομένων που είναι εγκατεστημένοι στην ΕΕ. Ωστόσο, υπάρχουν ανησυχίες ως προς τη συνέπεια της εποπτείας των κεντρικών αντισυμβαλλομένων σε όλα τα κράτη μέλη, πράγμα το οποίο δείχνει ότι υπάρχει περιθώριο για περισσότερο αποτελεσματική προσέγγιση στη διασυνοριακή εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων. Συγκεκριμένα, ο βαθμός συνεργασίας μεταξύ των μελών των σωμάτων διαφοροποιείται σημαντικά σε συνάρτηση με τον ρόλο του σώματος στη διαδικασία λήψης αποφάσεων. Ενώ κατά τη διαδικασία χορήγησης άδειας λειτουργίας, «η ΕΑΚΑΑ παρατήρησε ότι σε γενικές γραμμές τα σώματα των κεντρικών αντισυμβαλλομένων διευκόλυναν την αμφίδρομη συνεργασία: από τη μια πλευρά, οι προεδρεύουσες εθνικές αρμόδιες αρχές (EAA) έλαβαν καλά και εποικοδομητικά στοιχεία από τα μέλη των σωμάτων, τα οποία αξιοποιήθηκαν στις εκτιμήσεις τους όσον αφορά τους κινδύνους· ενώ από την άλλη πλευρά, τα μέλη των σωμάτων έλαβαν τις πληροφορίες που ζητούσαν προκειμένου να ψηφίσουν για την έκδοση της κοινής γνώμης» 36 , προκύπτει μειωμένο επίπεδο συνεργασίας, όπου δεν υπάρχει ανάγκη για τέτοια γνώμη. Επομένως, η ΕΑΚΑΑ διαβλέπει «έναν κίνδυνο ότι, μετά τη χορήγηση άδειας λειτουργίας σε κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, τα σώματα μπορεί απλά να καταστούν ένας μηχανισμός για την ανταλλαγή πληροφοριών, παρά ένα αποτελεσματικό εποπτικό εργαλείο.» Επιπλέον, οι προκαταρκτικές παρατηρήσεις υποδεικνύουν ότι: i) τα διάφορα μέλη των σωμάτων συμμετέχουν σε διαφορετικούς βαθμούς στις συζητήσεις στο πλαίσιο των σωμάτων· και ii) οι εποπτικές προσεγγίσεις των ΕΑΑ διαφοροποιούνται σε σημαντικό βαθμό, ακόμη και σε περιπτώσεις που αφορούν συγκρίσιμους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους. Τα κοινά υποδείγματα που παρέχει η ΕΑΚΑΑ, προκειμένου να στηρίξει την εποπτική σύγκλιση μεταξύ των ΕΑΑ, έχουν αποτύχει να επιλύσουν το πρόβλημα, επειδή οι ΕΑΑ ασκούν διαφορετικά τη διακριτική τους ευχέρεια. Υπάρχει, επομένως, περιθώριο για βελτίωση, ώστε να ενισχυθεί η συνέπεια της εποπτείας των κεντρικών αντισυμβαλλομένων σε επίπεδο ΕΕ, να βελτιωθούν οι ισότιμοι όροι ανταγωνισμού και να επιτευχθεί πιο αποτελεσματική εποπτική σύγκλιση.

Σχετικά με την αποτελεσματικότητα της εποπτείας των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών, οι υφιστάμενες ρυθμίσεις επέτρεψαν στην ΕΑΚΑΑ να αναγνωρίσει 28 κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών, προκειμένου να παρέχουν υπηρεσίες εκκαθάρισης σε αντισυμβαλλομένους στην ΕΕ. Αυτό είναι σύμφωνο με τους στόχους της G20, για την προώθηση των διασυνοριακών ρυθμίσεων. Ταυτοχρόνως, οι περισσότεροι συμμετέχοντες στη διαβούλευση για τον κανονισμό EMIR (κυρίως, εταιρείες από τον χρηματοπιστωτικό τομέα και ενώσεις του κλάδου) εκτίμησαν ότι το καθεστώς ισοδυναμίας του κανονισμού EMIR για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών έχει, εκ των πραγμάτων, δημιουργήσει μια κατάσταση όπου οι απαιτήσεις για τους εγκατεστημένους στην ΕΕ κεντρικούς αντισυμβαλλομένους είναι πιθανόν αυστηρότερες από ό,τι για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών, γεγονός που οδηγεί σε ανισότιμους όρους ανταγωνισμού και είναι επιζήμιο για τους πρώτους. Η ΕΑΚΑΑ υπογράμμισε, επίσης, ότι η προσέγγιση του κανονισμού EMIR έναντι των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών είναι εξαιρετικά ευέλικτη, εξαρτώμενη πλήρως από τους κανόνες και τις εποπτικές ρυθμίσεις τρίτων χωρών, ενώ η πλειονότητα των δικαιοδοσιών τρίτων χωρών θεωρούν τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών ως συστημικά σημαντικές υποδομές, και τους υποβάλλουν σε αυστηρότερο έλεγχο. Η ΕΑΚΑΑ υποστήριξε ότι, αν και η υφιστάμενη προσέγγιση του κανονισμού EMIR θα μπορούσε να αποτελεί υπόδειγμα υπό όρους αμοιβαίας εξάρτησης, εάν η ΕΕ παραμείνει η μοναδική δικαιοδοσία που εξαρτάται σε υπερβολική έκταση από κανόνες και αρχές τρίτων χωρών, αυτό ενδέχεται να θέσει την ΕΕ σε κίνδυνο, και δεν ευνοεί τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που είναι εγκατεστημένοι στην ΕΕ.

Όσον αφορά την αποδοτικότητα, η πλειονότητα των συμμετεχόντων στη διαβούλευση για τον κανονισμό EMIR υποστήριξαν τον στόχο της διασφάλισης ισότιμων όρων ανταγωνισμού μεταξύ των εγκατεστημένων στην ΕΕ κεντρικών αντισυμβαλλομένων, μέσω της προώθησης μιας ομογενούς εφαρμογής του κανονισμού EMIR. Ταυτοχρόνως, επεσήμαναν το μάκρος των διαδικασιών έγκρισης, υπογραμμίζοντας ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, το χρονοδιάγραμμα για την έγκριση ενδέχεται να αναβληθεί επ’ αόριστον από την ΕΑΑ, γεγονός το οποίο δημιουργεί έλλειψη ασφάλειας δικαίου. Ορισμένοι συμμετέχοντες επεσήμαναν, επίσης, την ανάγκη για μεγαλύτερη διαφάνεια στη λειτουργία των σωμάτων, όχι μόνο για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους ως προς τις διαδικασίες χορήγησης άδειας λειτουργίας και επέκτασης των υπηρεσιών, αλλά επίσης και για τους χρήστες των κεντρικών αντισυμβαλλομένων, προκειμένου να τους δοθεί η δυνατότητα να έχουν σαφέστερη εικόνα της διαδικασίας χορήγησης άδειας λειτουργίας και των συνεπειών της. Εξάλλου, αρκετές αρχές και συμμετέχοντες από τον κλάδο και φορείς λειτουργίας υποδομών της αγοράς ζήτησαν περισσότερη ευκρίνεια στη διαδικασία και το χρονικό πλαίσιο χορήγησης άδειας λειτουργίας και επέκτασης των υπηρεσιών που παρέχονται από τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους. Οι συμμετέχοντες υπέδειξαν ότι ο κανονισμός EMIR θα πρέπει να διευκρινίζει τις λεπτομέρειες της διαδικασίας στο πλαίσιο των σωμάτων, ιδίως τους ρόλους και τις αρμοδιότητες των διαφόρων μελών των σωμάτων. Υπάρχει, επομένως, περιθώριο για βελτίωση, ιδίως για μια περισσότερο εξορθολογισμένη εποπτεία των εγκατεστημένων στην ΕΕ κεντρικών αντισυμβαλλομένων. Αυτό θα μπορούσε να συντελέσει στην πιο αποτελεσματική συνεργασία μεταξύ των εθνικών και των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών, και άρα στην αποφυγή αλληλεπικάλυψης των εποπτικών καθηκόντων και στη μείωση της αντίστοιχης διάθεσης χρόνου και πόρων.

Όσον αφορά το ισχύον καθεστώς εποπτείας για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών, οι ενώσεις του κλάδου που συμμετείχαν στη διαβούλευση για τον κανονισμό EMIR υπέδειξαν ότι η Επιτροπή χρειάζεται υπερβολικά πολύ χρόνο για να ολοκληρώσει τις αξιολογήσεις της για την ισοδυναμία. Η ΕΑΚΑΑ εξέφρασε, επίσης, μια σειρά ανησυχιών ως προς την αποδοτικότητα της διαδικασίας αναγνώρισης κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών. Πρώτον, υποστήριξε ότι η διαδικασία είναι άκαμπτη και επαχθής, όπως καταδεικνύεται από τον περιορισμένο αριθμό αποφάσεων αναγνώρισης που ελήφθησαν το 2015. Δεύτερον, υπενθύμισε ότι η αναγνώριση κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών επιβαρύνει την ΕΑΚΑΑ με σημαντικό διοικητικό φόρτο.

Όσον αφορά τη συνάφεια, οι εποπτικές ρυθμίσεις του κανονισμού EMIR παραμένουν αναπόσπαστο μέρος των διεθνών προσπαθειών για αύξηση της σταθερότητας της παγκόσμιας αγοράς εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, ενώ διευκολύνουν παράλληλα τις διασυνοριακές ρυθμίσεις σεβασμού ανάμεσα στις περιοχές δικαιοδοσίας. Οι εποπτικές ρυθμίσεις του κανονισμού EMIR, διασφαλίζουν επίσης, ότι οι χρηματοπιστωτικές αγορές συνεχίζουν να διαδραματίζουν τον ρόλο τους, με τη συνεισφορά τους στη βιώσιμη, μακροπρόθεσμη ανάπτυξη, προκειμένου να εμβαθυνθεί περαιτέρω η εσωτερική αγορά, προς όφελος των καταναλωτών και των επιχειρήσεων, ως μέρος των προσπαθειών της Επιτροπής για τη στήριξη των επενδύσεων, της ανάπτυξης και της δημιουργίας θέσεων εργασίας.

Όπως περιγράφεται στο τμήμα 2.4 της έκθεσης εκτίμησης επιπτώσεων, που συνοδεύει την παρούσα πρόταση, οι εποπτικές ρυθμίσεις του κανονισμού EMIR είναι συνεπείς με άλλα νομοθετήματα της ΕΕ που αποσκοπούν: i) στην αντιμετώπιση της συστημικής σημασίας των κεντρικών αντισυμβαλλομένων· ii) στην περαιτέρω προώθηση της χρήσης της κεντρικής εκκαθάρισης, και iii) στην ενίσχυση της αποδοτικότητας και της αποτελεσματικότητας της εποπτείας σε επίπεδο ΕΕ, τόσο εντός όσο και εκτός της ΕΕ.

Τέλος, όσον αφορά την προστιθέμενη αξία της ΕΕ, οι εποπτικές ρυθμίσεις του κανονισμού EMIR κάλυψαν ένα κενό, με την καθιέρωση ενός νέου μηχανισμού που διευκολύνει την εποπτική σύγκλιση σε επίπεδο ΕΕ, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι συστημικοί κίνδυνοι των κεντρικών αντισυμβαλλομένων που προσφέρουν υπηρεσίες εκκαθάρισης στους αντισυμβαλλομένους στην ΕΕ.

3.2.Διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη

Η παρούσα πρόταση στηρίζεται σε διάφορες δημόσιες διαβουλεύσεις.

Πρώτον, λαμβάνει υπόψη απόψεις από τα ενδιαφερόμενα μέρη και τις δημόσιες αρχές, έπειτα από τη δημοσίευση της ανακοίνωσης της Επιτροπής για την αντιμετώπιση των προκλήσεων για κρίσιμες υποδομές των χρηματοπιστωτικών αγορών και την περαιτέρω ανάπτυξη της Ένωσης Κεφαλαιαγορών, της 4ης Μαΐου 2017 37 . Στην ανακοίνωση κρίθηκε ότι, εν όψει των προκλήσεων στον τομέα της εκκαθάρισης παραγώγων, θα ήταν αναγκαίες περαιτέρω τροποποιήσεις για τη διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, της ασφάλειας και της αρτιότητας των κεντρικών αντισυμβαλλομένων που είναι συστημικής σημασίας για τις χρηματοπιστωτικές αγορές σε ολόκληρη την ΕΕ, και για τη στήριξη της περαιτέρω ανάπτυξης της Ένωσης Κεφαλαιαγορών.

Δεύτερον, η πρόταση στηρίζεται σε σχόλια συγκεκριμένα ως προς τον κανονισμό EMIR και την εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων, ως μέρος της διαβούλευσης για τη λειτουργία των ΕΕΑ, που ήταν ανοικτή από τις 21 Μαρτίου έως τις 17 Μαΐου 2017. Η διαβούλευση αποσκοπούσε στον ευκρινέστερο προσδιορισμό του συνόλου των πεδίων όπου η αποτελεσματικότητα και η αποδοτικότητα των ΕΕΑ μπορεί να ενδυναμωθεί και να βελτιωθεί 38 .

Τρίτον, η πρόταση λαμβάνει υπόψη τα σχόλια που εστιάζονται στην εποπτική σύγκλιση, ως μέρος της ενδιάμεσης επανεξέτασης της Ένωσης Κεφαλαιαγορών, που ήταν ανοικτή από τις 20 Ιανουαρίου 2017 ως τις 17 Μαρτίου 2017 39 . Στο πλαίσιο της διαβούλευσης ζητήθηκαν οι απόψεις των ενδιαφερομένων σχετικά με το πώς μπορεί να επικαιροποιηθεί και να συμπληρωθεί το υφιστάμενο πρόγραμμα της Ένωσης Κεφαλαιαγορών, προκειμένου να αντιπροσωπεύει ένα ισχυρό πολιτικό πλαίσιο για την ανάπτυξη των κεφαλαιαγορών. Στη διαβούλευση υποβλήθηκαν 178 απαντήσεις.

Τέταρτον, η πρόταση λαμβάνει υπόψη παρατηρήσεις συγκεκριμένα ως προς τις εποπτικές ρυθμίσεις του κανονισμού EMIR, στο πλαίσιο της διαβούλευσης για την αναθεώρησή του, που ήταν ανοικτή από τον Μάιο έως τον Αύγουστο του 2015. Υπήρξαν περισσότερες από 170 συνεισφορές στη διαβούλευση από ένα ευρύ φάσμα ενδιαφερόμενων μερών και δημόσιων αρχών 40 .

Σε γενικές γραμμές, οι συμμετέχοντες υπέδειξαν ότι οι υφιστάμενες εποπτικές ρυθμίσεις του κανονισμού EMIR βοηθούν στην αύξηση της ασφάλειας και της αρτιότητας των εγκατεστημένων στην ΕΕ κεντρικών αντισυμβαλλομένων, με γενική υποστήριξη για τον ρόλο που επιτελείται από τα σώματα εποπτών. Οι συμμετέχοντες τόνισαν, επίσης, ότι οι περισσότερες απαιτήσεις του κανονισμού EMIR άρχισαν να εφαρμόζονται μόλις πρόσφατα, και ότι, συνεπώς, θα ήταν πρόωρη η εξέταση μιας ολοκληρωμένης αναθεώρησης της υφιστάμενης εποπτικής αρχιτεκτονικής. Οι συμμετέχοντες, και ιδίως οι δημόσιες αρχές, τόνισαν ότι, δεδομένων των διαφόρων τύπων κεντρικών αντισυμβαλλομένων που δραστηριοποιούνται επί του παρόντος (τοπικοί έναντι διασυνοριακών), οι εθνικές αρμόδιες αρχές θα πρέπει ακόμη να εμπλέκονται ενεργά στην εποπτεία. Ωστόσο, πολλοί συμμετέχοντες, επίσης, τόνισαν ότι οι εργασίες των κεντρικών αντισυμβαλλομένων είναι διασυνοριακής συστημικής σημασίας, και υπερτόνισαν την ανάγκη να αποφεύγεται να διενεργείται η εποπτεία μόνο σε εθνικό επίπεδο. Η πλειονότητα των συμμετεχόντων εξέφρασε υποστήριξη για ενισχυμένη εποπτική σύγκλιση σε επίπεδο ΕΕ ως προς την εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων και υπέδειξε ότι το υφιστάμενο καθεστώς είναι κατακερματισμένο και ανεπαρκές. H αυξημένη διασυνοριακή δραστηριότητα, η συστημική σημασία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων και η πρόσβαση σε ρευστότητα στη ζώνη του ευρώ αναφέρθηκαν από τους συμμετέχοντες ως παράγοντες για τους οποίους θα πρέπει να επεκταθούν οι εποπτικές εξουσίες σε επίπεδο ΕΕ. Ωστόσο, κατά την εξέταση της όποιας επέκτασης των άμεσων εποπτικών εξουσιών σε επίπεδο ΕΕ στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους της ΕΕ και τρίτων χωρών, οι συμμετέχοντες προειδοποίησαν ότι μια τέτοιου είδους επέκταση θα πρέπει να είναι σύμφωνη με τις αρχές της επικουρικότητας και αναλογικότητας, ιδίως διότι καμία δομή της ΕΕ δεν θα είχε επαρκείς πόρους για να μεριμνήσει για έναν προβληματικό κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, ανεξάρτητα από το πόσο περιορισμένος είναι ο κίνδυνος ενός τέτοιου γεγονότος. Τέλος, ορισμένοι συμμετέχοντες, συμπεριλαμβανόμενης της ΕΑΚΑΑ 41 , υπογράμμισαν την ανάγκη βελτίωσης του υφιστάμενου πλαισίου όσον αφορά τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών.

3.3.Εκτίμηση των επιπτώσεων

Η Επιτροπή διεξήγαγε εκτίμηση των επιπτώσεων των συναφών εναλλακτικών επιλογών πολιτικής. Οι επιλογές πολιτικής εκτιμήθηκαν έναντι των κύριων στόχων, που συνίστανται στη διαφύλαξη της ασφάλειας και της αποτελεσματικότητας των κεντρικών αντισυμβαλλομένων που είναι συστημικής σημασίας στις αγορές της ΕΕ, και στην ενίσχυση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας στην ΕΕ, χωρίς αδικαιολόγητο κατακερματισμό του παγκόσμιου συστήματος.

Η έκθεση εκτίμησης επιπτώσεων εγκρίθηκε από την επιτροπή ρυθμιστικού ελέγχου στις 2 Ιουνίου 2017. Υποβλήθηκε στην επιτροπή ρυθμιστικού ελέγχου στις 22 Μαΐου, και η επιτροπή διατύπωσε ορισμένες συστάσεις για βελτιώσεις μέσω γραπτής διαδικασίας. Επομένως, η εκτίμηση επιπτώσεων υποβλήθηκε εκ νέου στην επιτροπή ρυθμιστικού ελέγχου, στις 30 Μαΐου. Οι τροποποιήσεις που προστέθηκαν στην εκτίμηση επιπτώσεων, ώστε να ληφθούν υπόψη οι συστάσεις που είχαν διατυπωθεί από την επιτροπή ρυθμιστικού ελέγχου, ήταν οι εξής:

1. Συγκεκριμένοι συστημικοί κίνδυνοι που συνδέονται με την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ: Περαιτέρω περιγραφή των αλλαγών που αφορούν την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ, στην ενότητα για το σενάριο αναφοράς ως μέρος του κεφαλαίου για τις επιλογές πολιτικής.

2. Προτιμώμενη επιλογή πολιτικής για τον μετριασμό των κινδύνων κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών: Περισσότερο λεπτομερής περιγραφή του πώς θα λειτουργούσε στην πράξη η επιλογή 3 όσον αφορά την εποπτεία βάσει κριτηρίων ή κατώτατων ορίων για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών, ανάλογα με τους κινδύνους που θα έθεταν για την ΕΕ.

3. Επιπτώσεις των προτιμώμενων επιλογών πολιτικής στους συστημικούς κινδύνους: Περισσότερο λεπτομερής περιγραφή του ρόλου των κεντρικών τραπεζών έκδοσης (ΚΤΕ) όσον αφορά τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους της ΕΕ και εκτός ΕΕ. Αποσαφήνιση ότι o συμβιβασμός μεταξύ του εποπτικού φόρτου και της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας θα είναι αναλογικός ως προς την έκθεση της ΕΕ σε κινδύνους κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών. Επεξήγηση ότι η πολιτική στοχευμένου τόπου εγκατάστασης θα μειώσει το κόστος στο ελάχιστο.

4. Άλλα ζητήματα: i) αποσαφήνιση του τρόπου με τον οποίο θα λειτουργούσε η διαδικασία λήψης αποφάσεων στην εκτελεστική σύνοδο, σε σύγκριση με τα υφιστάμενα σώματα· ii) προσδιορισμός των επιχειρησιακών στόχων στο κεφάλαιο σχετικά με την παρακολούθηση και την αξιολόγηση· και iii) περαιτέρω επεξήγηση ως προς τον λόγο για τον οποίο δεν υπάρχει επίσημη αξιολόγηση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων της ΕΕ ως παράρτημα στην έκθεση εκτίμησης επιπτώσεων.

Οι επιλογές που εξετάστηκαν στην εκτίμηση επιπτώσεων αφορούν στοχευμένες τροποποιήσεις των εποπτικών ρυθμίσεων του κανονισμού EMIR, που εφαρμόζονται τόσο στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που είναι εγκατεστημένοι στην ΕΕ όσο και σε κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών, που προσφέρουν ή προτίθενται να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε αντισυμβαλλομένους στην ΕΕ. Για την επίτευξη των επιθυμητών στόχων, προσδιορίστηκαν ορισμένες προτιμώμενες επιλογές πολιτικής:

·Προκειμένου να ενισχυθεί η εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων που είναι εγκατεστημένοι στην ΕΕ, οι υφιστάμενες εποπτικές ρυθμίσεις θα πρέπει να εξορθολογιστούν και να συγκεντρωθούν περαιτέρω, μέσω της καθιέρωσης ενός ευρωπαϊκού εποπτικού μηχανισμού που να διασφαλίζει τη δέουσα συμμετοχή των εθνικών αρχών, των κεντρικών τραπεζών έκδοσης και της ΕΑΚΑΑ εντός του πεδίου των αρμοδιοτήτων τους. Αυτό θα βοηθήσει στη βελτίωση της συνοχής των εποπτικών ρυθμίσεων για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που είναι εγκατεστημένοι στην ΕΕ, μέσω της προώθησης ισότιμων όρων ανταγωνισμού μεταξύ των ευρωπαϊκών κεντρικών αντισυμβαλλομένων, καθώς και στην ομοιογένεια στην εφαρμογή του κανονισμού EMIR σε ολόκληρη την ΕΕ, ενώ θα διασφαλίσει παράλληλα ότι συγκεκριμένα πεδία εποπτικής ευθύνης και σχετικής εθνικής δημοσιονομικής ευθύνης παραμένουν επαρκώς ευθυγραμμισμένα. Αυτό θα συνεισφέρει στη μείωση του κόστους τόσο σε θεσμικό επίπεδο, με την αποφυγή εποπτικών αλληλεπικαλύψεων μεταξύ των αρχών, όσο και για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, με την απλοποίηση του εποπτικού τους πλαισίου και τον περιορισμό του κινδύνου αλληλεπικάλυψης της εποπτείας.

·Για να ενισχυθούν οι εποπτικές ρυθμίσεις εντός της ΕΕ, που σχεδιάστηκαν για να μετριαστούν οι κίνδυνοι που αφορούν τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών, η έκθεση εκτίμησης των επιπτώσεων εκτιμά ότι οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι τρίτων χωρών θα μπορούσαν να υπόκεινται σε μια «αναλογική κλίμακα» πρόσθετων εποπτικών ρυθμίσεων από την ΕΑΚΑΑ και τις σχετικές ΚΤΕ, βάσει αντικειμενικών κριτηρίων ή κατώτατων ορίων. Ο βαθμός και η ένταση της εποπτείας της ΕΕ θα ήταν αναλογικοί και θα εξαρτώνταν από τους κινδύνους που τίθενται από τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών για την ΕΕ. Θα μπορούσαν να οριστούν διάφορα κριτήρια ή κατώτατα όρια: οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι χαμηλού αντίκτυπου (κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι κατηγορίας 1) θα υπόκεινται ουσιωδώς σε μια συνεχιζόμενη εφαρμογή του καθεστώτος ισοδυναμίας και αναγνώρισης του κανονισμού EMIR, ενώ όσοι είναι μέτριου ή υψηλού αντίκτυπου (κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι κατηγορίας 2) θα υπόκεινται σε μια αναλογική κλίμακα πρόσθετων εποπτικών απαιτήσεων, συμπεριλαμβανόμενης, στο τέλος του φάσματος, της απαίτησης της ΕΕ για χορήγηση άδειας λειτουργίας και εγκατάστασης, για όλους τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών που θα εξέθεταν την ΕΕ και τη σταθερότητα του οικονομικού της συστήματος σε ουσιαστικό κίνδυνο.

·Αυτή η σταδιακή αναλογική κλίμακα εποπτικών απαιτήσεων θα επιτρέψει την αναλογική και ισορροπημένη εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών και τον επαρκή μετριασμό οποιουδήποτε συνδεδεμένου συστημικού κινδύνου, χωρίς αδικαιολόγητο κατακερματισμό του παγκόσμιου συστήματος και υπερβολικό κόστος για τους συμμετέχοντες στην αγορά. Αυτό θα βοηθήσει στην ενίσχυση των μηχανισμών, ώστε οι εποπτικές αρχές της ΕΕ και οι ΚΤΕ να αντιμετωπίζουν τους κινδύνους των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών, ενώ θα διασφαλίζονται ισότιμοι όροι ανταγωνισμού ανάμεσα στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που είναι εγκατεστημένοι στην ΕΕ και τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών, και θα παρέχεται καλύτερη συνεχής επιβολή και συμμόρφωση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών. Παρότι από αυτή η επιλογή μπορεί να ανακύψει κάποιο πρόσθετο κόστος σε θεσμικό επίπεδο και για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών, και τελικώς για τους συμμετέχοντες στην αγορά, το εν λόγω κόστος πρέπει να σταθμιστεί έναντι των κερδών από τον μετριασμό του συστημικού κινδύνου, αν και τα ακριβή νομισματικά οφέλη από τη μείωση του συστημικού κινδύνου δύσκολα ποσοτικοποιούνται εκ των προτέρων.

Η δέσμη των προτεινόμενων επιλογών στοχεύει την καθιέρωση ευκρινών και συνεκτικών εποπτικών ρυθμίσεων για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που είναι εγκατεστημένοι στην ΕΕ και τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών.

Η έκθεση εκτίμησης επιπτώσεων εκτιμά, επίσης, το συνολικό κόστος και τα οφέλη των προτιμώμενων επιλογών, με σκοπό την αξιολόγηση του κόστους συμμόρφωσης και του φόρτου που επιβαρύνει τους συμμετέχοντες στην αγορά. Η επόμενη ενότητα παρουσιάζει τον αναμενόμενο αντίκτυπο των προτεινόμενων μέτρων.

3.4.Καταλληλότητα του κανονιστικού πλαισίου και απλούστευση

Ενώ ο κανονισμός EMIR επιδιώκει τον γενικό στόχο της μείωσης του συστημικού κινδύνου, μέσω της αύξησης της ασφάλειας και της αποτελεσματικότητας των κεντρικών αντισυμβαλλομένων, η παρούσα πρωτοβουλία στοχεύει να καταστήσει την εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων περισσότερο αποτελεσματική και αποδοτική και, μέσω της υιοθέτησης μιας αναλογικής προσέγγισης βάσει διεξοδικής αξιολόγησης κινδύνου, να μειώσει τον ρυθμιστικό φόρτο και τον φόρτο συμμόρφωσης για τους συμμετέχοντες στην αγορά. Αυτό συνάδει με το θεματολόγιο της Επιτροπής για τη βελτίωση της νομοθεσίας.

Η παρούσα πρωτοβουλία θα ενισχύσει τις εποπτικές ρυθμίσεις για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που είναι εγκατεστημένοι στην ΕΕ (σε αντιστοιχία με το αυξανόμενο μέγεθός τους, την ολοκλήρωση, τη συγκέντρωση και τη διασυνδεσιμότητα) και θα διευκολύνει τις αρχές της ΕΕ, ώστε να παρακολουθούν και να μετριάζουν καλύτερα τον κίνδυνο από το άνοιγμα της ΕΕ σε κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών. Αυτό θα βοηθήσει στην ακόμη περαιτέρω μείωση του ήδη χαμηλού ενδεχομένου (αλλά με εξαιρετικά υψηλό αντίκτυπο) κινδύνου πτώχευσης ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου και στην ενίσχυση της συνολικής σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος της ΕΕ στο σύνολό του. Το ενισχυμένο εποπτικό πλαίσιο θα βελτιώσει την ασφάλεια δικαίου και την ασφάλεια από οικονομικής πλευράς, συνολικά. Μολονότι ενδέχεται να υπάρχει προκαταβολικό οικονομικό κόστος που συνδέεται με το πλαίσιο, η χρηματοπιστωτική κρίση των ετών 2007-2008 παρέχει διεξοδική εμπειρική απόδειξη του οφέλους της πρόληψης κρίσεων, μέσω όσο το δυνατόν αποτελεσματικότερων ρυθμίσεων εποπτείας.

Η εκτίμηση του κόστους σχετικά με τις προτιμώμενες επιλογές παρουσιάζει περιορισμούς, καθώς αμφότερα τα προβλήματα αφορούν την εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων. Ενώ το πρόσθετο κόστος ή η αναδόμηση του κόστους για τις ευρωπαϊκές και τις εθνικές αρχές (π.χ. πρόσθετοι πόροι και καθήκοντα) μπορεί να ποσοτικοποιηθεί, ο αντίκτυπος για τους συμμετέχοντες στην αγορά είναι λιγότερο άμεσος και θα μπορούσε να βασιστεί σε υποθέσεις, πράγμα που τις καθιστά αμφισβητήσιμες. Επιπλέον, δεδομένου ότι η προτεινόμενη επιλογή για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών βασίζεται σε μια αναλογική κλίμακα εποπτικών απαιτήσεων, το σχετικό κόστος θα είναι ανάλογο με τον συγκεκριμένο κεντρικό αντισυμβαλλόμενο και θα εξαρτάται από τον αντίκτυπο των δραστηριοτήτων του εποπτευόμενου ή αναγνωρισμένου κεντρικού αντισυμβαλλομένου στην ΕΕ. Ωστόσο, είναι δυνατόν να προσδιοριστεί η πηγή του πιθανού κόστους ή αποδόσεων για τους συμμετέχοντες στην αγορά.

Δυνατότητα ρυθμιστικής απλούστευσης και μείωσης κόστους

Ο στόχος της παρούσας πρωτοβουλίας είναι ο εξορθολογισμός του εποπτικού πλαισίου των κεντρικών αντισυμβαλλομένων που είναι εγκατεστημένοι στην ΕΕ και η ενίσχυση της εποπτείας των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών. Μέσω της κεντρικής συγκέντρωσης του εποπτικού έργου σε επίπεδο ΕΕ εντός ενός ευρωπαϊκού εποπτικού μηχανισμού, η παρούσα πρωτοβουλία εξαλείφει την αλληλεπικάλυψη των καθηκόντων μεταξύ των εθνικών αρχών. Αυτό αναμένεται να δημιουργήσει οικονομίες κλίμακας σε επίπεδο ΕΕ και να μειώσει την ανάγκη για ειδικούς πόρους σε εθνικό επίπεδο.

Όσον αφορά τους συμμετέχοντες στην αγορά, οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι αναμένεται κυρίως να ωφεληθούν από τη μείωση του διοικητικού φόρτου, με ένα ενιαίο σημείο εισόδου για διασυνοριακή εποπτεία σε επίπεδο ΕΕ.

Αντίκτυπος στους συμμετέχοντες στην αγορά (συμπεριλαμβανομένων των ΜΜΕ)

Αναφορικά με την εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων που είναι εγκατεστημένοι στην ΕΕ, βάσει της προτιμώμενης επιλογής, οι τροποποιήσεις που προτείνονται δεν αναμένεται να έχουν σημαντικό αντίκτυπο στο κόστος εκκαθάρισης, είτε για τα εκκαθαριστικά μέλη είτε για τους πελάτες και τους έμμεσους πελάτες τους. Προκειμένου να χρηματοδοτηθεί ο ευρωπαϊκός μηχανισμός, οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι ενδέχεται να πρέπει να πληρώσουν τέλη εποπτείας. Αυτά θα είναι, ωστόσο, αναλογικά ως προς τη δραστηριότητά τους και θα αντιπροσωπεύουν μόνον ένα αμελητέο τμήμα του κύκλου εργασιών τους. Παρότι το κόστος αυτό μπορεί να μετακυλιστεί στην αγορά, θα αντιπροσωπεύει το ελάχιστο κόστος προσαρμογής.

Αναφορικά με την εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών, βάσει της προτιμώμενης επιλογής, το κόστος θα προκύψει, κατά κύριο λόγο, στην περίπτωση που θα ενεργοποιηθεί η χορήγηση άδειας λειτουργίας και εγκατάστασης στην ΕΕ, ως μέρος της αναλογικής κλίμακας εποπτικών απαιτήσεων. Με την εξαίρεση της απαίτησης τόπου εγκατάστασης, για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους της κατηγορίας 1 και της κατηγορίας 2, η κατάσταση θα είναι παραπλήσια με αυτή των κεντρικών αντισυμβαλλομένων που είναι εγκατεστημένοι στην ΕΕ, με περιορισμένα τέλη εποπτείας για τη χρηματοδότηση του ευρωπαϊκού μηχανισμού. Αυτό θα ενεργοποιήσει περιορισμένο μόνον κόστος για τους συμμετέχοντες στην αγορά.

Θα απαιτηθεί ένας βασικός αριθμός προσωπικού, προκειμένου να οργανώσει και να θέσει σε λειτουργία τον ευρωπαϊκό εποπτικό μηχανισμό και να επιτελεί τις καθημερινές εργασίες εποπτείας των 17 κεντρικών αντισυμβαλλομένων που είναι επί του παρόντος εγκατεστημένοι στην ΕΕ. Αν υποτεθεί ότι όλοι οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι τρίτων χωρών που ζητούν αναγνώριση τελικά αναγνωρίζονται, αυτό θα σήμαινε ότι περίπου άλλοι 40 κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι τρίτων χωρών θα υπάγονται στην αρμοδιότητα της εκτελεστικής συνόδου – είτε έμμεσα μέσω της παρακολούθησης και της ανταλλαγής πληροφοριών (δηλαδή, οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι κατηγορίας 1) είτε, επιπλέον αυτού, μέσω πιο άμεσης εποπτείας των κεντρικών αντισυμβαλλομένων κατηγορίας 2, που παρουσιάζουν δυνητικά πιο σημαντικούς κινδύνους.

Συνεπώς, λαμβάνοντας υπόψη τον αριθμό των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών που θα πρέπει να εποπτεύονται είτε έμμεσα είτε άμεσα, το είδος και την πολυπλοκότητα των καθηκόντων που θα πρέπει να εκτελούνται για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους κατηγορίας 1 και κατηγορίας 2, αντιστοίχως, ο αναγκαίος αριθμός ισοδυνάμων πλήρους απασχόλησης εκτιμάται σε περίπου 49. Συνολικά, το επιπλέον κόστος που σχετίζεται με τις προτιμώμενες επιλογές για την εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων αναμένεται να ανέλθει σε περίπου 7 εκατομμύρια EUR ανά έτος.

Πέραν του κόστους που αφορά την εποπτεία, το μεγαλύτερο κόστος που θα αντιμετωπίσουν οι εκκαθαριστικοί αντισυμβαλλόμενοι (εκκαθαριστικά μέλη και οι πελάτες τους) θα αφορά την καθιέρωση της ενωσιακής απαίτησης για χορήγηση άδειας λειτουργίας και εγκατάστασης για τους ουσιωδώς συστημικούς κεντρικούς αντισυμβαλλομένους της κατηγορίας 2. Το κόστος αυτό θα προσδιορίζεται από νομικές και επιχειρησιακές εκτιμήσεις, καθώς και, αν και χωρίς τη δέουσα βαθμονόμηση, από τον κατακερματισμό της αγοράς και τις σχετικές συνέπειες για τη ρευστότητα της αγοράς και τις τιμές εκτέλεσης. Οι θετικές ή αρνητικές προσαρμογές σε αποδόσεις περιθωρίου θα εξαρτηθούν σε μεγάλο βαθμό από την ικανότητα των συμμετεχόντων στην αγορά να υποκαθιστούν τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών με κεντρικούς αντισυμβαλλομένους εγκατεστημένους στην ΕΕ. Οι συντελεστές αυτού του κόστους περιγράφονται με λεπτομέρειες στο πλαίσιο της ενότητας 5.3 της έκθεσης εκτίμησης επιπτώσεων, που συνοδεύει την παρούσα πρόταση.

Επιπλέον, μια πολιτική τόπου εγκατάστασης που δεν θα είναι προσαρμοσμένη στον συστημικό κίνδυνο των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών, καθορισμένη βάσει αντικειμενικών κριτηρίων, θα μπορούσε να έχει αντίκτυπο στο κόστος της εκκαθάρισης, στην πρόσβαση σε έμμεση εκκαθάριση για τους πελάτες των εκκαθαριστικών μελών (συμπεριλαμβανομένων μη χρηματοοικονομικών αντισυμβαλλομένων και μικρών χρηματοοικονομικών αντισυμβαλλομένων) και, ως εκ τούτου, γενικά στην ικανότητα αντιστάθμισης κινδύνων για τους αντισυμβαλλομένους στην ΕΕ.

Ωστόσο, αυτό θα πρέπει να σταθμιστεί έναντι των οφελών που συνδέονται με την καλύτερη πρόληψη κρίσεων. Συνολικά, οι επιχειρήσεις, οι ΜΜΕ και οι μικρο-επιχειρήσεις θα ωφεληθούν από την αυξημένη σταθερότητα των κεντρικών αντισυμβαλλομένων και τη συνέχεια των βασικών κρίσιμων λειτουργιών τους, αν συμβεί κάποια κρίση στο μέλλον, που θα οδηγούσε σε οικονομικές δυσχέρειες ή στην πτώχευσή τους. Η πιθανότητα να συμβεί τέτοιου είδους κρίση αναμένεται να μειωθεί περαιτέρω, μέσω της ενισχυμένης ικανότητας των σχετικών αρχών στην ΕΕ να προλαμβάνουν τη συσσώρευση συστημικών κινδύνων εντός των κεντρικών αντισυμβαλλομένων της ΕΕ, και να μετριάζουν τη μετάδοση επιζήμιων χρηματοπιστωτικών διαταραχών μέσω των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών. Ως αποτέλεσμα, θα μειωθεί, επίσης, η δυναμική αλυσιδωτών αρνητικών συνεπειών μιας κρίσης η οποία πλήττει τον χρηματοοικονομικό τομέα – π.χ. μειωμένη ετοιμότητα και/ή ικανότητα του τραπεζικού τομέα να παρέχει χρηματοδότηση στην πραγματική οικονομία, ύφεση κ.ά. – που τείνει να ασκεί βαριά επίδραση στις ΜΜΕ και στην ικανότητά τους να εξασφαλίζουν χρηματοδότηση.

Επιπλέον, μέσω της αποσαφήνισης των εποπτικών ρυθμίσεων τόσο για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους της ΕΕ όσο και τρίτων χωρών, και σε συνδυασμό με την πρόσφατη πρωτοβουλία REFIT της Επιτροπής σχετικά με τον EMIR, με στόχο τη μείωση του υπερβολικού κόστους για μικρότερους αντισυμβαλλομένους, η πρόταση αναμένεται να βοηθήσει στην περαιτέρω προώθηση της χρήσης της κεντρικής εκκαθάρισης και να διευκολύνει την ικανότητα των ΜΜΕ να έχουν πρόσβαση σε χρηματοπιστωτικά μέσα, είτε για να αντισταθμίζουν τις συναλλαγές τους είτε για να επενδύουν. Η πρόταση, συνεπώς, θα διευκολύνει περαιτέρω τις διασυνοριακές συναλλαγές εντός της ΕΕ και θα προωθήσει μια αποτελεσματική και ανταγωνιστική αγορά των κεντρικών αντισυμβαλλομένων στην ΕΕ, και, επομένως, θα συνεισφέρει στους στόχους της Ένωσης Κεφαλαιαγορών.

Επιπτώσεις στον προϋπολογισμό της ΕΕ

Συνολικά, οι αλλαγές που προβλέπονται για την εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων της Ένωσης δεν θα έχουν αντίκτυπο στον προϋπολογισμό της ΕΕ, καθώς το οιοδήποτε πρόσθετο κόστος, όπως οι συμπληρωματικοί πόροι για τον ευρωπαϊκό μηχανισμό, θα καλύπτονται από τα τέλη εποπτείας που εισπράττονται από τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους. Τέτοιες αλλαγές αναμένεται, ωστόσο, τελικά να ωφελούν όλους τους συμμετέχοντες στην αγορά και τα κράτη μέλη, καθώς αναμένεται να οδηγήσουν σε μια ασφαλέστερη αγορά εκκαθάρισης εντός της ΕΕ. Περαιτέρω διαπιστώσεις ως προς τον οικονομικό αντίκτυπο της ενισχυμένης εποπτείας των κεντρικών αντισυμβαλλομένων που είναι εγκατεστημένοι στην ΕΕ αναπτύσσονται στις παρακάτω ενότητες.

Παρομοίως, οι τροποποιήσεις που προβλέπονται για τον μετριασμό των κινδύνων που θέτουν οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι τρίτων χωρών δεν θα έχουν, επίσης, αντίκτυπο στον προϋπολογισμό της ΕΕ, καθώς οι οποιοιδήποτε πρόσθετοι πόροι για τον ευρωπαϊκό μηχανισμό θα χρηματοδοτηθούν, επίσης, από τη είσπραξη τελών εποπτείας από τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών. Αυτό, ωστόσο, θα είναι επωφελές για την ΕΕ, καθώς θα μειώσει την πιθανότητα εισαγωγής κινδύνων για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα εντός της ΕΕ και θα εξασφαλίσει ότι οι συναλλασσόμενοι με κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών αντισυμβαλλόμενοι της ΕΕ λειτουργούν σε ένα ασφαλές περιβάλλον, προωθώντας, επομένως, τις ισχυρές και σταθερές παγκόσμιες αγορές.

3.5.Θεμελιώδη δικαιώματα

Η ΕΕ είναι προσηλωμένη στην τήρηση υψηλών προτύπων προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων και έχει υπογράψει μια ευρεία σειρά συμβάσεων για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Στο πλαίσιο αυτό, η πρόταση δεν ενδέχεται να έχει άμεσο αντίκτυπο στα εν λόγω δικαιώματα, όπως αναφέρονται στις κύριες συμβάσεις των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα του ανθρώπου, στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο οποίος αποτελεί αναπόσπαστο μέρος των Συνθηκών της ΕΕ, και στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ).

4.ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ

Οι αλλαγές που προβλέπονται για να ενισχύσουν την εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων της ΕΕ και να μετριάσουν τους κινδύνους που τίθενται από τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών δεν αναμένεται να έχουν αντίκτυπο στον προϋπολογισμό της ΕΕ.

Πιθανά πρόσθετα καθήκοντα που προκύπτουν για την ΕΑΚΑΑ, όπως η επεξεργασία της εγγραφής των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών και η συνεχής εποπτεία τους, θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην ανάγκη αύξησης των προγραμματισμένων πόρων της ΕΑΚΑΑ. Ωστόσο, το οιοδήποτε πρόσθετο κόστος για τον προϋπολογισμό της ΕΕ θα απορροφηθεί από τους μηχανισμούς για την αύξηση της χρηματοδότησης του ευρωπαϊκού μηχανισμού, όπως η συγκέντρωση τελών από κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που είναι εγκατεστημένοι στην ΕΕ ή σε τρίτη χώρα, που θα εποπτεύονται άμεσα.

Οι χρηματοδοτικές και δημοσιονομικές επιπτώσεις της πρότασης αναφέρονται στο νομοθετικό δημοσιονομικό δελτίο που επισυνάπτεται στην παρούσα πρόταση.

5.ΛΟΙΠΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

5.1.Σχέδια εφαρμογής και ρυθμίσεις παρακολούθησης, αξιολόγησης και υποβολής εκθέσεων

Η πρόταση περιλαμβάνει μια απαίτηση όπου δηλώνεται ότι θα πρέπει να διενεργηθεί αξιολόγηση του κανονισμού EMIR στην ολότητά του, με ιδιαίτερη έμφαση στην αποτελεσματικότητα και την αποδοτικότητα των προτεινόμενων εποπτικών ρυθμίσεων, ώστε να εκπληρώσουν τον αρχικό στόχο του κανονισμού ΕΜΙR για την αύξηση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας. Η αξιολόγηση θα πρέπει, συνεπώς, να εξετάσει όλες τις πτυχές του κανονισμού ΕΜΙR, αλλά ιδίως τις ακόλουθες:

·Αριθμός κεντρικών αντισυμβαλλομένων που έχουν τεθεί υπό καθεστώς ανάκαμψης ή εξυγίανσης·

·Αριθμός φορών όπου έχει χρησιμοποιηθεί ο μηχανισμός επίλυσης διαφορών από τις εθνικές αρμόδιες αρχές·

·Αριθμός επιτόπιων επιθεωρήσεων των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών·

·Αριθμός αναγνωρισμένων κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών·

·Αριθμός παραβάσεων των όρων ισοδυναμίας και/ή αναγνώρισης από κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών·

·Εκτιμώμενο κόστος για τους αντισυμβαλλομένους της ΕΕ.

Καταρχήν, αυτή η αξιολόγηση θα πρέπει να λάβει χώρα τουλάχιστον 5 έτη μετά την εφαρμογή αυτών των τροποποιήσεων.

Η αξιολόγηση θα πρέπει να αναζητήσει και να συγκεντρώσει στοιχεία από όλους τους σχετικούς ενδιαφερομένους, αλλά ιδίως από τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, τα εκκαθαριστικά μέλη, τους μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους, τους μικρούς χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους, και γενικά από τους πελάτες και τους έμμεσους πελάτες των εκκαθαριστικών μελών. Στοιχεία θα ζητηθούν, επίσης, και από την ΕΑΚΑΑ, καθώς και από τις εθνικές αρχές και τις κεντρικές τράπεζες. Τα στατιστικά δεδομένα για την ανάλυση θα πρέπει να ζητηθούν από την ΕΑΚΑΑ.

5.2.Αναλυτική επεξήγηση των επιμέρους διατάξεων της πρότασης

5.2.1.Δημιουργία της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους εντός του συμβουλίου εποπτών της ΕΑΚΑΑ

Τροποποιήσεις για να διευκρινιστεί η σχέση μεταξύ της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και του συμβουλίου εποπτών της ΕΑΚΑΑ (κανονισμός ΕΑΚΑΑ, 4, 6, 40, 42, 43)

Το άρθρο 1 σημείο 1) εισάγει νέο σημείο 4) στο άρθρο 4 του κανονισμού ΕΑΚΑΑ, για να δοθεί ορισμός του κεντρικού αντισυμβαλλομένου σε ευθυγράμμιση με αυτόν του κανονισμού EMIR.

Το άρθρο 1 σημείο 2) παρεμβάλλει νέο σημείο 1α) στο άρθρο 6 του κανονισμού ΕΑΚΑΑ, για τη συγκρότηση ενός συμβουλίου εποπτών σε εκτελεστική σύνοδο (εκτελεστική σύνοδος για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους) εντός της ΕΑΚΑΑ στον τομέα της εποπτείας των κεντρικών αντισυμβαλλομένων της ΕΕ και των τρίτων χωρών.

Το άρθρο 1 σημείο 4) εισάγει νέο στοιχείο στ) στο άρθρο 40 παράγραφος 1 του κανονισμού ΕΑΚΑΑ, προκειμένου να καθοριστεί ότι ο επικεφαλής και οι δύο διευθυντές της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους είναι μέλη χωρίς δικαίωμα ψήφου στο συμβούλιο εποπτών της ΕΑΚΑΑ.

Το άρθρο 1 σημείο 5) τροποποιεί το πρώτο εδάφιο του άρθρου 42 του κανονισμού ΕΑΚΑΑ, ώστε να προβλέπεται ότι o πρόεδρος, τα μέλη του συμβουλίου εποπτών με δικαίωμα ψήφου, ο επικεφαλής και οι δύο διευθυντές της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους ενεργούν ανεξάρτητα και αντικειμενικά προς το συμφέρον της Ένωσης.

Το άρθρο 1 σημείο 6) τροποποιεί την παράγραφο 1 του άρθρου 43 του κανονισμού ΕΑΚΑΑ, για να καθιερωθεί η διάκριση μεταξύ των καθηκόντων του συμβουλίου εποπτών και των καθηκόντων της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους. Το άρθρο 1 σημείο 6), επίσης, αντικαθιστά την παράγραφο 8 του άρθρου 43 του κανονισμού ΕΑΚΑΑ, για να προστεθεί ότι το συμβούλιο εποπτών ασκεί εξουσία επί του εκτελεστικού διευθυντή, σε συμφωνία με την εκτελεστική σύνοδο για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους.

Τροποποιήσεις με σκοπό τον καθορισμό της οργάνωσης της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους (κανονισμός ΕΑΚΑΑ, νέα άρθρα 44α έως 44γ)

Προκειμένου να καθοριστεί με ποιον τρόπο θα οργανωθεί το συμβούλιο εποπτών στην εκτελεστική σύνοδο (εκτελεστική σύνοδος για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους) στο πλαίσιο της ΕΑΚΑΑ, το άρθρο 1 σημείο 7) παρεμβάλλει τα νέα άρθρα 44α, 44β και 44γ ως μέρος της νέας ενότητας 1Α στο κεφάλαιο ΙΙΙ του κανονισμού ΕΑΚΑΑ. Η νέα ενότητα 1Α καθορίζει τη σύνθεση της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, τα οικεία καθήκοντα και εξουσίες λήψης αποφάσεων, προκειμένου να διασφαλιστεί συνεπής εποπτική προσέγγιση σε ολόκληρη την ΕΕ, το προσήκον επίπεδο εμπειρογνωμοσύνης, καθώς και ταχεία και αποτελεσματική διαδικασία λήψης αποφάσεων όσον αφορά την εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων.

Το νέο άρθρο 44α ορίζει ότι το συμβούλιο εποπτών στην εκτελεστική σύνοδό του για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους συγκροτείται από: i) μόνιμα μέλη, συμπεριλαμβανομένων ενός ανεξάρτητου επικεφαλής και δύο διευθυντών, που έχουν δικαίωμα ψήφου, ενός εκπροσώπου της ΕΚΤ και της Επιτροπής, που δεν έχουν δικαίωμα ψήφου· και ii) δύο μέλη ειδικά για τον κάθε κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, συμπεριλαμβανομένων ενός εκπροσώπου της αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένος ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος, που έχουν δικαίωμα ψήφου, και ενός εκπροσώπου της σχετικής ή των σχετικών κεντρικών τραπεζών έκδοσης, που δεν έχουν δικαίωμα ψήφου. Τα μόνιμα μέλη θα πρέπει να συμμετέχουν σε όλες τις συνεδριάσεις της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους. Τα ειδικά μέλη για τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο θα πρέπει να συμμετέχουν, όταν είναι αναγκαίο και σκόπιμο, για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους υπό την εποπτεία τους. Ο επικεφαλής μπορεί, επίσης, να προσκαλεί άλλα μέλη του υφιστάμενου σώματος εποπτών δυνάμει του άρθρου 18 του κανονισμού ΕΜΙR, καθώς και εκπροσώπους των αρχών των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών που είναι αναγνωρισμένοι από την ΕΑΚΑΑ, ως παρατηρητές, για να εξασφαλίζεται ότι οι γνώμες των άλλων σχετικών αρχών λαμβάνονται επαρκώς υπόψη από την εκτελεστική σύνοδο για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους. Η παρουσία των ανεξάρτητων μόνιμων μελών και των ειδικών για τον κάθε κεντρικό αντισυμβαλλόμενο μελών θα διασφαλίζει ότι οι αποφάσεις που λαμβάνονται στην εκτελεστική σύνοδο για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους είναι συνεπείς, κατάλληλες και αναλογικές σε ολόκληρη την ΕΕ, και ότι οι σχετικές εθνικές αρμόδιες αρχές, οι κεντρικές τράπεζες έκδοσης και οι παρατηρητές εμπλέκονται στη διαδικασία λήψης αποφάσεων για τα ζητήματα που αφορούν κεντρικό αντισυμβαλλόμενο εγκατεστημένο σε κράτος μέλος. Όταν λαμβάνονται αποφάσεις για κεντρικό αντισυμβαλλόμενο τρίτης χώρας, θα πρέπει να συμμετέχουν στη διαδικασία λήψης αποφάσεων μόνο τα μόνιμα μέλη της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και οι σχετικές κεντρικές τράπεζες έκδοσης ενωσιακών νομισμάτων.

Το νέο άρθρο 44β ορίζει ότι η εκτελεστική σύνοδος για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους θα επιτελεί έναν κατάλογο ειδικών καθηκόντων που της έχουν ανατεθεί δυνάμει του κανονισμού EMIR, προκειμένου να διασφαλίζεται η εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, καθώς και η χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ένωσης και των κρατών μελών της. Οι αναφορές στην ΕΑΚΑΑ στις τροποποιήσεις του κανονισμού EMIR, που περιλαμβάνονται στην παρούσα πρόταση, αναφέρονται, επομένως, στην εκτελεστική σύνοδο για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, εκτός και αν δηλώνεται κάτι διαφορετικό. Το εν λόγω άρθρο ορίζει, επίσης, ότι η εκτελεστική σύνοδος για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους θα διαθέτει αποκλειστικό προσωπικό και επαρκείς πόρους, ώστε να διασφαλίζεται η αυτονομία, η ανεξαρτησία και η ενδεδειγμένη λειτουργία της.

Το νέο άρθρο 44γ ορίζει ότι, προκειμένου να εξασφαλίζεται ταχεία και αποτελεσματική διαδικασία λήψης αποφάσεων, η εκτελεστική σύνοδος για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους αποφασίζει με απλή πλειοψηφία των μελών της, σύμφωνα με τα δικαιώματα ψήφου που προβλέπονται βάσει του νέου άρθρου 44α παράγραφος 1, και ότι υπερισχύει η ψήφος του επικεφαλής, σε περίπτωση ισοψηφίας.

Τροποποιήσεις για τον καθορισμό της λογοδοσίας και της ανεξαρτησίας των μελών της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους (κανονισμός ΕΑΚΑΑ, νέο άρθρο 48α, άρθρα 49 και 50)

Το άρθρο 1 σημείο 8) αντικαθιστά τον τίτλο της ενότητας 3 του κεφαλαίου III του κανονισμού ΕΑΚΑΑ, ώστε να καθιερωθούν οι απαιτήσεις που ισχύουν για τον επικεφαλής και τους δύο διευθυντές της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους .

Το άρθρο 1 σημείο 9) παρεμβάλλει νέο άρθρο 48α, που προβλέπει τα σχετικά με τον διορισμό και τα καθήκοντα του επικεφαλής και των δύο διευθυντών της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους. Το άρθρο 48α παράγραφος 2 ορίζει ότι ο επικεφαλής και οι δύο διευθυντές διορίζονται με κριτήρια τα προσόντα, τις ικανότητες, τις γνώσεις των ζητημάτων εκκαθάρισης, των μετασυναλλακτικών και χρηματοοικονομικών ζητημάτων, καθώς και την πείρα σχετικά με την εποπτεία και ρύθμιση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων, προκειμένου να εξασφαλίζεται κατάλληλο επίπεδο εμπειρογνωμοσύνης, βάσει ανοικτής διαδικασίας επιλογής. Το άρθρο 48α παράγραφος 4 διευκρινίζει ότι η Επιτροπή θα υποβάλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προς έγκριση πρόταση για τον διορισμό των υποψηφίων. Μόλις εγκριθεί η πρόταση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο θα εκδώσει εκτελεστική απόφαση για τον διορισμό του επικεφαλής και των δύο διευθυντών. Η συμμετοχή των συννομοθετών στη διαδικασία διορισμού θα εξασφαλίζει τη διαφάνεια και τον δημοκρατικό έλεγχο. Επιπλέον, το άρθρο 48α παράγραφος 5 ορίζει ότι το Συμβούλιο μπορεί, κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής που εγκρίνεται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, να εκδώσει εκτελεστική πράξη για να απομακρύνει τον επικεφαλής και τους διευθυντές υπό ορισμένες προϋποθέσεις, ώστε να καταστούν υπόλογοι ενώπιον του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και να προστατευθούν τα δικαιώματα των θεσμικών οργάνων της Ένωσης.

Το άρθρο 1 σημείο 10) τροποποιεί το άρθρο 49 του κανονισμού ΕΑΚΑΑ, για να καθοριστεί ότι ο επικεφαλής και οι διευθυντές της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους ενεργούν ανεξάρτητα και αντικειμενικά προς το συμφέρον της Ένωσης.

Το άρθρο 1 σημείο 11) τροποποιεί το άρθρο 50 του κανονισμού ΕΑΚΑΑ, προκειμένου να προβλέπεται ότι, για την εξασφάλιση της δημοκρατικής λογοδοσίας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο μπορούν να καλέσουν τον επικεφαλής της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους να προβεί σε κατάθεση, όποτε του ζητηθεί. Επιπλέον, ο επικεφαλής της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους απαιτείται να υποβάλλει έγγραφη έκθεση σχετικά με τις κύριες δραστηριότητες της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, όποτε ζητηθεί, και να αναφέρει κάθε σχετική πληροφορία που ζητείται ad hoc από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Τροποποιήσεις για να διευκρινιστούν οι αλληλεπιδράσεις μεταξύ της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και των καθηκόντων του εκτελεστικού διευθυντή της ΕΑΚΑΑ, η κατάρτιση του προϋπολογισμού και το επαγγελματικό απόρρητο (κανονισμός ΕΑΚΑΑ, άρθρα 53, 63 και 70)

Το άρθρο 1 σημείο 12) τροποποιεί το άρθρο 53 του κανονισμού ΕΑΚΑΑ, για να καθοριστεί η αλληλεπίδραση μεταξύ της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και των καθηκόντων του εκτελεστικού διευθυντή της ΕΑΚΑΑ. Το άρθρο 1 σημείο 12) στοιχείο α) τροποποιεί την παράγραφο 2 του άρθρου 53, ώστε να διευκρινιστεί ότι ο εκτελεστικός διευθυντής λαμβάνει υπόψη την καθοδήγηση της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους για την εκτέλεση του ετήσιου προγράμματος εργασίας της ΕΑΚΑΑ, υπό τον έλεγχο του συμβουλίου διοίκησης. Το άρθρο 1 σημείο 12) στοιχείο β) τροποποιεί την παράγραφο 4 του άρθρου 53, για να καθοριστεί ότι ο εκτελεστικός διευθυντής λαμβάνει την έγκριση της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους για τα καθήκοντα υπό την ευθύνη του, όταν καταρτίζει το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας, προτού το διαβιβάσει στο συμβούλιο διοίκησης. Το άρθρο 1 σημείο 12) στοιχείο γ) τροποποιεί την παράγραφο 7 του άρθρου 53, ώστε να απαιτείται να λαμβάνει ο εκτελεστικός διευθυντής την έγκριση της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους για τα καθήκοντα υπό την ευθύνη του, όταν καταρτίζει το σχέδιο έκθεσης για τις δραστηριότητες της ΕΑΚΑΑ, προτού το διαβιβάσει στο συμβούλιο διοίκησης.

Το άρθρο 1 σημείο 13) παρεμβάλλει νέα παράγραφο 1α) στο άρθρο 63 του κανονισμού ΕΑΚΑΑ, για να καθοριστεί ότι οι δαπάνες και τα τέλη που σχετίζονται με τα καθήκοντα της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους προσδιορίζονται χωριστά εντός της κατάστασης προβλέψεων της ΕΑΚΑΑ. Η εκτελεστική σύνοδος για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους εγκρίνει το σχέδιο που καταρτίζεται από τον εκτελεστικό διευθυντή σχετικά με τις εν λόγω δαπάνες και τέλη, πριν από την έκδοση της κατάστασης προβλέψεων.

Το άρθρο 1 σημείο 14) τροποποιεί την παράγραφο 1 του άρθρου 70 του κανονισμού ΕΑΚΑΑ, ώστε να προβλέπεται ότι τα μέλη της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, υπόκεινται στις απαιτήσεις τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου, σύμφωνα με το άρθρο 339 της ΣΛΕΕ και τις σχετικές διατάξεις της νομοθεσίας της Ένωσης, ακόμη και μετά την παύση των καθηκόντων τους.

Τροποποιήσεις με σκοπό την ενίσχυση της ικανότητας της ΕΑΚΑΑ να συγκεντρώνει πληροφορίες (κανονισμός ΕΑΚΑΑ, άρθρο 35)

Το άρθρο 1 σημείο 3) αντικαθιστά την παράγραφο 6 του άρθρου 35 του κανονισμού ΕΑΚΑΑ, ώστε να προβλέπεται ότι, αν δεν είναι διαθέσιμες πλήρεις πληροφορίες από τις αρμόδιες αρχές ή άλλες οντότητες του κράτους μέλους, η ΕΑΚΑΑ μπορεί να ζητήσει πληροφορίες απευθείας από έναν αδειοδοτημένο ή αναγνωρισμένο κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, ένα αδειοδοτημένο κεντρικό αποθετήριο τίτλων και έναν αδειοδοτημένο τόπο διαπραγμάτευσης. Η ΕΑΚΑΑ ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές σχετικά με τα εν λόγω αιτήματα.

5.2.2.Εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων που είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση

Τροποποιήσεις στους όρους και τις διαδικασίες για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας κεντρικού αντισυμβαλλομένου εγκατεστημένου στην ΕΕ (κανονισμός EMIR, άρθρα 17, 18, 19, 20 και 21)

Διαδικασία χορήγησης και άρνησης άδειας λειτουργίας

Το άρθρο 2 σημείο 2) τροποποιεί την παράγραφο 3 του άρθρου 17 του κανονισμού EMIR, έτσι ώστε η αξιολόγηση, από την αρμόδια αρχή, της πληρότητας της αίτησης του κεντρικού αντισυμβαλλομένου να πραγματοποιείται σε συνεννόηση με την ΕΑΚΑΑ, και η ΕΑΚΑΑ και το σώμα να ενημερώνονται για τυχόν πρόσθετες πληροφορίες που έχει λάβει η αρμόδια αρχή σχετικά με την αίτηση.

Προεδρία και σύνθεση του σώματος

Το άρθρο 2 σημείο 3) τροποποιεί το άρθρο 18 του κανονισμού EMIR, για να διευκρινίσει την ανάθεση αρμοδιοτήτων μεταξύ των αρχών εντός του σώματος. Η νέα παράγραφος 1 του άρθρου 18 προβλέπει ότι το σώμα προεδρεύεται και διευθύνεται από τον επικεφαλής της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους . Το νέο στοιχείο α) στην παράγραφο 2 του άρθρου 18 του κανονισμού EMIR ορίζει ότι τα μόνιμα μέλη της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους παρίστανται στο σώμα αντί της ΕΑΚΑΑ. Το νέο στοιχείο γ) στην παράγραφο 2 του άρθρου 18 του κανονισμού EMIR προσθέτει, ανάλογα με την περίπτωση, την ΕΚΤ, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013, στις αρμόδιες αρχές που είναι υπεύθυνες για την εποπτεία των εκκαθαριστικών μελών του κεντρικού αντισυμβαλλομένου, τα οποία είναι εγκατεστημένα στα τρία κράτη μέλη με τις υψηλότερες εισφορές στο κεφάλαιο εκκαθάρισης του κεντρικού αντισυμβαλλομένου, όπως αναφέρεται στο άρθρο 42, επί συνολικής βάσεως για περίοδο ενός έτους.

Γνώμη του σώματος

Το άρθρο 2 σημείο 4) τροποποιεί την παράγραφο 3 του άρθρου 19 του κανονισμού EMIR σχετικά με τα δικαιώματα ψήφου των μελών του σώματος, προκειμένου να καθορίσει ότι τα μόνιμα μέλη της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους έχουν μία ψήφο το καθένα, με την εξαίρεση του εκπροσώπου της Επιτροπής, που δεν έχει δικαίωμα ψήφου.

Ανάκληση της άδειας λειτουργίας

Το άρθρο 2 σημείο 5) τροποποιεί την παράγραφο 6 του άρθρου 20 του κανονισμού EMIR, ώστε να προβλέπεται ότι η αρμόδια αρχή ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου αποστέλλει στην ΕΑΚΑΑ και στα μέλη του σώματος το πλήρως αιτιολογημένο σχέδιο απόφασης για ανάκληση της άδειας λειτουργίας.

Επανεξέταση και αξιολόγηση

Τα άρθρο 2 σημείο 6) στοιχεία α) και β) αντικαθιστούν τις παραγράφους 1 και 3 του άρθρου 21 του κανονισμού EMIR σχετικά με την επανεξέταση και αξιολόγηση των αδειοδοτημένων κεντρικών αντισυμβαλλομένων. Η νέα παράγραφος 1 στο άρθρο 21 προβλέπει ότι η επανεξέταση και αξιολόγηση, από μια αρμόδια αρχή, της συμμόρφωσης του κεντρικού αντισυμβαλλομένου με τον κανονισμό EMIR πραγματοποιείται σε συνεργασία με την ΕΑΚΑΑ. Η νέα παράγραφος 3 στο άρθρο 21 ορίζει ότι η ΕΑΚΑΑ θα καθορίζει τη συχνότητα και το βάθος μιας τέτοιας επανεξέτασης και αξιολόγησης, και προβλέπει ότι το προσωπικό της ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να προσκαλείται να συμμετέχει σε οποιεσδήποτε επιτόπιες επιθεωρήσεις. Επίσης, απαιτείται από την αρμόδια αρχή να προωθεί στην ΕΑΚΑΑ οποιαδήποτε πληροφορία λαμβάνει από έναν κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, και να ζητεί η αρμόδια αρχή οποιαδήποτε πληροφορία αναζητά η ΕΑΚΑΑ, που δεν μπορεί να της παράσχει, από τον σχετικό κεντρικό αντισυμβαλλόμενο.

Τροποποιήσεις σχετικά με τη χορήγηση άδειας λειτουργίας και την εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων που είναι εγκατεστημένοι στην ΕΕ (κανονισμός EMIR, νέα άρθρα 21α, 21β και 21γ)

Το άρθρο 2 σημείο 7) παρεμβάλλει τα νέα άρθρα 21α, 21β και 21γ στον EMIR, για τον καθορισμό του ρόλου της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους σε σχέση με την αδειοδότηση και την εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων, και την αποσαφήνιση της ανάθεσης αρμοδιοτήτων μεταξύ αρχών.

Ενώ οι αρμόδιες εθνικές αρχές εξακολουθούν να ασκούν τις τρέχουσες εποπτικές αρμοδιότητές τους στο πλαίσιο του EMIR, απαιτείται η προηγούμενη συγκατάθεση της ΕΑΚΑΑ και, κατά περίπτωση, της(των) οικείας(-ων) κεντρικής(-ών) τράπεζας (τραπεζών) έκδοσης για ορισμένες αποφάσεις, προκειμένου να προωθηθεί η εποπτική σύγκλιση για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους σε ολόκληρη την Ένωση. Το νέο άρθρο 21α προβλέπει ότι οι αρμόδιες αρχές θα καταρτίζουν τα τελικά σχέδια αποφάσεων και θα τα υποβάλλουν για προηγούμενη συγκατάθεση της ΕΑΚΑΑ όσον αφορά αποφάσεις σχετικά με την πρόσβαση σε κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, την πρόσβαση σε τόπο διαπραγμάτευσης, την αδειοδότηση κεντρικού αντισυμβαλλομένου, την επέκταση δραστηριοτήτων και υπηρεσιών ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου, τις κεφαλαιακές απαιτήσεις, την ανάκληση άδειας, την επανεξέταση και αξιολόγηση, τους μετόχους και τα μέλη με ειδικές συμμετοχές, τις πληροφορίες προς τις αρμόδιες αρχές, την επανεξέταση μοντέλων, την προσομοίωση ακραίων καταστάσεων και τους απολογιστικούς ελέγχους, και την έγκριση ρυθμίσεων διαλειτουργικότητας. Οποιαδήποτε άλλη απόφαση σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 22, σε σχέση με τις απαιτήσεις που καθορίζονται για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τις ρυθμίσεις διαλειτουργικότητας, στους τίτλους IV και V του EMIR υπόκειται επίσης στην προηγούμενη συγκατάθεση της ΕΑΚΑΑ. Εάν η ΕΑΚΑΑ προτείνει τροποποιήσεις ορισμένων τελικών σχεδίων αποφάσεων μιας αρμόδιας αρχής, οι αποφάσεις αυτές εκδίδονται μόνον αφού τροποποιηθούν, όπως ζήτησε η ΕΑΚΑΑ. Εάν η ΕΑΚΑΑ διατυπώσει αντιρρήσεις σχετικά με ορισμένα τελικά σχέδια αποφάσεων μιας αρμόδιας αρχής, οι εν λόγω αποφάσεις δεν εκδίδονται. Το νέο άρθρο 21α καθιερώνει επίσης μηχανισμό επίλυσης διαφορών, σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ της ΕΑΚΑΑ και των εθνικών αρμόδιων αρχών. Εάν μια αρμόδια αρχή διαφωνεί με τις τροποποιήσεις ή τις αντιρρήσεις της ΕΑΚΑΑ έναντι ορισμένων από τα τελικά σχέδια αποφάσεων της αρμόδιας αρχής, το θέμα παραπέμπεται για λήψη τελικής απόφασης στο συμβούλιο εποπτών της ΕΑΚΑΑ. Τέλος, το νέο άρθρο 21α προβλέπει ότι η ΕΑΚΑΑ μπορεί να εκδώσει ατομική απόφαση σχετικά με συμμετέχοντα στις χρηματοπιστωτικές αγορές, όταν οι αρμόδιες εθνικές αρχές αρνούνται τη γνώμη ή τα αιτήματα της ΕΑΚΑΑ.

Ομοίως, απαιτείται η προηγούμενη συγκατάθεση των σχετικών κεντρικών τραπεζών έκδοσης για ορισμένες αποφάσεις που προβλέπονται από τις εθνικές αρμόδιες αρχές, λόγω των δυνητικών κινδύνων που θα μπορούσε να ενέχει η δυσλειτουργία ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου για τον καθορισμό και την εφαρμογή της νομισματικής πολιτικής της Ένωσης και την προώθηση της ομαλής λειτουργίας των συστημάτων πληρωμών. Ενώ οι εντολές των κεντρικών τραπεζών και των εποπτικών αρχών μπορεί να αλληλεπικαλύπτονται, υπάρχει πιθανότητα αναντιστοιχίας, όταν οι εποπτικές ενέργειες έχουν επιπτώσεις σε βασικές αρμοδιότητες των κεντρικών τραπεζών, σε τομείς όπως η σταθερότητα των τιμών, η νομισματική πολιτική και τα συστήματα πληρωμών. Το νέο άρθρο 21β προβλέπει τα καθήκοντα της εκάστοτε κεντρικής τράπεζας έκδοσης, προκειμένου να καθοριστεί την ανάθεση αρμοδιοτήτων μεταξύ των αρχών, ιδίως όταν αφορά τις ρυθμίσεις πληρωμών και διακανονισμού του κεντρικού αντισυμβαλλομένου και τον σχετικό κίνδυνο ρευστότητας. Διαδικασίες διαχείρισης για τις συναλλαγές που εκφράζονται στο νόμισμα της εν λόγω κεντρικής τράπεζας έκδοσης. Το νέο άρθρο 21β προβλέπει ότι οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν τη συναίνεση των οικείων κεντρικών τραπεζών έκδοσης για αποφάσεις σχετικά με την άδεια κεντρικού αντισυμβαλλομένου, την επέκταση δραστηριοτήτων και υπηρεσιών κεντρικού αντισυμβαλλομένου, την ανάκληση της άδειας, τις απαιτήσεις περιθωρίου, τους ελέγχους κινδύνου ρευστότητας, τις εξασφαλίσεις, τον διακανονισμό και την έγκριση ρυθμίσεων διαλειτουργικότητας.

Σε περίπτωση που η οικεία κεντρική τράπεζα έκδοσης αντιτάσσεται στα σχέδια αποφάσεων μιας αρμόδιας αρχής στους τομείς αυτούς, οι εν λόγω αποφάσεις δεν εκδίδονται. Σε περίπτωση που η σχετική κεντρική τράπεζα έκδοσης προτείνει τροποποιήσεις των σχεδίων αποφάσεων μιας αρμόδιας αρχής στους τομείς αυτούς, οι εν λόγω αποφάσεις εκδίδονται μόνον όπως τροποποιήθηκαν.

Το νέο άρθρο 21γ προβλέπει ότι τόσο οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι που είναι εγκατεστημένοι στα κράτη μέλη όσο και οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι τρίτων χωρών καταβάλλουν τέλη για τα εποπτικά και διοικητικά καθήκοντα της ΕΑΚΑΑ για i) τις αιτήσεις για χορήγηση άδειας που αναφέρονται στο άρθρο 17, ii) τις αιτήσεις αναγνώρισης βάσει του άρθρου 25, και iii) ετήσια τέλη που συνδέονται με τα καθήκοντα που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της ΕΑΚΑΑ. Η Επιτροπή θα διευκρινίσει περαιτέρω, με κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, τα είδη τελών, τα θέματα για τα οποία οφείλονται τέλη, το ποσό των τελών και τον τρόπο με τον οποίο θα καταβάλλονται από αδειοδοτημένους και αιτούντες κεντρικούς αντισυμβαλλομένους της Ένωσης, αναγνωρισμένους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών που δεν είναι συστημικώς σημαντικοί (κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι κατηγορίας 1) και αναγνωρισμένους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που είναι ή είναι πιθανόν να καταστούν συστημικώς σημαντικοί για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ένωσης ή για ένα ή περισσότερα από τα κράτη μέλη της (κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι κατηγορίας 2). Αυτά τα τέλη εποπτείας θα επιτρέπουν τη χρηματοδότηση των καθηκόντων της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και θα επιτρέπουν στην ΕΑΚΑΑ να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις της.

Τροποποιήσεις σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ των αρχών (EMIR, άρθρο 24)

Το άρθρο 2 σημείο 8) τροποποιεί το άρθρο 24 του κανονισμού EMIR, για να προστεθούν οι πιθανές δυσμενείς επιπτώσεις στη διαβίβαση της νομισματικής πολιτικής και στην ομαλή λειτουργία των συστημάτων πληρωμών στις καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, για τις οποίες η αρμόδια αρχή του κεντρικού αντισυμβαλλομένου ή οποιαδήποτε άλλη αρχή ενημερώνει την ΕΑΚΑΑ, το σώμα, τα σχετικά μέλη του ΕΣΚΤ και λοιπές οικείες αρχές, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

5.2.3.Κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι τρίτων χωρών

Εντός των πέντε ετών από την έκδοση του κανονισμού EMIR, ο όγκος της δραστηριότητας των κεντρικών αντισυμβαλλομένων – στην ΕΕ και παγκοσμίως – έχει αυξηθεί ραγδαίως, τόσο σε κλίμακα όσο και σε εμβέλεια. Η κεντρική εκκαθάριση έχει αποκτήσει μεγαλύτερη σημασία για τα παράγωγα επιτοκίου και τα πιστωτικά παράγωγα. Ο ραγδαίως επεκτεινόμενος ρόλος των κεντρικών αντισυμβαλλομένων στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα δεν αντανακλά μόνο την καθιέρωση υποχρεώσεων κεντρικής εκκαθάρισης στις διάφορες κατηγορίες στοιχείων του ενεργητικού, αλλά, επίσης, ενίσχυσε την εθελοντική χρήση της κεντρικής εκκαθάρισης εν μέσω της αυξανόμενης επίγνωσης των ωφελημάτων της κεντρικής εκκαθάρισης, που έχουν αποκτήσει οι συμμετέχοντες στην αγορά. Βάσει του κανονισμού EMIR ήδη απαιτείται να εκκαθαρίζονται κεντρικά ορισμένα παράγωγα επιτοκίου και συμβόλαια ανταλλαγής κινδύνου αθέτησης, σύμφωνα με παρόμοιες απαιτήσεις σε άλλες χώρες της G20. Οι κανόνες τραπεζικών κεφαλαίων έχουν αλλάξει, επίσης, ώστε να δημιουργηθούν κίνητρα για την κεντρική εκκαθάριση και να καταστεί η διμερής εκκαθάριση πιο δαπανηρή επιλογή σε σχετικούς όρους, ενώ οι διμερείς συναλλαγές υπόκεινται σε πρόσθετες απαιτήσεις παροχής ασφάλειας, από τον Μάρτιο του 2017. Ως αποτέλεσμα, έχει αυξηθεί η εκκαθάριση, αλλά τώρα έχει συγκεντρωθεί σε σχετικά περιορισμένο αριθμό παγκοσμίων κεντρικών αντισυμβαλλομένων.

Επί του παρόντος, 28 κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι τρίτων χωρών έχουν αναγνωριστεί στο πλαίσιο των διατάξεων ισοδυναμίας του κανονισμού EMIR. 12 περαιτέρω κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι από 10 περιοχές δικαιοδοσίας έχουν υποβάλει αίτηση αναγνώρισης, και αναμένουν απόφαση της Επιτροπής όσον αφορά την ισοδυναμία των οικείων ρυθμιστικών και εποπτικών καθεστώτων.

Τροποποιήσεις με σκοπό την ενίσχυση της εφαρμογής της ισοδυναμίας των καθεστώτων των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών (κανονισμός EMIR, άρθρο 25 παράγραφος 6)

Η Επιτροπή θα συνεχίσει να προσδιορίζει μέσω αποφάσεων ισοδυναμίας ότι τα νομικά και εποπτικά πλαίσια τρίτων χωρών πληρούν τις απαιτήσεις βάσει του κανονισμού EMIR, για τον σκοπό της δυνατότητας αναγνώρισης των κεντρικών αντισυμβαλλομένων που εδρεύουν στις εν λόγω τρίτες χώρες. Η παρούσα πρόταση επιβεβαιώνει ότι η Επιτροπή μπορεί να εξαρτήσει τον προσδιορισμό της ισοδυναμίας από περαιτέρω όρους. Το άρθρο 2 σημείο 9) στοιχείο ε) παρεμβάλλει τις νέες παραγράφους 6α και 6β, ώστε να δύναται η Επιτροπή, αν είναι αναγκαίο, να προσδιορίζει, μέσω κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, τα κριτήρια που θα χρησιμοποιούνται στην αξιολόγησή της για τη χορήγηση ισοδυναμίας σε καθεστώτα κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών. Με τη νέα παράγραφο 6β στο άρθρο 25 παράγραφος 6 του κανονισμού EMIR ανατίθεται στην ΕΑΚΑΑ η εξουσία παρακολούθησης των ρυθμιστικών και εποπτικών εξελίξεων στα καθεστώτα των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών που έχουν κριθεί ως ισοδύναμα από την Επιτροπή.

Τροποποιήσεις σχετικά με την αναγνώριση κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών (κανονισμός EMIR, άρθρο 6 παράγραφοι 2, νέα 2α, νέα 2β και άρθρο 25 νέα παράγραφος 2γ και νέο άρθρο 25α)

Αυξημένη διαφάνεια

Για τη βελτίωση της διαφάνειας για τους ενδιαφερομένους και το κοινό, ως σύνολο, ο κανονισμός EMIR τροποποιείται για να αποσαφηνιστεί η εγγραφή των κεντρικών αντισυμβαλλομένων, με την παροχή περισσότερων λεπτομερειών στο δημόσιο μητρώο της ΕΑΚΑΑ (το άρθρο 2 σημείο 1) τροποποιεί το άρθρο 6 παράγραφος 2 στοιχείο β)).

Δεν έχουν προβλεφθεί πρόσθετες απαιτήσεις στην πρόταση για τους αναγνωρισμένους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών.

Κατάταξη μη συστημικά σημαντικών κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών (κατηγορίας 1) και συστημικά σημαντικών κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών (κατηγορίας 2)

Υπό το πρίσμα της παγκόσμιας αύξησης στην εκκαθάριση και τη συγκέντρωση κινδύνου σε περιορισμένο αριθμό παγκόσμιων κεντρικών αντισυμβαλλομένων, είναι ανάγκη να γίνει διαφοροποίηση ανάλογα με τον τύπο των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών που αναγνωρίζονται στο πλαίσιο του κανονισμού EMIR. H παρούσα πρόταση, επομένως, προβλέπει ότι, όταν εξετάζεται μια αίτηση αναγνώρισης, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να εξετάζει τον βαθμό συστημικού κινδύνου που παρουσιάζει ένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας. Για να επιτευχθεί αυτό και για να καθιερωθεί αναλογική εφαρμογή των απαιτήσεων, θα πρέπει να γίνει διάκριση ανάμεσα στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους χαμηλού κινδύνου και εκείνους που είναι, ή θα καταστούν, συστημικά σημαντικοί για την Ένωση ή ένα ή περισσότερα από τα κράτη μέλη της. Αυτό αντικατοπτρίζει το γεγονός ότι δεν είναι όλοι οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι τρίτων χωρών ίσης συστημικής σημασίας. Αυτό θα εξαρτηθεί από την εμβέλειά τους και το είδος των συναλλαγών που εκκαθαρίζονται, καθώς και από τον όγκο της εκκαθαριστικής τους δραστηριότητας. Για παράδειγμα, ένας σχετικά μικρός κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας που εκκαθαρίζει περιορισμένο μόνον αριθμό συμβάσεων που είναι εκφρασμένες, για παράδειγμα, στο τοπικό νόμισμα θα προκαλεί αντικειμενικά λιγότερες ανησυχίες και μικρότερους κινδύνους για το χρηματοπιστωτικό σύστημα της Ένωσης από ό,τι ένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας που εκκαθαρίζει σημαντικούς όγκους συμβάσεων εκφρασμένες σε νόμισμα της Ένωσης.

Προτείνεται, επομένως, να έχει η ΕΑΚΑΑ την εξουσία διάκρισης ανάμεσα σε κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που είναι ή είναι δυνατόν να καταστούν συστημικά σημαντικοί, και εκείνους που δεν είναι. Οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι τρίτων χωρών τους οποίους η ΕΑΚΑΑ έχει προσδιορίσει ως μη συστημικά σημαντικούς, ή μη πιθανόν να καταστούν συστημικά σημαντικοί, για την Ένωση και τα κράτη μέλη αναφέρονται ως «κατηγορίας 1» (το άρθρο 2 σημείο 9) στοιχείο α) προσθέτει το στοιχείο ε) στο άρθρο 25 παράγραφος 2 του κανονισμού EMIR). Αυτοί οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι κατηγορίας 1 θα συνεχίσουν να υπόκεινται στις υφιστάμενες ρυθμίσεις και όρους για τις αποφάσεις ισοδυναμίας τρίτων χωρών που εκδίδει η Επιτροπή, και που επιτρέπουν στην ΕΑΚΑΑ να αναγνωρίζει συγκεκριμένους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών. Στην ΕΑΚΑΑ θα ανατεθούν, επίσης, νέες αρμοδιότητες σχετικά με την εποπτεία αυτών των αναγνωρισμένων κεντρικών αντισυμβαλλομένων κατηγορίας 1.

Σε αντίθεση με κεντρικούς αντισυμβαλλομένους κατηγορίας 1, η ΕΑΚΑΑ θα μπορεί, επίσης, να προσδιορίσει μια διαφορετική κατηγορία κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών, που θεωρείται ότι είναι ή είναι πιθανόν να καταστούν συστημικά σημαντικοί στο εγγύς μέλλον για τη χρηματοπιστωτική και οικονομική σταθερότητα της Ένωσης και των κρατών μελών (οι καλούμενοι «κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι κατηγορίας 2»). Αυτό προβλέπεται στο άρθρο 2 σημείο 9) στοιχείο γ), που παρεμβάλλει νέα παράγραφο 2α στο άρθρο 25 του κανονισμού EMIR.

Για να προσδιορίσει η ΕΑΚΑΑ αν ένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας αποτελεί κεντρικό αντισυμβαλλόμενο «κατηγορίας 2», προβλέπονται τέσσερα αντικειμενικά κριτήρια (νέο άρθρο 25 παράγραφος 2α):

i) η φύση, το μέγεθος και η πολυπλοκότητα των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου τρίτης χώρας·

ii) η επίδραση που η πτώχευση ή μια διαταραχή του κεντρικού αντισυμβαλλόμενου τρίτης χώρας θα είχε στις κρίσιμες αγορές, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, ή στο ευρύτερο χρηματοοικονομικό σύστημα και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της ΕΕ·

iii) η δομή της εκκαθαριστικής συμμετοχής στον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο τρίτης χώρας, και

iv) η σχέση, οι αλληλεξαρτήσεις και οι άλλες αλληλεπιδράσεις του κεντρικού αντισυμβαλλομένου τρίτης χώρας με τις υπόλοιπες υποδομές των χρηματοπιστωτικών αγορών.

Αυτά τα κριτήρια θα πρέπει να διευκρινιστούν περαιτέρω από την Επιτροπή σε μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη (άρθρο 25 παράγραφος 2α δεύτερο εδάφιο), εντός έξι μηνών από την έκδοση του κανονισμού.

Η συνέπεια του προσδιορισμού από την ΕΑΚΑΑ ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου τρίτης χώρας ως κατηγορίας 2 είναι ότι ο εν λόγω κεντρικός αντισυμβαλλόμενος μπορεί να αναγνωριστεί και να του επιτραπεί να προσφέρει υπηρεσίες ή δραστηριότητες εκκαθάρισης στην Ένωση, μόνον εάν πληροί περαιτέρω προϋποθέσεις. Αυτές οι προϋποθέσεις είναι αναγκαίες ώστε να αντικατοπτρίζονται οι πρόσθετες ανησυχίες όσον αφορά τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ένωσης και ενός ή περισσοτέρων από τα κράτη μέλη της. Οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι που έχουν ήδη αναγνωριστεί βάσει του υφιστάμενου καθεστώτος του κανονισμού EMIR θα εξακολουθήσουν να αναγνωρίζονται ως κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι «κατηγορίας 1», μέχρις ότου η ΕΑΚΑΑ να προσδιορίσει αν τέτοιοι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι τρίτων χωρών αποτελούν κεντρικούς αντισυμβαλλομένους «κατηγορίας 2».

Αναλογικές απαιτήσεις για συστημικά σημαντικούς κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών κατηγορίας 2

Οι πρόσθετες απαιτήσεις τις οποίες πρέπει να πληρούν οι συστημικά σημαντικοί κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι τρίτων χωρών είναι τέσσερις (βλέπε άρθρο 2 σημείο 9) στοιχείο β)):

i) συνεχής συμμόρφωση με τις σχετικές και αναγκαίες απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους της ΕΕ. Αυτές οι απαιτήσεις αφορούν κεφαλαιακές απαιτήσεις, απαιτήσεις διαχείρισης της εσωτερικής οργάνωσης, άσκησης επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, περιθωρίων ασφάλειας, κεφαλαίου εκκαθάρισης, χρηματοοικονομικών πόρων, ρευστότητας, επενδύσεων, δοκιμών αντοχής, διακανονισμού και διαλειτουργικότητας. Επί του παρόντος καθορίζονται στο άρθρο 16 και στους τίτλους IV και V του κανονισμού EMIR·

ii) γραπτή επιβεβαίωση – εντός 180 ημερών – από τις οικείες κεντρικές τράπεζες έκδοσης της ΕΕ ότι ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας συμμορφώνεται με όλες τις απαιτήσεις που επιβάλλονται από τις εν λόγω κεντρικές τράπεζες. Οι εν λόγω πρόσθετες απαιτήσεις θα επιβάλλονται από τις κεντρικές τράπεζες κατά την άσκηση των καθηκόντων τους της νομισματικής πολιτικής. Ενδεικτικά, θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν πρόσθετες απαιτήσεις για να αντιμετωπιστούν οι κίνδυνοι για τη ρευστότητα, οι ρυθμίσεις πληρωμών και διακανονισμού στην Ένωση ή τα κράτη μέλη. Πιο συγκεκριμένα, θα μπορούσαν να αφορούν τη διαθεσιμότητα και το συγκεκριμένο είδος εξασφάλισης που τηρείται εντός ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου, το επίπεδο των «περικοπών» που εφαρμόζονται στις εξασφαλίσεις, την επενδυτική πολιτική ή τον διαχωρισμό εξασφαλίσεων, τις ρυθμίσεις διαθεσιμότητας της ρευστότητας με στις εμπλεκόμενες κεντρικές τράπεζες, τον δυνητικό αντίκτυπο των λειτουργιών του κεντρικού αντισυμβαλλομένου και τις επιπλοκές, λόγω της πιθανής τους διακοπής ή πτώχευσης, για το χρηματοοικονομικό σύστημα και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ένωσης.

iii) για να είναι σε θέση η ΕΑΚΑΑ να ασκεί τις νέες εποπτικές της αρμοδιότητες, θα πρέπει να υπάρχει, επίσης, γραπτή συναίνεση από τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο τρίτης χώρας ότι η ΕΑΚΑΑ μπορεί να έχει πρόσβαση σε όλες τις πληροφορίες που διατηρούνται από τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο και ότι μπορεί να έχει πρόσβαση στους επαγγελματικούς του χώρους, κατόπιν αιτήματος. Φυσικά, αυτό θα πρέπει να μπορεί να επιβληθεί στην τρίτη χώρα, και θα πρέπει να διατίθεται νομική γνωμοδότηση που να επιβεβαιώνει ότι ισχύει αυτό·

iv) ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας θα πρέπει να διαθέτει όλες τις αναγκαίες διαδικασίες και τα μέτρα για να δύναται να συμμορφώνεται με την πρώτη και τρίτη προϋπόθεση ως άνω.

Δεδομένου ότι οι ανωτέρω απαιτήσεις θα πρέπει να εφαρμόζονται κατά αναλογικό τρόπο, η πρόταση καθιερώνει ένα σύστημα, σύμφωνα με το οποίο ένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας μπορεί να συνεχίσει να βασίζεται στους κανόνες και τις απαιτήσεις της δικής του χώρας. Το νέο αυτό σύστημα συγκρίσιμης συμμόρφωσης – που πληροί τα πρότυπα του ΣΧΣ και είναι αντίστοιχο με ένα παρόμοιο σύστημα που εφαρμόζεται από τις αρχές των ΗΠΑ – στηρίζεται σε μια απλή διαδικασία, βάσει της οποίας ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας μπορεί να ζητήσει από την ΕΑΚΑΑ να συγκρίνει τις απαιτήσεις του κανονισμού EMIR και τα εποπτικά πρότυπα για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους με εκείνα της τρίτης χώρας. Όπου υφίσταται σύγκριση, η ΕΑΚΑΑ μπορεί να προσδιορίζει ότι η εφαρμογή ορισμένων ή όλων των απαιτήσεων σε ισχύ, καθώς και η αντίστοιχη εποπτική εφαρμογή στην εν λόγω τρίτη χώρα, παρέχει ένα συγκρίσιμο αποτέλεσμα ως προς την εφαρμογή του κανονισμού EMIR, και μπορεί να προβαίνει σε απαλλαγή από την εφαρμογή της αντίστοιχης διάταξης του κανονισμού EMIR. Αυτή η προσέγγιση θα μειώσει σημαντικά τον όποιο φόρτο απορρέει από τη διπλή εφαρμογή των κανόνων και των απαιτήσεων. Η Επιτροπή θα πρέπει να εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, για να διευκρινίσει τις λεπτομέρειες της αξιολόγησης την οποία διενεργεί η ΕΑΚΑΑ (νέο άρθρο 25α).

Ωστόσο, ενόψει της αυξανόμενης συγκέντρωσης εκκαθαριστικών υπηρεσιών σε περιορισμένο αριθμό παγκοσμίων κεντρικών αντισυμβαλλομένων, και του αυξημένου κινδύνου που συνεπάγεται η εν λόγω συγκέντρωση, κάποιοι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι ενδέχεται να είναι ειδικά ουσιαστικής συστημικής σημασίας για το χρηματοπιστωτικό σύστημα της ΕΕ. Συνεπώς, όταν προσδιορίζει αν ένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας είναι, ή είναι πιθανόν να καταστεί, συστημικά σημαντικός, η ΕΑΚΑΑ μπορεί, επίσης, να προσδιορίζει, σε συμφωνία με τη σχετική/τις σχετικές κεντρική/-ές τράπεζα/-ές έκδοσης ότι οι κίνδυνοι που τίθενται από την εν λόγω οντότητα στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ένωσης ή σε ένα ή περισσότερα από τα κράτη μέλη της είναι τέτοιου μεγάλου μεγέθους που ακόμη και ένα σύστημα πλήρους εφαρμογής του κανονισμού EMIR στον εν λόγω κεντρικό αντισυμβαλλόμενο τρίτης χώρας δεν επαρκεί, ώστε να μειωθούν επαρκώς οι εν λόγω κίνδυνοι, και θα πρέπει, επομένως, να μην αναγνωριστεί. Όταν προσδιορίζεται, επομένως, ότι οι προκλήσεις για τη διαφύλαξη της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας στην ΕΕ δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν μέσω της διαδικασίας αναγνώρισης των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών, προτείνεται να έχει η ΕΑΚΑΑ, σε συμφωνία με τις οικείες κεντρικές τράπεζες της ΕΕ, την εξουσία να υποβάλει σύσταση στην Επιτροπή ότι δεν θα πρέπει να αναγνωριστεί ο εν λόγω κεντρικός αντισυμβαλλόμενος. Επί αυτής της βάσεως, η Επιτροπή έχει την εξουσία να λαμβάνει απόφαση ότι ο εν λόγω κεντρικός αντισυμβαλλόμενος δεν θα πρέπει να αναγνωριστεί και, εάν αυτός επιθυμεί να παρέχει υπηρεσίες εκκαθάρισης στην Ένωση, θα πρέπει να λάβει άδεια λειτουργίας και να είναι εγκατεστημένος σε ένα από τα κράτη μέλη (νέα παράγραφος 2γ του άρθρου 25).

Τροποποιήσεις για την ενίσχυση της συνεχούς εποπτείας των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών μετά την αναγνώριση (κανονισμός EMIR, άρθρο 25 παράγραφοι 5, 6 και 7, και νέα άρθρα 25β έως 25 ιγ)

Εποπτεία της ΕΑΚΑΑ επί κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών

Για την ανταπόκριση στις ελλείψεις κατά την εφαρμογή του συστήματος ισοδυναμίας και αναγνώρισης του κανονισμού EMIR για την εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών, προτείνεται να ενισχυθούν οι εξουσίες της ΕΑΚΑΑ. Αυτό θα εξασφαλίσει ότι οι δυσκολίες της ΕΑΚΑΑ ως προς την πρόσβαση σε πληροφορίες από έναν κεντρικό αντισυμβαλλόμενο θα αντιμετωπιστούν με τη διενέργεια επιτόπιων επιθεωρήσεων του κεντρικού αντισυμβαλλομένου και τη διαμοίραση πληροφοριών με ρυθμιστικές και εποπτικές αρχές, καθώς και κεντρικές τράπεζες. Αυτό θα μειώσει τον κίνδυνο οι πρακτικές και/ή οι προσαρμογές σε μοντέλα διαχείρισης κινδύνου του κεντρικού αντισυμβαλλομένου να περάσουν απαρατήρητες, με σοβαρές συνέπειες στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα για τις οντότητες της ΕΕ. Δεύτερον, με τον τρόπο αυτόν θα αντιμετωπιστεί η πιθανότητα αναντιστοιχιών μεταξύ των στόχων των εποπτικών αρχών και των κεντρικών τραπεζών εντός των σωμάτων στο πλαίσιο των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών, όταν εμπλέκονται αρχές εκτός ΕΕ. Τέλος, αντιμετωπίζεται ο κίνδυνος οι αλλαγές στους κανόνες και/ή στο ρυθμιστικό πλαίσιο του κεντρικού αντισυμβαλλομένου να έχουν ενδεχομένως αρνητική επίδραση στα ρυθμιστικά ή εποπτικά αποτελέσματα. Αυτό συνεπάγεται ότι θα εξασφαλιστούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού μεταξύ των κεντρικών αντισυμβαλλομένων της ΕΕ και τρίτων χωρών, και θα εξαλειφθεί το περιθώριο ρυθμιστικού ή εποπτικού αρμπιτράζ. Οι νέες αρμοδιότητες της ΕΑΚΑΑ για την άσκηση εποπτείας επί αναγνωρισμένων κεντρικών αντισυμβαλλομένων κατηγορίας 1 και κατηγορίας 2 προβλέπονται στο νέο άρθρο 25β (βλέπε παρακάτω).

Ενισχυμένη εφαρμογή του υφιστάμενου καθεστώτος αναγνώρισης

Το άρθρο 2 σημείο 9) στοιχείο γ) αντικαθιστά την παράγραφο 5 του άρθρου 25 του EMIR, ώστε να διευκρινιστεί ότι η ΕΑΚΑΑ πρέπει να επανεξετάζει, τουλάχιστον κάθε δύο έτη, την αναγνώριση του κεντρικού αντισυμβαλλομένου τρίτης χώρας που έχει επεκτείνει τις δραστηριότητες και τις υπηρεσίες του στην Ένωση. Οι διατάξεις σχετικά με την ανάκληση της αναγνώρισης κεντρικού αντισυμβαλλομένου τρίτης χώρας έχουν μεταφερθεί στα νέα άρθρα 25ιγ και 25ιδ (βλέπε παρακάτω).

Το άρθρο 2 σημείο 9) στοιχείο στ) αντικαθιστά την πρώτη περίοδο στην παράγραφο 7 του άρθρου 25 του EMIR, για να προβλέπεται ότι οι ρυθμίσεις συνεργασίας μεταξύ της ΕΑΚΑΑ και των σχετικών αρμόδιων αρχών των ισοδύναμων καθεστώτων κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών πρέπει να είναι αποτελεσματικές στην πράξη.

Το άρθρο 2 σημείο 9) στοιχείο ζ) τροποποιεί το στοιχείο δ) στην παράγραφο 7 του άρθρου 25, για να διευκρινιστεί ότι οι διαδικασίες συντονισμού των εποπτικών δραστηριοτήτων θα πρέπει να περιλαμβάνουν τη συμφωνία των αρχών της τρίτης χώρας να επιτρέπονται οι έρευνες και οι επιτόπιες επιθεωρήσεις, σύμφωνα με τα άρθρα 25δ και 25ε της παρούσας πρότασης. Το σημείο ζ) προσθέτει επίσης το νέο στοιχείο ε) στην παράγραφο 7 του άρθρου 25, που ορίζει ότι οι διαδικασίες συνεργασίας μεταξύ της ΕΑΚΑΑ και των οικείων αρμόδιων αρχών των ισοδύναμων καθεστώτων κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών θα πρέπει να διευκρινίζουν τις διαδικασίες που είναι αναγκαίες για την αποτελεσματική παρακολούθηση των ρυθμιστικών και εποπτικών εξελίξεων σε μια τρίτη χώρα 42 .

Νέος ρόλος της ΕΑΚΑΑ και της οικείας κεντρικής τράπεζας/ των οικείων κεντρικών τραπεζών έκδοσης στην εποπτεία των αναγνωρισμένων κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών

Το άρθρο 2 σημείο 10) παρεμβάλλει τα νέα άρθρα 25β έως 25ιδ στον κανονισμό EMIR, προκειμένου να ανατεθούν στην ΕΑΚΑΑ νέες εξουσίες εποπτείας των αναγνωρισμένων κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών κατηγορίας 1 και κατηγορίας 2, ώστε να ενισχυθεί η παρακολούθηση και η εφαρμογή της συνεχούς συμμόρφωσης των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών με τις απαιτήσεις του ΕΜΙR. Προβλέπει, επίσης, τη συμμετοχή των σχετικών κεντρικών τραπεζών έκδοσης στην αναγνώριση και την εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών όσον αφορά τα χρηματοπιστωτικά μέσα που εκφράζονται σε ενωσιακά νομίσματα, τα οποία εκκαθαρίζονται, σε σημαντικό βαθμό, σε κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που βρίσκονται εκτός ΕΕ, με σκοπό τον μετριασμό των κινδύνων για την εσωτερική αγορά της Ένωσης και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ένωσης ή ενός ή περισσοτέρων από τα κράτη μέλη της.

Το νέο άρθρο 25β παρέχει στην ΕΑΚΑΑ νέες εξουσίες, για να εξασφαλίζει τη συμμόρφωση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών κατηγορίας 1 και κατηγορίας 2.

Η παράγραφος 1 του νέου άρθρου 25β προβλέπει ότι η ΕΑΚΑΑ είναι υπεύθυνη για τη συνεχή εποπτεία της διαρκούς συμμόρφωσης των κεντρικών αντισυμβαλλομένων κατηγορίας 2 με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας που καθορίζονται στο άρθρο 16 και τους τίτλους IV και V του κανονισμού EMIR. Επιπλέον, ΕΑΚΑΑ θα ζητά επιβεβαίωση από κάθε κεντρικό αντισυμβαλλόμενο κατηγορίας 2 ότι πληροί όλες τις λοιπές πρόσθετες εποπτικές απαιτήσεις που καθορίζονται στο άρθρο 25 παράγραφος 2β τουλάχιστον σε ετήσια βάση, σύμφωνα με το άρθρο 25β παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο. Η οικεία/οι οικείες κεντρική/-ές τράπεζα/-ές έκδοσης, επίσης, θα ειδοποιούν αμέσως την ΕΑΚΑΑ, εάν θεωρηθεί ότι κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κατηγορίας 2 δεν πληροί πλέον τους όρους που καθορίζονται στο άρθρο 25 παράγραφος 2β στοιχείο β).

Η παράγραφος 2 του νέου άρθρου 25β προβλέπει ότι η ΕΑΚΑΑ θα λαμβάνει τη συναίνεση της οικείας κεντρικής τράπεζας έκδοσης/ των οικείων κεντρικών τραπεζών έκδοσης πριν από την έκδοση των αποφάσεων που αφορούν τις απαιτήσεις περιθωρίου ασφαλείας, τους ελέγχους κινδύνου ρευστότητας, τις απαιτήσεις παροχής ασφαλείας, τον διακανονισμό και την έγκριση των ρυθμίσεων διαλειτουργικότητας. Σε περίπτωση που η οικεία/οι οικείες κεντρική/-ές τράπεζα/-ές έκδοσης αντιτίθενται στο σχέδιο απόφασης, η ΕΑΚΑΑ δεν το εκδίδει. Σε περίπτωση που η οικεία/οι οικείες κεντρική/-ές τράπεζα/-ές έκδοσης προτείνουν τροποποιήσεις στο σχέδιο απόφασης, η ΕΑΚΑΑ μπορεί να το εκδώσει μόνον όπως τροποποιήθηκε.

Η παράγραφος 3 του νέου άρθρου 25β προβλέπει ότι η ΕΑΚΑΑ διενεργεί την εκτίμησή της σχετικά με την ανθεκτικότητα των αναγνωρισμένων κεντρικών αντισυμβαλλομένων σε αντίξοες συνθήκες της αγοράς, σύμφωνα με τις κοινές μεθοδολογίες που καθορίζονται στο άρθρο 32 παράγραφος 2 του κανονισμού ΕΑΚΑΑ.

Το νέο άρθρο 25γ ορίζει ότι με αίτηση ή με απόφαση της ΕΑΚΑΑ μπορεί να ζητηθεί από έναν κεντρικό αντισυμβαλλόμενο τρίτης χώρας και σχετικά τρίτα μέρη να παράσχουν όλες τις αναγκαίες πληροφορίες που επιτρέπουν στην ΕΑΚΑΑ να επιτελεί τα καθήκοντά της δυνάμει του κανονισμού EMIR.

Το νέο άρθρο 25δ ορίζει ότι με απόφαση της ΕΑΚΑΑ μπορεί να ζητηθεί από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο τρίτης χώρας κατηγορίας 2 να υποβληθεί σε γενικές έρευνες.

Το νέο άρθρο 25ε ορίζει ότι με απόφαση της ΕΑΚΑΑ μπορεί να ζητηθεί από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο τρίτης χώρας κατηγορίας 2 να υποβληθεί σε επιτόπιες επιθεωρήσεις. Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να ειδοποιεί τις αρμόδιες αρχές της τρίτης χώρας για την πρόθεσή της να διενεργήσει επιτόπια επιθεώρηση. Οι εν λόγω αρχές μπορούν, επίσης, να συμμετέχουν στην επιθεώρηση. Η οικεία/οι οικείες κεντρική/-ές τράπεζα/-ές έκδοσης καλούνται να συμμετάσχουν σε τέτοιες επιτόπιες επιθεωρήσεις.

Στα νέα άρθρα 25στ και 25ι θεσπίζονται διαδικαστικοί κανόνες, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων υπεράσπισης, στην περίπτωση σοβαρών ενδείξεων πιθανών παραβάσεων από τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών, για να παρέχονται όλες οι αναγκαίες πληροφορίες ή για να υποβληθούν οι εν λόγω κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι σε γενικές έρευνες και επιτόπιες επιθεωρήσεις. Το άρθρο 2 σημείο 13) προσθέτει ένα νέο παράρτημα ΙΙΙ στον κανονισμό EMIR, το οποίο παραθέτει έναν κατάλογο πιθανών παραβάσεων από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο τρίτης χώρας, που συμπεριλαμβάνει: i) παραβάσεις που αφορούν κεφαλαιακές απαιτήσεις· ii) παραβάσεις που αφορούν οργανωτικές απαιτήσεις ή συγκρούσεις συμφερόντων· iii) παραβάσεις που αφορούν λειτουργικές απαιτήσεις· iv) παραβάσεις που αφορούν τη διαφάνεια και τη διαθεσιμότητα των πληροφοριών· και v) παραβάσεις που αφορούν εμπόδια στις εποπτικές δραστηριότητες.

Το νέο άρθρο 25ζ προβλέπει πρόστιμα σε περίπτωση διαπιστωμένων παραβάσεων από κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών. Το άρθρο 2 σημείο 13) προσθέτει ένα νέο παράρτημα ΙV στον κανονισμό EMIR, το οποίο παραθέτει έναν κατάλογο επιβαρυντικών και ελαφρυντικών παραγόντων για ορισμένες πιθανές παραβάσεις από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο τρίτης χώρας.

Το νέο άρθρο 25η προβλέπει αποτελεσματικές και αναλογικές περιοδικές χρηματικές ποινές, που επιβάλλονται με απόφαση της ΕΑΚΑΑ σε κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτης χώρας. Οι ποινές μπορούν να επιβληθούν για να παύσουν οι παραβάσεις, να παρασχεθούν πληροφορίες ή να υποβληθεί ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος σε έρευνες ή επιθεωρήσεις.

Το νέο άρθρο 25ι προβλέπει ότι η ΕΑΚΑΑ θα δημοσιοποιεί, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, κάθε περίπτωση όπου τέτοια πρόστιμα ή περιοδικές χρηματικές ποινές έχουν επιβληθεί σε κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών.

Το νέο άρθρο 25ια προβλέπει την επανεξέταση από το Δικαστήριο κάθε απόφασης της ΕΑΚΑΑ με την οποία επιβάλλει πρόστιμα ή περιοδικές χρηματικές ποινές σε κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών.

Με το νέο άρθρο 25ιβ εξουσιοδοτείται η Επιτροπή να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη οι εξελίξεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές που αφορούν τα μέτρα για την τροποποίηση του παραρτήματος IV του κανονισμού EMIR.

Το νέο άρθρο 25ιγ του κανονισμού ΕΜΙR ορίζει ότι η ΕΑΚΑΑ ανακαλεί μερικώς ή πλήρως την απόφαση αναγνώρισης κεντρικού αντισυμβαλλομένου, αν πληρούνται ορισμένοι όροι.

Το νέο άρθρο 25ιδ ορίζει ότι η ΕΑΚΑΑ λαμβάνει μία ή περισσότερες αποφάσεις, όταν διαπιστώσει ότι ένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας κατηγορίας 2 έχει διαπράξει παράβαση, όπου περιλαμβάνονται η απαίτησης να τερματίσει ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος την παράβαση, τα πρόστιμα, οι ανακοινώσεις και η ανάκληση της αναγνώρισης του εν λόγω κεντρικού αντισυμβαλλομένου.

5.2.4.Απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας που εφαρμόζονται σε κεντρικούς αντισυμβαλλομένους

Τροποποιήσεις σχετικά με την επικύρωση μοντέλων και παραμέτρων (κανονισμός EMIR άρθρο 49)

Μέχρι τώρα, το άρθρο 49 απαιτούσε, επιπλέον της ανεξάρτητης επικύρωσης που πρέπει να λαμβάνει ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος, δύο χωριστές επικυρώσεις, από την εθνική αρμόδια αρχή και την ΕΑΚΑΑ, ως προς τις σημαντικές αλλαγές στα μοντέλα και τις παραμέτρους που εφαρμόζονται για τον υπολογισμό των απαιτήσεων του κεντρικού αντισυμβαλλομένου για περιθώρια ασφαλείας, των εισφορών στο κεφάλαιο εκκαθάρισης, των απαιτήσεων παροχής ασφάλειας και άλλων μηχανισμών ελέγχου κινδύνων. Το άρθρο 2 σημείο 11) στοιχείο β) προσθέτει τις νέες παραγράφους 1α, 1β, 1γ, 1δ, 1ε και 1στ στο άρθρο 49 του κανονισμού EMIR, για να διευκρινιστούν οι όροι υπό τους οποίους ένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος μπορεί να λάβει την επικύρωση των σημαντικών αλλαγών στα μοντέλα και τις παραμέτρους που εφαρμόζονται. Σύμφωνα με την παράγραφο 1α, επαρκεί η επικύρωση της ΕΑΑ, καθώς το άρθρο 2 σημείο 7) προσθέτει ένα νέο άρθρο 21α στον κανονισμό EMIR, βάσει του οποίου απαιτείται η προηγούμενη συναίνεση της ΕΑΚΑΑ όσον αφορά την απόφαση της ΕΑΑ για επικύρωσης δυνάμει του άρθρου 49 του EMIR. Συνεπώς, δεν είναι πλέον αναγκαία χωριστή επικύρωση από την ΕΑΚΑΑ. Όταν ένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος προτίθεται να υιοθετήσει οποιαδήποτε σημαντική αλλαγή στα μοντέλα και τις παραμέτρους, αιτείται στην αρμόδια αρχή την επικύρωση της εν λόγω αλλαγής. Η αρμόδια αρχή, σε διαβούλευση με την ΕΑΚΑΑ, διενεργεί αξιολόγηση κινδύνου του κεντρικού αντισυμβαλλομένου και υποβάλλει έκθεση στο σώμα, που στη συνέχεια γνωμοδοτεί με πλειοψηφία. Μετά την έκδοση της εν λόγω γνώμης, η αρμόδια αρχή ενημερώνει τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο αν έχει χορηγηθεί η επικύρωση ή όχι. Επιπλέον, οι νέες παράγραφοι προβλέπουν μια νομική βάση για την προκαταρκτική υιοθέτηση σημαντικής αλλαγής στα μοντέλα και τις παραμέτρους, σε περίπτωση ανάγκης.

Το άρθρο 2 σημείο 11) στοιχείο α) τροποποιεί αναλόγως το άρθρο 49 παράγραφος 1 του κανονισμού EMIR και καταργεί την υποχρέωση των δύο επικυρώσεων. Για τα μοντέλα και τις παραμέτρους που εφαρμόζονται εκδίδεται γνώμη από το σώμα, σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο εν λόγω άρθρο. Το τελευταίο εδάφιο του τροποποιημένου άρθρου 49 παράγραφος 1 προβλέπει ότι η ΕΑΚΑΑ διαβιβάζει τις πληροφορίες για τα αποτελέσματα των ελέγχων αντοχής σε ακραίες συνθήκες όχι μόνον στις Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές, αλλά και στο ΕΣΚΤ και το Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης, για να τους δώσει τη δυνατότητα να εκτιμήσουν την έκθεση των χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων στην αθέτηση υποχρεώσεων των κεντρικών αντισυμβαλλομένων.

5.2.5.Μεταβατικές διατάξεις

Τροποποιήσεις για τον καθορισμό μεταβατικών ρυθμίσεων για την επανεξέταση των αποφάσεων αναγνώρισης που υιοθετήθηκαν πριν την έναρξη ισχύος (κανονισμός EMIR, άρθρο 89)

Το άρθρο 2 σημείο 12) προσθέτει μια νέα παράγραφο στο άρθρο 89, για την καθιέρωση ορισμένων μεταβατικών ρυθμίσεων, ώστε να προβλεφθεί ότι το νέο άρθρο 25 παράγραφος 2 στοιχείο ε) και παράγραφος 2α θα εφαρμόζεται από την έναρξη ισχύος της κατ’ εξουσιοδότηση πράξης για τον καθορισμό των κριτηρίων για τον προσδιορισμό ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου ως κατηγορίας 2, και που αναφέρεται στο άρθρο 25 παράγραφος 2α δεύτερο εδάφιο. Το άρθρο 2 σημείο 12) προβλέπει, επίσης, να επανεξετάζει η ΕΑΚΑΑ τις αποφάσεις αναγνώρισης κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών που εγκρίθηκαν προτού τεθεί σε ισχύ η παρούσα πρόταση. Η νέα διάταξη ορίζει ότι αυτή η επανεξέταση λαμβάνει χώρα εντός δώδεκα μηνών από την έναρξη ισχύος της κατ’ εξουσιοδότηση πράξης που καθορίζει τα κριτήρια προσδιορισμού αν ένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας είναι, ή είναι πιθανόν να καταστεί, συστημικά σημαντικός για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ένωσης ή ενός ή περισσοτέρων από τα κράτη μέλη της.

2017/0136 (COD)

Πρόταση

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών) και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 όσον αφορά τις διαδικασίες για την αδειοδότηση κεντρικών αντισυμβαλλομένων και τις αρχές που συμμετέχουν καθώς και τις απαιτήσεις για την αναγνώριση κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 114,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας 43 ,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής 44 ,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία 45 ,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 46 απαιτεί να εκκαθαρίζονται οι τυποποιημένες συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων μέσω ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου (CCP), σύμφωνα με παρόμοιες απαιτήσεις σε άλλες χώρες της G20. Ο εν λόγω κανονισμός θέσπισε, επίσης, αυστηρές απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας, οργάνωσης και επιχειρηματικής συμπεριφοράς για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και καθιέρωσε ρυθμίσεις για την προληπτική τους εποπτεία, προκειμένου να ελαχιστοποιήσει τους κινδύνους για τους χρήστες ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου και να στηρίξει τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα.

(2)Από τότε που εκδόθηκε ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012, ο όγκος της δραστηριότητας των κεντρικών αντισυμβαλλομένων στην ΕΕ και παγκοσμίως έχει αυξηθεί ραγδαίως, τόσο σε κλίμακα όσο και σε εμβέλεια. Η επέκταση της δραστηριότητας των κεντρικών αντισυμβαλλομένων αναμένεται να συνεχιστεί τα επόμενα χρόνια, με την καθιέρωση πρόσθετων υποχρεώσεων εκκαθάρισης, και την αύξηση της εθελοντικής εκκαθάρισης από αντισυμβαλλομένους που δεν υπόκεινται σε υποχρέωση εκκαθάρισης. Η πρόταση της Επιτροπής, της 4ης Μαΐου 2017 47 , για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, με στοχευμένο τρόπο, προκειμένου να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα και η αναλογικότητά του, θα δημιουργήσει περαιτέρω κίνητρα για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους ώστε να προσφέρουν κεντρική εκκαθάριση παραγώγων στους αντισυμβαλλομένους και να διευκολύνουν την πρόσβαση στην εκκαθάριση για τους μικρούς χρηματοοικονομικούς και μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους. Τέλος, οι βαθύτερες και περισσότερο ενοποιημένες κεφαλαιαγορές, ως αποτέλεσμα της Ένωσης Κεφαλαιαγορών, θα ενισχύσουν περαιτέρω την ανάγκη για διασυνοριακή εκκαθάριση στην Ένωση και, συνεπώς, θα αυξήσουν περαιτέρω τη σημασία και τη διασυνδεσιμότητα των κεντρικών αντισυμβαλλομένων εντός του χρηματοοικονομικού συστήματος.

(3)Ο αριθμός κεντρικών αντισυμβαλλομένων που επί του παρόντος έχουν εγκατασταθεί στην Ένωση και έχουν λάβει άδεια λειτουργίας δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 παραμένει σχετικά περιορισμένος, ως έχει η κατάσταση στις 17 Ιουνίου 2017. 28 κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι τρίτων χωρών έχουν αναγνωριστεί δυνάμει των διατάξεων ισοδυναμίας του εν λόγω κανονισμού και τους επιτρέπεται, επίσης, να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε εκκαθαριστικά μέλη και τόπους διαπραγμάτευσης που έχουν εγκατασταθεί στην Ένωση 48 . Οι αγορές εκκαθάρισης είναι καλά ολοκληρωμένες εντός της Ένωσης, αλλά με υψηλή συγκέντρωση σε ορισμένες κατηγορίες στοιχείων του ενεργητικού, και διασυνδεδεμένες σε μεγάλο βαθμό. Η συγκέντρωση κινδύνου καθιστά την πτώχευση ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου γεγονός με χαμηλή πιθανότητα, αλλά δυνητικά με εξαιρετικά υψηλό αντίκτυπο. Σύμφωνα με τη συναίνεση στην ομάδα G20, η Επιτροπή εξέδωσε πρόταση κανονισμού για την ανάκαμψη και την εξυγίανση κεντρικών αντισυμβαλλομένων 49 , τον Νοέμβριο του 2016, για να διασφαλίσει ότι οι αρχές είναι δεόντως προετοιμασμένες να αντιμετωπίσουν έναν προβληματικό κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, να διαφυλάξουν τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και να περιορίσουν το κόστος για τους φορολογουμένους.

(4)Με την επιφύλαξη της εν λόγω νομοθετικής πρότασης και υπό το πρίσμα του αυξανόμενου μεγέθους, της πολυπλοκότητας και της διασυνοριακής διάστασης της εκκαθάρισης στην Ένωση και παγκοσμίως, θα πρέπει να αναθεωρηθούν οι εποπτικές ρυθμίσεις για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους της ΕΕ και τρίτων χωρών. Με την αντιμετώπιση των αναγνωρισμένων προβλημάτων σε πρώιμο στάδιο και την καθιέρωση σαφών και συνεκτικών εποπτικών ρυθμίσεων, τόσο για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους στην ΕΕ όσο και σε τρίτες χώρες, θα ενισχυθεί η συνολική σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Ένωσης και θα μειωθεί ακόμη περισσότερο ο κίνδυνος πτώχευσης ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου.

(5)Υπό το πρίσμα αυτών των παρατηρήσεων, η Επιτροπή εξέδωσε ανακοίνωση, στις 4 Μαΐου 2017, με τίτλο «Αντιμετώπιση των προκλήσεων για κρίσιμες υποδομές των χρηματοπιστωτικών αγορών και περαιτέρω ανάπτυξη της Ένωσης Κεφαλαιαγορών» 50 , δηλώνοντας ότι είναι αναγκαίες περαιτέρω τροποποιήσεις στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012, για τη βελτίωση του ισχύοντος πλαισίου που εξασφαλίζει τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και στηρίζει την περαιτέρω ανάπτυξη και εμβάθυνση της Ένωσης Κεφαλαιαγορών.

(6)Οι εποπτικές ρυθμίσεις δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 στηρίζονται κυρίως στην αρχή της χώρας καταγωγής. Οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι στην Ένωση επί του παρόντος αδειοδοτούνται και εποπτεύονται από σώματα εθνικών εποπτικών αρχών, την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ), τα σχετικά μέλη του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ), καθώς και από άλλες σχετικές αρχές. Τα σώματα στηρίζονται στον συντονισμό και τη διαμοίραση πληροφοριών από την εθνική αρμόδια αρχή, η οποία φέρει την ευθύνη να επιβάλλει τις διατάξεις που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Οι αποκλίνουσες εποπτικές πρακτικές για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους σε ολόκληρη την Ένωση μπορούν να δημιουργήσουν κινδύνους ρυθμιστικού και εποπτικού αρμπιτράζ, να θέσουν σε κίνδυνο τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και να επιτρέψουν τον μη υγιή ανταγωνισμό. Η Επιτροπή επέστησε την προσοχή ως προς αυτούς τους αναδυόμενους κινδύνους και την ανάγκη για μεγαλύτερη εποπτική σύγκλιση, στην ανακοίνωσή της για την Ένωση Κεφαλαιαγορών, του Σεπτεμβρίου 2016 51 , και στη δημόσια διαβούλευση σχετικά με τη λειτουργία των Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών (ΕΕΑ) 52 .

(7)Τα βασικά καθήκοντα που πρέπει να ασκούνται μέσω του ΕΣΚΤ περιλαμβάνουν τον προσδιορισμό και την εφαρμογή της νομισματικής πολιτικής της Ένωσης και την προώθηση της ομαλής λειτουργίας των συστημάτων πληρωμών. Οι ασφαλείς και αποτελεσματικές υποδομές των χρηματοπιστωτικών αγορών, ιδίως τα συστήματα εκκαθάρισης, είναι ζωτικής σημασίας για την εκπλήρωση αυτών των βασικών καθηκόντων, και την επιδίωξη του πρωτεύοντος στόχου του ΕΣΚΤ να διατηρεί τη σταθερότητα των τιμών. Τα σχετικά μέλη του ΕΣΚΤ, ως κεντρικές τράπεζες έκδοσης των νομισμάτων των χρηματοπιστωτικών μέσων που εκκαθαρίζονται από τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, θα πρέπει να συμμετέχουν στην εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων, λόγω των δυνητικών κινδύνων που η δυσλειτουργία ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου θα μπορούσε να θέσει στα εν λόγω βασικά καθήκοντα και τον πρωτεύοντα στόχο, με την επίδραση στα μέσα και στους αντισυμβαλλομένους που χρησιμοποιούνται για τη διαβίβαση της νομισματικής πολιτικής. Συνεπακόλουθα, οι κεντρικές τράπεζες έκδοσης θα πρέπει να συμμετέχουν στην αξιολόγηση της διαχείρισης κινδύνου ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου. Επιπλέον, ενώ οι εντολές των κεντρικών τραπεζών και των εποπτικών αρχών μπορεί να αλληλεπικαλύπτονται, υπάρχει πιθανότητα αναντιστοιχίας, όταν οι εποπτικές ενέργειες έχουν αντίκτυπο σε βασικές αρμοδιότητες των κεντρικών τραπεζών, σε τομείς όπως η σταθερότητα των τιμών, η νομισματική πολιτική και τα συστήματα πληρωμών. Σε καταστάσεις κρίσης, τέτοιου είδους αναντιστοιχίες είναι δυνατόν να ενισχύσουν τους κινδύνους για την χρηματοπιστωτική σταθερότητα, αν η ανάθεση αρμοδιοτήτων μεταξύ των αρχών παραμένει ασαφής.

(8)Οι Συνθήκες έχουν εγκαθιδρύσει μια οικονομική και νομισματική ένωση, της οποίας το νόμισμα είναι το ευρώ, και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) ως θεσμικό όργανο της Ένωσης για τον σκοπό αυτόν. Οι Συνθήκες, επίσης, προβλέπουν ότι το ΕΣΚΤ διοικείται από τα όργανα λήψης αποφάσεων της ΕΚΤ, και η ΕΚΤ είναι η μόνη που μπορεί να επιτρέπει την έκδοση του ευρώ. Ο συγκεκριμένος ρόλος της ΕΚΤ εντός του ΕΣΚΤ, ως κεντρικής τράπεζας έκδοσης του ενιαίου νομίσματος της Ένωσης, θα πρέπει, συνεπώς, να αναγνωριστεί.

(9)Υπό το πρίσμα της παγκόσμιας φύσης των χρηματοοικονομικών αγορών και της ανάγκης να αντιμετωπιστούν οι ασυνέπειες στην εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων της Ένωσης και τρίτων χωρών, θα πρέπει να ενισχυθεί η ικανότητα της ΕΑΚΑΑ να προωθεί τη σύγκλιση στην εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων. Προκειμένου να ανατεθούν νέοι ρόλοι και ευθύνες στην ΕΑΚΑΑ, θα πρέπει να τροποποιηθεί ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών) 53 .

(10)Θα πρέπει να δημιουργηθεί μια ειδική εκτελεστική σύνοδος («εκτελεστική σύνοδος για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους») εντός του συμβουλίου εποπτών της ΕΑΚΑΑ, για να φέρει εις πέρας τα καθήκοντα που αφορούν γενικά τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, και ειδικότερα να εποπτεύει τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους της Ένωσης και τρίτων χωρών. Για την κατοχύρωση της ομαλής συγκρότησης της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, είναι αναγκαίο να διευκρινιστούν οι αλληλεπιδράσεις της με το συμβούλιο εποπτών, η οργάνωσή της και τα καθήκοντα που θα πρέπει να επιτελεί.

(11)Για την εξασφάλιση συνεπούς εποπτικής προσέγγισης και για να αντανακλώνται οι εντολές των σχετικών αρχών που εμπλέκονται στην εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλόμενων, η εκτελεστική σύνοδος για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους θα πρέπει να συγκροτείται από μόνιμα και από ειδικά για τον κάθε κεντρικό αντισυμβαλλόμενο μέλη. Τα μόνιμα μέλη θα πρέπει να περιλαμβάνουν τον επικεφαλής της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και δύο ανεξάρτητους διευθυντές, οι οποίοι θα πρέπει να ενεργούν ανεξάρτητα και αντικειμενικά προς το συμφέρον της Ένωσης στο σύνολό της. Η Επιτροπή και η ΕΚΤ θα πρέπει, επίσης, να διορίζουν μόνιμα μέλη. Τα μέλη που είναι ειδικά για τον κάθε κεντρικό αντισυμβαλλόμενο θα πρέπει να περιλαμβάνουν έναν εκπρόσωπο των αρμόδιων εθνικών αρχών των κρατών μελών όπου είναι εγκατεστημένος ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος, που θα ορίζεται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012, και έναν εκπρόσωπο της σχετικής ή των σχετικών κεντρικών τραπεζών έκδοσης. Ο επικεφαλής της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους θα πρέπει να μπορεί να προσκαλεί μέλη του σώματος εποπτών, καθώς και εκπροσώπους των αρχών των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών που είναι αναγνωρισμένοι από την ΕΑΚΑΑ, ως παρατηρητές, για να εξασφαλίζεται ότι οι γνώμες των άλλων σχετικών αρχών λαμβάνονται υπόψη από την εκτελεστική σύνοδο για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους. Ενώ τα μόνιμα μέλη θα πρέπει να συμμετέχουν σε όλες τις συνεδριάσεις της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, τα ειδικά για κάθε κεντρικό αντισυμβαλλόμενο μέλη και οι παρατηρητές θα πρέπει να συμμετέχουν μόνον όταν είναι αναγκαίο και σκόπιμο για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους υπό την εποπτεία τους. Η παρουσία των ανεξάρτητων μόνιμων μελών και των ειδικών για κάθε κεντρικό αντισυμβαλλόμενο μελών αναμένεται να διασφαλίζει ότι οι αποφάσεις που λαμβάνονται στην εκτελεστική σύνοδο για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους είναι συνεπείς, κατάλληλες και αναλογικές σε ολόκληρη την Ένωση, και ότι οι σχετικές εθνικές αρμόδιες αρχές, οι κεντρικές τράπεζες έκδοσης και οι παρατηρητές εμπλέκονται στη διαδικασία λήψης αποφάσεων για τα ζητήματα που αφορούν κεντρικό αντισυμβαλλόμενο εγκατεστημένο σε κράτος μέλος.

(12)Όταν αποφασίζει για ζητήματα που αφορούν κεντρικό αντισυμβαλλόμενο εγκατεστημένο σε κράτος μέλος, η εκτελεστική σύνοδος για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους θα πρέπει να συγκαλεί και να εξασφαλίζει ότι τα μόνιμα μέλη της και το σχετικό ή τα σχετικά μέλη που εκπροσωπούν τις αρμόδιες εθνικές αρχές, που έχουν οριστεί από το κράτος μέλος σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012, εμπλέκονται στη διαδικασία λήψης αποφάσεων, καθώς και οι παρατηρητές που διορίζονται από τις σχετικές κεντρικές τράπεζες έκδοσης. Όταν αποφασίζει για ζητήματα που αφορούν κεντρικό αντισυμβαλλόμενο τρίτων χωρών, θα πρέπει να συμμετέχουν στη διαδικασία λήψης αποφάσεων μόνο τα μόνιμα μέλη, η σχετική ή οι σχετικές κεντρικές τράπεζες έκδοσης και οι όποιοι σχετικοί παρατηρητές της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους.

(13)Για την εξασφάλιση της προσήκουσας, αποτελεσματικής και ταχείας διαδικασίας λήψης αποφάσεων, θα πρέπει να έχουν δικαιώματα ψήφου ο επικεφαλής, οι δύο διευθυντές της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, καθώς και ο εκπρόσωπος της αρμόδιας εθνικής αρχής του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένος ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος. Οι εκπρόσωποι της ΕΚΤ, της Επιτροπής και της σχετικής ή των σχετικών κεντρικών τραπεζών, καθώς και οι παρατηρητές, δεν θα πρέπει να έχουν δικαιώματα ψήφου. Η εκτελεστική σύνοδος για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους θα πρέπει να λαμβάνει τις αποφάσεις της με απλή πλειοψηφία των μελών της, και η ψήφος του επικεφαλής θα πρέπει να υπερισχύει, σε περίπτωση ισοψηφίας.

(14)Η εκτελεστική σύνοδος για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους θα πρέπει να είναι υπεύθυνη για τα ειδικά καθήκοντα που της έχουν ανατεθεί δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, προκειμένου να διασφαλίζεται η εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, καθώς και η χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ένωσης και των κρατών μελών της.

(15)Για τη διασφάλιση αποτελεσματικής εποπτείας, η εκτελεστική σύνοδος για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους θα πρέπει να διαθέτει αποκλειστικό προσωπικό και επαρκείς πόρους, ώστε να διασφαλίζεται η αυτονομία, η ανεξαρτησία και η ενδεδειγμένη λειτουργία της στο πλαίσιο των καθηκόντων της. Οι δημοσιονομικές επιπτώσεις θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη στην κατάσταση που υποβάλλει η ΕΑΚΑΑ σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

(16)Για την εξασφάλιση κατάλληλου επιπέδου εμπειρογνωμοσύνης και λογοδοσίας, ο επικεφαλής και οι δύο διευθυντές της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους θα πρέπει να διορίζονται με κριτήρια τα προσόντα, τις ικανότητες, τις γνώσεις των ζητημάτων εκκαθάρισης, των μετασυναλλακτικών και χρηματοοικονομικών ζητημάτων, καθώς και την πείρα σχετικά με την εποπτεία και ρύθμιση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων. Θα πρέπει να επιλέγονται βάσει ανοικτής διαδικασίας επιλογής. Η Επιτροπή θα πρέπει να υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προς έγκριση πρόταση για τον διορισμό των υποψηφίων. Μόλις εγκριθεί η πρόταση αυτή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο θα πρέπει να εκδίδει εκτελεστική απόφαση.

(17)Για την εξασφάλιση της διαφάνειας και του δημοκρατικού ελέγχου, καθώς και για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων των κοινοτικών θεσμικών οργάνων, ο επικεφαλής και οι δύο διευθυντές της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους θα πρέπει να λογοδοτούν στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο για όλες τις αποφάσεις που λαμβάνουν βάσει του παρόντος κανονισμού.

(18)Ο επικεφαλής και οι δύο διευθυντές της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους θα πρέπει να ενεργούν ανεξάρτητα και αντικειμενικά προς το συμφέρον της Ένωσης. Θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι λαμβάνεται δεόντως υπόψη η εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, καθώς και για η χρηματοπιστωτική σταθερότητα σε κάθε κράτος μέλος και στην Ένωση.

(19)Για την προώθηση της συνέπειας στην εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων της Ένωσης και τρίτων χωρών σε ολόκληρη την Ένωση, ο επικεφαλής της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους θα πρέπει να προεδρεύει και να διευθύνει τα σώματα, και τα μόνιμα μέλη της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους θα πρέπει να παρίστανται. Η ΕΚΤ θα πρέπει, ανάλογα με την περίπτωση και σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 του Συμβουλίου, να συμμετέχει, επίσης, στα σώματα, για να μπορεί να ασκήσει την εντολή της σύμφωνα με το άρθρο 127 της ΣΛΕΕ.

(20)Για την εξασφάλιση κατάλληλης και αποτελεσματικής διαδικασίας λήψης αποφάσεων, τα μόνιμα μέλη της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους θα πρέπει να έχουν μία ψήφο το καθένα στα σώματα, με την εξαίρεση του εκπροσώπου της Επιτροπής, που δεν θα πρέπει να έχει δικαίωμα ψήφου. Τα υφιστάμενα μέλη των σωμάτων θα πρέπει να συνεχίσουν την άσκηση των υφιστάμενων δικαιωμάτων ψήφου τους.

(21)Ενώ οι εθνικές αρμόδιες αρχές εξακολουθούν να ασκούν τις υφιστάμενες εποπτικές τους αρμοδιότητες δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, θα πρέπει να ζητείται η προηγούμενη συναίνεση της ΕΑΚΑΑ για ορισμένες αποφάσεις, προκειμένου να προωθηθεί η συνέπεια στην εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων σε ολόκληρη την Ένωση. Καθιερώνεται ειδικός μηχανισμός για τις περιπτώσεις διαφωνίας ανάμεσα στην ΕΑΚΑΑ και τις εθνικές αρμόδιες αρχές. Παρομοίως, υπάρχει ανάγκη να αντικατοπτρίζονται καλύτερα οι εντολές των κεντρικών τραπεζών έκδοσης όσον αφορά τις αρμοδιότητές τους για τη νομισματική πολιτική, λόγω των δυνητικών κινδύνων που θα μπορούσε να ενέχει η δυσλειτουργία ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου για την εφαρμογή της νομισματικής πολιτικής της Ένωσης και την προώθηση της ομαλής λειτουργίας των συστημάτων πληρωμών. Συνεπώς, θα πρέπει να απαιτείται η προηγούμενη συναίνεση των σχετικών κεντρικών τραπεζών έκδοσης ως προς κάποιες αποφάσεις που προβλέπονται από τις εθνικές αρμόδιες αρχές, ιδίως όσον αφορά τις ρυθμίσεις πληρωμών και διακανονισμού ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου, και τις σχετικές διαδικασίες διαχείρισης κινδύνου ρευστότητας για τις συναλλαγές στο νόμισμα της κεντρικής τράπεζας έκδοσης.

(22)Για τη διευκόλυνση της αποτελεσματικής άσκησης των καθηκόντων της ΕΑΚΑΑ ως προς τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, τόσο οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι της Ένωσης όσο και τρίτων χωρών θα πρέπει να πληρώνουν τέλη εποπτείας για τα εποπτικά και διοικητικά καθήκοντα της ΕΑΚΑΑ. Τα τέλη αυτά αναμένεται να καλύπτουν τις αιτήσεις για χορήγηση άδειας λειτουργίας των ενωσιακών κεντρικών αντισυμβαλλομένων, τις αιτήσεις αναγνώρισης των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών, καθώς και τα ετήσια τέλη που συνδέονται με τα καθήκοντα που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της ΕΑΚΑΑ. Η Επιτροπή θα πρέπει να προσδιορίζει περαιτέρω με κατ’ εξουσιοδότηση πράξη τα είδη των τελών, τα θέματα για τα οποία οφείλονται τέλη, το ποσό των τελών και τον τρόπο με τον οποίο θα γίνεται η καταβολή τους από τους αδειοδοτημένους και αιτούντες κεντρικούς αντισυμβαλλομένους της Ένωσης και από τους αναγνωρισμένους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών.

(23)Οι εποπτικές ρυθμίσεις στον παρόντα κανονισμό για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών που προσφέρουν υπηρεσίες εκκαθάρισης εντός της Ένωσης, επίσης, χρειάζονται αναθεώρηση. Η πρόσβαση στις πληροφορίες, η ικανότητα διενέργειας επιτόπιων ελέγχων και η δυνατότητα διαμοίρασης πληροφοριών σχετικά με κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών ανάμεσα στις σχετικές ενωσιακές αρχές και τις αρχές των κρατών μελών χρειάζεται να βελτιωθεί, για να αποφευχθούν σοβαρές επιπλοκές στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα για τις οντότητες της Ένωσης. Υπάρχει, επίσης, κίνδυνος οι τροποποιήσεις στους κανόνες κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών ή στο ρυθμιστικό πλαίσιο τρίτων χωρών να μην μπορούν να ληφθούν υπόψη και, ενδεχομένως, να επηρεάσουν αρνητικά τα ρυθμιστικά ή εποπτικά αποτελέσματα, και να οδηγήσουν σε ανισότιμους όρους ανταγωνισμού μεταξύ των κεντρικών αντισυμβαλλομένων της Ένωσης και τρίτων χωρών.

(24)Ένα σημαντικό ποσό χρηματοδοτικών μέσων εκφρασμένων σε νομίσματα των κρατών μελών εκκαθαρίζονται από αναγνωρισμένους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών. Αυτό θα αυξηθεί σημαντικά, όταν αποχωρήσει το Ηνωμένο Βασίλειο από την Ένωση και οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι που είναι εγκατεστημένοι εκεί δεν θα διέπονται πλέον από τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού. Οι ρυθμίσεις συνεργασίας που συμφωνήθηκαν στα σώματα εποπτών δεν θα υπόκεινται πλέον στις διασφαλίσεις και στις διαδικασίες του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένου του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το γεγονός αυτό συνεπάγεται σημαντικές προκλήσεις για τις αρχές της Ένωσης και των κρατών μελών ως προς τη διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας.

(25)Ως μέρος της δέσμευσής της για ολοκληρωμένες χρηματοοικονομικές αγορές, η Επιτροπή θα πρέπει να συνεχίσει να προσδιορίζει, μέσω αποφάσεων ισοδυναμίας, ότι τα νομικά και εποπτικά πλαίσια των τρίτων χωρών πληρούν τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Για την ενίσχυση της εφαρμογής του υφιστάμενου καθεστώτος ισοδυναμίας σε σχέση με τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, η Επιτροπή θα πρέπει να μπορεί, αν είναι αναγκαίο, να προσδιορίζει περαιτέρω τα κριτήρια για την αξιολόγηση της ισοδυναμίας των καθεστώτων των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών. Είναι, επίσης, αναγκαίο να έχει η ΕΑΚΑΑ την εξουσία εποπτείας των ρυθμιστικών και εποπτικών εξελίξεων στα εν λόγω καθεστώτα των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών που έχουν κριθεί ως ισοδύναμα από την Επιτροπή. Αυτό γίνεται προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα κριτήρια ισοδυναμίας, και όποιοι ειδικοί όροι έχουν οριστεί για τη χρήση τους, εξακολουθούν να πληρούνται από τις τρίτες χώρες. Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να υποβάλλει αναφορές των ευρημάτων της στην Επιτροπή, σε εμπιστευτική βάση.

(26)Η Επιτροπή μπορεί επί του παρόντος να τροποποιήσει, να αναστείλει, να αναθεωρήσει ή να ανακαλέσει μια απόφαση ισοδυναμίας, οποτεδήποτε, ειδικά όταν οι εξελίξεις λαμβάνουν χώρα σε μια τρίτη χώρα, γεγονός το οποίο μπορεί να επηρεάσουν σημαντικά τα στοιχεία που αξιολογήθηκαν σύμφωνα με τις απαιτήσεις ισοδυναμίας δυνάμει του παρόντος κανονισμού. Όταν οι σχετικές αρχές μιας τρίτης χώρας δεν συνεργάζονται πλέον με την ΕΑΚΑΑ ή άλλες εποπτικές αρχές της Ένωσης με καλή πίστη ή δεν συμμορφώνονται σε συνεχή βάση με τις ισχύουσες απαιτήσεις ισοδυναμίας, η Επιτροπή μπορεί, επίσης, μεταξύ άλλων, να προειδοποιήσει την αρχή της τρίτης χώρας ή να εκδώσει ειδική σύσταση. Όταν η Επιτροπή αποφασίζει, οποτεδήποτε, να ανακαλέσει την ισοδυναμία μιας τρίτης χώρας, δύναται να καθυστερήσει την ημερομηνία εφαρμογής της εν λόγω απόφασης, προκειμένου να αντιμετωπίσει τους κινδύνους για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα ή τις διαταραχές της αγοράς. Επιπλέον των εν λόγω εξουσιών που διατίθενται επί του παρόντος, η Επιτροπή θα πρέπει, επίσης, να μπορεί να ορίσει ειδικούς όρους, προκειμένου να διασφαλίσει ότι τα κριτήρια ισοδυναμίας εξακολουθούν να πληρούνται σε συνεχή βάση από την τρίτη χώρα την οποία αφορά η απόφαση ισοδυναμίας. Η Επιτροπή θα πρέπει, επίσης, να μπορεί να ορίζει όρους, προκειμένου να διασφαλίζει ότι η ΕΑΚΑΑ δύναται να ασκεί αποτελεσματικά τις αρμοδιότητές της σχετικά με τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών που αναγνωρίζονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού ή σχετικά με την παρακολούθηση των ρυθμιστικών και εποπτικών εξελίξεων σε τρίτες χώρες που σχετίζονται με τις εκδοθείσες αποφάσεις ισοδυναμίας.

(27)Υπό το πρίσμα της αυξανόμενης διασυνοριακής διάστασης των κεντρικών αντισυμβαλλομένων και των διασυνδέσεων στο ενωσιακό χρηματοοικονομικό σύστημα, είναι αναγκαία η βελτίωση της ικανότητας της Ένωσης να εντοπίζει, να παρακολουθεί και να μετριάζει τους δυνητικούς κινδύνους που αφορούν τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών. Ο ρόλος της ΕΑΚΑΑ θα πρέπει, επομένως, να ενισχυθεί, προκειμένου να εποπτεύει αποτελεσματικά τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών που αιτούνται αναγνώριση για να παρέχουν υπηρεσίες εκκαθάρισης στην Ένωση. Η συμμετοχή των κεντρικών τραπεζών έκδοσης της Ένωσης στην αναγνώριση και την εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών που δραστηριοποιούνται στο νόμισμα το οποίο εκδίδουν, θα πρέπει, επίσης, να βελτιωθεί. Συνεπώς, θα πρέπει να ζητείται η γνώμη των κεντρικών τραπεζών έκδοσης της Ένωσης ως προς ορισμένες πτυχές που επηρεάζουν τις αρμοδιότητές τους για τη νομισματική πολιτική όσον αφορά τα χρηματοδοτικά μέσα που εκφράζονται σε ενωσιακά νομίσματα, τα οποία εκκαθαρίζονται, σε σημαντικό βαθμό, σε κεντρικούς αντισυμβαλλομένους εκτός της Ένωσης.

(28)Μόλις η Επιτροπή έχει προσδιορίσει ότι το νομικό και εποπτικό πλαίσιο μιας τρίτης χώρας είναι ισοδύναμο με το ενωσιακό πλαίσιο, η διαδικασία αναγνώρισης του κεντρικού αντισυμβαλλομένου από την εν λόγω τρίτη χώρα θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τους κινδύνους που οι εν λόγω κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι θέτουν ως προς τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ένωσης ή για το κράτος μέλος.

(29)Όταν εξετάζει την αίτηση αναγνώρισης ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου τρίτης χώρας, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να αξιολογεί τον βαθμό συστημικού κινδύνου που ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος θέτει ως προς τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ένωσης, βάσει αντικειμενικών και διαφανών κριτηρίων, που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό. Μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη της Επιτροπής θα πρέπει να προσδιορίσει περαιτέρω αυτά τα κριτήρια.

(30)Οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι που δεν είναι συστημικής σημασίας για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ένωσης ή ενός από τα κράτη μέλη της, θα πρέπει να θεωρούνται ως κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι «κατηγορίας 1». Οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι που είναι συστημικής σημασίας, ή είναι πιθανόν να καταστούν συστημικής σημασίας, για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ένωσης ή ενός από τα κράτη μέλη της θα πρέπει να θεωρούνται ως κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι «κατηγορίας 2». Όταν η ΕΑΚΑΑ προσδιορίζει ότι ένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας δεν είναι συστημικής σημασίας για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ένωσης, θα πρέπει να εφαρμόζονται στον εν λόγω κεντρικό αντισυμβαλλόμενο οι υφιστάμενοι όροι αναγνώρισης δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Όταν η ΕΑΚΑΑ προσδιορίζει ότι ένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας είναι συστημικής σημασίας για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ένωσης, θα πρέπει να καθορίζονται πρόσθετες απαιτήσεις, αναλογικές ως προς τον βαθμό κινδύνου που τίθεται από τον εν λόγω κεντρικό αντισυμβαλλόμενο. Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να αναγνωρίζει έναν τέτοιον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, μόνον όταν ο εν λόγω κεντρικός αντισυμβαλλόμενος συμμορφώνεται με αυτές τις απαιτήσεις.

(31)Οι πρόσθετες απαιτήσεις θα πρέπει να περιλαμβάνουν ορισμένες απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012, οι οποίες στοχεύουν την αύξηση της ασφάλειας και της αποτελεσματικότητας ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου. Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να είναι άμεσα υπεύθυνη, προκειμένου να διασφαλίζει ότι ένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας, που είναι συστημικής σημασίας, συμμορφώνεται με τις εν λόγω απαιτήσεις. Οι σχετικές απαιτήσεις θα πρέπει, επίσης, να επιτρέπουν στην ΕΑΚΑΑ να διενεργεί πλήρη και αποτελεσματική εποπτεία του εν λόγω κεντρικού αντισυμβαλλομένου.

(32)Για την εξασφάλιση της δέουσας συμμετοχής της/των κεντρικής/-ών τράπεζας/-ών έκδοσης, οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι τρίτων χωρών που είναι συστημικής σημασίας θα πρέπει, επίσης, να πληρούν πρόσθετες απαιτήσεις τις οποίες η/οι κεντρική/-ές τράπεζα/-ες έκδοσης θεωρούν αναγκαίες. H/οι κεντρική/-ές τράπεζα/-ες έκδοσης θα πρέπει να παρέχουν στην ΕΑΚΑΑ επιβεβαίωση αν ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος συμμορφώνεται ή δεν συμμορφώνεται με τις πρόσθετες απαιτήσεις, όσο το δυνατόν συντομότερα, και σε κάθε περίπτωση εντός 180 ημερών από την αίτηση του κεντρικού αντισυμβαλλομένου προς την ΕΑΚΑΑ.

(33)Ο βαθμός κινδύνου που θέτει ένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος συστημικής σημασίας στο χρηματοοικονομικό σύστημα και στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ένωσης ποικίλλει. Οι απαιτήσεις για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους συστημικής σημασίας θα πρέπει, συνεπώς, να εφαρμόζονται με τρόπο αναλογικό ως προς τους κινδύνους που ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος ενδέχεται να θέσει στην Ένωση. Όταν η ΕΑΚΑΑ και η σχετική/οι σχετικές κεντρική/-ές τράπεζα/-ες έκδοσης καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι ένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας είναι τέτοιας συστημικής σημασίας που οι πρόσθετες απαιτήσεις δεν θα εξασφαλίζουν την χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ένωσης, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να μπορεί να υποβάλει σύσταση στην Επιτροπή να μην αναγνωριστεί ο εν λόγω κεντρικός αντισυμβαλλόμενος. Η Επιτροπή θα πρέπει να μπορεί να εκδίδει εκτελεστική πράξη που θα δηλώνει ότι ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας θα πρέπει να εγκατασταθεί στην Ένωση και να λάβει άδεια λειτουργίας, ούτως ώστε να παρέχει υπηρεσίες εκκαθάρισης στην Ένωση.

(34)Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να επανεξετάζει τακτικά την αναγνώριση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών, καθώς και την κατάταξή τους σε κεντρικούς αντισυμβαλλομένους κατηγορίας 1 ή κατηγορίας 2. Εν προκειμένω, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να εξετάζει, μεταξύ άλλων, τις αλλαγές στη φύση, το μέγεθος και την πολυπλοκότητα των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου τρίτης χώρας. Τέτοιες επανεξετάσεις θα πρέπει να λαμβάνουν χώρα τουλάχιστον κάθε δύο έτη και με μεγαλύτερη συχνότητα, όταν είναι αναγκαίο.

(35)Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει, επίσης, να μπορεί να λαμβάνει υπόψη τον βαθμό στον οποίο η συμμόρφωση ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου τρίτης χώρας συστημικής σημασίας με τις ισχύουσες απαιτήσεις στην εν λόγω τρίτη χώρα μπορεί να συγκριθεί με τη συμμόρφωση του εν λόγω κεντρικού αντισυμβαλλομένου με τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Η Επιτροπή θα πρέπει να εκδώσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που θα διευκρινίζει περαιτέρω τους τρόπους και τους όρους για την αξιολόγηση μιας τέτοιας συγκρίσιμης συμμόρφωσης.

(36)Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να έχει όλες τις αναγκαίες εξουσίες, προκειμένου να εποπτεύει τους αναγνωρισμένους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών, για την εξασφάλιση της συνεχούς συμμόρφωσής τους με τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. Σε ορισμένους τομείς, οι αποφάσεις της ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να υπόκεινται σε προηγούμενη συναίνεση από τη σχετική/τις σχετικές κεντρική/-ές τράπεζα/-ες έκδοσης.

(37)Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να είναι σε θέση να επιβάλλει πρόστιμα σε κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών, εφόσον διαπιστώσει ότι έχουν διαπράξει, εκ προθέσεως ή εξ αμελείας, παράβαση του παρόντος κανονισμού, με την παροχή ανακριβών ή παραπλανητικών πληροφοριών στην ΕΑΚΑΑ. Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει, επίσης, να είναι σε θέση να επιβάλλει πρόστιμα σε κεντρικούς αντισυμβαλλομένους συστημικής σημασίας, εφόσον διαπιστώσει ότι έχουν διαπράξει, εκ προθέσεως ή εξ αμελείας, παράβαση των πρόσθετων απαιτήσεων που εφαρμόζονται σε αυτούς με τον παρόντα κανονισμό.

(38)Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να μπορεί να επιβάλλει περιοδικές χρηματικές ποινές για να υποχρεώνει τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών να θέτουν τέλος σε παράβαση, να παρέχουν πλήρεις και ορθές πληροφορίες τις οποίες απαιτεί η ΕΑΚΑΑ, ή να υποβάλλονται σε έρευνα ή επιτόπια επιθεώρηση.

(39)Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να είναι σε θέση να επιβάλλει πρόστιμα σε κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τόσο της κατηγορίας 1 όσο και της κατηγορίας 2, εφόσον διαπιστώσει ότι έχουν διαπράξει, εκ προθέσεως ή εξ αμελείας, παράβαση του παρόντος κανονισμού με την παροχή ανακριβών ή παραπλανητικών πληροφοριών στην ΕΑΚΑΑ. Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει, επίσης, να είναι σε θέση να επιβάλλει πρόστιμα σε κεντρικούς αντισυμβαλλομένους συστημικής σημασίας, εφόσον διαπιστώσει ότι έχουν διαπράξει, εκ προθέσεως ή εξ αμελείας, παράβαση των πρόσθετων απαιτήσεων που εφαρμόζονται σε αυτούς με τον παρόντα κανονισμό.

(40)Τα πρόστιμα θα πρέπει να επιβάλλονται ανάλογα με τη σοβαρότητα της παράβασης. Οι παραβάσεις θα πρέπει να διαιρούνται σε κατηγορίες για τις οποίες θα πρέπει να ισχύουν διαφορετικά πρόστιμα. Για να ορίζει το πρόστιμο που σχετίζεται με συγκεκριμένη παράβαση, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να χρησιμοποιεί μεθοδολογία δύο σταδίων, η οποία συνίσταται στον καθορισμό ενός βασικού ποσού και στην προσαρμογή του εν λόγω βασικού ποσού, εάν κρίνεται απαραίτητη, βάσει ορισμένων συντελεστών. Το βασικό ποσό θα πρέπει να καθορίζεται σε συνάρτηση με τον ετήσιο κύκλο εργασιών του εκάστοτε κεντρικού αντισυμβαλλομένου τρίτης χώρας, οι δε προσαρμογές θα πρέπει να πραγματοποιούνται με αύξηση ή μείωση του βασικού ποσού μέσω της εφαρμογής των σχετικών συντελεστών σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

(41)Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να καθορίζει συντελεστές προσαρμογής που συνδέονται με επιβαρυντικές ή ελαφρυντικές περιστάσεις, για να διαθέτει η ΕΑΚΑΑ τα απαραίτητα εργαλεία για την επιβολή προστίμων ανάλογων προς τη σοβαρότητα της παράβασης που διέπραξε ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας, λαμβάνοντας υπόψη τις περιστάσεις υπό τις οποίες διαπράχθηκε η παράβαση αυτή.

(42)Η απόφαση επιβολής προστίμων ή περιοδικών χρηματικών ποινών θα πρέπει να βασίζεται σε ανεξάρτητη έρευνα.

(43)Προτού λάβει απόφαση περί επιβολής προστίμων ή περιοδικών χρηματικών ποινών, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να παρέχει τη δυνατότητα ακρόασης στα πρόσωπα που υπόκεινται σε πειθαρχικές διαδικασίες, ώστε να γίνονται σεβαστά τα δικαιώματα υπεράσπισής τους.

(44)H ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να αποφεύγει να επιβάλλει πρόστιμα ή περιοδικές χρηματικές ποινές, εάν μια προγενέστερη αθώωση ή καταδίκη βάσει πανομοιότυπων γεγονότων ή γεγονότων που είναι κατ’ ουσία όμοια, έχει αποκτήσει ισχύ δεδικασμένου κατόπιν ποινικής διαδικασίας βάσει του εθνικού δικαίου.

(45)Οι αποφάσεις της ΕΑΚΑΑ που επιβάλλουν πρόστιμα και περιοδικές χρηματικές ποινές θα πρέπει να είναι εκτελεστές και η εκτέλεσή τους θα πρέπει να υπόκειται στους κανόνες της πολιτικής δικονομίας που ισχύουν στο κράτος στην επικράτεια του οποίου πραγματοποιείται. Οι κανόνες πολιτικής δικονομίας δεν θα πρέπει να περιλαμβάνουν κανόνες ποινικής δικονομίας, θα πρέπει όμως να μπορούν να περιλαμβάνουν κανόνες διοικητικής δικονομίας.

(46)Σε περίπτωση παράβασης που διαπράττεται από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο κατηγορίας 2, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να έχει την εξουσία να λάβει ένα φάσμα εποπτικών μέτρων, όπως μεταξύ άλλων την απαίτηση από τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο κατηγορίας 2 να θέσει τέλος στην παράβαση, και —ως έσχατη λύση— την ανάκληση της αναγνώρισης, εάν ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κατηγορίας 2, έχει παραβιάσει σοβαρά και κατ’ επανάληψη τον παρόντα κανονισμό. Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να εφαρμόζει τα εποπτικά μέτρα λαμβάνοντας υπόψη τη φύση και τη βαρύτητα της παράβασης, και να τηρεί την αρχή της αναλογικότητας. Προτού λάβει απόφαση σχετικά με εποπτικά μέτρα, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να παρέχει δυνατότητα ακρόασης στα πρόσωπα κατά των οποίων ασκούνται οι διαδικασίες, ώστε να γίνονται σεβαστά τα δικαιώματα υπεράσπισής τους.

(47)Η επικύρωση σημαντικών τροποποιήσεων στα μοντέλα και τις παραμέτρους που εφαρμόζονται για τον υπολογισμό των απαιτήσεων περιθωρίου ασφαλείας, των εισφορών στο κεφάλαιο εκκαθάρισης, των απαιτήσεων παροχής ασφαλείας, και άλλων μηχανισμών ελέγχου των κινδύνων θα πρέπει να ευθυγραμμίζονται με τη νέα απαίτηση προηγούμενης συναίνεσης της ΕΑΚΑΑ με ορισμένες αποφάσεις της εθνικής αρμόδιας αρχής όσον αφορά τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση. Για την απλοποίηση των διαδικασιών επικύρωσης μοντέλων, μια επικύρωση από την αρμόδια εθνική αρχή που υπόκειται σε προηγούμενη συναίνεση της ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να αντικαταστήσει τις δύο επικυρώσεις, τις οποίες η αρμόδια εθνική αρχή και η ΕΑΚΑΑ έπρεπε να διενεργήσουν ανεξάρτητα. Επιπλέον, η διασύνδεση της εν λόγω επικύρωσης με την απόφαση του σώματος θα πρέπει να διευκρινιστεί. Η προκαταρκτική υιοθέτηση μιας σημαντικής αλλαγής στα εν λόγω μοντέλα ή παραμέτρους θα πρέπει να είναι δυνατή, όταν είναι αναγκαία, ιδίως όταν η ταχεία αλλαγή τους είναι αναγκαία για τη διασφάλιση της διαχείρισης κινδύνου του κεντρικού αντισυμβαλλομένου.

(48)Η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα πρέπει να ανατίθεται στην Επιτροπή όσον αφορά την περαιτέρω διευκρίνιση του είδους των τελών, τα θέματα για τα οποία οφείλονται τέλη, το ποσό των τελών και τον τρόπο με τον οποίο θα γίνεται η καταβολή τους· τη διευκρίνιση των όρων υπό τους οποίους διευκρινίζονται τα κριτήρια προσδιορισμού αν ένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας είναι, ή είναι πιθανόν να γίνει, συστημικής σημασίας για την χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ένωσης ή για ένα ή περισσότερα από τα κράτη μέλη της· τον περαιτέρω προσδιορισμό των κριτηρίων που πρέπει να χρησιμοποιούνται στις αξιολογήσεις της περί ισοδυναμίας τρίτων χωρών· τη διευκρίνιση του τρόπου και των όρων υπό τους οποίους υπάρχει συμμόρφωση προς ορισμένες απαιτήσεις από τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών· περαιτέρω διαδικαστικούς κανόνες ως προς την επιβολή προστίμων ή περιοδικών χρηματικών ποινών, συμπεριλαμβανομένων διατάξεων για τα δικαιώματα υπεράσπισης, τα χρονικά περιθώρια, τη συλλογή προστίμων ή περιοδικών χρηματικών ποινών, καθώς και των προθεσμιών για την επιβολή και την εκτέλεση των ποινών· μέτρα για την τροποποίηση του παραρτήματος IV, προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι εξελίξεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές.

(49)Για την εξασφάλιση ομοιόμορφων όρων για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, και ιδίως σχετικά με την αναγνώριση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών και την ισοδυναμία των νομικών πλαισίων τρίτων χωρών, θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές εξουσίες.

(50)Δεδομένου ότι οι στόχοι του παρόντος κανονισμού, δηλαδή η αύξηση της ασφάλειας και της αποτελεσματικότητας των κεντρικών αντισυμβαλλομένων, με τη θέσπιση ομοιόμορφων απαιτήσεων για τις δραστηριότητές τους, δεν μπορούν να επιτευχθούν ικανοποιητικά από τα κράτη μέλη, αλλά μπορούν, λόγω της κλίμακας και των αποτελεσμάτων τους, να επιτευχθούν καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο, η Ένωση μπορεί να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας του ιδίου άρθρου, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη των στόχων αυτών.

(51)Η χρήση από την ΕΑΚΑΑ της εξουσίας της να αναγνωρίζει ένα κεντρικό αντισυμβαλλόμενο τρίτης χώρας ως κεντρικό αντισυμβαλλόμενο κατηγορίας 1 ή κατηγορίας 2 θα πρέπει να μετατεθεί χρονικά, μέχρι να διευκρινιστούν περαιτέρω τα κριτήρια που επιτρέπουν την αξιολόγηση αν είναι ή δεν είναι ή αν είναι πιθανόν να γίνει συστημικής σημασίας ένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος τρίτης χώρας για το χρηματοπιστωτικό σύστημα της ΕΕ ή για ένα ή περισσότερα από τα κράτη μέλη της.

(52)Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 και ο κανονισμός (ΕΕ) 648/2012 θα πρέπει, συνεπώς, να τροποποιηθούν αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010

Ο κανονισμός (ΕΕ) 1095/2010 τροποποιείται ως εξής:

1.Στο άρθρο 4, προστίθεται το ακόλουθο σημείο 4):

«4) «κεντρικός αντισυμβαλλόμενος (CCP)» σημαίνει κεντρικός αντισυμβαλλόμενος όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 1) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012.»

2.Στο άρθρο 6, παρεμβάλλεται το ακόλουθο σημείο 1α):

«1α) συμβούλιο εποπτών σε εκτελεστική σύνοδο για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους (εκτελεστική σύνοδος για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους (CCP)), το οποίο που ασκεί τα καθήκοντα που ορίζονται στο άρθρο 44β·»

3.    Στο άρθρο 35, η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6. Αν δεν είναι διαθέσιμες πλήρεις ή ακριβείς πληροφορίες ή αν δεν καταστούν εγκαίρως διαθέσιμες βάσει της παραγράφου 1 ή 5, η Αρχή μπορεί να ζητήσει πληροφορίες, με δεόντως τεκμηριωμένο και αιτιολογημένο αίτημα, απευθείας από:

α) έναν κεντρικό αντισυμβαλλόμενο αδειοδοτημένο ή αναγνωρισμένο σύμφωνα με το άρθρο 14 ή 25 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012·

β) ένα κεντρικό αποθετήριο τίτλων που έχει λάβει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 909/2014·

γ) μια ρυθμιζόμενη αγορά, όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 14) της οδηγίας 2004/39/ΕΚ·

δ) έναν πολυμερή μηχανισμό διαπραγμάτευσης, όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 22) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

ε) έναν μηχανισμό οργανωμένης διαπραγμάτευσης, όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 23) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ.

Οι αποδέκτες αυτού του αιτήματος παρέχουν, αμέσως και χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, στην Αρχή σαφείς, ακριβείς και πλήρεις πληροφορίες.

Η Αρχή ενημερώνει τις σχετικές αρμόδιες αρχές όσον αφορά τα αιτήματα, σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο και την παράγραφο 5.

Κατόπιν αιτήματος της Αρχής, οι αρμόδιες αρχές βοηθούν την Αρχή στη συγκέντρωση των πληροφοριών.»

4.Στο άρθρο 40 παράγραφος 1, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο στ):

«στ) τα μόνιμα μέλη της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, που αναφέρονται στο άρθρο 44α παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο i), χωρίς δικαίωμα ψήφου.»

5.    Στο άρθρο 42, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

Κατά την εκπλήρωση των καθηκόντων που του ανατίθενται βάσει του παρόντος κανονισμού, ο πρόεδρος, τα μόνιμα μέλη με δικαίωμα ψήφου και τα ειδικά για τον κάθε κεντρικό αντισυμβαλλόμενο μέλη με δικαίωμα ψήφου της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, που αναφέρονται στο άρθρο 44α παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο i), και τα μέλη του συμβουλίου εποπτών με δικαίωμα ψήφου ενεργούν ανεξάρτητα και αντικειμενικά αποκλειστικά προς το συμφέρον της Ένωσης συνολικά και ούτε ζητούν ούτε δέχονται οδηγίες από θεσμικά όργανα ή οργανισμούς της Ένωσης, από οποιαδήποτε κυβέρνηση κράτους μέλους ή από οποιονδήποτε άλλον δημόσιο ή ιδιωτικό φορέα.»

6.    Το άρθρο 43 τροποποιείται ως εξής:

α)    Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Το συμβούλιο εποπτών καθοδηγεί το έργο της Αρχής. Είναι υπεύθυνο για τα καθήκοντα που αναφέρονται στο κεφάλαιο II, πλην των καθηκόντων εκείνων για τα οποία είναι υπεύθυνη η εκτελεστική σύνοδος για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους δυνάμει του άρθρου 44β παράγραφος 1.»

β)    Η παράγραφος 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«8. Το συμβούλιο εποπτών ασκεί πειθαρχική εξουσία επί του προέδρου και μπορεί να τον παύει από τα καθήκοντά του, σύμφωνα με το άρθρο 48 παράγραφος 5. Το συμβούλιο εποπτών, σε συμφωνία με την εκτελεστική σύνοδο για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, ασκεί πειθαρχική εξουσία επί του εκτελεστικού διευθυντή και μπορεί να τον παύει από τα καθήκοντά του, σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 5.»

7.    Στο κεφάλαιο III, παρεμβάλλεται η ακόλουθη ενότητα 1A:

«Ενότητα 1Α Εκτελεστική σύνοδος για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους

Άρθρο 44α

Σύνθεση

1. H εκτελεστική σύνοδος για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους συγκροτείται από:

α) τα ακόλουθα μόνιμα μέλη:

i) τον επικεφαλής και δύο διευθυντές, που διορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 48α, με δικαίωμα ψήφου·

ii) έναν εκπρόσωπο της ΕΚΤ, χωρίς δικαίωμα ψήφου·

iii) έναν εκπρόσωπο της Επιτροπής, χωρίς δικαίωμα ψήφου·

β) τα ακόλουθα μη μόνιμα μέλη ειδικά για τον κάθε κεντρικό αντισυμβαλλόμενο:

i) έναν εκπρόσωπο από την αρμόδια αρχή για κάθε κεντρικό αντισυμβαλλόμενο εγκατεστημένο στην Ένωση σχετικά με τον οποίο συγκαλείται η εκτελεστική σύνοδος για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, με δικαίωμα ψήφου·

ii) έναν εκπρόσωπο από κάθε σχετική κεντρική τράπεζα έκδοσης, που αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 2 στοιχείο η) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, για κάθε κεντρικό αντισυμβαλλόμενο εγκατεστημένο στην Ένωση σχετικά με τον οποίο συγκαλείται η εκτελεστική σύνοδος για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, χωρίς δικαίωμα ψήφου.

Ο επικεφαλής μπορεί να προσκαλέσει, όπου κρίνεται σκόπιμο και αναγκαίο, ως παρατηρητές στις συνεδριάσεις της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους:    

α) άλλα μέλη, που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, του σώματος του σχετικού κεντρικού αντισυμβαλλομένου στις συνεδριάσεις της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους·

β) αρχές κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών αναγνωρισμένων από την ΕΑΚΑΑ δυνάμει του άρθρου 25 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

Οι συνεδριάσεις της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους συγκαλούνται από τον επικεφαλής της, με ίδια πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήματος οποιουδήποτε εκ των μελών της.

Όταν ένα καθήκον της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους δεν αφορά έναν συγκεκριμένο κεντρικό αντισυμβαλλόμενο στην Ένωση, η σύνοδος συγκροτείται μόνο από τα μόνιμα μέλη που αναφέρονται στο στοιχείο α) και, ανάλογα με την περίπτωση, από τις κεντρικές τράπεζες έκδοσης που αναφέρονται στο στοιχείο β) σημείο ii).

Άρθρο 44β

Καθήκοντα και εξουσίες της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους

1. H εκτελεστική σύνοδος για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους είναι υπεύθυνη για:

«α)    τη λήψη αποφάσεων και την ανάληψη δράσεων για θέματα κεντρικών αντισυμβαλλομένων όσον αφορά τα άρθρα 17, 19, 29, 29α και 30 του παρόντος κανονισμού·».

α) την παροχή της συναίνεσης που αναφέρεται στο άρθρο 21α παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012·

β) την αναγνώριση και την εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών, σύμφωνα με το άρθρο 25 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, την παρακολούθηση των ρυθμιστικών και εποπτικών εξελίξεων σε τρίτες χώρες δυνάμει του τίτλου ΙΙ κεφάλαιο 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012· και

γ) τα καθήκοντα που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο, στο άρθρο 9 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο, στο άρθρο 9 παράγραφος 4, στο άρθρο 17 παράγραφοι 2 και 3, στο άρθρο 18 παράγραφος 1, στο άρθρο 20 παράγραφοι 2 και 6, στο άρθρο 21γ, στο άρθρο 23, στο άρθρο 24, στο άρθρο 29 παράγραφος 3, στο άρθρο 38 παράγραφος 5, στο άρθρο 48 παράγραφος 3, στο άρθρο 49 παράγραφος 1 και στο άρθρο 54 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

2. H εκτελεστική σύνοδος του για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους διαθέτει αποκλειστικό προσωπικό και επαρκείς πόρους που παρέχονται από την ΕΑΚΑΑ, για την επιτέλεση των καθηκόντων της.

3. H εκτελεστική σύνοδος για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους ενημερώνει το συμβούλιο εποπτών σχετικά με τις αποφάσεις της.

Άρθρο 44γ

Λήψη αποφάσεων

Η εκτελεστική σύνοδος για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους λαμβάνει τις αποφάσεις της με απλή πλειοψηφία των μελών της. Υπερισχύει η ψήφος του επικεφαλής.»

8.    Ο τίτλος του κεφαλαίου III ενότητα 3 αντικαθίσταται από τον ακόλουθο τίτλο:

«Πρόεδρος, Επικεφαλής και Διευθυντές»

9.    Παρεμβάλλεται ένα νέο άρθρο 48α:

«Άρθρο 48α

Διορισμός και καθήκοντα του επικεφαλής και των διευθυντών της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους

1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 48 παράγραφος 1, η Αρχή εκπροσωπείται από τον επικεφαλής της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους για τα καθήκοντα και τις εξουσίες που αναφέρονται στο άρθρο 44β παράγραφος 1.

Ο επικεφαλής της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους είναι υπεύθυνος για την προετοιμασία των εργασιών της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και προεδρεύει στις συνεδριάσεις της.

2. Ο επικεφαλής της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και οι διευθυντές που αναφέρονται στο άρθρο 44α παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο i) είναι ανεξάρτητοι επαγγελματίες πλήρους απασχόλησης. Διορίζονται με κριτήρια τα προσόντα, τις ικανότητες, τις γνώσεις των ζητημάτων εκκαθάρισης, των μετασυναλλακτικών και χρηματοοικονομικών ζητημάτων, καθώς και την πείρα σχετικά με την εποπτεία και ρύθμιση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων. Επιλέγονται βάσει ανοικτής διαδικασίας επιλογής που διοργανώνεται από την Επιτροπή, τηρουμένων των αρχών της ισόρροπης συμμετοχής των φύλων, της πείρας και των προσόντων.

3. Η θητεία του επικεφαλής της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και των διευθυντών που αναφέρονται στο άρθρο 44α παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο i) είναι πενταετής και άπαξ ανανεώσιμη.

Ο επικεφαλής της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και οι διευθυντές που αναφέρονται στο άρθρο 44α παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο i) δεν κατέχουν άλλη θέση σε εθνικό, ενωσιακό ή διεθνές επίπεδο.

4. Η Επιτροπή παρέχει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κατάλογο των επικρατέστερων υποψηφίων για τις θέσεις του επικεφαλής της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και των διευθυντών που αναφέρονται στο άρθρο 44α παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο i), και ενημερώνει το Συμβούλιο σχετικά με τον κατάλογο αυτόν.

Η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προς έγκριση πρόταση για τον διορισμό του επικεφαλής της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και των διευθυντών που αναφέρονται στο άρθρο 44α παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο i). Μόλις εγκριθεί η εν λόγω πρόταση, το Συμβούλιο εκδίδει εκτελεστική απόφαση για τον διορισμό του επικεφαλής της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και των διευθυντών που αναφέρονται στο άρθρο 44α παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο i). Το Συμβούλιο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία.

5. Εάν ο επικεφαλής της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους ή οι διευθυντές που αναφέρονται στο άρθρο 44α παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο i) δεν πληρούν πλέον τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για την εκτέλεση των καθηκόντων τους, όπως αναφέρονται στην παράγραφο 2, ή εάν κριθούν ένοχοι σοβαρού παραπτώματος, το Συμβούλιο μπορεί, προτάσει της Επιτροπής και με την έγκρισή της από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, να εκδώσει εκτελεστική απόφαση για την απαλλαγή τους από τα καθήκοντά τους. Το Συμβούλιο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο μπορεί να ενημερώνει την Επιτροπή ότι θεωρεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις για την απαλλαγή του επικεφαλής της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους ή των διευθυντών που αναφέρονται στο άρθρο 44α παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο i) από τα καθήκοντά τους, και η Επιτροπή ανταποκρίνεται στην ενημέρωση αυτή.»

10.    Το άρθρο 49 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Με την επιφύλαξη του ρόλου του συμβουλίου εποπτών, όσον αφορά τα καθήκοντα του επικεφαλής της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και των διευθυντών που αναφέρονται στο άρθρο 44α παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο i) και του προέδρου, δεν επιτρέπεται να ζητούνται ή να γίνονται δεκτές οδηγίες από τα θεσμικά όργανα ή τους οργανισμούς της Ένωσης, από την κυβέρνηση οποιουδήποτε κράτους μέλους ή από οποιονδήποτε άλλον δημόσιο ή ιδιωτικό φορέα.

Ούτε τα κράτη μέλη, ούτε τα θεσμικά όργανα ή οι οργανισμοί της Ένωσης, ούτε κανένας άλλος δημόσιος ή ιδιωτικός φορέας επιτρέπεται να επιδιώκουν να επηρεάσουν τον επικεφαλής της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τους διευθυντές που αναφέρονται στο άρθρο 44α παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο i) ή τον πρόεδρο κατά την εκτέλεσή των καθηκόντων τους.

Σύμφωνα με τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης που αναφέρεται στο άρθρο 68, ο πρόεδρος, ο επικεφαλής της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και οι διευθυντές που αναφέρονται στο άρθρο 44α παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο i), μετά την έξοδό τους από την υπηρεσία, εξακολουθούν να δεσμεύονται από την υποχρέωση να συμπεριφέρονται με ακεραιότητα και διακριτικότητα σε σχέση με την αποδοχή ορισμένων θέσεων και ευεργετημάτων.»

11.    Το άρθρο 50 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο μπορούν να ζητήσουν από τον πρόεδρο ή από τον αναπληρωτή του, ή από τον επικεφαλής της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, να προβαίνει σε κατάθεση, σεβόμενα πλήρως την ανεξαρτησία τους. Ο πρόεδρος ή ο επικεφαλής καταθέτει ενώπιον του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και απαντά σε οποιεσδήποτε ερωτήσεις των μελών του, όποτε ζητηθεί.

2. Ο πρόεδρος ή ο επικεφαλής της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους υποβάλλει έγγραφη έκθεση σχετικά με τις κύριες δραστηριότητες του συμβουλίου εποπτών και της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, αντιστοίχως, προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, όποτε ζητηθεί, και τουλάχιστον 15 ημέρες πριν από την υποβολή της κατάθεσης κατά την παράγραφο 1.

3. Πέρα από τις πληροφορίες που μνημονεύονται στα άρθρα 11 έως 18 και στα άρθρα 20 και 33, ο πρόεδρος αναφέρει κάθε σχετική πληροφορία που έχει ζητήσει ad hoc το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Πέρα από τις πληροφορίες που μνημονεύονται στο άρθρο 33, ο επικεφαλής της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους αναφέρει κάθε σχετική πληροφορία που έχει ζητήσει ad hoc το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.»

12.    Το άρθρο 53 τροποποιείται ως εξής:

α)    Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. Ο εκτελεστικός διευθυντής είναι υπεύθυνος για την εκτέλεση του ετήσιου προγράμματος εργασίας της Αρχής, υπό την καθοδήγηση του συμβουλίου εποπτών και της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, καθώς και υπό τον έλεγχο του συμβουλίου διοίκησης.»

β)    Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4. Ο εκτελεστικός διευθυντής καταρτίζει πολυετές πρόγραμμα εργασίας, όπως αναφέρεται στο άρθρο 47 παράγραφος 2. Για τα καθήκοντα και τις εξουσίες που αναφέρονται στο άρθρο 44β παράγραφος 1, ο εκτελεστικός διευθυντής λαμβάνει τη συναίνεση της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, πριν από την υποβολή του στο συμβούλιο διοίκησης.»

γ)    Η παράγραφος 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«7. Κάθε έτος, ο εκτελεστικός διευθυντής συντάσσει σχέδιο έκθεσης που περιλαμβάνει μία ενότητα για τις ρυθμιστικές και εποπτικές δραστηριότητες της Αρχής και μία ενότητα για θέματα χρηματοοικονομικής και διοικητικής φύσης.

Για τα καθήκοντα και τις εξουσίες που αναφέρονται στο άρθρο 44β παράγραφος 1, ο εκτελεστικός διευθυντής λαμβάνει τη συναίνεση της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, πριν από την υποβολή της στο συμβούλιο διοίκησης.»

13.    Στο άρθρο 63, παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος 1α:

«1α. Οι δαπάνες της ΕΑΚΑΑ και τα τέλη που αφορούν τα καθήκοντα και τις εξουσίες που αναφέρονται στο άρθρο 44β παράγραφος 1 προσδιορίζονται χωριστά στην κατάσταση προβλέψεων που αναφέρεται στην παράγραφο 1. Πριν από την έκδοση αυτής της κατάστασης προβλέψεων, το σχέδιο που κατάρτισε ο εκτελεστικός διευθυντής όσον αφορά τέτοιες δαπάνες και τέλη εγκρίνεται από την εκτελεστική σύνοδο για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους.

Οι ετήσιοι λογαριασμοί της ΕΑΚΑΑ, που καταρτίζονται και δημοσιεύονται σύμφωνα με το άρθρο 64 παράγραφος 6, περιλαμβάνουν τα έσοδα και τα έξοδα τα οποία αφορούν τα καθήκοντα που αναφέρονται 44β παράγραφος 1.»

14.    Στο άρθρο 70, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Τα μέλη του συμβουλίου εποπτών, της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και του συμβουλίου διοίκησης, ο εκτελεστικός διευθυντής και μέλη του προσωπικού της Αρχής, περιλαμβανομένων υπαλλήλων από κράτη μέλη οι οποίοι έχουν αποσπαστεί προσωρινά και λοιπών προσώπων που εκτελούν καθήκοντα για την Αρχή βάσει συμβάσεως, υπόκεινται στις απαιτήσεις τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου, σύμφωνα με το άρθρο 339 της ΣΛΕΕ και τις σχετικές διατάξεις της νομοθεσίας της Ένωσης, ακόμη και μετά την παύση των καθηκόντων τους.»

15.    Στο άρθρο 76, παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος 2α:

«2α. Μέχρις ότου ο επικεφαλής της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και οι διευθυντές της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, που αναφέρονται στο άρθρο 44α παράγραφος 1, αναλάβουν τα καθήκοντά τους, κατόπιν του διορισμού τους σύμφωνα με το άρθρο 48α, οι λειτουργίες της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους επιτελούνται από το συμβούλιο εποπτών».

Άρθρο 2

Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012 τροποποιείται ως εξής:

1.    Στο άρθρο 6 παράγραφος 2, το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β) τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που είναι αδειοδοτημένοι, σύμφωνα με το άρθρο 17, ή αναγνωρισμένοι, σύμφωνα με το άρθρο 25, και την ημερομηνία αδειοδότησης ή αναγνώρισης, αντιστοίχως, που καταδεικνύει ότι οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι είναι αδειοδοτημένοι ή αναγνωρισμένοι για τους σκοπούς της υποχρέωσης εκκαθάρισης·»

2.    Στο άρθρο 17, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3. Εντός 30 εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της αίτησης, η αρμόδια αρχή, σε διαβούλευση με την ΕΑΚΑΑ, εκτιμά αν η αίτηση είναι πλήρης. Εάν η αίτηση δεν είναι πλήρης, η αρμόδια αρχή ορίζει προθεσμία εντός της οποίας ο αιτών κεντρικός αντισυμβαλλόμενος οφείλει να παράσχει τις πρόσθετες πληροφορίες. Μόλις παραλάβει τις εν λόγω πρόσθετες πληροφορίες, η αρμόδια αρχή τις διαβιβάζει αμέσως στην ΕΑΚΑΑ και στο σώμα που έχει συγκροτηθεί σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 1. Όταν εκτιμήσει, σε διαβούλευση με την ΕΑΚΑΑ, ότι μια αίτηση είναι πλήρης, η αρμόδια αρχή ενημερώνει αναλόγως τον αιτούντα κεντρικό αντισυμβαλλόμενο και τα μέλη του σώματος.»

3.    Το άρθρο 18 τροποποιείται ως εξής:

α)    Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Εντός 30 ημερολογιακών ημερών από την υποβολή πλήρους αίτησης σύμφωνα με το άρθρο 17, η αρμόδια για τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο αρχή του συγκροτεί σώμα, προκειμένου να διευκολυνθεί η εκπλήρωση των καθηκόντων που αναφέρονται στα άρθρα 15, 17, 49, 51 και 54.

Ο επικεφαλής της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, που αναφέρεται στο άρθρο 48α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010, προεδρεύει και διευθύνει το σώμα.»

β)    Στην παράγραφο 2, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α) τα μόνιμα μέλη της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, που αναφέρονται στο άρθρο 44α του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010·»

γ)    Στην παράγραφο 2, το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ) τις αρμόδιες αρχές που είναι υπεύθυνες για την εποπτεία των εκκαθαριστικών μελών του κεντρικού αντισυμβαλλομένου τα οποία είναι εγκατεστημένα στα τρία κράτη μέλη με τις υψηλότερες εισφορές στο κεφάλαιο εκκαθάρισης του κεντρικού αντισυμβαλλομένου, όπως αναφέρεται στο άρθρο 42, επί συνολικής βάσεως για περίοδο ενός έτους, συμπεριλαμβανομένης, κατά περίπτωση, της ΕΚΤ σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 του Συμβουλίου 54 ·

4.    Στο άρθρο 19, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3. Η πλειοψηφική γνώμη του σώματος εγκρίνεται με απλή πλειοψηφία των μελών του.

Για σώματα με 12 ή λιγότερα μέλη, έως δύο μέλη του σώματος που ανήκουν στο ίδιο κράτος μέλος διαθέτουν ψήφο και κάθε μέλος με δικαίωμα ψήφου διαθέτει μία μόνο ψήφο. Όσον αφορά τα σώματα με περισσότερα από 12 μέλη, έως τρία μέλη που ανήκουν στο ίδιο κράτος μέλος διαθέτουν ψήφο και κάθε μέλος με δικαίωμα ψήφου διαθέτει μία μόνο ψήφο.

Όταν η ΕΚΤ είναι μέλος του σώματος, δυνάμει του άρθρου 18 παράγραφος 2 στοιχεία α), γ) και η), διαθέτει τον ακόλουθο αριθμό ψήφων:

i) μέγιστο αριθμό 2 ψήφων για σώματα με 12 ή λιγότερα μέλη·

ii) μέγιστο αριθμό 3 ψήφων για σώματα με περισσότερα από 12 μέλη.

Ο εκπρόσωπος της Επιτροπής είναι μέλος χωρίς δικαίωμα ψήφου. Τα υπόλοιπα μόνιμα μέλη της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους διαθέτουν μία ψήφο το καθένα.»

5.    Στο άρθρο 20, η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6. Η αρμόδια για τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο αρχή αποστέλλει στην ΕΑΚΑΑ και στα μέλη του σώματος το πλήρως αιτιολογημένο σχέδιο απόφασής της, όπου λαμβάνονται υπόψη οι ενδεχόμενες επιφυλάξεις των μελών του σώματος.»

6.    Το άρθρο 21 τροποποιείται ως εξής:

α)    Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Με την επιφύλαξη του ρόλου του σώματος, οι αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 22, σε συνεργασία με την ΕΑΚΑΑ, επανεξετάζουν τις ρυθμίσεις, τις στρατηγικές, τις διαδικασίες και τους μηχανισμούς που εφαρμόζονται από τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, ώστε να συμμορφώνονται με τον παρόντα κανονισμό και αξιολογούν τους κινδύνους στους οποίους εκτίθενται ή ενδέχεται να εκτεθούν οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι.

β)    Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3. Η ΕΑΚΑΑ καθορίζει τη συχνότητα και το βάθος της επανεξέτασης και της αξιολόγησης που αναφέρονται στην παράγραφο 1, λαμβάνοντας υπόψη το μέγεθος, τη συστημική σπουδαιότητα, τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων του υπό εξέταση κεντρικού αντισυμβαλλομένου. Η επανεξέταση και η αξιολόγηση επικαιροποιούνται τουλάχιστον σε ετήσια βάση.

Οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι υπόκεινται σε επιτόπιες επιθεωρήσεις. Το προσωπικό της ΕΑΚΑΑ καλείται να συμμετάσχει σε αυτές τις επιτόπιες επιθεωρήσεις.

Η αρμόδια αρχή διαβιβάζει στην ΕΑΚΑΑ κάθε πληροφορία την οποία έλαβε από τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, και ζητεί από τον οικείο κεντρικό αντισυμβαλλόμενο κάθε πληροφορία που ζητεί η ΕΑΚΑΑ, την οποία δεν μπορεί να παράσχει.»

7.    Στον τίτλο III κεφάλαιο 2, παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα 21α, 21β και 21γ:

«Άρθρο 21α

Κατάρτιση σχεδίων αποφάσεων

1. Οι αρμόδιες αρχές καταρτίζουν και υποβάλλουν στην ΕΑΚΑΑ προς έγκριση σχέδια αποφάσεων,πριν από την έκδοση οποιασδήποτε από τις ακόλουθες αποφάσεις:

α) αποφάσεις που εκδίδονται σύμφωνα με τα άρθρα 7, 8, 14, 15, 16, 20, 21, 30, 31, 35, 49 και 54 του παρόντος κανονισμού και τα άρθρα 35 και 36 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014·

β) τυχόν αποφάσεις που εκδίδονται για την εκτέλεση των καθηκόντων τους που απορρέουν από τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο άρθρο 16 και στους τίτλους IV και V.

2. Οι αρμόδιες αρχές καταρτίζουν και υποβάλλουν σχέδια αποφάσεων στις κεντρικές τράπεζες έκδοσης που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 2 στοιχείο η), πριν εκδώσουν οποιαδήποτε απόφαση σύμφωνα με τα άρθρα 14, 15, 20, 44, 46, 50 και 54.

Οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν, σύμφωνα με το άρθρο 21β, τη συναίνεση των κεντρικών τραπεζών έκδοσης, που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, σχετικά με οποιαδήποτε πτυχή των εν λόγω αποφάσεων που αφορά την εκτέλεση των καθηκόντων τους της νομισματικής πολιτικής.

3. Η ΕΑΚΑΑ διαβιβάζει στις αρμόδιες αρχές κάθε σχετική πληροφορία που μπορεί να οδηγήσει στην έκδοση μιας απόφασης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 και μπορεί να ζητήσει συγκεκριμένη εποπτική ενέργεια, συμπεριλαμβανομένης της ανάκλησης της άδειας λειτουργίας. Οι αρμόδιες αρχές τηρούν την ΕΑΚΑΑ ενήμερη για κάθε επακόλουθη ενέργεια ή παράλειψη ενέργειας εν προκειμένω.

4. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, θεωρείται ότι η συναίνεση της ΕΑΚΑΑ έχει δοθεί, εκτός αν προτείνει τροποποιήσεις ή αντιτάσσεται στο σχέδιο απόφασης, εντός μέγιστης προθεσμίας 15 ημερολογιακών ημερών αφότου έχει ενημερωθεί για την απόφαση αυτή. Σε περίπτωση που η ΕΑΚΑΑ προτείνει τροποποιήσεις ή αντιτάσσεται σε σχέδιο απόφασης, παρέχει γραπτώς πλήρη και λεπτομερή αιτιολόγηση.

5. Όταν η ΕΑΚΑΑ προτείνει τροποποιήσεις, η αρμόδια αρχή μπορεί να εκδώσει την απόφαση μόνον όπως τροποποιήθηκε από την ΕΑΚΑΑ.

Όταν η ΕΑΚΑΑ αντιτάσσεται σε τελικό σχέδιο απόφασης, η αρμόδια αρχή δεν εκδίδει την εν λόγω απόφαση.

6. Όταν η αρμόδια αρχή διαφωνεί με την προτεινόμενη τροποποίηση ή την ένσταση της ΕΑΚΑΑ, μπορεί να υποβάλλει, εντός 5 ημερών, αιτιολογημένο αίτημα στο συμβούλιο εποπτών που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010, προκειμένου αυτό να αξιολογήσει την ένσταση ή την τροποποίηση. Το συμβούλιο εποπτών είτε εγκρίνει είτε απορρίπτει τις ενστάσεις ή τις τροποποιήσεις της ΕΑΚΑΑ, εντός 10 ημερών από το εν λόγω αίτημα, και εφαρμόζεται αναλόγως η παράγραφος 5.

7. Με την επιφύλαξη των εξουσιών της Επιτροπής βάσει του άρθρου 258 της ΣΛΕΕ, η ΕΑΚΑΑ μπορεί να εκδώσει απόφαση απευθυνόμενη σε συμμετέχοντα στις χρηματοπιστωτικές αγορές, η οποία να απαιτεί τις αναγκαίες ενέργειες συμμόρφωσης προς τις οικείες υποχρεώσεις δυνάμει του δικαίου της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένης της παύσης κάθε πρακτικής στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α) όταν μια αρμόδια αρχή δεν συμμορφώνεται με την παράγραφο 5, σε περίπτωση ένστασης της ΕΑΚΑΑ ή τροποποιήσεών της στο τελικό σχέδιο απόφασης·

β) όταν μια αρμόδια αρχή, μετά από αίτημα της ΕΑΚΑΑ σύμφωνα με την παράγραφο 3, δεν προβεί στην απαιτούμενη ενέργεια εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, όπου η εν λόγω παράλειψη έχει ως αποτέλεσμα να παραβαίνει ο συμμετέχων στη χρηματοπιστωτική αγορά τις εφαρμοστέες απαιτήσεις των τίτλων IV και V του παρόντος κανονισμού.

Οι αποφάσεις που εκδίδονται δυνάμει του πρώτου εδαφίου υπερισχύουν οποιασδήποτε προηγούμενης απόφασης που έχει ληφθεί από τις αρμόδιες αρχές για το ίδιο θέμα.

Άρθρο 21β

Συναίνεση της κεντρικής τράπεζας έκδοσης

1. Η συναίνεση που αναφέρεται στο άρθρο 21α παράγραφος 2 θεωρείται ότι έχει δοθεί, εκτός αν η κεντρική τράπεζα έκδοσης προτείνει τροποποιήσεις ή αντιτάσσεται στο σχέδιο απόφασης, εντός μέγιστης προθεσμίας 15 ημερολογιακών ημερών από την υποβολή της. Σε περίπτωση που η κεντρική τράπεζα έκδοσης προτείνει τροποποιήσεις ή αντιτάσσεται σε σχέδιο απόφασης, παρέχει γραπτώς πλήρη και λεπτομερή αιτιολόγηση.

Όταν η ΕΑΚΑΑ έχει προτείνει τροποποιήσεις, σύμφωνα με το άρθρο 21α παράγραφος 4, στα σχέδια αποφάσεων που πρόκειται να εκδοθούν σύμφωνα με τα άρθρα 14, 15, 20 και 54, τις υποβάλλει επίσης στην κεντρική τράπεζα έκδοσης. Στην περίπτωση αυτή, η προθεσμία που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο παρατείνεται κατά 5 ημέρες.

2. Όταν η κεντρική τράπεζα έκδοσης προτείνει τροποποιήσεις, η αρμόδια αρχή μπορεί να εκδώσει την απόφαση μόνον όπως τροποποιήθηκε από την εν λόγω κεντρική τράπεζα έκδοσης.

Όταν η κεντρική τράπεζα έκδοσης αντιτάσσεται σε σχέδιο απόφασης, η αρμόδια αρχή δεν εκδίδει την εν λόγω απόφαση.

Άρθρο 21γ

Τέλη

1. Οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι καταβάλλουν τα ακόλουθα τέλη:

α) τέλη που συνδέονται με τις αιτήσεις χορήγησης άδειας λειτουργίας που αναφέρονται στο άρθρο 17·

β) τέλη που συνδέονται με τις αιτήσεις αναγνώρισης δυνάμει του άρθρου 25·

γ) ετήσια τέλη που συνδέονται με τα καθήκοντα της ΕΑΚΑΑ σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

2. Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, σύμφωνα με το άρθρο 82, για να προσδιορίσει περαιτέρω το είδος των τελών, τα θέματα για τα οποία επιβάλλονται τέλη, το ύψος τους και τον τρόπο καταβολής τους από τις ακόλουθες οντότητες:

α) κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι εγκατεστημένοι στην Ένωση οι οποίοι είναι αδειοδοτημένοι ή αιτούνται χορήγηση άδειας λειτουργίας·

β) κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι εγκατεστημένοι σε τρίτη χώρα οι οποίοι είναι αναγνωρισμένοι σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 2·

γ) κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι εγκατεστημένοι σε τρίτη χώρα οι οποίοι είναι αναγνωρισμένοι σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 2β.»

8.    Το άρθρο 24 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η αρμόδια για τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο αρχή ή οποιαδήποτε άλλη σχετική αρχή ενημερώνει την ΕΑΚΑΑ, το σώμα, τα οικεία μέλη του ΕΣΚΤ και τις λοιπές οικείες αρχές, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, σχετικά με οποιαδήποτε κατάσταση έκτακτης ανάγκης που αφορά κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, μεταξύ άλλων για τις εξελίξεις στις χρηματαγορές οι οποίες ενδέχεται να έχουν δυσμενείς επιπτώσεις στη ρευστότητα της αγοράς, στη διαβίβαση της νομισματικής πολιτικής, στην ομαλή λειτουργία των συστημάτων πληρωμών και στη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος σε κάποιο από τα κράτη μέλη όπου είναι εγκατεστημένος ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος ή κάποιο από τα εκκαθαριστικά του μέλη.»

9.    Το άρθρο 25 τροποποιείται ως εξής:

α)    Στην παράγραφο 2, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο ε):

«ε) ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος έχει προσδιοριστεί ότι δεν είναι ή δεν είναι πιθανόν να καταστεί συστημικά σημαντικός (κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κατηγορίας 1) σύμφωνα με την παράγραφο 2α.»

β)    Παρεμβάλλονται οι ακόλουθες παράγραφοι 2α, 2β και 2γ:

«2α. Η ΕΑΚΑΑ προσδιορίζει αν ένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος είναι ή είναι πιθανόν να καταστεί συστημικά σημαντικός για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ένωσης ή για ένα ή περισσότερα από τα κράτη μέλη της (κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κατηγορίας 2), λαμβάνοντας υπόψη όλα τα ακόλουθα κριτήρια:

α) τη φύση, το μέγεθος και την πολυπλοκότητα των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου, συμπεριλαμβανομένης της αξίας, με συνολικούς όρους και σε κάθε νόμισμα της Ένωσης, των συναλλαγών που εκκαθαρίζονται από τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, ή το συνολικό άνοιγμα του κεντρικού αντισυμβαλλομένου που ασχολείται με δραστηριότητες εκκαθάρισης προς τους αντισυμβαλλομένους του·

β) την επίδραση που η πτώχευση ή μια διαταραχή του κεντρικού αντισυμβαλλομένου θα είχε στις χρηματοοικονομικές αγορές, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, ή στο ευρύτερο χρηματοοικονομικό σύστημα ή τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της ΕΕ ή ενός ή περισσοτέρων από τα κράτη μέλη της·

γ) τη δομή της εκκαθαριστικής συμμετοχής στον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, και

δ) τη σχέση, τις αλληλεξαρτήσεις και άλλες αλληλεπιδράσεις του κεντρικού αντισυμβαλλομένου με τις υπόλοιπες υποδομές των χρηματοπιστωτικών αγορών, με άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και το ευρύτερο χρηματοπιστωτικό σύστημα.

Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, σύμφωνα με το άρθρο 82, για να προσδιορίσει περαιτέρω τα κριτήρια που καθορίζονται στο πρώτο εδάφιο εντός [έξι μήνες από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού].

2β. Όταν η ΕΑΚΑΑ προσδιορίζει αν ένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος είναι ή είναι πιθανόν να καταστεί συστημικά σημαντικός (κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κατηγορίας 2) σύμφωνα με την παράγραφο 2α, μπορεί να αναγνωρίσει τον εν λόγω κεντρικό αντισυμβαλλόμενο μόνον όταν, επιπλέον των όρων που αναφέρονται στο άρθρο 25 παράγραφος 2 στοιχεία α), β), γ) και δ), πληρούνται οι ακόλουθοι όροι:

α) ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος συμμορφώνεται, τη στιγμή της αναγνώρισης, και στη συνέχεια σε συνεχή βάση, με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο άρθρο 16, καθώς και στους τίτλους IV και V. H ΕΑΚΑΑ λαμβάνει υπόψη, σύμφωνα με το άρθρο 25α παράγραφος 2, τον βαθμό στον οποίο η συμμόρφωση ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου με τις εν λόγω απαιτήσεις καλύπτεται από τη συμμόρφωση του κεντρικού αντισυμβαλλομένου με τις συγκρίσιμες απαιτήσεις που εφαρμόζονται στην τρίτη χώρα·

β) μετά τη διαβούλευση που αναφέρεται στην παράγραφο 3 στοιχείο στ), οι κεντρικές τράπεζες έκδοσης που αναφέρονται σε αυτό έχουν παράσχει στην ΕΑΚΑΑ γραπτή επιβεβαίωση, εντός 180 ημερών από την υποβολή της αίτησης, ότι ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις που επιβάλλονται από τις εν λόγω κεντρικές τράπεζες έκδοσης κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους της νομισματικής πολιτικής. Όταν η οικεία τράπεζα έκδοσης δεν έχει παράσχει γραπτή απάντηση στην ΕΑΚΑΑ εντός της προθεσμίας, η ΕΑΚΑΑ μπορεί να θεωρεί αυτήν την απαίτηση ως εκπληρωμένη·

γ) ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος έχει παράσχει στην ΕΑΚΑΑ την άνευ όρων γραπτή συναίνεσή του, υπογεγραμμένη από τον νόμιμο εκπρόσωπο του κεντρικού αντισυμβαλλομένου, να παράσχει εντός 72 ωρών μετά τη γνωστοποίηση αιτήματος από την ΕΑΚΑΑ, οποιαδήποτε έγγραφα, αρχεία, πληροφορίες και δεδομένα που τηρούνται από τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο ανά πάσα στιγμή, και ότι η ΕΑΚΑΑ μπορεί να έχει πρόσβαση οποτεδήποτε στους επαγγελματικούς χώρους του κεντρικού αντισυμβαλλομένου, καθώς και μια αιτιολογημένη νομική γνώμη από ανεξάρτητο νομικό εμπειρογνώμονα ότι η παρεχόμενη συναίνεση είναι έγκυρη και εκτελεστή δυνάμει των οικείων εφαρμοστέων νόμων·

δ) ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος έχει θέσει σε εφαρμογή όλα τα αναγκαία μέτρα και τις διαδικασίες για να εξασφαλίσει την αποτελεσματική συμμόρφωση με τις απαιτήσεις που ορίζονται στα στοιχεία α) και γ)·

ε) η Επιτροπή δεν έχει εκδώσει εκτελεστική πράξη σύμφωνα με την παράγραφο 2γ.

2γ. Η ΕΑΚΑΑ, σε συμφωνία με τις οικείες κεντρικές τράπεζες έκδοσης και ανάλογα με τον βαθμό της συστημικής σημασίας ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου σύμφωνα με την παράγραφο 2α, μπορεί να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος είναι τέτοιας ουσιώδους συστημικής σημασίας που η συμμόρφωση με τους όρους που τίθενται στην παράγραφο 2β δεν εξασφαλίζει επαρκώς τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ένωσης ή ενός ή περισσοτέρων από τα κράτη μέλη της, και δεν θα πρέπει, συνεπώς, να αναγνωριστεί. Στην περίπτωση αυτή, η ΕΑΚΑΑ συνιστά στην Επιτροπή να εκδώσει εκτελεστική πράξη που να επιβεβαιώνει ότι ο εν λόγω κεντρικός αντισυμβαλλόμενος δεν θα πρέπει να αναγνωριστεί σύμφωνα με την παράγραφο 2β.

Μετά την υποβολή της σύστασης που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, η Επιτροπή δύναται να εκδώσει εκτελεστική πράξη, στην οποία να δηλώνει ότι ο εν λόγω κεντρικός αντισυμβαλλόμενος δεν αναγνωρίζεται δυνάμει της παραγράφου 2β και μπορεί να παρέχει υπηρεσίες εκκαθάρισης στην Ένωση, μόνον αφότου του έχει χορηγηθεί άδεια λειτουργίας σύμφωνα με το άρθρο 14.»

α)    Η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5. Η ΕΑΚΑΑ, μετά από διαβούλευση με τις αρχές και τις οντότητες που προβλέπονται στην παράγραφο 3, επανεξετάζει την αναγνώριση του κεντρικού αντισυμβαλλομένου που είναι εγκατεστημένος σε τρίτη χώρα, σε περίπτωση επέκτασης των δραστηριοτήτων και των υπηρεσιών του εν λόγω κεντρικού αντισυμβαλλομένου στην Ένωση, και σε κάθε περίπτωση τουλάχιστον κάθε δύο έτη. Η επανεξέταση αυτή διενεργείται σύμφωνα με τις παραγράφους 2, 3 και 4.»

β)    Η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6. Η Επιτροπή δύναται να εκδώσει εκτελεστική πράξη βάσει του άρθρου 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011, και να ορίσει τα ακόλουθα:

α) ότι οι νομικές και εποπτικές απαιτήσεις μιας τρίτης χώρας εξασφαλίζουν ότι ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος που αδειοδοτήθηκε στην εν λόγω τρίτη χώρα συμμορφώνεται σε συνεχή βάση με τις νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις που είναι ισοδύναμες με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στον τίτλο V του παρόντος κανονισμού·

β) ότι οι εν λόγω κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι υπόκεινται σε αποτελεσματική εποπτεία και επιβολή στην εν λόγω τρίτη χώρα σε συνεχή βάση·

γ) ότι το νομικό πλαίσιο της εν λόγω τρίτης χώρας προβλέπει αποτελεσματικό σύστημα ισοδυναμίας για την αναγνώριση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων που είναι αδειοδοτημένοι δυνάμει νομικών καθεστώτων τρίτων χωρών.

Η Επιτροπή μπορεί να εξαρτήσει την εφαρμογή της εκτελεστικής πράξης που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο από την αποτελεσματική εκπλήρωση της απαίτησης που καθορίζεται εκεί από τρίτη χώρα σε συνεχή βάση, και από την ικανότητα της ΕΑΚΑΑ να ασκεί τις αρμοδιότητές της όσον αφορά τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών που αναγνωρίζονται βάσει των παραγράφων 2 και 2β ή όσον αφορά την παρακολούθηση που αναφέρεται στην παράγραφο 6β, συμπεριλαμβανομένης της συμφωνίας και της εφαρμογής των ρυθμίσεων συνεργασίας που αναφέρονται στην παράγραφο 7.»

α)    Παρεμβάλλονται οι ακόλουθες παράγραφοι 6α και 6β:

«6α. Η Επιτροπή δύναται να εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, σύμφωνα με το άρθρο 82, για να προσδιορίσει περαιτέρω τα κριτήρια που αναφέρονται στην παράγραφο 6 στοιχεία α), β) και γ).

6β. Η ΕΑΚΑΑ παρακολουθεί τις ρυθμιστικές και εποπτικές εξελίξεις στις τρίτες χώρες για τις οποίες έχουν εκδοθεί εκτελεστικές πράξεις δυνάμει της παραγράφου 6.

Όταν η ΕΑΚΑΑ εντοπίζει οποιαδήποτε ρυθμιστική ή εποπτική εξέλιξη στις εν λόγω τρίτες χώρες που μπορεί να έχει αντίκτυπο στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ένωσης ή ενός ή περισσοτέρων από τα κράτη μέλη της, ενημερώνει την Επιτροπή εμπιστευτικά και χωρίς καθυστέρηση.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει εμπιστευτική αναφορά στην Επιτροπή όσον αφορά τις ρυθμιστικές και εποπτικές εξελίξεις στις τρίτες χώρες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, σε ετήσια βάση.»

β)    Στην παράγραφο 7, η πρώτη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«7. Η ΕΑΚΑΑ προβαίνει σε αποτελεσματικές ρυθμίσεις συνεργασίας με τις σχετικές αρμόδιες αρχές τρίτων χωρών των οποίων το νομοθετικό και εποπτικό πλαίσιο έχει αναγνωριστεί ως ισοδύναμο με τον παρόντα κανονισμό σύμφωνα με την παράγραφο 6.»

γ)    Στην παράγραφο 7, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο ε):

«δ) τις διαδικασίες που αφορούν τον συντονισμό των εποπτικών δραστηριοτήτων, που περιλαμβάνουν τη συμφωνία των αρχών της τρίτης χώρας να επιτρέπονται οι έρευνες και οι επιτόπιες επιθεωρήσεις, σύμφωνα με τα άρθρα 25δ και 25ε, αντιστοίχως·

ε) τις αναγκαίες διαδικασίες για την αποτελεσματική παρακολούθηση των ρυθμιστικών και εποπτικών εξελίξεων σε τρίτη χώρα.»

10.    Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα 25α, 25β, 25γ, 25δ, 25ε, 25στ, 25ζ, 25η, 25θ, 25ι, 25ια, 25ιβ, 25ιγ, 25ιδ:

«Άρθρο 25α
Συγκρίσιμη συμμόρφωση

1. Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος που αναφέρεται στο άρθρο 25 παράγραφος 2β στοιχείο α) μπορεί να υποβάλλει αιτιολογημένο αίτημα να αξιολογήσει η ΕΑΚΑΑ τη συγκρίσιμη συμμόρφωσή του με τις απαιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 25 παράγραφος 2β στοιχείο α) και ορίζονται στο άρθρο 16 και στους τίτλους IV και V.

2. Το αίτημα που αναφέρεται στην παράγραφο 1 παρέχει την πραγματική βάση για τη διαπίστωση της συγκρισιμότητας, και τους λόγους για τους οποίους η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις που εφαρμόζονται στην τρίτη χώρα πληροί τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 16 και στους τίτλους IV και V.

3. Η Επιτροπή, προκειμένου να εξασφαλίσει ότι η αξιολόγηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 αντικατοπτρίζει αποτελεσματικά τους κανονιστικούς στόχους των απαιτήσεων που ορίζονται στο άρθρο 16 και στους τίτλους IV και V, και προς το συμφέρον της Ένωσης, ως σύνολο, εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη για να προσδιορίσει τα ακόλουθα:

α) τα ελάχιστα προς αξιολόγηση στοιχεία για τους τους σκοπούς της παραγράφου 1·

β) τους τρόπους και τους όρους διενέργειας της αξιολόγησης.

Η Επιτροπή εκδίδει την κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η οποία αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, σύμφωνα με το άρθρο 82.

Άρθρο 25β

Συνεχής συμμόρφωση με τους όρους για αναγνώριση

1. Η ΕΑΚΑΑ είναι υπεύθυνη για την επιτέλεση των καθηκόντων που απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό για την εποπτεία, σε συνεχή βάση, της συμμόρφωσης των αναγνωρισμένων κεντρικών αντισυμβαλλομένων κατηγορίας 2 με τις απαιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 25 παράγραφος 2β στοιχείο α).

Η ΕΑΚΑΑ απαιτεί την επιβεβαίωση από κάθε κεντρικό αντισυμβαλλόμενο κατηγορίας 2, τουλάχιστον επί ετήσιας βάσης, ότι οι απαιτήσεις που αναφέρονται άρθρο 25 παράγραφος 2β στοιχεία α), β), γ), δ) και ε) εξακολουθούν να πληρούνται.

Όταν μια κεντρική τράπεζα έκδοσης που αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 2 στοιχείο η) θεωρεί ότι κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κατηγορίας 2 δεν πληροί πλέον τον όρο που αναφέρεται στο άρθρο 25 παράγραφος 2β στοιχείο β), ειδοποιεί αμέσως την ΕΑΚΑΑ.

2. Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει και υποβάλλει σχέδια αποφάσεων στην κεντρική τράπεζα έκδοσης του οικείου νομίσματος που αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 2 στοιχείο η), πριν εκδώσει οποιαδήποτε απόφαση σύμφωνα με τα άρθρα 41, 44, 46, 50, και 54.

Η ΕΑΚΑΑ λαμβάνει, σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, τη συναίνεση της κεντρικής τράπεζας έκδοσης όσον αφορά οποιαδήποτε πτυχή των εν λόγω αποφάσεων όσον αφορά την εκτέλεση των καθηκόντων τους της νομισματικής πολιτικής. Η συναίνεση της κεντρικής τράπεζας έκδοσης που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο θεωρείται ότι έχει δοθεί, εκτός αν προτείνει τροποποιήσεις ή αντιτάσσεται στο σχέδιο απόφασης, εντός 15 ημερολογιακών ημερών αφότου έχει ενημερωθεί για την απόφαση αυτή. Σε περίπτωση που η κεντρική τράπεζα έκδοσης προτείνει τροποποιήσεις ή αντιτάσσεται σε σχέδιο απόφασης, παρέχει γραπτώς πλήρη και λεπτομερή αιτιολόγηση.

Σε περίπτωση που η οικεία κεντρική τράπεζα έκδοσης αντιτάσσεται στο σχέδιο απόφασης, η ΕΑΚΑΑ δεν το εκδίδει. Όταν η κεντρική τράπεζα έκδοσης προτείνει τροποποιήσεις, η ΕΑΚΑΑ μπορεί να εκδώσει την απόφαση μόνον όπως τροποποιήθηκε από την εν λόγω κεντρική τράπεζα έκδοσης.

3. Η ΕΑΚΑΑ διενεργεί εκτιμήσεις της αντοχής των κεντρικών αντισυμβαλλομένων σε αντίξοες εξελίξεις της αγοράς, σύμφωνα με το άρθρο 32 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

Άρθρο 25γ

Αιτήματα για παροχή πληροφοριών

1. Η ΕΑΚΑΑ δύναται, με απλή αίτηση ή με απόφαση, να ζητήσει από αναγνωρισμένους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και σχετιζόμενους με αυτούς τρίτους, στους οποίους οι εν λόγω κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι ανέθεσαν λειτουργικά καθήκοντα ή δραστηριότητες, να παράσχουν κάθε πληροφορία που είναι αναγκαία ώστε η ΕΑΚΑΑ να μπορέσει να εκτελέσει τα καθήκοντά της σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

2. Κατά τη διαβίβαση απλής αίτησης για παροχή πληροφοριών δυνάμει της παραγράφου 1, η ΕΑΚΑΑ αναφέρει όλα τα ακόλουθα:

α) την παραπομπή στο παρόν άρθρο ως νομική βάση της αίτησης·

β) τον σκοπό της αίτησης·

γ) τις απαιτούμενες πληροφορίες·

δ) το χρονικό όριο για την παροχή των πληροφοριών·

ε) πληροφορεί το πρόσωπο από το οποίο ζητούνται οι πληροφορίες ότι δεν υφίσταται υποχρέωση παροχής πληροφοριών, αλλά ότι, σε περίπτωση εκούσιας απάντησης στην αίτηση, οι παρεχόμενες πληροφορίες δεν πρέπει να είναι ανακριβείς ή παραπλανητικές·

στ) το πρόστιμο που προβλέπεται στο άρθρο 25ζ σε συνδυασμό με το στοιχείο α) του τμήματος V του παραρτήματος ΙΙΙ, στην περίπτωση που οι απαντήσεις στα υποβληθέντα ερωτήματα είναι ανακριβείς ή παραπλανητικές.

3. Όταν απαιτεί την παροχή των πληροφοριών αυτών σύμφωνα με την παράγραφο 1 με απόφαση, η ΕΑΚΑΑ αναφέρει όλα τα ακόλουθα:

α) την παραπομπή στο παρόν άρθρο ως νομική βάση της αίτησης·

β) τον σκοπό της αίτησης·

γ) τις απαιτούμενες πληροφορίες·

δ) το χρονικό όριο για την παροχή των πληροφοριών·

ε) τις περιοδικές χρηματικές ποινές που προβλέπονται στο άρθρο 25η, στην περίπτωση ελλιπούς παροχής των απαιτούμενων πληροφοριών·

στ) το πρόστιμο που προβλέπεται στο άρθρο 25ζ σε συνδυασμό με το στοιχείο α) του τμήματος V του παραρτήματος ΙΙΙ, στην περίπτωση που οι απαντήσεις στα υποβληθέντα ερωτήματα είναι ανακριβείς ή παραπλανητικές· και

ζ) το δικαίωμα για προσβολή της απόφασης ενώπιον του συμβουλίου προσφυγών της ΕΑΚΑΑ και για υποβολή αίτησης επανεξέτασης της απόφασης από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης («Δικαστήριο»), σύμφωνα με τα άρθρα 60 και 61 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

4. Τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ή οι εκπρόσωποί τους και, στην περίπτωση προσώπων ή ενώσεων χωρίς νομική προσωπικότητα, τα εξουσιοδοτημένα από τον νόμο ή από το καταστατικό τους πρόσωπα που τους εκπροσωπούν παρέχουν τις ζητούμενες πληροφορίες. Τις πληροφορίες είναι δυνατόν να παρέχουν δεόντως εξουσιοδοτημένοι δικηγόροι για λογαριασμό των πελατών τους. Οι τελευταίοι εξακολουθούν να ευθύνονται πλήρως για την παροχή ανακριβών, ελλιπών ή παραπλανητικών πληροφοριών.

5. Η ΕΑΚΑΑ αποστέλλει αμελλητί αντίγραφο της απλής αίτησης ή της απόφασής της στην αρμόδια αρχή της τρίτης χώρας όπου κατοικούν ή είναι εγκατεστημένα τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και τα οποία σχετίζονται με την αίτηση πληροφοριών.

Άρθρο 25δ

Γενικές έρευνες

1. Για την εκτέλεση των καθηκόντων της σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, η ΕΑΚΑΑ μπορεί να διεξάγει τις αναγκαίες έρευνες κεντρικών αντισυμβαλλομένων κατηγορίας 2. Για αυτόν τον σκοπό, οι υπάλληλοι και άλλα πρόσωπα εξουσιοδοτημένα από την ΕΑΚΑΑ έχουν την εξουσία:

α) να εξετάζουν οποιαδήποτε αρχεία, δεδομένα, διαδικασίες και κάθε άλλο υλικό συναφές με την εκτέλεση των καθηκόντων της, ανεξαρτήτως του μέσου στο οποίο αποθηκεύονται·

β) να λαμβάνουν ή να αποκτούν πιστοποιημένα αντίγραφα ή αποσπάσματα από αυτά τα αρχεία, τα δεδομένα, τις διαδικασίες και άλλο υλικό·

γ) να καλούν και να ζητούν από κεντρικούς αντισυμβαλλομένους κατηγορίας 2 ή τους εκπροσώπους τους ή τα μέλη του προσωπικού τους προφορικές ή γραπτές εξηγήσεις σχετικά με γεγονότα ή έγγραφα που αφορούν το αντικείμενο και τον σκοπό της επιθεώρησης και να καταγράφουν τις απαντήσεις·

δ) να εξετάζουν κάθε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο που συναινεί να ερωτηθεί με σκοπό τη συγκέντρωση πληροφοριών σχετικά με το αντικείμενο της έρευνας·

ε) να ζητούν αρχεία τηλεφωνικών κλήσεων και διαβίβασης δεδομένων.

2. Οι υπάλληλοι και άλλα πρόσωπα που εξουσιοδοτούνται από την ΕΑΚΑΑ για τους σκοπούς των ερευνών, κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 1, ασκούν τις εξουσίες τους επιδεικνύοντας έγγραφη εξουσιοδότηση που ορίζει το αντικείμενο και τον σκοπό της έρευνας. Στην εν λόγω εξουσιοδότηση επισημαίνονται, επίσης, οι περιοδικές χρηματικές ποινές που προβλέπονται στο άρθρο 25η, σε περίπτωση που τα απαιτούμενα αρχεία, δεδομένα, διαδικασίες ή άλλο υλικό, ή οι απαντήσεις σε ερωτήσεις που υποβάλλονται σε κεντρικούς αντισυμβαλλομένους κατηγορίας 2 δεν παρέχονται ή είναι ελλιπείς, καθώς και τα πρόστιμα που προβλέπονται στο άρθρο 25στ σε συνδυασμό με το παράρτημα ΙΙΙ ενότητα V στοιχείο β), σε περίπτωση που οι απαντήσεις στις ερωτήσεις που υποβάλλονται σε κεντρικούς αντισυμβαλλομένους κατηγορίας 2 είναι ανακριβείς ή παραπλανητικές.

3. Οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι κατηγορίας 2 υποβάλλονται σε έρευνες που κινούνται βάσει απόφασης της ΕΑΚΑΑ. Η απόφαση προσδιορίζει το αντικείμενο και τον σκοπό της έρευνας, τις περιοδικές χρηματικές ποινές που προβλέπονται στο άρθρο 25η, τα ένδικα μέσα που διατίθενται δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010, καθώς και το δικαίωμα επανεξέτασης της απόφασης από το Δικαστήριο.

4. Πριν ενημερώσει τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους κατηγορίας 2, η ΕΑΚΑΑ ενημερώνει την αρμόδια αρχή τρίτης χώρας, στην οποία πρόκειται να διεξαχθεί η έρευνα, σχετικά με την έρευνα και την ταυτότητα των εξουσιοδοτημένων προσώπων. Οι υπάλληλοι της αρμόδιας αρχής τρίτης χώρας δύνανται, κατόπιν αιτήματος της ΕΑΚΑΑ, να επικουρούν τα εν λόγω εξουσιοδοτημένα πρόσωπα στην εκτέλεση των καθηκόντων τους. Υπάλληλοι της αρμόδιας αρχής τρίτης χώρας δύνανται επίσης να παρίστανται στις έρευνες. Οι έρευνες σύμφωνα με το παρόν άρθρο διεξάγονται υπό τον όρο ότι η αρμόδια αρχή τρίτης χώρας δεν αντιτίθεται σε αυτές.

5. Εάν για οποιοδήποτε από τα αιτήματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, απαιτείται άδεια δικαστικής αρχής σύμφωνα με την ισχύουσα εθνική νομοθεσία, ζητείται η άδεια αυτή. Η άδεια αυτή μπορεί, επίσης, να ζητείται ως προληπτικό μέτρο.

Άρθρο 25ε

Επιτόπιες επιθεωρήσεις

1. Για την εκτέλεση των καθηκόντων της σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, η ΕΑΚΑΑ μπορεί να διεξάγει όλες τις αναγκαίες επιτόπιες επιθεωρήσεις σε οποιονδήποτε επαγγελματικό χώρο κεντρικών αντισυμβαλλομένων κατηγορίας 2. Η σχετική κεντρική τράπεζα έκδοσης καλείται να συμμετάσχει σε τέτοιες επιτόπιες επιθεωρήσεις.

2. Οι υπάλληλοι και άλλα πρόσωπα εξουσιοδοτημένα από την ΕΑΚΑΑ για τη διεξαγωγή επιτόπιας επιθεώρησης μπορούν να εισέρχονται σε οποιονδήποτε επαγγελματικό ή άλλο χώρο των νομικών προσώπων για τα οποία έχει εκδοθεί απόφαση έρευνας από την ΕΑΚΑΑ, διαθέτουν δε όλες τις εξουσίες που ορίζονται στο άρθρο 25δ παράγραφος 1. Διαθέτουν, επίσης, την εξουσία να σφραγίζουν οποιεσδήποτε επαγγελματικές εγκαταστάσεις και βιβλία ή αρχεία κατά την περίοδο της επιθεώρησης και στην έκταση που είναι αναγκαίο για αυτήν.

3. Σε εύθετο χρόνο πριν από την επιθεώρηση, η ΕΑΚΑΑ ενημερώνει για την επιθεώρηση τη σχετική αρμόδια αρχή της τρίτης χώρας στην οποία πρόκειται να πραγματοποιηθεί η επιθεώρηση. Η ΕΑΚΑΑ μπορεί να διεξάγει την επιτόπια επιθεώρηση, αφού ενημερώσει τη σχετική αρμόδια αρχή τρίτης χώρας, χωρίς να ειδοποιείται προηγουμένως ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος, όταν αυτό απαιτείται για την ορθή διεξαγωγή και την αποτελεσματικότητα των επιθεωρήσεων. Οι επιθεωρήσεις σύμφωνα με το παρόν άρθρο διεξάγονται υπό τον όρο ότι η σχετική αρχή τρίτης χώρας έχει επιβεβαιώσει ότι δεν αντιτίθεται στις εν λόγω επιθεωρήσεις.

Οι υπάλληλοι και άλλα πρόσωπα εξουσιοδοτημένα από την ΕΑΚΑΑ για τη διεξαγωγή επιτόπιας επιθεώρησης ασκούν τις εξουσίες τους επιδεικνύοντας έγγραφη εξουσιοδότηση, που ορίζει το αντικείμενο και τον σκοπό της επιθεώρησης, καθώς και τις περιοδικές χρηματικές ποινές που προβλέπονται στο άρθρο 25η, εφόσον τα οικεία πρόσωπα δεν δέχονται την επιθεώρηση.

4. Οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι κατηγορίας 2 υποβάλλονται σε επιτόπιες επιθεωρήσεις που διατάσσονται με απόφαση της ΕΑΚΑΑ. Η απόφαση προσδιορίζει το αντικείμενο και τον σκοπό της επιθεώρησης, καθορίζει την προγραμματισμένη ημερομηνία έναρξής της και αναφέρει τις περιοδικές χρηματικές ποινές που προβλέπονται στο άρθρο 25η, τα ένδικα μέσα που προσφέρονται στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010, καθώς και το δικαίωμα επανεξέτασης της απόφασης από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

5. Υπάλληλοι της αρμόδιας αρχής της τρίτης χώρας όπου πρόκειται να πραγματοποιηθεί η επιθεώρηση, καθώς και εκείνοι που εξουσιοδοτούνται ή ορίζονται από αυτήν, δύνανται να επικουρούν ενεργά, κατόπιν αιτήματος της ΕΑΚΑΑ, τους υπαλλήλους και άλλα πρόσωπα που εξουσιοδοτούνται από την ΕΑΚΑΑ. Υπάλληλοι της αρμόδιας αρχής τρίτης χώρας δύνανται, επίσης, να παρίστανται στις επιτόπιες επιθεωρήσεις.

6. Η ΕΑΚΑΑ μπορεί, επίσης, να ζητήσει από τις αρμόδιες αρχές τρίτων χωρών να εκτελέσουν εκ μέρους της ειδικά ερευνητικά καθήκοντα και να πραγματοποιήσουν επιτόπιες επιθεωρήσεις, όπως προβλέπεται στο παρόν άρθρο και στο άρθρο 25δ παράγραφος 1.

7. Στην περίπτωση που οι υπάλληλοι και άλλα συνοδεύοντα πρόσωπα, εξουσιοδοτημένα από την ΕΑΚΑΑ, θεωρούν ότι κάποιο πρόσωπο αντιτίθεται σε επιθεώρηση που έχει διαταχθεί σύμφωνα με το παρόν άρθρο, η οικεία αρμόδια αρχή τρίτης χώρας δύναται να τους παράσχει την αναγκαία συνδρομή, αιτούμενη, κατά περίπτωση, τη συνδρομή της αστυνομίας ή ισότιμης αρχής επιβολής του νόμου, ώστε να τους επιτρέψει να πραγματοποιήσουν την επιτόπια επιθεώρησή τους.

8. Εάν, σύμφωνα με την ισχύουσα εθνική νομοθεσία, απαιτείται άδεια δικαστικής αρχής για την επιτόπια επιθεώρηση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 ή για τη συνδρομή που προβλέπεται στην παράγραφο 7, ζητείται η άδεια αυτή. Η άδεια αυτή μπορεί, επίσης, να ζητείται ως προληπτικό μέτρο.

Άρθρο 25στ

Κανόνες σχετικά με τη διαδικασία λήψης εποπτικών μέτρων και επιβολής προστίμων

1. Εάν, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της δυνάμει του παρόντος κανονισμού, η ΕΑΚΑΑ διαπιστώσει σοβαρές ενδείξεις πιθανής ύπαρξης περιστατικών δυνάμενων να συνιστούν διάπραξη μίας ή περισσότερων από τις παραβάσεις που απαριθμούνται στο παράρτημα ΙΙΙ, διορίζει ανεξάρτητο πραγματογνώμονα εντός της ΕΑΚΑΑ προκειμένου να ερευνήσει το θέμα. Ο διορισμένος πραγματογνώμονας δεν πρέπει να συμμετέχει ούτε να έχει συμμετάσχει άμεσα ή έμμεσα στην αναγνώριση ή στη διαδικασία εποπτείας του σχετικού κεντρικού αντισυμβαλλομένου, ασκεί δε τα καθήκοντά του ανεξάρτητα από την ΕΑΚΑΑ.

2. Ο πραγματογνώμονας ερευνά τις εικαζόμενες παραβάσεις, λαμβάνοντας υπ’ όψιν οποιεσδήποτε παρατηρήσεις διατυπώσουν τα υπό έρευνα πρόσωπα, και υποβάλλει πλήρη φάκελο με τα πορίσματά του στην ΕΑΚΑΑ.

Για την εκτέλεση των καθηκόντων του, ο πραγματογνώμονας δύναται να ασκεί το δικαίωμα υποβολής αιτήματος για παροχή πληροφοριών σύμφωνα με το άρθρο 25γ και να διενεργεί έρευνες και επιτόπιες επιθεωρήσεις σύμφωνα με τα άρθρα 25δ και 25ε. Κατά την άσκηση των δικαιωμάτων αυτών, ο πραγματογνώμονας τηρεί τις διατάξεις του άρθρου 25γ παράγραφος 4.

Κατά την άσκηση των καθηκόντων του, ο πραγματογνώμονας έχει πρόσβαση σε όλα τα έγγραφα και τις πληροφορίες που συλλέγει η ΕΑΚΑΑ κατά τις δραστηριότητές της.

3. Κατά την ολοκλήρωση της έρευνας και πριν από την υποβολή του φακέλου των πορισμάτων του στην ΕΑΚΑΑ, ο πραγματογνώμονας δίνει στα υπό έρευνα πρόσωπα τη δυνατότητα ακρόασης σχετικά με τα ζητήματα που ερευνώνται. Ο πραγματογνώμονας βασίζει τα πορίσματά του μόνο σε γεγονότα για τα οποία οι ενδιαφερόμενοι είχαν την ευκαιρία να διατυπώσουν παρατηρήσεις.

Κατά τη διεξαγωγή των ερευνών σύμφωνα με το παρόν άρθρο, διασφαλίζονται πλήρως τα δικαιώματα της υπεράσπισης των προσώπων που αφορά η έρευνα.

4. Όταν υποβάλλει τον φάκελο των πορισμάτων του στην ΕΑΚΑΑ, ο πραγματογνώμονας ενημερώνει σχετικώς τα υπό έρευνα πρόσωπα. Τα πρόσωπα αυτά έχουν δικαίωμα να αποκτούν γνώση του φακέλου, με την επιφύλαξη του έννομου συμφέροντος άλλων προσώπων για προστασία του επιχειρηματικού απορρήτου τους. Το δικαίωμα πρόσβασης στον φάκελο δεν καλύπτει εμπιστευτικές πληροφορίες που αφορούν τρίτους.

5. Βάσει του φακέλου που περιέχει τα πορίσματα του πραγματογνώμονα και, εφόσον ζητηθεί από τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα, κατόπιν ακρόασης των υπό έρευνα προσώπων σύμφωνα με το άρθρο 25θ, η ΕΑΚΑΑ αποφαίνεται αν τα υπό έρευνα πρόσωπα έχουν διαπράξει μία ή περισσότερες από τις παραβάσεις που απαριθμούνται στο παράρτημα ΙΙΙ και, σε περίπτωση που αποφανθεί ότι έχει διαπραχθεί παράβαση, λαμβάνει εποπτικό μέτρο σύμφωνα με το άρθρο 25ιδ και επιβάλλει πρόστιμο σύμφωνα με το άρθρο 25ζ.

6. Ο πραγματογνώμονας δεν συμμετέχει στις συσκέψεις της ΕΑΚΑΑ ούτε παρεμβαίνει καθ’ οιονδήποτε τρόπο στη διαδικασία λήψης αποφάσεων της ΕΑΚΑΑ.

7. Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 82, για να διευκρινίσει περαιτέρω τους κανόνες για τη διαδικασία άσκησης του δικαιώματος επιβολής προστίμων ή περιοδικών χρηματικών ποινών, συμπεριλαμβανομένων διατάξεων σχετικά με το δικαίωμα της υπεράσπισης, προσωρινών διατάξεων και διατάξεων για την είσπραξη προστίμων ή περιοδικών χρηματικών ποινών, καθώς και των προθεσμιών για την επιβολή και την εκτέλεση των ποινών.

8. Εάν η ΕΑΚΑΑ, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της δυνάμει του παρόντος κανονισμού, διαπιστώσει σοβαρές ενδείξεις πιθανής ύπαρξης περιστατικών δυνάμενων να συνιστούν ποινικό αδίκημα, παραπέμπει την υπόθεση στις ενδεδειγμένες αρχές για έρευνα και πιθανή ποινική δίωξη, προκειμένου να ασκηθεί ποινική δίωξη. Επιπροσθέτως, η ΕΑΚΑΑ δεν επιβάλλει πρόστιμα ή περιοδικές χρηματικές ποινές, εάν προγενέστερη αθώωση ή καταδίκη βάσει πανομοιότυπων περιστατικών ή βάσει περιστατικών που είναι κατ’ ουσία τα ίδια έχει ήδη αποκτήσει ισχύ δεδικασμένου κατόπιν ποινικής διαδικασίας βάσει του εθνικού δικαίου.

Άρθρο 25ζ

Πρόστιμα

1. Εάν, σύμφωνα με το άρθρο 25στ παράγραφος 5, η ΕΑΚΑΑ διαπιστώσει ότι ένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος έχει διαπράξει, εκ προθέσεως ή εξ αμελείας, μία από τις παραβάσεις που απαριθμούνται στο παράρτημα ΙΙΙ, εκδίδει απόφαση για την επιβολή προστίμου, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.

Θεωρείται ότι έχει διαπραχθεί εκ προθέσεως παράβαση από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, εάν η ΕΑΚΑΑ διαπιστώσει αντικειμενικούς παράγοντες που αποδεικνύουν ότι ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος ή η ανώτερη διοίκησή του ενήργησαν εσκεμμένως προς διάπραξη της παράβασης.

2. Τα βασικά ποσά των προστίμων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 είναι μέχρι το διπλάσιο του ποσού των κερδών που αποκομίστηκαν ή των ζημιών που αποφεύχθηκαν εξαιτίας της παραβίασης, εφόσον μπορούν να καθοριστούν, ή έως το 10% του συνολικού ετήσιου κύκλου εργασιών, όπως ορίζεται στο σχετικό δίκαιο της Ένωσης, ενός νομικού προσώπου κατά την προηγούμενη οικονομική χρήση.

3. Τα βασικά ποσά που ορίζονται στην παράγραφο 2 προσαρμόζονται, εφόσον απαιτείται, λαμβανομένων υπόψη των επιβαρυντικών ή ελαφρυντικών παραγόντων σύμφωνα με τους σχετικούς συντελεστές του παραρτήματος ΙV.

Οι σχετικοί επιβαρυντικοί συντελεστές εφαρμόζονται έκαστος με τη σειρά του στο βασικό ποσό. Εάν εφαρμόζονται περισσότεροι του ενός επιβαρυντικοί συντελεστές, η διαφορά ανάμεσα στο βασικό ποσό και το ποσό που προκύπτει από την εφαρμογή εκάστου επιμέρους επιβαρυντικού συντελεστή προστίθεται στο βασικό ποσό.

Οι σχετικοί ελαφρυντικοί συντελεστές εφαρμόζονται έκαστος με τη σειρά του στο βασικό ποσό. Εάν εφαρμόζονται περισσότεροι του ενός ελαφρυντικοί συντελεστές, η διαφορά ανάμεσα στο βασικό ποσό και το ποσό που απορρέει από την εφαρμογή εκάστου επιμέρους ελαφρυντικού συντελεστή αφαιρείται από το βασικό ποσό.

4. Κατά παρέκκλιση από τις παραγράφους 2 και 3, το ύψος του προστίμου δεν υπερβαίνει το20 % του ετήσιου κύκλου εργασιών του κεντρικού αντισυμβαλλομένου κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος, όταν όμως ο εν λόγω κεντρικός αντισυμβαλλόμενος έχει επωφεληθεί οικονομικά άμεσα ή έμμεσα από την παράβαση, το ύψος του προστίμου πρέπει να είναι τουλάχιστον ίσο με αυτό το όφελος.

Εφόσον η πράξη ή παράλειψη ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου συνιστά περισσότερες από μία εκ των παραβάσεων που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙΙ, επιβάλλεται μόνο το ανώτερο πρόστιμο, το οποίο υπολογίζεται βάσει των παραγράφων 2 και 3 και αφορά μία εκ των εν λόγω παραβάσεων.

Άρθρο 25η

Περιοδικές χρηματικές ποινές

1. Η ΕΑΚΑΑ επιβάλλει, με απόφαση, περιοδικές χρηματικές ποινές, προκειμένου να υποχρεώσει:

α) έναν κεντρικό αντισυμβαλλόμενο κατηγορίας 2 να τερματίσει κάποια παράβαση, κατ’ εφαρμογή αποφάσεως που έχει ληφθεί δυνάμει του άρθρου 25ιδ παράγραφος 1 στοιχείο α)·

β) πρόσωπο που αναφέρεται στο άρθρο 25γ παράγραφος 1 να παράσχει πλήρεις πληροφορίες, οι οποίες έχουν ζητηθεί με απόφαση σύμφωνα με το άρθρο 25γ·

γ) έναν κεντρικό αντισυμβαλλόμενο κατηγορίας 2:

i) να υποβληθεί σε έρευνα και ειδικότερα να παράσχει πλήρη αρχεία, δεδομένα, διαδικασίες ή οποιοδήποτε άλλο απαιτούμενο υλικό, και να συμπληρώσει και να διορθώσει άλλες πληροφορίες που παρέχονται κατά τη διάρκεια έρευνας που έχει κινηθεί με απόφαση δυνάμει του άρθρου 25δ· ή

ii) να υποβληθεί σε επιτόπια επιθεώρηση που έχει διαταχθεί με απόφαση δυνάμει του άρθρου 25ε.

2. Η περιοδική χρηματική ποινή πρέπει να είναι αποτελεσματική και αναλογική. Το ποσό της περιοδικής χρηματικής ποινής επιβάλλεται για κάθε μέρα καθυστέρησης.

3. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2, το ποσό των περιοδικών χρηματικών ποινών ανέρχεται στο 3% του μέσου όρου του ημερήσιου κύκλου εργασιών κατά την προηγούμενη οικονομική χρήση ή, στην περίπτωση φυσικών προσώπων, στο 2% του μέσου όρου του ημερήσιου εισοδήματος κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος. Υπολογίζεται από την ημέρα που ορίζεται στην απόφαση επιβολής της περιοδικής χρηματικής ποινής.

4. Η περιοδική χρηματική ποινή επιβάλλεται για μέγιστη περίοδο έξι μηνών από την κοινοποίηση της απόφασης της ΕΑΚΑΑ. Μετά το πέρας της περιόδου αυτής, η ΕΑΚΑΑ επανεξετάζει το μέτρο.

Άρθρο 25θ

Ακρόαση των ενδιαφερόμενων προσώπων

1. Πριν από τη λήψη οιασδήποτε απόφασης επιβολής προστίμου ή περιοδικής χρηματικής ποινής δυνάμει των άρθρων 25ζ και 25η, η ΕΑΚΑΑ παρέχει τη δυνατότητα ακρόασης σχετικά με τα πορίσματά της στα πρόσωπα που υπόκεινται σε πειθαρχικές διαδικασίες. Η ΕΑΚΑΑ θεμελιώνει τις αποφάσεις της μόνο στα πορίσματα για τα οποία δόθηκε η δυνατότητα στα πρόσωπα που υπόκεινται σε πειθαρχικές διαδικασίες να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους.

2. Κατά τη διεξαγωγή της διαδικασίας, διασφαλίζονται πλήρως τα δικαιώματα της υπεράσπισης των προσώπων που υπόκεινται σε πειθαρχικές διαδικασίες. Αυτά έχουν το δικαίωμα να αποκτούν πρόσβαση στον φάκελο της ΕΑΚΑΑ, με την επιφύλαξη του έννομου συμφέροντος άλλων προσώπων για την προστασία του επιχειρηματικού απορρήτου τους. Το δικαίωμα πρόσβασης στον φάκελο δεν επεκτείνεται στις εμπιστευτικές πληροφορίες ή στα προπαρασκευαστικά έγγραφα εσωτερικής χρήσης της ΕΑΚΑΑ.

Άρθρο 25ι

Κοινοποίηση, φύση, επιβολή και κατανομή των προστίμων και των περιοδικών χρηματικών ποινών

1. Η ΕΑΚΑΑ δημοσιοποιεί κάθε πρόστιμο και περιοδική χρηματική ποινή που έχει επιβληθεί σύμφωνα με τα άρθρα 25ζ και 25η, εκτός εάν η δημοσιοποίηση αυτή θα έθετε σε σοβαρό κίνδυνο τις χρηματοοικονομικές αγορές ή θα προκαλούσε δυσανάλογη ζημία στα εμπλεκόμενα μέρη. Η κοινοποίηση αυτή δεν περιλαμβάνει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001.

2. Τα πρόστιμα και οι περιοδικές χρηματικές ποινές που επιβάλλονται σύμφωνα με τα άρθρα 25ζ και 25η είναι διοικητικής φύσης.

3. Στις περιπτώσεις που η ΕΑΚΑΑ αποφασίζει να μην επιβάλει πρόστιμα ή χρηματικές ποινές, ενημερώνει σχετικά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή και τις σχετικές αρμόδιες αρχές τρίτων χωρών και εκθέτει τους λόγους για την απόφασή της.

4. Τα πρόστιμα και οι περιοδικές χρηματικές ποινές που επιβάλλονται σύμφωνα με τα άρθρα 25ζ και 25η είναι εκτελεστά.

Την αναγκαστική εκτέλεση διέπουν οι κανόνες της πολιτικής δικονομίας που ισχύουν στο κράτος μέλος ή στην τρίτη χώρα όπου λαμβάνει χώρα η εκτέλεση.

5. Τα ποσά των προστίμων και των περιοδικών χρηματικών ποινών διοχετεύονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 25ια

Επανεξέταση από το Δικαστήριο

Το Δικαστήριο διαθέτει απεριόριστη δικαιοδοσία για την επανεξέταση των αποφάσεων με τις οποίες η ΕΑΚΑΑ επιβάλλει πρόστιμο ή περιοδική χρηματική ποινή. Δύναται να ακυρώσει, να μειώσει ή να επαυξήσει το πρόστιμο ή την περιοδική χρηματική ποινή που έχει επιβληθεί.

Άρθρο 25ιβ

Τροποποιήσεις του παραρτήματος IV

Προκειμένου να λαμβάνει υπόψη τις εξελίξεις των χρηματοπιστωτικών αγορών, η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει πράξεις κατ’ εξουσιοδότηση, σύμφωνα με το άρθρο 82, όσον αφορά μέτρα για την τροποποίηση του παραρτήματος ΙV.

Άρθρο 25ιγ

Ανάκληση αναγνώρισης

1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 25ιδ και με την επιφύλαξη των ακόλουθων παραγράφων, η ΕΑΚΑΑ ανακαλεί απόφαση αναγνώρισης που έχει εκδοθεί σύμφωνα με το άρθρο 25, όταν ο οικείος κεντρικός αντισυμβαλλόμενος:

α) δεν κάνει χρήση της αναγνώρισης εντός 6 μηνών, παραιτείται ρητώς από αυτήν ή δεν έχει παράσχει υπηρεσίες ή έχει παύσει να ασκεί δραστηριότητες για διάστημα μεγαλύτερο των έξι μηνών·

β) απέκτησε την αναγνώριση με ψευδείς δηλώσεις ή με οποιονδήποτε άλλο αντικανονικό τρόπο·

γ) δεν πληροί πλέον τους όρους αναγνώρισης σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 2β·

δ) η εκτελεστική πράξη που αναφέρεται στο άρθρο 25 παράγραφος 6 ανακαλείται ή αναστέλλεται ή δεν πληρούται πλέον οποιοσδήποτε από τους όρους που συνδέονται με αυτήν.

Η ΕΑΚΑΑ δύναται να περιορίσει την ανάκληση της αναγνώρισης σε συγκεκριμένη υπηρεσία, δραστηριότητα ή κατηγορία χρηματοπιστωτικών μέσων.

Κατά τον καθορισμό της ημερομηνίας έναρξης ισχύος της απόφασης ανάκλησης της αναγνώρισης, η ΕΑΚΑΑ προσπαθεί να ελαχιστοποιήσει τη διατάραξη της αγοράς.

2. Όταν η ΕΑΚΑΑ κρίνει ότι το κριτήριο που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο γ) πληρούται σε σχέση με έναν κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, η ΕΑΚΑΑ ενημερώνει τον εν λόγω κεντρικό αντισυμβαλλόμενο και τις αρχές των οικείων τρίτων χωρών, πριν από την ανάκληση απόφασης αναγνώρισης, και ζητεί να ληφθούν κατάλληλα μέτρα εντός συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος έως και 3 μηνών για να αποκατασταθεί η κατάσταση.

Όταν η ΕΑΚΑΑ διαπιστώσει ότι δεν είναι κατάλληλη η διορθωτική ενέργεια εντός του καθορισμένου χρονικού πλαισίου ή η ενέργεια που έχει αναληφθεί, ανακαλεί την απόφαση αναγνώρισης.

3. Η ΕΑΚΑΑ ενημερώνει, χωρίς αναίτια καθυστέρηση, την αρμόδια αρχή της οικείας τρίτης χώρας για την απόφαση ανάκλησης της αναγνώρισης αναγνωρισμένου κεντρικού αντισυμβαλλομένου.

4. Οποιαδήποτε από τις αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 25 παράγραφος 3, οι οποίες θεωρούν ότι πληρούται μία από τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, μπορεί να ζητήσει από την ΕΑΚΑΑ να εξετάσει αν πληρούνται οι όροι για την ανάκληση της αναγνώρισης ενός αναγνωρισμένου κεντρικού αντισυμβαλλομένου. Σε περίπτωση που η ΕΑΚΑΑ αποφασίσει να μην ανακαλέσει την καταχώριση του αναγνωρισμένου κεντρικού αντισυμβαλλομένου, οφείλει να παράσχει πλήρη αιτιολόγηση στην αιτούσα αρχή.

Άρθρο 25ιδ

Εποπτικά μέτρα

1. Εάν, σύμφωνα με το άρθρο 25στ παράγραφος 5, η ΕΑΚΑΑ διαπιστώσει ότι κεντρικός αντισυμβαλλόμενος κατηγορίας 2 έχει διαπράξει μία από τις παραβάσεις που απαριθμούνται στο παράρτημα ΙΙΙ, εκδίδει μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες αποφάσεις:

α) απαιτεί από τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο να τερματίσει την παράβαση·

β) επιβάλλει πρόστιμα, δυνάμει του άρθρου 25ζ·

γ) εκδίδει ανακοινώσεις·

δ) ανακαλεί την αναγνώριση κεντρικού αντισυμβαλλομένου, δυνάμει του άρθρου 25ιγ.

2. Όταν λαμβάνει τις κατά την παράγραφο 1 αποφάσεις, η ΕΑΚΑΑ λαμβάνει υπόψη τη φύση και τη βαρύτητα της παράβασης, λαμβάνοντας υπόψη τα ακόλουθα κριτήρια:

α) τη διάρκεια και τη συχνότητα της παράβασης·

β) το κατά πόσον η παράβαση έχει αποκαλύψει σοβαρές ή συστημικές αδυναμίες στις διαδικασίες του κεντρικού αντισυμβαλλομένου ή στα συστήματα διαχείρισής του ή στους εσωτερικούς ελέγχους του·

γ) αν ένα οικονομικό έγκλημα προκλήθηκε, διευκολύνθηκε ή μπορεί κατ’ άλλο τρόπο να συσχετιστεί με την παράβαση·

δ) το κατά πόσον η παράβαση διεπράχθη εκ προθέσεως ή εξ αμελείας.

3. Η ΕΑΚΑΑ κοινοποιεί, χωρίς αναίτια καθυστέρηση, κάθε απόφαση που ελήφθη βάσει της παραγράφου 1 στον ενδιαφερόμενο κεντρικό αντισυμβαλλόμενο και την ανακοινώνει στις αρμόδιες αρχές των οικείων τρίτων χωρών και στην Επιτροπή. Δημοσιοποιεί κάθε τέτοια απόφαση στον δικτυακό της τόπο, εντός 10 εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία λήψης της απόφασης.

Κατά τη δημοσιοποίηση της απόφασής της, όπως αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, η ΕΑΚΑΑ κοινοποιεί επίσης δημοσίως το δικαίωμα του κεντρικού αντισυμβαλλομένου να ασκήσει προσφυγή κατά της απόφασης αυτής, το γεγονός, κατά περίπτωση, ότι η προσφυγή αυτή έχει ασκηθεί, προσδιορίζοντας ότι η εν λόγω προσφυγή δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα, καθώς και ότι το όργανο εξέτασης προσφυγών της ΕΑΚΑΑ είναι δυνατόν να αναστείλει την εφαρμογή της προσβαλλόμενης απόφασης σύμφωνα με το άρθρο 60 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.»

11.    Το άρθρο 49 τροποποιείται ως εξής:

α)    Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος επανεξετάζει τακτικά τα μοντέλα και τις παραμέτρους που εφαρμόζονται για τον υπολογισμό των απαιτήσεών του για περιθώρια ασφαλείας, των εισφορών στο κεφάλαιο εκκαθάρισης, των απαιτήσεων παροχής ασφάλειας και άλλων μηχανισμών ελέγχου κινδύνων. Υποβάλλει τα μοντέλα σε αυστηρούς και συχνούς ελέγχους αντοχής σε ακραίες συνθήκες, προκειμένου να αξιολογήσει την ανθεκτικότητά τους σε ακραίες, αλλά εύλογες συνθήκες αγοράς και εκτελεί απολογιστικούς ελέγχους, προκειμένου να αξιολογήσει την αξιοπιστία της μεθοδολογίας που εφαρμόστηκε. Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος λαμβάνει ανεξάρτητη επικύρωση και ενημερώνει την αρμόδια για αυτόν αρχή και την ΕΑΚΑΑ για τα αποτελέσματα των δοκιμών που πραγματοποιήθηκαν και λαμβάνει την επικύρωση της αρμόδιας αρχής σύμφωνα με την παράγραφο 1α, πριν προβεί σε οποιαδήποτε σημαντική αλλαγή των μοντέλων και των παραμέτρων.

Για τα μοντέλα και τις παραμέτρους που εφαρμόζονται καθώς και για οποιαδήποτε σημαντική αλλαγή τους, εκδίδεται γνώμη από το σώμα, σύμφωνα με τις ακόλουθες παραγράφους.

Η ΕΑΚΑΑ εξασφαλίζει ότι οι πληροφορίες σχετικά με τα αποτελέσματα των ελέγχων αντοχής σε ακραίες συνθήκες διαβιβάζονται στις ΕΕΑ, στο ΕΣΚΤ και στο Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης, προκειμένου να τους επιτραπεί να εκτιμήσουν την έκθεση των χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων στην αθέτηση υποχρεώσεων των κεντρικών αντισυμβαλλομένων.»

β)    Προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι 1α, 1β, 1γ, 1δ, 1ε και 1στ:

«1α. Όταν ένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος προτίθεται να υιοθετήσει οποιαδήποτε σημαντική αλλαγή στα μοντέλα και τις παραμέτρους που αναφέρονται στην παράγραφο 1, αιτείται στην αρμόδια αρχή την επικύρωση της εν λόγω αλλαγής. Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος εσωκλείει ανεξάρτητη επικύρωση της προβλεπόμενης αλλαγής στην αίτησή του.

1β. Εντός 30 εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της αίτησης, η αρμόδια αρχή, σε διαβούλευση με την ΕΑΚΑΑ, διενεργεί αξιολόγηση κινδύνου του κεντρικού αντισυμβαλλομένου και υποβάλλει έκθεση στο σώμα που έχει συσταθεί σύμφωνα με το άρθρο 18.

1γ. Εντός 15 εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της έκθεσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1β, το σώμα γνωμοδοτεί με πλειοψηφία σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 3.

1δ. Εντός 60 εργάσιμων ημερών από τη λήψη της αίτησης που αναφέρεται στην παράγραφο 1α, η αρμόδια αρχή ενημερώνει εγγράφως τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, με πλήρη αιτιολόγηση, αν έχει χορηγηθεί η επικύρωση ή όχι.

1ε. Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος δύναται να μην υιοθετήσει καμία σημαντική αλλαγή στα μοντέλα και τις παραμέτρους που αναφέρονται στην παράγραφο 1, πριν λάβει την επικύρωση που αναφέρεται στην παράγραφο 5. Η αρμόδια αρχή του κεντρικού αντισυμβαλλομένου, σε συμφωνία με την ΕΑΚΑΑ, μπορεί να επιτρέψει την προσωρινή έγκριση σημαντικής αλλαγής των εν λόγω μοντέλων ή παραμέτρων, πριν από την επικύρωσή της, εφόσον είναι δεόντως αιτιολογημένη.

12.    Στο άρθρο 89, προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«3α. Η ΕΑΚΑΑ δεν ασκεί τις εξουσίες της δυνάμει του άρθρου 25 παράγραφοι 2α, 2β και 2γ έως την [να προστεθεί η ημερομηνία έναρξης ισχύος της κατ’ εξουσιοδότηση πράξης που αναφέρεται στην παράγραφο 3 δεύτερο εδάφιο του εν λόγω άρθρου]

3β. Η ΕΑΚΑΑ επανεξετάζει τις αποφάσεις αναγνώρισης που εγκρίθηκαν δυνάμει του άρθρου 25 παράγραφος 1 πριν από [την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού] εντός 12 μηνών από την έναρξη ισχύος της κατ’ εξουσιοδότηση πράξης που αναφέρεται στο άρθρο 25 παράγραφος 2α δεύτερο εδάφιο, σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 5.»

13.    Τα κείμενα του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού προστίθενται ως παραρτήματα III και IV.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο    Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος    [Ο Πρόεδρος][Η Πρόεδρος]

ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ

1.ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ/ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ

1.1.Τίτλος της πρότασης/πρωτοβουλίας

1.2.Σχετικοί τομείς πολιτικής στη δομή ΔΒΔ/ΠΒΔ

1.3.Χαρακτήρας της πρότασης/πρωτοβουλίας

1.4.Στόχος(-οι)

1.5.Αιτιολόγηση της πρότασης/πρωτοβουλίας

1.6.Διάρκεια και δημοσιονομικές επιπτώσεις

1.7.Προβλεπόμενος(-οι) τρόπος(-οι) διαχείρισης

2.ΜΕΤΡΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ

2.1.Διατάξεις στον τομέα της παρακολούθησης και της υποβολής εκθέσεων

2.2.Σύστημα διαχείρισης και ελέγχου

2.3.Μέτρα για την πρόληψη περιπτώσεων απάτης και παρατυπίας

3.ΕΚΤΙΜΩΜΕΝΕΣ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ/ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ

3.1.Τομέας(είς) του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου και γραμμή(ές) δαπανών του προϋπολογισμού που επηρεάζονται

3.2.Εκτιμώμενες επιπτώσεις στις δαπάνες

3.2.1.Συνοπτική παρουσίαση των εκτιμώμενων επιπτώσεων στις δαπάνες

3.2.2.Εκτιμώμενες επιπτώσεις στις επιχειρησιακές πιστώσεις

3.2.3.Εκτιμώμενες επιπτώσεις στις πιστώσεις διοικητικού χαρακτήρα

3.2.4.Συμβατότητα με το ισχύον πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο

3.2.5.Συμμετοχή τρίτων μερών στη χρηματοδότηση

3.3.Εκτιμώμενες επιπτώσεις στα έσοδα

ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ

1.ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ/ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ

1.1.Τίτλος της πρότασης/πρωτοβουλίας

1.2.Σχετικοί τομείς πολιτικής στη δομή ΔΒΔ/ΠΒΔ

1.3.Χαρακτήρας της πρότασης/πρωτοβουλίας

1.4.Στόχος(-οι)

1.5.Αιτιολόγηση της πρότασης/πρωτοβουλίας

1.6.Διάρκεια και δημοσιονομικές επιπτώσεις

1.7.Προβλεπόμενος(-οι) τρόπος(-οι) διαχείρισης

2.ΜΕΤΡΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ

2.1.Διατάξεις στον τομέα της παρακολούθησης και της υποβολής εκθέσεων

2.2.Σύστημα διαχείρισης και ελέγχου

2.3.Μέτρα για την πρόληψη περιπτώσεων απάτης και παρατυπίας

3.ΕΚΤΙΜΩΜΕΝΕΣ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ/ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ

3.1.Τομέας(είς) του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου και γραμμή(ές) δαπανών του προϋπολογισμού που επηρεάζονται

3.2.Εκτιμώμενες επιπτώσεις στις δαπάνες

3.2.1.Συνοπτική παρουσίαση των εκτιμώμενων επιπτώσεων στις δαπάνες

3.2.2.Εκτιμώμενες επιπτώσεις στις επιχειρησιακές πιστώσεις

3.2.3.Εκτιμώμενες επιπτώσεις στις πιστώσεις διοικητικού χαρακτήρα

3.2.4.Συμβατότητα με το ισχύον πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο

3.2.5.Συμμετοχή τρίτων μερών στη χρηματοδότηση

3.3.Εκτιμώμενες επιπτώσεις στα έσοδα

ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ

1.    ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ/ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ

1.1.    Τίτλος της πρότασης/πρωτοβουλίας

Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών) και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 όσον αφορά τις διαδικασίες για την αδειοδότηση κεντρικών αντισυμβαλλομένων και τις αρχές που συμμετέχουν καθώς και τις απαιτήσεις για την αναγνώριση κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών.

1.2.    Σχετικοί τομείς πολιτικής 

Εσωτερική αγορά – Χρηματοπιστωτικές αγορές

1.3.    Χαρακτήρας της πρότασης/πρωτοβουλίας

Χ Η πρόταση/πρωτοβουλία αφορά νέα δράση 

Η πρόταση/πρωτοβουλία αφορά νέα δράση μετά από πιλοτικό έργο/προπαρασκευαστική δράση 55  

 Η πρόταση/πρωτοβουλία αφορά την παράταση υφιστάμενης δράσης 

Η πρόταση/πρωτοβουλία αφορά δράση προσανατολισμένη σε νέα δράση 

1.4.    Στόχος(-οι)

1.4.1.    Ο/Οι πολυετής/-είς στρατηγικός/-οί στόχος/-οι της Επιτροπής τον/τους οποίο/-ους αφορά η πρόταση/πρωτοβουλία

Συμβολή σε βαθύτερη και δικαιότερη εσωτερική αγορά.

1.4.2.    Ειδικός(-οί) στόχος(-οι)

Ειδικός στόχος αριθ.

2.5 Το ρυθμιστικό πλαίσιο για τον χρηματοπιστωτικό τομέα αξιολογείται, εφαρμόζεται κατάλληλα και επιβάλλεται σε όλη την ΕΕ.

2.6 Τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα μπορούν να απορροφήσουν ζημίες και διαταραχές ρευστότητας, οι υποδομές των χρηματοπιστωτικών αγορών είναι σταθερές και λειτουργούν αποτελεσματικά, και αντιμετωπίζονται προορατικά διαρθρωτικοί και κυκλικοί μακροπροληπτικοί κίνδυνοι.


1.4.3.
   Αναμενόμενο(-α) αποτέλεσμα(-τα) και επιπτώσεις

Να προσδιοριστούν τα αποτελέσματα που θα πρέπει να έχει η πρόταση/πρωτοβουλία όσον αφορά τους(τις) στοχοθετημένους(-ες) δικαιούχους/ομάδες.

Ενισχυμένη εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων σε επίπεδο ΕΕ.

Μεγαλύτερη συμμετοχή των κεντρικών τραπεζών έκδοσης στην εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων.

Καλύτερη ικανότητα της ΕΕ να παρακολουθεί, να εντοπίζει και να μετριάζει τους κινδύνους των κεντρικών αντισυμβαλλομένων από τρίτες χώρες.

1.4.4.    Δείκτες αποτελεσμάτων και επιπτώσεων

Να προσδιοριστούν οι δείκτες για την παρακολούθηση της υλοποίησης της πρότασης/πρωτοβουλίας.

Πιθανοί δείκτες:

   Αριθμός κεντρικών αντισυμβαλλομένων που έχουν τεθεί υπό καθεστώς ανάκαμψης ή εξυγίανσης·

   Αριθμός φορών όπου έχει χρησιμοποιηθεί ο μηχανισμός επίλυσης διαφορών από τις εθνικές αρμόδιες αρχές·

   Αριθμός επιτόπιων επιθεωρήσεων των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών·

   Αριθμός αναγνωρισμένων κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών·

   Αριθμός παραβάσεων των όρων ισοδυναμίας και/ή αναγνώρισης από κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών·

   Εκτιμώμενο κόστος για τους αντισυμβαλλομένους της ΕΕ.

1.5.    Αιτιολόγηση της πρότασης/πρωτοβουλίας

1.5.1.    Βραχυπρόθεσμη ή μακροπρόθεσμη κάλυψη αναγκών

Από τότε που εκδόθηκε ο κανονισμός EMIR, ο όγκος της δραστηριότητας των κεντρικών αντισυμβαλλομένων – τόσο στην ΕΕ όσο και παγκοσμίως – έχει αυξηθεί ραγδαίως, όχι μόνο σε κλίμακα αλλά και σε εμβέλεια. Αυτή η επέκταση της δραστηριότητας των κεντρικών αντισυμβαλλομένων πιθανότατα θα συνεχιστεί τα επόμενα χρόνια, καθώς καθιερώνονται περαιτέρω υποχρεώσεις εκκαθάρισης, και τα κίνητρα για τον μετριασμό των κινδύνων και του κόστους οδηγούν σε πρόσθετη εθελοντική εκκαθάριση. Ωστόσο, ο αριθμός των κεντρικών αντισυμβαλλομένων έχει παραμείνει σχετικά περιορισμένος. Συνεπώς, οι αγορές εκκαθάρισης είναι ενοποιημένες σε όλη την ΕΕ και παρουσιάζουν υψηλή συγκέντρωση σε ορισμένες κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων. Είναι, επίσης, συνδεδεμένες σε υψηλό βαθμό.

Στο πλαίσιο του EMIR, οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι της ΕΕ εποπτεύονται από τα σώματα εθνικών εποπτικών αρχών, την ΕΑΚΑΑ, τα σχετικά μέλη του ΕΣΚΤ και άλλες αρμόδιες αρχές. Οι ρυθμίσεις αυτές εγείρουν διάφορες ανησυχίες: οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι σε επιμέρους κράτη μέλη είναι ολοένα και πιο σημαντικοί για το χρηματοπιστωτικό σύστημα της ΕΕ στο σύνολό του· οι αποκλίνουσες εποπτικές πρακτικές μπορούν να δημιουργήσουν κινδύνους ρυθμιστικού και εποπτικού αρμπιτράζ· και ο ρόλος των κεντρικών τραπεζών δεν αντικατοπτρίζεται επαρκώς στα σώματα των κεντρικών αντισυμβαλλομένων. Ωστόσο, οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι τρίτων χωρών εκκαθαρίζουν σημαντικό όγκο μέσων που εκφράζονται σε νομίσματα της ΕΕ. Αυτό δημιουργεί ζητήματα σχετικά με: τις αδυναμίες του συστήματος του EMIR για την ισοδυναμία και την αναγνώριση όσον αφορά τη συνεχή εποπτεία· ενδεχόμενες αναντιστοιχίες μεταξύ των εποπτικών στόχων και των στόχων των κεντρικών τραπεζών· και τον μηχανισμό για τη συνεχή παρακολούθηση των κανόνων τρίτων χωρών.

Με την πρόταση αναμένεται να αντιμετωπιστούν αυτές τις προκλήσεις.

1.5.2.    Προστιθέμενη αξία από τη συμμετοχή της Ένωσης (ενδέχεται να προκύψει από διαφορετικούς παράγοντες, π.χ. οφέλη σε ό,τι αφορά τον συντονισμό, ασφάλεια δικαίου, αυξημένη αποδοτικότητα ή συμπληρωματικότητα). Για τους σκοπούς του παρόντος σημείου «προστιθέμενη αξία από τη συμμετοχή της Ένωσης» είναι η αξία που απορρέει από την παρέμβαση της Ένωσης και η οποία είναι επιπρόσθετη της αξίας που θα δημιουργούσαν σε διαφορετική περίπτωση τα κράτη μέλη από μόνα τους.

Λόγοι για την ανάληψη δράσης σε ευρωπαϊκό επίπεδο (εκ των προτέρων):

O κανονισμός EMIR θέτει το εποπτικό πλαίσιο που εφαρμόζεται τόσο για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους εγκατεστημένους στην ΕΕ όσο και για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών, που παρέχουν υπηρεσίες εκκαθάρισης σε εκκαθαριστικά μέλη ή τόπους διαπραγμάτευσης που είναι εγκατεστημένα/οι στην ΕΕ. Στο πλαίσιο του κανονισμού EMIR, το κράτος μέλος εγκατάστασης του κεντρικού αντισυμβαλλομένου διαδραματίζει μείζονα ρόλο στις εποπτικές ρυθμίσεις. Ωστόσο, τα κράτη μέλη και οι εθνικές εποπτικές αρχές δεν μπορούν μονομερώς να επιλύσουν τα προβλήματα συστημικών κινδύνων που τίθενται από σε υψηλό βαθμό ενοποιημένους και διασυνδεδεμένους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, που λειτουργούν σε διασυνοριακή βάση πέραν της εμβέλειας της εθνικής δικαιοδοσίας. Επιπλέον, τα κράτη μέλη δεν μπορούν να μετριάσουν τους δικούς τους κινδύνους, που προκύπτουν από αποκλίνουσες εθνικές εποπτικές πρακτικές. Τα κράτη μέλη και οι εθνικές αρχές δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν μεμονωμένα τους συστημικούς κινδύνους που μπορούν να θέσουν οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι τρίτων χωρών στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της ΕΕ στο σύνολό της.

Αναμενόμενη παραγόμενη προστιθέμενη αξία της Ένωσης (εκ των υστέρων):

Η πρόταση αναμένεται να βελτιώσει τη συνοχή και να ενισχύσει περαιτέρω τις ρυθμίσεις εποπτείας για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που είναι εγκατεστημένοι στην ΕΕ, και να δώσει τη δυνατότητα στις αρχές της ΕΕ να παρακολουθούν καλύτερα και να μετριάζουν τον κίνδυνο που συνδέεται με την έκθεση της ΕΕ σε κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών. Αυτό θα συμβάλει στην περαιτέρω μείωση του ήδη χαμηλού ενδεχομένου (αλλά με εξαιρετικά υψηλό αντίκτυπο) κινδύνου πτώχευσης κεντρικού αντισυμβαλλομένου, και στην ενίσχυση της συνολικής σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος της ΕΕ στο σύνολό του. Το ενισχυμένο εποπτικό πλαίσιο θα βελτιώσει, επίσης, την ασφάλεια δικαίου και την ασφάλεια από οικονομικής πλευράς.

1.5.3.    Διδάγματα που αποκομίστηκαν από ανάλογες εμπειρίες του παρελθόντος

Η πρόταση βασίζεται στα διδάγματα που αποκομίστηκαν από την προηγούμενη εμπειρία με τον κανονισμό EMIR, ιδίως σε σχέση με τη λειτουργία του εποπτικού καθεστώτος της ΕΕ για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και του ισχύοντος πλαισίου ισοδυναμίας για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών, προκειμένου να καθιερωθούν απαιτήσεις στα κατάλληλα επίπεδα, όπου χρειάζεται. Βλ. τμήμα 1.5.1 για περαιτέρω πληροφορίες.

1.5.4.    Συμβατότητα και ενδεχόμενη συνέργεια με άλλα κατάλληλα μέσα

Οι στόχοι της πρωτοβουλίας είναι συνεπείς με ορισμένες άλλες πολιτικές της ΕΕ και τρέχουσες πρωτοβουλίες που αποσκοπούν: i) στην αντιμετώπιση της συστημικής σημασίας των κεντρικών αντισυμβαλλομένων· ii) στην ανάπτυξη της Ένωσης Κεφαλαιαγορών· iii) στην ενίσχυση της αποδοτικότητας και της αποτελεσματικότητας της εποπτείας σε επίπεδο ΕΕ, τόσο εντός όσο και εκτός της ΕΕ· και iv) στην περαιτέρω προώθηση της χρήσης της κεντρικής εκκαθάρισης.

Πρώτον, η παρούσα πρωτοβουλία είναι συνεπής με την πρόταση της Επιτροπής 56 για έναν κανονισμό για την ανάκαμψη και την εξυγίανση κεντρικών αντισυμβαλλομένων, που εγκρίθηκε τον Νοέμβριο του 2016. Η πρόταση αυτή αποσκοπεί να διασφαλίσει ότι οι αρχές της ΕΕ και οι εθνικές αρχές είναι κατάλληλα προετοιμασμένες για να αντιμετωπίσουν έναν προβληματικό κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, να διατηρήσουν τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και να αποφύγουν την επιβάρυνση των φορολογουμένων με το κόστος που συνδέεται με την αναδιάρθρωση και την εξυγίανση προβληματικών κεντρικών αντισυμβαλλομένων. Η πρόταση της Επιτροπής έχει ως στόχο να διασφαλίσει ότι, στο απίθανο σενάριο όπου οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι αντιμετωπίζουν σοβαρές δυσχέρειες ή πτώχευση, διατηρούνται οι κρίσιμες λειτουργίες των κεντρικών αντισυμβαλλομένων, ενώ διατηρείται η χρηματοπιστωτική σταθερότητα και αποφεύγεται η επιβάρυνση των φορολογουμένων με τις δαπάνες που συνδέονται με την αναδιάρθρωση και την εξυγίανση προβληματικών κεντρικών αντισυμβαλλομένων. Οι ρυθμίσεις διαχείρισης κρίσεων για την ανάκαμψη και την εξυγίανση κεντρικών αντισυμβαλλομένων, που περιλαμβάνονται στην εν λόγω πρόταση, βασίζονται στην ύπαρξη ρυθμίσεων άριστης ποιότητας για την πρόληψη κρίσεων (δηλαδή, για τη ρύθμιση και την εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων), στο πλαίσιο του EMIR. Με την περαιτέρω ενίσχυση της εποπτείας των κεντρικών αντισυμβαλλομένων στο πλαίσιο του EMIR, αναμένεται να μειωθεί ακόμη περισσότερο η πιθανότητα, έστω και μικρή, να υπάρξει ανάγκη καταφυγής σε μέτρα ανάκαμψης και εξυγίανσης.

Δεύτερον, είναι συνεπής με τις συνεχιζόμενες προσπάθειες της Επιτροπής για την περαιτέρω ανάπτυξη της Ένωσης Κεφαλαιαγορών («CMU»). Η περαιτέρω εποπτική σύγκλιση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων σε επίπεδο ΕΕ μπορεί να στηρίξει την ανάπτυξη βαθύτερων και καλύτερα ολοκληρωμένων κεφαλαιαγορών, καθώς οι πιο αποτελεσματικοί και ανθεκτικοί κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι αποτελούν απαραίτητα στοιχεία για την εύρυθμη λειτουργία της Ένωσης Κεφαλαιαγορών. Ο επείγων χαρακτήρας της περαιτέρω ανάπτυξης και της ολοκλήρωσης των κεφαλαιαγορών της ΕΕ τονίστηκε στην ανακοίνωση για την CMU του Σεπτεμβρίου 2016 57 . Αντίθετα, η εμφάνιση μεγαλύτερων και πιο ρευστών χρηματοπιστωτικών αγορών, που συνεπάγεται η CMU, θα έχει ως αποτέλεσμα την εκκαθάριση ακόμη περισσότερων συναλλαγών μέσω κεντρικών αντισυμβαλλομένων, και θα αυξήσει τη συστημική σημασία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων. Δεδομένης της δυνατότητας αύξησης του όγκου, καθώς και των υφιστάμενων ευκαιριών ρυθμιστικού και εποπτικού αρμπιτράζ, απαιτούνται περαιτέρω βελτιώσεις του εποπτικού πλαισίου, προκειμένου να διασφαλιστεί μια ισχυρή και σταθερή Ένωση Κεφαλαιαγορών.

Τρίτον, είναι συνεπής με τη διαβούλευση που δρομολόγησε η Επιτροπή, τον Μάρτιο του 2017, σχετικά με τη λειτουργία των ΕΕΑ 58 , με σκοπό την ενίσχυση και τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας των ΕΕΑ.

Τέταρτον, είναι συνεπής με την εμπειρία της ΓΔ FISMA όσον αφορά την εφαρμογή και την επιβολή των διατάξεων τρίτων χωρών στη χρηματοοικονομική νομοθεσία της ΕΕ, όπως αναφέρεται στο οικείο έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής σχετικά με την ισοδυναμία 59 . Το έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής παρέχει μια τεκμηριωμένη επισκόπηση της διαδικασίας ισοδυναμίας με τρίτες χώρες στη νομοθεσία της ΕΕ για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες. Αναφέρει την εμπειρία της ΓΔ FISMA όσον αφορά την εφαρμογή και την επιβολή των διατάξεων τρίτων χωρών στη χρηματοοικονομική νομοθεσία της ΕΕ. Παρουσιάζει επίσης τις βασικές πτυχές της ισοδυναμίας (π.χ. άσκηση εξουσιών, αξιολόγηση, εκ των υστέρων παρακολούθηση) και παρέχει μεγαλύτερη σαφήνεια ως προς τον τρόπο με τον οποίο η ΓΔ FISMA προσεγγίζει τα καθήκοντα αυτά στην πράξη.

Πέμπτον, είναι συνεπής με την πρόταση της Επιτροπής 60 για τροποποίηση του κανονισμού για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις (ΚΚΑ) 61  , που εγκρίθηκε τον Νοέμβριο του 2016. Η πρόταση αποσκοπεί στο να εξαιρέσει από τον υπολογισμό των κατώτατων ορίων του δείκτη μόχλευσης τα αρχικά περιθώρια για τις κεντρικά εκκαθαρισμένες συναλλαγές παραγώγων, τα οποία εισπράττονται από τα εκκαθαριστικά μέλη σε μετρητά από τους πελάτες τους και μεταβιβάζονται στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους. Ως εκ τούτου, θα διευκολύνει την πρόσβαση στην εκκαθάριση – καθώς θα μειωθούν οι κεφαλαιακές απαιτήσεις για την παροχή υπηρεσιών πελάτη ή έμμεσης εκκαθάρισης – ενισχύοντας και πάλι τη σημασία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων εντός του χρηματοπιστωτικού συστήματος.


1.6.
   Διάρκεια και δημοσιονομικές επιπτώσεις

 Πρόταση/πρωτοβουλία περιορισμένης διάρκειας

   Πρόταση/Πρωτοβουλία με ισχύ από την [ΗΗ/MM]ΕΕΕΕ μέχρι την [ΗΗ/MM]ΕΕΕΕ

   Δημοσιονομικές επιπτώσεις από το ΕΕΕΕ μέχρι το ΕΕΕΕ

Χ Πρόταση/πρωτοβουλία απεριόριστης διάρκειας

Εφαρμογή με περίοδο έναρξης από την έναρξη ισχύος του κανονισμού έως 2 έτη μετά την έναρξη ισχύος του κανονισμού,

και στη συνέχεια πλήρης εφαρμογή.

1.7.    Προβλεπόμενος(-οι) τρόπος(-οι) διαχείρισης 62  

  Άμεση διαχείριση από την Επιτροπή

◻ από τις υπηρεσίες της, συμπεριλαμβανομένου του προσωπικού της στις αντιπροσωπείες της Ένωσης·

   από τους εκτελεστικούς οργανισμούς

 Επιμερισμένη διαχείριση με τα κράτη μέλη

Χ Έμμεση διαχείριση με ανάθεση εκτελεστικών καθηκόντων σε:

◻ τρίτες χώρες ή οργανισμούς που αυτές έχουν ορίσει·

◻ διεθνείς οργανισμούς και τις οργανώσεις τους (να προσδιοριστούν)·

◻ την ΕΤΕπ και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων·

☑ τους οργανισμούς που αναφέρονται στα άρθρα 208 και 209 του δημοσιονομικού κανονισμού·

◻ οργανισμούς δημοσίου δικαίου·

◻ οργανισμούς που διέπονται από ιδιωτικό δίκαιο με αποστολή δημόσιας υπηρεσίας στον βαθμό που προσφέρουν επαρκείς οικονομικές εγγυήσεις·

◻ οργανισμούς που διέπονται από το ιδιωτικό δίκαιο κράτους μέλους, στους οποίους έχει ανατεθεί η εκτέλεση σύμπραξης δημόσιου και ιδιωτικού τομέα και που προσφέρουν επαρκείς οικονομικές εγγυήσεις·

◻ πρόσωπα επιφορτισμένα με την εκτέλεση συγκεκριμένων δράσεων στην ΚΕΠΠΑ δυνάμει του τίτλου V της ΣΕΕ και προσδιορίζονται στην αντίστοιχη βασική πράξη.

Αν αναφέρονται περισσότεροι του ενός τρόποι διαχείρισης, παρακαλείσθε να τους διευκρινίσετε στο τμήμα «Παρατηρήσεις».

Παρατηρήσεις

Άνευ αντικειμένου

2.    ΜΕΤΡΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ

2.1.    Διατάξεις στον τομέα της παρακολούθησης και της υποβολής εκθέσεων

Να προσδιοριστούν η συχνότητα και οι όροι των διατάξεων αυτών

Σύμφωνα με τις ήδη υπάρχουσες ρυθμίσεις, η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει τακτικές εκθέσεις σχετικά με τη δραστηριότητά της (συμπεριλαμβανομένης της εσωτερικής αναφοράς στην Ανώτερη Διοίκηση, της υποβολής εκθέσεων στο Διοικητικό Συμβούλιο, της εξαμηνιαίας υποβολής εκθέσεων δραστηριότητας στο Εποπτικό Συμβούλιο και της κατάρτισης της ετήσιας έκθεσης), και υποβάλλεται σε ελέγχους από το Ελεγκτικό Συνέδριο και την Εσωτερική Υπηρεσία Ελέγχου για τη χρήση των πόρων. Η παρακολούθηση και η υποβολή εκθέσεων σχετικά με τις παρούσες προτεινόμενες δράσεις θα είναι σύμφωνες με τις ίδιες ήδη υφιστάμενες απαιτήσεις.

2.2.    Σύστημα διαχείρισης και ελέγχου

2.2.1.    Κίνδυνος(-οι) που έχει(-ουν) εντοπιστεί

Όσον αφορά τη νόμιμη, οικονομική, αποδοτική και αποτελεσματική χρήση των πιστώσεων για την εφαρμογή της παρούσας πρότασης, η πρόταση δεν αναμένεται να δημιουργήσει νέους κινδύνους που να μην καλύπτονται επί του παρόντος από υφιστάμενο πλαίσιο εσωτερικού ελέγχου.

2.2.2.    Πληροφορίες σχετικά με το σύστημα εσωτερικού ελέγχου που έχει καθοριστεί

Τα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου που προβλέπονται στον κανονισμό ΕΑΚΑΑ έχουν ήδη τεθεί σε εφαρμογή. Η ΕΑΚΑΑ συνεργάζεται στενά με την Υπηρεσία Εσωτερικού Ελέγχου της Επιτροπής, για να εξασφαλίσει την τήρηση των κατάλληλων προτύπων σε όλους τους τομείς εσωτερικών ελέγχων. Οι ρυθμίσεις αυτές θα ισχύουν και όσον αφορά τον ρόλο της ΕΑΚΑΑ σύμφωνα με την παρούσα πρόταση. Οι ετήσιες εκθέσεις εσωτερικού ελέγχου διαβιβάζονται στην Επιτροπή, το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

2.2.3.    Εκτιμώμενο κόστος και όφελος των ελέγχων και αξιολόγηση του εκτιμώμενου επιπέδου κινδύνου σφάλματος

Άνευ αντικειμένου

2.3.    Μέτρα για την πρόληψη περιπτώσεων απάτης και παρατυπίας

Να προσδιοριστούν τα ισχύοντα ή τα προβλεπόμενα μέτρα πρόληψης και προστασίας

Για την καταπολέμηση της απάτης, της διαφθοράς και άλλων παράνομων δραστηριοτήτων εφαρμόζονται στην ΕΑΚΑΑ, άνευ περιορισμών, οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Μαΐου 1999, σχετικά με τις έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF).

Η ΕΑΚΑΑ προσχωρεί στη διοργανική συμφωνία, της 25ης Μαΐου 1999, μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων σχετικά με τις εσωτερικές έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) και θεσπίζει αμέσως τις κατάλληλες διατάξεις οι οποίες εφαρμόζονται στο σύνολο του προσωπικού της ΕΑΚΑΑ.

Οι αποφάσεις σχετικά με τη χρηματοδότηση, καθώς και οι συμφωνίες και εκτελεστικές πράξεις που απορρέουν από αυτές, προβλέπουν ρητά ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο και η OLAF μπορούν να διεξάγουν, εφόσον είναι αναγκαίο, επιτόπιους ελέγχους μεταξύ των αποδεκτών των κονδυλίων που εκταμιεύονται από την ΕΑΚΑΑ, καθώς και του προσωπικού που είναι αρμόδιο για τη διάθεση των εν λόγω κονδυλίων.

3.    ΕΚΤΙΜΩΜΕΝΕΣ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ/ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ

3.1.    Τομέας(είς) του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου και γραμμή(ές) δαπανών του προϋπολογισμού που επηρεάζονται

Υφιστάμενες γραμμές του προϋπολογισμού

Σύμφωνα με τη σειρά των τομέων του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου και των γραμμών του προϋπολογισμού.

Τομέας του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

Γραμμή προϋπολογισμού

Είδος της δαπάνης

Συμμετοχή

Αριθμός
[…][Τομέας………………………...……………]

ΔΠ/ ΜΔΠ 63 .

χωρών ΕΖΕΣ 64

υποψηφίων για ένταξη χωρών 65

τρίτων χωρών

κατά την έννοια του άρθρου 21 παράγραφος 2 στοιχείο β) του δημοσιονομικού κανονισμού

12.02 06 ΕΑΚΑΑ

ΔΠ

ΝΑΙ

ΟΧΙ

ΟΧΙ

ΟΧΙ

3.2.    Εκτιμώμενες επιπτώσεις στις δαπάνες

Η παρούσα νομοθετική πρωτοβουλία θα έχει τις εξής επιπτώσεις στις δαπάνες:

1. Πρόσληψη 47 νέων έκτακτων υπαλλήλων στην ΕΑΚΑΑ (από τον Αύγουστο του 2018). Βλέπε παράρτημα για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τον ρόλο της και τους τρόπους με τους οποίους υπολογίστηκε το κόστος της.

2. Το κόστος αυτών των νέων έκτακτων υπαλλήλων θα χρηματοδοτηθεί εξ ολοκλήρου από τα τέλη που εισπράττονται από τον κλάδο (χωρίς αντίκτυπο στον προϋπολογισμό της ΕΕ). Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη ότι η έκδοση και η έναρξη ισχύος της πρότασης θα γίνει στα μέσα του 2018, και το γεγονός ότι η Επιτροπή θα πρέπει να καταρτίσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, με την οποία να διευκρινίζεται το είδος των τελών, τα θέματα για τα οποία οφείλονται τέλη, το ποσό των τελών και ο τρόπος με τον οποίο θα καταβάλλονται, δεν θα υπάρξει είσπραξη τελών πριν από τα μέσα του 2019, στην καλύτερη περίπτωση. Ωστόσο, δεδομένου ότι η ΕΑΚΑΑ θα επιβαρυνθεί βάσει του κανονισμού από την έναρξη ισχύος του κανονισμού, είναι αναγκαίο να εξασφαλιστεί συμπληρωματικός προϋπολογισμός από την ΕΕ, το 2018 και το 2019, προκειμένου να καλυφθούν τουλάχιστον οι 12 πρώτοι μήνες λειτουργίας μετά την έναρξη ισχύος του κανονισμού.

Τα τέλη που θα εισπραχθούν θα καλύπτουν επίσης το κόστος που θα προκύψει από το 2018, επιτρέποντας στην ΕΑΚΑΑ να επιστρέψει την προκαταβολή της ΕΕ, το αργότερο το 2020.

Αυτός ο πρόσθετος προϋπολογισμός θα πρέπει να προέρχεται από τον γενικό προϋπολογισμό, δεδομένου ότι ο προϋπολογισμός της ΓΔ FISMA δεν μπορεί να καλύψει ένα τέτοιο ποσό.

3.2.1.    Συνοπτική παρουσίαση των εκτιμώμενων επιπτώσεων στις δαπάνες

Σε εκατ. EUR (με 3 δεκαδικά ψηφία)

Τομέας του πολυετούς δημοσιονομικού
πλαισίου:

Αριθμός

Τομέας 1α Ανταγωνιστικότητα για την ανάπτυξη και την απασχόληση

ΓΔ: FISMA

Έτος2018

Έτος2019

Έτος2020

να εγγραφούν όσα έτη απαιτούνται, ώστε να εμφαίνεται η διάρκεια των επιπτώσεων (βλ. σημείο 1.6)

ΣΥΝΟΛΟ

Επιχειρησιακές πιστώσεις

12.02 06

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(1)

4 310 555

7 788 789

Πληρωμές

(2)

4 310 555

7 788 789

Αριθμός γραμμής του προϋπολογισμού

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(1α)

Πληρωμές

(2α)

Πιστώσεις διοικητικού χαρακτήρα χρηματοδοτούμενες από το κονδύλιο ειδικών προγραμμάτων 66  

Αριθμός γραμμής του προϋπολογισμού

(3)

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων
για τη ΓΔ FISMA

Αναλήψεις υποχρεώσεων

=1+1α +3

4 310 555

7 788 789

Πληρωμές

=2+2α

+3

4 310 555

7 788 789



ΣΥΝΟΛΟ επιχειρησιακών πιστώσεων

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(4)

Πληρωμές

(5)

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων διοικητικού χαρακτήρα χρηματοδοτούμενων από το κονδύλιο ειδικών προγραμμάτων

(6)

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων
του ΤΟΜΕΑ <....>
του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

Αναλήψεις υποχρεώσεων

=4+ 6

Πληρωμές

=5+ 6





Τομέας του πολυετούς δημοσιονομικού
πλαισίου

5

«Διοικητικές δαπάνες»

Σε εκατ. EUR (με 3 δεκαδικά ψηφία)

ΈτοςN

ΈτοςN+1

ΈτοςN+2

ΈτοςN+3

να εγγραφούν όσα έτη απαιτούνται, ώστε να εμφαίνεται η διάρκεια των επιπτώσεων (βλ. σημείο 1.6)

ΣΥΝΟΛΟ

ΓΔ: <…….>

Ανθρώπινοι πόροι

Άλλες διοικητικές δαπάνες

ΣΥΝΟΛΟ ΓΔ <…….>

Πιστώσεις

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων
για τον ΤΟΜΕΑ 5
του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου 

(Σύνολο πιστώσεων ανάληψης υποχρεώσεων = Σύνολο πληρωμών)

Σε εκατ. EUR (με 3 δεκαδικά ψηφία)

ΈτοςN 67

ΈτοςN+1

ΈτοςN+2

ΈτοςN+3

να εγγραφούν όσα έτη απαιτούνται, ώστε να εμφαίνεται η διάρκεια των επιπτώσεων (βλ. σημείο 1.6)

ΣΥΝΟΛΟ

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων
των ΤΟΜΕΩΝ 1 έως 5
του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου
 

Αναλήψεις υποχρεώσεων

Πληρωμές

3.2.2.    Εκτιμώμενες επιπτώσεις στις επιχειρησιακές πιστώσεις

   Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση επιχειρησιακών πιστώσεων

   Η πρόταση/πρωτοβουλία συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση επιχειρησιακών πιστώσεων, όπως εξηγείται κατωτέρω:

Πιστώσεις ανάληψης υποχρεώσεων σε εκατ. EUR (με 3 δεκαδικά ψηφία)

Να προσδιοριστούν οι στόχοι και τα αποτελέσματα

ΈτοςN

ΈτοςN+1

ΈτοςN+2

ΈτοςN+3

να εγγραφούν όσα έτη απαιτούνται, ώστε να εμφαίνεται η διάρκεια των επιπτώσεων (βλ. σημείο 1.6)

ΣΥΝΟΛΟ

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ (OUTPUTS)

Είδος 68

Μέσο κόστος

Όχι

Κόστος

Όχι

Κόστος

Όχι

Κόστος

Όχι

Κόστος

Όχι

Κόστος

Όχι

Κόστος

Όχι

Κόστος

Συνολικός αριθμός

Συνολικό κόστος

ΕΙΔΙΚΟΣ ΣΤΟΧΟΣ αριθ. 1 69 ...

- Αποτέλεσμα

- Αποτέλεσμα

- Αποτέλεσμα

Μερικό σύνολο για τον ειδικό στόχο αριθ. 1

ΕΙΔΙΚΟΣ ΣΤΟΧΟΣ αριθ. 2 ...

- Αποτέλεσμα

Μερικό σύνολο για τον ειδικό στόχο αριθ. 2

ΣΥΝΟΛΙΚΟ ΚΟΣΤΟΣ

3.2.3.    Εκτιμώμενες επιπτώσεις στις πιστώσεις διοικητικού χαρακτήρα

3.2.3.1.    Συνοπτική παρουσίαση

   Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση πιστώσεων διοικητικού χαρακτήρα.

   Η πρόταση/πρωτοβουλία συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση πιστώσεων διοικητικού χαρακτήρα, όπως εξηγείται κατωτέρω:

Σε εκατ. EUR (με 3 δεκαδικά ψηφία)

ΈτοςN 70

ΈτοςN+1

ΈτοςN+2

ΈτοςN+3

να εγγραφούν όσα έτη απαιτούνται, ώστε να εμφαίνεται η διάρκεια των επιπτώσεων (βλ. σημείο 1.6)

ΣΥΝΟΛΟ

ΤΟΜΕΑΣ 5
του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

Ανθρώπινοι πόροι

Άλλες διοικητικές δαπάνες

Μερικό σύνολο του ΤΟΜΕΑ 5
του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

Εκτός του ΤΟΜΕΑ 5 71
του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

Ανθρώπινοι πόροι

Άλλες δαπάνες
διοικητικού χαρακτήρα

Μερικό σύνολο
Εκτός του ΤΟΜΕΑ 5
του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

ΣΥΝΟΛΟ

Οι απαιτούμενες πιστώσεις για ανθρώπινους πόρους και άλλες δαπάνες διοικητικού χαρακτήρα θα καλυφθούν από τις πιστώσεις της ΓΔ που έχουν ήδη διατεθεί για τη διαχείριση της δράσης και/ή έχουν ανακατανεμηθεί στο εσωτερικό της ΓΔ και οι οποίες θα συμπληρωθούν, κατά περίπτωση, με πρόσθετα κονδύλια που ενδέχεται να χορηγηθούν στην αρμόδια για τη διαχείριση ΓΔ στο πλαίσιο της ετήσιας διαδικασίας κατανομής και λαμβανομένων υπόψη των υφιστάμενων δημοσιονομικών περιορισμών.

3.2.3.2.    Εκτιμώμενες ανάγκες σε ανθρώπινους πόρους

   Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση ανθρώπινων πόρων.

X    Η πρόταση/πρωτοβουλία συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση ανθρώπινων πόρων, όπως εξηγείται κατωτέρω:

Εκτίμηση η οποία πρέπει να εκφράζεται σε μονάδες ισοδυνάμων πλήρους απασχόλησης

Έτος2018

Έτος2019

Έτος 2020

Έτος 2021

να εγγραφούν όσα έτη απαιτούνται, ώστε να εμφαίνεται η διάρκεια των επιπτώσεων (βλ. σημείο 1.6)

•Θέσεις απασχόλησης του πίνακα προσωπικού (θέσεις μόνιμων και έκτακτων υπαλλήλων)

ΧΧ 01 01 01 (έδρα και γραφεία αντιπροσωπείας της Επιτροπής)

XX 01 01 02 (σε αντιπροσωπεία)

XX 01 05 01 (έμμεση έρευνα)

10 01 05 01 (άμεση έρευνα)

 Εξωτερικό προσωπικό (σε μονάδα ισοδυνάμου πλήρους απασχόλησης: ΠΑ) 72

XX 01 02 01 (AC, END, INT από το συνολικό κονδύλιο)

XX 01 02 02 (AC, AL, END, INT και JED στις αντιπροσωπείες)

XX 01 04 yy  73

- στην έδρα

- σε αντιπροσωπείες

XX 01 05 02 (AC, END, INT - έμμεση έρευνα)

10 01 05 02 (AC, END, INT - άμεση έρευνα)

Άλλες γραμμές του προϋπολογισμού (να προσδιοριστούν)

ΣΥΝΟΛΟ

XX είναι ο σχετικός τομέας πολιτικής ή ο σχετικός τίτλος του προϋπολογισμού.

Οι ανάγκες σε ανθρώπινους πόρους θα καλυφθούν από το προσωπικό της ΓΔ που έχει ήδη διατεθεί για τη διαχείριση της δράσης ή/και έχει ανακατανεμηθεί στο εσωτερικό της ΓΔ και το οποίο θα συμπληρωθεί, εάν χρειαστεί, από πρόσθετους πόρους που μπορεί να διατεθούν στην αρμόδια για τη διαχείριση ΓΔ στο πλαίσιο της ετήσιας διαδικασίας κατανομής και λαμβανομένων υπόψη των υφιστάμενων δημοσιονομικών περιορισμών.

Περιγραφή των προς εκτέλεση καθηκόντων:

Μόνιμοι και έκτακτοι υπάλληλοι

Άνευ αντικειμένου

Εξωτερικό προσωπικό

Άνευ αντικειμένου

3.2.4.    Συμβατότητα με το ισχύον πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο

   Η πρόταση/πρωτοβουλία είναι συμβατή με τον ισχύον πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο.

X    Η πρόταση/πρωτοβουλία απαιτεί αναπρογραμματισμό του σχετικού τομέα του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου.

Να εξηγηθεί ο απαιτούμενος αναπρογραμματισμός, με προσδιορισμό των σχετικών γραμμών του προϋπολογισμού και των αντίστοιχων ποσών.

Απαιτείται αναπρογραμματισμός της γραμμής του προϋπολογισμού ΕΑΚΑΑ 12.02.06. Παρόλο που τα προβλεπόμενα ποσά (βλέπε παράρτημα για λεπτομέρειες) θα καλυφθούν με τέλη από κεντρικούς αντισυμβαλλομένους της ΕΕ και τρίτων χωρών, θα απαιτηθεί προκαταβολή από τον προϋπολογισμό της ΕΕ για την κάλυψη των δαπανών που πραγματοποιήθηκαν τουλάχιστον κατά τους πρώτους 6 μήνες λειτουργίας (δηλ. τον προϋπολογισμό του 2018), και το πολύ κατά τους πρώτους 12 μήνες λειτουργίας.

Μετά την έγκριση της πρότασης, η Επιτροπή θα χρειαστεί να εκδώσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, που να διευκρινίζει λεπτομερώς τη μεθοδολογία υπολογισμού και είσπραξης των τελών από κεντρικούς αντισυμβαλλομένους της ΕΕ και τρίτων χωρών. Τούτο θα απαιτήσει κατόπιν τη μη διατύπωση αντιρρήσεων από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο και τη δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα, πριν από την έναρξη είσπραξης των τελών Ωστόσο, οι δαπάνες αυτές θα πρέπει να ανακτηθούν με την πάροδο του χρόνου.

   Η πρόταση/πρωτοβουλία απαιτεί τη χρησιμοποίηση του μέσου ευελιξίας ή την αναθεώρηση του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου.

Να εξηγηθεί η ανάγκη, με προσδιορισμό των σχετικών τομέων και γραμμών του προϋπολογισμού, καθώς και των αντίστοιχων ποσών.

[…]

3.2.5.    Συμμετοχή τρίτων μερών στη χρηματοδότηση

Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν προβλέπει συγχρηματοδότηση από τρίτα μέρη.

Η πρόταση/πρωτοβουλία προβλέπει τη συγχρηματοδότηση που εκτιμάται παρακάτω:

Πιστώσεις σε εκατ. EUR (με 3 δεκαδικά ψηφία)

Έτος2018

Έτος2019

Έτος2020

Έτος2021

να εγγραφούν όσα έτη απαιτούνται, ώστε να εμφαίνεται η διάρκεια των επιπτώσεων (βλ. σημείο 1.6)

Σύνολο

Να προσδιοριστεί ο φορέας συγχρηματοδότησης: 

ΣΥΝΟΛΟ συγχρηματοδοτούμενων πιστώσεων




Εκτιμώμενες επιπτώσεις στα έσοδα

   Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν έχει δημοσιονομικές επιπτώσεις στα έσοδα.

   Η πρόταση/πρωτοβουλία έχει τις δημοσιονομικές επιπτώσεις που περιγράφονται κατωτέρω:

   στους ιδίους πόρους

   στα διάφορα έσοδα

Σε εκατ. EUR (με 3 δεκαδικά ψηφία)

Γραμμή εσόδων του προϋπολογισμού:

Διαθέσιμες πιστώσεις για το τρέχον οικονομικό έτος

Επιπτώσεις της πρότασης/πρωτοβουλίας 74

ΈτοςN

ΈτοςN+1

ΈτοςN+2

ΈτοςN+3

να εγγραφούν όσα έτη απαιτούνται, ώστε να εμφαίνεται η διάρκεια των επιπτώσεων (βλ. σημείο 1.6)

Άρθρο…

Για τα διάφορα έσοδα «για ειδικό προορισμό», να προσδιοριστεί(ούν) η(οι) γραμμή(ές) δαπανών του προϋπολογισμού που επηρεάζονται.

[…]

Να προσδιοριστεί η μέθοδος υπολογισμού των επιπτώσεων στα έσοδα.

[…]

Παράρτημα του νομοθετικού δημοσιονομικού δελτίου για την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών) και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 όσον αφορά τις διαδικασίες για την αδειοδότηση κεντρικών αντισυμβαλλομένων και τις αρχές που συμμετέχουν καθώς και τις απαιτήσεις για την αναγνώριση κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών.

Τα κόστη που σχετίζονται με τα καθήκοντα που πρέπει να εκπληρώσει η ΕΑΚΑΑ υπολογίστηκαν στις δαπάνες προσωπικού, σύμφωνα με την κατάταξη δαπανών στο σχέδιο προϋπολογισμού της ΕΑΚΑΑ για το 2018. Ωστόσο, οι εκτιμήσεις αυτές θα πρέπει να επανεξεταστούν, εάν η χρηματοδότηση των ΕΕΑ αλλάξει με πρόταση της Επιτροπής για την αναθεώρηση των ΕΕΑ.

Πρόσθετα καθήκοντα

Η πρόταση της Επιτροπής περιλαμβάνει διατάξεις με τις οποίες ανατίθενται νέα ή διευρυμένα καθήκοντα στην ΕΑΚΑΑ. Πρώτον, η ΕΑΚΑΑ θα κληθεί να αναλάβει ευρύτερο φάσμα εποπτικών καθηκόντων σε σχέση με τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών. Για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους «κατηγορίας 1», αυτό θα σημαίνει εντατικότερη παρακολούθηση της διαδικασίας αναγνώρισης, ενδεχομένως, μεταξύ άλλων, με επιτόπιες επιθεωρήσεις και άμεσες συναντήσεις με τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους. Για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους «κατηγορίας 2», αυτό θα συνεπάγεται de facto εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών. Ως εκ τούτου, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να έχει τους απαραίτητους πόρους για να ασκεί τέτοια εποπτική δραστηριότητα. Δεύτερον, το προσωπικό της νεοσυσταθείσας εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους θα χρηματοδοτείται από τον προϋπολογισμό της ΕΑΚΑΑ, ιδίως τα μόνιμα μέλη της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους. Τρίτον, η ΕΑΚΑΑ θα έχει τα δικά της πρόσθετα καθήκοντα που θα υποστηρίζουν το έργο μιας νεοσυσταθείσας εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, η οποία θα δημιουργήσει μεγαλύτερη σύγκλιση των εποπτικών πρακτικών σε ολόκληρη την ΕΕ.  Τέλος, η πρόταση περιέχει διατάξεις που θα απαιτούν από την ΕΑΚΑΑ να καταρτίζει τεχνικές συμβουλές για την εκπόνηση διαφόρων κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων της Επιτροπής, οι οποίες αναμένεται να διασφαλίζουν ότι οι διατάξεις υψηλής τεχνικής φύσεως εφαρμόζονται με συνέπεια σε ολόκληρη την ΕΕ. Δεν μπορεί να αποκλειστεί ότι, στο πλαίσιο των υφιστάμενων εξουσιοδοτήσεων στον EMIR, θα μπορούσαν να προταθούν τροποποιήσεις των υφιστάμενων ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων ή των εκτελεστικών τεχνικών προτύπων, ώστε να αντανακλούν αλλαγές στην παρούσα πρόταση (π.χ. υφιστάμενα ΡΤΠ σχετικά με τα σώματα). Επιπλέον, η ΕΑΚΑΑ ενδέχεται να χρειαστεί να επαναδιαπραγματευτεί συμφωνίες συνεργασίας με τις αρμόδιες αρχές τρίτων χωρών.

Η εκτελεστική σύνοδος για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους θα έχει 5 μόνιμα μέλη. Τα βασικά καθήκοντα της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους είναι η επανεξέταση και η επικύρωση (ή όχι, ανάλογα με την περίπτωση) των εποπτικών αποφάσεων των ΕΑΑ σε σχέση με ορισμένες απαιτήσεις στο πλαίσιο του EMIR, συγκεκριμένα την ανάκληση της άδειας, τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας των κεντρικών αντισυμβαλλομένων και τις ρυθμίσεις διαλειτουργικότητας. Αυτό θα απαιτήσει πραγματογνωμοσύνη και κατανόηση των αποφάσεων που υποβάλλονται στην εκτελεστική σύνοδο για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους για προβληματισμό, αξιολόγηση των κινδύνων και των οφελών της απόφασης, καθώς και τον απαραίτητο συντονισμό και διάλογο με την Κεντρική Τράπεζα Έκδοσης και τις αρμόδιες εθνικές αρχές, ιδίως εκείνες του υφιστάμενου σώματος βάσει του EMIR.

Όσον αφορά το χρονοδιάγραμμα, έχει υποτεθεί ότι ο κανονισμός θα τεθεί σε ισχύ στα μέσα του 2018. Κατά συνέπεια, οι πρόσθετοι πόροι της ΕΑΚΑΑ απαιτούνται από τα μέσα του 2018. Όσον αφορά τη φύση των θέσεων, η επιτυχής και έγκαιρη υλοποίηση της συγκρότησης της νέας εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και η εφαρμογή του νέου εποπτικού πλαισίου για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους της ΕΕ και τρίτων χωρών θα απαιτήσουν τη διάθεση πρόσθετων πόρων σε καθήκοντα σχετικά με την εποπτεία κεντρικών αντισυμβαλλομένων, που συνίστανται, μεταξύ άλλων, στα εξής: καθημερινή επαφή (φυσικές συναντήσεις, κλήσεις διάσκεψης κ.λπ.) με τις ομάδες του κεντρικού αντισυμβαλλομένου όσον αφορά θέματα διαχείρισης, συμμόρφωσης, νομικά θάματα, θέματα πληροφορικής, διαχείρισης κινδύνων, καθώς χρηματοοικονομικά, επιχειρηματικά και επιχειρησιακά θέματα· αξιολόγηση των μοντέλων κινδύνου, κανόνες και διαδικασίες για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, διορισμούς διοικητικών συμβούλων και εκτελεστικών στελεχών, εξωτερική ανάθεση, επέκταση δραστηριοτήτων και υπηρεσιών, λύσεις πληροφορικής, κεφαλαιακή επάρκεια, διάρθρωση μετόχων/μετοχικού κεφαλαίου του κεντρικού αντισυμβαλλομένου, και ρυθμίσεις διαλειτουργικότητας· επανεξέταση των εσωτερικών ελέγχων· ολοκληρωμένη αξιολόγηση κινδύνου· έκδοση συστάσεων και διαχείριση κρίσεων. Το προσωπικό θα κληθεί να εκτελεί τα ακόλουθα καθήκοντα: ανάλυση και μοντελοποίηση κινδύνου· νομική ανάλυση και υποστήριξη· διμερείς και πολυμερείς συναντήσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη, ιδίως με τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τους τόπους διαπραγμάτευσης, καθώς και με άλλες ρυθμιστικές ή εποπτικές αρχές, τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο, άρα απαιτούνται συχνές μετακινήσεις. Για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών, το προσωπικό θα κληθεί επίσης να εκτελεί νέα καθήκοντα, συμπεριλαμβανομένης της παρακολούθησης της συνεχούς συμμόρφωσης αναγνωρισμένων κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών προς τις απαιτήσεις του EMIR, μέσω αιτημάτων παροχής πληροφοριών, ερωτηματολογίων και επιτόπιων επιθεωρήσεων. Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει επίσης να προσδιορίσει αν οι υποψήφιοι και αναγνωρισμένοι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι τρίτων χωρών είναι συστημικώς σημαντικοί για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της ΕΕ και των κρατών μελών. Για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών που θεωρούνται συστημικώς σημαντικοί (κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι κατηγορίας 2), η ΕΑΚΑΑ θα χρειαστεί να παρακολουθεί τη συμμόρφωσή τους με πρόσθετες απαιτήσεις. Τέλος, η ΕΑΚΑΑ θα χρειαστεί να αναπτύξει εργαλεία για την αξιολόγηση συγκρίσιμης συμμόρφωσης. Αυτό θα συνεπάγεται ουσιαστική ανταλλαγή πληροφοριών, τόσο με τις αρχές τρίτων χωρών όσο και με τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, και την επεξεργασία σημαντικού αριθμού δεδομένων, τα οποία θα συγκεντρώνονται μέσω ερωτηματολογίων και θα αναλύονται από το προσωπικό της ΕΑΚΑΑ. Συνολικά, οι εργασίες απαιτούν επίσης διμερείς και πολυμερείς συναντήσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη, ιδίως με τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και άλλες ρυθμιστικές/εποπτικές αρχές, τη σύσταση και τη διαχείριση της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που απαρτίζεται από εποπτικές αρχές των κρατών μελών· τη διαπραγμάτευση διεθνών μνημονίων συνεννόησης/συμφωνιών συνεργασίας· την παροχή τεχνικής ανάλυσης και σύνταξης εγγράφων για την εκτελεστική σύνοδο για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους. (δηλαδή, επιτόπιες επιθεωρήσεις, ανάλυση μοντέλων κινδύνου κ.λπ.).

Οι απαιτούμενες εργασίες είναι στενά συνδεδεμένες και θα βασίζονται σε υπάρχοντα έργα της ΕΑΚΑΑ στο πλαίσιο του EMIR όσον αφορά την αναγνώριση κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών και τον τρέχοντα ρόλο της ΕΑΚΑΑ στην εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων της ΕΕ μέσω σωμάτων. Μέχρι στιγμής, έχουν αναγνωριστεί 28 κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι τρίτων χωρών και έχουν αδειοδοτηθεί 17 κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι της ΕΕ στο πλαίσιο του EMIR. Άλλοι 12 κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι τρίτων χωρών έχουν ζητήσει αναγνώριση, αλλά δεν τους έχει ακόμη χορηγηθεί, λόγω του γεγονότος ότι η Επιτροπή δεν έχει ακόμη εκδώσει απόφαση ισοδυναμίας για τις εγχώριες δικαιοδοσίες τους.

Ανθρώπινοι πόροι

Υποθέτοντας ότι όλοι οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι τρίτων χωρών που ζητούν αναγνώριση τελικά αναγνωρίζονται, αυτό θα σήμαινε περίπου 40 κεντρικούς αντισυμβαλλομένους τρίτων χωρών που υπάγονται στην αρμοδιότητα της ΕΑΚΑΑ – είτε έμμεσα, μέσω παρακολούθησης και ανταλλαγής πληροφοριών (δηλαδή, μη συστημικά σημαντικούς κεντρικούς αντισυμβαλλομένους κατηγορίας 1), είτε μέσω πιο άμεσης εποπτείας κεντρικών αντισυμβαλλομένων κατηγορίας 2, που παρουσιάζουν ενδεχομένως σημαντικότερους κινδύνους. Δεδομένων των δυνητικών αρνητικών επιπτώσεων που παρουσιάζουν οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι, τόσο για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα όσο και έμμεσα για την πραγματική οικονομία, είναι σημαντικό να διατεθούν επαρκείς πόροι για τα εν λόγω καθήκοντα.

Έτσι, λαμβάνοντας υπόψη τον αριθμό των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών που θα εποπτεύονται είτε έμμεσα είτε άμεσα, το είδος και την πολυπλοκότητα των καθηκόντων που πρέπει να εκπληρώσει η ΕΑΚΑΑ για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους κατηγορίας 1 και κατηγορίας 2 αντίστοιχα, ο αριθμός των απαιτούμενων ισοδυνάμων πλήρους απασχόλησης εκτιμάται σε 45 ισοδύναμα πλήρους απασχόλησης. Δεδομένης της ειδίκευσης και της εμπειρογνωμοσύνης που απαιτούνται για το έργο, και των πιθανών προκλήσεων όσον αφορά την ταχεία πρόσληψη έμπειρου προσωπικού, θεωρείται ότι, στην αρχή, θα απαιτηθούν περισσότεροι εθνικοί εμπειρογνώμονες για να διεκπεραιώσουν τα αναγκαία καθήκοντα. Καθώς ο αριθμός του προσωπικού θα αυξάνεται και θα αποκτά πείρα, ο αριθμός των απαιτούμενων εθνικών εμπειρογνωμόνων θα πρέπει αντίστοιχα να μειώνεται.

Θα απαιτηθεί βασικός αριθμός προσωπικού, προκειμένου να συσταθεί και να λειτουργήσει η εκτελεστική σύνοδος για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους. Μόλις εγκατασταθεί και λειτουργήσει, και σε συνδυασμό με το υφιστάμενο προσωπικό της ΕΑΚΑΑ που ασχολείται με την καθημερινή δραστηριότητα των σωμάτων του EMIR κ.λπ., ο αριθμός του νέου απαιτούμενου προσωπικού αναμένεται να μειωθεί.

Τέλος, για την ΕΑΚΑΑ θα απαιτηθεί ένας αριθμός υπαλλήλων AST για να βοηθήσουν στα διοικητικά καθήκοντα της εκτελεστικής συνόδου για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, καθώς και στην πρόσληψη του αναγκαίου προσωπικού.

Προσωπικό ΕΑΚΑΑ

2018

2019

2020

AD

20

27

36

Κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι τρίτων χωρών

25

35

35

Κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι ΕΕ

10

5

5

END

10

12

13

Κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι τρίτων χωρών

15

10

10

Κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι ΕΕ

0

0

0

AST

0

1

2

ΣΥΝΟΛΟ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ

30

40

49

Εκτός από το πρόσθετο προσωπικό που απαιτείται από την ΕΑΚΑΑ, απαιτούνται τρία μόνιμα μέλη (πρόεδρος και 2 επιπλέον μόνιμα μέλη) της εκτελεστικής συνόδου της ΕΕ. Και η δική τους αμοιβή θα καταβάλλεται από τον προϋπολογισμό της ΕΑΚΑΑ. Τα μέλη αυτά θα πρέπει να είναι έμπειρα και να έχουν αμοιβή ενδεδειγμένη για το επίπεδό τους.

Θα υπάρξει, επίσης, αναπόφευκτο κόστος σχετικά με την πρόσληψη αυτού του πρόσθετου προσωπικού (ταξίδια, ξενοδοχεία, ιατρικές εξετάσεις, εγκατάσταση και άλλα επιδόματα, έξοδα μετακόμισης, κ.λπ.) που εκτιμώνται σε 12 700€.

Υποθέσεις για τον υπολογισμό του κόστους προσωπικού:

·Οι οκτώ συμπληρωματικές θέσεις θεωρείται ότι αφορούν έκτακτους υπαλλήλους σε λειτουργική ομάδα με βαθμό AD7.

·Το μέσο μισθολογικό κόστος για τις διάφορες κατηγορίες προσωπικού βασίζεται στην καθοδήγηση της ΓΔ BUDG·

·Ο διορθωτικός συντελεστής μισθού για το Παρίσι είναι 1,138.

Άλλοι απαιτούμενοι πόροι

Η προβλεπόμενη σημαντική αύξηση του προσωπικού της ΕΑΚΑΑ θα έχει αναπόφευκτες συνέπειες για τις ρυθμίσεις υποδομής της ΕΑΚΑΑ.

Πρώτον, θα πρέπει να αποκτήσουν επιπλέον χώρο γραφείων. Αυτό μπορεί να γίνει είτε με την επέκταση του υφιστάμενου χώρου γραφείων είτε με την απόκτηση νέου κτιρίου. Το κόστος για τους πρόσθετους χώρους γραφείων υπολογίζεται σε 1,057 εκατομμύρια EUR ετησίως για το ενοίκιο και 600 000 ευρώ για τα έξοδα εγκατάστασης και ασφάλειας.

Δεύτερον, ένα βασικό νέο καθήκον προέρχεται από την εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών που αναγνωρίζονται στην ΕΕ. Κατά συνέπεια, θα χρειαστεί να πραγματοποιηθούν ορισμένες αποστολές τόσο σε τρίτες χώρες όσο και στην ΕΕ, καθώς και ορισμένες συνεδριάσεις. Οι δαπάνες αποστολών υπολογίζονται σε 12 000 ευρώ τον μήνα για 20 υπαλλήλους ή 240 000 ευρώ ετησίως.

Τρίτον, θα προκύψουν επίσης διάφορες δαπάνες, όπως, παραδείγματος χάριν, για το νέο προσωπικό θα απαιτηθεί ένας βαθμός κατάρτισης, και ενδέχεται να απαιτηθούν πρόσθετοι πόροι για την ανάπτυξη νέων εργαλείων πληροφορικής ή για την επέκταση υφιστάμενων έργων πληροφορικής.

Έσοδα

Η πρόταση προβλέπει, επίσης, ότι το πρόσθετο κόστος που βαρύνει την ΕΑΚΑΑ θα καλύπτεται σε μεγάλο βαθμό από τέλη που εισπράττονται από τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους. Οι δαπάνες σχετικά με την αναγνώριση και τη συνεχή εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών θα αντικατοπτρίζουν αν θεωρούνται κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι κατηγορίας 1 ή κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι κατηγορίας 2, και θα είναι ανάλογες με τις πραγματικές δαπάνες που προκύπτουν για την ΕΑΚΑΑ.

 

Υπολογισμός

2018

2019

2020

ΣΥΝΟΛΟ

Δαπάνες προσωπικού ΕΑΚΑΑ

 

20 TA + 10 END

28 TA + 12 END

36 TA + 13 END

 

Μισθοί και επιδόματα

 

 

 

 

 

TA (AD και AST)

= (30x138 000)x1,138 το 2018

1 570 440

4 397 232

5 653 584

11 621 256

END

= (15x78 000)x1,139 το 2018

443 820

1 065 168

1 153 932

2 662 920

Δαπάνες για πρόσληψη προσωπικού

= 30x12 700

38 100

127 000

114 300

622 300

Έξοδα αποστολών

= 20 x 12 x 1 000

120 000

240 000

240 000

600 000

 

Εκτελεστική σύνοδος για κεντρικούς αντισυμβαλλομένους

Μισθοί και επιδόματα

=(21 990x12)x1,138 + 2x(21 323x12)x1,138

441 335

882 669

882 669

2 206 673

 

 

Έξοδα αποστολών

=3x12x2 500

45 000

90 000

90 000

225 000

Δαπάνες για πρόσληψη προσωπικού

=3x12 700

38 100

38 100

Κόστος ενοικίασης

=1554m²x680

528 360

1 056 720

1 056 720

2 641 800

Δαπάνες διαρρύθμισης

κατ’ εκτίμηση 600 000€

600 000

600 000

Άλλες δαπάνες (κατάρτιση, εργαλεία πληροφορικής, κ.λπ....)

κατ’ εκτίμηση 25 00€ το 1ο έτος - 1 000€ στη συνέχεια, ανά άτομο

142 500

57 000

57 000

256 500

ΣΥΝΟΛΟ

 

4 310 555

7 915 789

9 248 205

21 474 549

ΕΣΟΔΑ

 

2018

2019

2020

ΣΥΝΟΛΟ

 

 

 

 

 

 

Τέλη κεντρικών αντισυμβαλλομένων

=25 AD + 15 END το 2018 και 35 AD + 10 END μετά + Εποπτική εκτελεστική σύνοδος + σχετικές δαπάνες

4 310 555

7 915 789

9 248 205

21 474 549

ΣΥΝΟΛΟ

4 310 555

7 915 789

9 248 205

21 474 549

(1) http://www.g20.utoronto.ca/2009/2009communique0925.html  
(2) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4 Ιουλίου 2012, για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών. Διαθέσιμος στον δικτυακό τόπο http://eur-lex.europa.eu/legal-content/EN/TXT/PDF/?uri=CELEX:02012R0648-20170103&qid=1492599335405&from=EN  
(3) BIS, Statistical release, OTC derivatives statistics at end-June 2016 , Νοέμβριος 2016.
(4) Βλέπε http://europa.eu/rapid/press-release_MEMO-16-3990_en.htm , Νοέμβριος 2016.
(5) BIS, Statistical release, OTC derivatives statistics at end-June 2016 , Νοέμβριος 2016
(6) Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΣΧΣ), OTC Derivatives Market Reforms, Eleventh progress report on implementation , Αύγουστος 2016. Βλέπε, ιδίως, το τμήμα 3.2.1 ως προς την κεντρική εκκαθάριση των τυποποιημένων συναλλαγών, καθώς και τα παραρτήματα C και Ι για περαιτέρω λεπτομέρειες.
(7) https://www.kfw.de/KfW-Group/Newsroom/Aktuelles/Pressemitteilungen/Pressemitteilungen-Details_407936.html  
(8) Σύμφωνα με τον κανονισμό EMIR, έχει ανατεθεί στην Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξίων και Αγορών (ΕΑΚΑΑ) το καθήκον να καταρτίζει τεχνικά πρότυπα που καθορίζουν την κατηγορία εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που θα πρέπει να υπόκεινται στην υποχρέωση εκκαθάρισης. Η ΕΑΚΑΑ διατηρεί, επίσης, δημόσιο μητρώο σχετικά με την υποχρέωση εκκαθάρισης. Βλέπε σελ. 8-10 του δημόσιου μητρώου για περαιτέρω λεπτομέρειες σχετικά με τις υποχρεώσεις εκκαθάρισης: https://www.esma.europa.eu/sites/default/files/library/public_register_for_the_clearing_obligation_under_emir.pdf  
(9) Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 όσον αφορά τον δείκτη μόχλευσης, τον δείκτη καθαρής σταθερής χρηματοδότησης, τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων, τον πιστωτικό κίνδυνο αντισυμβαλλομένου, τον κίνδυνο αγοράς, τα ανοίγματα έναντι κεντρικών αντισυμβαλλομένων, τα ανοίγματα έναντι οργανισμών συλλογικών επενδύσεων, τα μεγάλα χρηματοδοτικά ανοίγματα, τις υποχρεώσεις υποβολής αναφορών και δημοσιοποίησης, καθώς και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012.
(10) Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2016/2251 της Επιτροπής,της 4ης Οκτωβρίου 2016 , ΕΕ L 340, 15.12.2016, σ. 9–46.
(11) Η ΕΑΚΑΑ έχει αναλύσει διάφορες κατηγορίες εξωχρηματιστηριακών παραγώγων – επιτοκίου, πιστωτικών, επί μετοχών και συναλλάγματος – και πρότεινε ορισμένα εξ αυτών για την υποχρέωση εκκαθάρισης. Όπως αναφέρεται στον ακόλουθο πίνακα, η ΕΑΚΑΑ μπορεί να εξετάσει περαιτέρω υποχρεώσεις εκκαθάρισης στο μέλλον, συμπεριλαμβανόμενων για παράδειγμα των «παρόμοιων με μετοχές/ευέλικτων παραγώγων επί μετοχών και CFD» (Equity Lookalike/Flexible equity derivatives and CFD) και των «μη παραδοτέων προθεσμιακών συμβάσεων ForEx (NDF)» (ForEx Non-deliverable Forward (NDF)).
(12) Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 σε σχέση με την υποχρέωση εκκαθάρισης, την αναστολή της υποχρέωσης εκκαθάρισης, τις απαιτήσεις αναφοράς, τις τεχνικές μείωσης κινδύνου για συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που δεν εκκαθαρίζονται από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, την εγγραφή και την εποπτεία των αρχείων καταγραφής συναλλαγών και τις απαιτήσεις για αρχεία καταγραφής συναλλαγών.
(13) Βλέπε ΕΑΚΑΑ, Report EU-wide CCP Stress test 2015 (Έκθεση πανευρωπαϊκής δοκιμασίας αντοχής των κεντρικών αντισυμβαλλομένων, 2015), 29 Απριλίου 2016, και το σχετικό γράφημα στο τμήμα 3.1 της εκτίμησης επιπτώσεων που συνοδεύει την παρούσα πρόταση.
(14) Βλέπε τον πλήρη κατάλογο των κεντρικών αντισυμβαλλομένων που είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση στον πίνακα 3 στο τμήμα 2.3 της εκτίμησης επιπτώσεων που συνοδεύει την παρούσα πρόταση.
(15) Σύμφωνα με τον κανονισμό EMIR, η ΕΑΚΑΑ παρέχει κατάλογο των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών που έχουν αναγνωριστεί για να παρέχουν υπηρεσίες και δραστηριότητες στην Ένωση . Οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι τρίτων χωρών είναι εγκατεστημένοι σε 15 χώρες οι οποίες καλύπτονται από τις αποφάσεις ισοδυναμίας κεντρικών αντισυμβαλλομένων, που εκδόθηκαν από την Επιτροπή και περιλαμβάνουν την Αυστραλία, το Χονγκ Κονγκ, τη Σινγκαπούρη, την Ιαπωνία, τον Καναδά, την Ελβετία, τη Νότια Κορέα, το Μεξικό, τη Νότια Αφρική, την CFTC των ΗΠΑ, τη Βραζιλία, τα ΗΑΕ, το Διεθνές Χρηματοοικονομικό Κέντρο Ντουμπάι (DIFC), την Ινδία και τη Νέα Ζηλανδία.
(16) Βλέπε τμήμα 2.3 της εκτίμησης επιπτώσεων που συνοδεύει την παρούσα πρόταση.
(17) Στη σύνοδο κορυφής των Καννών, του Νοεμβρίου 2011, οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων της G20 ενέκριναν το έγγραφο του ΣΧΣ «Βασικά Χαρακτηριστικά για αποτελεσματικά καθεστώτα εξυγίανσης των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων» (Key Attributes of Effective Resolution Regimes for Financial Institutions) (τα «Βασικά Χαρακτηριστικά») ως «νέο διεθνές πρότυπο για καθεστώτα εξυγίανσης». Βλέπε Communiqué G20 Leaders SummitCannes – 3-4 Νοεμβρίου 2011, τμήμα 13.
(18) Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με πλαίσιο για την ανάκαμψη και την εξυγίανση κεντρικών αντισυμβαλλομένων, και για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1095/2010, (ΕΕ) αριθ. 648/2012, και (ΕΕ) 2015/2365. COM(2016) 856 final.
(19) Ανακοίνωση σχετικά με την «Κατάσταση της Ένωσης 2016: Ολοκλήρωση της Ένωσης Κεφαλαιαγορών – η Επιτροπή επιταχύνει τις μεταρρυθμίσεις»· 14 Σεπτεμβρίου 2016· IP/16/3001.
(20) «Δημόσια διαβούλευση σχετικά με τη λειτουργία των Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών»· 21/03/2017 – 16/05/2017.
(21) Σύμφωνα με τον ενδεικτικό κατάλογο των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών που υπέβαλαν αίτηση αναγνώρισης της ΕΑΚΑΑ στο πλαίσιο του άρθρου 25 του κανονισμού EMIR.
(22) Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα – Αντιμετώπιση των προκλήσεων για κρίσιμες υποδομές των χρηματοπιστωτικών αγορών και περαιτέρω ανάπτυξη της Ένωσης Κεφαλαιαγορών, Βρυξέλλες, 4.5.2017, COM(2017) 225 final.
(23) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/77/ΕΚ (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 84-119.
(24) Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με πλαίσιο για την ανάκαμψη και την εξυγίανση κεντρικών αντισυμβαλλομένων, και για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1095/2010, (ΕΕ) αριθ. 648/2012, και (ΕΕ) 2015/2365.
(25) Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 όσον αφορά τον δείκτη μόχλευσης, τον δείκτη καθαρής σταθερής χρηματοδότησης, τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων, τον πιστωτικό κίνδυνο αντισυμβαλλομένου, τον κίνδυνο αγοράς, τα ανοίγματα έναντι κεντρικών αντισυμβαλλομένων, τα ανοίγματα έναντι οργανισμών συλλογικών επενδύσεων, τα μεγάλα χρηματοδοτικά ανοίγματα, τις υποχρεώσεις υποβολής αναφορών και δημοσιοποίησης, καθώς και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012.
(26) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων.
(27) Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 σε σχέση με την υποχρέωση εκκαθάρισης, την αναστολή της υποχρέωσης εκκαθάρισης, τις απαιτήσεις αναφοράς, τις τεχνικές μείωσης κινδύνου για συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που δεν εκκαθαρίζονται από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, την εγγραφή και την εποπτεία των αρχείων καταγραφής συναλλαγών και τις απαιτήσεις για αρχεία καταγραφής συναλλαγών.
(28) «Δημόσια διαβούλευση σχετικά με τη λειτουργία των Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών», 21.03.2017, διαθέσιμη στον δικτυακό τόπο https://ec.europa.eu/info/finance-consultations-2017-esas-operations_en  
(29) «EU equivalence decisions in financial services policy: an assessment» (Αποφάσεις ισοδυναμίας ΕΕ στην πολιτική χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών: αξιολόγηση), 27.02.2017, SWD(2017) 102 final, έγγραφο διαθέσιμο στον δικτυακό τόπο https://ec.europa.eu/info/sites/info/files/eu-equivalence-decisions-assessment-27022017_en.pdf  
(30) «Ένωση Κεφαλαιαγορών – Επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων», 14.9.2016, COM(2016) 601 final, έγγραφο διαθέσιμο στον δικτυακό τόπο https://ec.europa.eu/transparency/regdoc/rep/1/2016/EN/1-2016-601-EN-F1-1.PDF
(31) Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών σχετικά με την ενδιάμεση επανεξέταση του σχεδίου δράσης για την Ένωση Κεφαλαιαγορών, COM(2017) 292 final, 8 Ιουνίου 2017, διαθέσιμη στον δικτυακό τόπο: https://ec.europa.eu/info/sites/info/files/communication-cmu-mid-term-review-june2017_en.pdf
(32) Έγγραφο προβληματισμού σχετικά με την εμβάθυνση της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 31 Μαΐου 2017, διαθέσιμο στον δικτυακό τόπο: https://ec.europa.eu/commission/sites/beta-political/files/reflection-paper-emu_en_2.pdf
(33) ESMA review of CCP colleges under EMIR, Ιανουάριος 2015 https://www.esma.europa.eu/sites/default/files/library/2015/11/2015-20-_report_on_esma_review_of_ccp_colleges.pdf  
(34) ESMA, Peer Review under EMIR Art. 21 Supervisory activities on CCPs’ Margin and Collateral requirements, 22 Δεκεμβρίου 2016, ESMA/2016/1683 (ΕΑΚΑΑΑξιολόγηση από ομοτίμους 2016) https://www.esma.europa.eu/sites/default/files/library/2016-1683_ccp_peer_review_report.pdf
(35) ΕΑΚΑΑ, EMIR review report no. 4, ESMA input as part of the Commission consultation on the EMIR Review, 13 Αυγούστου 2015, ESMA/2015/1254 https://www.esma.europa.eu/sites/default/files/library/2015/11/esma-2015-1254_-_emir_review_report_no.4_on_other_issues.pdf
(36) ΕΑΚΑΑ – Αξιολόγηση από ομοτίμους 2015, σ. 16, παρ. 30.
(37) Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα – Αντιμετώπιση των προκλήσεων για κρίσιμες υποδομές των χρηματοπιστωτικών αγορών και περαιτέρω ανάπτυξη της Ένωσης Κεφαλαιαγορών, Βρυξέλλες, 4.5.2017, COM(2017) 225 final.
(38) Η διαβούλευση και η σχετική ενημερωτική δήλωση βρίσκονται στον δικτυακό τόπο: https://ec.europa.eu/info/finance-consultations-2017-esas-operations_en
(39) Η διαβούλευση είναι διαθέσιμη στη διεύθυνση: https://ec.europa.eu/info/finance-consultations-2017-cmu-mid-term-review_en  
(40) Η διαβούλευση και η περίληψη των απαντήσεων είναι διαθέσιμες στη διεύθυνση: http://ec.europa.eu/finance/consultations/2015/emir-revision/index_en.htm
(41) Βλέπε EMIR review report no. 4, ESMA input as part of the Commission consultation on the EMIR Review, σ. 19-21, έγγραφο διαθέσιμο στη διεύθυνση: https://www.esma.europa.eu/sites/default/files/library/2015/11/esma-2015-1254_-_emir_review_report_no.4_on_other_issues.pdf   
(42) Βλέπε, επίσης, το έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής «EU equivalence decisions in financial services policy: an assessment» (Αποφάσεις ισοδυναμίας ΕΕ στην πολιτική χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών: αξιολόγηση), SWD(2017) 102 final της 27ης Φεβρουαρίου 2017.
(43)

   ΕΕ C […] της […], σ. […].

(44) ΕΕ C της , σ. .
(45)

   Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της ... (ΕΕ...) και απόφαση του Συμβουλίου της ...

(46) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών (ΕΕ L 201 της 27.7.2012, σ. 1).
(47)

   Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 σε σχέση με την υποχρέωση εκκαθάρισης, την αναστολή της υποχρέωσης εκκαθάρισης, τις απαιτήσεις αναφοράς, τις τεχνικές μείωσης κινδύνου για συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που δεν εκκαθαρίζονται από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, την εγγραφή και την εποπτεία των αρχείων καταγραφής συναλλαγών και τις απαιτήσεις για αρχεία καταγραφής συναλλαγών, COM/2017/0208 final.

(48)

   Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012, η ΕΑΚΑΑ παρέχει κατάλογο των κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών που έχουν αναγνωριστεί για να παρέχουν υπηρεσίες και δραστηριότητες στην Ένωση . Οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι τρίτων χωρών είναι εγκατεστημένοι σε 15 χώρες οι οποίες καλύπτονται από τις αποφάσεις ισοδυναμίας κεντρικών αντισυμβαλλομένων, που εκδόθηκαν από την Επιτροπή και περιλαμβάνουν την Αυστραλία, το Χονγκ Κονγκ, τη Σινγκαπούρη, την Ιαπωνία, τον Καναδά, την Ελβετία, τη Νότια Κορέα, το Μεξικό, τη Νότια Αφρική, την CFTC των ΗΠΑ, τη Βραζιλία, τα ΗΑΕ, το Διεθνές Χρηματοοικονομικό Κέντρο Ντουμπάι (DIFC), την Ινδία και τη Νέα Ζηλανδία.

(49)

   Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με πλαίσιο για την ανάκαμψη και την εξυγίανση κεντρικών αντισυμβαλλομένων, και για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1095/2010, (ΕΕ) αριθ. 648/2012, και (ΕΕ) 2015/2365. COM(2016) 856 final.

(50)

    Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα – Αντιμετώπιση των προκλήσεων για κρίσιμες υποδομές των χρηματοπιστωτικών αγορών και περαιτέρω ανάπτυξη της Ένωσης Κεφαλαιαγορών, Βρυξέλλες, 4.5.2017, COM(2017) 225 final. 

(51)

   Ανακοίνωση σχετικά με την «Κατάσταση της Ένωσης 2016: Ολοκλήρωση της Ένωσης Κεφαλαιαγορών – η Επιτροπή επιταχύνει τις μεταρρυθμίσεις»· 14 Σεπτεμβρίου 2016.

(52)

   «Δημόσια διαβούλευση σχετικά με τη λειτουργία των Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών»· 21/03/2017 – 16/05/2017.

(53)

   Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/77/ΕΚ (ΕΕ L 331 της 15.12.2010), σ. 84).

(54)

   Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 2013, για την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σχετικά με τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων, ΕΕ L 287 της 29.10.2013, σ. 63.»

(55)

   Αναφερόμενα στο άρθρο 54 παράγραφος 2 στοιχείο α) ή β) του δημοσιονομικού κανονισμού.

(56)

   Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με πλαίσιο για την ανάκαμψη και την εξυγίανση κεντρικών αντισυμβαλλομένων, και για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1095/2010, (ΕΕ) αριθ. 648/2012, και (ΕΕ) 2015/2365.

(57) «Ένωση Κεφαλαιαγορών – Επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων», 14.9.2016, COM(2016) 601 final, έγγραφο διαθέσιμο στον δικτυακό τόπο https://ec.europa.eu/transparency/regdoc/rep/1/2016/EN/1-2016-601-EN-F1-1.PDF  
(58) «Δημόσια διαβούλευση σχετικά με τη λειτουργία των Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών», 21.03.2017, διαθέσιμη στον δικτυακό τόπο https://ec.europa.eu/info/finance-consultations-2017-esas-operations_en  
(59) «EU equivalence decisions in financial services policy: an assessment» (Αποφάσεις ισοδυναμίας ΕΕ στην πολιτική χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών: αξιολόγηση), 27.02.2017, SWD(2017) 102 final, έγγραφο διαθέσιμο στον δικτυακό τόπο https://ec.europa.eu/info/sites/info/files/eu-equivalence-decisions-assessment-27022017_en.pdf  
(60) Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 όσον αφορά τον δείκτη μόχλευσης, τον δείκτη καθαρής σταθερής χρηματοδότησης, τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων, τον πιστωτικό κίνδυνο αντισυμβαλλομένου, τον κίνδυνο αγοράς, τα ανοίγματα έναντι κεντρικών αντισυμβαλλομένων, τα ανοίγματα έναντι οργανισμών συλλογικών επενδύσεων, τα μεγάλα χρηματοδοτικά ανοίγματα, τις υποχρεώσεις υποβολής αναφορών και δημοσιοποίησης, καθώς και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012.
(61) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων.
(62) Οι λεπτομέρειες σχετικά με τους τρόπους διαχείρισης, καθώς και οι παραπομπές στον δημοσιονομικό κανονισμό είναι διαθέσιμες στον δικτυακό τόπο BudgWeb: https://myintracomm.ec.europa.eu/budgweb/EL/man/budgmanag/Pages/budgmanag.aspx  
(63) ΔΠ = Διαχωριζόμενες πιστώσεις/ΜΔΠ = Μη διαχωριζόμενες πιστώσεις.
(64) ΕΖΕΣ: Ευρωπαϊκή Ζώνη Ελεύθερων Συναλλαγών.
(65) Υποψήφιες χώρες και, εφόσον ισχύει, δυνάμει υποψήφιες για ένταξη χώρες των Δυτικών Βαλκανίων.
(66) Τεχνική και/ή διοικητική βοήθεια και δαπάνες στήριξης της εφαρμογής προγραμμάτων και/ή δράσεων της ΕΕ (πρώην γραμμές «BA»), έμμεση έρευνα, άμεση έρευνα.
(67) Το έτος N είναι το έτος έναρξης εφαρμογής της πρότασης/πρωτοβουλίας.
(68) Τα αποτελέσματα τα προϊόντα και οι υπηρεσίες που θα παρασχεθούν (παράδειγμα: αριθμός ανταλλαγών σπουδαστών που θα χρηματοδοτηθούν, αριθμός χλμ. οδών που θα κατασκευαστούν, κ.λπ.).
(69) Όπως περιγράφεται στο σημείο 1.4.2. «Ειδικός(-οί) στόχος(-οι)…».
(70) Το έτος N είναι το έτος έναρξης εφαρμογής της πρότασης/πρωτοβουλίας.
(71) Τεχνική και/ή διοικητική βοήθεια και δαπάνες στήριξης της εφαρμογής προγραμμάτων και/ή δράσεων της ΕΕ (πρώην γραμμές «BA»), έμμεση έρευνα, άμεση έρευνα.
(72) AC = Συμβασιούχος υπάλληλος· AL = Τοπικός υπάλληλος· END = Αποσπασμένος εθνικός εμπειρογνώμονας· INT = Προσωρινό προσωπικό οργανισμού· JED = Νεαρός εμπειρογνώμονας σε αντιπροσωπεία.
(73) Επιμέρους ανώτατο όριο εξωτερικού προσωπικού που καλύπτεται από επιχειρησιακές πιστώσεις (πρώην γραμμές «BA»)
(74) Όσον αφορά τους παραδοσιακούς ιδίους πόρους (δασμούς, εισφορές ζάχαρης) τα αναγραφόμενα ποσά πρέπει να είναι καθαρά ποσά, δηλ. τα ακαθάριστα ποσά μετά την αφαίρεση του 25 % για έξοδα είσπραξης.
Top