ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
Βρυξέλλες, 6.12.2017
COM(2017) 738 final
ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ
σχετικά με την εφαρμογή, το 2016, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής
Εισαγωγή
Το 2016 η Επιτροπή εξακολούθησε να υλοποιεί την ισχυρή δέσμευση που έχει αναλάβει για αυξημένη διαφάνεια και λογοδοσία. Ένα από τα μέσα που χρησιμοποιεί για την εκπλήρωση της δέσμευσης αυτής είναι η προώθηση της αποτελεσματικής άσκησης του δικαιώματος πρόσβασης στα έγγραφα που βρίσκονται στην κατοχή των θεσμικών οργάνων της ΕΕ. Το δικαίωμα αυτό κατοχυρώνεται με το άρθρο 42 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ, το άρθρο 15 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της ΕΕ και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής.
Το ευρύτερο πρόγραμμα διαφάνειας
Η Επιτροπή έχει προβεί σε αρκετές σημαντικές ενέργειες για την αύξηση της διαφάνειας στις διαδικασίες που εφαρμόζει για τη θέσπιση νομοθεσίας και την εφαρμογή πολιτικών, μεταξύ άλλων όσον αφορά τις επαφές που διατηρεί με ενδιαφερόμενους φορείς και εκπροσώπους ομάδων συμφερόντων.
Το 2016 η Επιτροπή συνέχισε να παράγει αποτελέσματα σχετικά με το θεματολόγιό της για τη βελτίωση της νομοθεσίας, το οποίο έχει ως στόχο τη βελτίωση και την αύξηση της διαφάνειας του τρόπου λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με ιδιαίτερη έμφαση στην ανάληψη δράσης με απλούστερο τρόπο και μόνο στις περιπτώσεις που έχει νόημα για τους πολίτες. Το πρόγραμμα της Επιτροπής για τη βελτίωση της καταλληλότητας και της αποδοτικότητας του κανονιστικού πλαισίου (REFIT) εξακολούθησε να διασφαλίζει ότι η νομοθεσία της ΕΕ παράγει αποτελέσματα για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις κατά τρόπο αποτελεσματικό και αποδοτικό και με το ελάχιστο δυνατό κόστος. Τον Ιανουάριο του 2016 τέθηκε επισήμως σε λειτουργία η πλατφόρμα REFIT, η οποία παρέχει τη δυνατότητα στις εθνικές αρχές, στους πολίτες και σε άλλους ενδιαφερόμενους φορείς να συμμετέχουν στο έργο βελτίωσης της νομοθεσίας της ΕΕ με διαφανή τρόπο.
Τον Απρίλιο του 2016, κατόπιν πρότασης της Επιτροπής, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή εξέδωσαν τη διοργανική συμφωνία για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου. Η συμφωνία ενισχύει περαιτέρω τη διαφάνεια μέσω σειράς μέτρων που ενδυναμώνουν τον ανοικτό χαρακτήρα της διαδικασίας λήψης αποφάσεων της ΕΕ.
Από τον Νοέμβριο του 2014 όταν εκδόθηκαν οι αποφάσεις C(2014) 9048 και C(2014) 9051, έχουν δημοσιοποιηθεί στον δικτυακό τόπο Europa πληροφορίες σχετικά με περισσότερες από 11 000 διμερείς συνεδριάσεις Επιτρόπων, μελών των ιδιαίτερων γραφείων των Επιτρόπων και γενικών διευθυντών με εκπροσώπους ομάδων συμφερόντων. Κατά γενικό κανόνα, οι συνεδριάσεις αυτές μπορούν να πραγματοποιούνται μόνο με εκπροσώπους ομάδων συμφερόντων που είναι εγγεγραμμένοι στο μητρώο διαφάνειας. Το μητρώο διαφάνειας συνέχισε να εμπλουτίζεται σταθερά και σήμερα περιέχει περισσότερες από 11 000 καταχωρίσεις, ενώ από τον Ιανουάριο του 2016 έχει προσελκύσει πάνω από 3 500 νέους εγγεγραμμένους.
Τον Μάιο του 2016 η Επιτροπή ενέκρινε νέους κανόνες για τις ομάδες εμπειρογνωμόνων, με τους οποίους ενισχύονται οι απαιτήσεις διαφάνειας και δημιουργούνται συνέργειες με το μητρώο διαφάνειας.
Τον Σεπτέμβριο του 2016, η Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη τα αποτελέσματα της δημόσιας διαβούλευσης για το μέλλον του μητρώου διαφάνειας, εξέδωσε πρόταση διοργανικής συμφωνίας σχετικά με υποχρεωτικό μητρώο διαφάνειας, ενέργεια που αποτελεί σημαντικό βήμα προόδου για την καθιέρωση κοινού και υποχρεωτικού καθεστώτος διαφάνειας σε επίπεδο ΕΕ. Η Επιτροπή κάλεσε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο να ξεκινήσουν το ταχύτερο δυνατό τις διαπραγματεύσεις για τη θέσπιση του μητρώου αυτού, το οποίο θα καλύπτει και τα τρία θεσμικά όργανα.
Ανταποκρινόμενη στις απαιτήσεις του κοινού για μεγαλύτερη διαφάνεια σχετικά με πιθανές περιπτώσεις «μεταπήδησης στον ιδιωτικό τομέα», η Επιτροπή δημοσίευσε, τον Δεκέμβριο του 2016, τη δεύτερη ετήσια έκθεσή της
, στην οποία παρέχει πληροφορίες σχετικά με ανώτερους υπαλλήλους που αποχώρησαν από την Επιτροπή για να καταλάβουν νέες θέσεις εργασίας, αναλύοντας λεπτομερώς τα προηγούμενα καθήκοντά τους, τις νέες δραστηριότητές τους εκτός της Επιτροπής, καθώς και την αντίστοιχη απόφαση της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής. Εξασφαλίζεται επίσης διαφάνεια ως προς όλες τις αποφάσεις για την έγκριση των δραστηριοτήτων πρώην Επιτρόπων μετά το πέρας της θητείας τους, μέσω ειδικής για τον σκοπό αυτό ιστοσελίδας του Europa.
Πρόσβαση σε έγγραφα
Στο πλαίσιο του ευρύτερου προγράμματος διαφάνειας, το δικαίωμα πρόσβασης σε έγγραφα κατέχει εξέχουσα θέση στην προσέγγιση της Επιτροπής όσον αφορά τη διαφάνεια. Πέραν της παροχής πρόσβασης σε έγγραφα τα οποία έχει στην κατοχή της βάσει του κανονισμού 1049/2001, η Επιτροπή δημοσίευσε επίσης, βάσει προδραστικής προσέγγισης και με φιλικό προς τον χρήση τρόπο, ευρύ φάσμα πληροφοριών και εγγράφων, τόσο στα διάφορα δημόσια μητρώα της όσο και στις ιστοσελίδες της.
Η παρούσα έκθεση συντάχθηκε σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 1 του κανονισμού 1049/2001 και παρέχει επισκόπηση του τρόπου με τον οποίο η Επιτροπή εφάρμοσε τους κανόνες πρόσβασης σε έγγραφα κατά το έτος 2016. Η έκθεση βασίζεται σε στατιστικά στοιχεία τα οποία συνοψίζονται στο παράρτημα. Τα στατιστικά στοιχεία αντικατοπτρίζουν τον αριθμό των αιτήσεων που παραλήφθηκαν το 2016 και τις απαντήσεις που δόθηκαν σε αυτές. Δεν αντικατοπτρίζουν τον αριθμό των εγγράφων που ζητήθηκαν ή δημοσιοποιήθηκαν (μερικώς), τα οποία ήταν πολύ περισσότερα. Παρότι οι αιτούντες μπορούν να ζητήσουν πρόσβαση σε ένα μεμονωμένο έγγραφο, συχνότερα ζητούν πρόσβαση σε πολλαπλά έγγραφα ή ακόμη και σε ολόκληρους φακέλους που αφορούν ένα συγκεκριμένο ζήτημα ή διαδικασία. Στα στατιστικά στοιχεία αποτυπώνεται η σημασία που έχει το δικαίωμα πρόσβασης σε έγγραφα στο πλαίσιο της συνολικής στρατηγικής της Επιτροπής για τη διαφάνεια. Τα ζητηθέντα έγγραφα δημοσιοποιήθηκαν πλήρως ή εν μέρει στο 81,3 % των περιπτώσεων κατά το αρχικό στάδιο, και χορηγήθηκε ευρύτερη ή ακόμη και πλήρης πρόσβαση στο 52 % των περιπτώσεων που επανεξετάστηκαν στο στάδιο της επιβεβαίωσης.
1.Μητρώα και ιστότοποι στο διαδίκτυο
Το 2016 προστέθηκαν στο μητρώο εγγράφων της Επιτροπής 18 523 νέα έγγραφα (βλέπε παράρτημα – πίνακας 1), τα οποία εμπίπτουν στις κατηγορίες C, COM, JOIN, OJ, PV, SEC ή SWD. Το 2016 η Επιτροπή δεν συνέταξε ούτε παρέλαβε κάποιο ευαίσθητο έγγραφο που να εμπίπτει στις κατηγορίες αυτές.
Το 2016 στον δικτυακό τόπο του Europa για την πρόσβαση σε έγγραφα καταγράφηκε μικρή αύξηση του αριθμού των επισκέψεων (19 191 σε σύγκριση με 18 939 το 2015), ενώ ο αριθμός των επισκεπτών και οι σελίδες που επισκέπτονται οι χρήστες παρέμειναν στα ίδια επίπεδα (βλέπε παράρτημα – πίνακας 2).
2.Συνεργασία με τα λοιπά θεσμικά όργανα που υπόκεινται στον κανονισμό
Το 2016 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή συνέχισαν να πραγματοποιούν τακτικές τεχνικές συνεδριάσεις σε διοικητικό επίπεδο, με σκοπό την ανταλλαγή εμπειριών, την ανάπτυξη βέλτιστων πρακτικών και τη διασφάλιση της συνεπούς εφαρμογής του κανονισμού 1049/2001.
3.Ανάλυση των αιτήσεων πρόσβασης
3.1.Ο αριθμός των αιτήσεων
Το 2016 ο αριθμός των αρχικών αιτήσεων μειώθηκε κατά σχεδόν 10 % (6 077 σε σύγκριση με 6 752 το 2015). Από την άλλη πλευρά, ο αριθμός των αρχικών απαντήσεων βάσει του κανονισμού 1049/2001 αυξήθηκε κατά περισσότερο από 2 % (από 5 819 το 2015 σε 5 944 το 2016 – πρόκειται για τον μεγαλύτερο αριθμό απαντήσεων κατά την τελευταία πενταετία).
Οι υπόλοιπες 1 193 απαντήσεις είτε παρασχέθηκαν εκτός του πεδίου εφαρμογής του κανονισμού 1049/2001 είτε επιβεβαίωναν ότι τα ζητηθέντα έγγραφα δεν βρίσκονταν στην κατοχή της Επιτροπής (βλέπε παράρτημα – πίνακας 3).
Όσον αφορά τις επιβεβαιωτικές αιτήσεις για επανεξέταση, από την Επιτροπή, της αρχικής πλήρους ή μερικής άρνησης πρόσβασης, ο αριθμός τους αυξήθηκε κατά 4 % (295 το 2016 σε σύγκριση με 284 το 2015), ακολουθώντας τη σταθερά αυξανόμενη τάση που παρουσιάζουν από το 2012. Από την άλλη πλευρά, ο αριθμός των επιβεβαιωτικών απαντήσεων βάσει του κανονισμού 1049/2001 μειώθηκε ελαφρώς, από 230 το 2015 σε 219 το 2016, καθώς ορισμένες από τις αιτήσεις φαίνεται ότι αποτελούσαν αιτήματα παροχής πληροφοριών.
Σε άλλες περιπτώσεις, περισσότερες αιτήσεις από έναν μόνο αιτούντα ομαδοποιήθηκαν και διεκπεραιώθηκαν στο πλαίσιο ενιαίας απάντησης (βλέπε παράρτημα – πίνακας 5).
3.2.Ποσοστό αιτήσεων ανά ΓΔ/Υπηρεσία της Επιτροπής (παράρτημα – πίνακας 10)
Η Γενική Γραμματεία (SG) έλαβε το μεγαλύτερο ποσοστό αρχικών αιτήσεων (8,6 % σε σύγκριση με 8,7 % το 2015), ενώ η ΓΔ Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων (ΓΔ SANTE) κατέλαβε τη δεύτερη θέση, καταγράφοντας μείωση από 9,2 % το 2015 σε 8 % το 2016. Οι αρχικές αιτήσεις για έγγραφα που βρίσκονται στην κατοχή της ΓΔ Εσωτερικής Αγοράς, Βιομηχανίας, Επιχειρηματικότητας και ΜΜΕ (ΓΔ GROW) μειώθηκαν από 8,6 % σε 7,6 % το 2016, με αποτέλεσμα την κατάταξή της στην τρίτη θέση.
Η ΓΔ Ανταγωνισμού (ΓΔ COMP) (7,2 %) και η ΓΔ Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, Χρηματοπιστωτικών Υπηρεσιών και Ένωσης Κεφαλαιαγορών (ΓΔ FISMA) (5,6 %) ήταν οι μόνες από τις υπόλοιπες ΓΔ που έλαβαν η καθεμία ποσοστό άνω του 5 % επί του συνολικού αριθμού των αρχικών αιτήσεων. Σε καθεμία από τις υπόλοιπες υπηρεσίες της Επιτροπής αναλογεί ποσοστό ίσο ή μικρότερο του 4 % επί του συνόλου των αρχικών αιτήσεων.
Όσον αφορά τις επιβεβαιωτικές αιτήσεις που υποβλήθηκαν στη Γενική Γραμματεία, το μεγαλύτερο ποσοστό αφορούσε αρχικές απαντήσεις που παρασχέθηκαν από τη ΓΔ COMP (15,9 % το 2016, σε σύγκριση με 16,2 % το 2015), ενώ στη δεύτερη και στην τρίτη θέση ακολουθούσαν η ΓΔ SANTE (10,2 %, σε σύγκριση με 7 % το 2015) και η SG (6,8 %, σε σύγκριση με 10,2 % το 2015).
Την τέταρτη θέση μοιράστηκαν η ΓΔ Δικαιοσύνης και Καταναλωτών (ΓΔ JUST) και η ΓΔ Φορολογίας και Τελωνειακής Ένωσης (ΓΔ TAXUD) (και οι δύο 6,1 % το 2016, σε σύγκριση με 7,4 % και 6,3 % αντιστοίχως το 2015). Οι αρχικές απαντήσεις άλλων δύο υπηρεσιών της Επιτροπής [ΓΔ GROW και Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Επιλογής Προσωπικού (EPSO)] αποτέλεσαν το αντικείμενο άνω του 5 % του συνόλου των επιβεβαιωτικών αιτήσεων. Σε καθεμία από τις υπόλοιπες υπηρεσίες της Επιτροπής αναλογεί ποσοστό μικρότερο του 5 % επί του συνόλου των επιβεβαιωτικών αιτήσεων.
3.3.Το κοινωνικό και επαγγελματικό προφίλ των αιτούντων (παράρτημα – πίνακας 8)
Το 2016 οι περισσότερες αρχικές αιτήσεις εξακολούθησαν να προέρχονται από πολίτες. Οι αιτήσεις αυτές αποτέλεσαν σχεδόν το 40 % του συνόλου των αιτήσεων (38,3 % σε σύγκριση με 24,7 % το 2015). Τα πανεπιστημιακά ιδρύματα και οι ομάδες προβληματισμού ήταν η δεύτερη πιο δραστήρια κατηγορία καθώς υπέβαλαν το 16 % των αρχικών αιτήσεων (σε σύγκριση με 21,3 % το 2015).
Την τρίτη θέση κατέλαβαν οι επαγγελματίες του νομικού κλάδου (13,5 %, σε σύγκριση με 12,7 % το 2015), ακολουθούμενοι από την κοινωνία των πολιτών (ΜΚΟ) (11,9 %, σε σύγκριση με 15,2 % το 2015), τις εταιρείες (9,7 %, σε σύγκριση με 2 % το 2015) και τους δημοσιογράφους (5,9 % το 2016, σε σύγκριση με 7,1 % το 2015).
Το 2016 οι περισσότερες επιβεβαιωτικές αιτήσεις υποβλήθηκαν από πολίτες. Οι αιτήσεις αυτές αντιστοιχούσαν σε ποσοστό άνω του 30 % του συνόλου των αιτήσεων (30,2 % σε σύγκριση με 24,3 % το 2015). Οι επαγγελματίες του νομικού κλάδου, οι οποίοι υπέβαλαν το 26,4 % του συνόλου των αιτήσεων (σε σύγκριση με 27,8 % το 2015) ήταν η δεύτερη πιο ενεργή κατηγορία αιτούντων.
Ακολουθεί με μικρή διαφορά η κοινωνία των πολιτών (ΜΚΟ), στην οποία αναλογεί το 24,7 % των αιτήσεων (24,6 % το 2015). Οι δημοσιογράφοι κατέλαβαν την τέταρτη θέση με ποσοστό 8,1 % (13 % το 2015), ενώ τα πανεπιστημιακά ιδρύματα και οι ομάδες προβληματισμού κατατάχθηκαν στην πέμπτη θέση, με ποσοστό 4,4 % των αιτήσεων (5,6 % το 2015).
3.4.Η γεωγραφική προέλευση των αιτούντων (παράρτημα – πίνακας 9)
Όσον αφορά τη γεωγραφική κατανομή των αρχικών αιτήσεων, το μεγαλύτερο ποσοστό εξακολούθησε να προέρχεται από αιτούντες από το Βέλγιο (27,2%, σε σύγκριση με 26,8 % το 2015), ακολουθούμενο από τη Γερμανία (12,6 %, σε σύγκριση με 11,7 % το 2015) και το Ηνωμένο Βασίλειο (με σημαντική αύξηση, από 7,6 % το 2015 σε 10 % το 2016). Έπονται η Γαλλία, η Ισπανία, η Ιταλία και οι Κάτω Χώρες, αντιπροσωπεύοντας η καθεμία ποσοστό άνω του 5 % επί του συνολικού αριθμού των αιτήσεων. Οι αιτήσεις που προέρχονταν από τα υπόλοιπα 21 κράτη μέλη αντιστοιχούν σε ποσοστό μικρότερο του 2 % ανά κράτος μέλος.
Οι αιτούντες που κατοικούν ή έχουν την καταστατική τους έδρα σε τρίτες χώρες εξακολούθησαν να ασκούν το δικαίωμα πρόσβασης σε έγγραφα και οι αρχικές αιτήσεις που υπέβαλαν ανήλθαν στο 4,1 % του συνόλου των αρχικών αιτήσεων (4,4 % το 2015).
Όσον αφορά τη γεωγραφική κατανομή των επιβεβαιωτικών αιτήσεων, το μακράν μεγαλύτερο ποσοστό προέρχεται από αιτούντες στο Βέλγιο (33,2 %, σε σύγκριση με 30,3 % το 2015), και ακολουθεί η Γερμανία (13,2 %, σε σύγκριση με 15,1 % το 2015). Η Ιταλία (9,8 %), η Ισπανία (8,8 %), οι Κάτω Χώρες (6,4 %), το Ηνωμένο Βασίλειο (5,8 %) και η Γαλλία (5,1 %) ήταν τα μόνα από τα υπόλοιπα κράτη μέλη με ποσοστό αιτήσεων άνω του 5 %.
Οι αιτήσεις που προέρχονταν από τα υπόλοιπα 21 κράτη μέλη αντιστοιχούν σε ποσοστό έως 2 % ανά κράτος μέλος. Τέλος, οι αιτήσεις από αιτούντες που κατοικούν ή έχουν την καταστατική έδρα τους σε τρίτες χώρες ανέρχονται στο 3,7 % του συνολικού αριθμού των αιτήσεων (σε σύγκριση με 2,5 % το 2015).
4.Εφαρμογή εξαιρέσεων στο δικαίωμα πρόσβασης
4.1.Είδη χορηγηθείσας πρόσβασης
Το 2016 χορηγήθηκε πλήρης ή μερική πρόσβαση σε έγγραφα σε ποσοστό άνω του 80 % των περιπτώσεων στο αρχικό στάδιο (81,3 % σε σύγκριση με 84,7 % το 2015). Πλήρης πρόσβαση εξακολούθησε να χορηγείται σχεδόν στο 61 % των περιπτώσεων. Το ποσοστό αυτό είναι μειωμένο σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος (68,8 %), συνεχίζοντας την καθοδική τάση που παρατηρείται από το 2012, η οποία μπορεί να αποδοθεί εν μέρει στην αυστηρότερη εφαρμογή, εκ μέρους της Επιτροπής, της πολιτικής για την προστασία των δεδομένων.
Για τον ίδιο λόγο, το ποσοστό των μερικώς θετικών απαντήσεων αυξήθηκε σημαντικά, κατά 30 % (20,4 % το 2016 σε σύγκριση με 15,9 % το 2015). Το 18,7 % των αιτήσεων απορρίφθηκαν πλήρως (σε σύγκριση με 15,3 % το 2015) – βλέπε παράρτημα (πίνακας 4).
Το 2016 η μία στις δύο αρχικές απαντήσεις που αμφισβητήθηκαν στο πλαίσιο επιβεβαιωτικής αίτησης ανακλήθηκε (πλήρως ή μερικώς) στο στάδιο της επιβεβαίωσης (σημαντική αύξηση από 41,3 % το 2015 σε 52 % το 2016). Στο 47% των περιπτώσεων χορηγήθηκε ευρύτερη (αν και όχι πλήρης) πρόσβαση σε σύγκριση με το αρχικό επίπεδο (σημαντική αύξηση σε σύγκριση με το 31,7 % του 2015). Στο επίπεδο της επιβεβαίωσης, η αρχική πλήρης άρνηση επιβεβαιώθηκε μόνο στο 48 % των περιπτώσεων (σε σύγκριση με 58,7 % το 2015).
Από την άλλη πλευρά, ο αριθμός των επιβεβαιωτικών αιτήσεων που οδήγησαν σε πλήρως θετική απάντηση ήταν χαμηλότερος (5 %) σε σχέση με το 2015 (9,6 %) – βλέπε παράρτημα (πίνακας 6).
4.2.Προβαλλόμενες εξαιρέσεις στο δικαίωμα πρόσβασης (παράρτημα – πίνακας 7)
Η προστασία της ιδιωτικής ζωής και της ακεραιότητας του ατόμου εξακολούθησε να αποτελεί τον κύριο λόγο (πλήρους ή μερικής) άρνησης πρόσβασης στο αρχικό στάδιο, παραμένοντας σταθερά σε ποσοστό της τάξης σχεδόν του 30 %. Η δεύτερη πλέον προβαλλόμενη εξαίρεση ήταν η προστασία της διαδικασίας λήψης αποφάσεων του θεσμικού οργάνου (με μικρή αύξηση, από 20,3 % το 2015 σε 21,7 % το 2016). Η εξαίρεση για λόγους προστασίας του σκοπού επιθεώρησης, έρευνας και οικονομικού ελέγχου, η οποία κατέλαβε την τρίτη θέση, προβλήθηκε σε σημαντικά μικρότερο βαθμό σε σχέση με το 2015 (16,2 % το 2016 σε σύγκριση με 20,9 % το 2015).
Η σχετική χρήση της εξαίρεσης για λόγους προστασίας εμπορικών συμφερόντων σημείωσε ελαφρά μείωση (13,7 % το 2016, σε σύγκριση με 14,7 % το 2015), αλλά παρέμεινε στην τέταρτη θέση. Η σημαντικότερη αύξηση αφορούσε την εξαίρεση για λόγους προστασίας του δημόσιου συμφέροντος όσον αφορά τη δημόσια ασφάλεια (7,3 % το 2016, σε σύγκριση με 2,4 % το 2015).
Στο στάδιο της επιβεβαίωσης, ο κυριότερος λόγος που προβλήθηκε συχνότερα για την επιβεβαίωση (πλήρους ή μερικής) άρνησης πρόσβασης ήταν η προστασία της ιδιωτικής ζωής και της ακεραιότητας του ατόμου, καταγράφοντας αύξηση της τάξης του 45 % σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος (28,3 % το 2016, σε σύγκριση με 15,6 % το 2015). Τη δεύτερη θέση κατέλαβε η εξαίρεση για την προστασία της διαδικασίας λήψης αποφάσεων (22,3 %, σε σύγκριση με 16,4 % το 2015). Η εξαίρεση για λόγους προστασίας του σκοπού επιθεώρησης, έρευνας και οικονομικού ελέγχου προβλήθηκε λιγότερο συχνά (20,3 % το 2016, σε σύγκριση με 37,7 % το 2015), καταλαμβάνοντας έτσι την τρίτη θέση.
Την τέταρτη και πέμπτη θέση κατέλαβαν, αντιστοίχως, οι εξαιρέσεις για την προστασία εμπορικών συμφερόντων (15,9 %, σε σύγκριση με 13,1 % το 2015) και για την προστασία δικαστικών διαδικασιών και της παροχής νομικών συμβουλών (5,6 %, σε σύγκριση με 4,9 % το 2015).
5.Καταγγελίες στην Ευρωπαία Διαμεσολαβήτρια
Το 2016 η Ευρωπαία Διαμεσολαβήτρια περάτωσε 21 καταγγελίες κατά της διεκπεραίωσης, από την Επιτροπή, αιτήσεων πρόσβασης σε έγγραφα. Έξι από αυτές περατώθηκαν χωρίς επικριτική ή περαιτέρω παρατήρηση. Για λόγους σύγκρισης αναφέρεται ότι το 2015 η Διαμεσολαβήτρια περάτωσε 23 καταγγελίες, εκ των οποίων έξι με επικριτική παρατήρηση.
Το 2016 η Διαμεσολαβήτρια κίνησε 12 νέες έρευνες στις οποίες η πρόσβαση σε έγγραφα αποτελούσε είτε το βασικό είτε δευτερεύον αντικείμενο της καταγγελίας (μικρή αύξηση σε σύγκριση με το 2015, κατά το οποίο κινήθηκαν 11 νέες έρευνες).
6.Δικαστικός έλεγχος
Το 2016 τα δικαστήρια της ΕΕ εξέδωσαν σημαντικό όγκο νέας νομολογίας που θα επηρεάσει την πρακτική της Επιτροπής βάσει του κανονισμού 1049/2001.
6.1.Το Δικαστήριο
Το Δικαστήριο εξέδωσε τρεις αποφάσεις επί αιτήσεων αναιρέσεως στις οποίες διάδικος ήταν η Επιτροπή.
Στην υπόθεση Internationaler Hilfsfonds, σχετικά με την πρόσβαση σε φάκελο ο οποίος αφορούσε σύμβαση για την παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας, το Δικαστήριο επικύρωσε τη διάταξη του Γενικού Δικαστηρίου απορρίπτοντας την προσφυγή της αναιρεσείουσας κατά της Επιτροπής.
Στην απόφασή του στην υπόθεση SeaHandling
, το Δικαστήριο επιβεβαίωσε την ύπαρξη γενικού τεκμηρίου σύμφωνα με το οποίο η δημοσιοποίηση εγγράφων διοικητικού φακέλου έρευνας σχετικής με κρατική ενίσχυση θίγει, καταρχήν, την προστασία του σκοπού ερευνητικών δραστηριοτήτων. Αποφάνθηκε επίσης ότι το πιθανό συμφέρον ως προς την απόκτηση ενός εγγράφου για τους σκοπούς δικαστικών διαδικασιών δεν μπορεί να συνιστά υπέρτερο δημόσιο συμφέρον για δημοσιοποίηση. Επιπλέον, διευκρίνισε ότι σε περίπτωση καθυστέρησης στην παροχή απάντησης, ο αιτών μπορεί να υποβάλει καταγγελία στον Διαμεσολαβητή ή να ασκήσει αγωγή αποζημίωσης προκειμένου να επιβάλει το οικείο δικαίωμα πρόσβασης και το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη.
Στην απόφασή του στην υπόθεση Stichting Greenpeace Nederland, το Δικαστήριο έκρινε ότι η έννοια του όρου «εκπομπές στο περιβάλλον» δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1367/2006 δεν περιορίζεται στις πραγματικές εκπομπές, αλλά περιλαμβάνει επίσης τις δυνάμενες να προβλεφθούν εκπομπές στο περιβάλλον υπό φυσιολογικές ή ρεαλιστικές συνθήκες χρήσεως προϊόντος ή ουσίας. Το Δικαστήριο αποσαφήνισε περαιτέρω ότι πληροφορίες οι οποίες «αφορούν εκπομπές στο περιβάλλον» είναι πληροφορίες που έχουν ως αντικείμενο ή είναι σχετικές με τέτοιες εκπομπές, και όχι στις πληροφορίες οι οποίες παρουσιάζουν άμεσο ή έμμεσο σύνδεσμο με τις εκπομπές στο περιβάλλον».
6.2.Το Γενικό Δικαστήριο
Το Γενικό Δικαστήριο εξέδωσε 12 αποφάσεις επί υποθέσεων σχετικών με το δικαίωμα πρόσβασης σε έγγραφα στις οποίες διάδικος ήταν η Επιτροπή. Σε δύο υποθέσεις, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε απαράδεκτη την προσφυγή για την ακύρωση της απόφασης της Επιτροπής. Μία υπόθεση δεν οδήγησε σε έκδοση απόφασης.
Σε έξι υποθέσεις, το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση του προσφεύγοντος για την ακύρωση της επιβεβαιωτικής απόφασης της Επιτροπής σχετικά με την πρόσβαση σε έγγραφα, επιβεβαιώνοντας τη θέση της Επιτροπής. Σε τρεις υποθέσεις, το Γενικό Δικαστήριο ακύρωσε μερικώς την απόφαση της Επιτροπής.
Όσον αφορά το ζήτημα των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, το Γενικό Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι η Επιτροπή δεν δύναται να απαλείψει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα του αιτούντος, εάν είναι σαφές ότι ο τελευταίος τάσσεται υπέρ της δημοσιοποίησής τους. Διευκρίνισε επίσης ότι το συγκεκριμένο θεσμικό όργανο δεν υποχρεούται να εκτιμήσει αν θίγονται τα έννομα συμφέροντα του υποκειμένου των δεδομένων, εάν ο προσφεύγων δεν προβάλλει καμία ρητή και θεμιτή δικαιολογία ή κάποιο πειστικό επιχείρημα προκειμένου να αποδείξει την αναγκαιότητα διαβίβασης των εν λόγω δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
Όσον αφορά τα εμπορικά συμφέροντα, το Γενικό Δικαστήριο υπενθύμισε το γενικό τεκμήριο της μη δημοσιοποίησης των προσφορών που υποβάλλονται από προσφέροντες στο πλαίσιο διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων, διότι η δημοσιοποίησή τους ενδέχεται να θίξει τα εμπορικά συμφέροντα του επιτυχόντος προσφέροντος και τον θεμιτό ανταγωνισμό μεταξύ των προσφερόντων.
Σχετικά με τον σκοπό έρευνας, το Γενικό Δικαστήριο επιβεβαίωσε το γενικό τεκμήριο περί μη προσβασιμότητας των ερευνητικών εγγράφων της OLAF που αφορούν εν εξελίξει και, σε ορισμένες περιπτώσεις, περατωθείσες έρευνες. Ανέφερε επίσης ότι τα περιστατικά παράνομων διαρροών εμπιστευτικών πληροφοριών δεν δικαιολογούν, αυτά καθαυτά, τη δημοσιοποίηση των εν λόγω εγγράφων βάσει του κανονισμού 1049/2001. Το Γενικό Δικαστήριο αποφάνθηκε επίσης ότι, εάν ο αιτών έχει στην κατοχή του τα ζητηθέντα έγγραφα (ή μέρη αυτών), η Επιτροπή δεν δύναται να αρνηθεί τη διεκπεραίωση της αίτησής του βάσει του κανονισμού 1049/2001.
Το Γενικό Δικαστήριο επαναβεβαίωσε περαιτέρω την ύπαρξη γενικού τεκμηρίου περί μη δημοσιοποίησης εγγράφων που αποτελούν μέρος φακέλου διαδικασίας επί παραβάσει στο προδικαστικό στάδιο, δεδομένου ότι η δημοσιοποίησή τους θα έθιγε, καταρχήν, την προστασία του σκοπού της έρευνας.
Όσον αφορά έγγραφα που συνδέονται με εκκρεμή δικαστική διαφορά σε επίπεδο ΕΕ, ή με εθνικές διαδικασίες που είναι πιθανό να οδηγήσουν στην έκδοση προδικαστικής απόφασης, το Γενικό Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι είναι δυνατή η μη δημοσιοποίηση των εγγράφων αυτών. Σκοπός της δυνατότητας αυτής είναι να διασφαλιστεί η τήρηση των αρχών της ισότητας των όπλων και της ορθής απονομής της δικαιοσύνης και, με το ίδιο σκεπτικό, η προστασία των δικαστικών διαδικασιών.
Επιπλέον, το Γενικό Δικαστήριο επιβεβαίωσε ότι, για τους σκοπούς της εφαρμογής της εξαίρεσης σχετικά με την προστασία της παροχής νομικών συμβουλών, ο χρόνος και ο (επίσημος ή ανεπίσημος) τρόπος παροχής των συμβουλών είναι αλυσιτελείς. Αναγνώρισε επίσης ότι η προστασία της παροχής νομικών συμβουλών περιλαμβάνει τη θέση της Νομικής Υπηρεσίας της Επιτροπής κατά την υπεράσπιση της θέσης της Επιτροπής ενώπιον του Δικαστηρίου, επί ίσης βάσεως με τους άλλους διαδίκους. Τέλος, το Γενικό Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι το γεγονός και μόνον ότι οι νομικές συμβουλές παρασχέθηκαν στο πλαίσιο νομοθετικής διαδικασίας δεν επαρκεί, αυτό καθαυτό, για να αποδειχθεί υπέρτερο δημόσιο συμφέρον.
Όσον αφορά την προστασία της διαδικασίας λήψης αποφάσεων, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι η Επιτροπή δύναται, χωρίς να προβαίνει σε συγκεκριμένη και εξατομικευμένη εξέταση των εγγράφων τα οποία έχουν συνταχθεί στο πλαίσιο της προετοιμασίας μιας εκτίμησης επιπτώσεων, να στηρίζεται στο τεκμήριο ότι η δημοσιοποίηση των εγγράφων αυτών υπονομεύει, καταρχήν, σοβαρά την οικεία διαδικασία λήψεως αποφάσεων όσον αφορά την κατάρτιση πολιτικής πρότασης.
Το Γενικό Δικαστήριο αναγνώρισε επίσης ότι είναι σημαντικό τα μέλη του προσωπικού της ΕΕ να έχουν τη δυνατότητα να εκφράζουν τις απόψεις τους με ανεξαρτησία. Επιβεβαίωσε ότι η δημοσιοποίηση των απόψεών τους για εσωτερική χρήση, στο πλαίσιο συζητήσεων και προκαταρκτικών διαβουλεύσεων, θα μπορούσε να θέσει σε σοβαρό κίνδυνο τη διαδικασία λήψης αποφάσεων της Επιτροπής, δεδομένου ότι ενδέχεται να αποτρέψει τα μέλη του προσωπικού από το να εκφράζουν τη γνώμη τους με ανεξαρτησία και χωρίς να επηρεάζονται αδικαιολόγητα από την προοπτική ευρύτερης δημοσιοποίησης που θα εξέθετε το θεσμικό όργανο στο οποίο ανήκουν.
Σε άλλη απόφαση, το Γενικό Δικαστήριο διευκρίνισε ότι η ύπαρξη της εξωτερικής πίεσης στην οποία θα εκτεθεί η διαδικασία λήψης αποφάσεων πρέπει να διαπιστωθεί με βεβαιότητα και ότι πρέπει να προσκομιστούν αποδεικτικά στοιχεία προκειμένου να καταδειχθεί ότι υπάρχει ευλόγως προβλέψιμος κίνδυνος η διαδικασία να επηρεαστεί σημαντικά λόγω της εξωτερικής αυτής πίεσης.
Το 2016 το Γενικό Δικαστήριο δεν εξέδωσε καμία απόφαση σχετικά με το δικαίωμα πρόσβασης σε έγγραφα επί αιτήσεως αναιρέσεως κατά απόφασης του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης με διάδικο την Επιτροπή.
6.3.Νέες υποθέσεις ενώπιον του Δικαστηρίου
Το 2016 ασκήθηκαν ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου 19 νέες προσφυγές κατά αποφάσεων της Επιτροπής βάσει του κανονισμού 1049/2001. Επιπλέον, υποβλήθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου τέσσερις νέες αιτήσεις αναιρέσεως κατά αποφάσεων του Γενικού Δικαστηρίου επί υποθέσεων στις οποίες διάδικος ήταν η Επιτροπή.
7.Συμπεράσματα
Το 2016 η Επιτροπή συνέχισε να υλοποιεί τη δέσμευσή της για αύξηση της διαφάνειας, τόσο βάσει του κανονισμού 1049/2001 όσο και στο πλαίσιο του ευρύτερου προγράμματος διαφάνειας.
Αυτό αποτυπώθηκε, μεταξύ άλλων, στη σταδιακή εφαρμογή από την Επιτροπή του θεματολογίου για τη βελτίωση της νομοθεσίας· στη συστηματική δημοσίευση πληροφοριών από την Επιτροπή σχετικά με τις συνεδριάσεις πολιτικών ηγετών και ανώτερων υπαλλήλων με ενδιαφερόμενους φορείς· στην πρότασή της για διοργανική συμφωνία σχετικά με υποχρεωτικό μητρώο διαφάνειας· και στην πολιτική της όσον αφορά τη μεταπήδηση στον ιδιωτικό τομέα.
Η Επιτροπή συνέχισε επίσης να δημοσιεύει, βάσει προδραστικής προσέγγισης και με φιλικό προς τον χρήστη τρόπο, ευρύ φάσμα πληροφοριών και εγγράφων σχετικά με τις ποικίλες, νομοθετικές και μη νομοθετικές, δραστηριότητές της.
Το δικαίωμα πρόσβασης σε έγγραφα κατόπιν αιτήσεως, όπως προβλέπεται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ, στις Συνθήκες και στον κανονισμό 1049/2001, εξακολούθησε να αποτελεί σημαντικό μέσο με το οποίο η Επιτροπή υλοποιεί τη δέσμευσή της όσον αφορά τη διαφάνεια.
Το 2016 η Επιτροπή έλαβε περισσότερες από 6 000 αρχικές αιτήσεις πρόσβασης σε έγγραφα και σχεδόν 300 επιβεβαιωτικές αιτήσεις. Τα στοιχεία αυτά καταδεικνύουν ότι οι πολίτες της ΕΕ και άλλοι δικαιούχοι ασκούν ενεργά το δικαίωμά τους να αιτούνται πρόσβαση σε έγγραφα που βρίσκονται στην κατοχή της Επιτροπής.
Η Επιτροπή εξακολουθεί να είναι σαφώς το θεσμικό όργανο που διεκπεραιώνει τον μεγαλύτερο αριθμό αιτήσεων πρόσβασης σε έγγραφα. Το υψηλό ποσοστό δημοσιοποίησης εγγράφων κατόπιν πολυάριθμων αιτήσεων πρόσβασης είχε ως αποτέλεσμα τη διάθεση μεγάλου αριθμού εγγράφων στο κοινό. Αυτό πραγματοποιήθηκε επιπλέον της προδραστικής δημοσίευσης εγγράφων και πληροφοριών από την Επιτροπή το 2016 ή αυτών που είναι ήδη διαθέσιμα στο κοινό μέσω των πολυάριθμων ιστοσελίδων και των διαφόρων δημόσιων μητρώων της Επιτροπής.